Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2022

Μικρή Πράσινη Θάλασσα,Οδυσσέας Ελύτης,ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

 

Παναγιώτης Τέτσης


https://www.youtube.com/watch?v=X61oiHPnNGI&t=109s

Μικρή πράσινη θάλασσα.,

Σύνθεση τού Λουκά. Αδαμόπουλου πάνω σέ Ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη,

ερμηνευμένο από το Βασίλη Λέκκα,

από τους Αγώνες Ελληνικού τραγουδιού της Κέρκυρας το 1981,

όπου διηύθυνε ο Μάνος Χατζιδάκις.Τους αγώνες διοργάνωσαν ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Δήμος Κερκυραίων. Την κριτική επιτροπή αποτελούσαν οι: Ελένη Βλάχου, Νίκη Γουλανδρή, Νίκος Γκάτσος, Άλκη Νέστορος, Γιώργος Κουρουπός, Διονύσης Σαββόπουλος & ο Δήμαρχος Κέρκυρας. Διεύθυνση ορχήστρας & Διεύθυνση παραγωγής: Μάνος Χατζιδάκις.

video by jimmy blackbird....

Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996)

 

Μικρή Πράσινη Θάλασσα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Πού θά 'θελα νά σέ υἱοθετήσω
Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία
Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο1
5Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο
Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν' ἀκούσεις
Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς
Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται
10Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς
Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Μέ τόν ἄσπρο γιακά καί τήν κορδέλα
Νά μπεῖς ἀπ' τό παράθυρο στή Σμύρνη2
15Νά μοῦ ἀντιγράψεις τίς ἀντιφεγγιές στήν ὀροφή
Ἀπό τά Κυριελέησον καί τά Δόξα Σοι
Καί μέ λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε
Κύμα το κύμα νά γυρίσεις πίσω
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
20Γιά νά σέ κοιμηθῶ3 παράνομα
Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου
Κομμάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν
Κομμάτια πέτρες τ' ἀποσπάσματα τοῦ Ἡράκλειτου4.

(Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά, Ίκαρος, 1971)

  1. άψινθος· αρωματικό φυτό.
  2. Και μετά την καταστροφή της Σμύρνης (1922) ο ελληνικός πολιτισμός επιβιώνει ως μνήμη και ως αίσθηση της ζωής.
  3. Να σε κοιμηθώ· η έκφραση από τον Μακρυγιάννη· να ενωθώ ερωτικά μαζί σου.
  4. Ηράκλειτος· ο περίφημος Εφέσιος φιλόσοφος (540-480).

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής


redline    Σχόλιο   redline

img28

«Στη Μικρή Πράσινη Θάλασσα», από τα πιο λεπτά και ευαίσθητα ποιήματα του Ελύτη, η Κόρη / Ποίηση οδηγεί τον ποιητή προς μία ερωτική βίωση της ελληνικής παράδοσης.
Στο ποίημα αυτό είναι πολύ φανερή η θαλασσινή οντότητα της Κόρης, όπως η αντίστοιχη καταγωγή της ποίησης του Ελύτη. Επιθυμία του ποιητή είναι το μικρό κορίτσι να μαθητεύσει εκεί που έθαλλε το κάλλος και η σπιρτάδα της ιωνικής σκέψης που τόσο έχει ελκύσει τον Ελύτη. Η επανάληψη της τρυφερής επίκλησης οδηγεί την Κόρη στο μυστήριο του φωτός, κεντρικό θέμα στην ποίησή του, και στο πώς μπορεί να κατανοήσει τη μεταφυσική του ήλιου. Να μάθει να προσεγγίζει τον κόσμο με τις αισθήσεις (ακούσεις, κρατούν) και να δεθεί με την παράδοση, τόσο την μακρινή όσο και τη χτεσινή, των γονιών του (στ. 13-14) κι ακόμη εκείνη της Ορθοδοξίας (στ. 15-16), αλλά και της ελληνικής φύσης (στ. 17-18). Στο τέλος του ποιήματος με μία αντιστροφή των πραγμάτων μαθητής γίνεται ο ποιητής, ο οποίος μέσα από τη μυητική διαδικασία του έρωτα θα μπορέσει να ψηλαφήσει και να μάθει τα όσα ελάχιστα έχουν φτάσει ως αυτόν». (Βλ. Στέφανος Διαλησμάς, «Η ποίηση και ο ποιητής στον Ελύτη», Π.Ε.Φ., Σεμινάριο 23, Οδυσσέας Ελύτης, Αθήνα, 1977, σ. 74-85).

Κολάζ του Οδυσσέα Ελύτη.

 

pinkline   Ερωτήσεις   pinkline

  1. Γιατί επιλέγει ο ποιητής να δώσει στην Κόρη / Ποίηση οντότητα θαλασσινή; Ποιο είναι το δικό σας σχόλιο για την ηλικία της Μικρής Πράσινης Θάλασσας; Ποια είναι εντέλει η σχέση του Ελύτη με την ποίηση;
  2. Η προσέγγιση του κόσμου με τις αισθήσεις πραγματοποιείται μέσα στο ποίημα με ανάλογες εικόνες. Ποιες είναι αυτές;

 Κάποια από τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Οδ. Ελύτη
 είναι:
1.η ποιητική προσέγγιση του κόσµου µε τις αισθήσεις, 
2.η αναφορά στην ιστορική ελληνική παράδοση, 
3.η αναφορά στην θρησκεία, 
4.η σχέση µε την ελληνική φύση,
5.το µυστήριο του φωτός. 






















Η 

Μικρή πράσινη θάλασσα ανήκει στη ποητική συλλογή "Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά". Βέβαια νομίζω ότι οι περισσότεροι το γνωρίσαμε από τα ποίηματα που διδασκόμασταν στην κατεύθυνση.

Νομίζω ότι το ποίημα αυτό, όπως και όλα τα ποιήματα αυτής της συλλογής, έχουν όλα τα χαρακτηριστικά που προσωπικά αγαπώ στον Ελύτη.

Το φως, τη θάλασσα (το μαγικό Αιγαίο του Ελύτη) και τον έρωτα, τη δύναμη του αποίου αγαπάει να υπογραμμίζει και αγαπώ να αναγνωρίζω!!

Ο Ελύτης επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό , διατήρησε όμως πάντα τον προσωπικό του τόνο , απελευθερώνοντας τον ψυχικό του κόσμο, τη φαντασία του και το όνειρο.
Ο υπερρεαλισμός τον έμαθε να πιστεύει στην αξία των αισθήσεων οι οποίες και προωθούνται μέσα από τις εικόνες που χρησιμοποιεί.

Στο σχολείο μας έλεγαν ότι η Μικρή Πράσινη Θάλασσα είναι η προσωποποίηση του έρωτα του ποιητή. Μεταξύ μας, προτίμησα να το δω διαφορετικά. Άλλωστε μέρος της μαγείας της ποίησης είναι η προσωπική μετάφραση που δίνει ο καθένας από εμάς...

Η θάλασσα αποτελεί βασικό στοιχείο της ταυτότητας της Ελλάδας και της πορείας του Ελληνισμού. Άλλωστε ο Ισοκράτης έλεγε πώς το Αιγαίο γέννησε το μέτρο. (Μετά βέβαια ήρθε ο νεοέλληνας και το σκότωσε, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα!!)

Έτσι μέσα από τη θάλασσα ο ποιητής δείχνει όλη την πορεία του Ελληνισμού μέσα από την παράδοση και μέσα από τον έρωτα. Μέσα από μια ιστορία που ενώνει την Ανατολή με τη Δύση. Μια ιστορία γεμάτη φως. Σαν το φωτόδεντρο του ποιητή, την ίδια την εικονοποίηση της ελπίδας. Αυτής της ελπίδας που έχουμε χάσει σήμερα, λόγω του γενικότερου σκοταδισμού. Αλλά πάντα μπορούμε να τη επανακτήσουμε. Το φως, τον ήλιο, τη θάλασσα και τον έρωτα δε μπορεί να μας τον κλέψει κανείς.


Παρεπιπτόντως, ένα από τα πράγματα που αγαπώ στον Ελύτη είναι που έχει τραγουδηθεί τόσο πολύ. Κι αυτό το ποίημα εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία.

Το κύμα στην Πορτάρα
Καστράκι


Αμοργός
Νάξος
Νάξος

Κουφονήσια





ΚΩΤΣΑΚΗ ΚΑΛΛΙΟΠΗ 
 ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ : « Μικρή Πράσινη Θάλασσα »
πρόταση διδασκαλίας

1 ΣΤΟΧΟΙ : 
 
1) Να μπορούν οι μαθητές :
 
α) να αντιληφτούν τα στάδια μαθητείας της « Μικρής Πράσινης Θάλασσας » στη Φύση , στην Παράδοση, στον ελληνικό Πολιτισμό και 

β) να εντοπίσουν την ερωτική σχέση που οικοδομεί μαζί της ο ποιητής. 

 2) Να μπορούν οι μαθητές να απαντήσουν στο ερώτημα που τίθεται: 

« Ποια είναι η Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ ; » ( Κόρη / Θάλασσα , Κόρη / Ποίηση ) 3) 

Να μπορούν οι μαθητές να εντοπίσουν ως προς την τεχνική του ποιήματος στοιχεία της νεοτερικής ποίησης και ιδιαίτερα του υπερρεαλισμού. 

 4) Να κατανοήσουν οι μαθητές γιατί η « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » του Οδυσσέα Ελύτη ανθολογείται στην ενότητα « Ποιήματα για την Ποίηση ».

 ΑΦΟΡΜΗΣΗ : 1) Σύντομα βιογραφικά στοιχεία του Οδυσσέα Ελύτη ( φωτοτυπία ) 2) 

2.Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του υπερρεαλισμού. 

 3) Χαρακτηριστικοί στίχοι και κολλάζ του ποιητή. 2 ( φωτοτυπία )

 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ : 
« Μικρή Πράσινη Θάλασσα » 
 Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή « Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά » που εκδόθηκε το 1971. 

 Στα ποιήματα του « Φωτόδεντρου» παρουσιάζονται βασικές αρχές της ποίησης του Ελύτη. 

 Σ’ αυτά εμφανίζεται να κυριαρχεί η ανάμνηση ενός μακρινού παρελθόντος και ν’ αρχίζει ένας διάλογος με το θάνατο.

 Βασική θέση κατέχει και η λειτουργία της ποίησης , η μαγική και αποκαλυπτική της φύση. Τα στοιχεία της ποιητικής κοσμολογίας του Ελύτη φως και νερό επανέρχονται ενώ αναδεικνύεται έντονος ο ρόλος των αισθήσεων και του έρωτα μέσα από την κυρίαρχη γυναικεία εικόνα. 

 Ο Ελύτης επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό , διατήρησε όμως πάντα τον προσωπικό του τόνο , απελευθερώνοντας τον ψυχικό του κόσμο, τη φαντασία του και το όνειρο.

 Ο υπερρεαλισμός τον έμαθε να πιστεύει στην αξία των αισθήσεων, δεν υιοθέτησε όμως την αυτόματη γραφή , τις λεκτικές ακρότητες .

 Διατήρησε την αυστηρή αρχιτεκτονική δομή. 

 Χρησιμοποίησε με πάθος την εικονοποιία με στόχο 

α) να υποβάλλει βιώματα ελληνικά 

β) να γεμίζει την ανθρώπινη ψυχή με αισιοδοξία , χαρά κι αισθησιασμό 

γ) να απελευθερώνει τη λυρική συγκίνηση. 

Βασική μέθοδος δόμησης της εικόνας του η προσωποποίηση. 

 1 Το ποίημα περιλαμβάνεται στο σχολικό βιβλίο της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ΄ τάξης , Θεωρητικής κατεύθυνσης και στην ενότητα « Ποιήματα για την Ποίηση ». Μέχρι και το σχολικό έτος 2005 –2006 ανήκε στα πανελλαδικά εξεταζόμενα κείμενα. 

Με την παρούσα πρόταση διδασκαλίας (σχέδιο μαθήματος ) πέραν των στόχων που ένα πανελλαδικά εξεταζόμενο μάθημα επιβάλλει στον διδάσκοντα , ήθελα οι μαθητές μου διαβάζοντάς το να νιώσουν την ποίηση και ως έκφραση καθημερινών αλλά πολύτιμων αισθημάτων για τον καθένα μας και να αντιληφτούν την αξία της Λογοτεχνίας στην καθημερινότητά μας . 

Αν αυτό είναι εφικτό και κατά πόσο στις παρούσες συνθήκες εφαρμογής του συγκεκριμένου μαθήματος είναι ένα θέμα προβληματισμού. 

 Το συγκεκριμένο σχέδιο μαθήματος ακολουθεί την ερμηνευτική μέθοδο , με κατευθυνόμενο διάλογο και αφήγηση . 

Η υλοποίησή του απαιτεί τρεις ( 3 ) διδακτικές ώρες.

 Αναγκαία εποπτικά μέσα: πίνακας και φωτοτυπημένα κείμενα. 

2 Τα κολλάζ του Ελύτη είναι τα « οπτικά »του ποιήματα. Ξεναγούν στην ποιητική του και προτείνουν μια ιδιότυπη ανάγνωση των τρόπων της ποίησης του. Είναι μια οπτική επαλήθευση της ποίησης του. 1 

 Βασικά μοτίβα της ποίησης του το φως και η θάλασσα, αλλά και ο θάνατος, μετά την εμπειρία του πολέμου, ενώ υπογραμμίζει τη δύναμη του έρωτα. 

Πηγή της έμπνευσής του τα βιώματά του, με τα οποία έπλασε το « σύγχρονο ελληνικό μύθο ». Ο ίδιος εξομολογείται ότι για να ανακαλύψει « τις πηγές του νεοελληνικού κόσμου» διατήρησε « το μηχανισμό της μυθογένεσης, αλλά όχι τις μορφές της μυθολογίας.»

 Ο Ελύτης προτείνει με την ποίηση του την κατανόηση της πραγματικότητας και του κόσμου μέσα από τις αισθήσεις. 

 ΑΝΑΛΥΣΗ Α΄ 
Φάση: 

 Τίτλος του ποιήματος: « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » 
 Μια θάλασσα προσωποποιημένη με χαρακτηριστικά γνωρίσματα : « Μικρή », « Πράσινη », μια μετωνυμία « θάλασσα », αφού ο ποιητής πιθανόν , με βάση και το κείμενο , υπονοεί το Αιγαίο.

 Ένας τίτλος – εικόνα αμφίσημη , που με τη χρονική προσθήκη « δεκατριώ χρονώ » επαναλαμβάνεται τέσσερις φορές στο κείμενο. 

 Η θάλασσα στοιχείο της φύσης αλλά και στοιχείο ταυτότητας των Ελλήνων , μνήμη και βίωμα, ιστορία και παράδοση για την πορεία του Ελληνισμού.

 Δομή: 

 Το ποίημα δομείται σε τέσσερις ενότητες ,
 που οριοθετούνται με την επανάληψη του πρώτου στίχου:

Οι ενότητες συμμετρικά δομημένες από 4,7,7,5 στίχους αντίστοιχα . 

Μια δομή αρχιτεκτονική. 

 Τα ποιήματα του Ελύτη στηρίζονται σε μια δομή της οποίας η διάρθρωση αποτελείται από τρία επίπεδα, που ορίζουν: 
 α) το χώρο του υποκειμένου, η ποιητική μοίρα 
 β) το χώρο του μύθου και της ιστορίας , ο ελληνισμός και οι δραματικές συνθήκες επιβίωσης του γ) το χώρο της μεταφυσικής , όπως ορίζεται ανάμεσα στα γήινα και τα ουράνια.

 Α΄ ενότητα : στίχοι 1-4 : 

Η επιθυμία του Ποιητή να « υιοθετήσει » την Κόρη και η αρχή της μαθητείας της Κόρης στη Φύση. Μαθητεία μέθεξης με τη Φύση στο σχολείο της Ιωνίας.

 Β΄ ενότητα : στίχοι 5-11

Η μαθητεία της Κόρης στο σχολείο της Ιωνίας συνεχίζεται με τη μελέτη της Παράδοσης και της Μοίρας. Γ ΄ενότητα : στίχοι 12 – 

18 : Η ανιούσα πορεία μαθητείας της Κόρης ολοκληρώνεται με τη γνωριμία με την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση και με τη νοσταλγική αναπόληση του « χαμένου » Μικρασιατικού Ελληνισμού. 

 Δ΄ ενότητα : στίχοι 19 –23 

: Η αντιστροφή των ρόλων. Ο Ποιητής μυείται από την Κόρη μέσω του Έρωτα. 

Η ερωτική σχέση Ποίησης – Ποιητή. 

Β΄ φάση : 

 Α΄ ενότητα: στίχοι 1-4
« Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ »: Ο Ποιητής απευθύνεται σε μια προσωποποιημένη θάλασσα « μικρή » , μια Κόρη θαλασσινή , « πράσινη »,με την έννοια ίσως «άγουρη» , μόλις «δεκατριώ χρονώ ». 

 Σ ’ αυτή την Κόρη , το ποιητικό υποκείμενο θα εκφράσει την επιθυμία « θα ’θελα » και ακολουθούν οι υποτακτικές : « να σε υιοθετήσω…» σχέση πατρότητας , « να σε στείλω …να μάθεις…» σχολείο - εκπαίδευση. 

Η εκφρασμένη βαθύτερη επιθυμία του πατέρα – Ποιητή προς τη Κόρη να μαθητεύσει
Η μαθητεία της Κόρης σε « σχολείο της Ιωνίας » με στόχο τη γνώση του «μανταρινιού και του άψινθου.» «…

Στην Ελλάδα , ένα ευαίσθητο παιδί , μεγαλωμένο πλάι στη θάλασσα , έχει την αίσθηση της ακοής τρισδιάστατη. 
Στη μια πιάνει τους αγέρηδες και τον παφλασμό των κυμάτων, στη δεύτερη , την  ελληνική λαλιά στην αρχική της φθογγολογική σύσταση , στην Τρίτη , τον κόσμο των νοημάτων , από της Ιωνίας τους καιρούς κι εδώθε…»

 Συνειρμικά ο Ποιητής ανακαλεί στη μνήμη του την ανάμνηση του παρελθόντος , μια ανάμνηση γλυκόπικρη , βασανιστική. 

Το « σχολείο της Ιωνίας », τα μικρασιατικά παράλια , ο ιωνικός πολιτισμός της Φύσης , όπως δίδεται με τη μετωνυμία « μανταρίνι » ( γλυκό ) και « άψινθος » (αρωματικός και πικρός ) και το ελεύθερο ελληνικό πνεύμα.

 Εκεί όπου γεννήθηκε η φιλοσοφία και η Τέχνη , επιθυμεί ο Ποιητής να μαθητεύσει η Κόρη.

 Ας σταθούμε λίγο στις λέξεις : « μανταρίνι – άψινθος ».

Γλωσσικά η πρώτη εκπροσωπεί τη νεοελληνική και η δεύτερη την αρχαία ελληνική προβάλλοντας έτσι το ενδιαφέρον του Ποιητή για τη συνέχεια και την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας κι υπογραμμίζοντας από άποψη περιεχομένου τη σύνθεση των αντιθέτων. ( στοιχείο υπερρεαλιστικό).

 Η θαλασσινή Κόρη και η προσωπική της μαθητεία συνδέει τον Ποιητή ( Λέσβος , τόπος του ποιητή) με την Ιωνία ( τα απέναντι παράλια της Μ. Ασίας ) και φαίνεται ότι αυτά τα τρία σημεία:

Ποιητής Κόρη θαλασσινή Ιωνία ↓ ↓ ↓
 Τέχνη Αιγαίο Πολιτισμός οριοθετούν ένα σχήμα , το οποίο αποκωδικοποιημένο καλεί στη διερεύνηση – γνώση της Φύσης και του Πολιτισμού, της Φύσης και της Ιστορίας , της Φύσης και της Παράδοσης. 

 Το ότι επιθυμεί ο Ποιητής να ξεκινήσει η Κόρη τη μαθητεία της απ’ αυτό το σημείο υπογραμμίζει τους προσωπικούς του νοσταλγικούς , συναισθηματικούς δεσμούς με τον τόπο καταγωγής του αλλά και την πηγή των πνευματικών του αναζητήσεων.


