ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ*
ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Για τις αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους μελετητές της. Πολλοί θεωρούν τη βυζαντινή και τη νεοελληνική λογοτεχνία ως αδιάσπαστο σύνολο. Αλλοι θεωρούν ως τέρμα της βυζαντινής λογοτεχνίας και αφετηρία της νεοελληνικής το 1453. Η διαίρεση όμως αυτή, όσο κι αν συμφωνεί με τη διαίρεση της ιστορίας, είναι αυθαίρετη, γιατί πολύ πριν από το 1453, κατά το 10ο αιώνα, όπως θα δούμε, αρχίζει να διαμορφώνεται η νεοελληνική γλώσσα κι ο νεοελληνικός πολιτισμός, που σιγά σιγά διαφοροποιούνται από τη βυζαντινή γλώσσα και το βυζαντινό πολιτισμό. Βέβαια, τα χαρακτηριστικά εκείνα στοιχεία, που φανερώνουν τη μετάβαση από τη μια εποχή στην άλλη, δεν είναι πάντοτε εύκολο να εντοπιστούν, γιατί η διαμόρφωσή τους γίνεται συνήθως με αργό ρυθμό και η επισήμανσή τους είναι δύσκολη. Τα βασικά αυτά χαρακτηριστικά, που μαρτυρούν τη μετάβαση από τη μια εποχή στην άλλη, μπορούμε να τα εντοπίσουμε στη γλώσσα, τους εκφραστικούς τρόπους, τη στιχουργική, τη θεματική ανανέωση και τη βαθμιαία διαμόρφωση της νεοελληνικής συνείδησης.
1. Η γλώσσα. Από την άποψη της γλώσσας, η βυζαντινή λογοτεχνία παρουσιάζεται διχασμένη: από τη μια μεριά υπάρχει η γραπτή γλώσσα των λογίων , που χρησιμοποιούν την αττική διάλεκτο· από την άλλη όμως υπάρχει και η ζωντανή, ομιλούμενη γλώσσα. Και στις δυο περιπτώσεις, κέντρο του γλωσσικού εξαρχαϊσμού και της διαμόρφωσης μιας ενιαίας προφορικής κοινής είναι η Κωνσταντινούπολη. Κείμενα γραμμένα σε αρχαΐζουσα γλώσσα σώθηκαν ελάχιστα από τον 6ο ως τον 11ο αι. (Χρονογραφία Μαλάλα, βίοι αγίων κτλ.). Από τον 11ο αι. όμως πληθαίνουν τα λογοτεχνικά κείμενα που γράφονται σε δημωδέστερη γλώσσα. Βέβαια, η ελληνική είναι γλώσσα συντηρητική στην εξέλιξή της και γι' αυτό καθαρή τομή, που να χωρίζει τη μεσαιωνική από την αρχαία και τη νεοελληνική από τη μεσαιωνική γλώσσα, δεν υπάρχει. Οι μεταβολές είναι πάντοτε βραδείες και ανεπαίσθητες. Κατά την περίοδο όμως αυτή (10ος αι.) η ομιλούμενη γλώσσα παρουσιάζει σημαντικές φθογγολογικές, τυπικές και συντακτικές αλλαγές. Κατά το Γ. Χατζηδάκι η νεοελληνική γλώσσα διαμορφώθηκε πριν από το 10ο αιώνα.
2. Οι εκφραστικοί τρόποι. Οι εκφραστικοί τρόποι που συναντούμε στα πρώτα κείμενα της δημώδους νεοελληνικής λογοτεχνίας (παραλογές, ακριτικά τραγούδια κ.ά.) και της έντεχνης (ερωτοπαίγνια, που γράφτηκαν στα μέσα του 15ου αι.) είναι οι ίδιοι με τους εκφραστικούς τρόπους που βρίσκουμε στο κλέφτικο τραγούδι του 18ου αι. Η αδιάπτωτη χρήση και διατήρησή τους δείχνει ότι αποτελούν στοιχείο καθαρά νεοελληνικό.
3. Η στιχουργική. Όπως είναι γνωστό, κατά την περίοδο που διαμορφώνεται η ελληνιστική κοινή χάθηκε η προσωδία, η εκφώνηση δηλαδή των λέξεων σύμφωνα με την ποσότητα των συλλαβών, που ήταν μακρές ή βραχείες. Η απώλεια αυτή είχε συνέπειες και στη μετρική. Η αρχαία μετρική είχε ως βάση της ρυθμοποιίας της την προσωδία: ο ρυθμός δημιουργείται από την κανονική εναλλαγή μακρόχρονων και βραχύχρονων συλλαβών. Το αντίθετο συμβαίνει στη βυζαντινή και τη νεοελληνική μετρική: ο ρυθμός δημιουργείται από την κανονική εναλλαγή τονισμένων και άτονων συλλαβών. Βέβαια, κατά τη βυζαντινή περίοδο πολλοί ποιητές εξακολούθησαν να χρησιμοποιούν προσωδιακά μέτρα. Η νεοελληνική όμως μετρική απομακρύνεται από τα παλιά μέτρα και χρησιμοποιεί κυρίως το δεκαπεντασύλλαβο ή πολιτικό στίχο.
Ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος στίχος είναι πολύ συνηθισμένος στη νεοελληνική ποίηση, λόγια και δημοτική (Έπος Διγενή Ακρίτα, ποίηση πριν και μετά την Άλωση, κρητική ποίηση, δημοτικά τραγούδια κτλ.). Ονομάστηκε και πολιτικός κατά τους βυζαντινούς χρόνους, σε αντίθεση με τα προσωδιακά μέτρα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και οι βυζαντινοί λόγιοι ποιητές. Όταν στα μέσα του 14ου αι. εισάγεται στη νεοελληνική ποίηση η ομοιοκαταληξία, συνδυάζεται σε δίστιχα που ομοιοκαταληκτούν (κρητική ποίηση).
Σημείωση: Η ομοιοκαταληξία, που χρησιμοποιήθηκε στην έντεχνη νεοελληνική ποίηση, φαίνεται ότι προήλθε από ιταλική επίδραση. Ιταλική λ.χ. επίδραση παρατηρούμε στη συλλογή λυρικών ποιημάτων της Κύπρου (βλ. Κυπριακά). Στα δημοτικά τραγούδια δε χρησιμοποιείται η ομοιοκαταληξία· τη συναντάμε μόνο στα λιανοτράγουδα (δίστιχα που ομοιοκαταληκτούν).
4. Η θεματική ανανέωση. Σημαντική θέση στη βυζαντινή κοσμική ποίηση είχαν τα διδακτικά ποιήματα (γράφονταν για πρακτικούς σκοπούς και αναφέρονταν σε ποικίλα θέματα) και τα ηθικοδιδακτικά, ενώ στη θρησκευτική ποίηση η υμνογραφία. Οι εκκλησιαστικοί ύμνοι ψάλλονται προς δόξα του Θεού ή των αγίων και είναι συνδυασμένοι με τη χριστιανική λατρεία. Κατά τους τελευταίους όμως αιώνες πριν από την Άλωση και κυρίως κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, οπότε οι Έλληνες έρχονται σ' επαφή με τους Φράγκους και τους Ενετούς, παρατηρούμε μια διαφοροποίηση, όπως παρουσιάζεται στα ιπποτικά μυθιστορήματα (ιπποτικός ρομαντισμός, υποταγή των ηρώων στον έρωτα, μονομαχίες, αγάπη για την περιπέτεια σε χώρες μακρινές κτλ.). Ο ελληνισμός, βέβαια, δέχτηκε επιδράσεις κι από την Ανατολή, που είναι φανερές στα παραπάνω μυθιστορήματα (ο κόσμος του παραμυθιού με τις μάγισσες, τους δράκους και τα μαγικά δαχτυλίδια). Παράλληλα, η βυζαντινή παράδοση θα συνεχιστεί με την ηθικοδιδακτική ποίηση κατά τους τελευταίους αιώνες πριν από την Αλωση.
5. Η διαμόρφωση νεοελληνικής συνείδησης. Το αρχαιότερο μνημείο της λόγιας νεοελληνικής λογοτεχνίας είναι το Έπος του Βασιλείου Διγενή Ακρίτα. Σύμφωνα με την άποψη του Ν. Πολίτη, που την ακολουθούν πολλοί μελετητές, το έπος του Διγενή Ακρίτα εκφράζει τα ιδεώδη και τους πόθους του ελληνικού γένους. Την ίδια εποχή έχουμε ανάλογες επικές δημιουργίες στην Ανατολή και στη Δύση, που φανερώνουν την αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των λαών. Υπάρχει όμως και η άποψη ότι δεν πρόκειται για έπος, αλλά για έμμετρο ερωτικό μυθιστόρημα.
ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Για τη διαίρεση της ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία. Από τις διαιρέσεις που έχουν προταθεί, η περισσότερο αποδεκτή είναι η εξής:
Α' Πρώτη Περίοδος: Χρόνοι πριν από την Άλωση: 10ος αι. - 1453.
Χωρίζεται σε δύο φάσεις:
I. Πρώτη φάση: 10ος αι. -1204 (Κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους).
II. Δεύτερη φάση: 1204-1453 (Κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους).
Β' Δεύτερη περίοδος: Χρόνοι μετά την Άλωση: 1453-1669 (Κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους).II. Δεύτερη φάση: 1204-1453 (Κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους).
