Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Ν . ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ(2) -ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ



ΠΗΓΗ :http://www.toperiodiko.gr/category/texnes/logotexniapoiisi/page/13/#.XSn6VOgzbDc

Ασκήσεις δημιουργικής γραφής

Ø ιστορία με χρήση συγκεκριμένων λέξεων
Ø ιστορία με αλλαγή τέλους
Ø μουσική επένδυση συνομιλίας ή ποιήματος
Ø δημιουργία  ταινιούλας ή παρουσίασης
Ø δραματοποίηση σκηνών
Ø σχεδιασμός αφίσας, διαφημιστικού  κειμένου
Ø φανταστική ιστορία (π.χ. πώς θα είναι η Αθήνα μετά από 500 χρόνια)

ΠΗΓΗ :https://www.slideshare.net/vserdaki/ss-88516767

Γιώργος Ιωάννου: Να σαι καλά, δάσκαλε!
Επιμέλεια: Σερδάκη Ευαγγελία - www.synodoiporos.weebly.com Σελίδα 1
Σχέδιο μαθήματο...Γιώργος Ιωάννου: Να σαι καλά, δάσκαλε!
Επιμέλεια: Σερδάκη Ευαγγελία - www.synodoiporos.weebly.com Σελίδα 2
9. Η γλώσσα του...


Γιώργος Ιωάννου: Να σαι καλά, δάσκαλε!
Επιμέλεια: Σερδάκη Ευαγγελία - www.synodoiporos.weebly.com Σελίδα 3
λόγια, ήταν ένα...
Γιώργος Ιωάννου: Να σαι καλά, δάσκαλε!
Επιμέλεια: Σερδάκη Ευαγγελία - www.synodoiporos.weebly.com Σελίδα 4
εχθρό, κάποιο τ...


πηγη:https://www.slideshare.net/mrsevi/ss-87270302?ref=http://filologikaek.blogspot.com/2018/02/blog-post.html




Συγκεκριμένα, ο μύθος, η ιστορία δηλαδή που αφηγείται ένα διήγημα, επικεντρώνεται συνήθως γύρω
από ένα βασικό γεγονός, με ...
3)Διαβάστε με προσοχή τη δεύτερη παράγραφο του κειμένου. Τι
περιλαμβάνει ο όρος λαϊκός πολιτισμός, σύμφωνα με αυτήν;
4)α)Ν...
παραδοσιακό σπίτι
(ΦΩΤΗΣ ΜΠΑΖΑΚΑΣ,ΓΡΕΒΕΝΑ,ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΣΤΟΛΕΣ)
Γ.ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ:
1)Να αφηγηθείτε στην τάξη με συντομία το περι...





ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ‘’ΝΑ ΣΑΙ ΚΑΛΑ ΔΑΣΚΑΛΕ’’
                                                             1ο  ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΠΗΓΗ:

https://nanalexandr.files.wordpress.com/.../cebdceb1-cf83ceb1ceb9-cebaceb1cebbceb...


ΟΜΑΔΑ 1  :  ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΤΗΣ  ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ - ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ

1. Αφού  μελετήσετε τα βιογραφικά στοιχεία και την εργογραφία του δημιουργού από τις ακόλουθες διαδικτυακές πηγές : http://www.potheg.gr/TT.aspx?lan=1&Type=WRITER&writerId=7711297&TextType=BIO
να συμπληρώσετε  συνοπτικά στα παρακάτω ‘’δελτίο ταυτότητας’’ του Γιώργου Ιωάννου:
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ:
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ:
ΤΟΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ:
ΣΠΟΥΔΕΣ:
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ:
ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ:
ΕΠΙΡΡΟΕΣ:
ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΓΡΑΦΗΣ:

2. Ποια από τα χαρακτηριστικά του τρόπου γραφής του εντοπίζετε στο συγκεκριμένο κείμενο; Να εμπλουτίστε την απάντησή σας και με χαρακτηριστικά χωρία του κειμένου.

   ΟΜΑΔΑ 2 :  ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ‘’ΤΙ’’ ΚΑΙ ΤΟΥ ‘’ΠΩΣ’’ ΤΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
1. Να εντοπίσετε και να καταγράψετε τα θεματικά κέντρα του διηγήματος.
α)……………………………………………………………………………………………………………………….
β)……………………………………………………………………………………………………………………….
γ)………………………………………………………………………………………………………………………..
δ)………………………………………………………………………………………………………………………..
2. Να συμπληρώσετε τον παρακάτω πίνακα που αφορά στη δομή του διηγήματος:
         ΔΟΜΗ
       ΕΝΟΤΗΤΕΣ
       ΠΛΑΓΙΟΤΙΤΛΟΙ
1η ενότητα











3. Να παρουσιάσετε  τρία τουλάχιστον χαρακτηριστικά της γλώσσας και του ύφους του διηγήματος , ενισχύοντας την απάντησή σας με ένα παράδειγμα για το καθένα από αυτά.
Γλώσσα:
Ύφος:

   ΟΜΑΔΑ 3 : ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
1. Να αναπτύξετε μια παράγραφο με τίτλο ‘’αφηγητής ‘’στην οποία σε συνεχή λόγο και με τη χρήση κατάλληλων συνδετικών λέξεων - φράσεων θα δίνετε απαντήσεις στις παρακάτω ερωτήσεις:  Ποιος μιλάει κατά τη γνώμη σας; Σε ποιο πρόσωπο ;Ταυτίζεται με κάποιο ήρωα του έργου; Διατηρείται το ίδιο πρόσωπο αφήγησης σε όλο το διήγημα;
                    
2. Να δημιουργήσετε έναν πίνακα χωρισμένο σε τόσα τμήματα όσα και τα χρονικά επίπεδα της αφήγησης που εντοπίζετε, παρουσιάζοντας και ένα παράδειγμα- απόσπασμα από το κείμενο  για καθένα από αυτά.
       ΟΜΑΔΑ 4 :  ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΤΡΟΠΩΝ
1. Να δημιουργήσετε έναν πίνακα χωρισμένο  σε δύο στήλες : η  πρώτη θα έχει  τίτλο ‘’αφηγηματικός  τρόπος’’ και η δεύτερη θα έχει  τίτλο ‘’παράδειγμα’’ και θα περιλαμβάνει ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα  από το κείμενο. 
2. Σε ποιον αφηγηματικό τρόπο εντοπίσατε περισσότερα παραδείγματα; Να αναπτύξτε την απάντησή σας σε μια μικρή παράγραφο στην οποία σε συνεχή λόγο και με τη χρήση κατάλληλων συνδετικών λέξεων - φράσεων θα αναφέρετε  πώς επέδρασε σε σας  ως αναγνώστη η επιλογή αυτή.

ΟΜΑΔΑ 5 :  ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΤΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
1. Να συμπληρώσετε τον παρακάτω πίνακα με τα εκφραστικά μέσα που ζητούνται:
ΜΕΤΑΦΟΡΑ
    ΕΙΚΟΝΑ
ΠΑΡΟΜΟΙΩΣΗ
ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
ΑΣΥΝΔΕΤΟ ΣΧΗΜΑ










2. Να σχολιάσετε σε μια σύντομη παράγραφο τον τίτλο του κειμένου δίνοντας έμφαση όχι μόνο στο περιεχόμενο της φράσης αλλά και τον τρόπο έκφρασής της.

2ο ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΟΜΑΔΑ 1 : ΛΑΟΓΡΑΦΟΙ
1.α)Να αναζητήσετε στο λεξικό http://www.greek-language.gr/greekLang/index.htmlτους ορισμούς  των λημμάτων ‘’παράδοση’’ , ‘’λαογραφία’’ και  να τους αντιγράψετε στο τετράδιό σας ή σε ένα έγγραφο word.
β) Αφού μελετήσετε  το αντίστοιχο κεφάλαιο του βιβλίου της Οικιακής Οικονομίας ‘’Ήθη, έθιμα και παραδόσεις του ελληνικού λαού’’ και ‘’Η σημασία της ελληνικής λαϊκής παράδοσης’’ από το ψηφιακό σχολείο : http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL105/229/1684,5373/ , και τη Wikipedia στα αντίστοιχα λήμματα, να δημιουργήσετε έναν εννοιολογικό χάρτη με κεντρική έννοια ‘’λαϊκός πολιτισμός ‘’ και συνδέσμους ‘’στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού’’  και ‘’αξία του λαϊκού πολιτισμού’’.
2. Ποια γνώμη είχαν τα παιδιά για τα λαϊκά ήθη και έθιμα του τόπου τους; Πού οφείλεται η γνώμη αυτή; Να αναπτύξετε την απάντησή σας σε μια παράγραφο με την τεχνική της αιτιολόγησης.
3. Ζητήστε από τους παππούδες, τις γιαγιάδες ή γνωστά σας πρόσωπα μεγάλης ηλικίας να σας αφηγηθούν κάποιο έθιμο, δοξασία, παράδοση ή τραγούδι του τόπου τους .Όλα αυτά καταγράψτε τα και καταχωρίστε τα στο λαογραφικό αρχείο που θα δημιουργήσετε στο σχολείο σας.

ΟΜΑΔΑ 2 : ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΤΗΣ  ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
1. Στο διήγημα παρουσιάζονται δύο μοντέλα σχολικής διδασκαλίας .Ένα από αυτά είναι το μοντέλο της παραδοσιακής διδασκαλίας. Να συμπληρώσετε τον ακόλουθο εννοιολογικό χάρτη με στοιχεία που θα αντλήσετε από το κείμενο:

  Παραδοσιακή διδασκαλία

Χαρακτηριστικάκα

Αποτελέσματα για τους μαθητές

παραδείγματαατα

παραδείγματατατα
 











2. Καλείσθε να πάρετε συνεντεύξεις από πρόσωπα του οικογενειακού σας περιβάλλοντος προηγούμενων γενεών ( παππούδες, γιαγιάδες, γονείς ) και να καταγράψετε ψηφιακά τις αφηγήσεις  αυτές αξιοποιώντας το λογισμικό http://audacity.sourceforge.net/?lang=el που θα εγκαταστήσετε στον υπολογιστή σας, ώστε να δημιουργήσετε ένα αρχείο προφορικών μαρτυριών για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του σχολείου του παρελθόντος.
ΟΜΑΔΑ 3 : ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΤΗΣ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
1. Στο διήγημα παρουσιάζονται δύο μοντέλα σχολικής διδασκαλίας .Ένα από αυτά είναι το μοντέλο μιας πιο μοντέρνας  διδασκαλίας και του λεγόμενου ‘’σχολείου εργασίας’’. Να συμπληρώσετε τον ακόλουθο εννοιολογικό χάρτη με στοιχεία που θα αντλήσετε από το κείμενο:

2.   Φαντάσου ότι είσαι δάσκαλος. Ποιες τακτικές θα υιοθετούσες για να κατακτήσουν οι μαθητές σου  τη γνώση κρατώντας ζωντανό το ενδιαφέρον  τους  και καλλιεργώντας τη δημιουργική τους διάθεση;
Γράψε τις σκέψεις σου στο ηλεκτρονικό σου ημερολόγιο  http://www.uptothesky.com/
ΟΜΑΔΑ 4  ΨΥΧΟΛΟΓΟΙ
1. Φαντάσου ότι είσαι ο μαθητής – αφηγητής του διηγήματος .
α) Να καταγράψεις στο ηλεκτρονικό σου ημερολόγιο http://www.uptothesky.com/ τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου που σχετίζονται με το περιστατικό της ανάθεσης της εργασίας για τη συγκέντρωση του λαογραφικού υλικού.
β) Πώς θα χαρακτήριζες το δάσκαλό σου από τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα της δικής σου εργασίας για το λαογραφικό υλικό  και του άλλου συμμαθητή σου , που δεν ήταν κι αυτός ντόπιος; Να καταγράψεις  την απάντησή σου σε μια παράγραφο που θα αναπτύξεις με την τεχνική της αιτιολόγησης.
2. Να δημιουργήσετε ένα λογισμικό παρουσίασης με πέντε περίπου διαφάνειες σχετικά με τη ζωή και το έργο του Νικόλαου Πολίτη, συλλέγοντας  υλικό από το διαδίκτυο.

ΟΜΑΔΑ 5  : ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΙ
1. Ποια διαφορά διαφαίνεται στο κείμενο ανάμεσα στους νέους των αστικών κέντρων και της επαρχίας ; Ποιο είναι το καταληκτικό σχόλιο του αφηγητή, που αιτιολογεί τη διαφορά αυτή;  Να αναπτύξετε την απάντησή σας  σε μια παράγραφο ακολουθώντας τη δομή της παραγράφου όπως τη διδαχθήκατε στη δεύτερη  ενότητα της Νεοελληνικής Γλώσσας της Α’ Γυμνασίου (σελ.35).
2. Εσείς , ως σύγχρονοι νέοι, πώς αντιμετωπίζετε τη λαϊκή παράδοση και πώς αιτιολογείτε τη στάση σας; Καταγράψτε τις σκέψεις σας στο ηλεκτρονικό σας  ημερολόγιο http://www.uptothesky.com/.
3. Αφού περιηγηθείτε στο διαδίκτυo και συλλέξετε φωτογραφικό υλικό,  καλείσθε  να    επιλέξετε τις πιο χαρακτηριστικές φωτογραφίες και να συνθέσετε ένα λογισμικό παρουσίασης φωτογραφιών του σχολείου στον περασμένο αιώνα. Μπορείτε επίσης να εμπλουτίσετε την παρουσίασή σας και με φωτογραφίες  από τα πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος σας.


ΝΑ ΄ΣΑΙ ΚΑΛΑ ΔΑΣΚΑΛΕ Γ.ΙΩΑΝΝΟΥ



ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 
ΝΑ ΣΑΙ ΚΑΛΑ ΔΑΣΚΑΛΕ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ


Πότε γεννήθηκε –πότε  πέθανε…………………………………………………………………


Ποιο είναι το πραγματικό του όνομα…………………………………………………………..


Σπούδασε:………………………………………………………………………………………………………


Εργάστηκε ως………………………………………………………………………………………………………


Το έργο του :Ποίηση……………………………………………………………………………………………......


Πεζογραφία :…………………………………………………………………………………………………………. 


          Χωρίστε το κείμενο σε τρεις ενότητες και δώστε έναν τίτλο για κάθε ενότητα.
          _________________________________________________
          _________________________________________________

          _________________________________________________


Εντοπίστε στο κείμενο στοιχεία που ανήκουν στην παράδοση ενός λαού.


            Τι πίστευαν στην αρχή τα παιδιά για το λαϊκό τους πολιτισμό και γιατί;


            Πως  αλλάζει  η γνώμη τους μετά τη διδασκαλία του καινούριου καθηγητή;


_________________________________________________



          Καταγράψτε τα μέσα με τα οποία ο καθηγητής  κατάφερε να μεταδώσει στα  παιδια  την   αγάπη του για το λαϊκό πολιτισμό.


__________________________________________________



Στο διήγημα συγκρίνονται δύο μοντέλα σχολικής διδασκαλίας. Ποια είναι αυτά και ποιο προβάλλεται ως καλύτερο; __________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________


         
     Α)Να παρουσιάσετε την  προσωπικότητα του καθηγητή του διηγήματος βασιζόμενοι σε   στοιχεία του κειμένου. 
      Β) Να παρουσιάσετε σε ένα κείμενο πως εσείς φαντάζεστε τον ιδανικό καθηγητή.


__________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________


 Ποια είναι η μικρή πονηριά στην οποία κατέφυγε ο μαθητής και πως κρίνετε αυτή την πράξη του; _________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________







«Έφηβοι και δημιουργική γραφή» - B'3 Γυμνασίου


Οι μαθητές της Β’ Γυμνασίου είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή, μέσα από το μάθημα της Λογοτεχνίας, με το διήγημα  του Γ.Ιωάννου «Να ‘σαι καλά δάσκαλε!». 
..
ΠΗΓΗ:https://blogs.sch.gr/skourti/2014/10/28/%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B3%CF%8E%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%B1-%CE%BD%CE%B1%CF%83%CE%B1%CE%B9-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%AC-%CE%B4%CE%AC%CF%83%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%B5/

Διαγώνισμα «να’σαι καλά δάσκαλε»-τροποποιημενο...


ΩΡΙΑΙΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ   ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Β’ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ΗΜ/ΝΙΑ:………………………………..
ΟΝΟΜ/ΜΟ:……………………………………………………………………………
Να ‘σαι καλά, δάσκαλε!
Πρόπερσι που φοιτούσα σ’ ένα Γυμνάσιο της επαρχίας μάς είχε έρθει ένας νέος φιλόλογος με πολλή όρεξη για δουλειά. Αγαπούσε πολύ το σχολείο και τους μαθητές και βλέπαμε ότι ήθελε να γνωρίσει όχι μονάχα τους κατοίκους του τόπου και τα ζητήματά τους, αλλά και καθετί που είχε συμβεί στον τόπο από παλιά. Με λίγα λόγια, ήταν ένας ζωντανός και αξιαγάπητος άνθρωπος και οι εντόπιοι αμέσως τον αγάπησαν. […]
Και σε λίγο καιρό, όταν στο μάθημα των Νέων Ελληνικών μπήκαμε στα δημοτικά τραγούδια, ο καθηγητής μας έφεγγε πια ολόκληρος. Μας έφερνε από το σπίτι του βιβλία διάφορα, μας διάβαζε από μέσα. Έφερνε δίσκους, μαγνητόφωνα, σλάιντς. Μόλις τελείωνε το μάθημα του βιβλίου, μας έκαμνε προβολές, για να μας δείξει τόπους, φορεσιές, σπίτια, και έβαζε σιγανά στο μαγνητόφωνο ή στο πικάπ δίσκους με δημοτικά τραγούδια ν’ ακούμε. Μας παρακινούσε μάλιστα ν’ ακολουθούμε κι εμείς σιγοτραγουδώντας και έδινε αυτός πρώτος το παράδειγμα. Τα παιδιά ξεφοβήθηκαν και ξεντράπηκαν. Και μερικά που είχαν καλή φωνή, ζήτησαν από μόνα τους να πούνε τραγούδια του τόπου. Ο καθηγητής κατενθουσιάστηκε. Μας φάνηκε μάλιστα για μια στιγμή σαν δακρυσμένος, μα ίσως και να μην ήταν. Όσο τα άλλα τραγουδούσαν, δυο τρία παιδιά, αγόρια και κορίτσια χόρευαν το τραγούδι μες στην τάξη σιγανά. Στο τέλος, χειροκροτήσαμε αυθόρμητα και μόνο τότε είδαμε τον καθηγητή μας κάπως στενοχωρημένο. «Θ’ ανησυχήσουμε τους άλλους», μας είπε. Πού να ήξερε, τι γινόταν προηγουμένως, με κάτι άλλους καθηγητές. Τι φασαρία και τι κακό, κι αυτό χωρίς χορούς και τραγούδια.
Και πραγματικά, βγαίνοντας διάλειμμα, από τις ερωτήσεις που μας έκαμναν τα άλλα παιδιά, διαπιστώσαμε πως μόνο το χειροκρότημά μας είχαν ακούσει. Τους εξηγήσαμε και μας κοίταζαν κατάπληκτοι. «Και δεν κάνετε μάθημα;», μας ρωτούσαν. «Μάθημα δεν είναι αυτό;», τους απαντούσαμε. «Εσείς, που κάνετε αλλιώτικο μάθημα, τι ξέρετε για δημοτικά τραγούδια, σκοπούς, ακόμα και χορούς; Ξέρετε αυτό, ξέρετε εκείνο, ξέρετε το άλλο;», τους αρχίσαμε. Δεν ήξεραν οι καημένοι τίποτα, περιττό να το πούμε. Αλλά ήξεραν πολύ καλά από κατάλογο, άγριες ή φαρμακερές φωνές και τρεμούλες. […]
Β. Παρατηρήσεις
  1. Ποια γνώμη είχαν τα παιδιά για τα λαϊκά ήθη και έθιμα του τόπου τους; Πού οφείλεται και πώς εκδηλώνεται η αλλαγή της στάσης τους;; (6 ΜΟΝΆΔΕΣ)
  2. Α. Ποιον αφηγηματικό τρόπο εντοπίζετε σε κάθε απόσπασμα; 
  • Μόλις τελείωνε το μάθημα του βιβλίου, μας έκαμνε προβολές, για να μας δείξει τόπους, φορεσιές, σπίτια, και έβαζε σιγανά στο μαγνητόφωνο ή στο πικάπ δίσκους με δημοτικά τραγούδια ν’ ακούμε………………….
  • Τους εξηγήσαμε και μας κοίταζαν κατάπληκτοι. «Και δεν κάνετε μάθημα;», μας ρωτούσαν. «Μάθημα δεν είναι αυτό;»………………………….
  • ήξεραν πολύ καλά από κατάλογο, άγριες ή φαρμακερές φωνές και τρεμούλες……………………………………...

Β. Να δώσετε έναν πλαγιότιτλο για το απόσπασμα που σας δόθηκε
(2 μον.)
 Ποιο είναι το είδος της γλώσσας, που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας;
 Ποια   εκφραστικά μέσα διακρίνετε στα παρακάτω αποσπάσματα:
εικόνα, προσωποποίηση, μεταφορά, παρομοίωση, ασύνδετο (περισσεύει ένα)   
  • έφεγγε πια ολόκληρος…………………………………………….
  • Έφερνε δίσκους, μαγνητόφωνα, σλάιντς……………………………….
  • Μας φάνηκε μάλιστα για μια στιγμή σαν δακρυσμένος…………………….
  • αγόρια και κορίτσια χόρευαν το τραγούδι μες στην τάξη σιγανά……………………
 (6 ΜΟΝΆΔΕΣ)
3 Να επιλεξετε ένα απο τα παρακάτω θέματα :
α..Να σχολιάσετε τα δύο μοντέλα διδασκαλίας που παρουσιάζονται στο απόσπασμα. Ποιο , κατά τη γνώμη σας, είναι το καλύτερο; Να δικαιολογήσετε τη άποψή σας.
ή

β.Φαντάσου ότι είσαι η συγκεκριμένη μητέρα. Να γράψετε μια σελίδα ημερολογίου στο οποίο να καταγράψετε τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας από μια συνηθισμένη ημέρα που μόλις περάσατε.(8 μονάδες)


Η ΜΑΝΑ
ΠΗΓΗ:

ΔΟΜΗΜΕΝΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Β΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
«Η ΜΑΝΑ»,ΠΕΡΛ ΜΠΑΚ
ΠΕΡΛ ΜΠΑΚ
ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΣΟ, «Η ΜΗΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ Π...

μυθολογικό υλικό είναι εκτεταμένο και πολύπλοκο και εξελίσσεται σε πολλά
επίπεδα χρόνου και χώρου. Ανάλογα με τον σκοπό το...
β)Να χαρακτηρίσετε τη μάνα του αποσπάσματος από τη
συμπεριφορά της απέναντι στην ηλικιωμένη πεθερά της.
5)Συγκρίνετε τις σ...

σύνολο των μαθητών της τάξης διαλέγει εκείνον που έκανε την πιο
επιτυχημένη ανάγνωση(διαγωνισμός καλύτερης ανάγνωσης).
3)α...

Φύλλο εργασίας στο κείμενο «Η μάνα» της Περλ Μπακ (Ν. Λογοτεχνία Β΄ Γυμνασίου)

ΠΗΓΗ:



                                                             Φύλλο εργασίας στο κείμενο 
                                                           «Η μάνα» της Περλ Μπακ                 
                                                            (Ν. Λογοτεχνία Β΄ Γυμνασίου)


Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ. Κοσιώνη

   1.Κάθε πρόσωπο έχει την αγάπη και την φροντίδα της μάνας. Καταγράψτε πιο συγκεκριμένα
      στα κενά το είδος φροντίδας που τους παρέχει.
      κόρη..................................................................
      γιός....................................................................
      πατέρας.............................................................
      γειτόνισσες........................................................

   2.Οι ασχολίες της μητέρας είναι:
      ..................................................................................................................................................
      ..................................................................................................................................................
      ..................................................................................................................................................

   3.α) Έχει ελεύθερο χρόνο;
      ..................................................................................................................................................
      ..................................................................................................................................................
      β) Πως τον αξιοποιεί;
      ..................................................................................................................................................
      ..................................................................................................................................................

   4.α)Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η οικογένεια είναι:.......................................................
     ...................................................................................................................................................
     ...................................................................................................................................................
      β) Η μητέρα προσπαθεί να τα επιλύσει .Σημειώστε τον τρόπο επίλυσης.................................
     ...................................................................................................................................................
     ...................................................................................................................................................

   5.Φαντάσου ότι είσαι η συγκεκριμένη μητέρα. Να γράψετε μια σελίδα ημερολογίου στο οποίο να καταγράψετε τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας από μια συνηθισμένη ημέρα που μόλις περάσατε.


   6.α)Πως παρουσιάζεται ο πατέρας στο κείμενο;
     ....................................................................................................................................................
     ....................................................................................................................................................
     ....................................................................................................................................................
      β )Τι προσφέρει μια ισορροπημένη διατροφή;
     ....................................................................................................................................................
     ....................................................................................................................................................
     ....................................................................................................................................................


   7.Συμπληρώστε τον παρακάτω πίνακα αφού βρείτε τις διαφορές συμπεριφορά μεταξύ της μητέρας και του πατέρα.
                 -----------------------------------------------------------------------------------------------
                                Μητέρα                                                                Πατέρας




                ------------------------------------------------------------------------------------------------
   8.Να γράψετε μια παράγραφο με τη μέθοδο της σύγκρισης-αντίθεσης η οποία αναφέρεται απο τη μια στη μορφή του κινέζου και από την άλλη στη μορφή του σύγχρονου πατέρα.
     ..........................................................................................................................................................
     ..........................................................................................................................................................
     ..........................................................................................................................................................
     ..........................................................................................................................................................

   9.Να συμπληρώσετε τα κενά όσον αφορά τις αφηγηματικές τεχνικές.
     Αφηγητής.............................................................................
     Εστίαση................................................................................
     Αφηγηματικοί τρόποι...........................................................
     Αφηγηματικοί χρόνοι...........................................................

1Ο.Να βρείτε 2 παραδείγματα για κάθε ένα από τα παρακάτω εκφραστικά μέσα.
      Μεταφορά...........................................................................
      Εικόνα.................................................................................
      Παρομοίωση.......................................................................

 11.Στο κείμενο παρουσιάζεται το πρόσωπο της γιαγιάς.
     α) Πώς της φέρεται η μητέρα και γιατί;
      ........................................................................................................................................................
      ........................................................................................................................................................
     β) Πώς συμπεριφέρεται η γριά στους άλλους;
      ........................................................................................................................................................
      ........................................................................................................................................................
     γ) Τη δικαιολογείτε; (Να λάβετε υπόψη σας πως αισθάνεται)
      ........................................................................................................................................................
      ........................................................................................................................................................
      ........................................................................................................................................................


  12.Να γράψετε ένα διάλογο μεταξύ μητέρας-γριάς όπου η μητέρα δεν θα έδειχνε αυτή τη στοργικήσυμπεριφορά στην πεθερά της.
       .......................................................................................................................................................
       .......................................................................................................................................................
       .......................................................................................................................................................




   13.Αφού διαβάσετε το διήγημα «Ο παππούς και το εγγονάκι» του Τολστόι (Ν Λογοτεχνία Α΄ Γυμνασίου) να πείτε ποιά πρέπει να είναι η συμπεριφορά μας απέναντι στους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας και γιατί;

        ..............................................................................................................................................
        ..............................................................................................................................................
        ..............................................................................................................................................


   14.Να συμπληρώσετε τον παρακάτω πίνακα συγκρίνοντας τις διαφορετικές πτυχές της μητρικής φιγούρας.

       ----------------------------------------------------------------------------------------------------------
         Η κινέζα μάνα                       Η σύγχρονη μάνα                        Η σύγχρονη μάνα
                                                             της πόλης                                    του χωριού
       ----------------------------------------------------------------------------------------------------------
        ............................................................................................................................................
        ............................................................................................................................................
        ............................................................................................................................................
        ............................................................................................................................................

   15.Αφού κάνετε ανάγνωση το ποίημα του Βάρναλη για την αγάπη της Παναγίας για το παιδί της και το παραμύθι  «Η μάνα με το ένα μάτι» (που σας δόθηκαν) να αναφερθείτε στην ανάγκη που έχουν οι μητέρες για τα παιδιά τους.

       ...............................................................................................................................................
       ...............................................................................................................................................
       ...............................................................................................................................................


   16.Διαβάστε το ποίημα του Α. Βλάχου  «Η καρδιά της μάνας» που σας δίνεται και στη συνέχεια μετατρέψτε το ποίημα σε πεζό.
        ..............................................................................................................................................
        ..............................................................................................................................................
        ..............................................................................................................................................



   17.Η μορφή της μητέρας έχει εμπνεύσει καλλιτέχνες από όλους τους χώρους των τεχνών.  Να φτιάξετε μια παρουσίαση με γλυπτά, ζωγραφική και φωτογραφίες που απεικονίζουν τη μητρική φιγούρα από το παρελθόν μέχρι σήμερα.  




