Παρασκευή 19 Απριλίου 2019

ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ,H επιστροφή του Αντρέα

Από την ταινία 1922 του Νίκου Κούνδουρου

Από την ταινία 1922 του Νίκου Κούνδουρου

πηγή :http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL105/229/
1690,5408/ ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ  Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]  Ηλίας Βενέζης (Εποχές και Συγγραφείς) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]
H επιστροφή του Αντρέα
         Το μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη Γαλήνη (1939) έχει ως θέμα του την εγκατάσταση μιας ομάδας προσφύγων στην Ανάβυσσο της Αττικής, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Στον αγώνα για επιβίωση σε έναν άγνωστο και άγονο τόπο η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο συνυπάρχει με τη νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες και την αγωνία για την τύχη εκείνων που έμειναν κρατούμενοι στα καταναγκαστικά τάγματα εργασίας της Ανατολής. Στο απόσπασμα που ακολουθεί, ο Αντρέας, που γύρισε σώος ύστερα από δεκατέσσερις μήνες ομηρίας, κρύβει την πικρή αλήθεια από τη μάνα του Άγγελου, του φίλου του που πέθανε πριν να χαρεί τη μέρα της επιστροφής.
Διδώ Σωτηρίου, «[Οι πρόσφυγες]» [Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Ε' και ΣΤ' Δημοτικού]
Πλησιάζανε οι Φωκιανοί* λαχανιασμένοι, στο απάνω χωριό, που είχαν οι άλλοι πρόσφυγες, οι Ανατολίτες, όταν σταματήσανε μονομιάς.
         Ένας, μονάχος, ολομόναχος άνθρωπος πρόβαλε στο μονοπάτι. Είχε σκεπασμένο με τσουβάλια το κορμί του, το πρόσωπό του ήταν κίτρινο, ήταν ολομόναχος κι από πίσω του τρέχανε σκυλιά και τον γάβγιζαν, κι από πίσω του ήταν οι λόφοι.
         Σκιά θανάτου σκέπασε μονομιάς το κοπάδι των Φωκιανών, ώσπου μια φωνή είπε με δέος:
         — Αυτό είναι!
         Κι ολοένα «αυτό» ερχόταν, μαζί με τα σκυλιά και με τους λόφους. Ύστερα ακούστηκε ένα μούρμουρο κι ύστερα ακούστηκε η φωνή του ξένου:
         — Η μητέρα μου είναι εδώ;...
         Τότε, αναγνωρίζοντας τη φωνή του, όλο το κοπάδι έπεσε πάνω του, φωνάζοντας:
         — Είναι ο Αντρέας! Είναι ο Αντρέας της κυρά Σοφούλας!
         Κι ύστερα άρχισαν να τον πνίγουν στα ρωτήματα:
         — Μην είδες τον τάδε; Μην είδες τον τάδε;
         Σαν φοβισμένο ζο, κάτω απ' το κύμα των ανθρώπων, μουρμούριζε, σαν να ζητούσε έλεος:
         — Δεν ξέρω τίποτα... Δεν ξέρω τίποτα...
         Άρχισαν να βαδίζουν προς την Ανάβυσσο, ο αιχμάλωτος όδευε πρώτος και το πλήθος ακολουθούσε. Πλάι του έτρεχε λαχανιασμένος ο γιατρός Βένης.*
         — Είναι ακόμα μακριά; ρώτησε ο Αντρέας μια στιγμή το γιατρό, γεμάτος αγωνία! Για όνομα του Θεού! Να φτάξουμε! Να φτάξουμε!
         — Θα φτάξουμε, παιδί μου, θα φτάξουμε, έλεγε ο γιατρός. Να τα καλύβια μας, φαίνουνται. Μπορείς να λες στους ανθρώπους ένα «ναι» ή ένα «όχι», αν είδες κανένα δικό τους...
         Ένα «ναι» ή ένα «όχι» - πόσο απλά, λοιπόν, είναι όλα εδώ.
         — Η Άννα* ζει; ρώτησε μια στιγμή, μες στην αγωνία του, το αγόρι.
         — Ναι, ζει. Εδώ είναι. Εδώ είναι κι η μητέρα του Άγγελου. Μαζί με κείνον δεν ήσαστε, όταν σας πιάσανε;
         Τότε το παλικάρι έκανε ένα βίαιο κίνημα, σαν να ξυπνούσε από εφιάλτη.
         — Τι είπες; λέει βάναυσα στο γιατρό.
         — Είπα για τον ανιψιό μου τον Άγγελο. Θά 'ρθει με τ' άλλο βαπόρι;
         Η φωνή που ρωτά είναι ήσυχη, γαλήνια - πώς γίνεται, λοιπόν, να ρωτούνε μ' αυτό τον απλό τρόπο εδώ οι άνθρωποι κι η φωνή τους να είναι τόσο ήσυχη;
         — Θά 'ρθει με τ' άλλο βαπόρι; επιμένει η φωνή.
         Πάλι.
         — Θά 'ρθει λοιπόν;
         Κι η σκληρή φωνή του αγοριού, σχεδόν άγρια, αδύνατη πια να κρατηθεί, τινάζεται σπαράζοντας:
         — Ε, όχι! Δε θά 'ρθει! Δε θά 'ρθει! Μη με ρωτάτε πια! φώναζε απελπισμένα.
         Κάθισε απότομα καταγής κι έκλεισε το πρόσωπό του με τις χούφτες του. Όλοι, τότε, κάνανε ένα βουβό κύκλο πάνω από κείνο το φάντασμα.
         — Για ποιον λέει; ρωτούσαν σιγανά.
         Μα ο γιατρός τούς παρακάλεσε ν' αραιώσουν τον κύκλο, να πάρει αέρα το παιδί. Γονάτισε πλάι του κι έπιασε το μέτωπό του, σαν να ήθελε να δει αν έχει πυρετό.
         Ύστερα έσκυψε ακόμα πιο πολύ στ' αυτί του αγοριού, ικετεύοντας:
         — Η μητέρα του, να μη μάθει τίποτα, του ψιθύρισε τρέμοντας από ταραχή. Θα πρέπει να περιμένει.
         Κι ο Αντρέας χαμήλωσε το κεφάλι, πιο ήσυχος λίγο, στη γη.
         — Ναι, δε θα μάθει.
***
Από την ταινία 1922 του Νίκου Κούνδουρου
Από την ταινία 1922 του Νίκου Κούνδουρου
