Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2022

Γᾶς Ὀμφαλός,Κική Δημουλά:Λογοτεχνία (Γ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών)





ΔΕΛΦΟΙ - Ο ΟΜΦΑΛΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ

Ο ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ 1/4












https://www.youtube.com/watch?v=w_nKLpos5ww

Η ποιήτρια - ακαδημαϊκός Κική Δημουλά ανοίγει την καρδιά της στο eleftheriaonline.gr


Κική Δημουλά

 Γᾶς Ὀμφαλός*





http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2712/Neoelliniki-Logotechnia_G-Lykeiou-AnthrSp_html-empl/index_1_21.html


III

 Ἀναστηλώνεται Νοέμβρης τῶν Δελφῶν.
Ἀπόβροχο στίς μετόπες1 τῆς ἀπορρόφησής του.
Σύννεφα πού δέν θά φύγουν μοιράζονται θρόνους.
Ζωφόροιφύλλων κίτρινων κοσμοῦν
5ἀντισεισμικά ἀνάκτορα ἀνέμων.

Πομπή σκαλοπατιῶν.
Προπορεύονται οἱ ἀρχές τοῦ τόπου· σαρκοφάγοι.3
Ἀκολουθοῦν βασιλεῖς, προσκυνητές τῆς προφητείας
ἀρχηγοί πολέμων μέ δῶρα πού στέλνει ἡ φιλοδοξία
10στούς μάντεις της· αἰῶνες κοιλαράδες βραδυκίνητοι
μέ τίς ἐπαναλήψεις παλλακίδες4 τους.
Φρουρά τῆς ροῆς σωματοφύλακες ἑκατέρωθεν·
σαρκοφάγοι πάλι μέ τίς περικνημίδες τους
—τσουκνίδες καί ξερόχορτα.

15Καθ' ὁδόν, στέψη σκέψης
πού ἔκανα γιά σένα, ἐπ' ἀνδραγαθίᾳ:
μέ τήν ἀπουσία σου μεγάλωσες
ἐξάπλωσες τῶν ἀφανῶντίς κτήσεις.

Ταξιθέτριες πέτρες στό θέατρο.
20Στή σειρά τῶν ἐπισήμων κάθονται θυμάρια.
Τζαμπατζῆδες θεατρόφιλοι βράχοι τριγύρω
κρέμονται σκαρφαλωμένοι στόν ἀπόηχο.
Στόν κορυφαῖο ρόλο της ἡ τραγωδός αὐλαία.
Ἐνθουσιώδους παρακμῆς χειροκροτήματα·6
25μπιζάρουν7 μέλισσες κι ἄλλα βομβώδη
μελιστάλακτα κεντριά, αἰώρησης κάνιστρα8
μέ φρεσκοκομμένες πεταλοῦδες
ραίνουν τήν πρωταγωνίστρια ἑρμηνεία μας.
Ψηλά, ἀπό τό στάδιο, ἐξακοντίζονται ἰαχές
30κύκλοι δρομεῖς ἐπευφημοῦνται
νικητής ἀνακηρύσσεται
ἕνας-ἕνας πού κλείνει.

Ἐπακολουθῶ. Στέρνες βωμοί ἄδυτα θυσιῶν
ὑδραγωγεῖα κινήτρων, ἡ ἀρχαιότερη Πυθία:
35ἡ σαρκοφάγος πάλι. Ἀλλά ἡ ζωή
τόν ἀποφεύγει τό χρησμό της.

Στάση σκέψης πού κάνω γιά ὅλες
τίς σπασμένες ἀρτιότητες: «τό κάτω μέρος
μαρμάρινης τρεχούσης γυναικός»
,9
40βῆμα ἀβοήθητο ποδιοῦ πρός χαμένο σῶμα,
μόνο ἡ κουλουριασμένη κίνηση
ἀνώνυμου νεκροῦ πολεμιστῆ
δίπλα σέ ἀπόστρατη ἀσπίδα
καί «δούλης νεαρᾶς τό σπασμένο κάτοπτρο»
45—τώρα πῶς θά καλλωπίζεται ἡ ὑποδούλωση.
Σφίγξ10 καθρεφτίζει τό ἀναπάντητο.

Καντίνες. Κάτι γιά τό δρόμο. Σάντουιτς,
ἀναψυκτικά, ἐμφιαλωμένο λάλον11 ὕδωρ.
Μάρμαρα πάλι, ἀφιερώματα12 σέ πέτρες
50χαραγμένες. Δύσκολα διαβάζω.
Τό σκληρό ἔμαθα πῶς χαράζει
ἀλλά ὄχι πῶς χαράζεται.
Ἀργά συλλαβίζοντας ἀναστηλώνω
μόνο τή λέξη ΕΠΤΟΗΘΗ.13 Μόνο; Ὄχι καί μόνο.
55Ἀκουστό ἀνά τόν κόσμο τό Ἐπτοήθη.
Μαντεῖο.
Γᾶς ὀμφαλός.
 
(Χαῖρε Ποτέ, 1988)

 


     * Γᾶς ὀμφαλός· ο ομφαλός της γης. Έτσι αποκαλούνταν κατά την αρχαιότητα ο χώρος των Δελφών. Γλυπτή παράσταση του ομφαλού ήταν τοποθετημένη μέσα στο άδυτο του ναού του Απόλλωνος. Αντίγραφο του περίφημου δελφικού ομφαλού συναντάει κανείς ανεβαίνοντας τη σκάλα του μουσείου των Δελφών.
  1. Μετόπη· μαρμάρινη πλάκα που μαζί με τα τρίγλυφα αποτελεί το διάζωμα (= επιφάνεια μεταξύ γείσου και επιστυλίου) των αρχαίων δωρικών ναών.
  2. ζωφόρος· η ζώνη ανάμεσα στο επιστύλιο και στο γείσο των κλασικών ιωνικών ναών, συνήθως κοσμούμενη με ανάγλυφες παραστάσεις. Και οι δύο λέξεις (ζωφόρος και μετόπη) χρησιμοποιούνται με μεταφορική σημασία και αποδίδονται στο φυσικό τοπίο.
  3. Σαρκοφάγος· μαρμάρινη ή πήλινη λάρνακα, στην οποία οι αρχαίοι έθεταν το σώμα του νεκρού. Το όνομα σαρκοφάγος εμφανίζεται από τα τελευταία χρόνια της ελληνιστικής εποχής, αλλά η χρήση της γενικεύεται κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η λέξη στο ποίημα χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της φθοράς και του θανάτου.
  4. Παλλακίς· η γυναίκα που συμβιώνει με άνδρα χωρίς νόμιμο γάμο· η λέξη, συνδεδεμένη με τον αποδεκτό κατά την αρχαιότητα θεσμό της παλλακείας, χρησιμοποιείται εδώ με σημασία μεταφορική.
  5. Η λέξη έμμεσα παραπέμπει στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη:
    μία δέ κλίνη κενή φέρεται ἐστρωμένη τῶν αφανῶν, οἵ ἄν μή εὑρεθῶσιν ἐς ἀναίρεσιν. Η φράση είναι χαραγμένη ως επιτύμβιο επίγραμμα στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Στο ποίημα η αναφορά γίνεται στο αγαπημένο πρόσωπο που έχει πεθάνει.
  6. Ποιητικό σχόλιο σχετιζόμενο με το τραύμα της συνάντησης του αρχαίου πολιτισμού με τη σύγχρονη πραγματικότητα (βλ. Γιώργος Σεφέρης, Ο βασιλιάς της ΑσίνηςΚΝΛ, Γ' Λυκείου):
    κι ο τόπος σαν το μεγάλο πλατανόφυλλο που παρασέρνει
         ο χείμαρρος του ήλιου
    με τ' αρχαία μνημεία και τη σύγχρονη θλίψη.
  7. μπιζάρω· (<επιφών. μπις < bis (= δις), ανακαλώ στη σκηνή τους ηθοποιούς, μουσικούς κλπ.
  8. κάνιστρο· καλάθι πλατύ και άβαθο, πανέρι.
  9. Τα εντός εισαγωγικών προφανώς αφορούν τις πινακίδες που συνοδεύουν τα εκθέματα του Μουσείου των Δελφών.
  10. Η Σφίγγα των Ναξίων (570-560 π.Χ.) αφιέρωμα των Ναξίων στον Απόλλωνα, είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλαστικά έργα από όσα βρέθηκαν στους Δελφούς. Η λέξη εδώ με μεταφορική σημασία.
  11. Υπαινικτική αναφορά στο λάλον ὕδωρ που ανάβρυζε από την Κασταλία πηγή, αλλά και στον περίφημο, τελευταίο κατά την παράδοση, δελφικό χρησμό, που δόθηκε στον αυτοκράτορα Ιουλιανό:
    Εἴπατε τῷ βασιλεῖ: Χαμαί πέσε δαίδαλος αὐλά·
    οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβαν, οὐ μάντιδα δάφνην,
    Οὐ παγάν λαλέουσαν· ἀπέσβετο καί λάλον ὕδωρ.
  12. Πρόκειται για τις αναθηματικές (= αφιερωματικές) επιγραφές που συναντά κανείς στο υπόστεγο μπροστά από το Μουσείο των Δελφών.
  13. επτοήθη· ταράχθηκε, φοβήθηκε (πτοούμαι = ταράσσομαι). Σχόλιο για το δέος που προκαλεί στον άνθρωπο η απτή (σπασμένες αρτιότητες) συνάντηση με τη φθορά.

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής


redline    Σχόλιο   redline
 
Το ποίημα είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο, αφήγηση ενός μοναχικού αρχαιολογικού περιπάτου μιας γυναίκας σημαδεμένης από την απώλεια του αγαπημένου της προσώπου στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, από την είσοδο με τις ρωμαϊκές σαρκοφάγους μέχρι το αρχαίο θέατρο, το στάδιο και το μουσείο. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, είναι ένα σχόλιο για τη φθορά, την απώλεια και τον υπαρξιακό φόβο που προκαλεί η επαφή του μοναχικού ανθρώπου με τις ορατές συνέπειες του χρόνου πάνω στα πράγματα.

Γυναίκες ποιήτριες στην Ελλάδα. Ανθολογία

 

pinkline  Ερωτήσεις   pinkline
  1. Πώς περιγράφεται το φυσικό τοπίο; Τι είδους στοιχεία τού αποδίδονται;
  2. Επισημάνετε τις αναφορές του ποιήματος στις σαρκοφάγους. Να εντοπίσετε τα σχήματα λόγου που συνοδεύουν τις αναφορές αυτές και να τα σχολιάσετε.
  3. Ποια είναι η συναισθηματική κατάσταση του προσώπου που αφηγείται; Να αιτιολογήσετε την απάντηση με αναφορές στο κείμενο.
  4. Θα συμφωνούσατε με την άποψη πως στην περιγραφή του αρχαίου θεάτρου και του σταδίου δίδεται η εντύπωση μιας κίνησης για να υπογραμμισθεί η ερήμωση και η ακινησία; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.

 

pinkline  Εργασίες   pinkline
 
      Να διαβάσετε το ποίημα Δελφική εορτή του Κώστα Καρυωτάκη (Βλ. Παράλληλα Κείμενα) και να αναζητήσετε κοινά στοιχεία με το ποίημα Γᾶς ὀμφαλός της Δημουλά.

Συνοδευτικά κείμενα. Η ποιήτρια Κική Δημουλά [Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου]

img37
«Η σφίγγα των Ναξίων», Μουσείο Δελφών.


ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ

KIKH  ΔΗΜΟΥΛΑ      «ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ»

- το ποίημα ανήκει στη συλλογή «Χαίρε ποτέ» (1988)
- λειτουργεί σε δυο επίπεδα, αφού σύμφωνα με το πρώτο πρόκειται για την αφήγηση ενός μοναχικού περιπάτου μιας γυναίκας στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, ενώ σ’ ένα δεύτερο αποτελεί σχόλιο για τη φθορά, την απώλεια και τον υπαρξιακό φόβο που προκαλεί η επαφή του μοναχικού ανθρώπου με τις ορατές συνέπειες του χρόνου πάνω στα πράγματα.
- ο τίτλος παραπέμπει στη γλυπτή παράσταση που ήταν τοποθετημένη στο άδυτο του ναού του Απόλλωνα και συμφωνεί με την αρχαία αντίληψη ότι εκεί ήταν το κέντρο του τότε γνωστού κόσμου. Ίσως όμως να συνδέεται και με την επικέντρωση του νου στο αγαπημένο πρόσωπο που χάθηκε (ο σύζυγός της έχει πεθάνει δυο χρόνια πριν δημοσιευθεί η συλλογή)
- το ποίημα διαρθρώνεται σε 8 στροφικές ενότητες λειτουργώντας σε δυο επίπεδα (κυριολεκτικό –μεταφορικό) που εναλλάσσονται και συμφύρονται με άξονες το ΧΡΟΝΟ και τη ΜΝΗΜΗ

 α΄στροφή στ.1-5
Ο προσδιορισμός του χρόνου και του χώρου με το απρόσμενο αναστηλώνεται που μπορεί να λειτουργεί κυριολεκτικά αλλά κυρίως μεταφορικά ως αναβίωση του παρελθόντος. Η συμπλοκή φυσικού τοπίου και αρχαιολογικού χώρου υποβάλλει μια συναισθηματική κατάσταση γεμάτη μελαγχολία, θλίψη και απομόνωση.

β’ στροφή στ. 6-14
η είσοδος στον αρχαιολογικό χώρο συνοδεύεται από μια έκρηξη εκφραστικών μέσων (προσωποποιήσεις, μεταφορές, απροσδόκητες συζεύξεις λέξεων, παρηχήσεις). Πρόκειται για μια εορταστική θρησκευτική πομπή, όπου προπορεύονται οι αρχές, ακολουθούν οι βασιλείς και οι πολέμαρχοι, οι προσωποποιημένοι αιώνες, οι παλλακίδες και οι σωματοφύλακες. Οι σαρκοφάγοι, που επαναλαμβάνονται με έμφαση φέρνουν στο προσκήνιο το μοτίβο της φθοράς και του θανάτου. Όλη η διαδικασία υπογραμμίζει την ανθρώπινη ματαιοδοξία και ματαιότητα αλλά αποκαλύπτει και το υπαρξιακό άγχος των ανθρώπων όλων των εποχών που τότε εκφραζόταν ως αγωνία για το μέλλον, ενώ στην περίπτωση του ποιητικού υποκειμένου ως φόβος για τη φθορά και το θάνατο.
  
γ’ στροφή στ.15-18
Συνδυάζοντας το στέψη σκέψης με τους βασιλείς, το επ’ ανδραγαθία με τους πολέμαρχους και το αφανών με τις σαρκοφάγους μεταβαίνουμε από το αρχαιολογικό χώρο στην προσωπική ζωή  και στη βασανιστική απουσία του προσώπου που έχει πεθάνει, με το οποίο η ποιήτρια διαλέγεται, προσπαθώντας να αναπληρώσει την απουσία του μέσω του ποιητικού λόγου.

δ’ στροφή στ.19-28
Μέσα από σουρεαλιστικές εικόνες τα στοιχεία της φύσης (πέτρες, θυμάρια, βράχοι, μέλισσες, πεταλούδες) διαπλέκονται με τα στοιχεία του θεάτρου (ταξιθέτριες, σειρά επισήμων, θεατρόφιλοι, αυλαία, πρωταγωνίστρια ερμηνεία), όπου κυρίαρχο ρόλο παίζει η υπαρξιακή αγωνία και ο θάνατος είναι το κορυφαίο γεγονός. Η ερημιά και η ηρεμία του τοπίου ξεπερνιούνται, αφού τα άψυχα παίρνουν ζωή, δίνοντας έναν ειρωνικό χαρακτήρα στην αφήγηση, που προκύπτει όμως μέσα από μια …γοητευτική κατά τ’ άλλα ατμόσφαιρα. Έμφαση δίνεται στο μέγεθος και τη σημασία της προσωπικής απώλειας.

ε’ στροφή στ.29-32
Η ψευδής εντύπωση της κίνησης επιτείνει την εικόνα της ερήμωσης και της φθοράς, καθώς και τη θλίψη του ποιητικού υποκειμένου. Οι κύκλοι δρομείς εκφράζουν τις φάσεις της ζωής που  ένας- ένας κλείνουν και στενεύουν τα περιθώρια ζωής και δράσης του ποιητικού υποκειμένου, αφού τελικά ο θάνατος είναι αυτός που σφραγίζει τα πάντα.

στ’ στροφή στ.33-36
Ο αρχαιολογικός περίπατος συνεχίζεται και καθώς η σκέψη περιδιαβαίνει τη ζωή (στέρνες), τις θυσίες (βωμοί), τις φιλοδοξίες (υδραγωγεία κινήτρων) η αναπόδραστη πρόβλεψη (η αρχαιότερη Πυθία) είναι και πάλι ο θάνατος, ο μόνος λυμένος γρίφος της ζωής είναι το τέλος. Η θέληση όμως του ανθρώπου για ζωή είναι τόσο ισχυρή, ώστε αυτός κάνει πως ξεχνάει τη μοίρα του θανάτου (αχτίδα αισιοδοξίας το ότι η ζωή αποφεύγει το χρησμό της)

ζ’ στροφή στ.37-46
Βρισκόμαστε στο εσωτερικό του μουσείου και μέσα στις σπασμένες αρτιότητες η ποιήτρια ψάχνει να βρει την πληρότητα μετά την απώλεια του αγαπημένου της. Γίνεται αναφορά σε τέσσερα αρχαιολογικά ευρήματα:1)το κάτω μέρος του σώματος μιας γυναίκας που τρέχει, αναδεικνύοντας τη ματαιότητα της ανθρώπινης προσπάθειας 2) την ασπίδα ενός νεκρού πολεμιστή, που είναι ό,τι απέμεινε απ’ αυτόν, άρα μόνο τα άψυχα αντέχουν στη φθορά του χρόνου 3)τον σπασμένο καθρέφτη μιας νεαρής δούλης, που παραπέμπει στην ψυχική υποδούλωση μας στην επιθυμία να πείσουμε τον εαυτό μας ότι η φθορά δε μας αφορά και 4)τη Σφίγγα των Ναξίων, που παραπέμπει στο αινιγματικό και το δυσδιάκριτο, και επομένως στη αδυναμία εύρεσης διεξόδου στα ερωτηματικά της ζωής της.

η’ στροφή στ.47-57
Ο περίπατος τελειώνει. Ο αρχαίος κόσμος βγαίνει τραυματισμένος από την επαφή του με τη σύγχρονη πραγματικότητα, αφού κυριαρχεί η εμπορευματοποίηση και η καταναλωτική προσέγγιση του αρχαίου πολιτισμού. Με αναφορές στα καθημερινά (καντίνες, σάντουιτς, αναψυκτικά) και το αιχμηρό σχόλιο για το εμφιαλωμένο λάλον ύδωρ περνάει στις αναθηματικές επιγραφές που βρίσκονται έξω από το μουσείο, που είναι δυσανάγνωστες λόγω της φθοράς που έχουν υποστεί από το χρόνο. Στους στίχους 51-52 διατυπώνεται αποφθεγματικά πως το ποιητικό υποκείμενο έχει βιώσει τη πληγή που προκαλεί ο θάνατος αλλά δεν ξέρει ακόμα πώς να αντιμετωπίσει τη φθορά και τον πόνο. Η αναγνωστική προσπάθεια οδηγεί στη λέξη ΕΠΤΟΗΘΗ, που σημαίνει ταράχτηκε, φοβήθηκε, άρα για μια φορά ακόμα η ποιήτρια συναντιέται με τις προσωπικές οδυνηρές της μνήμες αλλά η λέξη δηλώνει και  το δέος του ανθρώπου μπροστά στη φθορά, γιατί δε μπορεί να την αντιμετωπίσει. Αυτή η αίσθηση όμως δεν είναι μόνο προσωπική αλλά και καθολική, αφού χαρτογραφεί επαρκώς την ανθρώπινη ψυχή. Τώρα το μαντείο μπορεί να μιλήσει και η ζωή- θέλει δε θέλει- θα πάρει το χρησμό της. «Γας ομφαλός» δηλ. το κέντρο της ζωής είναι ο θάνατος.

ΓΛΩΣΣΑ:απλή, καθημερινή αλλά και τύποι καθαρεύουσας και απροσδόκητα λεκτικά σύνολα, ξένες λέξεις
ΥΦΟΣ:κινείται από την απλότητα ως τη μεγαλοπρέπεια
ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:συνειρμική κίνηση μεταξύ κυριολεξίας και μεταφοράς, αλληγορία και διαμεσολάβηση της φαντασίας, απομάκρυνση της σκέψης από τη λογική, κυριαρχία των αισθήσεων, απροσδόκητοι λεκτικοί συνδυασμοί, ευρηματικές μεταφορές, προσωποποιήσεις και εικόνες, υπαινικτικότητα της έκφρασης, ελεύθερη στιχουργία
ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ:κινείται από το παρόν στο παρελθόν και αντίστροφα, από το αρχαίο κλέος στη σημερινή εκμετάλλευση, από το γενικό στο ειδικό και από το προσωπικό στο πανανθρώπινο
Η εστίαση είναι εσωτερική και οι αφηγηματικοί τρόποι είναι ο δραματικός μονόλογος και οι περιγραφές

«ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ» - ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:

https://laventer.blogspot.com/2010/08/1.html
1. Να επισημάνετε τρία χαρακτηριστικά της ποίησης της Κικής Δημουλά δίνοντας
τα κατάλληλα παραδείγματα από το ποίημα.
2. Να σχολιάσετε τον τίτλο του ποιήματος και να τον συσχετίσετε με το πρόσωπο
στο οποίο η ποιήτρια απευθύνεται μέσα από το ποίημα.
3. Να εντοπίσετε δύο σημεία του ποιήματος στα οποία η ποιήτρια υπαινίσσεται την
παρακμή και εγκατάλειψη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και να τα
σχολιάσετε.
4. Γιατί η ποιήτρια διαβάζοντας τις επιγραφές αναστηλώνει μόνο τη λέξη
ΕΠΤΟΗΘΗ; Γιατί η λέξη αυτή είναι ακουστή ανά τον κόσμο;
5. Ποιες σκέψεις κάνει η ποιήτρια όταν στέκεται μπροστά από τα αγάλματα στο
μουσείο των Δελφών;
6. Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι κύρια στοιχεία στην ποίηση της Δημουλά είναι οι
παρηχήσεις, οι μεταφορές, οι συμβολισμοί, τα οξύμωρα, οι απροσδόκητοι
συνδυασμοί λέξεων, οι ανθρωπομορφισμοί, οι παρα προσδοκίαν εικόνες και οι
προσωποποιήσεις. Να βρείτε από ένα παράδειγμα για κάθε περίπτωση στο
ποίημα και να τα αναλύσετε πολύ σύντομα.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ:
1. Η Κική Δημουλά είναι μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες της μεταπολεμικής
γενιάς αλλά και της σύγχρονης εποχής. Η παρουσία της αλλά και η προσφορά
της στην ποίηση επιβεβαιώνεται από το πλήθος των διακρίσεων και βραβείων
που της έχουν απονεμηθεί. Κάθε ποίημά της περιλαμβάνει αρκετά από τα
χαρακτηριστικά που συνθέτουν την ιδιότυπη ποιητική φωνή της.
Ένα απο τα χαρακτηριστικά αυτά είναι τα αδιάλειπτα σχόλια που κάνει
η ποιήτρια για την απώλεια και το πέρασμα του χρόνου («αιώνες κοιλαράδεςβραδυκίνητοι με τις επαναλήψεις παλλακίδες τους») και τη φθορά που η
απώλεια αυτή συνεπάγεται («σαρκοφάγοι πάλι με τις περικνημίδες τους –
τσουκνίδες και ξερόχορτα, δύσκολα διαβάζω»). Διάχυτη είναι η υπαρξιακή
αγωνία στην ποίησή της, καθώς η ίδια προβληματίζεται για το μέλλον, την
ανικανότητα του ανθρώπου να σταματήσει το χρόνο («φρουρά της ροής
σωματοφύλακες εκατέρωθεν»), το θάνατο («η αρχαιότερη Πυθία, η σαρκοφάγος
πάλι, αλλά η ζωή τον αποφεύγει το χρησμό της») και το δέος που προκαλεί στον
άνθρωπο η αδυναμία του μπροστά στη μοίρα και το γεγονός ότι συχνά έρχεται
αντιμέτωπος με κάτι που ξεπερνά τις δυνάμεις του («ΕΠΤΟΗΘΗ, Μόνο; Όχι και
μόνο. Ακουστό ανά τον κόσμο το Επτοήθη»).
Επίσης, στα μετά τη συλλογή Χαίρε Ποτέ ποιήματά της, η ποίησή της
ανθεί πάνω στο άνυδρο έδαφος της στέρησης και της απουσίας του αγαπημένου
προσώπου («με την απουσία σου μεγάλωσες εξάπλωσες των αφανών τις
κτήσεις»). Αυτή τη στέρηση κι αυτή την απουσία αναπληρώνει η ποιήτρια






επιτυγχάνοντας μέσα στο χώρο της ποίησης την επικοινωνία με ένα εσύ, με τον
άλλο που λείπει, επικοινωνία που η πραγματικότητα αρνείται («Καθ’ οδόν στέψη
σκέψης που έκανα για σένα»). Από αυτήν την άποψη η ποίηση της Δημουλά, όσα
πικρά φορτία κι αν κουβαλά, στην ουσία επιτυγχάνει την κάθαρση, τη λύτρωση.
Ακόμα, μέσα στον ποιητικό της κόσμο κατοικεί η ίδια περιστοιχισμένη
από άψυχα αντικείμενα («πομπή σκαλοπατιών, στη σειρά των επισήμων







κάθονται θυμάρια») και αφηρημένες έννοιες («αιώνες κοιλαράδες
βραδυκίνητοι»). Στις τελευταίες δίνει διάσταση υποκειμένων, επιτρέποντάς τους
έτσι να κινούνται, να αισθάνονται, να πάσχουν και γενικώς να συμπεριφέρονται
ως δρώντα πρόσωπα («πώς θα καλλωπίζεται η υποδούλωση;», «δώρα που
στέλνει η φιλοδοξία στους μάντεις της», «στον κορυφαίο ρόλο της η τραγωδός
αυλαία»). Υπάρχει, δηλαδή, μια ακινησία του ποιητικού εγώ και αντιστοίχως μια
αέναη κινητικότητα του αφηρημένου («μπιζάρουν μέλισσες κι άλλα βομβώδη
μελιστάλακτα κεντριά»).

Τα παραπάνω είναι κάποια από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της
ποίησης της Κικής Δημουλά που εντοπίζονται και στο συγκεκριμένο ποίημα.


