ΤΕΛΕΙΩΜΕΝΑ [1910, 1911]
Μέσα στον φόβο και στες υποψίες, με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια, λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε για ν’ αποφύγουμε τον βέβαιο τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί. Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν’ αυτός στον δρόμο· ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα (ή δεν τ’ ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά). Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν, εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας, κι ανέτοιμους — πού πια καιρός — μας συνεπαίρνει. |
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984) Ο Καβάφης κατορθώνει να αποτυπώσει στην ποίησή του, πέραν από την προσωπική του φιλοσοφία, στοιχεία που απορρέουν από την εμπειρία του, αλλά και από την παρατήρηση των τρόπων και των αντιδράσεων των ανθρώπων γύρω του. Ο ποιητής κατανοεί απόλυτα τις ανησυχίες των ανθρώπων είτε αυτές είναι έκδηλες είτε ενδόμυχες, κι αυτό αποτυπώνεται με σαφήνεια στην ποίησή του. Στο μοιρολατρικό «Τελειωμένα» ο Καβάφης καταγράφει τη διαρκή κατάσταση επαγρύπνησης στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι, καθώς αισθάνονται πως δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη σκληρότητα της πραγματικότητας και πως αργά ή γρήγορα θα έρθουν αντιμέτωποι με κάποιο χτύπημα της μοίρας. Η ατμόσφαιρα φόβου, αγωνίας και συνεχούς ανησυχίας που δημιουργεί ο ποιητής μας παραπέμπει στα έργα του Κάφκα, όπου η αίσθηση του κινδύνου που εκκρεμεί, η αίσθηση της επερχόμενης συμφοράς, δημιουργεί συναισθήματα καταστροφικού άγχους, καθώς οι άνθρωποι δε γνωρίζουν ποιος ακριβώς είναι ο κίνδυνος που τους απειλεί ώστε να μπορέσουν να τον αντιμετωπίσουν. Με παρόμοιο, λοιπόν, τρόπο ο Καβάφης στο «Τελειωμένα» δημιουργεί ένα κλίμα πλήρους εγκλωβισμού, στο οποίο βέβαια εντάσσει και τον εαυτό του, με τη χρήση του α΄ πληθυντικού προσώπου, μιας κι ο ίδιος έχει βρεθεί πολλές φορές σε παρόμοια κατάσταση και γνωρίζει καλά το ψυχοφθόρο αυτό συναίσθημα του φόβου. Με ταραγμένο νου, από το φόβο και τις υποψίες, λιώνουμε, χάνουμε σταδιακά την υπόστασή μας, γινόμαστε υποδεέστεροι του πραγματικού μας εαυτού και αφιερώνουμε κάθε στιγμή και κάθε σκέψη μας, στο πώς θα αποφύγουμε τον κίνδυνο που με βεβαιότητα πιστεύουμε ότι μας απειλεί. Κι όμως, κάναμε λάθος, ο κίνδυνος που φοβόμασταν δεν εμφανίζεται, καθώς οι ενδείξεις που λάβαμε υπόψη μας είτε δεν ήταν αληθινές είτε δεν τις αντιληφθήκαμε σωστά κι ενώ προετοιμαζόμασταν να αντιμετωπίσουμε ένα συγκεκριμένο κίνδυνο, άλλη καταστροφή πέφτει πάνω μας ξαφνικά και ραγδαία, βρίσκοντάς μας ανέτοιμους. Περιμένοντας με φόβο το συγκεκριμένο κίνδυνο, την απειλή που εμείς θεωρούσαμε ότι καραδοκεί, βρισκόμαστε ανέτοιμοι τελικά απέναντι στη συμφορά που έρχεται και συνταράζει τη ζωή μας. Και η συμφορά αυτή έρχεται τόσο γρήγορα και απροσδόκητα, ώστε από τη στιγμή που τίθεται σε κίνηση είναι όλα «τελειωμένα», δεν υπάρχει χρόνος αντίδρασης και δεν υπάρχει δυνατότητα αναστροφής της πορείας των πραγμάτων. Η καταγραφή της αναπότρεπτης ανατροπής που επέρχεται στη ζωή των ανθρώπων, θυμίζει μια σειρά ποιημάτων του Καβάφη, στα οποία γίνεται εμφανής η αίσθηση εγκλωβισμού και η αδυναμία διαφυγής. Στο ποίημα «Τρώες» ο Καβάφης αποτυπώνει το γεγονός ότι η αποτυχία των προσπαθειών μας είναι δεδομένη, στο «Η πόλις» καταγράφει την αδυναμία των ανθρώπων να αλλάξουν τη ζωή τους και να ξεφύγουν από το παρελθόν τους, από τα λάθη και τις επιλογές τους, στα «Τείχη» δημιουργεί μια εικόνα πλήρους αποκλεισμού, όπου ο άνθρωπος δεν έχει καμία ελευθερία στη ζωή του, καθώς είναι εγκλωβισμένος από ένα ισχυρό πλέγμα κοινωνικών κανόνων αλλά και προσωπικών περιορισμών. Τα ποιήματα του Καβάφη, πάντως, που αποτυπώνουν συναισθήματα φόβου, μοιρολατρίας και απαισιοδοξίας, δεν εκφράζουν γενικά τον τρόπο που σκέφτεται ο ποιητής, εκφράζουν μόνο τις στιγμές εκείνες, τις αμιγώς ανθρώπινες στιγμές, κατά τις οποίες ο ποιητής αφήνεται στην ανασφάλειά του και αντιμετωπίζει με ανησυχία τη ζωή. Ο Καβάφης γνώρισε από μικρός την απώλεια, τις ριζικές ανατροπές στη ζωή του και την ανησυχία για το τι του επιφυλάσσει το μέλλον, γεγονός που μπορεί να εξηγήσει γιατί στην ποίησή του συχνά καταγράφονται με τόση ακρίβεια συναισθηματικές καταστάσεις πλήρους αδυναμίας και φόβου. |