Oι ναύτες αποθέτουν κοιμισμένον τον Oδυσσέα στο λιμάνι του Φόρκυνα.
(Αντίγραφο από γιαπωνέζικη έκδοση)
ΠΗΓΗ https://e-didaskalia.blogspot.com/2016/04/odysseia.html
μ (Σειρήνες, Σκύλλα, Χάρυβδις, βόες Ηλίου): Φεύγοντας από την Κίρκη συναντούν τις γοητευτικές Σειρήνες, το τραγούδι των οποίων μόνο ο Οδυσσέας ακούει δεμένος στο κατάρτι του πλοίου του. Ύστερα πέφτουν στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη και χάνονται πολλοί σύντροφοί του. Όσοι επιζούν βγαίνουν στο νησί του Ήλιου, όπου παρακούοντας την εντολή του θεού σκοτώνουν τα βόδια του, γεγονός που προκαλεί την οργή του. Στην κακοκαιρία που ακολουθεί, ο Οδυσσέας χάνει όλους τους συντρόφους του και μόνος του ναυαγός φτάνει στην Ωγυγία, στο νησί της Καλυψώς.
ν (Oδυσσέως απόπλους παρά Φαιάκων και άφιξις εις Ιθάκην): Ο Οδυσσέας φορτωμένος δώρα μεταφέρεται από τους Φαίακες στην Ιθάκη. Τον αποθέτουν κοιμισμένο στην ακτή και όταν ξυπνά δεν αναγνωρίζει την πατρίδα του, μέχρι τη στιγμή που επεμβαίνει η Αθηνά. Μαζί καταστρώνουν το σχέδιο ενάντια στους μνηστήρες και τελικά η θεά τον μεταμορφώνει σε ζητιάνο.
ΠΗΓΗ http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/OMHROS%20ODYSSEIA/Odysseia/Didaskontas-Odysseia18.htmΠΗΓΗ https://e-didaskalia.blogspot.com/2016/04/odysseia.html
μ (Σειρήνες, Σκύλλα, Χάρυβδις, βόες Ηλίου): Φεύγοντας από την Κίρκη συναντούν τις γοητευτικές Σειρήνες, το τραγούδι των οποίων μόνο ο Οδυσσέας ακούει δεμένος στο κατάρτι του πλοίου του. Ύστερα πέφτουν στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη και χάνονται πολλοί σύντροφοί του. Όσοι επιζούν βγαίνουν στο νησί του Ήλιου, όπου παρακούοντας την εντολή του θεού σκοτώνουν τα βόδια του, γεγονός που προκαλεί την οργή του. Στην κακοκαιρία που ακολουθεί, ο Οδυσσέας χάνει όλους τους συντρόφους του και μόνος του ναυαγός φτάνει στην Ωγυγία, στο νησί της Καλυψώς.
ν (Oδυσσέως απόπλους παρά Φαιάκων και άφιξις εις Ιθάκην): Ο Οδυσσέας φορτωμένος δώρα μεταφέρεται από τους Φαίακες στην Ιθάκη. Τον αποθέτουν κοιμισμένο στην ακτή και όταν ξυπνά δεν αναγνωρίζει την πατρίδα του, μέχρι τη στιγμή που επεμβαίνει η Αθηνά. Μαζί καταστρώνουν το σχέδιο ενάντια στους μνηστήρες και τελικά η θεά τον μεταμορφώνει σε ζητιάνο.
18η ενότητα: μ και ν 1-209/<1-187> (περίληψη)
Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης Το παιχνίδι της Οδύσ
σειας Επιπλέον υλικό Οι περιπλανήσεις Αντιγραφή εικόνων
σειας Επιπλέον υλικό Οι περιπλανήσεις Αντιγραφή εικόνων
ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:
● Oι τελευταίες περιπέτειες του Oδυσσέα
● H αναχώρηση από τη Σχερία και ο νόστος
Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 33η ως
την 35η ημέρα:
την 35η ημέρα:
Α.1 Περιληπτική αναδιήγηση της ραψωδίας μ: Ἀλκίνου Ἀπόλογοι:
Τὰ περὶ Σειρῆνας, Σκύλλαν, Χάρυβδιν, βόας Ἡλίου
Τὰ περὶ Σειρῆνας, Σκύλλαν, Χάρυβδιν, βόας Ἡλίου
O Oδυσσέας και οι Σειρήνες.