[...] Γύρισε σαν άρρωστος, ένα αληθινό πτώμα στο καλύβι τους. Έτσι γίνεται κάθε μέρα. Είναι ένα φοβερό καθήκον που επαναλαμβάνεται, στερεότυπα, κάθε βράδυ, σαν κοντεύει να πέσει η νύχτα. Στην αρχή, τις πρώτες μέρες του γυρισμού του, ήταν τόσο μαρτυρικό, που κοίταζε πώς να το ξεφύγει. Ύστερα σιγά σιγά το συνήθισε, το είδε σαν χρέος. Όλα τα συνηθίζει κανείς. Συνηθίζει να ψάχνει μες στον εαυτό του κι άξαφνα να βλέπει πως είναι τόσο γυμνός και τόσο έρημος, σαν ν' αρχίζει μόλις, πρώτος απάνω στη γη, την ιστορία του ανθρώπου, μόλις και μόνος. Συνηθίζει να μην πιστεύει σε τίποτα και να μην ονειρεύεται, δηλαδή, να απογυμνώνεται από καθετί που μας συμφιλιώνει με τους ανθρώπους και με τη ζωή. Συνηθίζει και να σκοτώνει, τον εαυτό του, άλλους - κι όλα μέσα του να σωπαίνουν, και ο φόβος και η φαντασία και ο έλεος. * Όλα, λοιπόν, είναι μια απλή υπόθεση βαθμού, ως πού θα πέσεις. Έτσι συνηθίζεις κι αυτό, να κάθεσαι να λες κάθε μέρα ιστορίες σε μια μητέρα για ένα παιδί που δεν είναι πια να γυρίσει.
         «Η μητέρα του να μη μάθει τίποτα», του είχε ξαναπεί ικετευτικά ο γερο-Βένης. «Μπορεί να περιμένει όλα τα χρόνια που της μένουν ακόμα και να μη λυγίσει. Αλλά να μην έχει να περιμένει - αυτό δεν το μπορεί».
         Και για να μη μάθει κείνη η μητέρα τίποτα, ο Αντρέας κάθισε και της είπε μια ιστορία. Ήταν ένα παραμύθι όλο χρώμα και συγκίνηση, γεμάτο από καλοσύνη για δυο παιδιά που βρεθήκανε μες στο μπουρίνι του πολέμου, γεμάτο από ιερή ευγνωμοσύνη κι από θερμά δάκρυα.
         — Ο Άγγελος θά 'ρθει με την άλλη αποστολή, ή με την άλλη, την άλλη. Θά 'ρθει - ήταν ο πρώτος λόγος που είπε στη μητέρα του φίλου του.
         Κι ύστερα σαν ξεμοναχιαστήκανε, το ίδιο βράδυ, στο δωμάτιό της, η θεία Μαρία τον έβαλε και της είπε απ' την αρχή όλα, ένα ένα, πώς πέρασαν στην αιχμαλωσία, όλες οι μέρες τους, δεκατέσσερις μήνες.
         Ήταν κι η δική του η μητέρα πλάι του, η θεία Σοφία. Ν' ακούσει και κείνη το παραμύθι και τίποτα άλλο να μη μάθει ποτέ. Αυτοσχεδίαζε τα γεγονότα, οι σκληρές γραμμές σβήνανε μες στο παραμύθι, έτσι όπως γίνεται στα παραμύθια με τους δράκους και με τα θεριά που τα λες μια νύχτα σ' ένα παιδί, να το αποκοιμίσεις. Η νύχτα είναι ήσυχη, πλάι εκεί κάθεται ένας μικρός άγγελος και χύνει το φως του προσώπου του απάνω στα μάτια του παιδιού, περιμένοντας νά 'ρθει η ώρα και να τα σφαλίσει. Όλα είναι ήμερα, οι δράκοι και τα θεριά σιγά σιγά σβήνουν μες σε τούτο το θερμό φως, μπερδεύονται, παίρνουν σχήματα απροσδιόριστα, το παιδάκι χαμογελά και τα μάτια αργά αργά βασιλεύουνε. Το παιδάκι αποκοιμήθηκε. Η ειρήνη να είναι μαζί του. Μια μητέρα πρέπει ν' αποκοιμηθεί. Ο Θεός να είναι μαζί της.
         Έλεγε, λοιπόν, το παραμύθι που είπε ο Αντρέας στη θεία Μαρία:
         «Στο δρόμο που πηγαίνανε, λέει, στη μεγάλη πορεία για το εσωτερικό της Ανατολής, περπατούσανε όλο μέσα σε μεγάλα δάση, ανάμεσα σε καταρράχτες και σε σκιερά φαράγγια. Επειδή δεν είχανε δάση στα μέρη τους, εξόν απ' τα δάση των ελιών, ήτανε πλημμυρισμένοι από έναν αλλόκοτο φόβο, μια παράξενη γοητεία. Παράξενα πουλιά πετούσαν αποδώ και αποκεί, αλλόκοτα χρώματα και το βράδυ σαν έπεφτε ο ήλιος, οι σκιές μεγάλωναν και χάνονταν σ' ένα βάθος, όπου σταματούσε η ματιά του ανθρώπου. Στρατοπεδεύανε όπου τους έβρισκε η νύχτα, μες στα δάση και μες στα σκιερά φαράγγια. Σαν έβγαιναν τα πρώτα άστρα πάνω στον ουρανό, το δάσος άρχιζε να ταράζεται απ' τις άγριες φωνές των θεριών που ξεμπουκέρνανε απ' τις φωλιές τους, να βρουν τη λεία τους. Οι αιχμάλωτοι δε φοβούντανε τότε, γιατί ανάβανε μεγάλες φωτιές που τους προστατεύανε. Οι φλόγες πετούσαν αψηλά και τα κλωνιά των αιωνόβιων δέντρων γέρναν από πάνω τους, σαν μια επίκληση στην ιερή φλόγα, να τα πάρει και να ησυχάσουνε, γιατί πολύ έζησαν και πολύ επερίμεναν. Τα θεριά, τότε, δεν κοντεύανε, μονάχα τις φωνές τους ακούγανε. Ώσπου κι αυτές, όσο η νύχτα προχωρούσε, σιγά σιγά αδυνάτιζαν. Αδυνάτιζαν ώσπου γίνονταν ένα σιγανό βογκητό, σιγανό και σχεδόν ανθρώπινο, που δενόταν πάνω στα φύλλα και στους σκληρούς κορμούς, πάνω στον αγέρα και στους ανθρώπους για να τους αποκοιμίσει.
         Έτσι γινόταν τις νύχτες. Τις μέρες, στην πορεία, τους σταματούσαν σε καθαρά τρεχάμενα νερά και πίνανε, σε στάνες και σε καλύβες.
         Οι χωριάτες τούς φιλεύανε ψωμί σταρένιο και γάλα, ύστερα βγαίναν στις πόρτες, και τους ευχόντανε ο Θεός να είναι μαζί τους, στο δρόμο τους. Αυτοί οι χωριάτες δεν ξέρανε αν ήταν πόλεμος ή αν τελείωσε, δεν ξέρανε τίποτα. Ξέραν μονάχα πως άνθρωποι τους ζητούσαν ψωμί και το δίνανε με την απλότητα που έχουν όλες οι μεγάλες πράξεις.
         Μια βραδιά νυχτωθήκαν σ' ένα χωριό, σκαρφαλωμένο σ' ένα βουνό γεμάτο πεύκα. Αποκεί, στο μεγάλο εκείνο ύψος, ήταν η τελευταία φορά που είδανε τη θάλασσα.
         Έπεφτε ο ήλιος όταν κάποιος γύρισε πίσω και την είδε. Ήταν ένα μακρινό γαλανό στρώμα, μια λουρίδα που μόλις ξεχώριζε μέσα απ' τ' άνοιγμα του βουνού.