2. Η μυθολογία αναφέρει ότι ο Δίας άφησε δύο αετούς να πετάξουν από το
απώτατο ανατολικό και το απώτατο δυτικό σημείο της γης και αυτοί

συναντήθηκαν στους Δελφούς. Αυτό σήμαινε ότι οι Δελφοί αποτελούσαν το
κέντρο της γης (αποτελούν, δηλαδή, οι Δελφοί τον «ομφαλό» της γης, το Γας
Ομφαλό). Μάλιστα, στο χώρο των Δελφών κατά την αρχαιότητα υπήρχε και
γλυπτό που παρίστανε έναν «ομφαλό», αντίγραφο του οποίου εκτίθεται σήμερα
στο μουσείο των Δελφών.
Επομένως, ο τίτλος Γας Ομφαλός παραπέμπει τον αναγνώστη στον ιερό
χώρο των Δελφών. Σ’ αυτόν το χώρο η ποιήτρια κάνει μια μοναχική περιήγηση,
κατά την οποία έρχεται αντιμέτωπη με τα σημάδια που άφησε στο πέρασμά του


ο χρόνος και προβληματίζεται σχετικά με τη φθορά, την απώλεια και το θάνατο
δηλώνοντας την υπαρξιακή της αγωνία. Η δημιουργική δύναμη της φαντασίας
της ποιήτριας ενεργοποιείται από το χώρο και τα μνημεία των Δελφών και
δημιουργεί το κατάλληλο πλαίσιο στο οποίο θα ενεργοποιηθεί ο στοχασμός της.
Σε πρώτο επίπεδο, λοιπόν, το ποίημα αποτελεί την περιγραφή της μοναχικής
περιήγησης της ποιήτριας στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, ενώ σε δεύτερο
επίπεδο, υπαρξιακό αυτή τη φορά, η ποιήτρια θα έρθει αντιμέτωπη με τα ίχνη
που άφησε ο χρόνος επάνω στα πράγματα.
Έχει υποστηριχτεί, βέβαια, η άποψη ότι ο τίτλος θα μπορούσε να
συσχετιστεί και με την ίδια την ποιήτρια που αντιμετωπίζει το απόν πρόσωπο ως
ομφαλό της γης και συνεπώς ως επίκεντρο και βασικό συστατικό της ζωής της,
στο οποίο μέσω του ποιήματος έχει τη δυνατότητα να απευθυνθεί και με το
οποίο μπορεί να επικοινωνήσει.
3. ταξιθέτριες ... χειροκροτήματα: Η μοναχική ποιήτρια έρχεται αντιμέτωπη με
την ερημιά και την εγκατάλειψη όταν βρίσκεται στο αρχαίο θέατρο των Δελφών.
Οι ταξιθέτριες έχουν αντικατασταθεί από τις πέτρες, τα θυμάρια έχουν
φυτρώσει στις θέσεις των επισήμων, οι γύρω βράχοι είναι οι μοναδικοί
θεατρόφιλοι που αρέσκονται στην παρακολούθηση των παραστάσεων, χωρίς
μάλιστα να έχουν πληρώσει εισιτήριο. Η περιγραφή της ερημιάς και της
εγκατάλειψης συνεχίζεται με μια σύνθετη εικόνα που ακολουθεί. Η αυλαία που
πέφτει σηματοδοτεί τη λήξη της λειτουργίας του μαντείου και την παρακμή του
αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Η σύγχρονη πραγματικότητα, δηλαδή ο
σύγχρονος άνθρωπος, χειροκροτεί με ενθουσιασμό την παράσταση αλλά και την
παρακμή η οποία χαρακτηρίζει τον αρχαιολογικό χώρο και γενικά το μεγαλείο
του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
καντίνες ... ύδωρ: Στο σημείο αυτό δίνεται η εικόνα των αρχαιολογικών χώρων
στη σύγχρονη εποχή. Στοιχεία της εικόνας είναι οι καντίνες (παραπέμπουν
στους πωλητές που κερδοσκοπούν εις βάρος των τουριστών), τα σάντουιτς, τα
πρόχειρα φαγώσιμα για το ταξίδι, τα αναψυκτικά (αυτά υποδηλώνουν την πείνα
του επισκέπτη, ο οποίος λίγο συγκινείται σήμερα από τα μνημεία και τον
πολιτισμό), το εμφιαλωμένο νερό. Μάλιστα, η αναφορά στο εμφιαλωμένο ύδωρ
(αντίθεση με το λάλον και ειρωνεία), δείχνει τη μεγάλη διάσταση που χωρίζει
τον αρχαίο πολιτισμό από το σύγχρονο. Η σχέση των σύγχρονων Ελλήνων με
την πολιτιστική κληρονομιά είναι σχέση οικονομικής εκμετάλλευσης και
εμπορευματοποίησης.
4. Η ποιήτρια δυσκολεύεται να διαβάσει το περιεχόμενο των αναθηματικών
επιγραφών, καθώς και αυτές έχουν υποστεί τη φθορά και την αλλοίωση που
έχει επέλθει από το πέρασμα του χρόνου. Η μόνη λέξη την οποία τελικά, ύστερα
από πολλή προσπάθεια, κατορθώνει η ποιήτρια να αποκαταστήσει είναι η λέξη
ΕΠΤΟΗΘΗ, που παραπέμπει στο συναίσθημα του φόβου και της ταραχής που
αυτή ένιωσε, αφού ήρθε σε άμεση επαφή με τη φθορά και το θάνατο. Εξάλλου, η
φθορά και ο θάνατος είναι εμφανή παντού, πάνω στις σαρκοφάγους, στα
ερείπια του θεάτρου και του σταδίου, στα ακρωτηριασμένα αγάλματα, στις
φθαρμένες επιγραφές, στο σπασμένο καθρέφτη κ. τ. λ. Με το στίχο «ακουστό
ανά τον κόσμο το Επτοήθη» η ποιήτρια δίνει καθολικότητα στο συναίσθημα του
φόβου και του δέους που δημιουργείται στον άνθρωπο, όταν έρχεται
αντιμέτωπος με τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος και το θάνατο. Με το στίχο
αυτό, που είναι από τους τελευταίους του ποιήματος, ολοκληρώνεται ο
περίπατος της ποιήτριας, η οποία τρόμαξε από τη συνάντησή της με την
ερήμωση, τις ορατές συνέπειες του χρόνου, την αδυναμία του σύγχρονου
ανθρώπου να έχει γόνιμη επαφή με το παρελθόν, την ανάμνηση επώδυνων,
προσωπικών βιωμάτων, και τη διάψευση των ελπίδων της.
5. Η ποιήτρια στέκεται μπροστά στα εκθέματα του μουσείου των Δελφών και
βλέποντάς τα προβληματίζεται. Την προσοχή της τραβάνε τέσσερα εκθέματα,
τα οποία περιγράφει, κάνοντας κάποια σχόλια για καθένα από αυτά.
Το πρώτο έκθεμα αποτελεί το κάτω μέρος από ένα άγαλμα, το οποίο
παρίστανε μια γυναίκα που έτρεχε. Η εντύπωση που δίνει το μισό σώμα είναι ότι
μάταια τα πόδια δίνουν την ώθηση, γιατί δεν υπάρχει πια ολόκληρο το σώμα, το
οποίο θα κινηθεί. Αξίζει να επισημανθεί το σχήμα υπαλλαγής: (βήμα αβοήθητο
ποδιού αντί για βήμα αβοήθητου ποδιού) που δηλώνει τη δύναμη που έχει ο
χρόνος να αφαιρεί κάθε ίχνος κίνησης και ζωής.
Το δεύτερο έκθεμα απότελεί την ασπίδα ανώνυμου στρατιώτη (ο χρόνος
αφαιρεί την ταυτότητα των ανθρώπων) που την κρατούσε, στην προσπάθειά του
να κρυφτεί κουλουριασμένος πίσω από αυτήν, για να προστατευτεί από το
θάνατο. Η προσπάθεια, όμως, απέβη μάταιη, καθώς κανείς δεν μπορεί να
γλιτώσει από το θάνατο. Η αδυναμία του νεκρού πολεμιστή υπογραμμίζεται με
το σχήμα υπαλλαγής (κουλουριασμένη κίνηση πολεμιστή αντί για κίνηση
κουλουριασμένου πολεμιστή).
Το τελευταίο έκθεμα στο οποίο η ποιήτρια στέκεται είναι ο σπασμένος
καθρέφτης νεαράς δούλης. Στην περίπτωση αυτή προβάλλεται η ματαιότητα του
ανθρώπου, καθώς το κάτοπτρο παρουσιάζει είδωλα και όχι πραγματικές μορφές.
Η φθορά στο αντικείμενο είναι εμφανής, ενώ η απορία της ποιήτριας, γεμάτη
ειρωνεία που φτάνει ως το σαρκασμό («τώρα πώς θα καλλωπίζεται η
υποδούλωση;»), δίνει στην προσωποποιημένη έννοια υποδούλωση υπόσταση
υποκειμένου, που βρίσκεται σε αδιέξοδο μπροστά στη φθορά και στο θάνατο,
έννοιες που υποδηλώνονται στο σπασμένο κάτοπτρο.
Τέλος, η Σφίγγα, ένα από τα σπουδαιότερα πλαστικά έργα που
βρίσκονται και σήμερα στο μουσείο των Δελφών (αφιέρωμα των Ναξίων στον
Απόλλωνα, έργο του 6ου αιώνα π. Χ.), είναι το άγαλμα στο οποίο θα σταθεί η
ποιήτρια για να πάρει απάντηση στα ερωτήματά της. Δυστυχώς, όμως, τα
αδιέξοδα θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν και τα ερωτήματα της ποιήτριας θα
μείνουν αναπάντητα, γιατί η Σφίγγα δεν αποκαλύπτει ποτέ τις σκέψεις και τις
διαθέσεις της, καθώς και κατά τη μυθολογία η Σφίγγα έθετε διλήμματα και δεν
έδινε απαντήσεις.
6. Πράγματι, η ποίηση της Κικής Δημουλά χαρακτηρίζεται από πληθώρα
σχημάτων λόγου και τολμηρή χρήση της γλώσσας και των λέξεων.
Αρχικά, είναι εμφανής η χρήση των προσωποποιήσεων στο ποίημα. Με
την προσωποποίηση της φιλοδοξίας που στέλνει δώρα στους μάντεις δίνεται
έμφαση στην ειρωνική διάθεση της ποίητριας που υπονοεί ότι η μοίρα του
ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να αλλάξει, όσα δώρα κι αν προσφέρουν οι
άνθρωποι στην Πυθία. Οξύμωρο σχήμα εντοπίζεται στη φράση «παρακμής
χειροκροτήματα», καθώς ο αναγνώστης θα περίμενε ότι τα χειροκροτήματα
σηματοδοτούν την ακμή και την επιτυχία. Στη φράση «αντισεισμικά ανάκτορα
ανέμων» επισημαίνεται παρήχηση του αν που δηλώνει την αγωνία της ποιήτριας
για το μέλλον. Οι απροσδόκητοι συσχετισμοί λέξεων αποτελούν ιδιαίτερο γλωσ-
σικό γνώρισμα της ποίησης της Κικής Δημουλά και εντοπίζονται σε πολλά
σημεία. Ένα από αυτά είναι και ο στίχος 21 («τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι
βράχοι»), όπου ο αναγνώστης ξαφνιάζεται από τις απροσδόκητες λεξιλογικές
συνάψεις, το συνδυασμό, δηλαδή, λέξεων που δημιουργούν έκπληξη. Όσον
αφορά τον ανθρωπομορφισμό, το γεγονός δηλαδή ότι η ποιήτρια αποδίδει σε
άψυχα αντικείμενα και έννοιες ιδιότητες που ταιριάζουν σε ανθρώπους, αξίζει
κανείς να αναφέρει ότι στο ποίημα αυτό οι πέτρες είναι ταξιθέτριες, τα θυμάρια
κάθονται στις θέσεις των επισήμων, οι γύρω βράχοι είναι οι μοναδικοί
θεατρόφιλοι και μάλιστα τζαμπατζήδες. Επίσης, η εικόνα των βράχων περιέχει
και μεταφορές, καθώς οι βράχοι σκαρφαλωμένοι δημιουργούν δέος που
υποβάλλεται από το επιβλητικό τοπίο. Τέλος, η σαρκοφάγος στο ποίημα
αποτελεί σύμβολο και υποδηλώνει τη φθορά και το θάνατο.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ποίησης
της Κικής Δημουλά. Χωρίς αυτά τα γνωρίσματα, σύμφωνα και με τον Παντελή
Μπουκάλα, η ποίηση της Δημουλά θα ήταν λιγότερο λαμπρή και πλούσια και
πολύ πιο κλειστή στον εαυτό της, ένα αίνιγμα δίχως ανοίγματα.

 
Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ ΚΙΚΗ ∆ ΗΜΟΥΛΑ
Γας οµφαλός: 
Ο τίτλος του ποιήµατος συνδέεται κατ’ αρχήν µε το Μαντείο των ∆ελφών. Πιστεύετε ότι συνδέεται και µε την αφηγήτρια; Αν ναι πώς19; 2.3. Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου: Π. Αµπατζόγλου: Παύλος και Ελένη20 Μάρτυρας αναπόφευκτων καταστάσεων χωρίς συνείδηση εκείνη τη στιγµή και ορίστε τώρα µέσα στην αρχαία αγορά, µ΄ αυτά τα µνηµεία που γράφουν το χρόνο σε µορφή πέτρας, να που φιλοσοφεί επιπόλαια για τη µαταιότητα των ανθρώπινων σχέσεων και δεν ξέρω τι άλλο..... Κάπου τα γνωρίζει αυτά τα αρχαία, πάντα εδώ είχε ζήσει, θυµάται κάθε πετραδάκι και κάθε φούχτα χώµα, τ΄ ακρωτηριασµένα αγάλµατα τα θυµάται πάντα ακρωτηριασµένα, ολόκληρος ο πράσινος χώρος κι αυτή η γερασµένη ηρεµία, ένα ξένο σώµα µέσα στο νεκροταφείο των πολυκατοικιών που τον είχαν κυκλώσει και τον απειλούσαν, ταξίδευε µε τη µηχανή του χρόνου, βόµβα νετρονίου είχε σκοτώσει τη ζωή αλλά οι ψυχές των ανθρώπων ζούσαν στους θάµνους και στους ναούς των πεθαµένων θεών. Σηκώθηκε και βιάσθηκε για την αγορά αγόρασε ένα µπουκάλι κονιάκ και ξαναγύρισε για να βολευθεί στις σκάλες του Θησείου. (απόσπασµα) 

Ποιες αναλογίες περιεχοµένου επισηµαίνετε στο παραπάνω απόσπασµα και στο ποίηµα Γας Οµφαλός; 18 Πρόκειται για µια γενική περιγραφική αναφορά στο χώρο του σταδίου που ίσως παραπέµπει και στη προσωπική ζωή της αφηγήτριας της οποίας οι κύκλοι ένας – ένας στενεύουν και κλείνουν. 19 

Ο τίτλος αναφέρεται στο χώρο των ∆ελφών που στην αρχαιότητα ήταν από τα ιερότερα σηµεία του τότε γνωστού κόσµου, ο οµφαλός (το κέντρο) της γης. Όµως, θα µπορούσε να συσχετιστεί και µε την αφηγήτρια που αντιµετωπίζει το απόν πρόσωπο σαν οµφαλό της γης και συνεπώς σαν επίκεντρο και βασικό συστατικό της ζωής της. 20 Αµπατζόγλου Π., Παύλος και Ελένη, εκδ. Κέδρος6 , Αθήνα 1990, σσ.162-163. 88 Γ. Ρίτσος: Ηνίοχος 197021 
Εδώ ’ναι ο χάλκινος νέος µε την ίσια ταινία στο µέτωπο, µε τ’ ασάλευτα µάτιαενδοτικός και ξένος, κρατώντας τα σπασµένα ηνία µε ήσυχο χέρι, όρθιος πάνω στην απουσία του άρµατός τουόρθιος είπες; όρθιος. Τα υπόλοιπα κάτω απ’ τις πέτρες και τα χρόνια ανεξαργύρωτα, ανεπίστρεφτα, χαµένα. «Μόνο το τίποτε ατεµάχιστο», είπε και σάλιωσε τα δυο του δάχτυλα εγγίζοντας το χάλκινο χιτώνα του Ηνιόχου. Ποιες θεµατικές αναλογίες διακρίνετε ανάµεσα στο παραπάνω ποίηµα και στο Γας Οµφαλός; 

3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 1. Στο Γας Οµφαλός, αν και η αφόρµηση δίνεται από έναν πολύ σηµαντικό χώρο της αρχαιότητας µε διάρκεια στο χρόνο, στην πορεία της ποιητικής αφήγησης το µεγαλειώδες γίνεται καθηµερινό και το κοινωνικό ατοµικό. Συµφωνείτε µ’ αυτήν την άποψη; Να δικαιολογήσετε τη θέση σας. 2. Ποιους φόβους του ανθρώπου αντανακλούν οι σκέψεις της ποιήτριας µπροστά στα σπασµένα αγάλµατα; 3. Πώς επιτυγχάνεται στο ποίηµα η συνάντηση του αρχαίου κόσµου µε τη σύγχρονη πραγµατικότητα; 4. Να εντοπίσετε µερικά υπερρεαλιστικά στοιχεία του ποιήµατος (εικόνες, µεταφορές, λεξιλόγιο κ.λ.π.). 21 Ρίτσος Γ., ∆ιάδροµος και Σκάλα, εκδ. Κέδρος 2 , Αθήνα 1974, σ. 20. 89 5. Με αφορµή έναν αρχαιολογικό περίπατο, η ποιήτρια εκφράζει σκέψεις για την απώλεια ενός αγαπηµένου προσώπου και για τις συνέπειες του χρόνου στα πράγµατα. Μπορείτε να αναπτύξετε τις σκέψεις αυτές; 4. 

ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΩΝ - ∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ 1. Οι µεταφορές, οι παρηχήσεις, οι επωδοί, τα ανακόλουθα, τα ανανταπόδοτα και τα οξύµωρα σχήµατα, η χρήση του επιθέτου ως ουσιαστικού, οι αιφνιδιαστικοί συνδυασµοί και τα απροσδόκητα ζεύγη λέξεων, οι παρά προσδοκίαν εικόνες και κυρίως ο ανθρωποµορφισµός αποτελούν βασικά γνωρίσµατα του έργου της Κ. ∆ηµουλά. Αφού διαβάσετε προσεκτικά τα ποιήµατα που ανθολογούνται στο βιβλίο σας καθώς και µερικά από τα υπόλοιπα ποιήµατα της ποιήτριας, να συγκεντρώσετε τουλάχιστον 3 παραδείγµατα για κάθε ένα από τα παραπάνω γνωρίσµατα και να σχολιάσετε τη χρήση τους. 2. Η γυναίκα στην ποίηση της Κ. ∆ηµουλά: Πώς παρουσιάζεται, ποια είναι τα προβλήµατα και οι αγωνίες της, ποιος είναι ο ρόλος της σε ατοµικό και κοινωνικό επίπεδο. 90 91

 5. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑ ΚΡΙΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ Κριτήριο για ωριαία γραπτή δοκιµασία (45 λεπτά περίπου) ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:..................................................................................... ΤΑΞΗ...........................ΤΜΗΜΑ........................ ΜΑΘΗΜΑ: Νεοελληνική Λογοτεχνία Κατευθύνσεων Κική ∆ηµουλά: Γας Οµφαλός ΗΜΕΡ/ΝΙΑ:........................................................ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: 1. α) Ποιο είναι το σκηνικό του ποιήµατος; β) Ποια είναι η αφόρµηση και ποιο το θεµατικό κέντρο της ποιητικής αφήγησης; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 2. Να επισηµάνετε και να σχολιάσετε τα εκφραστικά µέσα / τρόπους µε τα οποία αποδίδεται στο ποίηµα η ροή του χρόνου. .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 3. Ποιος συµβολισµός λανθάνει πίσω από την αναφορά στις σαρκοφάγους και τα σπασµένα αγάλµατα; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 4. Να σχολιάσετε τη φράση: «Αλλά η ζωή τον αποφεύγει το χρησµό της.» .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 



Τα απομεινάρια του χρόνου στο σπαρακτικό ποίημα της Κικής Δημουλά «Γας Ομφαλός»

dddddddddddd










του Δημήτρη Καλαντζή.

Η Κική Δημουλά ανήκει στη μεταπολεμική ποιητική γενιά που χαρακτηρίζεται από την υπαρξιακή αγωνία με έμφαση στα ανθρώπινα συναισθήματα του ιδιωτικού βίου. Θέματα που κυριαρχούν στα ποιήματά της είναι η απουσία, η φθορά, η απώλεια, η μοναξιά και ο χρόνος, ενώ χαρακτηριστικά της ποίησής της είναι η προσωποποίηση αφηρημένων εννοιών, η ασυ

νήθιστη χρήση κοινών λέξεων και η πικρή παιχνιδίζουσα διάθεση. Με το «Γας Ομφα

λός» (1988) επιλέγει έναν εμβληματικό αρχαιολογικό χώρο, τους Δελφούς, για να συνθέ

σει μία σπαρακτική κραυγή για το τετελεσμένο παρελθόν και την οδυνηρή απουσία του 

στη συγχρονία.

Δελφοί

Στο «Γας ομφαλός» παρακολουθούμε το μοναχικό περίπατο μιας γυναίκας στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών και τις σκέψεις της για τη φθορά, την απώλεια και τον υπαρξιακό φόβο που προκαλεί η επαφή με τις ορατές συνέπειες του χρόνου πάνω στα πράγματα. Ο τίτλος παραπέμπει στη γλυπτή παράσταση που ήταν τοποθετημένη στο άδυτο του ναού του Απόλλωνα και, σύμφωνα με την αρχαία αντίληψη, σηματοδοτούσε το κέντρο του τότε γνωστού κόσμου.

Ίσως όμως να συνδέεται και με την επικέντρωση του νου της αφηγήτριας στο αγαπημένο πρόσωπο που χάθηκε (ο σύζυγός της Κικής Δημουλά είχε πεθάνει δυο χρόνια πριν δημοσιευθεί η συλλογή).

Η είσοδός της σημερινής επισκέπτριας στον αρχαιολογικό χώρο γίνεται παράλληλα με μία αρχαία πομπή, όπου προπορεύονται οι αρχές, ακολουθούν οι βασιλείς και οι πολέμαρχοι, οι προσωποποιημένοι αιώνες, οι παλλακίδες και οι σωματοφύλακες. Οι σαρκοφάγοι, που επαναλαμβάνονται με έμφαση, υποδηλώνουν το μοτίβο της φθοράς και του θανάτου. Όλη η διαδικασία υπογραμμίζει την ανθρώπινη ματαιοδοξία και ματαιότητα μπροστά στην αναπόδραστη φθορά και τελικά το θάνατο.

Με τη χρήση σουρεαλιστικών εικόνων, τα στοιχεία της φύσης (βράχοι, μέλισσες, πεταλούδες) διαπλέκονται με τα στοιχεία του θεάτρου (ταξιθέτριες, θεατρόφιλοι, αυλαία, πρωταγωνίστρια), όπου κυρίαρχο ρόλο παίζει η «ενθουσιώδης παρακμή».

Η ποιήτρια ψάχνει μάταια να βρει την πληρότητα μέσα από τα απομεινάρια της αρχαιότητας που αντικρίζει στο μουσείο των Δελφών αλλά αντικρίζει μόνο σπαράγματα: το κάτω μέρος του σώματος μιας γυναίκας ή την ασπίδα ενός νεκρού πολεμιστή.

Οι αντιθέσεις του «κάποτε» και του «τώρα» διατρέχουν το ποίημα μέσα από πυκνά και ευρηματικά σχήματα όπως «σπασμένες αρτιότητες» (σπασμένες = τώρα, αρτιότητες = κάποτε) ή «εμφιαλομένο λάλον ύδωρ» (εμφιαλωμένο = τώρα, λάλον ύδωρ = κάποτε).

Ο περίπατος της ποιήτριας τελειώνει με τον αρχαίο κόσμο να βγαίνει τραυματισμένος από την επαφή του με τη σύγχρονη πραγματικότητα, αφού κυριαρχεί η εμπορευματοποίηση (καντίνες, σάντουιτς, αναψυκτικά).

Η ιστορία χαράσσει αλλά και χαράσσεται, πληγώνει, ΠΤΟΕΙ, ταράζει, φοβίζει.

Η ποιήτρια συναντιέται με τις προσωπικές οδυνηρές της μνήμες.

«Γας ομφαλός», κέντρο της ζωής, είναι η φθορά και ο θάνατος.

Κικὴ Δημουλᾶ - Ποιήματα

Κικὴ Δημουλᾶ (1931-): ποιήτρια ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ἀκαδημαϊκός.

Πὼς ἤσουνα ἐχθρός μου, δὲν τὸ ἤξερες
οἱ λέξεις σου τὸ εἶπαν.
Σ᾿ ἐκεῖνες πούλησε ὁ ἔρωτας τὸ σεισμό του
κι ἦρθε στὴ ἐπιφάνεια ὅτι δὲ μ᾿ ἀγαποῦσες...

Ποιήματα ἀπὸ τὶς συλλογές, σὲ ἀλφαβητικὴ σειρά


ΑΓΓΕΛΙΕΣ

Διατίθεται ἀπόγνωσις
εἰς ἀρίστην κατάστασιν,
καὶ εὐρύχωρον ἀδιέξοδον.
Σὲ τιμὲς εὐκαιρίας.

Ἀνεκμετάλλευτον καὶ εὔκαρπον
ἔδαφος πωλεῖται
ἐλλείψει τύχης καὶ διαθέσεως.

Καὶ χρόνος
ἀμεταχείριστος ἐντελῶς.

Πληροφορίαι: Ἀδιέξοδον
Ὥρα: Πᾶσα.


ΑΝΑΕΡΕΙΠΩΣΗ

ΙΙ

Καὶ
φοβᾶμαι ἀκόμη τῶν χεριῶν μου
τὸ ἄγγιγμα στὶς πέτρες τοῦτες
μὴν ἐπιτείνει τὴ φθορά, μὴν ἐπισπεύδει
τῶν ἐρειπίων τὴν ἐρείπωση.
ΑΘΩΣ ΔΗΜΟΥΛΑΣ

Πότε μὲ εἶχες φέρει ἐδῶ
νὰ μὲ ξεναγήσεις στοὺς χρησμούς;
Νὰ ρωτήσω τὴ μάντιδα Μνήμη.
Ἢ ἄλλη, ἡ διπλανὴ ἱέρεια Λήθη,
ἔχει πολὺ κόσμο πνίγεται στὴ δουλειὰ
ἀμάσητα καταπίνει τὰ καπνώδη φύλλα
τῶν λησμονητέων.

Βρέχει ἀπὸ χτές.
Ὅ,τι βλέπω ἀπ᾿ τὸ παράθυρο τοῦ ἑστιατορίου
θέλει νὰ χαθεῖ. Μὲ τὸ ζόρι συγκρατῶ ἀντίκρυ
τοὺς κίονες μὴν πέσουν τῆς Ἀθηνᾶς Προναίας
-νὰ προσέξω ὅταν θὰ καθαρογράφω αὐτὴ τὴ θέα
μὴ μὲ παρασύρει ὁ δαίμων τῆς συνήχησης
καὶ γράψω Προνέας. Θὰ ποῦν πὼς ξεναγῶ
στὰ ἐρείπια καθρέφτη.

Βρέχει. Καταφεύγουν στὸ ἑστιατόριο
μεγάλες παρέες θορύβων.
Συντοπῖτες, ἐραστὲς τῆς ἱστορίας, ζευγάρια
Ἐρωτευμένα –σπουδαστὲς τοῦ μέλλοντός τους
περιηγητικοὶ συνταξιοῦχοι,
ἀναπαλαιωτὲς τῆς ἀνίας οἰκογένειες
σωματεῖα πρόεδροι ὁμιλήτριες ἀνθοδέσμες.

Ρέουν ξένες γλῶσσες σὲ ποτηράκια τῆς δικῆς μας
ξιφομαχεῖ μὲ τὰ μαχαιροπήρουνα ἡ βροχὴ
καταβροχθίζοντας μερίδες συζητήσεων, μπουκάλια
κρασιοῦ ξελαιμιάζονται νὰ διηγοῦνται
ἀνέκδοτα ἀστεῖα σπᾶνε γέλια.
Οἱ σερβιτόρες ἐντυπώσεις πηδοῦν ἐκστασιασμένες
ἀπὸ τραπέζι σὲ τραπέζι
κραυγαλέα ἐπιδόρπια παραγγέλνει ἡ συντροφικότης.

Ἐνῷ ἐγὼ σέβομαι – συντρώγω χαμηλόφωνα
μὲ τὸ ἕνα ἀπολλώνειο κουβέρ μου.


ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ

Ὅλα τὰ ποιήματά μου γιὰ τὴν ἄνοιξη
ἀτέλειωτα μένουν.

Φταίει ποὺ πάντα βιάζεται ἡ ἄνοιξη,
φταίει ποὺ πάντα ἀργεῖ ἡ διάθεσή μου.

Γι᾿ αὐτὸ ἀναγκάζομαι
κάθε σχεδὸν ποίημά μου γιὰ τὴν ἄνοιξη
μὲ μιὰ ἐποχὴ φθινοπώρου
ν᾿ ἀποτελειώνω.


ΑΥΤΟΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Θὰ πρέπει νὰ ἦταν ἄνοιξη
γιατὶ ἡ μνήμη αὐτὴ
ὑπερπηδώντας παπαροῦνες ἔρχεται.
Ἐκτὸς ἐὰν ἡ νοσταλγία
ἀπὸ πολὺ βιασύνη,
παραγνώρισ᾿ ἐνθυμούμενο.
Μοιάζουνε τόσο μεταξύ τους ὅλα
ὅταν τὰ πάρει ὁ χαμός.
Ἀλλὰ μπορεῖ νά ῾ναι ξένο αὐτὸ τὸ φόντο,
νά ῾ναι παπαροῦνες δανεισμένες
ἀπὸ μιὰν ἄλλην ἱστορία,
δική μου ἢ ξένη.
Τὰ κάνει κάτι τέτοια ἡ ἀναπόληση.
Ἀπὸ φιλοκαλία κι ἔπαρση.

Ὅμως θὰ πρέπει νά ῾ταν ἄνοιξη
γιατὶ καὶ μέλισσες βλέπω
νὰ πετοῦν γύρω ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ μνήμη,
μὲ περιπάθεια καὶ πίστη
νὰ συνωστίζονται στὸν καλύκά της.
Ἐκτὸς ἂν εἶναι ὁ ὀργασμὸς
νόμος τοῦ παρελθόντος,
μηχανισμὸς τοῦ ἀνεπανάληπτου.
Ἂν μένει πάντα κάποια γῦρις
στὰ τελειωμένα πράγματα
γιὰ τὴν ἐπικονίαση
τῆς ἐμπειρίας, τῆς λύπης
καὶ τῆς ποίησης.


ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ

ΙΙΙ

Ἀναστηλώνεται Νοέμβρης τῶν Δελφῶν.
Ἀπόβροχο στὶς μετῶπες τῆς ἀπορρόφησής του.
Σύννεφα ποὺ δὲν θὰ φύγουν μοιράζονται θρόνους.
Ζωφόροι φύλλων κίτρινων κοσμοῦν
Ἀντισεισμικὰ ἀνάκτορα ἀνέμων.

