Ίταλο Καλβίνο | |||||||||||||||||||||||||
| |||||||||||||||||||||||||
Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από το μυθιστόρημα Μαρκοβάλντο ή Oι εποχές στην πόλη, που εκδόθηκε το 1963 στο Τορίνο της Ιταλίας. Το βιβλίο αποτελείται από είκοσι ιστορίες με κοινό πρωταγωνιστή το Μαρκοβάλντο Κάθε ιστορία ασχολείται με μια εποχή και έτσι σε κάθε εποχή αναλογούν πέντε ιστορίες. |
Μια μέρα, στη στενή πρασιά ενός δρόμου της πόλης, έπεσε, ποιος ξέρει
από πού, μια ριπή σπορίων και φύτρωσαν μανιτάρια. Κανείς δεν τα πρόσεξε, εκτός από τον αχθοφόρο Μαρκοβάλντο που κάθε πρωί έπαιρνε αποκεί το τραμ.
Τα μάτια αυτού του Μαρκοβάλντο ήταν άμαθα στη ζωή της πόλης: πι
νακίδες, σηματοδότες, βιτρίνες, φωτεινές επιγραφές, αφίσες, όσο κι αν ήταν μελετημένες να τραβήξουν την προσοχή, ποτέ δεν προσείλκυαν το βλέμμα του που γλιστρούσε πάνω τους, όπως στην άμμο της ερή μου. Κι από την άλλη, ένα φύλλο που κιτρίνιζε σ’ ένα κλαδί, ένα φτερό που είχε μπλεχτεί στα κεραμίδια δεν του ξέφευγαν ποτέ: δεν υπήρ χε αλογόμυγα σε άλογο, τρύπα από σαράκι σε τραπέζι, φλούδα σύκου πατημένη στο πεζοδρόμιο, που να μην τραβήξει την προσοχή του Μαρκοβάλντο και να μη γίνει αντικείμενο στοχασμών, καθώς του α ποκάλυπτε τις αλλαγές των εποχών, τους πόθους της ψυχής και τις αθλ ιότ ητες της ύπαρξής του.
Έτσι, ένα πρωί, ενώ περίμενε το τραμ που θα τον πήγαινε στην
εταιρεία Svav, όπου εργαζόταν σαν αχθοφόρος, παρατήρησε κάτι ασυ νήθιστο κοντά στη στάση, στο κομμάτι της άγονης και σκασμένης γης που πε ριέβαλλε τα δέντρα του δρόμου: σε μερικά σημεία, στα πόδια των δέ ντρων, ξεπρόβαλλαν καρούμπαλα που εδώ κι εκεί ανοίγονταν κι άφηναν να φαίνονται στρογγυλά υπόγεια σώματα.
Έσκυψε να δέσει τα κορδόνια του και κοίταξε καλύτερα: ήταν μανι
τάρια, πραγματικά μανιτάρια που ξεμύτιζαν μες στην καρδιά της πόλης! O Μαρκοβάλντο ένιωσε λες και ο γκρίζος και άχαρος κόσμος που τον περιέβαλλε είχε μονομιάς γεμίσει κρυμμένους θησαυρούς, οπότε θα μπορούσε να περιμένει κάτι περισσότερο πέρα από την ωριαία αποζημίωση της συλλογικής σύμβασης, το επίδομα ακρίβειας, το οικογενει ακό επίδομα και την αποζημίωση του ψωμιού.
Στη δουλειά του ήταν πιο αφηρημένος απ’ ό,τι συνήθως· σκεφτόταν
ότι όσο εκείνος καθόταν και ξεφόρτωνε δέματα και κιβώτια, τα μανιτά ρια, που μόνο αυτός γνώριζε την ύπαρξή τους, μεγάλωναν αργά και σιωπηλά, η πορώδης σάρκα τους ωρίμαζε, απομυζούσαν τους υπόγειους χυμούς, έσπαζαν το φλοιό της γης. «Μια νύχτα να βρέξει», έλεγε μέσα του, «και θα είναι έτοιμα». Και δεν έβλεπε την ώρα ν’ ανακοινώσει την ανακάλυψή του στη γυναίκα και στα παιδιά του.
— Ακούστε τι θα σας πω, είπε, καθώς έτρωγαν το φτωχικό τους γεύ
μα. Μες στη βδομάδα θα φάμε μανιτάρια! Μια ωραία τηγανιά! Όπως σας βλέπω και με βλέπετε!
Και περιέγραψε με θέρμη στα μικρότερα παιδιά, που δεν ήξεραν τι ήταν
τα μανιτάρια, την ομορφιά των διαφόρων ειδών, τη λεπτή τους γεύση και το πώς έπρεπε να μαγειρευτούν· έτσι παρέσυρε στη συζήτηση και τη γυναίκα του, την Ντομιτίλα, που ως εκείνη τη στιγμή ήταν μάλλον δύσπιστη και αμέτοχη.
— Και πού είναι αυτά τα μανιτάρια;, ρώτησαν τα παιδιά. Πες μας πού
φυτρώνουν!
Στην απορία αυτή μια καχύποπτη σκέψη συγκράτησε τον ενθουσια
σμό του Μαρκοβάλντο: «Αν τους πω το μέρος, θα μαζέψουν μια συμμο ρία αλητάκια, θα παν να τα βρουν, θα μαθευτεί στη γειτονιά και τα μανι τάρια θα καταλήξουν σε ξένες κατσαρόλες!». Έτσι η ανακάλυψη εκείνη, που του είχε γεμίσει την καρδιά με αγάπη για όλο τον κόσμο, τώρα του δημιουργούσε τη μανία της ιδιοκτησίας, τον τύλιγε μέσα σ’ ένα ζηλότυπο και δύσπιστο φόβο.
— Το μέρος των μανιταριών το ξέρω εγώ και μόνο εγώ, είπε στα παιδιά
του, κι αλίμονό σας αν σας ξεφύγει κουβέντα.
Το άλλο πρωί ο Μαρκοβάλντο, καθώς πλησίαζε στη στάση του τραμ,
ήταν γεμάτος ανησυχία. Έσκυψε στην πρασιά και με ανακούφιση είδε ότι τα μανιτάρια είχαν μεγαλώσει λίγο, μια σταλίτσα μόνο, το χώμα συνέχι ζε να τα κρύβει σχεδόν ολότελα.
Εκεί που ήταν γονατισμένος, ένιωσε κάποιον πίσω του. Μονομιάς σηκώ
θηκε και προσπάθησε να παραστήσει τον αδιάφορο. Ένας οδοκαθαρ ιστής τον κοίταζε στηριγμένος στη σκούπα του.
Αυτός ο οδοκαθαριστής, στου οποίου την επικράτεια βρίσκονταν τα
μανιτάρια, ήταν ένας διοπτροφόρος και κρεμανταλάς νεαρός. Λεγόταν Αμάντιτζι και ο Μαρκοβάλντο τον αντιπαθούσε από καιρό, ίσως για ε κείνα τα γυαλιά του που ξεψάχνιζαν την άσφαλτο των δρόμων, για να βρουν ίχνη της φύσης και να τα σβήσουν με τη σκούπα.
Ήταν Σάββατο· ο Μαρκοβάλντο πέρασε την ημιαργία του τρι
γυρίζοντας δήθεν άσκοπα κοντά στην πρασιά, παρακολουθώντας από μακριά τον οδοκαθαριστή και τα μανιτάρια και υπολογίζοντας πόσο καιρό ήθε λαν να μεγαλώσουν.
Τη νύχτα έβρεξε: όπως οι αγρότες, που έπειτα από μήνες ξηρασίας ξυ
πνούν και χορεύουν από χαρά στον ήχο των πρώτων σταγόνων, έτσι κι ο Μαρκοβάλντο ήταν ο μόνος στην πόλη που ξύπνησε, ανακάθισε στο κρεβάτι και φώναξε τους δικούς του: «Βρέχει, βρέχει» και ανέ πνευσε τη μυρωδιά της βρεγμένης σκόνης και της δροσερής υγρασίας που ερχόταν απέξω.
Τα χαράματα —ήταν Κυριακή— έτρεξε γρήγορα στην πρασιά μαζί
με τα παιδιά του και ένα δανεικό καλάθι. Και να τα μανιτάρια, στητά στους κορμούς τους, με τις κουκούλες τους να ξεπροβάλλουν από το μουσκεμένο ακόμα χώμα.