Γ' Τρίτη περίοδος: Χρόνοι αφύπνισης του νέου ελληνισμού, 1669-1830 (Η Ελλάδα γίνεται ανεξάρτητο κράτος). Μπορούμε να τη χωρίσουμε σε δυο φάσεις:
I. Πρώτη φάση: 1669-1774 (Θρησκευτικός ουμανισμός).
II. Δεύτερη φάση: 1774-1830 (Ακμή του νεοελληνικού διαφωτισμού).
II. Δεύτερη φάση: 1774-1830 (Ακμή του νεοελληνικού διαφωτισμού).
Δ' Τέταρτη περίοδος: Περίοδος του νέου ελληνικού κράτους (1830-1980). Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι ότι η λογοτεχνία αναπτύσσεται υπό εντελώς διαφορετικούς όρους, αφού έχει πλέον συσταθεί το ελληνικό κράτος. Υποδιαιρέσεις αυτής της περιόδου αποτελούν:
I. Η Επτανησιακή Σχολή*
II. Οι Φαναριώτες και η Ρομαντική Σχολή των Αθηνών (1830-1880).
III. Η Νέα Αθηναϊκή Σχολή (1880-1920).
IV. Η Νεότερη Λογοτεχνία (1920-1980).** Υποδιαιρέσεις της:
II. Οι Φαναριώτες και η Ρομαντική Σχολή των Αθηνών (1830-1880).
III. Η Νέα Αθηναϊκή Σχολή (1880-1920).
IV. Η Νεότερη Λογοτεχνία (1920-1980).** Υποδιαιρέσεις της:
α) Πρώτη δεκαετία του Μεσοπολέμου: Η γενιά του '20 (1920-1930) [Κατά τη δεκαετία αυτή κυριαρχεί η νεορομαντική ή νεοσυμβολιστική ποιητική Σχολή]
β) Δεύτερη δεκαετία του Μεσοπολέμου: Η γενιά του '30 (1930 - 1940).
γ) Η μεταπολεμική λογοτεχνία: Πρώτη και δεύτερη μεταπολεμική γενιά (1941-1967).
δ) Η σύγχρονη λογοτεχνία: Η δεκαετία του '70.
β) Δεύτερη δεκαετία του Μεσοπολέμου: Η γενιά του '30 (1930 - 1940).
γ) Η μεταπολεμική λογοτεχνία: Πρώτη και δεύτερη μεταπολεμική γενιά (1941-1967).
δ) Η σύγχρονη λογοτεχνία: Η δεκαετία του '70.
Όπως είδαμε, κατά την πρώτη περίοδο (10ος αι.-1453) παρατηρούνται γλωσσικές και γενικότερα πολιτιστικές αλλαγές, που δείχνουν ότι βρισκόμαστε στην αρχή ενός νεότερου κόσμου, του νεοελληνικού. Ιστορικά η περίοδος αυτή καλύπτει τους τελευταίους αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Όταν ο ελληνικός πολιτισμός έρχεται σ' επαφή με το δυτικό στις αρχές του 13ου αι. (η Κωνσταντινούπολη καταλαμβάνεται από τους Φράγκους το 1204), οι αλλαγές πυκνώνουν. Βρισκόμαστε σε μια εποχή που ο δυτικός κόσμος αναγεννιέται κι ο βυζαντινός δέχεται τις επιδράσεις του. Οι επιδράσεις αυτές είναι αποτέλεσμα είτε των ανταλλαγών ανάμεσα στους δύο κόσμους είτε κατακτήσεων ελληνικών περιοχών από τους Δυτικούς. Στην περίπτωση κατακτήσεων οι επιδράσεις είναι άμεσες (Κύπρος, Δωδεκάνησα, Κρήτη, Επτάνησα κτλ.) και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια πραγματική πνευματική αναγέννηση (Κρήτη, Επτάνησα). Για την κρητική λογοτεχνία θα μιλήσουμε στο εισαγωγικό σημείωμα της δεύτερης περιόδου. Η επτανησιακή θα μας απασχολήσει αργότερα.
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης η ελληνική πολιτική ιστορία κι ο πνευματικός βίος του ελληνισμού (που τον διακρίνουμε σε ελληνισμό της διασποράς, τουρκοκρατούμενο και λατινοκρατούμενο) επηρεάζεται από τα γεγονότα της ευρωπαϊκής ιστορίας και τα μεγάλα πνευματικά κινήματα που παρατηρούνται στην περιοχή του δυτικού κόσμου. Τα πνευματικά κινήματα, που είχαν μεγάλη απήχηση στην πολιτική και πνευματική πορεία του ελληνισμού, είναι η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός.
