Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018

ΓΥΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ,ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ,ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ


img7_9




deco_leftΓυάλινα
Γιάννινα deco_right

Μιχάλης
 Γκανάς  Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]

Το ποίημα «Γυάλινα Γιάννινα» βρίσκεται πρώτο στην ομότιτλη
συλλογή του Μιχάλη Γκανά. Τα ποιήματά της απηχούν βιώματα
και εμπειρίες του ποιητή από το γενέθλιο τόπο του, την Ήπειρο.
 Στο συγκεκριμένο ποίημα τα Γιάννενα, η πρωτεύουσα της
Ηπείρου, προβάλλονται μέσα από την περιγραφή του φυσικού
τοπίου και τις δραστηριότητες των κατοίκων τους.


Χάραζε ο τόπος με βουνά πολλά
κι ανάτελλε τα ζωντανά του,
καλούς ανθρώπους και κακούς, νυφίτσες,
αλεπούδες, μια λίμνη ως κόρην
οφθαλμού και κάστρα πατημένα.

Θα ’ναι τα Γιάννενα, ψιθύρισα,
στο χιόνι και στον άγριο καιρό
γυάλινα και μαλαματένια.
Κι όσο πήγαινε η μέρα,
σαν το βαπόρι σε καλά νερά,
είδα και μιναρέδες κι άκουσα
τα μπακίρια να βελάζουν.
Μ. Γκανάς, Γυάλινα Γιάννινα,
Καστανιώτης
img7_9
Νικόλαος Oθωναίος, Ιωάννινα

Τα λόγια της πόλης. Γιάννενα - Μ. Γκανάς (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

Ερωτή
σεις
1 Ποια γνωρίσματα από το γιαννιώτικο φυσικό περιβάλλον
προβάλλονται στο ποίημα;

2 Αναλύστε τις μεταφορές: «ανάτελλε τα ζωντανά του», «άκουσα
 τα μπακίρια να βελάζουν».

3 Ποιες πληροφορίες από την ιστορική και πολιτισμική πορεία του
 ηπειρώτικου τόπου ενσωματώνονται στο ποίημα;

4 Βρείτε και σχολιάστε τις παρομοιώσεις του ποιήματος.

5 Ανατρέξτε στο Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων και συζητήστε με το
φιλόλογό σας για τα χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης.
 Στη συνέχεια ελέγξτε αν το ποίημά μας ανήκει στο είδος αυτό.
Οδ. Ελύτης, «Πίνοντας ήλιο κορινθιακό» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου]  Κ. Παλαμάς, «Ανατολή»  Κ. Κρυστάλλης, «Ηλιοβασίλεμα» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου]


Διαθεματική εργασία

Στο ποίημα γίνεται αναφορά στη γιαννιώτικη τέχνη της
αργυροχρυσοχοΐας και μεταλλοτεχνίας. Αναζητήστε
πληροφορίες για την ενασχόληση αυτή των κατοίκων
των Ιωαννίνων από την παλαιότερη ως τη σύγχρονη εποχή.
 Μπορείτε επίσης να επισκεφθείτε το Μουσείο Μπενάκη και
να δείτε τη συλλογή με τις γιαννιώτικες δημιουργίες.