         "Παιδιά", είπε τότε ο σύντροφός τους. "Η θάλασσα".
         Όλοι, τότε, γύρισαν προς τη φευγαλέα γραμμή, που σε λίγο θα χανότανε για πάντα απ' τα μάτια τους. Την κοιτάζανε. Είχε αγέρα και κει κάτω θα ήταν ταραγμένη η θάλασσα και τα κύματα θ' ανεβοκατέβαιναν, το ένα πίσω απ' τ' άλλο. Τα υποπτευόντανε. Μα στα μάτια τους, που μέναν στυλωμένα εκεί, δεν έφτανε μήτε η ελάχιστη κίνηση. Τίποτα. Το πέλαγο έμενε έτσι ακίνητο, με τις μεγάλες ραβδωτές γραμμές που θα ήταν τα κύματα, έτσι ακίνητα γιατί βαρέθηκαν.
         Αυτό στάθηκε η μοναδική τους πίκρα, ύστερα από τόσες μέρες πορεία. Μα σαν μπήκανε στο χωριό του δάσους οι γυναίκες τρέξανε να τους φιλέψουν. Τους βάλαν σε μια μεγάλη καλύβα, τους φέρανε ζεστό σπιτίσιο τραχανά και φάγανε, τους φέραν και δαδιά και τ' ανάψανε, γιατί η νύχτα ήταν κρύα. Με τον Άγγελο, πλαγιάζαν, ο Αντρέας, πάντα μαζί μαζί αγκαλιασμένοι, έναν ύπνο μακάριο και ατάραχο.
         — Μα κείνοι οι άνθρωποι δεν ξέρουν, λοιπόν, τίποτα απ' τον πόλεμο; ρωτούσε η θεία Μαρία συγκινημένη.
         — Α, όχι, δεν ξέραν τίποτα εκεί πάνω, της έλεγε ο Αντρέας. Δεν ξέραν τίποτα, σαν να τους είχαν ξεχάσει μες στην ερημιά τους οι άλλοι άνθρωποι. Σαν να τους είχε ξεχάσει κι ο ίδιος ο Θεός τους. Έμειναν απλοί και καλοί. Ζούσαν με τα πρόβατά τους και με τα γεννήματα που τους έδινε η καλή γη, που τη βρέχαν με τον ίδρωτα τους. Κι έτσι που ξεπέφτανε, άξαφνα, τούτοι οι δυστυχισμένοι μες στην ειρήνη τους, ήτανε σαν πλάσματα που τα έστελνε ο προφήτης για να δοκιμάσει αν η καρδιά τους έμεινε πάντα καθαρή κι αλέκιαστη».
         Οι δυο μητέρες, του Αντρέα και του Άγγελου, κάθουνταν εκεί και κλαίγανε, όσο ξετυλιγότανε το παραμύθι. Ήταν δάκρυα που χύνονταν από ευγνωμοσύνη προς τον άνθρωπο, γιατί έμεινε καλός.
         — «Όταν τελείωσε η πορεία, πιάσαμε δουλειά στα τρένα, συνέχισε. Αδειάζαμε βαγόνια φορτωμένα με γεννήματα. Μια εύκολη δουλειά. Ύστερα μας πήγαν σ' ένα χωριό. Ήταν χειμώνας πια κι είχε πέσει το πρώτο χιόνι. Σε κείνο το χωριό, μια μέρα, μέσα στο θολάμι που σταλιάζαμε, ήρθε και μας βρήκε ο Κιαμήλ μπέης, ένας γιατρός. Μας τράβηξε αποκεί μέσα και μας έδωσε ζεστά ρούχα. Μας ρώτησε τι κάναμε στην πατρίδα μας και του είπαμε πως πηγαίναμε ακόμα στο Γυμνάσιο. Ήταν και κείνος νέο παιδί, ότι* είχε τελειώσει τις σπουδές του κι ήμαστε οι τρεις σαν αδέρφια.
         Ύστερα φύγαμε πάλι αποκεί και πιάσαμε δουλειά σ' ένα τσιφλίκι.* Ήταν ήμερα εκεί, σαν να μην ήταν πόλεμος. Μπορούσαμε να κάνουμε την προσευχή μας αν θέλαμε, μπορούσαμε να τραγουδούμε, κανένας δε μας εμπόδιζε. Όταν ερχόνταν οι αφέντες να κυνηγήσουν αγριογούρουνα, μας παίρναν και μας μαζί τους μες στο ρουμάνι.* Εκεί, σε κείνη την ήσυχη γωνιά, μας βρήκε η ειρήνη. Εμένα με πήρε η πρώτη αποστολή για την Ελλάδα. Ο Άγγελος θα ερχόταν με την άλλη, ή με την άλλη».
         Σαν αποχαιρετιστήκανε, λέει, με τον Άγγελο, ο τελευταίος λόγος εκεινού ήταν νά 'ρθει στη μητέρα του και να της φέρει χαιρετίσματα. Πήγανε, λέει, μαζί με τον Άγγελο πάνω απ' τον τάφο ενός συντρόφου τους, που είχε πεθάνει ήσυχα μια απ' τις τελευταίες μέρες του καλοκαιριού. Δεν είχε τίποτα, μονάχα μια ανεξήγητη μελαγχολία, που εκείνοι δεν την καταλαβαίνανε. Τον είχανε θάψει εκεί κοντά, σ' ένα ρέμα, κάτω από μια λεύκα. Οι ροδοδάφνες γέρναν τα κλώνια τους πλάι και σαν έπαιρνε να βραδιάσει του κάναν σκιά. Εκεί που πήγε ο Αντρέας ν' αποχαιρετίσει, για τελευταία φορά, τον πεθαμένο φίλο τους, εκεί, πάνω απ' τον τάφο του, αποχαιρετιστήκανε και με τον Άγγελο. «Να πας στη μητέρα μου χαιρετίσματα και να της πεις πως είμαι καλά και δε θ' αργήσω».
............................................................................
         Έτσι τελείωσε το παραμύθι. Ο Αντρέας φοβόταν πως δε θα τον πιστεύανε οι δυο μητέρες. Οι εφημερίδες ήταν γεμάτες από φοβερές αφηγήσεις. Στόμα με στόμα το έπος της Ανατολής προσπαθούσε να σχηματισθεί, μέσα στη φαντασία των ανθρώπων, που δεν το έζησαν.
         Γι' αυτό ο Αντρέας φοβόταν πως η θεία Μαρία δε θα τον πίστευε. Μα φαίνεται ήταν ζεστή η φωνή του. Κι έπειτα πάσχει κανείς μονάχα για να ελπίζει. Είναι, ίσως, αυτό, η πιο καθαρή συνείδηση του μέλλοντος.
         — Πόσο διαφορετικά τα φανταζόμαστε τα πράματα εμείς εδώ, του είπε μονάχα η μητέρα του φίλου του. Γιατί έλεγε ο κόσμος.
         — Ο κόσμος έχει φαντασία, της αποκρίθηκε. Το κακό είναι πως δεν μπορούσαμε να σας γράψουμε. Αλλιώς θα ξέρατε.
         — Ναι, είπε εκείνη. Η σιωπή ήταν φοβερή.
Η. Βενέζης, Γαλήνη, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
img
Διδώ Σωτηρίου, «Οι νεκροί περιμένουν» (απόσπασμα)  Γιώργος Σεφέρης, «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου»  Γιώργος Σεφέρης, «Αργοναύτες» (από τη συλλογή «Μυθιστόρημα»)