1. Η ευρωπαϊκή αναγέννηση. Στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα δεν έγινε πολύ αισθητή, επειδή οι συνθήκες που επικρατούσαν κατά τους δυο πρώτους αιώνες της δουλείας ήταν πολύ δυσμενείς. Το πνεύμα όμως της ιταλικής αναγέννησης, όπως διαμορφώθηκε από το 15ο-18ο αι. στις ελληνικές περιοχές που ελέγχονταν από την Ενετία, επηρέασε α) τον ελληνισμό των βενετοκρατούμενων περιοχών (Κρήτη, Επτάνησα, ελληνική κοινότητα της Βενετίας) και β) πολλούς σημαντικούς εκπρόσωπους του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού (Δεύτερη περίοδος).
2. Ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός. Οι ιδέες του επηρέασαν την ελληνική παιδεία και δημιούργησαν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του νεοελληνικού διαφωτισμού, κυρίως στις περιοχές του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού (Τρίτη περίοδος) και των παραδουνάβιων ηγεμονιών.
* (Η γενική εισαγωγή και οι ειδικές κάθε περιόδου πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη διδακτική αξιοποίηση των κειμένων).
* Η Επτανησιακή Σχολή δεν καλύπτεται απόλυτα από τη χρονολογία του τίτλου, γιατί εμφανίζεται νωρίτερα, όπως θα δούμε στη σχετική εισαγωγή.
** Στον Γ' τόμο των Κ.Ν. Λογοτεχνίας ανθολογούνται συγγραφείς και ποιητές που παρουσιάστηκαν με βιβλίο τους ως το 1980.
* Η Επτανησιακή Σχολή δεν καλύπτεται απόλυτα από τη χρονολογία του τίτλου, γιατί εμφανίζεται νωρίτερα, όπως θα δούμε στη σχετική εισαγωγή.
** Στον Γ' τόμο των Κ.Ν. Λογοτεχνίας ανθολογούνται συγγραφείς και ποιητές που παρουσιάστηκαν με βιβλίο τους ως το 1980.
ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΠΗΓΗ http://users.sch.gr/astavrid/tables/01_1period.htm 10ος αι. - 1453: 1η περίοδος πριν από την Άλωση I. 10ος αι. - 1204 Μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους II. 1204 - 1453 Μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους
I. 10ος αι. - 1453 Μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους
|
10ος αι. - 1453: 1η περίοδος
πριν από την Άλωση I. 10ος αι. - 1204 Μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους II. 1204 - 1453 Μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους
II. 1204 - 1453 Μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους
|
α) | Ο λόγος --> απλός, φυσικός + ανεπιτήδευτος. |
β) | Ο “ποιητής” του δημοτικού τραγουδιού --> δεν εκφράζει προσωπικά συναισθήματα, αλλά συλλογικές συναισθηματικές καταστάσεις της κοινότητας. |
γ) | Στοιχεία της τεχνικής των δημοτικών τραγουδιών : |
| |
| |
| |
| |
| |
| |
| |
ΟΡΙΣΜΟΣ:
Δημοτικά ονομάζουμε τα τραγούδια που:
· ο δημιουργός τους παραμένει άγνωστος και ανώνυμος
· γεννήθηκαν από τον ίδιο το λαό ενός τόπου και είναι κομμάτι της λαϊκής ποιητικής δημιουργίας
· Τα δημοτικά τραγούδια ανήκουν στην προφορική λογοτεχνία,
είναι δηλαδή μέρος του προφορικού πολιτισμού. Η προφορική λογοτεχνία είναι:
ü ομαδική (εκφράζει τη συνείδηση της κοινότητας)
ü παραδοσιακή ( συντηρεί, αναπαράγει και αναμεταδίδει)
ü αυθόρμητη
ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΑΝ:
· Πίσω από κάθε δημοτικό τραγούδι κρύβεται πάντα ένας δημιουργός
που όμως δεν είχε τη φιλοδοξία της ατομικής προβολής και γι’ αυτό παρέμεινε άγνωστος
και ανώνυμος
· Αυτή, ακριβώς η ποιητική δημιουργία του ενός,
άγνωστου και ανώνυμου, επειδή σε μια ορισμένη στιγμή εκφράζει
και απηχεί την ψυχική κατάσταση και τα συναισθήματα μιας ευρύτερης κοινωνικής ομάδας
ή γενικότερα του λαού, γίνεται κτήμα και αγκαλιάζεται από πολλούς.
ΠΩΣ ΔΙΑΣΩΘΗΚΑΝ:
· Το ποίημα, από τον αρχικό και ανώνυμο δημιουργό, περνάει σταδιακά
με τη λεγόμενη προφορική παράδοση (=από στόμα σε στόμα) στην ολότητα,
το σύνολο δηλ. και υφίσταται μια συνεχή επεξεργασία.
