Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

Κοσμάς Ι. Χαρπαντίδης Χαλασμένες Γειτονιές

         πηγή :https://taenoikwkaiendimw.blogspot.com/2015/10/blog-post_12.html

Ο παράδεισος της παιδικής ηλικίας, Κ. Χαρπαντίδης, Χαλασμένες γειτονιές



Η πόλη που σκιαγραφείται στα τρία αποσπάσματα από το βιβλίο του Κ. Χαρπαντίδη Μανία 
πόλεως (1993) είναι η Καβάλα, όπως τη διασώζουν από τη μια μεριά οι αναμνήσεις της παιδι
κής ηλικίας του αφηγητή και από την άλλη μεριά η ιστορική μνήμη, στοιχεία της οποίας αξιο
ποιεί ο συγγραφέας.  

Η Καβάλα, η αλλοτινή καπνούπολη  έγινε πόλη αποστειρωμένη, πόλη δημοσίων υπαλ
λήλων, πόλη χωρίς πρόσωπο, αντίγραφο τόσων άλλων, που μέσα τους χάνεσαι άνε
τα. Χωρίς ρίζες, χωρίς προορισμούς.Σαρώθηκαν οι πάντες και τα πάντα απ’ την ανάπτυ
ξηΤη θάλασσα μόνο δεν τόλμησαν να αλλάξουν οι νέοι έποικοι της αστυφιλίας. Αυτήν την
 θεώρησαν υπεράνω πάσης εκδίκησης και υποψίας.




Μια πόλη χωρίς πρόσωπο...

Χαλασμένες γειτονιές. Το βουνό γύρω μια καμένη προσωπίδα, χωρίς ένδυμα και κόσμη
μα, κάνει το φως πιο κοφτερό και φωτίζει ανελέητα τις πολυκατοικίες που πληγώνουν τον
 ουρανό με την ευτέλειά τους, γιατί χτίστηκαν είτε βιαστικά είτε φθηνά και προπάντων για να
 προλάβει η πόλη την ανάπτυξη, αφού τη δεκαετία του πενήντα, εποχή που οι άλλες πόλεις 
γνώριζαν τις λέξεις «αντιπαροχή», «γκαρσονιέρα και μπανιέρα», «θερμοσίφωνο και κοινόχρη
στα» αυτή άρχισε να παρακμάζει με την εξαφάνιση του καπνεμπορίου που τη στήριζε. Μέσα
 σε μια δεκαετία, αυτήν του εβδομήντα, ρήμαξε και κατεδάφισε οτιδήποτε παλιό και σοφό έχτι
σε σιγά σιγά ο χρόνος και οι άνθρωποι για να φορέσει αυτό το κοινό κι αδιάφορο πρόσωπο 
που δεν έχεις όρεξη ούτε να το κοιτάξεις, γιατί ξέρεις πως δεν κρύβει εκπλήξεις.
         
Όλα τώρα διαμορφωμένα στην τελική τους μορφή, χωρίς την άλμη του καπνού να γλείφει
 δρόμους και προσόψεις και με την εντύπωση πως σύντομα θα μας εκδικηθεί το παρελ
θόν.

Τουλάχιστον να βρεθεί ένας χώρος με λίγη δροσιά να κατοικήσουν εκείνοι οι άνθρω
ποι με το βουισμένο κεφάλι και τις πληγές στο πρόσωπο που άνοιξαν η νύχτα και ο 
έρωτας.


"Sometimes I feel like I don't have a partner, Sometimes I feel like my only friend is the city I live in, the city of angels, Lonely as I am together we cry"  - Red Hot Chili Peppers "Under the Bridge"
Τις νύχτες, πάνω στα ακανόνιστα πλακάκια του δρόμου, ακούγονται βήματα βαριά
και μια αντρική φωνή ψιθυρίζει «δεν έχει πάρκο για σένα, δεν έχει οδό».



