Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2018

ΑΡΧΑΙΑ ,ΗΜΙΦΩΝΟΛΗΚΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΤΡΙΤΗΣ ΚΛΙΣΗΣ

125. Τα ημιφωνόληκτα τριτόκλιτα ουσιαστικά κατά το χαρακτήρα είναι:
α) ενρινόληκτα (δηλ. με χαρακτήρα ν)1
β) υγρόληκτα (δηλ. με χαρακτήρα λ, ρ)
γ) σιγμόληκτα (δηλ. με χαρακτήρα σ).

126. I. Ενρινόληκτα (χαρακτ. ν)
α) Μονόθεμα: καταληκτικά σε -ις (γεν. -ῖνος) και ακατάληκτα σε -αν (γεν.
-ᾶνος), -ην (γεν. -ηνος) και -ων (γεν. -ωνος)
(θ. ἀκτιν-)
(θ. Τιταν-)
(θ. Ἑλλην-)
(θ. χειμων-)
Ενικός αριθμός
ον.
ἀκτὶς
Τιτὰν
Ἕλλην
χειμὼν
γεν.
τῆς
ἀκτῖν-ος
τοῦ
Τιτᾶν-ος
Ἕλλην-ος
χειμῶν-ος
δοτ.
τῇ
ἀκτῖν-ι
τῷ
Τιτᾶν-ι
Ἕλλην-ι
χειμῶν-ι
αιτ.
τὴν
ἀκτῖν-α
τὸν
Τιτᾶν-α
Ἕλλην-α
χειμῶν-α
κλ.
(ὦ)
ἀκτὶς
(ὦ)
Τιτὰν
Ἕλλην
χειμὼν

Πληθυντικός αριθμός
ον.
αἱ
ἀκτῖν-ες
o
Τιτᾶν-ες
Ἕλλην-ες
χειμῶν-ες
γεν.
τῶν
ἀκτίν-ων
τῶν
Τιτάν-ων
Ἑλλήν-ων
χειμών-ων
δοτ.
ταῖς
ἀκτῖ-σι(ν)
τοῖς
Τιτᾶ-σι(ν
Ἕλλη-σι(ν)
χειμῶ-σι(ν)
αιτ.
τὰς
ἀκτῖν-ας
τοὺς
Τιτᾶν-ας
Ἕλληνας
χειμῶν-ας
κλ.
(ὦ)
ἀκτῖν-ες
(ὦ)
Τιτᾶν-ες
Ἕλλην-ες
χειμῶν-ες
Ενικός αριθμός
ον.
ποιμὴν
ἡγεμὼν
γείτων
γεν.
τοῦ
ποιμέν-ος
ἡγεμόν-ος
γείτον-ος
δοτ.
τῷ
ποιμέν-ι
ἡγεμόν-ι
γείτον-ι
αιτ.
τὸν
ποιμέν-α
ἡγεμόν-α
γείτον-α
κλ.
(ὦ)
ποιμὴν
ἡγεμὼν
γεῖτον

Πληθυντικός αριθμός
ον.
o
ποιμέν-ες
ἡγεμόν-ες
γείτον-ες
γεν.
τῶν
ποιμέν-ων
ἡγεμόν-ων
γειτόν-ων
δοτ.
τοῖς
ποιμέ-σι(ν)
ἡγεμό-σι(ν)
γείτο-σι(ν)
αιτ.
τοὺς
ποιμέν-ας
ἡγεμόν-ας
γείτον-ας
κλ.
(ὦ)
ποιμέν-ες
ἡγεμόν-ες
γείτον-ες
Ενικός αριθμός
ον.
κλητὴρ
ἰχὼρ1
τὸ
νέκταρ2
γεν.
τοῦ
κλητῆρ-ος
ἰχῶρ-ος
τοῦ
νέκταρ-ος
δοτ.
τῷ
κλητῆρ-ι
ἰχῶρ-ι
τῷ
νέκταρ-ι
αιτ.
τὸν
κλητῆρ-α
ἰχῶρ-α
τὸ
νέκταρ
κλ.
(ὦ)
κλητὴρ
ἰχὼρ
(ὦ)
νέκταρ

