Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

ΝΕΟΙ ΤΗΣ ΣΙΔΩΝΟΣ ,1970 :ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ -ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ





Νέοι της Σιδώνος - Μανώλης Αναγνωστάκης

Μανώλης Αναγνωστάκης - Νέοι Της Σιδώνος, 1970 - Official Audio Release



Νέοι της Σιδώνος, 1970  Μαν. Αναγνωστάκης, «Νέοι της Σιδώνος, 1970» (ανάγνωση) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]

Το Ποιημα Ανηκει στη συλλογή Ο Στόχος (1970). Είναι γραμμένο κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και εκφράζει την πίκρα του ποιητή για κάποιους νέους, που η συμπεριφορά τους του θυμίζει τους Σιδώνειους νέους του Καβάφη. Η παράλληλη εξέταση των δυο ποιημάτων θα δείξει τους λόγους του συσχετισμού.

Κανονικά δεν πρέπει να 'χουμε παράπονο

Καλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα.

Κορίτσια δροσερά — αρτιμελή αγόρια

Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.

Καλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας

Τόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,

Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην ήπειρο

Για ήρωες που σκοτώθηκαν σ' άλλα χρόνια,

Για επαναστάτες Μαύρους, Πράσινους, Κιτρινωπούς,

Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Ανθρώπου.

Ιδιαιτέρως σας τιμά τούτη η συμμετοχή

Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας

Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό — κατόπιν τούτου

Νομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω

Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,

Και να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.

 

(Μας γέρασαν προώρως, Γιώργο*, το κατάλαβες;)

Μαν. Αναγνωστάκης, «Επίλογος»


Γιώργο: ο ποιητής απευθύνεται σε φίλο του.

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ποια είναι η συμπεριφορά των νέων του ποιήματος;
  2. Τι ενοχλεί κυρίως τον ποιητή; Τι θα ήθελε από τους νέους εκείνη την εποχή;
  3. Τι κοινό έχουν οι σιδώνιοι νέοι του Αναγνωστάκη με αυτούς του Καβάφη;
  4. Ποιος είναι ο τόνος του ποιητή ως τον προτελευταίο στίχο;
  5. Ποιος είναι ο τόνος και το νόημα του τελευταίου στίχου που είναι σε παρένθεση;

  6. ΔΕΣ ΚΑΙ:https://e-didaskalia.blogspot.com/2012/09/blog-post_4911.html:ερμνηνεία,απαντήσεις,εκδ.ΒΟΛΟΝΑΚΗ


Μάθημα : Νεοελληνική Λογοτεχνία Γενικής παιδείας

https://blogs.sch.gr/lyknaxou/%ce%bc%ce%b1%ce%b8%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1/%cf%83%cf%87%ce%ad%ce%b4%ce%b9%ce%b1-%ce%bc%ce%b1%ce%b8%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%bf%cf%82/%cf%83%cf%87%ce%ad%ce%b4%ce%b9%ce%b1-%cf%86%ce%b9%ce%bb%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%ce%ba%cf%8e%ce%bd-%ce%bc%ce%b1%ce%b8%ce%b7%ce%bc%ce%ac%cf%84%cf%89%ce%bd-2/%ce%bd%ce%b5%ce%bf%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%bf%cf%84%ce%b5%cf%87%ce%bd%ce%af%ce%b1-%ce%b3%ce%b5%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ae%cf%82-%cf%80%ce%b1%ce%b9%ce%b4/

Τάξη : Γ’ Λυκείου

Ενότητα : Μανόλης Αναγνωστάκης . « Νέοι της Σιδώνας 1970 »

Εισηγήτρια : Βαθρακοκοίλη Δήμητρα , Φιλόλογος του Γενικού Λυκείου Νάξου.

Διδακτική ώρα: 45 λεπτά

Γενικός σκοπός :

  • Η βιωματική συμμετοχή στον κόσμο τον ποιήματος, η ανάπτυξη μηχανισμών πρόσληψης από τους μαθητές.
  • Η κινητοποίηση της κριτικής — δημιουργικής σκέψης από τους μαθητές, ώστε να αντιληφθούν την κοινωνική ποίηση του Μ. Αναγνωστάκη που Θίγει το πρό­βλημα της ηθικής στάσης του πολίτη απέναντι στα δημόσια πράγματα.

Ειδικοί στόχοι :

  • Να ερμηνεύσουν και να αποκωδικοποιήσουν οι μαθητές το κεντρικό μήνυμα που αφορά στην αξία της δράσης των νέων.
  • Να σχολιάσουν τον Καβαφικό συμβολισμό του Τίτλου και να επιχειρηματολο­γήσουν, ώστε να αναδειχθεί η σχέση τον ποιήματος με το αντίστοιχο του Κα­βάφη « Νέοι της Σιδώνας 400 μ.χ ».
  • Να εξοικειωθούν με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ποιητικής γραφής τον Αναγνωστάκη (Γλώσσα, ύφος, λεκτικοί τρόποι ).
  • Να εστιάσουν στη διαχρονικότητα των μηνυμάτων, να επικαιροποιήσουν και να παράγουν λόγο αναφορικά με την πολιτικοποίηση και την αγωνιστική δράση των σύγχρονων νέων σε κρίσιμες ώρες.

Μέθοδος Ερμηνευτική:  Συνεξέταση σημαινόντων και σημαινομένων ,συσχετισμός με παράλληλα κείμενα του Αναγνωστάκη ή του Καβάφη « Νέοι της Σιδώνας 400 μ.χ ».

Πορεία : Αναλυτική — Συνθετική Στάδια : Όλο — Μέρη — Όλο.

Ως προς τη μέθοδο ο διδάσκων εστιάζει στην κατενθυνόμενη αντενέργεια. Θα χρη­σιμοποιηθεί ο παρωθητικός διάλογος, ώστε να ενισχυθεί η διδακτική της λογοτεχνίας των « πολλαπλών Θεωριών » του Bloom. Ο μαθητής θα ερμηνεύσει και Θα επιχειρη­ματολογήσει ότι καταλαβαίνει.

Ως προς τα εποπτικά μέσα : Χρήση του πίνακα, φωτοτυπίες παράλληλου κειμένου, φύλλα εργασίας με στόχο την επιλογή ερωτήσεων από τους μαθητές και την παραγωγή λόγου. Επίσης δύναται να χρησιμοποιηθεί μαγνητοφωνημένη ηχητική απαγγελία του ποιήματος που λειτουργεί ως κίνητρο πρόκλησης ενδιαφέροντος και αφύπνισης κριτι­κού στοχασμού των μαθητών.

Αφόρμηση : Θα αξιοποιηθούν εικόνες, οπτικοαουστικό υλικό με θέμα τον αντιδικτα­τορικό αγώνα των νέων της 17″ς Νοεμβρίου. Έτσι θα δοθεί το έναυσμα για συζήτηση και προβληματισμό (δύο έως τέσσερα λεπτά ).

Στάδιο σύντονης παρουσίασης : Σύμφωνα με την αρχή της συνολικότητας (Dihhey) γίνεται ανάγνωση τον ποιήματος μετ’ ήθους και στη συνέχεια διατυπώνονται κατάλλη­λες ερωτήσεις για την πρόκληση συζήτησης (τρία λεπτά).

Στάδιο επεξεργασίας : Αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο: Παρουσίαση και ανάλυση τον ιστορικού πλαισίου, ώστε να μυηθεί ο μαθητής στην κοινωνικοπολιτική κατάστα­ση της εποχής και να αντιληφθεί από πού αντλεί ο ποιητής το ποιητικό έρεισμα.

Η χρονολογία τον τίτλου παραπέμπει στην περίοδο της δικτατορίας. Το ποίημα γράφε­ται σε περίοδο που επικρατεί πολιτική άπνοια και δεν έχει εκδηλωθεί το αντιδικτατορι­κό κίνημα της νεολαίας, που Θα εκδηλωθεί τρία χρόνια αργότερα στο Πολυτεχνείο. Ο διδάσκων θα εστιάσει στο ότι ο Μ. Αναγνωστάκης βιώνει στα 1970 το αδιέξοδο, την κυριαρχία της δικτατορίας, την απραξία, την ανεμελιά των νέων:

Το κλίμα καλοπέρασης και ανευθυνότητας που επικρατεί αποτελούν γνωρίσματα μιας τρυφηλής κοινωνίας.

Θεματικό πλαίσιο : α) Ανάλυση τον τίτλου τον ποιήματος: Ο διδάσκων με τη μαι­ευτική μέθοδο και με τον παρωθητικό διάλογο ζητά από το μαθητή να ερμηνεύσει και να επιχειρηματολογήσει για την επιλογή του τίτλου από τον ποιητή. Γιατί τους α­ποκαλεί « Νέους της Σιδώνος » ; Γιατί επιλέγει τη Σιδώνα και τη χρονολογία 1970 ; Σύμφωνα με την αρχή της βιωματικότητας θα ερωτηθεί ο μαθητής αν έχει διδαχθεί στην Α’ Λυκείου στα Κ. Ν. Λ το ποίημα του Καβάφη « Νέοι της Σιδώνας  400 μ.χ ». Ο διδάσκων θα διευκρινίσει ότι η Σιδώνα αποτελεί μια πλούσια, εξελληνισμένη πολιτεία στα παράλια της Φοινίκης που ήταν φημισμένη για την τρυφηλή ζωή των κατοίκων της. Σ’ ένα λοιπόν συμβολικό επίπεδο οι νέοι βιώνουν την καλοπέραση στα πλαίσια μιας «εξελληνισμένης» τρυφηλής κοινωνίας, ανέμελοι ανεύθυνοι, άπραγοι, γεγονός που προκαλεί την ειρωνική κριτική τού ποιητή. Ο διδάσκων θα εστιάσει στην χρονολο­γία, ώστε να γίνει κατανοητό ότι ο τίτλος τοποθετείται το 1970, γιατί βρίσκεται στο μέσο της δικτατορικής περιόδου με το καθεστώς εδραιωμένο. Το καβαφικό διακείμενο ξεχωρίζει στον τίτλο. Ο παραλληλισμός της ανεύθυνης στάσης των νέων στα δύο ποιήματα είναι εμφανής. Σε μια σύντομη απόπειρα δραματοποίησης (να υποδυθούν οι μαθητές Θεατρικούς ρόλους) το ποίημα του Αναγνωστάκη Θα μπορούσε να θεωρηθεί πιθανή απάντηση τον Αισχύλου στους Σιδώνιους νέους.

β) Ανάλυση τον τίτλου της ποιητικής συλλογής: Αξιοποιώντας το εισαγωγικό ση­μείωμα τον σχολικού βιβλίου και τα βιογραφικά του ποιητή ο διδάσκων σε συνεργασία με τούς μαθητές τους καλεί να εντάξουν το ποίημα στην ποιητική. συλλογή. και να ανα­ρωτηθούν γιατί το ενέταξε στη συγκεκριμένη συλλογή. Οι μαθητές κρίνεται σκόπιμο να αναληφθούν ότι το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή «Στόχος» που δημοσιεύ­θηκε κατά την διάρκεια της δικτατορίας και εκφράζει την πίκρα του ποιητή για κάποιους ανεύθυνους και αδρανείς νέους που η συμπεριφορά τούς Θυμίζει τους Σιδώνιους νέους τον Καβάφη. Ο διδάσκων θα εστιάσει στο ότι τα ποιήματα της συλλογής χαρακτηρίζονται από έναν ειρωνικό και οργισμένο τόνο και ότι η συλλογή θεωρήθηκε το πλέον πολιτικό έργο του Αναγνωστάκη. Να αντιληφθούν οι μαθητές ότι «Στόχος» του ποιητή είναι με τον καίρια λειτουργικό ποιητικό τού λόγο και παρουσιάζοντας στα 1970 «τις πληγές», έριχνε το σπόρο για την αφύπνιση και αντίσταση των νέων τον Πολυτεχνείου λίγα χρόνια αργότερα. Με αυτόν λοιπόν τον «πνευματικό οπλισμό». Θα μεταβούν οι μαθητές ομαλά στον καθορισμό; και στην αποκωδικοποίηση τον θεματικού

πυρήνα τον ποιήματος.

γ) Καθορισμός τον Θεματικού άξονα τον ποιήματος: Σιωπηρή ανάγνωση από τους μαθητές, εντοπισμός λέξεων και σχολιασμός τους, προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν και να ερμηνεύσουν με το δικό τους τρόπο το μήνυμα τον κειμένου. Να εστιάσουν οι μαθητές στην ειρωνική στάση τον ποιητή απέναντι στους νέους που αντιμετωπίζουν τα προβλήματα τον καιρού τους επιφανειακά και αποφεύγουν να αναπτύξουν ενεργό

πολιτική δράση, αντιστασιακή οργάνωση; με στόχο την άμεση σύγκρουση με το καθε­στώς της δικτατορίας. Να εντοπίσουν οι μαθητές στίχους που αποκαλύπτουν το σαρ­κασμό του ποιητή : «με νόημα και ζουμί τα τραγούδια σας», «να ξεσκάσετε βρε αδερ­φέ», ώστε να εστιάσουν στο ότι καταγγέλλεται η ψευτιά, η απουσία αγωνιστικής δρά­σης και η κυριαρχία της ευζωίας. Να επισημάνουν και να σχολιάσουν για την καλύτερη κατανόηση του Θέματος το ζεύγος των αντιθέσεων: παρόντος – παρελθόντος, δράσης – αδράνειας, επιφάνειας – ουσίας. Για την πληρέστερη κατανόηση τον Θεματικού άξο­να Θα ζητηθεί από τους μαθητές να σχολιάσουν τον στίχο που ο ποιητής απευθύνεται στο φίλο τον «Γιώργο», σύντροφο και συνοδοιπόρο στους αγώνες της δικής του γε­νιάς, δηλαδή στη γενιά της αντίστασης και του εμφυλίου. Να αναλύσουν τα παιδιά και να ερμηνεύσουν μέσα από τα λόγια του ποιητή την πικρία τον που υποδηλώνεται με την αντίθεση ανάμεσα στην εποχή της δράσης τον ποιητή, όταν ήταν νέος και στην εποχή των σημερινών νέων που τους διακρίνει η απραξία. Κρίνεται σκόπιμο να γίνει ένας σύντομος παραλληλισμός με το ποίημα τον Καβάφη « Νέοι της Σιδώνος 400 μ.χ », ώστε πι μαθητές να αντιληφθούν τον τρυφηλό βίο των νέων που υποτιμούν τους α­γώνες, δεν συνειδητοποιούν το χρέος τους και δεν αναλαμβάνουν την υπεύθυνη πολιτι­κή και πατριωτική δράση.

Μορφή: α) Να επισημάνουν τα παιδιά και να εξοικειωθούν με τα ιδιαίτερα, χαρακτηριστικά της ποιητικής γραφής τον Αναγνωστάκη. Ο διδάσκων μέσω μιας σύ­ντομης ανάγνωσης και άλλων ποιημάτων τον Αναγνωστάκη: «Επίλογος», «Στον Νίκο Ε…. 1949», θα εστιάσει σε συνεργασία με τους μαθητές στους λεκτικούς τρόπους του ποιητή για την ανάδειξη των σημαινόμενων των ποιημάτων τον. Στόχος τον διδάσκο­ντος είναι να μυηθούν τα παιδιά στην πεζολογία, τον διαλογικό κουβεντιαστώ τόνο, στο απλό και περιορισμένο λεξιλόγιο του ποιητή. Να κατανοήσουν το λιτό τρόπο γραφής τον, την απλή γλώσσα τον καθημερινού λόγου που χρησιμοποιεί, προκειμένου να εκ­φράσει απλές αλήθειες ενός καθημερινού ανθρώπου. Να αντιληφθούν οι μαθητές και να κατανοήσουν την πικρή, ειρωνική, σαρκαστική συμπαράταξη έντονα αντίθετων Θε­ματικών στοιχείων ή διαθέσεων. Να επισημάνουν τον ελεύθερο στίχο, τα στοιχεία προφορικού λόγου με τη ζεστή ανθρωπιά που τον διαπνέει, το ρεαλισμό την λιτότητα των εκφραστικών μέσων. Να εξοικειωθούν οι μαθητές με το απλό ύφος, με τον ελλε­πτικό, κατακερματισμένο και υπαινικτικό ενίοτε λόγο τον Αναγνωστάκη. Να επισημά­νουν τέλος, το χαμηλόφωνο, εξομολογητικό τόνο, τον κοφτό, σύντομο, σοβαρό, μεστό, αληθινό, τον δύσκολα αρθρωμένο, τον τεμαχισμένο και κοφτό λόγο τον ποιητή.

β) Να επισημάνουν και να αναλύσουν τα παιδιά τα μορφικά χαρακτηριστικά τον συ­γκεκριμένου ποιήματος τεκμηριώνοντας την άποψη τους με παραδείγματα. Να εντο­πίσουν οι μαθητές το λαϊκότροπο λεξιλόγιο. Να κατανοήσουν τον απλό, κουβεντιαστώ, λιτό, λαϊκό, πεζό, διδακτικό λόγο. Να ανιχνεύσουν τον πεζολογικό στίχο διανθισμένο με τύπους της καθαρεύουσας: « ιδιαιτέρως σας τιμά» καθώς και το ρόλο των επαναλή­ψεων (για τα παιδάκια, για ήρωες κτλ) που εντείνουν την ειρωνεία και την πικρία τον ποιητή. Να εστιάσουν στην άλλοτε καθημερινή (κανονικά, ζουμί, παιδάκια) και άλλοτε «Καβαφίζουσα» γλώσσα (αρτιμελή, δικαιούσθε, προώρως ). Να αντιληφθούν οι μαθη­τές ότι ο Αναγνωστάκης στο ποίημα αυτό απλοποιεί και αντιστρέφει τη γλώσσα και το ύφος τον Καβάφη. Να εντοπίσουν το λαϊκότροπο ύφος τη ρεαλιστική γραφή και το σαφή, κυριολεκτικό λόγο.


