Νίκη Ελευθεριάδη, Γυναίκα και γάτα
NΙΚΟΣ KΑΒΒΑΔΙΑΣ
Οι γάτες των φορτηγών
Το ποίημα ανήκει στην πρώτη συλλογή του ποιητή Νίκου Καββαδία Μαραμπού (1933), και αναφέρεται στη στενή συναισθηματική σχέση των ναυτικών με τη γάτα του πλοίου.
Οι ναυτικοί στα φορτηγά* πάντα μια γάτα τρέφουν,
που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί, κι αυτή, σαν απ' τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι, περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί.
Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες,
και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά, μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει, είναι γι' αυτούς σα μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά.
Είναι περήφανη κι οκνή,* καθώς όλες οι γάτες,
κι είναι τα γκρίζα μάτια της γιομάτα ηλεκτρισμό· κι όπως χαϊδεύουν απαλά τη ράχη της, νομίζεις πως αναλύεται σ' ένα αργό και ηδονικό σπασμό.
Στο ρεμβασμό και στο θυμό με τη γυναίκα μοιάζει
κι οι ναύτες περισσότερο την αγαπούν γι' αυτό· κι όταν αργά και ράθυμα* στα μάτια τους κοιτάζει, θαρρείς έναν παράξενο πως φέρνει πυρετό.
Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα,*
για του σιδέρου την κακήν αρρώστια* φυλαχτό, χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν να την φυλάξουν απ' το μαύρο θάνατο μ' αυτό.
Γιατί είναι τ' άγρια μάτια της υγρά κι ηλεκτρισμένα
κι έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο τα τραβά, κι ουρλιάζοντας τρελαίνεται σ' ένα σημείο κοιτώντας φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά.
Λίγο πριν απ' το θάνατο από τους ναύτες ένας,
-αυτός οπού 'δε πράματα στη ζήση του φριχτά- χαϊδεύοντάς την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει κι ύστερα μες στη θάλασσα την άγρια την πετά.
Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά* η καρδιά τους,
πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή, γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει, σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα αγαπητή.
Ν. Καββαδίας, Μαραμπού, Άγρα
* φορτηγά: εμπορικά πλοία * οκνή: αργοκίνητη * ράθυμα: παθητικά, νωχελικά * μπακιρένια γύρα: χάλκινο περιλαίμιο * κακή αρρώστια: η τρέλα, από τη συνεχή θέα του σιδήρου * λυγά: λυγίζει
|
Γιάννης Τσαρούχης, Ναύτης ΠΗΓΗ http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos_Politismos/logotexnia/B-gates.htm
Οι γάτες των
φορ τηγών
Το ποίημα ανήκει στην πρώτη συλλογή του ποιητή Νίκου Καβ
βαδία Μαραμπού (1933), και αναφέρεται στη στενή συναισθηματική σχέση των ναυτικών με τη γάτα του πλοίου.
Ν. Καββαδίας, Μαραμπού, Άγρα
Παράλληλα Κείμε
να Τίτος Πατρίκιος, «Ό πως οι γάτες» Ευγένιος Τριβιζάς, «Η τε λευταία μαύ ρη γάτα» (απόσπα σμα)
Λεξιλόγιο
* φορτηγά: εμπορικά πλοία * οκνή: αργοκίνητη * ράθυμα: παθη
τικά, νωχελικά * μπακιρένια γύρα: χάλκινο περιλαίμιο * κακή
αρρώστια: η τρέλα, από τη συνεχή θέα του σιδήρου * λυγά: λυγί
ζει
236-237
ΕΡΓΑΣΙΕΣ
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
Νίκος Καββα
δί
ας,
Μαραμπού
Νίκος Καββαδίας
Ιστότοπος αφιερωμένος στον Νίκο Καββαδία (χρονολόγιο, μαρ
τυρίες, βιβλιογραφία) [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]
Ψηφίδες, Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Ήρωες
Τόπος
Χρόνος
Γλώσσα
Στίχος-Μέτρο
Ενότητες
Το σχόλιό σας...