Πομπὴ σκαλοπατιῶν.
Προπορεύονται οἱ ἀρχὲς τοῦ τόπου, σαρκοφάγοι.
Ἀκολουθοῦν βασιλεῖς, προσκυνητὲς τῆς προφητείας
ἀρχηγοὶ πολέμων μὲ δῶρα ποὺ στέλνει ἡ φιλοδοξία
στοὺς μάντεις της, αἰῶνες κοιλαράδες βραδυκίνητοι
μὲ τὶς ἐπαναλήψεις παλλακίδες τους.
Φρουρὰ τῆς ροῆς σωματοφύλακες ἑκατέρωθεν,
σαρκοφάγοι πάλι μὲ τὶς περικνημίδες τους
-τσουκνίδες καὶ ξερόχορτα.

Καθ᾿ ὁδόν, στέψη σκέψης
ποὺ ἔκανα γιὰ σένα, ἐπ᾿ ἀνδραγαθία:
μὲ τὴν ἀπουσία σου μεγάλωσες
ἐξάπλωσες τῶν ἀφανῶν τὶς κτήσεις.
Ταξιθέτριες πέτρες στὸ θέατρο.
Στὴ σειρὰ τῶν ἐπισήμων κάθονται θυμάρια.
Τζαμπατζῆδες θεατρόφιλοι βράχοι τριγύρω
κρέμονται σκαρφαλωμένοι στὸν ἀπόηχο.
Στὸν κορυφαῖο ρόλο της ἡ τραγῳδὸς αὐλαία.
Ἐνθουσιώδους παρακμῆς χειροκροτήματα,
μπιζάρουν μέλισσες κι ἄλλα βομβώδη
μελιστάλακτα κεντριά, αἰώρησης κάνιστρα
μὲ φρεσκοκομμένες πεταλοῦδες
ραίνουν τὴν πρωταγωνίστρια ἑρμηνεία μας.

Ψηλά, ἀπὸ τὸ στάδιο, ἐξακοντίζονται ἰαχὲς
κύκλοι δρομεῖς ἐπευφημοῦνται
νικητὴς ἀνακηρύσσεται
ἕνας ἕνας ποὺ κλείνει.

Ἐπακολουθῶ. Στέρνες βωμοὶ ἄδυτα θυσιῶν
ὑδραγωγεῖα κινήτρων, ἡ ἀρχαιότερη Πυθία:
ἡ σαρκοφάγος πάλι. Ἀλλὰ ἡ ζωὴ
τὸν ἀποφεύγει τὸν χρησμό της.

Στάση σκέψης ποὺ κάνω γιὰ ὅλες
τὶς σπασμένες ἀρτιότητες: «στὸ κάτω μέρος
μαρμάρινης τρεχούσης γυναικός»,
βῆμα ἀβοήθητο ποδιοῦ πρὸς χαμένο σῶμα,
μόνο ἡ κουλουριασμένη κίνηση
ἀνώνυμου νεκροῦ πολεμιστῆ
δίπλα σὲ ἀπόστρατη ἀσπίδα
καὶ «δούλης νεαρᾶς τὸ σπασμένο κάτοπτρο»
-τώρα πῶς θὰ καλλωπίζεται ἡ ὑποδούλωση.
Σφὶγξ καθρεφτίζει τὸ ἀναπάντητο.

Καντίνες. Κάτι γιὰ τὸ δρόμο. Σάντουιτς,
ἀναψυκτικά, ἐμφιαλωμένο λάλον ὕδωρ.

Μάρμαρα πάλι, ἀφιερώματα σὲ πέτρες
χαραγμένες. Δύσκολα διαβάζω.
Τὸ σκληρὸ ἔμαθα πὼς χαράζει
ἀλλὰ ὄχι πῶς χαράζεται.
Ἀργὰ συλλαβίζοντας ἀναστηλώνω
μόνον τὴ λέξη ΕΠΤΟΗΘΗ. Μόνο; Ὄχι καὶ μόνο.
Ἀκουστὸ ἀνὰ τὸν κόσμο τὸ Ἐπτοήθη.
Μαντεῖο.
Γᾶς ὀμφαλός.

Δελφοί


ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Μόνη, ἐντελῶς μόνη,
περπατῶ στὸ δρόμο
καὶ πέφτω πάνω σὲ μεγάλα γεγονότα:
Ὁ ἥλιος σὰν ἐπειγόντως νὰ ἐκλήθη ἀπὸ τὴ Δύση
ἀφήνοντας ἡμιτελὲς τὸ δειλινό...

Σὲ λίγο ἡ νύχτα,
κρατώντας τοὺς ἀμφορεῖς τοῦ μυστηρίου,
τῶν ἰδιοτήτων της ἐπαίρετο,
ὅταν τὸ ρεμβῶδες μάτι της, τὸ φεγγάρι,
ἕνα ἀπρόδεκτο, λαθραῖο σύννεφο, πάτησε
καὶ τὴν τύφλωσε.

Τοῦ ἀτυχήματος τούτου
ἐπωφελήθηκε
κάποιος παράξενος κατάσκοπος
-τὸ μεσονύχτιο ὑποπτεύονται-
τὸ σύμπαν πυροβόλησε
καὶ τὸ ἄφησε ἀκίνητο...

Μετὰ ἀπὸ τέτοια γεγονότα,
τὸ γεγονὸς πὼς εἶμαι πάλι μόνη
παρελείφθη.


ΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΥΣΙΩΝ

Τώρα θὰ κοιτάζεις μία θάλασσα.

Ἡ διάθεση νὰ σὲ ἐντοπίσω
στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σὲ βρίσκει:
πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία.

Ἐκεῖ δὲν ἔχει ἀκόμα νυχτώσει
κι ἂς νύχτωσε τόσο ἐδῶ
τῶν τόπων οἱ κρίσιμες ὧρες
σπάνια συμπίπτουν.
Κάτι σὰν φῶς καὶ οὔτε φῶς,
ἡ ὥρα τοῦ ἑαυτοῦ σου ἔχει πέσει.

Χορεύουν φύκια
κάτω ἀπ᾿ τὸ τζάμι τοῦ νεροῦ.
Τὰ ρηχά, ἔχουν κι αὐτὰ
τὰ βάσανά τους καὶ τὰ γλέντια τους.

Τώρα θὰ ἔχουν λύσει τὰ μαλλιά τους
οἱ ἁγνὲς ἡσυχίες τριγύρω
μὲ τὴ σιωπή σου θὰ τὶς κάνεις
γυναῖκες σου ἐκπληρωμένες.
Ξαπλώνουν δίπλα σου.
Ἡ σκέψη σου στερεώνει σκαλοπάτια στὸν ἀέρα
κι ἀνεβαίνει. Σὲ κρατάει στὸ ράμφος της.
Ποῦ ξέρω ἐγὼ τὰ εὐαίσθητα σημεῖα τοῦ πελάγους
γιὰ νὰ σὲ καταλάβω;

Θὰ κοιτάζεις μία ἔρημη θάλασσα.
Τὸ βλέμμα σου δὲν παραλλάζει
ἀπὸ πλαγιὰ ποὺ γλυκὰ
καὶ μ᾿ ἀνακούφιση σκουραίνει
κατρακυλώντας μὲς στὴν ἀπομάκρυνση.
Ἀναπνέεις μὲ τὸ στέρνο τῶν μακρινῶν ἠρεμιῶν,
ποὺ ἔχω γι᾿ αὐτὲς διαβάσει
στοὺς πολύτομους κόπους ποὺ ἔδεσα.
Σ᾿ ἕνα ἀβαθῆ σου στεναγμὸ βούλιαξε ἕνα βαπόρι.
Δὲν θὰ ἤτανε βαπόρι. Θὰ ἤτανε σκιάχτρο
στὰ ὑγρὰ περβόλια τῆς φυγῆς
νὰ μὴν πηγαίνουν οἱ διαθέσεις
νὰ τὴν τσιμπολογᾶνε.

Ἡ τερατώδης τοῦ πελάγους δυνατότητα,
ἡ κίνηση τοῦ πλάτους,
φθάνει στὰ πόδια σου ἀφρός,
ψευτοεραστὴς στὰ πρῶτα βότσαλα.
Τοὺς σκάει ἕνα φιλὶ καὶ ξεμεθάει.


Τώρα, θὰ σοῦ ἔχουν πεῖ ὅ,τι εἶχαν νὰ σοῦ ποῦν
Οἱ ἀναδιπλώσεις τῶν κυμάτων
καὶ θὰ ἐπιστρέφεις κάπου.
Θὰ παίρνεις κάποιο χωματόδρομο,
μιὰ ἄλλη ἅπλα,
ἀλλοῦ γυμνὴ κι ἀλλοῦ ντυμένη μὲ βλάστηση.

Ἡ σκέψη σου, μετὰ ἀπὸ τόση θάλασσα,
κατέβηκε ἀπὸ γλάρος,
βάζει τὸ δέρμα τῆς προσαρμογῆς καὶ χάνεται.
Ὅπου εἶναι θάμνος, πράσινη
ὅπου σκοτεινό, σκοτεινή.
Ἐκεῖ ποὺ οἱ καλαμιὲς σπέρνουν ψιθύρους,
ψιθυριστή,
ὅπου περνάει ρίζα, ριζωμένη
ὅπου κυλάει ρυάκι, ρέουσα
κι ὅπου δαγκώνει ἡ πέτρα, πέτρινη.

Στὴν ψυχή σου δὲν φθάνει κανεὶς
οὔτε διὰ ξηρᾶς οὔτε διὰ θαλάσσης.

Αὐτὸ τὸ δισκίο,
τὸ ἀκουμπισμένο στὸ μαῦρο ἀτμοσφαιρικὸ τραπέζι,
ποὺ τὸ περνᾷς κι ἐσύ, ὅπως κι οἱ ἄλλοι, γιὰ φεγγάρι,
ἄσ᾿ το, δὲν εἶναι φεγγάρι.
Εἶναι τὸ βραδινό μου χάπι
τὸ ψυχοτρόπο.


ΓΡΑΜΜΑ

Ὁ ταχυδρόμος,
σέρνοντας στὰ βήματά του τὴν ἐλπίδα μου
μοῦ ῾φερε καὶ σήμερα ἕνα φάκελο
μὲ τὴ σιωπή σου.
Τὸ ὄνομά μου γραμμένο ἀπ᾿ ἔξω μὲ λήθη.
Ἡ διεύθυνσή μου ἕνας ἀνύπαρκτος δρόμος.
Ὅμως ὁ ταχυδρόμος
τὸν βρῆκε ἀποσυρμένο στὴ μορφή μου,
κοιτώντας τὰ παράθυρα ποὺ ἔσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τὰ χέρια μου
ποὺ ἔπλαθαν κιόλας μιὰ ἀπάντηση.
Θὰ τὸν ἀνοίξω μὲ τὴν καρτερία μου
καὶ θὰ ξεσηκώσω μὲ τὴ μελαγχολία μου
τ᾿ ἄγραφά σου.
Κι αὔριο θὰ σοῦ ἀπαντήσω
στέλνοντάς σου μιὰ φωτογραφία μου.
Στὸ πέτο θὰ ἔχω σπασμένα τριφύλλια,
στὸ στῆθος σκαμμένο
τὸ μενταγιὸν τῆς συντριβῆς.
Καὶ στ᾿ αὐτιά μου θὰ κρεμάσω-συλλογίσου-
τὴ σιωπή σου.


ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΤΙ ΝΑ ΧΑΣΕΙΣ

Καλὰ τὰ βγάζει πέρα ἡ μοναξιὰ
φτωχικὰ ἀλλὰ τίμια.
Ἀλλοῦ κοιμᾶται αὐτὴ
κι ἀλλοῦ τὸ ἐγκρατὲς σκεπτικὸ ἐάν.

Μόνο καμιὰ φορὰ
σὲ πειραματισμοὺς τὴν παρασύρει
ἡ περιέργεια
- ὄφις προγενέστερος
καὶ πιὸ φανατικὸς
ἀπ᾿ τὸν νερόβραστον ἐκεῖνον τῆς μηλέας.

Δοκίμασε τῆς λέει, μὴ φοβᾶσαι
δὲν ἔχεις τί νὰ χάσεις
καὶ τὴν πείθει
νὰ κουλουριάζεται πνιχτὰ
νὰ τρίβεται σὰ γάτα ἀνεπαίσθητη
πάνω στὸν διαθέσιμο ἀέρα
ποῦ ἀφήνεις προσπερνώντας.

Ἀπόλαυση πολὺ μοναχικότερη
ἀπὸ τὴ στέρησή της.


ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΕ ΜΕΝΑ

Σοῦ εἶπα:
- Λύγισα.
Καὶ εἶπες:
- Μὴ θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου νὰ κοιτᾷς
σταματημένο τὸ ρολόι.
Λογικὰ ἀπελπίσου
πῶς δὲν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
Κι ἂν αἴφνης τύχει
νὰ σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μὴ ριψοκινδυνέψεις νὰ χαρεῖς.
Ἡ κίνηση αὐτὴ δὲν θά ῾ναι χρόνος.
Θά ῾ναι κάποιων ἐλπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αὐτοεκθρονίσου
ἀπὸ τὰ χίλια σου παράθυρα..
Γιὰ ἕνα μήπως τ᾿ ἄνοιξες.
Κι αὐτοξεχάσου εὔχαρις.
Ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς,
γιὰ τὰ φθινόπωρα, τὰ κύκνεια,
τὶς μνῆμες, ὑδροροὲς τῶν ἐρώτων,
τὴν ἀλληλοκτονία τῶν ὠρῶν,
τῶν ἀγαλμάτων τὴν φερεγγυότητα,
ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς
γι᾿ ἀνθώπους ποὺ σιγὰ-σιγὰ λυγίζουν,
τὸ εἶπες.


ΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ

Ἐκκλησάκι ἔρημο ἐγκαταλειμμένο πιστευτό.
Θαρρεῖς ὅτι τὸ ἔχτισε ἐρείπωση.
Τὰ κεραμίδια στὸν τροῦλο
τρύπιο σάλι ριγμένο
στὴ γηραιὰ καμπούρα τῆς ἀνάτασης.

Τὰ μικρὰ παράθυρα κρέμονται
κάπως στραβὰ στὸν τοῖχο
σὰν εἰκονίτσες ποὺ σεισμὸς τὶς μετακίνησε
ἀπὸ τῆς πίστης τὸ ἴσιο.
Βιτρὸ στὰ τζάμια συνθεμένα
μὲ πολυκαιρινῆς βροχῆς σταγόνες ραγισμένες.

Ἄραγε νὰ ζεῖ μέσα ἡ ἁγιότης
τρεφόμενη μὲ σβηστὰ κεράκια μόνο;

Κλειδωμένη ἡ ἀμφίβια πόρτα
- καὶ στὸ μέσα σκότος βυθισμένη ζεῖ
καὶ στὸ φῶς ἔξω κολυμπάει.
Ἐπάνω της τὴν πλάτη του ἀκουμπώντας
ἕνα σκαλοπατάκι
ζητιανεύει λίγην ἐπισκευή. Ἔχει σπάσει.

Καὶ ἡ φύση ποὺ ὅλα τὰ καλοπιάνει
καὶ τὴν ἀκμὴ λατρεύει
καὶ στὴ φθορὰ χατίρι δὲ χαλάει

ἐπισκευάζει τὴ ρωγμὴ στὸ σκαλοπάτι
πολύχρωμα γεμίζοντάς την μὲ τσουκνίδες,
γαϊδουράγκαθα, μολόχες, δαφνόφυλλα
καὶ πικροπαπαροῦνες.

Καὶ γίνεται αἴφνης ἀνοιξιάτικος εὐδιάθετος
γραφικὸς αἰσιόδοξος ὁ τρόμος
γιὰ τὴν ἐρείπωση τῆς ἐγκατάλειψής μας.


EΡΕΒΟΣ

Σκύβοντας πάνω
ἀπ᾿ τῆς ψυχῆς μου τὴ συσκότιση
στίχους ἰσχνοὺς θὰ ἐπιδείξω
ἀποκλεισμένους ἀπὸ ἀπρόσμενη κακοκαιρία
ποῦ πλήγωσε θανάσιμα
κάποιο δειλό μου λυκαυγές.

Πολλὰ θὰ λὲν οἱ στίχοι αὐτοί,
θὰ δεῖτε, θὰ διαβάσετε.
Ὁ τελευταῖος μόνο στίχος
τίποτε δὲν θὰ λέει.
Κοιτώντας θλιβερὰ τοὺς προηγούμενους
θὰ κλαίει.


ΕΥΦΛΕΚΤΗ Η ΑΠΟΣΤΑΣΗ

Ἀσυγχώρητη ἀπροσεξία
νὰ μοῦ στείλεις ἐπὶ χάρτου ἐφημερίδας
ὁλοσέλιδή τη φωτογραφία σου
μὲ ἀναμμένο τὸ τσιγάρο της.

Ἂν ἔπιανε φωτιὰ ἡ παραλαβή;
Ποιὰ πυροσβεστικὴ
ψυχραιμία εἰς μάτην θὰ καλοῦσα
σὲ ποιὸ διανυκτερεῦον ἔγκαυμα
θὰ ἔτρεχα ἀνήμπορο ἐγὼ χαρτὶ καμένο
σὲ ποιὰν ἐξαντλημένη θεραπεία

σὲ ποιὰν ἀποζημίωση μετά.
Ἀσφάλεια ἀναθρώσκοντος καπνοῦ
δὲν ἔχω κάνει.


Η ΓΛYKΥΤΑΤΗ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΣ

Τρισάγια κάθε τόσο
γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ ὑπηκοότητα νεκροῦ
στὸν κεκοιμημένον δοῦλόν σου.

Ὕψιστε, τί ἐννοεῖς
ἄλλο νεκρὸς καὶ ἄλλο δοῦλος.
Κι ἀπὸ πότε ἐπιτρέπεται
νὰ κοιμοῦνται ἔτσι βαθιὰ
ἀτιμώρητοι οἱ δοῦλοι.

Τὸν κεκοιμημένον δοῦλόν σου.
Θέ μου, ἂν ἀπελευθερώνει ὁ θάνατος
ὅπως μᾶς τὸ ὑπόσχεται παρήγορη
ἡ γλυκύτατη ἀβεβαιότης, ἐσὺ
γιατί τὸν θὲς ντὲ καὶ καλὰ δουλέμπορο;

Τὸν κεκοιμημένον.
Περὶ ὕπνου πρόκειται, Κύριε;
Μὰ τοῦ κολλάει ὕπνος τοῦ νεκροῦ
ἔτσι εὔκολα νυστάζει ἡ ἀπώλεια τῆς ζωῆς;
Ἐδῶ ἐμεῖς, δοῦλοι τοῦ ἀπάνω κόσμου ἀκόμα
κι ὅμως ποιὸς κλείνει μάτι
ἂν δὲν τὸν νανουρίσει ὅπως ξέρει
μόνο ἡ γιαγιά του ἡ ἀβεβαιότης
μὲ τὴ γλυκεῖα της ρόδινη ἀφύπνιση.

Κύριε, μήπως ὅταν ἐνέκρινες
αὐτοὺς τοὺς ἀνελέητους ἀνταγωνιστικοὺς ψαλμοὺς
ἤσουν ἀκόμη ἄνθρωπος;


Η ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΗ ΠΕΤΡΑ

Μίλα.
Πὲς κάτι, ὁτιδήποτε.
Μόνο μὴ στέκεις σὰν ἀτσάλινη ἀπουσία.
Διάλεξε ἔστω κάποια λέξη,
ποὺ νὰ σὲ δένει πιὸ σφιχτὰ
μὲ τὴν ἀοριστία.
Πές:
«ἄδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πές:
«θὰ δοῦμε»,
«ἀστάθμητο»,
«βάρος».
Ὑπάρχουν τόσες λέξεις ποὺ ὀνειρεύονται
μιὰ σύντομη, ἄδετη, ζωὴ μὲ τὴ φωνή σου.

Μίλα.
Ἔχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Ἐκεῖ ποὺ τελειώνουμε ἐμεῖς
ἀρχίζει ἡ θάλασσα.
Πὲς κάτι.
Πὲς «κῦμα», ποὺ δὲν στέκεται.
Πὲς «βάρκα», ποὺ βουλιάζει
ἂν τὴν παραφορτώσεις μὲ προθέσεις.

Πὲς «στιγμή»,
ποὺ φωνάζει βοήθεια ὅτι πνίγεται,
μὴν τὴ σῴζεις,
πὲς
«δὲν ἄκουσα».

Μίλα.
Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τοὺς ἀνταγωνισμούς:
ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς σὲ αἰχμαλωτίσει,
σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη.
Τράβα μία λέξη ἀπ᾿ τὴ νύχτα
στὴν τύχη.
Ὁλόκληρη νύχτα στὴν τύχη.
Μὴ λὲς «ὁλόκληρη»,
πὲς «ἐλάχιστη»,
ποὺ σ᾿ ἀφήνει νὰ φύγεις.
Ἐλάχιστη
αἴσθηση,
λύπη
ὁλόκληρη
δική μου.
Ὁλόκληρη νύχτα.

Μίλα.
Πὲς «ἀστέρι», ποὺ σβήνει.
Δὲν λιγοστεύει ἡ σιωπὴ μὲ μιὰ λέξη.
Πὲς «πέτρα»,
ποὺ εἶναι ἄσπαστη λέξη.
Ἔτσι, ἴσα ἴσα,
νὰ βάλω ἕναν τίτλο
σ᾿ αὐτὴ τὴ βόλτα τὴν παραθαλάσσια.


ΚΟΝΙΑΚ ΜΗΔΕΝ ΑΣΤΕΡΩΝ

Χαμένα πᾶνε ἐντελῶς τὰ λόγια τῶν δακρύων.
Ὅταν μιλάει ἡ ἀταξία ἡ τάξη σωπαίνει
-ἔχει μεγάλη πεῖρα ὁ χαμός.
Τώρα πρέπει νὰ σταθοῦμε στὸ πλευρὸ
τοῦ ἀνώφελου.
Σιγὰ σιγὰ νὰ ξαναβρεῖ τὸ λέγειν της ἡ μνήμη
νὰ δίνει ὡραῖες συμβουλὲς μακροζωϊας
σὲ ὅ,τι ἔχει πεθάνει.

Ἂς σταθοῦμε στὸ πλευρὸ ἐτούτης τῆς μικρῆς
Φωτογραφίας
ποὺ εἶναι ἀκόμα στὸν ἀνθὸ τοῦ μέλλοντός της:
νέοι ἀνώφελα λιγάκι ἀγκαλιασμένοι
ἐνώπιον ἀνωνύμως εὐθυμούσης παραλίας.
Ναύπλιο Εὔβοια Σκόπελος;
Θὰ πεῖς
καὶ ποὺ δὲν ἦταν τότε θάλασσα.

(ἀπὸ τὰ Ποιήματα, Ἴκαρος 1998)


ΜΙΑ ΜΕΤΕΩΡΗ ΚΥΡΙΑ

Βρέχει...
Μία κυρία ἐξέχει στὴ βροχὴ
μόνη
πάνω σ᾿ ἕνα ἀκυβέρνητο μπαλκόνι.
Κι εἶναι ἡ βροχὴ σὰν οἶκτος
κι εἶναι ἡ κυρία αὐτὴ
σὰν ράγισμα στὴ γυάλινη βροχή.
Τὸ βλέμμα της βαδίζει στὴ βροχή,
βαριὲς πατημασιὲς καημοῦ
τὸν βρόχινό του δρόμο
γεμίζοντας. Κοιτάζει...
Κι ὅλο ἀλλάζει στάση,
σὰν κάτι πιὸ μεγάλο της,
ἕνα ἀνυπέρβλητο,
νά ῾χει σταθεῖ
μπροστὰ σ᾿ ἐκεῖνο ποὺ κοιτάζει.
Γέρνει λοξὰ τὸ σῶμα
παίρνει τὴν κλίση τῆς βροχῆς
―χοντρὴ σταγόνα μοιάζει―
ὅμως τὸ ἀνυπέρβλητο μπροστά τῆς πάντα.
Κι εἶναι ἡ βροχὴ σὰν τύψη.
Κοιτάζει...
Ρίχνει τὰ χέρια ἔξω ἀπ᾿ τὰ κάγκελα
τὰ δίνει στὴ βροχὴ
πιάνει σταγόνες
φαίνεται καθαρὰ ἡ ἀνάγκη
γιὰ πράγματα χειροπιαστά.
Κοιτάζει...
Καί, ξαφνικά,
σὰν κάποιος νὰ τῆς ἔγνεψε «ὄχι»,
κάνει νὰ πάει μέσα.
Ποῦ μέσα ―
μετέωρη ὡς ἐξεῖχε στὴ βροχὴ
καὶ μόνη
πάνω σ᾿ ἕνα ἀκυβέρνητο μπαλκόνι.

(ἀπὸ τὰ Ποιήματα, Ἴκαρος 1998)


ΟΙ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΕΣ ΚΑΛΗΜΕΡΕΣ

Ἄρχισε ψύχρα.
Τὸ γύρισε ὁ καιρὸς σὲ ἀναχώρηση.

Ἡ πρώτη μέρα τοῦ Σεπτέμβρη
ξοδεύτηκε σὲ κάποια ὑδρορροή.
Ὡς χθὲς ἀκόμα ὅλα ἔρχονταν.
Ζέστες, ἡ διάθεση γιὰ φῶς,
λόγια, πουλιά,
πλαστογραφία ζωῆς.
Γονιμοποιοῦνταν κάθε βράδυ τὰ φεγγάρια,
πολλοὶ διάττοντες ἔρωτες
ἦρθαν στὸν κόσμο τὸν περασμένο μήνα.

Τώρα ἡ γνωστὴ ψύχρα
κι ὅλα νὰ φεύγουν.

Ζέστες, πουλιά, ἡ διάθεση γιὰ φῶς.

Φεύγουν τὰ πουλιά, ἀκολουθοῦν τὰ λόγια
ἡ μία ἐρήμωση τραβάει πίσω τῆς τὴν ἄλλη
μὲ λύπη αὐτοδίδακτη.
Ἤδη ἀποσυνδέθηκε τὸ φῶς ἀπὸ τὴν ἐπανάπαυση
κι ἀπὸ τὶς καλημέρες σου.
Τὰ παράθυρα ἐνδίδουν.
Τὸ χέρι τοῦ μεταβλητοῦ κλείνει τὰ τζάμια,
ἄλλοι λὲν ὡς τὴν ἄνοιξη,
ἄλλοι φοβοῦνται διὰ βίου.

Κι ἐσὺ τί κάθεσαι;
Καιρὸς νὰ μπεῖς κι ἐσὺ στὰ ἀλλαγμένα.
Νὰ γίνεις ὅτι ἀναρωτιόμουν πέρυσι:
«ποιὸς ξέρει τ᾿ ἄλλο μου φθινόπωρο;».
Καιρὸς νὰ γίνεις «τ᾿ ἄλλο μου φθινόπωρο».
Ἄρχισε ψύχρα.
Ρῖξε στὴν πλάτη σου ἕνα ροῦχο ἀποδημίας.


Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ

Ὁ ἔρωτας,
ὄνομα οὐσιαστικόν,
πολὺ οὐσιαστικόν,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,
γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,
γένους ἀνυπεράσπιστου.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.

Ὁ φόβος,
ὄνομα οὐσιαστικὸν
στὴν ἀρχὴ ἑνικὸς ἀριθμὸς
καὶ μετὰ πληθυντικὸς
οἱ φόβοι.
Οἱ φόβοι
γιὰ ὅλα ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.

Ἡ μνήμη,
κύριο ὄνομα τῶν θλίψεων,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
μόνον ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
καὶ ἄκλιτη.
Ἡ μνήμη, ἡ μνήμη, ἡ μνήμη.

Ἡ νύχτα,
Ὄνομα οὐσιαστικόν,
Γένους θηλυκοῦ,
Ἑνικὸς ἀριθμός.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
Οἱ νύχτες.
Οἱ νύχτες ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.

(ἀπὸ τὰ Ποιήματα, Ἴκαρος 1998)


ΠΑΡΑΚΛΗΣΙΣ

Αὐτὴ τὴ μέρα
ἄφησε νὰ σοῦ ἐμπιστευτῶ τὴν ἱστορία μου:
Μελαγχολικός της ζωῆς ἄνεμος εἶμαι
ποὺ νυχτώθηκα καὶ ἀπόμεινα σ᾿ ἕνα χθὲς ἀνάλγητο.

Ἔλα λοιπόν, καὶ μὲ τὰ μάτια σου,
ποῦ ῾ναι καταχνιὰ κι ἐνάστρωση,
τὸ σύθαμπο καὶ τὸ πρωὶ
σὲ μιὰν ἀλλόκοτη σύγκλιση,
ἀνάστειλε τὴ νύχτα μου.

