Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ,ΛΙΤΣΑ ΨΑΡΑΥΤΗ,ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ


Λίτσα Ψαραύτη
deco_leftO Κωνστα
ντής
deco_right

«O Κωνσταντής» ανήκει στα διηγήματα του βιβλίου Η εκδίκηση των
 μανιταριών (1999). Στη συλλογή αυτή η Λίτσα Ψαραύτη πραγματεύεται 
με ευαισθησία θέματα ιστορικής μνήμης, κοινωνικού ενδιαφέροντος και 
οικολογικού περιεχομένου. Η αγωνία για το μέλλον των σημερινών παιδιών και
 η κοινωνική ευαισθητοποίηση είναι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του έργου της. 
Στο διήγημα, ο ομώνυμος ήρωας, ένα Αλβανάκι που αγωνίζεται για το ψωμί του 
στα φανάρια των δρόμων, βρίσκει στοργή και αγάπη στο πρόσωπο μιας μοναχικής 
γυναίκας.

Μόλις το φανάρι γινόταν πράσινο και τ’ αυτοκίνητα χιμούσαν, το παιδί έτρεχε
 στον κάθετο δρόμο. Πλησίαζε το τζάμι του οδηγού με την πραμάτεια στα χέρια του,
 χαρτομάντιλα, σαπούνια, στιλό, η κυρία Δέσποινα δεν μπορούσε να διακρίνει τι
πουλούσε το παιδί, η απόσταση από τη διασταύρωση των φαναριών ως το ισόγειο
διαμέρισμά της ήταν αρκετή. Μερικοί οδηγοί άνοιγαν το παράθυρο και του ’διναν
το κατιτί τους κι αμέσως έκλειναν το τζάμι βιαστικά για να γλιτώσουν από την
ενοχλητική παρουσία του αγοριού παρά για ν’ αποφύγουν τη σιγανή βροχή που
έπεφτε από το πρωί.
Το παιδί κοιτούσε λαίμαργα τις σακούλες των σούπερ μάρκετ στα πίσω
καθίσματα, τα κουτιά με τα παιχνίδια, τα κόκκινα βελουδένια αβγά,
τα σοκολατένια λαγουδάκια κι αυτό το βλέμμα προξενούσε αμηχανία
 και δυσαρέσκεια στους οδηγούς.
Μεγάλο Σάββατο, κρύο και βροχερό, κι η κυρία Δέσποινα ξεχνούσε τη
 μοναξιά της κοιτώντας την κίνηση του δρόμου. Το αγόρι ήταν
καινούριο στην πιάτσα των φαναριών, ως χθες ζητιάνευαν τσιγγάνες
με μωρά στην αγκαλιά. Ξανθούλικο και λιγνό, φορούσε μπλουζάκι
καλοκαιρινό, Αλβανάκι θα ήταν σίγουρα, κοντά στα δώδεκα.
Βράδιασε, άναψαν τα φώτα, το κρύο κι η βροχή δυνάμωσαν,
 αραίωσε κι η κίνηση στους δρόμους. Το αγόρι μάζεψε την πραμά
τεια του και πήρε την οδό Αγίου Δημητρίου. Όταν έφτασε στον αριθμό
 12 χώθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας για να προφυλαχτεί από τη
δυνατή βροχή.
Η κυρία Δέσποινα άνοιξε την πόρτα του ισογείου και είδε το αγόρι να
 κάθεται στα σκαλιά — μετρούσε την είσπραξη της μέρας, πενηντά
ρικα και λίγα κατοστάρικα. Η καρδιά της λαχτάρησε. Το παιδί ήταν
 ίδιος ο Αντωνάκης, ο εγγονός της. Είχε τα ίδια ξανθά μαλλιά, τα ίδια
 καταγάλανα μάτια, μόνο το πρόσωπό του ήταν αδύνατο και κακο
παθημένο, του Αντωνάκη δεν του έλειπε τίποτα εκεί πέρα στην πλούσια
Βαλτιμόρη που ζούσε με τους γονείς του.
img10_5
Γιώργος Γουναρόπουλος,
Προσωπογραφία της μητέρας του
— Έλα μέσα να ζεσταθείς…,
 του είπε η γυναίκα.
Το παιδί την κοίταξε καχύ
ποπτα και ψυχρά, ποιος ξέ
ρει τι είχαν δει τα
 μάτια του ολημερίς
 στο δρόμο και πόσα είχε
διδαχτεί από τη «φιλανθρωπία»
 των ανθρώπων. Θες όμως
το καλοσυνάτο πρόσωπο της
κυρίας Δέσποινας, η μυρωδιά
της μαγειρίτσας, αλλά κυρίως
η ζεστασιά που έβγαινε από το
διαμέρισμα παραμέρισαν τους
φόβους και τους δισταγμούς του.
— Πώς σε λένε;, το ρώτησε.
— Κώτσο, δηλαδή Κωνσταντή…
— Κι από πού είσαι, Κωνσταντή;
— Από την Αλβανία, από το Μπεράτι…
— Κι οι γονείς σου;
— Τους μάζεψαν την περασμένη
βδομάδα οι κλούβες της
Αστυνομίας και τους έστειλαν πίσω
στην Αλβανία.
— Κι εσύ πού μένεις τώρα;
— Όπου να ’ναι… Στις οικοδομές,
 στα παγκάκια του Ηλεκτρικού…
— Πεινάς;
— Έφαγα ένα κουλούρι το
πρωί αλλά
τώρα πεινάω…
— Πήγαινε στο μπάνιο να πλυθείς,
 θα σου φέρω ρούχα ν' αλλάξεις κι
 ύστερα θα σου βάλω να φας…
Άνοιξε η κυρία Δέσποινα την ντουλάπα και βρήκε εσώρουχα, μια αθλητική φόρμα,
παπούτσια. O Αντωνάκης σε κάθε ταξίδι άφηνε στο σπίτι της γιαγιάς όσα ρούχα
 δε χωρούσαν στις βαλίτσες του. Ύστερα, η γυναίκα έφερε στο τραπέζι ψωμί, χαλβά,
ελιές, ταραμοσαλάτα, φρούτα.
O Κωνσταντής, αφού πλύθηκε, ντύθηκε, κάθισε στο τραπέζι και δεν άφησε
ούτε ψίχουλο. Χορτασμένος και ζεσταμένος βολεύτηκε στον καναπέ,
μπροστά στην ανοιχτή τηλεόραση. Νανουρισμένος από τη μουσική έγειρε στα
μαξιλάρια και τον πήρε ο ύπνος. Σε λίγο χτύπησε η καμπάνα της εκκλησίας.
Η κυρία Δέσποινα πήρε τη λαμπάδα της κι έκλεισε πίσω της την πόρτα σιγανά
για να μην ξυπνήσει τον Κωνσταντή. Η βροχή είχε σταματήσει, το φεγγάρι,
ασημένιο, κυνηγιόταν με τα σύννεφα στον ουρανό.
— Χριστός Ανέστη…, έψαλε ο παπάς κι η κυρία Δέσποινα για πρώτη φορά δεν
κάθισε ως το τέλος της λειτουργίας. Βιαζόταν να γυρίσει σπίτι της, να
τσουγκρίσει τα κόκκινα αυγά με τον Κωνσταντή, να φάνε μαζί τη μαγειρίτσα…
Λ. Ψαραύτη,
Η εκδίκηση των μανιταριών, Άγκυρα