Οι γάτες των φορτηγών,Νίκος Καββαδίας
Οι γάτες των φορτηγών, Ν. Καββαδίας
Στίχοι:
Νίκος Καββαδίας
Μουσική:
ΞέμπαρκοιΟι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν, που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί, κι αυτή, σαν απ’ τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι, περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί. Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες, και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά, μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει, είναι γι’ αυτούς σαν μια γλυκιά γυναικεία συντροφιά. Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα, για του σιδέρου την κακή αρρώστια φυλαχτό, χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν να την φυλάξουν απ’ το μαύρο θάνατο μ’ αυτό. Γιατί είναι τ’ άγρια τα μάτια της υγρά κι ηλεκτρισμένα κι έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο τα τραβά, κι ουρλιάζοντας τρελαίνεται σε ένα σημείο κοιτώντας φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά. Λίγο πριν από το θάνατον από τους ναύτες ένας, αυτός όπου είδε πράματα στη ζήση του φριχτά χαϊδεύοντας την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει κι ύστερα μες στη θάλασσα την άγρια την πετά. Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά η καρδιά τους, πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή, γεμάτοι μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει, σαν όταν χάνουνε θερμή γυναίκα αγαπητή.
Φύλλα εργασίας
Έντυπο Φύλλο εργασίας
( ατομικό)
Τάξη: Β΄ Γυμνασίου
Ονοματεπώνυμο μαθητή/μαθήτριας:
Οι γάτες των φορτηγών, Ν. Καββαδίας
Να απαντήσετε στις παρακάτω ερωτήσεις:
1. Ποια συνήθεια των ναυτικών περιγράφεται στις δύο πρώτες στροφές του ποιήματος;
2. Πώς παρουσιάζεται η γάτα στην 3η και 4η στροφή;
3. Γιατί οι ναυτικοί τρέφουν γάτες στα πλοία;
4. Από ποια αρρώστια κινδυνεύει η γάτα του καραβιού και πώς προσπαθούν οι ναυτικοί να την προστατέψουν; Τα καταφέρνουν;
5. Πώς συμπεριφέρονται οι ναυτικοί στην άρρωστη γάτα και γιατί; Πώς αισθάνονται;
6. Το ποίημα μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες. Βάλε από έναν τίτλο :
α. « Οι ναυτικοί … συντροφιά» : ………………………………………………………………………………..
β. « Είναι περήφανη … πυρετό» :
………………………………………………………………………………..
γ. « Της έχουν … βουβά» :
………………………………………………………………………………..
δ. « Λίγο … αγάπη» :
………………………………………………………………………………..
7. Η ομοιοκαταληξία του ποιήματος είναι ……………. .
8. Να βρείτε 2 προσωποποιήσεις ή μεταφορές:
9. Να εντοπίσετε 2 παρομοιώσεις:
10. Να σημειώσετε 2 επαναλήψεις:
11. Να γράψετε 2 εικόνες:
12. Να βρείτε 2 αντιθέσεις
Διαθεματικές Εργασίες ( Β' Τάξη Γυμνασίου Μελίκης, 2012-2013)
Γυμνάσιο Μελίκης
Μάθημα : Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Διδακτική ενότητα : Οι φίλοι μας τα ζώα - Ν. Καββαδίας "Οι γάτες των φορτηγών"
Τάξη : Β' Γυμνασίου
1. Αναζητήστε παραμύθια στα οποία πρωταγωνιστούν γάτες...