· Ο αποδέκτης λαός αφαιρεί (ή και προσθέτει) οτιδήποτε δεν ταιριάζει στη δική του ψυχοσύνθεση
και στη δική του εκφραστική, προσαρμόζοντας την αρχική ποιητική δημιουργία
στην έκφραση του ομαδικού λαϊκού πνεύματος
· Οι διάφορες μορφές στις οποίες σώζεται ένα δημοτικό τραγούδι λέγονται παραλλαγές,
έχουν το ίδιο θέμα ή αναφέρονται στο ίδιο πρόσωπο αλλά έχουν διαφορετική μορφή
· Για αιώνες διασώθηκαν από την προφορική παράδοση,
μέχρις ότου καταγράφηκαν από διάφορους συλλογείς, οι οποίοι τα κατέταξαν σε ομάδες
ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ: [σύμφωνα με το σχολικό βιβλίο]
· Τα δημοτικά τραγούδια μπορούμε να τα χωρίσουμε σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:
1) σ’ αυτά που αναφέρονται σε διάφορες εκδηλώσεις της ζωής
(τραγούδια της αγάπης, νυφιάτικα, νανουρίσματα,
κάλαντα, τραγούδια της ξενιτιάς, μοιρολόγια, αποκριάτικα, κ.τ.λ)
2) σ’ αυτά που έχουν ιστορικό χαρακτήρα ή ιστορική προέλευση
( ακριτικά, ιστορικά, κλέφτικα)
3) σ’ αυτά που αναφέρονται σε θρύλους, στοιχειά, δράκοντες,
εξαφανίσεις, αναγνωρίσεις κ.τ.λ. και ονομάζονται παραλογές
· Ο ιδιαίτερος κλάδος της επιστήμης που εξετάζει τα δημοτικά τραγούδια,
όπως και όλα τα προϊόντα του λαϊκού προφορικού λόγου, είναι η λαογραφία,
επιστήμη που εισήγαγε στην Ελλάδα και καλλιέργησε ο Νικόλαος Πολίτης.
ΒΑΣΙΚΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ
· Τα περισσότερα δημοτικά τραγούδια είναι γραμμένα σε μέτρο ιαμβικό
και σε στίχο δεκαπεντασύλλαβο, που χωρίζεται σε δύο ημιστίχια
Π. χ Από μακριά τη χαιρετά//κι από κοντά της λέγει
· Πολύ συχνά το δεύτερο ημιστίχιο αποτελεί επανάληψη και νοηματική αναδίπλωση του πρώτου
Π. χ Εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων
· Τα δημοτικά τραγούδια δεν έχουν ομοιοκαταληξία
(σπάνια και μόνο σε ορισμένα μόνο είδη δημοτικών τραγουδιών,
όπως λ. χ στα λιανοτράγουδα θα συναντήσουμε ομοιοκαταληξία)
· Ο κάθε στίχος εκφράζει κανονικά ένα πλήρες και ολοκληρωμένο νόημα,
χαρακτηρίζεται δηλαδή από συντακτική αυτοτέλεια
και νοηματική πληρότητα (αρχή της ισομετρίας)
Π. χ Ο Χάρος έτρωγε ψωμί, κι η κόρη τον κερνούσε
Κάποιες φορές όμως η αρχή «στίχος- νόημα» παραβιάζεται (διασκελισμός)
Π. χ Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου
· Η γλώσσα τους είναι ιδιαίτερα ζωντανή και παραστατική.
Χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό το ρήμα και το ουσιαστικό
Π. χ Κατέβηκε, αγκαλιάστηκαν κι απέθαναν κι οι δύο
· Συναντάμε συχνά το χαρακτηριστικό γνώρισμα των άστοχων ερωτημάτων
Π. χ Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
· Υπάρχουν πάρα πολλές στερεότυπες εκφράσεις
που χρησιμοποιούνται αναλλοίωτες από ποίημα σε ποίημα,
τα λεγόμενα εκφραστικά μοτίβα
Π. χ Τρία πουλάκια κάθονταν…/ …πολύ του κακοφάνη
// Δεν κελαηδούσε σαν πουλί μηδέ σαν χελιδόνι….
· Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των δημοτικών τραγουδιών
είναι ο λεγόμενος παμψυχισμός.