 Β ΄ ενότητα :στίχοι 5-11 

« Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ ». 

Η επανάληψη του στίχου και η δήλωση της επιθυμίας του Ποιητή προς την Κόρη « να μάθεις…» συνεχίζεται με τις υποτακτικές « να γυρίσεις…. ν’ ακούσεις…». Η μαθητεία της Κόρης θα περάσει σ’ ένα άλλο στάδιο. 

 Τόπος : « Το πυργάκι του Φάρου….» Συνειρμικά οι Φάροι , η θάλασσα , το αιγαιοπελαγίτικο τοπίο. Χρόνος : « Το καταμεσήμερο ». Η κυριαρχία του Φωτός , ο Ήλιος.

 Σημειώνει ο Ποιητής στα «Ανοιχτά Χαρτιά »: « Θάμπωναν τα μάτια μου , καταμεσήμερο Ιουλίου, από τις άπειρες κοψιές του ήλιου μες στα κύματα….»

Η εικόνα που ζωγραφίζεται : στεριά , θάλασσα , ήλιος, και εκεί στην άκρη της στεριάς , στο ψηλότερο σημείο , η Κόρη , για να μάθει το γυρισμό του ήλιου , με την αλλαγή της φοράς του ήλιου, την αντιστροφή του χρόνου

. Και « ν’ ακούσει » , η γνώση με τις αισθήσεις , η κυριαρχία των αισθήσεων μέσω των ρημάτων ,χαρακτηριστικό της ποιητικής του Ελύτη , « πώς ξεγίνεται η Μοίρα ». 

Να γνωρίσει την αλλαγή της Μοίρας και τον τρόπο αλλαγής της. 

 Ο ήλιος , σημείο αναφοράς του ηλιοπότη και ηλιολάτρη Ποιητή , θα γίνει το μέσο για να μαθητεύσει η Κόρη στη Μοίρα, στο Θείο , στην ουσία της Φύσης και της Ζωής.

 Υπογραμμίζει ο Ποιητής στα « Ανοιχτά Χαρτιά » : « Το φως και η ιστορία στην Ελλάδα είναι ένα και το ίδιο πράγμα… το ένα αναπαράγει το άλλο , το ένα ερμηνεύει και δικαιώνει το άλλο…»5 « Θ’ ακούσει …» όμως η Κόρη και « πώς συνεννοούνται…οι μακρινοί μας συγγενείς….». 

Το πρώτο ενικό πρόσωπο του ποιητικού υποκειμένου θα γίνει πρώτο πληθυντικό « μας » καθώς θα γυρίσει πίσω στο παρελθόν στους προγόνους.

 Η αναφορά « από λόφο σε λόφο » συνειρμικά μας οδηγεί στις αρχαίες φρυκτωρίες

 Η παρομοίωση « σαν αγάλματα » , η μεταφορά « κρατούν τον αέρα » , ένα άλλο χαρακτηριστικό της αιγαιοπελαγίτικης φύσης ο άνεμος , αποκωδικοποιούν την επιθυμία του Πατέρα – Ποιητή να μαθητεύσει η Κόρη όχι μόνο στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τη διαχρονικότητά του , όχι μόνο στην Παράδοση , που οριοθετείται με τις λαϊκές δοξασίες της αναστροφής του ήλιου αλλά και στη Μοίρα , με την έννοια του θεϊκού υπερφυσικού στοιχείου , μέσω του οποίου πραγματοποιείται η υπέρβαση της φθοράς.

Η μαθητεία της Κόρης σε κλίμακα ανιούσα.

 Γ ΄ενότητα στίχοι 12 –18

Οδ. Ελύτη , « Η μαγεία του Παπαδιαμάντη », εκδ. Γνώση , Αθήνα 1986,σελ. 18 


4 Το απόσπασμα από τα « Ανοιχτά Χαρτιά » περιέχεται στην μικρή ανθολογία του Οδυσσέα Ελύτη , που κυκλοφόρησε από τη σειρά Σύγχρονοι Ποιητές των εκδόσεων Άκμων, στην Αθήνα το1979 , σελ.143 5 όπ.π. σελ.139 3

« Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ » , μαθήτρια με άσπρο γιακά και κορδέλα στα μαλλιά. 

 Η μαθητεία συνεχίζεται με τον Ποιητή να προσδοκά από την Κόρη « να μπεις…να μου αντιγράψεις….».

 Οι εικόνες της μαθήτριας με τον άσπρο γιακά και την κορδέλα , και η Σμύρνη φέρνουν στο νου του Ποιητή βιώματα της δικής του παιδικής ζωής , της δικής του μαθητείας και ταυτόχρονα εκφράζουν τον προσωπικό του πόνο , τη νοσταλγία του. 

Η μεταφορά « να μπεις απ’ το παράθυρο στη Σμύρνη » υποδηλώνει την πίκρα της Μικρασιατικής καταστροφής. 

Η πίκρα , που τώρα πια μετά την καταστροφή της Σμύρνης , μετατρέπει τον ελληνικό πολιτισμό σε βίωμα μνήμης και αίσθηση ζωής , υπογραμμίζεται με τη μεταφορά « να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή…» και τη μετωνυμία « από τα Κυριελέησον και τα Δόξα σοι…».

 Ο Χριστιανισμός , η Ορθοδοξία και το πάντρεμα της Θρησκείας με την Ιστορία , όπως βιώνεται από τον Ποιητή κι όπως ο Ποιητής επιθυμεί να γνωρίσει η Κόρη. 

 Κι αφού η Κόρη μάθει το συγκεκριμένο κομμάτι της ιστορίας του Μικρασιατικού ελληνισμού και της Ορθοδοξίας μέσα από εικόνες και συναισθήματα « να γυρίσεις πίσω » με τους ανέμους « λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε…». 

 Η Φύση , αρχή και τέλος , δάσκαλος και οδηγός της μαθητευόμενης Κόρης , εδώ με τη μορφή των ανέμων , θα τη φέρει πίσω στον Ποιητή αφού είδε , γνώρισε , έμαθε « κι όλα μαζί μια λύπη και μιαν ομορφιά ».

 Η επιστροφή της Κόρης από τα μικρασιατικά παράλια δίδεται μ’ ένα παιγνίδισμα στο ύφος , μια απλή τρυφεράδα όπως αρμόζει σ’ ένα δεκατριών χρονών κορίτσι. 

 Δ΄ ενότητα στίχοι 19 –23
« Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ »/ «… που θα ’θελα να σε υιοθετήσω …»είχε εκφράσει την επιθυμία του ο Ποιητής στο δεύτερο στίχο του κειμένου.

Αυτή η σχέση πατρότητας , που τέθηκε ευχετικά κυριάρχησε έως και το δέκατο όγδοο στίχο συμπληρωμένη από υποτακτικές , που δήλωναν τις επιθυμίες – προσδοκίες του Ποιητή για την Κόρη. « 
Για να σε κοιμηθώ παράνομα….» ( στίχος εικοστός ) 
Το ξάφνιασμα , η ανατροπή με τη δήλωση της ερωτικής επιθυμίας του Ποιητή

Αυτό το ξάφνιασμα έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή των ρόλων :
 ο Ποιητής γίνεται τώρα μαθητής της Κόρης με σκοπό τη Μύηση.

 « Βρίσκω βαθιά στην αγκαλιά σου » . Ο Ποιητής μαθητής πια ανακαλύπτει στην αγκαλιά της Κόρης « κομμάτια πέτρες »
Η « πέτρα » γνώριμο στοιχείο της ελληνικής φύσης και ιδιαίτερα του Αιγαιοπελαγίτικου τοπίου , σταθερή , άφθαρτη , με διάρκεια στο πέρασμα του χρόνου. 

Τα «κομμάτια», η ιδιότητα του κατακερματισμένου, του αποσπασματικού.

« Τα λόγια των Θεών » : η έκφραση συνειρμικά οδηγεί στη θρησκεία . 

Είτε ως λόγια – χρησμοί των αρχαίων θεοτήτων , είτε ως λόγια – λόγοι χριστιανικών λειτουργικών κειμένων. « Τα αποσπάσματα του Ηράκλειτου » : η φιλοσοφία του προσωκρατικού Ηράκλειτου , που στηρίχτηκε στη θεωρία ότι αρχή του κόσμου είναι η φωτιά και ότι η πραγματικότητα βρίσκεται σε διαδικασία συνεχούς μεταβολής εξαιτίας της αδιάκοπης πάλης μεταξύ αντιθετικών στοιχείων. 

Φιλοσοφική σκέψη στην οποία ο Ελύτης βρισκότανε πολύ κοντά.. 

 Ο μαθητευόμενος Ποιητής θα βρει στην αγκαλιά της Κόρης τις αιώνιες πνευματικές αρχές της Θρησκείας και της Φιλοσοφίας. 
Πρόκειται για μια πνευματική ερωτική αγκαλιά.

Η κορύφωση της μαθητείας μέσω του ερωτικού πνευματικού σμιξίματος Ποιητή και Κόρης. 

Κι αποτέλεσμα αυτού του σμιξίματος η ποιητική δημιουργία.

Και το ερώτημα τίθεται :
 Ποια είναι η « Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ ; »

 Σ ’ ένα πρώτο επίπεδο μια θαλασσινή οντότητα , μια κόρη της θάλασσας δεκατριών χρονών , που ο Ποιητής – πατέρας επιθυμεί να μαθητεύσει στη Φύση της Ιωνίας , της Μ. Ασίας , του Αιγαίου με τον ήλιο , τους ανέμους και στην Παράδοση αυτών των τόπων με τα « αγάλματα » , τα « Δόξα Σοι » και τα « Κυριελέησον ».
 Κι αφού η Κόρη μαθητεύσει στον ελληνικό Πολιτισμό του φωτός , της ελευθερίας της σκέψης , της Ορθοδοξίας , της παράδοσης , της πνευματικής αναζήτησης πραγματώνεται η ανατροπή και ο Ποιητής γίνεται πια ο μαθητής της Κόρης. 

 Με την ανατροπή περνάμε σ’ ένα δεύτερο επίπεδο , όπου η ποιητική ιδέα όπως ο Ποιητής την περιγράφει « - Πάρ’ τη λοιπόν κι έχε στο νου / πως θα ’σαι ο άντρας του ουρανού / Είπε . Και πριν βγάλω μιλιά / μού την καρφώνει στα μαλλιά .» , γεννιέται από το ερωτικό σμίξιμο της πνευματικής  Οδ. Ελύτη, « Μάγια », από « Τα ρω του Έρωτα », εκδ.Ύψιλον , Αθήνα 1986 , σελ.17 
 αναζήτησης και του δημιουργικού πάθους του Ποιητή. 

Η Κόρη σ’ αυτό το επίπεδο είναι η Ποίηση
Η γυναίκα – Ποίηση είναι μια μορφή τόπος στην ποίηση του Ελύτη.

« Αρχή του κόσμου πράσινη / κι αγάπη μου θαλασσινή την κλωστή σου λίγο λίγο / τραγουδώ και ξετυλίγω….» γράφει ο Ποιητής στα « Ρω του Έρωτα » και σημειώνει στα « Ανοιχτά Χαρτιά »: «…Γιατί γράφουμε ; Γιατί κάνουμε Ποίηση; Ρωτάω με τον ίδιο τρόπο που θα ρωτούσα : γιατί κάνουμε έρωτα ;…»

 Η ποίηση καρπός του έρωτα και ο ρόλος του Ποιητή 
Ο Ποιητής – εραστής της ποίησης θα ανακαλύψει το νόημα της , θα συλλάβει την ομορφιά του κόσμου και της δημιουργίας του μέσα από το σμίξιμό του μ’ αυτήν, «… λέξεις πρέπει να ’ρθουνε , μα πριν φτάσουν στην άκρη της πένας να μην είναι πια πέντε ή δέκα γράμματα μήτε κι άλλοι τόσοι ήχοι, μα τσαμπιά εικόνων , αρμαθιές αντικειμένων , δέσμες ιδιοτροπιών της μνήμης , λέξεις – πεταλούδες , λέξεις – ρουκέτες , λέξεις – χειροβομβίδες…»

 Τότε ο Ποιητής συνειδητοποιεί την αμφίδρομη σχέση δασκάλου – Ποιητή και μαθήτριας – Ποίησης , βιώνει το « πάθος να ξεγραφτούν όλα και να ξαναγραφτούν από την αρχή , να ’ναι ο έρωτας, έρωτας αληθινός κι ελεύθερος » και γράφει :

 « Γιατί η Ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος…»

  Ο Ποιητής συνδιαλέγεται με την Ποίηση χαμηλόφωνα , εξομολογητικά , συναισθηματικά φορτισμένος.

Στο διάλογο του χρησιμοποιεί λέξεις και φράσεις της καθημερινότητας π. χ. « Για να σε κοιμηθώ παράνομα …». Μ’ αυτό το απλό λεξιλόγιο

α) εκφράζει νοήματα υψηλά π. χ. « Να σε στείλω σχολείο στην Ιωνία / Να μάθεις μανταρίνι κι άψινθο…» , 

β) εκφράζει προσωπικά βιώματα , εντυπώσεις , διαθέσεις και τα υπογραμμίζει με έντονες εικόνες , που συνδέονται μεταξύ τους συνειρμικά. 

Οι εικόνες του Ελύτη δυναμικές και παραστατικές , αισθησιακές κυριαρχούν στο κείμενο. π χ. « Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ » ( οπτική ) , « να μάθεις μανταρίνι και άψινθο » (γεύση – όσφρηση ) , « από λόφο σε λόφο συνεννοούνται » ( οπτική – ακουστική ) , « που κρατούν τον αέρα σαν αγάλματα » ( υπερρεαλιστική – οπτική – απτική ), « να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή » ( υπερρεαλιστική – οπτική ).
 Αρκετές εικόνες δημιουργούν ατμόσφαιρα ονείρου και ονειρικούς συνειρμούς. 

 Η χρήση του β΄ προσώπου επιτείνει τη δραματικότητα και η αποστροφή « Μικρή Πράσινη Θάλασσα» δημιουργούν την ψευδαίσθηση του διαλόγου. 

 Ο στίχος είναι ελεύθερος. Δεν υπάρχει μέτρο , ομοιοκαταληξία , ορισμένος αριθμός συλλαβών ανά στίχο. Απουσιάζει η στίξη , εκτός από τη μοναδική τελεία στο τέλος , με αποτέλεσμα το ποίημα να γίνεται ευέλικτο στη σύνταξη και στην ανάγνωση. 

Το ποίημα δεν οργανώνεται σε στροφικά συστήματα με ορισμένη ομοιοκαταληξία αλλά η επανάληψη « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » λειτουργεί ως αρμός που συνέχει το ποίημα , καθώς η επανάληψή της ορίζει κάθε φορά την αρχή νέας ενότητας . 

 Στα πλούσια εκφραστικά μέσα συγκαταλέγονται
α) οι πρωτότυπες μεταφορές π . χ . « να γυρίσεις τον ήλιο » , « να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή » ,
 β) οι αντιθέσεις π. χ. « μανταρίνι και άψινθος »,
 γ) οι επαναλήψεις π. χ. « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » , « κομμάτια πέτρες » , 
δ) οι μετωνυμίες π. χ. « να μάθεις μανταρίνι κι άψινθο » και 
ε) το βασικό εκφραστικό μέσο η προσωποποίηση της θάλασσας , που διατρέχει όλο το κείμενο. 


 ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ 

 Η « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » είναι κείμενο αντιπροσωπευτικό του ποιητικού έργου του Ελύτη. Φως – Ήλιος , Θάλασσα , Αέρας , Κόρη , Αισθήσεις , Έρωτας κυριαρχούν ενώ διακρίνεται και η ποιητική κοσμολογία του ποιητή και η πίστη του στην προσωκρατική φιλοσοφική σκέψη.

Όλα δίδονται με τη συνειρμική διάρθρωση , με την κυριαρχία των αισθήσεων , με την πυκνή διαδοχή ιδεών, συναισθημάτων , με υπαινιγμούς , με την πολλαπλότητα των ερμηνειών , με τις εικόνες. 

Από τη μικρή ανθολογία του Οδ. Ελύτη , στη σειρά « Σύγχρονοι Ποιητές» , εκδ. Άκμων , Αθήνα 1979 , σελ.141. 9 Οδ Ελύτη « Ανοιχτά Χαρτιά » εκδ. Ίκαρος , Αθήνα 1987 , σελ.176.  Από τη μικρή ανθολογία του Οδ. Ελύτη , στη σειρά « Σύγχρονοι Ποιητές » , εκδ. Άκμων , Αθήνα 1979 , σελ.140.  Από τη μικρή ανθολογία του Οδ. Ελύτη , όπ. π. σελ.142. 

 ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

 Οδυσσέα Ελύτη : « Η Πορτοκαλένια » ( ενδεικτικά – κύρια σημεία )

Από την ποιητική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη « Ήλιος ο Πρώτος »και την ενότητα «Παραλλαγές πάνω σε μιαν αχτίδα » το ποίημα « Η Πορτοκαλένια », μπορεί να διαβαστεί παράλληλα με τη « Μικρή Πράσινη Θάλασσα».

 Εντοπίζουμε με την πρώτη ανάγνωση τις υπερρεαλιστικές εικόνες , τη μεγαλογράμματη γραφή στην αρχή του κάθε στίχου , τον ελεύθερο στίχο, τη μη ύπαρξη μέτρου, ομοιοκαταληξίας ,την απουσία της στίξης πλην της χρήσης του θαυμαστικού και της άνω και κάτω τελείας στους στίχους 3 ,10, 16, 20 και 3, 10 ,15 αντίστοιχα , τις επαναλήψεις π. χ. « μικρή Πορτοκαλένια », « έτσι καθώς », « σάστισαν πάνω » κ. ά., 
το βασικό εκφραστικό μέσο της προσωποποίησης της Πορτοκαλένιας , που στηρίζει το κείμενο, καθώς και άλλες προσωποποιήσεις που εντοπίζονται , τις μεταφορές π. χ. « αστράψανε χελιδονοουρές » κ. ά. , τις αντιθέσεις π. χ. « πάνω vs κάτω »κ. ά 

 Η Φύση κυριαρχεί στη συμπαντική της μορφή και οριοθετείται σ’ ένα πλαίσιο με κορυφή τον ήλιο και τους εφτά ουρανούς και βάση τα σκουληκάκια. 

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο και σε μια έξαρση υπερρεαλιστικών εικόνων συνυπάρχουν : χελιδονοουρές , πελαργοί , παγόνια , κλήματα , σκορπιοί , ερωδιοί , το νερό , ο καλός βοριάς , οι τριάντα δύο άνεμοι. 

 Όλα αυτά γύρω από την προσωποποιημένη κυρίαρχη μορφή του κειμένου , την Πορτοκαλένια – Κόρη.

Η Πορτοκαλένια μεθυσμένη από το ηλιόφως γέρνει το κεφάλι. 
Μια Κόρη ερωτική ,αφού όπως την ξέρει το φιλί. κανένας δεν την ξέρει μήτε ο ίδιος ο Δημιουργός Θεός , που γελαστός την παρουσιάζει γυμνή μπροστά στους ανέμους. 

Και είναι τούτη η Κόρη , που παρουσιάζεται από το Θεό Δημιουργό – Ποιητή , η Ποίηση , πορτοκαλένια , χρυσή , ηλιοφώτιστη, που γύρω της σαστίζει και μεθάει το σύμπαν κι εκείνη δέχεται τη διονυσιακή έξαρση της ζωής , έκφραση η ίδια της ζωής και του έρωτα.