Παραμύθια με γάτες... Η Γάτα Που Αγαπούσε ένα Αγόρι (παραμύθι) Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα νησάκι των Κυκλάδων ζούσε μια μικρή – μικρούτσικη γκρι γάτα και αγαπούσε ένα αγόρι που είχε παράξενα όμορφα θλιμμένα μάτια και παράξενα όμορφα λεπτά χέρια. Τον περίμενε πάντα στο μόλο και όταν γυρνούσε από ταξίδι κι ανηφόριζε το καλντερίμι για το σπίτι του, στέγη – στέγη τον έπαιρνε στο κατόπι. Εκείνος απορροφημένος όπως ήταν από τις σκέψεις του ποτέ δεν πρόσεχε τη γάτα. Όταν το αγόρι σάλπαρε ξανά με το καράβι, συνήθως το ξημέρωμα , εκείνη έμενε ως το βράδυ ασάλευτη στο λιμάνι να κοιτάζει τη θάλασσα, πιστεύοντας πως αυτή η μικρή κουκκίδα που φαίνονταν στο βάθος του ορίζοντα ύστερα από τόσες ώρες ήταν ακόμη το πλοίο που ξεμάκραινε. Έφευγε μόνο όταν πια έδυε ο ήλιος. Όταν ο ουρανός έπαιρνε αυτό το βαθύ πορτοκαλί χρώμα και έπρεπε να φύγει, της ράγιζε η καρδιά. Το πρωί όμως με το πρώτο φως έτρεχε πάλι και στέκονταν στη θέση της στο μόλο. Στέκονταν εκεί ακόμη κι όταν έβρεχε. Οι ψαράδες που είχαν συνηθίσει να βλέπουν το ιδιόρρυθμο και πεισματάρικο αυτό γατί, που και που του πετούσαν κανένα ψάρι από τα δίχτυα τους. Μια παραμονή Χριστουγέννων έπιασε να χιονίζει. Ένας περαστικός είδε το ζωντανό και το λυπήθηκε. Το πήρε στην αγκαλιά του και το πήγε στο σπίτι του που ήταν λίγο πιο κάτω. Μάταια όμως, με την πρώτη ευκαιρία η γατούλα γλίστρησε έξω αθόρυβα κι έτρεξε γι’ άλλη μια φορά στη θέση της. Ήθελε τόσο πολύ να τον δει εκείνη τη μέρα… Μικρές νιφάδες χιονιού άρχισαν να πέφτουν πάνω στη γκρι γουνίτσα της. Σηκώθηκε κι άρχισε να κάνει βόλτες πάνω – κάτω στην ακρογιαλιά. Εκεί ανάμεσα στα βότσαλα, όπως περπατούσε με σκυμμένο το κεφαλάκι της, βρήκε ένα κοχύλι που λέγεται «αυτί της θάλασσας»( είναι ένα ωοειδές όστρακο που στην άκρη της μιας πλευράς του έχει μικρές τρυπούλες και θυμίζει αρκετά ανθρώπινο αυτί). Είχε ακούσει όταν ήταν πιο μικρή έναν γλάρο που έλεγε πως αν βρεις ένα τέτοιο κοχύλι μπορείς να κάνεις μια ευχή και να πραγματοποιηθεί. Και να το, τώρα μπροστά στα πόδια της. Έσκυψε και νιαούρισε κάτι… Σε μια στιγμή εμφανίστηκε μπροστά της η «Κυρά της Θάλασσας». Είχε κάτασπρα μακριά μαλλιά, γαλάζια μάτια γεμάτα θαλασσινό νερό και το πρόσωπό της έλαμπε σαν ήλιος. «Έλα εδώ μικρό, δυστυχισμένο πλασματάκι» της είπε και άπλωσε το χέρι της. «Είσαι σίγουρη πως είναι αυτό που πραγματικά θέλεις»; Η γατούλα έγνεψε καταφατικά. Τότε μέσα από το μανδύα της Κυράς πετάχτηκε ένα πανέμορφο δελφίνι. «Οδήγησέ την», το πρόσταξε και εξαφανίστηκε στον αφρό. Το δελφίνι πήρε τη γατούλα στην πλάτη του κι άρχισε να απομακρύνεται από την ακτή, ώσπου πια δεν έβλεπε γύρω της τίποτε άλλο παρά μόνο θάλασσα. Η γατούλα ένιωθε ότι πλησίαζαν και η γατίσια ψυχούλα της άρχισε να σπαρταράει σαν ψαράκι από την χαρά και την αγωνία της μαζί. Ξάφνου το δελφίνι βούτηξε στα βαθιά νερά. Κράτησε την ανάσα της και έκλεισε τα μάτια της. Για λίγα λεπτά ήταν πραγματικά ευτυχισμένη… Το πλοίο δεν γύρισε ποτέ στο νησί… Εργασίες powerpoint : 2. Αναζητήστε πληροφορίες για το ζώο "γάτα" στην παρακάτω ιστοσελίδα και δημιουργήστε τη δική σας παρουσίαση δίνοντας πληροφορίες για τη φυσιολογία, τα χαρακτηριστικά και τη συμπεριφορά της. http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%AC%CF%84%CE%B1 Εργασίες powerpoint : http://www.authorstream.com/Presentation/magdagaitanidou-1775390/ 3. Να αναζητήσετε στην ιστοσελίδα http://www.youtube.com/
τραγούδια που σχετίζονται ή αναφέρονται στη γάτα.