Να επισημάνουν τον ειρωνικό τόνο τον ποιήματος «να ξε­σκάσετε αδερφέ» και να εντοπίσουν τον προσωπικό, εξομολογητικό, χαμηλόφωνο, ψι­θυριστό τόνο του ποιήματος, όταν απευθύνεται στον παλιό φίλο και σύντροφο τον. Να σχολιάσουν οι μαθητές την εναλλαγή τον πρώτου και δεύτερου ρηματικού προσώπου. Να αντιληφθούν ότι το πρώτο ενικό προσδίδει εξομολογητικό τόνο, το πρώτο πληθυ­ντικό καθολικότητα, ενώ το δεύτερο ενικό δίνει στο λόγο διαλογικό τόνο, οικειότητα στο ύφος, αμεσότητα και ζωντάνια. Τέλος να επιχειρηματολογήσουν τα παιδιά για το ρόλο του παρενθετικού τελευταίου στίχου. Το ποίημα αποκτά δραματικότητα, εφόσον ανακεφαλαιώνεται η οργή, η αγανάκτηση, η διαμαρτυρία κα η πίκρα τον ποιητή.

Έκφραση: Σύμφωνα με την αρχή της συνολικότητας ο διδάσκων Θα εστιάσει σε μια περιληπτική ανακεφαλαίωση που υπηρετεί το «όλον». Θα ελέγξει αν έγινε αντιληπτή από τους μαθητές η πρόθεση τον ποιητή να κρίνει τους νέους για την αδράνεια τους και να τους αφυπνίσει. Να γίνει κατανοητό από τους μαθητές ότι οι λέξεις τον είναι «πρόκες» έτσι που να καρφώνονται και να μην τις παίρνει ο άνεμος. (5 λεπτά)

Αξιολόγηση: Σύμφωνα με την αρχή της αποδοτικότητας ο διδάσκων αναθέτει ελεύ­θερη εργασία στους μαθητές. Μπορούν να επιλέξουν όποια εργασία επιθυμούν από το σχολικό εγχειρίδιο ή μπορούν να συνθέσουν ένα δικό τους κείμενο που Θα αφορά τη σύγκριση παραλλήλων ποιημάτων του ίδιου ποιητή ή άλλων. (5 λεπτά)

Η αξιολόγηση των εργασιών τούς θα γίνει την επόμενη διδακτική ώρα και βασικό κρι­τήριο Θα αποτελέσει ο πλούτος των ιδεών, ο εύστοχος σαφής και ακριβής λόγος, η συ­νεκτικότητα, η συνοχή καθώς και η ικανότητα υποκειμενικής αποκωδικοποίησης και επιχειρηματολογίας σύμφωνα με τη Θεωρία των πολλαπλών ερμηνειών. Προτείνεται στους μαθητές να συνεξετάσουν το ποίημα στο «Νίκο Ε….1949» με το «Νέοι της Σι­δώνος 1970» και να προβληματιστούν για το χρέος του ποιητή να αφυπνίζει συνειδή­σεις. Εναλλακτικά μπορούν να συνεξετάσουν το ποίημα «Επίλογος» με το «Νέοι της Σιδώνος 1970», ώστε να εντοπίσουν και να αξιολογήσουν τα στοιχεία προφορικού λό­γου στα δύο ποιήματα. Εναλλακτικά επίσης μπορούν να συσχετίσουν τη δήλωση τον Γ. Σεφέρη, το ποίημα «Επι ασπαλάθων» Σεφέρη, ώστε να καταδειχθεί ο κοινός στόχος των ποιητών να καταγγείλουν το δικτατορικό καθεστώς και να αφυπνίσουν για την κα­τάλυση του. Επίσης θα μπορούσε μια μικρή ομάδα μαθητών να μελετήσει το ποίημα «ποίηση 1948» του Εγγονόπουλού και μια άλλη το ποίημα

«Στο Νίκο Ε….1949» τον Αναγνωστάκη και σ’ ένα αγώνα λόγων την επόμενη διδα­κτική ώρα να επιχειρηματολογήσουν για την διαφοροποίηση των δύο ποιητών ως προς τον ρόλο της ποίησης και το χρέος του ποιητή, με στόχο τον εθισμό στην «δια βίου» ανάγνωση και αποκωδικοποίηση ποιημάτων από τους μαθητές.

Επίσης μπορούν να επιχειρηματολογήσουν και να επισημάνουν τον «συμβολισμό» στα ομόθεμα ποιήματα Καβάφη και Αναγνωστάκη και να εστιάσουν στη διαχρονικότητα των μηνυμάτων.


Βιβλιογραφία:

1. Διδακτική Μεθοδολογία – Η διδασκαλία τον ποιήματος – Γεώργιος Σπανός.

  1. Η νεότερη ποίηση Θεωρία και πράξη – Τάκης Καρβέλης.
  2. Διδακτικές προσεγγίσεις στα φιλολογικά μαθήματα – Θεωρία και πράξη – Αι­μιλία Βλαχογίαννη.
  3. Κείμενα Νεοελλ. Λογοτεχνίας Γ’ Λυκείου – Λάππας Κονιδάρης Ελληνοεκδοτι κή.
  4. Κείμενα Νεοελλ. Λογοτεχνίας Γ’ Λυκείου βιβλίο του καθηγητή
  5. Συμβολή στη διδακτική των φιλολογικών μαθημάτων Κώστας Ασπρουλάκης.
  6. Αναστάσιος Στέφος – Νέα ελληνική γραμματεία ερμηνευτικές και διδακτικές δοκιμές – Πορεία.
  7. Γλωσσολογία και Λογοτεχνία Γ. Μπαμπινιώτης
ΣΤΟΛΙΔΟΥ ΟΛΓΑ 
ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ.Π.
 Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ 
Μ. Αναγνωστάκης, Νέοι της Σιδώνος, 1970
 Ο Αναγνωστάκης δρα πολιτικά στο χώρο της αριστεράς και διώχθηκε για τις πολιτικές πεποιθήσεις του. Είναι από τους πιο αντιπροσωπευτικούς ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Ανήκει στην ομάδα εκείνων που γράφουν κοινωνική ποίηση, με βάση τις δραματικές εμπειρίες της Κατοχής της Αντίστασης, καθώς και του εμφυλίου που ακολούθησε. (βλ. σχολικό εγχειρίδιο) Χαρακτηριστικά της ποίησής του ❖ Η πεζολογία ❖ Ο διαλογικός, «κουβεντιαστός» τόνος ❖ Οι ακριβείς τοπογραφικές αναφορές και χρονολογικές αναφορές (Ρεαλισμός) ❖ Η πικρή ειρωνεία, σαρκασμός ❖ Πολιτικές – κοινωνικές αναζητήσεις ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ Θέμα: Το ποίημα αποτελεί μία διαμαρτυρία-καταγγελία εναντίον της στάσης των νέων, στην εποχή της δικτατορίας. Ο ποιητής καταγγέλλει την αποχή από την ενεργό δράση των νέων και τον περιορισμό της αντίδρασής τους σε θεωρητικολογίες και εκ του ασφαλούς αφορισμούς των κακώς κειμένων. Τίτλος: Ο τίτλος χωρίζεται σε δύο μέρη με ένα κόμμα. Το πρώτο μέρος παραπέμπει στο ποίημα του Καβάφη, «Νέοι της Σιδώνος, 400 π.Χ». Το δεύτερο μέρος παραπέμπει στην περίοδο της δικτατορίας (Χρόνος συγγραφής του ποιήματος). Συνδυάζοντας τα δύο μέρη, ΣΤΟΛΙΔΟΥ ΟΛΓΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ.Π. Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ συμπεραίνουμε ότι πρόθεση του ποιητή είναι να παραλληλίσει τη στάση των νέων της εποχής της δικτατορίας (Απρίλιος 1967- Ιούλιος 1974) με τη στάση των Νέων της Σιδώνος, όπως αυτή παρουσιάζεται και σχολιάζεται στο γνωστό ποίημα του Καβάφη, «Νέοι της Σιδώνος 400 μ. Χ. Οι Σιδώνιοι νέοι του Καβάφη είναι ευαίσθητοι, τρυφηλοί , φανατικοί για τα γράμματα, χωρίς ιδιαίτερο πατριωτικό ζήλο. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι η τέχνη και η απόλαυση. Ανάλογη συμπεριφορά προφανώς ο Αναγνωστάκης επισημαίνει και καταγγέλλει στους νέους της εποχής του. Οι Σιδώνιοι νέοι του Αναγνωστάκη, όπως και εκείνοι του Καβάφη, συμβολίζουν τους βολεμένους, καλοζωϊσμένους ανθρώπους, που, ενώ ιδεολογικά εκφράζουν προοδευτικές αντιλήψεις, απουσιάζουν παντελώς από τη δράση. Τους χαρακτηρίζει η μεγαλοστομία, αλλά τελικά διακατέχονται από ατομικισμό και δεν συμμετέχουν στους συλλογικούς αγώνες, ούτε μπορούν ουσιαστικά να κατανοήσουν την αξία τους. Καταχρηστικός χωρισμός ενοτήτων 1. Στίχοι 1-4: Η εμφάνιση και ο τρόπος ζωής των νέων 2. Στίχοι 5-10: Οι κοινωνικοί και πολιτικοί προβληματισμοί τους και η δράση τους 3. Στίχοι 11-16: Αξιολόγηση της στάσης των νέων και η ανταμοιβή που τους ταιριάζει 4. Στίχος 17: Η πικρία και η απογοήτευση του ποιητή και της γενιάς του ΣΤΟΛΙΔΟΥ ΟΛΓΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ.Π. Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ 1 η Ενότητα Ο ποιητής απευθυνόμενος στους τους νέους της εποχής του (β΄ πληθυντικό) δηλώνει ότι είναι φυσιολογικό (κανονικά), οι άνθρωποι της γενιάς του (α΄ πληθυντικό), να είναι ευχαριστημένοι από τους νέους. Αιτιολογεί αυτή την ευχαρίστηση από την τέρψη οφθαλμών και πνεύματος που προκαλεί η θέαση των νέων. Η τέρψη οφθαλμών αισθητοποιείται με συσσώρευση λέξεων που παραπέμπουν σε υγιή και σφριγηλά νεανικά σώματα (νιάτα, δροσερά, αρτιμελή). Η τέρψη πνεύματος από την άλλη αισθητοποιείται με συσσώρευση λέξεων με θετικό προσανατολισμό (Kαλή, εγκάρδια, πάθος, έρωτα, ζωή, δράση). Στην πραγματικότητα όμως αυτός ο έπαινος ακυρώνεται πριν ειπωθεί, εξαιτίας της πρόταξης του επιρρήματος «κανονικά», που προοιωνίζεται ότι τελικά πρέπει κανείς να έχει παράπονο. Αποτελεί ένα είδος προοικονομίας, καθώς στη συνέχεια, ο ποιητής υποσκάπτει όσα εγκωμιαστικά έχει αναφέρει στη αρχή για τους νέους. Εκφράζεται υπαινικτικά μια ειρωνεία για την αμεριμνησία των νέων, η οποία θα εκφραστεί πιο ξεκάθαρα στη συνέχεια. Η λέξη «δράση» λειτουργεί στο πλαίσιο του ειρωνικού τόνου του ποιήματος και αντιδιαστέλλεται με την πραγματική αδράνεια που δείχνουν οι νέοι απέναντι στα προβλήματα της εποχής τους, όπως θα φανεί στη συνέχεια του ποιήματος. 1 η αντιπαράθεση: Γενιά ποιητή – Νέοι εποχής ΣΤΟΛΙΔΟΥ ΟΛΓΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ.Π. Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ 2 η Ενότητα Και στη δεύτερη ενότητα αιτιολογείται το γιατί δεν υπάρχει λόγος για παράπονα εις βάρος των νέων. Ο ποιητής δίνει σωρεία παραδειγμάτων (ασύνδετο σχήμα, επαναφορά) με τα οποία αποδεικνύεται ο προβληματισμός και η ευαισθησία των νέων σχετικά με τα πανανθρώπινα προβλήματα. Πάλι όμως, όλο αυτό το εγκώμιο υποσκάπτεται από το γεγονός ότι όλα αυτά τα προβλήματα αφορούν μακρινές χώρες και μακρινούς ανθρώπους ή ακόμη και ανύπαρκτους (πράσινους). Επομένως η συμπαράσταση των νέων περιορίζεται σε λεκτικούς αφορισμούς ή ευχολόγια. Απουσιάζει τελείως η ενεργός δράση που θα μπορούσε να δώσει λύση και ανακούφιση. Η στηλίτευση των κακώς κειμένων γίνεται εκ του ασφαλούς, χωρίς να διακινδυνεύουν κάτι από την ευχάριστη ζωή τους. Η ειρωνεία σ’ αυτή την ενότητα γίνεται πιο έντονη (παραπομπές) 2 η αντιπαράθεση: Δράση – Αδράνεια 3 η αντιπαράθεση: Ουσία- Επιφάνεια 3 η Ενότητα Ο σαρκασμός πλέον είναι έκδηλος (παραπάνω, αδελφέ) και κορυφώνεται στον 16ο στίχο (μετά από τόση κούραση). Ο ποιητής αναγνωρίζει στους νέους, μετά τόσους αγώνες, το δικαίωμα ανάπαυσης και διασκέδασης. Πρόκειται βεβαίως για ειρωνική δήλωση, εφόσον ήδη έχει αποδείξει την έλλειψη αγωνιστικότητας και τη θεωρητικολογία των νέων. Το άμεσο και ΣΤΟΛΙΔΟΥ ΟΛΓΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ.Π. Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ δραστικό παρών, η τόση κούραση αποτελούν χλευασμό για την αδρανή στάση τους. Η ηθική συμμετοχή είναι ελπιδοφόρα και τιμητική, γιατί δηλώνει γνώση και προβληματισμό για το προβλήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα. Η κοινοποίηση όμως και δημοσιοποίηση των προβλημάτων δεν αρκεί, απαιτείται ανάληψη ενεργούς δράσης, διαφορετικά πρόκειται για μια εκ του ασφαλούς επίδειξη ευαισθησίας. • Ο χωρισμός με την παύλα γίνεται για λόγους έμφασης. • Η φράση κατόπιν τούτου ειρωνεύεται την επιβολή της καθαρεύουσας από το καθεστώς στην εκπαίδευση • Η φράση Δυο δυο, τρεις τρεις αποτελεί υπαινιγμό για την απαγόρευση των δημοσίων συγκεντρώσεων από τη χούντα πέρα των πέντε ατόμων. Ταυτόχρονα ειρωνεύεται τη στάση των νέων που δεν τολμούν να παραβιάσουν αυτή την απαγόρευση. 4 η Ενότητα Παρενθετικός στίχος, γιατί αυτονομείται νοηματικά από το υπόλοιπο ποίημα. Ο ποιητής σταματά τη συνομιλία με τους νέους και απευθύνεται σε κάποιον φίλο του, σε κάποιον της γενιάς του (μας) και συνομιλεί μαζί του. Ο σαρκασμός μετατρέπεται σε πίκρα. Πίκρα απέναντι στη νεολαία η οποία έχει παροπλίσει τους παλιούς αγωνιστές, γιατί απέρριψε τον τρόπο αγώνα τους. Οι αγωνιστές δηλαδή της γενιάς του Αναγνωστάκη μετά τη θεωρητική αναζήτηση ρίχνονταν στον αγώνα. Τώρα οι νέοι αρνούνται αυτό τον τρόπο δράσης και είναι σα να βάζουν στο περιθώριο της ζωής τους παλιούς αγωνιστές. Αυτή η περιθωριοποίηση και ταυτόχρονα η ΣΤΟΛΙΔΟΥ ΟΛΓΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ.Π. Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ ευθύνη των νέων γι’ αυτή τονίζεται με το μας γέρασαν (το ρήμα αν και αμετάβατο, χρησιμοποιείται σαν μεταβατικό, λαϊκότροπο ύφος). Γλώσσα: Δημοτική, καβαφίζουσα Εκφραστικοί τρόποι • Πεζολογικός τόνος: Λόγος λιτός, κουβεντιαστός, στίχος ελεύθερος • Στοιχεία καθαρεύουσας • Μεταφορές, επαναφορά, ασύνδετο, συσσώρευση επιθέτων, επιρρημάτων, ειρωνεία
Γενικά
  •    Η συλλογή Στόχος (1970) περιέχει ποιήματα που γράφτηκαν στην περίοδο της δικτατορίας 1967-74.
  •   Στους Νέους της Σιδώνας ο ποιητής εκφράζει την πίκρα του για τη συμπεριφορά κάποιων νέων της εποχής του που θυμίζουν τους αντίστοιχους του ομώνυμου καβαφικού ποιήματος. Ειδικότερα ο ποιητής πικραίνεται για την ανεκτική στάση τους απέναντι στο καθεστώς της χούντας του 1967.
  •   Στόχος του είναι να αφυπνίσει τη νέα γενιά για να ξεσηκωθεί εναντίον του καθεστώτος.
Θεματικοί άξονες 
  1. Η εμφάνιση και ο τρόπος ζωής των νέων: "Κανονικά...δράση" 
  2. Οι κοινωνικοί και πολιτικοί προβληματισμοί των νέων και η δράση τους : "Καλά, με νόημα και ζουμί τα ταργούδια σας... άμεσο παρών και δραστικό - "
  3. Η ειρωνία και η αξιολόγηση των νέων από τον ποιητή: "Νομίζω...κούραση"
  4. Η πικρία και η απογοήτευση του ποιητή και της γενιάς του: ".(Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)"
  • Ο τίτλος 
  •     Η διατύπωση παραπέμπει στο ομώνυμο ποίημα του Καβάφη «Νέοι της Σιδώνος 400μΧ».
  •              Παραλληλίζεται η στάση των νέων των δύο εποχών.—  
  •     Ο τίτλος παραπέμπει στα χρόνια της δικτατορίας (οι πολίτες διώκονται για την αντίθεσή τους στο καθεστώς).
    Ανάλυση κατά στίχο
     
    Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο
    •     Καθησυχασμός της γενιάς του ποιητή (νάχουμε), αλλά με έντονο προβληματισμό (δεν πρέπει…).
    •     Το κανονικά παραπέμπει στη λογική. Ωθεί όμως στον προβληματισμό: τι θα γίνει αν δεν σκεφτούμε κανονικά; Θα έχουμε την ίδια άποψη για τους νέους;
    •     Ειρωνικός ο τόνος του πρώτου στίχου. 
    Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα,
    κορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια
    γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.