Άγγελου Σικελιανού : « Αναδυομένη » ( ενδεικτικά – κύρια σημεία )

Ανήκει σε μια ομάδα ποιημάτων με το γενικό τίτλο « Αφροδίτης Ουρανίας » 
και δημοσιεύτηκε το 1915

 Ο Σικελιανός αναζωογόνησε κυριολεκτικά στην ποίησή του τον αρχαίο μύθο. 
Αναζήτησε τη δράση και τα πάθη των θεών για να τα μεταφέρει ακριβώς στην ανθρώπινη δράση και στα ανθρώπινα πάθη. « …Είδε τον μύθο ο Σικελιανός σαν ένα τρόπο έκφρασης ψυχικού περιεχομένου.
 Με τον μύθο επιδιώκει κάθε φορά να καταστήσει έμψυχο το άψυχο. 
Τον συσχετίζει το μύθο προς τη μεταφυσική και την ιστορία…»

Το κείμενο δομείται με μια σύνθεση παραστατικών εικόνων , όπου διακρίνονται τα στοιχεία της ελληνικής Φύσης : ήλιος , θάλασσα , το γαλάζιο του ουρανού , η γυναίκα  Αναδυομένη ,

που προβάλλει με τα λυτά μαλλιά της μέσα από τη θάλασσα την ώρα που ξεκινά η καινούρια μέρα και βρίσκεται μονομιάς « παραδομένη μες του ήλιου την αγκάλη.» 

Στην αρχή της μέρας και συνειρμικά στην αρχή της ζωής τοποθετεί ο ποιητής την ερωτική μορφή της Αναδυομένης , που παραδίδεται στο φωτοδότη της ζωής ήλιο. 

Μ’ ένα λόγο έντονα λυρικό η μορφή της Αναδυομένης παύει να είναι απλά εικονική και εξαίρεται η εσωτερική της λάμψη , « Μα  οι  

Η επιλογή των παράλληλων κειμένων πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή .

Να είναι επιλογή που να στηρίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια προκειμένου ν’ αποφεύγεται η σύγχυση ( και ως προς το περιεχόμενο και ως προς την τεχνική ) και κάποιες φορές η ισοπέδωση των κειμένων. 

 Στα επιλεγόμενα λογοτεχνικά αποσπάσματα θεωρώ ότι καλό θα ήταν να δίδονται στους μαθητές συγκεκριμένα « βοηθητικά » στοιχεία, προκειμένου να κατατάξουν το κείμενο 

. Αναφέρομαι κυρίως στις πανελλαδικές εξετάσεις και όταν το έργο που επιλέγεται ως παράλληλο κείμενο (αδίδακτο ) παρουσιάζει τέτοιου είδους δυσκολίες για τους εξεταζόμενους μαθητές.  

Θεόδωρου Ξύδη : Άγγελος Σικελιανός , εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1979 , σελ. 188. 

άξαφνες πνοές της γης , που μες στα στήθια μου χιμάν / κι ακέρια με κλονίζουν !…» , με αποτέλεσμα είδος και ήθος να σημαίνουν το ίδιο μέσα στην αυτοτέλεια του ποιήματος. 

 Ο ποιητής ανατρέχει στην ελληνική μυθολογία , «…Αύρες , τρεχάτε˙ ω Κυμοθόη , ω Γλαύκη˙ ελάτε, πιάστε μου / τα χέρια απ’ τη μασκάλη…» , για να θυμίσει : « … κάθε μετουσιωμένη ιδέα είναι το δέον μιας πράξεως…» και να υπογραμμίσει την αξία που εκφράζει όλο το ποίημα « την πληθωρική χαρά της ζωής ».

 Ζει ο ποιητής τη χαρά της ζωής μέσα από την ποίηση. 

 Η παράλληλη ανάγνωση με τη « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » του Ελύτη θέτει το ερώτημα : μήπως η Αναδυομένη είναι μια παράλληλη μορφή της ;

Μια άλλη παρουσία της Ποίησης ;

 Γεύεται ο Σικελιανός την ομορφιά του κόσμου μέσα από την ποιητική έμπνευση , που βιώνει τη στιγμή που αναδύεται η γυναίκα και μετουσιώνει την ιδέα της Ποίησης σε πράξη με το έργο του

 Το ποίημα διαφοροποιείται ως προς την τεχνική με πρώτη επισήμανση τη μετρική ομοιομορφία.
Οι στίχοι ιαμβικοί με βάση του 1ου και 3ου στίχου κάθε στροφής το 15σύλλαβο , με την ελευθερία ν’ απλωθεί σε 16σύλλαβο οξύτονο ή προπαροξύτονο ή και να χάσει μια συλλαβή και να γίνει 14σύλλαβος. Ο 2ος και 4ος στίχος είναι μικροί ιαμβικοί στίχοι που ομοιοκαταληκτούν.

Η « Αναδυομένη » ανήκει στην πρώτη ποίηση του Σικελιανού , την πλέον μουσική και συμμετρική ενώ η μεταγενέστερη είναι περισσότερο μεστή σε στοχασμό. Γιάννη Ρίτσου : « Προοπτική » ( ενδεικτικά – κύρια σημεία )
 Ανήκει στη συλλογή « Μαρτυρίες ». 

Η ποιητική ύλη του Γ. Ρίτσου στην «Προοπτική» στηρίζεται στο τρίπτυχο : Φύση – Παράδοση – Ποίηση. 
Το ελληνικό παρόν ξεκινά από το μακρινό παρελθόν αφού « τα σπίτια μας είναι χτισμένα πάνω σ’ άλλα σπίτια / ευθύγραμμα , μαρμάρινα, /κι εκείνα πάνω σ’ άλλα.
 Τα θεμέλια τους / κρατιούνται πάνω στα κεφάλια όρθιων αγαλμάτων / δίχως χέρια…» και μ’ αυτό τον τρόπο τα «μικρά , καπνισμένα καλύβια », που βρίσκονται « χαμηλά στον κάμπο , κάτω από τις ελιές » , και πάνω τους απλώνεται ένας « ουρανός τρομαχτικά γαλάζιος ή άσπρος », παίρνουν άλλη μορφή.

 Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός , μνήμη , βίωμα , σύντροφος πιστός του Έλληνα στην πορεία του « κι ένα άγαλμα , καμιά φορά , ακουμπά ελαφρά το χέρι του στον ώμο σου » , τον οδηγεί ψηλά , «θαρρείς πως μένεις στα ψηλά….». 

 Ο κάμπος με τις ελιές , ο γαλάζιος κι άσπρος ουρανός , ο αέρας συνθέτουν το ελληνικό τοπίο και μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον « ολόγυμνος , μονάχος » ο Έλληνας , διαμορφώνει την ιδιαιτερότητά του , χτίζει μια ακέραιη προσωπικότητα , μια ξεχωριστή πνευματικότητα , θέτει τις βάσεις της μελλοντικής του πορείας.

Την χρονική περίοδο 1957 – 1965 ο ποιητής , σύμφωνα με τον R Beaton , πάει πολύ πιο πέρα από τις « μαρτυρίες » της νικημένης αριστεράς και μέσα από τις « Μαρτυρίες » του , αποδεικνύει την επιρροή του από τον υπερρεαλισμό , ιδιαίτερα στην « αντιπαράθεση απροσδόκητων εικόνων και στη συγκρατημένη εσωτερικότητα » που διαφοροποιούν τα ποιήματά του από τα προηγούμενα. 

ΑΣΚΗΣΕΙΣ:

  1) Ποια στοιχεία υπερρεαλιστικής γραφής εντοπίζετε στη « Μικρή Πράσινη Θάλασσα » ;

 2) Ποια είναι η « Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ » και τι σχέση οικοδομεί ο Ποιητής μαζί της ; 

 3) Η προσέγγιση του κόσμου με τις αισθήσεις πραγματοποιείται μέσα στο ποίημα με ανάλογες εικόνες. 
Ποιες είναι αυτές; ( πρόκειται για τη 2η άσκηση , που προτείνει το σχολικό βιβλίο )

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ : 
1) Νεοελληνική Λογοτεχνία , Γ΄ Θεωρητικής ,βιβλίο του καθηγητή , Ο.Ε.Δ.Β. Αθήνα 2002,σελ.186 –191. 

2) Οδυσσέα Ελύτη , Ανοιχτά Χαρτιά , εκδ. Ίκαρος , Αθήνα 1987 , σελ.157 – 195
3) Οδυσσέας Ελύτης , μικρή ανθολογία στη σειρά Σύγχρονοι Ποιητές , εκδ. Άκμων , Αθήνα 1979 14 Θεόδωρου Ξύδη : όπ. π. σελ.197. 15 

Για τις ασκήσεις και τις εργασίες το βιβλίο του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας « Αξιολόγηση των μαθητών της Γ΄ Λυκείου στη Νεοελληνική Λογοτεχνία » ( Θεωρητική κατεύθυνση – τεύχη Α΄ πεζογραφία και Β΄ ποίηση ) προσφέρει ενδεικτικές και πολλές , οι οποίες καλύπτουν όλους τους τύπους ερωτήσεων και όλους τους τομείς : γραμματολογία , αφηγηματολογία , ύφος , γλώσσα , περιεχόμενο. 
 

4) M Vitti , Οδυσσέας Ελύτης , εκδ. Ερμής , Αθήνα 1986. 

5) Αν. Καραντώνη ,
 Για τον Οδυσσέα Ελύτη , εκδ. Παπαδήμα , Αθήνα 1980. 

6) Μ. Γ. Μερακλή , Δεκαπέντε ερμηνευτικές δοκιμές στον Οδυσσέα Ελύτη , εκδ. Πατάκη , Αθήνα 1984.
 
7) Δ. Ν. Μαρωνίτης , Όροι του λυρισμού στον Οδυσσέα Ελύτη, εκδ. Κέδρος , Αθήνα 1984. 

8) Εντ. Κήλυ , Μύθος και Φωνή στη σύγχρονη ελληνική ποίηση , εκδ. Στιγμή , Αθήνα 1987.
 
9) Π. Θασίτης , Επτά δοκίμια για την ποίηση , εκδ. Κέδρος , Αθήνα 1979. 

10) Αλ. Αργυρίου , Διαδοχικές αναγνώσεις Ελλήνων υπερρεαλιστών , εκδ. Γνώση , Αθήνα 1985. 

11) Λ. Ζωγράφου , Ο ηλιοπότης Ελύτης , εκδ. Αστέρι , Αθήνα 1980. Καλλιόπη Κωτσάκη



Mικρή πράσινη θάλασσα

Οδυσσέας Ελύτης, Μικρή Πράσινη Θάλασσα


Ανήκει στη συλλογή «Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά». Όλα τα ποιήματα αυτής της συλλογής γράφτηκαν τη διετία 1969-1970 στη Γαλλία και εκδόθηκαν το 1971 στην Ελλάδα.

Μορφή
αποτελείται από 23 στίχους. Ο πρώτος στίχος, από τον οποίο δανείζεται το ποίημα τον τίτλο του, επαναλαμβάνεται άλλες τρεις φορές (στ. 5, 12, 19) χωρίζοντας το ποίημα σε τέσσερα μέρη- ενότητες (1-4, 5-11, 12-18, 19-23).  Κάθε μέρος έχει περίπου τον ίδιο αριθμό στίχων(4,7,7,5), πράγμα που εξασφαλίζει έναν σταθερό ρυθμό στο ποίημα. Από τους 23 στίχους του ποιήματος, ένας μόνον, ο πρώτος, είναι γραμμένος σε ιαμβικό δεκατετρασύλλαβο μέτρο.

Στίχος 1: «Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ»: Ο στίχος αυτός Επαναλαμβάνεται τέσσερις φορές και αποτελεί τον άξονα του ποιήματος. Σ’  αυτόν ενώνονται η θάλασσα και η νιότη, τα δυο αιώνια στοιχεία του κόσμου, που υπήρχαν ανέκαθεν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν όσο υπάρχει ο κόσμος. Αιώνιο και ακατάλυτο στοιχείο του κόσμου είναι και η ποίηση, η διάσπαρτη παντού ομορφιά που δημιουργείται από την ένωση των πιο ανόμοιων μεταξύ τους πραγμάτων (αρμονία) και δημιουργεί τη γοητεία του κόσμου και της ζωής. Η ένωση- ταύτιση δυο εντελώς ανόμοιων πραγμάτων (θάλασσα- νιότη), οικείων και γοητευτικών, δημιουργεί ένα καινούργιο στιγμιαίο καθεστώς που δεν προϋπήρχε, δημιουργεί μια νέα οντότητα, μια νέα ύπαρξη, την ομορφιά του στίχου, την ποίηση.
Η θάλασσα είναι μικρή, μα υπάρχει εδώ και χιλιετηρίδες και φέρνει μέσα της αξίες του ελληνισμού. Η νιότη αποκτά έναν κατεξοχήν ερωτικό χαρακτήρα, αφού ενσαρκώνεται από το δεκατριάχρονο κορίτσι. Ταυτόχρονα, όμως, αυτή η πρόσκαιρη δεκατριάχρονη νιότη διαιωνίζεται, καθώς συσχετίζεται με τη θάλασσα. Από την πλευρά της η θάλασσα είναι ανεξάρτητη από το χωροχρόνο. Ενσαρκωμένη, όμως, από ένα δεκατριάχρονο κορίτσι γίνεται οικεία, στοργικά, τρυφερή, ερωτική. Με το μεταμορφωτικό αυτό μηχανισμό της ταύτισης ο Ελύτης επιτυγχάνει «ενεστωποιήσει» τη χρονική διάρκεια και να υπερβεί τη φθορά. Μια άποψη, λοιπόν, της ελυτικής υπερπραγματικότητας είναι αυτή που βρίσκεται μέσα στο Αιγαίο και που αποκαλύπτεται συνεχώς από την οργιάζουσα ποιητική αίσθηση, τόσο στις συγχρονικές όσο στις διαχρονικές της διαστάσεις…
Η υποτακτική και το μελλοντικό «θα ήθελα» δηλώνουν ότι όσο και αν η θάλασσα είναι για τους Έλληνες μια κεκτημένη πραγματικότητα, ένα καθημερινό βίωμα, παραμένει κάτι το ασύλληπτο, που δεν μπορεί να φθαρεί.

Στίχος 2. «Που θα ήθελα να σε υιοθετήσω»: Η έκφραση επιθυμίας δε σημαίνει ότι η επιθυμία θα πραγματοποιηθεί. Η υιοθεσία συνιστά πράξη αγάπης. Ο ποιητής, χάρη σε αυτήν την πράξη αγάπης, «υιοθετεί», παίρνει υπό την προστασία του κάτι που δεν του ανήκει, τη «μικρή πράσινη θάλασσα», την ίδια την ποίηση.
Στίχος 3: Η τρυφερότητα για την Ιωνία (ο ποιητής κατάγεται από τη Μυτιλήνη) που χάνεται στις προσωπικές μνήμες και στις μνήμες της φυλής, δεμένη με τόπους και ιστορίες, είναι βέβαια νοσταλγική, προξενεί άλγος, που συμπυκνώνεται ρυθμικά στην επωδική μελαγχολική επίκληση…

Στίχος 4: «Να μάθεις μανταρίνι και άψινθο»: Η βαθιά ανταπόκριση ανάμεσα  στον άνθρωπο και στη φύση φτάνει ως την πλήρη «ερωτική» ένωση και εκφράζει το ομοούσιο ανθρώπου –φύσης κάτω από κοινές κατηγορίες του κάλλους και του αγαθού…Η μεσογειακή ελληνική φύση είναι ο χώρος του κάλλους και της αρμονίας. Έτσι το κάλλος συλλαμβάνεται ως αισθητικό και ως ηθικό μέγεθος ταυτόχρονα και το θείο συλλαμβάνεται ομοειδές προς τη φύση και στοργικό προς τον άνθρωπο.

Η μαθητεία εξασφαλίζει ένα περιεχόμενο ζωής, υψηλές και σταθερές αξίες ζωής. Πρωταρχική τέτοια αξία είναι η σύνδεση της «μικρής πράσινης θάλασσας» (ποίησης) με την ιστορία και τη φύση. Η σύνδεση αυτή εξασφαλίζει την (ιστορική, εθνική) αυτογνωσία, ένα νόημα ζωής πέρα από την επιφάνεια των πραγμάτων. Η μαθητεία θα συμπληρωθεί χάρη στη σύνδεση με την παράδοση, τη χτεσινή, όπως και εκείνη της Ορθοδοξίας.

Στίχος 7: «Να γυρίσεις τον ήλιο και να ακούσεις»: Συστατική παράμετρος της αισιοδοξίας του Ελύτη είναι η βεβαιότητα της νίκης του καλού. Νίκη η οποία επιτυγχάνεται με σκληρούς αγώνες. Για να αποφασίσει, όμως, να αναλάβει κανείς αυτόν τον αγώνα, πρέπει να πιστεύει στο καλό και στην τελική του επικράτηση, να είναι δηλαδή αισιόδοξος.
Το γύρισμα του ήλιου είναι η επιστροφή του φωτός, η νίκη του φωτός επί του σκότους, η διάλυση του σκότους.

Στίχος 8: «Πώς η μοίρα ξεγίνεται και πώς»: Η μοίρα, στο έργο του Ελύτη είναι πραγματικά μια δύναμη, δεν είναι, όμως, έξω από τα σύνορα του φυσικού κόσμου, αλλά μια ενδοκοσμική δύναμη, που ανάλογα με τις ιστορικές συνθήκες μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Έτσι, δεν είναι ακαταμάχητη. Μπορούμε να αγωνιστούμε εναντίον της και να τη νικήσουμε.

Στίχοι 9-11: «και πώς\ Από λόφο σε λόφο συνεννοούνται\ Ακόμα οι μακρινοί μας συγγενείς\ που κρατούν τον αέρα σαν αγάλματα»: Μακρινοί συγγενείς δεν είναι οι ζωντανοί, αλλά οι νεκροί πρόγονοι- δημιουργοί αρχαίοι και νεότεροι: ποιητές, συγγραφείς, γλύπτες, ζωγράφοι, αρχιτέκτονες κτλ. Οι νεκροί συγγενείς αποτελούν «τα άνθη της αύριον», «την αδιάλειπτη συνέχιση της ζωής και μετά θάνατον…»


Στίχοι 13-14: « με τον άσπρο γιακά και την κορδέλα\ Να μπεις απ’  το παράθυρο στη Σμύρνη»: Η αναφορά της Σμύρνης σε συνδυασμό με την αναφορά της Ιωνίας μας οδηγεί στην ιστορία και τον πολιτισμό του μικρασιατικού ελληνισμού, που δε χάθηκε μετά την καταστροφή του 1922 και τον ξεριζωμό, αλλά επιβιώνει ως μνήμη και αίσθηση ζωής στις «αντιφεγγιές στην οροφή από τα Κυριελέησον και τα Δόξα Σοι»


Στίχοι 15-16: « Να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή \ από τα Κυριελέησον και τα Δόξα Σοι»: Ο Χριστιανισμός εισήγαγε μια αίσθηση αγιοσύνης στα συστατικά του ελυτικού σύμπαντος και στον ίδιο τον ποιητή. Η παρουσία του ιδιαίτερου λατρευτικού τυπικού της Ορθοδοξίας εξαγιάζει τον κόσμο των αισθήσεων και την πνευματική παρουσία των μακρινών- (αρχαίων) συγγενών- ομοτέχνων, ενώ δένει την ποίησή του με την παράδοση των άμεσων προγόνων του.

Στίχος 18: «κύμα το κύμα να γυρίσεις πίσω»:  Η αίσθηση του γυρισμού των πραγμάτων είναι οικεία για τον ποιητή, ίδια καθώς το κύμα της Ποίησης…

Στίχος 20: «Για να σε κοιμηθώ παράνομα»: Η σχέση της πατρότητας καταλήγει, περνώντας από τη μια παράσταση στην άλλη, σ΄ ένα σμίξιμο ερωτικό και πνευματικό μαζί (υπέρβαση της αγάπης, μεγαλύτερο πλάτος και βάθος της αίσθησης). Καταλήγει δηλαδή σε μια σχέση που είναι «παράνομη», μη σύμφωνη με κάποιο νόμο (όχι κοινωνικό). Ίσως επειδή παραβιάζει τη νομοτέλεια του ιστορικού χρόνου (κάνει ταυτόχρονα στιγμιαίο το  αιώνιο, και αιώνιο αυτό που είναι πρόσκαιρο, κι έτσι υπερβαίνει τη φθορά). Στο συγκινησιακό επίπεδο η ερωτική πράξη υποτάσσει στις επιταγές των αισθήσεων την ιστορία, μετατρέποντάς την από ξερή χρονολογική απαρίθμηση γεγονότων σε ερωτικό βίωμα».