1. Οι γάτες , Χρήστος Θηβαίος
2. "Cat People (Putting Out The Fire)" , David Bowie
3.Γυναίκες και γάτες, Β. Μαρκαντωνάκης
4. Είναι γάτα, Ρ. Σακελλαρίου
5. Η γάτα, Χρηστάκης
6. Cat Power, The Greatest
7. Catgroove, Parov Stellar
8. The Lovecats, The Cure
9. Mean Eyed Cat, Johny Cash
10. Three cool cats, The Coasters
11. Scary cats blues, Rolling Stones
12. Η γάτα, Mazoo and the zoo
13. Ο μαύρος γάτος , Β. Παπακωνσταντίνου
Και πολλά άλλα....
Ας ακούσουμε κάποια από αυτά :
4. Αναζητήστε στην ιστοσελίδα https://www.google.gr/ εκφράσεις και παροιμίες που σχετίζονται με τη γάτα.
Εκφράσεις και παροιμίες με γάτες
Γάτα: πολύ έξυπνος άνθρωπος (μεταφορικά)
- Γάτα με πέταλα: πολύ ικανός και επιδέξιος άνθρωπος
- Όσο πατάει η γάτα: πολύ λίγο, ελάχιστα
- Σα βρεγμένη γάτα: με τέτοιο τρόπο που γίνεται κατανοητό ότι κάποιος έχει συνειδητοποιήσει κάποια σφάλμα ή τις ευθύνες του
- Σκίζω τη γάτα: επιβάλλομαι, παίρνω τον αέρα
- Τρώγονται σαν το σκύλο με τη γάτα: για σχέση που χαρακτηρίζεται από συνεχείς και αλλεπάλληλους τσακωμούς
- Γάτα που κοιμάται ποντικούς δεν πιάνει: όποιος τεμπελιάζει είναι φυσικό να μένει νηστικός.
- Ούτε γάτα ούτε ζημιά: δεν έγινε τίποτε
- Όταν λείπει η γάτα χορεύουν τα ποντίκια: απουσιάζει κάποιος τον οποίο φοβόμαστε και κάνουμε ότι θέλουμε
- Κι αλευρωμένος να ‘ναι ο ποντικός, η γάτα τον γνωρίζει: όσο και προσπαθεί κάποιος να μην φανερώσει το πραγματικό πρόσωπο, χαρακτήρα μπορεί να αναγνωριστεί
- Κάνει σαν την λυσσιασμένη γάτα: κάποιος αντιδρά πολύ έντονα, επιθετικά.
- Εμείς ψωμί δεν έχουμε κι΄η γάτα πίταν έσερνε: ενώ υπάρχει έλλειψη βασικών πραγμάτων δίνουμε βαρύτητα σε λεπτομέρειες.