Ἔλα
Κι ἂς εἶναι μοιραῖο πὼς ἀργότερα,
ὅταν ἀνάμεσά μας θ᾿ ἀναδεύεται,
σὲ ἀνυπόφορη μεγέθυνση,
τὸ μυστικό μας τ᾿ ἀδυσώπητο,
-πὼς σημερινοὶ εἴμαστε καὶ ξένοι-
μὲ τὸν ὑποβολέα τῆς πίκρας μου
παμπάλαιο κατευόδιο θ᾿ ἀπαγγείλω πάλι
στὶς ὧρες τὶς ἀγέρωχες,
ποὺ ἀνεβασμένες στὶς σχεδίες τοῦ ἀνέκκλητου
πρὸς ἕνα ἀδηφάγο αὔριο θὰ λάμνουν.


ΠΑΡΑΝΟΜΙΕΣ

Ἐπεκτείνομαι καὶ βιώνω
παράνομα
σὲ περιοχὲς ποὺ σὰν ὑπαρκτὲς
δὲν παραδέχονται οἱ ἄλλοι.
Ἐκεῖ σταματῶ καὶ ἐκθέτω
τὸν καταδιωγμένο κόσμο μου,
ἐκεῖ τὸν ἀναπαράγω
μὲ πικρὰ κι ἀπειθάρχητα μέσα,
ἐκεῖ τὸν ἀναθέτω
σ᾿ ἕναν ἥλιο
χωρὶς σχῆμα, χωρὶς φῶς,
ἀμετακίνητο,
προσωπικό μου.
Ἐκεῖ συμβαίνω.

Κάποτε, ὅμως,
παύει αὐτό.
Καὶ συστέλλομαι,
κι ἐπανέρχομαι βίαια
(πρὸς καθησυχασμόν)
στὴ νόμιμη καὶ παραδεκτὴ
περιοχὴ
στὴν ἐγκόσμια πίκρα.

Καὶ διαψεύδομαι.


ΠΕΡΑΣΑ

Περπατῶ καὶ νυχτώνει.
Ἀποφασίζω καὶ νυχτώνει.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ὑπῆρξα περίεργη καὶ μελετηρή.
Ξέρω ἀπ᾿ ὅλα. Λίγο ἀπ᾿ ὅλα.
Τὰ ὀνόματα τῶν λουλουδιῶν ὅταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οἱ λέξεις καὶ πότε κρυώνουμε.
Πόσο εὔκολα γυρίζει ἡ κλειδαριὰ τῶν αἰσθημάτων
μ᾿ ἕνα ὁποιοδήποτε κλειδὶ τῆς λησμονιᾶς.
Ὄχι δὲν εἶμαι λυπημένη.

Πέρασα μέρες μὲ βροχή,
ἐντάθηκα πίσω ἀπ᾿ αὐτὸ
τὸ συρματόπλεγμα τὸ ὑδάτινο
ὑπομονετικὰ κι ἀπαρατήρητα,
ὅπως ὁ πόνος τῶν δέντρων
ὅταν τὸ ὕστατο φύλλο τοὺς φεύγει
κι ὅπως ὁ φόβος τῶν γενναίων.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Πέρασα ἀπὸ κήπους, στάθηκα σὲ συντριβάνια
καὶ εἶδα πολλὰ ἀγαλματίδια νὰ γελοῦν
σὲ ἀθέατα αἴτια χαρᾶς.
Καὶ μικροὺς ἐρωτιδεῖς, καυχησιάρηδες.
Τὰ τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σὲ νύχτες μου καὶ ρέμβασα.
Εἶδα πολλὰ καὶ ὡραῖα ὄνειρα
καὶ εἶδα νὰ ξεχνιέμαι.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Περπάτησα πολὺ στὰ αἰσθήματα,
τὰ δικά μου καὶ τῶν ἄλλων,
κι ἔμενε πάντα χῶρος ἀνάμεσά τους
νὰ περάσει ὁ πλατὺς χρόνος.
Πέρασα ἀπὸ ταχυδρομεῖα καὶ ξαναπέρασα.
Ἔγραψα γράμματα καὶ ξαναέγραψα
καὶ στὸ θεὸ τῆς ἀπαντήσεως προσευχήθηκα ἄκοπα.
Ἔλαβα κάρτες σύντομες:
ἐγκάρδιο ἀποχαιρετιστήριο ἀπὸ τὴν Πάτρα
καὶ κάτι χαιρετίσματα
ἀπὸ τὸν Πύργο τῆς Πίζας ποὺ γέρνει.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη ποὺ γέρνει ἡ μέρα.

Μίλησα πολύ. Στοὺς ἀνθρώπους,
στοὺς φανοστάτες, στὶς φωτογραφίες.
Καὶ πολὺ στὶς ἁλυσίδες.
Ἔμαθα νὰ διαβάζω χέρια
καὶ νὰ χάνω χέρια.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ταξίδεψα μάλιστα.
Πῆγα κι ἀπὸ ἐδῶ, πῆγα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ...
Παντοῦ ἕτοιμος νὰ γεράσει ὁ κόσμος.
Ἔχασα κι ἀπὸ ἐδῶ, ἔχασα κι ἀπὸ κεῖ.
Κι ἀπὸ τὴν προσοχή μου μέσα ἔχασα
κι ἀπὸ τὴν ἀπροσεξία μου.
Πῆγα καὶ στὴ θάλασσα.
Μοῦ ὀφειλόταν ἕνα πλάτος. Πὲς πῶς τὸ πῆρα.
Φοβήθηκα τὴ μοναξιὰ
καὶ φαντάστηκα ἀνθρώπους.
Τοὺς εἶδα νὰ πέφτουν
ἀπὸ τὸ χέρι μιᾶς ἥσυχης σκόνης,
ποὺ διέτρεχε μιὰν ἡλιαχτίδα
κι ἄλλους ἀπὸ τὸν ἦχο μιᾶς καμπάνας ἐλάχιστης.
Καὶ ἠχήθηκα σὲ κωδωνοκρουσίες
ὀρθόδοξης ἐρημιᾶς.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ἔπιασα καὶ φωτιὰ καὶ σιγοκάηκα.
Καὶ δὲν μοῦ ἔλειψε οὔτε τῶν φεγγαριῶν ἡ πεῖρα.
Ἡ χάση τοὺς πάνω ἀπὸ θάλασσες κι ἀπὸ μάτια,
σκοτεινή, μὲ ἀκόνισε.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ὅσο μπόρεσα ἔφερ᾿ ἀντίσταση σ᾿ αὐτὸ τὸ ποτάμι
ὅταν εἶχε νερὸ πολύ, νὰ μὴ μὲ πάρει,
κι ὅσο ἦταν δυνατὸν φαντάστηκα νερὸ
στὰ ξεροπόταμα
καὶ παρασύρθηκα.

Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.
Σὲ σωστὴ ὥρα νυχτώνει.


ΣΥΜΠΛΗΓΑΔΕΣ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ

Περιμένω. Σὲ φουαγιὲ θεάτρου.
Ὥσπου ν᾿ ἀρχίσει ἡ παράσταση
βλέπω τί παίζεται πλαγίως
ἐντὸς ἐνυδρείου ποὺ διασκεδάζει
τὴν ἀναμονή.

Τετράγωνο περίπου σὰν κουτὶ
παπουτσιῶν στὸ νούμερο τῆς ὑπερβολῆς.
Σὲ γωνία σφηνωμένο γιὰ νὰ γεύονται
διπλὴ ἀσφυξία οἱ τοῖχοι.
Μικρὰ ψαράκια ὅσο τὸ χρυσαφὶ τοῦ ἥλιου
ἐπάνω σὲ χρυσόμυγας ξεριζωμένο βόμβο
τρέχουν πανικόβλητα. Σκυλόψαρο τζάμι τὰ κυνηγᾷ.
Νᾶνος βυθός. Τὸν γαργαλάει εὔκολα
μὲ τὰ κοντά της δαχτυλάκια ἡ ἐπιφάνεια.

Συνθλίβεται ἡ πλεύση συχνὰ
στὶς συμπληγάδες πέτρες-χαλίκι
εὕρημα στεριανό.
Κάθε τόσο ἀγωγὸς κρυμμένος στέλνει
βίαιο ἀέρα φουρτουνιάζει κάπως ἡ ἀνία
φύκια ξεμαλλιάζονται μὲ πλαστικὸν
ὀλοφυρμό. Γιὰ λίγο
καταποντίζεται ἡ ὁρατότης. Ὥσπου
μισοπνιγμένη τὴν τραβᾶνε κατὰ πάνω
κάτι φυσαλίδες ὀξυγόνου μικρὲς
σὰν καρφίτσας κεφαλάκι ποὺ βγαίνουν
ἀπὸ τῶν ματιῶν μου τὴ λιγοστὴ φιάλη.

Τί λυπᾶσαι, χρυσόψαρα εἶναι
οὔτε ποὺ γνώρισαν θάλασσα ποτέ τους.

Καὶ μεῖς πόσο τάχα γνωρίσαμε;
Κι ὅμως τὸ νοσταλγοῦμε αὐτὸ τὸ διόλου.


ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΟ

Σκορπίζουν
τῶν δακρύων οἱ μεγάλες συγκεντρώσεις.
Μνήμη καὶ παρὸν ψάχνουν νὰ κρυφτοῦν
ἀπὸ τὴ διαύγειά τους.

Ἀραιὰ ποῦ καὶ ποῦ καμιὰ τουφεκιὰ
πότε ἀπὸ κεῖνο τὸ εὐκρινὲς
χαράκωμα ἡ λύπη πότε ἀπὸ ἀμυδρότερο.
Στρατηγικὴ νὰ δείξει τάχα
ὅτι ἔρχονται ἐνισχύσεις.
Ἂς παραδοθεῖ.

Ἔχει σχεδὸν ἐπικρατήσει ἡ φωτογραφία σου.
Ἐξαπλώθηκε ὅπου βρῆκε ἄμαχη ἐπιφάνεια
ἀποδεκατισμένη αἴσθηση πρόθυμη γιὰ γαλήνη.
Ἀνεμίζει στῶν βλεμμάτων τὰ ὑψώματα
ὄχι σὰν ἔθιμο ἀδρανὲς μελαγχολικὸ
μὰ ὡς γενναῖος συκοφάντης τῆς ἀπώλειάς σου.
Μέρα τὴ μέρα πείθει πῶς τίποτα δὲν ἄλλαξε
ὅτι ἤσουν πάντα ἔτσι, ἀπὸ χαρτὶ
ἐκ γενετῆς φωτογραφία σὲ συνάντησα
ἀνέκαθεν πὼς ἔτσι σ᾿ ἀγαποῦσα γυρολόγα
ἀπὸ εἰκόνα σὲ ἀπεικόνιση
κι ἀπὸ ἀπεικόνιση σὲ εἰκόνα σου ἀρκέστηκα.

Μνήμη καὶ παρὸν πρέπει νὰ κρυφτοῦν
ἀπὸ τὴ διαύγειά τους.

Ἀραιὰ ποῦ καὶ ποῦ καμιὰ τουφεκιὰ ἀμυδρὴ
Μαρτυρία ὑπέρ σου ἡ λύπη
ἂς παραδοθεῖ.
Ὁ μόνος ἀξιόπιστος μάρτυρας ὅτι ζήσαμε
εἶναι ἡ ἀπουσία μας.


ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΙΛΗ ΤΟΥ ΘΕΛΩ

Σοῦ ἔτεινα προσέγγιση
ἀλλὰ ἤδη χαιρετισμὸ μοῦ ἔστελνε τὸ χέρι σου
ἀπογειωμένο σὲ ὕψος ἀσφαλείας του
πάνω ἀπὸ δυὸ χιλιάδες πόδια ὑπολογίζω.

Ἄξιον ἀπορίας τὰ κατάφερα
τηλαισθαντικὸς ἀεροπειρατὴς νὰ μπῶ
στὸν ἐναέριο χῶρο του
καὶ σημαδεύοντας τὸ μὲ μακρύκανο
κυνηγετικὸν αἰφνιδιασμὸ
νὰ χάσει ὕψος τὸ ἀνάγκασα
καὶ μὲς στὸ χέρι μου νὰ προσγειωθεῖ.


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 1948

Κρατῶ λουλοῦδι μᾶλλον.
Παράξενο.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε κῆπος κάποτε.

Στὸ ἄλλο χέρι
κρατῶ πέτρα.
Μὲ χάρη καὶ ἔπαρση.
Ὑπόνοια καμιὰ
ὅτι προειδοποιοῦμαι γι᾿ ἀλλοιώσεις,
προγεύομαι ἄμυνες.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε ἄγνοια κάποτε.

Χαμογελῶ.
Ἡ καμπύλη του χαμόγελου,
τὸ κοῖλο αὐτῆς τῆς διαθέσεως,
μοιάζει μὲ τόξο καλὰ τεντωμένο,
ἕτοιμο.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε στόχος κάποτε.
Καὶ προδιάθεση νίκης.

Τὸ βλέμμα βυθισμένο
στὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα:
τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ
τῆς προσδοκίας γεύεται.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε πίστη κάποτε.

Ἡ σκιά μου, παιχνίδι τοῦ ἥλιου μόνο.
Φοράει στολὴ δισταγμοῦ.
Δὲν ἔχει ἀκόμα προφθάσει νὰ εἶναι
σύντροφός μου ἢ καταδότης.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασ᾿ ἐπάρκεια κάποτε.

Σὺ δὲν φαίνεσαι.
Ὅμως γιὰ νὰ ὑπάρχει γκρεμὸς στὸ τοπίο,
γιὰ νά ῾χω σταθεῖ στὴν ἄκρη του
κρατώντας λουλούδι
καὶ χαμογελώντας,
θὰ πεῖ πὼς ὅπου νά ῾ναι ἔρχεσαι.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
ζωὴ πέρασες κάποτε.


Η ποίηση της Κικής Δημουλά στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

 Γυμνασίου και Λυκείου


https://neapaideia-glossa.gr/articles/471/

Η Κική Δημουλά, διακεκριμένη ποιήτρια και Ακαδημαϊκός, είναι μια από τις πλέον αναγνωρισμένες ποιητικές φωνές της σύγχρονης λογοτεχνίας μας. Καταξιωμένη στον πνευματικό κόσμο της χώρας μας, με την εξηντάχρονη διαρκή παρουσία της και τη συνακόλουθη δημοφιλία της, έχει επαξίως και παντοιοτρόπως τιμηθεί, με βραβεία και αριστεία, από την Πολιτεία και άλλους φορείς.

Πρόσφατη είναι η αφιερωματική εκδήλωση που οργάνωσε, προς τιμήν της, η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων (18 Ιουνίου 2014)· παράλληλα έχει αναγνωρισθεί σε διεθνές επίπεδο, με τη μετάφραση του έργου της σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Για το σύνολο της ποιητικής της δημιουργίας βραβεύθηκε, το 2010, με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας καθώς και με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας. Το έργο της απαρτίζεται από 13 ποιητικές συλλογές (τελευταία ο Δημόσιος Καιρός, 2014) που εκπλήσσουν με τη λεκτική τους ιδιαιτερότητα. Στην ευρηματική ποίηση της Κικής Δημουλά αποτυπώνονται, σε μια σύγχρονη αλλά κορυφαία γυνακεία ποιητική φωνή, η ευαισθησία της, η πυκνότητα λόγου και ύφους, η αμεσότητα της έκφρασης, η γλωσσική της τόλμη, που ενίοτε οδηγεί σε μιαν ιδιαίτερη εντυπωσιακή λεξιπλασία, ή πολυποίκιλη θεματική.

Αντιπροσωπευτικά ποιήματα της Κικής Δημουλά έχουν ανθολογηθεί στα διδακτικά βιβλία Γυμνασίου και Λυκείου. Συγκεκριμένα, στο δ.β. της Γ΄ Γυμνασίου ανθολογείται το ποίημα «Τα πάθη της βροχής» (Το λίγο του κόσμου), που προβάλλει, μέσα από μια μελαγχολική και υποβλητική ατμόσφαιρα, το συναίσθημα της μοναξιάς από την απουσία ενός αγαπημένου προσώπου, μ’ ένα πλέγμα κατάλληλων λέξεων και ιδιότυπων συμβολισμών, με ειρωνικές αποχρώσεις.

Παράλληλα, στην Ιστορία Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄Β΄Γ΄ Γυμνασίου εμπεριέχεται ένα ολιγόσειρο κείμενο για την Κικής Δημουλά «ποιήτρια ευαίσθητη στα ερεθίσματα της καθημερινότητας, η οποία μπορεί με τη γλωσσική άνεση που τη διακρίνει να μετατρέπει σε εικόνες το χρόνο της μνήμης, χρησιμοποιώντας νεολογισμούς και αντιπαραθέτοντας το συναίσθημα στη λογική» (σελ. 166).

Στο δ.β. της Γ΄ Λυκείου σ’ ένα σύντομο εργοβιογραφικό σημείωμα ορίζονται τα βασικά χαρακτηριστικά της ποίησής της και καταχωρείται το ποίημα ’ωρα και παράωρα (=πρόωρα και παράκαιρα, Το λίγο του κόσμου). Η ποιήτρια δίνει την περιγραφή του εξωτερικού κόσμου, στη μεταβατική ώρα του όρθρου, και της σταδιακής αφύπνισης του κόσμου,  με κινητικές εικόνες, που εκφράζουν ή συνυφαίνονται με τις ψυχικές διαθέσεις της.

Επιπρόσθετα, στα Κείμενα Λογοτεχνίας της Γ΄ Γυμνασίου της Κύπρου που εκδόθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου, το 2012, με τον ευρηματικό τίτλο, Ο λόγος ανάγκη της ψυχής, ανθολογείται από την ίδια συλλογή το ποίημα "Σημείο αναγνωρίσεως", "’γαλμα γυναίκας με δεμένα τα χέρια", ένας ενδιαφέρων διάλογος γύρω από την πρόσληψη του έργου τέχνης από το κοινό, με την ίδια σε πρωταγωνιστικό ρόλο.

Τέλος, στο δ.β. Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ΄ Ενιαίου Λυκείου (Θεωρητική Κατεύθυνση – Θετική – επιλογής), σε ειδική θεματική ενότητα, με τίτλο: Η ποιήτρια Κική Δημουλά (σ.σ. 91-115), ανθολογούνται έξι ποιήματα, που συνδιαλέγονται ανά δύο, λόγω της κοινής θεματικής τους. "Ο πληθυντικός αριθμός" και "Tα πάθη της βροχής", που σχετίζονται με την ερωτική απώλεια και την ερωτική αναζήτηση, μέσω ενός προσωπικού βιώματος. Το "Σημείο αναγνωρίσεως" και η "Σκόνη", που αναφέρονται στη θέση της γυναίκας και την ποιητική μετάπλαση βιωμάτων και εμπειριών από τη σύγχρονη γυναικεία καθημερινότητα. Το "Κονιάκ μηδέν αστέρων" και ο "Γᾶς ὀμφαλός", νοσταλγικές αναμνήσεις της χαμένης νεότητας, που σχολιάζουν τη φθαρτική επενέργεια του χρόνου, την απώλεια και τον υπαρξιακό φόβο.

Ιδιαίτερα το εξαίσιο ποίημα "Γᾶς ὀμφαλός", με τη δωρική επιλογή της λέξης, αποτελεί αφήγηση ενός περιπάτου, σ’ ένα τοπίο φθινοπωρινό και βροχερό, μιας γυναίκας σημαδεμένης από την απώλεια αγαπημένου της προσώπου, στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, με τις ρωμαϊκές σαρκοφάγους, το αρχαίο θέατρο, το στάδιο, το μουσείο και το περίφημο μαντείο. «Στέρνες βωμοί άδυτα θυσιών/υδραγωγεία κινήτρων, η αρχαιότερη Πυθία:/η σαρκοφάγος πάλι». Εξάλλου, στα παράλληλα κείμενα του δ.β. παρατίθενται το θαυμάσιο ποίημα της Ζωής Καρέλλη, "Έφηβος των Αντικυθήρων" (Αντιθέσεις), το γλυπτό κόσμημα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, και το οκτάστιχο ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη "Δελφική εορτή" (Σάτιρες).

Στα συνοδευτικά κείμενα (σελ. 323 κ.ε.) καταγράφονται, επίσης,  τα βιογραφικά, της Κικής Δημουλά, του Τάσου Κόρφη, και κριτικογραφικά κείμενα των Αντρέα Καραντώνη, Τάκη Καρβέλη, Τάσου Ρούσσου, Παντελή Μπουκάλα καθώς και ένα κείμενο μαθητριών της Α΄ Λυκείου του Αρσακείου.

Τα ανθολογούμενα αυτά ποιήματα αν και ευάριθμα, βοηθούν τους μαθητές της Β/θμιας Εκπ/σης να προσεγγίσουν, όσο είναι δυνατό, την πρωτότυπη ποίηση της Κ.Δ., η οποία, με τη λιτή και ουσιαστική προσωπική γραφή και το πάθος της έντονης βιώσης, κατορθώνει να άρει την καθημερινότητα στη σφαίρα της αυθεντικής ποίησης.

Ευκταίο όμως, θα ήταν, με την προβλεπόμενη ανασύνταξη των Προγραμμάτων Σπουδών και τη συγγραφή νέων διδακτικών βιβλίων, να ανθολογηθούν και ποιήματα που εντάσσονται σε ειδική κατηγορία αρχαιόθεμων επιθεμάτων. Αναφέρω ενδεικτικά ποιήματα για τα αρχαία θέατρα της Επιδαύρου (Επίδαυρος-Μήδεια) και των Αιγών (Αιγές-Αιγείρα) από τη συλλογή Δημόσιος καιρός και τους αρχαιολογικούς χώρους του Κεραμεικού, (Κεραμεικός-Κυριακή, "Τα εύρετρα"), των Μυκηνών (Τα δεμένα, Το λίγο του κόσμου-Πέρασε τόσο σώμα-Χλόη θερμοκηπίου, της Ολυμπίας (Προτομή πιθανότητας-Χρόνια πολλά-Κατωτέρα τάξη, Εφηβεία της λήθης) και των Δελφών (Κατάλληλο έδαφος-Αναερείπωση, Χαίρε ποτέ), που μετατρέπονται σε τόπους περισυλλογής, ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας, μνήμης και αναπόλησης του παρελθόντος. Συγκλονιστικό, επίσης, είναι το ποίημα "Βρετανικό Μουσείο" (Ελγίνου μάρμαρα), από την πρώτη ποιητική συλλογή Έρεβος, που αναφέρεται στα περίφημα γλυπτά του Παρθενώνα, τα οποία εκλάπησαν από τον Έλγιν, και στο οποία διακηρύσσεται, με ποιητικό τρόπο, η αναγκαιότητα της επιστροφής τους στον τόπο τους.


Συντάκτες

Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ ΚΙΚΗ ∆ ΗΜΟΥΛΑ


 1. ΚΕΙΜΕΝΟ Η ποιήτρια Κική ∆ηµουλά (Νεοελληνική Λογοτεχνία Κατευθύνσεων, σσ. 91-115)
 2. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ Στοιχεία που αφορούν στο συγγραφέα, λογοτεχνικό περιβάλλον και λοιπά γραµµατολογικά στοιχεία: 

1. Το φύλο των καλλιτεχνών αποτυπώνεται συνήθως στο έργο τους.

 Πιστεύετε ότι το δεδοµένο αυτό ισχύει και για την ποίηση της Κ. ∆ηµουλά; Εάν ναι, ποια στοιχεία των ποιηµάτων που ανθολογούνται στα βιβλία σας παραπέµπουν στην ιδιαιτερότητα της γυναικείας γραφής1 ; 
2. Η ποιήτρια εστιάζει σε ασήµαντα αντικείµενα και γεγονότα τα οποία µετασχηµατίζει σε άποψη για την ανθρώπινη ζωή και µοίρα. Να εντοπίσετε στα ποιήµατα που ανθολογούνται στο βιβλίο σας ανάλογες «ασήµαντες» ποιητικές αφορµήσεις και να επισηµάνετε τη µορφή που παίρνουν στην ποίησή της. 
3. Οι αµφισηµίες, η εναλλαγή της κυριολεκτικής και της µεταφορικής σηµασίας των λέξεων, η απουσία ρήµατος, η µετάβαση από το συγκεκριµένο στο αφηρηµένο και από το γενικό στο ειδικό καθώς και η πολλαπλότητα των γενών αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της ποιητικής γραφής της Κ. ∆ηµουλά. 
Να εντοπίσετε στα ποιήµατα που ανθολογούνται στο βιβλίο σας ένα τουλάχιστον παράδειγµα για κάθε γνώρισµα. 

4. Η Κ. ∆ηµουλά χρησιµοποιεί απλές καθηµερινές λέξεις, οι οποίες συνδυάζονται µε πρωτότυπο τρόπο. Μπορείτε να εντοπίσετε στα συγκεκριµένα ποιήµατα δείγµατα αυτής της γραφής; 

5. Ποια στοιχεία των ποιηµάτων θα συνηγορούσαν στην άποψη πως η ποιήτρια δέχτηκε επιδράσεις από τον υπερρεαλισµό; 1 Σύµφωνα µε οµολογία της ποιήτριας, π. Ποίηση, τχ. 10, σ. 21, η γυναικεία γραφή εκφράζει τη διεκδίκηση της συµπάθειας του άλλου φύλου και το παράπονο για την «υστέρηση» των γυναικών σε σχέση µε τους άνδρες. 69

 Ο Πληθυντικός Αριθ µ ό ς

 2.1. ∆οµή του κειµένου, επαλήθευση ή διάψευση µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης): 1. Στο ποίηµα αυτό, η ποιήτρια δεν κάνει συγκεκριµένη αναφορά σε χώρο και σε πρόσωπα. 
Τι επιτυγχάνει µ’ αυτό τον τρόπο; 2. Με ποιες τεχνικές αξιοποιεί στο συγκεκριµένο ποίηµα η ποιήτρια τις δυνατότητες που της παρέχει η γλώσσα2 και τι πετυχαίνει µε αυτές; 3. Η ποιήτρια διαπραγµατεύεται ποιητικά µια συνηθισµένη ιστορία µ’ ένα πρωτότυπο τρόπο3 . 
Συµφωνείτε µ’ αυτήν την άποψη; Να δικαιολογήσετε τη θέση σας. 

2.2. Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου:
 1. Σε ποιο πρόβληµα των ανθρώπινων σχέσεων αναφέρεται το ποίηµα; 2. Πώς επιδρά ο χρόνος στις ανθρώπινες σχέσεις; 3. Ποια είναι, σύµφωνα µε το ποίηµα, τα χαρακτηριστικά του έρωτα; 4. Πού εντοπίζεται, κατά τη γνώµη σας, η σχέση της µνήµης µε τη θλίψη; 5. Πώς µεταβάλλονται οι έννοιες «έρωτας», «φόβος», «νύχτα» µε την απόδοσή τους σε πληθυντικό αριθµό; Γιατί, σε αντίθεση µ’ αυτές, η «µνήµη» είναι µόνον ενικού αριθµού και άκλιτη; 

2.3. Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου: 

Σ. Βαβούρης: Αισθήµατα και Πρόσωπα4 

Αισθήµατα και πρόσωπα σε χρόνο υπερσυντέλικο
 Παρωχηµένα ανέκαθεν και τότε ακόµη που τα ενόµιζα, ενεστώτα. 2 α) µε τις αµφισηµίες και τις πολυσηµίες των λέξεων, β) µε το παιχνίδι ανάµεσα στην κυριολεκτική και στη µεταφορική σηµασία, γ) µε τον ελλειπτικό λόγο, δ) µε τη µετάβαση από το συγκεκριµένο στο αφηρηµένο, ε) µε τη γενίκευση και την εξειδίκευση στ) µε τα γένη. 

3 Βιβλίο του Καθηγητή, σ. 216. 4 Βαβούρης Σ., Η Ελληνική Ποίηση, εκδ. Σοκόλη, τ. Ε΄, σ. 248. 70 «Είχα ζητήσει» λόγου χάριν - τόσο να σε βρω δε σ’ είχα βρει, αν κι ισχυρίζεσαι πως πιο πολύ µ’ είχες εσύ αναζητήσει, γράφοντας γράµµατα αναρίθµητα θαµµένα τώρα κάτω από την κάθετη ψυχρή βροχή της ∆οτικής: Εν Λαµία - θυµάµαι - Εν Αθήναις - θυµόσαστε - τη δωδεκάτη πρώτου, έτους έτους … ποίου; ∆εν είναι δυνατό να ξέρω πια, Πάντως, εκείνων των εντάφιων ηµερών παρωχηµένα αισθήµατα και πρόσωπα σε χρόνο πάντα υπερσυντέλικο κι όταν ακόµη τα πιστεύαµε ενεστώτα. 
Πώς αξιοποιούνται οι κανόνες της Γραµµατικής για να αποδοθούν οι ιδέες του ποιητή;
 Να επισηµάνετε αναλογίες µε το ποίηµα της Κ. ∆ηµουλά.