Στίχοι 21-23: «Και να βρίσκω βαθιά στην αγκαλιά σου\ Κομμάτια πέτρες τα λόγια των θεών\ Κομμάτια πέτρες τα αποσπάσματα του Ηράκλειτου»:
Κομμάτια πέτρες: ελάχιστα υλικά στοιχεία, μέρη ενός όλου. Η αναφορά σε μέρη ύλης οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μαθητεία του θα στηριχτεί και πάλι στις αισθήσεις. Στους στίχους 22,23 υπάρχουν, εκτός από την ολοφάνερη μεταφορά της ποίησης που γίνεται γυναίκα, η επαναφορά (επανάληψη) της φράσης «κομμάτια πέτρες», η οποία αποτελεί παρομοίωση (τα λόγια των θεών και τα αποσπάσματα του Ηράκλειτου σαν κομμάτια πέτρες».

«Τα λόγια των Θεών» και «τ’  αποσπάσματα του Ηράκλειτου»: με τις δυο αυτές εκφράσεις επιστρέφει στην αρχική αφετηρία του ποιήματος, την Ιωνία. Η φράση «Τα λόγια των Θεών» θυμίζει την αρχή των ομηρικών επών, όπου ο ποιητής δεν είναι ο ίδιος που υμνεί τους ήρωές του, αλλά η Μούσα διά μέσου του ποιητή. Θα μπορούσαμε δηλαδή να πούμε ότι ο ποιητής «βρίσκει στην αγκαλιά της Ποίησης το ποίημα, ενώ είναι αυτός που «γράφει» το ποίημα ( ο ποιητής ως «δημιουργός» και ως «δημιούργημα» της Ποίησης- δηλαδή αντιμετωπίζεται το ποίημα σαν τον αρχαίο φιλόσοφο Ηράκλειτο: ως έκφανση μιας ολότητας)

Για τον Ηράκλειτο ποίηση σημαίνει δημιουργία, είναι το εσωτερικό κίνητρο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Στον ποιητή και στο στοχαστή ανήκει το έργο να αποκαλύψουν την ενότητα των αντιθέτων (όμορφο-άσχημο, καλό- κακό, ζωή- θάνατος…)

Με τις δυο αυτές εκφράσεις επιστρέφει στην ιωνική σκέψη, όπου η «εκπαίδευση» της «μικρής πράσινης θάλασσας» δεν περιλαμβάνει κανένα ορθολογιστικό στοιχείο. Στην Ιωνία η «μικρή πράσινη θάλασσα» διδάσκεται: την ηθική της φύσης, τη μαχητική και ανατρεπτική αισιοδοξία, την άρνηση του θανάτου και τη συνέχεια της ζωής, την ολοκλήρωση του ανθρώπου μέσω της αγάπης.
Με την επιστροφή στην Ιωνία επανέρχεται εκεί από όπου ξεκίνησε: από την παιδική- εκστατική αντίληψη του κόσμου, τον χώρο του θαυμαστού, καταλήγει μέσω της έλξης του αγνώστου, του θαύματος της «μικρής πράσινης θάλασσας», και πάλι στο  χώρο του θαυμαστού, στην ποιητική- διαισθητική αντίληψη. Το τέλος της διαδρομής είναι ανάλογο με την αφετηρία της.

Ερωτική σχέση με την ποίηση

Συναιρώντας την αιώνια νεότητα του παιδιού μ’  εκείνη της θάλασσας και δημιουργώντας μια νέα θαυμάσια ποιητική ύπαρξη, που πρώτα μαθητεύει και ύστερα γίνεται δασκάλα της ζωής και του σύμπαντος κόσμου, μπορούμε να πούμε ότι κατά πρώτο λόγο ο Ελύτης εκφράζει την πάγια και συνειδητή εναντίωσή του στην κοινή λογική των πραγμάτων.
Το δεύτερο στοιχείο, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκφράζει με αυτήν τη συναίρεση, είναι η βεβαιότητά του για τη διαδρομή αυτής της θαυμάσιας ποιητικής ύπαρξης. Αέναη και αγέραστη από την απώτατη αρχαιότητα μέχρι σήμερα υπάρχει πάντα γύρω μας ολοζώντανη, με την πρώτη φρεσκάδα της νιότης παντού: από τα πιο απλά πράγματα του φυσικού κόσμου, μέχρι τις πιο σύνθετες δημιουργίες. Μ΄ αυτήν την έννοια η  θαυμάσια ποιητική ύπαρξη της «μικρής πράσινης  θάλασσας» αποτελεί ένα μόνιμο αντιστάθμισμα του κακού και των τερατουργημάτων του. Αυτή η παιδούλα η ποίηση είναι η αιώνια αγαπημένη, το σύμβολο ενός έρωτα παντοτινά νεανικού.

Η θαλασσινή οντότητα της Κόρης\Ποίησης

Ο ποιητής επιλέγει να δώσει στην Κόρη\ Ποίηση οντότητα θαλασσινή, γιατί είναι η «αναδυόμενη θεά Αφροδίτη», η Αρετή- η οποία ταυτίζεται με την Ελλάδα και την Παρθένο Μαρία- η αποθέωση όλων των θαλασσινών κοριτσιών του ποιητή (η Μαρίνα των βράχων, η Ελένη, η Κοιμωμένη, η Εύα) που τώρα αναδύεται για να μετατρέψει το σκοτάδι σε φως, σ΄ έναν κόσμο που έχει σαπίσει από την άγνοια και όπου οι άνθρωποι έχουν ανεξήγητα «μεγαλουργήσει». Είναι η μυθική κοπέλα που ξαναπλάθει τα πράγματα σύμφωνα με τις επιθυμίες της καρδιάς της, κάνοντας το αόρατο ορατό, αποκαλύπτοντας τα το απόκρυφο μυστήριο των απλών πραγμάτων με μια αθωότητα ανάμικτων αισθημάτων, στα οποί είναι αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς το ιδεώδες από το πραγματικό. Είναι η ανατολή ενός καινούργιου λυρικού κόσμου, συνταυτισμένου με τις πιο καθάριες μορφές, με τα πιο αρχέτυπα σχήματα της ελληνικής φύσης, του ελληνικού αιγαιοπελαγίτικου τοπίου, όπου μια νεότητα πνέει και βασιλεύει.
Αυτή η νεότητα αντιστοιχεί με την αθανασία. Είναι μια «θάλασσα- θέληση ζωής», μια χαρά ηρεμίας και νιότης.


Η ηλικία της μικρής πράσινης θάλασσας

Είναι η «ποιητική ηλικία» του ‘μαθητή’ Οδυσσέα Ελύτη, όταν άρχισε να μαθητεύει στην ιωνική σκέψη, που τόσο πολύ τον είχε ελκύσει: να δεθεί με την παράδοση τόσο τη μακρινή όσο τη χτεσινή, των γονιών του, αλλά και τη; Ορθοδοξίας και της ελληνικής φύσης. Είναι η ηλικία της «γλαυκής θύμησης», όπου θάλασσα και γυναίκα ταυτίζονται μέσα στη φωτεινή διαύγεια του Αιγαίου. Ο ποιητής εξυμνεί την παιδική ηλικία, την «εξοχή της ανοιχτής καρδιάς», που κατοίκησε αυτό το ονειρικό τοπίο με τους γλυκούς ρεμβασμούς του Αιγαίου, φτάνοντας στην αποθέωση του Έρωτα. Η ηλικία της μικρής πράσινης θάλασσας είναι ένας χώρος φωτεινός και πνευματικός, είναι η ηλικία «του φωτός και της ελπίδας».


Η ερωτική σχέση του Ελύτη με την ποίηση

Ο ποιητής οικοδομεί μια ερωτική σχέση με την ποίηση, γιατί η Κόρη\ Ποίηση τον οδηγεί προς την ερωτική βίωση της μακρόχρονης ελληνικής παράδοσης. Και αυτή η βίωση γίνεται όταν ο «μαθητής» ποιητής «ενηλικιώνεται» και «μέσα από τη μυητική διαδικασία του έρωτα, θα μπορέσει να ψηλαφίσει και να μάθει τα όσα ελάχιστα έχουν φτάσει ως αυτόν»
Μέσω,  λοιπόν, της ερωτικής αυτής διαδικασίας η πραγματικότητα γίνεται μύθος. Ο ποιητής, οικοδομώντας αυτήν την ερωτική σχέση με την ποίηση, νιώθει την ανάγκη να κατακτήσει το χώρο αυτό της μαγείας που αναδύθηκε μέσα από τα έμφυτα λυρικά του ξεσπάσματα, να τον ερευνήσει, να τον χρωματίσει ψυχολογικά, κατευθύνοντας τη μνήμη του, αυτό το «εν  εγρηγόρσει όνειρό» του στους πρώτους καιρούς των παιδικών χρόνων του, τότε που ο κόσμος, και χωρίς την επενέργεια της ποίησης, φαίνεται ακόμα πιο μαγικός στα μάτια μας. Έτσι το παρελθόν είναι μια κατάσταση που υπάρχει αυτή τη στιγμή και αυτό το κράμα του χρόνου αντιστοιχεί με μια εκδοχή αιωνιότητας. Έτσι η «ερωτική ποίηση» του Ελύτη δε φοβάται τη φθορά του χρόνου, βάζει κάποια άλλη τάξη στα πράγματα του χρόνου και τελικά μας συμφιλιώνει με αυτά.

Εικόνες


Το ποίημα είναι μια απέραντη συναρμολόγηση εικόνων, όχι απλώς συμβόλων (με τον ήλιο ο ποιητής εξορκίζει το κακό από τον κόσμο και αποτελεί το σημείο εκείνο που στο εξαγνιστικό του φως γεννιέται και αποκαλύπτεται η δικαιοσύνη, ο συμβολισμός της μικρής πράσινης θάλασσας), εικόνων- πραγματικοτήτων ποτ εξασκούν μια ισχυρότατη ποιητική έλξη, μια μαγεία ανεπανάληπτη. Ο Ελύτης με μία νέα ελληνική γλώσσα, δροσερή, παρθενική, ενάερη, μιλάει ρυθμικά και μαγικά για ένα σωρό πράγματ δικά μας, που τα είχαμε ξεχάσει, επειδή χρόνια ολόκληρα τα είχε λησμονήσει η ποίηση.
 

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2004 
ΩΘΗΣΗ 
Β’ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 
ΘΕΜΑ 

 Κάποια από τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Οδ. Ελύτη είναι:
 η ποιητική προσέγγιση του κόσµου µε τις αισθήσεις, 
η αναφορά στην ιστορική ελληνική παράδοση, 
η αναφορά στην θρησκεία, η σχέση µε την ελληνική φύση,
 το µυστήριο του φωτός. 

Να γράψετε ένα (1) παράδειγµα µέσα από το ποίηµα για καθένα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά
                                                                                Μονάδες 15


 AΠΑΝΤΗΣΗ 

Τα συγκεκριµένα χαρακτηριστικά της ποίησης του Ελύτη εντοπίζονται στα εξής σηµεία του ποιήµατος:
 
α) Η ποιητική προσέγγιση του κόσµου µέσα από τις αισθήσεις 
στους στίχους 3-4, όπου η φοίτηση της κόρης στο σχολείο της Ιωνίας θα τη βοηθήσει να διδαχθεί τη γραµµατική των αισθήσεων (χρήση µεταφορών: µανταρίνι, άψινθος) και να αποφοιτήσει µε τη φαιά ουσία του µανταρινιού και το κιτρικό οξύ, δηλαδή την σπιρτάδα και την επαναστατικότητα της ιωνικής σκέψης.

β) Η αναφορά στην ελληνική παράδοση σε πολλά σηµεία του ποιήµατος όπως στο στίχο 3 στον οποίο η αναφορά στην Ιωνία παραπέµπει στην επαφή µε την κλασσική αρχαιότητα και την παράδοση του απώτερου παρελθόντος, στους στίχους 8- 11 στους οποίους η αναφορά στους µακρινούς συγγενείς παραπέµπει στην επιβίωση των µνηµείων της προγονικής τέχνης άρα στη µακραίωνη ελληνική παράδοση και τον απόηχό της στο παρόν ενώ τέλος στον στίχο 14 η αναφορά στη Σµύρνη που συνδέεται µε το πρόσφατο πολιτισµικό παρελθόν και τη διεκδίκηση ενός χαµένου πολιτιστικού κέντρου που επιβιώνει και ως µνήµη και ως αίσθηση ζωής

γ) Η αναφορά στη θρησκεία στους στίχους 15-16 που παραπέµπουν στο στοιχείο της ορθοδοξίας ως στοιχείο συνδετικό των Ελλήνων και συστατικό της ελληνικής παράδοσης µέσα από δύο έντονες χαρακτηριστικές εικόνες που εξυψώνουν την αξία της ορθόδοξης θρησκείας.

 δ) Η σχέση µε την ελληνική φύση στους στίχους 17-18 µε ειδικότερη αναφορά στο θαλασσινό τοπίο ως επίσης συστατικό του ελληνικού πολιτισµού και µε σαφή διάθεση να σηµατοδοτείται η θάλασσα του Αιγαίου, κορυφαίο µοτίβο της ποίησης του Ελύτη. 

ε) Το µυστήριο του φωτός στους στίχους 5-6 µέσα από τη µύηση σ’ αυτό και την κατανόηση της µεταφυσικής του Ήλιου, ο οποίος 
αφενός θεωρείται πηγή ζωής που ενώνει τα στοιχεία της φύσης, 
αφετέρου αντίδοτο κατά της φθοράς που δίνει ελπίδα στην ανθρώπινη ζωή και δηµιουργεί µια ονειρική πραγµατικότητα, η οποία απολυτρώνει από τα δεσµά της φθαρτότητας, της πεζότητας και της καταπίεσης χαρίζοντας ψυχική ανάταση και ευφορία. 

ΘΕΜΑ 
Εξετάζοντας την ποιητική γραφή του Οδ. Ελύτη στη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα», να εντοπίσετε και να γράψετε τέσσερα (4) υπερρεαλιστικά στοιχεία που υπάρχουν στο ποίηµα και ένα αντίστοιχο παράδειγµα µέσα από το κείµενο για το καθένα από αυτά. 

                                                                             Μονάδες 20 

ΑΠΑΝΤΗΣΗ 

Στο ποίηµα είναι δυνατόν να ανιχνευθούν πολλά υπερρεαλιστικά στοιχεία τόσο σε επίπεδο περιεχοµένου όσο και σε επίπεδο µορφής: 

1) Παρατηρείται αφθονία συνειρµών: οι αναφορές στη Θάλασσα και στην Ιωνία/Σµύρνη ανακαλούν συνειρµικά γνώσεις, συναισθήµατα και αισθήσεις. 

Παράλληλα, η χαλαρή νοηµατική αλληλουχία και δοµή εξισορροπείται από την επανάληψη της επωδού (ποικιλία θεµατικών µοτίβων που δε συνδέονται άµεσα, αβίαστα, συνιστούν, ωστόσο ένα πλέγµα αναφορών στο απώτερο και πρόσφατο παρελθόν της ελληνικής παράδοσης: η γραµµατική των αισθήσεων, η κατάκτηση του υπερβατικού νόµου του Σύµπαντος, ο αρχαϊκός πολιτισµός, οι ψαλµωδίες, η ερωτική / πνευµατική συνουσία).

 Ο στίχος αυτός, καθώς επαναλαµβάνεται, αναδεικνύεται στο νοηµατικό και δοµικό κέντρο του ποιήµατος, που επιτρέπει την αβίαστη µέθεξη του αναγνώστη και προσδίδει συνοχή και συνεκτικότητα.
 Η επαναφορά του συγκεκριµένου στίχου 4 φορές συνυποδηλώνει µιαν απεγνωσµένη επίκληση για ό,τι παραµένει µεγάλη επιθυµία, πόθος διακαής, ωστόσο ανεπίτευκτος.

 2) Υπάρχει συµβολιστική χρήση λέξεων από τη συµβατική, καθηµερινή γλώσσα: για παράδειγµα, η θάλασσα παραπέµπει στην ποίηση και την παράδοση συµβολίζοντας παράλληλα την αγνότητα και την οµορφιά µέσου του µηχανισµού ταύτισης µε την κόρη, το µανταρίνι και ο άψινθος συνιστούν σύµβολα ηδονής και παραγωγικότητας. 


3) Ένα άλλο υπερρεαλιστικό στοιχείο είναι η αναφορά σε εικόνες που συνήθως αισθητοποιούν την προσέγγιση του κόσµου, και δη του φυσικού κόσµου, µέσω των αισθήσεων: την όσφρηση (στίχος 4), τη γεύση (στίχος 4), την όραση (στίχοι 6 – 7), την ακοή (στίχοι 7 – 8), την αφή (στίχος 11). 

Παράλληλα οι αισθήσεις προωθούν την πρόσβαση σε έναν κόσµο υπερβατικό, την υπερπραγµατικότητα των υπερρεαλιστών, όπου κυριαρχεί η φαντασία, το όνειρο, έτσι ώστε το άτοµο να απελευθερωθεί από καταπιεστικές δεσµεύσεις.
Τέτοιες εικόνες είναι συνήθως ασαφείς ως προς το περίγραµµά τους (Να µου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή).


 4) Απαντούν πολλά στοιχεία που συµβάλλουν στη µορφική απορρύθµιση του ποιήµατος: απουσία σηµείων στίξης και αποκλειστική χρήση της κεφαλαιογράµµατης γραφής στην αρχή των στίχων, καθώς και ο ελεύθερος στίχος, δηλαδή χωρίς µέτρο, µε ανισοσυλλαβία, µε ανοµοιοκαταληξία, σε ένα ενιαίο, συνεχές, αδιάσπαστο και συµπαγές σύνολο στίχων.

Η ποιητικότητα στηρίζεται κυρίως στην εκφραστική τόλµη, δηλαδή στο συνδυασµό λέξεων ασύµβατων µεταξύ  τους (πβ. τη θάλασσα που αποκτά ανθρώπινες ιδιότητες και µε την οποία ο ποιητής αναπτύσσει αρχικά µια σχέση πατρότητας και στη συνέχεια µια σχέση ερωτική). 


5) Ο τίτλος που αξιοποιείται µέσα στο ποίηµα ως επωδός αποτελεί ένα έξοχο παράδειγµα αναίρεσης των αντιφάσεων σύµφωνα µε τις θεωρίες του υπερρεαλισµού, όπως αυτός είναι δυνατό να ερµηνευτεί τόσο από τη σκοπιά της θάλασσας όσο και από τη σκοπιά ενός νεαρού κοριτσιού ή γενικότερα της νιότης.
Η θάλασσα, ενώ είναι απέραντη και προαιώνια, συσχετιζόµενη µε την κόρη γίνεται οικεία, στοργική, τρυφερή και ερωτική. 
Από την άλλη, καθώς λόγω του υγρού της χαρακτήρα παραπέµπει στο αενάως µεταβαλλόµενο, µέσω του µηχανισµού ταύτισης, συµβάλλει στην αποβολή από µέρους της κόρης του εγγενούς στοιχείου της φθοράς και της θνητότητας και στη µετάδοση διαχρονικότητας. 

6) Κατ’ αντίθεση προς την τακτική των Ευρωπαίων υπερρεαλιστών ο ποιητής δεν απορρίπτει, αλλά αξιοποιεί τα ζωντανά και λειτουργικά στοιχεία της παράδοσης ανακαινίζοντας και αναβαπτίζοντάς τα µε έναν σύγχρονο τρόπο γραφής. 

7) Η χρήση του µηχανισµού ταύτισης (θάλασσα=κορίτσι) και όχι κάποιου άλλου παραδοσιακού µέσου, όπως είναι η παροµοίωση, βοηθά τον ποιητή να υπερβεί κλασικά, ορθολογιστικά σχήµατα εισάγοντας το στοιχείο της έκπληξης και ενεργοποιώντας το συναίσθηµα του αναγνώστη στη θέση της λογικής. 
Κατ’ αυτόν τον τρόπο αναδεικνύεται άριστα η ειλικρίνεια (ενώ µε το «σαν», για παράδειγµα, συγκρίνουµε πράγµατα ανόµοια, τα οποία υποκρινόµαστε ότι ταυτίζονται) και η ελευθερία της σύγχρονης υπερρεαλιστικής ποίησης. 

