ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ Κάποια Χριστούγεννα Η παρακάτω επιστολή του Γρηγόριου Ξενόπουλου γράφτηκε τα Χριστούγεννα του 1925 και απευθυνόταν στους μικρούς αναγνώστες της Διάπλασης των παίδων, περιοδικού που διεύθυνε με επιτυχία για 50 χρόνια (1896-1944, 1946-1948). O Ζακυνθινός λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας αναπολεί, με νοσταλγία αλλά και χιούμορ, τα παιδικά του χρόνια και την οικογενειακή ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων, σε συνδυασμό με τα έθιμα και τις παραδοσιακές συνήθειες του τόπου του. Αθήνα, 26 Δεκεμβρίου 1925 Αγαπητοί μου, Έναν καιρό στη ζωή μου, τα Χριστούγεννα τα γιόρταζα... την Πρωτοχρονιά. Πώς; Ακολουθούσα κανένα δικό μου καλαντάρι*, ή είχα προσηλυτισθεί σε καμιά αίρεση;... Τίποτ' απ' αυτά. Μόνο που τον καιρό εκείνο, νιόφερτος στην Αθήνα, φοιτητούδι, σχεδόν παιδί, δεν μπορούσα να καταλάβω Χριστούγεννα χωρίς... κουλούρα. Στη Ζάκυθο, βλέπετε, όπου είχα μεγαλώσει, την παραμονή των Χριστουγέννων το βράδυ, κόβουν με πομπή* κάποια κουλούρα. Αντιστοιχεί με τη βασιλόπιτα που κόβουν εδώ την Πρωτοχρονιά -κομμάτι ονομαστικό για τον καθένα, φλουρί για τον τυχερό, και καθεξής, -αλλά δε μοιάζει και καθόλου. Άλλη πάστα, άλλη ζύμη, άλλη όψη, άλλη γεύση, άλλη μυρωδιά. Φανταστείτε ένα ωραίο ψωμί σιμιγδαλένιο, πιασμένο με λάδι, βαμμένο κίτρινο με ζαφουράνα,* σπαρμένο μέσα με σταφίδες άσπρες και μαύρες, με κουκουνάρια, πορτοκαλόφλουδες κι ένα σωρό μπαχαρικά, και με μια κρούστα όλο σουσάμι και πυκνά φυτεμένα καρύδια, κάποτε μάλιστα και πασπαλισμένη με ψιλή ζάχαρη χρωματιστή. Αυτή είναι η ζακυθινή κουλούρα. Πώς να καταλάβαινα Χριστούγεννα χωρίς το «κομμάτι μου» απ' αυτήν; Και πού να 'βρισκα τέτοιο πράμα εδώ, στο βραδινό τραπέζι της παραμονής; - Χριστούγεννα αύριο, μου 'λεγαν. Και του χρόνου! - Πού είναι τα; Απαντούσα. Δεν τα βλέπω!... Και δεν τα 'βλεπα πραγματικώς. Ή, να πω καλύτερα, τα 'βλεπα, αλλά με τη φαντασία μου, μακρινά, αμυδρά, νοσταλγικά, λυπημένα - τα 'βλεπα εκεί κάτω, στην πατρίδα, στο πατρικό μου σπίτι, στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι με την κουλούρα στη μέση, με τους δικούς μου ολόγυρα και -αλίμονο!- με τη θέση μου σε μιαν άκρη αδειανή... Ήταν γιορτή αυτή για μένα; Αν δεν έκλαψαν τα μάτια μου, έκλαψε όμως η ψυχή μου, - ψυχή παιδιού που για πρώτη φορά ξενιτεύεται... Συνέβαινε όμως να βγάζουν εκεί και το δικό μου το κομμάτι, -ε, φυσικά, τι κι αν έλειπα; Δεν είχα κιόλα πεθάνει!