      Γενική παρουσίαση νέων της Ελλάδας του 70.
    •     Ο 2ος στίχος αιτιολογεί τον πρώτο.
    •     Η λέξη συντροφιά παραπέμπει στη γενιά.
    •     Συσσώρευση θετικών στη σημασία λέξεων: δροσερά, αρτιμελή, πάθος, έρωτα, ζωή, δράση.
    •     Οι νέοι παρουσιάζονται ανοιχτόκαρδοι, γεμάτοι υγεία και ανεμελιά.
    •     Η λέξη δράση δεν αποσαφηνίζεται προς το παρόν.
     Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας…. Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος ανθρώπου

      Τα τραγούδια των νέων της εποχής.
    •   Ουσιαστικό το περιεχόμενό τους, εκφράζουν τη νεολαία της εποχής.
    •   Μακριά όμως, από την ελληνική πραγματικότητα, που δοκιμάζεται κάτω από τη δικτατορία με φυλακίσεις και βασανιστήρια. (Η λογοκρισία απαγόρευε τα τραγούδια με πολιτικό περιεχόμενο και αγωνιστική διάθεση. Οι νέοι δεν τα τραγουδούσαν).
    •   Αναφέρονται σε ήρωες παλιότερων εποχών (προγονοπληξία), σε επαναστάσεις που έγιναν σε χώρες της Λατ. Αμερικής ή της Κίνας (βλ. Τσε Γκεβάραή στηλίτευαν τον πόλεμο του Βιετνάμ.



    •   Παρουσιάζεται μια δράση χωρίς κόστος, ανώδυνη, επιφανειακή
    •   Τα προβλήματα της χώρας δεν αγγίζουν τους νέους.
    •   Ειρωνικός τόνος με συναισθηματικά φορτισμένο λεξιλόγιο: Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας,  τόσο, μα τόσο ανθρώπινα,(αναδίπλωση), συγκινημένα, τα παιδάκια, καημό, πάσχοντος.
    •   Επαναφορά: Για τα παιδάκια… Για ήρωες… Για επαναστάτες…. Για τον καημό.
    Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή
    στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
    δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό

       Ο ειρωνικός έπαινος του ποιητή
    •   Οι νέοι δε συμμετέχουν μόνο θεωρητικά στους αγώνες των λαών, αλλά ενεργητικά  ( συμμετοχή, άμεσο και δραστικό παρών).
    •   Ολοφάνερη η ειρωνεία του ποιητή. Η συμμετοχή των νέων στο δράμα της χώρας τους είναι ανύπαρκτη
    •   Η δράση τους (στ. 6) περιορίζεται στα τραγούδια τους.
    - κατόπιν τούτου
    Νομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω                                                              
    Δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
    Και να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.

      Ο σαρκασμός
    •   Ο χωρισμός με την παύλα γίνεται για λόγους έμφασης.
    •   Παρουσιάζεται ειρωνικά η ανταμοιβή των νέων, που ο ποιητής θεωρεί (νομίζω) ότι ταιριάζει στους νέους. Αυτή είναι η ξεκούραση από τους αγώνες και η ξεγνοιασιά.
    •   Ο σαρκασμός δηλώνεται με τις εκφράσεις με το παραπάνω, αδελφέ, κούραση.
    •     Η φράση Δυο δυο, τρεις τρεις συνιστά ανταμοιβή: έτσι η νεολαία θα δείξει την ανυπακοή της στην απαγόρευση των δημοσίων συγκεντρώσεων από τη χούντα (ειρωνεία), πέρα των πέντε ατόμων.
    •   Η φράση κατόπιν τούτου ειρωνεύεται την επιβολή της καθαρεύουσας από το καθεστώς στην εκπαίδευση.
    •   Αποκορύφωση της ειρωνείας.
    (Mας γέρασαν προώρως, Γιώργο, το κατάλαβες;)
     
      Η πικρία για την περασμένη γενιά
    •   Ο ποιητής απευθύνεται σε κάποιον φίλο του πιθανόν συναγωνιστή του.
    •   Δηλώνει την απαισιοδοξία του και την πικρία του και την απογοήτευσή του.
    •   Οι νέοι της εποχής με την έλλειψη αγωνιστικότητας είναι σαν να έχουν γεράσει ψυχικά.
    •   Η γενιά του ποιητή βρίσκεται στη μέση ηλικία και νιώθει ακόμη πιο γερασμένη όταν βλέπει τους νέους να έχουν τέτοια αντίδραση στο καθεστώς.
    •   Η παρένθεση δηλώνει την αλλαγή ύφους: μετάβαση από την ειρωνεία στην πικρία.
    •   Το ποίημα αρχίζει με τίτλο που παραπέμπει στο Καβάφη και τελειώνει με απότομη αλλαγή ατμόσφαιρας και αιφνιδιασμό (βλ. Τι θ’απογίνουμε χωρίς βαρβάρους;)
    Ο στόχος του ποιητή
    •   Επικρίνει την αδράνεια των νέων και προσπαθεί να τους φιλοτιμήσει, ώστε να ενεργοποιηθούν εναντίον του καθεστώτος.
    •   Έντονος προβληματισμός του ποιητή σε κοινωνικά και πολιτικά θέματα.
    •   Φανερή η πικρία του ότι από τη σύγχρονη  νεολαία απουσιάζει η αγωνιστικότητα και ο ουσιαστικός προβληματισμός.
     
    Σύγκριση με το ομώνυμο ποίημα του Καβάφη 
     
    •Οι νέοι των δύο εποχών δεν ταυτίζονται εντελώς, αλλά έχουν αρκετά κοινά γνωρίσματα.


    Καβαφικοί νέοι
    Νέοι του 1970
        Εκλεπτυσμένοι.
       Ενδιαφέρον για τα γράμματα και τις τέχνες.
       Αρέσκονται στις ανέσεις του βίου.

       Έχουν πολιτικά και κοινωνικά ενδιαφέροντα που περιορίζονται σε θεωρητικό επίπεδο.
       Ενδιαφέρονται για τις διασκεδάσεις.

       Υποβαθμίζουν τα θέματα που σχετίζονται με την αγωνιστική δράση: τη φιλοπατρία, τους αγώνες για δημοκρατία και ελευθερία.

      Δεν ευαισθητοποιούνται πάνω στη δύσκολη κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα.
      Δεν έχουν συνειδητοποιήσει το χρέος τους


    Τεχνική του ποιητή

    Γλώσσα
    Απλή , κατανοητή.
      Λέξεις από την καθημερινότητα (ζουμί, ξεσκάσετε, αδελφέ).

      Λέξεις από την καθαρεύουσα ( του πάσχοντος, κατόπιν τούτου) = ειρωνεία στο καθεστώς/ ομοιότητα με τον Καβάφη.

       Χρήση α’ πληθ.= απευθύνεται στο φίλο του(στη γενιά του).

       Χρήση β΄ πληθ.= απευθύνεται στους νέους .
    •   Διαλογικός χαρακτήρας
    Ύφος

       Απλό, λιτό.

      Δεν επιδιώκεται ο λυρισμός.

      Κυριολεξία και σαφήνεια.

      Διάχυτη η ειρωνική διάθεση.

      Προσωπικός τόνος = αμεσότητα 






    Βιβλιογραφία

              Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Γ’ τεύχος, Γ΄ Τάξη Γενικού Λυκείου, Βιβλίο του καθηγητή, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2008.

              Αξιολόγηση των μαθητών της Β’Λυκείου στη Νεοελληνική λογοτεχνία, τευχ. Β’,  Κέντρο Εκπαιδευτικής έρευνας ΥΠΕΠΘ, Αθήνα 1999.

              Φιλολογική , Τρίμηνη περιοδική έκδοση ενημέρωσης και προβληματισμού της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων, Αφιέρωμα  Μανόλης Αναγνωστάκης, τευχ. 93 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος ,2005), εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2005.

              Εμμανουηλίδης Παν., Πετρίδου-Εμμανουηλίδου Έλλη, Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Ποίηση, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2001.

              Καρβέλης Τάκης, Η νεότερη ποίηση, Θεωρία και πράξη, εκδ. Κώδικας, Αθήνα 1983.

              Μπαλάσκας Κώστας, Ταξίδι με το κείμενο, Προτάσεις για την ανάγνωση της λογοτεχνίας, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα 1990.

              Πολίτης Λίνος, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1985.



    Ο Μανόλης Αναγνωστάκης που φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο για τις πολιτικές του ιδέες και την πολιτική του δράση (1949), διαπιστώνει δύο δεκαετίες μετά, στα χρόνια πια της δικτατορίας, πως οι νέοι εκείνης της εποχής έχουν μια εντελώς επιφανειακή αγωνιστική διάθεση. Παρά το γεγονός πως η χώρα βρίσκεται υπό το ανελεύθερο καθεστώς μιας στρατιωτικής δικτατορίας, οι νέοι αρκούνται στο να εκφράζουν τον κοινωνικό τους προβληματισμό μέσα από τραγούδια που μνημονεύουν τις διάφορες αδικίες που υφίστανται άνθρωποι σε άλλες χώρες. Οι νέοι του 1970 δεν έχουν την αποφασιστικότητα εκείνη που θα τους οδηγούσε σε αγώνες μέχρι τέλους για τα πιστεύω και για τη διεκδίκηση της ελευθερίας τους, είναι μόνο κατ’ όνομα επαναστατημένοι, αφού οι όποιες ανησυχίες τους εκτονώνονται με ήπιες μορφές αντίδρασης. 

    «Κανονικά δεν πρέπει να ‘χουμε παράπονο
    Καλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα.
    Κορίτσια δροσερά — αρτιμελή αγόρια
    Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.»

    Η ειρωνεία του ποιήματος, που γίνεται περισσότερο εμφανής στους καταληκτικούς στίχους, είναι παρούσα ήδη στον πρώτο στίχο και στη διαπίστωση του Αναγνωστάκη πως «κανονικά» δεν πρέπει ο ίδιος κι οι συγκαιρινοί του να έχουν παράπονο από τους νέους της εποχής. Πρόκειται, όπως επισημαίνει, για μια συντροφιά γεμάτη νιάτα, αποτελούμενη από δροσερά κορίτσια και αρτιμελή αγόρια -τ’ αγόρια εκείνων των χρόνων δεν είχαν γνωρίσει τα δεινά του πολέμου και δε φέρουν, άρα, τραύματα ανάλογα μ’ εκείνα που είχαν σημαδέψει τα σώματα παλαιότερων γενιών. Μια συντροφιά γεμάτη πάθος κι έρωτα τόσο για τη ζωή, όσο και για τη δράση∙ έστω κι αν οι τότε νέοι κατανοούσαν, προφανώς, διαφορετικά το τι σημαίνει να αγωνίζεται κανείς, σε σχέση με το πώς το εννοούσε αυτό και πώς το είχε ζήσει ο ίδιος ο ποιητής.
    Με τη λέξη «κανονικά», επομένως, ο ποιητής αφήνει να εννοηθεί πως παρά τις όποιες αρετές των νέων αυτών, υπάρχει εντούτοις σαφές παράπονο για τη στάση και τη συμπεριφορά τους.

    «Καλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας
    Τόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,
    Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ’ άλλην ήπειρο
    Για ήρωες που σκοτώθηκαν σ’ άλλα χρόνια,
    Για επαναστάτες Μαύρους, Πράσινους, Κιτρινωπούς,
    Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Ανθρώπου.»

    Ο ποιητής δηλώνει εξίσου «ικανοποιημένος» και με τα τραγούδια των νέων της εποχής του, διατηρώντας, ωστόσο, την ειρωνική του διάθεση απέναντι στο εκ του ασφαλούς ενδιαφέρον που εκφράζουν οι νέοι για ό,τι συμβαίνει -τοπικά ή χρονικά- μακριά από αυτούς. Έχουν, λοιπόν, τα τραγούδια τους νόημα και «ζουμί», κι εκφράζουν ανθρωπιά και συγκίνηση∙ η συγκίνηση αυτή, ωστόσο, αφορά παιδάκια που πεθαίνουν σε κάποιαν άλλη ήπειρο∙ ήρωες που σκοτώθηκαν σε άλλα, περασμένα χρόνια, ή επαναστάτες διαφόρων χρωμάτων που σαφώς δραστηριοποιούνται σε άλλες μακρινές περιοχές. Έτσι, ενώ οι νέοι δείχνουν πόσο τους αγγίζει ο καημός του Ανθρώπου∙ ο καημός εν γένει του Ανθρώπου που πάσχει, διατηρούν μια οδυνηρή αποστασιοποίηση απ’ όσα συμβαίνουν στη δική τους πατρίδα.  
    Το ενδιαφέρον των νέων αυτών μοιάζει, άρα, να περιορίζεται στα δεινά όσων βρίσκονται σε άλλες χώρες, σαν να μην έχει η Ελλάδα δικές τις δυσκολίες να αντιμετωπίσει, σαν να μη βιώνουν οι Έλληνες τα δικά τους βάσανα. Είναι εύλογη, επομένως, η αγανάκτηση του ποιητή, καθώς διαπιστώνει πως οι νέοι της εποχής του, οι νέοι που ζουν υπό το καθεστώς της δικτατορίας, εκφράζουν συγκίνηση και ενδιαφέρον για κάθε πιθανό πρόβλημα οποιασδήποτε άλλης χώρας του κόσμου, ενώ μένουν αδρανείς τελικά απέναντι στα ζητήματα της ίδιας τους της πατρίδας.

    Ιδιαιτέρως σας τιμά τούτη η συμμετοχή
    Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
    Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό —

    Ο ειρωνικός λόγος του ποιητή, που θα περνούσε πιθανώς απαρατήρητος από τους νεαρούς αποδέκτες των λόγων του, καταλήγει εδώ -προτού ξεσπάσει πια σε πικρό σαρκασμό- σ’ έναν κενό έπαινο των κενών αγώνων που δίνουν οι νέοι εκείνων των χρόνων. Τους τιμά ιδιαιτέρως, όπως αναφέρει ο ποιητής, η συμμετοχή τους στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού τους, έστω κι αν τελικά η συμμετοχή αυτή είναι μια μερικής και επιφανειακής αφοσίωσης γενικόλογη έκφραση συμπάθειας στις οδύνες των ανθρώπων ανά τον κόσμο.
    Τη στιγμή που οι νέοι αυτοί θα έπρεπε να δίνουν έναν πραγματικό και δίχως σταματημό αγώνα μέχρι να διασφαλιστεί η ελευθερία της χώρας, εκείνοι αρκούνται σε μελοδραματικά τραγούδια και συζητήσεις, χωρίς καν να στερούν από τον εαυτό τους το δικαίωμα στον έρωτα και στη διασκέδαση. Χαώδης απόσταση χωρίζει αυτούς τους νέους «της Σιδώνος» από τον ποιητή που ήταν πρόθυμος να θυσιάσει ακόμη και τη ζωή του για να υπηρετήσει τις ιδέες και τα πιστεύω του.

    «κατόπιν τούτου
    Νομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω
    Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
    Και να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.»

    Ο Αναγνωστάκης προχωρά πλέον σε μια σαφέστερα ειρωνική αντιμετώπιση της νεανικής συντροφιάς, αφού ακολουθώντας τη δική τους στάση απέναντι στην έννοια της αγωνιστικής διάθεσης, τούς αναγνωρίζει πως έχουν πια κάθε δικαίωμα να αφήσουν στην άκρη τους «αγώνες» και να δοθούν στον έρωτα και στις διασκεδάσεις, μιας κι η κούρασή τους θα είναι σίγουρα μεγάλη, μετά από τόσα τραγούδια και τόσο προβληματισμό.
    Ο ποιητής εκπλήσσεται από τη λογική των νέων της εποχής του που αντιμετωπίζουν την -υποτιθέμενη- αγωνιστική δράση, σαν μια ολιγόωρη και μη δεσμευτική απασχόληση, που επαρκεί, ωστόσο, για να τους προσφέρει την αίσθηση πως έχουν επιτελέσει το καθήκον τους. Του είναι δύσκολο να καταλάβει πώς από τα χρόνια της δικής του νεότητας, που οι άνθρωποι δίνονταν ολόψυχα στους αγώνες τους, περάσαμε σε μια γενιά που νομίζει πως με δυο τραγούδια για τα δεινά της ανθρωπότητας λαμβάνει άλλοθι για την καταφανή αδυναμία της να έρθει αντιμέτωπη κατά πρόσωπο με τους δυνάστες του τόπου. 