img7_10
Δημήτρης Aνδρεαδάκης, Aπό τη γη στον ουρανό


Μιχάλης Γκανάς


Sigitas Staniunas

Μιχάλης Γκανάς
Ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε το 1944 στον Τσαμαντά της Θεσπρωτίας,
 χωριό στην Ελληνοαλβανική μεθόριο. Ζει από το 1962 στην Αθήνα, όπου
 ήρθε για να σπουδάσει νομικά. Εργάστηκε ως βιβλιοπώλης, και μετά
ως σεναριογράφος, επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών για την τηλεόραση
και κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρία. Πρωτοεμφανίστηκε στα
ελληνικά γράμματα με τη συλλογή Ακάθιστος Δείπνος το 1978, αλλά
 είχε δημοσιεύσει το πρώτο του ποίημα το 1966. Το 1994 τιμήθηκε
 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του Παραλογή.
Ποιήματα και πεζά του κείμενα έχουν μεταφραστεί στα
γερμανικά και τα γαλλικά και στίχοι του έχουν μελοποιηθεί
από έλληνες και ξένους συνθέτες (Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης,
 Ν. Ξυδάκης, Μ. Παπαδημητρίου, Γκ. Μπρέγκοβιτς κ.ά).
Έγραψε Ποίηση: Ακάθιστος Δείπνος,(1978), Μαύρα
Λιθάρια,(1980), Γυάλινα Γιάννενα,(1989), Παραλογή,(1993),
Ανθοδέσμη,(συλλογικό με τους Δ. Καψάλη, Γ. Κοροπούλη,
Ηλ. Λάγιο),(1993), Τα μικρά,(2000), Ο ύπνος του καπνιστή,
(2003), Άσμα Ασμάτων [ελεύθερη απόδοση](2005), Στίχοι, (2005).
Πεζά: Μητριά πατρίδα, (1981).
Η γραφή του Γκανά, λιγόλογες συνήθως συνθέσεις με έντονες επιρροές
από το δημοτικό τραγούδι, αλλά και τους μεγάλους έλληνες ποιητές
(ο ίδιος ομολογεί το χρέος του στον Σολωμό και τον Σεφέρη, τον
 Καρυωτάκη αλλά και τον Άγρα και τον Πορφύρα), εκφράζει ισχυρές
 συγκινήσεις και επώδυνες εμπειρίες. Με κυρίαρχο το αίσθημα της
ψυχολογικής ματαίωσης εξαιτίας της αδύνατης πλέον επιστροφής,
ασχολείται με την πραγματικότητα της εποχής του ανάγοντάς την
σε μυθικά αρχέτυπα, προικίζοντας τα καθημερινά θέματα με τη
 σκοτεινότητα και την συναισθηματική ένταση των μύθων.
Το ποίημα “Το σκυλί” ανήκει στη συλλογή Μαύρα Λιθάρια
που κυκλοφόρησε το 1980. Ο τίτλος της, όπως ο τίτλος
Παραλογή, μιας κατοπινής συλλογής του, παραπέμπουν στο
 δημοτικό τραγούδι.

Η κριτική για το έργο του«Η ορμητικότητα των παλαιών
 βιωμάτων, που διεκδικούν με δύναμη θέση μέσα στο ποιητικό
 παρόν, συνιστά το βασικότερο μηχανισμό της τεχνικής της
 έμπνευσης του Μιχάλη Γκανά. Έμπνευση που ελέγχεται διαρκώς
 από μια μνήμη που διεκδικεί μερίδιο στο παρόν και κατορθώνει
να εξισώνει παρόν, παρελθόν και μέλλον, καταργώντας συμβατικές
 διακρίσεις όχι μόνο στο επίπεδο του χρόνου, αλλά και σ’ αυτό της
 διαλεκτικής σχέσης τού πάνω με τον κάτω κόσμο, του έρωτα και του
 θανάτου.
Ποίηση με ευδιάκριτες ρίζες και δυνατά βιώματα η ποίηση του
Γκανά διαλέγεται μόνιμα και δραστικά κυρίως προς την κατεύθυνση
του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, αλλά και με τους βασικότε
ρους νεοέλληνες ποιητές, με πιο ισχυρή τη δημιουργική κλίση
 προς την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού και του Γιώργου Σεφέρη ».

(Μιχάλης Πιερής, “Βιογραφικό Σημείωμα για την Έκθεση
Βιβλίου της Φραγκφούρτης 2001”. Ηλεκτρονική Διεύθυνση:
 www.greece2001.gr/writers)

«Η ποίηση του Μιχάλη Γκανά θα μπορούσαμε να πούμε -
 τελείως σχηματικά- πως αναπτύσσεται πατώντας σε δύο
 ρεύματα: του μοντερνισμού, όπως αυτός εκδηλώθηκε στον
Μεσοπόλεμο, και του δημοτικού μας τραγουδιού. Όποτε
 “παντρεύονται” αρμονικά, συμβαίνει ένα μικρό θαύμα...».