Η αγάπη της μάνας

Στα νανουρίσματα εκφράζεται η στοργή, η αγάπη και η τρυφερότητα της μητέρας προς το παιδί της. Ποιο από τα παρακάτω νανουρίσματα θα επιλέγατε να τραγουδήσει μια μητέρα στο παιδί της;

image
Δημοτικά νανουρίσματα [πηγή: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου]
Σύγχρονα νανουρίσματα

Διαβάστε στίχους τραγουδιών που γράφτηκαν από μεγάλα «παιδιά» για τη μητέρα τους. Πώς φαντάζεστε εσείς τη δική σας σχέση με τη μητέρα σας όταν θα μεγαλώσετε;

image

Στους παρακάτω πίνακες ζωγραφικής απεικονίζονται στιγμές από τη σχέση της μάνας με το παιδί της. Μπορείτε να τις περιγράψετε;

Π. Πικάσο, «Μητέρα και παιδί δίπλα σε συντριβάνι», 1901 [πηγή: Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης]  Γεώργιος Ιακωβίδης, «Μητρική Στοργή», 1889 [Ιδιωτική Συλλογή]

Mary Cassatt, «Μητἐρα που χτενίζει το παιδί της», 1879 [πηγή: Brooklyn Museum of Art]

Διαβάστε κείμενα με θέμα τη μητρική αγάπη:

Ενότητα: «Η οικογένειά μας» [πηγή: Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Ε΄ & Στ΄ Δημοτικού]
Ενότητα: «Οικογενειακές σχέσεις» [πηγή: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου]
Ενότητα: «Οικογενειακές σχέσεις» [πηγή: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου]

Έχετε σκεφτεί κάποια αποφθέγματα για τη μητέρα; Πάρτε ιδέες από τα Βικιφθέγματα.

image

Τέλος, δείτε μια ιδιαίτερη σχέση μαμάς και παιδιών που αναπτύσσεται στα παιδικά χωριά SOS.

Η μαμά εκπαιδεύεται - Το χωριό SOS (βίντεο, 57:53min) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]


ΜΑΝΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ




ΜΑΝΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Ομιλία στα πλαίσια των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών που εγινε στο
 Αναγνωστήριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Πατρών της Φιλολόγου και Λογοτέχνιδος Γεωργί
ας Γκοτσοπούλου με θέμα: «ΜΑΝΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ»
















ΠΡΟΛΟΓΟΣ:
Αγαπητέ κύριε Μαργαρίτη,
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου κάνετε τα τρία τελευταία χρόνια να με θεωρείτε μέ
λος της οικογένειας των λογοτεχνών. Στον πρόσωπο του κ. Μαργαρίτη ιδιαίτερα βλέπω πά
ντα έναν αεικίνητο προστάτη της λογοτεχνίας και των γραμμάτων, γεγονός που αφενός με κι
νητοποιεί και με εμπνέει κι αφετέρου με παρακινεί να σταθώ με κάθε ομιλία μου στο ύψος των
 λογοτεχνικών βραδινών.
Ήταν ευτύχημα για μένα η σύμπτωση της σημερινής εισήγησής μου με τον πρόσφατο εορτα
σμό της γιορτής της μητέρας. Μάλλον συγκινήθηκα φέτος, επειδή ξανάγινα μητέρα μιας υπέ
ροχης κόρης, ο ερχομός της οποίας με ενέπνευσε για το θέμα της σημερινής μας συνάντη
σης.

Η ΜΑΝΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΝΑ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
Η μάνα, όπως παρουσιάζεται μέσα στα βιβλία των λογοτεχνών του 20ου αιώνα είναι ένα γήι
νο πρίσμα, ένας πίνακας ζωγραφικής, πάνω στον οποίο ακουμπά κάθε χρωματισμός, από
τον πιο σκούρο και σκοτεινό μέχρι τον πιο απαλό ή διάφανο, μέχρι τον πιο ζωντανό κι εκρη
κτικό, ένα καλειδοσκόπιο, που άλλοτε σε αγριεύει με τις σκιές του κι άλλοτε σε νανουρίζει με
τα γλυκά μοτίβα του.
Φίλες και φίλοι,
Πόση έμπνευση έχει δώσει η φιγούρα της μάνας σε συγγραφείς, ποιητές, τραγουδοποιούς
 και μουσικούς, σε ζωγράφους και εικαστικούς κάθε λογής!  Διατρέχοντας τον αιώνα που πέρ
ασε και παρακολουθώντας την υψηλή λογοτεχνική παρακαταθήκη, την οποία άξιοι λογοτέ
χνες μας κληροδότησαν,
 Επέλεξα, λοιπόν, απόψε
- να δικαιολογήσω τη «φόνισσα» μάνα , από το ομότιτλο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδια
μάντη,
- να εκπλαγώ με τη μεγαλοαστή μάνα της Πηνελόπης Δέλτα, όπως η ίδια τη σκιαγραφεί στη
 βιογραφία της αλλά και σε κάποια μυθιστορήματά της.
- να λυπηθώ για τη Δεσποινιώ, τη μάνα του ξενιτεμένου Γ. Βιζυηνού αλλά και
- να κλάψω για τη μάνα των πολέμων, έτσι όπως έντεχνα την ονομάζει ο Στρατής Μυριβή
λης «Ζάβαλη Μάϊκο».
-να θυμώσω με την άβουλη μάνα της «Στέλλας Βιολάντη» αλλά και
-να αφουγκραστώ το φόβο της μοναξιάς της μάνας της εποχής του εμφυλίου και της δικτατο
ρίας μέσα από το «τρίτο στεφάνι», του Κ. Ταχτσή.
- να χαιρετίσω και να χειροκροτήσω τη δίκαιη μάνα στο έργο του Κ. Θεοτόκη « η τιμή και το
 χρήμα».

Αφιερώνω τη σημερινή εισήγησή μου στη δική μου μάνα και στη γιαγιά μου-τη διπλή μάνα
 μου-. Η δεύτερη γεννήθηκε στην αυγή του 20 ου αιώνα και μέσα από τις στάνες και τα κα
μποχώραφα ονειρεύτηκε μια ζωή χωρίς πολέμους και θανατικό ή πείνα για τον κόσμο. Η μά
να μου μετά τα μισά του 20ου αιώνα πάλεψε με τη σκληρή δουλειά της να προσφέρει «κα
πιταλιστικά» και «πεπαιδευμένα» όνειρα στα παιδιά της. Έτσι έκαναν οι περισσότερες στα
 χρόνια τους. Τις ευχαριστώ κι ελπίζω να πάρω τη σκυτάλη, στο νέο αιώνα πια και να μεταλα
μπαδεύσω στη νέα γενιά αγάπη και σεβασμό για κάθε διαφορετικό άνθρωπο. Να καταφέρω
 να εμπνεύσω τα παιδιά ώστε να αναπτύξουν γενναία κριτική ματιά απέναντι σε ένα κόσμο,
που αλλάζει, που ακουμπά σε άλλες αξίες, πρότυπα και στερεότυπα.
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ
Η «φόνισσα» μάνα.
Η Φόνισσα, από τα καλύτερα έργα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, είναι ένα εκτενές διήγημα
(νουβέλα) και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες, στο περιοδικό Παναθήναια το
1903, με υπότιτλο: «Κοινωνικόν μυθιστόρημα».
 Κεντρικό πρόσωπο είναι η Χαδούλα ή Φραγκογιαννού. Η Φραγκογιαννού κυριαρχείται από
την εγκληματική ιδέα της βρεφοκτονίας και διαπράττει μια σειρά από φόνους μικρών κορι
τσιών. Η νουβέλα αυτή του Παπαδιαμάντη είναι γραμμένη στο πνεύμα του ρεαλισμού με έκδη
λα όμως στοιχεία νατουραλισμού. Η επιλογή ως ηρωίδας μιας γυναίκας που προχωρά σε αλ
λεπάλληλες δολοφονίες κοριτσιών με την πεποίθηση πως επιτελεί θεάρεστο έργο, εντάσσει
το κείμενο αυτό στα νατουραλιστικά έργα, όπου κυρίαρχα στοιχεία είναι: «η επιλογή ιδιαί
τρα προκλητικών θεμάτων από το περιθώριο της κοινωνικής ζωής.
Η Φραγκογιαννού ξενυχτώντας δίπλα στο άρρωστο εγγόνι της θυμάται όλα όσα έχει περάσει
απ’ όταν ήταν μικρή κι αισθάνεται μεγάλη πίκρα για τις ταλαιπωρίες και τις κακοτυχίες της ζω
ής της. Όπως κάθε γυναίκα εκείνης της εποχής, πέρασε όλα της τα χρόνια να υπηρετεί και να
 φροντίζει τα μέλη της οικογένειάς της, ξεκινώντας στα παιδικά χρόνια της να υπηρετεί τους
 γονείς της, στη συνέχεια τον άντρα και τα παιδιά της και κατόπιν τα εγγόνια της. Η σκληρή
 αυτή μοίρα έχει επηρεάσει καταλυτικά όχι μόνο την ψυχοσύνθεσή της αλλά και τις σκέψεις
της για τα θηλυκά παιδιά, τα οποία θεωρεί άτυχα και καταδικασμένα να υποφέρουν όπως κι
εκείνη. Η Χαδούλα, επιπλέον, μεγάλωσε με μια αυστηρή μητέρα που θεωρούνταν μια από τις
 στρίγγλες της εποχής της, αποκτώντας έτσι ένα ιδιαιτέρως κακό πρότυπο, το οποίο τελικά α
κολούθησε στην προσωπική της ζωή. Άλλωστε, όταν η Χαδούλα παντρεύτηκε οι γονείς της,
της έδωσαν ελάχιστη προίκα σε σχέση με την περιουσία που κράτησαν για τα αγόρια της οι
κογένειας, πιστοποιώντας έτσι την αίσθηση της αδικίας που είχε ήδη αρχίσει να δημιουργεί
ται μέσα της.
Η Φραγκογιαννού θα δημιουργήσει τη δική της οικογένεια έχοντας ως επιβαρυντικούς παρά
γοντες όχι μόνο τις πικρές εμπειρίες από την ως τότε ζωή της κι από τη στάση των γονιών
της απέναντί της, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην τότε ελληνική κοι
νωνία. Η φτώχια και η ανέχεια που μάστιζαν τις περισσότερες οικογένειες καθιστούσαν την
επιβίωση δύσκολη και ιδίως αρνητική για τα θηλυκά παιδιά που αποτελούσαν για τους γονείς
 μια επιπλέον υποχρέωση, μιας κι έπρεπε να τα προικίσουν προκειμένου να τα αποκαταστή
σουν. Η Φραγκογιαννού αντιμετωπίζει πλέον τα θηλυκά παιδιά ως ανεπιθύμητο βάρος που
περισσότερο δυσκολεύουν τη ζωή των γονιών τους παρά τους προσφέρουν κάποια βοήθεια
 ή χαρά.
Ελάλησε το δεύτερον ο πετεινός. Θα είχαν περάσει δύο μετά τα μεσάνυχτα. Ιανουάριος ο 
μην. Χρόνος η νύκτα. Βορράς εφύσα. Η φωτιά εις την εστίαν έσβηνε. Η Φραγκογιαννού ησθά
νθη ρίγος εις την ράχιν, και παγωμένους τους πόδας της. Ήθελε να σηκωθή να φέρη ολίγα ξύ
λα έξω από τον πρόδομον, διά να τα ρίψη εις την εστίαν, να ξανάψη  το πυρ. Αλλ' ηργοπό
ρει· και ησθάνετο μικράν νάρκην, ίσως το πρώτον σύμπτωμα του εισβάλλοντος ύπνου….Δεν
 έπρεπε τω όντι, αν δεν ήσαν τυφλοί οι άνθρωποι, να βοηθούν την μάστιγα, την διά πτερών 
Αγγέλων πλήττουσαν, αντί να ζητούν να την εξορκίσουν; Αλλ' ιδού, τ' Αγγελούδια δεν μερολη
πτούν ούτε χαρίζονται, και παίρνουν αδιακρίτως εις τον Παράδεισον αγόρια και κοράσια. Πε
ρισσότερα μάλιστα αγόρια –πόσα χαδευμένα και μοναχογέννητα!– αποθνήσκουν άωρα. Τα 
κο
ρίτσια είν' εφτάψυχα, εφρόνει η γραία. Δυσκόλως αρρωστούν και σπανίως αποθνήσκουν. 
Δεν
 έπρεπεν ημείς ως καλοί χριστιανοί, να βοηθώμεν το έργον των Αγγέλων; Ω, πόσα αγόρια, 
και αρχοντόπουλα μάλιστα, αρπάζονται άωρα. Ακόμη και τ' αρχοντοκόριτσα ευκολώτερον α
ποθνήσκουν –αν και τόσον σπάνια μεταξύ του φύλου– παρ' όσον τα απειράριθμα θηλυκά της
 φτωχολογιάς. Τα κορίτσια της τάξεως ταύτης είναι τα μόνα εφτάψυχα! Φαίνονται ως να πληθύ
νωνται επίτηδες, διά να κολάζουν τους γονείς των, απ' αυτόν τον κόσμον ήδη. Α! όσον το συλ
λογίζεται κανείς, «ψηλώνει ο νους του»!
Την στιγμήν εκείνην, άρχισε το θυγάτριον να βήχη και να κλαυθμυρίζη. Η γραία αφού είχε συλ
λογισθή όλα τ' ανωτέρω, όσον και αν είχεν εξαφθή από τα κύματα των αναμνήσεων, ησθάνθη
 αίφνης ζάλην, από τον σάλον οιονεί και την ναυτίαν της ζωής της και άρχισε να ναρκώνεται, 
κ' ενύσταζεν ακρατήτως.
Το μικρόν κοράσιον έβηχε κ' έκλαιε κ' εθορύβει «ως να ήτον μεγάλος άνθρωπος». Η μάμμη 
του εσκίρτησεν, εστράφη, κ' έχανε πάλιν τον ύπνον της. Η λεχώνα εκοιμάτο βαθέως, και ούτε
 ήκουσε τον βήχα και τα κλαύματα. Η γραία ήνοιξε βλοσυρά όμματα, κ' έκαμε χειρονομίαν ανυ
πομονησίας και απειλής.
— Ε! θα σκάσης; είπε.
Της Φραγκογιαννούς άρχισε πράγματι «να ψηλώνη ο νους της». Είχε «παραλογίσει» επί τέ
λους. Επόμενον ήτο, διότι είχεν εξαρθή εις ανώτερα ζητήματα. Έκλινεν επί του λίκνου. Έχω
σε τους δύο μακρούς, σκληρούς δακτύλους μέσα εις το στόμα του μικρού, διά να «το σκάση».
 Ήξευρον ότι δεν ήτο τόσον συνήθεια «να σκάζουν» τα πολύ μικρά παιδία. Αλλ' είχε «παραλο
γίσει» πλέον. Δεν ενόει καλά τί έκαμνε, και δεν ωμολόγει εις εαυτήν τι ήθελε να κάμη. Και πα
ρέτεινε το σκάσιμον επί μακρόν· είτα εξάγουσα τους δακτύλους της από το μικρόν του οποί
ου είχε κοπή η αναπνοή, έδραξεν έξωθεν τον λαιμόν του βρέφους, και τον έσφιγξεν επ' ολίγα
 δευτερόλεπτα.
Αυτό ήτο όλον.
Είχε «ψηλώσει» ο νους της!
Εκείνο, δηλαδή, που η Φραγκογιαννού ευχόταν για τον εαυτό της -να μην είχε καν γεννηθεί-
αρχίζει να πιστεύει πως αποτελεί την ιδανική διέξοδο για τα φτωχά κορίτσια που συναντά
στον περίγυρό της. Η έλλειψη ύπνου, οι αναμνήσεις από τη ζωή της, αλλά και η μίζερη ζωή
της κόρης της με τον φτωχό μαραγκό που είχε παντρευτεί, κορυφώνουν σταδιακά την απέ
χθεια που αισθάνεται η Φραγκογιαννού για την άδικη μοίρα των γυναικών. Ο θάνατος είναι
 προτιμότερος από μια ζωή δυστυχίας. Η Φραγκογιαννού, επομένως, εκλογικεύει τις αποτρό
παιες πράξεις της, ερμηνεύοντάς τες ως ευεργεσία απέναντι στις φτωχές οικογένειες, καθώς
 τις απαλλάσσει από τη δυσβάσταχτη υποχρέωση να προικίσουν τα κορίτσια τους. Η ηρωίδα
 δεν λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι αφαιρεί ανθρώπινες ζωές και πως αυτό αποτελεί μια
 ανήθικη και εντελώς αντιχριστιανική πράξη, μιας και είναι πεπεισμένη πως η ζωή που περι
μένει τα μικρά αυτά κορίτσια θα είναι μαρτυρική.
Έτσι, η φόνισσα παρουσιάζεται ως μια γυναίκα εξαιρετικά σκληρή, χωρίς ευαισθησίες και
 συναισθηματισμούς. Διακατέχεται από έντονο μισογυνισμό, καθώς σε όλα τα θηλυκά παιδιά
 βλέπει τη δική της επίπονη πορεία. Για τη Φραγκογιαννού δεν υπάρχει τίποτε το θετικό στη
ζωή μιας γυναίκας, γι' αυτό και θεωρεί προτιμότερο να μη γεννιούνται καν κορίτσια. Γι' αυτό
 άλλωστε όταν εκφράζεται θετικά για τα αρσενικά παιδιά, εκφράζει έμμεσα τη σκέψη πως η
 ζωή της θα ήταν σαφώς καλύτερη αν δεν ήταν γυναίκα. Η φόνισσα είναι επιπλέον κυνική κα
θώς, χωρίς να λαμβάνει καθόλου υπόψη της τα συναισθήματα των γονιών θεωρεί πως ο θά
νατος των κοριτσιών θα αποτελέσει γι' αυτούς μια μεγάλη ανακούφιση.
 ‘Όμως, ας μη λησμονούμε ότι πίσω από τη σκληρότητα και την απανθρωπιά της φόνισσας
 κρύβεται ένας άνθρωπος εξαιρετικά πληγωμένος, που πέρασε μια ζωή γεμάτη βάσανα και πί
κρες. Στοιχείο που δεν την αθωώνει βέβαια αλλά μας βοηθά να κατανοήσουμε τη μεγάλη ση
μασία που έχουν τα βιώματα και οι εμπειρίες του ανθρώπου στην τελική διαμόρφωση της
 προσωπικότητάς του. Έτσι οι αναγνώστες του έργου παρά τα αδυσώπητα εγκλήματα της
γριάς Χαδούλας, συμπονούν στο τέλος τη δύστυχη γυναίκα, κυρίως για το γεγονός ότι γεννή
θηκε γυναίκα σε λάθος τόπο, σε λάθος εποχή, γεννήθηκε γυναίκα σε μια εποχή, που αποφάσι
ζαν άλλοι για την ίδια.

Η αστή κι «ανύπαρκτη» μάνα της Πηνελόπης Δέλτα
Η Πηνελόπη Δέλτα γεννήθηκε το 1874 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου κι ήταν το τρίτο παιδί
του Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη. Η οικογένεια Μπενάκη μετακόμισε προ
σωρινά στην Αθήνα το 1882, όπου η Πηνελόπη παντρεύτηκε αργότερα τον πλούσιο Φαναριώ
τη έμπορο Στέφανο Δέλτα. Μαζί του απέκτησε τρεις κόρες: τη Σοφία (μετέπειτα Μαυροκορδά
του), τη Βιργινία (μετέπειτα Ζάννα) και την Αλεξάνδρα (μετέπειτα Παπαδοπούλου).Οι "Πρώ
τες Ενθυμήσεις "είναι ένα κείμενο αυτοβιογραφικό. 
Η Πηνελόπη Δέλτα θυμάται αλλά και σχολιάζει τα παιδικά της χρόνια και τη σκληρή ανατρο
φή της. Ταυτόχρονα καταγράφει την ιστορία των προγόνων της και ορισμένα ιστορικά γεγονό
τα που σημάδεψαν την παιδική της ηλικία. Στις αυτοβιογραφικές Πρώτες Ενθυμήσεις – που
καλύπτουν τα δεκαπέντε πρώτα χρόνια της ζωής της Πηνελόπης, κόρης του Εμμανουήλ και
 της Βιργινίας Χωρέμη Μπενάκη δίνεται η περιγραφή μιας εποχής και μιας ανερχόμενης αστ
ικής οικογένειας στην ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας. Μιας αποκαλύπτεται ακόμη πως
 τα τραύματα της παιδικής ηλικίας σημάδεψαν τη ζωή και το έργο της Πηνελόπης Δέλτα, και
προσδιόρισαν τη στάση της απέναντι στο παιδί και τη διαπαιδαγώγησή του. Σημαντικές ω
στόσο είναι και οι καθαρά λογοτεχνικές αρετές στο κείμενο αυτό, όπου η αμεσότητα της αυ
θόρμητης και ανεπεξέργαστης γραφής υπηρετεί με ζωντάνια, με κέφι, με πίκρα, με αληθινή
συγκίνηση και στοχαστική σκέψη το ποικιλόμορφο και πολυδιάστατο αυτό αφήγημα.
Η μητέρα μας, υψηλή και κείνη, έμορφη, με ωραιότατο χρωματισμό, γαλανά μάτια, καστανά
 μαλλιά, κόκκινα χείλια, ωραίο στάσιμο, αυστηρή και κείνη, στέκονταν μακριά μας, σα θεότης,
 που τη λατρεύεις χωρίς να προσπαθείς να την πλησιάσεις. Χάδια από κείνην δεν είχαμε, ού
τε ποτέ μας εγκαρδίωνε να της πούμε τον καημό μας. Μας μπάτσιζε ο πατέρας κάποτε, αλλά
 σπανιότερα από τη μητέρα, που ζούσε περισσότερο στο σπίτι και τιμωρούσε συνεπώς συ
χνότερα και ευκολότερα. Τη φοβούμασταν περισσότερο, γιατί ήταν πιο κοντά, περισσότερο 
στο σπίτι, πιο έτοιμη να τιμωρήσει από τον πατέρα πού έλειπε όλην την ημέρα. Ήταν και η 
μητέρα αυστηρή, αυθαίρετη, τυραννική, επιβλητική. Ο λόγος της ήταν νόμος. Υπηρεσία και 
παιδιά διευθύνουνταν με το ραβδί. Οι μπατσιές και το τράβηγμα του αυτιού ήταν τ' αμεσότερα
 μέσα να την υπακούομε με το πρώτο της νόημα. Μάς είχε μάθει και μας, πως ήταν κακό να 
κοιτάζεις στον καθρέφτη. Μα αν ήταν κακό, γιατί το έκανε ή μαμά; Και αν δεν ήταν κακό, γιατί
 το έκανε κρυφά;(….)Ήταν αγέρωχη, τυραννική, αμείλικτη συχνά η μητέρα. Όλοι οι Χωρέμη
δες ήταν σκληροί και στεγνοί. Και η μητέρα ήταν Χωρέμαινα ως την ψυχή. Όταν νόμιζε πως
 ένα πράμα ήταν σωστό ή χρήσιμο, τραβούσε το δρόμο της, ίσια κατά το σκοπό της, αδιαφο
ρώντας αν τσαλαπατούσε καρδιές, αγνοώντας πως ρήμαζε ζωές. Ποτέ δεν ομολογούσαμε
 πως μας πόνεσε ένας μπάτσος ή το τράβηγμα του αυτιού. Σιωπηλοί, ντροπιασμένοι, γυρεύα
με να κρύψομε ο ένας του άλλου το τσούξιμο που μαρτυρούσε το κοκκινισμένο μάγουλο, ή, 
αν δεν ήταν τρόπος να το κρύψομε, το ρίχναμε στην καυχησιολογία, τάχα «πως δεν πονούσε
 το χέρι της μαμάς», ενώ πονούσε πολύ, χέρι λεπτό, με όμορφα μακριά δάχτυλα, χέρι δυνα
τό, που καταπιάνουνταν όλες τις δουλειές και που διεύθυνε τα πάντα και τα έβγαζε όλα πέ
ρα.(….)Θυμούμαι το αίσθημα αυτό, στη στενοχωρεμένη μου παιδική ζωή. Όλο το σπίτι, η α
τμόσφαιρα του, η αυστηρότης του, η έλλειψη τρυφερότητος, βάραινε απάνω μου σα βρα
χνάς. Όταν όμως έμπαινα στο σπουδαστήριο μας, μου φαίνουνταν πως ανέπνεα ατμόσφαι
ρα ανωτερότητος. 
H ανακάλυψη του βιβλίου της Μίτση Πικραμένου, ήταν μια πρωταρχική έκπληξη για μία νέα
δημιουργό που εξέδωσε μια ογκώδη εργασία. Η συγγραφέας σε πρώτο πρόσωπο, ως Πηνε
λόπη Δέλτα, ξεδιπλώνει τη ζωή της. Ανάμεσα στα άλλα, στο αξιόλογο βιβλίο «η κυρία με τα
μαύρα» εκδόσεις τετράγωνο αναφέρεται: « Οι γονείς μου ήταν ενωμένοι σα γροθιά. Ήταν αξιο
πρόσεκτο ότι προείχε η σχέση τους ως ζευγάρι απέναντι στη σχέση, που είχαν ως γονείς»….
κι αλλού.. « ..παντρεύτηκα για να ξεφύγω από τη μητρική και πατρική εποπτεία. ..Η μητέρα
 με μεγάλωνε με γνώσεις προς αναζήτηση ενός συζύγου της τάξης μας όπως το να εμφανίζο
μαι σε βαρετές οικογενειακές συγκεντρώσεις».
Η Πηνελόπη Δέλτα είχε επιφανείς γονείς, είχε κοινωνική μόρφωση από τη μητέρα της, είχε
 πλείστα αγαθά και μια αξιοζήλευτη ελευθερία για μόρφωση, όμως δεν είχε τη μάνα της φίλη
 και σύμμαχο, όπως θα πρέπει να είναι κάθε μάνα, που γεννά ένα ευαίσθητο, σχεδόν αλα
φροΐσκιωτο κορίτσι, που τίποτα άλλο δεν τη συγκινεί στον κόσμο παρά να την αφουγκρα
στούν, να τη νιώσουν και τελικά να την αγαπήσουν.

Η «Δεσποινιώ», η μάνα του ξενιτεμένου Γιωργή.
Γεώργιος Βιζυηνός γεννήθηκε το 1849 στη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης. Στο χωριό του
 χρωστάει και το επώνυμο που του δόθηκε αντί του πραγματικού Μιχαηλίδης. Πολύ νωρίς ορ
φάνεψε από πατέρα και γνώρισε τον πόνο και τη φτώχια, καθώς η μητέρα του αγωνιζόταν ολο
μόναχη να μεγαλώσει τα τέσσερα παιδιά της. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε μέσα στη στέ
ρηση, παρέα με φτωχούς βοσκούς και αγρότες της Βιζύης και κοντά στην μητέρα του που την
 αγαπούσε πολύ και την έκανε ηρωίδα στα περισσότερα έργα του. Τα πρώτα γράμματα τα έμα
θε ο Βιζυηνός στο χωριό του, αλλά πολύ νωρίς, για να αντιμετωπίσει τις βιοτικές του ανά
γκες, πήγε στην Πόλη κοντά στο ραφτάδικο του θείου του. Στην Πόλη είχε την τύχη να βρει
τίμιους και ισχυρούς προστάτες, οι οποίοι τον βοήθησαν να μορφωθεί και να ασχοληθεί με
τη λογοτεχνία. Η γνωριμία του με τον Μητροπολίτη Κύπρου Σωφρόνιο τον οδήγησε στην α
πόφαση να μεταβεί στην Κύπρο με σκοπό να γίνει κληρικός. Η ζωή του κληρικού όμως φαί
νεται να ήταν κάτι που δεν τον εξέφραζε, γι’ αυτό και εγκατέλειψε την Κύπρο, επανήλθε στην
Πόλη και συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή της Χάλκης. Με την οικονομική στήριξη του
 πλούσιου ομογενή Γεωργίου Ζαρίφη μετέβη στην Αθήνα και γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχο
λή. Το 1875, επειδή δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή,
εγκαταλείπει την Αθήνα και πηγαίνει στη Γοττίγγη της Γερμανίας για να σπουδάσει φιλοσο
φία. Δύο χρόνια αργότερα φοιτά στο πανεπιστήμιο της Λειψίας και γίνεται διδάκτωρ του ίδι
ου πανεπιστημίου (1881). Σημαντική επίδραση στο λογοτεχνικό έργο του Βιζυηνού έπαιξε η
 γνωριμία του με το φιλόσοφο και τεχνοκριτικό Πέτρο Βράιλα Αρμένη στο Λονδίνο, ο οποίος
 τον ώθησε να μελετήσει την επτανησιακή λογοτεχνία, από την οποία επηρεάστηκε βαθιά. 
Το πρώτο διήγημα του Βιζυηνού είναι το Το αμάρτημα της μητρός μου που δημοσιεύτηκε
 στην Εστία το 1883 με τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του Βικέλα. Με το έργο αυτό, που
ξεχωρίζει για την ψυχογραφική του διάσταση, ο Βιζυηνός άνοιξε ουσιαστικά το δρόμο της η
θογραφίας. Πρόκειται για την εξιστόρηση ενός οικογενειακού δράματος με κεντρική μορφή
τη
 μητέρα του αφηγητή. Η μητέρα του αφηγητή άθελά της στον ύπνο της καταπλάκωσε τη μι
κρή κόρη της και το «αμάρτημα» αυτό τη βασανίζει σε όλη της τη ζωή. Με το «αμάρτημα» έχου
με ασχοληθεί σε παλαιότερη εισήγηση. Σήμερα θα εξετάσουμε την ψυχική διακύμανση της μά
νας του συγγραφέα- κι εν τέλει κάθε μάνας κάθε εποχής- που αποχωρίζεται το παιδί της  και
μάλιστα σε πολύ μικρή ηλικία. Ήδη, φίλες και φίλοι, θα έχετε διαπιστώσει από το σύντομο βιο
γραφικό σημείωμα του Βιζυηνού, ότι εξαιτίας της ανέχειας αρχικά κι αργότερα για παιδευτι
κούς λόγους, ο ίδιος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη μητρική αγκαλιά σε ηλικία περίπου 10
ετών. Ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό ηθογράφημα «το αμάρτημα της μητρός μου» γράφει συγκι
νητικά: «  Μή κλαίγῃς μητέρα, τῇ εἶπον ἀναχωρῶν. Ἐγώ πηγαίνω πιά νά κάμω παράδες. 
Ἔννοια σου! Ἀπό τώρα καί νά πάγῃ θά σέ θρέφω καί σένα καί τό παραπαῖδί σου. Ἀλλά, ἀκού
εις; Δέν θέλω πιά νά δουλεύῃς! Δέν ἤξευρον ἀκόμη ὅτι δεκαετές παιδίον ὄχι τήν μητέρα, ἀλλ'
 οὐδέ τόν ἑαυτόν του δέν δύναται νά θρέψῃ. Καί δέν ἐφανταζόμην, ὁποῖαι φοβεραί περιπέτει
αι μέ περιέμενον καί πόσας πικρίας ἔμελλον ἀκόμη νά ποτίσω τήν μητέρα μου διά τῆς ξενιτεί
ας ἐκείνης, δι' ἧς ἤλπιζον νά τήν ἀνακουφίσω. Ἐπί πολλά ἔτη ὄχι μόνον βοήθειαν, ἀλλ' οὐδέ 
μίαν ἐπιστολήν κατώρθωσα νά τῇ στείλω. Ἐπί πολλά ἔτη παρεμόνευεν εἰς τούς δρόμους, ἐρω
τῶσα τούς διαβάτας μή μέ εἶδον πουθενά.
Πότε τῇ ἔλεγον, ὅτι ἐδυστύχησα ἐν Κωνσταντινουπόλει καί ἐτούρκευσα.
 