    (Μας γέρασαν προώρως, Γιώργο, το κατάλαβες;)

    Η παρενθετική αποστροφή στον φίλο και συναγωνιστή του, καθιστά εμφανή την αγανάκτηση του ποιητή για τον ξεπεσμό του αγωνιστικού φρονήματος που αντικρίζει γύρω του. Αίφνης, ο ποιητής αισθάνεται σαν να μην ανήκει σ’ αυτή την εποχή, σαν να έχει έρθει από κάποιο μακρινό παρελθόν, αφού του είναι αδύνατο να κατανοήσει πώς γίνεται να πιστεύει κανείς πως επιδίδεται σε αγώνες ή πως έχει επίγνωση της πραγματικότητας, αν κλείνει τα μάτια σε όσα συμβαίνουν στην πατρίδα του και νοιάζεται μόνο για όσα συμβαίνουν σε άλλες χώρες και ηπείρους. Τι είδους αγώνες είναι αυτοί που περιορίζονται σε τραγούδια και δήθεν εκφράσεις ανησυχίας για ανθρώπους άλλων χωρών, όταν το ανελεύθερο καθεστώς στην Ελλάδα αφήνεται στο απυρόβλητο;

    Η πρόθεση του Αναγνωστάκη να στηλιτεύσει τη στάση των νέων της εποχής εκείνης καθίσταται εμφανέστερη από τη συνομιλία με το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Νέοι της Σιδώνος (400 μ.X.)» απ’ το οποίο και δανείζεται τον τίτλο του δικού του ποιήματος. Όπως οι νέοι της Σιδώνος του Καβάφη αδυνατούν να κατανοήσουν την απόλυτη αξία που έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες στην ελευθερία, έτσι κι οι νέοι των χρόνων της δικτατορίας αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν πόσο ανεπίτρεπτο είναι το να συμβιβάζονται με τη στέρηση της ελευθερίας τους, προκειμένου να μπορούν ανεμπόδιστα να επιδίδονται στις καθημερινές τους διασκεδάσεις, αρκούμενοι σε μια υποτυπώδη μόνο αγωνιστική δράση, η οποία εξαντλείται σε λίγα δακρύβρεχτα τραγούδια για τον πόνο του ανθρώπου. Οι νέοι αυτοί και οι θεωρητικού επιπέδου αγώνες τους, φέρνουν στη σκέψη του Αναγνωστάκη τον καβαφικό νέο της Σιδώνος που δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί το τι σημαίνει να εκμηδενίζεις την ατομικότητά σου προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και τελικά να αναγνωρίζεις ως σημαντικότερο έργο της ζωής σου τη συνεισφορά σου στους αγώνες της πατρίδας σου.   
    Ο αρωματισμένος νέος της Σιδώνος αγανακτεί με το γεγονός ότι ο Αισχύλος στο επιτάφιο επίγραμμά του επέλεξε να αναφερθεί «μόνο» στη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα, κι όχι στο ποιητικό του έργο, διότι αδυνατεί επί της ουσίας να κατανοήσει πως εκείνο που ήταν σταθερά το σημαντικότερο για τους Έλληνες ήταν η διαφύλαξη της ελευθερίας της πατρίδας τους.
    Βέβαια, ο νεαρός αυτός ζει σε μια πόλη που αποτελεί μέρος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και δεν έχει την αίσθηση της εθνικής ταυτότητας. Δεν αισθάνεται ότι ανήκει σε κάποιο ξεχωριστό έθνος, ούτε αισθάνεται ότι έχει κάποια ευθύνη απέναντι στην αχανή και απρόσωπη αυτοκρατορία. Το μόνο που απασχολεί τον ευκατάστατο αυτό νεαρό είναι η ενασχόληση με την τέχνη και, φυσικά, η διασκέδαση. Είναι, επομένως, λογικό να μην μπορεί να αντιληφθεί τις ιδιαίτερες αξίες του Αισχύλου και την τόσο μεγάλη αγάπη που αισθάνεται ο ποιητής για την πατρίδα του και για την ελευθερία.

    «A δεν μ’ αρέσει το τετράστιχον αυτό.
    Εκφράσεις τοιούτου είδους μοιάζουν κάπως σαν λιποψυχίες.
    Δώσε — κηρύττω — στο έργον σου όλην την δύναμί σου,
    όλην την μέριμνα, και πάλι το έργον σου θυμήσου
    μες στην δοκιμασίαν, ή όταν η ώρα σου πια γέρνει.
    Έτσι από σένα περιμένω κι απαιτώ.
    Κι όχι απ’ τον νου σου ολότελα να βγάλεις
    της Τραγωδίας τον Λόγο τον λαμπρό —
    τι Aγαμέμνονα, τι Προμηθέα θαυμαστό,
    τι Ορέστου, τι Κασσάνδρας παρουσίες,
    τι Επτά επί Θήβας— και για μνήμη σου να βάλεις
    μ ό ν ο  που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό
    πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Aρταφέρνη.»

    Ο νέος αυτός που απαξιώνει με τρόπο ειρωνικό τη συμμετοχή του Αισχύλου στη μάχη του Μαραθώνα «μ ό ν ο  που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό / πολέμησες» και τοποθετεί την ποιητική δημιουργία σε υψηλότερη θέση από την αφοσίωση και την αγάπη στην πατρίδα∙ από την αφοσίωση στο ιδανικό της ελευθερίας, βρίσκει το ανάλογό του στους νέους της εποχής του Αναγνωστάκη, οι οποίοι ενώ κλείνουν τα μάτια μπροστά στην ανελευθερία της δικής τους χώρας, νομίζουν πως επιτελούν το χρέος τους μόνο και μόνο επειδή εκφράζουν την αγωνία τους για τα δεινά που βιώνουν οι άνθρωποι άλλων χωρών. Κι ενώ ο καβαφικός νέος δικαιολογείται εν μέρει, αφού δεν γνώρισε ποτέ την πραγματική ελευθερία, ώστε να είναι σε θέση να εκτιμήσει την αξία της, οι νέοι του ποιήματος του Αναγνωστάκη δεν έχουν ανάλογη δικαιολογία. Η δική τους απροθυμία να κοιτάξουν κατάματα την κατάσταση της χώρας τους και να δράσουν δυναμικά για να την αλλάξουν, αποτελεί ένδειξη εκφυλισμού του κάποτε αδάμαστου αγωνιστικού φρονήματος των Ελλήνων. 


