Τετάρτη 8 Μαΐου 2019

Κείμενα Λογοτεχνίας β γυμνασίου για τις εξετάσεις Ιουνίου (Β μέρος)


πηγή εικόνας:http://6gym.biz.gr/index.php/ergasies_b/

6ο κείμενο
ΑΝΝΑ ΦΡΑΝΚ
Από το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ

ΑΝΝΑ ΦΡΑΝΚ
Από το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ  Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ (λήμμα) [πηγή: Βικιπαίδεια]  Εικονική περιήγηση στο κρυσφύγετο της Άννας Φρανκ [πηγή: Μουσείο Άννας Φρανκ στο Άμστερνταμ]
Γιώργος Βακιρτζής, Αφίσα για την κινηματογραφική ταινία Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ
Γιώργος Βακιρτζής, Αφίσα για την
κινηματογραφική ταινία

Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ
         Η καθημερινή ζωή της Εβραίας συνομήλικής σας Άννας Φρανκ, η οποία έγραψε μεγάλο μέρος του ημερολογίου της κάτω από δυσχερείς συνθήκες, στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου πολέμου, διαφέρει πολύ από τις δικές σας εμπειρίες. Οι καταστάσεις όμως και οι σκέψεις που κατέγραψε η δεκατριάχρονη Άννα το 1942 στο παρακάτω απόσπασμα του ημερολογίου της είναι αρκετά αντιπροσωπευτικές τόσο για την εφηβική ψυχολογία όσο και για τις σύγχρονες οικογενειακές σχέσεις, οι οποίες πολλές φορές αντιμετωπίζουν μικρά ή μεγάλα προβλήματα.