 Νά φᾶνε τή γλῶσσά τους πού τὤβγαλαν! — ἀπεκρίνετο ἡ μήτηρ μου. Αὐτός πού λένε, δέν
 μπορεῖ νά ἦτον τό παιδί μου! — Ἀλλά μετ' ὀλίγον ἐκλείετο περίτρομος εἰς τό εἰκονοστάσιόν
 μας, καί προσηύχετο δακρυρροοῦσα πρός τόν Θεόν, διά νά μέ φωτίσῃ νά ἐπανέλθω εἰς τήν
 πίστιν τῶν πατέρων μου.
Πότε τῇ ἔλεγον, ὅτι ἐναυάγησα εἰς τάς ἀκτάς τῆς Κύπρου, καί ἐπαιτῶ ρακένδυτος εἰς τούς δρό

μους.
 
 Φωτιά νά τούς κάψῃ, ἀπεκρίνετο ἐκείνη. Τό λέν ἀπό τή ζούλια τους. Τό παιδί μου θενἄκανε
 κατάστασι καί πά' στόν Ἅγιο Τάφο. Ἀλλά μετ' ὀλίγον ἐξήρχετο εἰς τούς δρόμους, ἐξετάζουσα 
τούς διαβατικούς ἐπαίτας, καί μετέβαινεν ὅπου ἠκούετο κανείς «καραβοτσακισμένος» μέ τήν
 θλιβεράν ἐλπίδα ν' ἀνακαλύψῃ ἐν αὐτῷ τό ἴδιόν της τέκνον, μέ τήν πρόθεσιν νά δώσῃ εἰς αὐ
τόν τά στερήματά της, ὅπως τά εὕρω ἐγώ εἰς τά ξένα ἀπό τάς χεῖρας τῶν ἄλλων. Καί ὅμως,
 ὁσάκις ἐπρόκειτο περί τῆς θετῆς αυτῆς θυγατρός, τά ἐλησμόνει ὅλα ταῦτα καί ἐφοβέριζε τούς
 ἀδελφούς μου, ὅτι ἐλθών ἐγώ ἀπό τά ξένα θά τούς ἐντροπιάσω διά τῆς γενναιότητός μου, καί
 θά προικίσω καί θά ὑπανδρεύσω τήν κόρην της ἐν πομπῇ καί παρατάξει.
— Ἔ; Ἀμ' τί θαρρεῖτε! Ἐμένα τό παιδί μου μέ τό ὑποσχέθηκε! Ἄς ἔχῃ τήν εὐχή μου!
Εὐτυχῶς αἱ κακαί ἐκεῖναι εἰδήσεις δέν ἦσαν ἀληθεῖς. Καί ὅταν, μετά μακράν ἀπουσίαν, ἐπέ

στρεψα εἰς τόν οἶκόν μας, ἤμην εἰς θέσιν νά ἐκπληρώσω τήν ὑπόσχεσίν μου, ὡς πρός τήν 
μητέρα μου κἄν, ἡ ὁποία ἦτο τόσον ὀλιγαρκής.» 
Παρατηρούμε μέσα στο χωρίο που προηγήθηκε όλες της διακυμάνσεις στην ψυχή της Δέσπο
ινας. Φόβος πως το παιδί της έγινε τούρκος ή έχει καταστραφεί οικονομικά, απόγνωση για
την τύχη της ζωής του, ελπίδα, πως ο γιός είναι ζωντανός μετά από ναυάγιο και τέλος παρα
κλητική ικεσία στη θεϊκή χάρη της Παναγίας, -είναι άλλωστε συνήθεια των Ελληνίδων μανά
δων ακόμη και σήμερα να προσεύχονται και να τάζουν στην παναγιά για τα παιδιά τους- πα
ράκληση να βοηθήσει το γιό της , να τον φωτίσει να βρει τον ίσιο δρόμο. Η Δεσποινιώ κλονί
ζεται, φοβάται, βρίσκεται σε απόγνωση για τις περιπέτειες του ξενιτεμένου γιού αλλά έχει υψη
λά αποθέματα απαντοχής και κουράγιου, που τα ανασύρει επιτυχώς για να ισορροπήσει ψυχι
κά. Άλλωστε γνωρίζει πως είναι ο φάρος στη δύσκολη και σκοτεινή ζωή των παιδιών της. 

Ζάβαλη  Μάϊκω  Η μάνα του πολέμου
Ο Στρατής Μυριβήλης (πραγματικό όνομα Ευστράτιος Σταματόπουλος) γεννήθηκε στη Συκα
μιά της Λέσβου, πρωτότοκος γιος του Χαράλαμπου Σταματόπουλου και της Ασπασίας το γέ
νος Γεωργιάδη. Φοίτησε στην Αστική Σχολή Συκαμιάς και στη συνέχεια στο Γυμνάσιο Μυτιλή
νης, από όπου αποφοίτησε το 1910. Το 1912 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γράφτηκε στο
 Πανεπιστήμιο, εργαζόμενος παράλληλα ως συντάκτης σε περιοδικά και εφημερίδες. Τις
 σπουδές του εγκατέλειψε σύντομα για λόγους βιοπορισμού. Κατατάχτηκε εθελοντικά το 1912
 και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους (όπου τραυματίστηκε στο πόδι), στον πρώτο πα
γκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία (ως ανθυπολοχαγός). Μετά την καταστρο
φή της Σμύρνης έφυγε για τη Λέσβο, όπου έζησε ως το τέλος του 1932, οπότε εγκαταστάθηκε
 με την οικογένειά του στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου άρχι
σε να γράφει τη Ζωή εν τάφω, που τοποθετείται στη σειρά των αντιπολεμικών βιβλίων που
πήγασαν από τις οδυνηρές εμπειρίες του Α' παγκοσμίου πολέμου  (1914-1918), ενός πολέ
μου που όχι μονάχα στοίχισε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, αλλά πρόσθεσε
και μια άλλη πικρή εμπειρία, που προερχόταν από τη μακροχρόνια παραμονή των στρατιω
τών στα χαρακώματα της πρώτης γραμμής. Στο β' απόσπασμα (Ζάβαλη μάικω) ο λοχίας Κω
στούλας φιλοξενείται σ' ένα σπίτι χωρικών της περιοχής του Μοναστηρίου.

«…με το φτωχότατο ετούτο γλωσσικό εργαλείο που το 'φκιασα μόνος και μοναχός μου σα Ρο
μπινσόνας, ανακάλυψα σήμερα ένα θησαυρό. Έναν αληθινό θησαυρό της αθώας ανθρώπι
νης ψυχής από κείνους που σε κάμουν να καμαρώνεις γιατ' είσαι άνθρωπος.
Πρόκειται για τη σπιτονοικοκυρά μου την Άντσιω.
Αναφουφουλιάζει και φρεσκάρει κάθε μέρα το στρωμάτσο που μου γέμισε με καλαμποκόφυλ
λα. Μου φέρνει μια χοντρή κούπα γάλα κάθε πρωί κι όλη την ώρα που τη ρουφώ, γέρνει πλάι
 το κεφάλι και με βλέπει σοβαρά και ιλαρά* με τα χέρια ενωμένα στην ποδιά της. Με κανακεύ
ει σαν ένα άρρωστο μωρό. Είναι μια φροντίδα στοχαστική και προνοητική, πολύξερη όσο κι 
απλή στην εκδήλωσή της. Μου την προσφέρει με μιαν ήσυχη και σεμνή αφέλεια, που μολα
ταύτα κάποτες παίρνει μια μορφή επίσημη, σχεδόν τελετουργική. Αυτή η μεγαλόπρεπη μητέ
ρα, με το λευκό και αυστηρό πρόσωπο, με τα γυμνά καθαρά πόδια και το πολύζωστο τριχό
σκοινο στη μέση, είναι μια γυναίκα από άλλη φυλή, και δεν έγιναν ακόμα είκοσι μέρες που
 τη γνώρισα. Ωστόσο προβλέπει μ' ένα θαυμαστόν τρόπο ένα σωρό μικροπράγματα για α
νάγκες και συνήθειές μου που δεν ήταν ποτές δικές της. Τις μυρίζεται με το ένστιχτο που 
μόνο το μητρικό φίλτρο*γυμνάζει μέσα στις γυναίκες. Και τις θεραπεύει με μια σοβαρή καλο
σύνη, τόσο σοβαρή, που ποτές μου δεν τόλμησα να της πω ένα ευχαριστώ. …Δε θα 'κανα άλ
λο παρά να λέω και να ξαναλέω από το πρωί ως το βράδυ «σπολλάτ* γκοσποντίνα*» για 
όλες τις μικρές ευεργεσίες που μου γίνονται κάθε στιγμή μέσα στο σπίτι της. Καταλαβαίνω
 μονάχα πως ξεχειλάει μέσα μου μια θάλασσα ευγνωμοσύνης σιωπηλής και συγκρατημένης. 
Είναι ένα δυνατό μύρο που μαζεύεται αξεθύμαστο στην καρδιά μου, σαν μέσα σε βουλωμένο
 μυρογυάλι.
Λοιπόν αυτό που έμαθα σήμερα είναι πως η Άντσιω έχει δύο γιους στρατιώτες. Είναι στα χα
ρακώματα του Περιστεριού* αυτά τα παιδιά. Μαζί με τους οχτρούς που 'χαμε αντίκρυ μας. Αυ
τός είναι ο θησαυρός που ξεσκάλισα σήμερα μέσα σ' αυτή τη χωριάτικη ψυχή, που 'ναι αγνή
 σαν τ' απάτητο χιόνι.
Τούτοι εδώ μιλάνε μια γλώσσα που την καταλαβαίνουν κι οι Σέρβοι κι οι Βούλγαροι. Τους 
πρώτους τους μισούνε, γιατί τους πιλατεύουν και τους μεταχειρίζουνται για Βουλγάρους. Και
 τους Βουλγάρους τους μισούν, γιατί πήραν τα παιδιά τους στον πόλεμο. Εμάς τους Ρωμιούς
 μάς δέχουνται με κάποια συμπαθητική περιέργεια, μόνο και μόνο γιατί είμαστε οι γνήσιοι
 πνευματικοί υποταχτικοί του Πατρίκ, δηλαδή του Οικουμενικού Πατριάρχη. Η ιδέα του Πα
τριαρχείου απλώνεται ακόμα, τυλιγμένη σε μια μυστικοπάθεια πολύ παράξενη, πάνω σε τού
το τον απλοϊκό χριστιανικόν κόσμο[...]
Έτσι, το πάρσιμο των δυο παλικαριών της στον πόλεμο η Άντσιω το δέχεται σαν ένα βαρύ 
κακό που 'πεσε μέσα στο σπίτι, σαν οργή Θεού.
Υποτάζεται ταπεινά και καρτερικά σ' αυτή την ακαταγώνιστη δυστυχία, με τα χέρια δεμένα 
στην ποδιά της. Και μονάχα προσεύκεται. Κι εμένα, που στάθηκα τόσους μήνες με οπλισμέ
νο χέρι αντίκρυ στα παιδιά της, που μπορεί και να τα σκότωσα μέσα στη φαντασία της, με βλέ
πει το ίδιο σαν ένα ακόμα θύμα της ίδιας θεομηνίας. Η συμπόνεσή της πέφτει πάνω μου καθά
ρια σαν τη βροχή τ' ουρανού. Δίχως βαρυγκόμιση, δίχως πικρή επιφύλαξη, δίχως παράπονο. Είμαι και 'γω στα μάτια της μονάχα ένας «άσκερ»*, ένας «ζάβαλη άσκερ», δυστυχισμένος στρατιώτης. Ωστόσο μπορούσε περίφη
μα μια νύχτα, σε κάποια σύγκρουση περιπόλων που τρακάρουνε στα τυφλά, μπορούσε να τύ
χαινε η καρδιά των παιδιών της αντίκρυ στη λόγχη μου. Κι η λόγχη μου θα 'μπαινε βαθιά, θα
 'μπαινε ψυχρή μέσα στην καρδιά των παιδιών της. Θα 'μπαινε, καημένη Άντσιω, μέσα στη 
δική σου την καρδιά. Μα δεν το βάζει ο νους της να μολέψει με μια τέτοια σκέψη την απλωτή 
χειρονομία της, σαν μου προσφέρνει στη χοντρή χωματένια κούπα με τα κόκκινα και μαβιά
 λουλούδια το φρεσκοαρμεγμένο γάλα της γελάδας. Αυτό που μου τ' αρμέγει τραγουδώντας
 κάτω στο ντάμι* η κόρη της η Γκιβέζω, η γλυκιά αδερφή των δύο άγνωστών μου οχτρών. Και
 σα μου φρεσκάρει το στρωμάτσο για να το κάμει όσο είναι βολετό πιο ξεκουραστικό για το
 πονεμένο κορμί μου, δε συλλογιέται πως μπορεί ο ίδιος εγώ αύριο-μεθαύριο να ξεκοιλιάσω
 τα παιδιά της. Με ρωτάει όμως συχνά για τη μάνα μου:
— Τώρα θα κλαίει;
— Ναι, θα κλαίει.
— Και θα σας απαντέχει;
— Θα μας απαντέχει...
— Ζάβαλη μάικω!
Σωπαίνει, κρατά τη σαγίτα και με κοιτάζει με αγαθά, γαλάζια μάτια. Ύστερα λέει με μονότονη 
φωνή:
— Πρώτα μου τα πήραν οι Σέρβοι. Τα κατέβασαν από το κάρο, τα 'δειραν και μου τα πήρανε.
 Είστε Σέρβοι, φώναζαν, γιατί δεν θέλετε να πολεμήσετε το Βούλγαρο; Κατόπι ήρθαν μαζί με 
τους Γερμανούς οι Βούλγαροι. Είστε Βούλγαροι, φώναζαν. Μπρος, να πολεμήσετε το Σέρβο.
 Και άιντε ξύλο, και άιντε φυλακή.
— Ζάβαλη μάικω!».
 Ο Μυριβήλης μας συγκινεί με-την ανιδιοτελή και ευγενική μορφή της Άντσιως, που με περισ
σή τρυφερότητα και στοργή περιποιείται και φροντίζει το φιλοξενούμενό της, σαν να επρόκει
το για δικό της παιδί. Διακρίνουμε δηλαδή εδώ την πάντοτε αστείρευτη διάθεση της μητέρας
-οποιασδήποτε μητέρας- για προσφορά στο συνάνθρωπο, πόσο μάλλον εάν αυτός είναι και
τραυματίας. Το ψυχικό μεγαλείο της σπιτονοικοκυράς κάνει το λοχία να πιστεύει πως και η
έκφραση ευγνωμοσύνης του προς εκείνην θα τη μείωνε, θα φάνταζε πολύ μικρή σε σχέση με
 την απεραντοσύνη της υποχρέωσης που νιώθει. Καθώς θίγεται και το θέμα  της ψυχικής δηλ.
 αγνότητας των απλών ανθρώπων της υπαίθρου, που η ζωή τους δεν έχει ακόμη μολυνθεί α
πό τη φθοροποιό δύναμη του πολιτισμού, η Άντσιω είναι η απλή μάνα, που σε κάθε πολεμι
κή εποχή σφίγγει τα δόντια και υψώνεται στη σφαίρα της αγίας, όταν συντρέχει τον άγνωστο
στρατιώτη, βλέποντας στο πρόσωπό του το δικό της παιδί..

Η υποταγμένη στο σύζυγο μάνα της Στέλλας Βιολάντη
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (Κων/πολη 9 Δεκεμβρίου 1867 – Αθήνα 14 Ιανουαρίου 1951) ήταν
 Ζακυνθινός μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων.Το έργο
 του «Στέλλα Βιολάντη»χρονολογείται το 1909, το έγραψε δηλαδή σε μια εποχή μετά την ανορ
θωτική προσπάθεια του Χ. Τρικούπη στην πολιτική ζωή (1881 κ.ε) και πριν τους Βαλκανικούς
 πολέμους (1912-13).
Η ιστορία του διηγήματος εκτυλίσσεται στη Ζάκυνθο, όπου η 19χρονη Στέλλα Βιολάντη, κόρη
 του πλούσιου μεγαλέμπορα Παναγή Βιολάντη, γνωρίζει έναν γοητευτικό νέο, τον Χρηστάκη 
Ζαμάνο. Ο Ζαμάνος εργάζεται στο τηλεγραφείο κι έχει συνηθίσει χάρη στο καλό παρουσιαστ
ικό του να κερδίζει εύκολα τη συμπάθεια και τον έρωτα των κοριτσιών του νησιού. Αρχίζει να
διεκδικεί επίμονα την προσοχή της Στέλλας, κάνοντας ό,τι μπορεί για να την πείσει πως αγα
πά μόνο εκείνη και πως αδιαφορεί για όλες τις άλλες. Ένα βράδυ, μάλιστα, της δίνει ένα γράμ
μα με το οποίο της εξομολογείται τον έρωτά του. Η Στέλλα διαβάζοντας το γράμμα ξεγελιέται
και θεωρεί πως ο Χρηστάκης την αγαπά πραγματικά. Απαντά στην επιστολή και φαντασιώ
νεται μέχρι που ο σκληρός πατέρας μαθαίνει τι συμβαίνει, ξυλοφορτώνει και κλειδώνει τη Στέλ
λα στο δωμάτιό της. Ο εύελπις γαμπρός εξαφανίζεται και η κοπέλα πεθαίνει από τη λύπη
της.
 Εντύπωση μας προκαλεί η στάση της μητέρας απέναντι στην κόρη της. Αν μια ανάλογη ιστο
ρία συνέβαινε σήμερα, η μάνα θα παρέμβαινε και ίσως θα έσωζε την κόρη μαλακώνοντας την
 πατρική καρδιά. Αντίθετα, η Μαρία Βιολάντη, η μητέρα της Στέλλας ήλπιζε πως θα έπειθε την
 κόρη της να ζητήσει συγχώρηση από τον πατέρα της, πέφτοντας εν ανάγκη ακόμη και στα
 πόδια του, για να μπορέσουν επιτέλους να συμφιλιωθούν. Κάτι που θα έθετε αφενός τέρμα
 στην τιμωρία της Στέλλας και αφετέρου με την ευκαιρία του δεκαπενταύγουστου θα τερμάτι
ζε τα σχόλια του κόσμου για την παρατεταμένη αδιαθεσία της, αφού θα την έβλεπαν και πάλι
στο γιορτινό τραπέζι. Η Μαρία Βιολάντη επιθυμούσε βέβαια να απαλλάξει την κόρη της από
την οργή του Παναγή, κι από τον καθημερινό ξυλοδαρμό, όχι όμως γιατί θεωρούσε πως η
Στέλλα είχε δίκιο να αποζητάει τον έρωτα ενός άνδρα ταπεινότερης κοινωνικής θέσης. Ως
προς αυτό δεν θα τολμούσε ποτέ να φέρει αντίρρηση στο σύζυγό της, έστω κι αν η ίδια είχε
 διαφορετική άποψη. Άλλωστε, ήξερε καλά πως ήταν παράλογο στο πλαίσιο μιας οικογένειας
 να γίνεται οτιδήποτε χωρίς την έγκριση του πατέρα.
Η δική της πρόθεση ήταν να γλιτώσει την κόρη της από τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλ
θει, ιδίως από τη στιγμή που δεν είχε προκύψει κάποιο σκάνδαλο, κι ήταν εύκολο να αποκατα
σταθεί η τιμή του κοριτσιού της. Το γράμμα που είχε στείλει στο Χρηστάκη το είχαν πάρει πί
σω,  κι εκείνος φοβισμένος από τις απειλές του Παναγή δεν επρόκειτο πια να πει τίποτε σε
κανέναν, οπότε τα πράγματα μπορούσαν να διορθωθούν. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να ξε
καθαρίσει η Στέλλα στον πατέρα της πως παρέμενε υποταγμένη στη θέλησή του. Αν η Στέλλα
 άφηνε τον πατέρα της να της βρει τον κατάλληλο σύζυγο, όπως ήταν άλλωστε το δεδομένο
εκείνης της εποχής, η κατάσταση θα άλλαζε άρδην, κι η Στέλλα θα γλίτωνε από τον εγκλεισμό
 της. Η μητρική, ωστόσο, ανησυχία δεν ήταν για κανένα λόγο ισχυρότερη από τη θέληση του
πατέρα, οπότε αν η Στέλλα επέμενε στην απόφασή της, η μητέρα της δεν υπήρχε περίπτωση
 να την υποστηρίξει. αναγνώριζε στο σύζυγό της την εξουσία που κατείχε κάθε άντρας στις
 τότε πατριαρχικές κοινωνίες. Εκείνος αποφάσιζε για οτιδήποτε αφορούσε τα παιδιά του και
 τη γυναίκα του, όπως και για κάθε άλλο μέλος της οικογένειας που ζούσε στο σπίτι του -στην
 προκειμένη περίπτωση η μεγάλης ηλικίας αδελφή του. Η σαφής αυτή υποταγή στη θέληση
του συζύγου της ενισχυόταν κιόλας από το φόβο που της προκαλούσε η οργή του∙ βρισκό
ταν ωστόσο στο συνηθισμένο για την εποχή πλαίσιο. Καμία γυναίκα δεν μπορούσε να αντιτα
χθεί στις αποφάσεις του συζύγου της, όπως φυσικά και κανένα παιδί. Τα κοινωνικά στερεότυ
πα της εποχής εκείνης (β΄ μισό του 19ου αι. και αρχές του 20ού αι.) δεν επιτρέπουν καμιά ελευ
θερία στις γυναίκες και στερούν από αυτές κάθε δικαίωμα προσωπικής βούλησης και επιλο
γής.
Ο πατέρας ήταν εκείνος που φρόντιζε για την οικονομική στήριξη της οικογένειας, όπως και
 για την προίκα των κοριτσιών, κι άρα ήταν εκείνος που έπαιρνε όλες τις σημαντικές αποφά
σεις. Το ενδεχόμενο, άλλωστε, να παρακούσει ένα από τα παιδιά ή η σύζυγος τις προσταγές
 του πατέρα, σήμαινε γι’ αυτόν και για όλη την οικογένειά του μεγάλη προσβολή. Θα την άφη
νε να υποστεί την οργή του πατέρα της, αφού εκείνος ήταν ο μόνος και αδιαμφισβήτητος κυ
ρίαρχος της οικογένειας. Κάθε θηλυκό μέλος της οικογένειας έπρεπε να δείξει τυφλή υποταγή
 και να ζει υπό τη σκιά του αρσενικού.