Διαβάστε κι αυτό το παραμύθι :
Παραμύθια για τις γάτες :
Γάτα, λιοντάρι & άνθρωπος (παιδικό παραμύθι)
Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια γάτα και βγήκε να κάνει ένα γύρο μέσα στο βουνό. Έξαφνα την αντικρύζει ένα λιοντάρι.
Η γάτα άμα είδε το λιοντάρι, ζάρωσε σ’ ένα μέρος και περίμενε να δει τι θα κάνει το λιοντάρι. Το λιοντάρι πήγε κοντά της και την μυρίστηκε κι ύστερα της λέει:
– Και συ από τη δική μας τη γενιά μοιάζεις, αλλά πολύ μικρή είσαι.
Και η γάτα του λέει:
– Αν ζούσες και συ κοντά στον άνθρωπο, και συ μικρός θα ήσουν.
– Και γιατί; ρωτά το λιοντάρι, τι είναι αυτός ο άνθρωπος; Τόσο μεγάλος είναι και τόσο άγριος; Πού ’ναι τος να τον ιδώ;
Τότε η γάτα λέει:
– Έλα μαζί μου να σου τον δείξω.
Το λιοντάρι άκουσε της γάτας τα λόγια και άρχισαν να περπατούν. Περπατώντας μέσα στο βουνό, βλέπουν έναν άνθρωπο που έκοβε ξύλα.
Η γάτα λέει στο λιοντάρι:
– Νά τος ο άνθρωπος.
Πήγαν κοντά, Το λιοντάρι καλημέρισε τον άνθρωπο και του λέει:
– Συ είσαι ο άνθρωπος;
– Εγώ, λέει αυτός.
– Έμαθα που είσαι πολύ δυνατός και ήρθα να παλέψουμε.
– Πολύ καλά, να παλέψουμε… Αλλά βοήθησέ με πρώτα να να σκίσω αυτό το μισοσκισμένο ξύλο κι ύστερα παλεύουμε.
– Σε βοηθώ.
– Βάλε, σαν είναι, τα χέρια σου εδώ ανάμεσα στη σκισμάδα του ξύλου, για να το σκίσω.
Το λιοντάρι έβαλε τα χέρια του, κι ο άνθρωπος απόλυσε το ένα μέρος του ξύλου που βαστούσε από δω και τ’ άλλο από κει και σφίχτηκαν εκεί μέσα του λιονταριού τα χέρια. Τότε παίρνει ο άνθρωπος ένα ρόπαλο κι αρχινά, δώσ’ του και δώσ’ του ξύλο! πού σε τρώει, πού σε πονεί, και το έκανε σα πεθαμένο από το ξύλο.
Κατόπι άνοιξε το ξύλο και ξεπολύθηκαν του λιονταριού τα χέρια και ξαπλώθηκε σαν ψόφιο.
Ύστερα φορτώθηκε ο άνθρωπος ξύλα στη ράχη του, πήρε το αξινάρι του και τράβηξε για το σπίτι του.
Σαν έφυγεν ο άνθρωπος, βγήκεν η γάτα, που ήταν κρυμμένη, και πήγε κοντά στο λιοντάρι και το ρώτησε, άμα ήρθε στον εαυτό του:
– Πώς σου φάνηκεν ο άνθρωπος;
– Εγώ, αν ήμουν στη θέση σου, από σένα ακόμα πιο μικρούτσικος θα απόμνησκα.
Κάποτε οι γάτες κήρυξαν πόλεμο στα ποντίκια και τα κατατρόπωσαν.
Τα ποντίκια, ξέροντας πως νικήθηκαν από την αδυναμία και τη δειλία τους,
διόρισαν αρχηγούς και στρατηγούς. Οι αρχηγοί μόλις εκλέχτηκαν λοιπόν,
αποφάσισαν να ξεχωρίσουν από τους άλλους κι έβαλαν
κέρατα στα κεφάλια τους, για να δείχνουν τάχα πιο γενναίοι.
Στο μεταξύ, οι γάτες ξανάκαναν επίθεση και τους έστρωσαν στο κυνήγι.