Πληθυντικός αριθμός
ον.
o
κλητῆρ-ες
ἰχῶρ-ες
γεν.
τῶν
κλητήρ-ων
ἰχώρ-ων
δοτ.
τοῖς
κλητῆρ-σι(ν)
ἰχῶρ-σι(ν)
αιτ.
τοὺς
κλητῆρ-ας
ἰχῶρ-ας
κλ.
(ὦ)
κλητῆρ-ες
ἰχῶρ-ες

Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
ον.
ἀθὴρ
ῥήτωρ
o
ἀθέρ-ες
ῥήτορ-ες
γεν.
τοῦ
ἀθέρ-ος
ῥήτορ-ος
τῶν
ἀθέρ-ων
ῥητόρ-ων
δοτ.
τῷ
ἀθέρ-ι
ῥήτορ-ι
τοῖς
ἀθέρ-σι(ν)
ῥήτορ-σι(ν)
αιτ.
τὸν
ἀθέρ-α
ῥήτορ-α
τοὺς
ἀθέρ-ας
ῥήτορ-ας
κλ.
(ὦ)
ἀθὴρ
ῥῆτορ
(ὦ)
ἀθέρ-ες
ῥήτορ-ες
Ενικός αριθμός
ον.
πατὴρ
ἀνὴρ
Δημήτηρ
γεν.
τοῦ
πατρ-ὸς
ἀνδρ-ὸς
τῆς
Δήμητρ-ος
δοτ.
τῷ
πατρ-ὶ
ἀνδρ-ὶ
τῇ
Δήμητρ
αιτ.
τὸν
πατέρ-α
ἄνδρ
τὴν
Δήμητρ
κλ.
(ὦ)
πάτερ
ἄνερ
(ὦ)
Δήμητερ

Πληθυντικός αριθμός
ον.
o
πατέρ-ες
ἄνδρ-ες
γεν.
τῶν
πατέρ-ων
ἀνδρ-ῶν
δοτ.
τοῖς
πατρ-ά-σι(ν)
ἀνδρ-ά-σι(ν)
αιτ.
τοὺς
πατέρ-ας
ἄνδρ-ας
κλ.
(ὦ)
πατέρ-ες
ἄνδρ-ες
1. ΕΝΡΙΝΟΛΗΚΤΑ
-ην -ηνος
ὁ ἀνδρὼν -ῶνος
-ὰν -ανος
ὁ Ἕλλην -ηνος
γυναικὼν -ῶνος
ὁ μεγιστὰν -ᾶνος
ὁ δοθιήν4 -ῆνος
(έτσι και: ὁ δαφνών,
(έτσι και: ὁ παιάν,
(έτσι και: ὁ κηφήν,
δενδρών, ἐλαιών,
πελεκάν, Τιτάν,
ὁ λειχήν5, ὁ πυρήν,
νυμφών, ξενών,
Αἰνιάν, Ἀκαρνάν,
ὁ σωλήν, ἡ σειρήν6),
ὀρνιθών, παρθενὼν10 κ.ά.)
Ἁλκμάν, Εὐρυτάν),
ὁ μήν, μηνὸς
ὁ Πάν, του Πανὸς κ.ά.
(έτσι και: ὁ σπλήν,
β) τα μεγεθυντικά
ὁ σφήν, ὁ (ἡ) χὴν κ.ά.).
ὁ γάστρων11 -ωνος
-ὶς -ινος
ὁ γνάθων12 -ωνος
ἡ ἀκτὶς -ῖνος
-ὴν -ενος
ὁ χείλων13 -ωνος κ.ά.
(έτσι: ὁ δελφίς,
ὁ αὐχήν7 -ένος
ἡ ὠδίς1, Ἐλευσίς,
(έτσι και: ὁ λιμήν,
γ) τα κύρια ονόματα
Σαλαμὶς κ.ά.),
ὁ πυθμήν, ὁ ὑμήν8 κ.ά
Ἀπόλλων -ωνος
ἡ ῥίς, τῆς ῥῑνός,
ἡ φρήν9, φρενός κ.ά.)
Ποσειδῶν -ῶνος
ὁ (ἡ) θίς2, θῑνός,
ἡ ἴς3, τῆς ἰνός,
-ων -ωνος
πλ. αἱ ἶνες κ.ά.
α) τα περιεκτικά
ὁ ἀνθὼν -ῶνος