Η Μάνα, που αποποιείται το ρόλο της, η Νίνα Αραβαντινού, στο «Τρίτο Στεφάνι» του Κ. 
Ταχτσή
Ποιητής και συγγραφέας της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Το μοναδικό μυθιστόρημά του
 «Το τρίτο στεφάνι», που εκδόθηκε το 1962, σφράγισε την ελληνική λογοτεχνία.
Ο Κώστας Ταχτσής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 8 Οκτωβρίου 1927. Ο πατέρας του Γρη
γόριος και η μητέρα του Έλλη (το γένος Ζάχου), κατάγονταν από την Ανατολική Ρωμυλία. Σε
 ηλικία επτά ετών, μετά τον χωρισμό των γονιών του, έφυγε για την Αθήνα με τη γιαγιά του. 
Το 1960 ξεκίνησε για το γύρο της Ευρώπης με βέσπα. Στις χώρες που επισκέφτηκε έγραψε
 «Το Τρίτο στεφάνι», το οποίο ολοκλήρωσε στην Αυστραλία, κατά τη διάρκεια της δεύτερης
 εκεί παραμονής του και το έστειλε στην Ελλάδα για εκτύπωση. Το έργο απορρίφθηκε ως ακα
τάλληλο και ο Ταχτσής πραγματοποίησε ιδιωτική έκδοσή του στην Αθήνα το 1962. Το μοναδι
κό του μυθιστόρημα γνώρισε πολλές εκδόσεις, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, αγαπήθη
κε και διαβάστηκε πολύ από το αναγνωστικό κοινό, ως ένας πιστός και αληθινός πίνακας της
 νεοελληνικής ζωής.
Ο Ταχτσής στο «Τρίτο Στεφάνι»δεν μιλά άμεσα για τον εαυτό του, αλλά δραματοποιεί το αυτο
βιογραφικό υλικό και πιο συγκεκριμένα τη σχέση του με τη μητέρα του και κυρίως με τη για
γιά του. Τα γεγονότα διαδραματίζονται κυρίως στη διάρκεια του Μεσοπολέμου και της Κατο
χής, με βασικές πρωταγωνίστριες τη Νίνα και την Εκάβη, οι οποίες αποδίδουν πειστικά την
ατμόσφαιρα αυτής της περιόδου, μέσα από την αφήγηση της πολύπαθης ζωής τους. Ο λό
γος είναι για διαλυμένα σπίτια, συζυγικούς καβγάδες και απιστίες, οιδιπόδεια συμπλέγματα,
 πόρνες και θαυματουργές οσίες, απατεώνες κίναιδους, τοξικομανείς. Συναντάμε ακόμα ένα
 άσπονδο, βαθύ μίσος γυναικών, της κόρης για τη μάνα.  Πρωταγωνίστρια και αφηγήτρια εί
ναι ηΝίνα Αραβαντινού, γεννημένη το 1901, η οποία μας συστήνει όλους τους υπόλοιπους
χαρακτήρες του έργου. Η Νίνα, κατά τη Δέσποινα Πατεράκη, είναι ένας πολύ συντηρητικός
 χαρακτήρας, που έχει τις μικροαστικές ανησυχίες μιας ξεπεσμένης αριστοκράτισσας και
που, λόγω των συνθηκών της ζωής, αναγκάζεται να φαίνεται πιο προοδευτική και απελευθε
ρωμένη από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί και τους τρεις γά
μους της. Είναι μια νέα, απλή, αστή γυναίκα του Μεσοπολέμου. Από την εισαγωγή κιόλας
 του έργου προβάλλει μπροστά μας μια ταλαιπωρημένη γυναίκα, για την οποία ακόμα και η
 ίδια η κόρη της, που τη χαρακτηρίζει ως «χαραμοφάγα», «Μέδουσα», «ανθρωπόμορφο τέ
ρας», «κόμισσα», είναι ανεπιθύμητη. Η Νίνα λέει χαρακτηριστικά: «Δε μπορώ, όχι, δε μπορώ
 να την υποφέρω πια!... Τι πληγή είν’ αυτή που μου ‘στειλες θε μου;» Ή σε άλλο σημείο: «Δεν
 παραλείπει ευκαιρία να με συγχύσει και να μου κάνει τη ζωή μαύρη». Είναι πεποίθηση της
 Νίνας ότι η κόρη της δεν θα τη “γηροκομήσει” όπως θα έπρεπε, οπότε έπρεπε να βρει άλλη
εναλλακτική […]» Όπως αναφέρει, τον καιρό που αποφάσισε να παντρευτεί το Θόδωρο, υπο
λόγισε όλα τα υπέρ και τα κατά: «Η Μαρία, είπα με το νου μου, είναι σαν το ναυαγό που πνίγε
ται… Αν κάνω πως πάω κοντά της να τη σώσω, θα με παρασύρει και μένα στον πάτο. Ας σω
θώ εγώ τουλάχιστον […]» Ως γυναίκα -μητέρα παραμένει ανήθικη. Τόσο, γιατί ξέρει ότι φέρε
ται άσχημα στην κόρη της, αλλά κυρίως γιατί η κόρη της δεν είναι καρπός ενός ευτυχισμένου
 γάμου»  Η Νίνα, θα λέγαμε ότι δεν είναι μια στοργική και τρυφερή μάνα. Αποκαλεί συνεχώς
 την κόρη της «αχάριστο πλάσμα»,«βρωμοθήλυκο», «κτήνος», «λάμια», «έκτρωμα της φύ
σης», «μπαστάρδικο του Φώτη», «φαρμακομύτα», «αχάριστη φύτρα του Φώτη».  Η Νίνα αι
σθάνεται εγκλωβισμένη από τη γέννηση της Μαρίας, αν το παιδί δεν υπήρχε η ίδια θα ήταν
ελεύθερη. Δεν έχει κακή ψυχή. Φοβάται τα γεράματα και τη μοναξιά. Μια μοναξιά, που θα εμ
φανίζεται όλο και συχνότερα στη ψυχή κάθε μάνας του 21ου αιώνα.
Η Δίκαιη και Δυναμική μάνα Σιόρα Επιστήμη Τρινκούλαινα του Κ. Θεοτόκη.
Ο Στέφανος-Κωνσταντίνος Θεοτόκης (13 Μαρτίου 1872  1 Ιουλίου 1923) ήταν Έλληνας συγ
γραφέας και μεταφραστής, σημαντικός εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής. Ο Κωνσταντί
νος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα και υπήρξε γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, τα μέ
λη της οποίας ασχολήθηκαν με την πολιτική και τη διπλωματία ήδη από τον 14ο αι.
«Στην Τιμή και το Χρήμα —το πρώτο κατά χρονολογική σειρά μεγάλο διήγημα του Θεοτόκη—
 περιγράφεται ιδιαίτερα το κερκυραϊκό προάστιο, το Μαντούκι, και γενικά η κατάσταση της
Κέρκυρας στην εποχή της πρωθυπουργίας του Γ. Θεοτόκη. Αντίθετος προς το συνονόματό
του, ο συγγραφέας καυτηριάζει σατιρίζοντας τα πολιτικά συστήματα της τότε εποχής, το κυ
ρίαρχο ρουσφετολόι, την πρόοδο του συστηματικού λαθρεμπορίου στις κερκυραϊκές ακτές
και την εξαχρείωση του εκλογέα. Ανάμεσα σε όλη αυτή την κίνηση πλέκεται το τρυφερό και
γεμάτο ποιητική αφέλεια ειδύλλιο της Ρήνης και του Ανδρέα, που η χρηματική ανάγκη το πα
ρακολουθεί για να το χτυπήσει θανάσιμα. Έτσι ο συγγραφέας, αφού μας αποδείξει πόσο
κυρίαρχα, πόσο τυραννικά, το χρήμα επιβάλλεται και στα δυνατότερα και αγνότερα αισθήμα
τά μας, βάζει στο στόμα της Ρήνης τον ύμνο της αγάπης, ανώτερης απ' όλα τ' άλλα συναι
σθήματα, με μια φράση λιτή, χωρίς καμιά παράχορδη, επιδειχτική κραυγή, και που λιτότερη
γίνεται στο στόμα της κοπέλας του λαού: "Με τα τάλαρα δεν αγοράζεις την αγάπη", λέει η
Ρήνη του Αντρέα». 
 Η σιόρα Επιστήμη αναλαμβάνει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία τον ρόλο του άντρα. Αλ
λά δεν της αρέσει το αναγκαστικό του πράγματος, το οφειλόμενο στην αδυναμία του αντρός
 της. Για αυτό και τον προσβάλλει με όλους τους τρόπους μέσα στους τοίχους της οικογενεια
κής εστίας. Εκτός του σπιτιού όμως τα πράγματα αλλάζουν. Αντιμετωπίζοντας τις κοινωνικές
 σχέσεις σαν ένα ρινγκ  με βελούδινα γάντια, γίνεται το τείχος προστασίας της οικογένειας
της  και της τιμής αυτής. Αυτό είναι που την ενδιαφέρει. Η τιμή της οικογένειας με βάση τις κο
ινωνικές νόρμες. Κι αυτές επικαλείται όταν, αρνούμενη να δώσει τα παραπάνω χρήματα στον
 Αντρέα, του λέει πως, αφού εξέθεσε  τη Ρήνη, οφείλει να την παντρευτεί. Το πλάνο της ζωής
 της, είναι η αποκατάσταση όλων των κορών της – πράγμα που την οδηγεί στην άρνηση της
  να ρίξει τα άλλα της παιδιά και να δώσει τα παραπάνω χρήματα που ζητάει ο Αντρέας-  και,
έχοντας συνείδηση του κοινωνικού πλαισίου, γνωρίζει πως τα χρήματα είναι αναγκαία γι' αυ
τό. Έτσι, δε διστάζει να αναμιχθεί (όπως και ο Αντρέας άλλωστε) σε  παράνομες πράξεις. Για
τί οι νόμοι της, απούσας κατά τα άλλα, πολιτείας το μόνο πράγμα που κάνουν είναι να  στέκο
νται εμπόδιο στην πραγμάτωση του σκοπού της. Κι αυτή η απουσία της πολιτείας είναι που
την αναγκάζει στο τέλος να ενδυθεί τον ρόλο του άντρα και της οπλίζει με το μαχαίρι το χέρι
στην ανόητη και άτσαλη προσπάθεια να προασπιστεί αυτοδικώντας την τιμή της οικογένειας. Η δική της δικαιοσύνη θα εμπνεύσει την κόρη της Ρήνη να καταλάβει κι εκείνη ότι η αγάπη δεν αγοράζεται ούτε πουλιέται και να
αφήσει τον Ανδρέα παρόλο που είναι έγκυος στο παιδί του σε εποχές αντίξοες για μια «χαλα
σμένη» γυναίκα. Η σιόρα Επιστήμη δίδαξε- άθελά της- την κόρη της να πιστέψει στο ιδανικό
της αγάπης, να μην το εξευτελίσει, να μην το ξεπουλήσει ακόμη και για την  κοινωνική της
τακτοποίηση.
 .ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Μια μάνα πάντα έχει στην ψυχή της αγάπη για το παιδί της. Όπως είπαμε όμως στην αρχή
της συνάντησής μας, η ίδια αποτελεί ένα πολυπρισματικό πρόσωπο. Οι πλευρές του πρίσμα
τος είναι κάποτε οι  δύσκολες ή οι εύκολες εποχές, οι κοινωνικές συμβάσεις, η μόρφωσή της
, τα στέρεα θεμέλια και τα πρότυπα, που έχει αποκτήσει η ίδια από τη δική της μητέρα, η
προσπάθεια να ισορροπήσει πάνω σε ένα αόρατο σκοινί πολλαπλών ρόλων κι απαιτήσεων.
 Τα πρέπει κάποιες φορές έρχονται σε αντίθεση με τα θέλω της. Τα παιδιά της είναι κάποτε η
 μοναδική ασχολία και διέξοδος κι άλλοτε η μητρότητα είναι απλά μια παράμετρος της ζωής
της. Όπως και να έχει η μάνα είναι το πιο ευπροσάρμοστο ον πάνω στη γη. Κι αν η προσαρ
μοστικότητά της συνοδεύεται από συνειδητή αγάπη, ειλικρινείς προθέσεις και γνώση της ανε
πάρκειας, τότε θα είναι ευτυχής η συνύπαρξη μητέρας και παιδιού.
Άλλωστε, όπως έλεγε και η Φιλουμένα Μαρτουράνο, στο ομώνυμο έργο του Εντουάρντο
 ντε Φίλιππο «Τα παιδιά είναι παιδιά και είναι όλα παιδιά μας….»
Σας Ευχαριστώ!                                                              (5.920 λέξεις).


