Η ιστορία της Πρέβεζας μέχρι τον εμφύλιο


ARTI news / Ήπειρος / 06.07.18 ]

Η Πρέβεζα είναι πόλη και λιμάνι της Ηπείρου. Κατά την απογραφή του 2001 στην πόλη της Πρέβεζας κατοικούσαν 16.321 κάτοικοι, ενώ ο συνολικός πληθυσμός του Δήμου Πρέβεζας ήταν 19.605 κάτοικοι. Από το έτος 2010 με τον Νόμο 3852/2010 "Καλλικράτης" ο Δήμος Πρέβεζας περιλαμβάνει πλέον τους τέως Δήμους Πρέβεζας, Δήμο Λούρου και Δήμο Ζαλόγγου.
Το όνομα Πρέβεζα έχει ακαθόριστη προέλευση και έχουν διατυπωθεί από ειδικούς τρεις θεωρίες για την προέλευσή του:
  • Η πρώτη θεωρία λέει ότι προέρχεται από την αρχαία σλαβική λέξη perevoz που σημαίνει πέρασμα ("crossing, passage", Diogenes Charitonos and Fyodor Uspeski)
  • Η δεύτερη θεωρία λέει ότι προέρχεται από την παλιά αλβανική λέξη prevëzë-za, που σημαίνει μεταφορά, διαμετακόμιση (transportation, Petros Fourikis and Konstantinos Amantos),
  • Η τρίτη θεωρία λέει ότι προέρχεται από την λατινική λέξη prevesione, που σημαίνει προμήθειες, εφόδια (sustenance, victuals, Max Vasmer, Peter Schustall, Johannes Conter).
Η πόλη Πρέβεζα βρίσκεται σε στρατηγική θέση στο κέντρο της παράλιας βορειοδυτικής Ελλάδας και είναι γνωστή για την αρχαία Νικόπολη, το ποτάμι του Αχέροντα και το νεκρομαντείο αλλά και για τις παραλίες της ΠαντοκράτοραςΑλωνάκιΜονολίθι κ.λπ. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού που έχει σφηνοειδή μορφή και καταλήγει σε μια χερσόνησο με δύο σκέλη που φράζει την είσοδο του Αμβρακικού Κόλπου. Η πόλη παρέχει πρόσβαση στις ακτές του Ιονίου αμμώδεις εκτάσεις και παραλίες συνολικής έκτασης 50 χιλιομέτρων, σε ελάχιστη απόσταση από τον οδικό άξονα Πρέβεζας-Ηγουμενίτσας. Επίσης, παρέχεται πρόσβαση στον Αμβρακικό Κόλπο, με τις πολυάριθμες λιμνοθάλασσες στη βόρεια πλευρά του. Οι κοντινές εκβολές των ποταμών Λούρου και Αράχθου παρουσιάζουν οικολογικό ενδιαφέρον. Νοτίως της Πρέβεζας βρίσκεται η Αιτωλοακαρνανία και το νησιωτικό συγκρότημα της Λευκάδας. Στα βορειοδυτικά, μικροί παραθαλάσσιοι ημιορεινοί οικισμοί.
Η Πάργα, παραδοσιακό θέρετρο βρίσκεται σε απόσταση μίας ώρας οδικώς. Η ίδια η πόλη φέρει έντονα τα ίχνη της ιστορικής της διαδρομής: Στην πόλη υπάρχουν τρία κάστρα και οχυρωματική τάφρος του Αλή Πασά (έχει μπαζωθεί το 1992, δεν υφίσταται πλέον), διατηρητέα κτίσματα, ενώ σε μικρή απόσταση βρίσκεται το Φρούριο του Ακτίου και το Κάστρο του Παντοκράτορα. Άλλα κοντινά αξιοθέατα είναι η Ρωμαϊκή Νικόπολη, η αρχαία Κασσώπη στη νότια πλευρά του Ζαλόγγου και το Νεκρομαντείο στις εκβολές του Αχέροντα. Από τα σημαντικότερα ιστορικά ίχνη είναι τα τρία φρούρια (του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Ανδρέα και της Λασκάρας), τα Παλιοσάραγα που δεν διατηρούνται παρά μόνο γεωμετρικά (είναι στρατόπεδο όπως και τα δύο Φρούρια, ο Ανατολικός Προμαχώνας στη Βρυσούλα και άλλα μικρότερα. Η Ρωμαϊκή Νικόπολη (δίπλα στην Πρέβεζα) από την οποία διασώζονται σημαντικά ευρήματα, στα 1000 περίπου χρόνια της ζωής της, ήταν μια από τις πιο λαμπρές μεγαλουπόλεις της περιοχής. Με θέατρα, ωδεία, στάδια, λουτρά, γυμνάσια, υδραγωγεία και κάθε είδους υποδομή στην ακμή της είχε πληθυσμό περίπου 150.000 κατοίκους.
Στη θέση Νεοχώρι Πρέβεζας ομάδα Τσέχων τουριστών και ερευνητών υπό τον καθηγητή Rostislav Moravek ανακάλυψε το έτος 1995 ένα μηριαίο οστό από μαμούθ θαμμένο. Οι ανασκαφές ουδέποτε συνεχίστηκαν . Το μηριαίο οστό αυτό φυλάσσεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Νεοχωρίου Πρέβεζας. Από την άλλη πλευρά τα πολλαπλά ευρήματα της Βραχοσκεπής Ασπροχάλικο Πρέβεζας δείχνουν κατοίκηση της περιοχής Φιλιππιάδας την περίοδο 100.000 πΧ 
Αρχαία Ιστορία
Στους αρχαίους χρόνους η περιοχή της σημερινής πόλης Πρέβεζας υπάρχουν δεδομένα ότι αποτελούσε λιμάνι του Βασιλέως Πύρρου Α, κατά τα Ελληνιστικά χρόνια. Πλησίον της περιοχής της Πρέβεζας - που ΔΕΝ υπήρχε στην αρχαιότητα - στα Κλασσικά χρόνια και στην Ελληνιστική εποχή είχαμε αρκετές πόλεις. Εξ αυτών οι 4 είναι οι γνωστές αποικίες των Ηλείων, μία είναι η έδρα των Κασσωπαίων και οι υπόλοιπες αποτελούν πόλεις του Βασιλείου των Μολοσσών. Ειδικότερα οι αρχαίες πόλεις του Νομού Πρέβεζας είναι:
Ρωμαϊκή Κατοχή - Νικόπολις - Βυζάντιο (168πΧ-1292μΧ)