Σάββατο, 7 Νοεμβρίου 1942
Αγαπητή Κίτυ,*
         Η μητέρα είναι τρομερά εκνευρισμένη, πράγμα που με εκθέτει σε κίνδυνο. Είναι τάχα τυχαίο που πάντα εγώ τα πληρώνω και ποτέ η Μαργκότ; Χθες βράδυ, για παράδειγμα, η Μαργκότ διάβαζε ένα βιβλίο εικονογραφημένο με υπέροχα σκίτσα· κάποια στιγμή σηκώθηκε και βγήκε από το δωμάτιο, αφήνοντας το βιβλίο της ανοιχτό, για να συνεχίσει το διάβασμα μόλις θα ξαναγύριζε. Δεν είχα τίποτα το ιδιαίτερο να κάνω εκείνη την ώρα και το πήρα για να χαζέψω τις εικόνες. Μόλις γύρισε η Μαργκότ, με είδε με το βιβλίο στα χέρια, ζάρωσε τα φρύδια της και με παρακάλεσε να της το δώσω. Θέλησα να το κρατήσω ακόμα μια στιγμή. Η Μαργκότ θύμωσε για τα καλά και τότε μπήκε στη μέση η μητέρα λέγοντας:
         - Η Μαργκότ είχε και διάβαζε αυτό το βιβλίο· πρέπει λοιπόν να της το δώσεις.
         Μπαίνοντας στο δωμάτιο και αγνοώντας όμως για τι πράγμα επρόκειτο, ο πατέρας είδε το μισοκακόμοιρο ύφος της Μαργκότ και ξέσπασε:
         - Θα ήθελα πολύ να δω τι θα έκανες αν η Μαργκότ άρχιζε να ξεφυλλίζει ένα από τα βιβλία σου!
         Υποχώρησα στη στιγμή και, αφού άφησα το βιβλίο, βγήκα από το δωμάτιο - πειραγμένη, κατά τα λεγόμενα του πατέρα. Δεν ήμουν ούτε πειραγμένη ούτε στενοχωρημένη. Απλώς, ήμουν λυπημένη.
         Η δικαιοσύνη επέβαλλε να μη με μαλώσει ο πατέρας δίχως να ρωτήσει την αιτία της φιλονικίας*μας. Θα έδινα μόνη μου το βιβλίο στη Μαργκότ, και μάλιστα πολύ πιο γρήγορα, αν ο πατέρας και η μητέρα δεν είχαν ανακατευτεί· αντί γι' αυτό, πήραν άπρεπα το μέρος της αδερφής μου, σαν να την είχα αδικήσει.
         Η μητέρα προστατεύει τη Μαργκότ, αυτό είναι ολοφάνερο· προστατεύουν πάντα η μια την άλλη. Έχω τόσο πολύ συνηθίσει αυτή την κατάσταση, ώστε έχω γίνει εντελώς αδιάφορη στις μομφές* της μητέρας και στην γκρινιάρικη διάθεση της Μαργκότ.
         Δεν τις αγαπώ, παρά μόνο γιατί είναι μητέρα μου και αδερφή μου. Για τον πατέρα, το πράγμα είναι διαφορετικό. Πληγώνομαι κάθε φορά που δείχνει την προτίμησή του για τη Μαργκότ, που επιδοκιμάζει τις πράξεις της, που τη γεμίζει μ' επαίνους και χάδια, γιατί αγαπώ τρελά τον Πιμ. Είναι το μεγάλο μου ιδεώδες. Δεν αγαπώ κανέναν στον κόσμο όσο τον πατέρα.
         Δεν καταλαβαίνει ότι στη Μαργκότ δε φέρεται με τον ίδιο τρόπο που φέρεται σε μένα. Η Μαργκότ είναι αναμφισβήτητα η πιο έξυπνη, η πιο ευγενική, η πιο όμορφη και η πιο καλή! Παρ' όλ' αυτά έχω κι εγώ λίγο δικαίωμα να με παίρνουν στα σοβαρά. Υπήρξα πάντα ο κλόουν της οικογένειας, πάντα με χαρακτηρίζουν ανυπόφορη και πάντα είμαι ο αποδιοπομπαίος τράγος· εγώ πάντα πληρώνω τα σπασμένα, πότε εισπράττοντας επιπλήξεις και πότε πνίγοντας μέσα μου την απελπισία μου. Τα φαινομενικά κανακέματα* δε μ' ευχαριστούν πια, ούτε και οι λεγόμενες σοβαρές συζητήσεις. Περιμένω από τον πατέρα κάτι που δεν είναι ικανός να μου δώσει.
         Δε ζηλεύω τη Μαργκότ, δεν τη ζήλεψα ποτέ, δε φθόνησα ουδέποτε, ούτε την ομορφιά της ούτε την εξυπνάδα της· το μόνο που ζητώ είναι την αγάπη του πατέρα, την αληθινή στοργή του, όχι μόνο για το παιδί του, αλλά για την Άννα, αυτή που είναι.
         Γαντζώνομαι στον πατέρα, γιατί είναι ο μόνος που διατηρεί σε μένα τα τελευταία υπολείμματα του οικογενειακού αισθήματος. Ο πατέρας δε θέλει να καταλάβει ότι μερικές φορές έχω μια ακατανίκητη ανάγκη να ανακουφιστώ, να του μιλήσω για τη μητέρα· αρνείται να με ακούσει και αποφεύγει καθετί που έχει σχέση με τα ελαττώματά της.
         Περισσότερο απ' όλους τους άλλους, η μητέρα, με το χαρακτήρα της και τα ελαττώματά της, μου πλακώνει την καρδιά. Δεν ξέρω πια τι στάση να κρατήσω· δε θέλω να της πω βάναυσα πως είναι παράλογη, σαρκαστική και σκληρή· από την άλλη, όμως, δεν μπορώ να είμαι πάντα κατηγορούμενη.
         Όπως και να το κάνεις, είμαστε τα δυο άκρα αντίθετα και, μοιραία, συγκρουόμαστε. Δεν κρίνω το χαρακτήρα της μητέρας, γιατί δεν είμαι αρμόδια να τον κρίνω· τη συγκρίνω μόνο με την εικόνα της μητέρας που είχα πλάσει με τη σκέψη μου. Για μένα, η μητέρα μου δεν είναι πάντα «η μητέρα»· κι έτσι αναγκάζομαι να εκπληρώσω αυτόν το ρόλο μόνη μου. Είμαι ξεκομμένη από τους γονείς μου, έχω χάσει λίγο τα νερά μου και δεν ξέρω σε ποιο λιμάνι ν' αράξω. Όλ' αυτά γιατί έχω στο νου μου ένα ιδεώδες παράδειγμα: το ιδεώδες της γυναίκας που είναι μητέρα, και το οποίο δε βρίσκω καθόλου σ'εκείνη που είμαι υποχρεωμένη να ονομάζω μητέρα μου.
         Έχω πάντα την πρόθεση να παραβλέπω τα ελαττώματα της μαμάς, να μη δω παρά μόνο τις αρετές της, και να προσπαθήσω να βρω στον εαυτό μου αυτό που μάταια αναζητώ σ'εκείνη. Αλλά δεν τα καταφέρνω, και το απελπιστικό είναι πως ούτε ο πατέρας ούτε η μητέρα υποπτεύονται ότι μου λείπουν στη ζωή κι ότι τους αποδοκιμάζω γι' αυτόν το λόγο. Υπάρχουν τάχα γονείς ικανοί να δώσουν πλήρη ικανοποίηση στα παιδιά τους; Μερικές φορές μού περνά η σκέψη ότι ο Θεός θέλει να με δοκιμάσει, όχι μόνο τώρα αλλά και αργότερα· το κυριότερο είναι να γίνω συνετή, χωρίς παραδείγματα και ανώφελα λόγια, για να είμαι αργότερα πιο δυνατή. Ποιος άλλος θα διαβάσει ποτέ αυτές τις επιστολές, εκτός από μένα;
         Ποιος άλλος θα με παρηγορήσει, γιατί συχνά έχω ανάγκη παρηγοριάς· πολύ συχνά μου λείπει η δύναμη, ό,τι κάνω δεν είναι αρκετό και δεν αποτελειώνω τίποτε. Δεν το αγνοώ· προσπαθώ να διορθωθώ, και κάθε μέρα χρειάζεται να ξαναρχίσω από την αρχή. Με μεταχειρίζονται με τον πιο αναπάντεχο τρόπο. Τη μια μέρα, η Άννα είναι πανέξυπνη και μπορεί κανείς να μιλά μπροστά της για οποιοδήποτε θέμα· την επομένη, η Άννα είναι μια χαζούλα που δεν καταλαβαίνει τίποτ' απολύτως και φαντάζεται πως έχει αντλήσει από τα βιβλία σπουδαία πράγματα.
         Ωστόσο, δεν είμαι πια μωρό και η χαϊδεμένη μικρούλα που γελάνε καλοσυνάτα μαζί της σε κάθε περίπτωση. Έχω το ιδανικό μου, έχω μάλιστα πολλά ιδανικά· έχω τις ιδέες μου και τα σχέδιά μου, μόλο που δεν μπορώ ακόμη να τα εκφράσω.
         Α, πόσα πράγματα δεν παρουσιάζονται στο μυαλό μου το βράδυ, όταν είμαι μόνη, ακόμη και την ημέρα, όταν είμαι αναγκασμένη να υπομένω εκείνους που μ' ενοχλούν κι εκείνους που παρεξηγούν ό,τι θέλω να πω!
         Τελικά ξαναγυρίζω πάντα αυτόματα στο Ημερολόγιό μου, που είναι για μένα η αρχή και το τέλος, γιατί από την Κίτυ δε λείπει ποτέ η υπομονή· της υπόσχομαι πως σε πείσμα όλων θ' αντέξω το χτύπημα, θα τραβήξω το δρόμο μου και θα καταπιώ τα δάκρυά μου. Μόνο που θα 'θελα πολύ να δω ένα αποτέλεσμα, θα 'θελα πολύ να έχω μια ενθάρρυνση, έστω για μία φορά, από κάποιον που μ' αγαπά.
         Μη με κρίνεις αυστηρά, μα φρόντισε να με βλέπεις απλώς και μόνο σαν ένα πλάσμα που μερικές φορές αισθάνεται ότι το ποτήρι ξεχειλίζει.
Δική σου, Άννα
Ά. Φρανκ, Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ,
μτφρ. Γ. Γ. Θωμόπουλος, Μίνωας
img
Γιώργος Ιωάννου, «Εν ταις ημέραις εκείναις...»