Τ. Άγρας, «Το ξανθό παιδί» & Ν. Βρεττάκος, «Το παιδί με τα σπίρτα» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου]


*πραμάτεια: (ευτελές, ασήμαντο) εμπόρευμα
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

Ερωτή
σεις
1 Ποιες διαφορές αλλά και ποιες ομοιότητες διακρίνετε στη ζωή της κυρίας Δέσποινας
 και του μικρού Κωνσταντή;

2 Τι είδους σκέψεις και συναισθήματα οδήγησαν τη γυναίκα να ανοίξει το σπίτι
 της και την καρδιά της στο μικρό Κωνσταντή; Αιτιολογήστε την απάντησή σας με
 αναφορές σε συγκεκριμένα σημεία του κειμένου.

3 «πόσα είχε διδαχτεί από τη “φιλανθρωπία” των ανθρώπων»: Προσπαθήστε να
 φανταστείτε ποιες καταστάσεις έκαναν τον Κωνσταντή καχύποπτο και επιφυλακτικό
απέναντι στους ανθρώπους.


Διαθεματική εργασία

O Kωνσταντής βρίσκει λύση στο πρόβλημα της πείνας και της μοναξιάς μέσα από
 τη
φιλανθρωπία μιας γυναίκας. Αρκεί όμως μόνο η φιλανθρωπία για να προστα
τευτούν
 παιδιά σαν τον Κωνσταντή; Ποιες άλλες μορφές πρόνοιας πρέπει να
προωθήσουν η κοινωνία και η πολιτεία; Συζητήστε τις απόψεις σας
στο πλαίσιο
 των μαθητικών κοινοτήτων.
Διαδικτυακός τόπος της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής Unicef   Ιστοχώρος του Συνηγόρου του Παιδιού

Λιτσα Ψαραυτη Προσωπική ιστοσελίδα της Λ. Ψαραύτη
Η Λίτσα Ψαραύτη γεννήθηκε το 1936 στη Σάμο, νησί που με νοσταλγία αναφέρει
 στα λογοτεχνικά βιβλία της. Εργάστηκε στο προξενείο και το μεταφραστικό
τμήμα της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Αθήνα. Η αρχαιότητα, η πρόσφατη
 ελληνική ιστορία, η εφηβική ηλικία και τα προβλήματα των νέων, η επιστημονική
 φαντασία, η διαμόρφωση οικολογικής συνείδησης, η περιπέτεια και η μαγεία
 των ταξιδιών καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των θεμάτων με τα οποία
ασχολείται
στα βιβλία της.
Έργα της: Το διπλό ταξίδι (1987), Το αίνιγμα της πέτρινης γενειάδας
 (1990),
Oι τελευταίοι ήρωες (1991), Η εξαφάνιση (1992), Τα δάκρυα της 
Περσεφόνης
 (1994), Το χαμόγελο της Εκάτης (1995).

img10_6
Το χειρόγραφο του «Κωνσταντή» της Λίτσας Ψαραύτη

ΑΝΑΛΥΣΗ

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ - Λ. ΨΑΡΑΥΤΗ

«O Κωνσταντής» ανήκει στα διηγήματα του βιβλίου Η εκδίκηση των μανιταριών (1999). Στη συλλογή αυτή η Λίτσα Ψαραύτη πραγματεύεται με ευαισθησία θέματα ιστορικής μνήμης, κοινωνικού ενδιαφέροντος και οικολογικού περιεχομένου. Η αγωνία για το μέλλον των σημερινών παιδιών και η κοινωνική ευαισθητοποίηση είναι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του έργου της.
 Στο διήγημα, ο ομώνυμος ήρωας, ένα Αλβανάκι που αγωνίζεται για το ψωμί του στα φανάρια των δρόμων, βρίσκει στοργή και αγάπη στο πρόσωπο μιας μοναχικής γυναίκας.



Λίτσα Ψαραύτη

Το κείμενο




ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ:
  • Παιδιά των φαναριών και κοινωνική αναλγησία
  • Οι αλλοδαποί εργαζόμενοι, οι οικονομικοί μετανάστες και τα προβλήματα τους.
  • Η αγάπη ως μέσο ανακούφισης του παιδικού πόνου


Στόχος του κειμένου: Η καταγγελία της παιδικής εργασίας και εκμετάλλευσης και η ευαισθητοποίηση του αναγνώστη.

ΕΝΟΤΗΤΕΣ
1Η Ενότητα: «Μόλις το φανάρι...κοντά στα δώδεκα»
Ο μικρός βιοπαλαιστής και ο αγώνας του για επιβίωση.
2Η Ενότητα: «Βράδιασε... τη μαγειρίτσα»
Η φιλοξενία της Κυρά-Δέσποινας.




 Χρόνος: Παραμονή Ανάστασης. 
Τόπος: Το περιβάλλον της πόλης και  το  διαμέρισμα  της κυρά Δέσποινας.