Η Ήπειρος κατελήφθη από τους Ρωμαίους το 168 πΧ. Στις 2 Σεπτεμβρίου του έτους 31 π.Χ., έγινε στην περιοχή της Πρέβεζας η διάσημη Ναυμαχία του Ακτίου μεταξύ του ναυτικού των συνασπισμένων Μάρκου Αντώνιου και Κλεοπάτρας εναντίον του Οκταβιανού Αύγουστου. Ο μοναδικός πίνακας ζωγραφικής παγκοσμίως που αναπαριστά τη Ναυμαχία του Ακτίου είναι η ελαιογραφία του Lonenzo Castro που φυλάσσεται στο προσωπικό γραφείο του Διευθυντή του Ναυτικού Μουσείου του Greenwich 30 Km από το Λονδίνο. Μετά τη νίκη του Οκταβιανού στο Άκτιο, η περιοχή άλλαξε άρδην με την ίδρυση της Αρχαίας Νικόπολης. Κατά τη διάρκεια της ζωής της Αρχαίας Νικόπολης, είναι βέβαιο ότι υπήρχαν στο σημερινό χώρο της Πρέβεζας δύο Ρωμαϊκά λιμάνια και εμπορικοί σταθμοί όπως και εργαστήριο αγγειοπλαστικής (βρέθηκε σε ανασκαφή το έτος 2008).
Ίδρυση της Πρέβεζας (1292)
Η σημερινή Πρέβεζα ιδρύθηκε μετά την οριστική παρακμή της Νικόπολης, αρχικά ως ψαροχώρι, πιθανόν τον 11ο αιώνα από Έλληνες και Βενετούς ψαράδες από το νησί Burano όταν παραχωρήθηκε από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα στους Βενετούς ως «εμπορείο». Η πρώτη γραπτή αναφορά του ονόματος Πρέβεζα γίνεται στο Χρονικόν του Μωρέως 1292 μ.Χ. όπου αναγράφεται επιδρομή Γενουατών επιδρομέων εναντίον της περιοχής ως εξής: "Επέζεψαν την Πρέβεζαν, κουρσεύουν τα χωρία, και έχω φόβον αμέτρητον μη φτάσωσι στην Άρταν". Στην πρώτη αυτή περίοδο και καθ’ όλο το Μεσαίωνα η Πρέβεζα ακολούθησε τις τύχες του Δεσποτάτου της Ηπείρου του οποίου υπήρξε τμήμα. Απειλήθηκε επανειλημμένα από ΝορμανδούςΒενετούςΑλβανούςΦράγκους και Τούρκους που τελικά την κατέλαβαν το 1449, οπότε ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ ο Β΄ κατασκεύασε στην Πρέβεζα Ναύσταθμο με νεώριο.
Η A´ Οθωμανική Περίοδος (15ος - αρχές 18ου αιώνα)
Ακολουθεί μια περίοδος τρεισήμισι αιώνων κατά τη διάρκεια της οποίας η Πρέβεζα γνώρισε την εναλλασσόμενη κυριαρχία της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατάληψη της Πρέβεζας έγινε το έτος 1452 μΧ ως εξής «…το έτος 1452 μΧ ο Οθωμανός στρατηγός Χατζήμπεης καταλαμβάνει ύστερα από σκληρό αγώνα τα οχυρά της Πάργας, της Ρηνιάσας, της Στροβίλλης, της Θεσπρωτίας, και του Βουθρωτού» στην σημερινή Αλβανία. Το χρονικό «Άνθος» του Ιωαννίκιου Καρτάνου (εκδόσεις Hopf) περιέχει πληροφορίες, που είναι κατά λέξη αντιγραμμένες στο «Βραχύ Χρονικό αριθμός 36/30» για τις επιχειρήσεις του Σουλτάνου Βαγιαζίτ ΙΙ (1481-1512) στη διάρκεια του Τουρκο - Βενετσιάνικου Πολέμου του 1449-1502. Εκεί αναγράφεται, ότι η Μεθώνη έπεσε μετά από πολιορκία ενός μηνός, και λίγο πριν ο Βαγιαζίτ II είχε περάσει από το ακρωτήριο Δουκάτο της Λευκάδας, όπου ενίσχυσε το στόλο του με 28 Πρεβεζάνικα πλοία. Επί λέξει το χρονικό αυτό γράφει: «…εξέβη η αρμάτα και υπήγε εις το Κάβω δε Δουκάτω, και εκεί εσμίχθησαν τα κάτεργα της Πρέβεντζας, άρμενα είκοσι οκτώ, και μετά ταύτα εδιάβησαν εις την Μοθώνην». Το συμπέρασμα είναι βέβαιο, ότι ήδη το έτος 1449 μΧ η Πρέβεζα βρισκόταν υπό Οθωμανική κατοχή. Το έτος 1538 -28 Σεπτεμβρίου- έγινε στο θαλάσσιο χώρο της πόλης η διάσημη Ναυμαχία της Πρέβεζας. Η Ναυμαχία της Πρέβεζας (The Naval Battle of Preveza) έγινε μεταξύ του Οθωμανικού στόλου υπό τον Hayredin Barbarossa και του ενωμένου στόλου της Χριστιανικής Συμμαχίας (Holy League) υπό τον Andrea Doria, η οποία συστήθηκε από τον Πάπα Παύλο τον Τρίτο. Λόγω της νίκης των Οθωμανών στη Ναυμαχία αυτή, παρά το ότι οι Δυτικοί είχαν ναυτική υπεροπλία, η σημερινή Τουρκία θεωρεί εθνική γιορτή του Ναυτικού την ημέρα της Ναυμαχίας της Πρέβεζας, και η πόλη Πρέβεζα (Preveze) είναι διάσημη στον Τουρκικό λαό, επειδή το γεγονός προβάλλεται ευρέως στα σχολικά εγχειρίδια ιστορίας. Έτσι με μία Τουρκοβενετική συνθήκη η Πρέβεζα για ένα ολόκληρο αιώνα παραμένει υπό οθωμανική κυριαρχία. Το 1684 κυριεύεται για λίγο καιρό από τον Μοροζίνη και καταστρέφεται. Το έτος 1699 με τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς η Πρέβεζα υποχρεώθηκε να κατεδαφίσει τα φρούριά της. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη καταστροφή της.
Ενετοκρατία (1718-1797)