(Νίκος Δαββέτας, εφ. Το Βήμα, 16-7-2000)


Η επιλογή της φωτογραφίας από τον Αλέξανδρο Κοκκινίδη
Μιχάλης Γκανάς, «Γυάλινα Γιάννενα»
Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Α΄Γυμνασίου σελ.126

Χάραζε ο τόπος με βουνά πολλά
κι ανάτελλε τα ζωντανά του,
καλούς ανθρώπους και κακούς, νυφίτσες,
αλεπούδες, μια λίμνη ως κόρην
οφθαλμού και κάστρα πατημένα.
Θα ’ναι τα Γιάννενα, ψιθύρισα,
στο χιόνι και στον άγριο καιρό
γυάλινα και μαλαματένια.
Κι όσο πήγαινε η μέρα,
σαν το βαπόρι σε καλά νερά,
είδα και μιναρέδες κι άκουσα
τα μπακίρια να βελάζουν.
Μ. Γκανάς, Γυάλινα Γιάννινα, Καστανιώτης
Συνέντευξη του ποιητή στις 16-02-2018 όπου μιλά και για
την ποιητική συλλογή «Γυάλινα Γιάννενα» εδώ.Ευχαριστώ τον
 φίλο Γιώργο Γούσια  για την ενημέρωση.

Επιλογές βίντεο από τον Αλέξανδρο Πνευμονίδη

Ανάλυση:
Α΄ Ενότητα (α΄στροφή): Χάραμα στην Ήπειρο
Β΄ Ενότητα (β΄στροφή): Ο ποιητής αναγνωρίζει τα «γυάλινα Γιάννινα»
Χαρακτηριστικά που κατατάσσουν το ποίημα στη νεωτερική ποίηση:
1. Ελεύθερος στίχος: στο ποίημα δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία, ούτε
ορισμένος αριθμός συλλαβών σε κάθε στίχο, και οι στροφές δεν έχουν
συγκεκριμένο αριθμό στίχων.
2. Ύφος πεζολογικό, πολύ κοντά στον καθημερινό λόγο:
π.χ. «Κι όσο πήγαινε η μέρα… βελάζουν», «Θα ΄ναι τα Γιάννενα,
ψιθύρισα»
3. Εκφραστική τόλμη:
«τα μπακίρια να βελάζουν»
4. Κρυπτικότητα στο μήνυμα του ποιήματος:
π.χ. «καλούς ανθρώπους…πατημένα» (βιωματικές μνήμες εμφυλίου)
Ενδεικτικά:
Οπτική εικόνα: τα χάραμα πίσω από τα βουνά της Ηπείρου
«Χάραζε ο τόπος με βουνά πολλά»
Ακουστική εικόνα: το άκουσμα από τα κουδούνια των αιγοπροβάτων της
περιοχής «άκουσα τα μπακίρια να βελάζουν»
Συναισθήματα ποιητή:
Ο ποιητής είναι δεμένος με την ιδιαίτερη πατρίδα του. Διατηρεί στη
μνήμη του τη φυσική ομορφιά, αλλά και τη ζωή και τη μοίρα των ανθρώπων
της. Τα προσωπικά βιώματα τα ξαναζεί σε ένα ταξίδι επιστροφής στη
γενέθλια
γη και νιώθει συγκίνηση η οποία όμως εκφράζεται συγκρατημένα στο
ποίημα.
Οι μνήμες είναι θολές, αφού το ταξίδι πρέπει να έγινε μετά από πολύ
 καιρό. «Θα
΄ναι τα Γιάννενα ψιθύρισα». Ο γενέθλιος τόπος λοιπόν και οι προσωπικές
του
αναμνήσεις από τη ζωή του εκεί αποτελούν την πηγή έμπνευσης για το
 ποίημα.
Αναφορές στην πολιτισμική πορεία της Ηπείρου:
μαλαματένια: Πρόκειται για αναφορά στην περίφημη γιαννιώτικη τέχνη
 της
αργυροχρυσοχοΐας (μάλαμα: χρυσό)
μιναρέδες: Συνύπαρξη για αιώνες στην πόλη του χριστιανικού και του
μουσουλμανικού στοιχείου (μιναρές: Χαρακτηριστικό του κάθε τζαμιού.
Παλιότερα, η πρόσκληση προς προσευχή γινόταν από τον μουεζίνη,
που έβγαινε
στον μιναρέ και φώναζε το αντάν, για να ακούν όλοι οι πιστοί.)
μπακίρια: Πρόκειται για αναφορά στην τέχνη της μεταλλοτεχνίας.
 Οι τεχνίτες
ονομάζονται χαλκιάδες ή χαλκωματάδες και κατεργάζονται το χαλκό και
τον ορείχαλκο κατασκευάζοντας, κυρίως με σφυρηλάτηση, οικιακά σκεύη,
διακοσμητικά αντικείμενα, κουδούνια για τα ζώα. (μπακίρι: χαλκός, χάλκινο
μαγειρικό σκεύος)
βελάζουν: Παραπέμπει στην κτηνοτροφία, που είναι παλιός κλάδος της
οικονομίας της περιοχής και στους κτηνοτρόφους που ασχολούνται με τα
γαλακτοκομικά προϊόντα.


ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ http://fliphtml5.com/xpqa/pjsp/basic


ΑΝΑΛΥΣΗ
https://www.slideshare.net/zazagina/ss-15867336
«Γπάιηλα Γηάλλελα», Μηράιεο Γθαλάο                     Θεκαηηθά θέληραην θπζηθό ηνπίν ησλ Ισαλλίλσλ : ηζηνξία, πνιηηηζκόοζ...

«Γπάιηλα Γηάλλελα», Μηράιεο Γθαλάο                           ΦΤΛΛΟ ΓΡΓΑ΢ΙΑ΢1. Λακβάλνληαο ππόςε ζαο ηηο ηζηνζειίδεο ηεο δη...

«Γπάιηλα Γηάλλελα», Μηράιεο Γθαλάο                            Δηθησογραθίαβηβιηοnet, Γθαλάς Μητάιεςηο βήκα, Μητάιες Γθαλάς...





ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ
https://www.slideshare.net/alexgger/ss-13083854

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢    Υάξαδε ν ηόπνο κε βνπλά    πνιιά    θη αλάηειιε ηα δσληαλά ηνπ,    θαινύο αλζξώπνπο θαη...


ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢    Θα λαη ηα Γηάλλελα,    ςηζύξηζα,    ζην ρηόλη θαη ζηνλ άγξην    θαηξό    γπάιηλα θαη κα...

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ           ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢   Σο ποίημα     ΢ην πνίεκα πξνβάιιεηαη ε πόιε ησλ    Ισαλλίλσλ. Ο πνηεηήο επηζη...


ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ             ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢   1η ζηποθή-ενόηηηα: Σν ηνπίν ηελ ώξα πνπ ραξάδεη ε    κέξα   Υαξαθηεξηζηηθά...

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ               ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢   2η ζηποθή-ενόηηηα: Η πόιε ησλ Ισαλλίλσλ   Υαξαθηεξηζηηθά ησλ Ισαλλίλσλ: ...

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢    Πιεξνθνξίεο από ηελ ηζηνξηθή θαη     πνιηηηζκηθή πνξεία ησλ     Ισαλλίλσλ:    Κηελνηξν...

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ           ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢   Γλώζζα: απιή κε θάπνηεο ηνύξθηθεο    ιέμεηο(κηλαξέο, κπαθίξηα) θαη κηα θξάζε ...

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ         ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢ ΢ηισοςπγική ανάλςζη ηος ποιήμαηορ Σν πνίεκα αλήθεη ζηε λεσηεξηθή πνίεζε  θαζώο ε...


ΔΕΣ ΚΑΙ http://alexgger.blogspot.com/2013/01/blog-post.html
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ http://alexgger.blogspot.com/2013/01/blog-post.html
ΑΝΑΛΥΣΗ
https://www.slideshare.net/epimorfomenipap/ss-44079341

Γυάλινα Γιάννενα
Το ποίημα είναι νεωτερικό. Πώς το καταλαβαίνουμε; Ο στίχος είναι ελεύθερος ( δεν
υπάρχει ομοιοκαταληξία, ...

Παρομοιώσεις- ανάλυση: ως κόρηοφθαλμού:η λίμνη αποτελείτοιδιαίτερο γνώρισμα των
Ιωαννίνων , είναι όμορφη αλλά έχει πλούσια...

https://www.slideshare.net/alexgger/ss-13083854

΢ΗΜΕΙΩ΢ΕΙ΢ ΛΟΓΟΣΕΥΝΙΑ΢    ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΓΕΡΑΚΙΝΗ    ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ΢   ΛΟΓΟΣΕΥΝΙΑ΢ Α ΓΤΜΝΑ΢ΙΟΤ

ΘΑΛΑ΢΢ΙΝΑ ΣΡΑΓΟΤΓΙΑ    Γ.ΓΡΟ΢ΙΝΗ΢    Γιπθά θπζά ν κπάηεο,    ε ζάιαζζα δξνζίδεηαη,    ζηα γαιαλά λεξά ηεο    ν ήιηνο θαζξε...

ΓΤΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΔΝΑ ΜΙΥΑΛΗ΢ ΓΚΑΝΑ΢    Υάξαδε ν ηόπνο κε βνπλά    πνιιά    θη αλάηειιε ηα δσληαλά ηνπ,    θαινύο αλζξώπνπο θαη...

ΗΛΙΟΒΑ΢ΙΛΔΜΑΚΩ΢ΣΑ΢ ΚΡΤ΢ΣΑΛΛΗ΢       Πίζσ ἀπὸ καθξηλὲο θνξθὲο ὁ ἥιηνο βαζηιεύεη        θαὶ η’ νὐξαλνῦ ηὰ ζύλνξα ρίιηεο βαθ...

ΟΛΑ ΣΑ ΠΗΡΔ ΣΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ    ΟΓΤ΢΢ΔΑ΢ ΔΛΤΣΗ΢          Όια ηα πήξε ην θαινθαίξη           η άγξην καιιί ζνπ ζηελ           ...



Τρίτη 23 Μαΐου 2017

ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ ,ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

Μιχάλης Γκανάς, Προσωπικό

829013299_3420fa3a9b

Επειδή η ζωή μας μοιάζει να φυραίνει
μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή
δεν αξίζει τον κόπο.
Επειδή σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ ακόμη
κι ας μην είναι όπως παλιά,
δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,
κουράστηκε ίσως, σαν καθετί που ανασαίνει.
Επειδή περνάς δύσκολες μέρες
σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς
που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω
τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,
δε θα πει πως δεν έχουμε
μοίρα στον ήλιο, έχουμε
τη δική μας μοίρα.
Επειδή πότε είσαι άνθρωπος
και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας
ψωμάκια μικρά της αποδημίας
κι ελπίζουνε τα παιδιά μας
σε καλύτερες μέρες.
Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι
και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι
για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,
μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,
αν αλλάζαμε θα ‘μαστε πάλι
δυο άγνωστοι και θ’ αρχίζαμε
απ’ το άλφα.
Τώρα ξέρουμε πού πονάς
πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,
διακοπή αίματος και κρυώνουν
τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό
να φορτίσει πάλι τα μέλη
με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.
Επειδή είναι δύσκολο ν’ αγαπάς
και δυσκολότερο ν’ αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο
για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά
και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη
κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές
και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά
και καμένα, θέλοντας ο καθένας
να ‘ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο
και πηγή, κατά τις περιστάσεις
ή και όλα μαζί στην ανάγκη,
δε θα πει πως εγώ δε μπορώ
να γίνω κάτι απ’ όλα αυτά ή και όλα μαζί,
κι αν είναι να περάσω
μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.
Les-Fianc-s-de-la-Tour-Eiffel-Marc-Chagall-83720



https://milwntasgiatoxioni.wordpress.com/2009/05/24/%CE%BC%CE%B9%CF%87%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%82-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%89%CF%80%CE%B9%CE%BA%CF%8C/

Η φωνή της πατρίδας,της Ηπειρου μέσα στην ποίηση του Μιχάλη Γκανά

Κάποτε πέφτει η ψυχή, εκεί που
το κορμί σκοντάφτει.
Πέφτει σαν αρμαθιά κλειδιά,
μένεις απ’ έξω.



Η βαθιά σχέση της ποίησης του Μιχάλη Γκανά με το εντόπιο άχθος...