    Δομή α΄ενότ.: (‘Κανονικά- για τη δράση’): γενική παρουσίαση της νεανικής συντροφιάς. β΄ενότ: (‘Καλά-Ανθρώπου’): τα τραγούδια των νέων διακρίνονται για τον κοινωνικό προβληματισμό τους (…) γ΄ενότ.: (‘Ιδιαιτέρως-κούραση’): μέσα από την ειρωνεία ο ποιητής αποκαλύπτει τα συναισθήματα που νιώθει για τους νέους. δ΄ενότ: (‘Μας γέρασαν προώρως, Γιώργο, το κατάλαβες;’): αποστροφή του ποιητή στο φίλο του, Γιώργο, και διατύπωση του προβληματισμού του. Μήνυμα του ποιήματος: Η θεωρία χωρίς την πράξη δεν έχει καμιά αξία΄ η διαμαρτυρία για τα κακώς κείμενα δεν αρκεί, αν δε συνοδεύεται από αγώνα΄ η απουσία δράσης είναι συνενοχή. Τεχνική του ποιήματος Λιτότητα στην έκφραση, στίχος πεζολογικός, απελευθερωμένος από το ρυθμό, στοιχεία λαϊκότροπα και τύποι της καθαρεύουσας, επαναλήψεις, ρητορικά σχήματα, τόνος ειρωνικός/ σαρκαστικός. Σχολιασμός τίτλου: Παραπέμπει στο ποίημα του Κ. Καβάφη ‘Νέοι της Σιδώνος 400 μ. Χ.’. Ακόμη και ο χρονοδείκτης (…) Ανάλυση 1 η ενότητα: Η εγκαρδιότητα των νέων που απαρτίζουν την ομήγυρη, στην οποία βρίσκεται και ο ποιητής θα έπρεπε κανονικά να τον ευχαριστεί. Ωστόσο, η δυσκολία των συνθηκών (δικτατορία) και η συνειδητοποίηση πως τα παιδιά αυτά φαινομενικά μόνο δείχνουν πάθος για έρωτα και ζωή- ενώ δεν έχουν καμία διάθεση να αντιδράσουν δυναμικά- τον απογοητεύουν. (Το ηλικιακό χάσμα ανάμεσα στον ποιητή και τα παιδιά σηματοδοτεί και επικοινωνιακό κενό). 2 η ενότητα: Τα τραγούδια που επιλέγει η νεανική συντροφιά διακρίνονται για το κοινωνικό τους περιεχόμενο και τον ανθρωπιστικό τους προβληματισμό, όμως αναφέρονται σε ήρωες άλλων εποχών και περιοχών. Περισσεύει η υποκρισία… Οι νέοι αυτοί εξαντλούν την ευαισθησία τους ακούγοντας για τον καημό του εν γένει πάσχοντος ανθρώπου (σαρκασμός). 3 η ενότητα: Ο ποιητής επικρίνει πλέον ολοφάνερα τη νεολαία της εποχής του για την αδράνειά της με λόγο ιδιαίτερα καυστικό. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να τους… αναγνωρίσει το δικαίωμα και να τους προτρέψει ‘Και να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση’. 4 η ενότητα: Στο στίχο αυτό ο ποιητής εξομολογείται στο φίλο του, Γιώργο, σε α΄ πληθ. πρόσωπο. Η ρητορική ερώτηση αναδεικνύει το βάθος του προβληματισμού του ποιητή και την αντίθεσή του με τη στάση των νέων (…). Το επίρ. προώρως (=πριν από την ώρα) δηλώνει (α) την επιτάχυνση του χρόνου και (β) ωραιοποιεί το παρελθόν της γενιάς του ποιητή, που είχε διαφορετικά βιώματα και ‘μιλούσε’ με έργα. Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ: Νέοι της Σιδώνος 400 μ. Χ. Αισχύλον Ευφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει μνήμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλα` αλκήν δ' ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος. (Αυτό το μνήμα σκεπάζει τον Αισχύλο, το γιο του Ευφορίωνα, Αθηναίο που πέθανε στη σιτοφόρα Γέλα, για την ευδόκιμη ανδρεία του μπορεί να μιλήσει το άλσος του Μαραθώνα και ο Πέρσης με την πυκνή χαίτη, που τη γνώρισε καλά) Ο ηθοποιός που έφεραν για να τους διασκεδάσει απήγγειλε και μερικά επιγράμματα εκλεκτά. Η αίθουσα άνοιγε στον κήπο επάνω` κι είχε μιαν ελαφρά ευωδία ανθέων 5 που ενώνονταν με τα μυρωδικά των πέντε αρωματισμένων Σιδωνίων νέων. Διαβάσθηκαν Μελέαργος, και Κριναγόρας, και Ριανός. Μα σαν απήγγειλεν ο ηθοποιός, "Αισχύλον Ευφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει" 10 (τονίζοντας ίσως υπέρ το δέον το "άλκην δ' ευδόκιμον", το "Μαραθώνιον άλσος") πετάχθηκε ευθύς ένα παιδί ζωηρό, φανατικό για γράμματα, και φώναξε` "Α δεν μ' αρέσει το τετράστιχον αυτό. 15 Εκφράσεις τοιούτου είδους μοιάζουν κάπως σαν λιποψυχίες Δώσε - κηρύττω - στο έργον σου όλην την δύναμή σου όλην την μέριμνα, και πάλι το έργο σου θυμήσου μες στην δοκιμασίαν, ή όταν η ώρα σου πια γέρνει. Έτσι από σένα περιμένω κι απαιτώ. 20 Κι όχι από το νου σου ολότελα να βγάλεις της Τραγωδίας τον Λόγο τον λαμπρό- τι Αγαμέμνονα, τι Προμηθέα θαυμαστό, τι Ορέστου, τι Κασσάνδρας παρουσίες, τι Επτά επί Θήβας - και για μνήμη σου να βάλεις 25 μ ό ν ο που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Αρταφέρνη." Ερώτηση Αφού μελετήσετε το ποίημα του Μ. Αναγνωστάκη ‘Νέοι της Σιδώνος, 1970’ και τα ο ποίημα του Κ. Καβάφη ‘ Νέοι της Σιδώνος 400 μ.Χ.’, να εντοπίσετε ομοιότητες και διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους, ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Παράλληλο Κείμενο Κλείτος Κύρου: "Κιβωτός του Νώε" Ήταν κι η επανάσταση Πέρα από κάθε κίνητρο Μια ιδεώδης διέξοδος Τόσες ζητωκραυγές Τόσα όνειρα Τόσες αστραπές Πού να χωρέσουν. Ύστερα από την καταστολή Οι θλιβεροί επιζώντες Είκοσι χρόνια περιφέρουν Τα λείψανα της πυρκαγιάς. Κι αναλογίζονται με κάποιο φθόνο Τις αναλλοίωτες μορφές Εκείνων Που έπεσαν σε μιαν ακμή. Οι "θλιβεροί επιζώντες" - κεντρικά πρόσωπα αυτού του ποιήματος σε τι διαφέρουν από τους Σιδώνιους νέους του Αναγνωστάκη; Το ποίημα αυτό συνεξετάζεται με τους Σιδώνειους νέους του Κ. Π. Καβάφη είτε ομαδοσυνεργατικά στην τάξη είτε στο σπίτι ως εργασία σε ομάδες με δοσμένες ερωτήσεις και αξιοποίηση των ερωτήσεων του βιβλίου. Δίνεται έμφαση στη στάση των νέωνεμμονή στα λόγια-, στο λόγο-σχόλιο του ποιητή για τους νέους και στην ειρωνεία-σαρκασμό. Σχολιάζεται ο παρενθετικός στίχος στο τέλος όπου ο ποιητής εξομολογείται στο φίλο του Γιώργο σε α΄ πληθυντικό πρόσωπο, π.χ. «(Μας γέρασαν προώρως, Γιώργο, το κατάλαβες;»). Η ρητορική ερώτηση αναδεικνύει το βάθος του προβληματισμού του ποιητή και συνειδητού πολίτη και την αντίθεσή του σχετικά με τη στάση των νέων, που σταματούν στα λόγια. Το επίρρημα «προώρως» =πριν την ώρα, δηλώνει επιτάχυνση του χρόνου, αλλά και ωραιοποίηση του παρελθόντος του Γιώργου, φίλου του ποιητή και του ποιητή που ανήκουν σε άλλη γενιά, βίωσαν άλλα πράγματα και ως νέοι μιλούσαν με έργα και όχι μόνον με μεγάλα λόγια. Γενικά, η μεγαλοστομία και οι κούφιες λέξεις καταγγέλλονται ποιητικά από το Μ. Αναγνωστάκη. Άλλωστε, ο ποιητής καταθέτει και ποιητικά ότι οι άνθρωποι κρίνονται από τις πράξεις τους, οι οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Η αλήθεια και η διαφάνεια των πραγμάτων είναι το ποιητικό και κοινωνικό αίτημα του ποιητή, διότι μέσα από αυτή θα προκύψει η αυτοκριτική και η κάθαρση. Σε μια κριτική ενδοσκόπηση καταθέτει ποιητικά ότι πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά, να λέμε τη σκάφη σκάφη και τα σύκα σύκα. Έτσι, με το λαϊκό επαναδιπλούμενο λόγο σηματοδοτεί ο ποιητής την αλήθεια και την αυθεντικότητα προσώπων, πραγμάτων και καταστάσεων ως διαρκές αίτημα. Τεστ Εξεταζόμενο Κείμενο: Μ.Αναγνωστάκη Νέοι Της Σιδώνος, 1970 Ερωτήσεις: 1) Πως συνδέεται η χρονολογία του τίτλου α. Με τον ποιητή και τα βιώματά του; β. Με την ιστορική πορεία του τόπου; (μονάδες 15) 2) Διαβάζοντας το ποίημα, ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι διεξάγεται ένας διάλογος σε δύο επίπεδα. α. Με ποιους τρόπους επιτυγχάνεται αυτό; β. Ποιοι είναι κάθε φορά οι υποτιθέμενοι συνομιλητές; (μονάδες 20) 3) Ο τόνος του ποιήματος είναι ειρωνικός. Ποια από τα στοιχεία που παρέχει το ποίημα στηρίζουν την άποψη αυτή; (μονάδες 20) 4) Πως επηρεάζει η στάση και η φιλοσοφία ζωής των νέων την ψυχική διάθεση του ποιητή; (μονάδες 25) 5) Αφού μελετήσετε το ποίημα του Κ. Καβάφη να συγκρίνετε τους νέους που παρουσιάζονται σ’ αυτό με τους σιδώνιους νέους του Αναγνωστάκη. (μονάδες 20) Κωνσταντίνος Καβάφης «Νέοι τῆς Σιδῶνος (400 μ.Χ.)» Ὁ ἠθοποιός πού ἔφεραν γιά νά τούς διασκεδάσει ἀπήγγειλε καί μερικά ἐπιγράμματα ἐκλεκτά. Ἡ αἴθουσα ἄνοιγε στον κῆπο ἐπάνω κ’ εἶχεν μιάν ἐλαφρά εὐωδία ἀνθέων πού ἑνώνονταν μέ τά μυρωδικά τῶν πέντε ἀρωματισμένων Σιδωνίων νέων. Διαβάσθηκαν Μελέαγρος, καί Κριναγόρας, καί Ριανός. Μά σάν ἀπήγγειλεν ὁ ἠθοποιός, «Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει –» (τονίζοντας ἴσως ὑπέρ τό δέον τό «ἀλκήν δ’ εὐδόκιμον», τό «Μαραθώνιον ἄλσος»), πετάχθηκε εὐθύς ἕνα παιδί ζωηρό, φανατικό γιά γράμματα καί φώναξε «Ἆ δέν μ’ ἀρέσει τό τετράστιχον αὐτό. Ἐκφράσεις τοιούτου εἴδους μοιάζουν κάπως σάν λιποψυχίες. Δῶσε -κηρύττω- στό ἔργον σου ὅλην τήν δύναμί σου, ὅλην τήν μέριμνα, καί πάλι τό ἔργον σου θυμήσου μές στήν δοκιμασίαν, ἤ ὅταν ἡ ὥρα σου πιά γέρνει. Ἒτσι ἀπό σένα περιμένω κι ἀπαιτῶ. Κι ὄχι ἀπ’ τόν νοῦ σου ὁλότελα νά βγάλεις τῆς Τραγωδίας τόν Λόγον τόν λαμπρό – τί Ἀγαμέμνονα, τί Προμηθέα θαυμαστό, τί Ὀρέστου, τί Κασσάνδρας παρουσίες, τί Ἑπτά ἐπί Θήβας – καί γιά μνήμη σου νά βάλεις μ ό ν ο πού μές στῶν στρατιωτῶν τές τάξεις, τόν σωρό πολέμησες καί σύ τόν Δᾶτι καί τόν Ἀρταφέρνη.» [1920] Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλα∙ ἀλκήν δ’ ευὐδόκιμον Μαραθώνιον ἄλσος ἄν εἴποι καί βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος. [Αυτό το μνήμα σκεπάζει τον Αισχύλο, το γιο του Ευφορίωνα, Αθηναίο, που πέθανε στη σιτοφόρα Γέλα∙ για την ευδόκιμη ανδρεία του μπορεί να μιλήσει το άλσος του Μαραθώνα και ο Πέρσης με την πυκνή χαίτη, που τη γνώρισε καλά.] Σιδώνα είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη του Λιβάνου. Παλαιότατη φοινικική πόλη στην πεδιάδα που εκτείνεται ανάμεσα στο βουνό Λίβανος και τη Μεσόγειο, κτισμένη σε σχετικά μικρή απόσταση από την Τύρο και τη Βηρυτό. Μελέαγρος: Ελληνοσύρος ερωτικός επιγραμματοποιός και ανθολόγος (άκμασε περ. 100 π.Χ.) Κριναγόρας: ασήμαντος ελεγειακός και αυλικός ποιητής του 1ου π.Χ. αιώνα. Ριανός: ποιητής και φιλόλογος (γεν. 275 π.Χ.), έγραψε έπη και ερωτικά επιγράμματα. Δάτις και Αρταφέρνις: οι ηγέτες των Περσών στη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) κατά την πρώτη περσική εισβολή στην Ελλάδα. Ο Αισχύλος πολέμησε ηρωικά, τραυματίστηκε βαριά, και κινδύνεψε να πεθάνει. Ο Αισχύλος (525-456 π.Χ.) πέθανε στην πόλη Γέλα της Σικελίας. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης στο ποίημά του Νέοι τῆς Σιδῶνος (400 μ.Χ.) παρουσιάζει την αντίθεση των ιδανικών που παρουσιάζονται ανάμεσα σε δύο διαφορετικές εποχές και πώς αυτό που θεωρούνταν απολύτως σημαντικό σε κάποια εποχή χάνει την αξία του και κρίνεται δευτερεύον σε κάποια μεταγενέστερη περίοδο. Το ποίημα παρουσιάζει μια παρέα νέων στη Σιδώνα, πόλη της Φοινίκης, στα 400 μ.Χ., οι οποίοι για να διασκεδάσουν καλούν έναν ηθοποιό να τους απαγγείλει επιγράμματα. Οι νέοι βρίσκονται σ’ έναν πολύ όμορφο χώρο και προφανώς αρέσκονται στην πολυτελή ζωή και στις διασκεδάσεις. Οι νέοι αυτοί ζουν σε μια χώρα που αποτελεί μέρος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας εδώ και αιώνες, ενώ πιο πριν ήταν τμήμα της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, γεγονός που σημαίνει ότι δεν έχουν κάποια αίσθηση εθνικής ταυτότητας, ούτε κάποια διάθεση να εναντιωθούν στην κατάσταση που επικρατεί. Η βασική τους μέριμνα είναι η απόλαυση της ζωής και η πνευματική τους καλλιέργεια. Η ανάγνωση από τον ηθοποιό του επιτάφιου επιγράμματος που αποδίδεται στον ίδιο τον Αισχύλο, προκαλεί την αγανάκτηση ενός από τους νέους, καθώς ο μεγάλος δραματικός ποιητής θέλοντας να προβάλει τα σημαντικότερα στοιχεία της ταυτότητάς του αναφέρεται στο γεγονός ότι συμμετείχε στη Μάχη του Μαραθώνα και δεν κάνει καμία μνεία στο σημαντικότατο ποιητικό του έργο. Ο νεαρός αγανακτεί με το επίγραμμα αυτό και με ιδιαίτερη ένταση δηλώνει ότι ένας τόσος σπουδαίος ποιητής, όπως είναι ο Αισχύλος, θα έπρεπε να είναι απόλυτα αφοσιωμένος στο ποιητικό του έργο, μιας και η τέχνη του είναι ό,τι σημαντικότερο έχει στη ζωή του. Κάθε στιγμή, και ιδιαίτερα όταν το τέλος του πλησίαζε, θα έπρεπε να έχει στη σκέψη του το ποιητικό του έργο και όχι να αναφέρει για τον εαυτό του μόνο τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα. Στο επίγραμμά του έπρεπε να τιμήσει το έργο του και να αναφερθεί σε αυτό, καθώς η πλέον πολύτιμη συνεισφορά του Αισχύλου –σύμφωνα με την άποψη του νέου- ήταν η ποιητική του δημιουργία και όχι η τέλεση του στρατιωτικού του καθήκοντος. Το ποίημα αυτό μοιάζει σαφές ως προς τη νοηματική του διάσταση, με την αντίθεση ανάμεσα στο τι θεωρούσε σημαντικότερο ο Αισχύλος και τι ο Σιδώνιος νέος, να προβάλλεται με παραστατικό τρόπο από τον ποιητή. Η δυσκολία του ποιήματος έγκειται στο γεγονός ότι δεν μπορούμε να διακρίνουμε ποια ήταν η θέση του Καβάφη επί του θέματος, καθώς δεν είναι εύκολο να διαπιστώσουμε αν συμφωνεί με τις απόψεις του νέου ή όχι. Γνωρίζουμε, βέβαια, ότι ο Καβάφης θεωρούσε την Τέχνη της Ποιήσεως ό,τι πολυτιμότερο είχε στη ζωή του και πως για εκείνον η ποίηση είχε πάντοτε τη μεγαλύτερη αξία, αλλά δεν μπορούμε να καταλήξουμε αν σ’ αυτό το ποίημα χρησιμοποιεί τα λόγια του νέου για να κρίνει τη στάση του Αισχύλου ή απλώς επιχειρεί να τονίσει πόσο αλλάζουν οι προτεραιότητες και τα ιδανικά των ανθρώπων με την πάροδο των χρόνων. Στους 13 πρώτους στίχους ο Καβάφης μας παρουσιάζει τους νέους και στήνει το σκηνικό του ποιήματος και στους 13 επόμενους μας παρουσιάζει σε ευθύ λόγο τις απόψεις του νεαρού. Το ποίημα ακολουθεί μια παρόμοια εξισορρόπηση σε κάθε τι που θα μπορούσε να μας αποκαλύψει την προσωπική θέση του ποιητή, κι αυτό είναι ένα σαφές μήνυμα του ποιητή ότι δεν είχε καμία πρόθεση να πάρει το μέρος του νέου ή το μέρος του Αισχύλου. Ο Καβάφης διαμορφώνει αριστοτεχνικά το δίλημμα και το προσφέρει στους αναγνώστες για να αποφασίσουν εκείνοι αν ο αγανακτισμένος νεαρός έχει δίκιο ή αν ο Αισχύλος έπραξε καλά με το να αγνοήσει πλήρως την ποιητική του δημιουργία στο επιτάφιο επίγραμμά του. Τι τονίζει ιδιαίτερα στο επίγραμμα ο Αισχύλος; Ο Αισχύλος στο επίγραμμά του τονίζει κυρίως την ανδρεία που επέδειξε στη μάχη του Μαραθώνα, γεγονός που ο ίδιος αντιλαμβάνεται ως τη σημαντικότερη προσφορά του, καθώς είχε την ευκαιρία να πολεμήσει με γενναιότητα σε μια μάχη που έκρινε το μέλλον της πατρίδας του. Η ανδρεία του Αισχύλου, όπως και η ανδρεία όσων συμμετείχαν στη μάχη αυτή, αποτέλεσε τελικά τον παράγοντα εκείνο που προσέφερε τη νίκη στους Έλληνες. Η μάχη αυτή, στην οποία έχασε τη ζωή του ο αδερφός του Αισχύλου και ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά, αποτέλεσε έναν πραγματικό άθλο των Ελλήνων. Ο Αισχύλος, επομένως, στο επιτάφιο επίγραμμά του, θέλει να τονίσει για τον εαυτό του ότι υπήρξε ανδρείος. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι όλοι γνώριζαν και εκτιμούσαν το ποιητικό του έργο, ο ίδιος θεωρούσε ότι το στοιχείο εκείνο που θα έπρεπε να μείνει στη μνήμη των ανθρώπων ήταν η γενναιότητά του. Γιατί ενοχλήθηκε ο Σιδώνιος νέος από το επίγραμμα του Αισχύλου; Τι ήταν αυτό που τον ενόχλησε περισσότερο; Ο νεαρός ακούγοντας το επίγραμμα του Αισχύλου ενοχλείται από το γεγονός ότι ο δραματικός ποιητής παρουσιάζει με έμφαση την ανδρεία του και δεν αναφέρεται καθόλου στο ποιητικό του έργο. Το γεγονός μάλιστα ότι δεν αναφέρεται καθόλου στα αριστουργήματα της δραματικής του τέχνης τον ενοχλεί περισσότερο: «καί γιά μνήμη σου νά βάλεις μ ό ν ο πού μές στῶν στρατιωτῶν τές τάξεις, τόν σωρό πολέμησες καί σύ τόν Δᾶτι καί τόν Ἀρταφέρνη.» Ο ποιητής γράφει τη λέξη μόνο αραιώνοντας τα γράμματα για να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε αυτήν, καθώς εκείνο που τελικά εκνευρίζει περισσότερο το νεαρό είναι το ότι ο Αισχύλος αναφέρεται μόνο στη συμμετοχή του στη μάχη. Θα μπορούσε δηλαδή να δεχτεί και την αναφορά στη μάχη, αρκεί ο ποιητής να αναφερόταν και στο έργο του, αλλά ο Αισχύλος κρίνει ότι το μοναδικό στοιχείο που άξιζε να αναφέρει ήταν ότι πολέμησε με γενναιότητα στο Μαραθώνα, κι αυτό προκαλεί την αγανάκτηση του νεαρού. Ποια στάση ζωής εκφράζει ο Αισχύλος με το επίγραμμά του και ποια ο Σιδώνιος νέος με τα λόγια του; Η απάντησή σας να στηριχτεί εκτός των άλλων και α) στην εποχή που ζει ο καθένας β) στον τρόπο που ζουν. Ο Αισχύλος έζησε σε μια εποχή (525-456 π.Χ.) όπου η αγάπη για την πατρίδα και η ανδρεία των πολιτών θεωρούνταν οι σπουδαιότερες αρετές. Η Αθήνα εκείνη την εποχή ήταν σε πλήρη ακμή και αποτελούσε τη σημαντικότερη πόλη-κράτος της Ελλάδας, γι’ αυτό και οι πολίτες της θεωρούσαν μεγάλη τιμή να αγωνίζεται κανείς για τη διατήρηση αυτής της σπουδαίας πόλης. Ο Αισχύλος έζησε, βέβαια, την εποχή που δημιουργήθηκαν τα σημαντικότερα έργα τέχνης και μάλιστα υπήρξε και ο ίδιος ένας από τους πλέον αριστουργηματικούς δημιουργούς, αλλά αυτό δε σήμαινε ότι η Τέχνη είχε το προβάδισμα στις προτεραιότητες των αρχαίων Ελλήνων. Εκείνο που ήταν σταθερά το σημαντικότερο για τους Έλληνες ήταν η διαφύλαξη της ελευθερίας της πατρίδας τους, μιας και η πατρίδα τους ήταν αυτή που τους προσέφερε τη δυνατότητα να ασχολούνται με την τέχνη και το πνεύμα. Αν άφηναν την πατρίδα τους να πέσει στα χέρια των εχθρών τους, πώς θα μπορούσαν να ασχοληθούν με την τέχνη και πώς θα δημιουργούσαν όλα αυτά τα αριστουργήματα αν είχαν σκλαβωθεί από τους Πέρσες. Από την άλλη, ο νεαρός ζει σε μια πόλη που αποτελεί μέρος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και δεν έχει την αίσθηση της εθνικής ταυτότητας. Δεν αισθάνεται ότι ανήκει σε κάποιο ιδιαίτερο έθνος, ούτε αισθάνεται ότι έχει κάποια ευθύνη απέναντι στην αχανή και απρόσωπη αυτοκρατορία. Το μόνο που απασχολεί τον ευκατάστατο αυτό νεαρό είναι η ενασχόληση με την τέχνη και η διασκέδαση. Είναι επομένως λογικό ο νεαρός να μην μπορεί να αντιληφθεί τις ιδιαίτερες αξίες του Αισχύλου και την τόσο μεγάλη αγάπη που αισθάνεται ο ποιητής για την πατρίδα του. Όπως και σε άλλα ποιήματα του Καβάφη έτσι κι εδώ είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε τη θέση του ποιητή. Άλλοι μελετητές υποστήριξαν πως ο Καβάφης ειρωνεύεται το Σιδώνιο νέο, άλλοι πως συμφωνεί κατά βάθος μαζί του και άλλοι πως παραδέχεται τα λόγια του νέου χωρίς όμως και να ταυτίζεται μαζί του. Μπορείτε να βρείτε στο ποίημα στοιχεία που ενισχύουν τη μια ή την άλλη άποψη; Ο Καβάφης έχει φροντίσει να δομήσει τόσο ισόρροπα το ποίημα αυτό ώστε είναι πραγματικά αδύνατο να καταλήξουμε με βεβαιότητα σε μια συγκεκριμένη θέση. Για παράδειγμα, μπορούμε να διακρίνουμε αρκετά σημεία όπου ο ποιητής ειρωνεύεται τον νεαρό: η αναφορά στον πολυτελή τρόπο ζωής του αλλά και το σχόλιο ότι οι νέοι ήταν αρωματισμένοι, γεγονός που τονίζει την αγάπη των νέων για την αισθητική απόλαυση και εμμέσως παρουσιάζει τη μαλθακότητα που διακρίνει τη ζωή τους. Παράλληλα, ο τρόπος με τον οποίο ο νέος πετάγεται όρθιος όταν ακούει το επίγραμμα του Αισχύλου και οι έντονες εκφράσεις (δώσε –κηρύττω-, έτσι από σένα περιμένω και απαιτώ) με τις οποίες ο νέος απευθύνει τις απόψεις του στον Αισχύλο, δείχνουν την ισχυρογνωμοσύνη του και την ασέβεια του νέου απέναντι σ’ έναν από τους πιο σημαντικούς ποιητές της αρχαιότητας. Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο ο νέος αναφέρεται στη συμμετοχή του Αισχύλου στη μάχη: «μ ό ν ο πού μές στῶν στρατιωτῶν τές τάξεις, τόν σωρό...», σαν να ήταν ασήμαντο το γεγονός ότι ο Αισχύλος πολέμησε σε μια τόσο κρίσιμη μάχη. Ο Καβάφης επομένως φροντίζει να υπονομεύσει τις θέσεις του νεαρού, παρουσιάζοντάς τον με τρόπο που να τονίζει το γεγονός ότι ένας καλομαθημένος νεαρός, τολμά να μιλήσει με τόσο θράσος για έναν σπουδαίο ποιητή. Από την άλλη όμως, γνωρίζουμε ότι ο Καβάφης θεωρούσε την Ποίηση απολύτως σημαντική, κάτι που γίνεται εμφανές τόσο σε διάφορα ποιήματά του όπου τονίζει την αξία της ποίησης, όσο και από προσωπικές σημειώσεις του ποιητή όπου αναφέρει ότι η ποίηση γι’ αυτόν αποτελεί το ουσιαστικότερο στοιχείο της ζωής του. Επομένως, μπορούμε να κατανοήσουμε ότι ο Καβάφης δε συμφωνούσε ιδιαίτερα με τη διάθεση του Αισχύλου να αποκλείσει πλήρως το ποιητικό του έργο από το επιτάφιο επίγραμμά του, γι’ αυτό άλλωστε και συνθέτει αυτό το ποίημα. Βάζει το νεαρό να εκφράσει τις δικές του απόψεις και για να μην κατηγορηθεί ότι εξέφρασε τόσο αρνητικές θέσεις για τον Αισχύλο, φροντίζει να αποστασιοποιηθεί από τον νεαρό με το να τον παρουσιάσει με ιδιαίτερα ειρωνικό τρόπο. Με τον τρόπο αυτό ο Καβάφης κατορθώνει να επικρίνει τον Αισχύλο, χωρίς να μπορεί κάποιος να του αποδώσει ευθύνες εφόσον τα λόγια αυτά υποτίθεται ότι τα λέει ένας αυθάδης νέος. Πάντως, παρά το γεγονός ότι μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε στα λόγια του νέου τις απόψεις του Καβάφη, ενδέχεται η πρόθεση του ποιητή να μην ήταν η επίκριση του Αισχύλου, ούτε η σύγκριση ανάμεσα στην ποίηση και την ανδρεία στη μάχη. Ίσως ο ποιητής να ήθελε μόνο να παρουσιάσει την αλλαγή που επέρχεται με το πέρασμα του χρόνου και πώς αλλάζουν οι αξίες των ανθρώπων από εποχή σε εποχή. Ποιο είναι το κεντρικό πρόβλημα που θέτει το ποίημα; Αφορά μόνο τη συγκεκριμένη περίπτωση για την αντιπαράθεση των εποχών ή διατηρεί την επικαιρότητά του; (Να διαβάσετε και το ποίημα του Μανόλη Αναγνωστάκη «Νέοι της Σιδώνος 1970»). Μανόλης Αναγνωστάκης: Νέοι της Σιδώνος, 1970 Κανονικὰ δὲν πρέπει νἄχουμε παράπονο Καλὴ κι ἐγκάρδια ἡ συντροφιά σας, ὅλο νιάτα, Κορίτσια δροσερά- ἀρτιμελῆ ἀγόρια Γεμάτα πάθος κι ἔρωτα γιὰ τὴ ζωὴ καὶ γιὰ τὴ δράση. Καλά, μὲ νόημα καὶ ζουμὶ καὶ τὰ τραγούδια σας Τόσο, μὰ τόσο ἀνθρώπινα, συγκινημένα, Γιὰ τὰ παιδάκια ποὺ πεθαίνουν σ᾿ ἄλλην Ἤπειρο Γιὰ ἥρωες ποὺ σκοτωθῆκαν σ᾿ ἄλλα χρόνια, Γιὰ ἐπαναστάτες Μαύρους, Πράσινους, Κιτρινωπούς, Γιὰ τὸν καημὸ τοῦ ἐν γένει πάσχοντος Ἀνθρώπου. Ἰδιαιτέρως σᾶς τιμᾷ τούτη ἡ συμμετοχὴ Στὴν προβληματικὴ καὶ στοὺς ἀγῶνες τοῦ καιροῦ μας Δίνετε ἕνα ἄμεσο παρὼν καὶ δραστικό- κατόπιν τούτου Νομίζω δικαιοῦσθε μὲ τὸ παραπάνω Δυὸ δυό, τρεῖς τρεῖς, νὰ παίξετε, νὰ ἐρωτευθεῖτε, Καὶ νὰ ξεσκάσετε, ἀδελφέ, μετὰ ἀπὸ τόση κούραση. (Μᾶς γέρασαν προώρως Γιῶργο, τὸ κατάλαβες;) Ο προβληματισμός του Καβάφη που παρουσιάζεται στο ποίημά του είναι η αλλαγή που εμφανίζεται στις αξίες των ανθρώπων με την πάροδο των χρόνων και ο εκφυλισμός που εμφανίζεται κάποτε στα ιδανικά που προβάλλονται. Ενώ στην εποχή του Αισχύλου η διάθεση του ανθρώπου να θυσιαστεί για το καλό της πατρίδας του αποτελούσε το ιδανικό πρότυπο, στην εποχή που ζουν οι νέοι της Σιδώνας, δεν υπάρχει η σκέψη της πατρίδας και φυσικά καμία εκτίμηση για τους αγώνες υπέρ αυτής, υπάρχει όμως η αγάπη για την τέχνη, την αισθητική απόλαυση και την πολυτέλεια. Οι άνθρωποι χάνουν την αίσθηση του χρέους υπέρ της πατρίδας τους -οι συγκεκριμένοι νέοι δεν έχουν καν κάποια συγκεκριμένη πατρίδα, εφόσον η χώρα τους είναι τμήμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας για αρκετούς αιώνες- και θεωρούν ότι οι αξίες της ζωής περιορίζονται στην τέχνη και τις απολαύσεις. Ο προβληματισμός του ποιήματος παραμένει διαχρονικός καθώς ακόμη και σήμερα βλέπουμε τους ανθρώπους να βιώνουν καταστάσεις που οι παλαιότεροι άνθρωποι δεν θα ανέχονταν ποτέ, ενώ πασχίζουν για πράγματα που οι παλαιότεροι δε θα θεωρούσαν σημαντικά. Παρόμοιος είναι και ο προβληματισμός του Αναγνωστάκη, ο οποίος στα χρόνια του εμφυλίου είχε αγωνιστεί για τα ιδανικά του και τώρα στα χρόνια της δικτατορίας βλέπει τους νέους της εποχής να έχουν μια αποστασιοποιημένη στάση απέναντι στην απουσία της ελευθερίας τους, με συγκεντρώσεις που περιορίζονται σε ερωτοτροπίες και μουσικές, με τραγούδια που μιλούν για όσα συνέβησαν σε άλλες εποχές και για τον ηρωισμό που έδειχναν τότε οι άνθρωποι, για τον πόνο που υπάρχει γενικά στον κόσμο, αλλά χωρίς ουσιαστικά να μπαίνουν στη διαδικασία να αγωνιστούν για την επαναφορά της δημοκρατίας στον τόπο τους. Ο ποιητής απελπίζεται με την έλλειψη αγωνιστικής διάθεσης των νέων και θεωρεί ανούσια τη διάθεσή τους απλώς να μιλούν και να προβληματίζονται για τα δεινά του κόσμου, τη στιγμή που η χώρα τους βρίσκεται υπό καθεστώς δικτατορίας. Τη στιγμή που ο Αναγνωστάκης λίγες δεκαετίες πριν είχε φυλακιστεί και είχε καταδικαστεί σε θάνατο για τα ιδανικά του, του φαίνεται αδιανόητο το γεγονός ότι οι νέοι πλέον απλώς φιλοσοφούν για τα άσχημα του κόσμου, αλλά δεν αγωνίζονται πραγματικά για την ελευθερία τους. Μερικά από τα κύρια γνωρίσματα της ποίησης του Καβάφη είναι: Η μετατόπιση του χρόνου στην αλεξανδρινή εποχή, η θεατρικότητα, ο διδακτικός τόνος, η χρήση των προσώπων ως συμβόλων, η στοχαστική διάθεση, ο λιτός και κάποτε πεζολογικός στίχος. Μπορείτε να επισημάνετε στο ποίημα αυτά τα γνωρίσματα; Ο Καβάφης τοποθετεί τα περισσότερα ποιήματά του στο παρελθόν και κυρίως στην αλεξανδρινή εποχή, γεγονός όμως που δεν ισχύει σε αυτό το ποίημα που διαδραματίζεται το 400 μ.Χ., εποχή που ανήκει στα τελευταία χρόνια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και στα πρώτα της βυζαντινής. Η θεατρικότητα του ποιήματος είναι σαφής καθώς ο ποιητής μας παρουσιάζει το σκηνικό χώρο όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα, μια αίθουσα που ανοίγει σ’ έναν όμορφο κήπο, μας παρουσιάζει επίσης τα πρόσωπα που συμμετέχουν στα γεγονότα του ποιήματος, οι πέντε νέοι και ο ηθοποιός και φυσικά μας παρουσιάζει τις κινήσεις και τα λόγια των προσώπων αυτών, με ιδιαίτερη έμφαση στην ένταση των κινήσεων και των λόγων του νεαρού που επικρίνει τον Αισχύλο. Ο διδακτικός τόνος του ποιήματος εντοπίζεται στα λόγια του νεαρού ο οποίος με πολλές προστακτικές και προτρεπτικές υποτακτικές καθώς και με ιδιαίτερη επιμονή επιχειρεί να τονίσει τη μεγάλη αξία της ποιητικής τέχνης και την αφοσίωση που οφείλει να δείχνει ο ποιητής στο έργο του. Τα πρόσωπα λειτουργούν πράγματι ως σύμβολα, υπό την έννοια ότι ο νεαρός Σιδώνιος συμβολίζει μια εποχή που έχει χάσει την εθνική της ταυτότητα και όπου η πολυτέλεια και η μαλθακή ζωή έχουν πλέον κυριαρχήσει, ενώ ο Αισχύλος εκπροσωπεί μια εποχή γενναιότητας και ιδιαίτερης αγάπης για την πατρίδα, όπου οι άνθρωποι ήταν έτοιμοι να δώσουν ακόμη και τη ζωή τους για να προστατέψουν ό,τι θεωρούσαν σημαντικότερο, δηλαδή την ελευθερία της πατρίδας τους. Η στοχαστική διάθεση του ποιητή εντοπίζεται και πάλι στα λόγια του νεαρού καθώς σε αυτά προβάλλεται η μεγάλη αξία της ποίησης και η δύναμη που μπορεί να αντλήσει ο ποιητής από το έργο του, ακόμη και τη στιγμή που πλησιάζει το τέλος του. Ο λιτός και πεζολογικός στίχος αποτελεί βασικό γνώρισμα της ποίησης του Καβάφη, ο οποίος αποφεύγει τη χρήση επιθέτων και σχημάτων λόγου, καθώς η πρόθεσή του είναι να διατυπώσει κάποιο ουσιώδες μήνυμα και όχι να δημιουργήσει λυρικό λόγο. Ο Καβάφης επομένως αποφεύγει τις ομοιοκαταληξίες και ελευθερώνει τους στίχους του ως προς των αριθμό των συλλαβών, μιας και δεν ήθελε ποτέ να θυσιάσει την ακρίβεια της διατύπωσης σε ένα εξωτερικό στοιχείο όπως είναι η επιλογή λέξεων που να ομοιοκαταληκτούν ή στο μέτρημα των συλλαβών για να είναι αρμονικοί οι στίχοι μεταξύ τους. Ο ποιητής αυτός ενδιαφέρεται κυρίως για το νόημα που θέλει να εκφράσει, γι’ αυτό και όταν διαβάζουμε τα ποιήματά του, πολλές φορές έχουμε την αίσθηση ότι διαβάζουμε ένα πεζό κείμενο.