Μετά τη Συνθήκη του Πασάροβιτς μεταξύ Βενετών και Οθωμανών, της 21ης Ιουλίου 1718 μ.Χ. (Treaty of Passarowitz ή Treaty of Požarevac), οι Βενετοί λαμβάνουν πλέον de jure την Πρέβεζα και τη Βόνιτσα. Η Πρέβεζα και η Βόνιτσα είχαν ήδη καταληφθεί πριν 9 μήνες, τον Οκτώβριο 1717 μ.Χ. από τις δυνάμεις του ναύαρχου Pisani και του Ενετού Φρούραρχου της Κέρκυρας Schullemburg. Έτσι, με τη συγκατάθεση των Βενετών οι πρώτοι έποικοι έρχονται από την Ακαρνανία στην Πρέβεζα. Μεταξύ αυτών είναι οι οικογένειες των οπλαρχηγών Τσαβαλά (σήμερα συνοικία Τσαβαλοχώρι), Διγώνη, Γερογιάννη, Τσουμάνη, Χάιδα ή Τριανταφύλλη, Παπαδόπουλου, κλπ. Κάθε οπλαρχηγός ιδρύει μία χριστιανική Εκκλησία ως «Κτήτωρ». Εφαρμόζεται το βενετικό σύστημα διοίκησης από Βενετούς προνοητές (προβλεπτές) (provveditori) που παραχωρούσαν συνήθως μια σχετική αυτονομία. Επίσης οι Ενετοί καθορίζουν νέα εκκλησιαστική διοίκηση με κατάργηση της Ορθόδοξης μητρόπολης. Πολύτιμα στοιχεία για τα ανωτέρω παρέχει ο επίσημος ενετικός καταστατικός χάρτης της Πρέβεζας, τα Capitola ή Capitolo. Όπως παρατηρούμε από τις χρονολογίες κτίσης, η περίοδος της Ενετοκρατίας στο Νομό Πρέβεζας συμβαδίζει με την ανέγερση πολλών ναών και μοναστηριών. Οι Βενετοί αρχίζουν να επισκευάζουν το Φρούριο του Αγίου Ανδρέα (έναρξη κατασκευής έτος 1701, επί Οθωμανών, σαν εσωτερική Ακρόπολη της Πρέβεζας, Οθωμανικό όνομα Ιτς Καλέ), και να κατασκευάζουν το Φρούριο του Αγίου Γεωργίου (οθωμανικό όνομα Γενή Καλέ). Επίσης, επισκευάζουν το Φρούριο της Ρηνιάσας (σημερινά Ριζά, εθνική οδός) το οποίο είχε κτισθεί επί Δεσποτάτου της Ηπείρου περί το 1280 μ.Χ. Σημαντικό έργο των Βενετών στην Πρέβεζα είναι ο λεγόμενος Ενετικός Ελαιώνας Πρέβεζας και το Ενετικό Ρολόι σε πύργο (έτος 1752 μ.Χ.). Συμβόλαια χειρόγραφα από Βενετούς νοτάριους (συμβολαιογράφους) που έχουν διασωθεί είναι χαρακτηριστικά του κλίματος που επικρατούσε. Σε ένα τέτοιο έντυπο αναγράφεται η καταμέτρηση ακόμα και των κουταλοπήρουνων που κατάσχονται από τριμελή επιτροπή από κάποια οικία. Οι Βενετοί έμειναν στην Πρέβεζα για 79 χρόνια, μέχρι το έτος 1797 μ.Χ., όταν κατέρρευσε η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας.
Γαλλοκρατία ενός έτους (1797-1798)
Από τους Βενετούς η Πρέβεζα θα περάσει το έτος 1797, τον καιρό του Ναπολέοντα, στη βραχύχρονη Γαλλική κατοχή που θα κλείσει με την Μάχη της Νικόπολης και το Χαλασμό της Πρέβεζας από τον Αλή Πασά Τεπελενλή το έτος 1798. Ειδικότερα, μετά την κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βενετίας, και με βάση τη Συνθήκη του Campo Formio, η Πρέβεζα, η Πάργα και τα Ιόνια νησιά περιέρχονται στους Γάλλους. Ο Μέγας Ναπολέων έστειλε στην Πρέβεζα ως πολιτικούς εκπροσώπους τους επιφανείς Έλληνες της Κορσικής αδελφούς Stefanopoli. Τον έναν από τους αδελφούς αυτούς τον είχε δηλώσει ως «κηδεμόνα» στη Στρατιωτική Σχολή όπου σπούδασε. Ο στρατηγός La Salchette με 280 Γάλλους Γρεναδιέρους στρατιώτες (κατ΄ άλλη άποψη 700) φτάνει στην Πρέβεζα με πλοία και μία μικρή δύναμη Γαλλικού στρατού. Καταλαμβάνει επίσης την πόλη της Πάργας. Οι Πρεβεζάνοι υποδέχονται με χαρά τους Γάλλους. Γράφουν στα έγγραφά τους «ΠΕΑ (= «Πρώτο Έτος Απελευθέρωσης»). Τελικά στις 12 Οκτωβρίου 1798 δυνάμεις 7000 έφιππων και πεζών Τουρκαλβανών επετέθησαν στις δυνάμεις της Φρουράς Πρέβεζας που είχαν οχυρωθεί στην αρχαία Νικόπολη. Ήταν 280 Γάλλοι γρεναδιέροι, 60 Σουλιώτες πολεμιστές υπό τον καπετάν Χριστάκη και 200 Πρεβεζάνοι πολιτοφύλακες. Μετά τη σφαγή της φρουράς ακολούθησε η σφαγή των αμάχων της Πρέβεζας και στη συνέχεια το επόμενο διήμερο η σφαγή της Σαλαώρας. Για τη σφαγή αυτή αναφέρεται σχετικά ο Γάλλος Πρόξενος στα Ιωάννινα Poukeville.
Η Συμπολιτεία του Ακρωτηρίου (αρχές του 19ου αιώνα)
Τον Μάρτιο του 1800 και μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρώσσων και Οθωμανών, η Πρέβεζα, η Βόνιτσα, η Πάργα και το Βουθρωτό σχημάτισαν την "Συμπολιτεία του Ακρωτηρίου" με πολλά προνόμια και μερική αυτονομία. Κυβερνήτης της "Συμπολιτείας του Ακρωτηρίου" διορίσθηκε ο Βοεβόδας Αβδουλάχ Μπέης (Abdulah Bey) με έδρα το Μιχαλίτσι, ένα χωριό περίπου 8 Km βόρεια της Πρέβεζας, αλλά πρωτεύουσα της Συμπολιτείας ορίσθηκε η Πρέβεζα. Η ήρεμη περίοδος 1800-1807 της Συμπολιτείας του Ακρωτηρίου διακόπηκε όταν η Ρωσία το 1807 κήρυξε τον Πόλεμο στην Τουρκία και ο Αλή Πασάς βρήκε την ευκαιρία να γίνει κάτοχος της Πρέβεζας.
Β Οθωμανική περίοδος - Αλή Πασάς Τεπελενλής (πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα, μετά το 1807)
Μάχη της Νικόπολης και Ο Χαλασμός της Πρέβεζας (1798) είναι η δεύτερη μεγάλη καταστροφή στην ιστορία της πόλης. Αυτή είναι η τελευταία τουρκική κατοχή που κράτησε μέχρι την απελευθέρωση του 1912 και κατά την οποία η Πρέβεζα γνώρισε περιόδους μεγάλης εξέλιξης και αύξησης του πληθυσμού της. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από έντονη οικοδομική δραστηριότητα οχυρωματικών και άλλων έργων από τον Αλή Πασά Τεπελενλή και το γιο του Βελή. Με την επανακατάληψη της Πρέβεζας το 1807, ο Αλή Πασάς, με έδρα τα Ιωάννινα, διόρισε Διοικητή τον Μπεκίρ Αγά.