ΠΡΟΣΩΠΑ
Κωνσταντής: Ένας μικρός βιοπαλαιστής, από άλλη χώρα γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την επιβίωσή του καθώς η οικογένειά του δε ζει στην Ελλάδα. Ζει σε άθλιες συνθήκες, που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία του αφού περιφέρεται απροστάτευτος και ρακένδυτος μέσα στους κρύους δρόμους της Αθήνας. Ωστόσο δεν εγκαταλείπει την εργασία του. Επιπλέον, αντιμετωπίζει την αδιαφορία και την καχυποψία των περαστικών γεγονός που έχει επηρεάσει την προσωπικότητά του, γιατί κρατά ψυχρή και δύσπιστη στάση απέναντι στους ανθρώπους. Όμως , θα εμπιστευτεί την κυρά Δέσποινα και θα δεχθεί τη φιλοξενία της αφού η καλοσύνη της θα τον πείσει να αφεθεί στη φροντίδα της.

Κυρά Δέσποινα: Είναι μία μοναχική , ηλικιωμένη γυναίκα που η μοναξιά της δεν της απαγόρευσε να προσφέρει απλόχερα αγάπη στους συνανθρώπους της. Θα δει από μακριά τον Κωνσταντή και θα τη συγκινήσει η παρουσία του και η ταλαιπωρία την οποία υφίσταται ως ανήλικος βιοπαλαιστής. Το αίσθημα της αλληλεγγύης που τη διακρίνει είναι ειλικρινές και πηγαίο γιατί χωρίς δεύτερη σκέψη θα βοηθήσει τον Κωνσταντή ο οποίος της θυμίζει και τον εγγονό της, γεγονός που την κάνει να προσφέρει αμέτρητη αγάπη και φροντίδα προς το μικρό παιδί. Η κυρά Δέσποινα είναι άνθρωπος ευαίσθητος, στοργικός και πονόψυχος. Ταυτόχρονα με την παρουσία του παιδιού, αποκτά νόημα η νύχτα της Ανάστασης αφού δεν θα την περάσει μόνη της.



ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ/ΣΤΟΙΧΕΙΑ- ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Αφηγηματικοί τρόποι: Αφήγηση και περιγραφή, διάλογος (που σκιαγραφεί τους χαρακτήρες και περιγράφει τα συναισθήματά τους), αφηγηματικό σχόλιο.

Αφηγηματική τεχνική: Πρόκειται για τριτοπρόσωπη αφήγηση, γιαπαντογνώστη αφηγητή που δε συμμετέχει στην ιστορία αλλά γνωρίζει τις πράξεις , τις σκέψεις, τα συναισθήματα των ηρώων.
 Η αφήγηση είναι γραμμική, ευθύγραμμη γιατί ακολουθεί τη χρονική σειρά των γεγονότων. Υπάρχουν βέβαια κάποιες μικρές αναδρομές στο παρελθόν (η προηγούμενη, ευτυχισμένη ζωή του Κωνσταντή, τα ταξίδια του εγγονού της κυρά-Δέσποινας). 
Γλώσσα: Απλή δημοτική, απλό λεξιλόγιο, χωρίς ιδιωματισμούς. 
Ύφος: απλό και λίγα εκφραστικά μέσα: επίθετα, εικόνες και μεταφορές

Το Πάσχα και το μήνυμα της αγάπης
«Το μήνυμα της αγάπης του Πάσχα λειτουργεί εμμέσως αλλά εμπράκτως στην περίπτωση της κυρίας Δέσποινας, μιας απλής, ηλικιωμένης γυναίκας. Η μοναξιά της, που αφήνεται να διαφανεί διακριτικά, η ενθύμηση του εγγονού της που ζει μακριά τηςη λύπηση της, η ίδια η μέρα του Μεγάλου Σαββάτου γίνονται αφορμή να αναδυθούν τα φιλάνθρωπα συναισθήματά της. Έτσι, θα συνεορτάσει το Πάσχα με ένα άλλο άτομο που κι αυτό, για άλλους λόγους, συνέπεσε να είναι μόνο του τις γιορτινές εκείνες μέρες. Πρόκειται για τον κεντρικό ήρωα, το μικρό Κωνσταντή, ένα Αλβανάκι, παιδί των φαναριών.
 Αν σώζεται η ανθρωπιά και αναδύεται η ελπίδα με τη συμβολική φράση του τέλους ("Χριστός Ανέστη"), που συνδυάζεται με την ουσία και όχι τους τύπους, αυτό οφείλεται στην προσωπική πρωτοβουλία της ηλικιωμένης γυναίκας.
 Η συγγραφέας καταδικάζει την κοινωνική αδιαφορία μπροστά στην εκμετάλλευση και τον τραυματισμό της ευαίσθητης ψυχής
Με ευαισθησία και ρεαλισμό παρουσιάζει κοινωνικά προβλήματα όπως οι τεράστιες δυσκολίες επιβίωσης των μεταναστών, η παιδική εργασία, οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, η αναλγησία του κοινωνικού περίγυρου. Στην αφήγηση δεν υπάρχουν ηθικολογίες και διδακτισμοί, αλλά ρεαλιστικοί διάλογοι αποκαλύπτουν τα γνήσια συναισθήματα των ηρώων.» 
Πηγή: http://filologein.wordpress.com


 Φύλλο Εργασίας
 
 ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ και ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ 




Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ - Λ. ΨΑΡΑΥΤΗ



                           Λ. ΨΑΡΑΥΤΗ – Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ
Πρόκειται για διήγημα με κοινωνικό περιεχόμενο. 

Κύριο θέμα: Η ιστορία ενός μικρού παιδιού από την Αλβανία, που ήρθε στην Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον όμως παλεύει καθημερινά για την επιβίωσή του σε δύσκολες συνθήκες. Είναι μόνος, μακριά από τους δικούς του. Όμως θα βρει αγάπη και ζεστασιά στο φιλόξενο σπίτι μιας ηλικιωμένης, μοναχικής γυναίκας, της Κυρα-Δέσποινας. Επιμέρους θέματα: η μετανάστευση, η βιοπάλη, η κοινωνική αδιαφορία, η μεγάλη κοινωνική αξία της αγάπης και της αλληλεγγύης. 

Στόχος του κειμένου: Η καταγγελία της παιδικής εργασίας και εκμετάλλευσης και η ευαισθητοποίηση του αναγνώστη.

*Ενότητες: « Μόλις το φανάρι...κοντά στα δώδεκα»: Ο μικρός βιοπαλαιστής και ο αγώνας του για επιβίωση.
« Βράδιασε... τη μαγειρίτσα» : Η φιλοξενία της Κυρά-Δέσποινας.