 3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 
1. Πώς σχετίζονται µεταξύ τους οι τέσσερις βασικές έννοιες του ποιήµατος: έρωτας, φόβος, µνήµη, νύχτα; 
2. Η συγγραφέας, αν και σ’ ένα πρώτο επίπεδο δηµιουργεί την εντύπωση ότι κάνει µια γραµµατική τεχνολόγηση τεσσάρων εννοιών, στην ουσία εµβαθύνει στο συναισθηµατικό κόσµο και στην πραγµατικότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Να επαληθεύσετε αυτή την άποψη µε στοιχεία του ποιήµατος. 71 

Τ α Πάθη της Βροχής 

2.1. ∆οµή του κειµένου, επαλήθευση ή διάψευση µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης): 1. Σε ποιες ενότητες δοµείται το ποίηµα µε βάση το θέµα της βροχής; 2. Ποιες παρηχήσεις επισηµαίνετε στο ποίηµα και ποια είναι η αισθητική τους λειτουργία; 3. Πώς λειτουργεί στο ποίηµα η πρωτοπρόσωπη αφήγηση και πώς σχετίζεται µε το «εσύ»; 4. Ποια επίθετα χαρακτηρίζουν τον ήχο της βροχής και ποια χαρακτηριστικά του αποδίδουν; 5. Ποιος είναι ο χρόνος της ποιητικής αφήγησης και πώς συνδέεται µε τους λογισµούς, παραλογισµούς και τα συναισθήµατα του ποιητικού υποκειµένου; 

 2.2. Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου: 
1. Πώς ερµηνεύετε τον τίτλο του ποιήµατος; 2. Ποια συναισθήµατα ανακινεί στην ψυχή της ποιήτριας η βροχή; 3. «Το ένα εσύ σα µνήµη, το άλλο σα µοµφή και σαν µοιρολατρία»: Πώς µετασχηµατίζονται τα «εσύ» της βροχής σε µνήµη, µοµφή και µοιρολατρία; 4. Πώς αξιολογεί η ίδια η ποιήτρια την ένταση των συναισθηµάτων της στους στίχους 28-34; 

5. Τι δηλώνει η συνεχής επανάληψη της λέξης «εσύ» στο ποίηµα και πώς λειτουργεί αισθητικά η απουσία του προσώπου στο οποίο αναφέρεται; 72 2.3.

 Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου: Μ. Μαλακάσης: Ανοιξιάτικη µπόρα5 

Βαριές, πλατιές οι στάλες πέφτουν οι µεγάλες της βροχής κι αριές· κλάµα βουβό και πώς αχείς! Πώς αντηχείς µες στις θλιµµένες τις καρδιές! Αντάµα µε σπασµένες δοξαριές· κακές που ’ν οι παλιές πληγές, και της φτωχής απαντοχής οι απελπισιές!… ………………………………………
 Απόψ’ αλί! απόψ’ αλύσοδέθηκε όλη µου η ζωή, µ’ ό,τι θροεί, φυλλορροεί, σπάζει, σπαράζει κι είναι του πόνου µου αδερφός· απόψ’ ο ήλιος που είναι κρυφός ασπρογαλιάζει, και πνίγετ’ έτσι δίχως φως, σαν τη χαµένη µου ψυχή, µέσα στο βρόχι σου, ω βροχή! και στο χαλάζι το µαράζι… Να επισηµάνετε τα κοινά στοιχεία µορφής και περιεχοµένου στα ποιήµατα
 
Ανοιξιάτικη µπόρα και Τα πάθη της βροχής.

 5 Μαλακάσης Μ., Η Ελληνική Ποίηση, τ.Β΄, εκδ. Σοκόλη, σ. 337. 73 Λ. 
Πορφύρας: Lacrimae Rerum6 Άµοιρη! Το σπιτάκι µας εστοίχειωσεν από την οµορφιά σου τη θλιµµένη· στους τοίχους, στον καθρέφτη, στα εικονίσµατα, από την οµορφιά σου κάτι µένει. Κάτι σα µόσκου µυρωδιά, κι απλώνεται και το φτωχό σπιτάκι πληµµυρίζει, κάτι σα φάντασµα, θολό κι ανέγγιχτο, κι όπου περνά σιγά το κάθε αγγίζει. Όξω, βαρύ, µονότονο ψιχάλισµα δέρνει τη στέγη µας· και τότε αντάµα τα πράγµατα, που αγιάσανε τα χέρια σου, αρχίζουν ένα κλάµα… κι ένα κλάµα…
 Κι απ’ τη γωνιά, ο καλός της Λήθης σύντροφος, τ’ αγαπηµένο µας παλιό ρολόι, τραγουδιστής του χρόνου, κι αυτός κλαίοντας, ρυθµίζει αργά, φριχτά, το µοιρολόι… Ποιον αντίκτυπο έχει η απουσία του αγαπηµένου προσώπου στο ποιητικό υποκείµενο των δύο ποιηµάτων: Lacrimae Rerum και Τα Πάθη της Βροχής; 

3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 
1. Να αναζητήσετε τις οπτικές και ηχητικές εικόνες του ποιήµατος και να επισηµάνετε την αισθητική τους λειτουργία. 2. Ποια είναι τα συναισθήµατα του ποιητικού υποκειµένου και µε ποιο τρόπο εκφράζονται; 
 6 Πορφύρας Λ., Άπαντα, επιµέλεια Γ. Βαλέτας, εκδ. Βασιλείου, Αθήνα 1964, σσ. 77-78. 74
 

4. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑ ΚΡΙΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ 
Κριτήριο για ωριαία γραπτή δοκιµασία (45 λεπτά) ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:..................................................................................... ΤΑΞΗ...........................ΤΜΗΜΑ........................ ΜΑΘΗΜΑ: Νεοελληνική Λογοτεχνία Κατευθύνσεων Κική ∆ηµουλά, Τα Πάθη της Βροχής ΗΜΕΡ/ΝΙΑ:........................................................ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: 1. Πώς πετυχαίνει η ποιήτρια να εκφράσει σε χαµηλούς τόνους τα έντονα συναισθήµατά της; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 2. Σε ποιον απευθύνεται το ποιητικό υποκείµενο και σε ποιους στίχους φαίνεται η απουσία του; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 3. Ποιος είναι ο ρόλος της βροχής στην ποιητική αφήγηση; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 4. «… βραδύγλωσση βροχή, / σαν πρόθεση ναυαγισµένη» Γιατί η ποιήτρια χαρακτηρίζει τη βροχή βραδύγλωσση και ναυαγισµένη πρόθεση; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 75 

Σ η µ είο Αναγνωρίσεως 

2.1. ∆οµή του κειµένου, επαλήθευση ή διάψευση µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης): 1. Πώς δοµείται το περιεχόµενο του ποιήµατος; 2. Ποιος είναι ο ρόλος της επανάληψης του επιρρήµατος κατευθείαν στους δύο πρώτους στίχους και γιατί τονίζεται το εγώ; 3. Ποιο κλίµα δηµιουργεί η προσφώνηση του αγάλµατος σε β΄ ενικό πρόσωπο και ποια αισθήµατα της ποιήτριας εκφράζονται µε αυτήν; 4. Το ποιητικό υποκείµενο φαίνεται να ταυτίζεται µε το άγαλµα - γυναίκα. Ποια κοινά χαρακτηριστικά θα συνηγορούσαν σ’ αυτή την ταύτιση; 5. Με ποια εκφραστικά µέσα αποδίδεται η «αιχµαλωσία» της γυναίκας; 

2.2. Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου: 

1. Η ποιήτρια χαρακτηρίζει τη γυναίκα αιχµάλωτη. Ποιο είναι, κατά τη γνώµη σας, το περιεχόµενο της «αιχµαλωσίας» της; 2. Να σχολιάσετε τους στίχους 16-19, στους οποίους διακρίνεται το παράπονο του ποιητικού υποκειµένου για τη γυναίκα - άγαλµα. 3. Ποια εντύπωση δηµιουργεί στο ποιητικό υποκείµενο η στάση του αγάλµατος και ποιες σκέψεις του υποβάλλει; 4. Πώς συνδέεται ο Άργος µε τη γυναίκα - άγαλµα; 5. Πώς αντιλαµβάνεσθε την «ελευθερία» και την «ισότητα» για την οποία αγωνίζονται οι «δούλοι», οι «νεκροί» και το «αίσθηµά µας»7 ; 6. «Σε λέω γυναίκα γιατ’ είσ’ αιχµάλωτη»: Ποια πεποίθηση για τη θέση της γυναίκας δηλώνεται σ’ αυτούς τους στίχους; 7. Με ποιο τρόπο σχολιάζει το ποιητικό υποκείµενο την προσφορά της γυναίκας στη δηµιουργία (στ. 35-37); 7 Κοινωνική ελευθερία - αθανασία - συναισθηµατική πληρότητα κ.λπ. 76 2.3. 


Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου:

 Λ. Μεγάλου-Σεφεριάδη: ∆ελφοί

8 Κάποτε αναρωτιόµουνα πώς ο ηνίοχος των ∆ελφών δεν είναι διόλου απελπισµένος που δεν είναι καν ηνίοχος. Τώρα νιώθω ό,τι ο γλύπτης ερήµην του τυράννου του Γέλαντα και των Συρακουσών είχε διαβλέψει: πως η ζωή είναι εντελώς απλή· δεν είναι παρά ο θάνατος που ελλοχεύει. Να εντοπίσετε τις οµοιότητες και τις διαφορές ως προς την πρόσληψη του καλλιτεχνικού έργου ανάµεσα στα ποιήµατα ∆ελφοί και Σηµείο Αναγνωρίσεως. Α. ∆ηµουλάς: Στο Μουσείο9 Το ακέφαλο άγαλµα, στηµένο στη µέση της αίθουσας, κοιτάζω. Απ’ τα πόδια του ως το λαιµό, σπουδάζω τις λεπτοµέρειες: το λυγισµένο κάπως γόνατο, το τεντωµένο χέρι, τους µυς του στήθους. Αλλάζω θέση και απόσταση. Θαυµάζω στο σύνολο το σώµα. Και προσµένω από τη µια στιγµή ως την άλλη (της φαντασίας η δύναµη µεγάλη όταν σε τούτο η τέχνη βοηθή), 8 Μεγάλου-Σεφεριάδη Λ., «∆ελφοί», Ο ∆ραπέτης στο δέντρο, εκδ. Ερµής, σ. 35. 77 ασύγκριτα προσθέτοντας κάλλη, στη θέση, απ’ όπου λείπει, να φανή υπέροχο, απολλώνειο, το κεφάλι.

 Πώς αντιδρούν οι δύο ποιητές στη θέα των αγαλµάτων στα ποιήµατα Στο Μουσείο και Σηµείο Αναγνωρίσεως; Τζ. Τζόυς: Έβελιν10 ∆ε θα ’κλαιγε αφήνοντας το µαγαζί. Στο νέο τόπο που θα πήγαινε, σ’ αυτή τη µακρινή χώρα, δε θα ’ταν το ίδιο. Έπειτα θα παντρευόταν. Ναι, αυτή η Έβελιν. Και ο κόσµος θα της φερόταν µε σεβασµό. ∆ε θα της φερόταν όπως στη µητέρα της. ∆ηλαδή όπως ο πατέρας της φερόταν στη µητέρα της. Ακόµα και τώρα που η ίδια είχε κλείσει τα δεκαεννιά, ένιωθε ακόµα να κινδυνεύει από το θυµό του πατέρα της. (...) Κι από πάνω αυτοί οι ατέλειωτοι καβγάδες για τα λεφτά, κάθε σαββατόβραδο, άρχισαν πολύ να τη βασανίζουν. Πάντα έδινε όλο το βδοµαδιάτικό της - εφτά σελίνια - και ο Χάρης πάντα έστελνε ό,τι µπορούσε, όµως η δυσκολία ήταν να δώσει λίγα λεφτά κι ο πατέρας της. Της έλεγε πως σπαταλούσε τα λεφτά, πως δεν είχε κουκούτσι µυαλό να νοµίζει πως αυτός θα της εµπιστευόταν το χρήµα του που το κέρδισε µε τον ιδρώτα του, για να το σπαταλήσει αυτή η σπάταλη, κι έλεγε, έλεγε, κάθε σαββατόβραδο και πιο γκρινιάρης και κακορίζικος από το προηγούµενο. 

Στο τέλος µε τα πολλά της έδινε κάτι πενταροδεκάρες και ακόµα πιο θυµωµένα τη ρωτούσε αν είχε σκοπό ν’ αγοράσει να φάνε κι αυτοί κάτι την Κυριακή. Τότε αυτή έπρεπε να τρέξει όσο πιο γρήγορα µπορούσε να προλάβει να ψωνίσει, κρατώντας σφιχτά το µαύρο δερµάτινο πορτοφολάκι, ανοίγοντας δρόµο µε τους αγκώνες, σπρώχνοντας 9 Κοκκίνη Σπ., Ανθολογία Νεοελληνικής ποιήσεως 1708-1977, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Β΄ έκδ., 1977, σσ. 126-127. 10 Ν.Ε.Λ., Β11, σ. 249. 78 το πλήθος· να γυρίσει έπειτα αργά στο σπίτι φορτωµένη και τσακισµένη απ’ την κούραση. ∆ύσκολο να κρατά το σπίτι, να φροντίζει τα δυο µικρά παιδιά να τρώνε καθηµερινά και να πηγαίνουν τακτικά στο σχολείο, να τρέχει στο µαγαζί κι από πάνω να τη βρίζουν, ως πότε, ως πότε αυτή η σκληρή δουλειά, αυτή η πικρή ζωή... (απόσπασµα) Πώς σκιαγραφείται η ζωή µιας γυναίκας στο παραπάνω απόσπασµα και µε ποια ιδέα του ποιήµατος της Κ. ∆ηµουλά συνδέεται; 

3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 1. Τι συµβολίζουν «τα επί αιώνες δεµένα χέρια» της γυναίκας - αγάλµατος κατά την ποιήτρια; Ποια είναι η άποψή σας για τη θέση της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία;
 2. Να βρείτε εικόνες γυναικείων αγαλµάτων, οι οποίες αποδίδουν έννοιες όπως «ελευθερία», «νίκη», «έρωτας» κ.λ.π. και να τις σχολιάσετε. 79 

Σκόνη 2.1. ∆οµή του κειµένου, 

επαλήθευση ή διάψευση µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης): 1. Ποιο είναι το σκηνικό του ποιήµατος; 2. Για ποιο λόγο, κατά τη γνώµη σας, η ποιήτρια απαριθµεί λεπτοµερώς τα σύνεργα της καθαριότητας; 3. Ποια στοιχεία ειρωνείας και αυτοσαρκασµού µπορείτε να εντοπίσετε στο ποίηµα; 4. Στ. 25-26: Τι υποδηλώνει η µετάβαση από το β΄ πληθυντικό πρόσωπο «κρατάτε» στο α΄ πληθυντικό πρόσωπο «µετράµε» σ’ αυτούς τους στίχους; 
5. Να αναζητήσετε στο ποίηµα ευρηµατικές µεταφορές και προσωποποιήσεις, καθώς και ρήµατα που συντάσσονται µε απροσδόκητο αντικείµενο. 6. Ποιες εικόνες του ποιήµατος περιγράφουν τη σκόνη και τον αγώνα του ανθρώπου εναντίον της; 7. Το ποίηµα αφορµάται από µια καθηµερινή οικιακή εργασία και καταλήγει στην προβολή ενός προσωπικού προβλήµατος. Πώς εξυπηρετεί αυτόν το στόχο η όλη διάρθρωση του ποιήµατος; 8. Τους στίχους 115-130 χαρακτηρίζει µια συνεχής επανάληψη όµοιων λέξεων. Ποιο αισθητικό αποτέλεσµα έχει αυτή η επανάληψη; 11 9. Πού στοχεύει, κατά τη γνώµη σας, η ποιήτρια µε την επανάληψη της φράσης «και πώς δεν τα αντέχω τα τινάγµατα του µέσα βίου έξω.»; 2.2. Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου: 1. Πώς κατανοείτε τον παραλληλισµό της σκόνης µε «σάρκα του άσαρκου»; 2. Ποιο είναι το Ολόκληρο στο οποίο αναφέρονται οι στίχοι 18-29 και ποια τα χαρακτηριστικά του; Πώς συσχετίζεται µε τη σκόνη; 11 Μ’ αυτόν τον τρόπο δηµιουργείται η αίσθηση µιας κλιµάκωσης που οδηγεί µε ένταση στην τελική κορύφωση. 80 3. Ποιοι στίχοι του ποιήµατος έχουν αποφθεγµατικό χαρακτήρα; Να τους σχολιάσετε. 4. Πώς συνδέεται το «τίναγµα των σκεπασµάτων» µε τα όνειρα και τους φόβους του ποιητικού υποκειµένου; 5. Πώς αποδίδονται στο ποίηµα η διάψευση των ονείρων του ατόµου καθώς και η έκθεσή του στην κοινωνία; 6. Ποιο φόβο υποδηλώνει το ουρλιαχτό του σώµατος: «Θε µου µικραίνω» (στ. 36); 7. Πώς συνδέεται η σκόνη µε το χρόνο και την ανθρώπινη ύπαρξη; Να αναφερθείτε σε συγκεκριµένους στίχους. 8. Γιατί νοµίζετε ότι η αφηγήτρια επιτρέπει στη σκόνη να κάθεται στο βιβλίο που µιλάει για το Γήρας, στις φωτογραφίες των παιδιών της και στον ορειχάλκινο αθλητή; 9. Τα παιδιά της αφηγήτριας κάποτε την φόραγαν λευκή κολλαριστή ολοστρόγγυλη Μητέρα…στη σχολική ποδιά τους ενώ τώρα ντυθήκανε Μεγάλα… και φοράει η σκόνη τώρα την ποδιά τους… τη φοράει Μητέρα η σκόνη…(στ. 85-93). Ποια αλλαγή στη σχέση της ποιήτριας µε τα παιδιά της διαφαίνεται σ’ αυτούς τους στίχους; 10. Συµφωνείτε µε την άποψη που υπονοείται για τις ανθρώπινες σχέσεις στους στίχους 94-97; 11. Ποια είναι η σχέση της ηρωίδας µε τον καθρέφτη της; 12. Στο τέλος της ποιητικής αφήγησης η ηρωίδα αφήνει τη σκόνη να επικάθεται και στην ίδια. Πώς ερµηνεύετε αυτή τη στάση της; 2.3. Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου: Τζ. Τζόυς: Η Έβελιν12 Το σπίτι της! Κοίταξε γύρω της το δωµάτιο, παρατηρώντας όλα τα αντικείµενα, που τα ξεσκόνιζε και τα γυάλιζε µια φορά την εβδοµάδα, χρόνια τώρα, και κάθε φορά αναρωτιόνταν, πώς στην ευχή µαζεύεται αυτή η σκόνη. Ίσως δε θα τα ξανάβλεπε ποτέ πια αυτά τα 12 Ν.Ε.Λ. σ. 248. 81 πράγµατα που ως τότε δεν είχε σκεφτεί να τ’ αποχωριστεί. Εντούτοις όλα αυτά τα χρόνια που τα καθάριζε αυτά τα πράγµατα, δεν είχε ακόµα µάθει το όνοµα εκείνου του παπά, που η φωτογραφία του, κιτρινισµένη, κρεµόταν στον τοίχο, πάνω απ’ το σπασµένο αρµόνιο και πλάι στη χρωµατιστή λιθογραφία........ (απόσπασµα) Πώς αντιµετωπίζει η ηρωίδα τη σκόνη; Πιστεύετε ότι η σκόνη σ’ αυτό το απόσπασµα έχει τον ίδιο συµβολισµό µε εκείνον του ποιήµατος της Κ. ∆ηµουλά; 3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 1. Το ποίηµα προέρχεται από την ποιητική συλλογή Το τελευταίο σώµα µου. Πώς συνδέεται, κατά τη γνώµη σας, το περιεχόµενό του µε τον τίτλο της συλλογής στην οποία ανήκει; 2. Τι συµβολίζει, κατά τη γνώµη σας, η σκόνη στο ποίηµα; 3. Πώς συνδέεται η σκόνη, το Καθαρό και η Σταθερότης µε τις ανθρώπινες σχέσεις; 82

 Κονιάκ Μηδέν Αστέρων 2.1. ∆οµή του κειµένου, επαλήθευση ή διάψευση µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης): 1. Το ποίηµα δοµείται σε δύο ενότητες. Σε ποια επίπεδα χρόνου αναφέρονται αντίστοιχα και πώς συνδέονται µεταξύ τους; 2. Να επισηµάνετε την τραγική ειρωνεία των στίχων 6-8 και να τη σχολιάσετε. 3. Με ποια εκφραστικά µέσα αποδίδεται η αίσθηση της µαταιότητας των ανθρώπινων πραγµάτων; 4. Ποιες αφηρηµένες έννοιες προσωποποιούνται στο ποίηµα και ποιο αισθητικό αποτέλεσµα προκύπτει απ’ αυτήν την τεχνική; 5. Ποια είναι η λειτουργία της φωτογραφίας στο ποίηµα; 2.2. Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου: 1. Να σχολιάσετε τον τίτλο του ποιήµατος και τον τρόπο µε τον οποίο συνδέεται µε το περιεχόµενο του. 2. Πώς σχολιάζει η ποιήτρια το θάνατο στους τρεις πρώτους στίχους; 3. Ποια συναισθήµατα του ποιητικού υποκειµένου ανακινεί η φωτογραφία; 4. Ποια αντίληψη της ποιήτριας για τη ζωή υποδηλώνεται στο στίχο «νέοι λιγάκι ανώφελα αγκαλιασµένοι»; 5. Τι συµβολίζει η λέξη θάλασσα στον τελευταίο στίχο; 6. Πώς εκφράζεται στο ποίηµα η αίσθηση της χαµένης ευτυχίας; 2.3. Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου: Κ. ∆ηµουλά, Απροσδοκίες13 Θεέ µου τι δεν µας περιµένει ακόµα. Κάθοµαι εδώ και κάθοµαι. Βρέχει χωρίς να βρέχει όπως όταν σκιά 13 ∆ηµουλά Κ., Ποιήµατα, εκδ. Ίκαρος2 , Αθήνα 1999, σσ. 303-304. 83 µας επιστρέφει στο σώµα. Κάθοµαι εδώ και κάθοµαι. Εγώ εδώ, απέναντι η καρδιά µου και πιο µακριά η κουρασµένη σχέση µου µαζί της. Έτσι, για να φαινόµαστε πολλοί κάθε που µας µετράει το άδειο. Φυσάει άδειο δωµάτιο. Πιάνοµαι γερά από τον τρόπο µου που έχω να σαρώνοµαι. Νέα σου δεν έχω. Η φωτογραφία σου στάσιµη. Κοιτάζεις σαν ερχόµενος χαµογελάς σαν όχι. Άνθη αποξηραµένα στο πλάι σου επαναλαµβάνουν ασταµάτητα το άκρατο όνοµά τους semprevives semprevives - αιώνιες, αιώνιες µην τύχει και ξεχάσεις τι δεν είσαι. Με ρωτάει ο καιρός από πού θέλω να περάσει πού ακριβώς τονίζοµαι στο γέρνω ή στο γερνώ. Αστειότητες. Κανένα τέλος δεν γνωρίζει ορθογραφία. Νέα σου δεν έχω. Η φωτογραφία σου στάσιµη. Όπως βρέχει χωρίς να βρέχει. (απόσπασµα) Πώς λειτουργεί το θέµα της φωτογραφίας και στα δύο ποιήµατα της Κ. ∆ηµουλά; 84 Ζ. Καρέλλη: Αρρώστια14 Όλο τους πεθαµένους σκέφτοµαι αυτές τις µέρες. Πλούσια από θάνατο η µνήµη µου τους φέρνει εµπρός µου ζωντανούς. Μιλούνε ορισµένα απ’ τα λόγια τους: «Ένα πουκάµισο χρώµα σαν το καΐσι.» «Να σε φιλήσω, γιατί πέθανα.» «Ζητούσα να σας δω και ήρθα.» Πρόσωπα, λόγια πολλά, που τα κρατώ σαν ξένα, θέλω δικά µου να τα κάνω και δεν µπορώ, γιατί δεν εννοώ τον θάνατο, αρνιέµαι να τον καταλάβω. Όµως ούτε και τη ζωή, έτσι, µπορώ ν’ αγγίζω, όπως θέλω να την κρατήσω, που βλέπω τις κινήσεις των ζωντανών, σαν να ’ναι µες στη µνήµη µου κι αυτές και δε µπορώ να τις αγγίξω ζωντανές. Τις χαίροµαι συχνά, τις αγαπώ, τις βλέπω εκστατικά, κι έξαφνα γίνονται σαν από πεθαµένους. Πώς αντιµετωπίζεται το θέµα της µνήµης και του θανάτου στα ποιήµατα Αρρώστια και Κονιάκ Μηδέν Αστέρων; Κ. Ουράνης: Η ζωντανή νεκρή15 ∆εν πέθανες! Στην κάµαραν ακόµα τ’ άρωµά σου είναι απλωµένο ως τώρα δα να µ’ άφησες, κι απάνω στον καναπέ ατέλειωτο µένει το κέντηµά σου και το κοµµάτι που ’παιζες είναι ανοιχτό στο πιάνο. Απάνω στο τραπέζι µου πάντα η δική σου εικόνα, που πάντα µε την ήρεµη µατιά της µε κοιτάζει, και δεν είναι άνεµος, µα είσαι εσύ, την πόρτα 14 Κοκκίνη Σπ., ό.π., σ. 241. 15 Κοκκίνη Σπ., ό.π., σ. 382. 85 που µισανοίγεις για να µπεις την ώρα που βραδυάζει. ∆εν πέθανες. Είσαι παντού και είσαι µέσα σ’ όλα: στων ρόδων το ξεφύλλισµα, στο στεναγµό του αγέρα, στα νέφη που χρυσίζουµε σαν πάει να σβήσει η µέρα κι ως και τις νύχτες δίπλα µου σε νιώθω ξαπλωµένη… ∆εν πέθανες. Αδιάφορο οι µήνες κι αν περνάνε: τότε οι νεκροί πεθαίνουνε, όταν τους λησµονάνε! Πώς αντιµετωπίζεται το θέµα του θανάτου στα ποιήµατα Η ζωντανή νεκρή και Κονιάκ Μηδέν Αστέρων; 3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 1. Με δεδοµένο ότι η φωτογραφία είναι η «µνήµη του παρελθόντος», να σχολιάσετε τις αναµνήσεις του ποιητικού υποκειµένου και τα συναισθήµατα που τις διέπουν. 2. «…της µικρής φωτογραφίας που είναι ακόµη στον ανθό του µέλλοντός της»: Ποιες σκέψεις της ποιήτριας για τη ζωή υποδηλώνονται σ’ αυτό το στίχο; 86 Γας Ο µ φαλός 2.1. ∆οµή του κειµένου, επαλήθευση ή διάψευση µιας κρίσης µε βάση το κείµενο, εκφραστικά µέσα και τρόποι του κειµένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηµατικές λειτουργίες, επιλογές του δηµιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης): 1. Πώς περιγράφεται το φυσικό τοπίο στο ποίηµα; 2. Ποια είναι η λειτουργία των στίχων 1-5 και 47-57 στη δοµή του ποιήµατος; 3. Το ποίηµα διαρθρώνεται σε µια εναλλαγή περιγραφών και σκέψεων: ποιοι στίχοι αναφέρονται σε περιγραφές του αρχαιολογικού χώρου των ∆ελφών και ποιοι σε σκέψεις της ποιήτριας; 4. Με ποια εκφραστικά µέσα \ τρόπους περιγράφεται η είσοδος στον αρχαιολογικό χώρο (στ. 6-14); 5. Στο έργο της ∆ηµουλά το κρυµµένο βίωµα µετατρέπεται σε απόσταγµα σοφίας που αποδίδεται µε τρόπο αποφθεγµατικό. Να σχολιάσετε τα σηµεία του ποιήµατος στα οποία επαληθεύεται η παραπάνω άποψη. 16 6. Να αναζητήσετε στο ποίηµα µεταφορές και προσωποποιήσεις καθώς και ασυνήθιστους συνδυασµούς λέξεων17 και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους. 7. Με ποια εκφραστικά µέσα / τρόπους αποδίδεται στο ποίηµα η φθορά και η παρακµή; 8. Η ∆ηµουλά στα έργα της, παλινδροµεί, συνήθως, από το παρόν στο παρελθόν. Πώς επαληθεύεται αυτή η άποψη στο συγκεκριµένο ποίηµα; 2.2. Σχολιασµός ή σύντοµη ανάπτυξη χωρίων του κειµένου: 1. Τι συµβολίζουν οι βασιλείς και οι πολέµαρχοι; 2. Πού παραπέµπουν οι φράσεις στέψη, επ’ ανδραγαθία, των αφανών τις κτήσεις και ποια διάσταση δίνουν στην «απουσία» (στ. 17-18); 3. Η πρωταγωνίστρια ερµηνεία µας: Σε ποια ερµηνεία αναφέρεται ο στίχος και ποια ιδιαίτερη χροιά τής προσδίδει η έµφαση στο κτητικό «µας»; 4. Θα µπορούσε, κατά τη γνώµη σας, να συσχετιστεί η ζωή της αφηγήτριας µε το ίδιο το στάδιο18; 16 Στ. 35-36 και στ. 51-52. 17 Π.χ. ζεύγη επιθέτων – ουσιαστικών, ρηµάτων – υποκειµένων, ρηµάτων – αντικειµένων κ.λπ. 87 5. Γιατί, κατά τη γνώµη σας, η αφηγήτρια συλλαβίζοντας αναστηλώνει µόνο τη λέξη Επτοήθη; 6. «… εµφιαλωµένο λάλον ύδωρ»: Ποιον ιδιαίτερο χαρακτήρα προσδίδει στο λάλον ύδωρ της βυζαντινής αρχαιότητας η προσθήκη της λέξης εµφιαλωµένο; 7