* Κίτυ: επινοημένη φίλη στην οποία απευθύνει η Άννα ό,τι γράφει στο ημερολόγιο της * φιλονικία: τσακωμός * μομφές: κατηγορίες * κανακέματα: χάδια, περιποιήσεις
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  εξωτερική δικτυακή πηγή

ΕΡΓΑΣΙΕΣ
1Η Αννα δεν έχει καλή σχέση με τη μητέρα της. Πώς δικαιολογεί η ίδια αυτό το γεγονός;
2Ποια αισθήματα έχει για τον πατέρα της η 'Αννα; Να βρείτε τα σχετικά χωρία στο κείμενο.
3Ποιες σκέψεις κάνει η Άννα για το ρόλο των γονέων, με αφορμή το περιστατικό με την αδερφή της;
4Ποια συναισθήματα κατακλύζουν την ηρωίδα την ώρα που γράφει στο ημερολόγιο της;
5Γράψτε ένα γράμμα στους γονείς σας (αν θέλετε μπορείτε και να τους το στείλετε!) στο οποίο θα εκφράζετε κάποια παράπονα που έχετε από τη στάση τους προς εσάς, τα αδέρφια σας, ή και για τη μεταξύ τους σχέση.
Φραντς Κάφκα, «Γράμμα στον πατέρα» (απόσπασμα)
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
♦ Πολλά παιδιά της ηλικίας σας κρατούν ημερολόγιο ή γράφουν σε λευκώματα. Ζητήστε από τον υπεύθυνο καθηγητή της τάξης σας να διαθέσετε μία ώρα για να συζητήσετε τα θέματα που σας απασχολούν και αποτελούν (ή θα αποτελούσαν) ύλη για το ημερολόγιο σας. Συζητήστε ακόμα τους λόγους για τους οποίους πολλά παιδιά εξομολογούνται στο ημερολόγιο τους τα προβλήματά τους.
Φραντς Κάφκα, «Τα ημερολόγια»  Ζλάτα Φιλίποβιτς, «Ένα ημερολόγιο από το Σεράγεβο» (απόσπασμα)
   
Άννα Φρανκ (1929-1945)  Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Βικιπαίδεια]
Γεννήθηκε στη Φρανκφούρτη και πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας, σε ηλικία 16 ετών. Ήταν κόρη του Γερμανοεβραίου επιχειρηματία Ότο Φρανκ, η οικογένεια του οποίου, μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ναζί, μετανάστευσε στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας. Οι Φρανκ, εξαιτίας του διωγμού των Εβραίων, κρύφτηκαν στην αποθήκη του εμπορικού τους καταστήματος και έζησαν εκεί μέχρι τον Αύγουστο του 1944, οπότε τους συνέλαβε η γερμανική αστυνομία. Οδηγήθηκαν στο Άουσβιτς, όπου πέθανε η μητέρα της Άννας. Η ίδια και η αδερφή της πέθαναν από τύφο σε άλλο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Επέζησε μόνο ο πατέρας, ο οποίος από Ολλανδούς φίλους της οικογένειας παρέλαβε το ημερολόγιο που είχε μαζί της η κόρη του στο κρησφύγετό τους. Το ημερολόγιο εκδόθηκε το 1947 και, με τη μεγάλη διεθνή απήχηση που είχε, έκανε γνωστή τη δοκιμασία του νεαρού κοριτσιού.