ΘΕΜΑ 3

 «Τα χαρακτηριστικά που έχουν οι Κόρες είναι όµοια µε του ποιητικού έργου του Ελύτη. η οµορφιά, η δροσιά και η αθωότητα, που πηγάζουν από τη νιότη τους, ο έρωτας που δωρίζουν, οι θαυµάσιες – µε τη σηµασία του θαύµατος – και µαγικές δυνάµεις που έχουν και που ασκούν ευεργετικά για όσους είναι έτοιµοι να τις δεχτούν, κυρίως για τον ποιητή».
 
(Στέφανος Διαλησµάς, «Η Ποίηση και ο ποιητής στον Ελύτη», Π.Ε.Φ., Σεµινάριο 23, Οδυσσέας Ελύτης, Αθήνα 1997, σελ. 83).

 Να δείξετε τεκµηριωµένα µε αναφορά στο ποίηµα ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι αντιπροσωπευτικά και για την Κόρη / Ποίηση στη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα». 
                                                              Μονάδες 20
 ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Στη ρήση του Διαλησµά ανιχνεύονται ορισµένα χαρακτηριστικά της Κόρης/ Ποίησης, όπως αυτή τα ενσαρκώνει στη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα»:

 α) Γίνεται αναφορά στην οµορφιά, τη δροσιά και την αθωότητα που πηγάζει από τη νιότη της:
 Πράγµατι, η Κόρη είναι «δεκατριώ χρονώ», ηλικία η οποία σηµατοδοτεί την έναρξη της εφηβείας, της εποχής δηλαδή κατά την οποία είναι έτοιµη να εγκαταλείψει την αγνότητα, την απειρία, την άγνοια και την αµεριµνησία της παιδικής ηλικίας και να µυηθεί αντίστοιχα στον έρωτα και στη γνώση. 

Μάλιστα, ο στίχος 13 («Με τον άσπρο γιακά καί την κορδέλα») παραπέµπει σε µια µαθήτρια: ειδικότερα, το άσπρο χρώµα συνάδει προς την αγνότητα/ αθωότητα αυτής.

 Επιπροσθέτως, το επίθετο πράσινη στον τίτλο αναδεικνύει το χρώµα του άγουρου καρπού και κερδίζοντας ένα ανθρώπινο αντίκρισµα παραπέµπει στην ανώριµη ακόµη και ανήλικη κοπέλα, σε απόλυτη αντιστοιχία µε το επίθετο µικρή (=σε νεανική ηλικία και φρέσκια).
 Κατά συνέπεια, η Κόρη µε τη θαλασσινή οντότητα συµβολίζει την αγνότητα και την οµορφιά, αξίες που ενσαρκώνει η ίδια η ποιητική τέχνη.

β) Η σχέση που διαµορφώνεται ανάµεσα στον ποιητή και την κόρη έχει ερωτικό χαρακτήρα, στοιχείο που ξαφνιάζει τον αναγνώστη, καθώς αντιβαίνει στη διαφορά της ηλικίας µεταξύ τους και στη σύµβαση της υιοθεσίας, ανάληψης κηδεµονίας/ καθοδήγησης. 

Βέβαια, αφού η κόρη καλείται να έρθει σε επαφή µε την παράδοση, τόσο την απώτερη όσο και την πρόσφατη, η ερωτική σχέση ανάµεσα στον ποιητή και την παιδούλα εξυπονοεί µια συνουσία βαθύτερα πνευµατική, από αυτές που ανανεώνουν την Ελλάδα αναζωογονώντας τη φύση της µε το σπέρµα του πνεύµατος. 

Εποµένως, σε συγκινησιακό επίπεδο η ερωτική πράξη, δηλωµένη, εκπεφρασµένη ποιητικά όχι µόνο ως ένωση πνευµατική µε την ώριµη γνώση των προγόνων αλλά και ως ένωση ερωτική, ως συνουσία σωµάτων, υποτάσσει την ιστορία στις επιταγές των αισθήσεων, µετατρέποντάς την έτσι από µία ξερή χρονολογική απαρίθµηση των γεγονότων (αρχαϊκή περίοδος, βυζαντινά χρόνια, µεσοπόλεµος) σε ένα ερωτικό βίωµα, σε µια εµπειρία που συνταράσσει, συγκινεί, εκστασιάζει τον δηµιουργό.


 γ) Τέλος, γίνεται λόγος για τις µαγικές δυνάµεις / ιδιότητες που διαθέτει η Κόρη και που µέσω ενός θαύµατος που συντελείται, τις δωρίζει στον ποιητή. 

Πράγµατι, η κοπέλα συνιστά µια «επιφάνεια» δηλαδή προσωποποίηση της Ποίησης, που επιφαίνεται για να ενισχύσει τον ποιητή στις δύσκολες στιγµές του. 
Μπροστά στα µάτια του αναγνώστη, λοιπόν, πραγµατοποιείται ένα θαύµα, στο στίχο 6, σε ένα χώρο σηµαδιακό (στην άκρη της στεριάς και της θάλασσας και σε µια ώρα σηµαδιακή όταν ο ήλιος χωρίζει τη µέρα στα δύο και καταυγάζει τα πάντα σωστά). 

Ο ποιητής στέλνει την κόρη να µυηθεί στο µυστήριο του φωτός, να κατανοήσει τη µεταφυσική του ήλιου και τον υπερβατικό νόµο του Σύµπαντος παραβιάζοντας τη νοµοτέλεια του ιστορικού χρόνου και ερχόµενη σε επαφή µε το πολιτισµικό παρελθόν (στίχος 6 – 7),τόσο το απώτερο (στίχοι 3, 10–11, 16, 22, 23) όσο και το πρόσφατο (στίχος 14) 

Πιο συγκεκριµένα, την καλεί να «ξηλώσει» τη µοίρα («πώς η µοίρα ξεγίνεται», στίχος 8), καθώς ο ιδιος ο ποιητής επιθυµεί την ακύρωσή της (κίνητρα: ο πόνος για την απώλεια, της Σµύρνης και η σύγχρονη πνευµατική παρακµή). Η θαυµατουργική δράση της κόρης επανέρχεται στο στίχο 15: 
Ο ποιητής ζητά από την κόρη να του αντιγράψει µόνο την αντιφεγγιά δηλώνοντας έτσι τη δυσκολία του να υπερβεί τα ανθρώπινα όριά του και να εισέλθει στον ιδανικό, θεϊκό κόσµο.

 Το θαύµα ολοκληρώνεται στους στίχους 20 -21 όπου µε µία αντιστροφή των πραγµάτων µαθητής γίνεται ο ίδιος ο ποιητής, ο οποίος µέσα από τη µυητική διαδικασία του έρωτα θα ψηλαφίσει και θα µάθει τα όσα ελάχιστα έχουν φτάσει ως αυτόν, θα γίνει ο ίδιος πλέον φορέας της πλούσιας ελληνικής παράδοσης, την οποία θα προσπαθήσει να εξυµνήσει µέσα από την Τέχνη του. 
Αναδεικνύεται, λοιπόν, µε άριστο τρόπο η διαλεκτική σχέση Ποίησης – Παράδοσης.

 ΘΕΜΑ 4
 Να σχολιάσετε σε δύο παραγράφους (130-150 λέξεις) το περιεχόµενο των στίχων (12-18) («Μικρή πράσινη θάλασσα ... νά γυρίσεις πίσω»). 
                                                                       Μονάδες 25 

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
 
     Στους στίχους 12 – 18 γίνεται αναφορά στην ιωνική παράδοση, όπως επιβιώνει στην παιδική ποιητική µνήµη, την ορθοδοξία και το θαλασσινό τοπίο ως αναπόσπαστα συστατικά στοιχεία της ελληνικής παράδοσης. Ο στίχος «Με τον άσπρο γιακά και την κορδέλα» δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να θεωρηθεί αποκλειστικό διακριτικό ενός µικρού κοριτσιού, αλλά κι ενός νεαρού γόνου αθηναϊκής αστικής οικογένειας, όπως δηλαδή ήταν ο ποιητής στα παιδικά του χρόνια (αυτοβιογραφική αναφορά). Το άσπρο χρώµα συνάδει φυσικά προς την αγνότητα της Κόρης και µεταδίδει µε έναν τόνο νοσταλγικό την ατµόσφαιρα µιας άλλης εποχής, συνυφασµένης µε την παιδικότητα και την αθωότητα. Στη συνέχεια ο ποιητής καλεί τη νεαρή κοπέλα να µπει από το παράθυρο, δηλαδή κρυφά, χωρίς να γίνει αντιληπτή, γιατί, αν ο στίχος ερµηνευτεί στην κυριολεξία του, η σύναψη µιας ερωτικής σχέσης δεν επιτρέπεται ούτε από τις κοινωνικές συµβάσεις (η ανήλικη µαθήτρια που δηµιουργεί ερωτικό δεσµό µε τον δάσκαλο και καθοδηγητή της). Έµφαση βέβαια πρέπει να δοθεί στις συνυποδηλωτική ερµηνεία του στίχου, καθώς η διεκδίκηση ενός χαµένου πια ελληνικού πολιτιστικού κέντρου (από το 1922) δεν συµβιβάζεται µε τις πολιτικές συµβάσεις. Ωστόσο, και µετά τη µικρασιατική καταστροφή ο ελληνικός πολιτισµός δεν παύει να επιβιώνει ως µνήµη και ως αίσθηση ζωής, γι’ αυτό άλλωστε και ο ποιητής αισθάνεται υποχρέωση να µεταφέρει στο κορίτσι τα διδάγµατα/τις αρχές του πρόσφατου πολιτισµικού παρελθόντος, έστω κι από το παράθυρο.

    Στη συνέχεια (στίχοι 15-16) ο Ελύτης παρακινεί το κορίτσι να γευτεί τη βυζαντινή παράδοση, τις θρησκευτικές αρχές της Ορθοδοξίας. Τα Κυριελέησον και τα Δόξα σοι παραπέµπουν στις βυζαντινές δοξολογίες και τους λατρευτικούς ύµνους που συντάχθηκαν από πρωτοπόρους µελωδούς εκφράζοντας το λαϊκό συναίσθηµα. Στο στίχο 15 αξιοσηµείωτη είναι η χρήση του ρήµατος ν’ αντιγράψεις που φέρνει τον αναγνώστη µπροστά στο κρυφοκοίταγµα ενός παραδείσου. Η αντιγραφή ειδικότερα από την οροφή υποδηλώνει το καλό, κάτι που έρχεται από ψηλά, από τον ουρανό, από τον παράδεισο, από τον ιδανικό κόσµο. Ο ποιητής µάλιστα ζητά από την κόρη να του αντιγράψει µόνο την αντιφεγγιά δηλώνοντας έτσι τη δυσκολία του να υπερβεί τα ανθρώπινα όριά του και να εισέλθει στον ιδανικό, θεϊκό κόσµο. Τέλος, η αναφορά στην ελληνική φύση, και ειδικότερα στο θαλασσινό τοπίο, που έπεται ολοκληρώνοντας τη µαθητεία της Κόρης, αφήνει µια αίσθηση ελαφρότητας, όπως όταν φυσά στο πρόσωπο ο αέρας µε µειωµένη ένταση (λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε) ή όταν ρεµβάζει κανείς υπό τον ήχο του παφλασµού των κυµάτων (Κύµα το κύµα), κι όσο κι αν η ιταλικής προέλευσης ονοµασία του ανέµου παραπέµπει στο Ιόνιο, το νοηµατικό της περιεχόµενο (άνεµος ανατολικός) οριοθετεί για µια ακόµη φορά τη θάλασσα του Αιγαίου και τις µικρασιατικές ακτές. Οι άνεµοι εδώ παίζουν το ρόλο των αγγελιοφόρων που βοηθούν τη θάλασσα να πάει και να µάθει, να γυρίσει, να αντιγράψει και να ’ρθει. Αυτή, λοιπόν, η κίνηση, που υποβοηθείται από τον ευνοϊκό άνεµο, γίνεται σιγά-σιγά, βήµα-βήµα, από τη µια όχθη της ελληνικής γης στην άλλη, απέναντι, όπου ο ελληνισµός, πέρα από τα συµβατικά του σύνορα, έχει την καταγωγή και τις ρίζες του. 

ΘΕΜΑ5

 Να συγκρίνετε τη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα» του Οδ. Ελύτη µε το παρακάτω απόσπασµα από την «Κυρά των Αµπελιών» του Γ. Ρίτσου ως προς το περιεχόµενο παρουσιάζοντας τα κοινά τους στοιχεία.

                                Μονάδες 20 

Γιάννης Ρίτσος, «Η Κυρά των Αµπελιών» (απόσπασµα). 
XI
 «Κυρά, Κυρά, θαλασσινή και στεριανή µε τα λουλουδιασµένα µάγουλα σφίγγοντας µες στο µπούστο σου την κάψα του Αλωνάρη πότε κρατώντας στην ποδιά σου ένα καράβι – µικροκάραβο πότε σαν Παναγιά Αιγιοπελαγίτισσα ντυµένη µ’ ένα δίχτυ να κουβαλάς το σούρπωµα στην κεφαλή σου το πανέρι µε τα ψάρια πότε ντυµένη µ’ αµπελόφυλλα, κυνηγηµένη απ’ του ήλιου τις χρυσόµυγες πάνου στ’ αλώνια ανάβοντας το φίληµα στα λουλουδάκια της µηλιάς µπατσίζοντας τις λυγαριές µε τον αγέρα της τρεχάλας σου. Μηλί – βάϊ βάϊ – µηλί – µηλίτσα της ανηφοριάς Πώς σου τριανταφυλλίσανε τα µήλα της αγάπης;»

 (Γιάννης Ρίτσος, «Η Κυρά των Αµπελιών», εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1979) 


ΑΠΑΝΤΗΣΗ 

Τα δύο ποιήµατα των κορυφαίων Ελλήνων ποιητών παρουσιάζουν πολλαπλές οµοιότητες ως προς το περιεχόµενό τους, δηλαδή τα θεµατικά µοτίβα που έχουν επιλεγεί στα δύο αναπτύγµατα. 
Αρχικά, κυρίαρχο κοινό θεµατικό µοτίβο συνιστά η επιλογή και από τους δύο ποιητές ενός γυναικείου χαρακτήρα µε θαλασσινή οντότητα και προέλευση, δηλαδή στον Ελύτη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ», στο Ρίτσο «Κυρά Κυρά θαλασσινή». 
Συγχρόνως, η θάλασσα και στα δύο, παραπέµπει στο Αιγαίο Πέλαγος (Ρίτσος «Αιγαιοπελαγίτισσα» - Ελύτης: συγκεκριµένες γεωγραφικές αναφορές στους στίχους 3 και 14, δηλαδή «Ιωνία» και «Σµύρνη» καθώς και πνευµατικές στο στίχο 23:«Ηράκλειτου»). 
Παράλληλα, το επίθετο «πράσινη» στον Ελύτη και το επίθετο «στεριανή» στο Ρίτσο παραπέµπουν σε συνταίριασµα της στεριάς µε την θάλασσα. 
Στη συνέχεια, κοινό µοτίβο αποτελεί η αναφορά στην Ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση στον µεν Ελύτη µέσω των στίχων 15-16 αντίστοιχα στον Ρίτσο, µε την αναφορά στην «Παναγία Αιγαιοπελαγίτισσα».
 Επιπροσθέτως, συνιστά κοινό θέµα η διάσπαρτη αξιοποίηση στοιχείων του ελληνικού φυσικού τοπίου στον µεν Ελύτη στο στίχο 7 «ο ήλιος», στίχοι 17-18 «ο βοριάς, ο Λεβάντες», η θάλασσα στην επωδό και η στεριά στον τίτλο και στον στίχο 4. ενώ αντίστοιχα στον Ρίτσο «του ήλιου», «τον αγέρα», «στεριανή», «µηλιάς», «δίχτυ, «θαλασσινή», «ψάρια» . 
Τέλος, εξυµνούνται και στα δύο ποιήµατα οι χαρές του Έρωτα και της αγάπης (Ελύτης: στίχοι 20 -21 και Ρίτσος: στον τελευταίο στίχο «τα µήλα της αγάπης») µέσα στο γενικότερο κλίµα ψυχικής ευφορίας που προξενεί το ηλιόλουστο πανέµορφο και συγχρόνως ερωτικό φυσικό τοπίο της Ελλάδας. 

(ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ  θεματων

Τα Θέµατα των Εξετάσεων µπορούν να χαρακτηριστούν ως προσπελάσιµα από τους µαθητές ιδιαίτερα τους καλά προετοιµασµένους. Απαιτούσαν πλήρη εποπτεία της ερµηνευτικής αλλά και τεχνικής προσέγγισης του ποιήµατος του Οδ. Ελύτη, είναι διαβαθµισµένης δυσκολίας, ενώ τέλος το αδίδακτο θεωρείται βατό ως προς τα στοιχεία του περιεχοµένου. )

Ενδεικτικά, παραθέτουµε τα ερωτήµατα του Διαγωνίσµατος Προσοµοίωσης: 1. Να αναλύσετε το ύφος του ποιήµατος µε αναφορές σε συγκεκριµένους στίχους. 
2. Καταγράψτε τα νεωτερικά στοιχεία της ποιητικής γραφής του Οδ. Ελύτη στη µορφή και το περιεχόµενο. 
3. Να καταδείξετε την υπερρεαλιστικότητα του τίτλου και πώς αυτός αξιοποιείται µέσα στο ποίηµα; 
4. Ο Οδ. Ελύτης επιχειρεί να παρουσιάσει ολοκληρωµένα την πορεία της διαλεκτικής σχέσης της Ποίησης µε την Παράδοση. 
Να την παρακολουθήσετε, ερµηνεύοντάς την µέσα από συγκεκριµένα στοιχεία του ποιήµατος. 

5. Συγκρίνοντας την «Μικρή Πράσινη Θάλασσα» του Οδ. Ελύτη µε το ποίηµα «Ο τόπος µου» του Γ. Ρίτσου προσπαθήστε να εντοπίσετε τρία κοινά θεµατικά µοτίβα των δύο ποιηµάτων. 
Με ποιον τρόπο έκφρασης αποδίδονται αυτά από τους δύο ποιητές;

ΔΕΣ ΚΑΙ:



Η θάλασσα στοιχείο της ελληνικής ταυτότητας, μνήμη και βίωμα, ιστορία και παράδοση δεν είναι ο απέραντος ωκεανός, δεν οι βαθειές σκοτεινές  θάλασσες του βορρά. Δεν είναι η θάλασσα που φοβίζει και στοιχειώνει τον ύπνο με όνειρα εφιάλτες. Η δικιά μας θάλασσα, η Αιγαιοπελαγίτικη,είναι  μια  θάλασσα οικεία, στοργική, τρυφερή και ερωτική.  Είναι μικρή και πράσινη μας λέει ο Ελύτης,  είναι ένα δεκατριάχρονο κορίτσι με άσπρο γιακά και κορδέλα στα μαλλιά,  που πάει σχολείο στην Ιωνία. Στα μικρασιατικά παράλια της αντιπέρας όχθης, εκεί  που γεννήθηκε η επιστήμη των επιστημών, η φιλοσοφία. Εκεί, που ο πρωτοπόρος ελληνικός νους απέδειξε ότι υπάρχει αντικειμενικός κόσμος(υλιστική αντίληψη) και πως τον κόσμο αυτό μπορούμε να τον γνωρίσουμε μόνο μέσα από την αδιάκοπη κίνηση και αλλαγή του(διαλεκτική μέθοδο). Εκεί που έζησε και δίδαξε  ο  Ηράκλειτος, ο πρωτοπόρος των πρωτοπόρων και οι υπόλοιποι Ίωνες φυσικοί φιλόσοφοι.

 

        Τα κύματα που πανε κι έρχονται ενώνοντας τις απέναντι ακτές κουβαλάνε πάνω τους τη μήτρα  του ελληνικού πολιτισμού, την ψυχή του ελληνισμού που επιβιώνει  ως τραυματική μνήμη και νοσταλγία  αλλά και ως αίσθηση τωρινής ζωής εμπλουτισμένης με τη θετική και αρνητική εμπειρία του ιστορικού χρόνου. 