- και, μαζί μ' ένα χριστόψωμο κι ένα τενεκεδένιο κουτί μαντολάτο, να μου το στέλνουν εδώ με κανένα επιβάτη ή με το ταχυδρομείο. Αλλά αργούσε. Δεν είχε εφευρεθεί, βλέπετε, ούτε εφευρέθηκε ακόμα και κανένας τηλέγραφος για δέματα. (Αχ, κι αυτός ο Έδισσον! Τι κάνει;...) Και το δέμα έφτανε μόλις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Έτσι, με το κομμάτι εκείνο της κουλούρας, που το λάβαινα και το 'τρωγα με τόση χαρά, με τόση συγκίνηση, με τόση αγάπη, έκανα κι εγώ τα Χριστούγεννά μου πρωτοχρονιάτικα. Αυτό βάσταξε κάμποσα χρόνια. Είναι αλήθεια ότι και στην Αθήνα, αργότερα, γνωρίστηκα με ζακυθινά σπίτια που έκοβαν την παραμονή ζακυθινή κουλούρα και με προσκαλούσαν και μένα στην τελετή. Αλλά δεν ήταν το ίδιο! Εγώ ήθελα το κομμάτι μου από την κουλούρα του σπιτιού μας. Και πάλι περίμενα σαν και τι το δέμα που θα ξεκινούσε από κει πέρα μετά την παραμονή, για να το λάβω... κατόπιν εορτής. Αλλά ήρθαν και Χριστούγεννα ή μάλλον Πρωτοχρονιά, που δεν έλαβα τίποτα. Στην πατρίδα είχε πεθάνει ο καημένος μου ο πατέρας. Ούτε εκείνο το χρόνο έκοψαν στο σπίτι μας κουλούρα, ούτε τον άλλον... Το πένθος, η απουσία μου ακόμα, το μεγάλωμα και το σκόρπισμα των παιδιών της, έκαμε τη μητέρα μου ν' αφήσει, να ξεσυνηθίσει αυτό το χριστουγεννιάτικο έθιμο του τόπου, αταίριαστο πια σ' ένα σπίτι χωρίς νοικοκύρη και χωρίς μικρά παιδιά. Τότε μάλιστα, για πολλά χρόνια, συνέβαινε το αντίθετο: εγώ έστελνα της μητέρας μου το κομμάτι της από τη βασιλόπιτα που έκοβα εδώ, στο σπίτι μου, για τα παιδιά μου. Και η μητέρα μου πάλι, θυμούμενη τα παιδικά της χρόνια στην Πόλη, όπου επίσης έκοβαν βασιλόπιτα, γιόρταζε στη Ζάκυθο μια πολίτικη Πρωτοχρονιά... τα Θεοφάνεια. Κάποιο χρόνο όμως, μεγάλος εγώ πια, πήγα στη Ζάκυθο να κάμω Χριστούγεννα με τη γριά μητέρα μου. - Α, της λέω, δεν έχει, θα κόψουμε και κουλούρα! - Ναι, παιδί μου, μου λέει, αφού είσαι και συ εδώ, ας κόψουμε. Πραγματικώς, παράγγειλα έξω μια ωραία κουλούρα, και την κόψαμε το βράδυ της παραμονής, όπως άλλοτε. Αλλά θα το πιστέψετε; Δε μ' ενθουσίασε καθόλου! «Πού το τσουρέκι μας; Έλεγα. Αυτό δεν είναι παρά ψωμί!» Ναι, αυτό το ψωμί με το λάδι και με τη σταφίδα, που άλλη φορά με τρέλαινε, που το προτιμούσα από καθετί και που δεν έκανα Χριστούγεννα αν δεν το 'χα, δε μου