    Μανόλης Αναγνωστάκης, Νέοι της Σιδώνος, 1970

    1. 1. Μανόλησ Αναγνωςτάκησ Νέοι τησ Σιδώνασ, 1970
    2. 2. Νέοι της Σιδώνας 1970 Ο ποιητής διαβάζει το ποίημά του Γιάννου Βαςιλική
    3. 3. Στην ποίηση του Αναγνωστάκη οι τίτλοι προετοιμάζουν για το περιεχόμενο των ποιημάτων και για τη συγκρότηση του νοήματος και μηνύματος. Η συλλογή Στόχος (1970) περιέχει ποιήματα γράφτηκαν στην περίοδο της δικτατορίας 1967-74. που Στους Νέους της Σιδώνας ο ποιητής εκφράζει την πίκρα του για τη συμπεριφορά κάποιων νέων της εποχής του που θυμίζουν τους αντίστοιχους του ομώνυμου καβαφικού ποιήματος. Ειδικότερα ο ποιητής πικραίνεται για την ανεκτική στάση τους απέναντι στο καθεστώς της χούντας του 1967. Στόχος του είναι να αφυπνίσει τη νέα γενιά για να ξεσηκωθεί εναντίον του καθεστώτος. Γιάννου Βαςιλική
    4. 4. Θεματικοί άξονες Οι νέοι, οι προβληματισμοί τους και η στάση του ποιητή απέναντί τους Η εμφάνιςη και ο τρόποσ Κανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο ζωήσ των νέων Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα, Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση. Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα, Οι κοινωνικοί και Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην Ήπειρο πολιτικοί Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ' άλλα χρόνια, Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς, προβληματιςμοί των νέων και η δράςη τουσ Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου. Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου Γιάννου Βαςιλική
    5. 5. Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω Η ειρωνεία και η αξιολόγηςη των νέων από τον ποιητή. Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε, Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση. Η πικρία και η απογοήτευση του ποιητή και της γενιάς του (Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;) Γιάννου Βαςιλική
    6. 6. Ο τίτλος     Η διατύπωση παραπέμπει στο ομώνυμο ποίημα του Καβάφη «Νέοι της Σιδώνος 400μΧ». Παραλληλίζεται η στάση των νέων των δύο εποχών. Κοινά σημεία των δύο νεολαιών: η αγάπη για διασκέδαση, η χαλαρότητα στην αντιμετώπιση σοβαρών κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων, η έλλειψη αγωνιστικότητας. Ο τίτλος παραπέμπει στα χρόνια της δικτατορίας (οι πολίτες διώκονται για την αντίθεσή τους στο καθεστώς). Γιάννου Βαςιλική
    7. 7. Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο    Καθησυχασμός της γενιάς του, αλλά με έντονο προβληματισμό (δεν πρέπει…). Το κανονικά παραπέμπει στη λογική. Ωθεί όμως στον προβληματισμό: τι θα γίνει αν δεν σκεφτούμε κανονικά; Θα έχουμε την ίδια άποψη για τους νέους; Ειρωνικός ο τόνος του πρώτου στίχου. Γιάννου Βαςιλική
    8. 8. Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα, kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.       Γενική παρουσίαση νέων της Ελλάδας του 70. Ο 2ος στίχος αιτιολογεί τον πρώτο. Η λέξη συντροφιά παραπέμπει στη γενιά. Συσσώρευση θετικών στη σημασία λέξεων: δροσερά, αρτιμελή, πάθος, έρωτα, ζωή, δράση . Οι νέοι παρουσιάζονται ανοιχτόκαρδοι, γεμάτοι υγεία και ανεμελιά. Η λέξη δράση δεν αποσαφηνίζεται προς το παρόν. Γιάννου Βαςιλική
    9. 9. Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας…. Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος aνθρώπου. Τα τραγούδια των νέων της εποχής.  Ουσιαστικό το περιεχόμενό τους, εκφράζουν τη νεολαία της εποχής.  Μακριά όμως, από την ελληνική πραγματικότητα, που δοκιμάζεται κάτω από τη δικτατορία με φυλακίσεις και βασανιστήρια. (Η λογοκρισία απαγόρευε τα τραγούδια με πολιτικό περιεχόμενο και αγωνιστική διάθεση. Οι νέοι δεν τα τραγουδούσαν).  Αναφέρονται σε ήρωες παλιότερων εποχών (προγονοπληξία), σε επαναστάσεις που έγιναν σε χώρες της Λατ. Αμερικής ή της Κίνας (βλ. Τσε Γκεβάρα) ή στηλίτευαν τον πόλεμο του Βιετνάμ.  Γιάννου Βαςιλική
    10. 10.  Παρουσιάζεται μια δράση χωρίς κόστος, ανώδυνη, επιφανειακή Τα προβλήματα της χώρας δεν αγγίζουν τους νέους.  Ειρωνικός τόνος με συναισθηματικά φορτισμένο λεξιλόγιο: Kαλά, με νόημα και  ζουμί και τα τραγούδια σας, τόσο, μα τόσο ανθρώπινα,(αναδίπλωση), συγκινημένα, τα παιδάκια, καημό, πάσχοντος.  Επαναφορά: Για τα παιδάκια… Για ήρωες… Για επαναστάτες…. Για τον καημό. Γιάννου Βαςιλική
    11. 11. Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό Ο ειρωνικός έπαινος του ποιητή Οι νέοι δε συμμετέχουν μόνο θεωρητικά στους αγώνες των λαών αλλά ενεργητικά ( συμμετοχή, άμεσο και δραστικό παρών).  Ολοφάνερη η ειρωνεία του ποιητή. Η συμμετοχή των νέων στο δράμα της χώρας τους είναι ανύπαρκτη  Η δράση τους (στ. 6) περιορίζεται στα τραγούδια τους.   Γιάννου Βαςιλική
    12. 12. - κατόπιν τούτου Νομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω Δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε, Και να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.        Ο σαρκασμός Ο χωρισμός με την παύλα γίνεται για λόγους έμφασης. Παρουσιάζεται ειρωνικά η ανταμοιβή των νέων, που ο ποιητής θεωρεί (νομίζω) ότι ταιριάζει στους νέους. Αυτή είναι η ξεκούραση από τους αγώνες και η ξεγνοιασιά. Ο σαρκασμός δηλώνεται με τις εκφράσεις με το παραπάνω, αδελφέ, κούραση. Η φράση Δυο δυο, τρεις τρεις συνιστά ανταμοιβή: έτσι η νεολαία θα δείξει την ανυπακοή της στην απαγόρευση των δημοσίων συγκεντρώσεων από τη χούντα (ειρωνεία), πέρα των πέντε ατόμων. Η φράση κατόπιν τούτου ειρωνεύεται την επιβολή της καθαρεύουσας από το καθεστώς στην εκπαίδευση. Αποκορύφωση της ειρωνείας. Γιάννου Βαςιλική
    13. 13. (Mας γέρασαν προώρως, Γιώργο, το κατάλαβες;)        Η πικρία για την περαςμένη γενιά Ο ποιητής απευθύνεται σε κάποιον φίλο του πιθανόν συναγωνιστή του. Δηλώνει την απαισιοδοξία του και την πικρία του και την απογοήτευσή του. Οι νέοι της εποχής με την έλλειψη αγωνιστικότητας είναι σαν να έχουν γεράσει ψυχικά. Η γενιά του ποιητή βρίσκεται στη μέση ηλικία και νιώθει ακόμη πιο γερασμένη όταν βλέπει τους νέους να έχουν τέτοια αντίδραση στο καθεστώς. Η παρένθεση δηλώνει την αλλαγή ύφους: μετάβαση από την ειρωνεία στην πικρία. Το ποίημα αρχίζει με τίτλο που παραπέμπει στο Καβάφη και τελειώνει με απότομη αλλαγή ατμόσφαιρας και αιφνιδιασμό (βλ. Τι θ’απογίνουμε χωρίς βαρβάρους;) Γιάννου Βαςιλική
    14. 14. Ο ςτόχοσ του ποιητή Επικρίνει την αδράνεια των νέων και προςπαθεί να τουσ φιλοτιμήςει, ώςτε να ενεργοποιηθούν εναντίον του καθεςτώτοσ.  Έντονοσ προβληματιςμόσ του ποιητή ςε κοινωνικά και πολιτικά θέματα.  Φανερή η πικρία του ότι από τη ςύγχρονη νεολαία απουςιάζει η αγωνιςτικότητα και ο ουςιαςτικόσ προβληματιςμόσ. 
    15. 15. Ο διδακτικόσ-ηθικολογικόσ χαρακτήρασ Λανθάνει πίςω από την ειρωνεία.  Στόχοσ η αφύπνιςη των νέων, η ςτροφή προσ τον προβληματιςμό και την πολιτική- πατριωτική ςυμπεριφορά. 
    16. 16. Σύγκριςη με το ομώνυμο ποίημα του Καβάφη Καβαφικοί νέοι -Εκλεπτυςμένοι. -Ενδιαφέρον για τα γράμματα και τισ τέχνεσ. -Αρέςκονται ςτισ ανέςεισ του βίου. -Υποβαθμίζουν τα θέματα που ςχετίζονται με την αγωνιςτική δράςη: τη φιλοπατρία, τουσ αγώνεσ για δημοκρατία και ελευθερία. Οι νέοι των δύο εποχών δεν ταυτίζονται εντελώσ, αλλά έχουν αρκετά κοινά γνωρίςματα. Νέοι του 1970 -Έχουν πολιτικά και κοινωνικά ενδιαφέροντα που περιορίζονται ςε θεωρητικό επίπεδο. -Ενδιαφέρονται για τισ διαςκεδάςεισ. -Δεν ευαιςθητοποιούνται πάνω ςτη δύςκολη κατάςταςη που επικρατεί ςτην Ελλάδα. -Δεν έχουν ςυνειδητοποιήςει το χρέοσ τουσ
    17. 17. Τεχνική του ποιητή Γλώςςα Ύφοσ • Απλή , κατανοητή. • Λέξεισ από την καθημερινότητα (ζουμί, ξεςκάςετε, αδελφέ). • Λέξεισ από την καθαρεύουςα ( του πάςχοντοσ, κατόπιν τούτου) = ειρωνεία ςτο καθεςτώσ/ ομοιότητα με τον Καβάφη. • Χρήςη α’ πληθ.= απευθύνεται ςτο φίλο του(ςτη γενιά του). • Χρήςη β΄ πληθ.= απευθύνεται ςτουσ νέουσ . • Διαλογικόσ χαρακτήρασ. • Απλό, λιτό. • Δεν επιδιώκεται ο λυριςμόσ. • Κυριολεξία και ςαφήνεια. • Διάχυτη η ειρωνική διάθεςη. • Προςωπικόσ τόνοσ = αμεςότητα.
    18. 18. Βιβλιογραφία       Κείμενα Νεοελληνικήσ Λογοτεχνίασ, Γ’ τεύχοσ, Γ΄ Τάξη Γενικού Λυκείου, Βιβλίο του καθηγητή, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2008. Αξιολόγηςη των μαθητών τησ Β’Λυκείου ςτη Νεοελληνική λογοτεχνία, τευχ. Β’, Κέντρο Εκπαιδευτικήσ έρευνασ ΥΠΕΠΘ, Αθήνα 1999. Φιλολογική , Τρίμηνη περιοδική έκδοςη ενημέρωςησ και προβληματιςμού τησ Πανελλήνιασ Ένωςησ Φιλολόγων, Αφιέρωμα Μανόλησ Αναγνωςτάκησ, τευχ. 93 (Οκτώβριοσ-Δεκέμβριοσ ,2005), εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2005. Εμμανουηλίδησ Παν., Πετρίδου-Εμμανουηλίδου Έλλη, Κείμενα Νεοελληνικήσ Λογοτεχνίασ, Ποίηςη, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2001. Καρβέλησ Τάκησ, Η νεότερη ποίηςη, Θεωρία και πράξη, εκδ. Κώδικασ, Αθήνα 1983. Μπαλάςκασ Κώςτασ, Ταξίδι με το κείμενο, Προτάςεισ για την ανάγνωςη τησ λογοτεχνίασ, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα 1990.  Πολίτησ Λίνοσ, Ιςτορία τησ Νεοελληνικήσ Λογοτεχνίασ, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1985.