 Εικόνες από γυμνά αγάλματα κι αγγέλους, από φάρους, πέτρες  και νερά γαλάζια, από μανταρίνια κι από άψινθους μοσχοβολιστούς, ένας ολόκληρος κόσμος που γίνεται δικός μας περνώντας μέσα απ τις αισθήσεις μας. Μια ομορφιά που τη βλέπεις, την αγγίζεις, τη μυρίζεις. Όλα απτά.  Όλα ύλη κάτω από το φως του καταμεσήμερου, που όλα τα γυμνώνει  χωρίς ν αφήνει περιθώρια για σκιές, ψέμματα, γι αλήθειες μισές. 

 

        Πέτρες τα λόγια των θεών, πέτρες και τα αποσπάσματα του Ηράκλειτου, που μας έμαθε ότι αυτό που φαίνεται ακίνητο στην πραγματικότητα δεν είναι. Όλα κινούνται, όλα αλλάζουν . Κι αυτή η ίδια η δυναμική της κίνησης είναι, που θα κάνει και τον ήλιο να γυρίσει κατά πού τον θέλουμε. Που θα κάνει κι αυτή  "τη μοίρα ακόμα  να ξεγίνει",  αφού  την ιστορία μας  τη  γράφουμε  οι ίδιοι οι άνθρωποι με τη δράση μας. Το ριζικό μας το φτιάχνουμε  μόνοι μας  με τη δύναμη των χεριών και του μυαλού μας, με την τόλμη μας και την απόφασή μας. Τέτοιο που να ταιριάζει στα πιο ανθρώπινα όνειρά μας.

 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2004

 https://docplayer.gr/4988769-Neoelliniki-logotehnia-g-lykeioy-theoritikis-kateythynsis-2004.html

ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ Α. 

ΚΕΙΜΕΝΟ Β.

 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

 1. Κάποια από τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Οδ. Ελύτη ειναι: η ποιητική προσέγγιση του κόσµου µε τις αισθήσεις, η αναφορά στην ιστορική ελληνική παράδοση, η αναφορά στη θρησκεία, η σχέση µε την ελληνική φύση, το µυστήριο του φωτός. 

Να γράψετε ένα (1) παράδειγµα µέσα από το ποίηµα για καθένα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

 Μονάδες 15 

 2. Εξετάζοντας την ποιητική γραφή του Οδ. Ελύτη στη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα», να εντοπίσετε και να γράψετε τέσσερα (4) υπερρεαλιστικά στοιχεία που υπάρχουν στο ποίηµα και ένα αντίστοιχο παράδειγµα µέσα από το κείµενο για το καθένα από αυτά.


 3. «Τα χαρακτηριστικά που έχουν οι Κόρες είναι όµοια µε του ποιητικού έργου του Ελύτη η οµορφιά, η δροσιά και η αθωότητα, που πηγάζουν από τη νιότη τους, ο έρωτας που δωρίζουν, οι θαυµάσιες µε τη σηµασία του θαύµατος και µαγικές δυνάµεις που έχουν και που ασκούν ευεργετικά για όσους είναι έτοιµοι να τις δεχτούν, κυρίως για τον ποιητή».

 (Στέφανος ιαλησµάς, «Η Ποίηση και ο ποιητής στον Ελύτη», Π. Ε. Φ., Σεµινάριο 23, Οδυσσέας Ελύτης, Αθήνα 1997, σελ. 83). 


Να δείξετε τεκµηριωµένα µε αναφορά στο ποίηµα ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι αντιπροσωπευτικά και για την Κόρη / Ποίηση στη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα».


 4. Να σχολιάσετε σε δύο παραγράφους ( λέξεις ) το περιεχόµενο των στίχων (). Μονάδες Να συγκρίνετε τη «Μικρή Πράσινη Θάλασσα» του Οδ. Ελύτη µε το παρακάτω απόσπασµα από την του Γ. Ρίτσου ως προς το περιεχόµενο παρουσιάζοντας τα κοινά τους στοιχεία.

 Γιάννης Ρίτσος, (απόσπασµα). (Γιάννης Ρίτσος,εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1979) 

 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

 1. 

Τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Ελύτη που ζητούνται, µπορούν να επισηµανθούν στο ποίηµα "Μικρή πράσινη θάλασσα" ενδεικτικά στα εξής σηµεία: - η ποιητική προσέγγιση του κόσµου µε τις αισθήσεις: " ". (στιχ.7) - η αναφορά στην ιστορική ελληνική παράδοση : " " (στ.14). - η αναφορά στη θρησκεία: " ". (στιχ.25-16) - η σχέση µε την ελληνική φύση: "Και µε λίγο βοριά λίγο Λεβάντε Κύµα το κύµα νά γυρίσεις πίσω".(στιχ 17-18) - το µυστήριο του φωτός: " ". (στιχ.6-7) 


2. Στοιχεία υπερρεαλιστικής ποίησης που µπορούν ενδεικτικά να επισηµανθούν στο συγκεκριµένο ποίηµα του Ελύτη 

είναι τα ακόλουθα: 

α) Ελεύθερος - ανοµοιοκατάληκτος και ανισοσύλλαβος στίχος σε όλο το ποίηµα (π.χ. στιχ. 1-4) 

β) Χρήση υπερρεαλιστικών εικόνων που δεν είναι σαφείς ως προς το περίγραµµα τους (στιχ. 15): "". 

γ) Χρήση συµβόλων π.χ. στ.1 "". δ) Συνειρµοί: π.χ. η Ιωνία (στιχ. 3) λειτουργεί ως αφετηρία ενός συνειρµικού πλαισίου. Παιδικές µνήµες από την παραµονή του ποιητή στη Μυτιλήνη αναδύονται (π.χ. στιχ. 13) και έρχονται να συναντήσουν το κάλλος και τη σπιρτάδα της ιωνικής σκέψης που τόσο έχει ελκύσει τον Ελύτη (π.χ. στιχ. 23).


 3. Η Κόρη ποίηση του Ελύτη γίνεται µια θαλασσινή οντότητα ηλικίας δεκατριώ χρονώ, γεµάτη νιότη, οµορφιά, δροσιά και αθωότητα. Η πράσινη θάλασσα, σύµβολο αγνότητας και οµορφιάς, η οποία οδηγεί τον ποιητή προς µια ερωτική βίωση της ελληνικής παράδοσης, είναι "µικρή", καθώς ενσαρκώνεται από ένα κορίτσι που βρίσκεται στην αρχή της εφηβείας του. 

Συνεπώς η κόρη είναι γεµάτη αθωότητα στίχος 13 ( ) και φρεσκάδα σε µια ηλικία που είναι βιολογικά σηµαντική για την ερωτική ωρίµανση και τη µύηση στα µυστήρια του πνεύµατος, της φύσης και της παράδοσης. 

Είναι δροσερή, όπως δροσερή και αιώνια νέα είναι για τον Ελύτη - τον Αιγαιολάτρη ποιητή - η θάλασσα του Αιγαίου, που αποδεσµεύεται από τους νόµους που διέπουν τη φύση και υπερβαίνει τη φθορά (στιχ.17-18).


 Άλλο χαρακτηριστικό που έχουν οι κόρες όµοιο µε το ποιητικό έργο του Ελύτη είναι ο έρωτας που δωρίζουν.

 Ενώ στο στίχο 2 ο ποιητής εκφράζει την επιθυµία του να υιοθετήσει την κόρη ποίηση και να τη στείλει να θητεύσει στο σχολείο, στους στίχους οι ρόλοι αντιστρέφονται και ο ποιητής από προστάτης και οδηγός γίνεται µαθητής και προστατευόµενος της κόρης, µέσα στην ερωτική αγκαλιά της οποίας θα ψηλαφίσει τη σοφία του κόσµου και τις αξίες του Ελληνισµού. 

Ασκεί, λοιπόν, ευεργετική επίδραση η κόρη-ποίηση στον ποιητή, ο οποίος αφήνεται στην αγκαλιά της έτοιµος να µυηθεί στα "λόγια των θεών", στη συµπυκνωµένη σκέψη των Ιώνων, στην ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση και στο πνεύµα του φιλόσοφου Ηράκλειτου. Όλη αυτή η διαδικασία µοιάζει µε θαύµα, αφού καταλύονται όλοι οι φυσικοί νόµοι, ανατρέπεται ο χωροχρόνος και η ποιητική τέχνη του Ελύτη ταξιδεύει µέσω του υγρού στοιχείου στο παρελθόν στην άλλοτε κοιτίδα του ελληνικού πνεύµατος.


 . Στους στίχους αυτούς ολοκληρώνεται η µαθητεία της Κόρης-Ποίησης. Ο ποιητής φαντάζεται την κόρη σαν µια µικρή µαθήτρια να µπαίνει "απ' το παράθυρο στη Σµύρνη" να αντιγράφει "...τις αντιφεγγιές στην οροφή από τα Κυριελέησον και τα όξα Σοι" και στη συνέχεια να επιστρέφει. 


Τα καινούρια στοιχεία που θα προσλάβει λοιπόν η Κόρη-Ποίηση µέσα από την πορεία της αυτή είναι καταρχάς η γνωριµία της µε την πιο πρόσφατη Ελληνική παράδοση, που και πάλι συνδέεται µε το χώρο της Ιωνίας. Βέβαια, τώρα η επαφή αυτή θα γίνει κρυφά "απ' το παράθυρο", καθώς στη Σµύρνη πλέον ο Ελληνισµός επιβιώνει µόνο ως µνήµη, τρόπος και αίσθηση ζωής. 

Θα αποκοµίσει επίσης τα στοιχεία της Χριστιανικής Βυζαντινής παράδοσης, στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο µέρος της ελληνικότητας. 

Τέλος, η γνωριµία µε την ελληνική φύση µέσα από την εικόνα ενός δροσερού θαλασσινού τοπίου (στ.17-18) θα ολοκληρώσει την όλη διαδικασία της µαθητείας.

 Τώρα η Κόρη-Ποίηση είναι έτοιµη να µεταλαµπαδεύσει όλα αυτά τα στοιχεία στον ποιητή. *

(Επισήµανση: θα µπορούσε να σχολιαστεί και το σύµβολο µικρή πράσινη θάλασσα).


 5. Από άποψη περιεχοµένου τα κοινά µοτίβα που µπορούµε να εντοπίσουµε είναι τα ακόλουθα:

 - Αποστροφή σε θηλυκή ύπαρξη που έχει θαλασσινή οντότητα: Ελύτης " "

 - Ρίτσος "Κυρά, κυρά, θαλασσινή".

 Είναι γνωστό ότι ο Ελύτης είναι ποιητής και λάτρης του Αιγαίου. 

Ανάλογες αναφορές σε Αγαιοπελαγίτικο θαλασσινό τοπίο µπορούµε να εντοπίσουµε και στο ποίηµα του Ρίτσου.

 Πιο συγκρκριµένα µιλάει για "καράβι-µικροκάραβο", για "η οποία κουβαλάει ". 

- Και οι δύο ποιητές αναφέρονται στο αναγεννητικό σύµβολο της ζωής, τον ήλιο.

 Ο Έλύτης στους στίχους 6-7 " " και ο Ρίτσος κάνοντας λόγο για " " και λίγο παρακάτω για " " Κυρά. 

- Έκδηλο και στα δύο ποιήµατα είναι το θρησκευτικό στοιχείο.

 Στη Μικρή πράσινη θάλασσα στο στίχο 16 " " και στο απόσπασµα από την Κυρά των Αµπελιών στο στίχο που γίνεται αναφορά στην Παναγιά την Αιγιοπελαγίτισσα.

 - Και στα δύο ποιήµατα κυρίαρχος είναι ο ρόλος των αισθήσεων.

 Ενδεικτική µάλιστα είναι η κοινή χρήση του ρηµατικού τύπου κρατώ (κρατούν: Ελύτης - κρατώντας: Ρίτσος) που παραπέµπει αυτόµατα στην αίσθηση της αφής.

 - Οι αισθήσεις που προαναφέρθηκαν κινητοποιούνται και στα δύο ποιήµατα µέσω µιας σειράς εικόνων: οπτικών, κινητικών και απτικών: Ελύτης: " " στίχοι Ρίτσος: ", " ". 

- Η αίσθηση της γεύσης και στα δύο ποιήµατα έρχεται στο προσκήνιο: στον Ελύτη στίχος


 4: "Νά µάθεις µανταρίνι καί άψινθο" - στο Ρίτσο η αναφορά που γίνεται στα αµπελόφυλλα από τη µια πλευρά και από την άλλη στα µήλα: " " και στους δύο τελευταίους στίχους του αποσπάσµατος.

 - Τέλος, έντονη και στα δύο ποιήµατα είναι η ύπαρξη του ερωτικού στοιχείου, που αναβλύζει µέσα από την παρουσία των όµορφων και δροσερών γυναικείων µορφών: Ελύτης στίχοι "Μικρή πράσινη θάλασσα... βαθιά αγκαλιά του" 

- Ρίτσος: "λουλουδιασµένα µάγουλα", "", " ". Κλείνοντας, λοιπόν, θα µπορούσαµε να επισηµάνουµε πως και οι δύο ποιητές υµνούν µέσω των ποιηµάτων τους την οµορφιά της ελληνικής φύσης. 

http://www.kee.gr/attachments/file/2500.pdf

1. ΚΕΙΜΕΝΟ 

Οδυσσέας Ελύτης: Μικρή Πράσινη Θάλασσα

 (Νεοελληνική Λογοτεχνία Κατευθύνσεων, σ. 87)

 2. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ 2.


1. Στοιχεία που αφορούν στο συγγραφέα, λογοτεχνικό περιβάλλον και λοιπά γραµµατολογικά στοιχεία: 

1. Ο Ελύτης χαρακτηρίζεται ως ο «ποιητής του Αιγαίου», καθώς εµπνέεται απ’ αυτό, το οποίο και υµνεί. Στο συγκεκριµένο ποίηµα υπάρχουν αναφορές που µπορούν να δικαιολογήσουν αυτόν το χαρακτηρισµό; 


2. Ο Ελύτης ανήκει στους νεωτερικούς ποιητές του Μεσοπολέµου. Ποια εξωτερικά - µορφικά χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης µπορείτε να επισηµάνετε στο συγκεκριµένο ποίηµα ; 


. ∆οµή του κειµένου,

 επαλήθευση ή διάψευσης µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού 

σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):

 1. «Μικρή Πράσινη Θάλασσα δεκατριώ χρονώ»: Πώς λειτουργεί η επανάληψη του στίχου στη δοµή του ποιήµατος; 


2. Με ποια εκφραστικά µέσα αποδίδεται η επιβίωση της ελληνικής παράδοσης του πρόσφατου και απώτερου παρελθόντος στο ποίηµα;


 3. Με ποια εικόνα του ποιήµατος αισθητοποιείται η επιθυµία του ποιητή να βιώσει την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση; 


4. «Και µε λίγο Βοριά και λίγο Λεβάντε / Κύµα το κύµα να γυρίσεις πίσω» (στ. 17-18): Σε τι διαφέρει το ύφος των στίχων αυτών από το υπόλοιπο ποίηµα; 


5. Ποια υπερρεαλιστικά στοιχεία επισηµαίνετε στο ποίηµα; 


6. Υπάρχει η άποψη ότι η θάλασσα συµβολίζει την Ποίηση. Ποια στοιχεία του ποιήµατος συνηγορούν σ’ αυτήν την ερµηνεία; 1 Κ.Ν.Λ. Α΄ Λυκείου, σ. 212. 63 2.3. 

Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου: 

1. Τι συµβολίζει, κατά τη γνώµη σας, η Μικρή Πράσινη Θάλασσα2 ;

 2. Ποια συναισθήµατα του ποιητή για τη θάλασσα υποδηλώνει η επιθυµία του να την «υιοθετήσει»;

 3. Τι προσδοκά ο ποιητής από τη µαθητεία της θάλασσας στο σχολείο της Ιωνίας;

 4. «Στο πυργάκι του φάρου το καταµεσήµερο 

Να γυρίσεις τον ήλιο και ν’ ακούσεις Πώς η µοίρα ξεγίνεται…». Ποια προτροπή εκφράζει ο ποιητής στους στίχους αυτούς και ποια γενικά κοσµοθεωρία του αποκαλύπτει3 ;


 5. Πώς αντιλαµβάνεσθε την παράνοµη ερωτική ένωση του ποιητή µε τη «θάλασσα»; Ποια είναι η δηµιουργική προοπτική της ένωσης αυτής;


 6. «Και να βρίσκω βαθιά στην αγκαλιά σου Κοµµάτια πέτρες τα λόγια των Θεών Κοµµάτια πέτρες τ’ αποσπάσµατα του Ηράκλειτου».

 Να ερµηνεύσετε την επιθυµία του ποιητή να αποκτήσει τα λόγια των Θεών και τ’ αποσπάσµατα του Ηράκλειτου µέσα στην αγκαλιά της θάλασσας. 


7. Να εξετάσετε τη σχέση της Ποίησης µε την παράδοση, όπως αυτή προκύπτει από το ποίηµα. 


. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ Α∆Ι∆ΑΚΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

 Α. Σικελιανός: Αναδυοµένη

Στο ρόδινο µακάριο φως, να µε, ανεβαίνω της αυγής µε σηκωµένα χέρια. Η θεία γαλήνη µε καλεί του πελάου, έτσι για να βγω προς τα γαλάζια αιθέρια… Μα ω οι άξαφνες πνοές της γης, που µες στα στήθια χιµάν κι ακέρια µε κλονίζουν!

 2 Από τις πολλές ερµηνείες που έχουν δοθεί αναφέρουµε ενδεικτικά:

 Είναι η προσωποποίηση σε ένα µικρό αγνό κορίτσι της θάλασσας του Αιγαίου, της ποιητικής τέχνης, της ρευστότητας των πραγµάτων, κ.λ.π. 


3 Προτρέπει τη «θάλασσα» να γνωρίσει τον υπερβατικό νόµο του σύµπαντος. 



Κοκκίνη Σπ., Ανθολογία Νεοελληνικής ποιήσεως 1708-1977, Βιβλίο της Εστίας, Β΄ έκδ. 1977, σσ. 517-518. 64 65

 Ω ∆ία, το πέλαγο είν’ βαρύ, και τα λυτά µου τα µαλλιά σαν πέτρες µε βυθίζουν! Αύρες, τρεχάτε· ω Κυµοθόη, ω Γλαύκη· ελάτε, πιάστε µου τα χέρια απ’ τη µασκάλη. ∆εν πρόσµενα, έτσι µονοµιάς, παραδοµένη να βρεθώ µες στου Ήλιου την αγκάλη… 


Να συγκρίνετε το παραπάνω ποίηµα µε τη Μικρή Πράσινη Θάλασσα ως προς το θέµα του φωτός. 


Ο. Ελύτης: Ανοιχτά Χαρτιά5 ιστ΄

 Ένα µεταφορικό καλοκαίρι µε περίµενε, ολόιδιο, αιώνιο, µε τα τριξίµατα του ξύλου, τις µυρωδιές των άγριων χόρτων, τα σύκα του Αρχίλοχου και το φεγγάρι της Σαπφώς. Ταξίδευα σα να περπατούσα σ’ ένα διάφανο βυθό· το σώµα µου έφεγγε καθώς το διαπερνούσανε πράσινα και γαλάζια ρεύµατα· χάιδευα τις αµίλητες πέτρινες γυναικείες µορφές και στους αντικατοπτρισµούς άκουγα, χιλιάδες, των βλεµµάτων τα κελαηδίσµατα· µια ατελεύτητη σειρά πρόγονοι, αγριωποί, βασανισµένοι, περήφανοι, κινούσαν τον κάθε µου µυώνα. Ω ναι, δεν είναι µικρό πράγµα να ’χεις τους αιώνες µε το µέρος σου, έλεγα ολοένα και προχωρούσα.


 Να επισηµάνετε κοινά στοιχεία στο περιεχόµενο του παραπάνω αποσπάσµατος και της Μικρής Πράσινης Θάλασσας.