Ερυθρόμορφος στάμνος του Ζωγράφου των Σειρήνων, περίπου 480 π.Χ.
(Λονδίνο, Bρετανικό Mουσείο)
O Oδυσσέας και οι Σειρήνες.
Πίνακας του Γ. Γαΐτη (1923-1984).
Aναπαράσταση του καραβιού του Oδυσσέα στο λιμάνι της Iθάκης.
(Πηγή: Oδύσσεια Kεφαλλονιάς – Iθάκης/1999)
Οι Φαίακες εναποθέτουν τον κοιμισμένο Οδυσσέα στην Ιθάκη.
Χαρακτικό, Flaxman, John
Η Σκύλλα. Πήλινο ανάγλυφο από τη Μήλο, 465-435 π.χ.
Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Α'2. Περιληπτική αναδιήγηση του αποσπάσματος ν 1-209:
Ὀδυσσέως ἀπόπλους παρά Φαιάκων καί ἄφιξις εἰς Ἰθάκην
Ὀδυσσέως ἀπόπλους παρά Φαιάκων καί ἄφιξις εἰς Ἰθάκην
Οι Φαίακες μαγεύτηκαν πάλι από τη διήγηση του Οδυσσέα και τον τίμησαν με πρόσθετα δώρα. Την επομένη τα τακτοποίησαν όλα στο καράβι, δόθηκε στα ανάκτορα και γεύμα αποχαιρετιστήριο με σπονδές στους θεούς και ευχαριστήριες ευχές του Οδυσσέα, και το βράδυ το καράβι απέπλευσε από τη Σχερία :
Έτρεχε το καράβι σταθερό και σίγουρο· μήτε γεράκι,
100 το γοργότερο πετούμενο, δεν θα μπορούσε να το φτάσει.
Σαν το γεράκι και το πλοίο πετώντας έσχιζε το θαλάσσιο κύμα,
τον άντρα ταξιδεύοντας που η στόχασή του έμοιαζε θεού·
103 ένας που τόσα πάθη πόνεσε η γενναία ψυχή του,
που πέρασε ανδρείους πολέμους, άγρια κύματα της θάλασσας,
τώρα ατάραχος κοιμόταν, λησμονώντας τ’ αμέτρητα παθήματά του
100 το γοργότερο πετούμενο, δεν θα μπορούσε να το φτάσει.
Σαν το γεράκι και το πλοίο πετώντας έσχιζε το θαλάσσιο κύμα,
τον άντρα ταξιδεύοντας που η στόχασή του έμοιαζε θεού·
103 ένας που τόσα πάθη πόνεσε η γενναία ψυχή του,
που πέρασε ανδρείους πολέμους, άγρια κύματα της θάλασσας,
τώρα ατάραχος κοιμόταν, λησμονώντας τ’ αμέτρητα παθήματά του
Όλη τη νύχτα ταξίδευαν και την αυγή (35η μέρα τώρα της Οδύσσειας) έφτασαν στην Ιθάκη. Οι ναύτες απόθεσαν στο λιμάνι του Φόρκυνα βυθισμένον ακόμη στον ύπνο τον Οδυσσέα, άφησαν παράμερα και τα δώρα και πήραν τον δρόμο της επιστροφής.