Η Μάνα στη νεοελληνική λογοτεχνία

ΠΗΓΗ :https://www.timesnews.gr/i-mana-sti-neoelliniki-logotechnia/
Η Μάνα στη νεοελληνική λογοτεχνία
Γεώργιος Ιακωβίδης, Μητρική στοργή. Είναι λάδι σε μουσαμά διαστάσεων 28 Χ 22 εκ.Ανήκει σε ιδιωτική συλλογή Δημοπρατήθηκε από τον Οίκο Sotheby’ s του Λονδίνου στις 23 Νοεμβρίου 1988. 
  • Της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ*
Η μάνα, όπως παρουσιάζεται μέσα στα βιβλία των λογοτεχνών του 20ου αιώνα είναι ένα γήινο πρίσμα, ένας πίνακας ζωγραφικής, πάνω στον οποίο ακουμπά κάθε χρωματισμός, από τον πιο σκούρο και σκοτεινό μέχρι τον πιο απαλό ή διάφανο, μέχρι τον πιο ζωντανό κι εκρηκτικό, ένα καλειδοσκόπιο, που άλλοτε σε αγριεύει με τις σκιές του κι άλλοτε σε νανουρίζει με τα γλυκά μοτίβα του.
Πόση έμπνευση έχει δώσει η φιγούρα της μάνας σε συγγραφείς, ποιητές, τραγουδοποιούς και μουσικούς, σε ζωγράφους και εικαστικούς κάθε λογής!  Διατρέχοντας τον αιώνα που πέρασε και παρακολουθώντας την υψηλή λογοτεχνική παρακαταθήκη, την οποία άξιοι λογοτέχνες μας κληροδότησαν,
Επέλεξα, λοιπόν…
– να δικαιολογήσω τη «φόνισσα» μάνα , από το ομότιτλο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη,
– να εκπλαγώ με τη μεγαλοαστή μάνα της Πηνελόπης Δέλτα, όπως η ίδια τη σκιαγραφεί στη βιογραφία της αλλά και σε κάποια μυθιστορήματά της.
– να λυπηθώ για τη Δεσποινιώ, τη μάνα του ξενιτεμένου Γ. Βιζυηνού αλλά και
– να κλάψω για τη μάνα των πολέμων, έτσι όπως έντεχνα την ονομάζει ο Στρατής Μυριβήλης «Ζάβαλη Μάϊκο».
-να θυμώσω με την άβουλη μάνα της «Στέλλας Βιολάντη» αλλά και
-να αφουγκραστώ το φόβο της μοναξιάς της μάνας της εποχής του εμφυλίου και της δικτατορίας μέσα από το «τρίτο στεφάνι», του Κ. Ταχτσή.
– να χαιρετίσω και να χειροκροτήσω τη δίκαιη μάνα στο έργο του Κ. Θεοτόκη « η τιμή και το χρήμα».
Αφιερώνω τη σημερινή εισήγησή μου στη δική μου μάνα και στη γιαγιά μου-τη διπλή μάνα μου-. Η δεύτερη γεννήθηκε στην αυγή του 20ού αιώνα και μέσα από τις στάνες και τα καμποχώραφα ονειρεύτηκε μια ζωή χωρίς πολέμους και θανατικό ή πείνα για τον κόσμο. Η μάνα μου μετά τα μισά του 20ού αιώνα πάλεψε με τη σκληρή δουλειά της να προσφέρει «καπιταλιστικά» και «πεπαιδευμένα» όνειρα στα παιδιά της. Έτσι έκαναν οι περισσότερες στα χρόνια τους. Τις ευχαριστώ κι ελπίζω να πάρω τη σκυτάλη, στο νέο αιώνα πια και να μεταλαμπαδεύσω στη νέα γενιά αγάπη και σεβασμό για κάθε διαφορετικό άνθρωπο. Να καταφέρω να εμπνεύσω τα παιδιά ώστε να αναπτύξουν γενναία κριτική ματιά απέναντι σε ένα κόσμο, που αλλάζει, που ακουμπά σε άλλες αξίες, πρότυπα και στερεότυπα.
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ
Η «φόνισσα» μάνα.
Η Φόνισσα, από τα καλύτερα έργα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, είναι ένα εκτενές διήγημα (νουβέλα) και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες, στο περιοδικό Παναθήναια το 1903, με υπότιτλο: «Κοινωνικόν μυθιστόρημα».
Κεντρικό πρόσωπο είναι η Χαδούλα ή Φραγκογιαννού. Η Φραγκογιαννού κυριαρχείται από την εγκληματική ιδέα της βρεφοκτονίας και διαπράττει μια σειρά από φόνους μικρών κοριτσιών. Η νουβέλα αυτή του Παπαδιαμάντη είναι γραμμένη στο πνεύμα του ρεαλισμού με έκδηλα όμως στοιχεία νατουραλισμού. Η επιλογή ως ηρωίδας μιας γυναίκας που προχωρά σε αλλεπάλληλες δολοφονίες κοριτσιών με την πεποίθηση πως επιτελεί θεάρεστο έργο, εντάσσει το κείμενο αυτό στα νατουραλιστικά έργα, όπου κυρίαρχα στοιχεία είναι: «η επιλογή ιδιαίτερα προκλητικών θεμάτων από το περιθώριο της κοινωνικής ζωής.
Η Φραγκογιαννού ξενυχτώντας δίπλα στο άρρωστο εγγόνι της θυμάται όλα όσα έχει περάσει απ’ όταν ήταν μικρή κι αισθάνεται μεγάλη πίκρα για τις ταλαιπωρίες και τις κακοτυχίες της ζωής της. Όπως κάθε γυναίκα εκείνης της εποχής, πέρασε όλα της τα χρόνια να υπηρετεί και να φροντίζει τα μέλη της οικογένειάς της, ξεκινώντας στα παιδικά χρόνια της να υπηρετεί τους γονείς της, στη συνέχεια τον άντρα και τα παιδιά της και κατόπιν τα εγγόνια της. Η σκληρή αυτή μοίρα έχει επηρεάσει καταλυτικά όχι μόνο την ψυχοσύνθεσή της αλλά και τις σκέψεις της για τα θηλυκά παιδιά, τα οποία θεωρεί άτυχα και καταδικασμένα να υποφέρουν όπως κι εκείνη. Η Χαδούλα, επιπλέον, μεγάλωσε με μια αυστηρή μητέρα που θεωρούνταν μια από τις στρίγγλες της εποχής της, αποκτώντας έτσι ένα ιδιαιτέρως κακό πρότυπο, το οποίο τελικά ακολούθησε στην προσωπική της ζωή. Άλλωστε, όταν η Χαδούλα παντρεύτηκε οι γονείς της, της έδωσαν ελάχιστη προίκα σε σχέση με την περιουσία που κράτησαν για τα αγόρια της οικογένειας, πιστοποιώντας έτσι την αίσθηση της αδικίας που είχε ήδη αρχίσει να δημιουργείται μέσα της.
Η Φραγκογιαννού θα δημιουργήσει τη δική της οικογένεια έχοντας ως επιβαρυντικούς παράγοντες όχι μόνο τις πικρές εμπειρίες από την ως τότε ζωή της κι από τη στάση των γονιών της απέναντί της, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην τότε ελληνική κοινωνία. Η φτώχια και η ανέχεια που μάστιζαν τις περισσότερες οικογένειες καθιστούσαν την επιβίωση δύσκολη και ιδίως αρνητική για τα θηλυκά παιδιά που αποτελούσαν για τους γονείς μια επιπλέον υποχρέωση, μιας κι έπρεπε να τα προικίσουν προκειμένου να τα αποκαταστήσουν. Η Φραγκογιαννού αντιμετωπίζει πλέον τα θηλυκά παιδιά ως ανεπιθύμητο βάρος που περισσότερο δυσκολεύουν τη ζωή των γονιών τους παρά τους προσφέρουν κάποια βοήθεια ή χαρά.
Ελάλησε το δεύτερον ο πετεινός. Θα είχαν περάσει δύο μετά τα μεσάνυχτα. Ιανουάριος ο μην. Χρόνος η νύκτα. Βορράς εφύσα. Η φωτιά εις την εστίαν έσβηνε. Η Φραγκογιαννού ησθάνθη ρίγος εις την ράχιν, και παγωμένους τους πόδας της. Ήθελε να σηκωθή να φέρη ολίγα ξύλα έξω από τον πρόδομον, διά να τα ρίψη εις την εστίαν, να ξανάψη  το πυρ. Αλλ’ ηργοπόρει· και ησθάνετο μικράν νάρκην, ίσως το πρώτον σύμπτωμα του εισβάλλοντος ύπνου….Δεν έπρεπε τω όντι, αν δεν ήσαν τυφλοί οι άνθρωποι, να βοηθούν την μάστιγα, την διά πτερών Αγγέλων πλήττουσαν, αντί να ζητούν να την εξορκίσουν; Αλλ’ ιδού, τ’ Αγγελούδια δεν μεροληπτούν ούτε χαρίζονται, και παίρνουν αδιακρίτως εις τον Παράδεισον αγόρια και κοράσια. Περισσότερα μάλιστα αγόρια –πόσα χαδευμένα και μοναχογέννητα!– αποθνήσκουν άωρα. Τα κορίτσια είν’ εφτάψυχα, εφρόνει η γραία. Δυσκόλως αρρωστούν και σπανίως αποθνήσκουν. Δεν έπρεπεν ημείς ως καλοί χριστιανοί, να βοηθώμεν το έργον των Αγγέλων; Ω, πόσα αγόρια, και αρχοντόπουλα μάλιστα, αρπάζονται άωρα. Ακόμη και τ’ αρχοντοκόριτσα ευκολώτερον αποθνήσκουν –αν και τόσον σπάνια μεταξύ του φύλου– παρ’ όσον τα απειράριθμα θηλυκά της φτωχολογιάς. Τα κορίτσια της τάξεως ταύτης είναι τα μόνα εφτάψυχα! Φαίνονται ως να πληθύνωνται επίτηδες, διά να κολάζουν τους γονείς των, απ’ αυτόν τον κόσμον ήδη. Α! όσον το συλλογίζεται κανείς, «ψηλώνει ο νους του»!
Την στιγμήν εκείνην, άρχισε το θυγάτριον να βήχη και να κλαυθμυρίζη. Η γραία αφού είχε συλλογισθή όλα τ’ ανωτέρω, όσον και αν είχεν εξαφθή από τα κύματα των αναμνήσεων, ησθάνθη αίφνης ζάλην, από τον σάλον οιονεί και την ναυτίαν της ζωής της και άρχισε να ναρκώνεται, κ’ ενύσταζεν ακρατήτως.
Το μικρόν κοράσιον έβηχε κ’ έκλαιε κ’ εθορύβει «ως να ήτον μεγάλος άνθρωπος». Η μάμμη του εσκίρτησεν, εστράφη, κ’ έχανε πάλιν τον ύπνον της. Η λεχώνα εκοιμάτο βαθέως, και ούτε ήκουσε τον βήχα και τα κλαύματα. Η γραία ήνοιξε βλοσυρά όμματα, κ’ έκαμε χειρονομίαν ανυπομονησίας και απειλής.
— Ε! θα σκάσης; είπε.
Της Φραγκογιαννούς άρχισε πράγματι «να ψηλώνη ο νους της». Είχε «παραλογίσει» επί τέλους. Επόμενον ήτο, διότι είχεν εξαρθή εις ανώτερα ζητήματα. Έκλινεν επί του λίκνου. Έχωσε τους δύο μακρούς, σκληρούς δακτύλους μέσα εις το στόμα του μικρού, διά να «το σκάση». Ήξευρον ότι δεν ήτο τόσον συνήθεια «να σκάζουν» τα πολύ μικρά παιδία. Αλλ’ είχε «παραλογίσει» πλέον. Δεν ενόει καλά τί έκαμνε, και δεν ωμολόγει εις εαυτήν τι ήθελε να κάμη. Και παρέτεινε το σκάσιμον επί μακρόν· είτα εξάγουσα τους δακτύλους της από το μικρόν του οποίου είχε κοπή η αναπνοή, έδραξεν έξωθεν τον λαιμόν του βρέφους, και τον έσφιγξεν επ’ ολίγα δευτερόλεπτα.
Αυτό ήτο όλον.
Είχε «ψηλώσει» ο νους της!
Εκείνο, δηλαδή, που η Φραγκογιαννού ευχόταν για τον εαυτό της -να μην είχε καν γεννηθεί- αρχίζει να πιστεύει πως αποτελεί την ιδανική διέξοδο για τα φτωχά κορίτσια που συναντά στον περίγυρό της. Η έλλειψη ύπνου, οι αναμνήσεις από τη ζωή της, αλλά και η μίζερη ζωή της κόρης της με τον φτωχό μαραγκό που είχε παντρευτεί, κορυφώνουν σταδιακά την απέχθεια που αισθάνεται η Φραγκογιαννού για την άδικη μοίρα των γυναικών. Ο θάνατος είναι προτιμότερος από μια ζωή δυστυχίας. Η Φραγκογιαννού, επομένως, εκλογικεύει τις αποτρόπαιες πράξεις της, ερμηνεύοντάς τες ως ευεργεσία απέναντι στις φτωχές οικογένειες, καθώς τις απαλλάσσει από τη δυσβάσταχτη υποχρέωση να προικίσουν τα κορίτσια τους. Η ηρωίδα δεν λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι αφαιρεί ανθρώπινες ζωές και πως αυτό αποτελεί μια ανήθικη και εντελώς αντιχριστιανική πράξη, μιας και είναι πεπεισμένη πως η ζωή που περιμένει τα μικρά αυτά κορίτσια θα είναι μαρτυρική.
Έτσι, η φόνισσα παρουσιάζεται ως μια γυναίκα εξαιρετικά σκληρή, χωρίς ευαισθησίες και συναισθηματισμούς. Διακατέχεται από έντονο μισογυνισμό, καθώς σε όλα τα θηλυκά παιδιά βλέπει τη δική της επίπονη πορεία. Για τη Φραγκογιαννού δεν υπάρχει τίποτε το θετικό στη ζωή μιας γυναίκας, γι’ αυτό και θεωρεί προτιμότερο να μη γεννιούνται καν κορίτσια. Γι’ αυτό άλλωστε όταν εκφράζεται θετικά για τα αρσενικά παιδιά, εκφράζει έμμεσα τη σκέψη πως η ζωή της θα ήταν σαφώς καλύτερη αν δεν ήταν γυναίκα. Η φόνισσα είναι επιπλέον κυνική καθώς, χωρίς να λαμβάνει καθόλου υπόψη της τα συναισθήματα των γονιών θεωρεί πως ο θάνατος των κοριτσιών θα αποτελέσει γι’ αυτούς μια μεγάλη ανακούφιση.
‘Όμως, ας μη λησμονούμε ότι πίσω από τη σκληρότητα και την απανθρωπιά της φόνισσας κρύβεται ένας άνθρωπος εξαιρετικά πληγωμένος, που πέρασε μια ζωή γεμάτη βάσανα και πίκρες. Στοιχείο που δεν την αθωώνει βέβαια αλλά μας βοηθά να κατανοήσουμε τη μεγάλη σημασία που έχουν τα βιώματα και οι εμπειρίες του ανθρώπου στην τελική διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Έτσι οι αναγνώστες του έργου παρά τα αδυσώπητα εγκλήματα της γριάς Χαδούλας, συμπονούν στο τέλος τη δύστυχη γυναίκα, κυρίως για το γεγονός ότι γεννήθηκε γυναίκα σε λάθος τόπο, σε λάθος εποχή, γεννήθηκε γυναίκα σε μια εποχή, που αποφάσιζαν άλλοι για την ίδια.
Νικόλαος Γύζης, Μάνα με παιδί
Η αστή κι «ανύπαρκτη» μάνα της Πηνελόπης Δέλτα
Η Πηνελόπη Δέλτα γεννήθηκε το 1874 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου κι ήταν το τρίτο παιδί του Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη. Η οικογένεια Μπενάκη μετακόμισε προσωρινά στην Αθήνα το 1882, όπου η Πηνελόπη παντρεύτηκε αργότερα τον πλούσιο Φαναριώτη έμπορο Στέφανο Δέλτα. Μαζί του απέκτησε τρεις κόρες: τη Σοφία (μετέπειτα Μαυροκορδάτου), τη Βιργινία (μετέπειτα Ζάννα) και την Αλεξάνδρα (μετέπειτα Παπαδοπούλου). Οι «Πρώτες Ενθυμήσεις «είναι ένα κείμενο αυτοβιογραφικό.
Η Πηνελόπη Δέλτα θυμάται αλλά και σχολιάζει τα παιδικά της χρόνια και τη σκληρή ανατροφή της. Ταυτόχρονα καταγράφει την ιστορία των προγόνων της και ορισμένα ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την παιδική της ηλικία. Στις αυτοβιογραφικές Πρώτες Ενθυμήσεις – που καλύπτουν τα δεκαπέντε πρώτα χρόνια της ζωής της Πηνελόπης, κόρης του Εμμανουήλ και της Βιργινίας Χωρέμη Μπενάκη δίνεται η περιγραφή μιας εποχής και μιας ανερχόμενης αστικής οικογένειας στην ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας. Μιας αποκαλύπτεται ακόμη πως τα τραύματα της παιδικής ηλικίας σημάδεψαν τη ζωή και το έργο της Πηνελόπης Δέλτα, και προσδιόρισαν τη στάση της απέναντι στο παιδί και τη διαπαιδαγώγησή του. Σημαντικές ωστόσο είναι και οι καθαρά λογοτεχνικές αρετές στο κείμενο αυτό, όπου η αμεσότητα της αυθόρμητης και ανεπεξέργαστης γραφής υπηρετεί με ζωντάνια, με κέφι, με πίκρα, με αληθινή συγκίνηση και στοχαστική σκέψη το ποικιλόμορφο και πολυδιάστατο αυτό αφήγημα.
Η μητέρα μας, υψηλή και κείνη, έμορφη, με ωραιότατο χρωματισμό, γαλανά μάτια, καστανά μαλλιά, κόκκινα χείλια, ωραίο στάσιμο, αυστηρή και κείνη, στέκονταν μακριά μας, σα θεότης, που τη λατρεύεις χωρίς να προσπαθείς να την πλησιάσεις. Χάδια από κείνην δεν είχαμε, ούτε ποτέ μας εγκαρδίωνε να της πούμε τον καημό μας. Μας μπάτσιζε ο πατέρας κάποτε, αλλά σπανιότερα από τη μητέρα, που ζούσε περισσότερο στο σπίτι και τιμωρούσε συνεπώς συχνότερα και ευκολότερα. Τη φοβούμασταν περισσότερο, γιατί ήταν πιο κοντά, περισσότερο στο σπίτι, πιο έτοιμη να τιμωρήσει από τον πατέρα πού έλειπε όλην την ημέρα. Ήταν και η μητέρα αυστηρή, αυθαίρετη, τυραννική, επιβλητική. Ο λόγος της ήταν νόμος. Υπηρεσία και παιδιά διευθύνουνταν με το ραβδί. Οι μπατσιές και το τράβηγμα του αυτιού ήταν τ’ αμεσότερα μέσα να την υπακούομε με το πρώτο της νόημα. Μάς είχε μάθει και μας, πως ήταν κακό να κοιτάζεις στον καθρέφτη. Μα αν ήταν κακό, γιατί το έκανε ή μαμά; Και αν δεν ήταν κακό, γιατί το έκανε κρυφά;(….)Ήταν αγέρωχη, τυραννική, αμείλικτη συχνά η μητέρα. Όλοι οι Χωρέμηδες ήταν σκληροί και στεγνοί. Και η μητέρα ήταν Χωρέμαινα ως την ψυχή. Όταν νόμιζε πως ένα πράμα ήταν σωστό ή χρήσιμο, τραβούσε το δρόμο της, ίσια κατά το σκοπό της, αδιαφορώντας αν τσαλαπατούσε καρδιές, αγνοώντας πως ρήμαζε ζωές. Ποτέ δεν ομολογούσαμε πως μας πόνεσε ένας μπάτσος ή το τράβηγμα του αυτιού. Σιωπηλοί, ντροπιασμένοι, γυρεύαμε να κρύψομε ο ένας του άλλου το τσούξιμο που μαρτυρούσε το κοκκινισμένο μάγουλο, ή, αν δεν ήταν τρόπος να το κρύψομε, το ρίχναμε στην καυχησιολογία, τάχα «πως δεν πονούσε το χέρι της μαμάς», ενώ πονούσε πολύ, χέρι λεπτό, με όμορφα μακριά δάχτυλα, χέρι δυνατό, που καταπιάνουνταν όλες τις δουλειές και που διεύθυνε τα πάντα και τα έβγαζε όλα πέρα.(….) Θυμούμαι το αίσθημα αυτό, στη στενοχωρεμένη μου παιδική ζωή. Όλο το σπίτι, η ατμόσφαιρα του, η αυστηρότης του, η έλλειψη τρυφερότητος, βάραινε απάνω μου σα βραχνάς. Όταν όμως έμπαινα στο σπουδαστήριο μας, μου φαίνουνταν πως ανέπνεα ατμόσφαιρα ανωτερότητος.
H ανακάλυψη του βιβλίου της Μίτση Πικραμένου, ήταν μια πρωταρχική έκπληξη για μία νέα δημιουργό που εξέδωσε μια ογκώδη εργασία. Η συγγραφέας σε πρώτο πρόσωπο, ως Πηνελόπη Δέλτα, ξεδιπλώνει τη ζωή της. Ανάμεσα στα άλλα, στο αξιόλογο βιβλίο «η κυρία με τα μαύρα» εκδόσεις τετράγωνο αναφέρεται: « Οι γονείς μου ήταν ενωμένοι σα γροθιά. Ήταν αξιοπρόσεκτο ότι προείχε η σχέση τους ως ζευγάρι απέναντι στη σχέση, που είχαν ως γονείς»….κι αλλού.. « ..παντρεύτηκα για να ξεφύγω από τη μητρική και πατρική εποπτεία. ..Η μητέρα με μεγάλωνε με γνώσεις προς αναζήτηση ενός συζύγου της τάξης μας όπως το να εμφανίζομαι σε βαρετές οικογενειακές συγκεντρώσεις».
Η Πηνελόπη Δέλτα είχε επιφανείς γονείς, είχε κοινωνική μόρφωση από τη μητέρα της, είχε πλείστα αγαθά και μια αξιοζήλευτη ελευθερία για μόρφωση, όμως δεν είχε τη μάνα της φίλη και σύμμαχο, όπως θα πρέπει να είναι κάθε μάνα, που γεννά ένα ευαίσθητο, σχεδόν αλαφροΐσκιωτο κορίτσι, που τίποτα άλλο δεν τη συγκινεί στον κόσμο παρά να την αφουγκραστούν, να τη νιώσουν και τελικά να την αγαπήσουν.
Νικηφόρος Λύτρας, Μητέρα με παιδί
Η «Δεσποινιώ», η μάνα του ξενιτεμένου Γιωργή.
O Γεώργιος Βιζυηνός γεννήθηκε το 1849 στη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης. Στο χωριό του χρωστάει και το επώνυμο που του δόθηκε αντί του πραγματικού Μιχαηλίδης. Πολύ νωρίς ορφάνεψε από πατέρα και γνώρισε τον πόνο και τη φτώχια, καθώς η μητέρα του αγωνιζόταν ολομόναχη να μεγαλώσει τα τέσσερα παιδιά της. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε μέσα στη στέρηση, παρέα με φτωχούς βοσκούς και αγρότες της Βιζύης και κοντά στην μητέρα του που την αγαπούσε πολύ και την έκανε ηρωίδα στα περισσότερα έργα του. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε ο Βιζυηνός στο χωριό του, αλλά πολύ νωρίς, για να αντιμετωπίσει τις βιοτικές του ανάγκες, πήγε στην Πόλη κοντά στο ραφτάδικο του θείου του. Στην Πόλη είχε την τύχη να βρει τίμιους και ισχυρούς προστάτες, οι οποίοι τον βοήθησαν να μορφωθεί και να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Η γνωριμία του με τον Μητροπολίτη Κύπρου Σωφρόνιο τον οδήγησε στην απόφαση να μεταβεί στην Κύπρο με σκοπό να γίνει κληρικός. Η ζωή του κληρικού όμως φαίνεται να ήταν κάτι που δεν τον εξέφραζε, γι’ αυτό και εγκατέλειψε την Κύπρο, επανήλθε στην Πόλη και συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή της Χάλκης. Με την οικονομική στήριξη του πλούσιου ομογενή Γεωργίου Ζαρίφη μετέβη στην Αθήνα και γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή. Το 1875, επειδή δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή, εγκαταλείπει την Αθήνα και πηγαίνει στη Γοττίγγη της Γερμανίας για να σπουδάσει φιλοσοφία. Δύο χρόνια αργότερα φοιτά στο πανεπιστήμιο της Λειψίας και γίνεται διδάκτωρ του ίδιου πανεπιστημίου (1881). Σημαντική επίδραση στο λογοτεχνικό έργο του Βιζυηνού έπαιξε η γνωριμία του με το φιλόσοφο και τεχνοκριτικό Πέτρο Βράιλα Αρμένη στο Λονδίνο, ο οποίος τον ώθησε να μελετήσει την επτανησιακή λογοτεχνία, από την οποία επηρεάστηκε βαθιά.
Το πρώτο διήγημα του Βιζυηνού είναι το Το αμάρτημα της μητρός μου που δημοσιεύτηκε στην Εστία το 1883 με τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του Βικέλα. Με το έργο αυτό, που ξεχωρίζει για την ψυχογραφική του διάσταση, ο Βιζυηνός άνοιξε ουσιαστικά το δρόμο της ηθογραφίας. Πρόκειται για την εξιστόρηση ενός οικογενειακού δράματος με κεντρική μορφή τη μητέρα του αφηγητή. Η μητέρα του αφηγητή άθελά της στον ύπνο της καταπλάκωσε τη μικρή κόρη της και το «αμάρτημα» αυτό τη βασανίζει σε όλη της τη ζωή. Με το «αμάρτημα» έχουμε ασχοληθεί σε παλαιότερη εισήγηση. Σήμερα θα εξετάσουμε την ψυχική διακύμανση της μάνας του συγγραφέα- κι εν τέλει κάθε μάνας κάθε εποχής- που αποχωρίζεται το παιδί της  και μάλιστα σε πολύ μικρή ηλικία. Ήδη, φίλες και φίλοι, θα έχετε διαπιστώσει από το σύντομο βιογραφικό σημείωμα του Βιζυηνού, ότι εξαιτίας της ανέχειας αρχικά κι αργότερα για παιδευτικούς λόγους, ο ίδιος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη μητρική αγκαλιά σε ηλικία περίπου 10 ετών. Ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό ηθογράφημα «το αμάρτημα της μητρός μου» γράφει συγκινητικά:
«—  Μή κλαίγῃς μητέρα, τῇ εἶπον ἀναχωρῶν. Ἐγώ πηγαίνω πιά νά κάμω παράδες. Ἔννοια σου! Ἀπό τώρα καί νά πάγῃ θά σέ θρέφω καί σένα καί τό παραπαῖδί σου. Ἀλλά, ἀκούεις; Δέν θέλω πιά νά δουλεύῃς! Δέν ἤξευρον ἀκόμη ὅτι δεκαετές παιδίον ὄχι τήν μητέρα, ἀλλ’ οὐδέ τόν ἑαυτόν του δέν δύναται νά θρέψῃ. Καί δέν ἐφανταζόμην, ὁποῖαι φοβεραί περιπέτειαι μέ περιέμενον καί πόσας πικρίας ἔμελλον ἀκόμη νά ποτίσω τήν μητέρα μου διά τῆς ξενιτείας ἐκείνης, δι’ ἧς ἤλπιζον νά τήν ἀνακουφίσω. Ἐπί πολλά ἔτη ὄχι μόνον βοήθειαν, ἀλλ’ οὐδέ μίαν ἐπιστολήν κατώρθωσα νά τῇ στείλω. Ἐπί πολλά ἔτη παρεμόνευεν εἰς τούς δρόμους, ἐρωτῶσα τούς διαβάτας μή μέ εἶδον πουθενά.
Πότε τῇ ἔλεγον, ὅτι ἐδυστύχησα ἐν Κωνσταντινουπόλει καί ἐτούρκευσα.
—  Νά φᾶνε τή γλῶσσά τους πού τὤβγαλαν! — ἀπεκρίνετο ἡ μήτηρ μου. Αὐτός πού λένε, δέν μπορεῖ νά ἦτον τό παιδί μου! — Ἀλλά μετ’ ὀλίγον ἐκλείετο περίτρομος εἰς τό εἰκονοστάσιόν μας, καί προσηύχετο δακρυρροοῦσα πρός τόν Θεόν, διά νά μέ φωτίσῃ νά ἐπανέλθω εἰς τήν πίστιν τῶν πατέρων μου.
Πότε τῇ ἔλεγον, ὅτι ἐναυάγησα εἰς τάς ἀκτάς τῆς Κύπρου, καί ἐπαιτῶ ρακένδυτος εἰς τούς δρόμους.
—  Φωτιά νά τούς κάψῃ, ἀπεκρίνετο ἐκείνη. Τό λέν ἀπό τή ζούλια τους. Τό παιδί μου θενἄκανε κατάστασι καί πά’ στόν Ἅγιο Τάφο. Ἀλλά μετ’ ὀλίγον ἐξήρχετο εἰς τούς δρόμους, ἐξετάζουσα τούς διαβατικούς ἐπαίτας, καί μετέβαινεν ὅπου ἠκούετο κανείς «καραβοτσακισμένος» μέ τήν θλιβεράν ἐλπίδα ν’ ἀνακαλύψῃ ἐν αὐτῷ τό ἴδιόν της τέκνον, μέ τήν πρόθεσιν νά δώσῃ εἰς αὐτόν τά στερήματά της, ὅπως τά εὕρω ἐγώ εἰς τά ξένα ἀπό τάς χεῖρας τῶν ἄλλων. Καί ὅμως, ὁσάκις ἐπρόκειτο περί τῆς θετῆς αυτῆς θυγατρός, τά ἐλησμόνει ὅλα ταῦτα καί ἐφοβέριζε τούς ἀδελφούς μου, ὅτι ἐλθών ἐγώ ἀπό τά ξένα θά τούς ἐντροπιάσω διά τῆς γενναιότητός μου, καί θά προικίσω καί θά ὑπανδρεύσω τήν κόρην της ἐν πομπῇ καί παρατάξει.
— Ἔ; Ἀμ’ τί θαρρεῖτε! Ἐμένα τό παιδί μου μέ τό ὑποσχέθηκε! Ἄς ἔχῃ τήν εὐχή μου!
Εὐτυχῶς αἱ κακαί ἐκεῖναι εἰδήσεις δέν ἦσαν ἀληθεῖς. Καί ὅταν, μετά μακράν ἀπουσίαν, ἐπέστρεψα εἰς τόν οἶκόν μας, ἤμην εἰς θέσιν νά ἐκπληρώσω τήν ὑπόσχεσίν μου, ὡς πρός τήν μητέρα μου κἄν, ἡ ὁποία ἦτο τόσον ὀλιγαρκής.»
Παρατηρούμε μέσα στο χωρίο που προηγήθηκε όλες της διακυμάνσεις στην ψυχή της Δέσποινας. Φόβος πως το παιδί της έγινε τούρκος ή έχει καταστραφεί οικονομικά, απόγνωση για την τύχη της ζωής του, ελπίδα, πως ο γιός είναι ζωντανός μετά από ναυάγιο και τέλος παρακλητική ικεσία στη θεϊκή χάρη της Παναγίας, -είναι άλλωστε συνήθεια των Ελληνίδων μανάδων ακόμη και σήμερα να προσεύχονται και να τάζουν στην παναγιά για τα παιδιά τους- παράκληση να βοηθήσει το γιό της , να τον φωτίσει να βρει τον ίσιο δρόμο. Η Δεσποινιώ κλονίζεται, φοβάται, βρίσκεται σε απόγνωση για τις περιπέτειες του ξενιτεμένου γιού αλλά έχει υψηλά αποθέματα απαντοχής και κουράγιου, που τα ανασύρει επιτυχώς για να ισορροπήσει ψυχικά. Άλλωστε γνωρίζει πως είναι ο φάρος στη δύσκολη και σκοτεινή ζωή των παιδιών της.
Ζάβαλη  Μάϊκω  Η μάνα του πολέμου
Ο Στρατής Μυριβήλης (πραγματικό όνομα Ευστράτιος Σταματόπουλος) γεννήθηκε στη Συκαμιά της Λέσβου, πρωτότοκος γιος του Χαράλαμπου Σταματόπουλου και της Ασπασίας το γένος Γεωργιάδη. Φοίτησε στην Αστική Σχολή Συκαμιάς και στη συνέχεια στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης, από όπου αποφοίτησε το 1910. Το 1912 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο, εργαζόμενος παράλληλα ως συντάκτης σε περιοδικά και εφημερίδες. Τις σπουδές του εγκατέλειψε σύντομα για λόγους βιοπορισμού. Κατατάχτηκε εθελοντικά το 1912 και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους (όπου τραυματίστηκε στο πόδι), στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία (ως ανθυπολοχαγός). Μετά την καταστροφή της Σμύρνης έφυγε για τη Λέσβο, όπου έζησε ως το τέλος του 1932, οπότε εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου άρχισε να γράφει τη Ζωή εν τάφω, που τοποθετείται στη σειρά των αντιπολεμικών βιβλίων που πήγασαν από τις οδυνηρές εμπειρίες του Α’ παγκοσμίου πολέμου  (1914-1918), ενός πολέμου που όχι μονάχα στοίχισε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, αλλά πρόσθεσε και μια άλλη πικρή εμπειρία, που προερχόταν από τη μακροχρόνια παραμονή των στρατιωτών στα χαρακώματα της πρώτης γραμμής. Στο β’ απόσπασμα (Ζάβαλη μάικω) ο λοχίας Κωστούλας φιλοξενείται σ’ ένα σπίτι χωρικών της περιοχής του Μοναστηρίου.
«…με το φτωχότατο ετούτο γλωσσικό εργαλείο που το ‘φκιασα μόνος και μοναχός μου σα Ρομπινσόνας, ανακάλυψα σήμερα ένα θησαυρό. Έναν αληθινό θησαυρό της αθώας ανθρώπινης ψυχής από κείνους που σε κάμουν να καμαρώνεις γιατ’ είσαι άνθρωπος.
Πρόκειται για τη σπιτονοικοκυρά μου την Άντσιω.
Αναφουφουλιάζει και φρεσκάρει κάθε μέρα το στρωμάτσο που μου γέμισε με καλαμποκόφυλλα. Μου φέρνει μια χοντρή κούπα γάλα κάθε πρωί κι όλη την ώρα που τη ρουφώ, γέρνει πλάι το κεφάλι και με βλέπει σοβαρά και ιλαρά* με τα χέρια ενωμένα στην ποδιά της. Με κανακεύει σαν ένα άρρωστο μωρό. Είναι μια φροντίδα στοχαστική και προνοητική, πολύξερη όσο κι απλή στην εκδήλωσή της. Μου την προσφέρει με μιαν ήσυχη και σεμνή αφέλεια, που μολαταύτα κάποτες παίρνει μια μορφή επίσημη, σχεδόν τελετουργική. Αυτή η μεγαλόπρεπη μητέρα, με το λευκό και αυστηρό πρόσωπο, με τα γυμνά καθαρά πόδια και το πολύζωστο τριχόσκοινο στη μέση, είναι μια γυναίκα από άλλη φυλή, και δεν έγιναν ακόμα είκοσι μέρες που τη γνώρισα. Ωστόσο προβλέπει μ’ ένα θαυμαστόν τρόπο ένα σωρό μικροπράγματα για ανάγκες και συνήθειές μου που δεν ήταν ποτές δικές της. Τις μυρίζεται με το ένστιχτο που μόνο το μητρικό φίλτρο*γυμνάζει μέσα στις γυναίκες. Και τις θεραπεύει με μια σοβαρή καλοσύνη, τόσο σοβαρή, που ποτές μου δεν τόλμησα να της πω ένα ευχαριστώ. …Δε θα ‘κανα άλλο παρά να λέω και να ξαναλέω από το πρωί ως το βράδυ «σπολλάτ* γκοσποντίνα*» για όλες τις μικρές ευεργεσίες που μου γίνονται κάθε στιγμή μέσα στο σπίτι της. Καταλαβαίνω μονάχα πως ξεχειλάει μέσα μου μια θάλασσα ευγνωμοσύνης σιωπηλής και συγκρατημένης. Είναι ένα δυνατό μύρο που μαζεύεται αξεθύμαστο στην καρδιά μου, σαν μέσα σε βουλωμένο μυρογυάλι.
Λοιπόν αυτό που έμαθα σήμερα είναι πως η Άντσιω έχει δύο γιους στρατιώτες. Είναι στα χαρακώματα του Περιστεριού* αυτά τα παιδιά. Μαζί με τους οχτρούς που ‘χαμε αντίκρυ μας. Αυτός είναι ο θησαυρός που ξεσκάλισα σήμερα μέσα σ’ αυτή τη χωριάτικη ψυχή, που ‘ναι αγνή σαν τ’ απάτητο χιόνι.
Τούτοι εδώ μιλάνε μια γλώσσα που την καταλαβαίνουν κι οι Σέρβοι κι οι Βούλγαροι. Τους πρώτους τους μισούνε, γιατί τους πιλατεύουν και τους μεταχειρίζουνται για Βουλγάρους. Και τους Βουλγάρους τους μισούν, γιατί πήραν τα παιδιά τους στον πόλεμο. Εμάς τους Ρωμιούς μάς δέχουνται με κάποια συμπαθητική περιέργεια, μόνο και μόνο γιατί είμαστε οι γνήσιοι πνευματικοί υποταχτικοί του Πατρίκ, δηλαδή του Οικουμενικού Πατριάρχη. Η ιδέα του Πατριαρχείου απλώνεται ακόμα, τυλιγμένη σε μια μυστικοπάθεια πολύ παράξενη, πάνω σε τούτο τον απλοϊκό χριστιανικόν κόσμο[…]
Έτσι, το πάρσιμο των δυο παλικαριών της στον πόλεμο η Άντσιω το δέχεται σαν ένα βαρύ κακό που ‘πεσε μέσα στο σπίτι, σαν οργή Θεού.
Υποτάζεται ταπεινά και καρτερικά σ’ αυτή την ακαταγώνιστη δυστυχία, με τα χέρια δεμένα στην ποδιά της. Και μονάχα προσεύκεται. Κι εμένα, που στάθηκα τόσους μήνες με οπλισμένο χέρι αντίκρυ στα παιδιά της, που μπορεί και να τα σκότωσα μέσα στη φαντασία της, με βλέπει το ίδιο σαν ένα ακόμα θύμα της ίδιας θεομηνίας. Η συμπόνεσή της πέφτει πάνω μου καθάρια σαν τη βροχή τ’ ουρανού. Δίχως βαρυγκόμιση, δίχως πικρή επιφύλαξη, δίχως παράπονο. Είμαι και ‘γω στα μάτια της μονάχα ένας «άσκερ»*, ένας «ζάβαλη άσκερ», δυστυχισμένος στρατιώτης. Ωστόσο μπορούσε περίφημα μια νύχτα, σε κάποια σύγκρουση περιπόλων που τρακάρουνε στα τυφλά, μπορούσε να τύχαινε η καρδιά των παιδιών της αντίκρυ στη λόγχη μου. Κι η λόγχη μου θα ‘μπαινε βαθιά, θα ‘μπαινε ψυχρή μέσα στην καρδιά των παιδιών της. Θα ‘μπαινε, καημένη Άντσιω, μέσα στη δική σου την καρδιά. Μα δεν το βάζει ο νους της να μολέψει με μια τέτοια σκέψη την απλωτή χειρονομία της, σαν μου προσφέρνει στη χοντρή χωματένια κούπα με τα κόκκινα και μαβιά λουλούδια το φρεσκοαρμεγμένο γάλα της γελάδας. Αυτό που μου τ’ αρμέγει τραγουδώντας κάτω στο ντάμι* η κόρη της η Γκιβέζω, η γλυκιά αδερφή των δύο άγνωστών μου οχτρών. Και σα μου φρεσκάρει το στρωμάτσο για να το κάμει όσο είναι βολετό πιο ξεκουραστικό για το πονεμένο κορμί μου, δε συλλογιέται πως μπορεί ο ίδιος εγώ αύριο-μεθαύριο να ξεκοιλιάσω τα παιδιά της. Με ρωτάει όμως συχνά για τη μάνα μου:
— Τώρα θα κλαίει;
— Ναι, θα κλαίει.
— Και θα σας απαντέχει;
— Θα μας απαντέχει…
— Ζάβαλη μάικω!
Σωπαίνει, κρατά τη σαγίτα και με κοιτάζει με αγαθά, γαλάζια μάτια. Ύστερα λέει με μονότονη φωνή:
— Πρώτα μου τα πήραν οι Σέρβοι. Τα κατέβασαν από το κάρο, τα ‘δειραν και μου τα πήρανε. Είστε Σέρβοι, φώναζαν, γιατί δεν θέλετε να πολεμήσετε το Βούλγαρο; Κατόπι ήρθαν μαζί με τους Γερμανούς οι Βούλγαροι. Είστε Βούλγαροι, φώναζαν. Μπρος, να πολεμήσετε το Σέρβο. Και άιντε ξύλο, και άιντε φυλακή.
— Ζάβαλη μάικω!».
 Ο Μυριβήλης μας συγκινεί με-την ανιδιοτελή και ευγενική μορφή της Άντσιως, που με περισσή τρυφερότητα και στοργή περιποιείται και φροντίζει το φιλοξενούμενό της, σαν να επρόκειτο για δικό της παιδί. Διακρίνουμε δηλαδή εδώ την πάντοτε αστείρευτη διάθεση της μητέρας -οποιασδήποτε μητέρας- για προσφορά στο συνάνθρωπο, πόσο μάλλον εάν αυτός είναι και τραυματίας. Το ψυχικό μεγαλείο της σπιτονοικοκυράς κάνει το λοχία να πιστεύει πως και η έκφραση ευγνωμοσύνης του προς εκείνην θα τη μείωνε, θα φάνταζε πολύ μικρή σε σχέση με την απεραντοσύνη της υποχρέωσης που νιώθει. Καθώς θίγεται και το θέμα  της ψυχικής δηλ. αγνότητας των απλών ανθρώπων της υπαίθρου, που η ζωή τους δεν έχει ακόμη μολυνθεί από τη φθοροποιό δύναμη του πολιτισμού, η Άντσιω είναι η απλή μάνα, που σε κάθε πολεμική εποχή σφίγγει τα δόντια και υψώνεται στη σφαίρα της αγίας, όταν συντρέχει τον άγνωστο στρατιώτη, βλέποντας στο πρόσωπό του το δικό της παιδί..
Η υποταγμένη στο σύζυγο μάνα της Στέλλας Βιολάντη
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (Κων/πολη 9 Δεκεμβρίου 1867 – Αθήνα 14 Ιανουαρίου 1951) ήταν Ζακυνθινός μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων.Το έργο του «Στέλλα Βιολάντη»χρονολογείται το 1909, το έγραψε δηλαδή σε μια εποχή μετά την ανορθωτική προσπάθεια του Χ. Τρικούπη στην πολιτική ζωή (1881 κ.ε) και πριν τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-13).
Η ιστορία του διηγήματος εκτυλίσσεται στη Ζάκυνθο, όπου η 19χρονη Στέλλα Βιολάντη, κόρη του πλούσιου μεγαλέμπορα Παναγή Βιολάντη, γνωρίζει έναν γοητευτικό νέο, τον Χρηστάκη Ζαμάνο. Ο Ζαμάνος εργάζεται στο τηλεγραφείο κι έχει συνηθίσει χάρη στο καλό παρουσιαστικό του να κερδίζει εύκολα τη συμπάθεια και τον έρωτα των κοριτσιών του νησιού. Αρχίζει να διεκδικεί επίμονα την προσοχή της Στέλλας, κάνοντας ό,τι μπορεί για να την πείσει πως αγαπά μόνο εκείνη και πως αδιαφορεί για όλες τις άλλες. Ένα βράδυ, μάλιστα, της δίνει ένα γράμμα με το οποίο της εξομολογείται τον έρωτά του. Η Στέλλα διαβάζοντας το γράμμα ξεγελιέται και θεωρεί πως ο Χρηστάκης την αγαπά πραγματικά. Απαντά στην επιστολή και φαντασιώνεται μέχρι που ο σκληρός πατέρας μαθαίνει τι συμβαίνει, ξυλοφορτώνει και κλειδώνει τη Στέλλα στο δωμάτιό της. Ο εύελπις γαμπρός εξαφανίζεται και η κοπέλα πεθαίνει από τη λύπη της.
Εντύπωση μας προκαλεί η στάση της μητέρας απέναντι στην κόρη της. Αν μια ανάλογη ιστορία συνέβαινε σήμερα, η μάνα θα παρέμβαινε και ίσως θα έσωζε την κόρη μαλακώνοντας την πατρική καρδιά. Αντίθετα, η Μαρία Βιολάντη, η μητέρα της Στέλλας ήλπιζε πως θα έπειθε την κόρη της να ζητήσει συγχώρηση από τον πατέρα της, πέφτοντας εν ανάγκη ακόμη και στα πόδια του, για να μπορέσουν επιτέλους να συμφιλιωθούν. Κάτι που θα έθετε αφενός τέρμα στην τιμωρία της Στέλλας και αφετέρου με την ευκαιρία του δεκαπενταύγουστου θα τερμάτιζε τα σχόλια του κόσμου για την παρατεταμένη αδιαθεσία της, αφού θα την έβλεπαν και πάλι στο γιορτινό τραπέζι. Η Μαρία Βιολάντη επιθυμούσε βέβαια να απαλλάξει την κόρη της από την οργή του Παναγή, κι από τον καθημερινό ξυλοδαρμό, όχι όμως γιατί θεωρούσε πως η Στέλλα είχε δίκιο να αποζητάει τον έρωτα ενός άνδρα ταπεινότερης κοινωνικής θέσης. Ως προς αυτό δεν θα τολμούσε ποτέ να φέρει αντίρρηση στο σύζυγό της, έστω κι αν η ίδια είχε διαφορετική άποψη. Άλλωστε, ήξερε καλά πως ήταν παράλογο στο πλαίσιο μιας οικογένειας να γίνεται οτιδήποτε χωρίς την έγκριση του πατέρα.
Η δική της πρόθεση ήταν να γλιτώσει την κόρη της από τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει, ιδίως από τη στιγμή που δεν είχε προκύψει κάποιο σκάνδαλο, κι ήταν εύκολο να αποκατασταθεί η τιμή του κοριτσιού της. Το γράμμα που είχε στείλει στο Χρηστάκη το είχαν πάρει πίσω,  κι εκείνος φοβισμένος από τις απειλές του Παναγή δεν επρόκειτο πια να πει τίποτε σε κανέναν, οπότε τα πράγματα μπορούσαν να διορθωθούν. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να ξεκαθαρίσει η Στέλλα στον πατέρα της πως παρέμενε υποταγμένη στη θέλησή του. Αν η Στέλλα άφηνε τον πατέρα της να της βρει τον κατάλληλο σύζυγο, όπως ήταν άλλωστε το δεδομένο εκείνης της εποχής, η κατάσταση θα άλλαζε άρδην, κι η Στέλλα θα γλίτωνε από τον εγκλεισμό της. Η μητρική, ωστόσο, ανησυχία δεν ήταν για κανένα λόγο ισχυρότερη από τη θέληση του πατέρα, οπότε αν η Στέλλα επέμενε στην απόφασή της, η μητέρα της δεν υπήρχε περίπτωση να την υποστηρίξει. αναγνώριζε στο σύζυγό της την εξουσία που κατείχε κάθε άντρας στις τότε πατριαρχικές κοινωνίες. Εκείνος αποφάσιζε για οτιδήποτε αφορούσε τα παιδιά του και τη γυναίκα του, όπως και για κάθε άλλο μέλος της οικογένειας που ζούσε στο σπίτι του -στην προκειμένη περίπτωση η μεγάλης ηλικίας αδελφή του. Η σαφής αυτή υποταγή στη θέληση του συζύγου της ενισχυόταν κιόλας από το φόβο που της προκαλούσε η οργή του∙ βρισκόταν ωστόσο στο συνηθισμένο για την εποχή πλαίσιο. Καμία γυναίκα δεν μπορούσε να αντιταχθεί στις αποφάσεις του συζύγου της, όπως φυσικά και κανένα παιδί. Τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής εκείνης (β΄ μισό του 19ου αι. και αρχές του 20ού αι.) δεν επιτρέπουν καμιά ελευθερία στις γυναίκες και στερούν από αυτές κάθε δικαίωμα προσωπικής βούλησης και επιλογής.
Ο πατέρας ήταν εκείνος που φρόντιζε για την οικονομική στήριξη της οικογένειας, όπως και για την προίκα των κοριτσιών, κι άρα ήταν εκείνος που έπαιρνε όλες τις σημαντικές αποφάσεις. Το ενδεχόμενο, άλλωστε, να παρακούσει ένα από τα παιδιά ή η σύζυγος τις προσταγές του πατέρα, σήμαινε γι’ αυτόν και για όλη την οικογένειά του μεγάλη προσβολή. Θα την άφηνε να υποστεί την οργή του πατέρα της, αφού εκείνος ήταν ο μόνος και αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της οικογένειας. Κάθε θηλυκό μέλος της οικογένειας έπρεπε να δείξει τυφλή υποταγή και να ζει υπό τη σκιά του αρσενικού.
Η Μάνα, που αποποιείται το ρόλο της, η Νίνα Αραβαντινού, στο «Τρίτο Στεφάνι» του Κ. Ταχτσή
Ποιητής και συγγραφέας της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Το μοναδικό μυθιστόρημά του «Το τρίτο στεφάνι», που εκδόθηκε το 1962, σφράγισε την ελληνική λογοτεχνία.
Ο Κώστας Ταχτσής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 8 Οκτωβρίου 1927. Ο πατέρας του Γρηγόριος και η μητέρα του Έλλη (το γένος Ζάχου), κατάγονταν από την Ανατολική Ρωμυλία. Σε ηλικία επτά ετών, μετά τον χωρισμό των γονιών του, έφυγε για την Αθήνα με τη γιαγιά του. Το 1960 ξεκίνησε για το γύρο της Ευρώπης με βέσπα. Στις χώρες που επισκέφτηκε έγραψε «Το Τρίτο στεφάνι», το οποίο ολοκλήρωσε στην Αυστραλία, κατά τη διάρκεια της δεύτερης εκεί παραμονής του και το έστειλε στην Ελλάδα για εκτύπωση. Το έργο απορρίφθηκε ως ακατάλληλο και ο Ταχτσής πραγματοποίησε ιδιωτική έκδοσή του στην Αθήνα το 1962. Το μοναδικό του μυθιστόρημα γνώρισε πολλές εκδόσεις, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, αγαπήθηκε και διαβάστηκε πολύ από το αναγνωστικό κοινό, ως ένας πιστός και αληθινός πίνακας της νεοελληνικής ζωής.
Ο Ταχτσής στο «Τρίτο Στεφάνι» δεν μιλά άμεσα για τον εαυτό του, αλλά δραματοποιεί το αυτοβιογραφικό υλικό και πιο συγκεκριμένα τη σχέση του με τη μητέρα του και κυρίως με τη γιαγιά του. Τα γεγονότα διαδραματίζονται κυρίως στη διάρκεια του Μεσοπολέμου και της Κατοχής, με βασικές πρωταγωνίστριες τη Νίνα και την Εκάβη, οι οποίες αποδίδουν πειστικά την ατμόσφαιρα αυτής της περιόδου, μέσα από την αφήγηση της πολύπαθης ζωής τους. Ο λόγος είναι για διαλυμένα σπίτια, συζυγικούς καβγάδες και απιστίες, οιδιπόδεια συμπλέγματα, πόρνες και θαυματουργές οσίες, απατεώνες κίναιδους, τοξικομανείς. Συναντάμε ακόμα ένα άσπονδο, βαθύ μίσος γυναικών, της κόρης για τη μάνα.  Πρωταγωνίστρια και αφηγήτρια είναι η Νίνα Αραβαντινού, γεννημένη το 1901, η οποία μας συστήνει όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες του έργου. Η Νίνα, κατά τη Δέσποινα Πατεράκη, είναι ένας πολύ συντηρητικός χαρακτήρας, που έχει τις μικροαστικές ανησυχίες μιας ξεπεσμένης αριστοκράτισσας και που, λόγω των συνθηκών της ζωής, αναγκάζεται να φαίνεται πιο προοδευτική και απελευθερωμένη από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί και τους τρεις γάμους της. Είναι μια νέα, απλή, αστή γυναίκα του Μεσοπολέμου. Από την εισαγωγή κιόλας του έργου προβάλλει μπροστά μας μια ταλαιπωρημένη γυναίκα, για την οποία ακόμα και η ίδια η κόρη της, που τη χαρακτηρίζει ως «χαραμοφάγα», «Μέδουσα», «ανθρωπόμορφο τέρας», «κόμισσα», είναι ανεπιθύμητη. Η Νίνα λέει χαρακτηριστικά: «Δε μπορώ, όχι, δε μπορώ να την υποφέρω πια!… Τι πληγή είν’ αυτή που μου ‘στειλες θε μου;» Ή σε άλλο σημείο: «Δεν παραλείπει ευκαιρία να με συγχύσει και να μου κάνει τη ζωή μαύρη». Είναι πεποίθηση της Νίνας ότι η κόρη της δεν θα τη “γηροκομήσει” όπως θα έπρεπε, οπότε έπρεπε να βρει άλλη εναλλακτική […]» Όπως αναφέρει, τον καιρό που αποφάσισε να παντρευτεί το Θόδωρο, υπολόγισε όλα τα υπέρ και τα κατά: «Η Μαρία, είπα με το νου μου, είναι σαν το ναυαγό που πνίγεται… Αν κάνω πως πάω κοντά της να τη σώσω, θα με παρασύρει και μένα στον πάτο. Ας σωθώ εγώ τουλάχιστον […]» Ως γυναίκα -μητέρα παραμένει ανήθικη. Τόσο, γιατί ξέρει ότι φέρεται άσχημα στην κόρη της, αλλά κυρίως γιατί η κόρη της δεν είναι καρπός ενός ευτυχισμένου γάμου»  Η Νίνα, θα λέγαμε ότι δεν είναι μια στοργική και τρυφερή μάνα. Αποκαλεί συνεχώς την κόρη της «αχάριστο πλάσμα»,«βρωμοθήλυκο», «κτήνος», «λάμια», «έκτρωμα της φύσης», «μπαστάρδικο του Φώτη», «φαρμακομύτα», «αχάριστη φύτρα του Φώτη».  Η Νίνα αισθάνεται εγκλωβισμένη από τη γέννηση της Μαρίας, αν το παιδί δεν υπήρχε η ίδια θα ήταν ελεύθερη. Δεν έχει κακή ψυχή. Φοβάται τα γεράματα και τη μοναξιά. Μια μοναξιά, που θα εμφανίζεται όλο και συχνότερα στη ψυχή κάθε μάνας του 21ου αιώνα.
Η Δίκαιη και Δυναμική μάνα Σιόρα Επιστήμη Τρινκούλαινα του Κ. Θεοτόκη.
Ο Στέφανος-Κωνσταντίνος Θεοτόκης (13 Μαρτίου 1872 – 1 Ιουλίου 1923) ήταν Έλληνας συγγραφέας και μεταφραστής, σημαντικός εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής. Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα και υπήρξε γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, τα μέλη της οποίας ασχολήθηκαν με την πολιτική και τη διπλωματία ήδη από τον 14ο αι.
«Στην Τιμή και το Χρήμα —το πρώτο κατά χρονολογική σειρά μεγάλο διήγημα του Θεοτόκη— περιγράφεται ιδιαίτερα το κερκυραϊκό προάστιο, το Μαντούκι, και γενικά η κατάσταση της Κέρκυρας στην εποχή της πρωθυπουργίας του Γ. Θεοτόκη. Αντίθετος προς το συνονόματό του, ο συγγραφέας καυτηριάζει σατιρίζοντας τα πολιτικά συστήματα της τότε εποχής, το κυρίαρχο ρουσφετολόι, την πρόοδο του συστηματικού λαθρεμπορίου στις κερκυραϊκές ακτές και την εξαχρείωση του εκλογέα. Ανάμεσα σε όλη αυτή την κίνηση πλέκεται το τρυφερό και γεμάτο ποιητική αφέλεια ειδύλλιο της Ρήνης και του Ανδρέα, που η χρηματική ανάγκη το παρακολουθεί για να το χτυπήσει θανάσιμα. Έτσι ο συγγραφέας, αφού μας αποδείξει πόσο κυρίαρχα, πόσο τυραννικά, το χρήμα επιβάλλεται και στα δυνατότερα και αγνότερα αισθήματά μας, βάζει στο στόμα της Ρήνης τον ύμνο της αγάπης, ανώτερης απ’ όλα τ’ άλλα συναισθήματα, με μια φράση λιτή, χωρίς καμιά παράχορδη, επιδειχτική κραυγή, και που λιτότερη γίνεται στο στόμα της κοπέλας του λαού: «Με τα τάλαρα δεν αγοράζεις την αγάπη», λέει η Ρήνη του Αντρέα».
Η σιόρα Επιστήμη αναλαμβάνει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία τον ρόλο του άντρα. Αλλά δεν της αρέσει το αναγκαστικό του πράγματος, το οφειλόμενο στην αδυναμία του αντρός της. Για αυτό και τον προσβάλλει με όλους τους τρόπους μέσα στους τοίχους της οικογενειακής εστίας. Εκτός του σπιτιού όμως τα πράγματα αλλάζουν. Αντιμετωπίζοντας τις κοινωνικές σχέσεις σαν ένα ρινγκ  με βελούδινα γάντια, γίνεται το τείχος προστασίας της οικογένειας της  και της τιμής αυτής. Αυτό είναι που την ενδιαφέρει. Η τιμή της οικογένειας με βάση τις κοινωνικές νόρμες. Κι αυτές επικαλείται όταν, αρνούμενη να δώσει τα παραπάνω χρήματα στον Αντρέα, του λέει πως, αφού εξέθεσε  τη Ρήνη, οφείλει να την παντρευτεί. Το πλάνο της ζωής της, είναι η αποκατάσταση όλων των κορών της – πράγμα που την οδηγεί στην άρνηση της  να ρίξει τα άλλα της παιδιά και να δώσει τα παραπάνω χρήματα που ζητάει ο Αντρέας-  και, έχοντας συνείδηση του κοινωνικού πλαισίου, γνωρίζει πως τα χρήματα είναι αναγκαία γι’ αυτό. Έτσι, δε διστάζει να αναμιχθεί (όπως και ο Αντρέας άλλωστε) σε  παράνομες πράξεις. Γιατί οι νόμοι της, απούσας κατά τα άλλα, πολιτείας το μόνο πράγμα που κάνουν είναι να  στέκονται εμπόδιο στην πραγμάτωση του σκοπού της. Κι αυτή η απουσία της πολιτείας είναι που την αναγκάζει στο τέλος να ενδυθεί τον ρόλο του άντρα και της οπλίζει με το μαχαίρι το χέρι στην ανόητη και άτσαλη προσπάθεια να προασπιστεί αυτοδικώντας την τιμή της οικογένειας. Η δική της δικαιοσύνη θα εμπνεύσει την κόρη της Ρήνη να καταλάβει κι εκείνη ότι η αγάπη δεν αγοράζεται ούτε πουλιέται και να αφήσει τον Ανδρέα παρόλο που είναι έγκυος στο παιδί του σε εποχές αντίξοες για μια «χαλασμένη» γυναίκα. Η σιόρα Επιστήμη δίδαξε- άθελά της- την κόρη της να πιστέψει στο ιδανικό της αγάπης, να μην το εξευτελίσει, να μην το ξεπουλήσει ακόμη και για την  κοινωνική της τακτοποίηση.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Μια μάνα πάντα έχει στην ψυχή της αγάπη για το παιδί της. Όπως είπαμε όμως στην αρχή της συνάντησής μας, η ίδια αποτελεί ένα πολυπρισματικό πρόσωπο. Οι πλευρές του πρίσματος είναι κάποτε οι  δύσκολες ή οι εύκολες εποχές, οι κοινωνικές συμβάσεις, η μόρφωσή της, τα στέρεα θεμέλια και τα πρότυπα, που έχει αποκτήσει η ίδια από τη δική της μητέρα, η προσπάθεια να ισορροπήσει πάνω σε ένα αόρατο σκοινί πολλαπλών ρόλων κι απαιτήσεων. Τα πρέπει κάποιες φορές έρχονται σε αντίθεση με τα θέλω της. Τα παιδιά της είναι κάποτε η μοναδική ασχολία και διέξοδος κι άλλοτε η μητρότητα είναι απλά μια παράμετρος της ζωής της. Όπως και να έχει η μάνα είναι το πιο ευπροσάρμοστο ον πάνω στη γη. Κι αν η προσαρμοστικότητά της συνοδεύεται από συνειδητή αγάπη, ειλικρινείς προθέσεις και γνώση της ανεπάρκειας, τότε θα είναι ευτυχής η συνύπαρξη μητέρας και παιδιού.
Άλλωστε, όπως έλεγε και η Φιλουμένα Μαρτουράνο, στο ομώνυμο έργο του Εντουάρντο ντε Φίλιππο «Τα παιδιά είναι παιδιά και είναι όλα παιδιά μας….
*Ομιλία στα πλαίσια των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών που εγινε στο Αναγνωστήριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Πατρών της Φιλολόγου και Λογοτέχνιδος Γεωργίας Γκοτσοπούλου με θέμα: «ΜΑΝΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ»