άρεσε πια. Το είχα ξεσυνηθίσει. Προτιμούσα το τσουρέκι. Κι ούτε όψη τού έβρισκα πια, ούτε γεύση, ούτε μυρωδιά εξαιρετική. Ένα κοινό πράμα, χοντρό, βαρύ, που απορούσα μάλιστα πώς μ' ενθουσίαζε τόσο άλλη φορά... Μη δεν ήταν το ίδιο; Όχι, το ίδιο ήταν απαράλλαχτο. Εγώ μόνο είχα αλλάξει, εγώ δεν ήμουν πια ο ίδιος... Τόσα χρόνια στην Αθήνα, είχα ξεσυνηθίσει τα πράματα της πατρίδας μου και είχα συνηθίσει τ' αθηναίικα. Όλα στον κόσμο μια συνήθεια είναι. Κι ακόμα, κάθε πράμα ταιριάζει στον τόπο του. Μόνο η νοσταλγία των πρώτων χρόνων της ξενιτιάς μ' έκανε να βρίσκω τόσο ωραία και στην Αθήνα τη ζακυθινή κουλούρα και να την προτιμώ απ' το καλύτερο τσουρέκι. Αλλά όταν, με τον καιρό, λιγόστεψε κι έσβησε η νοσταλγία, χάθηκαν μαζί κι όλες οι παλιές, οι νοσταλγικές μου προτιμήσεις. Είχα εγκλιματιστεί* πια Αθηναίος. Κι ένας Αθηναίος δεν μπορεί βέβαια να προτιμάει τη ζακυθινή κουλούρα από το τσουρέκι του. Για να την προτιμάει κανείς, πρέπει να 'ναι Ζακυθινός, και να μένει στη Ζάκυθο. Έτσι εξήγησα τότε το παράξενο. Και θυμήθηκα και το μέλανα ζωμό των Σπαρτιατών. Οι Σπαρτιάτες τον αποζητούσαν και τον εκθείαζαν παντού σαν το καλύτερο φαΐ του κόσμου. Έτσι, ο μέλας ζωμός έβγαλε μια φήμη μεγάλη. Όσοι δεν τον είχαν δοκιμάσει, τον νόμιζαν εφάμιλλο* με την αμβροσία, την αιθέρια αυτή τροφή των Ολύμπιων Θεών. Δε θυμούμαι τώρα ποιος επίσημος, βασιλιάς ή στρατηγός -ο Διονύσιος των Συρακουσών άραγε;- όταν πέτυχε μια φορά κάτι Σπαρτιάτες μαγείρους, τους έβαλε να του φτιάσουν μέλανα ζωμό. Του τον έφτιασαν όσο καλύτερα ήξεραν, κι εκενος τον δοκίμασε μ' ένα μεγάλο μορφασμό. - Απορώ, τους είπε, πώς σας αρέσει αυτή η αηδία! - Θα σου άρεσε και σένα, του αποκρίθηκαν οι Σπαρτιάτες, αν έκανες ταχτικά το λουτρό σου στον Ευρώτα! Λέτε τώρα, όταν ξενιτευόταν κανένας νεαρός Σπαρτιάτης, να του έστελνε η μητέρα του, καμιά γιορτή σαν τα Χριστούγεννα λιγάκι μέλανα ζωμό;... Δεν το πιστεύω. Οι Λάκαινες* δε συνήθιζαν να παραχαϊδεύουν έτσι τα λεοντόπουλά τους. Πιο πιθανό μου φαίνεται να το 'κανε μια μητέρα Αθηναία ή Ζακυθινή. Γι' αυτό κι ένας δικός μας ποιητής, ο Ανδρέας Μαρτζώκης, σε κάποιο σατιρικό ποίημά του, «Ζακυθινός Μνηστήρας», παρασταίνει ένα Ζακυθινό αρχοντόπουλο στην Ιθάκη -στην ομηρική Ιθάκη, επί Οδυσσέως- που για να συγκινήσει την Πηνελόπη, της προσφέρει... τ' ωραίο χριστόψωμο που του είχε στείλει τα Χριστούγεννα η μητέρα του!