Ἀγάθων -ωνος
ε) τόπων και πόλεων
ὁ ἀγκὼν -ῶνος
(έτσι και: Δάμων,
Αὐλὼν -ῶνος
(έτσι και: ὁ αἰών,
Δευκαλίων, Δίων,
Ἑλικὼν -ῶνος
βουβών, κοιτών,
Ζήνων, Ἱέρων, Κίμων,
(έτσι και: ἡ Καλυδών,
κολοφών19, λειμών,
Κλέων, Κόνων,
ὁ Κιθαιρών,
τελαμών20, χειμών,
Κρίτων, Κύλων,
ἡ (ὁ) Κολοφών,
χιτὼν κ.ά.).
Μέτων, Πλάτων,
ὁ Μαραθών,
Σόλων, Φαίδων,
ἡ Σιδών, ἡ Σικυών),
θ) προσηγ. περισπώμ.
Χάρων, Χίλων, Χίρων,
Κρότων -ωνος κ.ά.
ὁ τυφῶν21 -ῶνος
Ὠρίων, [Νέρων,
(από το τυφάων).
Τρύφων] κ.ά.).
ζ) εθνικά παροξύτονα
ὁ Λάκων -ωνος
-ων -ονος
δ) ονόμ. αρχ. μηνών
ὁ Ἴων -ωνος κ.ά.
α) οξύτ. θηλυκά
Γαμηλιὼν -ῶνος,
ἡ ἀηδὼν -όνος
(έτσι και:
ζ) προσηγορ. παροξύτ.
(έτσι και: ἡ ἀλγηδών,
Ἀνθεστηριών,
ὁ δόλων14 -ωνος
ἀλκυών, εἰκών,
Ἐλαφηβολιών,
ὁ δρόμων15 -ωνος
Καρχηδών, σιαγών,
Μουνιχιών,
(έτσι και: ὁ κλύδων16
σινδών, τερηδών22
Θαργηλιών,
ὁ κώδων, ὁ (ἡ) μήκων17
Χαλκηδών, χελιδών,
Σκιροφοριών,
ὁ πάρων18, ὁ ῥώθων,
χιὼν κ.ά.).
Ἑκατομβαιών,
ὁ σάπων, ὁ σίφων,
Μεταγειτνιών,
[ὁ ἄμβων]).
β) οξύτ. αρσενικά
Βοηδρομιών,
ὁ (ἡ) ἀλεκτρυὼν23 -όνος,
Πυανοψιών,
η) προσηγορ. οξύτ.
ὁ ἡγεμὼν -όνος
Μαιμακτηριών,
ὁ κλών, κλωνὸς
(έτσι και: ὁ κανών,
Ποσειδεών).
ὁ ἀγὼν -ῶνος
κηδεμών, Μακεδών,
Στρυμών,
(συν)δαιτυμών κ.ά.).


(έτσι και: ὁ κρατήρ,
-ωρ -ορος

λαμπτήρ, λουτήρ,
ὁ αὐτοκράτωρ -ορος
νιπτήρ, στατήρ,
(έτσι και: ὁ κοσμήτωρ,
γ) παροξύτ. αρσενικά
στρωτήρ, σπινθήρ κ.ά.),
πράκτωρ, προγάστωρ,
ὁ ἄξων -ονος
σωτήρ -ῆρος
Ἕκτωρ κ.ά.)
(έτσι και: Ἁλιάκμων,
(κλ. ὦ σῶτερ).
(μεταγ. και νεότ.:
βραχίων, γείτων,
ἐκλέκτωρ,
γνώμων, δαίμων,
-ὴρ -έρος
παντοκράτωρ κ.ά.).
Ἰᾱ΄σων, κίων24,
ὁ ἀὴρ -έρος
πνεύμων, τέκτων25,
(έτσι και: ὁ ἀθήρ,
-ὰρ -αρὸς
Ἀγαμέμνων,
αἰθήρ, ἀστήρ - δοτ. πλ.
ὁ Κάρ31, Κᾱρὸς
Ἀριστογείτων κ.ά.).
ἀστράσι κ.ά.).
(πλ. οἱ Κᾶρες).