Ο απωλεσθείς παράδεισος της παιδικής ηλικίας

Παιδί κυνηγούσα το παχνίδι και αυτό ολοένα γλιστρούσε.

 Ζούσα με εικόνες κι αναμνήσεις παιχνιδιού, σχεδόν εξορισμένες εξαιτίας της τοποθεσίας της 
πόλης, της πυκνής δόμησης και των στενών δρόμων. Πουθενά μια αλάνα, ένας κήπος, ένα 
στάδιο.

Μόνο στο Φρούριο, όπου πηγαίναμε εκδρομές με το σχολείο και τρέχαμε ανάμεσα σε θρυμμα
τισμένα κανόνια κι ερειπωμένα δεσμωτήρια, σκουριασμένες κρεμάλες κι ανήλιαγες κρυψώνες,
 προσπαθούσαμε να ξεδιπλώσουμε το μικρό πανωφόρι του παιχνιδιού. Γρήγορα ξεφεύ
γαμε από την επιτήρηση των δασκάλων, σκαρφαλώναμε στις τάπιες κι από κει παίζαμε με την
 πόλη, που χανόταν σε μια γλυκιά ομίχλη από φρέσκο ψωμί, λαδομπογιά και καρνάγιο,
 ιώδιο και κάρβουνο.
         
Το βράδυ πάλι γινόμασταν συμμορίες και τρέχαμε μ' ένα εεεεεε πίσω από σκυλιά που κου
τσαίναν κι έναν τρελό που φορούσε φουρκέτες στο κεφάλι, ενώ οι μεγαλύτεροι μας τρόμα
ζαν με ιστορίες μακάβριες κάτω από τις σκοτεινιασμένες καμάρες. 



        

Φυλακισμένα παιδιά  που αγριεύουν στο παιχνίδι..

Στρέφοντας το βλέμμα στα διαζώματα των πολυκατοικιών, που στριμώχνονται και πνίγουν το 
καμπαναριό του Αϊ-Γιάννη, δεν απορώ που μας παρέδωσαν μια πόλη έρημη από πράσινο και 
πάρκα. Παντού αξιοποίηση.

Μια γωνιά άφησαν αδειανή για όλες τις ανάγκες κι εκεί στριμώχτηκαν το βόλεϊ, το μπάσκετ, το 
τένις κι οι κούνιες, λιγοστά παγκάκια, ίχνη καχεκτικής χλόης κι ένα παράθυρο στο ανοιχτό Αι
γαίο. Τα πρωινά στο μοναδικό πάρκο συνωστίζονται τα φυλακισμένα παιδιά των γύρω 
πολυκατοικιών και αγριεύουν στο παιχνίδι (θυμάσαι, εμείς, κάποτε, ηρεμούσαμε παίζο
ντας), το μεσημέρι ο ήλιος και η αρμύρα το ξεραίνουν, για να παραδοθεί αργά το βράδυ στην
 ημιθανή ερημιά της επαρχίας.


The joy of swinging (1950's).  Loved doing that.

Κ. Ι. Χαρπαντίδης, 






























Μανία πό
λεως, Επικαιρότητα


Η αφήγηση ακολουθεί κυκλική τροχιά

Το σημερινό πληγωμένο πρόσωπο της πόλης εξαιτίας της καταστροφικής αξιοποίησης. 
Η παλιά πόλη και η αθεράπευτη νοσταλγία του οριστικά χαμένου.
Τα σημερινά παιδιά φυλακισμένα στην ασφυκτική - πνιγηρή τσιμεντούπολη.

Το σημερινό πρόσωπο της πόλης: τραυματισμένο, γυμνό, σκληρό, εφιαλτικό, κοινό, αδιά
φορο, ευτελές. Πυκνή δόμηση, πολυκατοικίες κακόγουστες – αποξενωτικές, στενοί ανήλιαγοι 
δρόμοι, έλλειψη πρασίνου – χώρων αναψυχής, πολιτιστική αλλοτρίωση, έλλειψη ταυτότητας
 – μνήμης – σεβασμού στο ιστορικο – κοινωνικό παρελθόν, ισοπεδωτική ομοιομορφία.