Όλα τα άψυχα δηλαδή αποκτούν φωνή και συμπεριφέρονται ως ανθρώπινες οντότητες
Π. χ Ο Όλυμπος κι ο Κίσσαβος , τα δυο βουνά μαλώνουν
· Ο νόμος των τριών (τριαδικό σχήμα)
Πολλές φορές όσα αναφέρονται σε ένα δημοτικό τραγούδι (πρόσωπα, έννοιες, καταστάσεις κ. ά)
παρουσιάζονται ανά τρία
Π. χ το’ να πάρει το σταυρό και τ’ άλλο το βαγγέλιο, το τρίτο, το καλύτερο, την άγια τράπεζα μας
· Το σχήμα του αδυνάτου
(κατάρα ή ευχή που αυτοαναιρείται
βασίζοντας την εκπλήρωσή της σε κάτι που είναι αδύνατο να συμβεί)
Π.χ Αν τρέμουν τ’ άγρια βουνά, να τρέμει το γιοφύρι
· Οι συμβολικοί αριθμοί. Στα δημοτικά τραγούδια χρησιμοποιούνται συχνά
οι αριθμοί 3 (και τα πολλαπλάσιά του:12,45,60 κ. ά) και 7
Π. χ Σαρανταπέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
Από τα σχολικά βιβλία:
Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων
Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Πλάθονται από το λαό∙ εκφράζουν πόθους, λαχτάρες, ιδανικά∙ η αρχική σύλληψη γίνεται από ένα άτομο που έχει το χάρισμα της στιχουργίας
Βασικά χαρακτηριστικά :
· ανωνυμία του δημιουργού
· απροσδιοριστία του ακριβούς τόπου προέλευσης
· απροσδιοριστία του ακριβούς χρόνου σύνθεσης
· λαϊκή έκφραση - τοπικά ιδιώματα
· λαϊκός ψυχισμός- λυρικά
· μύθος τυπικός- ήρωες αντιπροσωπευτικοί
· ύπαρξη παραλλαγών
· γλώσσα παραστατική, ύφος πυκνό - ρεαλιστική περιγραφή
· μέτρο ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο (πολιτικός στίχος)
· ομοιοκαταληξία σπάνια
· κάθε στίχος εκφράζει πλήρες, ολοκληρωμένο νόημα
· δεύτερο ημιστίχιο αποτελεί επανάληψη και νοηματική αναδίπλωση πρώτου
· χρήση υπερβολής, αντίθεσης, επανάληψης, σταθερών μοτίβων
· σχήμα αδυνάτου, άστοχα ερωτήματα, τυπικός αριθμός 3, νόμος τριών
· τολμηρές προσωποποιήσεις, παμψυχισμός
· χρήση ουσιαστικού και ρήματος , διαλόγου
Α. Νανουρίσματα – ταχταρίσματα
1. Να μου το πάρεις, ύπνε μου---- 2. Κοιμήσου αστρί
Θέμα: η αγάπη και η τρυφερότητα της μάνας για το παιδί, οι προσδοκίες της μητέρας
Σχόλια: Ένα έθιμο που συναντάται μόνο στην Κάρπαθο είναι τα “εφτά”. Αυτό το έθιμο περιλαμβάνει μία γιορτή που γίνεται επτά μέρες μετά τη γέννηση ενός μωρού, όπου συγκεντρώνονται συγγενείς και φίλοι και φτιάχνουν μία κούνια για το μωρό, αν δεν υπάρχει κούνια, και το νανουρίζουν και του τραγουδούν με ευχές. Σερβίρεται γλυκό και φαγητό και ακολουθεί γλέντι.
Π α ρ ά λ λ η λ α κ ε ί μ ε ν α
1. ΄Ύπνε, που παίρνεις τα μικρά, έλα, πάρε και τοϋτο,
μικρό μικρό σου τό δωκα, μεγάλο φέρε μου το, μεγάλο σαν ψηλό βουνό, ίσιο σαν κυπαρίσσι, κ' οι κλώνοι του ν' απλώνωνται 'ς Ανατολή και Δύση.
2. Κοιμήσου συ, μωράκι μου,
σε κούνια καρυδένια, σε ρουχαλάκια κεντητά και μαργαριταρένια. Έλα Χριστέ και Παναγιά και πάρ’ το στους μπαξέδες και γέμισε τους κόρφους του λουλούδια, μενεξέδες. Κοιμήσου συ, παιδάκι μου, κι η μοίρα σου δουλεύει και το καλό σου ριζικό σου κουβαλεί και φέρνει. Κοιμάται νιο, κοιμάται νιο, κοιμάται νιο φεγγάρι, κοιμάται το παιδάκι μου στ’ άσπρο το μαξιλάρι. Ο ύπνος τρέφει τα μωρά κι η υγειά τα μεγαλώνει και η κυρά η Παναγιά τα καλοξημερώνει.