ΣΑΛΑΩΡΑ - ΕΝΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΛΙΜΑΝΙ ΣΤΟΝ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟ ΚΟΛΠΟ

https://www.academia.edu/31965509/%CE%A3%CE%91%CE%9B%CE%91%CE%A9%CE%A1%CE%91_-_%CE%95%CE%9D%CE%91_%CE%9E%CE%95%CE%A7%CE%91%CE%A3%CE%9C%CE%95%CE%9D%CE%9F_%CE%97%CE%A0%CE%95%CE%99%CE%A1%CE%A9%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%9F_%CE%9B%CE%99%CE%9C%CE%91%CE%9D%CE%99_%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%9D_%CE%91%CE%9C%CE%92%CE%A1%CE%91%CE%9A%CE%99%CE%9A%CE%9F_%CE%9A%CE%9F%CE%9B%CE%A0%CE%9F


Η Οθωμανική Αυτοκρατορία στην ακμή της, το 1683
ΠρωτεύουσαΘηβάσιον (1299-1335) Προύσα(1335–1363) Αδριανούπολη(1363–1453)
Κωνσταντινούπολη (1453-1922)
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία (οθωμανικά τουρκικά: دَوْلَتِ عَلِيّهٔ عُثمَانِیّه, Ντεβλέτ-ι Αλίγε-ι Οσμάνιγε, επί λέξει Το Ανώτατο Οθωμανικό Κράτοςσύγχρονα τουρκικάOsmanlı İmparatorluğu ή Osmanlı Devleti), περισσότερο γνωστή κατά το παρελθόν στη Δύση ως Τουρκική Αυτοκρατορία[1] ή απλώς Τουρκία[2] ήταν ένα κράτος που έλεγχε μεγάλο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής μεταξύ του 14ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Ιδρύθηκε στα τέλη του 13ου αιώνα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία στην πόλη Σετζούτ (σύγχρονη Επαρχία Μπιλετσίκ) από τον Ογούζο Τούρκο φύλαρχο Οσμάν Α΄[3]. Το 1354 οι Οθωμανοί πέρασαν στην Ευρώπη και με την κατάκτηση των Βαλκανίων το Οθωμανικό μπεηλίκι μεταμορφώθηκε σε μια διηπειρωτική αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί κατέλυσαν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από το Μωάμεθ τον Πορθητή το 1453[4].
Κατά τη διάρκεια του 16ου και του 17ου αιώνα, στην κορύφωση της ισχύος της, υπό τη βασιλεία του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς[5], η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια πολυεθνική, πολυγλωσσική αυτοκρατορία που έλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, τμήματα της Κεντρικής Ευρώπης, τη Δυτικής Ασία, τμήματα της Ανατολικής Ευρώπης και τον Καύκασο, τη Βόρεια Αφρική και το Κέρας της Αφρικής[6]. Στις αρχές του 17ου αιώνα η αυτοκρατορία περιελάμβανε 32 επαρχίες και πολλά υποτελή κράτη. Ορισμένα από αυτά απορροφήθηκαν αργότερα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ σε άλλα παραχωρήθηκαν διάφοροι τύποι αυτονομίας κατά την πάροδο των αιώνων.