2. ΥΓΡΟΛΗΚΤΑ

-ωρ -ωρος

-εὶρ -ειρὸς
-ὴρ -ηρος
ὁ φώρ28, φωρὸς
ὁ φθείρ32, φθειρὸς
ὁ θήρ26, θηρός
ὁ ἰχὼρ29 -ῶρος
(δοτ. πλ. τοῖς φθειρσί),
ὁ ἀροτήρ27 -ῆρος
ὁ πέλωρ30 -ωρος
ἡ χείρ, χειρὸς
ὁ ζωστὴρ -ῆρος
(μεταγ. Βίκτωρ,
(δοτ. πλ. ταῖς χερσί,
πραίτωρ κ.ά.).
βλ. § 150, 19).

ΙΙΙ. Σιγμόληκτα (χαρακτήρας σ)
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
ον.
Σωκράτης
Περικλῆς
o
Σωκράται
Περικλεῖς
γεν.
τοῦ
Σωκράτους
Περικλέους
τῶν
Σωκρατῶν
Περικλέων
δοτ.
τῷ
Σωκράτει
Περικλεῖ
τοῖς
Σωκράταις
αιτ.
τὸν
Σωκράτη
Περικλέα
τοὺς
Σωκράτας
Περικλεῖς
κλ.
(ὦ)
Σώκρατες
Περίκλεις
(ὦ)
Σωκράται
Περικλεῖς


Δυϊκός αριθμός
ον., αιτ. τώ, κλ. (ὦ) ἀκτῖν-ε             Τιτᾶν-ε     Ἕλλην-ε            χειμῶν-ε
γεν., δοτ.       τοῖν ἀκτίν-οιν          Τιτάν-οιν              Ἑλλήν-οιν          χειμών-οιν
(βλ. πιν. § 132)
1. Τριτόκλιτα μέ χαρακτήρα μ δεν υπάρχουν.

β) Διπλόθεμα: ακατάληκτα σε -ην (γεν. -ενος) και -ων (γεν. -ονος)
. ποιμην-, ποιμεν-) (θ. ἡγεμων-, ἡγεμον-) (θ. γειτων-, γειτον-)

Δυϊκός αριθμός
ον., αιτ. τώ, κλ.       (ὦ) ποιμέν-ε               ἡγεμόν-ε                   γείτον-ε
γεν., δοτ .         τοῖν ποιμέν-οιν               ἡγεμόν-οιν                   γειτόν-οιν
(Βλ. πίν. § 132)

127. ΙΙ. Υγρόληκτα (χαρακτ. λ, ρ)
α) Μονόθεμα: ακατάληκτα σε -ηρ (γεν. -ηρος), -ωρ (γεν. -ωρος)
και ουδέτερα σε -αρ (γεν. -αρος)
                                 (θ. κλητηρ-)             (θ. ἰχωρ-)                (θ. νέκταρ )

Δυϊκός αριθμός
ον., αιτ. τώ, κλ.       (ὦ) κλητῆρ-ε              ἰχῶρ-ε
γεν., δοτ.                τοῖν κλητήρ-οινἰχώρ-οιν
1. Ο ἰχώρ = το αίμα που ρέει στις φλέβες των θεών· ορός αίματος· αίμα σάπιο· ύλη με πύο· δηλητήριο φιδιών.- 2. Τούτο έχει μόνο ενικό (βλ. § 83, 1, δ).

β) Διπλόθεμα: ακατάληκτα σε -ὴρ (γεν. -έρος) και -ωρ (γεν. -ορος)
(θ. ἀθηρ-, ἀθερ-) (θ. ῥητωρ-, ῥητορ-)

Δυϊκός αριθμός
ον., αιτ. τώ, κλ. (ὦ) ἀθέρ-ε,  ῥήτορ-ε    γεν., δοτ.  τοῖν ἀθέρ-οιν,    ῥητόρ-οιν.
Κατά το όνομα ὁ ἀθὴρ (= η λεπτότατη άκρη στα στάχυα, αθέρας) κλίνονται τα ονόματα ὁ ἀὴρ και ὁ αἰθήρ, εύχρηστα μόνο στον ενικό (βλ. § 83, 1, β).