* Φωκιανοί: πρόσφυγες από το χωριό Φωκές της Μικράς Ασίας. Έχτισαν στην Ανάβυσσο το σημερινό συνοικισμό Νέα Φώκαια *γιατρός Βένης: ένα κεντρικό πρόσωπο του μυθιστορήματος * Άννα: η κόρη του γιατρού * έλεος: το έλεος, η ανθρωπιά * ότι: μόλις * τσιφλίκι: αγρόκτημα πολύ μεγάλης έκτασης το οποίο καλλιεργούσαν εργάτες γης * ρουμάνι: δασώδης περιοχή
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής 

ΕΡΓΑΣΙΕΣ
1Στο πρώτο μέρος του αποσπάσματος εμφανίζεται, ύστερα από πολύμηνη αιχμαλωσία, ένας νέος από το χωριό των Φωκιανών προσφύγων. Βρείτε τα στοιχεία που αποδίδουν την εξωτερική του εμφάνιση και συνδυάστε τα με εκείνα που αναφέρονται στην ψυχολογική του κατάσταση.
Επίσημη ιστοσελίδα της Κοινότητας Παλαιάς Φώκαιας
2Γιατί ο αφηγητής ονομάζει «παραμύθι» την ιστορία που διηγείται ο Αντρέας στη θεία Μαρία; Πώς αιτιολογεί αυτόν το χαρακτηρισμό;
3«Μα κείνοι οι άνθρωποι δεν ξέραν, λοιπόν, τίποτα απ' τον πόλεμο;»: Γιατί η θεία Μαρία κάνει αυτή την ερώτηση; Ποια είναι η συμπεριφορά αυτών των ανθρώπων; Βρείτε και σχολιάστε τις φράσεις που αναφέρονται στο συγκεκριμένο θέμα.
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
♦ Επισκεφθείτε το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (Κυδαθηναίων 11, Πλάκα, τηλ. 210 3239225), με σκοπό να δείτε και να συγκεντρώσετε υλικό (φωτογραφίες, κείμενα, έγγραφα κ.ά.) για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν όταν ήρθαν στην Ελλάδα.
Το προσφυγικό ζήτημα στην Ελλάδα κατά τον Μεσοπόλεμο [Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία Γ' Γυμνασίου]  Το χρονικό της προσφυγιάς - Έλληνες πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]  

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ :http://fliphtml5.com/xpqa/mqnw/basic

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ

/
Αποσπάσματα από την τηλεοπτική σειρά «Γαλήνη»: 1:37:30 – 1:43:00 και 2:07:16 – 2:18:18
Η σειρά βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη





ΔΕΣ ΚΑΙ :http://www.ziti.gr/docs/pdf/1279.pdf
Αναστασία Χατζηαστερίου


Η επιστροφή του Αντρέα






Ηλίας Βενέζης, «Η επιστροφή του Αντρέα»

Πρόκειται για ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα Γαλήνη (1939), που περιγράφει την 
επανεγκατάσταση Μικρασιατών προσφύγων σε άγονο τόπο της Αττικής (Ανάβυσσος).

ΘΕΜΑΤΑ

  • Η οδυνηρή εμπειρία της αιχμαλωσίας
  • Η αγωνία για την τύχη των αγνοούμενων αιχμαλώτων
  • Ο πόνος της μάνας
  • Το δράμα του «επιζώντος»

Κεντρικό θέμα του αποσπάσματος είναι η φανταστική ιστορία που επινοεί ένας επαναπατρισμέ
νος αιχμάλωτος πολέμου, ο Αντρέας, προκειμένου να καθησυχάσει τη δυστυχισμένη μάνα του νε
κρού συντρόφου του, η οποία ζει με το όνειρο της επιστροφής και του δικού της παιδιού.
Το περιεχόμενο του κειμένου κοινωνικό και αντιπολεμικό

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ:
Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 οι Τούρκοι συνέλαβαν χιλιάδες αιχμαλώτους
 (άντρες Έλληνες Μικρασιάτες μεταξύ 18 και 45 ετών), με τους οποίους συγκρότη
σαν τα «Τάγματα Εργασίας» (Αμελέ Ταμπουρού). Σε αυτά οι Έλληνες αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν
 με πορεία προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και υποβλήθηκαν σε καταναγκαστικά έργα 
και πάσης φύσεως κακουχίες. Πολλοί από τους αιχμαλώτους εκτελέστηκαν, άλλοι έπεσαν θύματα
 κακομεταχείρισης και επιδημιών, ενώ ελάχιστοι επέζησαν. Ο ίδιος ο Ηλίας Βενέζης (Ρωμιός από το
 Αϊβαλί) βρέθηκε αιχμάλωτος σε ένα τέτοιο Τάγμα Εργασίας για 14 μήνες με 3.000 συμπατριώτες
 του, είχε όμως την τύχη να είναι ένας από τους 23 επιζήσαντες, που επέστρεψαν από τη φρίκη του 
πολέμου. Μετά τη σωτηρία του, θέλησε να μετατρέψει αυτή την τραυματική εμπειρία σε αφήγη
μα και έγραψε Το νούμερο 31328 (1924/ 1931)το χρονικό της αιχμαλωσίας. Στο επόμε
νο μυθιστόρημά του Γαλήνη (1939) αναφέρεται κυρίως στα βάσανα της προσφυγιάς. 
Στο βιβλίο αυτό συμπεριλαμβάνεται όμως και ένα κεφάλαιο που αναφέρεται στις περιπέτειες της αιχμα

λωσίας και στην επιστροφή ενός αιχμαλώτου, του Αντρέα.