Εργασίες:

1. Η Άννα δεν έχει καλή σχέση με τη μητέρα τηςΠώς δικαιολογεί η ίδια αυτό
 το γεγονός;

Η Άννα θεωρεί πως δεν υπάρχει ανάμεσα σ’ εκείνη και στη μητέρα της ο ισχυρός δεσμός 
αγάπης, που θα έπρεπε κανονικά να τις συνδέει. Η μητέρα είναι περισσότερο αφοσιω
μένη στην αδερφή της Άννας, τη Μαργκότ, και φροντίζει με κάθε τρόπο να την προστα
τεύει και να παίρνει το μέρος της, δημιουργώντας στην Άννα την αίσθηση πως η ίδια
 δεν έχει θέση ανάμεσά τους. Η συμπεριφορά της μητέρας πληγώνει την Άννα, διότι
 δεν χαρακτηρίζεται από εκείνη την ιδεώδη μητρική τρυφερότητα, που έχει τόσο ανάγκη
 η νεαρή κοπέλα, είναι, αντιθέτως, σκληρή, παράλογη και σαρκαστική. Τις περισσό
τερες φορές, μάλιστα, η ηρωίδα αισθάνεται πως η μητέρας της δεν είναι καν σε θέ
ση να εκπληρώσει το ρόλο της «μητέρας» αναγκάζοντας την ίδια ν’ αναπληρώσει το ρόλο
 αυτό μόνη της. 
Η ηρωίδα αποδίδει αυτή τη συγκρουσιακή σχέση στο γεγονός ότι έχει τελείως αντίθετο
 χαρακτήρα από αυτόν της μητέρας της, κάτι που τις φέρνει συνεχώς σε αντιπαράθεση. 
Ενώ, συνάμα, επισημαίνει πως η μητέρα της δεν έχει κατορθώσει ποτέ να φτάσει 
στο πρότυπο της μητέρας που έχει πλάσει στη σκέψη της∙ στο πρότυπο της ιδανικής 
μητέρας που καταφέρνει να είναι πάντοτε παρούσα στη ζωή των παιδιών της με θετι
κό τρόπο και προσφέροντάς τους αγάπη και σιγουριά. Η μητέρα της ηρωίδας 
διακρίνεται περισσότερο για την ανωριμότητά της και για την αδυναμία της να σταθεί 
με αμέριστη αγάπη στο πλευρό και των δύο παιδιών της, χωρίς να κάνει διακρίσεις 
μεταξύ τους και χωρίς να φέρεται ανταγωνιστικά απέναντί τους.  

2. Ποια αισθήματα έχει για τον πατέρα της η ΆνναΝα βρείτε τα σχετικά χωρία
 στο κείμενο.

Η Άννα έχει ιδιαίτερη αδυναμία στον πατέρα της κι όπως χαρακτηριστικά δηλώ
νει τον αγαπά περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο στον κόσμο, αφού εκεί
νος αποτελεί για εκείνη το μεγάλο ιδεώδες. «Για τον πατέρα, το πράγμα είναι διαφορε
τικό. Πληγώνομαι κάθε φορά που δείχνει την προτίμησή του για τη Μαργκότ, που επι
δοκιμάζει τις πράξεις της, που τη γεμίζει μ’ επαίνους και χάδια, γιατί αγαπώ τρελά τον
 Πιμ. Είναι το μεγάλο μου ιδεώδες. Δεν αγαπώ κανέναν στον κόσμο όσο τον πατέρα.»
Η νεαρή ηρωίδα έχει εξιδανικεύσει τον πατέρα της και εξαρτά σε μεγάλο βαθμό 
την ευτυχία της από τη δική του συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να πληγώνεται βαθιά 
κά
θε φορά που εκείνος αποτυγχάνει να της εκφράσει την αγάπη του με τον τρόπο που η
 ίδια το επιθυμεί ή κάθε φορά που εκείνος φαίνεται να δείχνει μεγαλύτερη συμπάθεια 
στην άλλη του κόρη. Ό,τι αναμένει η Άννα από τον πατέρα της είναι κάτι πολύ πιο 
ουσιαστικό από τις φαινομενικές περιποιήσεις ή τις θεωρητικά «σοβαρές συζητήσεις» 
που επί της ουσίας αποτελούν μια ευκαιρία για να δώσουν οι γονείς νουθεσίες
 και συμβουλές στα παιδιά τους, προειδοποιώντας τους για τις δυσκολίες ή τους κινδύ
νους της ζωής. Η Άννα περιμένει από τον πατέρα της εκείνη τη μορφή αγάπης που δεί
χνει πως την εκτιμά, τη σέβεται και την αποδέχεται πλήρως, όχι γιατί είναι το παιδί
 του, αλλά γιατί έχει αναγνωρίσει τις ποιότητες που κατέχει εκείνη ως αυτόνομη
 προσωπικότητα. «Τα φαινομενικά κανακέματα δε μ’ ευχαριστούν πια, ούτε και 
οι λεγόμενες σοβαρές συζητήσεις. Περιμένω από τον πατέρα κάτι που δεν είναι ικανός
 να μου δώσει... το μόνο που ζητώ είναι την αγάπη του πατέρα, την αληθινή στοργή 
του, όχι μόνο για το παιδί του, αλλά για την Άννα, αυτή που είναι.»
Η Άννα αισθάνεται την ανάγκη να της αναγνωρίσουν την αξία που έχει ως άτομο και
 ως προσωπικότητα, και επιθυμεί να λάβει αυτή την αναγνώριση κυρίως και πρωτίστως
 από τον πατέρα της, μιας κι είναι το μόνο μέλος της οικογένειας που της προκαλεί πια αυ
τά τα αισθήματα οικειότητας και αγάπης που αναλογούν στα πρόσωπα του οικογε
νειακού περιβάλλοντος. Έχοντας αποξενωθεί από τη μητέρα και την αδερφή της, θεω
ρεί και αισθάνεται πως ο πατέρας είναι ο μόνος που εκπροσωπεί την ιδιαίτερη αξία του
 οικογενειακού συναισθηματικού δεσμού. «Γαντζώνομαι στον πατέρα, γιατί είναι ο 
μόνος που διατηρεί σε μένα τα τελευταία υπολείμματα του οικογενειακού αισθήματος.»
Επιπλέον, η Άννα θα ήθελε να λάβει από τον πατέρα της μια ακόμη μορφή συμπαράστα
σης, θα ήθελε να μπορούσε να του εκφράσει τα παράπονα που έχει για τη μητέρα της, 
αλλά εκείνος δεν της το επιτρέπει. Είναι εμφανές, άρα, πως η Άννα βλέπει στο πρόσω
πο του πατέρα της έναν φίλο τη γνώμη, την εκτίμηση και τη συμπαράσταση του οποίου
 έχει μεγάλη ανάγκη, προκειμένου να κατορθώσει να αντέξει τις συνεχείς απογοητεύσεις
 που βιώνει από τα άλλα μέλη της οικογένειάς της. «Ο πατέρας δε θέλει να κατα
λάβει ότι μερικές φορές έχω μια ακατανίκητη ανάγκη να ανακουφιστώ, να του μιλή
σω για τη μητέρα· αρνείται να με ακούσει και αποφεύγει καθετί που έχει σχέση με τα ε
λαττώματά της.»