. Γας οµφαλός: 

Ο τίτλος του ποιήµατος συνδέεται κατ’ αρχήν µε το Μαντείο των ∆ελφών. Πιστεύετε ότι συνδέεται και µε την αφηγήτρια; Αν ναι πώς19; 2.3. Σχολιασµός αδίδακτου λογοτεχνικού κειµένου: Π. Αµπατζόγλου: Παύλος και Ελένη20 Μάρτυρας αναπόφευκτων καταστάσεων χωρίς συνείδηση εκείνη τη στιγµή και ορίστε τώρα µέσα στην αρχαία αγορά, µ΄ αυτά τα µνηµεία που γράφουν το χρόνο σε µορφή πέτρας, να που φιλοσοφεί επιπόλαια για τη µαταιότητα των ανθρώπινων σχέσεων και δεν ξέρω τι άλλο..... Κάπου τα γνωρίζει αυτά τα αρχαία, πάντα εδώ είχε ζήσει, θυµάται κάθε πετραδάκι και κάθε φούχτα χώµα, τ΄ ακρωτηριασµένα αγάλµατα τα θυµάται πάντα ακρωτηριασµένα, ολόκληρος ο πράσινος χώρος κι αυτή η γερασµένη ηρεµία, ένα ξένο σώµα µέσα στο νεκροταφείο των πολυκατοικιών που τον είχαν κυκλώσει και τον απειλούσαν, ταξίδευε µε τη µηχανή του χρόνου, βόµβα νετρονίου είχε σκοτώσει τη ζωή αλλά οι ψυχές των ανθρώπων ζούσαν στους θάµνους και στους ναούς των πεθαµένων θεών. Σηκώθηκε και βιάσθηκε για την αγορά αγόρασε ένα µπουκάλι κονιάκ και ξαναγύρισε για να βολευθεί στις σκάλες του Θησείου. (απόσπασµα) 

Ποιες αναλογίες περιεχοµένου επισηµαίνετε στο παραπάνω απόσπασµα και στο ποίηµα Γας Οµφαλός; 18 Πρόκειται για µια γενική περιγραφική αναφορά στο χώρο του σταδίου που ίσως παραπέµπει και στη προσωπική ζωή της αφηγήτριας της οποίας οι κύκλοι ένας – ένας στενεύουν και κλείνουν. 19 

Ο τίτλος αναφέρεται στο χώρο των ∆ελφών που στην αρχαιότητα ήταν από τα ιερότερα σηµεία του τότε γνωστού κόσµου, ο οµφαλός (το κέντρο) της γης. Όµως, θα µπορούσε να συσχετιστεί και µε την αφηγήτρια που αντιµετωπίζει το απόν πρόσωπο σαν οµφαλό της γης και συνεπώς σαν επίκεντρο και βασικό συστατικό της ζωής της. 20 Αµπατζόγλου Π., Παύλος και Ελένη, εκδ. Κέδρος6 , Αθήνα 1990, σσ.162-163. 88 Γ. Ρίτσος: Ηνίοχος 197021 
Εδώ ’ναι ο χάλκινος νέος µε την ίσια ταινία στο µέτωπο, µε τ’ ασάλευτα µάτιαενδοτικός και ξένος, κρατώντας τα σπασµένα ηνία µε ήσυχο χέρι, όρθιος πάνω στην απουσία του άρµατός τουόρθιος είπες; όρθιος. Τα υπόλοιπα κάτω απ’ τις πέτρες και τα χρόνια ανεξαργύρωτα, ανεπίστρεφτα, χαµένα. «Μόνο το τίποτε ατεµάχιστο», είπε και σάλιωσε τα δυο του δάχτυλα εγγίζοντας το χάλκινο χιτώνα του Ηνιόχου. Ποιες θεµατικές αναλογίες διακρίνετε ανάµεσα στο παραπάνω ποίηµα και στο Γας Οµφαλός; 

3. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ 1. Στο Γας Οµφαλός, αν και η αφόρµηση δίνεται από έναν πολύ σηµαντικό χώρο της αρχαιότητας µε διάρκεια στο χρόνο, στην πορεία της ποιητικής αφήγησης το µεγαλειώδες γίνεται καθηµερινό και το κοινωνικό ατοµικό. Συµφωνείτε µ’ αυτήν την άποψη; Να δικαιολογήσετε τη θέση σας. 2. Ποιους φόβους του ανθρώπου αντανακλούν οι σκέψεις της ποιήτριας µπροστά στα σπασµένα αγάλµατα; 3. Πώς επιτυγχάνεται στο ποίηµα η συνάντηση του αρχαίου κόσµου µε τη σύγχρονη πραγµατικότητα; 4. Να εντοπίσετε µερικά υπερρεαλιστικά στοιχεία του ποιήµατος (εικόνες, µεταφορές, λεξιλόγιο κ.λ.π.). 21 Ρίτσος Γ., ∆ιάδροµος και Σκάλα, εκδ. Κέδρος 2 , Αθήνα 1974, σ. 20. 89 5. Με αφορµή έναν αρχαιολογικό περίπατο, η ποιήτρια εκφράζει σκέψεις για την απώλεια ενός αγαπηµένου προσώπου και για τις συνέπειες του χρόνου στα πράγµατα. Μπορείτε να αναπτύξετε τις σκέψεις αυτές; 4. 

ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΩΝ - ∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ 1. Οι µεταφορές, οι παρηχήσεις, οι επωδοί, τα ανακόλουθα, τα ανανταπόδοτα και τα οξύµωρα σχήµατα, η χρήση του επιθέτου ως ουσιαστικού, οι αιφνιδιαστικοί συνδυασµοί και τα απροσδόκητα ζεύγη λέξεων, οι παρά προσδοκίαν εικόνες και κυρίως ο ανθρωποµορφισµός αποτελούν βασικά γνωρίσµατα του έργου της Κ. ∆ηµουλά. Αφού διαβάσετε προσεκτικά τα ποιήµατα που ανθολογούνται στο βιβλίο σας καθώς και µερικά από τα υπόλοιπα ποιήµατα της ποιήτριας, να συγκεντρώσετε τουλάχιστον 3 παραδείγµατα για κάθε ένα από τα παραπάνω γνωρίσµατα και να σχολιάσετε τη χρήση τους. 2. Η γυναίκα στην ποίηση της Κ. ∆ηµουλά: Πώς παρουσιάζεται, ποια είναι τα προβλήµατα και οι αγωνίες της, ποιος είναι ο ρόλος της σε ατοµικό και κοινωνικό επίπεδο. 90 91

 5. ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑ ΚΡΙΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ Κριτήριο για ωριαία γραπτή δοκιµασία (45 λεπτά περίπου) ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:..................................................................................... ΤΑΞΗ...........................ΤΜΗΜΑ........................ ΜΑΘΗΜΑ: Νεοελληνική Λογοτεχνία Κατευθύνσεων Κική ∆ηµουλά: Γας Οµφαλός ΗΜΕΡ/ΝΙΑ:........................................................ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: 1. α) Ποιο είναι το σκηνικό του ποιήµατος; β) Ποια είναι η αφόρµηση και ποιο το θεµατικό κέντρο της ποιητικής αφήγησης; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 2. Να επισηµάνετε και να σχολιάσετε τα εκφραστικά µέσα / τρόπους µε τα οποία αποδίδεται στο ποίηµα η ροή του χρόνου. .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 3. Ποιος συµβολισµός λανθάνει πίσω από την αναφορά στις σαρκοφάγους και τα σπασµένα αγάλµατα; .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 4. Να σχολιάσετε τη φράση: «Αλλά η ζωή τον αποφεύγει το χρησµό της.» .......................................................................................................................... .......................................................................................................................... Μονάδες 5 



Η ποιήτρια Κική Δημουλά

Ανήκει στη δεύτερη μεταπολεμική ποιητική γενιά. Η αποξένωση της Κικής Δημουλά από το κυρίαρχο κλίμα οφείλεται στο είδος της ποίησης που διακονεί η ποιήτρια, που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε «ποίηση της σκέψης». Είναι μια ποιήτρια υπαρξιακή.

Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της ποίησής της:
  • Τα ποιήματα δομούνται  με γλώσσα κατά βάση αντιλυρική, η οποία, όμως, αποκτά μια ξέχωρη γοητεία στους τρόπους που μετέρχεται στη σύναψη και σήμανση των λέξεων.
  • Η πρόταξη της προσδιοριστικής γενικής είναι ένας από τους τρόπους αυτούς, τρόπος που ανάγεται στην έμμετρη ποίηση, που χρειαζόταν τη συντακτική αυτή ανατροπή για τις ανάγκες του ρυθμού της.
«ενθουσιώδους παρακμής χειροκροτήματα» ( Γας Ομφαλός)
§  Η γενική προσδιοριστική παρεμβάλλεται ανάμεσα στην πρόθεση και το ουσιαστικό που η πρόθεση αναφέρεται, συνιστώντας μια μορφή υπερβατού. Μπορεί να προτάσσεται και ένα επίθετο που να προσδιορίζει το ουσιαστικό.
§  Η ουσιαστικοποίηση  του ουδέτερου των επιθέτων (ιδίως όταν το επίθετο βρίσκεται στη γενική, λόγω της έλλειψης του ουσιαστικού.
§  Ουσιαστικοποιείται ένας τύπος ρήματος ή φράση ολόκληρη: «Ακουστό ανά τον κόσμο το Επτοήθη» (Γας Ομφαλός)
§  Η ανάδειξη του επιρρήματος σε θέση περιωπής, ουσιαστικού ή και προσώπου: «Χαίρε ποτέ», «Φρουρά της ροής σωματοφύλακες εκατέρωθεν»
§  Τη σοβαρότητα των καταστάσεων ανακουφίζει το παιχνίδι του λόγου με την αξιοποίηση των τόνων, των παρηχήσεων και των ομόηχων λέξεων: «στέψη σκέψης», «άκλητη- άκλιτη»
§  Η απρόσμενη αντικατάσταση κάποιας λέξης με μια άλλη σε μια τυποποιημένη έκφραση ως άλλος τρόπος ανοικείωσης που ανατρέπει ευχάριστα τις αναγνωστικές προσδοκίες: «γένους ανυπεράσπιστου» (Πληθυντικός αριθμός), «Αναστηλώνεται Νοέμβρης των Δελφών» (Γας Ομφαλός)
§  Εύστοχοι νεολογισμοί, χωρίς να καταστρατηγούνται οι κανόνες σύνθεσης των λέξεων.
§  Η έκφραση συχνά, μέσα στην επιγραμματικότητά της, είναι τόσο καίρια, ώστε αν γίνεται γνωμική, κατά τον τρόπο του Καβάφη, που είναι, άλλωστε, ο πρώτος δάσκαλός της: «Αλλά η ζωή τον αποφεύγει τον χρησμό της»
§  Μια άλλη καβαφική παρακαταθήκη είναι ο τρόπος της ειρωνείας που παίρνει το σχήμα του σαρκασμού και του αυτοσαρκασμού: «- τώρα πώς θα καλλωπίζεται η υποδούλωση»
§  Η απόδοση σε άψυχα ουσιαστικά επιθέτων που αρμόζουν σε έμψυχα: «θεατρόφιλοι βράχοι»
§  Τα επίθετα αυτά μπορεί να αντικαθίστανται από ουσιαστικά που φανερώνουν τα πρόσωπα: «ταξιθέτριες πέτρες»
§  Η αφηρημένη έννοια αντιμετωπίζεται ως έμβιο ον, πράγμα που σημαίνει πωςο κόσμος στο σύνολό του προσλαμβάνεται ως έμψυχος: «Πομπή σκαλοπατιών», «αιώρησης κάνιστρα\ με φρεσκοκομμένες πεταλούδες\ ραίνουν την πρωταγωνίστρια ερμηνεία μας»
§  Το αφηρημένο με μια πρόσδεση στο συγκεκριμένο καθίσταται απτή πραγματικότητα: «αρχηγοί πολέμων με δώρα που στέλνει η φιλοδοξία στους μάντεις της».

Η θεματολογία της Κικής Δημουλά
Χαρακτηριστικά είναι δύο μοτίβα: τα αγάλματα και οι φωτογραφίες. Το πρώτο συνείρεται κυρίως με το χώρο του άστεως, ενώ το δεύτερο με το χώρο του δωματίου.
Η προτίμηση στα αγάλματα οφείλεται στο γεγονός ότι τα αγάλματα συνιστούν έκφραση της τέχνης, γνώση της μυθολογίας και εξωραϊσμό του τοπίου. Ωστόσο, αν και μακρινά, τα αγάλματα αντιμετωπίζονται κατά βάση ως κοινοί άνθρωποι και όχι ως ιστορικά σύμβολα.
Η Δημουλά απομυθοποιεί τα αγάλματα και τα φέρνει στα μέτρα της καθημερινότητας. Τα περιγράφει με τρόπο ανατρεπτικό της φωτογραφικής τους στατικότητας, τους αποδίδει κατόπιν αισθήματα και διαθέσεις, συσχετίζει , τέλος, τη δική της κατάσταση με τη δική τους.
Για μια ποίηση του κλειστού χώρου οι φωτογραφίες πυροδοτούν τη μνήμη και καλύπτουν έτσι το κενό μιας απουσίας, η οποία δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται στο θάνατο, όπως συμβαίνει στη, μετά την αποδημία του Άθω Δημουλά, συλλογή του 1988 Χαίρε ποτέ, μια και πρόκειται για μοτίβο που ακολουθεί την ποιήτρια και στην προηγούμενη πορεία της.
Εκτός από τα αγάλματα και τις φωτογραφίες, βασική πηγή έμπνευσης συνιστά η αλλοτριωτική καθημερινότητα. Η Κική Δημουλά διαθέτει την ικανότητα να αξιοποιεί τα ευτελέστερα αντικείμενα ή τις πιο κοινότοπες συμπεριφορές και να παράγει αισθητική συγκίνηση από αυτό που ως χθες θεωρούνταν πεζό και αντιποιητικό. Εξάλλου, η σχέση της Δημουλά με τα πράγματα που την περιβάλλουν είναι τόσο ζωντανή.
Η σύνολη διάθεσή της είναι μελαγχολική, ενώ αγαπημένη της εποχή είναι το φθινόπωρο. Η θλίψη της πηγάζει αφενός από το αρνητικό παρόν και αφετέρου από την ώσμωσή της με το θάνατο.  Ο θάνατος του αγαπημένου προσώπου, η απουσία εν γένει αυτού που υπήρξε, αλλά και οι ανάγκες της επιβίωσης, οι προβληματικές ανθρώπινες σχέσεις και η κοινωνική απαξίωση της γυναίκας συγκροτούν μια τάξη πραγμάτων ιδιαίτερα απωθητική. Η καθημερινή τριβή και φθορά σκοτώνουν την ομορφιά ο χρόνος και ο έρωτας ζουν μονάχα ως ανάμνηση.

Φωνή χαμηλών τόνων η Δημουλά αποζητά το μικρό ποίημα, αλλά, καθώς η κουβέντα με τα πράγματα την κάνει να ξεχνιέται, καταλήγει στο μακροσκελές, συχνά χαλαρό στη δόμηση, διανθισμένο, όμως, με υπέροχες ζώνες φωτός.

Ο Πληθυντικός Αριθμός


Η μικρή ιστορία που εμμέσως καταγράφει το ποίημα

Η Κική Δημουλά, το πρόσωπο υποκείμενο πίσω από το κείμενο αυτό, θέλησε να κάνει τον απολογισμό της «γραμματικής ζωής» της, «κλίνοντας» τα τέσσερα βασικά στοιχεία- ουσιαστικά στη ζωή της- στον «πληθυντικό αριθμό»: ο Έρωτας που στα δίχτυα του πιάνονται ανυπεράσπιστα τα θύματά του, ο φόβος που ήρθε να καταλάβει το υπαρξιακό κενό από την απουσία του έρωτα και ο οποίος δρα πολλαπλασιαστικά, η μνήμη που με το πέρασμα των χρόνων μέσα σε ανυπεράσπιστους έρωτες και φόβους, είναι αυτή που απόμεινε ως ψυχικός πόνος που δεν αφήνει να επουλωθούν οι πληγές του χρόνου (είναι προσωπική, γι΄ αυτό ενικού αριθμού), ώσπου η νύχτα, η απώλεια του χρόνου και η φθορά λόγω αυτής, κάνει το «από εδώ και πέρα» σκοτεινό.

Λέξεις με διττή σημασία

Έρωτας, φόβος, μνήμη, νύχτα: εκτός από  απλά και καθημερινά συμβαίνοντα, και απερχόμενα και σ΄ όλους και συχνά, αποκτούν γενικεύσεις σε διαγράμματα και ουσία ζωής, σε καταθλιπτικές παραμέτρους της ζωής.

Απουσία των ρηματικών τύπων

Οι ρηματικοί τύποι ανακαλούν από τη φύση τους κίνηση και δράση. Η ποιήτρια , μέσω των ουσιαστικών κυρίως και μερικών επιθέτων (και επιρρημάτων) θέλει να δώσει στον αναγνώστη την αίσθηση πως «περπατάει τον δρόμο της προορισμένης αιωνιότητας» και την αίσθηση της κίνησης που δημιουργεί το υπαρξιακό- μεταφυσικό στοιχείο στην ποίησή της. Πλάι στο ουσιαστικό, που γίνεται φορέας συγκεκριμένων μορφών, έρχεται ο υποβλητικός ρόλος του επιθέτου ως προβολή συνθετικών καταστάσεων, χρωμάτων , φωτός (και όχι σημαντικό «ιδιοτήτων») και αισθητοποίηση του  βαθύτερου περιεχομένου του ουσιαστικού.
Μιλάμε για προσωπικό τρόπο απόδοσης ψυχικών καταστάσεων που ξεπερνά τους φραγμούς της συμβατικής γλώσσας και γίνεται λογοτεχνία. Οι λέξεις μεταμορφώνονται, τοποθετημένες μέσα στους συνδυασμούς ενός ποιητικού συνόλου και αποκτούν ένα νέο συγκινησιακό περίβλημα. Επομένως, το αντίκρυσμα των τεσσάρων πραγμάτων από την ποιήτρια, όσο «ασήμαντων» και αν είναι εν όψει μιας συνθετικής ευρύτερης εποπτείας και η κατά κάποιο τρόπο αποκατάστασή τους σε μια ευρύτερη κοσμική ενότητα, τα αποκαθαίρει από την ασημαντότητα και τη σκιερή πλευρά της καθημερινότητας και τα κάνει να ηχούν σαν μουσική σύνθεση.

Άκλητη- άκλιτη
Άκλιτη, γιατί κλίνεται μόνο στον ενικό στο ποίημα και άκλητη, απρόσκλητη, αφού εμφανίζεται στο συνειδητό μέρος του εαυτού μας μετά από κάποιο ερέθισμα.

Γας Ομφαλός

Συναισθηματική κατάσταση του προσώπου που αφηγείται: 
Υπαρξιακή αγωνία για την απώλεια του χρόνου και τη φθορά, το θάνατο, το αίσθημα της στέρησης και της απώλειας του αγαπημένου προσώπου (που αναπληρώνεται στο ποίημα με την επικοινωνία με ένα εσύ) και το αίσθημα του φόβου που προκαλεί η επαφή της μοναχικής ποιήτριας με τις ορατές συνέπειες του χρόνου πάνω στα πράγματα.





Σημεῖο Ἀναγνωρίσεως
                    ἄγαλμα γυναίκας μέ δεμένα χέρια

Η προμετωπίδα μετά τον τίτλο σε πλάγια γραφή (ἄγαλμα γυναίκας μέ δεμένα χέρια) που αποτελεί και παρακειμενικό στοιχείο, επισημαίνει το σκηνικό.

Στίχοι 1-2: Λειτουργεί αυτή η δίστιχη στροφή  ως εισαγωγή για την ανάπτυξη του ποιήματος και συνδέεται με το σχήμα του κύκλου με την τελευταία.
Οι λέξεις άγαλμα και γυναίκα γίνονται ποιητικές. Διαχωρίζονται το εγώ από το όλοι, με τη λέξη «κατευθείαν».

Το ποίημα ασχολείται με το κοινωνικό πρόσωπο της γυναίκας.
Η προμετωπίδα και η λέξη άγαλμα γίνονται αφορμή για την ανάπτυξη του ποιήματος και την προέκταση του νοήματος (από το άγαλμα στη θέση της γυναίκας).
Το εσύ (απευθύνεται στο άγαλμα) διαπλέκεται με το κανείς (στ. 5) και δημιουργείται μια ποιητική αφήγηση  και ένα σχόλιο από την ποιήτρια για το ρόλο του αγάλματος και την εντύπωση που δίνει από τη στάση του, που το άψυχο περιγράφεται με ρήματα που συνάπτονται κανονικά με έμψυχα (να θυμηθείς, να ζήσεις, να ξεφύγεις…).
Το ποίημα στηρίζεται σε φράσεις και λέξεις κλειδιά, όπως «όνειρο, πισθάγκωνα χέρια, αγωνία αιχμαλώτου, αιχμάλωτη, χέρι σου, δεμένα χέρια σου, δούλοι, αιχμάλωτη, γυναίκα» (για τη θέση της γυναίκας, επιθυμία απελευθέρωσης, αδυναμία να γευτεί χαρές…) και επαναλήψεις «Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,\εγώ σε προσφωνώ γυναίκα κατευθείαν» (αλλαγή της θέσης του «κατευθείαν») και «Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,\εγώ σε λέω γυναίκα αμέσως» (αλλαγή της λέξης κατευθείαν με το αμέσως, σχέση συνωνυμίας), «Σε λέω γυναίκα», «Σε λέω γυναίκα\γιατί είσαι αιχμάλωτη», είναι σημεία που αποκαλύπτουν το σημαινόμενο, το κοινωνικό νόημα του ποιήματος.

Η ποιήτρια χειρίζεται αριστοτεχνικά την ανασήμανση των λέξεων που, αν και επαναλαμβάνονται, δεν κουράζουν, αλλά αντίθετα εντείνουν την προσοχή μας για να παρακολουθήσουμε τη συλλογιστική διαδικασία και τη συνειρμική λειτουργία του ποιήματος.
Το ποίημα αναπτύσσεται με αλλεπάλληλες εικόνες, πολλαπλασιαστικές όχι ως εικόνες, αλλά ως φορείς νοημάτων που διατρέχουν το χρόνο χωρίς όρια. Το χτες και το σήμερα, οι αγώνες για ισότητα και η αποτυχία τους δίνονται σε μια στροφή(«Και δεν είναι…»)που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε δύο άλλες. Αυτές αναφέρονται στο γλύπτη και στο γλυπτό του («΄Ετσι σε παραγγείλανε…»και «σε παρέδωσε στο μάρμαρο ο γλύπτης»), ένα γλυπτό πολλά υποσχόμενο «ευγονία αγαλμάτων».
Η ποιήτρια εμμένει στα δεμένα χέρια του αγάλματος και από το αντικείμενο\άγαλμα πάει στα σημαινόμενά του. Το διακειμενικό στοιχείο με τον Άργο (στ. 20)  μας προκαταλαμβάνει για την αιώνια αιχμαλωσία της γυναίκας που είναι το κυρίαρχο θέμα.

Η τελευταία στροφή είναι επίσης δίστιχη και εκφράζει ποιητικά τη θέση της ποιήτριας  για τη γυναίκα. Σε αυτό καταλήγει μέσα από συνωνυμικές διεργασίες ( δεμένα, αγωνία του αιχμαλώτου, αιχμάλωτη,  ελευθερίες και, ακινησίας, κατευθείαν, αμέσως…), αναδιατάσσοντας νοήματα και συντάξεις (βλ. σχόλιο του βιβλίου για την πρόσληψη του έργου Τέχνης), και συμμετέχοντας ως  πρώτο πρόσωπο δραστικά στο ποίημα (σε λέω…), καθώς το νόημα του στίχου «Σε λέω γυναίκα\γιατί είσαι αιχμάλωτη» διατρέχει όλο το ποίημα.

Στοιχεία της ποιητικής και του ύφους της Δημουλά:
  • Η ανισόρροπη δόμηση του ποιήματος (άνισος αριθμός στίχων στις στροφές), που θυμίζει υπερρεαλιστική πρακτική
  • Οι επαναλήψεις ως πατήματα λεκτικά και σημασιολογικά
  • Η εμφατική χρήση της προσωπικής αντωνυμίας εγώ
  • Η προβολή κάποιων λέξεων ως στίχων (αιχμάλωτοι, οι νεκροί)
  • Η αναδίπλωση του στίχου «Σε λέω γυναίκα»

Το ήθος της Δημουλά (όπως και το ύφος) βγαίνουν μέσα από τη φωνή της ψυχής, από την αγωνία του ανθρώπου για τον άνθρωπο ως ύπαρξη και –στο συγκεκριμένο ποίημα-ως κοινωνικό υποκείμενο.


       Το λεκτικό της είναι ανάμεικτο, προέχει το συμβολίζον, όχι το συμβολιζόμενο, το ποίημα φορτίζεται από την θέση-άρση ή την προβολή της ρητής θέσης του εγώ σε αντίστιξη με τους άλλους\όλους.

Κική Δημουλά (6 Ιουνίου 1931 - 22 Φεβρουαρίου 2020)






Η Κική Δημουλά (Αθήνα, 6 Ιουνίου 1931 - Αθήνα, 22 Φεβρουαρίου 2020) ήταν Ελληνίδα ποιήτρια και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της ποίησης.

Το πατρικό της όνομα ήταν Βασιλική Ράδου. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Το 1952 παντρεύτηκε τον ποιητή και πολιτικό μηχανικό Άθω Δημουλά, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, τον Δημήτρη (1955) και την Έλση (1957). Εργάστηκε σαν υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος από το 1949 έως και το 1973. Υπήρξε πρόεδρος του ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη (κοινωφελές Ν.Π.Ι.Δ. υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών).

Έκανε την εμφάνιση της στα γράμματα το 1952, σε ηλικία 19 χρονών, με τη ποιητική συλλογή «Ποιήματα», όμως μετά από λίγο αποκήρυξε εκείνη την πρώτη συλλογή της. Η επίσημη είσοδός της στην ποίηση έγινε το 1956, με τη συλλογή «Έρεβος». Αργότερα ήρθαν οι «Ερήμην», «Επί τα ίχνη» και η συλλογή «Το λίγο του κόσμου» για την οποία τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποιήσεως. Το Κρατικό Βραβείο Ποίησης απέσπασε η συλλογή της «Χαίρε ποτέ», ενώ το Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της απονεμήθηκε για την «Εφηβεία της λήθης», στην οποία περιλαμβάνεται το ποίημα «Σαν να διάλεξες», όπου η ποιήτρια συνδέει μια βόλτα στη λαϊκή αγορά με το μοιραίο του θανάτου: «Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε./ Eίναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά/ πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο/ που έχει η εκλογή σου. [...] Tο πολύ ν’ αγοράσω λίγο χώμα. Όχι για λουλούδια./ Για εξοικείωση./ Eκεί δεν έχει διάλεξε. Eκεί με κλειστά τα μάτια».

Ακολούθησαν οι συλλογές «Ενός λεπτού μαζί», «Ήχος απομακρύνσεων», «Εκτός σχεδίου», «Χλόη θερμοκηπίου», «Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως», «Τα Εύρετρα », «Δημόσιος Καιρός» και «Ανω τελεία».

Σε μία ομιλία της για την ποίηση η Δημουλά όρισε ως εξής το ποίημα:

«Βαδίζεις σε μιαν έρημο. Ακούς ένα πουλί να κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί μέσα στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό είναι το ποίημα».

Στις 16 Ιανουαρίου 2020, η υπουργός πολιτισμού πρότεινε την Κική Δημουλά, με επίσημη επιστολή της προς την Επιτροπή, για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Η Κική Δημουλά εισήλθε στις 2 Φεβρουαρίου 2020 σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας λόγω της χρόνιας αναπνευστικής ανεπάρκειας από την οποία έπασχε. Τελικά, απεβίωσε 20 ημέρες αργότερα, στις 22 Φεβρουαρίου, λόγω καρδιακής ανακοπής σε έδαφος σοβαρής χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας και καρδιακής ανεπάρκειας.