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΟ ΕΙΔΟΣ: ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
  • Τμήμα μιας μεγαλύτερης ιστορίας-εκτεταμένος μύθος
  • Πολλά επίπεδα χρόνου και χώρου
  • Πολυπρόσωπο

ΣΧΟΛΙΑ
  • Η φρίκη της αιχμαλωσίας αποτυπώνεται στην εξωτερική εμφάνιση του Αντρέα και στη συμπερι
  • φορά του
  • Η τραγωδία της προσφυγιάς, το δράμα των επιζώντων στη στάση των Φωκιανών
  • Η πίστη στον άνθρωπο στη στάση του γιατρού Βένη, που,παρά την καταστροφή 
  • που βίωσε, παραμένειΑΝΘΡΩΠΟΣ
  • Τα δεινά του πολέμου, η αναίτια καταστροφή ενός πολιτισμού, το ξερίζωμα ενός λα
  • ού από τις πατρογονικές του εστίες, η γενοκτονία παρουσιάζονται από έναν αφηγητή 
  • που συχνά παρεμβαίνει με τα σχόλιά του

  Τα στοιχεία του παραμυθιού στην εγκιβωτισμένη αφήγηση:
  • Αοριστία τόπου (φανταστικό-γοητευτικό σκηνικό & ποιητικές περιγραφές)
  • Αοριστία χρόνου(κλασική διάκριση σε μέρα και νύχτα) και θαμιστική αφήγηση
  • Συμβολισμοί (νύχτα=αιχμαλωσία, θηρία=δεσμοφύλακες, λεία=αιχμάλωτοι, σιγανό βογκη
  • τό=βογκητό αιχμαλώτων)
  • Η συμμετοχή της φύσης στον ανθρώπινο φόβο

 ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ

  • Τριτοπρόσωπη αφήγηση: Το κείμενο συμπεριλαμβάνει την κυρίως αφήγηση σε 
  • γ΄ πρόσωπο. Σε αυτήν αποτυπώνεται η προσπάθεια των Μικρασιατών προσφύγων να εγκα
  • τασταθούν στη νέα τους ‘πατρίδα’ (την Ανάβυσσο). Η κυρίως αφήγηση εμπεριέχει μια άλ
  • λη αυτοτελή αφήγηση, τη διήγηση του Αντρέα, η οποία επίσης δίνεται σε γ΄ πρόσωπο. (Έ
  • λεγε λοιπόν το παραμύθι που είπε ο Αντρέας στη θεία Μαρία. «Στο δρόμο που πηγαίνανε,
  •  στη μεγάλη πορεία για το εσωτερικό της Ανατολής...»). Πρόκειται για μια αφήγηση 
  • μέσα στην αφήγηση ή εγκιβωτισμένη αφήγηση (παράδειγμα τέτοιας αφήγησης 
  • έχουμε δει στην Οδύσσεια του Ομήρου). Σε κάποια σημεία αυτής της διήγησης παρεκβάλλε
  • ται η φωνή του ήρωα σε πρώτο πρόσωπο («Όταν τέλειωσε η πορεία πιάσαμε δουλειά στα τρέ
  • να, κλπ»).
  • Διάλογος (π.χ. μεταξύ του πλήθους και του Αντρέα, που αποδίδει μεγάλη ψυχική πίεση εκ
  •  μέρους και των δύο)
  • Περιγραφή (π.χ. η εξωτερική περιγραφή του Αντρέα)
  • Σχόλιο (π.χ. του αφηγητή για τον Αντρέα, το γιατρό Βένη ).Ο αφηγητής σχολιάζει σε αρκετά ση
  • μεία και τα σχόλιά του μας βοηθούν να παρακολουθήσουμε καλύτερα τους ήρωες και τις αντι
  • δράσεις τους
  • Εσωτερικός μονόλογος
  • Ειρωνεία: Στη διήγηση του Αντρέα υπάρχει μια εξωραϊσμένη και ειρωνική αντι
  • στροφή της πραγματικότητας, καθώς ο Αντρέας κρατώντας την υπόσχεση που έδωσε 
  • στον γιατρό, προσπαθεί να κρύψει την πραγματικότητα, δηλαδή τις κακουχίες της αιχμαλω
  • σίας και το τραγικό τέλος του φίλου του, Άγγελου, από τη θεία Μαρία. Ο Βενέζης, βάζοντας τον

  •  ήρωά του, Αντρέα, να αποτυπώνει μια ειρωνική αντιστροφή της πραγματικότητάς, προσπα
  • θεί να δώσει στους αναγνώστες του μια εικόνα από τα δεινά των Ελλήνων αιχμαλώτων
  •  στα Τάγματα Εργασίας «εκ του αντιθέτου».

 ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ:
  • Παρονομασία & ασύνδετο (ένας, μονάχος, ολομόναχος άνθρωπος:η αίσθηση που προκαλεί 
  • & το ψυχικό δράμα του ίδιου)
  • Μεταφορές (πχ «συνηθίζει να σκοτώνει τον εαυτό του, άλλους, κι όλα μέσα του σωπαίνουν», 
  • «οι σκληρές γραμμές σβήνανε μές στο παραμύθι»)
  • Προσωποποίηση (πχ «ένα χωριό σκαρφαλωμένο σ’ ένα βουνό γεμάτο πεύκα»)
  • Εικόνες: Στο απόσπασμα υπάρχουν εξαιρετικές εικόνες, περιγραφές της φύσης μέσα α
  • πό ‘σκιερά φαράγγια’ και ‘μεγάλα δάση’ στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας, με καταρράκτες, 
  • παράξενα πουλιά και αλλόκοτα χρώματα. («Στο δρόμο που πηγαίνανε, λέει, στη μεγάλη πο
  • ρεία για το εσωτερικό της Ανατολής...» σελ. 135)
  • Παρομοίωση (σαν φοβισμένο ζο…σαν να ζητούσε έλεος)
  • Επαναλήψεις (δεν ξέρω τίποτα…δεν ξέρω τίποτα…) που αποδίδουν την ψυχική του ένταση

ΓΛΩΣΣΑ – ΥΦΟΣ
Η γλώσσα είναι απλή δημοτική, με ελάχιστους ιδιωματισμούς. 
Το ύφος ζωντανό, παραστατικό με το διάλογο και τις εικόνες, γεμάτο συγκίνηση και συναί
σθημα,λυρικό στις περιγραφές της φύσης, εξομολογητικό στα σημεία των εσωτερικών μονολό
γων. Κυριαρχούν η λιτότητα και η απλότητα που χαρακτηρίζουν το έργο του Βενέζη γενικότερα.

ΧΡΟΝΟΣ
Η ευθύγραμμη πορεία του χρόνου διακόπτεται από τον εγκιβωτισμό (τη δευτερεύουσα αφήγηση
 μέσα στην κύρια όπου παρεκβάλλεται η φωνή του ήρωα σε πρώτο πρόσωπο)

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Εξωδιηγητικός-ετεροδιηγητικός:αφηγείται σε γ΄πρόσωπο μια ιστορία στην οποία δε μετέχει
Αφήγηση με μηδενική εστίαση από έναν παντογνώστη αφηγητή (δεν έχει συγκεκριμένη οπτική 
γωνία-η γνώση του είναι απόλυτη)




                         

                              


                
η πορεία των προσφύγων...
                         