Τα συναισθήματα του συγγραφέα: οδύνη, θλίψη, απογοήτευση, οργή, ρομαντική νοσταλ
γία. 

Η στάση του συγγραφέα: καταδίκη σημερινού πολιτισμού, απόρριψη της προόδου με την έν
νοια της υποταγής του ανθρώπου στην τεχνολογία-καταναλωτισμό, απόρριψη ενός δήθεν μο
ντερνισμού που απαξιώνει το παρελθόν, την παράδοση, τις τοπικές ιδιαιτερότητες, ειρωνεία 
στον τρόπο που χρησιμοποιεί τις έννοιες «ανάπτυξη και «αξιοποίηση» ( = υποβάθμιση,
 κακοποίηση).

Αίτια υποβάθμισης:
Η ευκαιριακή –χωρίς σχεδιασμό, προοπτική, ευαισθησία και σεβασμό στο ιστορικο-κοινωνικό
 στίγμα της πόλης ανοικοδόμηση στη δεκαετία του 1970. Η λογική του γρήγορου και εύκολου
 κέρδους, της «αξιοποίησης» κάθε τετραγωνικού μέτρου που οδήγησε σε οικοδομική αναρχία.

Η εκδίκηση του παρελθόντος / συνέπειες :
Οικολογική καταστροφή, ανθυγιεινή διαβίωση, απομάκρυνση από το φυσικό περιβάλλον, μο
ναξιά, αποξένωση, απουσία προσωπικών σχέσεων, επιθετικότητα, αίσθημα εγκλωβισμού, μό
νωση.

Ο αφηγητής:
Τριτοπρόσωπος παντογνώστης στην 1η και 3η ενοτ.(πληροφοριακός χαρακτήρας: αλλοιώ
σεις αστικού τοπίου, αίτια, απουσία πρασίνου)

Πρωτοπρόσωπος στη 2η ενοτ: α΄ενικό(αναδρομή στα παιδικά χρόνια, νοσταλγικές μνήμες 
που πληγώνουν). α΄πληθ (εκπρόσωπος – εκφραστής της γενιάς του)
Β΄πρόσωπο(«θυμάσαι, εμείς κάποτε...»). Ψευδαίσθηση διαλόγου, αμεσότητα, δραματικότη
τα.

Η γλώσσα – το ύφος:
Γλώσσα ποιητική, εκφραστική, πλαστική, μεταφορική . Ύφος συγκρατημένα λυρικό: Π.χ «μια 
καμένη προσωπίδα, χωρίς ένδυμα και κόσμημα, ....πολυκατοικίες που πληγώνουν τον ουρα
νό με την ευτέλειά τους, γλυκιά ομίχλη από φρέσκο ψωμί, λαδομπογιά και καρνάγιο, ιώδιο και
 κάρβουνο, ίχνη καχεκτικής χλόης κι ένα παράθυρο ανοιχτό στο Αιγαίο. 
Σε ορισμένα σημεία το ύφος γίνεται ειρωνικό, αιχμηρό, σκληρό:  Π.χ «ρήμαξε, κατεδάφισε, θα
 μας εκδικηθεί το παρελθόν, φυλακισμένα παιδιά, αγριεύουν, ανάπτυξη, αξιοποίηση.

Αποτέλεσμα:
Αναδεικνύεται έτσι εντονότερα το συγκινησιακό στοιχείο, η συναισθηματική φόρτιση και η πλη
γωμένη διάθεση του αφηγητή για την κακοποίηση του παραδοσιακού, ανθρώπινου χαρακτή
ρα της πόλης του. Αν χρησιμοποιούσε γλώσσα πεζή, καθημερινή και αδιακόσμητη, το αφήγη
μα θα έμοιαζε περισσότερο δοκιμιακό, τεχνοκρατικό και «αποξηραμένο».