Χρόνος: Παραμονή Ανάστασης

Χώρος: Το περιβάλλον της πόλης και  το      διαμέρισμα  της κυρά Δέσποινας.

Χαρακτηρισμοί προσώπων
Κωνσταντής: Ένας μικρός βιοπαλαιστής, από άλλη χώρα γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την επιβίωσή του καθώς η οικογένειά του δε ζει στην Ελλάδα. Ζει σε άθλιες συνθήκες, που θέτουν σε κίνδυνο την υγεία του αφού περιφέρεται απροστάτευτος και ρακένδυτος μέσα στους κρύους δρόμους της Αθήνας. Ωστόσο δεν εγκαταλείπει την εργασία του. Επιπλέον, αντιμετωπίζει την αδιαφορία και την καχυποψία των περαστικών γεγονός που έχει επηρεάσει την προσωπικότητά του, γιατί κρατά ψυχρή και δύσπιστη στάση απέναντι στους ανθρώπους. Όμως , θα εμπιστευτεί την κυρά Δέσποινα και θα δεχθεί τη φιλοξενία της αφού η καλοσύνη της θα τον πείσει να αφεθεί στη φροντίδα της.
Κυρά Δέσποινα: Είναι μία μοναχική , ηλικιωμένη γυναίκα που η μοναξιά της δεν της απαγόρευσε να προσφέρει απλόχερα αγάπη στους συνανθρώπους της. Θα δει από μακριά τον Κωνσταντή και θα τη συγκινήσει η παρουσία του και η ταλαιπωρία την οποία υφίσταται ως ανήλικος βιοπαλαιστής. Το αίσθημα της αλληλεγγύης που τη διακρίνει είναι ειλικρινές και πηγαίο γιατί χωρίς δεύτερη σκέψη θα βοηθήσει τον Κωνσταντή ο οποίος της θυμίζει και τον εγγονό της, γεγονός που την κάνει να προσφέρει αμέτρητη αγάπη και φροντίδα προς το μικρό παιδί. Η κυρά Δέσποινα είναι άνθρωπος ευαίσθητος, στοργικός και πονόψυχος. Ταυτόχρονα με την παρουσία του παιδιού, αποκτά νόημα η νύχτα της Ανάστασης αφού δεν θα την περάσει μόνη της.

Αφηγηματικοί τρόποι : Αφήγηση και περιγραφή, διάλογος (που σκιαγραφεί τους χαρακτήρες και περιγράφει τα συναισθήματά τους), αφηγηματικό σχόλιο.

Αφηγηματική τεχνική: Πρόκειται για τριτοπρόσωπη αφήγηση, για παντογνώστη αφηγητή που δε συμμετέχει στην ιστορία αλλά γνωρίζει τις πράξεις , τις σκέψεις, τα συναισθήματα των ηρώων. Η αφήγηση είναι γραμμική, ευθύγραμμη γιατί ακολουθεί τη χρονική σειρά των γεγονότων. Υπάρχουν βέβαια κάποιες μικρές αναδρομές στο παρελθόν ( η προηγούμενη, ευτυχισμένη ζωή του Κωνσταντή, τα ταξίδια του εγγονού της κυρά-Δέσποινας). 

Γλώσσα:Απλή δημοτική, απλό λεξιλόγιο, χωρίςιδιωματισμούς. Ύφοςαπλό και λίγαεκφραστικά μέσαεπίθετα, εικόνες και μεταφορές

Το Πάσχα και το μήνυμα της αγάπης
«Το μήνυμα της αγάπης του Πάσχα λειτουργεί εμμέσως αλλά εμπράκτως στην περίπτωση της κυρίας Δέσποινας,μιας απλής, ηλικιωμένης γυναίκας. Η μοναξιά της, πουαφήνεται να διαφανεί διακριτικά, η ενθύμηση του εγγονού της που ζει μακριά της, η λύπηση της, η ίδια η μέρα τουΜεγάλου Σαββάτου γίνονται αφορμή να αναδυθούν τα φιλάνθρωπα συναισθήματά της. Έτσι, θα συνεορτάσει το Πάσχα με ένα άλλο άτομο που κι αυτό, για άλλους λόγους,συνέπεσε να είναι μόνο του τις γιορτινές εκείνες μέρες.Πρόκειται για τον κεντρικό ήρωα, το μικρό Κωνσταντή, έναΑλβανάκι, παιδί των φαναριών.Αν σώζεται η ανθρωπιά και αναδύεται η ελπίδα με τησυμβολική φράση του τέλους ("Χριστός Ανέστη"), που συνδυάζεται με την ουσία και όχι τους τύπους, αυτό οφείλεται στην προσωπική πρωτοβουλία της ηλικιωμένης γυναίκας.Η συγγραφέας καταδικάζει την κοινωνική αδιαφορίαμπροστά στην εκμετάλλευση και τον τραυματισμό της ευαίσθητης ψυχής. Με ευαισθησία και ρεαλισμό παρουσιάζει κοινωνικά προβλήματα όπως οι τεράστιεςδυσκολίες επιβίωσης των μεταναστών, η παιδική εργασία,οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, η αναλγησία τουκοινωνικού περίγυρου.Στην αφήγηση δεν υπάρχουν ηθικολογίες και διδακτισμοί,αλλά ρεαλιστικοί διάλογοι αποκαλύπτουν τα γνήσιασυναισθήματα των ηρώων.» Πηγή: http://filologein.wordpress.com