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ


ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ, ΤΟ ΝΟΥΜΕΡΟ  31328
                                  (η αληθινή ιστορία της αιχμαλωσίας, αυτή που απέκρυψε ο Αντρέας)

                Η νέα πόστα που μας παρέλαβε ήταν καβαλαραίοι. Είχαν μια λαμπρή ιδέα: Αφή
σαμε τον ίσιο δρόμο, πέσαμε μες τα χωράφια. Αυτό ήταν μια αλύπητη δοκιμασία 
για τα γυμνά φουσκαλιασμένα ποδάρια μας. Οι βόλοι το χώμα ήταν ξεροί και ντούροι απ’ 
τον ήλιο. Δεν είχε βρέξει ακόμα. Κοιτάζαμε να τους ξεφύγουμε, γιατί δεν μπορείς μαζί τους
 να κρατήσεις ισορροπία ξυπόλυτος. Μα πέφταμε στην άλλη ευλογία, σε κάτι παλιά
γκαθα που μας παλάβωναν.
-Δεν μπορώ! Δεν μπορώ πια!
Όλοι φωνάζαν. Κι όμως όλοι τρέχαμε μη μείνουμε πίσω. Τρέμαμε πως όποιος μείνει 
τελευταίος θα τον σκοτώσουν. Ο ένας βιαζόταν να προσπεράσει τον άλλο, και 
τον άλλο-ένας παλαβός συναγωνισμός που πνιγόταν στα μουγκριχτά μας. Ξεκολ
λούσαμε, στα πεταχτά τα αγκάθια από τις πατούνες και τρέχαμε. Τρέχαν από πί
σω μας και οι στρατιώτες με τα άλογα, και μας χτυπούσαν με τα κοντάκια μη στα
θούμε. Ήμαστε ένα κοπάδι σαν τα αναμαλλιασμένα ζα –τρέχουν  στον κάμπο να στα
λιάσουν κάπου γιατί μυρίστηκαν το μπουρίνι.
Δεν μπορούσα να σηκώσω το βάρος της συντροφικής παπούτσας. Το ιδρωμένο 
βρώμιο ποδάρι μου γλυστρούσε και χόρευε μέσα της. Την τράβηξα και τη βαστούσα 
στα χέρια. Μα τότε η πατούνα, συνηθισμένη στο άσυλο, άρχισε να σπαράζει 
απ’ το ύπαιθρο. Άναβε, πετούσε σπίθες. Έσκισε ένα κομμάτι απ’ το πουκάμισο 
που μου άφησαν και την τύλιξα.
Ο Αργύρης με συμβουλεύει να κάνουμε αλλαξιά τα παπούτσια.
-Δοκιμάζουμε.
Τα αλλάξαμε. Έδωσα το ζερβί και πήρα το δεξί. Τα φορέσαμε τρέχοντας. Πιο πέ
ρα κάμαμε πάλι αλλαξιά. Και πάλι.
Ο ήλιος ανέβαινε καφτός, εχτρικά, χωρίς οίκτο. Μες στον Οχτώβρη ένας τέτοιος ή
λιος! Άρχισε να μας καίει η δίψα. Η σκόνη κολλούσε στις γλώσσες, που μπαι
νόβγαιναν σαν κουρντισμένες. Φτύναμε να φύγει η πίκρα. Μα τα στόματα ήταν ξερά
. Κι αν έβγαινε λίγο φτύμα, μετανιώναμε ύστερα για την ογρή ουσία που αφήσαμε να 
ξοδευτεί.
-Νερό! Νερό!
-Τι; λέει ο αξιωματικός της συνοδείας.
-Σου! Σου![νερό] φωνάζαμε τούρκικα.
-Σου; Μάλιστα!
Κοντεύαμε σε μια πηγή. Μας κράτησαν καμιά εικοσαριά μέτρα αλάργα. Οι στρατι
ώτες πήγαιναν διαδοχικά, πίνανε, πότιζαν τα άλογα, γέμιζαν τα παγούρια τους.
 Πίναν με τις χούφτες. Βλέπαμε το νερό που ξέφευγε και χυνόταν από τα στόμα
τά τους. Όλα τα κορμιά γέρναν προς αυτή τη φευγαλέα καθαρή γραμμή που σκορ
πούσε καταγής. Ακούγαμε τον ήχο της. Τον ακούγαμε. Με μάτια γεμάτα πυρετό γέρ
ναμε προς τα εκεί. Έτσι όπως γέρνουν τα διψασμένα δέντρα.
-Έλεος!
Τίποτα! Μας κρατούσαν μακριά, κολλημένους στο θέαμα. Άφησαν μονάχα τις γυναίκες

 και
 το παιδάκι να παν να πιούν.
-Λυπηθείτε μας! Λυπηθείτε μας! Φωνάζαμε




ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ , ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ


     Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ΄ το χέρι , κοντά ο ένας στον άλλον, χαμέ
νοι, μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν να ΄μαστε τυφλοί και δεν ξέρουμε που θα μας φέρει το
 κάθε βήμα που αποτολμούσαμε. Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν΄ ακουμπήσουμε και 
να περιμένουμε τους δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεό
τυπη απόκριση:

-Απ΄ τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες.

-Μα θα σας πληρώσουμε καλά, άνθρωποι του Θεού, έλεγε η θεία Ερμιόνη.

     Εκείνοι επέμεναν στην άρνησή τους:

-Φοβόμαστε τις επιτάξεις . Δε μάθατε λοιπόν πως στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στη Σάμο έφτασε
 προσφυγολόι, κι επιτάξανε όλα τα σχολεία, τα ξενοδοχεία, τα πάντα;

-Τι θέλαμε, τι γυρεύαμε μεις να ΄ρθούμε σε τούτον τον αφιλόξενο τόπο, έλεγε η κυρία Ελβί
ρα. Τι θέλαμε και τι γυρεύαμε να χωριστούμε από τους άνδρες μας!

     Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο 
δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβα
με. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα όλος ο κόσμος αναποδογύρισε.

     Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ΄ άλλο και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξε
κουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από 
νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι οι εκκλησιές, τα σχολειά, οι δημό
σιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι .

      Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ΄ την προγονική τους 
γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό
 στα δένδρα και στα χωράφια το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη το κομπόδεμα
 στο συρτάρι, τα πορτρέτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέ
χουν να φεύγουν κυνηγημένοι απ΄ το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχε
ται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί  τύχη να μπορέσει να παρατή
σει το έχει του, την πατρίδα του το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος απο
ζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρα
σαν τη θάλασσα σ΄ έναν ομαδικό, φοβερό ξενιτεμό. Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι 
στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι άποροι, αλήτες και ζητιάνοι
 στα λιμάνια του Πειραιά, της  Σαλονίκης, της Καβάλας του Βόλου, της Πάτρας.

       Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπαρκάρανε στο φλούδι 
της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Που να α
κουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; τι να ξεχάσουν; τι να πράξουν; που να δου
λέψουν; πώς να ζήσουν;

      Τρέμαν ακόμα απ΄ το φόβο. Τα μάτια τους  ήταν κόκκινα απ΄ το αιμάτινο ποτάμι 
της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πό
σοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια
 τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρικόλακες. Και
 ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της.  Μ΄ αυτή ήταν άφαντη. Είχε 
μείνει πίσω στην πατρίδα κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κο
ντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές….

       Κι είπαν : περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως  όπως , κι αύριο θα ματαγυρίσου
με στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα σαν το ψωμί το νε
ρό και τ΄ αλάτι.

Τόσοι ήταν, ενάμισι  εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν τώρα στο καύκα
λο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι ιουδαίοι διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς 
 πατρίδα χωρίς δουλειά χωρίς σπίτι. Και μόλις χτες να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης.

      Ψάχναν για τον αίτιο , αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης ,τον Κεμάλ το Βενιζέλο τον
 Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο. Μα πριν  απ΄ όλα τον ύπουλο τον Άγγλο ,τον 
υπολογιστή ,το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική πολιτι
κή με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού….  

ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ: Η επιστροφή του Αντρέα
2ο φύλλο εργασίας
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Ποια είναι τα συναισθήματα του Αντρέα όταν επιστρέφει στο καλύβι του τα βράδια  μετά τις 
συναντήσεις με τη μάνα του νεκρού φίλου του; 
..........................................................................................................................................................................................................................
..........................................................................................................................................................................................................................
..........................................................................................................................................................................................................................
...........................................................................................................................................................................................................................
..........................................................................................................................................................................................................................
...........................................................................................................................................................................................................................


2. Μπείτε στον ιστότοπο της Πύλης για την Ελληνική γλώσσα και ψάξτε στο λεξι
κό της κοινής νεοελληνικής τις ερμηνείες των λέξεων «πρόσφυγας», «μετανάστης».  και «φυ
γάς». Ποια από τις τρεις χαρακτηρίζει τους κατοίκους του καταυλισμού όπου φτάνει ο Αντρέας
 και γιατί;
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
.............................................................................................................................................................................................................................
..............................................................................................................................................................................................................................
3. Μπείτε στον ιστότοπο της Πύλης για την Ελληνική γλώσσα και ψάξτε στο λεξικό της κοι
νής νεοελληνικής  τη λέξη «γενοκτονία». Ποια είναι η ερμηνεία της; Στη συνέχεια βρεί
τε τις σχετικές πληροφορίες που δίνονται στην ηλεκτρονική σελίδα του Υπουργείου Δικαιο
σύνης στον εξής σύνδεσμο: http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=706 

Με βάση τα στοιχεία που μελετήσατε να διατυπώσετε την άποψή σας αν υπέστη γενοκτο
νία ο ελληνικός πληθυσμός της Τουρκίας από το 1911 ως τις μέρες μας. Να τεκμηριώσετε την α
πάντησή σας.
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................


4. Αναζητείστε πνευματικούς δημιουργούς μικρασιάτες από την ιστοσελίδα
 της ελληνικής Βικιπαίδειας http://el.wikipedia.org/ ακολουθώντας τις εξής διαδρομές: 

Πύλες:Ιστορία→Κατηγορίες:Ιστορία ανά εθνικότητα→Υποκατηγορίες: Έθνη

→Έλληνες→Έλληνες συγγραφείςΈλληνες Λογοτέχνες
·         Πύλες:Ιστορία→Κατηγορίες:Ιστορία ανά εθνικότητα→Υποκατηγορίες: Έθνη

→Έλληνες→Έλληνες ανά περιοχή→Σμυρνιοί

ή από την ιστοσελίδα: http://users.sch.gr/mikrasia


Β΄Γυμνασίου-Λογοτεχνία




 ΓΕΝΙΚΟ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ                     

Α. Κατανόηση-πρόσληψη κειμένου

1)    Είδος κειμένου: ποίημα  (παραδοσιακό, νεοτερικό ή σύγχρονο) –
πεζό ( διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα,  άρθρο, θεατρικό έργο,  ημερολόγιο, επιστολή, ομιλία, παραμύθι, αυτοβιογραφία,  διαφημιστικό φυλλάδιο, συνέντευξη, ηλεκτρονικό μήνυμα  κ.λ.π.)
2)    Είδος κειμένου:  διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα (ρεαλιστικό, κοινωνικό, ηθογραφικό) , παραμύθι   
3)    Τόπος
4)    Χρόνος      (συγκεκριμένος   ή  αόριστος) 
5)    Πρόσωπα : πρωταγωνιστής, δευτεραγωνιστής , βουβό πρόσωπο
6)    Αφηγηματικές τεχνικές  ή  εκφραστικοί τρόποι  ή  κειμενικά μέσα: αφήγηση, διάλογος, περιγραφή, μονόλογος, σχόλια
7)    Αφηγητής:  (ποιος είναι; συμμετέχει στα γεγονότα;) ------
 δρων πρόσωπο, ομοδιηγητικός(συμμετέχει), παντογνώστης(γνωρίζει τα πάντα, τι θα συμβεί από την αρχή), ετεροδιηγητικός ( δεν συμμετέχει)
8)    Αφήγηση: πρωτοπρόσωπη, τριτοπρόσωπη
9)     Είδος αφήγησης: πραγματική,  φανταστική          
10)            Εξέλιξη μύθου: αρχή- ξεκίνημα ιστορίας (δέση), μέση-αγωνία (κορύφωση), τέλος(λύση), στοιχεία πλοκής ( πρόσωπο ή γεγονός που δίνει ώθηση ή νέα τροπή στο μύθο, όταν δημιουργείται αδιέξοδο)
11)            Θέμα,  θεματικά κέντρα ----Κύρια(κεντρική) και δευτερεύουσες ιδέες
12)            Χαρακτηρισμός προσώπων
13)            Σχήματα λόγου  ή  καλολογικά στοιχεία  ή  εκφραστικά μέσα    
14)            Γλώσσα:  δημοτική, λόγια ή καθαρεύουσα----επίσημη, προσεγμένη, απλή, οικεία , καθημερινή, απέριττη, παραστατική, πλούσια, εφραστική κ.λ.π.
15)            Ύφος: απλό, λιτό, καθημερινό, ζωντανό, άμεσο, διδακτικό, προτρεπτικό, πυκνό, γλαφυρό, σαρκαστικό, χιουμοριστικό, ευτράπελο, προσωπικό, επικό, μεγαλοπρεπές, ευχάριστο  κ.λ.π.
16)            Μήνυμα  κειμένου (ποιο είναι το δίδαγμα)
17)            Νόημα κειμένου: (ποιο είναι το περιεχόμενο αναλυτικά)
18)            Περίληψη κειμένου: απόδοση του νοήματος με συντομία