— Ζήτω!, και όρμησαν να τα μαζέψουν.
— Μπαμπά, κοίτα εκείνο τον κύριο πόσα έχει μαζέψει!, είπε ο Μικελίνο,
και ο πατέρας του, σηκώνοντας το κεφάλι, είδε τον Αμάντιτζι να στέκεται δίπλα τους μ’ ένα καλάθι γεμάτο μανιτάρια στο χέρι.
— Α, κι εσείς μαζεύετε;, είπε ο οδοκαθαριστής. Ώστε τρώγονται,
ε; Μάζεψα λίγα, αλλά δεν ήξερα αν μπορούν να φαγωθούν… Πιο κάτω, στο δρόμο, έχει κι άλλα μεγαλύτερα… Εντάξει, τώρα που ξέρω, πάω να ειδοποιήσω τους δικούς μου που κάθονται εκεί και συζητάνε αν πρέπει να τα μαζέψουμε ή να τ’ αφήσουμε… — και απομακρύνθηκε βιαστικά.
O Μαρκοβάλντο έμεινε άναυδος: να υπάρχουν μεγαλύτερα μανιτάρια
και να μην τα έχει προσέξει, μια τέτοια ανέλπιστη σοδειά και να του την κλέψουν κάτω από τη μύτη; Για μια στιγμή σχεδόν κοκά λωσε από οργή, από λύσσα, έπειτα —όπως συχνά συμβαίνει— οι προσωπικές εμπάθειες μεταμορφώθηκαν σε μια παρόρμηση γενναι οδωρίας. Την ώρα εκείνη πολύς κόσμος περίμενε το τραμ, με τις ομπρέλες κρεμασμένες στο μπράτσο, διότι ο καιρός ήταν ακόμα υγρός και αβέβαιος.
— Έι, εσείς! Θέλετε να φάτε τηγανητά μανιτάρια απόψε;, φώναξε ο
Μαρκοβάλντο στον κόσμο που ήταν μαζεμένος στη στάση. Έχουν βγει μανιτάρια εδώ, στο δρόμο! Ελάτε μαζί μου! Έχει για όλους! — και πήρε από πίσω τον Αμάντιτζι μ’ ένα τσούρμο ανθρώπους να τον ακολουθεί.
Βρήκαν αρκετά μανιτάρια για όλους και, επειδή δεν είχαν καλάθια, τα έ
βαλαν στις ανοιχτές τους ομπρέλες. Κάποιος είπε:
— Ωραία θα ήταν να τρώγαμε όλοι μαζί!
Όμως ο καθένας πήρε τα μανιτάρια του και πήγε σπίτι του.
Ωστόσο σύντομα ξανασυναντήθηκαν, το ίδιο κιόλας βράδυ, στον ίδιο
θάλαμο του νοσοκομείου, έπειτα από την πλύση στομάχου που τους έσωσε όλους από δηλητηρίαση: όχι σοβαρή, διότι κανείς τους δεν είχε φάει μεγάλη ποσότητα.
O Μαρκοβάλντο και ο Αμάντιτζι ήταν σε διπλανά κρεβάτια και αγριοκοί
ταζαν ο ένας τον άλλο. *αχθοφόρος : αυτός που μεταφέρει φορτία *συλλογική σύμβαση: σύμβαση εργασίας *απομυζούσαν: ρουφούσαν *διοπτροφόρος : αυτός που φορά γυαλιά |
Ερωτήσεις |
---|
1 Προσπαθήστε να σκιαγραφήσετε την προσωπικότητα και την κοινωνική θέση του κεντρικού ήρωα, αντλώντας στοιχεία
από το κείμενο.
2 Από ποιες φάσεις περνά η διάθεση του ήρωα, από τη στιγμή που ανακαλύπτει την ύπαρξη των μανιταριών;
3 Τι είδους προβλήματα αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που ζουν στην πόλη; Βρείτε τα σχετικά σημεία στο κείμενο.
Διαθεματικές εργασίες
1 Μια ομάδα μαθητών να αναλάβει την παρουσίαση των υπόλοιπων 19 ιστοριών του βιβλίου Μαρκοβάλντο ή Oι εποχές
στην πόλη. |
O Ίταλο Καλβίνο (1923-1985) είναι πεζογράφος και δοκιμιογράφος ιταλικής καταγωγής. Σπούδασε γεωπονία και
φιλολογία. Εμφανίστηκε στα ιταλικά γράμματα το 1947. Τα πρώτα έργα του είναι εμπνευσμένα από την αντίσταση των Ιταλών εναντίον του γερμανικού φασισμού. Στα επόμενα έργα του πραγματεύεται την πολυπλοκότητα της σύγχρονης ζωής, ενώ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις επιπτώσεις που έχει η εκβιομηχάνιση στη ζωή των ανθρώπων. Κυριότερα βιβλία του: Oι πρόγονοί μας: ο διχασ μένος υποκόμης (1952), O αναρριχώμενος βαρόνος (1957) και O ανύπαρκτος ιππότης(1959) (τριλογία μυθιστορημάτων), Oι δύ σκολοι έρωτες (1958, διηγήματα), Μαρκοβάλντο ή Oι εποχές στην πόλη(1963), Το κάστρο των διασταυρωμένων πεπρωμένων (1969), Oι αόρατες πόλεις (1972), Πάλομαρ (1983). ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΗΓΗ http://www.pilavakis.net/new_page_128.htm
ΝοηματικΗ ΑπΟδοση
Ο Μαρκοβάλντο ένα πρωινό και καθώς περίμενε το τραμ, με το οποίο θα
ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣπήγαινε στην εταιρεία Svav, που εργαζόταν ως αχθοφόρος, παρατήρησε ένα σύνολο από μανιτάρια. Ξεμύ τιζαν κοντά στη στάση και του προξένησε έκπληξη το συγκεκριμένο θέαμα μέσα στην «καρδιά της πόλης». Κρατώντας την περιοχή, όπου βλάστησαν τα μανιτάρια, ως επτασφρά γιστο μυστικό, του δημιουργήθηκε η μανία της ιδιοκτησίας και του φόβου μήπως ανακα λύψει κάποιος άλλος το "θησαυρό" των μανιταριών. Κρατώντας ένα δανεικό καλάθι αποφα σίζει χαράματα μιας Κυριακής να πάει με τα παιδιά του στην πρασιά, προκειμένου να μαζέ ψει τα ώριμα πλέον μανιτάρια. Το θέαμα ωστόσο που αντίκρισε τον άφησε άναυδο. Ο Αμάντιτζι, ένας οδοκαθαριστής της πόλης, μάζευε τα πολυπόθητα μανιτάρια. Η εικόνα αυ τή προς στιγμήν τον εξόργισε, τον θύμωσε. Ως εκ θαύματος, όμως, η προσωπική εμπά θεια του Μαρκοβάλντο μεταμορφώθηκε σε γενναιοδωρία. Προέτρεψε όλους τους ανθρώπους που βρίσκονταν στη στάση να μαζέψουν τα μανιτάρια. Οι ανοιχτές ομπρέλες πήραν τη θέση της σακούλας και εύθυμοι όλοι ξεκίνησαν τη συγκομιδή, που τους "βγήκε σε κα κό". Βρέθηκαν όλοι εκείνο το βράδυ στον ίδιο θάλαμο του νοσοκομείου έπειτα από τροφι κή δηλητηρίαση. Οι κύριοι πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας, ο Μαρκοβάλντο και ο Αμά ντιτζι, ένα μόνο στοιχείο αντάλλαξαν μεταξύ τους: την άγρια ματιά. ΠΗΓΗ https://www.slideshare.net/evageliapatera/ss-54597992 ΔΕΣ ΚΑΙ https://www.slideshare.net/filolak/ss-13084920 ΔΕΣ ΚΑΙ https://www.slideshare.net/varalig/ss-27859538 ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ,Μανιτάρια στην πόληΠΗΓΗ http://2stav-glossa.blogspot.com/2015/11 /blog-post.html
ΘΕΜΑ: Η χαρούμενη ανακάλυψη των μανιταριών από τον Μαρκοβάλντο και
η ομαδική δηλητηρίαση όσων τα έφαγαν.
ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ: Οι κίνδυνοι που απειλούν τον άνθρωπο εξαιτίας της απομάκρυ
νσης από τη φύση και της διαβίωσης στο μολυσμένο περιβάλλον της πόλης.
ΘΕΜΑΤΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ:
1.Αναλύεται το περιβάλλον της πόλης
2.Η δύσκολη και απάνθρωπη πολλές φορές ζωή των ανθρώπων της πόλης
3.Η νοσταλγία που νοιώθουν οι άνθρωποι των μεγάλων αστικών κέντρων για
τη φύση,το φυσικό κόσμο
4.Αναλύονται οι σχέσεις και τα συναισθήματα(σκέψεις)των ανθρώπων της πό
λης.
Δομή του κειμένου
ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Α' ενότητα (Μια μέρα... στη γυναίκα και στα παιδιά τους):
Β' ενότητα (-Ακούστε τι θα σας πω... αν σας ξεφύγει κουβέντα):
Γ΄ενότητα (Το άλλο πρωί... ήθελαν να μεγαλώσουν):
Δ' ενότητα (Τη νύχτα έβρεξε ... και πήγε σπίτι του):
Ε' ενότητα (Ωστόσο σύντομα... αγριοκοίταζαν ο ένας τον άλλο):
Ενότητα 1η: (Μια μέρα …….ύπαρξης του)
Τίτλος: Η αγάπη του Μαρκοβάλντο για τη φύση
Η ιστορία αρχίζει σαν παραμύθι. Μανιτάρια φυτρώνουν σε μια πόλη αλλά κα
νείς δεν τα παρατηρεί παρά μόνο ο ήρωας της ιστορίας που δεν ενδιαφέρεται για τα στοιχεία της πόλης και τον τεχνικό πολιτισμό αλλά για οτιδήποτε έχε ι σχέση με το φυσικό περιβάλλον.
Ενότητα 2η: (Έτσι ένα πρωί………..κουβέντα)
Τίτλος: Η ανακάλυψη των μανιταριών από το Μαρκοβάλντο και η α
ντίδραση του.
Ο Μαρκοβάλντο ενθουσιάζεται όταν ανακαλύπτει τα μανιτάρια και τα αντιμε
τωπίζει σαν ένα σπάνιο απόκτημα.Η ψυχή του γεμίζει με χαρά, ελπίδα αισιαδο ξία και προσδοκία. Αγωνιά για την τύχη τους,αποκαλύπτει το πολύτιμο μυστικό στην οικογένεια του χωρίς να πει όλες τις λεπτομέρειες και αρχίζει να τον τυ λίγει μια μανία ιδιοκτησίας καθώς φοβάται ότι κάποιος θα του στερήσει τη ση μαντική ανακάλυψη του.
Ενότητα 3η: ( Το άλλο πρωί …..μεγαλώσουν)
Τίτλος: Ο Αμάντιτζι κίνδυνος για τα μανιτάρια του Μαρκοβάλντο
Ο Μαρκοβάλντο ανακαλύπτει ότι ο οδοκαθαριστής Αμάντιτζι γνωρίζει για τα
μανιτάρια και αρχίζει ένας ανταγωνισμός μεταξύ τους. Ο Μαρκοβάλντο πιστεύ ει οτι ο Αμάντιτζι αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τα μανιτάρια του καθώς μπο ρεί να τα καταστρέψει.
Ενότητα 4η: (Τη νύχτα ….σπίτι του)
Τίτλος: Ο Μαρκοβάλντο, ο Αμάντιτζι και οι υπόλοιποι μαζεύουν μανιτά
ρια
Ο Μαρκοβάλντο με την οικογένεια του πηγαίνουν να μαζέψουν μανιτάρια. Ε
κεί συναντούν και τον οδοκαθαριστή που μαζεύει μανιτάρια και μάλιστα γνωρί ζει την ύπαρξη και μεγαλύτερων μανιταριών. Τότε ο Μαρκοβάλντο αναγκάζε ται να γίνει γενναιόδωρος και καλεί και όλους τους περαστικούς να μαζέψουν οι οποίοι ενθουσιάζονται με το γεγονός.
Ενότητα 5η: (Ωστόσο……τον άλλο)
Τίτλος: Η ομαδική δηλητηρίαση
Τα μανιτάρια της πόλης ήταν τελικά μολυσμένα, κάτι που οδηγεί στην ελαφρά
δηλητηρίαση όλων. Ο άνθρωπος που ζει στην πόλη δεν μπορεί να χαρεί τη φύση και τις ομορφιές της. Τα στοιχεία της φύσης δεν μπορούν να επιβιώσουν στο αφιλόξενο περιβάλλον των τσιμεντουπόλεων. Ο Μαρκοβάλντο στο τέλος παρουσιάζεται θυμωμένος , απογοητευμένος και λυπημένος με την εξέλιξη. Η εξαναγκασμένη γενναιοδωρία του δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα.
ΑΣΤΥΦΙΛΙΑ: η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού στα αστικά κέντρα
Προβλήματα ανθρώπων που ζουν στην πόλη:
ΤΟ ΜΑΝΙΤΑΡΙ ΚΑΙ Ο ΗΡΩΑΣ
Είναι ένας φτωχός άνθρωπος, που δεν είναι ευχαριστημένος από τη δουλειά
του και από το μικρό εισόδημα του.
Δεν του αρέσει ο τρό
πος ζωής στις πόλεις για αυτό και απεγνωσμέ να αναζητά στοιχεία της φύσης που θα του δώ σουν λίγη χαρά και θα αλλάξουν τη μονότονη ζωή του.
Συναισθήματα και διάθεση του Μαρκοβάλντο
Η διάθεση του ήρωα και τα συναισθήματά του περνούν από διάφορες
φάσεις ανάλογα με τα γεγονότα.
Πιο συγκεκριμένα:
Α) Βλέπει τα μανιτάρια:
χαρά, ευτυχία, το θεωρεί μικρό θαύμα, κρυμμένο θησαυρό, στη δουλειά του
ήταν αφηρημένος.
Β)Το αποκαλύπτει στην οικογένειά του:
μοιράζεται τη χαρά του, ανυπομονεί να το κόψει, όμως τον κυριεύει ο φόβος
και η ανησυχία ( μήπως τα βρουν
άλλοι), γίνεται καχύποπτος, διακατέχεται από ανταγωνισμό, ατομικιστικό πνεύ
μα και κτητική διάθεση . Αυτό δείχνει την αλλοτρίωση και την αποξένωση των ανθρώπων στην πόλη.
Γ) Βλέπει τον Αμάντιτζι και άλλους να τα μαζεύουν:
νιώθει οργή, εμπάθεια, ανταγωνισμό και απογοήτευση.
Δ)Τελικά: αλλάζει διάθεση και γίνεται γενναιόδωρος και φιλικός, θέλει να τα
μοιραστεί, ίσως δεν είχε αλλοτριωθεί ριζικά.
Ρόλος των μανιταριών:
δίνουν ένα μήνυμα ελπίδας που όμως στο τέλος αποδεικνύεται απατηλό και ε
πικίνδυνο (δηλητηρίαση), διάψευση της ελπίδας.
- Το αφήγημα προβάλλει το ψυχικό αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου της
μεγαλούπολης, ο οποίος υποφέρει από την έλλειψη επαφής με τη φύση και βλέπει την ποιότητα της ζωής του να υποβαθμίζεται, παρά την οικονομική πρό οδο και τις ανέσεις που του είχε εξασφαλίσει η αστική ζωή.
- Τα συναισθήματα που δημιουργεί το πικρό χιούμορ του αφηγήματος εί
ναι θλίψη και απαισιοδοξία, ενώ ο αφελής και ονειροπόλος πρωταγωνιστής προκαλεί τη συμπάθεια και κάποτε το ειρωνικό χαμόγελο του αναγνώστη.
ΓΛΩΣΣΑ- ΥΦΟΣ
Η γλώσσα είναι δημοτική, απλή, καθημερινή, χωρίς πολλά επίθετα και πολλά
σχήματα λόγου.
Το ύφος είναι απλό, άμεσο, ζωντανό, παραστατικό και στο τέλος χιουμοριστι
κό.