Η μορφή της μητέρας στη λογοτεχνία

  • Δημιουργός: Νικόλαος Κούκης

  • Βαθμίδα εκπαίδευσης - Τάξη: Α' Λυκείου
  • Διδακτικό αντικείμενο: Νεοελληνική Λογοτεχνία
  • Διαθεματικό: Όχι
  • Συνταγμένο σενάριο

Εφαρμογές του σεναρίου

Περίληψη

Το συγκεκριμένο σενάριο έχει σχεδιαστεί για να εφαρμοστεί στο πλαίσιο της διδακτικής ενότητας «Τα φύλα στη λογοτεχνία», στο μάθημα των Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Α΄ Λυκείου (ΦΕΚ Β 1562/27-6-2011, Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθημα της Λογοτεχνίας Α΄ Λυκείου, Αρθρ.6/ σ. 21075). Το θέμα του είναι η ανίχνευση και προσέγγιση από τους μαθητές της μορφής της μάνας/μητέρας σε κάποια λογοτεχνικά έργα.
Διδακτική Ενότητα→ Α Λυκείου
↘ Τα φύλα στη λογοτεχνία
Σκεπτικό-Στόχοι→ Γνώσεις για τον κόσμο
↘ Άνθρωπος-Ενηλικίωση, εφηβεία-Φύλα
↘ Οικογένεια
↘ Άτομο-κοινωνία, στάσεις ζωής
→ Γνώσεις για τη γλώσσα/λογοτεχνία
↘ Τεχνικές/τρόποι γραφής
↘ Αφηγηματολογία
→ Γλώσσα και γραμματισμοί
↘ Ψηφιακοί γραμματισμοί
↘ Τεχνική διάσταση
↘ Λειτουργική διάσταση
↘ Ανάγνωση
↘ Ανάγνωση κατά ομάδες
↘ Σιωπηλή κατ' ιδίαν ανάγνωση
↘ Συζήτηση
↘ Παραγωγή κειμένου
↘ Πολυτροπικό (ψηφιακό) κείμενο
↘ Συνεργατικό κείμενο
↘ Ακρόαση
↘ Πολυτροπικό (ψηφιακό) κείμενο
Χώρος→ Εντός σχολείου
→ Εικονικός χώρος
Χρονική διάρκεια7-12 διδακτικές ώρες
Χρονολογία (από)09/2012
Αξιοποίηση των ΤΠΕ→ Εφαρμογές γραφείου
→ Διαδίκτυο ως μέσο πρακτικής γραμματισμού
→ Πλατφόρμες wiki, blog, κλπ
→ Λεξικά, σώματα κειμένων
→ Εργαστήριο υπολογιστών
→ Κεντρική προβολή/παρουσίαση

Κείμενα

  • Ευαγγέλου, Ανέστης. Μην απορείς, μητέρα.
  • Θεοδώρου, Βικτωρία. Εγκώμιο.
  • Θεοτόκης, Κωνσταντίνος. Η Τιμή και το Χρήμα.
  • Καζαντζάκης, Νίκος. Αναφορά στον Γκρέκο.
  • Λυμπεράκη, Μαργαρίτα. Τα ψάθινα καπέλα.
  • Μπακ, Περλ. Η μάνα.
  • Ξενόπουλος, Γρηγόριος. Στέλλα Βιολάντη.
  • Παπαδιαμάντης, Αλέξανδρος. Η Φόνισσα, Πατέρα στο σπίτι.
  • Σικελιανός, Άγγελος.Της μάνας μου.
  • Σωτηρίου, Διδώ. Ματωμένα Χώματα.
  • Ταχτσής, Κώστας. Τα ρέστα.




ΦΥΛΛΑ  ΕΡΓΑΣΙΑΣ «Κυριακές στη θάλασσα»

ΟΜΑΔΑ 1Η
  1. Ποιο είναι το θέμα του αποσπάσματος;
  2. «Ο πατέρας είναι υπάλληλος… κρυφά η μια από την άλλη».: να δώσετε έναν τίτλο για την ενότητα.
  1. Εντοπίστε δύο διαφορετικούς αφηγηματικούς τρόπους και σχολιάστε τη λειτουργία τους
  1. Ποια σχέση είχαν τα κορίτσια με τον πατέρα τους; Εντοπίστε στο κείμενο τα αντίστοιχα σημεία.
  1. Υποθέστε ότι είστε η μεγαλύτερη αδερφή της αφηγήτριας, η Μαρία. Πώς θα περιγράφατε τις σχέσεις σας  με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας;

ΟΜΑΔΑ 2Η
  1. Ποιο είναι το θέμα του αποσπάσματος;
    2. «Με τον πατέρα πηγαίναμε… δε λέγαν ούτε αυτά»: να  δώσετε έναν τίτλο για την ενότητα.
  1. Εντοπίστε δύο διαφορετικούς αφηγηματικούς τρόπους και σχολιάστε τη λειτουργία τους
  1. Πώς περνούσαν τα τρία κορίτσια τις Κυριακές τους στη θάλασσα;

  1. Ποια ηταν η σχέση της αφηγήτριας ειδικά με την ξαδέλφη της Έλλη;
  1. Αναζητήστε και καταγράψτε 2-3 κοινά ενδιαφέροντα ανάμεσα στα κορίτσια του κειμένου και  τους εφήβους της σύγχρονης εποχής και  2-3 βασικές διαφορές .

ΟΜΑΔΑ 3Η
  1. Ποιο είναι το θέμα του αποσπάσματος;
  2. «Εκείνες οι Κυριακές… μεσολογγίτικες ιστορίες του»: να  δώσετε έναν τίτλο για την ενότητα.
3.Εντοπίστε δύο διαφορετικούς αφηγηματικούς τρόπους και σχολιάστε τη λειτουργία τους
  1. Στο κείμενο κυριαρχούν οι περιγραφές προσώπων. Πώς περιγράφονται τα πρόσωπα;Ο πατέρας
Ο θείος Αγησίλαος
Η Έλλη
Η Ινφάντα
Η Μαρία
  1. Ως αναγνώστης του έργου, ποιο πρόσωπο σας προκαλεί μεγαλύτερη συμπάθεια και γιατί;
  1. Υποθέστε ότι κάνετε έναν διάλογο με την Κατερίνα. Διατυπώστε 5 ερωτήσεις που θα κάνετε στην  Κατερίνα σχετικές με τα ενδιαφέροντά της στον ελεύθερο χρόνο της.





                   ΠΗΓΗ :        http://filologos123.blogspot.com/p/blog-page_4400.html                

ΓΕΝΙΚΟ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ                     

Α. Κατανόηση-πρόσληψη κειμένου

1)    Είδος κειμένου: ποίημα  (παραδοσιακό, νεοτερικό ή σύγχρονο) –
πεζό ( διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα,  άρθρο, θεατρικό έργο,  ημερολόγιο, επιστολή, ομιλία, παραμύθι, αυτοβιογραφία,  διαφημιστικό φυλλάδιο, συνέντευξη, ηλεκτρονικό μήνυμα  κ.λ.π.)
2)    Είδος κειμένου:  διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα (ρεαλιστικό, κοινωνικό, ηθογραφικό) , παραμύθι   
3)    Τόπος
4)    Χρόνος      (συγκεκριμένος   ή  αόριστος) 
5)    Πρόσωπα : πρωταγωνιστής, δευτεραγωνιστής , βουβό πρόσωπο
6)    Αφηγηματικές τεχνικές  ή  εκφραστικοί τρόποι  ή  κειμενικά μέσα: αφήγηση, διάλογος, περιγραφή, μονόλογος, σχόλια
7)    Αφηγητής:  (ποιος είναι; συμμετέχει στα γεγονότα;) ------
 δρων πρόσωπο, ομοδιηγητικός(συμμετέχει), παντογνώστης(γνωρίζει τα πάντα, τι θα συμβεί από την αρχή), ετεροδιηγητικός ( δεν συμμετέχει)
8)    Αφήγηση: πρωτοπρόσωπη, τριτοπρόσωπη
9)     Είδος αφήγησης: πραγματική,  φανταστική          
10)            Εξέλιξη μύθου: αρχή- ξεκίνημα ιστορίας (δέση), μέση-αγωνία (κορύφωση), τέλος(λύση), στοιχεία πλοκής ( πρόσωπο ή γεγονός που δίνει ώθηση ή νέα τροπή στο μύθο, όταν δημιουργείται αδιέξοδο)
11)            Θέμα,  θεματικά κέντρα ----Κύρια(κεντρική) και δευτερεύουσες ιδέες
12)            Χαρακτηρισμός προσώπων
13)            Σχήματα λόγου  ή  καλολογικά στοιχεία  ή  εκφραστικά μέσα    
14)            Γλώσσα:  δημοτική, λόγια ή καθαρεύουσα----επίσημη, προσεγμένη, απλή, οικεία , καθημερινή, απέριττη, παραστατική, πλούσια, εφραστική κ.λ.π.
15)            Ύφος: απλό, λιτό, καθημερινό, ζωντανό, άμεσο, διδακτικό, προτρεπτικό, πυκνό, γλαφυρό, σαρκαστικό, χιουμοριστικό, ευτράπελο, προσωπικό, επικό, μεγαλοπρεπές, ευχάριστο  κ.λ.π.
16)            Μήνυμα  κειμένου (ποιο είναι το δίδαγμα)
17)            Νόημα κειμένου: (ποιο είναι το περιεχόμενο αναλυτικά)
18)            Περίληψη κειμένου: απόδοση του νοήματος με συντομία


Β. Ασκήσεις δημιουργικής γραφής

Ø ιστορία με χρήση συγκεκριμένων λέξεων
Ø ιστορία με αλλαγή τέλους
Ø μουσική επένδυση συνομιλίας ή ποιήματος
Ø δημιουργία  ταινιούλας ή παρουσίασης
Ø δραματοποίηση σκηνών
Ø σχεδιασμός αφίσας, διαφημιστικού  κειμένου
Ø φανταστική ιστορία (π.χ. πώς θα είναι η Αθήνα μετά από 500 χρόνια)


Γενική εργασία

στη Νεοελληνική Λογοτεχνία

Παρουσίαση λογοτεχνικού βιβλίου

             «Δοξανιώ»,
               Μ. Λαμπαδαρίδου-Πόθου

Μέρος Α΄

(γενικά στοιχεία)

v  Συγγραφέας
v  Τίτλος
v  Έκδοση
v  Εκδοτικός οίκος

Μέρος Β΄

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

1.Βιογραφικά στοιχεία- Εργογραφία (με συντομία)
2.Είδος βιβλίου
3.Υπόθεση ( περιληπτικά)
4.Προσδιορισμός τόπου και χρόνου
5.Παρουσίαση ενός κεντρικού προσώπου
6.Παρουσίαση ενός άλλου προσώπου
7.Η σχέση του τίτλου με το κείμενο

Β. ΚΡΙΤΙΚΗ

1.Η γλώσσα και το ύφος ( σχόλια)
2.Αφηγηματικοί τρόποι (παραδείγματα και σχόλια , αν ο συγγραφέας καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη)
3.Τι σας προξένησε μεγαλύτερη εντύπωση στο κείμενο;
4.Μια γενική γνώμη για το βιβλίο

( Η εργασία μπορεί να έχει μορφή:  βιβλίου, ταινιούλας(video),
παρουσίασης(power point),ή σε χαρτόνι –Θα παραδοθεί τέλος Μαρτίου )






1. Κ  α  ι   π  ά  λ  ι   σ  τ  ο  σ  χ  ο  λ  ε  ί  ο

                                    Ζωρζ Σαρή

Θέμα κειμένου:  Η γιορτινή και ανέμελη ατμόσφαιρα της πρώτης μέρας στο  σχολείο μετά την ευχάριστη ανάπαυλα των καλοκαιρινών διακοπών


Σχόλια:βλέπε σχετικά με σχήματα λόγουστον παρακάτω σύνδεσμο Ελληνικός πολιτισμός:http://users.sch.gr/ipap/NEGlossa/sximata-logou-NE.htm

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

«Λιτά χτίστε τα, απλόχερα, 
μεγάλα/ γερά θεμελιωμένα, από 

της χώρας/ ακάθαρτης, πολύβοης, 

αρρωστιάρας/ μακριά μακριά 

τ’ ανήλιαγα σοκάκια/ τα σχολειά χτίστε»

Κωστής Παλαμάς

Τα δεκατέσσερα παιδιά

                              Ν. Βρεττάκος

«...Ἐν ἀρχῇ ἦν ἡ ἀγάπη...» μελωδούσε γιομίζοντας
το γυμνό σου δωμάτιο μια παράξενη άρπα
καθώς σ᾿ έπαιρνε ο ύπνος και το χέρι σου, κρύο,
σαν κλωνί λεμονιάς σε νεκρό, αναπαύονταν
πάνω στο στήθος σου. Κ᾿ έβλεπες
πως άνοιγε τάχα μια πόρτα στον ύπνο σου.
Πως μπαίναν τα δεκατέσσερα παιδιά λυπημένα
και στεκόντουσαν γύρω σου. Τα μάτια τους θύμιζαν
σταγόνες σε τζάμια: «Έλεος! Έλεος! Έλεος!...»Τινάζοντας τη βροχή και το χιόνι από πάνω τους,
τα ζύγιαζες με το βλέμμα σου σα νάθελες να τους κόψεις
την ευτυχία στα μέτρα τους, ενώ η άρπα συνέχιζεν
απαλά μες στον ύπνο σου: «Ό,τι θέλει κανεὶς
μπορεί να φτιάξει με την αγάπη. Ήλιους κι αστέρια,
ροδώνες και κλήματα...» Α
λλά εσύ προτιμούσες
μποτίτσες φοδραρισμένες με μάλλινο,
πουκάμισα κλειστά στο λαιμό-
γιατί φυσάει πολύ στο Καλέντζι.

Έβλεπες πως ράβεις με τα δυό σου χέρια,
έβλεπες πως ζυμώνεις με τα δυό σου χέρια
κι ονειρευόσουν πως μπαίνεις στην τάξη
με δεκατέσσερες φορεσιές,
με δεκατέσσερα χριστόψωμα στην αγκαλιά σου.

Αλλά ξύπναγες το πρωί κι άκουγες που έβρεχε.
Σε δίπλωνε σα μια λύπη τ᾿ αδιάβροχό σου
κι ο δρόμος για το σχολειό γινόταν πιο δύσκολος.
Βάδιζες κ᾿ είχες σκυμμένο το πρόσωπο
σα νάταν κάποιος απάνω σου και να σ᾿ έκρινε
για τ᾿ άδεια σου χέρια. Σα νάφταιγες μάλιστα,
σ᾿ όλη τη διαδρομή σε μπάτσιζε το χιονόνερο.

Έμπαινες στο σχολειό κ᾿ όπως τ᾿ αντίκριζες
μοιραζόταν σε δεκατέσσερα χαμόγελα το πρόσωπό σου.
Θυμόσουν πως η αγκάλη σου ήταν μισὴ
κι ανεβαίνοντας πάνω στην έδρα σου
άνοιγες τη λύπη σου και τα σκέπαζες
όπως ο ουρανός σκεπάζει τη γη.

Ώρα 8 και 20´ ακριβώς.
Το μάθημα αρχίζει κανονικά.
Εσύ πάνω απ᾿ την έδρα κι απ᾿ αντίκρυ σου ο Χριστός,
απαλός και γλυκύς μες στο κάδρο του,
δίνετε τα χέρια πάνω από τα κεφάλια τους
να τους κάμετε μια στέγη από ζεστασιά
γιατί σας ήρθανε και σήμερα μουσκεμένα
κ᾿ η λύπη περπατάει μες στα μάτια τους
όπωςοὁ σπουργίτης πάνω στο φράχτη.

Το καλαμπόκι δεν ψώμωσε το περσινό καλοκαίρι
κι ακούς το ψωμάκι που κλαίει μες στις μπόλιες τους.
Ώρα 10 και 20´. Το μάθημα συνεχίζεται.
Οι σπουργίτες σου χτυπούν τα φτερά τους.
Το μολύβι πεθαίνει ανάμεσα στα κοκκαλιασμένα τους δάχτυλα.
  Η καρδιά σου είναι τώρα μια στάμνα σπασμένη.
Τα λόγια σου βγαίνουν αργά σα μια βρύση που στέρεψε:
«Ο μέγας Αλέξανδρος... Ο μέγας Αλέξανδρος...Ο μέγας Αλέξανδρος...».
Τα δάχτυλά σου είναι πέντε. Τα μέτρησες δέκα φορές.
Τα δάχτυλά σου είναι πέντε. Μετράς το ένα χέρι σου
-τ᾿ άλλο σου βρίσκεται τυλιγμένο σε συννεφιά-
τα δάχτυλά σου είναι πέντε. Σηκώνεις το πρόσωπο,
κοιτάζεις τη στέγη, κάνεις πως σκέφτεσαι
σκύβεις πάλι στην έδρα, ξεφυλλίζεις τον Αίσωπο,
κατεβαίνεις και γράφεις στο μαυροπίνακα,
κοιτάζεις τον ουρανό απ᾿ το παράθυρο,
γυρίζεις το κεφάλι σου αλλού,
δε μπορείς άλλο παρά να κλάψεις.
Παίρνεις το μαθητολόγιο στα χέρια σου,
κάτι ψάχνεις να βρεις, το σηκώνεις διαβάζοντας
και σκεπάζεις το πρόσωπό σου.

Τα σύννεφα έχουν μπει μες στην τάξη.
Αντίκρυ σου κι ο Χριστὸς παραδέρνει σ᾿ αμηχανία.
Θαρρείς και σηκώνει στ᾿ αλήθεια τα χέρια του
ενωμένα στο φως που πέφτει από πάνω του.
Νιώθει στενόχωρα όπως τα μεσάνυχτα στη Γεθσημανή
και δεν είμαι εκεί να σου χτυπήσω τον ώμο
και δεν είμαι εκεί να σου ειπώ: Δός του θάρρος,
βοήθησέ τον να βγει απ᾿ τη δύσκολη θέση,
κατέβαινε, διάσχισε την αίθουσα γρήγορα,
μην τον αφήνεις εκτεθειμένο στα βλέμματα των παιδών,
δος του ένα βιβλίο να κάνει πως συλλαβίζει,
δος του ένα βιβλίο να κρύψει τα μάτια του.




2. Ξ υ π ν ά μ ε    κ α ι   η   θ ά λ α σ σ α    ξ υ π ν ά   μ α ζ ί   μ α ς

                                                                                 Γ. Σαραντάρης



ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Ο ποιητής, άνθρωπος ευαίσθητος, λεπτός και αισθαντικός, είναι εκπρόσωπος της νεωτερικής ποίησης και αυτοσυστηνόταν ως «ποιητής- φιλόσοφος». Με αφορμή το πρωινό ξύπνημα συνθέτει μια λυρική παράσταση αφύπνισης της ίδιας της ζωής.

Ερωτήσεις κατανόησης

1.     Τι χαρίζει  η φύση με τη μορφή της θάλασσας στον άνθρωπο και σε τι τον παρακινεί;
2.     Τι αισθάνεται ο άνθρωπος μακριά από την πόλη  και σε τι μεταμορφώνεται;
3.     Ποιες ιδιότητες έχει ο ήλιος και τι συμβολίζει;

Θέμα:  Η φύση αναγεννά τον άνθρωπο και του χαρίζει αισιοδοξία και διάθεση για ζωή 

Ενότητες

1η  Ξυπνάμε.... κύματα:  Πρωινό ξύπνημα δίπλα στη θάλασσα
2η  «Στην καρδιά μας... τ’ ουρανού» :  Απαλλαγή από το φορτίο της πόλης
3η  «Ο ήλιος.... να τη χωρέσει» - Ο ανανεωμένος άνθρωπος  βλέπει τον  κόσμο με άλλο μάτι

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ  --- ΙΔΕΕΣ

Ø χαρούμενη διάθεση, αισιοδοξία, κέφι για ζωή και όρεξη για δημιουργική δραστηριότητα
Ø o άνθρωπος πρέπει να δώσει προτεραιότητα στον εσωτερικό του κόσμο και  να νικήσει κάθε εξωτερική ασχήμια

Γλώσσαδημοτική απλή, επιγραμματική, απέριττη
     Ύφος: συναισθηματικό
      Ελεύθερος στίχος


ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

                              Η  θάλασσα 

                                                      Χόρχες Λουίς Μπόρχες

Θάλασσα. Πρώιμη θάλασσα. Θάλασσα του Οδυσσέα
κι εκείνου του άλλου Οδυσσέα
που ο λαός του Ισλάμ αποκαλούσε
Σεβάχ Θαλασσινό. Η θάλασσα των γκρίζων
κυμάτων του Έρικ του Ερυθρού, ψηλά στην πρύμνη
και του ιππότη που έγραφε ταυτόχρονα
το έπος και την ελεγεία της πατρίδας του
στα τενάγη της Γκόας.
Θάλασσα του Τραφάλγκαρ. Αυτή που ύμνησε,
μες στη μακραίωνη ιστορία της, συχνά η Αγγλία,
η δύσβατη θάλασσα που βάφτηκε σε ένδοξο αίμα
στην καθημερινή πρακτική του πολέμου.
Η ασίγαστη θάλασσα που την ήμερη αυγή
Την αναρίθμητη άμμο αρμενίζει.