Τα ποντίκια έτρεξαν γρήγορα και χώθηκαν στις τρύπες τους.
Έτρεξαν κι οι αρχηγοί τους, αλλά τα κέρατα τους
εμπόδισαν να τρυπώσουν κι οι γάτες τους κατασπάραξαν.
O μύθος λέει πως όποιοι εμπιστεύονται μόνο τα όπλα τους και δε ζητούν
τη θεία συνδρομή, πέφτουν από μόνοι τους στα νύχια της δυστυχίας.
Γιατί τα σκυλιά κυνηγάνε τις γάτες και οι γάτες τους ποντικούς :
Ακούστε και ξεφυλλίστε το παραμύθι από την Καλαβρία " Η γάτα που ήθελε να παντρευτεί" στον παρακάτω σύνδεσμο :
"Οι γάτες των φορτηγών" είναι ένα ποίημα του Ν. Καββαδία το οποίο έχει μελοποιηθεί.
Αφιερώματα στον Καββαδία :
Θέλετε να διαβάσετε κι άλλα ποιήματα του Καββαδία;
Επισκεφθείτε την παρακάτω ιστοσελίδα :
Ενδιαφέρουσες ιστοσελίδες :
5. Αναζητήστε στο https://www.google.gr/ φωτογραφίες του Ν. Καββαδία.
Δε σε ξεχνώ. Οι γάτες των φορτηγών. Μέρος 1ο: οι ναυτικοί
Ο Καββαδίας υπήρξε μοναδική περίπτωση ποιητή.
Αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο. Αν και χρησιμοποίησε παραδοσιακούς τρόπους για να γράψει τα ποιήματα του, δεν θεωρήθηκε πότε ξεπερασμένος από την εποχή του, όπως συνέβη ας πούμε με τους επίγονους του Καρυωτάκη. Ούτε η ιδιότυπη γλώσσα, γεμάτη από ναυτικούς όρους και λόγια των ναυτικών, στάθηκε ανασταλτικός παράγοντας. Αντίθετα, η μείξη του εξωτικού και του ρεαλιστικού, ο γνήσιος ανθρωπισμός, η λαχτάρα για ταξίδια και το άγνωστο, ο ειλικρινής και χαμηλόφωνος λυρισμός του και η βαθιά γνώση της ανθρώπινης μοίρας (και όχι απλά και μόνο της μοίρας του ναυτικού) καθιστούν το έργο του πάντα επίκαιρο και πάντα αγαπητό, ιδιαίτερα στους νέους. Πρόκειται για τον περισσότερο μελοποιημένο Έλληνα ποιητή. Ο Θάνος Μικρούτσικος έχει ασχοληθεί μαζί του σε τρεις δίσκους (Γραμμές των Οριζόντων, Σταυρός του Νότου 2005, Σταυρός του Νότου ). Οι "Ξέμπαρκοι" στον μοναδικό τους (S/S IONION). Ποιήματα του έχουν μελοποιήσει ο Λάκης Παπαδόπουλος, ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, ο Γιάννης Σπανός, η Μαρίζα Κοχ κ.α. Ο Μωυσής Άσερ έγραψε και ένα τραγούδι απευθυνόμενος σ΄αυτόν, η Μαρία Βουμβάκη μελοποίησε το ποίημα του Σκαρίμπα που απευθύνεται στον Καββαδία, ενώ πάνω στο ποίημα του Καββαδία (Λένε για μένα οι ναυτικοί που ζήσαμε μαζί...)"