    Νέοι της ΣιδώνοςΑναγνωστάκης Μανόλης
    διαβάζει: Αναγνωστάκης Mανόλης, O Mανόλης Aναγνωστάκης διαβάζει Aναγνωστάκη, Διόνυσος 1977

    http://www.snhell.gr/lections/readings/a09.mp3
     
    Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο
    Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα,
    Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια
    Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.
    Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας
    Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,
    Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην Ήπειρο
    Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ' άλλα χρόνια,
    Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς,
    Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου.
    Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή
    Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
    Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου
    Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω
    Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
    Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.

    (Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)




     

    ΠΗΓΗ https://www.slideshare.net/elenliousa/ss-10641364

    Συχνά υπάρχει μια  φαινομενική συναισθηματική απόσταση  από τα θέματα που τον απασχολούν

    Συχνή είναι επίσης στο έργο του η  παρουσία της μνήμης,   οι  αναφορές στην παιδική ηλικία και τους φίλους , η  ταύτιση πο...

    <ul><li>Η διατύπωση είναι πολλές φορές  επιγραμματική .

    Ο εξομολογητικός τόνος,

    το ύφος προφορικού λόγου,

    οι ρητορικές ερωτήσεις,


    η δραματική διάθεση,
    ο υπαινιγμός,



    https://www.youtube.com/watch?v=jwkrTw5TiKU

    Μανόλης Αναγνωστάκης, "Νέοι της Σιδώνος, 1970"

    Μια αισθητοποίηση του ποιήματος από τους μαθητές του ΓΕΛ Κρυονερίου, το 2016.

    Μανόλης Αναγνωστάκης,νέοι της Σιδώνος, 1970


       ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ 
               Ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ποιητής και δοκιμιογράφος, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1952. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη. Τα χρόνια της Κατοχής πήρε μέρος στην Αντίσταση, ενώ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου φυλακίστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο για παράνομη πολιτική δράση, αλλά αποφυλακίστηκε το 1951. Ο Αναγνωστάκης δρα πολιτικά στο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς , ενώ ως ποιητής είναι από τους πιο αντιπροσωπευτικούς της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Ανήκει στην ομάδα εκείνων που γράφουν κοινωνική ποίηση, με βάση τις δραματικές εμπειρίες τους της Κατοχής και της Αντίστασης, καθώς και του εμφυλίου που ακολούθησε με το ψυχροπολεμικό κλίμα. 
              Αυτές τις μετακατοχικές πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις απηχεί η ποίησή του, βασικό στοιχείο της οποίας είναι το πρόβλημα της ηθικής στάσης του πολίτη απέναντι στα δημόσια πράγματα, μέσα σ’ αυτή την ταραγμένη εποχή. Τα θέματά του λοιπόν τα αντλεί από προσωπικές του εμπειρίες και βιώματα, στα οποία όμως δίνει συλλογική σημασία και από τα οποία απορρέει ένα συναίσθημα απαισιοδοξίας. Τα ποιήματά του κρατούν έναν τόνο χαμηλόφωνο και εξομολογητικό τόνο, ξεκινώντας από το ατομικό περιστατικό, αλλά εκφράζουν μαζί και τη διάψευση των ελπίδων της γενιάς του»(Λ. Πολίτης). Βασικά στοιχεία της ποίησής του είναι το πρόβλημα της στάσης του ατόμου σε μια εποχή που ταράσσεται από τα πάθη και χαρακτηρίζεται από την ιδεολογική σύγχυση και το αίσθημα απαισιοδοξίας ως αποτέλεσμα πικρής εμπειρίας.           
    Τα χαρακτηριστικά της ποίησής του είναι τα εξής:
    1)Η πεζολογία ( πελώριοι, άμετροι στίχοι)
    2) Η πικρά ειρωνική, η σαρκαστική συμπαράταξη έντονα αντίθετων θεματικών στοιχείων ή διαθέσεων.
    3) Ο διαλογικός, «κουβεντιαστός» τόνος.
    4) Οι αποχρώσεις φρίκης σε κάποιες περιγραφές.
    5) Οι ακριβείς τοπογραφικές αναφορές.
    6) Η αίσθηση ότι ο αγώνας, που συνοδεύεται από την προσπάθεια να συντηρηθεί το παρελθόν μέσα στην προσδοκία του μέλλοντος, δεν τελειώνει ποτέ. ( «Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα. (…) Όρθιος και μόνος σαν και πρώτα π ε ρ ι μ έ ν ω». Κι αλλού: « Κάτω από κάθε τι που σου σκεπάζει τη ζωή / Όταν όλα περάσουν / Σε περιμένω»).
    7) Η περιγραφή του συμβιβασμού με τις πραγματικές συνθήκες ζωής.  
     8) Αυτή η προσαρμογή στις ευτελείς συνθήκες της ζωής ενοχλεί τον Αναγνωστάκη, αν και γνωρίζει ότι η εμμονή στη διατήρηση των παλιών ιδεών και στη συντήρηση του νικημένου οράματος τον οδηγεί στη μόνωση. (« Όχι δεν πιάνω το χέρι σου. Δε θα κλέψεις το σχήμα του δικού μου»).
    9) Η παραίνεση, ο τόνος διδαχής προς εαυτόν, «διαδικασίες που συναποτελούν τη συνειδητή προσπάθεια αντίστασης απέναντι στην προσαρμογή».
    10) Ο αυτοσαρκασμός « κάθε φορά που ο ποιητής βλέπει τον εαυτό του ανάμεσα στους προσαρμοσμένους στις τωρινές συνθήκες.«Μ’ αυτή την επώδυνη στάση απέναντι στον εαυτό του», σχολιάζει ο Κοκόλης, «ο ποιητής συντηρεί, αποτελεσματικά, φωλιές νερού μέσα στις φλόγες, όπως έχει πει, κρατάει την περασμένη του ύπαρξη σε εγρήγορση τόση, όση χρειάζεται ώστε, όταν παρουσιαστεί η ανάγκη, να μπορεί να την ανασύρει από το βυθό της κατά συνθήκην ζωής".
    ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
               Το ποίημα πραγματεύεται, όπως και το ποίημα του Καβάφη Νέοι της Σιδώνος 400 μ. Χ., τη στάση μιας παρέας νέων απέναντι σε προβλήματα της εποχής τους. Ανήκει στην πολιτικά τολμηρή συλλογή «Ο Στόχος», την τελευταία συλλογή, που ο Αναγνωστάκης ενσωμάτωσε στο ποιητικό του έργο, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στη συλλογική αντιδικτατορική έκδοση «Δεκαοχτώ Κείμενα»(1970). Το ποίημα γράφεται σε μια περίοδο, κατά την οποία επικρατεί πολιτική άπνοια και δεν έχει εκδηλωθεί το μεγαλειώδες αντιδικτατορικό κίνημα της νεολαίας, που θα λάβει χώρα τρία χρόνια αργότερα, στο Πολυτεχνείο.
    ΘΕΜΑ
           Πρόκειται για κριτική απέναντι στη νέα γενιά που εξαντλεί την αγωνιστικότητά της, εναντίον της δικτατορίας, με εκδηλώσεις εκ του ασφαλούς σε συντροφιές, με τραγούδια γενικής και αόριστης διαμαρτυρίας, με συζητήσεις γενικού θεωρητικού περιεχομένου και αντιστασιακής γυμναστικής. ΕΝΟΤΗΤΕΣ
    1η : Οι νέοι, οι προβληματισμοί τους και η στάση του ποιητή απέναντί τους (στίχοι 1-16) α)Η εμφάνιση και γενικά ο τρόπος ζωής των νέων(στίχοι 1-4) β)Οι κοινωνικοί και πολιτικοί προβληματισμοί τους και η δράση τους (στίχοι 5-13) γ) Η καθαρά ειρωνική κριτική του ποιητή: η αξιολόγηση της στάσης των νέων και η ανταμοιβή που τους ταιριάζει (στίχοι 13-16)
     2η : Η πικρία και η απογοήτευση του ποιητή και της γενιάς του(στίχος 17).
    ΤΙΤΛΟΣ 
               Η χρονολογία του τίτλου παραπέμπει στην περίοδο της δικτατορίας, κατά την οποία διώχθηκαν εκτός των άλλων πολλοί αγωνιστές της γενιάς του ποιητή. Ξεχωρίζει το καβαφικό διακείμενο στον τίτλο, που περιλαμβάνει όλο το ποίημα, στο οποίο εμπεριέχεται το επίγραμμα του Αισχύλου. Έτσι, το ποίημα του Αναγνωστάκη θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πιθανή απάντηση του Αισχύλου στους Σιδώνιους νέους. Είναι προφανής η πρόθεση του Αναγνωστάκη να παραλληλίσει τη στάση των νέων της εποχής της δικτατορίας (Απρίλιος 1967-Ιούλιος 1974) με τη στάση των Νέων της Σιδώνος, όπως αυτή παρουσιάζεται και σχολιάζεται στο γνωστό ποίημα του Καβάφη, «Νέοι της Σιδώνος 400 μ. Χ. Η αναφορά στο συγκεκριμένο ποίημα του Καβάφη γίνεται μόνο στον τίτλο. Το κύριο σώμα του ποιήματος αυτονομείται από το καβαφικό και λειτουργεί και ανεξάρτητα.
     Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ,ΝΕΟΙ ΤΗΣ ΣΙΔΩΝΟΣ (400 μ. Χ) 
                 Το ποίημα του Καβάφη τοποθετείται στην ελληνιστική εποχή της παρακμής και του ηδονισμού. Σ’ ένα συμπόσιο, όπου διασκεδάζουν, νέοι της εποχής, ένας ποιητής απαγγέλει το επιτύμβιο επίγραμμα, όπου ο Αισχύλος αναφέρει ως το σημαντικότερο επίτευγμα της ζωής του το γεγονός ότι πολέμησε στο Μαραθώνα, ανάμεσα στους Αθηναίους πολίτες, για να υπερασπιστεί την πόλη του. Ένας από τη συντροφιά εκφράζει την αντίθεσή του, θεωρώντας λιποψυχία το γεγονός ότι ο μεγάλος τραγικός ποιητής δεν αναφέρεται στο έργο του, για το οποίο ξεχώρισε και έμεινε στην ιστορία, αλλά τονίζει κάτι που σύμφωνα με το νέο της Σιδώνος θεωρείται κατώτερο, αφού πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή χιλιάδων στρατιωτών. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Αυτό που προέχει είναι η ποιητική δημιουργία ή η πατριωτική πράξη; Αυτό που έχει σημασία είναι αυτό που κάνει το άτομο να ξεχωρίσει ή αυτό που επιτυγχάνει με τη συμμετοχή του στους συλλογικούς αγώνες; 
              Στο ποίημα του Καβάφη, λοιπόν, προβάλλεται ένας προβληματισμός για την τέχνη και τη σχέση της με τη ζωή και τη δράση. Οι Σιδώνιοι νέοι του Καβάφη είναι ευαίσθητοι, τρυφηλοί , φανατικοί για τα γράμματα, χωρίς ιδιαίτερο πατριωτικό ζήλο. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι η τέχνη και η απόλαυση. Σύμφωνα με τον Τ. Μαλάνο, το ποίημα απηχεί τις απόψεις του ίδιου του Καβάφη, που διακατεχόταν από παθολογική σχεδόν αδυναμία για το έργο του. Ωστόσο, το προσωπική άποψη του ποιητή περί της ανωτερότητας της καλλιτεχνικής δημιουργίας υποβαθμίζεται στο στόμα του ελαφρόμυαλου νέου. Όσο όμως κι αν ταυτίζεται ο ποιητής με τις απόψεις του ομιλητή στο ζήτημα της ποιητικής προσήλωσης, η περιγραφή του πλαισίου και των προσώπων που συμμετέχουν στο συμπόσιο υποδηλώνει πως ο Καβάφης στέκεται απέναντι στο συγκεκριμένο επεισόδιο με κάποια ειρωνική διάθεση. Όταν η λογοτεχνία χρησιμεύει μόνο ως ψυχαγωγία της συντροφιάς , η αμφισβήτηση του Αισχύλου καταλήγει σε θεατρινισμό, γεγονός που αντανακλά τη διάσταση ανάμεσα στη λογοτεχνική κοινωνία και στην ιστορική πραγματικότητα (Εdmund Keeley).
               Η γλώσσα, το ύφος, οι λεκτικοί τρόποι, η δομή, ο επιλογικός στίχος είναι παράλληλα στα δύο ποιήματα. Στόχος του Αναγνωστάκη είναι να ταυτίσει τους Σιδώνιους νέους του 400 και 1970 μ. Χ., που περιορίζονται σε θεωρητική προσέγγιση των προβλημάτων της εποχής του. Οι Σιδώνιοι νέοι του Αναγνωστάκη, όπως και εκείνοι του Καβάφη, συμβολίζουν τους βολεμένους, καλοζωϊσμένους ανθρώπους, που, ενώ ιδεολογικά εκφράζουν προοδευτικές αντιλήψεις, απουσιάζουν παντελώς από τη δράση. Τους χαρακτηρίζει η μεγαλοστομία, αλλά τελικά διακατέχονται από ατομικισμό και δεν συμμετέχουν στους συλλογικούς αγώνες, ούτε μπορούν ουσιαστικά να κατανοήσουν την αξία τους.
     
    ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ   
                 Ο ποιητής απογοητευμένος και πικραμένος από τη στάση των νέων του 1970, που ήταν παθητική απέναντι στο δικτατορικό καθεστώς της εποχής εκείνης, τους παραλληλίζει με τη στάση των Νέων της Σιδώνος, όπως αυτή παρουσιάζεται στο γνωστό καβαφικό ποίημα του Καβάφη, με στόχο να στιγματίσει την απαράδεκτη αυτή κοινωνική συμπεριφορά τους και να τους αφυπνίσει, ώστε να ξεσηκωθούν και να δράσουν κατά του ανελεύθερου καθεστώτος. Τα πρόσωπα που συμμετέχουν στην ποιητική σκηνοθεσία είναι ο ποιητής, ο οποίος συνομιλεί, αφενός με τους νέους της εποχής του 1970 και αφετέρου με το φίλο του Γιώργο που εκπροσωπεί όλη τη γενιά του. Έτσι διεξάγεται ένας διάλογος σε δύο επίπεδα, ενώ οι αντιπαραθέσεις παρόντος – παρελθόντος, δράσης – αδράνειας, επιφάνειας-ουσίας είναι συνεχείς. Πρόκειται βέβαια και στα δύο επίπεδα για μονόλογο του ποιητή, γιατί απουσιάζει ο λόγος της άλλης πλευράς. 
              Με τον 1ο στίχο ο ποιητής αποφαίνεται με λεπτή ειρωνεία ότι η στάση των νέων του 1970 δεν είναι κακή και στη συνέχεια το αιτιολογεί : τα αγόρια και τα κορίτσια αυτής της γενιάς είναι εγκάρδια και υγιή και τα διακρίνει ζωντάνια και όρεξη για δράση. Ο Αναγνωστάκης προσπαθεί να καθησυχάσει τον εαυτό του και τη γενιά του(« να’ χουμε») με αρνητική και δεοντολογική διατύπωση (« δεν πρέπει») σχετικά με τη στάση των νέων της εποχής του. Ωστόσο, ο φαινομενικά καθησυχαστικός τόνος του στίχου αυτού μας αφήνει με τον προβληματισμό: αν δεν σκεφτούμε «κανονικά»(με τη λογική, σύμφωνα με ό, τι βολεύει και δεν εγκυμονεί κινδύνους στο παρόν), θα εξακολουθούμε να μην κρίνουμε αρνητικά τη στάση των νέων; Το «κανονικά», λοιπόν, στην αρχή του ποιήματος προδιαθέτει για τις αντιρρήσεις και την κριτική στη συνέχεια. 
             Στους στίχους 2-4 παραθέτει τα προτερήματα των νέων, συσσωρεύοντας λέξεις με θετικό σημασιολογικό περιεχόμενο (δροσερά, αρτιμελή, πάθος, έρωτα, ζωή, δράση) : είναι κοινωνικοί και ανοιχτόκαρδοι, γεμάτοι ζωντάνια και πάθος για τη ζωή και τον έρωτα. Χρησιμοποιώντας το τονισμένο με παύλα χιαστό σχήμα (κορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια) εστιάζει από τη μια στην ομορφιά των κοριτσιών και από την άλλη στην υγεία και στη δύναμη των αγοριών, σύμφωνα πάντα με την παγιωμένη άποψη για το σπουδαιότερο προσόν των δύο φύλων. Έτσι, δίνεται η εντύπωση ενός κλίματος αμεριμνησίας, καθώς οι νέοι φαίνεται να χαίρονται τα νιάτα τους και τον έρωτα και να καλοπερνούν, χωρίς προβλήματα.      
              Αφού περιγράφεται με γλαφυρότητα η όλο ζωή νεανική συντροφιά, στη συνέχεια η περιγραφή από τα πρόσωπα περνάει στη δράση και στη συμπεριφορά τους (στίχοι 5-10), που φαίνεται μέσα από τα ενδιαφέροντα και τα τραγούδια τους. Η λέξη «δράση» λειτουργεί στο πλαίσιο του ειρωνικού τόνου του ποιήματος και αντιδιαστέλλεται με την πραγματική αδράνεια που δείχνουν οι νέοι απέναντι στα προβλήματα της εποχής τους, όπως θα φανεί στη συνέχεια του ποιήματος. Τα τραγούδια των νέων της εποχής του ποιητή, ελληνικά και ξένα, παρόλο που έχουν αγωνιστικό και επαναστατικό χαρακτήρα δεν αναφέρονται στην ελληνική πραγματικότητα, παρά σε μακρινούς λαούς, είτε υπαρκτούς («Μαύρους, Κιτρινωπούς»), είτε φανταστικούς(«Πράσινους»), σε ξένους τόπους και κινήματα ή στο παρελθόν. Μια τέτοια δραστηριότητα είναι ανώδυνη, ανεύθυνη και αποτελεί θεωρητική, επιφανειακή, μελοδραματική (ανθρώπινα, συγκινημένα, παιδάκια, καημό, πάσχοντος) και αναποτελεσματική συμμετοχή στα προβλήματα του καιρού τους, μέσα από μια υποτιθέμενη δράση που ουσιαστικά αποτελεί διασκέδαση γι’ αυτούς. Τα ενδιαφέροντα των νέων δεν αφορούν τα δεινά του ελληνικού λαού από τη δικτατορία, αλλά τα γενικότερα ανθρώπινα προβλήματα («για τον καημό του πάσχοντος ανθρώπου»), αποφεύγοντας να αναπτύξουν ενεργό πολιτική δράση, ν’ ασχοληθούν με το εδώ και τώρα. Η ειρωνεία του ποιητή είναι έκδηλη στον 5ο στίχο , στο υποκοριστικό «παιδάκια»(στίχος 7) και κυρίως στην αναδίπλωση του 6ου στίχου: «τόσο, μα τόσο ανθρώπινα…».      
              Αφού ο ποιητής απαρίθμησε τα θέματα των τραγουδιών και γενικά τα ενδιαφέροντα των νέων, στους στίχους 11-13 αξιολογεί τη στάση τους και την επαινεί, θεωρώντας την ιδιαίτερα τιμητική, επειδή οι νέοι με άμεσο και ενεργό τρόπο παίρνουν μέρος στους αγώνες των λαών. Εδώ είναι ολοφάνερη η ειρωνεία του ποιητή (συμμετοχή, άμεσο παρόν, δραστικό), αφού η στάση των νέων είναι μόνο θεωρητική, αποστασιοποιημένη, αναποτελεσματική και δεν αφορά το δράμα της πατρίδας τους. 
               Ως εδώ όλα μοιάζουν καλά, αλλά στη συνέχεια διαπιστώνεται ότι η όλη αντίσταση και το ενδιαφέρον των νέων εξαντλείται ως εκεί και θεωρούν ότι έτσι επιτέλεσαν το καθήκον τους και μπορούν να χαρούν πια τη ζωή τους.Η στάση τους επηρεάζει αρνητικά την ψυχική διάθεση του ποιητή, δημιουργώντας του αγανάκτηση, πικρία και απογοήτευση. Γι’ αυτό στους στίχους 14-16, με την πρόταση του ποιητή για ανταμοιβή των νέων για τη στάση τους, η ειρωνεία του για τη στάση των νέων κορυφώνεται και μετατρέπεται σε σαρκασμό (με το παραπάνω, να ξεσκάσετε, αδελφέ, κούραση), καταγγέλλοντας, έτσι, την ψευτιά, την απουσία της αγωνιστικής πράξης και την ευζωία μέσα σε κρίσιμες εποχές ( να παίξετε, να ερωτευτείτε, να ξεσκάσετε). 
               Εντύπωση προκαλεί ο σαρκασμός της φράσης «δυο δυο, τρεις τρεις», με την οποία συνίσταται ως ανταμοιβή για τους νέους η ασφαλής ευθυγράμμισή τους με το αντιδημοκρατικό καθεστώς της στρατοκρατίας και η υπακοή στις αυστηρές διαταγές του. Μία απ’ αυτές λοιπόν απαγόρευε τις δημόσιες συγκεντρώσεις «πέραν των πέντε ατόμων», επειδή αυτές θεωρούνταν ύποπτες, συνωμοτικές και επικίνδυνες γι’ αυτό. Τέλος παρατηρούμε τη λεπτή ειρωνεία, που εκφράζει η χρήση της καθαρεύουσας στη φράση «κατόπιν τούτου», που διαχωρίζεται εμφαντικά με παύλα από τον υπόλοιπο στίχο, γεγονός που παραπέμπει στην επιβολή της συγκεκριμένης γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης και γενικά στο δημόσιο βίο από το δικτατορικό καθεστώς.    
             Στον τελευταίο στίχο (στίχος 17) ο ποιητής απευθύνεται στο φίλο του Γιώργο , προφανώς σύντροφο στους νεανικούς αγώνες της δικής του γενιάς, για να του δηλώσει με απαισιοδοξία, πίκρα και απογοήτευση («το κατάλαβες») ότι οι σημερινοί νέοι, με την αδράνεια και την παθητική στάση τους απέναντι στο δικτατορικό καθεστώς, με τον εφησυχασμό και την αδιαφορία, με την έλλειψη ιδανικών και αγωνιστικότητας, έχουν γεράσει ψυχικά, αφού τους λείπει η φλόγα της νεότητας. Εδώ το εγώ μιλάει συλλογικά ως εμείς (οι παλιοί αγωνιστές, η γενιά του εμφυλίου) σε αντίθεση με το εσείς (οι σημερινοί νέοι του ’70). Από την άλλη και η δική του γενιά (ο ποιητής είναι 45 ετών) νιώθει ακόμη πιο γερασμένη από τους νέους, πολύ πριν γεράσουν φυσιολογικά. Με το α΄ πληθυντικό πρόσωπο «μας γέρασαν» μπορούμε να υποθέσουμε ότι μαζί με το συνομιλητή του, αναφέρεται στη γενιά της αντίστασης και του εμφυλίου. Ο στίχος βρίσκεται σε παρένθεση , όχι τόσο για να δηλωθεί η αλλαγή του προσώπου στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής, αλλά κυρίως η αλλαγή του ύφους, η μετάβαση από την ειρωνεία στην πίκρα. Παρατηρούμε ότι το ποίημα άρχισε με τίτλο που παραπέμπει στον Καβάφη και κλείνει με την τεχνική του αιφνιδιασμού, που παρατηρείται στο τέλος κάποιων καβαφικών ποιημάτων.
              Η παλιά γενιά χλευάζει τους νέους με βαθιά πίκρα, όπως δείχνει και η αποστροφή του ποιητή στο φίλο του, Γιώργο (Αποστολίδη), με τον εξομολογητικό στίχο, που βρίσκεται σε παρένθεση, στο τέλος του ποιήματος. Η αναφορά του ονόματος εκτός από το ότι δημιουργεί δραματικότητα, με την προσθήκη ενός άλλου προσώπου στη σκηνή, δίνει στο κείμενο «ζεστασιά, θερμότητα, ισχυρότητα, αμεσότητα». Η ρητορική ερώτηση («το κατάλαβες») αναδεικνύει το βάθος του προβληματισμού του ποιητή και συνειδητού πολίτη και την αντίθεσή του με τη στάση των νέων που σταματουν στα λόγια. Στο επίρρημα «προώρως» υπάρχει μια καταγγελία΄ δηλώνεται ο χρόνος ( νωρίτερα απ’ ό,τι έπρεπε) και υπονοείται αξιολόγηση (άδικα). Στο τελικό ρήμα του στίχου «κατάλαβες» ανακεφαλαιώνονται η οργή, η αγανάκτηση, η διαμαρτυρία σε δύο επίπεδα χρόνου. Στο παρόν (1970) καταγγέλλεται, αφενός η παραίτηση από τη δράση ως στάση ζωής και αφετέρου επικρίνονται οι Νέοι της Σιδώνος που την υιοθετούν άμεσα και οι πολλοί με την αδιαφορία τους που την αποδέχονται έμμεσα. Στο παρελθόν (αόριστα) καταγγέλλεται από τη μια η κατάχρηση της νιότης και από την άλλη οι ανώνυμοι υπεύθυνοι. Η νέα γενιά έδωσε την απάντηση, τρία χρόνια αργότερα, στο Πολυτεχνείο.
    ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΣΙΔΩΝΙΩΝ ΝΕΩΝ ΤΟΥ ΚΑΒΑΦΗ ΜΕ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ
    Καβαφικοί Νέοι της Σιδώνος 
               Ενδιαφέρονται πρωτίστως για τα γράμματα και γενικά για τη θεωρητική και αισθητική αντίληψη της ζωής  Προτεραιότητά τους επίσης είναι ο έρωτας και οι απολαύσεις, στο πλαίσιο ενός βίου τρυφηλού. Υποτιμούν τους αγώνες για την προάσπιση της δημοκρατίας και της ελευθερίας και γενικά την υπεύθυνη πολιτική και πατριωτική δράση.
     Οι νέοι του 1970, σύμφωνα με τον Αναγνωστάκη       
               Έχουν κοινωνικά και πολιτικά ενδιαφέροντα σε επιφανειακό και θεωρητικό επίπεδο, μακριά από τη δράση και τους αγώνες.Ενδιαφέρονται επίσης για τον έρωτα, τη διασκέδαση και την καλοπέραση  Δε δείχνουν ευαισθησία για το ανελεύθερο καθεστώς που επικρατεί στο παρόν της πατρίδας και δεν έχουν συνειδητοποιήσει το χρέος τους απέναντι σ’αυτήν.
    ΤΕΧΝΙΚΗ
    1. Το λεξιλόγιο είναι λαϊκότροπο και εφησυχαστικό και αναδιπλώνεται με το «καλά» του 5ου στίχου. 2. Με το απλό, λιτό, λαϊκό, κουβεντιαστό, πεζό, έμμεσα διδακτικό λόγο σηματοδοτεί ο ποιητής την αλήθεια και την αυθεντικότητα προσώπων, πραγμάτων και καταστάσεων.
    3. Ο στίχος είναι πεζολογικός, υπάρχουν τύποι της καθαρεύουσας, επαναλήψεις (για τα παιδάκια, για ήρωες, σ’ άλλην ήπειρο, σ’ άλλα χρόνια), ρητορικά σχήματα. Γενικά η γλώσσα είναι άλλοτε καθημερινή (κανονικά, καλά, ζουμί, παιδάκια, ξεσκάσετε, αδελφέ) και άλλοτε «καβαφίζουσα», δηλαδή μιμείται τη γλώσσα του Καβάφη (αρτιμελή, εν γένει, πάσχοντος, δικαιούσθε, προώρως). «Ο Αναγνωστάκης στο ποίημα αυτό απλοποιεί και αντιστρέφει τη γλώσσα και το ύφος του Καβάφη» (Γ. Δάλλας).
     4. Κυριαρχεί η ρεαλιστική γραφή και ο λόγος χαρακτηρίζεται από σαφήνεια και κυριολεξία.
    5. Ο τόνος του ποιήματος είναι ειρωνικός, ενώ στον τελευταίο στίχο γίνεται προσωπικός και εξομολογητικός. Ο ποιητής μιλάει σε α’ πρόσωπο (δεν πρέπει να’ χουμε, νομίζω, μας γέρασαν). Το β’ πρόσωπο (η συντροφιά σας, τα τραγούδια σας, σας τιμά, δίνετε , δικαιούσθε, να παίξετε, να ερωτευθείτε, να ξεσκάσετε, Γιώργο) δίνει στο λόγο αμεσότητα.


    Η περιπέτεια τού τίτλου  ενός ποιήματος...

    Κωνσταντίνος Καβάφης:                         Νέοι της Σιδώνος (400  μ.Χ.)
    Μανώλης Αναγνωστάκης:                       Νέοι της Σιδώνος, 1970
    Οδυσσέας Ελύτης Άξιον Εστί Πάθη Ι΄     Νέοι Αλεξανδρείς



    ...............................................................................................
    Ο Μανώλης Αναγνωστάκης αν και πολύ εύστοχος στις παρατηρήσεις του στο ποίημα «Νέοι της Σιδώνος 1970», θα λέγαμε ότι διαψεύστηκε ως ένα βαθμό από την τροπή της ιστορίας, αφού τρία χρόνια μετά η ίδια γενιά ανέτρεψε τη Χούντα των Συνταγματαρχών βάφοντας με το αίμα της τη λευτεριά αυτού του τόπου. Εύχομαι ολόκαρδα κι η δική μας γενιά κάποια στιγμή να κάνει ένα απρόσμενα ευχάριστο και εκρηκτικό «μπαμ» που θα σκορπίσει ρίγη περηφάνιας στις παλαιότερες γενιές και θα φέρει πάλι την άνοδο στον τόπο μας. Μέχρι τότε, καλό θα ήταν να κάνουμε εμείς οι νέοι την αυτοκριτική μας για να προλαβαίνουμε όσο μπορούμε την αυστηρή κριτική που ενδεχομένως αξίζει να μας ασκείται από τις παλαιότερες γενιές.