     Ηλίας Κεφάλας
Η μαγνητική δύναμη της εντοπιότητας επισημαίνει τη βαθιά
σχέση της ποίησης του Μιχάλη Γκανά με το εντόπιο άχθος και, ταυτόχρονα,
αναδεικνύει μια αίσθηση διαρκούς εξορίας, η οποία,
αναπόφευκτα, συνδυάζεται και με μια μόνιμη διάθεση επιστροφής.
Ο ζωντανός τόπος καθορίζει την ενδότερη φωνή των ποιητών
και επηρεάζει ομόλογα τη δόμηση του ποιητικού λόγου.
Η μνήμη του τόπου δημιουργεί ένα δικό της κόσμο, μέσα στον οποίο
ακμάζουντα υπαίθρια βιώματα. Ο χρόνος κρυσταλλώνεται
μέσα στον βιωμένο λόγο,καθώς καταυγάζει φαντασιακά όλο το βάρος
της νοσταλγίας του. Η δύναμη του λόγου αυτού όμως τον καθιστά
οικουμενικό και ανταποκρίνεται σε κάθε ευαισθησία και σε κάθε πατρίδα.

Ο Μιχάλης Γκανάς, γεννημένος το 1944 στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας,
έζησε πολύ νωρίς την έλλειψη του γενέθλιου τόπου.
Τεσσάρων χρονών έφυγε από την πατρίδα με την οικογένειά
του για να ζήσει στην Αλβανία και την Ουγγαρία
μέχρι τα δέκα του χρόνια, που επέστρεψε.
Στα δεκαοχτώ του πήγε στην Αθήνα για σπουδές
για να μην ξαναγυρίσει ποτέ πίσω.

Ποιητικά και νοητικά είναι πάντα παρών στην πατρίδα, ενώ
σωματικά απουσιάζει και την αποζητά. Αντίθετα το κλεινόν άστυ,
ενώ του κατακρατά το σώμα, του εκλιπαρεί την αποκλειστική
και πρωτογενή ποιητική ψαύση. Στην πραγματικότητα ο ποιητής
είναι μετέωρος, δεν πατά πουθενά σταθερά και είναι ωσεί παρών
σε όλους τους αγαπημένους τόπους. Ο ζωντανός του κόσμος
είναι ένα άπλετο εσωτερικό φως και λειτουργεί με δάνεια
από τον περασμένο χρόνο και τη μνήμη. Η πατρίδα τον γυρεύει πάντα
με άσβηστες φωνές. Αλλά, τι πατρίδα–Μέδουσα, τι μάνα–Γοργόνα:
ενώ τόσο μαγνητίζει μεθυστικά και σπαραχτικά τα παιδιά της,
άλλο τόσο με την στερητική της ιδιομορφία και την ελλειμματική
δύναμη ζωής τα αποδιώχνει. Ωστόσο από την απόστασή της
ενσταλάζει ακατάπαυστα το μουσικό φαρμάκι της οδύνης της.
Κατακρατώντας έτσι μέσα σε αόρατα δίχτυα υπάκουο
και πειθαρχημένο στην εξάρτηση του νόστου κάθε δικό της τέκνο.

Έτσι πολύ νωρίς, σαν όλους τους συνειδητοποιημένους ποιητές
της πατρώας γης, ο Μιχάλης Γκανάς διακόνησε μια ποίηση
οικουμενικού ενδιαφέροντος, αλλά ξεκινημένης πρωταρχικά
από την εντόπια μορφολογία έκφρασης, ατμόσφαιρας και σύνθεσης
της προβληματικής του. Χαρτογράφησε με λιτό και αιφνίδιο τρόπο
τους συναισθηματικούς προσανατολισμούς του και κατέδειξε εξ αρχής
και δια παντός αυτό που ήταν το πιο σημαίνον από όλες
τις ελλείψεις του: την πατρίδα. Η πατρίδα εμφανίζεται
τόσο σαν ιδέα και σαν αίσθημα , όσο και σαν συγκεκριμένη
πραγματικότητα, δηλαδή με μορφολογία τοπωνυμική,
με γεωγραφικά χαρακτηριστικά, με ονόματα κατοίκων,
με χλωρίδα και πανίδα.
Ταυτόχρονα όμως καταδηλώνει την αιμορραγία του ξεριζωμού.
Ο βίαιος ξεριζωμός σύντομα μεταβάλλεται σε εκούσιο ξενιτεμό,
για να συνεχισθεί το ίδιο κακό της ομαδικής ή ατομικής φυγής,
της μάταιης από συναισθηματικής πλευράς περιπλάνησης.
Το χαρακτηριστικά εύστοχο επίγραμμα της εθνικής οδού
επισημαίνει τη μόνιμη πληθυσμιακή απώλεια:

Από δω έφυγε
η μισή πατρίδα


για τα ξένα.