Παράλληλο κείμενο με θέμα την παιδική εργασία και βιοπάλη: Ο Βάνκας – Άντον Τσέχωφ
Σύγκριση των δύο κειμένων: Ο Κωνσταντής έχει αποκτήσει δυσάρεστες εμπειρίες από τη ζωή του στους δρόμους, όπως τη σκληρή συμπεριφορά των ανθρώπων που έκμεταλλεύονται τα παιδιά ή υποκρίνονται τους πονόψυχους και φιλάνθρωπους και μετά αποκαλύπτουν τις πραγματικές προθέσεις τους. Γι’αυτό το λόγο ο μικρός βιοπαλαιστής είναι δύσπιστος και καχύποπτος. Ο Βάνκας ,από την άλλη μεριά , ζει και αυτός μέσα σε απάνθρωπες συνθήκες, ακατάλληλες για ένα παιδί . Έχει ζήσει την παράλογη σκληρότητα του αφεντικού του όμως έχει βιώσει και τη φιλάνθρωπη και αλληλέγγυα πλευρά των ανθρώπων , όταν ζούσε στο χωριό με τον παππού του , που όλοι του συμπεριφέρονταν με αγάπη. Γι’αυτό ο Βάνκας δεν είναι καχύποπτος όπως ο Κωνσταντής αλλά περισσότερο απογοητευμένος και πικραμένος από τη συμπεριφορά κάποιων ανθρώπων.
 Και οι δύο μικροί βιοπαλαιστές γίνονται διαχρονικά σύμβολα της παιδικής εκμετάλλευσης. Ο Βάνκας είναι ένα από τα αμέτρητα παιδιά της εποχής του , φτωχά , που δεν έζησαν μία ευτυχισμένη και ανέμελη παιδική ηλικία , αντίθετα αναγκάστηκαν, λόγω της φτώχειας και της ορφάνιας τους , να δουλέψουν. Έζησαν στερημένη ζωή, χωρίς τα αυτονόητα δικαιώματα των παιδιών όπως τη θαλπωρή, τη στοργή, τη μάθηση, το παιχνίδι κλπ. Οι βάναυσοι άνθρωποι του περιβάλλοντός τους , είχαν από αυτά παράλογες απαιτήσεις που δεν αντιστοιχούσαν ούτε στην ηλικία τους ούτε στη σωματική τους διάπλαση. Ο Κωνσταντής, παρόλο που ζει στη σύγχρονη εποχή , βιώνει την ίδια βαναυσότητα. Είναι μέρος του αρνητικού κοινωνικού φαινομένου των παιδιών των φαναριών. Διακινδυνεύει δηλαδή τη σωματική του ακέραιότητα αλλά ταυτόχρονα εισπράττει πιο έντονα την εχθρότητα των ανθρώπων κυρίων αυτών που είναι προκατειλημμένοι, ρατσιστές και μισαλλόδοξοι.
 Βέβαια η φιλάνθρωπη στάση ελάχιστων ανθρώπων, όπως  της ηρωίδας του κειμένου, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της παιδικής εκμετάλλευσης. Είναι απαραίτητη η συμβολή της πολιτείας και ο σχεδιασμός μίας ανάλογης κοινωνικής πολιτικής.
*Ο χωρισμός σε ενότητες δε με βρίσκει σύμφωνη, αφού έτσι δεν αντιμετωπίζουμε το κείμενο ως ολότητα. Επειδή όμως μπορεί να αποτελέσει ζητούμενο στην τάξη, τις παραθέτω.

ΔΕΣ ΚΑΙ http://alexgger.blogspot.com/2016/01/blog-post.html

https://www.scribd.com/document/341313353/%CE%9F-%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AE%CF%82

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ » της Λίτσας Ψαραύτη 
ΠΗΓΗ http://6gym-iliou.att.sch.gr/attachments/article/854/okonstanis.pdf
Ερμηνευτική προσέγγιση 
Ο Κωνσταντής είναι ένας δωδεκάχρονος, παιδί οικονομικών μεταναστών, που ζει στο περιθώριο του κοινωνικού βίου. Οι γονείς του έχουν απελαθεί και ο ίδιος για να επιβιώσει πουλάει ευτελή είδη στα φανάρια, κάπου στην Αθήνα στερούμενος την θαλπωρή του σπιτιού και την ανθρώπινη ζεστασιά.
 Η κυρία Δέσποινα είναι μια ηλικιωμένη που ζει στην ίδια πόλη. Η μοναξιά της ,η ενθύμηση του εγγονού της, η ίδια η ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου και το μήνυμα της αγάπης, γίνονται αφορμή να αναδυθούν τα φιλάνθρωπα αισθήματά της.
 Έτσι το βράδυ της Ανάστασης προσκαλεί τον μικρό, τον περιποιείται και τρώνε μαζί την μαγειρίτσα...
 Ιστορικό πλαίσιο
Στην αρχή της δεκαετίας του 1990 σημειώθηκε ένα μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα, κυρίως από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων .
 Η Ελλάδα δέχτηκε ένα μεγάλο μέρος από αυτό το κύμα μεταναστών. Πολλοί επιτήδειοι εκμεταλλεύτηκαν την παράνομη παιδική εργασία.
 Τα «παιδιά των φαναριών» ήταν από τις πιο ακραίες πλευρές αυτής της εκμετάλλευσης. Θεματικά κέντρα
 Τα παιδιά των φαναριών και η κοινωνική αναλγησία
  Εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας 
 Κίνδυνοι που απειλούν τα εργαζόμενα παιδιά που ασκούν ευκαιριακά επαγγέλματα.
  Η συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων του παιδιού , η ευαισθητοποίηση και η απαλλαγή από στερεότυπες αντιλήψεις που αφορούν κοινωνικές ομάδες (π.χ. τσιγγανόπαιδες , αλλοδαποί)
  Η ανιδιοτελής αγάπη προϋπόθεση για την προσέγγιση και αλληλοκατανόηση των ανθρώπων και μέσο ανακούφισης του πόνου