                        Α θ ή ν α   -----Η  π ό λ η

          Κείμενα  της νεοτερικής ποίησης. Το πρώτο βασίζεται σε απλές και ξεκάθαρες εικόνες, ενώ το δεύτερο σε μια αλληγορία( η πόλη-φίδι λειτουργεί ως σύμβολο ενός τρόπου ζωής)

                                          3.  Α θ ή ν α

                                                           Ασλάνογλου Ν. 

Θέμα κειμένου: Οι συνθήκες ζωής σε μια απρόσωπη μεγαλούπολη είναι απάνθρωπες

                                     4. Η  π ό λ η

                                                        Τσακνιά Α.

Θέμα κειμένου: Οι εντατικοί ρυθμοί ζωής σε μια πόλη προκαλούν ψυχική υπερένταση


Γλώσσα: λιτή, άμεση ----- Ύφος: απλό, λιτό

                   



                                          3.  Α θ ή ν α

                                                           Ασλάνογλου Ν. 

Θέμα κειμένου: Οι συνθήκες ζωής σε μια απρόσωπη μεγαλούπολη

                                     4. Η  π ό λ η

                                                        Τσακνιά Α.

Θέμα κειμένου: Οι εντατικοί ρυθμοί ζωής σε μια πόλη προκαλούν ψυχική υπερένταση

         Π Α Ρ Α Λ Λ Η Λ Α     Κ Ε Ι Μ Ε Ν Α

                  Τ' αηδόνια και τα λιόδεντρα
                   τα σάρωσαν οι πολυκατοικίες.
                   Στην κορυφή του λόφου ένα πουλάρι
                   κοίταζε αγέρωχα ώρα την Αθήνα 
                   χλιμίντρισε ξαναχλιμίντρισε
                   και τ' άκουσα να λέει «Γιαχού»
                   στυλώνοντας τ' αυτιά του.

                   Έπειτα ελεύθερο μ' ολόρθη ουρά
                    γλάκησε κατά την κατηφόρα.

                                               Γιώργος Σεφέρης
                           Ίππιος Κολωνός, Τετράδιο Γυμνασμάτων



5.     Έ ν α   π α λ ι ό   μ ή ν υ μ α  
                  γ ι α   τ ο  σ ύ γ χ ρ ο ν ο  κ ό σ μ ο 
                                                         Ι ν δ ι ά ν ο ς     Σ ι ά τ λ 






Μετά την κατάκτηση της Αμερικανικής ηπείρου οι λευκοί με εξοντωτικούς διωγμούς εξολόθρευσαν τους ντόπιους πληθυσμούς των ερυθρόδερμων (ιθαγενών πληθυσμών της Αμερικής), από τους οποίους ελάχιστοι έχουν απομείνει σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
        Το κείμενο  έχει τη μορφή ομιλίας-λόγου του Σιάτλ, αρχηγού και εμβληματικής φυσιογνωμίας της φυλής Ντουγιάμι, προς τον κυβερνήτη της Ουάσινγκτον Ισαάκ Στίβενς, εκπρόσωπο του προέδρου των ΗΠΑ Φραγκλίνου Πηρς. Θεωρείται ότι εκφωνήθηκε κατά τη συνάντηση του αρχηγού με τον κυβερνήτη, τον Δεκέμβριο του 1854, με θέμα την εξαγορά εκτάσεων γης των Ντουγιάμι. Είναι γραμμένο σε προσωπικό τόνο και σε αρκετά σημεία υπάρχει έντονη συναισθηματική φόρτιση. 

ΣΤΟΧΟΣ

Η προβολή της αρµονικής σχέσης του ανθρώπου µε τη φύση, από τη σκοπιά µάλιστα κάποιου που παλαιότερα θεωρήθηκε άγριος και απολίτιστος, ενώ σήµερα µας διδάσκει ότι, αν ο δυτικός άνθρωπος αγαπούσε και σεβόταν τη φύση χωρίς να αδιαφορεί γι’αυτή και κυρίως χωρίς να την εκμεταλλεύεται με απληστία, θα είχε αποφευχθεί η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ   ΚΕΝΤΡΑ

Αρµονική σχέση ανθρώπου και φύσης
Σεβασµός του φυσικού περιβάλλοντος
Σύγκρουση των πολιτισµών   
Εμείς και οι Άλλοι(=Ινδιάνοι)–Σεβασμός στην ετερότητα(= διαφορετικότητα) 

ΕΝΟΤΗΤΕΣ

1η: Ο μεγάλος…ιερός: Η γη είναι ιερή, δεν γίνεται αντικείμενο αγοραπωλησίας
2η: Ξέρομε…άνθρωπο: Αρπακτική νοοτροπία λευκών
3η: Ένα ξέρομε…θανάτου: Η φύση κοινό κτήμα όλων, δώρο Δημιουργού
4η: Πουθενά…τίποτα: η αλαζονεία του λευκού καταστρέφει τη φύση
5ηΑν ξέραμε…μοίρα: η φύση είναι το σπίτι μας, χρειάζεται φροντίδα και αγάπη

Γλώσσα: απλή λιτή, ήρεμη ------ Ύφος: γλαφυρό, άμεσο



Θέμα: δεσμός των Ινδιάνων με τη φύση είναι ιερός και αδιάσπαστος

               6. Ο μικρός πρίγκηπας και η αλεπού  

                                        Α. ντε Σαιντ Εξυπερύ

Νουβέλλα: αφήγηση σε πεζό λόγο με έκταση και πλοκή συνθετότερη και μεγαλύτερη του διηγήματος και μικρότερη του μυθιστορήματος



Θέμα βιβλίου: Το συναρπαστικό ταξίδι του εξωγήινου μικρού πρίγκηπα σε άλλους πλανήτες και η επιθυμία του να γνωρίσει τον κόσμο. Συμβολίζει τη διαδρομή του παιδιού μέσα στον κόσμο.

Σύντομη παρουσίαση-Περίληψη: Ο αφηγητής πέφτει με το αεροπλάνο του, που έχει πάθει βλάβη, στην έρημο. Εκεί συναντά ένα ασυνήθιστο παιδί, το Μικρό Πρίγκιπα, γνωρίζονται και γίνονται φίλοι.Ο αφηγητής μαθαίνει πολλά από τον καινούργιο του φίλο,ο οποίος σταδιακά του διηγείται την επίσκεψή του σε άλλους πλανήτες, όπου υπάρχουν άνθρωποι ματαιόδοξοι και κάποιοι πιο ανθρώπινοι. Δεν ξεχνάει ποτέ και με τίποτα τις ερωτήσεις που έχει υποβάλλει, ενώ ο ίδιος αντίθετα, δεν συνηθίζει να απντάει στις ερωτήσεις των άλλων.
Σχόλια:  Ο μικρός πρίγκιπας, αν και θεωρείται παιδικό βιβλίο, απευθύνεται σε όλους, αφού κάνει μερικές βαθυστόχαστες και ιδεαλιστικές παρατηρήσεις σχετικά με τη ζωή και την ανθρώπινη φύση.Η ουσία του βιβλίου περιέχεται στα λόγια της αλεπούς  Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια( ή Είσαι υπεύθυνος πάντοτε για αυτό που έχεις εξημερώσει ή Ο χρόνος που πέρασες με το τριαντάφυλλό σου είναι αυτό που τιο κάνει ξεχωριστό για σένα.








 

Σχόλια: Ο μικρός Πρίγκηπας ανήκει στη λογοτεχνία του φανταστικού. Είναι ένα σύγχρονο παραμύθι, ποιητικό και τρυφερό, που έχει αλληγορικό νόημα. Διδάσκει ότι η φιλία και η αγάπη είναι απαραίτητα συστατικά στοιχεία για τον άνθρωπο και τη ζωή του.

Αγαπήθηκε όσο λίγα βιβλία και έχει πουλήσει περισσότερα από 80.000.000 αντίτυπα σε όλο τον κόσμο.

Ε ν ό τ η τ ε ς

1η: Έτυχε...μεγάλο πρίγκιπα:Η γνωριμία του μικρού πρίγκιπα με τα τριαντάφυλλα
2η: Και, πέφτοντας....ημέρωσέ με: Η συνάντηση του μικρού με τη σοφή αλεπού
3η: Τι πρέπει....ένα μυστικό: Η διαδικασία του ημερώματος, μαι ξεχωριστή εμπειρία
4η: Ο μικρός πρίγκιπας...για να το θυμάται: Η επιστροφή του μικρού στον ανθόκηπο, το πολύτιμο μυστικό της αλεπούς 



                Νοηματικά κέντρα-Ιδέες

  • αγάπη, φιλία, στενοί δεσμοί αφοσίωσης και τρυφερότητας
  • αμοιβαίος σεβασμός, εκτίμηση, συμπάθεια 
  • κοινωνικοποίηση και συναισθηματική ωρίμανση παιδιού

                      

                   Λ έ ξ ε ι ς- σ ύ μ β ο λ α 

πρίγκιπας: παιδί που μεγαλώνει και εντάσσεται στον κόσμο
τριαντάφυλλα: πραγματικοί, καθημερινοί άνθρωποι
αλεπού: ο γέρος, ο σοφός,ο έμπειρος --- συμβολίζει την ενηλικίωση τη σοφία της ζωής
Μήνυμα: τα πράγματα και οι καταστάσεις της ζωής έχουν μια εξωτερική όψη και ένα αθέατο περιεχόμενο. Η ένταξη στον πραγματικό κόσμο και η γνώση της ζωής είναι μια διαδικασία μύησης , δηλαδή σταδιακά ανακαλύπτεις την αλήθεια κάθε πράγματος, κάθε ανθρώπου, όταν καταλάβεις τον εσωτερικό του κόσμο.Αυτό επιτυγχάνεται με το συναισθηματικό δέσιμο. Μπορείς να δεις την ψυχή του άλλου και να συνειδητοποιήσεις την μοναδικότητά του, όταν αποκτήσεις μαζί του σχέσεις αγάπης και φιλίας.


Γλώσσα: δημοτική απλή, κατανοητή, εκφραστική
Ύφος: γλαφυρό, ζωηρό, πυκνό
Αφηγηματικές τεχνικές(εκφραστικοί τρόποι): αφήγηση τριτιπρόσωπη, ζωηρός διάλογος, εσωτερικός μονόλογος 


Ο ΜΙΚΡΟΣ ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ

Στίχοι: Παρασκευάς Καρασούλος
Μουσική: 
Μάριος Φραγκούλης
Πρώτη εκτέλεση: 
Μάριος Φραγκούλης


Αν χωρούσα κι εγώ
στο μικρό σου πλανήτη
αν ζητούσες να 'ρθω
να μην σ' έχει η λύπη

Τον παλιό μου εαυτό
θα τον άφηνα πίσω
τον κρυμμένο ουρανό
της καρδιάς σου να ζήσω

Στο μακρινό σου το αστέρι
να μου κρατάς σφιχτά το χέρι
μικρέ μου πρίγκηπα κοιμήσου
κι εγώ θα μείνω εδώ μαζί σου

Αν ζητούσες να 'ρθω
στο μικρό σου τ' αστέρι
αν μπορούσα να δω
της ψυχής σου τα μέρη

Θα νικούσα το εγώ
που εδώ με κρατάει
έναν κόσμο να βρω
και τους δυο να χωράει

Στο μακρινό σου το αστέρι
να μου κρατάς σφιχτά το χέρι
μικρέ μου πρίγκηπα κοιμήσου
κι εγώ θα μείνω εδώ μαζί σου


Βλέπε σχέδια-ζωγραφιές μικρού πρίγκιπα:

Βλέπε σχόλια και πληροφορίες:  http://mikrosprigkipas-madytos.blogspot.gr/2011/10/blog-post_3198.html




7.    Ε  ρ  η  μ  ω  μ  έ  ν  α       χ  ω  ρ  ι  ά 

                                                        Γιάννης  Ρίτσος 




Θέμα κειμένου: Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού μετά την εισβολή των Γερμανών και η κατάρρευση του μετώπου ----  οι βασανισμένοι στρατιώτες βρίσκουν την ψυχική δύναμη να αρνηθούν την υποταγή και να συνεχίσουν τον αγώνα

Σχόλια: το ποίημα περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή Η τελευταία π.α. εκατονταετία,  όπου το π.α. σημαίνει προ ανθρώπου. Τα ποιήματα της συλλογής γράφτηκαν το καλοκαίρι του 1942

8. Τα πουλιά δέλεαρ του Θεού
                             
                                    Νίκος Καρούζος



Θέμα κειμένου: η λυτρωτική δύναμη της αγάπης

Σχόλια: Τα πουλιά, που ως όρος απουσιάζει από το ποίημα, συμβολίζουν τηνελευθερία, την ψυχή που μπορεί να πετάξει και αποκαλούνται δέλεαρ, δηλαδή σαγηνευτικό κίνητρο, γιατί είναι ο έμμεσος συμβολικός τρόπος με τον οποίο ο Θεός γοητεύει την ψυχή με το όνειρο της φυγής από τα στενά όρια του κόσμου. Μας μιλάει , δηλαδή, για την ψυχή που πετάει προς το Θεό και υπαινίσσεται τους αγγέλους που πετούν ελεύθερα στον ουρανό. 

9. Μ ι α    Κ υ ρ ι α κ ή   σ τ η ν    Κ ν ω σ  ό

                              Νίκος Καζαντζάκης

                                         

Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το έργο του συγγραφέα Αναφορά στο Γκρέκο 
που χαρακτηρίζεται ως μυθιστορηματική αυτοβιογραφία, δηλ. συνδυάζει την αλήθεια
( τα πραγματικά γεγονότα της ζωής του συγγραφέα) με τη φαντασία (τα μυθοπλαστικά στοιχεία του έργου). Ο Γκρέκο (Δομήνικος Θεοτοκόπουλος) είναι ο ζωγράφος της Αναγέννησης, κρητικός στην καταγωγή, μια συμβολική μορφή πνευματικού πατέρα και αγωνιστή, στον οποίο αναφέρεται, δίνει δηλαδή αναφορά, εκθέτει τη ζωή του ο συγγραφέας ∙ δίνει λόγο για όσα έζησε και έπραξε στον κόσμο. Το έργο αποτελεί έναν απολογισμό ζωής. Είναι από τα τελευταία έργα του συγγραφέα ∙ εκδόθηκε μετά το θάνατό του το 1961.

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Στο έργο  του Καζαντζάκη  η Κρήτη παρουσιάζεται  συχνά με  ένα είδος υπερβολής π.χ. «προσκύνημα στην άγια Κρήτη», γίνεται ένα « πρόσωπο » μυθικό, μια αγιότητα, ένα είδος πρωτοφανέρωτης και μοναδικής ιδέας πολιτισμού και τρόπου ζωής. Το απόσπασμα δεν έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά ταξιδιωτικού κειμένου. Οι δυο επισκέπτες δε βλέπουν τόσο το χώρο της Κνωσού, αλλά πιο πολύ αιχμαλωτίζονται και κυριαρχούνται από τις δικές τους σκέψεις και ανησυχίες (εσωστρέφεια).

Ερωτήσεις κατανόησης

1.     Ποια απήχηση είχε στον αφηγητή το απρόσμενο κέρασμα της γριούλας;
2.     Ποιο κοινό στοιχείο συνδέει τους μορφωμένους επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου και τον απαίδευτο φύλακα;
3.     Ποιες φιλοσοφικές ανησυχίες διατυπώνονται για το Θεό και σε ποια σημεία;
4.     Ποια είναι η ανυπέρβλητη ομορφιά της Κνωσού, όπως αποκαλύπτεται από τα λόγια και τις σκέψεις των δύο περιηγητών;
5.     Ποια τα κύρια πρόσωπα και πώς χαρακτηρίζονται;

Θέμα:  Μια περιήγηση του συγγραφέα στον αρχαιολογικό χώρο της  Κνωσού και η επικοινωνία του με έναν καθολικό ιερέα  που επισκέπτεται το χώρο

Ενότητες

1η   Για ν’ αλλαξοστρατίσω…φτάνει! : το περιστατικό με τη γενναιόδωρη γριούλα
2η  ΄Ενας ίσκιος…. Χριστός: η συνάντηση με τον καθολικό ιερέα
3η  Έτρεχε…. παιχνίδι: η φιλόξενη συμπεριφορά του φύλακα
4η  Με πήρε…. άβυσσο: σκέψεις και στοχασμοί για το Θεό
5η  Καθίσαμε… γεια!: το βαθύτερο νόημα του αρχαίου κρητικού πολιτισμού

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ  --- ΙΔΕΕΣ

  •  Σ’  ένα χώρο πανάρχαιου πολιτισμού ο σύγχρονος επισκέπτης οφείλει  ιερή σιωπή
  •  Πίσω απ’ όλα τα θρησκευτικά σύμβολα  κρύβεται το «αμετασάλευτο» πρόσωπο του ενός Θεού
  •  Ο μινωικός πολιτισμός υπερέχει των άλλων
  •   Η μοναδικότητα της Κρήτης ως έκφρασης πολιτισμού συγκριτικά μα τους μεταγενέστερους ελληνικούς πολιτισμούς
  •  Η ανθρωπιά, η αγάπη, η  φιλοξενία του απλού λαού

 Γλώσσα: δημοτική πλούσια, εκφραστική, χειμαρρώδης, ποιητική, με αρκετούς κρητικούς ιδιωματισμούς π.χ. κρέμουνταν, έσμιξε, σκιαχτούν
     Ύφος: γλαφυρό, ζωηρό, φιλοσοφικό
 Αφηγηματικές τεχνικές:  Αφήγηση πρωτοπρόσωπη και γραμμική - ο αφηγητής αυτοδιηγητικός (συγγραφέας = πρωταγωνιστής), διάλογος, περιγραφή, σχόλιο, εσωτερικός μονόλογος ( στους στοχασμούς )

ανατολικοί λαοί-Αυγύπτιοι, Ασσύριοι

κλασσικός πολιτισμός
Μινωικός πολιτισμός


10. Σ τ η ν     ε κ κ λ η σ ί α ----  Κ. Π. Κ α β ά φ η ς


Θέμα κειμένου: Ο υποβλητικός χώρος του χριστιανικού ναού και οι μεγαλοπρεπείς τελετές που πραγματοποιούνται σ' αυτόν, ανακαλούν στη μνήμη του ποιητή την αίγλη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας  
                                             Τείχη
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ' υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ' έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
   
Κεριά
Του μέλλοντος οι μέρες στέκοντ' εμπροστά μας
σα μιά σειρά κεράκια αναμένα -
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Οι περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβησμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λιωμένα, και κυρτά.

Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ' αναμένα μου κεριά.

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

 Πηγή: http://cavafis.compupress.gr/kavgr_23.htm

11.  Τ'   ά σ π ρ ο    ξ ω κ λ ή σ ι   ------  Γ ι ά ν ν η ς     Ρ ί τ σ ο ς

Θέμα κειμένου: Ένα λιτό, λευκό ξωκλήσι περιγράφεται ως αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής φύσης και ως σημείο αναφοράς της λαϊκής θρησκευτικότητας

 Σχόλια:  Το κείμενο ανήκει στη συλλογή  Δεκαοχτώ  λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας που ο ποιητής έγραψε στην εξορία, στη Λέρο, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του 1967. Τα λιανοτράγουδα είναι δημοτικά τραγούδια που αποτελούνται από ένα ή δύο δίστιχα, γραμμένα σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο και διαθέτουν εκφραστική λιτότητα και νοηματική πυκνότητα. Γράφτηκαν κατά παραγγελία του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος τα μελοποίησε, τραγουδήθηκαν από πολλούς καλλιτέχνες και αγαπήθηκαν πολύ.

                                                           Ε  π  ι  τ  ύ  μ  β  ι  ο

 Το παλληκάρι που `πεσε
με ορθή την κεφαλή του
δεν το σκεπάζει η γης ογρή
σκουλήκι δεν τ΄ αγγίζει.

Φτερό στη ράχη του ο σταυρός
 
κι όλο χυμάει τ΄ αψήλου
και σμίγει τους τρανούς αϊτούς
και τους χρυσούς αγγέλους.

Λ  α  ό  ς 

Μικρός λαός και πολεμά
δίχως σπαθιά και βόλια
για όλου του κόσμου το ψωμί
το φως και το τραγούδι

Κάτω απ΄ τη γλώσσα του κρατεί
τους βόγγους και τα ζήτω
κι αν κάνει πως τα τραγουδεί
ραγίζουν τα λιθάρια

Πηγή: www.stixoi.info/stixoi.php?



                                       Θερμοπύλες
                                                     Κ.Π.Καβάφης 

 Θέμα:Ο ποιητής αξιοποιώντας το ιστορικό γεγονός της μάχης των Θερμοπυλών, συνθέτει ένα ποίημα για να εγκωμιάσει με εξιδανικευμένο τρόπο, όσους θέτουν στη ζωή τους «Θερμοπύλες», όσους προσηλώνονται δηλαδή στις επιταγές της ηθικής τους συνείδησης, αψηφώντας το κόστος για τον εαυτό τους.
  
Σχόλια:  Ο Καβάφης αξιοποιώντας το ιστορικό γεγονός της μάχης των Θερμοπυλών, (της μάχης ανάμεσα στους Έλληνες και τον πολυάριθμο στρατό του Ξέρξη Α΄, τον Αύγουστο του 480 π.Χ., κατά την οποία οι Σπαρτιάτες έδειξαν υπέρτατη γενναιότητα με τη θυσία τους), συνθέτει ένα ποίημα για να επαινέσει όσους θέτουν στη ζωή τους «Θερμοπύλες», όσους θέτουν δηλαδή κάποιον σημαντικό για εκείνους σκοπό και τον υπερασπίζονται μέχρι τέλους.
Σχόλια: Το ποίημα γράφτηκε  την περίοδο της ωριμότητας του ποιητή ( 1900-1904 ) και κατατάσσεται στα φιλοσοφικά-διδακτικά ποιήματα, αφού αποτελεί έναν φιλοσοφικό στοχασμό για την ανθρώπινη μοίρα. Παρουσιάζει την τραγικότητα του ανθρώπινου προσώπου, που προβληματίζεται για τη ζωή και τις αξίες που τη διέπουν και αναρωτιέται για την ανώτερη ηθική στάση μέσα στη ζωή.



Βλέπε ταινία: https://www.youtube.com/watch?v=Vl1aAHWlXl4

         
      
  ΘΕΜΑΤΙΚΑ   ΚΕΝΤΡΑ - ΙΔΕΕΣ

  • Τιµή σε αυτούς που αγωνίστηκαν και πέθαναν ηρωικά
  • Το ήθος και η υψηλή συναίσθηση του χρέους
  • Η σθεναρή αντίσταση παρά την πλήρη επίγνωση για τις µοιραίες εξελίξεις


                

                                Ε ν ό τ η τ ε ς


1η: Τιμή.....Θερμοπύλες:  Η οφειλόμενη τιμή σε όσους συναισθάνονται την ευθύνη του χρέους.Η αναγνώριση της αξίας εκείνων που προασπίζονται«Θερμοπύλες»

2η: Ποτέ....ψευδομένους:Τα ηθικά γνωρίσματα, ο ηθικός κώδικας των ανθρώπων του χρέους.

3η: Και περισσότερη.... θα διαβούνε: η πρόβλεψη της ήττας κάνει πιο μεγαλειώδη τον αγώνα

                   Συμβολισμοί

α) Θερμοπύλεςσύμβολο αυτοθυσίας για την προάσπιση αξιών και ιδανικών. Εδώ  συμβολίζουν το καθήκον που επιβάλλεται στον άνθρωπο κάθε εποχής όχι από την επιταγή του νόμου, αλλά από το εσωτερικό του. Αυτό τον καθηλώνει στην εκπλήρωση του χρέους του ακόμη κι όταν γνωρίζει ότι όλα προοικονομούν την αποτυχία, την ήττα. 
β) Εφιάλτης:  συμβολίζει την προδοσία (από εξωτερικούς ή εσωτερικούς παράγοντες) που αναγκάζει τον άνθρωπο να απομακρυνθεί από τις αξίες και τα ιδανικά του τις εσωτερικές ανθρώπινες αδυναμίες, τους υλικούς πειρασμούς και τις ενάντιες εξωτερικές συνθήκες που δρουν ανασταλτικά στην τήρηση του χρέους .
γ) Μήδοι συμβολίζουν τον εχθρό, την βαρβαρότητα που επέρχετα, τα αξεπέραστα εμπόδια που ορθώνονται μπροστά στον άνθρωπο κατά την προσπάθειά του να πραγματώσει τους υψηλούς στόχους. 

Οι μετοχές
– μή κινούντες, συντρέχοντες, ομιλούντες: βρίσκονται σε αρχαιοελληνικούς τύπους, συντακτικά είναι επιρρηματικές τροπικές και προσδιορίζουν τα ρήματα όρισαν και φυλάγουν,  έχοντας όλες το ίδιο υποκείμενο με αυτά. Σημασιολογικά δίνουν κάποια ηθικά γνωρίσματα των ανθρώπων που όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
– Η μετοχή ψευδομένους διαφέρει. Είναι ουσιαστικοποιμένη και δεν έχει βέβαια το ίδιο υποκείμενο με τις υπόλοιπες. 

Μορφή: 
Το ποίημα αποτελείται από 14 ιαμβικούς ενδεκασύλλαβους ανομοιοκατάληκτους στίχους χωρισμένους σε δύο στροφικές ενότητες.
Γλώσσα : μεικτό και ιδιάζον γλωσσικό σύνολο-γλώσσα ιδιότυπη. Συνδυάζει στοιχεία  δημοτικής (όπου, μπορούνε, τες)  και  καθαρεύουσας (μη κινούντες,οσάκις, ζωή των) και  ιδιωματισμούς της Πόλης (φυλάγουν)----λιτή, ακριβής, άμεση

Ύφος: επίσημο, αυστηρό, διδακτικό 

Σχόλια: βλέπε ανάλυση:  http://latistor.blogspot.gr/2010/11/blog-post_01.html




Χαρακτηριστικά γνωρίσματα ποίησης:
 ιδιότυπη γλώσσα: Πρόκειται για λόγια γλώσσα με τύπους της δημοτικής ,αλλά και των αρχαίων ελληνικών(μείγμα καθαρεύουσας και δημοτικής). Μερικές φορές έχει και ιδιωματικούς τύπους της ΚωνσταντινούποληςΗ καβαφική γλώσσα αναγνωρίζεται εύκολα.
μορφή:  τα ποιήματά του είναι μοντέρνα/νεωτερικά. Συνήθως, δεν έχουν ομοιοκαταληξία, οι στροφές μπορεί να μην έχουν ίσο αριθμό στίχων και οι στίχοι είναι ανισοσύλλαβοι. Το μέτρο είναι συνήθως ιαμβικό. Μερικές φορές απουσιάζει η στίξη. Άλλες όμως φορές η στίξη παίζει σημαντικό ρόλο (πχ. ειρωνεία, σκηνοθετικές οδηγίες απαγγελίας, όπως χαμήλωμα φωνής όταν έχουμε παρένθεση).
 ποιητικός λόγος:απλός, λιτός, πυκνός, επιγραμματικός,αντιρητορικός,πεζολογικός,
 συνήθως χωρίς διακοσμητικά επίθετα και λυρικές εκφράσεις, χωρίςπλούσια εκφραστικά μέσα.
αφήγηση και περιγραφές:ρεαλιστικές. Ο λόγος του χαρακτηρίζεται από ακριβολογία.
μύθος και ιστορία: συναντούν την ποίηση, μετουσιώνονται σε ποίηση. Η συμβολική χρήση των αρχαίων μύθων και ιστορικών προσώπων είναι από τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου του. Σε πολλά ποιήματα αντλεί τα θέματά του από την ιστορία. H αγαπημένη του ιστορική περίοδος είναι κυρίως η Eλληνιστική (Aλεξανδρινή και Mεταλεξανδρινή) Περίοδος και η Περίοδος της Ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Ανατολή (Πτολεμαίοι, Σέλευκοι, Kαίσαρ, Aντώνιος), οι τελευταίοι αιώνες του αρχαίου κόσμου. Εμπνέεται επίσης, αλλά πολύ λιγότερο, από τηνελληνική μυθολογία, την κλασική αρχαιότητα και το Bυζάντιο. Tον γοητεύει κυρίως η παρακμή, η αποτυχία, η  ήττα του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
λόγος: ψυχρός(φαινομενικά). H συγκίνηση, το συναίσθημα, ο λυρισμός, υπολανθάνουνκαλύπτονται έντεχνα πίσω από μύθους και σύμβολα.
λεπτή ειρωνεία και σαρκασμός : γίνεται  κάποιες φορέςαυτοσαρκασμός.  
Aπουσία περιγραφής φύσης
δραματικός μονόλογος:  (το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται στο “εσύ”) και ο διάλογος είναι από τους κύριους αφηγηματικούς τρόπους που χρησιμοποιεί.  Τα ποιήματά του χαρακτηρίζονται από θεατρικότητα. Στο έργο του δρουν πρόσωπα/ προσωπείαόπως στο αρχαίο δράμα, πίσω από τα οποία κρύβεται ο ποιητής. Yποδύεται ρόλους.

 Όταν πρωτοκατέβηκα στη Σμύρνη
                                                    Διδώ Σωτηρίου


Θέμα κειμένου: Οι πρώτες εντυπώσεις του Μανόλη από την εικόνα και τη ζωή στη Σμύρνη 

ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ: Οι πρωτόγνωρες εμπειρίες και τα συναισθήματα ενός εφήβου που περνά πρόωρα στην ενηλικίωση αρχίζοντας τη βιοπάλη.