3Ποιες σκέψεις κάνει η Άννα για το ρόλο των γονέων, με αφορμή το περιστα
τικό με την αδερφή της;

Η Άννα θεωρεί πως οι γονείς της την αδίκησαν στη μικρή αντιδικία που είχε με την α
δερφή της, καθώς πήραν κι οι δύο αμέσως το μέρος της Μαργκότ, χωρίς καν να της δώ
σουν έστω κι ελάχιστο χρόνο για να τους εξηγήσει τα πράγματα από τη δική της οπτική.
 Άλλωστε η ηρωίδα επρόκειτο να επιστρέψει πολύ σύντομα το βιβλίο στην αδερφή της, 
και μάλιστα θα το επέστρεφε πολύ πιο γρήγορα αν εκείνοι δεν είχαν ανακατευτεί στη με
ταξύ τους φιλονικία.
Με αφορμή, λοιπόν, αυτό το περιστατικό η Άννα δηλώνει πως έχει στη σκέψη της ένα 
ιδεώδες παράδειγμα για το πώς θα έπρεπε να είναι οι γονείς και ιδίως μια μητέρα∙
 ένα ιδεώδες παράδειγμα για τα χαρακτηριστικά που θα έπρεπε να έχουν οι ιδανικοί γο
νείς. Θα ήθελε τους γονείς να είναι πραγματικά παρόντες στη ζωή της, όχι με τη συμβα
τική έννοια της απλής παρουσίας, αλλά με την ενεργή εμπλοκή στη συναισθηματική
 και πνευματική της ωρίμανση. Θα ήθελε να την αποδέχονται ακριβώς γι’ αυτό που εί
ναι και όχι να την αντιμετωπίζουν σαν να είναι ένα ανώριμο παιδί, στο οποίο και απο
δίδουν τις ευθύνες για ό,τι συμβαίνει στο σπίτι. Οι γονείς θα έπρεπε να είναι το συναι
σθημα
τικό της στήριγμα, το λιμάνι στο οποίο θα μπορούσε να αράξει, τις στιγμές που νιώ
θει αναστατωμένη ή αδύναμη να διαχειριστεί το πλήθος των συναισθηματικών εντάσεων 
της εφηβικής ηλικίας.
Στη θέση της σκληρότητας και του σαρκασμού που δέχεται από τη μητέρα της, θα ήθελε
 να αισθάνεται την αγάπη και την αποδοχή∙ θα ήθελε μια μητέρα που να διαθέτει ό
λες εκείνες τις ηθικές αρετές και ποιότητες που θα την καθιστούσαν το κατάλληλο 
πρότυπο για μια κοπέλα εφηβικής ηλικίας, που αναζητά την ταυτότητά της. Η Άννα κα
τανοεί, βέβαια, πως οι γονείς της είναι κι αυτοί άνθρωποι κι έχουν ελαττώματα και 
ελλείψεις, θα ήθελε, εντούτοις, να έβρισκε σ’ αυτούς περισσότερη κατανόηση και δι
καιοσύνη. Οι γονείς δεν πρέπει να δείχνουν αδυναμία σε ένα από τα παιδιά τους
 και να αδικούν το άλλο ή να το αντιμετωπίζουν σαν να είναι λιγότερο ικανό ή λιγότερο 
άξιο.
Οι γονείς που έχει κατά νου η Άννα, οι γονείς που θα μπορούσαν να δώσουν πλήρη ικα
νοποίηση στα παιδιά τους, είναι εκείνοι που θα τους έδειχναν απόλυτο σεβασμό και θα
 τα αντιμετώπιζαν ως ανεξάρτητες προσωπικότητες. Είναι εκείνοι που αναγνωρίζουν 
το πλήθος των δυνατοτήτων που έχουν τα παιδιά τους, κι είναι εκείνοι που έχουν την 
προθυμία να πορευτούν μαζί τους στη δύσκολη εκείνη πορεία που οδηγεί στην πνευματι
κή ωρίμανση του νέου ατόμου και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Η Άννα δεν θέλει να την αντιμετωπίζουν τη μία μέρα σαν να είναι μια πανέξυπνη κοπέ
λα και την άλλη σαν να είναι μια χαζούλα που δεν καταλαβαίνει τίποτα. Θέλει α
πό τους γονείς της συνέπεια στη συμπεριφορά και φυσικά την ικανότητα να τη βλέ
πουν γι’ αυτό που είναι, σαν μια νέα κοπέλα με πολλά ιδανικά και ιδέες, που προσπα
θεί να αναγνωρίσει τα ελαττώματά της και να τα διορθώσει, με απώτερο στόχο 
να μπορέσει κάποτε να γίνει μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα με τις κατάλληλες αρχές
 και αξιόλογο ήθος.     