 Pierre Jamet , Le grand saut

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ


1.  Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί στην αφήγησή του και τα τρία πρόσωπα. Να βρείτε αντιπρο
σωπευτικά παραδείγματα σε κάθε ενότητα και να εξηγήσετε τι πετυχαίνει κάθε φορά με τη 
συγκεκριμένη επιλογή.

2. Η γλώσσα του κειμένου είναι ποιητική και το ύφος λυρικό, καθώς εκφράζει τα συναισθήμα
τα και τις σκέψεις του συγγραφέα για τις αλλοιώσεις που έχει υποστεί η πόλη του. Να βρείτε 
χαρακτηριστικά παραδείγματα της ποιητικής γλώσσας και τα συναισθήματα που υποδηλώνο
νται κάθε φορά.

3. Ποια η σημασία για ένα παιδί του παιχνιδιού σε φυσικές συνθήκες/χώρους; Τι συνέπειες 
μπορεί να έχει η απουσία του παιχνιδιού στην ανάπτυξη και τη ζωή ενός παιδιού; Αναπτύξτε 
τις απόψεις σας σε 1-2 παραγράφους. Αξιοποιήστε και τις ακόλουθες έννοιες-φράσεις: ζωτι
κή ανάγκη αυτοέκφρασης, απελευθέρωση φαντασίας, κοινωνικοποίηση, συναισθηματι
κή/πνευματική ωρίμανση/ισορροπία, απομόνωση, εσωστρέφεια, αποχαύνωση, πνευ
ματική νωθρότητα.

4. Να διατυπώσετε με λίγα λόγια τις ιδέες/σκέψεις που διατυπώνει άλλοτε άμεσα και άλλοτε
 έμμεσα και υπαινικτικά ο συγγραφέας-αφηγητής στα παρακάτω σημεία:
  • για να προλάβει η πόλη την ανάπτυξη
  • οτιδήποτε παλιό και σοφό έχτισε σιγά σιγά ο χρόνος και οι άνθρωποι
  • το κοινό και αδιάφορο πρόσωπο που δεν έχεις όρεξη ούτε να το κοιτάξεις, γιατί ξέρεις
  •  πως δεν κρύβει εκπλήξεις.
  • σύντομα θα μας εκδικηθεί το παρελθόν
  • Μας παρέδωσαν μια πόλη έρημη από πράσινο και πάρκα. Παντού αξιοποίηση.

5. Ποια προβλήματα της πόλης αναφέρει ο συγγραφέας στα παρακάτω σημεία;       (Επιγραμ
ματική αναφορά.)

  • Το βουνό γύρω μια καμένη προσωπίδα 
  • κάνει το φως πιο κοφτερό
  • να βρεθεί ένας χώρος με λίγη δροσιά
  • πολυκατοικίες που πληγώνουν τον ουρανό με την ευτέλειά τους
  • διαζώματα των πολυκατοικιών, που στριμώχνονται και πνίγουν το καμπαναριό του Αϊ-
  • Γιάννη
  • πόλη έρημη από πράσινο και πάρκα / μια γωνιά αδειανή για όλες τις ανάγκες / στο μο
  • ναδικό πάρκο 

 Pierre Jamet

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Να βρείτε τους  κοινούς θεματικούς άξονες ανάμεσα στο αφήγημα του Κ. Χαρπαντίδη και 
στα παρακάτω αποσπάσματα: 
Ι

σαν φυλακισμένο αγριμάκι...... 