Παρατηρήσεις στα ενρινόληκτα και υγρόληκτα της γ΄ κλίσης
128. 1) Τα φωνήεντα  ι  και  α  εμπρός από το χαρακτήρα ν  των ονομάτων σε -ις(γεν. -ινος) και -αν (γεν. -ανος) είναι μακρόχρονα: τῆς ἀκτῖν-ος, τῆς Σαλαμῖν-ος· τοῦ Τιτᾶν-ος, τοῦ πελεκᾶν-ος.
2) Τα ενρινόληκτα και υγρόληκτα της γ΄ κλίσης σχηματίζουν κανονικά την κλητ. του ενικού όμοια με την ονομαστική του ενικού: ἡ ἀκτὶς - ὦ ἀκτίς· ὁ Τιτὰν - ὦ Τιτάν· ὁ Ἕλλην - ὦ Ἕλλην· ὁ ἡγεμὼν - ὦ ἡγεμών· ὁ ποιμὴν - ὦ ποιμήν· ὁ ἰχὼρ - ὦ ἰχώρ.
Αλλά τα βαρύτονα διπλόθεμα σε -ων (γεν. -ονος) και -ωρ (γεν. -ορος) σχηματίζουν την κλητ. του ενικού όμοια με το αδύνατο θέμα: ὁ γείτων - ὦ γεῖτον· ὁ δαίμων - ὦ δαῖμον· ὁ Ἰάσων - ὦ Ἰᾶσον· ὁ ῥήτωρ - ὦ ῥῆτορ (βλ. § 105).
3) Ο χαρακτήρας  λ  και ρ  εμπρός από το σίγμα της κατάληξης παραμένει, ενώ ο χαρακτήρας ν  εμπρός από αυτό αποβάλλεται (χωρίς αντέκταση του προηγούμενου τυχόν βραχύχρονου φωνήεντος): ὁ ἅλ-ς, τοῖς ἁλ-σί, (ὁ ῥήτωρ) τοῖς ῥήτορ-σι· αλλά:ἡ (ἀκτίν-ς) ἀκτίς, ταῖς (ἀκτῖν-σι) ἀκτῖσι· τοῖς (ἡγεμόν-σι) ἡγεμόσι) (βλ. § 64, 4)

γ) Συγκοπτόμενα διπλόθεμα: ακατάληκτα σε -ηρ (γεν. -ρος)
129. Από τα υγρόληκτα ουσιαστικά της γ΄ κλίσης τα διπλόθεμα ὁ πατήρ, ἡ μήτηρ, ἡ θυγάτηρ, ἡ γαστὴρ (= κοιλιά), ἡ Δημήτηρ και ὁ ἀνὴρ συγκόπτουν (δηλ. αποβάλλουν) σε ορισμένες πτώσεις το  ε  του αδύνατου θέματος και γι’ αυτό λέγονται συγκοπτόμενα (πβ. § 62, 1).

Παραδείγματα
            (θ. πατήρ-, πάτερ-)     (θ. ἀνηρ-, ἀνερ-) (θ. Δημητηρ-, Δημητερ-)

Δυΐκός αριθμός
ον., αιτ. τώ, κλ. (ὦ) πατέρ-ε,    ἄνδρ
γεν., δοτ.      τοῖν πατέρ-οιν,   ἀνδρ-οῖν