Β. Παραλογές
(πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια, που εξιστορούν μια δραματική περιπέτεια της ανθρώπινης ζωής --- η παραλογή εμπεριέχει κάτι το παράλογο, στην πραγματικότητα κάτι υπέρλογο, υπερβατικό που έρχεται να αποκαλύψει κάθε τι που ανήκει στην πραγματικότητα μιας ανώτερης τάξης που υπερβαίνει το υλικό, το συνηθισμένο, το καθημερινό)
Tου γιοφυριού της Άρτας
Θέμα: Η θυσία της νεαρής και όμορφης γυναίκας του πρωτομάστορα προκειμένου να στερεωθεί το γεφύρι που χτίζει
Ιδέες:-Τα μεγάλα και σπουδαία έργα απαιτούν θυσίες
- Η δύναμη της κατάρας του ετοιμοθάνατου είναι μεγάλη
- Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποφύγει το πεπρωμένο του
Ενότητες
1η(1-13): αδυναμία ολοκλήρωσης γεφυριού, αντιμετώπιση αδιεξόδου
2η(14-20): μήνυμα , αγγελία πουλιού
3η(21-29): ερχομός γυναίκας πρωτομάστορα, αναζήτηση δαχτυλιδιού
4η(30-34): χτίσιμο(εντοιχισμός) γυναίκας πρωτομάστορα
5η(35-40): κατάρα γυναίκας
6η(41-46): ευχή γυναίκας για στέριωμα γεφυριού
Σχόλια: Το τραγούδι αυτό διακρίνεται για την τολμηρή σύλληψη του θέματος , την παραστατικότητα, την πλαστικότητα των εικόνων και τη λιτότητα του λόγου
Η κυπριακή παραλλαγή του «γιοφυριού της Άρτας»:
Ο ΒΑΛΙΑΝΤΗΣ ΤΖ' Η ΜΑΡΟΥ∆ΚΙΑ
Κάτω στους πέντε ποταµούς, κάτω στις πέντε βρύσες, κάτω στις άκρες των ακρών κει που τελειώνει ο κόσµος, κάτω στις άκρες των ακρών στη µέση του Μόου, έκτιζαν γεφύρι και είπαν πως είναι του φόβου. Γιοφύρι είναι που χτίζανε µε δώδεκα καµάρες και όλη µέρα το έχτιζαν, τη νύχτα πάλι χαλούσε. Και το Στοιχειό του ποταµού από κάτω κελαηδούσε : - Α! Βαλιαντή πρωτοµάστορα και µάστορα στους µαστόρους, από τη γενιά σου αν δε βάλεις γιοφύρι δε στέκει. Στέκεται διερωτάται και εκείνος ποιον να βάλει. - Άντε να πω τη µάνα µου, άλλη πια µάνα πού’ναι; Άντε να πω τον πατέρα µου, άλλο πια πατέρα πού’ναι; Και αν βάλω από τα αδέλφια µου, αδέλφια δε βρίσκω. Χαπάρια και µηνύµατα πηγαίνει στη Μαρουδκιά. - Έλα να πάε Μαρουδκιά και ο Βαλιαντής σε θέλει. Κακό στο νου της δεν έβαλε, καλό στο νου της βάζει και έπιασε τη χρυσή ρόκα και το χρυσό ροδάνι, χρυσή κλωστή εκρέµασε και στο Βαλιαντή πηγαίνει. Μόλις τη βλέπει ο Βαλιαντής σφάχτηκε από το καηµό του -Τι µε θέλεις, µάστορα µου, και µου µήνυσες και ήρθα;
-Επέστρεψε στο σπίτι, Μαρουδκιά, και τίποτα δε σε θέλω.
Μέχρι να πάει η Μαρουδκιά χαπάρια έρχονται πίσω της. -Έλα να πάµε, Μαρουδκιά και ο Βαλιαντής σε θέλει. -Τώρα ήµουν στου Βαλιαντή και µου είπε πως δε µε θέλει. -Έλα να πάµε, Μαρουδκιά και ο Βαλιαντής σε θέλει.