Όταν ήρθαμε σ' αυτό το σπίτι, το πρώτο πράμα που πήρε το μάτι μου, σαν βγήκα στο μπαλκό
νι, ήταν το αντικρινό μπαλκονάκι, που το είχαν περιτριγυρισμένο με σύρμα ως απάνω και 
έμοιαζε με κοτέτσι ή κλουβί άγριου ζώου. Μέσα σ' αυτό το κλουβί τριγύριζε σαν φυλακισμέ
νο αγριμάκι ένα παιδί κάπου τριών χρονών. Σε μια γωνιά του μπαλκονιού ήταν στοιβαγμέ
να καταγής παιχνίδια. Παναγιά μου και Χριστέ μου! Τι παιχνίδια και κακό είναι αυτό; Μεγάλα 
αυτοκίνητα από πλαστικό, κούκλες πελώριες, ελέφαντες, άλογα, όλα νεκρά και άψυχα. Το παι
δί όμως δε γυρίζει να τα δει. Με τα δυο του χέρια κρατά το κάγκελο και χώνει το μουτράκι
 του ανάμεσα, προσπαθώντας να δει τις γάτες που τριγυρίζουν κάτω στην πρασιά. 'Η 
προσπαθεί να καντζαρώσει το κάγκελο, να γαντζωθεί από το σύρμα, να σκαρφαλώσει
 πιο ψηλά. Σίγουρα, αν βγάλουν το σύρμα απ' αυτό το μπαλκόνι, το παιδάκι θα σκαρ
φα
λώσει στο κάγκελο και θα βρεθεί κάτω, γιατί του 
έχουν αφαιρέσει την αίσθηση του κινδύνου. [.......]

Εκείνο το παιδάκι στο αντικρινό μπαλκόνι μου ματώνει την καρδιά. 
Δεν μπορώ να το βλέ
πω σαν ζωάκι πίσω από τα σύρματα. Όταν ήμουνα εγώ στην ηλικία του, ζούσαμε στην Πόλη 
σ' ένα τριώροφο σπίτι που είχε δυο σκάλες ολόρθες σαν καραβόσκαλες. Πολλές φορές τις
 ανεβοκατέβαινα μπουσουλώντας, και όμως δεν γκρεμοτσακίστηκα. Ούτε με κλείσανε 
ποτέ πίσω από τα σύρματα για να με προστατέψουνε. 

Κυκλοφορούσα ελεύθερη στο σπίτι, κι όταν στενοχωριόμουνα, με κάθιζε η γιαγιά μου 

στο πάτωμα και άδειαζε μπροστά μου τη σακούλα με τα κουμπιά. Τα κουμπιά που μαζεύ
ουνταν χρόνον-καιρό από παλιά ρούχα που ήτανε για πέταμα. Μ' εκείνα τα κουμπιά θα είχαν
 παίξει όλα τα παιδιά της οικογένειας. Ίσως και η ίδια η γιαγιά μου. Τι ωραία κουμπιά ήταν εκεί
να! Κουμπιά από κόκαλο, κουμπιά από κέρατο ζώου, κουμπιά από σιντέφι και από φίλντισι. 
Το σιντέφι, μου είχε πει η γιαγιά μου, ήταν από όστρακα. Τα κουμπιά από φίλντισι ήταν από 
δόντι ελέφαντα —τούρκικα τον ελέφαντα τον λένε φιλ και το δόντι ντις. Ώρες ολόκληρες περ
νούσα παίζοντας, με τέτοια γλύκα που τρέχανε τα σάλια μου.

Άλλες φορές πάλι, με κάθιζε στη σκάφη, έδινε στα χέρια μου για κουπί το μεγάλο ξύλο
 
που είχε για να κάνει γυριστό γλυκό, και με έστελνε να πάω να ψαρέψω.



Συχνά μου έδινε καμμένα σπίρτα που μάζευε, με κάθιζε στο τραπέζι να κάνω διάφορα 
σχέδια πάνω στο τραπεζομάντιλο, ή να κάνω σιδερόδρομο από άδεια σπιρτοκούτια. 
Μου έδινε και τραπουλόχαρτα να κάνω πύργους.