Παρατηρήσεις
130. Από τα συγκοπτόμενα υγρόληκτα της γ΄ κλίσης:
1) Τα ονόμ., ὁ πατήρ, ἡ μήτηρ, ἡ θυγάτηρ και ἡ γαστὴρ συγκόπτουν, δηλ, χάνουν, το  ε  του θέματος στη γεν. και δοτ, του ενικού και στη δοτ. του πληθυντικού· το όνομα ἡ Δημήτηρ στις πλάγιες πτώσεις του ενικού, και το όνομα ὁ ἀνὴρ στις πλάγιες πτώσεις του ενικού και σε όλες τις πτώσεις του πληθυντικού και του δυϊκού, στις οποίες εμπρός από το χαρακτήρα αναπτύσσεται το σύμφωνο δ  για να διευκολυνθεί η προφορά (θ. ἀνερ-, ἀνρ- ἀνδρ-)· πβ. § 65, 2·
2) τα ονόματα πατήρ, μήτηρ, θυγάτηρ και γαστὴρ στη γεν. και δοτ. του ενικού τονίζονται στη λήγουσα (πατρός, πατρὶ - μητρός, μητρὶ κτλ.)· το όνομα ἀνὴρτονίζεται στη λήγουσα στη γενική και δοτ. του ενικού και του δυϊκού και στη γεν. του πληθ. (ἀνδρός, ἀνδρὶ - ἀνδροῖν - ἀνδρῶν)· το όνομα Δημήτηρ τονίζεται στην προπαραλήγουσα σε όλες τις πτώσεις του ενικού, εκτός από την ονομαστική.
131. Τα συγκοπτόμενα ονόματα:
1) σχηματίζουν την κλητ. του ενικού όμοια με το αδύνατο θέμα και τονίζονται σ’ αυτήν επάνω στην αρχική συλλαβή: ὦ πάτερ, ὦ θύγατερ, ὦ Δήμητερ κτλ.· μόνο το όνομα γαστὴρ σχηματίζει την κλητ. του ενικού όμοια με την ονομαστική: ὦ γαστήρ·
2) στη δοτ. του πληθ. ανάμεσα από το συγκομμένο θέμα και την κατάληξη, για να διευκολυνθεί η προφορά, παίρνουν ένα βραχύχρονο α που τονίζεται: πατρ-ά-σι(ν),ἀνδρ-ά-σι(v)· πβ. § 62, 2.

132. ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΝΡΙΝΟΛΗΚΤΩΝ ΚΑΙ ΥΓΡΟΛΗΚΤΩΝ OYΣIAΣTIKΩΝ ΤΗΣ Γ΄ ΚΛΙΣΗΣ
(που δείχνει ιδίως την ορθογραφία των λέξεων)
Υποσημειώσεις: 1. (ποιητ.) πόνος του τοκετού (συνηθ. πληθ. ὠδῖνες).- 2. (ποιητ.) σωρός· σωρός από άμμο· ακτή.- 3. νεύρο, λεπτό νήμα, δύναμη.- 4. μικρό εξάνθημα.- 3. λειχήνα· βρύο που φυτρώνει πάνω σε δέντρα, πέτρες κτλ.· εξάνθημα στην επιδερμίδα.- 6. γοητεία ωραίων λόγων· ως κυρ, όν. Σειρήν, θαλασσινή θεότητα που γοητεύει με τη φωνή της τους ναυτικούς.- 7. τράχηλος.- 8. λεπτό δέρμα, μεμβράνη.- 9. το διάφραγμα ανάμεσα στο θώρακα και την κοιλιά· τα γύρω από την καρδιά μέρη· καρδιά, νους.- 10. μέρος του σπιτιού, όπου έμεναν οι παρθένες· ως κυρ. όν. Παρθενών, ναός στην Ακρόπολη της Αθήνας.- 11. κοιλαράς.- 12. (από το όν. ἡ γνάθος = σαγόνι) εκείνος που έχει φουσκωμένα σαγόνια ή φουσκωμένα μάγουλα.- 13. εκείνος που έχει μεγάλα χείλια.- 14. μικρό πανί της πλώρης στα ιστιοφόρα· μαχαίρι ή σπαθάκι κρυμμένο μέσα σε ραβδί, στιλέτο.- 15. ελαφρό πλοιάριο.- 16. κύμα, κλυδωνισμός.- 17. παπαρούνα.- 18. πλοιάριο.- 19. το ακρότατο σημείο ενός πράγματος, ως κύρ. όν. Κολοφὼν (-ῶνος), πόλη της Ιωνίας στη Μ. Ασία.- 20. πλατύ κορδόνι, λουρί δερμάτινο· ως κυρ. όν. Τελαμὼν (-ῶνος), γιος του Αιακού και πατέρας του Αίαντα.- 21. θύελλα, ανεμοστρόβιλος (και κατά την αττ. β΄ κλίση: ὁ τυφῶς, τοῦ τυφῶ)· ως κύρ. όν. ὁ Τυφῶν (-ῶνος), γίγαντας, πατέρας των ανέμων.- 22. σκουλήκι που τρώει τα ξύλα· σαράκι· πάθηση των δοντιών.- 23. (αρσ.) πετεινός, (θηλ. όρνιθα).- 24. κολόνα.- 25. ξυλουργός, μαραγκός- 26. θηρίο.- 27. αυτός που οργώνει· ως επίθ. βοῦς ἀροτὴρ = βόδι που το μεταχειρίζονται για το όργωμα.- 28. κλέφτης.- 29. το αίμα που ρέει στις φλέβες των θεών.- 30. πελώριο ον, τέρας.- 31. κάτοικος της Καρίας.- 32. ψείρα.
133. α) Αρσενικά ακατάληκτα σε -ης (γεν. -ους)
ή -κλῆς (γεν. -κλέους)
(θ. Σωκρατεσ-, Περικλεεσ)