Έβγαλε τα χρυσά ρούχα και εφόρεσε τα µαύρα
και έδωσε ένα γύρω των σπιτιών και τα αποχαιρέτισε. -Σε κοιµίζω, µωρό µ ου, και άλλη θα σε ξυπνήσει, σε ζυµώνω ζυµάρι µ ου και άλλη θα σε κόψει. Έχετε γεια σπίτια ου και στρώµα όπου κοιµόµουν, αυλή που τριγύριζα και τραπέζι όπου δειπνούσα. Έπιασε τη µαύρη ρόκα και το µαύρο ροδάνι, µαύρη κλωστή εκρέµασε και στο Βαλιαντή πηγαίνει. Όταν τη βλέπει ο Βαλιαντής, λούστηκε στο κλάµα. -Α! σιταρένιο µου ψωµί, σιµιγδαλένια πίτα, τι µε θέλεις, Βαλιαντή, και ου µήνυσες και ήρθα; Πάντα έστελνες και µε έφερναν και λουζόσουνα το γέλιο, τώρα έστειλες και µε έφεραν και λούστηκες το κλάµα. -Κάτω στις άκρες των ακρών, στη καµάρα που είναι στο µέσον η αρραβώνα µου έπεσε και ποιος θα µου την εύρει; - Μη κλαις έτσι, Βαλιαντή, και εγώ θα σου την εύρω. Φέρε καρέκλα που να αρµόζει, φέρε χρυσό ψαλίδι, κόψε τα µαλλιά µου που είναι εξήντα πιθαµές και κάµε ένα σκοινί χοντρό, ένα χοντροπλεγµένο και από τη µέση δέσε µε κατέβασέ µε ως κάτω. Φέρνει καρέκλα που να αρµόζει, φέρνει χρυσό ψαλίδι, και έκοψε τα µαλλιά της που είναι εξήντα πιθαµές έκαµε ένα σκοινί χοντρό, ένα χοντροπλεγµένο και από τη µέση τη δένει να κατεβεί ως κάτω. Κοιτάζει από εκεί, κοιτάζει από ’δω, τίποτα δε βρίσκει, µόνο φαρµακερά φίδια έχουν το στόµα ανοιχτό να τη ρουφήσουν. -Τράβα µε πάνω, Βαλιαντή, τίποτα δε βρίσκω, µόνο φαρµακερά φίδια έχουν το στόµα ανοιχτό να µε ρουφήσουν. -Και ξανακάνε το γύρο, µακάρι να πετύχεις να τη βρεις. Ξανακάνει το γύρο τίποτα δεν πετυχαίνει -Τράβα µε πάνω, Βαλιαντή και το µωρό µου κλαίει και τα βυζιά τα µυροδόχα είναι φουσκωένα από το γάλα. -Φέρτε χαλίκια και πηλό τη Μαρουδκιά να χτίσω. Ανάθε µ α τη µ άνα της και την καρδιά που είχε, ανάθεα τη άνα της την πικρογαλατούσα. Τρεις κόρες που τις έκαµε, τρία γεφύρια έχτισαν, η µια έχτισε το Γαλατά, η άλλη τον Ευφράτη και η τρίτη η καλύτερη της Τρίχας το γιοφύρι.
Επίσης βλέπε : http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B5%CF%86%CF%8D%CF%81%CE%B9_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%86%CF%81%CF%84%CE%B1%CF%82
καθώς και : http://ofisofi.blogspot.gr/2012/04/3.html |
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-C113/351/2361,8972/
Tου γιοφυριού
της Άρτας
Η παραλογή αυτή είναι ένα από τα γνωστότερα και ωραιότερα δημιουργήματα
της λαϊκής μούσας και στηρίζεται σε μια μακραίωνη παράδοση, σχετική με τη θεμελίωση μεγάλων έργων. Από τους αρχαίους ακόμα χρόνους υπήρχε η δοξασία ότι, για να στερεωθεί και να προφυλαχθεί από κάθε κίνδυνο ένα κτίσμα, έπρεπε να θυσιαστεί στα θεμέλιά του κάποιο ζωντανό πλάσμα. Το γεφύρι της Άρτας, ένα έργο τόσο δύσκολο και θαυμαστό για την εποχή του, ενέπνευσε το ομώνυμο δημοτικό τραγούδι και πλούτισε την παράδοση με το δικό του θρύλο. Παραλλαγές του τραγουδιού, που αναφέρονται και σε άλλα γεφύρια ή οικοδομήματα, υπάρχουν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων. Το κείμενο που ακολουθεί είναι η κερκυραϊκή παραλλαγή Του γιοφυριού της Άρτας, από την έκδοση του Νικόλαου Γ. Πολίτη Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914).
*αποταχύ: νωρίς το πρωί *πάρωρα: πριν από την ώρα *εξανάφανεν: φάνηκε
να έρχεται *βαργωμισμένος: στεναχωρημένος, δύσθυμος *πιχάει: μυστρίζει τη λάσπη, σοβατίζει *μυστρί (μύστρον, μυστρίον): το τριγωνοειδές εργαλείο των κτιστών *ριζικό: μοίρα, πεπρωμένο *Αφράτης: Ευφράτης *η πλιο στερνότερη: η πιο μικρή *καρυόφυλλο: το φύλλο της καρυδιάς *μη λάχει: μην τύχει |
ΕΡ ΓΑΣΙΕΣ
ΔΙΑΘΕΜΑ
ΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΤΕΣ
|