4Ποια συναισθήματα κατακλύζουν την ηρωίδα την ώρα που γράφει στο ημε
ρολόγιο της;

Η Άννα καταφεύγει στο ημερολόγιό της αισθανόμενη έντονη λύπη ύστερα από τη φι
λονικία με την αδερφή της, εφόσον διαπίστωσε για άλλη μια φορά πως οι γονείς της
 σπεύδουν πάντοτε να πάρουν το μέρος της Μαργκότ, χωρίς να δίνουν σημασία στα δι
κά της συναισθήματα. Η ηρωίδα νιώθει την ανάγκη να λάβει από κάποιον που την 
αγαπά ειλικρινά ενθάρρυνση και υποστήριξη, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τον 
καθημερινό της αγώνα προς την ενηλικίωση και, φυσικά, προς τη δύσκολη εκείνη προ
σπά
θεια που απαιτείται προκειμένου να διορθώσει τα ελαττώματά της και να γίνει ένας αξιό
λογος άνθρωπος.
Η Άννα αισθάνεται βαθιά απογοήτευση διότι νιώθει πως στο πλαίσιο της οικογένειάς 
της δεν έχει κανέναν που να την κατανοεί και να είναι πρόθυμος να τη στηρίξει. Η μη
τέρα της τής φέρεται συνεχώς με άδικο τρόπο, την κατηγορεί για όλα και την αντιμετω
πίζει με σαρκασμό και ειρωνεία, ενώ την ίδια στιγμή υποστηρίζει τη Μαργκότ και 
παίρνει πάντοτε το δικό της μέρος. Νιώθει, έτσι, η ηρωίδα πως δεν μπορεί να βρει 
πουθενά τη στοργή που χρειάζεται, αφού ακόμη κι ο πατέρας που τόσο αγαπά έχει την
 τάση να φέρεται στην αδερφή της με διαφορετικό τρόπο και να της αναγνωρίζει περισ
σότερες αρετές. Η Μαργκότ είναι για τους γονείς τους η πιο έξυπνη, η πιο ευγενική, η 
πιο όμορφη και η πιο καλή, ενώ η Άννα αντιμετωπίζεται ως ο αποδιοπομπαίος τράγος 
για ό,τι συμβαίνει, εισπράττοντας διαρκώς κατηγορίες και επιπλήξεις.
Η ηρωίδα θέλει κοντά της κάποιον που να έχει την υπομονή να την ακούσει και να 
δείξει κατανόηση απέναντι στους προβληματισμούς και τις ανησυχίες της. Θέλει κάποιον
 να του μιλήσει για την άδικη και παράλογη συμπεριφορά της μητέρας της, μα δεν βρί
σκει σε κανέναν αυτού του είδους τη συμπαράσταση, αφού ο πατέρας της, που εί
ναι ο μόνος που θα μπορούσε να αναλάβει αυτό το ρόλο αρνείται ν’ ακούσει οποια
δήποτε κατηγορία εις βάρος της μητέρας. Η Άννα, επομένως, καταλήγει να εκμυστηρεύ
εται όλες τις σκέψεις κι όλα της τα παράπονα στην «Κίτυ», στην επινοημένη φίλη 
που απευθύνει όλα όσα γράφει στο ημερολόγιό της. Η Κίτυ είναι εκείνη που εκπληρώνει
 τελικά το ρόλο που θα έπρεπε να εκπληρώνουν οι γονείς της, κι είναι εκείνη που προσφέ
ρει στην Άννα την κατανόηση και τη συμπαράσταση που της έχουν τόσο λείψει από τα
 πρόσωπα της οικογένειάς της.
Το Ημερολόγιο της Άννας γίνεται ο αποδέκτης της θλίψης που βιώνει η ηρωίδα, των α
πογοητεύσεων και των διαψεύσεων που αντιμετωπίζει καθημερινά, αφού κανένας
 από την οικογένειά της δεν της προσφέρει λίγο χρόνο και λίγη προσοχή, προκειμέ
νου ν’ ακούσει όσα η νεαρή κοπέλα αισθάνεται κι όσα την πληγώνουν.  

5Γράψτε ένα γράμμα στους γονείς σας (αν θέλετε μπορείτε και να 
τους το στείλετε!) στο οποίο θα εκφράζετε κάποια παράπονα που έχετε από
 τη στάση τους προς εσάς, τα αδέρφια σας, ή και για τη μεταξύ τους σχέση.