Γ. Ξενόπουλος, Αθηναϊκές επιστολές , Αδελφοί Βλάσση
* καλαντάρι: ημερολόγιο * πομπή: τελετή * ζαφουράνα: ζαφορά, κρόκος, είδος φυτού που καλλιεργείται για τις χρωστικές και φαρμακευτικές του ιδιότητες * είχα εγκλιματιστεί: είχα συνηθίσει στο νέο τρόπο ζωής * εφάμιλλο: ισοδύναμο, ισάξιο * Λάκαινες: Σπαρτιάτισσες |
ΕΡΓΑΣΙΕΣ | 1 | Βρείτε τις θεματικές ενότητες της επιστολής και γράψτε από έναν πλαγιότιτλο για καθεμιά. | | 2 | Σχολιάστε τον πρόλογο της επιστολής, εντοπίζοντας παράλληλα τα σημεία εκείνα του κειμένου που εξηγούν γιατί α) ο συγγραφέας και β) η μητέρα του γιόρταζαν με αρκετή καθυστέρηση τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. | | 3 | Ποιες αναμνήσεις έχει ο επιστολογράφος από τη γιορτή των Χριστουγέννων στη Ζάκυνθο; Πώς αντιμετωπίζει στην ενήλικη ζωή του τα τοπικά έθιμα; | | 4 | O Ξενόπουλος συγκρίνει το ζακυνθινό έθιμο της κουλούρας με το μέλανα ζωμό των Σπαρτιατών. Με ποιον τρόπο πραγματοποιεί αυτήν τη σύγκριση και σε ποιο συμπέρασμα φαίνεται ότι καταλήγει; | | 5 | Διαβάστε προσεκτικά την επιστολή και εντοπίστε τα διακριτικά γνωρίσματα της γλώσσας και του ύφους του Ξενόπουλου. Ποιο από τα γνωρίσματα αυτά πιστεύετε ότι διευκολύνει περισσότερο την επικοινωνία με τον αποδέκτη; Αιτιολογήστε την απάντησή σας, με βάση ένα ενδεικτικό χωρίο της επιστολής. | | 6 | Γράψτε μια επιστολή σε φίλο ή άγνωστο σας αποδέκτη με την οποία θα περιγράφετε πώς γιορτάζετε στον τόπο σας μια θρησκευτική εορτή. | | | ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ | ♦ | Χωριστείτε σε ομάδες και καταγράψτε διάφορα λαογραφικά έθιμα της περιοχής ή της πατρίδας σας σχετικά με τις θρησκευτικές γιορτές. Ερευνήστε ποια από αυτά χάθηκαν και ποια επιβιώνουν ως τις μέρες μας, και συζητήστε γενικότερα για τη σημασία αυτής της τοπικής παράδοσης με τους καθηγητές των θρησκευτικών και της Οικιακής Οικονομίας. | | ♦ | Συγκεντρώστε πληροφορίες για τον τρόπο που γιορτάζουν άλλοι λαοί τις θρησκευτικές τους γιορτές. Συγκρίνετε αυτούς τους εορτασμούς με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, με σκοπό να εντοπίσετε τυχόν ομοιότητες και διαφορές στον τρόπο που εκδηλώνει κάθε λαός το θρησκευτικό του συναίσθημα.
|
|
Σελ. 153 - Αναμνήσεις της Κωνσταντίνας από τη Γερμανία - Λογοτεχνία (Κείμενα) Β' Γυμνασίου - Απαντήσεις - Λύσεις
https://www.lisari.gr/index.php/component/content/article/89-gumansio/v-gymnasiou/keimena/703-153?Itemid=101
Γρ ηγ ό ρ ι ο ς Ξε ν ό πο υ λ ο ς
«Κά πο ια Χρ ισ τ ο ύ γ ε ν να»
Θέμα:
Το νόημα που είχε για τον επιστολογράφο η ζακυνθινή κουλούρα για τον
εορτασμό των Χριστουγέννων στα παιδικά του χρόνια και η αδιαφορία του αργότερα
για το έθιμο, όταν τον αφομοίωσε η ζωή της Αθήνας.
Βασική ιδέα:
Η σημασία της τοπικής παράδοσης στη ζωή των ανθρώπων και στη διαμόρφωση
της θρησκευτικής τους συνείδησης.
Ενότητες - Πλαγιότιτλοι:
1η ενότητα: «Αγαπητοί μου,… Δεν τα βλέπω!...»: Η ζακυνθινή κουλούρα
απαραίτητη για τον εορτασμό των Χριστουγέννων.
2η ενότητα: «Και δεν τα ’βλεπα… τα Θεοφάνεια»: Εορτασμός των
Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς κατόπιν εορτής
.