 Ενότητες –πλαγιότιτλοι 
1. « Μόλις… βροχής » : Ο Κωνσταντής , ένα παιδί των φαναριών.
 2. «Η κ. Δέσποινα… Ηλεκτρικού» : Η κ. Δέσποινα προσκαλεί τον Κωνσταντή. Η γνωριμία. 
3. « Πεινάς… μαγειρίτσα »: Περίθαλψη του παιδιού και περιποίηση το βράδυ της Ανάστασης . Τα πρόσωπα:
 ο Κωνσταντής
o Mέλος φτωχής οικογένειας οικονομικών μεταναστών.
 o Συμβολίζει όλους τους μικρούς βιοπαλαιστές που γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης.
 o Κάνει δουλειά δυσανάλογη με την ηλικία του ,στερείται την μόρφωση, την φροντίδα, το φαγητό ,την ένδυση ,τη χαρά (δώρο ,παιχνίδι).
 o Αντιμετωπίζει τους άλλους με επιφυλακτικότητα, (και οι άλλοι τον αντιμετώπιζαν με καχυποψία, με περιφρόνηση ,ταπεινωτικά , με ρατσιστική διάθεση) 
 κ. Δέσποινα
  Ζει μια άνετη αλλά μοναχική ζωή σε μεγαλούπολη
  Ζει το δράμα του παιδιού μέσα από το δικό της δράμα και προσφέρει έμπρακτα στοργή και αλληλεγγύη στον μικρό 
 Δεν είναι κοινωνικά ανάλγητη και δεν μένει απαθής στον πάσχοντα συνάνθρωπο Αφηγηματικές τεχνικές 
Η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη και προωθείται με
 : o Αφήγηση των περιστατικών 
o Διάλογο ρεαλιστικό που αποκαλύπτει τα συναισθήματα των ηρώων o Ισχνά (= λίγα) και διάσπαρτα περιγραφικά στοιχεία 
 Εκφραστικά μέσα ( σχήματα λόγου )
  Προσωποποίηση : « το φεγγάρι ασημένιο κυνηγιόταν με τα σύννεφα… , τα αυτοκίνητα χιμούσαν...» 
 Μεταφορά : « το φεγγάρι ασημένιο…»
 Κοινωνικοί προβληματισμοί 
 Τα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργεί το μεταναστευτικό ρεύμα ( και άλλα όπως η βοήθεια προς τους ανέργους , τους άστεγους, τους περιθωριοποιημένους ) δεν αντιμετωπίζονται με τη φιλανθρωπία κάποιων ανθρώπων αλλά με την κρατική μέριμνα.
 Στόχος συγγραφέως 
 Η συγγραφέας μέσα από το διήγημα θέλει να καταδικάσει την παιδική εργασία και την εκμετάλλευση των ανήλικων παιδιών. 
Το ευρύτερο παγκόσμιο μήνυμα :
 οι δυνάμεις της συντήρησης ,της φτώχιας , ακόμα και του πεπρωμένου δεν είναι τίποτα μπροστά στην δύναμη της αγάπης.
 Επιμέλεια: Καλαντζή Αναστασία - Κολοβελώνη Γεωργία 
Πηγή: ( βιβλίο εκπαιδευτικού ) Θ . Πυλαρινός,, Σ. Χατζηδημητρίου, Λ. Βαρελάς,. Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ http://fliphtml5.com/xpqa/buhd/basic



ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΗΓΗ https://www.slideshare.net/mrsevi/ss-66574066

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΟΜΗΜΕΝΗΣ ΜΟΡΦΗΣ
ΣΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ:
Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ,ΛΙΤΣΑ ΨΑΡΑΥΤΗ.
Α.ΥΠΟΜΝΗΣΕΙΣ
1)Διαβάστε ...

Β.ΔΡΑΣΕΙΣ
1)Διαβάστε το κείμενό σας από το σχολικό βιβλίο(σελίδες 165-166).
2)Χωρίστε το σε νοηματικές ενότητες και,αφού χ...

Γ.ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
1)Γράψτε μια δική σας συνέχεια του διηγήματος σε 8-12 σειρές.
2)Να εκφράσετε τη γνώμη σας για τη στάση και τη...

Τί απέγινε άραγε ο Κωνσταντής; (2)

 Ακόμη μια εργασία:

Χριστός Ανέστη…, έψαλε ο παπάς και η κυρία Δέσποινα για πρώτη φορά δεν κάθισε ως το τέλος της λειτουργίας. Βιαζότα να γυρίσει στο σπίτι της, νατσουγκρίσει τα κόκκινα αυγά με τον Κωσταντή, να φάνε μαζί τη μαγειρίτσα…
    Προχωρώντας με γρήγορο βήμα και γεμάτη χαρά λοιπόν, η κυρία Δέσποινα είχε στον νου της μόνο τον Κωσταντή, ανυπομονούσε.Δεν το ήξερε το παιδάκι, μόλις πριν λίγες ώρες το γνώρισε αλλα το ένιωθε σαν δικότης παιδί, ένιωθε σαν να είχε δίπλα της τον Αντωνάκη…
    Έφτασε λοιπόν στην είσοδο της πολυκατοικίας, έβαλε το κλειδί στην κλειδαρότρυπα, άνοιξε την πόρτα γρήγορα γρήγορα, διένυσε τον διάδρομο μέσα σε δύο λεπτά και έφτασε επιτέλους στο διαμερισμα της. Πήρε μια βαθιά ανάσα, άνοιξε την πόρτα και κατευθύνθηκε προς το σαλόνι.
Ο Κωσταντής κοιμόταν ήσυχος, δεν είχε καταλάβει πως η κυρία Δέσποινα είχε φύγει ενώ κοιμόταν ούτε πως ξαναγύρισε,μόλις τον είδε να κοιμάται ένα χαμόγελο μέχρι τάυτία σχηματίστηκε στο πρόσωπο της και μέτα από λίγο κίνησε προς την κουζίνα. Ετοίμασε το τραπέεζι, έβαλε σε δύο πιάτα λίγη μαγειρίτσα, έβαλε σε ένα βαθύ πιάτο μερικά βαμμε΄να κόκκινα αυγά, λίγο ψωμάκι, τα τοποθέτε στο τραπέζι και πήγε ευθύς στο σαλόνι να σηκώσει τον Κωσταντή.

- Κωσταντή! Κωσταντή! Είπε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής της και σκουντώτας τον ελαφρά.
Ο Κωσταντής δεν έλεγε να ξυπνήσει, πρώτη φορά ένιωσε τέτοια ζεστασιά, τέτοια θαλπωρή.
- Κωσταντή! Είπε για Τρίτη φορά η κυρία Δέσποινα αυτή τη φορά ακόμα πιο δυνατά.
- Εεε… Τι γίνεται; Ρώτησε ο Κωσταντής τρίβοντας τα μάτια του χωρίς να έχει αίσθηση του τόπου και του χρόνου.
- Κωσταντή έλα, σήκω να φάμε, να τσουγκρίσουμε και τα αυγά..!
- Να φάμε; Τι ώρα είναι; Ρωτάει απορρημένος.
- Αμμμ… -η κυρία Δέσποινα ρίχνει μια ματία στο ρολόι φορούσε στο χέρι της- … Είναι 01:30
π.μ… του απαντάει τελικά.
- Είναι πολύ αργά και νοιστάζω. Λεεί ο Κωσταντής απρόθημος να σηκώθει απ΄ τον καναπέ
- Έλα πρέπει να φάμε! Επιμένει η κυρία Δέσποινα.
- Γιατί είναι τόσο σημαντικό;
-  Είναι έθιμο, κάθε χρόνο έτρωγα φαγητό και τσούγκριζα τα κόκκινα αυγά με τον Αντωνάκη.
-Τι έθιμο; Εγώ δεν ξέρω τίποτα από έθιμα εδώ στην Ελλάδα.