Τάφηκε στις 25 Φεβρουαρίου στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, δημοσία δαπάνη, παρουσία συγγενών, εκπροσώπων των γραμμάτων και τεχνών και του πολιτικού κόσμου μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός.

Διακρίσεις

2001, Χρυσός Σταυρός του Tάγματος της Tιμής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.
2002, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην οποία κατέλαβε την έδρα των γραμμάτων που είχε μείνει κενή μετά τον θάνατο του Νικηφόρου Βρεττάκου — η τρίτη γυναίκα στην ιστορία της Ακαδημίας (μετά τις Γαλάτεια Σαράντη και Αγγελική Λαΐου).
2014, Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Φοίνικος. 
20 Μαΐου 2015, αναγορεύτηκε σε επίτιμη διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ.
6 Ιουνίου 2017, αναγορεύτηκε επίτιμη διδάκτωρ του Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Βραβεία

1964(;), Eύφημη μνεία από την Ομάδα των Δώδεκα, για την ποιητική συλλογή Επί τα ίχνη.
1972, Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, για την ποιητική συλλογή Το λίγο του κόσμου.
1989, Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, για την ποιητική συλλογή Χαίρε ποτέ.
1997, Βραβείο Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, για την ποιητική συλλογή Η εφηβεία της λήθης.
2001, Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου της.
2003, Μακεδονικό Βραβείο, για το σύνολο του έργου της.
2009, Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας (Prix Européen de Littérature), για το σύνολο του έργου της.
2010, Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας, για το σύνολο του έργου της.

Έργο

Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, τα Γαλλικά, τα Ισπανικά, τα Ιταλικά, τα Πολωνικά, τα Βουλγαρικά, τα Γερμανικά και τα Σουηδικά. Αποσπάσματα του έργου της έχουν συμπεριληφθεί στα σχολικά διδακτικά βιβλία. Η ποίηση της δεν ήταν εύκολα μελοποιήσιμος, εντούτοις υπήρξαν ποιήματα όπως τα Στην Αγκαλιά της Άκρης, Ο Πληθυντικός Αριθμός, Βράδιασε, τα Ξαναλέμε κ.α που μελοποιήθηκαν μεταξύ άλλων από τον Θάνο Μικρούτσικο τον Μάνο Ξυδούς.

Εργογραφία

Ποιητικές συλλογές
Ποιήματα, 1952 (αποκηρυγμένα)
Έρεβος, 1956, εκδόσεις «Στιγμή», Αθήνα 1990
Ερήμην, εκδ. Δίφρος, Αθήνα 1958. Εκδ. «Στιγμή», 1990.
Επί τα ίχνη, εκδ. «Φέξης» Αθήνα 1963. Εκδ. «Στιγμή», 1989.
Το λίγο του κόσμου, εκδ. «Νεφέλη», Αθήνα 1971, 1983. Εκδ. «Στιγμή», 1990.
Το τελευταίο σώμα μου, εκδ, «Κείμενα», Αθήνα 1981. Εκδ. «Στιγμή», 1989.
Χαίρε ποτέ, «Στιγμή», 1988
Η εφηβεία της λήθης, «Στιγμή», 1994
Ποιήματα, εκδόσεις «Ίκαρος», Αθήνα 1998 (Συγκεντρωτκή έκδοση· περιλαμβάνονται όλες οι προηγούμενες συλλογές εκτός από τα Ποιήματα.)
Ενός λεπτού μαζί, «Ίκαρος», 1998
Ήχος απομακρύνσεων, «Ίκαρος», 2001
Χλόη θερμοκηπίου, «Ίκαρος», 2005
Συνάντηση, Γιάννης Ψυχοπαίδης, Κική Δημουλά, «Ίκαρος», 2007 (ανθολογία με εβδομήντα τρία ζωγραφικά έργα του Γιάννη Ψυχοπαίδη)
Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως, «Ίκαρος», 2007
Τα εύρετρα, «Ίκαρος», 2010
Δημόσιος καιρός, «Ίκαρος», 2014
Άνω τελεία, «Ίκαρος», 2016

Πεζά
Ο φιλοπαίγμων μύθος, εκδ. «Ίκαρος», Αθήνα 2004 (Η ομιλία που εκφώνησε η Κική Δημουλά στην Ακαδημία Αθηνών κατά την τελετή υποδοχής της.)
Εκτός σχεδίου, «Ίκαρος», 2005 (επιλογή πεζών κειμένων)
Έρανος σκέψεων, «Ίκαρος», 2009 (η ομιλία της Κικής Δημουλά στην Αρχαιολογική Εταιρεία στις 26 Ιανουαρίου 2009)

Η Περιφραστική Πέτρα

Μίλα.
Πες κάτι, ὁτιδήποτε.
Μόνο μη στέκεις σαν ἀτσάλινη ἀπουσία.
Διάλεξε ἔστω κάποια λέξη,
που να σε δένει πιο σφιχτά
με την ἀοριστία.
Πές:
«ἄδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πές:
«θα δοῦμε»,
«ἀστάθμητο»,
«βάρος».
Ὑπάρχουν τόσες λέξεις που ὀνειρεύονται
μια σύντομη, ἄδετη, ζωή με τη φωνή σου.

Μίλα.
Ἔχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Ἐκεῖ που τελειώνουμε ἐμεῖς
ἀρχίζει ἡ θάλασσα.
Πες κάτι.
Πες «κῦμα», που δεν στέκεται.
Πες «βάρκα», που βουλιάζει
ἂν την παραφορτώσεις με προθέσεις.
Πες «στιγμή»,
που φωνάζει βοήθεια ὅτι πνίγεται,
μην τη σῴζεις,
πες
«δεν ἄκουσα».

Μίλα.
Οἱ λέξεις ἔχουν ἔχθρες μεταξύ τους,
ἔχουν τους  ἀνταγωνισμούς:
ἂν κάποια ἀπ᾿ αὐτές σε αἰχμαλωτίσει,
σ᾿ ἐλευθερώνει ἄλλη.
Τράβα μία λέξη ἀπ᾿ τη νύχτα
στην τύχη.
Ὁλόκληρη νύχτα στην τύχη.
Μη λες «ὁλόκληρη»,
πες «ἐλάχιστη»,
που σ᾿ ἀφήνει να φύγεις.
Ἐλάχιστη
αἴσθηση,
λύπη
ὁλόκληρη
δική μου.
Ὁλόκληρη νύχτα.

Μίλα.
Πες «ἀστέρι», που σβήνει.
Δεν λιγοστεύει ἡ σιωπή με μια λέξη.
Πες «πέτρα»,
που εἶναι ἄσπαστη λέξη.
Ἔτσι, ἴσα ἴσα,
να βάλω ἕναν τίτλο
σ᾿ αὐτή τη   βόλτα την παραθαλάσσια.

✦    ✦    ✦    ✦

ΕΦΟΔΙΟ ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ

Με κατακρίνεις
ότι συμπεριφέρομαι λιπόψυχα, αργά
όπως κοντοστέκεται η φοβία να εντοπίσει
ποιος κίνδυνος από μακριά
φωνάζει τ' όνομά της.

Είμαι τρωτή, γι' αυτό.
Όχι στη φτέρνα μόνο,
το ένιωσα
παρότι ήταν ακόμα στα σκαριά
στις δοκιμές η ιδιοσυγκρασία.
Κι όμως εγώ τα άκουσα τα λάδια
νοθευμένα
δε γράσωσαν καλά την άμυνά μου
- τι τα θές, τεχνίτες ανειδίκευτοι
οι αστερισμοί μας.

Μάνα, την παρακάλεσα, πήγαινε στη Θέτιδα
γνωρίζεστε εξ αίματος μάνες κι οι δυο
εβγάζατε από πάνω σας και ξεπετούσατε
στο χώμα τα βραχιόλια και τα δαχτυλίδια
και ζήτα της το αθάνατο περίσσευμα
απ' τη θνητή επάλειψη του γιου της
του Αχιλλέα.

Όχι με αθανασία
με βεβαιότητα να με επικαλύψεις.
Μου χίμηξε
τί αθανασία τί βεβαιότης είπε
εξίσου άτρωτες ουσίες και οι δυο.
Και μαθέ ακόμα
πως το περίσσευμα απ΄ το παλιό σου λάθος
κανείς δεν το χαρίζει σε κανέναν.
Βαθιά
μες στις αμετανόητες προθέσεις του το κρύβει
να επαλείψει αθάνατο
και το επόμενο προσφιλές του λάθος.

Το κυριότερο
- συνέχισε η μανά μου μιλώντας
με οίκτο χλευαστή –
παιδί μου πώς θα ζήσεις χωρίς τρωτά σημεία
χωρίς της αγωνιάς τα εφόδια
τι προκοπή θα κάνει η αντοχή σου
χωρίς εισόδημα πικρίας
πώς θ' αναθρέψεις την απώλεια
πώς θ' αντικρίσεις τους εχθρούς σου.
Οι ενοχές σου τι θ' απογίνουν
όταν τους κόψεις τη διατροφή
θ' αγιάσουνε ως φτωχές μετά από τόσα πλούτη;
Θ' απαρνηθείς την ήττα;
Η ήττα είναι παράδοση
μιλιέται από σώμα σε σώμα διαιωνίζεται.
Είδες ποτέ κανένα όνειρο
μεταμοντέρνας νίκης να διαρκεί;

Αν δε τρωθείς
πού θα σε βρει η αγάπη.
Το βέλος θα την οδηγήσει στην πληγή σου.
Για ποιον νομίζεις ξεκινάει από το μακρινό
το έρημο το αβέβαιο όνομά της;
Όχι για το αξέχαστο βλέμμα του τοξότη
στης έλξης το φαρμάκι βουτηγμένο.
Για να τραφεί απ' την πληγή σου ξεκινάει
η πεινασμένη ύπαρξη της.

Αβέβαια ζήσε.
Τιμά την προέλευσή σου.

Κατάλαβέ το, ερχόμαστε από μια
παροδική βεβαιότητα του θανάτου.

https://www.iefimerida.gr/



Διάλογος ανάμεσα σε μένα και σε μένα

Σοῦ εἶπα:
– Λύγισα.
Και εἶπες:
– Μη θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου να κοιτᾷς
σταματημένο το ρολόι.
Λογικά ἀπελπίσου
πῶς δεν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
Κι ἂν αἴφνης τύχει
να σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μη ριψοκινδυνέψεις να χαρεῖς.
Ἡ κίνηση αὐτή δεν θα  ῾ναι χρόνος.
Θά ῾ναι κάποιων ἐλπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αὐτοεκθρονίσου
ἀπό τα  χίλια σου παράθυρα..
Για ἕνα μήπως τ᾿ ἄνοιξες.
Κι αὐτοξεχάσου εὔχαρις.
Ὅ,τι εἶχες να πεῖς,
για τα φθινόπωρα, τα κύκνεια,
τις μνῆμες, ὑδροροές τῶν ἐρώτων,
την ἀλληλοκτονία τῶν ὠρῶν,
τῶν ἀγαλμάτων την φερεγγυότητα,
ὅ,τι εἶχες να πεῖς
γι᾿ ἀνθώπους που σιγά-σιγά λυγίζουν,
το εἶπες.
καὶ την πείθει
να κουλουριάζεται πνιχτά
να τρίβεται σα γάτα ἀνεπαίσθητη
πάνω στον διαθέσιμο ἀέρα
ποῦ ἀφήνεις προσπερνώντας.

Ἀπόλαυση πολύ μοναχικότερη
ἀπό τη   στέρησή της.

✦    ✦    ✦    ✦

Ο πληθυντικός αριθμός

Ὁ ἔρωτας,
ὄνομα οὐσιαστικόν,
πολύ οὐσιαστικόν,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,
γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,
γένους ἀνυπεράσπιστου.
Πληθυντικός αριθμός
οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.

Ὁ φόβος,
ὄνομα οὐσιαστικόν
στην ἀρχή  ἑνικός αριθμός
και μετά πληθυντικός
οἱ φόβοι.
Οἱ φόβοι
για ὅλα ἀπό δῶ και πέρα.

Ἡ μνήμη,
κύριο ὄνομα τῶν θλίψεων,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
μόνον ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
και ἄκλιτη.
Ἡ μνήμη, ἡ μνήμη, ἡ μνήμη.

Ἡ νύχτα,
Ὄνομα οὐσιαστικόν,
Γένους θηλυκοῦ,
Ἑνικός ἀριθμός.
Πληθυντικός αριθμός
Οἱ νύχτες.
Οἱ νύχτες ἀπό δῶ και πέρα.


✦    ✦    ✦    ✦

Γας ομφαλός

Αναστηλώνεται Νοέμβρης των Δελφών.
Απόβροχο στις μετόπες της απορρόφησής του.
Σύννεφα που δεν θα φύγουν μοιράζονται θρόνους.
Ζωφόροι φύλλων κίτρινων κοσμούν
αντισεισμικά ανάκτορα ανέμων.

Πομπή σκαλοπατιών.
Προπορεύονται οι αρχές του τόπου∙ σαρκοφάγοι.
Ακολουθούν βασιλείς, προσκυνητές της προφητείας
αρχηγοί πολέμων με δώρα που στέλνει η φιλοδοξία
στους μάντεις της∙ αιώνες κοιλαράδες βραδυκίνητοι
με τις επαναλήψεις παλλακίδες τους.
Φρουρά της ροής σωματοφύλακες εκατέρωθεν∙
σαρκοφάγοι πάλι με τις περικνημίδες τους
-τσουκνίδες και ξερόχορτα.

Καθ΄ οδόν, στέψη σκέψης
που έκανα για σένα, επ΄ ανδραγαθία:
με την απουσία σου μεγάλωσες
εξάπλωσες των αφανών τις κτήσεις.

Ταξιθέτριες πέτρες στο θέατρο.
Στη σειρά των επισήμων κάθονται θυμάρια.
Τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι βράχοι τριγύρω
κρέμονται σκαρφαλωμένοι στον απόηχο.
Στον κορυφαίο ρόλο της η τραγωδός αυλαία.
Ενθουσιώδους παρακμής χειροκροτήματα∙
 μπιζάρουν μέλισσες κι άλλα βομβώδη
μελιστάλακτα κεντριά, αιώρησης κάνιστρα
με φρεσκοκομμένες πεταλούδες
ραίνουν την πρωταγωνίστρια ερμηνεία μας.

Ψηλά, από το στάδιο, εξακοντίζονται ιαχές
κύκλοι δρομείς επευφημούνται
νικητής ανακηρύσσεται
ένας- ένας που κλείνει.

Επακολουθώ. Στέρνες βωμοί άδυτα θυσιών
υδραγωγεία κινήτρων, η αρχαιότερη Πυθία:
η σαρκοφάγος πάλι. Αλλά η ζωή
τον αποφεύγει το χρησμό της.

Στάση σκέψης που κάνω για όλες
τις σπασμένες αρτιότητες: «το κάτω μέρος
μαρμάρινης τρεχούσης γυναικός»,
 βήμα αβοήθητο ποδιού προς χαμένο σώμα,
μόνο η κουλουριασμένη κίνηση
ανώνυμου νεκρού πολεμιστή
δίπλα σε απόστρατη ασπίδα
και «δούλης νεαράς το σπασμένο κάτοπτρο»
-τώρα πως θα καλλωπίζεται η υποδούλωση.
Σφιγξ καθρεφτίζει το αναπάντητο.

Καντίνες. Κάτι για το δρόμο. Σάντουιτς,
αναψυκτικά, εμφιαλωμένο λάλον ύδωρ.
Μάρμαρα πάλι, αφιερώματα σε πέτρες
χαραγμένες. Δύσκολα διαβάζω.
Το σκληρό έμαθα πως χαράζει
αλλά όχι πως χαράζεται.
Αργά συλλαβίζοντας αναστηλώνω
μόνο τη λέξη ΕΠΤΟΗΘΗ. Μόνο; Όχι και μόνο.
Ακουστό ανά τον κόσμο το Επτοήθη.
Μαντείο.
Γας ομφαλός.
(Χαίρε Ποτέ, 1988)

✦    ✦    ✦    ✦

Οι αποδημητικές καλημέρες

Άρχισε ψύχρα. 
Το γύρισε ο καιρός σε αναχώρηση. 

Η πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη 
ξοδεύτηκε σε κάποια υδρορρόη. 
Ως χθες ακόμα όλα έρχονταν. 
Ζέστες, η διάθεση για φως, 
λόγια, πουλιά, 
πλαστογραφία της ζωής. 
Γονιμοποιούνταν κάθε βράδυ τα φεγγάρια, 
πολλοί διάττοντες έρωτες 
ήρθαν στον κόσμο τον περασμένο μήνα. 

Τώρα, η γνωστή ψύχρα 
κι όλα να φεύγουν.
 Ζέστες, πουλιά, η διάθεση για φως. 

Φεύγουν τα πουλιά, ακολουθούν τα λόγια,
 η μιά ερήμωση τραβάει πίσω της την άλλη 
με λύπη αυτοδίδακτη. 
Ήδη αποσυνδέθηκε το φως από την επανάπαυση 
κι από τις καλημέρες σου. 
Τα παράθυρα ενδίδουν. 
Το χέρι τού μεταβλητού κλείνει τα τζάμια, 
άλλοι λεν ως την άνοιξη, 
άλλοι φοβούνται δια βίου. 

Κι εσύ τι κάθεσαι; 
Καιρός να μπεις κι εσύ στα αλλαγμένα. 
Να γίνεις ό,τι αναρωτιόμουν πέρυσι: 
«ποιος ξέρει τ’ άλλο μου φθινόπωρο;» 
Καιρός να γίνεις «τ’ άλλο μου φθινόπωρο».

 Άρχισε ψύχρα. 
Ρίξε στην πλάτη σου ένα ρούχο αποδημίας.

 (Από τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου», 1971 –συγκεντρωτική έκδοση «Κική Δημουλά, Ποιήματα», εκδ. Ίκαρος, 1998)


✦    ✦    ✦    ✦

Πέρασα

Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.

Όχι δεν είμαι λυπημένη.
Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.

Ξέρω απ’ όλα. Λίγο απ’ όλα.

Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ’ ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.

Όχι δεν είμαι λυπημένη.
Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ΄αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τους φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Πέρασα από κήπους, στάθηκα σε συντριβάνια
και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς, καυχησιάρηδες.

Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσά τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.

Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες:
εγκάρδιο αποχαιρετηστήριο από την Πάτρα
και κα΄τι χαιρετίσματα
από τον Πύργο της Πίζας που γέρνει.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη που γέρνει η μέρα.
Μίλησα πολύ. Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες, στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από ‘δω, πήγα κι από ‘κει…
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από ‘δω, έχασα κι από ‘κει.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι απ’ την απροσεξία μου.

Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος. Πες πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
απ’ το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιαν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημίας.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου ‘λειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή, με ακόνισε.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Όσο μπόρεσα έφερ’ αντίσταση σ’ αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.

✦    ✦    ✦    ✦

ΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΥΣΙΩΝ

Τώρα θα κοιτάζεις μία θάλασσα.
Ἡ διάθεση να σε ἐντοπίσω
στη συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σε βρίσκει:
πικρή παραθαλάσσια ἀοριστία.

Ἐκεῖ δεν ἔχει ἀκόμα νυχτώσει
κι ἂς νύχτωσε τόσο ἐδῶ
τῶν τόπων οἱ κρίσιμες ὧρες
σπάνια συμπίπτουν.
Κάτι σαν φῶς και οὔτε φῶς,
ἡ ὥρα τοῦ ἑαυτοῦ σου ἔχει πέσει.

Χορεύουν φύκια
κάτω ἀπ᾿ το τζάμι τοῦ νεροῦ.
Τα ρηχά, ἔχουν κι αὐτὰ
τα βάσανά τους και τα γλέντια τους.

Τώρα θα ἔχουν λύσει τα μαλλιά τους
οἱ ἁγνές ἡσυχίες τριγύρω
με τη σιωπή σου θα τις κάνεις
γυναῖκες σου ἐκπληρωμένες.
Ξαπλώνουν δίπλα σου.
Ἡ σκέψη σου στερεώνει σκαλοπάτια στον ἀέρα
κι ἀνεβαίνει. Σε κρατάει στο ράμφος της.
Ποῦ ξέρω ἐγώ τα εὐαίσθητα σημεῖα τοῦ πελάγους
για να σε καταλάβω;

Θα κοιτάζεις μία ἔρημη θάλασσα.
Το βλέμμα σου δεν παραλλάζει
ἀπό πλαγιά που γλυκά
και μ᾿ ἀνακούφιση σκουραίνει
κατρακυλώντας μες στην ἀπομάκρυνση.
Ἀναπνέεις με το στέρνο τῶν μακρινῶν ἠρεμιῶν,
που ἔχω γι᾿ αὐτές διαβάσει
στους πολύτομους κόπους που ἔδεσα.
Σ᾿ ἕνα ἀβαθῆ σου στεναγμό βούλιαξε ἕνα βαπόρι.
Δεν θα ἤτανε βαπόρι. Θα ἤτανε σκιάχτρο
στα ὑγρά περβόλια τῆς φυγῆς
να μην πηγαίνουν οἱ διαθέσεις
να την τσιμπολογᾶνε.

Ἡ τερατώδης τοῦ πελάγους δυνατότητα,
ἡ κίνηση τοῦ πλάτους,
φθάνει στα πόδια σου ἀφρός,
ψευτοεραστής στα πρῶτα βότσαλα.
Τούς σκάει ἕνα φιλὶ και ξεμεθάει.

Τώρα, θα σοῦ ἔχουν πεῖ ὅ,τι εἶχαν να σοῦ ποῦν
Οἱ ἀναδιπλώσεις τῶν κυμάτων
και θα ἐπιστρέφεις κάπου.
Θα παίρνεις κάποιο χωματόδρομο,
μια ἄλλη ἅπλα,
ἀλλοῦ γυμνή κι ἀλλοῦ ντυμένη με βλάστηση.

Ἡ σκέψη σου, μετά ἀπό τόση θάλασσα,
κατέβηκε ἀπό γλάρος,
βάζει το δέρμα τῆς προσαρμογῆς και χάνεται.
Ὅπου εἶναι θάμνος, πράσινη
ὅπου σκοτεινό, σκοτεινή.
Ἐκεῖ που οἱ καλαμιές σπέρνουν ψιθύρους,
ψιθυριστή,
ὅπου περνάει ρίζα, ριζωμένη
ὅπου κυλάει ρυάκι, ρέουσα
κι ὅπου δαγκώνει ἡ πέτρα, πέτρινη.

Στην ψυχή σου δεν φθάνει κανείς
οὔτε δια ξηρᾶς οὔτε δια θαλάσσης.

Αὐτό το δισκίο,
το ἀκουμπισμένο στο μαῦρο ἀτμοσφαιρικό τραπέζι,
που το περνᾷς κι ἐσύ, ὅπως κι οἱ ἄλλοι, για φεγγάρι,
ἄσ᾿ το, δεν εἶναι φεγγάρι.
Εἶναι το βραδινό μου χάπι
το ψυχοτρόπο.

✦    ✦    ✦    ✦

ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΤΙ ΝΑ ΧΑΣΕΙΣ

Καλά τα βγάζει πέρα ἡ μοναξιά
φτωχικά ἀλλά τίμια.
Ἀλλοῦ κοιμᾶται αὐτή
κι ἀλλοῦ το ἐγκρατές σκεπτικό ἐάν.

Μόνο καμιά φορά
σε πειραματισμούς την παρασύρει
ἡ περιέργεια
- ὄφις προγενέστερος
και πιο φανατικός
ἀπ᾿ τον νερόβραστον ἐκεῖνον τῆς μηλέας.

Δοκίμασε τῆς λέει, μη φοβᾶσαι
δεν ἔχεις τί να χάσεις
και την πείθει
να κουλουριάζεται πνιχτά
να τρίβεται σα γάτα ἀνεπαίσθητη
πάνω στον διαθέσιμο ἀέρα
ποῦ ἀφήνεις προσπερνώντας.

Ἀπόλαυση πολύ μοναχικότερη
ἀπό τη στέρησή της.
✦    ✦    ✦    ✦

Κονιάκ μηδέν αστέρων

Χαμένα πάνε εντελώς τα λόγια των δακρύων.
Όταν μιλάει η αταξία η τάξη να σωπαίνει
―έχει μεγάλη πείρα ο χαμός.
Τώρα πρέπει να σταθούμε στο πλευρό
του ανώφελου.
Σιγά σιγά να ξαναβρεί το λέγειν της η μνήμη
να δίνει ωραίες συμβουλές μακροζωίας
σε ό,τι έχει πεθάνει.

Ας σταθούμε στο πλευρό ετούτης της μικρής
φωτογραφίας
που είναι ακόμα στον ανθό του μέλλοντός της:
νέοι ανώφελα λιγάκι αγκαλιασμένοι
ενώπιον ανωνύμως ευθυμούσης παραλίας.
Ναύπλιο Εύβοια Σκόπελος;
Θα πεις
και πού δεν ήταν τότε θάλασσα.»

http://users.uoa.gr/

Το 1998 κυκλοφορεί το άλμπουμ «Στην Αγκαλιά της Άκρης», με την Κική Δημουλά να απαγγέλλει ποιήματά της υπό την σεμνή συνοδεία του Θάνου Μικρούτσικου στο πιάνο. Πηγή: Εντευκτήριο #83 


H ποίηση της Κικής Δημουλά στη δισκογραφία 

Αναδημοσίευση από https://www.lifo.gr/

Ο ποιητικός λόγος της Κικής Δημουλά δεν είναι εύκολα μελοποιήσιμος, αλλά από την στιγμή που έχει μελοποιηθεί κατά κόρον ο Καβάφης δεν υπάρχει «εύκολη» και «δύσκολη» ποίηση, όσον αφορά στην μελοποίησή της. 
 Παρά ταύτα, και για πολλά χρόνια, η ποίηση της Δημουλά δεν θα ντυθεί με νότες, παρότι η ίδια ήταν μια γενικώς γνωστή και βραβευμένη ποιήτρια (Β' Βραβείο Ποιήσεως το 1972, για τη συλλογή της «Το Λίγο του Κόσμου»). 
 Πιθανώς αυτό να οφείλεται στο γεγονός πως η Δημουλά για πολλά χρόνια, για σχεδόν μισόν αιώνα, δεν έγραφε τακτικά, αν σκεφτούμε πως μέχρι το 1998 είχε εκδώσει μόλις εννέα συλλογές – τρεις τη δεκαετία του '50, μία τη δεκαετία του '60, μία τη δεκαετία του '70, δύο τη δεκαετία του '80 και δύο τη δεκαετία του '90. Αντιθέτως, στις δεκαετίες του 2000 και του 2010 κυκλοφόρησε έξι συλλογές, που την έφεραν ακόμη περισσότερο κοντά και πιο μαζικά προς το αναγνωστικό κοινό. 
 Το κρίσιμο σημείο, όσον αφορά στις μελοποιήσεις ποιημάτων της Δημουλά, ήταν βασικά ο συγκεντρωτικός τόμος που είχε τυπώσει ο Ίκαρος το 1998 με τον τίτλο «Ποιήματα», μαζί με την νέα τότε συλλογή της «Ενός Λεπτού Μαζί». Απ' αυτά τα βιβλία κατ' αρχάς την γνώρισε περισσότερο ο κόσμος. Και από το 1998 και μετά ξεκινά ουσιαστικά και η δισκογραφία της.

 1. Κική Δημουλά / Θάνος Μικρούτσικος Στην Αγκαλιά της Άκρης / Ποίηση με Μουσική [ΜΙΝΟS-EMI, 1998] 


Το 1998 κυκλοφορεί το άλμπουμ «Στην Αγκαλιά της Άκρης», με την Κική Δημουλά να απαγγέλλει ποιήματά της υπό την σεμνή συνοδεία του Θάνου Μικρούτσικου στο πιάνο. Υπάρχουν και μερικά σόλο πιανιστικά θέματα του συνθέτη εδώ, αλλά ο δίσκος βασικά είναι οι απαγγελίες. Ακούγονται ποιήματα από τις συλλογές «Επί τα Ίχνη», «Το Λίγο του Κόσμου», «Το Τελευταίο Σώμα μου», «Χαίρε Ποτέ» και η «Εφηβεία της Λήθης», όπως και ένα ανέκδοτο, τότε, ποίημα το «Επεισόδιο» (θα το διαβάζαμε στη συλλογή «Ενός Λεπτού Μαζί», που θα τυπωνόταν την ίδια χρονιά). Η Κική Δημουλά απαγγέλλει πότε αργά και με συγκίνηση, πότε πιο γρήγορα και ασθματικά, πότε με μια θλίψη στην προσωδία της, άλλοτε όμως με μια αποφασιστικότητα ή ακόμη και με έναν φιλοπαίγμονα ή και ειρωνικό τρόπο (ανάλογα με το ποίημα). Η ηχογράφηση είναι πολύ καλή, με τεχνητό βάθος, και με τη φωνή, γερή και με ωραία άρθρωση, να σε κρατά σε εγρήγορση.