Αν πεις από κούκλες; Άλλο τίποτα.
 Μου έφκιανε κούκλες πάνινες, μεγάλες μεγάλες, χορ
ταστικές και μαλακούτσικες, που να τις παίρνεις στην αγκαλιά σου να τις ζεστάνεις, α
κόμα και να κοιμηθείς μαζί. Τις έτοιμες κούκλες που μου φέρνανε τις έσπαζα να δω τι έχου
νε μέσα, και η μητέρα μου, για να τις γλιτώσει, τις κάθιζε στον καναπέ του σαλονιού και κλεί
δωνε την πόρτα. Μμμμμ, σκοτούρα μου. Ανάγκη είχα εγώ εκείνες τις κρύες και νεκρές
 κούκλες, που τα μαλλιά τους βρωμούσανε ψαρόκολλα! 

Μπορεί τα παιδιά της εποχής μου να τους έλειπαν πολλά πράματα, αλλά είχανε χώρο να
 κινη
θούν μέσα στο σπίτι. Και το πιο φτωχικό σπιτάκι εκείνης της εποχής είχε περισσότερο εσωτερι
κό χώρο από το δυάρι της σημερινής πολυκατοικίας. Έπειτα είχανε το δρόμο. Στην Πόλη, 
συμμορίες παιδιών, το πιο πολύ αγόρια, ξεπερνούσαν πολλές φορές τα σύνορα του μα
χαλά τους και χάνουνταν με τις ώρες. Πολλές φορές, στα σύνορα δύο προαστίων μπερδεύ
ουνταν οι εθνικότητες, και άκουες τα παιδιά να μιλούν μιαν απίθανη εσπεράντο από ρωμαίικα, 
τούρκικα, εβραίικα, αρμένικα. Το 1960, όταν είχαμε πάει με τη Νέλλη στην Πόλη, ανταμώσαμε 
έναν Τούρκο καπετάνιο μέσα στο βαποράκι που πήγαινε στην Πρίγκιπο και απορήσαμε με τα
 ωραία ελληνικά του. Τον ρωτήσαμε πού τα έμαθε. '. Εκείνος γέλασε.



— Τα έμαθα παίζοντας με ρωμιόπαιδα στο δρόμο, μας είπε. Το σπίτι μας συνόρευε με ρωμαίι
κο μαχαλά, και η πρώτη μου αγάπη ήταν ρωμιοπούλα. Εκείνη δεν με καταδέχτηκε, όμως εγώ
 ως τώρα την αγαπώ.



Οπωσδήποτε τα παιδιά εκείνης της εποχής στην Πόλη ήτανε πιο ευτυχισμένα από τα 
σημερινά



Μαρία Ιορδανίδου, Η αυλή μας,
Βιβλιοπωλείον της Εστίας 
                                



 Χαλασμένες Γειτονιές
Κοσμάς Ι. Χαρπαντίδης

Θέμα: Αποπνιχτικό περιβάλλον των πόλεων  με την πυκνή δόμηση των πολυκατοικιών, την έλλειψη πρασίνου και χώρων κατάλληλων για παιχνίδι.

Ενότητες:
Πρώτο απόσπασμα (Χαλασμένες…και ο έρωτας): Η αρνητική όψη της πόλης με τις πολυκατοικίες
Δεύτερο απόσπασμα(Παιδί κυνηγούσα…καμάρες): Οι τόποι παιχνιδιού της παιδικής ηλικίας του αφηγητή.
Τρίτο απόσπασμα (Στρέφοντας…της επαρχίας): Η έλλειψη χώρων για παιχνίδι και αναψυχή.

Χαλασμένες γειτονιές: Γειτονιές με πολυκατοικίες που έχουν «χαλάσει» την παλιά όψη που είχαν οι γειτονιές της πόλης. Η πόλη με τις χαλασμένες γειτονιές είναι η Καβάλα.