[Το γράμμα που ακολουθεί βασίζεται στις σκέψεις της Άννας Φρανκ, όπως αυτές 
καταγράφονται στο συγκεκριμένο απόσπασμα.]  

Αγαπητοί γονείς,

Είναι καιρός τώρα που αισθάνομαι την ανάγκη να σας εκφράσω τις σκέψεις και τα πα
ράπονά μου για τον τρόπο με τον οποίο με αντιμετωπίζετε και, φυσικά, για τον τρό
πο που τόσο έκδηλα δείχνετε την προτίμησή σας στη Μαργκότ. Αν και καταλαβαί
νω πως η αδερφή μου έχει πλήθος προτερημάτων, αφού είναι σαφώς πιο όμορφη, πιο έ
ξυπνη και πιο καλή από μένα, αυτό δε σημαίνει όμως πως μπορείτε να με αντιμετωπίζε
τε
 σαν να μην αξίζω τίποτα! Έχω κι εγώ τις δικές μου ξεχωριστές ικανότητες κι έχω κι εγώ 
τη δυνατότητα να γίνω κατά πολύ καλύτερη απ’ ό,τι είμαι τώρα, αλλά χρειάζομαι και τη
 δική σας υποστήριξη.
Είναι παράλογο να παίρνετε πάντοτε το μέρος της αδερφής μου και να θεωρείτε δε
δομένο πως είμαι εγώ που φταίω πάντοτε για όλα. Κι είναι ακόμη πιο παράλογο το να έ
χετε την απαίτηση να μην αντιδρώ ή να μη στεναχωριέμαι όταν με αδικείτε τόσο κατά
φορα. Έχω κι εγώ την ανάγκη ν’ ακούσω έναν καλό λόγο, κι ακόμη περισσότερο έχω 
την ανάγκη να με δείτε γι’ αυτό που είμαι. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ή
μουν το μικρό ανόητο παιδί με τα καμώματα του οποίου γελούσατε. Είμαι πια δεκα
τριών ετών κι έχω μεγαλώσει αρκετά για να με βλέπετε και να μου φέρεστε σαν να είμαι 
παιδί. Χρειάζομαι πια ανθρώπους που να με σέβονται και να μου δίνουν την προσοχή 
που μου αναλογεί, κι όχι ανθρώπους που να με ειρωνεύονται και να γελούν εις βάρος
 μου σαν να μην καταλαβαίνω τι γίνεται
 γύρω μου.
Ιδίως εσύ μητέρα θα πρέπει να αντιληφθείς τον αντίκτυπο που έχει η συμπεριφορά
 σου σ’ εμένα. Καταλαβαίνω πως δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς ελαττώματα, αλλά δεν
 μπορώ να καταλάβω ή να αποδεχτώ πως μια μητέρα δεν έχει συναίσθηση ότι οφεί
λει να δείχνει πάντοτε αμέριστη συμπαράσταση σε όλα της τα παιδιά και να τα αντιμε
τωπίζει με στοργή και αγάπη. Με πληγώνει κάθε φορά που δέχομαι ένα ακόμη σαρκα
στικό και υποτιμητικό σου σχόλιο, όταν το μόνο που ζητώ είναι λίγο από το χρόνο σου
 κι έναν λόγο αγάπης. Με πληγώνει το γεγονός ότι δεν σκέφτεσαι καν πόσο βαθιά μ’
 επηρεάζει η σκληρότητα που μου δείχνεις. Αν δεν μπορώ να βρω αγάπη κι αποδοχή α
πό την ίδια μου τη μητέρα, τότε σε ποιον θα πρέπει να στραφώ;
Θα ήθελα να καταλάβετε πως βρίσκομαι πλέον σε μια ηλικία που μου επιτρέπει να έχω
 πλήρη συνείδηση του εαυτού μου. Αναγνωρίζω τα ελαττώματά μου και προσπαθώ να
 τα βελτιώσω, αφού ό,τι επιθυμώ περισσότερο είναι να γίνω όσο καλύτερη μπορώ.
 Έχω πολλά σχέδια και πολλά ιδανικά για το πώς θέλω να διαμορφώσω τη ζωή μου 
και για το πώς θέλω να γίνω η ίδια μεγαλώνοντας. Όλα αυτά, όμως, δεν μπο
ρούν να γίνουν χωρίς τη δική σας συμπαράσταση και κατανόηση. Δεν μπορώ να
 επιτύχω αυτά που ονειρεύομαι κι επιθυμώ, αν νιώθω διαρκώς πως δεν υπάρχει γύρω
 μου κανένας που να θέλει να με ακούσει και να με σεβαστεί.
Ό,τι σας ζητώ, λοιπόν, είναι να αντιληφθείτε πως δεν είμαι πια ένα ανόητο παιδί, 
που μπορείτε να του φέρεστε όπως θέλετε. Έχω ανάγκη την αγάπη και την αποδοχή
 σας, κι έχω ανάγκη τη στήριξή σας στην προσπάθειά μου να γίνω ένας ολοκληρωμένος
 άνθρωπος με τις αναγκαίες αρετές κι όσο γίνεται λιγότερα ελαττώματα.