πατάει" ένα τραγούδι των Πυξ Λαξ(Λένε για μένα οι όμορφες που ζήσαμε μαζί..) Αυτό είναι το πρώτο μέρος της ανάρτησης, στο οποίο δίδεται βάση στο ποίήμα και τους ναυτικούς. Ακολουθεί άλλη αναρτηση για τις γάτες. Το ποίημα του Νίκου Καββαδία που κάναμε στην τάξη αναφέρεται στις γάτες. Το ακούμε στην μελοποίηση του από τους "Ξέμπαρκους" και οπτικοποίηση (μεταγενέστερη της παρούσας ανάρτησης) από μαθητές της Β' Γυμνασίου Παραδεισίου. Στο πρώτο μισό του ποιήματος αυτού περιγράφεται η ζωή των γάτων που ζουν στα βαπόρια και η αντιμετώπιση τους από τους ναυτικούς. Πως πάντα έχουν μια γάτα, κι ας μην ξέρουν γιατί, πως τους δίνει κουράγιο τις ώρες της τρικυμίας και τους κάνει να αισθάνονται πως έχουν μαζί τους μια γλυκιά γυναίκα, πως τους κάνει παρέα, όταν τελειώνουν τη βάρδια τους και, πάνω από όλα, πως υπο/αντικαθιστά τη αίσθηση της ερωτικής γυναικείας παρουσίας. Στο δεύτερο μισό παρουσιάζεται ο αργός εκφυλισμός της γάτας από την ασθένειας της λαμαρίνας, του καραβιού δηλαδή ("η λαμαρίνα, η λαμαρίνα, όλα τα σβήνει", γράφει αλλού, στο ποίημα Kuro Siwo (εδώ η σχετική ανάρτηση), ο ποιητής. Και -τι σύμπτωση!= στο ίδιο ποίημα αναφέρεται η θλίψη του αφηγητή του για το θάνατο δυο παπαγάλων και ενός πιθήκου που είχε μαζί του), παρά τις προσπάθειες των ναυτικών να τη γλυτώσουν με ξόρκια και φυλακτά (δείγμα της απλοϊκής σκέψης τους). Και πως σκίζεται η ψυχή των ναυτών, όταν,τρελή πια, την ακούν να ουρλιάζει. Και την απελπισμένη τρυφερότητα με την οποία αυτός που έχει ήδη ζήσει φοβερά πράγματα, άρα μπορεί να το αντέξει, της χαρίζει το θάνατο, για να μην υποφέρει. Το ποίημα κλείνει με τους ναυτικούς απομονωμένους στη βουβή τους θλίψη να θρηνούν (και ως γνωστόν ο βουβός πόνος είναι χειρότερος. Η Ευρυδίκη, ας πούμε, γυναίκα του Κρέοντα, στην "Αντιγόνη" του Σοφοκλή,έχοντας χάσει ήδη το γιο της Μεγαρέα που θυσιάστηκε για να κερδίσουν οι Θηβαίοι τους Αρείους, όταν μαθαίνει την αυτοκτονία του άλλου γιου της, του Αίμονα, πάνω στο σώμα της νεκρής Αντιγόνης, φεύγει αμίλητη από τη σκηνή... Ο χορός και ο αγγελιοφόρος εικάζουν ότι δεν θέλει να θρηνήσει παρουσία ξένων. Λίγο μετά το νεκρό της σώμα οδηγείται στη σκηνή. Κάτι πρέπει να κάνω με τις παρεκβάσεις μου...). Έτσι μέσα σε οχτώ στροφές θίγει ο ποιητής - έμμεσα, αλλά καθόλου ξώφαλτσα- το δίπολο που κυβερνά την ζωή. Τον έρωτα και το θάνατο. Που τα πάντα με αυτά σχετίζονται και σ' αυτά οδηγούν. Έτσι το ποίημα ξεπερνά το πεπερασμένο του θέματος του και ανάγεται σε παραδειγματικό εγχειρίδιο ζωής. Παράλληλα, όμως, η έλξη της γάτας από το σίδερο, που την οδηγεί στη τρέλα και στο θάνατο, αντικατοπτρίζει και την παράξενη έλξη που ασκεί στο