Η τελική ανατροπή στο κείμενο μάλλον προκαλεί στον αναγνώστη πικρό γέ
λιοαφενός για τις επικίνδυνες συνθήκες ζωής στην πόλη και αφετέρου για τη συμπεριφορά των ανθρώπων που δεν μπορούν να διακρίνουν το πραγματικό πρόβλημα και αναπτύσσουν εχθρικά αισθήματα χωρίς να υπάρχει ουσιαστι κός λόγος.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ- ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Αφήγηση, Περιγραφή, Διάλογος, Εσωτερικός Μονόλογος, Σχόλιο του αφηγη
τή.
Ο αφηγητής δε συμμετέχει στην ιστορία, αλλά εμφανίζεται σαν να μπορεί να
τα παρακολουθεί και να τα γνωρίζει όλα (Παντογνώστης) (μηδενική εστίαση).
Τα γεγονότα παρουσιάζονται με τη σωστή χρονική σειρά. γ' πρόσωπη αφήγη
ση.
Εκτός από την αφήγηση υπάρχει και ο διάλογος μέσα από τον οποίο αποκαλύ
πτεται ο χαρακτήρας και τα συναισθήματα των ηρώων και ο οποίος χαρίζει ζω ντάνια και αμεσότητα στο κείμενο.
1) Μεταφορές: στα πόδια των δέντρων..., στην καρδιά της πόλης, ξεψάχνι
ζαν την άσφαλτο... με τη σκούπα.
2) Εικόνες: (οπτικές) Τα μάτια ... ποτέ, ... όπως σας βλέπω και με βλέπετε.
3) Μετωνυμία: Μια ωραία τηγανιά!, ανέλπιστη σοδειά (το περιέχον αντί του
περιεχομένου).
4) Επίθετα: στενή πρασιά, άγονη και σκασμένη γη, κρυμμένους θησαυρούς,
πορώδη σάρκα, δανεικό καλάθι, ανέλπιστη σοδειά, ζηλότυπο και δύσπιστο φό βο.
5) Προσωποποιήσεις: καχύποπτη σκέψη, ζηλότυπο και δύσπιστο φόβο
ΠΗΓΗ http://blogs.sch.gr/peraia2/files/2014/10/%CE%9C%CE%91%CE%9D%CE%99%CE% A4%CE%91%CE%A1%CE%99%CE%91-%CE%A3%CE%A4%CE%97%CE%9D-%CE%A0%CE%9F%CE%9B%CE%97-%CE%95%CE%9D%CE%94%CE%95%CE%99%CE%9A%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE %97-%CE%91%CE%9D%CE%91%CE%9B%CE%A5%CE%A3%CE%97.pdf Επιμέλεια : Ταχτσίδης Κωνσταντίνος ΠΕ02
ΑΝΑΛΥΣΗ - ’’ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ’’ - ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: Θέμα: Η χαρούμενη ανακάλυψη των μανιταριών από τον Μαρκοβάλντο και η ομαδι κή δηλητηρίαση όσων τα έφαγαν, εξαιτίας του μολυσμένου περιβάλλοντος της πόλης. Περιεχόμενο: χαρακτηρίζεται κοινωνικό, γιατί θίγει ένα πρόβλημα της σύγχρονης κοινω νίας. Βασική ιδέα: Οι κίνδυνοι που απειλούν τον άνθρωπο εξαιτίας της απομά κρυνσης από τη φύση και της διαβίωσης στο μολυσμένο περιβάλλον της πό λης. Περιεχόμενο και νοηματικά κέντρα: Ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορηματικού αποσπάσματος Μανιτάρια στην πόλη είναι ο Μαρκοβάλντο, ο οποίος διακρίνεται για τη μεγάλη του αγάπη για τη φύση και τις ομορφιές της, τις οποίες αναζητά αλλά δε γνωρίζει πού μπο ρεί να τις βρει. Ενθουσιάζεται καθώς ένα πρωινό, πηγαίνοντας στη δουλειά του, ανακαλύπτει μανιτάρια μέσα στην πόλη. Με αφορμή την ανακάλυψή του αυτή ο Μαρκοβάλντο αρχίζει να ονειρεύεται την επιστροφή στη φύση, που τό σο πολύ αγαπά. Ανυπομονεί να δει τα μανιτάρια να μεγαλώνουν, ανησυχεί μή πως κάποιος τα κλέψει και νιώθει ανακούφιση κάθε φορά που διαπιστώνει ότι κανείς δεν τα έχει πειράξει. Ιδιαίτερα μεγάλη είναι η χαρά που αισθάνεται τη νύχτα που βρέχει, καθώς συνειδητοποιεί ότι πλησιάζει η ώρα που θα αποκτή σει επιτέλους τα πολυπόθητα μανιτάρια. Όμως, τη χαρά του διαδέχεται η απο γοήτευση που ακολουθεί τη δυσάρεστη έκπληξη που τον περιμένει, όταν κατα λήγουν όλοι ομαδικά στο νοσοκομείο εξαιτίας των δηλητηριασμένων μανιτα ριών. ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ Ενότητες - Πλαγιότιτλοι: 1η ενότητα: «Μια μέρα .... της ύπαρξής του»: Η ζωή στην πόλη και η αναζήτηση της φύσης. 2η ενότητα: «Έτσι, ένα πρωί, .... με τη σκούπα»: Το φύτρωμα των μανιταριών και οι αντιδράσεις του Μαρκοβάλντο. 3η ενότητα: «Ήταν Σάββατο .... και πήγε σπίτι του»: Η συλλογή των μανιταριών. 4η ενότητα: «Ωστόσο σύντομα .... ο ένας τον άλλο»: Η δηλητηρίαση. Αφηγητής: Ο αφηγητής δε συμμετέχει στην ιστορία (αμέτοχος, ετεροδιηγητι κός), αλλά εμφανίζεται σαν να μπορεί να τα παρακολουθεί και να τα γνωρίζει όλα, παντογνώστης με μηδενική εστίαση. Αφήγηση: Η αφήγηση είναι χρονο λογική, γραμμική και γίνεται σε γ' πρόσωπο. Αφηγηματικές τεχνικές: Οι αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται είναι: Αφήγηση, Περιγραφή, Διάλογος, Εσωτερικός Μονόλογος. Χώρος: μια στάση του τραμ σε μια ιταλική πόλη, το σπίτι του Μαρκοβάλντο και τέλος σε ένα νοσοκομείο. Χρόνος: μια μέρα του χειμώνα. Τρόπος παρουσίασης των προσώπων: ο συγγραφέας παρουσιάζει τον κεντρικό ήρωα της ιστορίας, το Μαρκοβάλ ντο, κυρίως με τη μέθοδο της άμεσης έκθεσης (στατική παρουσίαση), δηλαδή δίνει ο ίδιος χαρακτηρισμούς της συμπεριφοράς του ήρωα και δεν αφήνει τον αναγνώστη να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματά του από αυτή τη συμπε ριφορά. ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Γλωσσικές παρατηρήσεις: Η γλώσσα του έργου είναι η απλή, ζωντανή και παραστατική δημοτική, πλούσια στην έκφραση συναισθημάτων. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί πολλά θαυμαστικά, ερωτηματικά, άνω και κάτω τελείες. Υφολογικές παρατηρήσεις: Το ύφος είναι λιτό, με νοσταλγική και μελαγχολική διάθεση. Ελαφρά ειρωνικό, χιουμο ριστικό και κωμικό (σκηνή στο νοσοκομείο). Στο έργο προσδίδει ζωντάνια η διαλογική μορφή που διακόπτει την αφήγηση. Σχήματα λόγου: Μεταφορές: «ριπή σπορίων», «το βλέμμα του που γλιστρούσε πάνω τους», «στα πόδια των δέντρων ξεπρόβαλλαν καρούμπαλα», «πραγματικά μανιτάρια που ξεμύτιζαν», «μες στην καρδιά της πόλης!», «ο γκρίζος και άχαρος κόσμος που τον περιέβαλλε είχε μονομιάς γεμίσει κρυμμένους θησαυρούς», «και δεν έβλεπε την ώρα», «τη λεπτή τους γεύση», «τον τύλιγε μέσα σ’ ένα ζηλότυπο και δύσπιστο φόβο», «ξεψάχνιζαν την άσφαλτο του δρόμου, για να βρουν ίχνη της φύσης και να τα σβήσουν με τη σκούπα», «κάτω από τη μύτη», «κοκάλωσε από οργή». Παρομοιώσεις: «το βλέμμα που γλιστρούσε πάνω τους, όπως στην άμμο της ερήμου», «ένιωσε λες και ο γκρίζος και άχαρος κόσμος που τον περιέβαλλε είχε μονομιάς γεμίσει κρυμμένους θησαυρούς», «όπως οι αγρότες, που έπειτα από μήνες ξηρασίας ξυπνούν και χορεύουν από χαρά στον ήχο των πρώτων σταγόνων, έτσι και ο Μαρκοβάλντο ήταν ο μόνος στην πόλη που ξύπνησε». Αναδίπλωση: «ήταν μανιτάρια, πραγματικά μανιτάρια» Επανάληψη: «βρέχει, βρέχει» Ασύνδετο: «κοκάλωσε από οργή, από λύσσα» Εικόνες: Η εικόνα της πόλης («τα μάτια αυτού του Μαρκοβάλντο ... της ερήμου»). Η εικόνα των στοιχείων της φύσης, («κι από την άλλη ... της ύπαρξής του»). Η εικόνα των μανιταριών, («στο κομμάτι της άγονης ... υπόγεια σώματα», «και να τα μανιτάρια ... ακόμα χώμα»). Η εικόνα του «διοπτροφόρου» οδοκα θαριστή, («αυτός ο οδοκαθαριστής ... νεαρός»). ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Χαρακτηρισμός πρωταγωνιστών/ηρώων: Μαρκοβάλντο: Ο ήρωας αναζητά μάταια τη φύση μέσα στην πόλη, αλλά του είναι αδύνατο να την ανακαλύψει. Ωστόσο, είναι αναγκασμένος να συμβιβα στεί με την τεχνητή ζωή. Από το απόσπασμα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η κοινωνική του θέση είναι χαμηλή, καθώς εργάζεται ως αχθοφόρος, προκει μένου να ζήσει την οικογένειά του, και τους υπόσχεται ότι θα τους φέρει μαν ιτάρια. Ιδέες - Συναισθήματα: Το αφήγημα προβάλλει το ψυχικό αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου της με γαλούπολης, ο οποίος υποφέρει από την έλλειψη επαφής με τη φύση και βλέ πει την ποιότητα της ζωής του να υποβαθμίζεται, παρά την οικονομική πρόο δο και τις ανέσεις που του είχε εξασφαλίσει η αστική ζωή. Τα συναισθήματα που δημιουργεί το πικρό χιούμορ του αφηγήματος είναι θλίψη και απαισιοδοξί α, ενώ ο αφελής και ονειροπόλος πρωταγωνιστής προκαλεί τη συμπάθεια και κάποτε το ειρωνικό χαμόγελο του αναγνώστη. Η συναισθηματική μετάπτωση του ήρωα: χαρά, ανυπομονησία, ενθουσια σμός, αγάπη, καχυποψία, ανησυχία, ζηλοτυπία, δυσπιστία, φόβος, ενθουσια σμός, έκπληξη, οργή, αγανάκτηση, γενναιοδωρία και αντιπάθεια. Προβλήμα τα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που ζουν στην πόλη. Είναι γεγονός ότι η ζωή στις μεγαλουπόλεις προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα. Υπάρχουν όμως και μερικά προβλήματα που προκύπτουν από τη διαβίωση στη αστικά κέντρα. Αρχικά, η απομάκρυνση από τη φύση και η στέρηση της φυσικής ζωής είναι ιδιαίτερα έντονη περισσότερο σε εκείνους που είναι φυσιο λάτρες και συνειδητοποιούν το σημαντικό ρόλο της φύσης στη ζωή του ανθρώ που. Επιπλέον, οι ανθρώπινες σχέσεις σε μια πόλη είναι απρόσωπες και υπάρχει α πομόνωση, αποξένωση, επιφύλαξη και ανταγωνισμός («Για μια στιγμή σχεδόν κοκάλωσε από οργή, έπειτα - όπως συχνά συμβαίνει - οι προσωπικές εμπάθει ες»). Επίσης, η μόλυνση του περιβάλλοντος αναμφισβήτητα βλάπτει την καθημερι νή ζωή της πόλης και συχνά οδηγεί αρκετούς ανθρώπους στο νοσοκομείο. Το ίδιο έπαθε και ο Μαρκοβάλντο και όλοι όσοι έφαγαν τα πιθανώς μολυσμέ να μανιτάρια. Τέλος, σημαντικά προβλήματα είναι η αλλοτρίωση, το άγχος, η μοναξιά και η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Ο συμβολισμός των μανιταριών και ο ρό λος τους. Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα μανιτάρια προβάλλει την απουσία της επαφής του αστού με το φυσικό περιβάλλον, την αναζήτηση της φύσης και τη λαχτάρα για επικοινωνία με αυτήν. Η αναζήτηση και η λαχτάρα καταλή γουν σε αδιέξοδο. Έτσι, αποδεικνύεται μάταιη η ελπίδα για απόλαυση των μανιταριών μέσα στο αφιλόξενο περιβάλλον της μεγαλούπολης. Τα μανιτάρια αν και δίνουν ένα μή νυμα ελπίδας, αυτό στο τέλος διαψεύδεται και μάλιστα αποδεικνύεται απατη λό και επικίνδυνο (δηλητηρίαση). ΔΕΣ ΚΑΙ... http://7gym-kaval.kav.sch.gr/htdocs/attachments/article/124/manitaria% 20sthn%20polh.pdf http://alexgger.blogspot.com/2012/12/blog-post_11.html ΤΕΣΤ ΠΗΓΗ https://www.slideshare.net/stellakarioti/ss-42770742 πηγή:https://www.slideshare.net/ssuserd078fa/ss-85985571 ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗΤο κείμενο
Θεματικά κέντρα
Δομή του κειμένου
Ενότητα 1η: (Μια μέρα …….ύπαρξης του)
Η αγάπη του Μαρκοβάλντο για τη φύση
Η ιστορία αρχίζει σαν παραμύθι. Μανιτάρια φυτρώνουν σε μια πόλη αλλά κανείς δεν τα παρατηρεί παρά μόνο ο ήρωας της ιστορίας που δεν ενδιαφέρεται για τα στοιχεία της πόλης και τον τεχνικό πολιτισμό αλλά για οτιδήποτε έχει σχέση με το φυσικό περιβάλλον.
Η ανακάλυψη των μανιταριών από το Μαρκοβάλντο και η αντίδραση του.
Ο Μαρκοβάλντο ενθουσιάζεται όταν ανακαλύπτει τα μανιτάρια και τα αντιμετωπίζει σαν ένα σπάνιο απόκτημα.Η ψυχή του γεμίζει με χαρά, ελπίδα αισιαδοξία και προσδοκία. Αγωνιά για την τύχη τους, αποκαλύπτει το πολύτιμο μυστικό στην οικογένεια του χωρίς να πει όλες τις λεπτομέρειες και αρχίζει να τον τυλίγει μια μανία ιδιοκτησίας καθώς φοβάται ότι κάποιος θα του στερήσει τη σημαντική ανακάλυψη του.
Ενότητα 3η: ( Το άλλο πρωί …..μεγαλώσουν)
Ο Αμάντιτζι κίνδυνος για τα μανιτάρια του Μαρκοβάλντο
Ενότητα 4η: (Τη νύχτα ….σπίτι του)
Ο Μαρκοβάλντο, ο Αμάντιτζι και οι υπόλοιποι μαζεύουν μανιτάρια
Ο Μαρκοβάλντο με την οικογένεια του πηγαίνουν να μαζέψουν μανιτάρια. Εκεί συναντούν και τον οδοκαθαριστή που μαζεύει μανιτάρια και μάλιστα γνωρίζει την ύπαρξη και μεγαλύτερων μανιταριών. Τότε ο Μαρκοβάλντο αναγκάζεται να γίνει γενναιόδωρος και καλεί και όλους τους περαστικούς να μαζέψουν οι οποίοι ενθουσιάζονται με το γεγονός.