3η ενότητα: «Κάποιο χρόνο… να μένει στη Ζάκυνθο»: Αποξένωση από το
έθιμο της κουλούρας.
4η ενότητα: «Έτσι εξήγησα… Σας ασπάζομαι, Φαίδων»: Σύγκριση
ζακυνθινής κουλούρας και μέλανα ζωμού.
Χαρακτηρισμός προσώπου:
O συγγραφέας - αφηγητής:
Κεντρικός ήρωας του κειμένου είναι ο ίδιος ο
συγγραφέας και αφηγητής, που με νοσταλγική διάθεση, χιούμορ, απλότητα,
συναισθηματισμό και εκμυστηρευτικό τόνο αναπολεί τα παιδικά του χρόνια στην
ιδιαίτερη πατρίδα του και με αφορμή ένα γεγονός, τη μετανάστευσή του στην Αθήνα
για σπουδές, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τις παλιές του συνήθειες και να
εξοικειωθεί με ένα νέο τρόπο ζωής.
Αφηγηματική τεχνική:
Επιστολή που χρησιμοποιείται ως αφηγηματικό μέσο.
Απευθύνεται σε πολλούς παραλήπτες μέσω της δημοσίευσής της σε περιοδικό.
Αφηγηματικοί τρόποι:
1. Αφήγηση.
2. Περιγραφή.
3. Σχόλια.
4. Διάλογος.
Γλώσσα - Ύφος - Τόνος:
Γλώσσα: Απλή δημοτική, εμπλουτισμένη με ζακυνθινούς ιδιωματισμούς (Πού
είναι τα;) και αρχαϊκές λέξεις (πομπή, έλαβα)
.
Ύφος: Ζωηρό και παραστατικό σε τόνο κουβεντιαστό και χιουμοριστικό.
Τόνος: Νοσταλγικός, χιουμοριστικός, απευθύνεται στους παραλήπτες της
επιστολής σε ύφος συνομιλίας.
Εκφραστικά μέσα:
1. Μεταφορές:
«Έναν καιρό στη ζωή μου», «Ακολουθούσα κανένα δικό μου
καλαντάρι», «να καταλάβω Χριστούγεννα», «κομμάτι ονομαστικό», «ωραίο ψωμί ...πιασμένο με λάδι», «Που είναι τα; Απαντούσα. Δεν τα βλέπω!», «τα ’βλεπα... στο
πατρικό μου σπίτι, στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι», «έκλαψε όμως η ψυχή μου»,
«Αυτό βάσταξε κάμποσα χρόνια», «γνωρίστηκα με ζακυθινά σπίτια», «το δέμα που
θα ξεκινούσε», «ήρθαν και Χριστούγεννα...», «το σκόρπισμα των παιδιών της», «που
άλλη φορά με τρέλαινε», «είχα ξεσυνηθίσει τα πράματα της πατρίδας μου… τ’
αθηναίικα», «κάθε πράμα ταιριάζει στον τόπο του», «λιγόστεψε κι έσβησε η
νοσταλγία», «χάθηκαν μαζί... οι νοσταλγικές μου προτιμήσεις», «Έτσι, ο μέλας
ζωμός έβγαλε μια φήμη μεγάλη», «την αιθέρια αυτή τροφή», «όταν πέτυχε μια φορά
κάτι Σπαρτιάτες μαγείρους», «παραχαϊδεύουν τα λεοντόπουλά τους», «ένας δικός μας
ποιητής».
2. Παρομοιώσεις:
«εφάμιλλο με την αμβροσία», «καμιά γιορτή σαν τα
Χριστούγεννα».
3. Ασύνδετο σχήμα:
«Άλλη πάστα, άλλη ζύμη, άλλη όψη, άλλη γεύση, άλλη
μυρωδιά», «Ή, να πω καλύτερα, τα ’βλεπα, αλλά με τη φαντασία μου, μακρινά,
αμυδρά, νοσταλγικά, λυπημένα», «Ένα κοινό πράμα, χοντρό... άλλη φορά».