Ο Ποσειδώνας όμως παραπονέθηκε στον Δία για τους Φαίακες που, αν και απόγονοί του, τον αψήφησαν και πραγματοποίησαν τόσο εύκολα και τιμημένα τον νόστο του Οδυσσέα· απέσπασε έτσι το δικαίωμα να τους εκδικηθεί. Πέτρωσε, λοιπόν, το καράβι τους τη στιγμή που πλησίαζε στη Σχερία και σκόπευε να περικλείσει την πόλη τους με ψηλό βουνό. Οι Φαίακες απόρησαν βλέποντας το καράβι να γίνεται βράχος, ο Αλκίνοος όμως είδε στο πέτρωμα του καραβιού την επαλήθευση μιας παλαιάς μαντείας και ζήτησε από όλους να σταματήσουν στο εξής το ξεπροβόδισμα των ξένων. Ζήτησε επίσης να προσφέρουν θυσία στον Ποσειδώνα, μήπως τους λυπηθεί και δεν περικλείσει την πόλη με βουνό. Οι Φαίακες ανταποκρίθηκαν και όρθιοι γύρω στον βωμό του θεού προσεύχονταν.
Φεύγοντας από τον Άδη επιστρέψαμε στην Αία και ενταφιάσαμε το σώ
μα του Ελπήνορα. Η Κίρκη στο μεταξύ μάς αντιλήφθηκε και
με προειδοποίησε για τους κινδύνους που μας περιμένουν και πώς
να τους αντιμετωπίσουμε: για τις Σειρήνες που μαγεύουν
τους περαστικούς με το τραγούδι τους· για τις Συμπληγάδες Πέτρες
που ανοιγοκλείνουν ασταμάτητα· για τους αντικριστούς βράχους
της Σκύλλας με τα έξι κεφάλια και της Χάρυβδης, που τρεις φορές τη μέ
ρα ρουφά και ξερνά το νερό της θάλασσας· και για τα βόδια του Ή
λιου στη Θρινακία, για τα οποία μού προφήτεψε όσα και ο μά
ντης Τειρεσίας.
μα του Ελπήνορα. Η Κίρκη στο μεταξύ μάς αντιλήφθηκε και
με προειδοποίησε για τους κινδύνους που μας περιμένουν και πώς
να τους αντιμετωπίσουμε: για τις Σειρήνες που μαγεύουν
τους περαστικούς με το τραγούδι τους· για τις Συμπληγάδες Πέτρες
που ανοιγοκλείνουν ασταμάτητα· για τους αντικριστούς βράχους
της Σκύλλας με τα έξι κεφάλια και της Χάρυβδης, που τρεις φορές τη μέ
ρα ρουφά και ξερνά το νερό της θάλασσας· και για τα βόδια του Ή
λιου στη Θρινακία, για τα οποία μού προφήτεψε όσα και ο μά
ντης Τειρεσίας.
Όταν αποπλεύσαμε, άρχισα να ενημερώνω τους συντρόφους για όσα
μας περιμένουν, αλλά μόλις πρόλαβα να τους πω για τις Σειρήνες, είχα
με κιόλας φτάσει εκεί. Εφαρμόζοντας τότε τις οδηγίες της Κίρ
κης, βούλωσα τα αυτιά των συντρόφων με κερί και εκείνοι με έδε
σαν σφιχτά στο κατάρτι, ώστε να ακούσω εγώ το ακόλουθο μαγευτι
κό κάλεσμά τους, αλλά να μην μπορώ να ανταποκριθώ:
μας περιμένουν, αλλά μόλις πρόλαβα να τους πω για τις Σειρήνες, είχα
με κιόλας φτάσει εκεί. Εφαρμόζοντας τότε τις οδηγίες της Κίρ
κης, βούλωσα τα αυτιά των συντρόφων με κερί και εκείνοι με έδε
σαν σφιχτά στο κατάρτι, ώστε να ακούσω εγώ το ακόλουθο μαγευτι
κό κάλεσμά τους, αλλά να μην μπορώ να ανταποκριθώ:
212 «Έλα, Οδυσσέα περίφημε, δόξα των Αχαιών, πλησίασε,
άραξε εδώ το πλοίο, ν’ ακούσεις τη φωνή μας [...]
[τη μελιστάλακτη και να κερδίσεις καινούρια γνώση].
218 Γιατί τα πάντα εμείς γνωρίζουμε, όσα τραβήξανε στης Τροίας
τον κάμπο Αργείοι και Τρώες – θέλημα των θεών.
220 Κι ακόμη ξέρουμε τα όσα συμβαίνουν πάνω σ’ ολόκληρη τη γη [...].»