Προβλήματα από την ανάπτυξη της πόλης και την αξιοποίηση των χώρων της.
·        Αλλοίωση πατροπαράδοτης ομορφιάς σπιτιών
·        Ακαλαίσθητο πρόσωπο πόλης
·        Ευτέλεια πολυκατοικιών
·        Κατεδαφίσεις, αντιπαροχές
·        Παρακμή οικονομίας με εξαφάνιση καπνεμπορίου
·        Έλλειψη πρασίνου και πάρκων
·        Έλλειψη χώρων αναψυχής και άθλησης
·        Έλλειψη χώρων για το παιχνίδι των παιδιών
Κυριότερο πρόβλημα
Έλλειψη χώρων για το παιχνίδι των παιδιών. Ο συγγραφέας ξέρει πόσο σημαντικό είναι τα παιδιά να παίζουν ομαδικά παιχνίδια σε ελεύθερους και ασφαλείς χώρους, γι’ αυτό και το θεωρεί το σημαντικότερο πρόβλημα.

Σχήματα λόγου
Μεταφορές: 1ο απόσπασμα:  1. Το βουνό γύρω μια καμένη προσωπίδα, χωρίς ένδυμα και κόσμημα 2. κάνει το φως πιο κοφτερό 3. …τις πολυκατοικίες που πληγώνουν τον ουρανό 4. οτιδήποτε παλιό και σοφό έχτισε σιγά σιγά ο χρόνος και οι άνθρωποι 5. για να φορέσει (ενν. η πόλη) αυτό το κοινό κι αδιάφορο πρόσωπο 6. χωρίς την άλμη του καπνού να γλείφει δρόμους και προσόψεις 7. οι άνθρωποι με το βουισμένο κεφάλι και τις πληγές στο πρόσωπο που άνοιξαν η νύχτα και ο έρωτας.
2ο απόσπασμα: 1. κυνηγούσα το παιχνίδι και αυτό ολοένα γλιστρούσε 2. αναμνήσεις παιχνιδιού, σχεδόν εξορισμένες 3. προσπαθούσαμε να ξεδιπλώσουμε το μικρό πανωφόρι του παιχνιδιού 4. γλυκιά ομίχλη από φρέσκο ψωμί…
3ο απόσπασμα: 1. πνίγουν το καμπαναριό 2. παράθυρο στο ανοιχτό Αιγαίο 3. τα φυλακισμένα παιδιά 4. …στην ημιθανή ερημιά της επαρχίας
Ειρωνεία: 1. για να προλάβει η πόλη την ανάπτυξη 2. οι άλλες πόλεις γνώριζαν τις λέξεις «αντιπαροχή», «γκαρσονιέρα και μπανιέρα», «θερμοσίφωνο και κοινόχρηστα» 3. Παντού αξιοποίηση
Προσωποποίηση: 1. οτιδήποτε παλιό και σοφό έχτισε σιγά σιγά ο χρόνος 2. σύντομα θα μας εκδικηθεί το παρελθόν.
Εικόνες: παίζαμε με την πόλη…ιώδιο και κάρβουνο.
Γλώσσα: λογοτεχνική με έντονο το στοιχείο των πολλών επιθέτων και διανθισμένη με αρκετά σχήματα λόγου.

Αφηγηματικές τεχνικές
Στο δεύτερο και τρίτο απόσπασμα ο αφηγητής είναι πρόσωπο της αφήγησης , βλέπει από εσωτερική οπτική γωνία και αφηγείται σε α’ πρόσωπο. Πολύ συχνή είναι και η χρήση της περιγραφής. Στο πρώτο απόσπασμα ο αφηγητής είναι αμέτοχος στα γεγονότα και αφηγείται σε γ’ πρόσωπο.

Ο χώρος της αφήγησης είναι η Καβάλα. Ο χρόνος είναι παρελθοντικός και συμπίπτει με την ώριμη ηλικία του αφηγητή. Στο δεύτερο απόσπασμα ο αφηγητής μεταφέρεται στο παρελθόν.