     Η κυρία Δέσποινα καταφέρνει να πείσει τον Κωσταντή να πάνε να φάνε τελικά. Τρώνε, τσουγκρίζουν και τ’ αυγά, περνάνε καλά και ο Κωσταντής μαθαίνει τα πάντα για το Πάσχα από αυτήν. Στο τέλος του δείπνου η κυρία Δέσποινα με τη βοήθεια του Κωσταντή μαζεύει το τραπέζι και τον οδηγεί στο δωμάτιο του εγγονού της, το οποίο πλέον δεν χρησιμοποιέι, του έδωσε ένα ζευγάρι πιτζάμες και και έπεσαν και οι δύο για ύπνο, η κυρία Δέσποινα στο υπνοδωμάτιο της και ο Κωσταντής στου Αντωνάκη.
         Το πρωί ο Κωσταντής σηκώνεται από το κρεβάτι και τρέχει προς την κουζίνα. Δεν βρίσκει την κυρία Δέσποινα στο σπίτι, είναι μόνος. Στο ψυγείο βλέπει ένα κολλημένο σημείωμα με το οποίο παρά τις προσπάθειες του δεν καταφέρνει να το διαβάσει. Το πρωινό που έχει ετοιμάσει η κυρία Δέσποινα και πηγαίνει στο σαλόνι να την περιμένει. Πέντε λεπτά αργότερα μπαίνει στο σπίτι φορτωμένη με ψώνια.
- Κωσταντή! Φωνάζει
Ο Κωσταντής τρέχει αμέσως προς το μέρος της.
- Καλημέρα κυρία Δέσποινα, που ήσασταν;
- Στην εκκλησία Κωσταντή μου δεν διάβασες το σημείωμα που σου άφησα; Πάνω στο ψυγείο το κόλλησα.
- Εγώ… δεν…. Λέει κατεβάζοντας το κεφάλι.
- Τι έγινε; Μην ανησυχείς μπορείς να μου τα πεις όλα. του χαμογελάει καθησυχαστικά.
- Εγώ… δεν ξέρω να διαβάζω…
- Αυτό ήταν βρε Κωσταντή; Μην ανησυχείς καλέ μου,. Είμαι εγώ εδώ. Εγώ θα σου μάθω και να γράφεις και να διαβάζεις. Εγώ ξέρεις, πριν πάρω σύνταξη ήμουν δασκάλα.
- Αλήθεια; Και μπορείτε να μου μάθετε γράμματα;
- Μα φυσικά! τον επιβεβαιώνει.
Δεν είναι τόσο εύκολο, εγώ δεν πήγα καν στην πρώτη τάξη του Δημοτικού! Νομίζω πως θα δυσκολευθείτε πολύ.
- Τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο, αρκεί να έχεις καλή θέληση. Του λέει κλείνοντας του το μάτι.
- Και πότε θ’ αρχίσουμε; Την ρωτάει
- Τώρα αμέσως. Α, και αυτό εδώ το σπίτι από ‘δω και πέρα είναι και δικό σου.
- Σοβαρολογείτε;
- Ναι, γιατί όχι; Δεν μπορώ να σε αφήσω στο δρόμο.
Και τότε ο Κωσταντής γεμάτος χαρά την αγκαλιάζει σφιχτά και της δίνει ένα φιλί στο μάγουλο.
Σιγά σιγά μια πολύ δυνατή σχέση αρχίζει να δημιουργείται ανάμεσα τους. Η κυρία
Δέσποινα μεγαλώνει τον Κωσταντή σαν εγγονό της, τον διδάσκει, τον φροντίζει και
Και κατά κάποιον τρόπο ο Κωσταντής την γεμίζει, είναι σαν να έχει δίπλα της τον Αντωνάκη και… Παρόλο που ο Κωσταντής δεν ξαναείδε τους γονείς του από τότε, έζησε ευτυχισμένος και χαρούμενος μαζί της και της στάθηκε στα γεράματα της μέχρι το τέλος
της ζωής της…









ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ

ΠΗΓΗ https://stefanu.files.wordpress.com/.../cebacf89cebdcf83cf84ceb1cebdcf84ceaecf82.d...

Διαγώνισμα Α΄ Τριμήνου στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄Γυμνασίου.(προηγουμενος τροπος εξέτασης)