άραξε εδώ το πλοίο, ν’ ακούσεις τη φωνή μας [...]
[τη μελιστάλακτη και να κερδίσεις καινούρια γνώση].
218 Γιατί τα πάντα εμείς γνωρίζουμε, όσα τραβήξανε στης Τροίας
τον κάμπο Αργείοι και Τρώες – θέλημα των θεών.
220 Κι ακόμη ξέρουμε τα όσα συμβαίνουν πάνω σ’ ολόκληρη τη γη [...].»
Έτσι αποφύγαμε αυτόν τον κίνδυνο. Αποφύγαμε και τις Συμπληγάδες
και, για να γλιτώσουμε από τη Χάρυβδη, πλησιάσαμε στον βράχο
της Σκύλλας, που μας στοίχισε έξι συντρόφους.
και, για να γλιτώσουμε από τη Χάρυβδη, πλησιάσαμε στον βράχο
της Σκύλλας, που μας στοίχισε έξι συντρόφους.
Φτάσαμε έπειτα στο νησί του Ήλιου κι εγώ, αναλογιζόμενος
τις προφητείες του Τειρεσία και της Κίρκης, ζήτησα από τους συντρό
φους να μην αράξουμε εκεί, γιατί μας περιμένει συμφορά, βρήκα ό
μως αντιμέτωπο τον Ευρύλοχο. Οι άλλοι, κατάκοποι καθώς ήταν, πή
ραν το μέρος του, κι εγώ αναγκάστηκα να υποχωρήσω, αφού πρώτα
τους δέσμευσα με όρκο να μην αγγίξουν τα ιερά ζώα του θεού. Νο
τιάς όμως μας κράτησε έναν μήνα στο νησί και τα τρόφιμα τελείω
σαν. Απομακρύνθηκα τότε, για να προσευχηθώ στους θεούς να δώ
σουν λύση στο πρόβλημά μας, εκείνοι όμως μου έστειλαν ύπνο γλυ
κό. Έτσι, βρήκε ευκαιρία ο Ευρύλοχος και, με το επιχείρημα ότι
ο χειρότερος θάνατος είναι ο θάνατος από πείνα, έπεισε τους άλλους
να σφάξουν τα καλύτερα βόδια – ως θυσία πάντως προς τους θεούς
– και να τάξουν στον Ήλιο όμορφο ναό, όταν νοστήσουν. Τα θυσία
σαν λοιπόν και άρχισαν να τα ψήνουν και να τα τρώνε. Ξύπνησα τότε
και, όταν κατάλαβα τι είχε συμβεί, αναστέναξα διαμαρτυρόμενος
στους θεούς για τον ύπνο που μου είχαν στείλει.
τις προφητείες του Τειρεσία και της Κίρκης, ζήτησα από τους συντρό
φους να μην αράξουμε εκεί, γιατί μας περιμένει συμφορά, βρήκα ό
μως αντιμέτωπο τον Ευρύλοχο. Οι άλλοι, κατάκοποι καθώς ήταν, πή
ραν το μέρος του, κι εγώ αναγκάστηκα να υποχωρήσω, αφού πρώτα
τους δέσμευσα με όρκο να μην αγγίξουν τα ιερά ζώα του θεού. Νο
τιάς όμως μας κράτησε έναν μήνα στο νησί και τα τρόφιμα τελείω
σαν. Απομακρύνθηκα τότε, για να προσευχηθώ στους θεούς να δώ
σουν λύση στο πρόβλημά μας, εκείνοι όμως μου έστειλαν ύπνο γλυ
κό. Έτσι, βρήκε ευκαιρία ο Ευρύλοχος και, με το επιχείρημα ότι
ο χειρότερος θάνατος είναι ο θάνατος από πείνα, έπεισε τους άλλους
να σφάξουν τα καλύτερα βόδια – ως θυσία πάντως προς τους θεούς
– και να τάξουν στον Ήλιο όμορφο ναό, όταν νοστήσουν. Τα θυσία
σαν λοιπόν και άρχισαν να τα ψήνουν και να τα τρώνε. Ξύπνησα τότε
και, όταν κατάλαβα τι είχε συμβεί, αναστέναξα διαμαρτυρόμενος
στους θεούς για τον ύπνο που μου είχαν στείλει.