4. Επαναλήψεις:
«Άλλη πάστα... άλλη μυρωδιά», «τα ’βλεπα... τα ’βλεπα...»,
«με τόση χαρά... με τόση αγάπη», «Ούτε εκείνο το χρόνο... ούτε τον άλλον…»,
«χωρίς νοικοκύρη και χωρίς μικρά παιδιά», «Κι ούτε όψη... ούτε γεύση, ούτε
μυρωδιά», «Μη δεν ήταν το ίδιο;... το ίδιο ήταν», «Eγώ μόνο είχα αλλάξει, εγώ...»,
«Mόνο η νοσταλγία... έσβησε η νοσταλγία… οι νοσταλγικές μου προτιμήσεις».
5. Αντιθέσεις:
«Αντιστοιχεί με τη βασιλόπιτα… ≠ -αλλά δε μοιάζει και
καθόλου», «Και δεν τα ’βλεπα... ≠ …τα ’βλεπα», «με τους δικούς μου ολόγυρα... ≠
με τη θέση μου σε μιαν άκρη αδειανή», «Αν δεν έκλαψαν τα μάτια μου, ≠ έκλαψε
όμως η ψυχή μου», «Ούτε εκείνο το χρόνο... ούτε τον άλλον…» ≠ «Τότε μάλιστα,
για πολλά χρόνια, συνέβαινε το αντίθετο... για τα παιδιά μου», «Ναι, αυτό το ψωμί…
που το προτιμούσα» ≠ «Προτιμούσα το τσουρέκι...», «είχα ξεσυνηθίσει...» ≠ «είχα
συνηθίσει...», «Κι ένας Αθηναίος δεν μπορεί βέβαια να προτιμάει...» ≠ «Για να την
προτιμάει κανείς…», «Απορώ,... πώς σας αρέσει...» ≠ «Θα σου άρεσε...», «Οι
Λάκαινες δε συνήθιζαν...» ≠ «Πιο πιθανό μου φαίνεται να το ’κανε...».
6. Εικόνες:
«Φανταστείτε... ζάχαρη χρωματιστή», «τα ’βλεπα εκεί κάτω... άκρη
αδειανή...», «...κι εκείνος τον δοκίμασε μ’ ένα μεγάλο μορφασμό».
Ιδέες - Συναισθήματα:
Υπογραμμίζεται ο δεσμός του ανθρώπου με τον τόπο του, τις θρησκευτικές
παραδόσεις και τα οικεία πρόσωπα του περιβάλλοντός του.
Αστικός τρόπος ζωής: συντελεί στην εξαφάνιση των παραδόσεων και στην
αποξένωση των ανθρώπων από πρόσωπα και συνήθειες που προηγουμένως είχαν
μεγάλη σημασία για τη ζωή τους.
Νοσταλγία και αναπόληση της γιορτινής ατμόσφαιρας του πατρικού σπιτιού
στην αρχή μετατρέπεται σε απογοήτευση και αποξένωση εξαιτίας της μακροχρόνιας
απουσίας.
Ερωτήσεις:
1. Να χωρίσετε το κείμενο σε ενότητες και να δώσετε έναν πλαγιότιτλο στην
καθεμία.
2. Γιατί πιστεύετε ότι ο συγγραφέας μιλά σε τόσο απλή γλώσσα και με
εξομολογητικό τόνο και άφθονο χιούμορ στην επιστολή του; Σε ποιους απευθύνεται;
3. Γιατί άλλαξε στάση απέναντι στα τοπικά έθιμα της Ζακύνθου ο συγγραφέας;
Πιστεύετε ότι συνέβαλε σ’ αυτό μόνο το ότι μεγάλωσε σε ηλικία;
http://filologikoskipos.blogspot.com/2019/11/n.html
θέμα: Θέμα του κειμένου είναι η νοσταλγία του αφηγητή για τη χριστουγεννιάτικη κουλούρα των παιδικών του χρόνων και η αποξένωσή του αργότερα από το έθιμο αυτό.Το περιεχόμενο του κειμένου είναι λαογραφικό και θεολογικό.
Δομή του κειμένου:
1η ενότητα: « Ένα καιρό στη ζωή μου….δεν τα βλέπω»: η ζακυνθινή κουλούρα και η σύνδεσή της με τα χριστούγεννα.