Ονομ/μο………………………………………………….Τμήμα………………………..Ημ/νία…………………..
Κείμενο
O Κωνσταντής
   Μόλις το φανάρι γινόταν πράσινο και τ’ αυτοκίνητα χιμούσαν, το παιδί έτρεχε στον κάθετο δρόμο. Πλησίαζε το τζάμι του οδηγού με την πραμάτεια στα χέρια του, χαρτομάντιλα, σαπούνια, στιλό, η κυρία Δέσποινα δεν μπορούσε να διακρίνει τι πουλούσε το παιδί, η απόσταση από τη διασταύρωση των φαναριών ως το ισόγειο διαμέρισμά της ήταν αρκετή. Μερικοί οδηγοί άνοιγαν το παράθυρο και του ’διναν το κατιτί τους κι αμέσως έκλειναν το τζάμι βιαστικά για να γλιτώσουν από την ενοχλητική παρουσία του αγοριού παρά για ν’ αποφύγουν τη σιγανή βροχή που έπεφτε από το πρωί.
Το παιδί κοιτούσε λαίμαργα τις σακούλες των σούπερ μάρκετ στα πίσω καθίσματα, τα κουτιά με τα παιχνίδια, τα κόκκινα βελουδένια αβγά, τα σοκολατένια λαγουδάκια κι αυτό το βλέμμα προξενούσε αμηχανία και δυσαρέσκεια στους οδηγούς.
Μεγάλο Σάββατο, κρύο και βροχερό, κι η κυρία Δέσποινα ξεχνούσε τη μοναξιά της κοιτώντας την κίνηση του δρόμου. Το αγόρι ήταν καινούριο στην πιάτσα των φαναριών, ως χθες ζητιάνευαν τσιγγάνες με μωρά στην αγκαλιά. Ξανθούλικο και λιγνό, φορούσε μπλουζάκι καλοκαιρινό, Αλβανάκι θα ήταν σίγουρα, κοντά στα δώδεκα.
Βράδιασε, άναψαν τα φώτα, το κρύο κι η βροχή δυνάμωσαν, αραίωσε κι η κίνηση στους δρόμους. Το αγόρι μάζεψε την πραμάτεια του και πήρε την οδό Αγίου Δημητρίου. Όταν έφτασε στον αριθμό 12 χώθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας για να προφυλαχτεί από τη δυνατή βροχή.
Η κυρία Δέσποινα άνοιξε την πόρτα του ισογείου και είδε το αγόρι να κάθεται στα σκαλιά — μετρούσε την είσπραξη της μέρας, πενηντάρικα και λίγα κατοστάρικα. Η καρδιά της λαχτάρησε. Το παιδί ήταν ίδιος ο Αντωνάκης, ο εγγονός της. Είχε τα ίδια ξανθά μαλλιά, τα ίδια καταγάλανα μάτια, μόνο το πρόσωπό του ήταν αδύνατο και κακοπαθημένο, του Αντωνάκη δεν του έλειπε τίποτα εκεί πέρα στην πλούσια Βαλτιμόρη που ζούσε με τους γονείς του.

— Έλα μέσα να ζεσταθείς…, του είπε η γυναίκα.
Το παιδί την κοίταξε καχύποπτα και ψυχρά, ποιος ξέρει τι είχαν δει τα μάτια του ολημερίς στο δρόμο και πόσα είχε διδαχτεί από τη «φιλανθρωπία» των ανθρώπων. Θες όμως το καλοσυνάτο πρόσωπο της κυρίας Δέσποινας, η μυρωδιά της μαγειρίτσας, αλλά κυρίως η ζεστασιά που έβγαινε από το διαμέρισμα παραμέρισαν τους φόβους και τους δισταγμούς του.
— Πώς σε λένε;, το ρώτησε.
— Κώτσο, δηλαδή Κωνσταντή…
— Κι από πού είσαι, Κωνσταντή;
— Από την Αλβανία, από το Μπεράτι…
— Κι οι γονείς σου;
— Τους μάζεψαν την περασμένη βδομάδα οι κλούβες της Αστυνομίας και τους έστειλαν πίσω στην Αλβανία.
— Κι εσύ πού μένεις τώρα;
— Όπου να ’ναι… Στις οικοδομές, στα παγκάκια του Ηλεκτρικού…
— Πεινάς;
— Έφαγα ένα κουλούρι το πρωί αλλά τώρα πεινάω…
— Πήγαινε στο μπάνιο να πλυθείς, θα σου φέρω ρούχα ν' αλλάξεις κι ύστερα θα σου βάλω να φας…
Άνοιξε η κυρία Δέσποινα την ντουλάπα και βρήκε εσώρουχα, μια αθλητική φόρμα, παπούτσια. O Αντωνάκης σε κάθε ταξίδι άφηνε στο σπίτι της γιαγιάς όσα ρούχα δε χωρούσαν στις βαλίτσες του. Ύστερα, η γυναίκα έφερε στο τραπέζι ψωμί, χαλβά, ελιές, ταραμοσαλάτα, φρούτα.
O Κωνσταντής, αφού πλύθηκε, ντύθηκε, κάθισε στο τραπέζι και δεν άφησε ούτε ψίχουλο. Χορτασμένος και ζεσταμένος βολεύτηκε στον καναπέ, μπροστά στην ανοιχτή τηλεόραση. Νανουρισμένος από τη μουσική έγειρε στα μαξιλάρια και τον πήρε ο ύπνος. Σε λίγο χτύπησε η καμπάνα της εκκλησίας. Η κυρία Δέσποινα πήρε τη λαμπάδα της κι έκλεισε πίσω της την πόρτα σιγανά για να μην ξυπνήσει τον Κωνσταντή. Η βροχή είχε σταματήσει, το φεγγάρι, ασημένιο, κυνηγιόταν με τα σύννεφα στον ουρανό.
— Χριστός Ανέστη…, έψαλε ο παπάς κι η κυρία Δέσποινα για πρώτη φορά δεν κάθισε ως το τέλος της λειτουργίας. Βιαζόταν να γυρίσει σπίτι της, να τσουγκρίσει τα κόκκινα αυγά με τον Κωνσταντή, να φάνε μαζί τη μαγειρίτσα…
*πραμάτεια: (ευτελές, ασήμαντο) εμπόρευμα                  Λ. Ψαραύτη, Η εκδίκηση των μανιταριών, Άγκυρα

            ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1.α)Να εντοπίσετε τα Νοηματικά –Θεματικά κέντρα του κειμένου          Μονάδες2,5
   β)Να χωρίσετε το κείμενο που σας δόθηκε σε ενότητες και να γράψετε έναν    πλαγιότιτλο για καθεμιά από αυτές                                                               Μονάδες 2,5. 
                                                                                            
2.Να χαρακτηρίσετε τα σχήματα λόγου που ακολουθούν:
Α. το φανάρι γινόταν πράσινο
Β. τ’ αυτοκίνητα χιμούσαν
Γ. το φεγγάρι κυνηγιόταν με τα σύννεφα στον ουρανό.                                 Μονάδες 3

3. Τι είδους σκέψεις και συναισθήματα οδήγησαν τη γυναίκα να ανοίξει το σπίτι της και την καρδιά της στο μικρό Κωνσταντή; Αιτιολογήστε την απάντησή σας με αναφορές σε συγκεκριμένα σημεία του κειμένου.                                          Μονάδες 6

4.Περιγράψτε τις συνθήκες και τα συναισθήματα που βίωνε ο Κωνσταντής ,  καθώς εργαζόταν στο δρόμο για να ζήσει .Βρείτε χωρία του κειμένου που επιβεβαιώνουν τις διαπιστώσεις σας.                                                                                             Μονάδες 6

                                                                                                                                                                   

Καλή επιτυχία!