Με την Κωνσταντινούπολη ως πρωτεύουσά της και τον έλεγχο των εδαφών γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου, η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν στο επίκεντρο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ του Ανατολικού και του Δυτικού Κόσμου επί έξι αιώνες. Ενώ άλλοτε θωρείτο ότι η αυτοκρατορία εισήλθε σε περίοδο παρακμής μετά το θάνατο του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, αυτή η άποψη δεν υποστηρίζεται πλέον από την πλειονότητα των ακαδημαϊκών ιστορικών[7]. Η αυτοκρατορία εξακολούθησε να διατηρεί ευέλικτη και ισχυρή οικονομία, κοινωνία και στρατό σε όλη τη διάρκεια του 17ου και του 18ου αιώνα[8]. Ωστόσο κατά τη διάρκεια μιας μακράς περιόδου ειρήνης από το 1740 ως το 1768, το οθωμανικό στρατιωτικό σύστημα έμεινε πίσω από εκείνο των Ευρωπαίων ανταγωνιστών της, των αυτοκρατοριών των Αψβούργων και της Ρωσίας[9]. Ετσι οι Οθωμανοί υπέστησαν σοβαρές στρατιωτικές ήττες στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, γεγονός που τους ώθησε να ξεκινήσουν μια ολοκληρωμένη διαδικασία μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού γνωστή ως Τανζιμάτ. Έτσι, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το οθωμανικό κράτος έγινε πολύ πιο ισχυρό και οργανωμένο, παρά τις περαιτέρω εδαφικές απώλειες που υπέστη, ειδικά στα Βαλκάνια.


Γ´ Οθωμανική περίοδος (1822-1912)
Η περίοδος μετά το θάνατο του Αλή Πασά το 1822 μέχρι την απελευθέρωση του 1912 ονομάζεται Γ´ Οθωμανική περίοδος. Το έτος 1897 η Πρέβεζα αποτέλεσε θέατρο πολλών επιχειρήσεων του αποτυχημένου πολέμου του 1897 που έληξε άδοξα.
Απελευθέρωση και Μεσοπόλεμος (1912-1940)
Στις 21 Οκτωβρίου 1912 η πόλη παραδίνεται De jure (μετά από συμφωνία) στον ελληνικό στρατό μετά από μια μάχη στη Νικόπολη. Ο Συνταγματάρχης του Ιππικού Παναγιώτης Σπηλιάδης εισέρχεται έφιππος στην Πρέβεζα το μεσημέρι της 21ης Οκτωβρίου 1912 ενώ οι Τούρκοι στρατιώτες είναι παρατεταγμένοι στην παραλία με τα όπλα στο έδαφος, και ο λαός ζητωκραυγάζει. Ο ιστορικός πυρήνας (Ιστορικό Κέντρο) της πόλης, διαμορφώθηκε το 19ο αιώνα και διασώζει τα πολεοδομικά χαρακτηριστικά της περιόδου εκείνης (πυκνός οικιστικός ιστός με στενούς δρόμους-καλντερίμια, Σεϊτάν Παζάρ, περιορισμένους κοινόχρηστους χώρους κ.λπ). Το υπόλοιπο πολεοδομικό συγκρότημα της πόλης είναι αποτέλεσμα διαδοχικών επεκτάσεων μετά το 1920.Η μεσοπολεμική περίοδος σφραγίσθηκε από την παρουσία του διάσημου ποιητή Κώστα Καρυωτάκη στην Πρέβεζα, και την αυτοκτονία του στη θέση Βαθύ Μαργαρώνας με πιστόλι το 1929. Ο Κώστας Καρυωτάκης έζησε στην Πρέβεζα μόλις 33 μέρες. Εργαζόταν στο κτίριο της Νομαρχίας επί της οδού Σπηλιάδου 10, ενώ διέμενε σε οικία της οδού Δαρδανελίων στο Σεϊτάν Παζάρ.
Δεύτερος παγκόσμιος Πόλεμος και Εμφύλιος Πόλεμος (1940-1949)
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 η Πρέβεζα δέχθηκε ανελέητους βομβαρδισμούς από Ιταλικά αεροπλάνα με σκοπό να εμποδίσουν τη μεταφορά εφοδίων από το λιμάνι προς τα Ελληνοαλβανικά σύνορα. Υπολογίζεται ότι έγιναν 75 περίπου αεροπορικές επιδρομές με πολλές καταρρεύσεις κτιρίων και νεκρούς. Ένα από τα κτίρια που κατέρρευσαν μερικώς είναι το Οθωμανικό Τζαμί Ιτς Καλέ, που λειτουργούσε ως Αρχαιολογικό Μουσείο Πρέβεζας. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών ναζί από την Πρέβεζα, τον Σεπτέμβριο 1944, οι αντίπαλες ανταρτικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ συγκρούσθηκαν σε μια αιματηρή μάχη δέκα έξι ημερών που αποκαλείται Η Μάχη της Πρέβεζας, ή τα Σεπτεμβριανά της Πρέβεζας. Η Μάχη αυτή έληξε αμέσως όταν ανακοινώθηκε η Συμφωνία της Καζέρτας και η πόλη περιήλθε προσωρινά στον ΕΔΕΣ. Ιστορικό μελανό σημάδι αυτής της εμφύλιας Μάχης είναι η εκτέλεση αιχμαλώτων της ΕΠΟΝ στη θέση Παργινόσκαλα, με εντολή του Ταγματάρχη Δημήτριου Γαλάνη. Λίγους μήνες μετά, ανάλογη αντίστροφη εκτέλεση μελών του ΕΔΕΣ έλαβε χώρα στη θέση Νταλαμάνι Μελιανών του Δήμου Θεσπρωτικού (σήμερα Δήμος Ζηρού), από ένοπλο απόσπασμα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Γεράσιμο Μαλτέζο ("Τζουμερκιώτης").

