Αυτή η εκ των πραγμάτων απομάκρυνση από τον τόπο, είτε λόγω ιστορικών αιτιών, είτε λόγω καθημερινών βιοτικών δυσκολιών, οδηγεί σε μια μεγάλης έκτασης ερήμωση του τοπίου, αλλά και της ψυχής των κατοίκων, επιβάλλει στον πληθυσμό μια διαρκή και ατελέσφορη οδοιπορία, προκαλώντας έτσι τη μεταστοιχείωση του ύπνου σε αγρυπνία αγωνίας, αφού η έγερση δεν ελπίζει παρά στο απροσδιόριστο «πουθενά» και η υπαρκτική εξορία επαναλαμβάνεται με ατελείωτες ωθήσεις σε όλο και πιο μακρινές διαδρομές:

Άδεια κι απόψε
τα τεπόζιτα του ύπνου […]
Αύριο πάλι
θα με πριονίσει η δημοσιά […]

Η ιδέα της πατρίδας προσφέρει μια εξουθενωτική οικείωση με τον αγαπημένο τόπο, που περιλαμβάνει δεσμούς αισθημάτων και αίματος, αγκιστρώσεις πνευματικής και σωματικής συγγένειας με νεκρούς και ζωντανούς. Γίνεται ένα τυφλό πάθος για ανεξιχνίαστα κοιτάγματα, για μια βουλιμία επιστροφής όχι μόνο στο κοντινό και γνωστό πίσω, αλλά στο άγνωστο και αγνώριστο παραπίσω, εκεί που είναι η αρχή και η ρίζα μας, εκεί που συντελείται το συμπλήρωμα του κύκλου. Στους Ηπειρώτες ποιητές, και ανάμεσά τους πρωτίστως στον Μιχάλη Γκανά, έτυχε αυτός ο κλήρος να ενεργήσουν έτσι διά της ποίησης ώστε: να καταδείξουν το αβυσσαλέο περίγραμμα της εσαεί επιστροφής, τον άραχλο και ανάστροφο δρόμο που μέσα από την πικρή επίγεια πατρίδα μάς οδηγεί στην τήξη της συμπαντικής ύλης.

Γι’ αυτό και η συνομιλία του Μιχάλη Γκανά με τους περασμένους στον θάνατο όμαιμους και ομόρριζους είναι ιδιαίτερα εύγλωττη και φορτισμένη με ένα αρχέγονο σπάραγμα κοσμικής οδύνης. Ο Γκανάς μέσα από την προσωπική μαρτυρία ξεπερνάει εύκολα το φθαρτό επικάλυμμα του ατομικού αδιέξοδου, φθάνοντας στο οριστικά και τραγικά διαμορφωμένο επίστρωμα της συλλογικής οιμωγής, το οποίο, μέσα από την ανωνυμία και τη γενική απροσωποποίηση των συντελεσθέντων γίνεται κομβικό συναίσθημα της κοινής μας μοίρας.
Με τέτοια έλλειψη πατρίδας λοιπόν και με εν εγρηγόρσει τον βιοτικό
νόστο μιας σκοτεινής και εντελώς ατελέσφορης επιστροφής
ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς διακονεί ένα κλίμα διαρκούς απουσίας,
ασταμάτητης αποδημίας, που γίνεται πέτρινη εξορία και
σταθερή κατάσταση ειρκτής εις την ξένην.
Έχοντας στο αίμα του τη γνώση του μοιρολογιού
και αντλώντας εικόνες μέσα από τον θάνατο
και τους ξεριζωμούς, καταφεύγει μονίμως
στους χαμένους χρόνους και χώρους, όπου με οδηγό
την επίμονη μνήμη ξέρει καλά να μετατρέπει τους στίχους του
πότε σε συγκρατημένο λυγμό και πότε σε πέτρινη σιωπή.
Η φωνή του ιχνογραφεί τεθλασμένες που κινούνται πλαγιαστά
με όλους τους ανέμους. Πριν επιχειρήσει μια οποιαδήποτε
πνευματική και δημιουργική διαδρομή στις συνθήκες
της καθημερινής διαβίωσης το ποίημα επεμβαίνει από μόνο του
– ρυθμισμένο από το πανάρχαιο ένστικτο του αίματος –
και τον ταξιδεύει ενστικτωδώς στα παλιά λημέρια των προγόνων.
Μεταλαμβάνει των μαύρων νερών της λήθης, της γενέθλιας τοπιογραφίας,
της πατρώας μουσικής που γίνεται αχός μοναξιασμένων δέντρων
και ερημικών βουνών. Γνωρίζει ότι η λήθη λειτουργεί υπόγεια
και ερήμην μας. Γι’ αυτό και διαθλά τα πετρωμένα τοπία
της ακίνητης μνήμης για να τα κάνει παραμυθητικό μηχανισμό
ενάντια στη λησμονιά και τη φθορά. Ξένος σε όλους τους τόπους
ονειρεύεται τον ποθεινό τόπο της ακοίμητης στοργής, εκεί όπου
το απόρρητο μυστικό της εφημερότητάς μας
θα αποκαλυφθεί και θα μας παρηγορήσει με την τελική του καταφυγή.