                 Ε ν ό τ η τ ε ς
1η: Σεπτέμβρης...περαστικοί: η πρώτη αγωνιώδης έξοδος του Μανώλη
2η: Μόλις...την καρδιά της: οι πρώτες ευχάριστες εντυπώσεις
3η: Οι άνθρωποι...το σουλάτσο: Περιήγηση στην κοσμοπολίτικη  Σμύρνη
4η: Τόνε βρήκα...της ζωής μου: Πρόσληψη στο εμπορικό του Χατζησταυρή
5η: Ώρες ... ξύλο: Γοητευτικιές εικόνες ζωής στη Σμύρνη-ο ενθουσιασμός του Μανώλη


Σχόλια:  Ο Μανόλης μπαίνει στο δρόμο της ενηλικίωσης. Τον κυριεύει το αίσθημα της ανεξαρτησίας και γεμάτος όνειρα επιθυμεί να ζήσει μια ανεξάρτητη, καλύτερη ζωή

Αφηγηματικές τεχνικές: πρωτοπρόσωπη αφήγηση, περιγραφή, εσωτερικός μονόλογος, διάλογος


ΓΛΩΣΣΑ:  Απλή δημοτική  με το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι 
περιέχει σε μεγάλο βαθμό το γλωσσικό ιδίωμα των Μικρασιατών Ελλήνων και με  στοιχεία της καθημερινής ομιλίας και πολλές ξένες λέξεις(αλληλεπίδραση γλωσσών, χωνευτήρι πολιτισμών):Τουρκικές (μαχαλάδες, αραμπάδες, ντάμι, μπόι, σάζι…,)Ιταλικές (φράγκικος, σουλάτσο, τρούλος. καρότσες…),Γαλλικές (αντρέσσα, γλασσάδες…),Αγγλικές (ντρίλινο, τράμια…),Σλαβική (πρόγκηξε)--παραστατική, φυσική

Ύφος: ζωηρό, γλαφυρό

Σχόλια: βλέπε ανάλυση http://blogs.sch.gr/skourti/2014/11/14/%CE%BF%CF%84%CE%B1%CE%BD-%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B5%CE%B2%CE%B7%CE%BA%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CF%83%CE%BC%CF%85%CF%81%CE%BD%CE%B7/

 Η επιστροφή του Αντρέα --- Ηλίας Βενέζης


Θέμα κειμένου: Η επιστροφή ενός αιχμαλώτου στον τόπο εγκατάστασης των Μικρασιατών προσφύγων και η αφήγηση ενός παρηγορητικού παραμυθιού

  Σχόλια: Το κείμενο είναι απόσπασμα από το μυθιστόρημα Γαλήνη. Ο τίτλος δηλώνει το ποθητό αγαθό που επιδιώκουν οι ταλαιπωρημένοι και βασανισμένοι Μικρασιάτες πρόσφυγες, οι οποίοι επιθυμούν να βρουν την ηρεμία, την ασφάλεια , την σταθερότητα. Το έργο αποτελεί τμήμα τριλογίαςΑιολική γη ( Τα παιδικά χρόνια του μικρού Πέτρου στο υποστατικό του παππού του στα Κιμιντένια, βουνά της Μ. Ασίας, στις αρχές του 20ου αι.Παραθερίζει εκεί κάθε καλοκαίρι με τις αδερφές του, Άρτεμη, Ανθίππη, Αγάπη και Λένα), Νούμερο 31328( οι εμπειρίες του συγγραφέα από την δεκατετράμηνη αιχμαλωσία του στα τάγματα εργασίας), Γαλήνη( η ιστορία μιας ομάδας Μικρασιατών προσφύγων που εγκαθίστανται στην έρημη τότε Ανάβυσσο Αττικής).


                          
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ:


   Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 οι Τούρκοι συνέλαβαν χιλιάδες αιχμαλώτους (άντρες Έλληνες Μικρασιάτες μεταξύ 18 και 45 ετών), με τους οποίους συγκρότησαν τα «Τάγματα Εργασίας» (Αμελέ Ταμπουρού). Σε αυτά οι Έλληνες αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν με πορεία προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και υποβλήθηκαν σε καταναγκαστικά έργα και πάσης φύσεως κακουχίες. Πολλοί από τους αιχμαλώτους εκτελέστηκαν, άλλοι έπεσαν θύματα κακομεταχείρισης και επιδημιών, ενώ ελάχιστοι επέζησαν. Ο ίδιος ο Ηλίας Βενέζης (Ρωμιός από το Αϊβαλί) βρέθηκε αιχμάλωτος σε ένα τέτοιο Τάγμα Εργασίας για 14 μήνες με 3.000 συμπατριώτες του, είχε όμως την τύχη να είναι ένας από τους 23 επιζήσαντες, που επέστρεψαν από τη φρίκη του πολέμου. Μετά τη σωτηρία του, θέλησε να μετατρέψει αυτή την τραυματική εμπειρία σε αφήγημα .

                        Ε ν ό τ η τ ε ς 

 1η: Πλησιάζανε... δε θα μάθει: Η επιστροφή του Αντρέα και η αγωνία για την τύχη των αγνοουμένων
2η: Γύρισε...δεν το μπορεί: οι βασανιστικές σκέψεις του Αντρέα
3η: Και για να μη μάθει...δε θ'αργήσω: Το παρηγορητικό παραμύθι του Αντρέα
4η: Έτσι...φοβερή: Η ελπίδα σε κρατάει στη ζωή

                         ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ



  • Η οδυνηρή εμπειρία της αιχμαλωσίας
  • Η αγωνία για την τύχη των αγνοούμενων αιχμαλώτων
  • Ο πόνος της μάνας
  • Το δράμα του «επιζώντος»

Γλώσσα: δημοτική παραστατική με ιδιωματισμούς( ίδρω φιλέψουνε, τσιφλίκι)
Ύφος: γλαφυρό, πλούσιο 
Αφηγηματικές τεχνικές: τριτοπρόσωπη αφήγηση, διάλογος, περιγραφή, εγκιβωτισμός( η ενσωμάτωση μιας διήγησης στην αφήγηση),εσωτερικός μονόλογος, Ειρωνεία( στη διήγηση του Αντρέα υπάρχει μια εξωραϊσμένη και ειρωνική αντιστροφή της πραγματικότητας, καθώς ο Αντρέας κρατώντας την υπόσχεση που έδωσε στον γιατρό, προσπαθεί να κρύψει την πραγματικότητα, δηλαδή τις κακουχίες της αιχμαλωσίας και το τραγικό τέλος του φίλου του, Άγγελου, από τη θεία Μαρία. Ο Βενέζης, βάζοντας τον ήρωά του, Αντρέα, να αποτυπώνει μια ειρωνική αντιστροφή της πραγματικότητάς, προσπαθεί να δώσει στους αναγνώστες του μια εικόνα από τα δεινά των Ελλήνων αιχμαλώτων στα Τάγματα Εργασίας «εκ του αντιθέτου»).



Iστορίες μικρασιατών προσφύγων: http://www.ellinismos1922.gr/prosfygiko-zitima/martyries-mikrasiaton-prosfygon.html

Ιστορίες  σύγχρονων προσφύγων: https://left.gr/news/istories-prosfygon-den-thelo-na-pethano-se-ayti-ti-foyskoti-varka



 Η     μ ά ν α   ---   Π ε ρ λ     Μ π α κ 




Θέμα  κειμένου: η προσωπικότητα της μάνας μέσα από τις καθημερινές ασχολίες και τις σχέσεις της με τα μέλη μιας φτωχής αγροτικής παραδοσιακής οικογένειας

Σχόλια: Η συγγραφέας είναι διακεκριμένη Αμερικανίδα  με πλούσια λογοτεχνική παραγωγή που τιμήθηκε με το βραβείο ΝόμπελΛογοτεχνίας το 1938.Με το ρεαλιστικό αυτό μυθιστόρημα καταγράφει μια παραδοσιακή αγροτική ανδροκρατούμενη κοινωνία, προβάλλοντας το πρόσωπο της μάνας ως το ιδεώδες μητρικό πρότυπο, που θυσιάζεται για τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.



Ε ν ό τ η τ ε ς

1η: Έχει... κοριτσιού: Οι πρωτες πρωινές εργασίες της μάνας
2η: Κάθε πρωί...μικρό δρομάκι: Η εμφάνιση των παιδιών και το πρόβλημα με τα μάτια
3η: Ενώ το σκεφτόταν...δεν είχα σημασία: Η αυταρχική παρουσία του πατέρα
4η: Ξάφνου...με φαγητό: Το ξύπνημα της γριας και το φαγητό των παιδιών
5η: Ναι, είναι αλήθεια...κάθε πρωί: Η ικανοποίηση της μάνας από τη ζωή
6η: Αυτή τη μέρα...το δρόμο της: Η τρυφερή σχέση της μάνας με τη γρια πεθερά

Γλώσσα: δημοτική απλή, εύληπτη, κατανοητή
Ύφος: λιτό, άμεσο
Αφηγηματικές τεχνικές(εκφραστικοί τρόποι):αφήγηση τριτοπρόσωπη, περιγραφή, εσωτερικός μονόλογος, αναπαράσταση(η παρουσίαση ομιλίας ή σκέψης που έγινε σε προηγούμενη χρονική στιγμή και χαρίζει αμεσότητα και φυσικότητα στο λόγο)

Για εργασίες σύγκρισης:

1. Κείμενο για πατέρα: Κάνοντας κλικ στην παρακάτω διεύθυνση θα βρείτε το κείμενο Το σπίτι μου της Διδώς Σωτηρίουhttp://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSGL105/229/1685,5377/extras/texts/indexc_1_parallilo_keimeno1.html

2. Κείμενο για μάνα: http://www.palmografos.com/permalink/9641.html

    Κ α λ λ ι π ά τ ε ι ρ α ----Λ ο ρ έ ν τ ζ ο ς   Μ α β ί λ η ς



 Θέμα ποιήματος:  Η Καλλιπάτειρα αρνείται ότι ασέβησε προς το έθιμο απαγόρευσης για παρακολούθηση των αγώνων από γυναίκες, παραθέτοντας σοβαρά επιχειρήματα
Σχόλια:  Το ποίημα είναι σονέτο, δηλαδή ολιγόστιχο λυρικό ποίημα με αυστηρή μορφή αποτελούμενο από 14 στίχους,δηλαδή δύο τετράστιχες και δύο τρίστιχες στροφές. Θεωρείται από τις αρτιότερες και πιο αγαπημένες συνθέσεις του ποιητή.Η λέξη είναι ιταλική και σημαίνει τραγουδάκι.Προέρχεται από μια μορφή λαϊκών τραγουδιών της Σικελίας που πρωτοδημιουργήθηκαν κατά τον 13ο αι.
      Το ποίημα ακολουθεί το κίνημα του παρνασσισμού ( ιδιαίτερη φροντίδα στην τελειότητα της μορφής και θέμα εμπνευσμένο από την αρχαιότητα)

ΛΗΘΗ
Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να ΄ναι.

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
σα στάξει γι΄αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι·
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δε μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν—μα δε βολεί να λησμονήσουν.




 Αναμνήσεις της Κωνσταντίνας από τη Γερμανία  
                                                               Άλκη Ζέη


Θέμα:  Η Κωνσταντίνα αναπολεί με νοσταλγία τις πρώτες μέρες της στη Γερμανία και ιδιαίτερα την πρώτη μέρα στο γερμανικό σχολείο
Σχόλια: Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το έργο Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της , στο οποίο η συγγραφέας θίγει με εξαίρετο τρόπο το σοβαρότατο θέμα  των ναρκωτικών.Είναι ένα κοινωνικό αφήγημα , το οποίο παρουσιάζει ένα ευαίσθητο πλάσμα, μια έφηβη, που παλεύει με τα αδιέξοδα μιας υποκριτικής και επιφανειακής κοινωνίας. 

  Η  κ α  τ α σ τ ρ ο φ ή   τ ω ν    Ψ α ρ ώ ν
Δ ι ο ν ύ σ ι ο ς    Σ ο λ ω μ ό ς


Θέμα: ο αφανισμός των Ψαρών από τους Τούρκους - η αυτοθυσία και η ελευθερία
ΣχόλιαΤο ποίημα ανήκει στο ποιητικό είδος που ονομάζεται επίγραμμα ( ολιγόστιχο ποίημα που το χαρακτηρίζει εκφραστική λιτότητα, ακρίβεια διατύπωσης και νοηματική πυκνότητα) και είναι  ηρωικό-εγκωμιαστικό.Ο ποιητής, με αφορμή το ιστορικό γεγονός της καταστροφής των Ψαρών το καλοκαίρι του 1824, εξυμνείαυτούς που αποφάσισαν να θυσιαστούν ,υπερασπιζόμενοι την εθνική αξιοπρέπεια και την ελευθερία.
           Ο ποιητής στα πρώτα χρόνια της ποιητικής του δημιουργίας επηρεάζεται από το κίνημα του Ρομαντισμού( καλλιτεχνικό κίνημα του 19ου αι. που χαρακτηρίζεται από συναισθηματισμό και υποκειμενικότητα) 

Από το ίδιο ιστορικό γεγονός εμπνεύστηκε και ο Ανδρέας Κάλβος το παρακάτω ποίημα:


Ωδή δευτέρα
ΕΙΣ ΨΑΡΑ
    Ερατεινή, γλυκεία
θυγάτηρ, Υπερίονος,
πόσον, ω χρυσοβλέφαρος,
πόσον δεκτή και νόστιμη
                φέγγεις, ω ημέρα.
[β'-ιγ']
    Ιδού τα πολυτάραχα
κύματα της θαλάσσης·
ιδού, ιδού των αμώμων
Ψαρών δικαιοτάτων
                η τραχείαι πέτραι.
    Αυτού καμμία κιθάρα
φθοροποιός, όχι όργια,
όχι κρότος Μαινάδων,
ούτ' Έρωτος παιγνίδια
                τον νουν συγχίζουν.
    Αλλ' ως, κατά το βράδυ
το θερινόν, ανάπτονται
ταχείαι, συχναί η ολύμπιαι
αστραπαί και θαμβώνουσι
                τους οδοιπόρους·
    Ούτως τα μεν θηκάρια
σωρηδόν ερριμένα
κρύπτουν την γην, τους βράχους·
ο δε σιδηροχάρμης
                άφοβος ’ρης
    Κινεί την νήσον. Χίλια
πολέμου χάλκεα όργανα
βροντούν· εις τον αέρα
των ξίφων μύριαι γλώσσαι
                λάμπουν, κλονούνται.

Μία βοή σηκώνεται,
μία μόνη επιθυμία,
και ωσάν ακτίνα ουράνιος,
ως φλόγα εις δάση ευάνεμα
                καίει τας καρδίας.
    "Υπέρ γονέων και τέκνων,
"υπέρ των γυναικών,
"υπέρ πατρίδος πρόκειται
"και πάσης της Ελλάδος
                "όσιος αγώνας.
    "Θαλπτήριον της ημέρας
"φως, δια πάντοτε χαίρε·
"και σεις οπού ευφραίνετε
"με φωνήν ηδυόνειρον
                "της γης τα τέκνα.
    "Χαίρετ', ελπίδες. - Ήλθε
"της ’γαρ το υπερήφανον
"σπέρμα· επάνω εις τας όχθας
"των Ψαρών, αλαλάζον
                "σφόδρα, κατέβη.
    "Ω πατρίς, την εκούσιον
"δέξου θυσίαν"... - Αστράπτει. -
Σεισμός πολέμου ακούεται.
Υπό τύμβον υψήνορα
                ήρωες κοιμώνται.
    Επί το μέγα ερείπιον
η Ελευθερία ολόρθη
προσφέρει δύο στεφάνους·
εν' από γήινα φύλλα,
                κι άλλον απ' άστρα.



Εις Σάμον  ----  Ανδρέας Κάλβος
Θέμα κειμένου:  υπέρτατο ιδανικό του ανθρώπου αποτελεί η ελευθερία, ο αγώνας για την ελευθερία δίνει νόημα στη ζωή και καταξιώνει τον άνθρωπο
Σχόλια:  το ποίημα είναι η τέταρτη ωδή στης συλλογής Λυρικά. Η ωδή είναι ιδιαίτερο ποιητικό είδος με λυρικό χαρακτήρα και με σοβαρό και μεγαλοπρεπές ύφος.



ΕΙΣ  ΤΟΝ  ΙΕΡΟΝ ΛΟΧΟΝ

Ας μη βρέξει ποτέ
το σύννεφον, και ο άνεμος
σκληρός ας μή σκορπίση
το χώμα το μακάριον
που σας σκεπάζει.

Ας το δροσίση πάντοτε
με τ' αργυρά της δάκρυα
η ροδόπεπλος κόρη'
και αυτού ας ξεφυτρώνουν
αιώνια τ' άνθη.

Ω γνήσια της Ελλάδος
τέκνα' ψυχαί που επέσατε
εις τον αγώνα ανδρείως,
τάγμα εκλεκτών Ηρώων,
καύχημα νέον'

σας άρπαξεν η τύχη
την νικητήριον δάφνην,
και από μυρτιά σας έπλεξε
και πένθιμον κυπάρισσον
στέφανον άλλον.

Αλλ' άν τις απεθάνη
δια την πατρίδα, η μύρτος
είναι φύλλον ατίμητον
και καλά τα κλαδιά
της κυπαρίσσου.

Αφ' ου εις του πρώτου ανθρώπου
τους οφθαλμούς η πρόνοος
φύσις τον φόβον έχυσε
και τας χρυσάς ελπίδας
και την ημέραν

επί το μέγα πρόσωπον
της γης πολυβοτάνου,
ευθύς το ουράνιο βλέμμα
βαθυσκαφή εφανέρωσε
μνήματα μύρια.



Πολλά μεν σκοτεινά'
φέγγει επ' ολίγα τ' άστρον
το της αθανασίας'
την εκλογήν ελεύθερον
δίδει το θείον.

Έλληνες της πατρίδος
και των προγόνων άξιοι'
Έλληνες σεις, πώς ήθελεν
από σας προκριθείν
άδοξος τάφος;

Ο Γέρων φθονερός
και των έργων εχθρός
και πάσης μνήμης έρχεται'
περιτρέχει την θάλασσαν
και την γην όλην.

Από την στάμναν χύνει
τα ρεύματα της λήθης
και τα πάντα αφανίζει.
Χάνονται οι πόλεις, χάνονται
βασίλεια κ' έθνη.

Αλλ' ότε πλησιάση
την γην οπού σας έχει,
θέλει αλλάξειν τον δρόμον του
ο Χρόνος, το θαυμάσιον
χώμα σεβάζων.

Αυτού, αφού την αρχαίαν
πορφυρίδα και σκήπτρον
δώσωμεν της Ελλάδος,
θέλει φέρειν τα τέκνα της
πάσα μητέρα,

και δακρυχέουσα θέλει
την ιεράν φιλήσειν
κόνιν και ειπείν: τον ένδοξον
Λόχον, τέκνα, μιμήσατε,
Λόχον Ηρώων.


 Τ ο υ    Β α σ ί λ η --- κ λ έ φ τ ι κ ο



Θέμα κειμένου: η απόφαση ενός νέου να ακολουθήσει τη ζωή των κλεφτών
                                            Ε ν ό τ η τ ε ς 
1η: Βασίλη...γερόντους: διάλογος μάνας-γιου, συμβουλή και άρνηση
2η: Φέρε...Αρβανίτες: ο Βασίλης ονειρεύεται την ελεύθερη, ανυπότακτη ζωή του κλέφτη
3η: Πουρνό...παλικάρι: ο νέος στο βουνό με την ευχή της μάνας

Σχόλια: αντιπροσωπευτικό δημοτικό τραγούδι που ανήκει στην κατηγορία ιστορικά-κλέφτικα και φανερώνει τον πόθο της ελληνικής ψυχής για ανεξαρτησία και ελευθερία. Το τραγούδι σε ζωντανή λαϊκή γλώσσα παρουσιάζει την ανυπότακτη ψυχή του νέου που επιθυμεί να ζήσει με αξιοπρέπεια και περηφάνεια.
[Τις ο Βασίλης του άσματος τούτου δεν είναι εξηκριβωμένον. Μία παραλλαγή λέγει αυτόν υιόν παπαδιάς από την Ράψανην της Θεσσαλίας, άλλη πατρίδα του μνημονεύει το Πιρνάρι της Ποταμιάς παρά την Ελασσώνα, η μεν τον θέλει σύντροφον των Θεσσαλών Μάνταλου και Μπασδέκη, η δε του Μπουκουβάλα. Εις άλλη πάλιν παραλλαγήν αντί Βασίλη ο κλέφτης ονομάζεται δια κοινοτέρου ονόματος Δήμος. Ίσως εκ τούτων ηδύνατό τις να εικάση ότι πρόκειται περί Θεσσαλού κλέφτη των αρχών του παρελθόντος αιώνος. Αλλ' οιοσδήποτε και αν ήτο, το τραγούδι του μας παρέχει φυσικήν και απέριττον διατύπωσιν των συναισθημάτων, τα οποία παρώρμων επί της τουρκοκρατίας τους γενναίους άνδρας να προτιμώσι τον ελεύθερον βίον του κλέφτη εις τα βουνά. Καλλίστη διασκευή του άσματος τούτου είναι το υπό του Παύλου Λάμπρου ποιηθέν "Μάννα σου λέω δεν μπορώ τους Τούρκους να δουλεύω", όπερ υπελήφθη ως ακραιφνώς δημώδες, εδημοσιεύθη δε κατά πρώτον μεν εν τη συλλογή δημοτικών ασμάτων του Σπ. Ζαμπελίου και ύστερον πολλάκις].
www.myriobiblos.gr

Άλλο κλέφτικο δημοτικό τραγούδι

























Ένας αϊτός περήφανος, ένας αϊτός λεβέντηςαπό την περηφάνεια του κι’ από τη λεβεντιά του,
δεν πάει τα κατώμερα να καλοξεχειμάση,
μον’μένει απάνω 'ς τα βουνά, ψηλά 'ς τα κορφοβούνια.
Κ’ έρρηξε χιόνια 'ς τα βουνά και κρούσταλλα 'ς τους κάμπους,
εμάργωσαν τα νύχια του κ' επέσαν τα φτερά του.
Κι' αγνάντιο βγήκε κ' έκατσε, 'ς ένα ψηλό λιθάρι,
και με τον ήλιο μάλωνε και με τον ήλιο λέει.
"Ήλιε, για δε βαρείς κ' εδώ 'ς τούτη την αποσκιούρα,
να λειώσουνε τα κρούσταλλα, να λειώσουνε τα χιόνια,
να γίνη μια άνοιξη καλή, να γίνη καλοκαίρι,
να ζεσταθούν τα νύχια μου, να γιάνουν τα φτερά μου,
να ρθούνε τάλλα τα πουλιά και τάλλα μου ταδέρφια".




Ο  Δ ι γ ε ν ή ς --- α κ ρ ι τ ι κ ό




Θέμα κειμένου: οι τελευταίες στιγμές του Διγενή Ακρίτα.
Σχόλια: Ο Βασίλειος Διγενής Ακρίτας εκφράζει τονσκληροτράχηλο πολεμιστή που υπερασπίζει με σθένος την πατρίδα του. Πήρε την επονομασία Διγενής , καθώς καταγόταν από δυο γενιές, η μητέρα του κόρη βυζαντινού στρατηγού και ο πατέρας του εμίρης από τη Συρία.Πολλοί μελετητές προσπάθησαν να ταυτίσουν τον ήρωα των τραγουδιών με κάποιο ιστορικό πρόσωπο και υποστήριξαν ότι μπορεί να είναι ο στρατηγός Ανδρόνικος Δούκας, νικητής των Αράβων στην Κιλικία ή ο στρατιωτικός αξιωματούχος Διογένης που σκοτώθηκε σε μάχη με τους Άραβες κ.ά. Το βέβαιο είναι ότι η προσωπικότητα του Διγενή αποτέλεσε λαϊκό θρύλο και υμνήθηκε με πάρα πολλά τραγούδια.
Γλώσσα: δημοτική παραστατική με ιδιωματισμούς(εκειά, κερκέλια)
Ύφος: επικό, ηρωικό, μεγαλοπρεπές
Μέτρο: ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο

 Ο θάνατος του Διγενή ( παραλλαγή )

Ο Διγενής ψυχομαχεί κι η γης τονε τρομάζει.
Βροντά κι αστράφτει ο ουρανός και σειέται ο πάνω κόσμος,
κι ο κάτω κόσμος άνοιξε και τρίζουν τα θεμέλια,
κι η πλάκα τον ανατριχιά πως θα τονε σκεπάσει,
πως θα σκεπάσει τον αητό, τση γης τον αντρειωμένο.

Σπίτι δεν τον εσκέπαζε, σπήλιο δεν τον εχώρει,
τα όρη τα διασκέλιζε, βουνού κορφές επήδα.
Στο βίτσισμα έπιανε πουλιά, στο πέταγμα γεράκια.
Στο γλάκιο και στο πήδημα τα λάφια και τ’ αγρίμια.

Ζηλεύει ο Χάρος με χωσιά, μακρά τονε βιγλίζει.
Και λάβωσέ ντου την καρδιά και την ψυχή του πήρε.





Δ Η Μ Ο Τ Ι Κ Α  Τ Ρ Α Γ Ο Υ Δ Ι Α 
   Τ Η Σ     Ξ Ε Ν Ι Τ Ι Α Σ

Θρηνητικά, παραπονιάρικα- απηχείται η ψυχολογία και νοοτροπία των γυναικών της παραδοσιακής κοινωνίας-πλούσια λυρικά κείμενα

  Θέλω να πα στην ξενιτιά

Θέμα: ο αβάσταχτος πόνος του ξενιτεμένου

                        Ενότητες
1η:Θέλω... αγαπάνε: πολύχρονη παραμονή στη σκληρή ξενιτιά
2η: Μα' ρθε...κληματαριά μου: μοιραία αρρώστια-νοσταλγική επιζήτηση πατρίδας

 Ξενιτεμένο μου πουλί

Θέμα: η απόγνωση και η θλίψη της γυναίκας που έχει ξενιτεμένο άνδρα

                Ενότητες
1η: ξενιτεμένο...προβοδίσω;:αδυναμία έκφρασης συναισθημάτων αγάπης
2η:Σηκώνομαι..χύνω: καθημερινή οδύνη και δυστυχία γυναίκας
Γλώσσα:δημοτική παραστατική
Ύφος: πυκνό,λιτό 

 

Σχόλια: αυτά τα δημοτικά τραγούδια χαρακτηρίζονται από έντονο λυρισμό, καθώς απηχούν την ψυχική κατάσταση των γυναικών που μένουν πίσω, όταν οι άνδρες της οικογένειας ξενιτεύονται
π.χ.      Τριώ μερώνε νιόνυφη κι ο άντρας της πάει στα ξένα.
            Δώδεκα χρόνους έκαμε στης ξενιτιάς τα μέρη
            κι η δόλια μοιριολόγαε, πικρά μοιρολογάει
            Τι να σου στείλω, ξένε μου, τι να σου προβοδήσω;   



Κάνοντας κλικ στην παρακάτω ιστοσελίδα μπορούμε να ακούσουμε κι άλλα δημοτικά τραγούδια της ξενιτιάς:  http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/mou/xenitia.htm

Τραγουδούν: https://www.youtube.com/watch?v=PfgUp702o_k


Έ ν α ς   α ρ ι θ μ ό ς
                            Ά ν τ ο ν   Τ σ έ χ ω φ



Θέμα: σκηνοθετημένη απόπειρα εκμετάλλευσης μιας εργαζόμενης γυναίκας και η στάση της
Αφηγηματικές τεχνικές: διάλογος, αφήγηση σε α΄ πρόσωπο. Το κείμενο μοιάζει με ένα μονόπρακτο θεατρικό έργο








 Θερμοπύλες ---- Κ.Καβάφης

Θέμα: Αξίζει να τιμάμε όσους  αγωνίζονται να διαφυλάξουν τις αξίες και την ελευθερία τους


Ιθάκη
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)

   Γ ι α   έ ν α   π α ι δ ί   π ο υ   κ ο ι μ ά τ α ι
Δ. Χριστοδούλου 




Θέμα κειμένου: η καθημερινή ζωή ενός παιδιού- πρόσφυγα που εργάζεται στους δρόμους
Σχόλια: Το ποίημα χαρακτηρίζεται κοινωνικό-ρεαλιστικό, καθώς η ποιήτρια θίγει ένα σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα, αυτό των παιδιών των φαναριών που δουλεύουν εξαντλητικά και είναι αναγκασμένα να ζουν σ' έναν ανάλγητο και αφιλόξενο κόσμο.Το θέμα παρουσιάζεται με εικόνες που περιγράφουν την πραγματικότητα του παιδιού με ακρίβεια, χωρίς φιλοσοφικές γενικεύσεις.

24. Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας
Μαρία Ιορδανίδου 




Θέμα κειμένου:οι δύσκολες συνθήκες ζωής σε μια πολυκατοικία - οι ένοικοι ζουν απομονωμένοι και αποξενωμένοι
Σχόλια:η συγγραφέας καταθέτει τις προσωπικές της μαρτυρίες από τη ζωή σε ένα διαμέρισμα πολυκατοικίας. Το έργο Η αυλή μας ,από το οποίο προέρχεται το απόσπασμα ,έχει αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Στο απόσπασμα τονίζεται η αλλοτρίωση και η καταπίεση που υφίσταται ο άνθρωπος που αναγκάζεται να ζήσει συμβατικά σ' ένα μικρό χώρο που του στερεί την ατομική του ελευθερία και του προξενεί πολλά προβλήματα.