Ενότητα 5η: (Ωστόσο……τον άλλο)
Η ομαδική δηλητηρίαση
Τα μανιτάρια της πόλης ήταν τελικά μολυσμένα, κάτι που οδηγεί στην ελαφρά δηλητηρίαση όλων. Ο άνθρωπος που ζει στην πόλη δεν μπορεί να χαρεί τη φύση και τις ομορφιές της. Τα στοιχεία της φύσης δεν μπορούν να επιβιώσουν στο αφιλόξενο περιβάλλον των τσιμεντουπόλεων.Ο Μαρκοβάλντο στο τέλος παρουσιάζεται θυμωμένος , απογοητευμένος και λυπημένος με την εξέλιξη. Η εξαναγκασμένη γενναιοδωρία του δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα.Μαρκοβάλντο
Είναι ένας φτωχός άνθρωπος, που δεν είναι ευχαριστημένος από τη δουλειά του και από το μικρό εισόδημα του. Δεν του αρέσει ο τρόπος ζωής στις πόλεις για αυτό και απεγνωσμένα αναζητά στοιχεία της φύσης που θα του δώσουν λίγη χαρά και θα αλλάξουν τη μονότονη ζωή του. Ενθουσιάζεται με τα μανιτάρια και ελπίζει ότι θα απολαύσει ένα ωραίο και πλούσιο γεύμα. Φοβάται να μοιραστεί το μυστικό του με άλλους ίσως γιατί τα μανιτάρια δεν θα είναι αρκετά για όλους. Γίνεται καχύποπτος και αναπτύσσει εχθρικά συναισθήματα για τον οδοκαθαριστή που απειλεί να του στερήσει τη σπουδαία ανακάλυψη του. Στο τέλος η αρχική ελπίδα που έδωσαν τα μανιτάρια αποδεικνύεται απατηλή και επικίνδυνη και ο Μαρκοβάλντο νιώθει οργή για αυτό που συνέβη.
Προβλήματα των ανθρώπων στις πόλεις
Τεχνικές αφήγησης
Ο αφηγητής δεν παίρνει μέρος στην αφήγηση, δεν συμμετέχει στα γεγονότα και τα γεγονότα παρουσιάζονται με τη σωστή χρονική σειρά. Εκτός από την αφήγηση υπάρχει και ο διάλογος μέσα από τον οποίο αποκαλύπτεται ο χαρακτήρας και τα συναισθήματα των ηρώων και ο οποίος χαρίζει ζωντάνια και αμεσότητα στο κείμενο.
Γλώσσα- ύφος
Η γλώσσα είναι δημοτική, απλή, καθημερινή, χωρίς πολλά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου.
Το ύφος είναι απλό, άμεσο, ζωντανό, παραστατικό και στο τέλος χιουμοριστικό.
Η τελική ανατροπή στο κείμενο μάλλον προκαλεί στον αναγνώστη πικρό γέλιο αφενός για τις επικίνδυνες συνθήκες ζωής στην πόλη και αφετέρου για τη συμπεριφορά των ανθρώπων που δεν μπορούν να διακρίνουν το πραγματικό πρόβλημα και αναπτύσσουν εχθρικά αισθήματα χωρίς να υπάρχει ουσιαστικός λόγος.
http://alexgger.blogspot.com/2012/12/blog-post_11.html https://www.slideshare.net/alexgger/ss-14223353?ref=http://alexgger.blogspot.com/2012/09/blog-post.html ΕΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΕΛΟΣ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ https://issuu.com/742381/docs/__________________2e7ec116a955f2 δες : https://www.slideshare.net/ssuserd078fa/ss-87518061 ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ
Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ
Ο Ίταλο Καλβίνο γεννήθηκε το 1923 στην Κούβα, σπούδασε στην Ιταλία Γεωπονία και
Φιλολογία αλλά ασχολήθηκε με το συγγραφικό έργο. Πήρε μέρος στην αντίσταση κατά του φασισμού. Από αυτούς τους αγώνες ήταν εμπνευσμένα τα πρώτα έργα του. Αργότερα, ασχολήθηκε με τα προβλήματα της καθημερινής ζωής των ανθρώπων που δημιουργήθη καν με την αστικοποίηση( δηλαδή τον συνωστισμό στις πόλεις) και τη ραγδαία εκβιομη χάνιση. Πέθανε το 1985 στην Ιταλία.
ΤΟ ΕΡΓΟ
Το απόσπασμα προέρχεται από το μυθιστόρημα «Μαρκοβάλντο ή Οι Εποχές στην πό
λη», στο οποίο ο συγγραφέας παρουσιάζει είκοσι σύντομες ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Μαρκοβάλντο και την οικογένειά του. Σε αυτές προβάλλεται η αλλοίωση της ανθρώ πινης ζωής που έχει προκληθεί από τον αστικοποιημένο τρόπο ζωής. Στο απόσπασμα βλέπουμε πόσο έχει χαθεί η επαφή του ανθρώπου με τη φύση.
ΕΝΟΤΗΤΕΣ
1η ΕΝΟΤΗΤΑ
«Μια μέρα….τις αθλιότητες της ύπαρξής του»:Η αγάπη του Μαρκοβάλντο για τη φύση
και η αδιαφορία του για την πόλη.
2η ΕΝΟΤΗΤΑ
«Έτσι ένα πρωί….και στα παιδιά του»:Η ανακάλυψη των μανιταριών.
3η ΕΝΟΤΗΤΑ
«Ακούστε τι θα σας πω…αν σας ξεφύγει κουβέντα»:Η αποκάλυψη του νέου στην οικογέ
νεια.
4η ΕΝΟΤΗΤΑ
«Το άλλο πρωί….ήθελαν να μεγαλώσουν»: Η συνάντηση με τον Αμάντιτζι.
5η ΕΝΟΤΗΤΑ
«Τη νύχτα έβρεξε…ο ένας τον άλλο»:Η συγκομιδή των μανιταριών και η κατάληξη στο
νοσοκομείο.
ΗΡΩΕΣ
Ο Μαρκοβάλντο, η γυναίκα του η Ντομιτίλα, τα παιδιά τους, ο Αμάντιτζι και οι άνθρωποι
που περιμένουν στη στάση του τραμ.
ΤΙΤΛΟΣ
Ο τίτλος του αποσπάσματος «Μανιτάρια στην πόλη» είναι αντιφατικός, γιατί δεν είναι
αναμενόμενο σε μια πόλη να υπάρχουν φυσικά στοιχεία και μάλιστα μανιτάρια.
ΧΡΟΝΟΣ
Δεν προσδιορίζεται συγκεκριμένη εποχή του χρόνου. Η ιστορία εξελίσσεται γραμμικά σε
διάστημα τριών ημερών, από την Παρασκευή ως την Κυριακή.
ΤΟΠΟΣ
Δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια. Πρόκειται για μια οποιαδήποτε μεγαλούπολη.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Τριτοπρόσωπος, παντογνώστης αφηγητής.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Αφήγηση, περιγραφή, διάλογος, εσωτερικός μονόλογος
ΓΛΩΣΣΑ
Απλή και κατανοητή. Χρησιμοποιούνται πολλά επίθετα για να αποδώσουν τη ζωή στην
πόλη και τα συναισθήματα του πρωταγωνιστή.
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ
Μεταφορές, παρομοιώσεις, προσωποποίηση (τα πόδια των δέντρων), ασύνδετα (πινακί
δες, σηματοδότες…..αφίσες), κοσμητικά επίθετα, αντίθεση ( ένιωσε λες κι ο γκρίζος και άχαρος….γεμίσει κρυμμένους θησαυρούς), επανάληψη (μανιτάρια, πραγματικά μανιτά ρια), ειρωνεία (ζηλότυπο και δύσπιστο φόβο), κλιμάκωση ( η πορώδης σάρκα τους ωρί μαζε, απομυζούσαν … τον φλοιό της γης), εικόνες (οπτικές και οσφρητική).
ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΒΑΛΝΤΟ
Πρόκειται για ένα αχθοφόρο με μικρές οικονομικές απολαβές που ζει σε μια μεγαλούπο
λη στην οποία έχει εισβάλει η τεχνολογική πρόοδος (τραμ) και κυριαρχούν οι φωτεινές πινακίδες, οι βιτρίνες κλ.π. Όμως ο Μαρκοβάλντο αδιαφορεί γι’ αυτά και νοσταλγεί τη ζω ή στη φύση ψάχνοντας κάτι που του τη θυμίζει. Δείχνει ως ένα βαθμό να έχει κυριευτεί από το πνεύμα του ατομικισμού και της αδιαφορίας για τους άλλους πράγμα που επικρα τεί στα αστικά κέντρα. Τελικά όμως νικά το στοιχείο του αλτρουισμού ( δηλαδή του ενδια φέροντος για τον συνάνθρωπο) και καταπνίγεται ο εγωισμός όταν καλεί τους περαστι κούς να μαζέψουν μανιτάρια..
Ο ΑΜΑΝΤΙΤΖΙ
Αν και παρουσιάζεται ελάχιστα στο κείμενο, φαίνεται εξοικειωμένος με τη ζωή στην πόλη.
Είναι οδοκαθαριστής και φοράει γυαλιά για να κάνει όσο το δυνατόν καλύτερα τη δου λειά του και να μην ξεφύγει ούτε ένα χορταράκι. Αυτό ενοχλεί τον Μαρκοβάλντο.
Η ΠΟΛΗ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΒΑΛΝΤΟ
Στην πόλη έχει εισβάλει η τεχνολογική πρόοδος (τραμ) και κυριαρχούν οι φωτεινές πινα
κίδες, οι βιτρίνες κλ.π. Όμως ο Μαρκοβάλντο δεν γοητεύεται από αυτά αλλά νοσταλγεί τη ζωή στη φύση και συνειδητοποιεί την αθλιότητα της ζωής στην πόλη. Η φύση έχει εξο ριστεί από την πόλη. Στο απόσπασμα φαίνεται σαν να φωτογραφίζονται οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις, όπου οι πινακίδες, το γκρίζο, το καυσαέριο, το τσιμέντο, η ακαλαισθησί α των κτηρίων και η ηχορύπανση κυριαρχούν. Γι’ αυτό τα λίγα μανιτάρια και το ελάχιστο πράσινο αποτελούν σπάνιο θέαμα, ένα μικρό θαύμα. Οι άνθρωποι εργάζονται σε δύσκο λες συνθήκες και ζουν με το άγχος της απόκτησης κάποιων χρημάτων για να επιβιώ σουν φτωχικά. Είναι αποξενωμένοι, ατομιστές, ανταγωνιστικοί και κλεισμένοι στον εαυ τό τους
Η ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους, δεν θέλουν να μοιράζονται τις χα
ρές ούτε τα αγαθά. Γι’ αυτό ο Μακροβάλντο ανησυχεί μήπως ανακαλύψουν κι άλλοι τα μανιτάρια. Η παρουσία του οδοκαθαριστή Αμάντιτζι τον γεμίζει φόβο και ανησυχεί μή πως αυτός έχει δει «τα δικά του»μανιτάρια. Για άλλη μια φορά προβάλλεται η μανία του ανθρώπου να κατέχει τα αγαθά για τον εαυτό του, η μανία της ιδιοκτησίας και η εγωιστι κή διάθεση. Η σχέση του με τη φύση είναι ιδιοκτησιακή-κτητική.
Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΒΑΛΝΤΟ
Η ψυχή του φωτίζεται, το γκρίζο χρώμα της πόλης χάνεται και μετατρέπεται σε εσωτερι
κό φως. Ο Μαρκοβάλντο αδιαφορεί για τα καθημερινά προβλήματά του, τη δουλειά, τα επιδόματα διατροφής. Όλα φαίνονται ασήμαντα μπροστά στην ευτυχία του για την εμφά νιση των μανιταριών. Η χαρά τον κάνει να είναι αφηρημένος ακόμα και στη δουλειά του καθώς σκέπτεται τα μανιτάρια.
Η ΦΥΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
Τα συναισθήματα του Μαρκοβάλντο μετά την ανακάλυψη των μανιταριών δείχνουν πό
σο ευεργετική είναι η ζωή στη φύση για την ψυχολογία και τη διάθεση του ανθρώπου. Ακόμη και ένα μικρό ίχνος φύσης (τα μανιτάρια), γαληνεύει την ανθρώπινη ψυχή και φέρ νει τη χαρά.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Α) Η χαρά του Μαρκοβάλντο στην ανακάλυψη των μανιταριών.
Β) Τα παιδιά του δεν έχουν δει ποτέ μανιτάρια και γι΄ αυτό αναγκάζεται να τα περιγράψει
( η ζωή στην πόλη α αποκόπτει τους δεσμούς του ανθρώπου με τη φύση).
ΟΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΒΑΛΝΤΟ
Αρχικά κυριεύεται από χαρά ( με την ανακάλυψη). Έπειτα νιώθει τόση ανυπομονησία
για την ωρίμανση των μανιταριών, που αδιαφορεί για τη δουλειά του. Έπειτα τον κυριεύ ει το άγχος και η ανησυχία μήπως τα εντοπίσουν και άλλοι και τα μαζέψουν. Οργίζεται με τον οδοκαθαριστή σκεπτόμενος ότι ίσως του κλέψει τον θησαυρό του. Την ώρα που πάει με την οικογένειά του να μαζέψει τα μανιτάρια και βλέπει ότι ο Αμάντιτζι ήδη τα μαζεύει , νιώθει οργή, ζήλεια και απογοήτευση ίσως και μίσος. Αμέσως μετά όμως αλλάζει διάθε ση και προσκαλεί γενναιόδωρα όλο τον κόσμο για να μαζέψει κι αυτός. Εδώ κυριαρχεί ο αλτρουισμός. Το απόσπασμα κλείνει με την οργή προς τον Αμάντιτζι στο νοσοκομείο.
Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΞΑΦΝΙΚΗΣ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΒΑΛΝΤΟ
Αφού δεν μπορούσε να κρατήσει όλα τα μανιτάρια για τον εαυτό του και ο οδοκαθαρι
στής προσκαλούσε κι άλλους να τα μαζέψουν, έκρινε ότι θα ήταν καλύτερο να τους προ σκαλέσει αυτός. Ίσως ένιωθε τύψεις για την προηγούμενη εγωιστική στάση του. Μπορεί επίσης η φύση που ζωντάνεψε στην πόλη με τα μανιτάρια, να τον έκανε ξανά ευαίσθητο και γενναιόδωρο. Του επανέφερε δηλαδή την ανάγκη να μοιραστεί με άλλους τα αγαθά.
ΕΛΑΤΕ ΝΑ ΤΑ ΦΑΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ
Η φράση δηλώνει την επιθυμία των ανθρώπων που ζουν συγκεντρωμένοι αλλά αποξενω
μένοι στις πόλεις να ξαναγυρίσουν σε ένα πιο παραδοσιακό τρόπο ζωής να ξαναέρθουν σε επαφή μεταξύ τους και να δημιουργήσουν ξανά ανθρώπινες σχέσεις. Όμως αυτό δεν πραγματοποιείται. Φαίνεται ότι οι άνθρωποι στην πόλη έχουν μπει οριστικά σε μοναχικό δρόμο. Όπως έλεγε ο Αντώνης Σαμαράκης: «Ποτέ άλλοτε οι στέγες των σπιτιών δεν ή ταν τόσο κοντά η μια στην άλλη, κι όμως ποτέ άλλοτε οι ψυχές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακριά η μια από την άλλη»
ΚΩΜΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ
Το διήγημα κλείνει με τρόπο κωμικό, καθώς όλοι όσοι μάζεψαν μανιτάρια κατέληξαν στο
νοσοκομείο για πλύση στομάχου ( ήταν δηλητηριασμένα). Το τέλος συμβολίζει την διά ψευση της ελπίδας ότι μπορεί να αλλάξει ζωή ο άνθρωπος της μεγαλούπολης και να ζωντανέψει τη φύση στη ζωή του.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΨΗΦΙΑΚΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΜΑΡΙΑ IΟΡΔΑΝΙΔΟΥ
Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας
Η αστική καθημερινότητα της σύγχρονης εποχής μέσα στην οποία κυριαρχούν το
τσιμέντο και οι πολυκατοικίες είναι το θέμα με το οποίο ασχολήθηκε η Μαρία Ιορδανίδου στο τελευταίο της πεζογράφημα Η αυλή μας (1981). Το παρακάτω απόσπασμα προέρχε ται από την αρχή του βιβλίου και είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό. Η ηλικιωμένη Κωνσταντινουπολίτισσα συγγραφέας ζει πια σε πολυκατοικία, όπου βιώνει όλα τα προ βλήματα της κοινής ζωής, τις ενοχλήσεις από τα άλλα διαμερίσματα και την ψυχική απο ξένωση των ενοίκων.