Ο Ήλιος, μόλις πληροφορήθηκε τη σφαγή των βοδιών του, απείλησε
ότι θα κατεβεί στον Άδη και δεν θα φέγγει πια, αν δεν τιμωρηθούν
οι σύντροφοί μου· απέσπασε έτσι την υπόσχεση του Δία ότι
θα κεραυνοβολήσει το καράβι μας.
ότι θα κατεβεί στον Άδη και δεν θα φέγγει πια, αν δεν τιμωρηθούν
οι σύντροφοί μου· απέσπασε έτσι την υπόσχεση του Δία ότι
θα κεραυνοβολήσει το καράβι μας.
Επέπληξα βέβαια τους συντρόφους, το κακό όμως είχε γίνει και οι θε
οί έδειξαν τη δυσαρέσκειά τους με σημεία και τέρατα: «σάλευαν
τα τομάρια καταγής· στις σούβλες μούγκριζαν τα κρέατα, / τα ωμά και
τα ψημένα· κι ανέβαινε φωνή σαν από βόδια ζωντανά». Αλλά
οι σύντροφοι συνέχισαν το φαγοπότι έξι μέρες, και όταν την έβδο
μη κόπασαν οι άνεμοι και αποπλεύσαμε, ο Δίας μάς περίμενε· σήκω
σε θύελλα μεσοπέλαγα, κεραυνοβόλησε το καράβι και οι σύντρο
φοι καταποντίστηκαν· «έτσι ο θεός τούς στέρησε τον νόστο». Σώθη
κα μόνο εγώ πιασμένος από την καρίνα και αφέθηκα στα κύματα, που
με γύρισαν στη Χάρυβδη την ώρα που ρουφούσε τη θάλασσα. Πηδώ
ντας τότε στον αέρα κρεμάστηκα σαν νυχτερίδα από την αγριοσυκιά
που σκίαζε το τέρας και κρεμασμένος περίμενα ώσπου να ξεράσει μαζί
με το νερό και την καρίνα· κατάφερα τότε να καθίσω πάνω
στο καραβόξυλο και, έπειτα από παραδαρμό εννέα ημερών στη θάλασ
σα, να φτάσω στο νησί της Καλυψώς – αλλά γι’ αυτό σάς μίλησα
το προηγούμενο βράδυ.
οί έδειξαν τη δυσαρέσκειά τους με σημεία και τέρατα: «σάλευαν
τα τομάρια καταγής· στις σούβλες μούγκριζαν τα κρέατα, / τα ωμά και
τα ψημένα· κι ανέβαινε φωνή σαν από βόδια ζωντανά». Αλλά
οι σύντροφοι συνέχισαν το φαγοπότι έξι μέρες, και όταν την έβδο
μη κόπασαν οι άνεμοι και αποπλεύσαμε, ο Δίας μάς περίμενε· σήκω
σε θύελλα μεσοπέλαγα, κεραυνοβόλησε το καράβι και οι σύντρο
φοι καταποντίστηκαν· «έτσι ο θεός τούς στέρησε τον νόστο». Σώθη
κα μόνο εγώ πιασμένος από την καρίνα και αφέθηκα στα κύματα, που
με γύρισαν στη Χάρυβδη την ώρα που ρουφούσε τη θάλασσα. Πηδώ
ντας τότε στον αέρα κρεμάστηκα σαν νυχτερίδα από την αγριοσυκιά
που σκίαζε το τέρας και κρεμασμένος περίμενα ώσπου να ξεράσει μαζί
με το νερό και την καρίνα· κατάφερα τότε να καθίσω πάνω
στο καραβόξυλο και, έπειτα από παραδαρμό εννέα ημερών στη θάλασ
σα, να φτάσω στο νησί της Καλυψώς – αλλά γι’ αυτό σάς μίλησα
το προηγούμενο βράδυ.