Θα ’ρθω μανούλα νοικοκύρης
με κούρσα κόκκινη και με γραβάτα.
– Θα ’ρθεις παιδί μου μουσαφίρης
με δυο βρυσούλες στα πικρά σου μάτια.

Ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς υπηρετεί πιστά μια σταθερά
εν τόπω ποίηση, ακόμα κι όταν το ποίημα δεν έχει τόπο
να σταθεί και μένει μετέωρο, αναμέλποντας μια αδιέξοδη
καθημερινότητα, που κατατρύχεται από τις σκοτεινές απορίες
της ύπαρξης και το διαρκές σύνδρομο της απώλειας. Εδώ θα πρέπει
να διευκρινίσουμε ότι δεν πρόκειται για απώλεια ενός συγκεκριμένου
«τι» που, κάποτε, για κάποιο διάστημα, κατείχε ο ποιητής
και στη συνέχεια έχασε. Εδώ πρόκειται για απώλεια ενός κόσμου
που σχεδόν ουδέποτε είχε την τύχη να του ανήκει, ενώ, κατηγορηματικά,
τον εδικαιούτο. Πρόκειται για αναζήτηση μιας ηθικής κατάστασης,
μιας ανεξόφλητης δεοντολογίας της βιωτής. Από την άλλη μεριά,
για να διαβάσουμε την ποίησή του και απ’ την ανάποδη,
απ’ τη βαθύτερη πλευρά της, γιατί υπάρχουν ανοιχτά κανάλια
που τα διαπλέουμε ως εκεί, πρόκειται για καταδήλωση
μιας παρωχημένης ή μιας μελλοντικής απώλειας, οι οποίες
εξακτινούμενες στο υπερπέραν ταυτίζονται και γίνονται
οι δύο όψεις του αυτού νομίσματος, με το οποίο εξαγοράζεται
ο ξοδεμένος μας χρόνος. Όλες οι επιφάνειες αντικατοπτρίζουν πάντα
κάτι από τον δημιουργικό οργασμό των αδύτων. Κι εμείς
μέσα στα παραμιλητά μας δεν επαναλαμβάνουμε τίποτε άλλο,
παρά ό,τι είπε κάποτε απόμακρα το σύμπαν και ύστερα
σιώπησε. Δεν μεταφέρουμε μέσα στον λόγο μας
παρά σπαράγματα εικόνων και αισθήσεων
ενός συγκεχυμένου ονείρου, που κάποτε εφαπτόταν
με μια παράξενη πραγματικότητα. Ωστόσο η λεπταίσθητη κρούστα
του ονείρου αυτού, η συνθήκη της πραγματικότητας,
είναι το ισχυρό άλλοθι των αποπροσανατολισμών μας.
Κι εκεί μέσα, επί ματαίω ή όχι, χανόμαστε.
Ή, όπως μας ψιθυρίζει ο Μιχάλης Γκανάς:


Κάποτε πέφτει η ψυχή, εκεί που
το κορμί σκοντάφτει.
Πέφτει σαν αρμαθιά κλειδιά,