21/10/1912: Η απελευθέρωση της Πρέβεζας



Η επιτυχία της κατάληψης της Φιλιππιάδας δεν άφησε ασυγκίνητο το Υπουργείο Στρατιωτικών, που έστειλε για ενίσχυση του Στρατού Ηπείρου το Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών[1], δύναμης 2.000 ανδρών.
Τώρα ο Σαπουντζάκης μπορούσε και επίσημα να διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις. Η αλλαγή αυτή επικυρώθηκε με Διαταγή της 19ης Οκτωβρίου. Στην κίνησή του προς τα Ιωάννινα, ο «Στρατός της Ηπείρου» δεν μπορούσε να αφήσει την Πρέβεζα στα χέρια των Τούρκων, απειλώντας τα νώτα του. Ακόμη περισσότερο, η Πρέβεζα ήταν απαραίτητη σαν κέντρο εφοδιασμού, λόγω του λιμανιού της. Στις 14 Οκτωβρίου, το Αρχηγείο του Στρατού Ηπείρου συγκρότησε δύο «Τομείς»: Τον Αριστερό, για να καταλάβει τα υψώματα βόρεια του χωριού Άγιος Γεώργιος και να ελέγξει την οδό Φιλιππιάδας Ιωαννίνων, και τον Δεξιό, με αποστολή να καταλάβει τη γραμμή των υψωμάτων Καστρί – Γοργόμυλος – ύψωμα 1429. Παράλληλα, συγκροτήθηκαν δύο Αποσπάσματα, του Υπολοχαγού (ΜΧ)[2] Δημητρίου Μπότσαρη με αποστολή την κάλυψη του αριστερού, και του Συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιάδη, με αποστολή την απελευθέρωση της Πρέβεζας. Και τις επόμενες μέρες έφτασαν και τα νέα σώματα εθελοντών, και το Υπουργείο Στρατιωτικών διόρισε Διοικητή όλων των εθελοντικών σωμάτων Ηπείρου τον Συνταγματάρχη (ΜΧ) Αριστοτέλη Κόρακα.
Στις 18 Οκτωβρίου, στο δεξιό πλευρό του Δεξιού Τομέα, το 3ο Ανεξάρτητο Τάγμα Ευζώνων, προωθούμενο προς το εγκαταλειμμένο Ανώγειο, ήρθε σε επαφή με Τουρκικές δυνάμεις, που προσπάθησαν να το κυκλώσουν από τα νώτα. Το Τάγμα αναγκάστηκε να συμπτυχθεί. Ενώ ο Αριστερός Τομέας, προωθήθηκε στα δυτικά του Αγίου Γεωργίου, εκτελώντας «επιθετική αναγνώριση» μεταξύ Φιλιππιάδας και Θεσπρωτικού.

Η επιχείρηση κατάληψης της Πρέβεζας ξεκίνησε το Σάββατο 20 Οκτωβρίου. Ο καιρός … Πρεβεζάνικος. «Υπό καιρόν ακατάστατον και συνεχή βροχήν εξεκίνησεν ο Ελληνικός στρατός κατά της Πρεβέζης το παρελθόν Σάββατον περί ώραν 3ην πρωινήν» , έγραφε ο απεσταλμένος της εφημερίδας «ΕΣΠΕΡΙΝΗ»[3]. Η Τουρκική φρουρά της πόλης, μαζί με άτακτους Αλβανούς, συνολικά σχεδόν 1.200 άνδρες, είχε οχυρωθεί στην Ακρόπολη της αρχαίας Νικόπολης και σε χαρακώματα στους δίπλα ελαιώνες, με προφυλακές στο ύψωμα Φλάμπουρα, δίπλα στον δρόμο Άρτας Πρέβεζας. Τα Τουρκικά πυροβόλα είχαν ταχθεί στην Ανάληψη και στη Βρύση Πασά. Το Απόσπασμα Σπηλιάδη, αποτελούμενο από μονάδες Τακτικού Στρατού, Κρήτες εθελοντές και 200 περίπου Ηπειρώτες υπό τον Κώστα Τζώρτζη, πήρε θέσεις στις απέναντι βουνοπλαγιές, στα υψώματα που ήταν γνωστά ως «Κονίσματα» και ύστερα από σύντομη μάχη, κατάφερε να απωθήσει τις Τουρκικές προφυλακές από τα Φλάμπουρα και στη συνέχεια έλαβε επαφή με την κύρια γραμμή άμυνας στη Νικόπολη.

Από τα δεξιά κινήθηκαν κυκλωτικά οι Κρητικοί έχοντας επί κεφαλής τον Μάνο και τους αρχηγούς του Δ. Μαλιντρέτο, Ε. Κλάδο και Π. Παρασχάκη. Διασχίζοντας σχεδόν 800 μέτρα ακάλυπτου εδάφους, κατάφεραν να διώξουν τους Τούρκους που φύλαγαν το άκρο των ερειπίων, με μοναδικές απώλειες 14 τραυματίες, ανάμεσά τους ο αρχηγός Παρασχάκης που χτυπήθηκε σοβαρά στο δεξί χέρι, αλλά και ο ίδιος ο Μάνος που τραυματίστηκε τρεις (!) φορές, ευτυχώς ελαφρά. Η πρώτη σφαίρα τον βρήκε στο δάχτυλο, η δεύτερη ξυστά στο πόδι και η τρίτη στο υπογάστριο. Αυτή τρύπησε το παντελόνι και τη σκελέα, αλλά ίσα που άγγιξε το δέρμα, προκαλώντας αργότερα τα κουζούρια των Κρητικών. Για να μη μείνει με τρύπια ρούχα, τα άλλαξε μετά τη μάχη με ένα καινούργιο Τούρκικο παντελόνι και μια Τούρκικη βαριά κάπα. Σαν χάθηκε το άκρο της εχθρικής άμυνας, οι θέσεις τους παίρνονταν μία μετά την άλλη. Τα Ελληνικά τμήματα βάλλονταν από τρεις πλευρές: Από το εχθρικό Πεζικό, από τα πυροβολεία της Νικόπολης και από μία εξοπλισμένη με πολυβόλα Maxim Τουρκική βενζινάκατο. Αλλά χάρη στην τόλμη της 6ης Πυροβολαρχίας του Υπολοχαγού Χαβίκη, η άκατος βυθίστηκε[4] και σύντομα σίγησαν και τα Τουρκικά πυροβόλα. Με επί κεφαλής τον έφιππο Σπηλιάδη και το Διοικητή του Πεζικού Δούλη, τρεις Λόχοι του 3/15 Τάγματος επιτέθηκαν ορμητικά και διέσπασαν την εχθρική άμυνα, ενώ οι Ηπειρώτες εθελοντές «Πρόσκοποι» του Τζώρτζη πήραν το πυροβολείο που ήταν στον Κόλπο του Μύτικα.