 4. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 


1. Σε ποια πολιτισµική παράδοση παραπέµπουν οι αναφορές του ποιητή στην «Ιωνία», στη «Σµύρνη» και στον «Ηράκλειτο»;


 2. Να εντοπίσετε τις εικόνες του ποιήµατος και να επισηµάνετε τον τρόπο απόδοσής τους. 


5 Ελύτης Ο., Ανοιχτά Χαρτιά, έκδ. Ίκαρος, 4 Αθήνα 1996, σσ. 44-45.



ΑΦΙΕΡΩΜΑ:8 ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Οι ποιητές μας γιορτάζουν τα κύματα   DOCTV.GR 17 Ιουλίου 2018 Ντίνος Χριστιανόπουλος Η Θάλασσα Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις. Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις, γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα, ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες. Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι. Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει. Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει. Τώρα 39,95 € Celestino Γιλέκο με αποσπώμενη κουκούλα καφε ανοιχτο για Γυναίκα  Glami  Παίκτες του μπέιζμπολ στη παραλία, 1928 – Πάμπλο Πικάσο   ΔΗΜΟΦΙΛΗ Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Κάφκα: «Η αγάπη πάντα θα επιστρέφει» ΣΙΝΕΦΙΛ 2021: Οι 30 καλύτερες ταινίες Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Καραπάνου: Τη ζωή μας τη φτιάχνουμε Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Τα τρία πράγματα που μας κρατάνε στη μοναξιά Κώστας Βάρναλης Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα (απόσπασμα) Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω απ’ το βουνό ψηλά στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά. Να ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερο, όντας μετ’ άξαφνη νεροποντή χυμάει μες απ’ τα σύνεφα θαμπωτικά γελώντας ήλιος χωρίς μαντύ. Να ταξιδεύουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι, τ’ ακρόγιαλα σαν μεταξένιοι αχνοί και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί. […] Έτσι να στέκω, θάλασσα, παντοτεινέ έρωτά μου με μάτια να σε χαίρομαι θολά και να ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου, πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά. Κ. Π. Καβάφης Φωνή απ’ την Θάλασσα (απόσπασμα) Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — φωνή που μπαίνει μες στην καρδιά μας και την συγκινεί και την ευφραίνει. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη, όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός. Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό. Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε, αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα, σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα, τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός, γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά. Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη της θάλασσας ο πόθος• θα σε ’πη μια λέξι το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά. Οδυσσέας Ελύτης Μικρή Πράσινη Θάλασσα Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Πού θά ‘θελα νά σέ υἱοθετήσω Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν’ ἀκούσεις Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Μέ τόν ἄσπρο γιακά καί τήν κορδέλα Νά μπεῖς ἀπ’ τό παράθυρο στή Σμύρνη Νά μοῦ ἀντιγράψεις τίς ἀντιφεγγιές στήν ὀροφή Ἀπό τά Κυριελέησον καί τά Δόξα Σοι Καί μέ λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε Κύμα το κύμα νά γυρίσεις πίσω Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Γιά νά σέ κοιμηθῶ παράνομα Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου Κομμάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν Κομμάτια πέτρες τ’ ἀποσπάσματα τοῦ Ἡράκλειτου Το Εγκώμιο της Θαλάσσης K. Καρυωτάκης Ι Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ' όνομά της είναι ένα θαυμαστικό. Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα, εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οι αύρες μού άγγιζαν τα μαλλιά. Αστραφτε η μέρα στο πρόσωπό μου και στα χαλίκια. Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα: ο ήλιος, τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της. Αλλά η θάλασσα επειδή ήξερε, είχε αρχίσει το τραγούδι της, το τραγούδι της που δεσμεύει και παρηγορεί. Είδα πολλά λιμάνια. Στοιβαγμένες πράσινες βάρκες επήγαιναν δώθε κείθε σαν εύθυμοι μικροί μαθητές. Κουρασμένα πλοία, με ονόματα περίεργα, εξωτικά, ύψωναν κάθε πρωί τη σκιά τους. Ανθρωποι σκεφτικοί, ώριμοι από την άλμη, ανέβαιναν σταθερά τις απότομες, κρεμαστές σκάλες. Αγρια περιστέρια ζυγίζονταν στις κεραίες. Ύστερα ενύχτωσε. Μια κόκκινη γραμμή στον ορίζοντα, μόλις έβρισκε απάντηση στις ράχες των μεγάλων, αργών κυμάτων. Εσάλευαν σαν από κάποια μυστική, εσωτερική αιτία, και άπλωναν πλησιάζοντας, για να σπάσουν απαλά, βουβά. Όλα τ' άλλα -- ο ουρανός, τα βουνά αντίκρυ, το ανοιχτό πέλαγος -- ένα τεράστιο μάυρο παραπέτασμα. ΙΙ Ἔζησε κανεὶς θλιβερὰ πράγματα. (Σπίτια μαῦρα, κλειστά. Ἀναιμικά, ἐξόριστα δέντρα τοῦ δρόμου. Ἡ «μαντάμα» μετράει ἀπογοητευμένη τὶς μάρκες της. Στὴν πλατεία οἱ λοῦστροι, κουρασμένοι νὰ κάθονται, σηκώνονται καὶ παίζουν μεταξύ τους. Ὁ νέος νομάρχης, μὲ μονόκλ, ἐπροσφώνησε τοὺς ὑπαλλήλους. Δίπλα ἐξύπνησαν γιὰ νὰ πάρουν τὸ τρένο. Ποτὰ ἀνδρῶν 10 δρ., ποτὰ γυναικῶν 32,50 δρ.) Στὸν ἄνεμο ἀνοίγει ἕνα παράθυρο, κ᾿ ἔρχεται μπροστά μας. Ὅλα ξεχνιοῦνται. Εἶναι ἐκεῖ, ἄσπιλη, ἀπέραντη, αἰώνια. Μὲ τὸ πλατύ της γέλιο σκεπάζει τὴν ἀσχήμια της. Μὲ τὴ βαθύτητά της μυκτηρίζει. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἐμπόρου πεθαμένη καὶ περπατεῖ. Ἡ ψυχὴ τῆς κοσμικῆς κυρίας φορεῖ τὰ πατίνια της. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου λούζεται στὴν ἁγνότητα τῆς θαλάσσης. Βρίσκει ἡ νοσταλγία μας διέξοδο καὶ ὁ πόνος μας τὴν ἔκφρασή του. Νίκος Καρούζος Θάλασσα: η αρχαιότητα της γεωγραφίας Μια μεγάλη θάλασσα στο τετράγωνο είναι μάλλον ένα πέλαγος μια μεγάλη θάλασσα στον κύβο είναι ο βαθυστέναχτος ωκεανός… Ο μετάλλινος λυρισμός του γηραλέου αιώνα μας του μυτερού καιρού μας του ουρανοξύστη που νυχτερεύει σε ακατέργαστο έρωτα διδάσκοντας ερημία στην έναστρη γλαφυρότητα της καμπύλης κι ανεχόρταγα φιλιέται στα νυχτιάτικα κοιμητήρια με τη ψηλόφλογη κι απαρομοίαστη άλγεβρα τη στιλπνότατη αραπίνα του Μεσαίωνα – ο μετάλλινος λυρισμός που διαφεντεύει τα πλήθη και συνταράζει το γαλαζοπράσινο ροχάλισμα των κυμάτων εκείνος όπου ποτέ δεν την έμαθε την αθάμπωτη φωταψία της ακατάκριτης τίγρης κάνει χιλιάδες την οργή κι αμέτρητη τη θλίψη βρωμίζοντας τη μεγάλη μας αρχαιότητα: τη θάλασσα τη λάμπουσα μητέρα της βιολογίας. Τι σύνολα συνωστίζονται στα ευλύγιστα του Νηρέα  τα βάραθρα τι σύνολα διαπρέπουν έρημα κι αλάλητα στη μονοκόμματη σιγή στ’ αξήλωτα τα βάθια… Βλέπεις τον εύοσμο ρυθμό φιλότητας και έριδας τον άρρητο ρυθμό που δεν αλλάζει μα όμως ούτε που μεινέσκει μια κατάφορτη στιγμή στα βρόχια της ασάλευτης ταυτότητας έσω κι ένα κοιμισμένο δευτερόλεπτο στην ίδια λάμψη την αλαφρογέννητη στου γερο-φόβου το χιλιοσκότεινο κάτεργο μη στέργοντας το ίδιο στασίδι – μακρόσυρτο κι άναυδο μυστήριο που ρέπει μ’ άφαντους χορούς απ’ αναρίθμητα τραγουδιστά κι αμάντευτα ηλεκτρόνια στη μανιώδη κίνηση τη σκλάβα του νερού με τόσα χρώματα. Βλέπεις τη φύση και τη λες Αγνούλα μες στη θάλασσα την ομορφιά στοχάζοντας πιότερο δακρυσμένη τα ερεβώδη γεγονότα δίχως του προπάτορα πόνου την αλλόφρονη κραυγή το άπειρο κοντινότερο στην οικουμένη. Βλέπεις τη μάνα τρικυμία σαν αρχόντισσα να συναδράχνει τα δρακόντεια παιδιά της τα γαλανόστηθα κύματα στον πόλεμο τον αναμάρτητο με τ’ άστρα. Βλέπεις την άσπιλη κι ατρέμιστη σιγή σε γάμο στυγερό με τα ουρλιάσματα κραδαίνεις ύψη γοερά, την άσωτη χαρά την καταιγιδα να τους κερνά τους κεραυνούς ωσάν ξεστήθωτες νεράιδες κι όπως ο μέγας υετός απ’ του νερού το βάρβαρο φτεράκισμα, το λάγνο βροντοκόπι, ξεθυμαίνει ηδονικά ραγίσματα στα λιπόσαρκα σύγνεφα τα ξεθεωμένα χαρίζουν ένα λιγοστό γαλάζιο βλαστερής ουρανοφάνειας προβάλλει σώος ο μουγγός ο ήλιος ο μαχαιροβγάλτης και τη μαυρίλα γύρωθε την κρεουργεί και την πεθαίνει γιατί είναι αυτός που και τη νύχτα τη γενέτειρα την έχει στη δική του τυραννίδα την έχει και του τραγουδά στο βάραθρο με μια μεγάλη φεγγαρόχαρη κιθάρα. Στομώνει ο ύπνος τη ζωή και την υψώνει ως το θάνατο τη στεφανώνει μ’ ένα έρημο στραφτάλισμα του Άδη κι αν είναι δόξασμα θωριάς η πικροθάλασσα κι αν είν’ το πιο ζωγραφιστό και θείο χασομέρι καθώς απλώνει τον αφρόπλαστο χιτώνα της το τίποτα στα σεμνόχρωμα βράχια τα ορυχτόζωα κι αλλάζοντας αμέσως αθωότητα πισωδρομίζει στα δικά της τρυφερά σκοτάδια σημάδι της αλήθειας τούτης ας υπάρχει του ποιήματος ο ήχος. Γιώργος Σαραντάρης Άλλοτε η θάλασσα Άλλοτε η θάλασσα μας είχε σηκώσει στα φτερά της Μαζί της κατεβαίναμε στον ύπνο Μαζί της ψαρεύαμε τα πουλιά στον αγέρα Τις μέρες κολυμπούσαμε μέσα στις φωνές και τα χρώματα Τα βραδιά ξαπλώναμε κάτω απ’ τα δέντρα και τα σύννεφα Τις νύκτες ξυπνούσαμε για να τραγουδήσουμε Ήταν τότε ο καιρός τρικυμία χαλασμός κόσμου Και μονάχα ύστερα ησυχία Αλλά εμείς πηγαίναμε χωρίς να μας εμποδίζει κανείς Να σκορπάμε και να παίρνουμε χαρά Από τους βράχους ως τα βουνά μας οδηγούσε ο Γαλαξίας Και όταν έλειπε η θάλασσα ήταν κοντά ο θεός. Κωστής Παλαμάς Μία πίκρα Τὰ πρῶτα μου χρόνια τ᾿ ἀξέχαστα τἄζησα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ μπροστά μου ἡ πρωτάνθιστη ζωούλα προβάλλει, καὶ βλέπω τὰ ὀνείρατα κι ἀκούω τὰ μιλήματα τῶν πρώτων μου χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι, στενάζεις καρδιά μου τὸ ἴδιο ἀναστέναγμα: Νὰ ζοῦσα καὶ πάλι στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Μιὰ μένα εἶναι ἡ μοίρα μου, μιὰ μένα εἶν᾿ ἡ χάρη μου, δὲν γνώρισα κι ἄλλη: Μιὰ θάλασσα μέσα μου σὰ λίμνη γλυκόστρωτη καὶ σὰν ὠκιανός ἀνοιχτὴ καὶ μεγάλη. Καὶ νά! μέσ᾿ στὸν ὕπνο μου τὴν ἔφερε τ᾿ ὄνειρο κοντά μου καὶ πάλι τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Κι ἐμέ, τρισαλίμονο! μιὰ πίκρα μὲ πίκραινε, μιὰ πίκρα μεγάλη, καὶ δὲ μοῦ τὴ γλύκαινες πανώριο ξαγνάντεμα τῆς πρώτης λαχτάρας μου, καλό μου ἀκρογιάλι! Ποιὰ τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου καὶ ποιὰ ἀνεμοζάλη, ποὺ δὲ μοῦ τὴν κοίμιζες καὶ δὲν τὴν ἀνάπαυες, πανώριο ξαγνάντεμα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι; Μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀμίλητη, μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀξήγητη, μιὰ πίκρα μεγάλη, ἡ πίκρα ποὺ εἶν᾿ ἄσβηστη καὶ μέσ᾿ τὸν παράδεισο τῶν πρώτων μας χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι. [Πηγή: www.doctv.gr]

https://www.doctv.gr/page.aspx?itemID=SPG11230


Οι ποιητές μας γιορτάζουν τα κύματα   [Πηγή: www.doctv.gr]