 2. Τάνια Τσανακλίδου Το Μαγικό Κουτί [Mercury, 1998] 

 Το 1996 η Τάνια Τσανακλίδου παρουσιάζει για πρώτη φορά την παράσταση Το Μαγικό Κουτί στην Θεσσαλονίκη, με τη συνοδεία του Τάκη Φαραζή στο πιάνο. Δύο χρόνια αργότερα, το 1998, θα κυκλοφορούσε και το σχετικό CD με τα 23 tracks. Ανάμεσα στα τραγούδια και τέσσερις απαγγελίες της Τσανακλίδου στις τέσσερις στροφές («Ο έρωτας», «Ο φόβος», «Η μνήμη», «Η νύχτα») ενός από τα πιο γνωστά και πιο αγαπημένα ποιήματα της Κικής Δημουλά, τού «Ο πληθυντικός αριθμός» (από τη συλλογή «Το Λίγο του Κόσμου» από το 1971). 

 3. Κική Δημουλά / Nίκος Ξανθούλης / Σοφία Μιχαηλίδου Ο Πληθυντικός Αριθμός [Artion Records, 2003] 



Το άλμπουμ περιλαμβάνει και απαγγελίες από την ίδια την Κική Δημουλά, και μελοποιήσεις ποιημάτων της από τον συνθέτη Νίκο Ξανθούλη, με ερμηνείες από την Σοφία Μιχαηλίδου. Η ίδια η Δημουλά στην παρουσίαση του δίσκου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, τον Νοέμβριο του 2003, είχε πει πως... «απαιτήθηκε μεγάλος κόπος από τους καλλιτέχνες» και πως «εγώ είμαι η κερδισμένη, διότι έδωσα κάτι βουβά ποιήματα και πήραν φωνή» (tanea.gr). Και είναι αλήθεια πως «Ο Πληθυντικός Αριθμός» είναι ο πρώτος δίσκος που περιέχει μελοποιημένα ποιήματα της Δημουλά. Τα ποιήματα προέρχονται από επτά συλλογές («Έρεβος», «Ερήμην», «Το Λίγο του Κόσμου», «Το Τελευταίο Σώμα μου», «Χαίρε Ποτέ», «Η Εφηβεία της Λήθης», «Ήχος Απομακρύνσεων») και είναι ενορχηστρωμένα για πιάνο, βιολί, ακορντεόν, κιθάρα, τσέλο και τρομπέτα (παίζει ο συνθέτης). 

 4. Τρένο στο Ρουφ Μια Μουσική-Ποιητική Παράσταση / «Θέλετε Δέντρ' Ανθίσετε, Θέλετε Μαραθείτε» Τραγουδούν: Βασίλης Γισδάκης, Καίτη Κουλλιά [Eros Music, 2003] 

 Εδώ υπάρχουν τραγούδια βασικά, όπως και μερικές απαγγελίες (σε ποιήματα διαφόρων ποιητών). Πάντως και τα δύο ποιήματα της Κικής Δημουλά που ακούγονται στο «Τρένο στο Ρουφ» («Η περιφραστική πέτρα», «Η ταχεία ανάρρωση της απληστίας»), απαγγέλλονται από την Καίτη Κουλλιά, δεν μελοποιούνται. 

 5. Κυριάκος Σφέτσας / Κική Δημουλά Γη των Απουσιών [Ακτή, 2004]


Σίγουρα ο πιο ενδιαφέρων δίσκος (CD) με μουσικές και με ποιήματα της Κικής Δημουλά είναι η «Γη των Απουσιών», με τις συνθέσεις να ανήκουν στον Κυριάκο Σφέτσα (υπάρχουν απαγγελίες κυρίως, μα και μικρές-σύντομες μελοποιήσεις). Η συνεισφορά της Ορχήστρας Νυκτών Εγχόρδων του Δήμου Πατρέων, υπό την διεύθυνση του Θανάση Τσιπινάκη (ακούγονται επίσης τρομπέτα, βιολοντσέλο, πιάνο, τύμπανα και μπάσο), οι απαγγελίες της Αλεξάνδρας Σακελλαροπούλου, όπως και το φωνητικό σύνολο Ηχώ που συμμετέχει στην εγγραφή, συμβάλλουν τα μέγιστα στο κλίμα του άλμπουμ, που είναι εν ολίγοις συναρπαστικό! Όπως είχε πει ο ίδιος ο Κυριάκος Σφέτσας: «Περιμάζεψα ένα ηχητικό υλικό από ανεξίτηλες μνήμες, μουσικές και άλλες, που με είχαν διαμορφώσει και με είχαν συντροφέψει στις δύσκολες στιγμές μου. Αισθάνθηκα ότι ο ήχος των μαντολίνων εκφράζει το χθες, ο μοναχικός ήχος τη τρομπέτας ανακαλεί τα μπλουζ και την τζαζ, τα κρουστά φέρνουν εντός τους μύριες δραματικές διαστάσεις, αλλά είναι και η γλώσσα του σήμερα, το βιολοντσέλο με τον άκρατο λυρισμό του διογκώνει μια υπόγεια υπέρταση ψυχής, οι κιθάρες, το μπάσο και το πιάνο στηρίζουν μια αέναη κίνηση, πότε σύνθετη και πότε επίμονα στατική, ενώ η χορωδία κοριτσιών εκφράζει το μυστικό τραγούδι μιας γυναικείας καρδιάς». (tanea.gr) 

 6. Μαρία Βουμβάκη Το Τερραίν του Παραδείσου [Σείριος, 2006] 

Η Μαρία Βουμβάκη –μία σοβαρή τραγουδοποιός, που την γνωρίσαμε από τους Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας, που είχε οργανώσει ο Μάνος Χατζιδάκις το 1991– στο τρίτο άλμπουμ της, «Το Τερραίν του Παραδείσου», μελοποιεί ή εν πάση περιπτώσει μεταχειρίζεται ένα ποίημα της Κικής Δημουλά, το «Συνέντευξις», από τη συλλογή «Η Εφηβεία της Λήθης» [Στιγμή, 1994]. Η προσέγγιση της Βουμβάκη είναι ποπ-ηλεκτρονική, είναι οπωσδήποτε διαφορετική, ή και μη αναμενόμενη, και γι' αυτό έχει το ενδιαφέρον της. 

 7. Μάνος Ξυδούς Βράδιασε, τα Ξαναλέμε [Impact Music, 2007] 

 Στον προσωπικό δίσκο τού Μάνου Ξυδούς «Βράδιασε, τα Ξαναλέμε» ακούγεται και το ποίημα της Κικής Δημουλά «Για σένα στις επιθυμίες μου» (είναι ο τίτλος στο άλμπουμ), μελοποιημένο από τον Κώστα Παρίση, και τραγουδισμένο από τους Μάνο Ξυδούς και Μαριάννα Γερασιμίδου. Συμπαθητική μελοποίηση, επίσης ποπ και κάπως electro, με το ποίημα να τραγουδιέται δύο φορές, την μία από την Γερασιμίδου και την άλλη από τον Ξυδούς, σαν σε διάλογο. 

 8. Η Κική Δημουλά διαβάζει ποιήματά της στο Underground Εντευκτήριο [DVD, μοιράστηκε με το περιοδικό Εντευκτήριο #83, Οκτώβριος-Δεκέμβριος, 2008]



DVD διάρκειας 38 λεπτών, στο οποίο η Κική Δημουλά διαβάζει τα ποιήματά της «Πέρασα», «Σκόνη», «Γας ομφαλός», «Κονιάκ μηδέν αστέρων», «Η λιποταξία της Χιονάτης», «Επώδυνη αποκάλυψη», «Επισκευαστικά δάνεια», «Το σπάνιο δώρο», «Διδακτική ύλη», «Σαν να διάλεξες», «Ο πληθυντικός αριθμός», «Μαύρη γραβάτα» και «Άφησα να μην ξέρω». 9. Εβδομήντα χρόνια ελληνική ραδιοφωνία [ΕΡΤ, 2008] Συλλογή με ηχογραφήσεις, που έγιναν για λογαριασμό της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Η Κική Δημουλά διαβάζει για την εκπομπή του Κώστα Παπαγεωργίου «Ο Ποιητής Της Εβδομάδας» (4/11/2002). 

 10. Σοφία Καμαγιάννη Στων Άστρων την Άλω [Ένθετο, 2008] 

Η καλή συνθέτρια Σοφία Καμαγιάννη δίνει ένα άλμπουμ, το 2008, με μελοποιημένη ποίηση (Γιώργος Σαραντάρης, Νίκος Εγγονόπουλος, Μαρία Πολυδούρη, Κώστας Καρυωτάκης κ.ά.). Το τελευταίο κομμάτι του δίσκου είναι το ποίημα «Το διαζευκτικόν ή», το οποίο διαβάζει η ίδια η Κική Δημουλά, με συνοδεία μουσικής (με στοιχεία «έντεχνα», folk, κάπως abstract και με φωνητική επεξεργασία). Αρκετά ενδιαφέρον.

 11. Θάνος Μικρούτσικος Ταξιδεύοντας με την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία [Ελευθεροτυπία / Lyra, 2009] 

Γιγαντιαία έκδοση (7CD+DVD), που έγινε για λογαριασμό της εφημερίδας Ελευθεροτυπία. Ένα από τα επτά CD περιλάμβανε ανέκδοτα τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου. Ανάμεσά τους και το «Περιπλάνησις» (σε ποίηση Κικής Δημουλά) με τον Κώστα Θωμαΐδη. Εδώ έχουμε αληθινή μελοποίηση και μάλιστα εξαιρετική. Ο συνθέτης γνωρίζει πώς να αναδείξει κάθε λέξη του ποιήματος και βοηθούμενος από έναν σπουδαίο ερμηνευτή κατορθώνει κάτι όχι εύκολο. Ο ακροατής να μην χάνει ποτέ την επαφή του με τον (τραγουδιστικό) ποιητικό λόγο. 

 12. Anemos Φ Χρυσός Λόγος [R-Time/EMI, 2009] 

 Το συγκρότημα Anemos το αποτελούν η Κατερίνα Νιτσοπούλου και ο Κώστας Χατζόπουλος. Το άλμπουμ τους «Φ Χρυσός Λόγος» ήταν μια παραγωγή της Λίνας Νικολακοπούλου και σ' αυτό ακούγονταν και μελοποιήσεις ποιημάτων της Κικής Δημουλά («Αποσιωπητικές εικόνες», «Περιφραστική πέτρα»), μαζί με μελοποιήσεις ποιημάτων των Dylan Thomas, Τζαλαλαντίν Ρουμί, Ανδρέα Εμπειρίκου, Βασιλικής Νικοπούλου, Γιώργου Σκούρτη και Λίνας Νικολακοπούλου. Συμπαθητική προσπάθεια προσέγγισης, με απαγγελίες και μικρές-σύντομες μελοποιήσεις, με «αιθέρια» φωνητικά κ.λπ., στη γνωστή ποπ-άμπιεντ κατεύθυνση του συγκροτήματος. 

 13. Ελληνική Ποίηση Η Κική Δημουλά Διαβάζει Δημουλά [Lyra, 2009] 

 Στη γνωστή σειρά της Lyra η Κική Δημουλά διαβάζει ποιήματα από διάφορες συλλογές της (χωρίς συνοδεία μουσικής). 

 14. Zerus: Fight [Private, 2013, μόνο digital] 

 Ψηφιακό άλμπουμ, από έναν πατρινό καλλιτέχνη, τον Zerus, ο οποίος δημιουργεί ηλεκτρονικό-άμπιεντ περιβάλλον, το οποίον υποδέχεται το ακόλουθο ποίημα: «Βρέχει με απόλυτη ειλικρίνεια. / Άρα δεν είναι φήμη, ο ουρανός / υπάρχει / και δεν είναι το χώμα λοιπόν / η μόνη λύση / όπως ισχυρίζεται ο κάθε τεμπέλης νεκρός.» (απαγγέλλει η ίδια η Κική Δημουλά, από sample προφανώς). 

 15. Σταμάτης Κραουνάκης Stamdoc14 / H Λειτουργία των Πόλεων [Λυχνία, 2014] 

Πολυσυλλεκτικό άλμπουμ του Σταμάτη Κραουνάκη, με τραγούδια που αποδίδουν ο ίδιος και οι Αναστασία Έδεν, Γιώτα Νέγκα, Καίτη Ντάλη, Γιώργος Μαργαρίτης, Βίκυ Μοσχολιού (από παλαιότερη, εννοείται, ηχογράφηση) κ.ά. Ανάμεσα και «Το φιλί», που αποτελεί μέρος του ποιήματος της Κικής Δημουλά «Αθώο το αναπόδεικτο» από τη συλλογή της «Χαίρε Ποτέ» [Στιγμή, 1988]. Το ύφος του Σταμάτη Κραουνάκη είναι γνωστό και το τραγούδι είναι καλό. 

 16. Κική Δημουλά/ Γιώργος Καζαντζής Μικρή Σουίτα / Η Κική Δημουλά διαβάζει... ο Γιώργος Καζαντζής συνθέτει [Polytropon, 2014] 

Ο τίτλος του άλμπουμ (2CD) λέει σαφώς περί τίνος πρόκειται. Ή όπως σημειώνει ο συνθέτης: «Η ιδέα προέκυψε πριν περίπου πέντε χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα ωρίμαζε, μέσα από την προσωπική μου ενασχόληση, την ανίχνευση της μουσικής ατμόσφαιρας στην ποίηση της Κικής Δημουλά και στον τρόπο που η ίδια διάβαζε τα ποιήματά της. Έτσι, ανακάλυψα την κρυμμένη μουσικότητα και θέλησα να την αποδώσω με τον πιο λιτό τρόπο. Στόχος μου είναι να αναδείξω την σχέση μουσικής και ποίησης, να υπογραμμίσω την δυνατότητά τους να λειτουργήσουν ως ενιαίο σύνολο». (tovima.gr) Ενδιαφέρουσες ορχηστρικές προσεγγίσεις της ποίησης της Κικής Δημουλά (στο πρώτο CD), με την ίδια να απαγγέλλει τα ποιήματά της και με τις μουσικές του Γιώργου Καζαντζή να συνθέτουν τα περιβάλλοντα (νεορομαντισμός, κλασικά & cinematic ηχοχρώματα κ.λπ.). Ωραίο ως σύνολο!  
17. Vector Space Δώδεκα Ποιήματα [Private, 2014, μόνο digital] 

 Ηλεκτρονικός καλλιτέχνης, κάπως experimental, που σαμπλάρει «Το Ρεμάλι» (ποίημα της Κικής Δημουλά, που το απαγγέλλει η ίδια και που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Η Λέξη, τεύχος #194, το 2007). 

 18. Σαρανταπέντε Επί Ποδός [Private, 2016] 

 Χιπ-χοπ σχήμα από το Αγρίνιο. Στο «Κάτι πιο σημαντικό» ακούγεται sample συνέντευξης της Κικής Δημουλά. Ψάχνοντας στο YouTube ή στο δίκτυο γενικότερα βρίσκεις κι άλλες μελοποιήσεις ποιημάτων της Κικής Δημουλά, ή περιπτώσεις απαγγελιών με συνοδεία μουσικής, που δεν έχουν περάσει στη δισκογραφία. Για παράδειγμα, το τραγούδι «Ο πληθυντικός αριθμός» σε μουσική Νίκου Πλάτανου με τον Θάνο Ανεστόπουλο ή ακόμη το έργο «Το Τελευταίο Σώμα μου», λαϊκό ορατόριο για φωνή, ορχηστρικό σύνολο και αναγνώστρια, συντεθειμένο από τον Σάκη Παπαδημητρίου (όχι τον γνωστό τζάζμαν-αυτοσχεδιαστή), βασισμένο στην φερώνυμη ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά, με την ερμηνεία της Μαρίας Φαραντούρη (πολύ ενδιαφέρον). Σίγουρα υπάρχουν κι άλλες προσεγγίσεις από το παρελθόν, όπως θα υπάρξουν και πολύ περισσότερες στο μέλλον. Η ποίηση της Κικής Δημουλά είναι, πλέον, πολύ αγαπητή όχι μόνο στο αναγνωστικό κοινό, μα και στους συνθέτες μας, στους τραγουδοποιούς και στα συγκροτήματα. Εν τω μεταξύ πάντα θα υπάρχουν αντιρρήσεις και διαφορετικές απόψεις, όσον αφορά στην επικοινωνία της ποίησης με την μουσική (κάτι που συμβαίνει από παλιά), αλλά πάντα θα προκύπτουν και ενδιαφέρουσες εκτελέσεις, εκδόσεις κ.λπ., που θα αναβιβάζουν στο ύψος που αρμόζει και τις δύο Τέχνες. Και την μουσική και την ποίηση. 
Πηγή: www.lifo.gr


ΜΙΑ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ "ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ" ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ

Αναστηλώνεται Νοέμβρης των Δελφών.
Απόβροχο στις μετόπες της απορρόφησής του.
Σύννεφα που δεν θα φύγουν μοιράζονται θρόνους.
Ζωφόροι φύλλων κίτρινων κοσμούν
5 αντισεισμικά ανάκτορα ανέμων.

Πομπή σκαλοπατιών.
Προπορεύονται οι αρχές του τόπου∙ σαρκοφάγοι.
Ακολουθούν βασιλείς, προσκυνητές της προφητείας
αρχηγοί πολέμων με δώρα που στέλνει η φιλοδοξία
10 στους μάντεις της∙ αιώνες κοιλαράδες βραδυκίνητοι
με τις επαναλήψεις παλλακίδες τους.
Φρουρά της ροής σωματοφύλακες εκατέρωθεν∙
σαρκοφάγοι πάλι με τις περικνημίδες τους
-τσουκνίδες και ξερόχορτα.

15 Καθ΄ οδόν, στέψη σκέψης
που έκανα για σένα, επ΄ ανδραγαθία:
με την απουσία σου μεγάλωσες
εξάπλωσες των αφανών τις κτήσεις.

Ταξιθέτριες πέτρες στο θέατρο.
20 Στη σειρά των επισήμων κάθονται θυμάρια.
Τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι βράχοι τριγύρω
κρέμονται σκαρφαλωμένοι στον απόηχο.
Στον κορυφαίο ρόλο της η τραγωδός αυλαία.
Ενθουσιώδους παρακμής χειροκροτήματα∙
25 μπιζάρουν μέλισσες κι άλλα βομβώδη
μελιστάλακτα κεντριά, αιώρησης κάνιστρα
με φρεσκοκομμένες πεταλούδες
ραίνουν την πρωταγωνίστρια ερμηνεία μας.

Ψηλά, από το στάδιο, εξακοντίζονται ιαχές
30 κύκλοι δρομείς επευφημούνται
νικητής ανακηρύσσεται
ένας- ένας που κλείνει.

Επακολουθώ. Στέρνες βωμοί άδυτα θυσιών
υδραγωγεία κινήτρων, η αρχαιότερη Πυθία:
35 η σαρκοφάγος πάλι. Αλλά η ζωή
τον αποφεύγει το χρησμό της.

Στάση σκέψης που κάνω για όλες
τις σπασμένες αρτιότητες: «το κάτω μέρος
μαρμάρινης τρεχούσης γυναικός»,
40 βήμα αβοήθητο ποδιού προς χαμένο σώμα,
μόνο η κουλουριασμένη κίνηση
ανώνυμου νεκρού πολεμιστή
δίπλα σε απόστρατη ασπίδα
και «δούλης νεαράς το σπασμένο κάτοπτρο»
45 -τώρα πως θα καλλωπίζεται η υποδούλωση.
Σφιγξ καθρεφτίζει το αναπάντητο.

Καντίνες. Κάτι για το δρόμο. Σάντουιτς,
αναψυκτικά, εμφιαλωμένο λάλον ύδωρ.
Μάρμαρα πάλι, αφιερώματα σε πέτρες
50 χαραγμένες. Δύσκολα διαβάζω.
Το σκληρό έμαθα πως χαράζει
αλλά όχι πως χαράζεται.
Αργά συλλαβίζοντας αναστηλώνω
μόνο τη λέξη ΕΠΤΟΗΘΗ. Μόνο; Όχι και μόνο.
55 Ακουστό ανά τον κόσμο το Επτοήθη.
Μαντείο.
Γας ομφαλός.

(Χαίρε Ποτέ, 1988)


Μια από τις σημαντικές λειτουργίες στο ποίημα της Κ. Δημουλά "Γας ομφαλός" είναι η υποβολή. Των σκέψεων και των συναισθημάτων. Η λειτουργία, δηλαδή, κατά την οποία προκαλούνται σκέψεις και συναισθήματα στον αναγνώστη, σε συγκεκριμένη πάντα κατέυθυνση, χωρίς να ονομάζονται, να δηλώνονται άμεσα.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα από το συγκεκριμένο ποίημα.

ΤΟ ΚΑΠΟΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΤΩΡΑ

Εδώ, το σκηνικό του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών προσφέρεται για την υποβολή της αίσθησης της φθοράς, μια και ο χώρος είναι ένας λαμπρός χώρος του παρελθόντος που σήμερα υπάρχει σε ερειπιώδη κατάσταση. Επιλογή σκηνικού, λοιπόν, εξαιρετικά κατάλληλη, πρόσφορη, για να υπομνησθεί η απουσία, το κάποτε και το τώρα ως αντίθεση, το τέλος, η ερημιά, ακόμα και ο θάνατος. Στο πρόσφορο αυτό πλαίσιο θα "ακουμπήσουν" πολλές επί μέρους γλωσσικές επιλογές της ποιήτριας. Π.χ:
(στ.6): "πομπή σκαλοπατιών" [πομπή: τότε / σκαλοπάτια: τώρα ]
(στ. 19): "ταξιθέτριες πέτρες" [ταξιθέτριες:τότε / πέτρες: τώρα ]
(στ.20): "στη σειρά των επισήμων κάθονται θυμάρια"
(στ.21): "τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι βράχοι" [τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι:τότε / βράχοι:τώρα ]
(στ.22): "στέκονται σκαρφαλωμένοι στον απόηχο" [ στέκονται σκαρφαλωμένοι ( οι θεατρόφιλοι): τότε / στον απόηχο: τώρα ]
(στ.24): "ενθουσιώδους παρακμής χειροκροτήματα" ( =υπαλλαγή: ενθουσιώδη χειροκροτήματα παρακμής) [ενθουσιώδη χειροκροτήματα: τότε / παρακμή:τώρα ]
(στ.25): "μπιζάρουν μέλισσες και άλλα βομβώδη" [μπιζάρουν: τότε / μέλισσες και άλλα βομβώδη: τώρα - ταυτόχρονα σχόλιο για τη "βομβώδη" εποχή του παρόντος;]
(στ.38):"σπασμένες αρτιότητες" αρτιότητες: τότε / σπασμένες: τώρα ]
(στ.48): "αναψυκτικά, εμφιαλωμένο λάλον ύδωρ" [λάλον: κάποτε / εμφιαλωμένο: τώρα ]
Και άλλα παρόμοια.


Από τα παραπάνω παραδείγματα μπορεί να γίνει κατανοητό πώς χρησιμοποιεί η Δημουλά τις προσφιλείς της γλωσσικές ατασθαλίες, για να υποβάλει την αντίθεση. Απρόοπτες συναντήσεις λέξεων, απροσδόκητοι συνδυασμοί, χρήση επιθέτων σε θέση ουσιαστικών και το αντίθετο, κατάργηση βασικών συντακτικών κανόνων, προσωποποιήσεις, υπαλλαγές κλπ.
Αλλά και για τον τονισμό, τον υποβλητικό τονισμό των δύο αντιπαρατιθεμένων χώρων ( παρελθόν/ακμή - παρόν/παρακμή ) η ποιήτρια μετέρχεται ανάλογων μέσων. Το σκηνικό, ο χώρος, από την αρχή της παρουσίασής του ( στ. 1 -5 ) αποδίδεται με λέξεις, εκφράσεις, τρόπους που υποβάλλουν τη αντιθετική οντότητα των μερών: θρόνοι, μετόπες, ζωφόροι και ανάκτορα αντισεισμικά, απ' τη μια, Νοέμβρης, απόβροχο, σύννεφα που δεν θα φύγουν και κίτρινα φύλλα απ' την άλλη. Και παρακάτω (στ.6 -14 ): οι αρχές του τόπου, βασιλείς, αρχηγοί, φρουρά, σωματοφύλακες απ' τη μια, αλλά σαρκοφάγοι εις διπλούν, καθώς και τσουκνίδες και ξερόχορτα -που κλείνουν τη στροφή. Οι ιαχές και οι δρομείς, που επευφημούνται ψηλά στο στάδιο (στ.29-30), αλλά δρομείς "κύκλοι" που ένας-ένας κλείνει (στ.30 και32). Τα ίδια και αργότερα: Η "φτηνή" σημερινή πραγματικότητα, η παρακμή του μνημειώδους χώρου των Δελφών περνάει μέσα από τις καντίνες, τα σάντουιτς, τα αναψυκτικά (στ.46-47)
Πουθενά στο ποίημα δεν έχει γίνει σύγκριση, πουθενά δεν έχει δηλωθεί με ευκρίνεια ο θαυμασμός για το ένδοξο παρελθόν ενός χώρου ( και ενός ανθρώπου, κατ' επέκταση ), ούτε ο αποτροπιασμός ή, έστω, η θλίψη για την παρακμή, τη φθορά, τις απουσίες του παρόντος, αλλά η υποβολή σε όλο το ποίημα λειτουργεί, "μιλώντας" ποιητικότερα και επιτρέποντας, αν όχι ωθώντας, τον αναγνώστη να τα νιώσει όλα αυτά έντονα.

ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΤΟ "ΕΣΥ" ΩΣ ΑΠΟΥΣΙΑ

Το ποιητικό υποκείμενο και η συναισθηματική του κατάσταση επίσης σκιαγραφούνται δια της υποβολής.
Το ποιητικό υποκείμενο της σύνθεσης εμφανίζεται άμεσα μόλις στους στίχους 15-16 ( "καθ' οδόν στέψη σκέψης που έκανα για σένα, επ' ανδραγαθία" ), μάς θυμίζει την παρουσία του στο στίχο 33 με το ρήμα "επακολουθώ" και στο στίχο 37 ( "στάση σκέψης που κάνω για όλες τις σπασμένες αρτιότητες" ) και "κλείνει" τη σύνθεση
( στ.50-57 ) βεβαιώνοντάς μας πως ζητούμενο του ποιήματος είναι περισσότερο ο ενδοσκοπούμενος εσωτερικός χώρος. ένας χώρος που ορίζεται και καθορίζεται από την απουσία του αγαπημένου προσώπου (στ.17-18): "με την απουσία σου μεγάλωσες εξάπλωσες των αφανών τις κτήσεις" )
Ήδη είχαμε τον ευφυή τίτλο "Γας ομφαλός", διατύπωση η οποία και σφραγίζει το ποίημα (στ.57), όπως δείχνει να σφραγίζει ισόβια και το ποιητικό υποκείμενο. Ο ομφαλός της γης, οι Δελφοί, ναι, αλλά και το ΕΣΥ που απουσιάζει και που αποτελεί "στέψη σκέψης", δηλαδή, καθ' υποβολήν, την κυρίαρχη, τη δεσπόζουσα σκέψη, αυτή που καλύπτει κάθε άλλη. Πόση διαφορά με το "στάση σκέψης" που γίνεται για να παρατηρηθούν οι "σπασμένες αρτιότητες" που συναντάει στο χώρο (στ.38)!
Το ποιητικό υποκείμενο, λοιπόν, συντριμμένο, αδύναμο, χαραγμένο ανεξίτηλα από το σκληρό του προϊόντος χρόνου, πτοημένο - κάτι που σχεδόν δηλώνεται στην κατάληξη του ποιήματος ( " Το σκληρό έμαθα πώς χαράζει αλλά όχι πώς χαράζεται. Αργά συλλαβίζοντας αναστηλώνω μόνο τη λέξη ΕΠΤΟΗΘΗ."-στ. 51-54.) Και για την κατάληξη του ποιήματος έχουμε προετοιμαστεί κατάλληλα και από τις υποβολές των τελευταίων περιγραφών του χώρου και των αντικειμένων του: " βήμα αβοήθητο παιδιού προς χαμένο σώμα" (στ.40), "κουλουριασμένη κίνηση ανώνυμου νεκρού πολεμιστή" (στ.41-42), "απόστρατη ασπίδα" (στ.43), "σπασμένο κάτοπτρο" (στ.44) και "Σφιγξ" που "καθρεφτίζει το αναπάντητο" (στ.45-46)
Ένα ολόκληρο ποίημα στο οποίο η απουσία εμφαίνεται δια της απουσίας, στο οποίο υμνείται ένα ΕΣΥ, ο Γας ομφαλός, μέσα από μια συνεχή άσκηση υποβολής. Έτσι απλά, όπως η απουσία μπορεί να υποβάλλει πάντα τη ματιά και τη διάθεσή μας.