Κατά το Σωκράτης κλίνονται: Ἀριστομένης, Ἀριστοτέλης, Ἀριστοφάνης, Δημοσθένης, Διογένης, Διομήδης, Ἱπποκράτης, Ἰσοκράτης, Ἰφικράτης, Πολυκράτης, Πολυνείκης, Πραξιτέλης - Ἀστυάγης, Τισσαφέρνης, Κυαξάρης κ.ά. Κατά το Περικλῆς κλίνονται: Ἀγαθοκλῆς, Ἡρακλῆς, Θεμιστοκλῆς, Ἱεροκλῆς, Προκλῆς, Σοφοκλῆς κ.ά.

Παρατηρήσεις
134. Τα αρσενικά σιγμόληκτα σε -ης (γεν. -ους) και -κλῆς (γεν.-κλέους) είναι όλα κύρια ονόματα και:
1) έχουν θέμα σε -εσΣωκρατεσ-, Περικλεεσ-·
2) στην ονομαστική του ενικού δεν παίρνουν κατάληξη και εκτείνουν το βραχύχρονο φωνήεν ε του θέματος σε η: Σωκράτης, Περικλέης, και με συναίρεση Περικλῆς·
3) στις πλάγιες πτώσεις του ενικού αποβάλλουν το χαρακτήρα σ ανάμεσα στα δύο φωνήεντα (βλ. § 64, 1) και έπειτα συναιρούν τα δύο αυτά φωνήεντα: τοῦ Σωκράτεσ-οςΣωκράτε-οςΣωκράτους· τῷ Σωκράτεσ-ιΣωκράτε-ιΣωκράτει· τον Σωκράτεσ-αΣωκράτε-αΣωκράτη· τοῦ Περικλέεσ-οςΠερικλέε-οςΠερικλέους· τῷ Περικλέεσ-ιΠερικλέε-ιΠερικλέει (και με δεύτερη συναίρεση=) Περικλεῖ· τὸν Περικλέεσ-α, Περικλέε-ᾱ, Περικλέᾱ και σπάν. Περικλῆ·
4) στην κλητ. του ενικού δεν παίρνουν κατάληξη και ανεβάζουν τον τόνο: ὦ Σώκρατες, ὦ Περίκλεις (με συναίρεση από το Περίκλεες
5) όσα λήγουν σε -κλῆς συναιρούν το ε της συλλαβής κλε-, όταν ύστερα από αυτό ακολουθεί η ή ε ή ει: (Περικλέης) Περικλῆς, (Περίκλεες) Περίκλεις, (Περικλέει) Περικλεῖ·
6) κανονικά έχουν μόνο ενικό αριθμό· όταν όμως χρησιμοποιούνται στον πληθ. σχηματίζονται τα σε -ης (γεν. -ους) κατά την α΄ κλίση (οἱ Σωκράται κτλ.) και τα σε -κλῆς (γεν. -κλέους) κατά την γ΄ κλίση (οἱ Περικλέ-ες = Περικλεῖς κτλ.).