Οι ποιητές μας γιορτάζουν τα κύματα   DOCTV.GR 17 Ιουλίου 2018 Ντίνος Χριστιανόπουλος Η Θάλασσα Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις. Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις, γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα, ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες. Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι. Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει. Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει. Τώρα 39,95 € Celestino Γιλέκο με αποσπώμενη κουκούλα καφε ανοιχτο για Γυναίκα  Glami  Παίκτες του μπέιζμπολ στη παραλία, 1928 – Πάμπλο Πικάσο   ΔΗΜΟΦΙΛΗ Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Κάφκα: «Η αγάπη πάντα θα επιστρέφει» ΣΙΝΕΦΙΛ 2021: Οι 30 καλύτερες ταινίες Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Καραπάνου: Τη ζωή μας τη φτιάχνουμε Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Τα τρία πράγματα που μας κρατάνε στη μοναξιά Κώστας Βάρναλης Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα (απόσπασμα) Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω απ’ το βουνό ψηλά στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά. Να ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερο, όντας μετ’ άξαφνη νεροποντή χυμάει μες απ’ τα σύνεφα θαμπωτικά γελώντας ήλιος χωρίς μαντύ. Να ταξιδεύουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι, τ’ ακρόγιαλα σαν μεταξένιοι αχνοί και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί. […] Έτσι να στέκω, θάλασσα, παντοτεινέ έρωτά μου με μάτια να σε χαίρομαι θολά και να ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου, πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά. Κ. Π. Καβάφης Φωνή απ’ την Θάλασσα (απόσπασμα) Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — φωνή που μπαίνει μες στην καρδιά μας και την συγκινεί και την ευφραίνει. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη, όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός. Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό. Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε, αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα, σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα, τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός, γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά. Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη της θάλασσας ο πόθος• θα σε ’πη μια λέξι το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά. Οδυσσέας Ελύτης Μικρή Πράσινη Θάλασσα Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Πού θά ‘θελα νά σέ υἱοθετήσω Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν’ ἀκούσεις Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Μέ τόν ἄσπρο γιακά καί τήν κορδέλα Νά μπεῖς ἀπ’ τό παράθυρο στή Σμύρνη Νά μοῦ ἀντιγράψεις τίς ἀντιφεγγιές στήν ὀροφή Ἀπό τά Κυριελέησον καί τά Δόξα Σοι Καί μέ λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε Κύμα το κύμα νά γυρίσεις πίσω Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Γιά νά σέ κοιμηθῶ παράνομα Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου Κομμάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν Κομμάτια πέτρες τ’ ἀποσπάσματα τοῦ Ἡράκλειτου Το Εγκώμιο της Θαλάσσης K. Καρυωτάκης Ι Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ' όνομά της είναι ένα θαυμαστικό. Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα, εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οι αύρες μού άγγιζαν τα μαλλιά. Αστραφτε η μέρα στο πρόσωπό μου και στα χαλίκια. Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα: ο ήλιος, τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της. Αλλά η θάλασσα επειδή ήξερε, είχε αρχίσει το τραγούδι της, το τραγούδι της που δεσμεύει και παρηγορεί. Είδα πολλά λιμάνια. Στοιβαγμένες πράσινες βάρκες επήγαιναν δώθε κείθε σαν εύθυμοι μικροί μαθητές. Κουρασμένα πλοία, με ονόματα περίεργα, εξωτικά, ύψωναν κάθε πρωί τη σκιά τους. Ανθρωποι σκεφτικοί, ώριμοι από την άλμη, ανέβαιναν σταθερά τις απότομες, κρεμαστές σκάλες. Αγρια περιστέρια ζυγίζονταν στις κεραίες. Ύστερα ενύχτωσε. Μια κόκκινη γραμμή στον ορίζοντα, μόλις έβρισκε απάντηση στις ράχες των μεγάλων, αργών κυμάτων. Εσάλευαν σαν από κάποια μυστική, εσωτερική αιτία, και άπλωναν πλησιάζοντας, για να σπάσουν απαλά, βουβά. Όλα τ' άλλα -- ο ουρανός, τα βουνά αντίκρυ, το ανοιχτό πέλαγος -- ένα τεράστιο μάυρο παραπέτασμα. ΙΙ Ἔζησε κανεὶς θλιβερὰ πράγματα. (Σπίτια μαῦρα, κλειστά. Ἀναιμικά, ἐξόριστα δέντρα τοῦ δρόμου. Ἡ «μαντάμα» μετράει ἀπογοητευμένη τὶς μάρκες της. Στὴν πλατεία οἱ λοῦστροι, κουρασμένοι νὰ κάθονται, σηκώνονται καὶ παίζουν μεταξύ τους. Ὁ νέος νομάρχης, μὲ μονόκλ, ἐπροσφώνησε τοὺς ὑπαλλήλους. Δίπλα ἐξύπνησαν γιὰ νὰ πάρουν τὸ τρένο. Ποτὰ ἀνδρῶν 10 δρ., ποτὰ γυναικῶν 32,50 δρ.) Στὸν ἄνεμο ἀνοίγει ἕνα παράθυρο, κ᾿ ἔρχεται μπροστά μας. Ὅλα ξεχνιοῦνται. Εἶναι ἐκεῖ, ἄσπιλη, ἀπέραντη, αἰώνια. Μὲ τὸ πλατύ της γέλιο σκεπάζει τὴν ἀσχήμια της. Μὲ τὴ βαθύτητά της μυκτηρίζει. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἐμπόρου πεθαμένη καὶ περπατεῖ. Ἡ ψυχὴ τῆς κοσμικῆς κυρίας φορεῖ τὰ πατίνια της. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου λούζεται στὴν ἁγνότητα τῆς θαλάσσης. Βρίσκει ἡ νοσταλγία μας διέξοδο καὶ ὁ πόνος μας τὴν ἔκφρασή του. Νίκος Καρούζος Θάλασσα: η αρχαιότητα της γεωγραφίας Μια μεγάλη θάλασσα στο τετράγωνο είναι μάλλον ένα πέλαγος μια μεγάλη θάλασσα στον κύβο είναι ο βαθυστέναχτος ωκεανός… Ο μετάλλινος λυρισμός του γηραλέου αιώνα μας του μυτερού καιρού μας του ουρανοξύστη που νυχτερεύει σε ακατέργαστο έρωτα διδάσκοντας ερημία στην έναστρη γλαφυρότητα της καμπύλης κι ανεχόρταγα φιλιέται στα νυχτιάτικα κοιμητήρια με τη ψηλόφλογη κι απαρομοίαστη άλγεβρα τη στιλπνότατη αραπίνα του Μεσαίωνα – ο μετάλλινος λυρισμός που διαφεντεύει τα πλήθη και συνταράζει το γαλαζοπράσινο ροχάλισμα των κυμάτων εκείνος όπου ποτέ δεν την έμαθε την αθάμπωτη φωταψία της ακατάκριτης τίγρης κάνει χιλιάδες την οργή κι αμέτρητη τη θλίψη βρωμίζοντας τη μεγάλη μας αρχαιότητα: τη θάλασσα τη λάμπουσα μητέρα της βιολογίας. Τι σύνολα συνωστίζονται στα ευλύγιστα του Νηρέα  τα βάραθρα τι σύνολα διαπρέπουν έρημα κι αλάλητα στη μονοκόμματη σιγή στ’ αξήλωτα τα βάθια… Βλέπεις τον εύοσμο ρυθμό φιλότητας και έριδας τον άρρητο ρυθμό που δεν αλλάζει μα όμως ούτε που μεινέσκει μια κατάφορτη στιγμή στα βρόχια της ασάλευτης ταυτότητας έσω κι ένα κοιμισμένο δευτερόλεπτο στην ίδια λάμψη την αλαφρογέννητη στου γερο-φόβου το χιλιοσκότεινο κάτεργο μη στέργοντας το ίδιο στασίδι – μακρόσυρτο κι άναυδο μυστήριο που ρέπει μ’ άφαντους χορούς απ’ αναρίθμητα τραγουδιστά κι αμάντευτα ηλεκτρόνια στη μανιώδη κίνηση τη σκλάβα του νερού με τόσα χρώματα. Βλέπεις τη φύση και τη λες Αγνούλα μες στη θάλασσα την ομορφιά στοχάζοντας πιότερο δακρυσμένη τα ερεβώδη γεγονότα δίχως του προπάτορα πόνου την αλλόφρονη κραυγή το άπειρο κοντινότερο στην οικουμένη. Βλέπεις τη μάνα τρικυμία σαν αρχόντισσα να συναδράχνει τα δρακόντεια παιδιά της τα γαλανόστηθα κύματα στον πόλεμο τον αναμάρτητο με τ’ άστρα. Βλέπεις την άσπιλη κι ατρέμιστη σιγή σε γάμο στυγερό με τα ουρλιάσματα κραδαίνεις ύψη γοερά, την άσωτη χαρά την καταιγιδα να τους κερνά τους κεραυνούς ωσάν ξεστήθωτες νεράιδες κι όπως ο μέγας υετός απ’ του νερού το βάρβαρο φτεράκισμα, το λάγνο βροντοκόπι, ξεθυμαίνει ηδονικά ραγίσματα στα λιπόσαρκα σύγνεφα τα ξεθεωμένα χαρίζουν ένα λιγοστό γαλάζιο βλαστερής ουρανοφάνειας προβάλλει σώος ο μουγγός ο ήλιος ο μαχαιροβγάλτης και τη μαυρίλα γύρωθε την κρεουργεί και την πεθαίνει γιατί είναι αυτός που και τη νύχτα τη γενέτειρα την έχει στη δική του τυραννίδα την έχει και του τραγουδά στο βάραθρο με μια μεγάλη φεγγαρόχαρη κιθάρα. Στομώνει ο ύπνος τη ζωή και την υψώνει ως το θάνατο τη στεφανώνει μ’ ένα έρημο στραφτάλισμα του Άδη κι αν είναι δόξασμα θωριάς η πικροθάλασσα κι αν είν’ το πιο ζωγραφιστό και θείο χασομέρι καθώς απλώνει τον αφρόπλαστο χιτώνα της το τίποτα στα σεμνόχρωμα βράχια τα ορυχτόζωα κι αλλάζοντας αμέσως αθωότητα πισωδρομίζει στα δικά της τρυφερά σκοτάδια σημάδι της αλήθειας τούτης ας υπάρχει του ποιήματος ο ήχος. Γιώργος Σαραντάρης Άλλοτε η θάλασσα Άλλοτε η θάλασσα μας είχε σηκώσει στα φτερά της Μαζί της κατεβαίναμε στον ύπνο Μαζί της ψαρεύαμε τα πουλιά στον αγέρα Τις μέρες κολυμπούσαμε μέσα στις φωνές και τα χρώματα Τα βραδιά ξαπλώναμε κάτω απ’ τα δέντρα και τα σύννεφα Τις νύκτες ξυπνούσαμε για να τραγουδήσουμε Ήταν τότε ο καιρός τρικυμία χαλασμός κόσμου Και μονάχα ύστερα ησυχία Αλλά εμείς πηγαίναμε χωρίς να μας εμποδίζει κανείς Να σκορπάμε και να παίρνουμε χαρά Από τους βράχους ως τα βουνά μας οδηγούσε ο Γαλαξίας Και όταν έλειπε η θάλασσα ήταν κοντά ο θεός. Κωστής Παλαμάς Μία πίκρα Τὰ πρῶτα μου χρόνια τ᾿ ἀξέχαστα τἄζησα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ μπροστά μου ἡ πρωτάνθιστη ζωούλα προβάλλει, καὶ βλέπω τὰ ὀνείρατα κι ἀκούω τὰ μιλήματα τῶν πρώτων μου χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι, στενάζεις καρδιά μου τὸ ἴδιο ἀναστέναγμα: Νὰ ζοῦσα καὶ πάλι στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Μιὰ μένα εἶναι ἡ μοίρα μου, μιὰ μένα εἶν᾿ ἡ χάρη μου, δὲν γνώρισα κι ἄλλη: Μιὰ θάλασσα μέσα μου σὰ λίμνη γλυκόστρωτη καὶ σὰν ὠκιανός ἀνοιχτὴ καὶ μεγάλη. Καὶ νά! μέσ᾿ στὸν ὕπνο μου τὴν ἔφερε τ᾿ ὄνειρο κοντά μου καὶ πάλι τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Κι ἐμέ, τρισαλίμονο! μιὰ πίκρα μὲ πίκραινε, μιὰ πίκρα μεγάλη, καὶ δὲ μοῦ τὴ γλύκαινες πανώριο ξαγνάντεμα τῆς πρώτης λαχτάρας μου, καλό μου ἀκρογιάλι! Ποιὰ τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου καὶ ποιὰ ἀνεμοζάλη, ποὺ δὲ μοῦ τὴν κοίμιζες καὶ δὲν τὴν ἀνάπαυες, πανώριο ξαγνάντεμα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι; Μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀμίλητη, μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀξήγητη, μιὰ πίκρα μεγάλη, ἡ πίκρα ποὺ εἶν᾿ ἄσβηστη καὶ μέσ᾿ τὸν παράδεισο τῶν πρώτων μας χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι.   [Πηγή: www.doctv.gr]
Οι ποιητές μας γιορτάζουν τα κύματα   DOCTV.GR 17 Ιουλίου 2018 Ντίνος Χριστιανόπουλος Η Θάλασσα Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις. Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις, γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα, ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες. Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι. Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει. Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει. Τώρα 39,95 € Celestino Γιλέκο με αποσπώμενη κουκούλα καφε ανοιχτο για Γυναίκα  Glami  Παίκτες του μπέιζμπολ στη παραλία, 1928 – Πάμπλο Πικάσο   ΔΗΜΟΦΙΛΗ Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Κάφκα: «Η αγάπη πάντα θα επιστρέφει» ΣΙΝΕΦΙΛ 2021: Οι 30 καλύτερες ταινίες Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Καραπάνου: Τη ζωή μας τη φτιάχνουμε Α' ΠΡΟΣΩΠΟ Τα τρία πράγματα που μας κρατάνε στη μοναξιά Κώστας Βάρναλης Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα (απόσπασμα) Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω απ’ το βουνό ψηλά στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά. Να ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερο, όντας μετ’ άξαφνη νεροποντή χυμάει μες απ’ τα σύνεφα θαμπωτικά γελώντας ήλιος χωρίς μαντύ. Να ταξιδεύουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι, τ’ ακρόγιαλα σαν μεταξένιοι αχνοί και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί. […] Έτσι να στέκω, θάλασσα, παντοτεινέ έρωτά μου με μάτια να σε χαίρομαι θολά και να ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου, πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά. Κ. Π. Καβάφης Φωνή απ’ την Θάλασσα (απόσπασμα) Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — φωνή που μπαίνει μες στην καρδιά μας και την συγκινεί και την ευφραίνει. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη, όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός. Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό. Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε, αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα, σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα, τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός, γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά. Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη της θάλασσας ο πόθος• θα σε ’πη μια λέξι το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά. Οδυσσέας Ελύτης Μικρή Πράσινη Θάλασσα Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Πού θά ‘θελα νά σέ υἱοθετήσω Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν’ ἀκούσεις Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Μέ τόν ἄσπρο γιακά καί τήν κορδέλα Νά μπεῖς ἀπ’ τό παράθυρο στή Σμύρνη Νά μοῦ ἀντιγράψεις τίς ἀντιφεγγιές στήν ὀροφή Ἀπό τά Κυριελέησον καί τά Δόξα Σοι Καί μέ λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε Κύμα το κύμα νά γυρίσεις πίσω Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ Γιά νά σέ κοιμηθῶ παράνομα Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου Κομμάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν Κομμάτια πέτρες τ’ ἀποσπάσματα τοῦ Ἡράκλειτου Το Εγκώμιο της Θαλάσσης K. Καρυωτάκης Ι Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ' όνομά της είναι ένα θαυμαστικό. Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα, εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οι αύρες μού άγγιζαν τα μαλλιά. Αστραφτε η μέρα στο πρόσωπό μου και στα χαλίκια. Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα: ο ήλιος, τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της. Αλλά η θάλασσα επειδή ήξερε, είχε αρχίσει το τραγούδι της, το τραγούδι της που δεσμεύει και παρηγορεί. Είδα πολλά λιμάνια. Στοιβαγμένες πράσινες βάρκες επήγαιναν δώθε κείθε σαν εύθυμοι μικροί μαθητές. Κουρασμένα πλοία, με ονόματα περίεργα, εξωτικά, ύψωναν κάθε πρωί τη σκιά τους. Ανθρωποι σκεφτικοί, ώριμοι από την άλμη, ανέβαιναν σταθερά τις απότομες, κρεμαστές σκάλες. Αγρια περιστέρια ζυγίζονταν στις κεραίες. Ύστερα ενύχτωσε. Μια κόκκινη γραμμή στον ορίζοντα, μόλις έβρισκε απάντηση στις ράχες των μεγάλων, αργών κυμάτων. Εσάλευαν σαν από κάποια μυστική, εσωτερική αιτία, και άπλωναν πλησιάζοντας, για να σπάσουν απαλά, βουβά. Όλα τ' άλλα -- ο ουρανός, τα βουνά αντίκρυ, το ανοιχτό πέλαγος -- ένα τεράστιο μάυρο παραπέτασμα. ΙΙ Ἔζησε κανεὶς θλιβερὰ πράγματα. (Σπίτια μαῦρα, κλειστά. Ἀναιμικά, ἐξόριστα δέντρα τοῦ δρόμου. Ἡ «μαντάμα» μετράει ἀπογοητευμένη τὶς μάρκες της. Στὴν πλατεία οἱ λοῦστροι, κουρασμένοι νὰ κάθονται, σηκώνονται καὶ παίζουν μεταξύ τους. Ὁ νέος νομάρχης, μὲ μονόκλ, ἐπροσφώνησε τοὺς ὑπαλλήλους. Δίπλα ἐξύπνησαν γιὰ νὰ πάρουν τὸ τρένο. Ποτὰ ἀνδρῶν 10 δρ., ποτὰ γυναικῶν 32,50 δρ.) Στὸν ἄνεμο ἀνοίγει ἕνα παράθυρο, κ᾿ ἔρχεται μπροστά μας. Ὅλα ξεχνιοῦνται. Εἶναι ἐκεῖ, ἄσπιλη, ἀπέραντη, αἰώνια. Μὲ τὸ πλατύ της γέλιο σκεπάζει τὴν ἀσχήμια της. Μὲ τὴ βαθύτητά της μυκτηρίζει. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἐμπόρου πεθαμένη καὶ περπατεῖ. Ἡ ψυχὴ τῆς κοσμικῆς κυρίας φορεῖ τὰ πατίνια της. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου λούζεται στὴν ἁγνότητα τῆς θαλάσσης. Βρίσκει ἡ νοσταλγία μας διέξοδο καὶ ὁ πόνος μας τὴν ἔκφρασή του. Νίκος Καρούζος Θάλασσα: η αρχαιότητα της γεωγραφίας Μια μεγάλη θάλασσα στο τετράγωνο είναι μάλλον ένα πέλαγος μια μεγάλη θάλασσα στον κύβο είναι ο βαθυστέναχτος ωκεανός… Ο μετάλλινος λυρισμός του γηραλέου αιώνα μας του μυτερού καιρού μας του ουρανοξύστη που νυχτερεύει σε ακατέργαστο έρωτα διδάσκοντας ερημία στην έναστρη γλαφυρότητα της καμπύλης κι ανεχόρταγα φιλιέται στα νυχτιάτικα κοιμητήρια με τη ψηλόφλογη κι απαρομοίαστη άλγεβρα τη στιλπνότατη αραπίνα του Μεσαίωνα – ο μετάλλινος λυρισμός που διαφεντεύει τα πλήθη και συνταράζει το γαλαζοπράσινο ροχάλισμα των κυμάτων εκείνος όπου ποτέ δεν την έμαθε την αθάμπωτη φωταψία της ακατάκριτης τίγρης κάνει χιλιάδες την οργή κι αμέτρητη τη θλίψη βρωμίζοντας τη μεγάλη μας αρχαιότητα: τη θάλασσα τη λάμπουσα μητέρα της βιολογίας. Τι σύνολα συνωστίζονται στα ευλύγιστα του Νηρέα  τα βάραθρα τι σύνολα διαπρέπουν έρημα κι αλάλητα στη μονοκόμματη σιγή στ’ αξήλωτα τα βάθια… Βλέπεις τον εύοσμο ρυθμό φιλότητας και έριδας τον άρρητο ρυθμό που δεν αλλάζει μα όμως ούτε που μεινέσκει μια κατάφορτη στιγμή στα βρόχια της ασάλευτης ταυτότητας έσω κι ένα κοιμισμένο δευτερόλεπτο στην ίδια λάμψη την αλαφρογέννητη στου γερο-φόβου το χιλιοσκότεινο κάτεργο μη στέργοντας το ίδιο στασίδι – μακρόσυρτο κι άναυδο μυστήριο που ρέπει μ’ άφαντους χορούς απ’ αναρίθμητα τραγουδιστά κι αμάντευτα ηλεκτρόνια στη μανιώδη κίνηση τη σκλάβα του νερού με τόσα χρώματα. Βλέπεις τη φύση και τη λες Αγνούλα μες στη θάλασσα την ομορφιά στοχάζοντας πιότερο δακρυσμένη τα ερεβώδη γεγονότα δίχως του προπάτορα πόνου την αλλόφρονη κραυγή το άπειρο κοντινότερο στην οικουμένη. Βλέπεις τη μάνα τρικυμία σαν αρχόντισσα να συναδράχνει τα δρακόντεια παιδιά της τα γαλανόστηθα κύματα στον πόλεμο τον αναμάρτητο με τ’ άστρα. Βλέπεις την άσπιλη κι ατρέμιστη σιγή σε γάμο στυγερό με τα ουρλιάσματα κραδαίνεις ύψη γοερά, την άσωτη χαρά την καταιγιδα να τους κερνά τους κεραυνούς ωσάν ξεστήθωτες νεράιδες κι όπως ο μέγας υετός απ’ του νερού το βάρβαρο φτεράκισμα, το λάγνο βροντοκόπι, ξεθυμαίνει ηδονικά ραγίσματα στα λιπόσαρκα σύγνεφα τα ξεθεωμένα χαρίζουν ένα λιγοστό γαλάζιο βλαστερής ουρανοφάνειας προβάλλει σώος ο μουγγός ο ήλιος ο μαχαιροβγάλτης και τη μαυρίλα γύρωθε την κρεουργεί και την πεθαίνει γιατί είναι αυτός που και τη νύχτα τη γενέτειρα την έχει στη δική του τυραννίδα την έχει και του τραγουδά στο βάραθρο με μια μεγάλη φεγγαρόχαρη κιθάρα. Στομώνει ο ύπνος τη ζωή και την υψώνει ως το θάνατο τη στεφανώνει μ’ ένα έρημο στραφτάλισμα του Άδη κι αν είναι δόξασμα θωριάς η πικροθάλασσα κι αν είν’ το πιο ζωγραφιστό και θείο χασομέρι καθώς απλώνει τον αφρόπλαστο χιτώνα της το τίποτα στα σεμνόχρωμα βράχια τα ορυχτόζωα κι αλλάζοντας αμέσως αθωότητα πισωδρομίζει στα δικά της τρυφερά σκοτάδια σημάδι της αλήθειας τούτης ας υπάρχει του ποιήματος ο ήχος. Γιώργος Σαραντάρης Άλλοτε η θάλασσα Άλλοτε η θάλασσα μας είχε σηκώσει στα φτερά της Μαζί της κατεβαίναμε στον ύπνο Μαζί της ψαρεύαμε τα πουλιά στον αγέρα Τις μέρες κολυμπούσαμε μέσα στις φωνές και τα χρώματα Τα βραδιά ξαπλώναμε κάτω απ’ τα δέντρα και τα σύννεφα Τις νύκτες ξυπνούσαμε για να τραγουδήσουμε Ήταν τότε ο καιρός τρικυμία χαλασμός κόσμου Και μονάχα ύστερα ησυχία Αλλά εμείς πηγαίναμε χωρίς να μας εμποδίζει κανείς Να σκορπάμε και να παίρνουμε χαρά Από τους βράχους ως τα βουνά μας οδηγούσε ο Γαλαξίας Και όταν έλειπε η θάλασσα ήταν κοντά ο θεός. Κωστής Παλαμάς Μία πίκρα Τὰ πρῶτα μου χρόνια τ᾿ ἀξέχαστα τἄζησα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ μπροστά μου ἡ πρωτάνθιστη ζωούλα προβάλλει, καὶ βλέπω τὰ ὀνείρατα κι ἀκούω τὰ μιλήματα τῶν πρώτων μου χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι, στενάζεις καρδιά μου τὸ ἴδιο ἀναστέναγμα: Νὰ ζοῦσα καὶ πάλι στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Μιὰ μένα εἶναι ἡ μοίρα μου, μιὰ μένα εἶν᾿ ἡ χάρη μου, δὲν γνώρισα κι ἄλλη: Μιὰ θάλασσα μέσα μου σὰ λίμνη γλυκόστρωτη καὶ σὰν ὠκιανός ἀνοιχτὴ καὶ μεγάλη. Καὶ νά! μέσ᾿ στὸν ὕπνο μου τὴν ἔφερε τ᾿ ὄνειρο κοντά μου καὶ πάλι τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη, τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη. Κι ἐμέ, τρισαλίμονο! μιὰ πίκρα μὲ πίκραινε, μιὰ πίκρα μεγάλη, καὶ δὲ μοῦ τὴ γλύκαινες πανώριο ξαγνάντεμα τῆς πρώτης λαχτάρας μου, καλό μου ἀκρογιάλι! Ποιὰ τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου καὶ ποιὰ ἀνεμοζάλη, ποὺ δὲ μοῦ τὴν κοίμιζες καὶ δὲν τὴν ἀνάπαυες, πανώριο ξαγνάντεμα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι; Μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀμίλητη, μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀξήγητη, μιὰ πίκρα μεγάλη, ἡ πίκρα ποὺ εἶν᾿ ἄσβηστη καὶ μέσ᾿ τὸν παράδεισο τῶν πρώτων μας χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι.   [Πηγή: www.doctv.gr]