ναυτικό η θάλασσα. Και έτσι η γάτες των καραβιών προοιωνίζουυν κάπως το μέλλον των ναυτικών. Αλλά και την αδυναμία τους να το αποφύγουν ή το φόβο τους μήπως το αποφύγουν. Γιατί σαν τη γάτα που ποτέ δεν αποχωρίζεται το σπίτι της, έστω καράβι, έτσι και ο ναυτικοί βουλιάζουν στη στεριά. Ενδεικτικό το ποίημα του Κώστα Ουράνη "Τα φορτηγά καράβια συλλογίζομαι". Στο οποίο μάλιστα γέροι ναυτικοί συσχετίζονται με τα παροπλισμένα καράβια τους. Τὰ φορτηγὰ καράβια συλλογίζομαι Τὰ φορτηγὰ καράβια συλλογίζομαι ποῦ γέρασαν κὰ τώρα, λαβωμένα, χωρὶς οὔτε μία βάρδια στὸ κατάστρωμα, σαπίζουν στ᾿ ἀκρολίμανα δεμένα. Τὰ φορτηγὰ καράβια: ποὺ ταξίδεψαν στῶν πέντε τῶν ἠπείρων τὰ πελάγη -ἀπ᾿ τοῦ Μουρμὰνκ τὴ παγερὴ τὴ θάλασσα ἴσαμε τοῦ Ἀμαζόνα τὰ τενάγη. Τοὺς ναυτικούς τους γέρους συλλογίζομαι ποῦ στὰ μεγάλα τῶν χειμώνων βράδια μ᾿ ὑπομονὴ κι ἀγάπη -γιὰ τὰ ἐγγόνια του (εἴτε γι᾿ αὐτούς;-) μικρὰ φτιάχνουν καράβια, καὶ δὲν μποροῦνε πιὰ νὰ ταξιδέψουνε μὰ κάθε μέρα ὡς τὸ λιμάνι πᾶνε καί, ἄνεργοι, ἀνώφελοι καὶ πένθιμοι σὰν κάτι τὶς νὰ χάσανε κοιτᾶνε. Παρόμοια και ο πρωταγωνιστικός χαρακτήρας της νουβέλας της Ιωάννας Καρυστιάνη "Σούελ", αν και περασμένα τα 70, πεισματικά παραμένει καπετάνιος στο φορτηγό του πλοίο, καταφέρνοντας μάλιστα να κρατήσει κρυφό απ' όλους οτι έχει χάσει την όραση του. Αλλά και ένα άλλο ποίημα του Καββαδία, στο οποίο εκφράζει το φόβο του μήπως μείνει "Ιδανικός και ανάξιος εραστής των μακρυσμένων ταξιδιων" και δεν "σχίσει τη θολή γραμμή των οριζόντων" και το φόβο του μήπως, ενώ "πόθησε μια μέρα να ταφεί σε κάποια θάλασσα μακριά", τον περιμένει, αν ζήσει στη στεριά, θάνατος" κοινός και θλιβερός πολύ και μια κηδεία σαν τον πολλών ανθρώπων της κηδείες", μοίρα που τελικά περίμενε τον, ναυτικό, Νίκο Καββαδία, μια και πέθανε το 1975 στη στεριά. Για αυτό και η λατρεία που έχουν για τις γάτες τους οι ναυτικοί. Για την πίστη, την ανεξαρτησία και την αναπόφευκτη, μα επιθυμητή, μοίρα. Αντίθετα, με μια "Μαϊμου" που περιγράφει σε έναν άλλο ποίημα. Που, συμβολίζοντας αυτή τη φορά το ευμετάβλητο της γυναικείας ψυχοσύνθεσης, αλλά και τον ναυτικό που αρνήθηκε τη θάλασσα, ξεγελάει τον αφηγητή και χάνεται σε ένα λιμάνι. . Μπορεί οι ναυτικοί να τη ζηλεύουν και να την κατανοούν, μπορεί η έλλειψη της να είναι μεγάλη, αλλά δεν μπορούν να την ακολουθήσουν. Το παρόν ιστολόγιο έχει ασχοληθεί με τον Καββαδία εδώ και εδώ Περισσότερα για τον Καββαδία εδώ Με τις γάτες |