Ζούμε στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας.
Κι εγώ τώρα κάθουμαι σε πολυκατοικία. Έχω ένα εσωτερικό δυάρι στον τρίτο όροφο. Ε σωτερικά τα λένε τώρα τα διαμερίσματα που δε βλέπουν στο δρόμο αλλά στην αυλή. Μα και η αυλή πια δε λέγεται αυλή αλλά ακάλυπτος χώρος. Στις περισσότερες απ’ αυτές τις πολυκατοικίες, που χτίζονται η μια ύστερα απ’ την άλ λη, σπάνια θα δεις παράθυρο. Είναι όλο μπαλκονόπορτες και βγαίνουν σ’ ένα μπαλκόνι που ζώνει την πολυκατοικία ένα γύρο και θυμίζει κατάστρωμα βαποριού. Έτσι λοιπόν, μπαλ κονόπορτα και κάμαρα, και η κάθε κάμαρα μοιάζει διάδρομος. Πώς επιπλώνεται, πώς κα τοικείται αυτός ο χώρος, δεν έχεις ανάγκη να το σκεφτείς εσύ. Το αποφάσισε προκαταβο λικά ο αρχιτέκτονας. Σου έβαλε την πρίζα για την τηλεόραση εκεί που πρέπει να την το ποθετήσεις, σου έβαλε τις απλίκες* εκεί που θα μπει το «καθιστικό», δηλαδή ο καναπές, το χαμηλό τραπέζι και οι δυο τεράστιες πολυθρόνες της μόδας. Δεν υπάρχει κατάλληλη γωνιά για να εγκαταστήσει η νοικοκυρά την «κόχη» της. Εκεί που θα κουρνιάσει* να πιει το καφεδάκι της, να πάρει τη γάτα στην αγκαλιά της, και να αφουγκραστεί* την ανάσα του σπιτιού της. Ίσως γι’ αυτό η σημερινή γυναίκα δεν αγαπά το σπίτι της. Ξένο πράμα. Όλα τυποποιημένα, όλα προμελετημένα.* Η απόσταση που μπορείς να απλώσεις το πό δι σου και το χέρι σου. Πόσο πρέπει να σκύψεις το κεφάλι σου όταν σηκώνεσαι όρθιος μέσα στην μπανιέρα, έτσι που να μην κουτουλήσεις στο σώμα του καλοριφέρ που κρέμεται στον τοίχο.
Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν και οι άνθρωποι. Μέσα στις πολυκατοικίες οι άνθρωποι γίνανε αγγλοπρεπείς.* Βλέπεις κάποιον στη σκάλα ή στο ασανσέρ και δε σε χαιρετά. Στέ
κεται μπροστά σου σαν κολόνα πάγου, φοβάσαι να τον χαιρετήσεις κι εσύ. Δεν ξέρεις καλά καλά συγκάτοικος είναι ή ξένος. Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους. Τα μούτρα των συγκατοίκων μου ας μην τα ξέρω. Ξέρω όμως τη φωνή τους, το βήχα τους. Ξέρω της διπλανής μου τον αναστεναγμό και το βογκητό. Βογκά τα βράδια όταν πέφτει στο κρεβάτι της, βογκά και τη νύχτα. Φαίνεται πως έχει άλατα στις κλειδώσεις της και πονεί. Κάθε πρωί στις έξι ακούω το ξυπνητήρι της. Όλα αυτά ακούονται γιατί το κρεβάτι της είναι δίπλα στο δικό μου και μας χωρίζει ένας τοίχος. Από το λουτροκαμπινέ συνορεύω με το διαμέρισμα που η πόρτα του είναι απέναντι στην πόρτα του δικού μου διαμερίσματος. Εκεί πάλι ακούς σπαραχτικές φωνές παιδιού. Κάθε πρωί η μητέρα του προσπαθεί να το ντύσει, εκείνο, αγουροξυπνημένο, αμύνεται, και φαίνεται πως το δέρνει. – Κυρία μου, φωνάζω εγώ από το παράθυρο του μπάνιου, αφήστε το παιδί να ηρεμήσει . Είναι σε ηλικία που πρέπει να μάθει να ντύνεται μόνο του. – Τι λες, κυρά μου; φωνάζει έξαλλη από μέσα η μητέρα. Εγώ πρέπει στις οχτώ να είμαι στη δουλειά μου. Ήρθε και το αυτοκίνητο του σχολείου να την πάρει, δεν το ακούτε στο δρόμο που κορνάρει; Πραγματικά, από το δρόμο ακούγεται το μπικ-μπικ του αυτοκινήτου. Δε μίλησα. Ήξερα από την Παναγιώτα την καθαρίστρια πως η μητέρα και ο πατέρας ήταν τραπεζικοί υπάλ ληλοι. Λίγες ώρες ησυχία, και το μεσημέρι πάλι φωνές παιδιού. Το αυτοκίνητο του σχολείου έ φτασε, όμως η μητέρα άργησε, και ο σωφέρ δεν μπορεί ν’ αφήσει το παιδί στο πεζοδρό μιο. Το παίρνει μαζί του και ξεκινά. Το παιδί από μέσα ωρύεται.* Για κανένα μήνα ησύχασα όταν το αντρόγυνο πήρε την άδειά του την καλοκαιρινή. Ξεκί νη σαν οι δυο με τ’ αυτοκίνητό τους για το εξωτερικό και το κοριτσάκι το άφησαν στη γιαγιά του που έμενε στο Χαϊδάρι. Μια μέρα, από τις φωνές του παιδιού και της μητέρας, κατά λαβα πως η άδεια τελείωσε. Γύρισαν πίσω. Ακούω ένα βράδυ σπαραχτικές φωνές παιδι ού, φωνές πόνου. – Φά’ το! φά’ το είπα! Δεν το τρως; Σε λίγο η σπαραχτική φωνή πάλι. – Άνοιξε το στόμα σου! Θα σε μπατσίσω! Και πάλι η φωνή. Δε βάσταξα. Πετιέμαι έξω, μ’ αρπάζει η Νέλλη,* με τραβοκοπά. – Πού πας; – Πάω να πιάσω την πόρτα τους με τις κλοτσιές. Άσε με. – Τρελάθηκες; Ναι, πραγματικά τρελάθηκα. Σκέφτομαι σε ποιον ν’ αποταθώ.* Στην Αστυνομία; Σε κανέ να σύλλογο; Φωνάζω την Παναγιώτα και τη ρωτώ τι συμβαίνει. – Το παιδάκι από τον καιρό που γύρισαν πίσω δεν τρώει τίποτα. Έγινε πετσί και κόκαλο. Το κακόμαθε η γιαγιά του φαίνεται. Οι Γάλλοι λένε: Les enfants, quand ils sont petits, ils nous aiment. Quand ils grandis sent, ils nous jugent, et parfois ils nous pardonnent, Τα παιδιά, όταν είναι μικρά μας αγα πάνε, όταν μεγαλώνουν μας κρίνουνε, και καμιά φορά μάς συγχωρούνε. Αυτή η μικρούλα, φαίνεται, μεγάλωσε πριν από την ώρα της, έκρινε τη μητέρα της και δεν τη συγχώρεσε ούτε για το ξύλο ούτε για την εγκατάλειψη. Την εκδικείται, πώς αλλιώς μπορεί να την εκδικηθεί. Έχουν την αξιοπρέπειά τους και τα παιδιά. Η ζωή μου μέσα σ’ αυτή την πολυκατοικία είχε καταντήσει αφόρητη. Ευτυχώς όμως η οι κογένεια αγόρασε δικό της διαμέρισμα και μετακόμισε. Το διαμέρισμα ξανανοικιάστηκε πολύ γρήγορα. Το έπιασε ένας εργένης και ησυχάσαμε ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΗΓΗ https://www.slideshare.net/alexgger/ss-14223353 |