2η ενότητα: «και δεν τα έβλεπα πραγματικώς…κατόπιν εορτής» : Η νοσταλγία του εορταστικού οικογενειακού τραπεζιού και ο εορτασμός των χριστουγέννων πρωτοχρονιάτικα.
3η ενότητα: « αλλά ήλθαν και χριστούγεννα… τα θεοφάνεια» : Η απομάκρυνση από το έθιμο της κουλούρας λόγω πένθους.
4η ενότητα: « κάποιο χρόνο όμως…και να μένει στη Ζάκυθο» : Η απομυθοποίηση της κουλούρας εξαιτίας της χαλάρωσης των συναισθηματικών δεσμών με το νησί.
5η ενότητα: « έτσι εξήγησα…τα χριστούγεννα η μητέρα του» : το ζακυθινό έθιμο της κουλούρας σε συσχετισμό με το μέλανα ζωμό των Σπαρτιατών.
Ερμηνευτικές παρατηρήσεις:
1.Δεν μπορούσα να καταλάβω χριστούγεννα χωρίς την κουλούρα: Δεν μπορούσα να νοιώσω ότι είναι χριστούγεννα αφού δεν υπήρχε κουλούρα με την οποία είχα συσχετίσει την ατμόσφαιρα αυτής της μεγάλης εορτής.
2. κάθε πράγμα ταιριάζει στον τόπο του: Κάθε πράγμα ταιριάζει να υπάρχει στον τόπο όπου συνήθισαν οι άνθρωποι να το έχουν ή να το χρησιμοποιούν.
3.Η ζακυνθινή κουλούρα και τα χριστούγεννα:
Ο επιστολογράφος αναφέρει ότι δεν μπορούσε να νοιώσει χριστούγεννα γιατί η γιορτή αυτή ήταν απόλυτα δεμένη με το έθιμο της κουλούρας και από τη στιγμή κατά την οποία ο Ξενόπουλος ήταν φοιτητής στην Αθήνα ουσιαστικά δεν περνούσε και δεν ένοιωθε τα χριστούγεννα,όπως συνέβαινε στη Ζάκυνθο.Στόχος του συγγραφέα:
Στόχος του συγγραφέα επιστολογράφου είναι να δείξει ότι οι άνθρωποι απομακρύνονται από τις παραδόσεις και τις συνήθειες της ιδιαίτερης πατρίδος τους, όταν εγκαθίστανται και μένουν μόνιμα σε άλλο τόπο.
Γλωσσικές παρατηρήσεις:
Το κείμενο χαρακτηρίζεται από τη γλωσσική απλότητα της δημοτικής, τον κουβεντιαστό τόνο (Α΄της λέω, δεν έχει, θα κόψουμε και κουλούρα…).Υπάρχει συναισθηματική απλότητα καθώς ο συγγραφέας εκφράζεται αυθόρμητα ( τα΄βλεπα με τη φαντασία μου..).
Σχήματα λόγου:
Μεταφορά: το ψωμί είναι σπαρμένο με σταφίδες
Ασύνδετο: άλλη πάστα, άλλη ζύμη, άλλη όψη…
Πολύστικτο σχήμα αποσιώπησης: απαντούσα, δεν τα βλέπω!...
Ασκήσεις:
1.να σημειώσετε σωστό ή λάθος στις παρακάτω προτάσεις δικαιολογώντας τις απαντήσεις σας με χωρία του κειμένου:
Α. Ο επιστολογράφος έχει ταυτίσει την κουλούρα με την εορτή των χριστουγέννων.
Β. Δεν στενοχωριέται που η κουλούρα αργεί να φθάσει στην Αθήνα.
Γ. Ο επιστολογράφος δεν ξέχασε ποτέ το έθιμο της κουλούρας.
2. Ποιες αξίες θεωρείτε ότι προβάλλονται στο συγκεκριμένο απόσπασμα;
3.Ποιά είναι η αναλογία που αναλύεται στο κείμενο.Να κρίνετε την αξιοπιστία της.