Η μάχη αυτή βάστηξε ως τις 3 περίπου, και μία ώρα μετά, ο Μάνος έστησε τις σημαίες του σώματός του στα πυροβολεία της Ανάληψης και της Βρύσης Πασά. Οι Ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 15 περίπου σοβαρά τραυματισμένους, ενώ οι Τούρκοι είχαν σχεδόν 150 νεκρούς και τραυματίες, και συνελήφθη και ένας αιχμάλωτος. Οι Τούρκοι άφησαν τις θέσεις τους, υποχώρησαν στην Πρέβεζα και κλείστηκαν στο Φρούριο. Την επιχείρηση υποστήριξαν από θαλάσσης και οι Κανονιοφόροι «Α» και «Δ» της Μοίρας Ιονίου[5], με Διοικητή τον Πλοίαρχο Δαμιανό, που είχαν διεισδύσει παράτολμα στον Αμβρακικό κόλπο τις πρώτες ώρες της 4ης Οκτωβρίου 1912[6]. Οι δύο Κανονιοφόροι, η «Α» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Μακά και η «Δ» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Κοσμά Παντ. Μπούμπουλη (1876 – 1934), συμμετείχαν ενεργά στη μάχη, βάλλοντας κατά του φρουρίου της Νικόπολης, εξουδετερώνοντας το παράκτιο Πυροβολείο, βυθίζοντας το Τορπιλοβόλο «Τοκάτ» και βάλλοντας κατά του Τορπιλοβόλου«Αττάλια»[7] που αυτοβυθίστηκε για να μην παραδοθεί.
Η Πρέβεζα αποκλείστηκε από στεριά και θάλασσα. Ελληνικά πυροβόλα που στήθηκαν στο πυροβολείο της Ανάληψης έριξαν 4 βολιδοφόρες οβίδες, από τις οποίες μία χτύπησε το Φρούριο, σπέρνοντας πανικό. Τα Αρχεία του ΓΕΣ λένε ότι ο Τούρκος Διοικητής, Ταγματάρχης Mehmet Asaf ήθελε να αμυνθεί μέχρις ενός, και ότι «… μόνον κατόπιν επιμόνων πιέσεων που εδέχθη εις την σύσκεψιν που εγένετο εις το παραλιακόν Τουρκικόν Λιμεναρχείον, αλλάζει γνώμην και αποφασίζει την ειρηνικήν παράδοσιν της πόλεως …» Άλλοι λένε ότι αυτός κάλεσε τους Προξένους για μεσολαβητές. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, στη σύσκεψη συμμετείχαν οι Πρόξενοι της Αγγλίας, της Ρωσίας και της Αυστρίας, ο Δήμαρχος Χαλήλ Εφένδης και πολλοί Προύχοντες. Και το Πρωτόκολλο Παράδοσης της πόλης[8] υπογράφηκε στις 3 τη νύχτα της 20ής προς 21η Οκτωβρίου στη Νικόπολη, μεταξύ του Π. Σπηλιάδη, του εκπροσώπου του Mehmet Asaf διερμηνέα Σελιαλεντίν και των Προξένων Καλ. Κονεμένου, Δ. Σκέφερη και J. Meischner.

















Λάφυρα από την κατάληψη της Πρεβεζας

Το μεσημέρι της 21ης Οκτωβρίου, ο Σπηλιάδης εισήλθε έφιππος στη σημαιοστολισμένη Πρέβεζα, κάτω από τις ζητωκραυγές των Ελλήνων κατοίκων της πόλης. 810 Τούρκοι, με επί κεφαλής 2 ανώτερους και 56 κατώτερους Αξιωματικούς, είχαν παραταχθεί στην παραλία με τα όπλα στο έδαφος[9]. Ανάμεσά τους ήταν και 150 περίπου Αρβανίτες αντάρτες, με επί κεφαλής δέκα φυλάρχους τους, φανατικούς μισέλληνες, που αν και ήταν γνωστοί, ωστόσο δεν πειράχτηκαν. Από τους αιχμαλώτους έγινε γνωστό ότι όχι μόνο αγνοούσαν τις ήττες του Στρατού τους σε όλα τα μέτωπα, αλλά από τις εφημερίδες τους μάθαιναν ότι είχαν φτάσει μέχρι τη Θήβα και ότι σε ναυμαχία είχαν καταλάβει τον «Αβέρωφ»!
Η μάχη της Νικόπολης στοίχησε στο στρατό μας 10 νεκρούς και 56 τραυματίες[10] μόνο. Οι Τουρκικές απώλειες ξεπέρασαν του 150 νεκρούς και τραυματίες. Η αξία των λαφύρων ξεπέρασε τα 8.000.000 δραχμές. Μεταξύ τους 20 πυροβόλα, κυρίως τοπομαχικά, 2 μυδραλιοβόλα, 15.000 όπλα Mauser και Martini, μία αποθήκη άκαπνης πυρίτιδας, χιλιάδες βλήματα πυροβόλων, αυτοκίνητα, ιματισμός, φάρμακα, εργαλεία και 8.000 σάκκοι αλεύρι που προοριζόταν για το Στρατό στα Ιωάννινα.

Ο Αθανάσιος Τριγονίδης, στο βιβλίο του «Η μάχη της Νικοπόλεως και η Άλωσις της Πρεβέζης» γράφει:
«Οι κάτοικοι της Πρεβέζης, ιδιαιτέρως δε οι μουσουλμάνοι, από των πρώτων πρωινών ωρών οπότε είχεν αρχίσει η μάχη εις την Νικόπολιν και ηκούετο ο ζωηρός κρότος των ντουφεκιών και ο βαρύς των πυροβόλων, κατείχοντο από σφοδράν αγωνίαν … Αι αφηγήσεις των Τούρκων τραυματιών της Κιάφφας, Αξιωματικών και Οπλιτών, έπεισαν αυτούς ότι κάθε αντίστασις εις την ορμήν της Ελληνικής λόγχης ήτο μοιραία. Και … ήρχισαν να ζητούν από του Τούρκου Ταγματάρχου και Διοικητού της Πρεβέζης την παράδοσιν της πόλεως εις τον Ελληνικόν Στρατόν. Συγχρόνως, αι μουσουλμανικαί οικογένειαι κατέφευγον εις τας φιλικάς των χριστιανικάς οικογενείας και παρεκάλουν να τους σώσουν … Αι χριστιανικαί οικογένειαι της Πρεβέζης, χωρίς να διατηρούν καμμίαν μνησικακίαν δια τα φοβερά μαρτύρια που υπέφερον οι Έλληνες … από την Τουρκικήν και Αλβανικήν αγριότητα, προσέφερον το άσυλον της στέγης τους» 