Β. Ασκήσεις δημιουργικής γραφής

Ø ιστορία με χρήση συγκεκριμένων λέξεων
Ø ιστορία με αλλαγή τέλους
Ø μουσική επένδυση συνομιλίας ή ποιήματος
Ø δημιουργία  ταινιούλας ή παρουσίασης
Ø δραματοποίηση σκηνών
Ø σχεδιασμός αφίσας, διαφημιστικού  κειμένου
Ø φανταστική ιστορία (π.χ. πώς θα είναι η Αθήνα μετά από 500 χρόνια)


Γενική εργασία

στη Νεοελληνική Λογοτεχνία

Παρουσίαση λογοτεχνικού βιβλίου

             «Δοξανιώ»,
               Μ. Λαμπαδαρίδου-Πόθου

Μέρος Α΄

(γενικά στοιχεία)

v  Συγγραφέας
v  Τίτλος
v  Έκδοση
v  Εκδοτικός οίκος

Μέρος Β΄

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

1.Βιογραφικά στοιχεία- Εργογραφία (με συντομία)
2.Είδος βιβλίου
3.Υπόθεση ( περιληπτικά)
4.Προσδιορισμός τόπου και χρόνου
5.Παρουσίαση ενός κεντρικού προσώπου
6.Παρουσίαση ενός άλλου προσώπου
7.Η σχέση του τίτλου με το κείμενο

Β. ΚΡΙΤΙΚΗ

1.Η γλώσσα και το ύφος ( σχόλια)
2.Αφηγηματικοί τρόποι (παραδείγματα και σχόλια , αν ο συγγραφέας καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη)
3.Τι σας προξένησε μεγαλύτερη εντύπωση στο κείμενο;
4.Μια γενική γνώμη για το βιβλίο

( Η εργασία μπορεί να έχει μορφή:  βιβλίου, ταινιούλας(video),
παρουσίασης(power point),ή σε χαρτόνι –Θα παραδοθεί τέλος Μαρτίου )


Σενάριο και φύλλα εργασίας η επιστροφή του Ανδρέα, λογοτεχνία Ταρενίδου -Βιτωράκη



ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ «Η επιστροφή του Αντρέα»-Ηλίας Βενέζης
Τάξη Β΄ Γυμνασίου
Αριθμός μαθητών: 24
Δημιουργοί: Βιτωράκη Κ...


•   Να ασκούνται στην έρευνα και αξιολόγηση πηγών και στην επιλογή
       πληροφοριών του διαδικτύου.
   •   Να ενεργοποιη...

Ρόλος μαθητών
Οι μαθητές μέσα από συνεργατικές μορφές διδασκαλίας (ομαδική διδασκαλία)
και σε ένα πλαίσιο αλληλεπίδρασης μ...

Στη συνέχεια κρατά σημειώσεις και σε μια προβολή παρουσίασης ετοιμάζει ένα
σύντομο βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα, με α...

Στη συνέχεια οι μαθητές φαντάζονται ότι είναι οι ίδιοι μάρτυρες της
μικρασιατικής ανταλλαγής πληθυσμών και γράφουν ένα κεί...

αποφευχθούν ανάλογα ζητήματα και οι ομάδες να εργαστούν με μεγαλύτερη
αποτελεσματικότητα.

Κριτική

Για να περιοριστούν όσ...
πηγή να αποτελέσει αξιόπιστη και έγκυρη ιστορική πηγή. Καταγράψτε τα
συμπεράσματα τους στο παραπάνω λογισμικό παρουσίασης....


6ο Φύλλο εργασίας

Επισκεφτείτε τις ιστοσελίδες http://www.de.sch.gr/mikrasia/shetwe7.htm
http://www.de.sch.gr/mikrasia/sh...
http://nikimpotonak.weebly.com/eta-epsilonpiiotasigmataurhoomicronphi942-tauomicronupsilon-alphanutaurho941alpha-2omicron-phi973lambdalambdaomicron-epsilonrhogammaalphasigma943alphasigmaf.html
ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ: Η επιστροφή του Αντρέα
2ο φύλλο εργασίας
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1. Ποια είναι τα συναισθήματα του Αντρέα όταν επιστρέφει στο καλύβι του τα βράδια  μετά τις συναντήσεις με τη μάνα του νεκρού φίλου του; 
..........................................................................................................................................................................................................................
..........................................................................................................................................................................................................................
..........................................................................................................................................................................................................................
...........................................................................................................................................................................................................................
..........................................................................................................................................................................................................................
...........................................................................................................................................................................................................................


2. Μπείτε στον ιστότοπο της Πύλης για την Ελληνική γλώσσα και ψάξτε στο λεξικό της κοινής νεοελληνικής τις ερμηνείες των λέξεων «πρόσφυγας», «μετανάστης».  και «φυγάς». Ποια από τις τρεις χαρακτηρίζει τους κατοίκους του καταυλισμού όπου φτάνει ο Αντρέας και γιατί;
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
............................................................................................................................................................................................................................
.............................................................................................................................................................................................................................
..............................................................................................................................................................................................................................
3. Μπείτε στον ιστότοπο της Πύλης για την Ελληνική γλώσσα και ψάξτε στο λεξικό της κοινής νεοελληνικής  τη λέξη «γενοκτονία». Ποια είναι η ερμηνεία της; Στη συνέχεια βρείτε τις σχετικές πληροφορίες που δίνονται στην ηλεκτρονική σελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης στον εξής σύνδεσμο: http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=706 

Με βάση τα στοιχεία που μελετήσατε να διατυπώσετε την άποψή σας αν υπέστη γενοκτονία ο ελληνικός πληθυσμός της Τουρκίας από το 1911 ως τις μέρες μας. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας.
................................................................................................................................................................................................................................
................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................
.................................................................................................................................................................................................................................


4. Αναζητείστε πνευματικούς δημιουργούς μικρασιάτες από την ιστοσελίδα της ελληνικής Βικιπαίδειας http://el.wikipedia.org/ ακολουθώντας τις εξής διαδρομές: 

Πύλες:Ιστορία→Κατηγορίες:Ιστορία ανά εθνικότητα→Υποκατηγορίες: Έθνη

→Έλληνες→Έλληνες συγγραφείςΈλληνες Λογοτέχνες
·         Πύλες:Ιστορία→Κατηγορίες:Ιστορία ανά εθνικότητα→Υποκατηγορίες: Έθνη

→Έλληνες→Έλληνες ανά περιοχή→Σμυρνιοί

ή από την ιστοσελίδα: http://users.sch.gr/mikrasia