Ενώ από μαρτυρία που περιέχεται στο βιβλίο του Η. Οικονομόπουλου «Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού Πολέμου», μαθαίνουμε ότι στη διάρκεια της μάχης, προκειμένου να ενθαρρύνουν τους Στρατιώτες, ο Σπηλιάδης, ο Ίλαρχος Γαβριαλάκης και ο Ανθυπίλαρχος Γ. Μελάς, αδελφός του Παύλου Μελά, στέκονταν ακίνητοι επί των ίππων σε ένα ύψωμα, αδιαφορώντας για τα εχθρικά πυρά, μέχρι που οι ίπποι των δύο πρώτων τραυματίστηκαν και του Μελά σκοτώθηκε. Και αυτοί ίππευσαν άλλους ίππους και συνέχισαν να διευθύνουν τη μάχη!
Το παρόν αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου «Εμπρός δια της λόγχης» του Φώτη Σαραντόπουλου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΝΙΔΑ, ISBN: 978-618-80222-0-1, ημ. έκδοσης: 2012, σελίδες 576.
φωτό από το βιβλίο Νίκου Δ.Καράμπελα »Η απελευθέρωση της Πρέβεζας»
————————————————–     ——————————————-     ——————————————-   ———
Παραπομπές
[1] Με δύο Τάγματα, καθώς το τρίτο είχε σταλεί στην Μακεδονία
[2] Μηχανικού
[3] Ο Υποπλοίαρχος Μακάς περιγράφει ίδιο καιρό και στον Αμβρακικό: «Την 5ην π.μ. της 20ής Οκτωβρίου 1912 απεπλεύσαμεν εκ Βονίτσης μετά της κανονιοφόρου “Δ” … Ο καιρός ήτο συννεφώδης, από της νυκτός δε έπνεε νότιος σφοδρός άνεμος και κατά διαλείμματα έβρεχεν»
[4] Με την τρίτη βολή πήρε φωτιά. Προς τιμήν τους οι Τούρκοι πολυβολητές συνέχισαν να βάλλουν μέχρι να βυθιστεί.
[5] Η Μοίρα Ιονίου περιλάμβανε 2 Ατμοβάριδες (Άκτιον, Αμβρακία), 3 Κανονιοφόρους (Α, Β, Δ), 4 Ατμομυοδρόμωνες (Αλφειός, Αχελώος, Ευρώτας, Πηνειός), και 6 Βοηθητικά (Αιγιαλεία, Μονεμβασία, Ναυπλία, Αηδών, Κίσσα και Κίχλη)
[6] Εξασφαλίζοντας τον από θαλάσσης εφοδιασμό και επισιτισμό του Στρατού, από τις ακτές του Μακρυνόρους
[7] Το Τορπιλοβόλο «Αττάλεια» επισκευάστηκε και με το όνομα «Νικόπολις» συμμετείχε στον αποκλεισμό των Αλβανικών ακτών. Μετά την κατάληψη της Πρέβεζας, Αξιωματικοί, πληρώματα και αγήματα Πεζοναυτών μετατέθηκαν στον Στόλο Αιγαίου, στη νεοσυσταθείσα «Μοίρα Ευδρόμων» με Διοικητή τον Δαμιανό. Στο Ιόνιο παρέμειναν οι 4 Ατμομυοδρόμωνες.
[8] Το Πρωτόκολλο προέβλεπε παράδοση της Φρουράς, προστασία των κατοίκων και των Στρατιωτικών και «να μην θιγεί η φιλοτιμία των κυβερνητικών υπαλλήλων και των Αξιωματικών». Οι Τούρκοι Αξιωματικοί κράτησαν τα ξίφη τους.
[9] Λίγες μέρες μετά, οι αιχμάλωτοι προωθήθηκαν με πλοία στην Κέρκυρα και μετά στην Τουρκία, βάσει της Συμφωνίας παράδοσης. Αρκετοί Τούρκοι και Τουρκάλες παρέμειναν στην Πρέβεζα, είτε επειδή είχαν περιουσίες είτε επειδή είχαν παντρευτεί Χριστιανούς. Με την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 έφυγαν απο την Πρέβεζα 750 ακόμη Τούρκοι, ενώ έμειναν οι Αλβανοί (κυρίως αστοί) και 250 Εβραίοι. Το παλιό Διοικητήριο είναι τα σημερινά Δικαστήρια. OΟθωμανός Δήμαρχος Πρέβεζας Χαλήλ Εφένδης, παρέμεινε στη θέση του μέχρι το 1913, οπότε διορίστηκε ο Παναγιώτης Καρυτσινός.

[10] Ανάμεσα στους νεκρούς και ο Πρεβεζάνος εθελοντής έφεδρος Ανθυπολοχαγός Κωνσταντίνος Μπάλκος, ο αδελφός του οποίου Βασίλειος διετέλεσε στη συνέχεια Δήμαρχος Πρέβεζας για τρεις θητείες.



Κάστρο Παντοκράτορα


ή Φυλακές Παντοκράτορα ή  Ουτς-Καλέ  

 






Το κάστρο του Αγίου Γεωργίου είναι ένα από τα τρία κάστρα της Πρέβεζας και ένα από τα κάστρα που έκτισε ο Αλή Πασάς μετά την κατάληψη την πόλης το 1807.
Βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της Πρέβεζας, κοντά στην Κυανή Ακτή. Το αρχικό του όνομα ήταν Γενή –Καλέ (Νέο Κάστρο).

Το σημερινό του όνομα του οφείλει στον ναό του Αγίου Γεωργίου που υπήρχε εκεί πριν την κατασκευή του.

Το κάστρο του Αγίου Γεωργίου κτίζεται την περίοδο αυτή στο νοτιότερο άκρο της παλιάς πόλης της Πρέβεζας, πάνω σε σχέδια του Γάλλου συνταγματάρχη Guillaume de Vaudoncourt. Παίρνει την ονομασία το Γενή –Καλέ (Νέο Κάστρο).