                                                                                                Με αγάπη κι εκτίμηση,
η Άννα σας

Άννα Φρανκ (1929-1945)

Γεννήθηκε στη Φρανκφούρτη και πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης της ναζιστι
κής Γερμανίας, σε ηλικία 16 ετών. Ήταν κόρη του Γερμανοεβραίου επιχειρηματία Ότο 
Φρανκ, η οικογένεια του οποίου, μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ναζί, με
τανάστευσε στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας. Οι Φρανκ, εξαιτίας του διωγμού των Εβραί
ων, κρύφτηκαν στην αποθήκη του εμπορικού τους καταστήματος και έζησαν εκεί μέ
χρι τον Αύγουστο του 1944, οπότε τους συνέλαβε η γερμανική αστυνομία. Οδηγήθη
καν στο Άουσβιτς, όπου πέθανε η μητέρα της Άννας. Η ίδια και η αδερφή της πέθα
ναν από τύφο σε άλλο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Επέζησε μόνο ο πατέρας, ο ο
ποίος από Ολλανδούς φίλους της οικογένειας παρέλαβε το ημερολόγιο που είχε μαζί της 
η κόρη του στο κρησφύγετό τους. Το ημερολόγιο εκδόθηκε το 1947 και, με τη μεγάλη
 διεθνή απήχηση που είχε, έκανε γνωστή τη δοκιμασία του νεαρού κοριτσιού.



ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΦΡΑΝΚ


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ. Η Ανελίς «Άνε» Μαρί Φρανκ γεννήθηκε στη Φραγκφούρτη στις 12 Ιουνίου του 1929. Ήταν η δεύτερη κόρη του επιχειρηματία Ότο Φρανκ (1889-1980) και της Εντίτ Χολέντερ (1900-1945). Η πρωτότοκη κόρη της οικογένειας ονομαζόταν Μαργκότ (1926-1945) . Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933, η οικογένεια Φρανκ μετακόμισε στο Άμστερνταμ. Αντιμετωπίζοντας την απειλή της εκτόπισης σε στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων, ο Ότο Φρανκ και η οικογένειά του αποφάσισαν να κρυφτούν στην αποθήκη της επιχείρησής τους στο Άμστερνταμ (1942). Έχοντας εξασφαλισμένη τη διατροφή και τη βοήθεια ορισμένων φίλων τους μη Εβραίων, παρέμειναν στο κρησφύγετό τους έως τον Αύγουστο του 1944, οπότε τους ανακάλυψε η Γκεστάπο και τους συνέλαβε. Η οικογένεια Φρανκ οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς, όπου η μητέρα της Άννας πέθανε από τις κακουχίες. Η Άννα και η αδελφή της μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπέργκεν-Μπέλσεν και πέθαναν εκεί από τύφο. Ο Ότο Φρανκ ήταν το μόνο μέλος της οικογένειας που επέζησε. Μετά τη σύλληψη των Φρανκ στο Άμστερνταμ, φίλοι της οικογένειας ερεύνησαν το κρησφύγετο και παρέδωσαν στον Ότο Φρανκ διάφορα έγγραφα, μεταξύ των οποίων και το ημερολόγιο της Άννας, που ήταν γραμμένο στα ολλανδικά. Ο πατέρας της το εξέδωσε το 1947 με τον τίτλο Het Achterhuis (Το πίσω σπίτι) ή όπως είναι γνωστό στη χώρα μας Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ. Μεταφράστηκε σε περισσότερες από 30 γλώσσες σε όλο τον κόσμο, έγινε θεατρικό και κινηματογραφικό[1] έργο ενώ το κρησφύγετο της οικογένειας έγινε μουσείο.
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τη συγγραφέα μπορεί να παρακολουθήσετε στα παρακάτω βίντεο:
Το πρώτο παρουσιάζει οπτικοποιημένη τη ζωή της . Το δεύτερο παρουσιάζει ενα μικρής διάρκειας κινηματογραφικό ντοκουμέντο στο οποίο φαίνεται και η ίδια!

Θέμα: Τα παράπονα της Άννας για τη μεροληπτική, όπως νομίζει, στάση των γονιών της υπέρ της αδελφής της και οι γενικότερες σκέψεις και κρίσεις της για τους γονείς της και τον εαυτό της.

Θεματικά κέντρα:
-        Η ψυχολογία των εφήβων και οι σχέσεις τους με τους γονείς
-        Οι ανταγωνιστικές σχέσεις ανάμεσα στα αδέλφια
-        Το ημερολόγιο και η συνομιλία του εφήβου με τον εαυτό του

v Ενότητες – πλαγιότιτλοι:
1)      «Αγαπητή Κίτυ… διάθεση της Μαργκότ» à Τα παράπονα της Άννας με αφορμή το επεισόδιο με τη Μαργκότ
2)      «Δεν τις αγαπώ… με τα ελαττώματά της» àΗ σχέση της Άννας με τον πατέρα της
3)      «Περισσότερο απ’ όλους… στα παιδιά της» à Η άποψη της Άννας για τη μητέρα της
4)      «Μερικές φορές… Δική σου, Άννα» à Οι συναισθηματικές ανάγκες της Άννας και η διάθεση αυτοκριτικής
Λογοτεχνικό είδος: Ημερολόγιο à με τον όρο αυτόν εννοούμε τη συστηματική καταγραφή από ένα άτομο των πιο σημαντικών γεγονότων της προσωπικής του ζωής, καθώς και της δημόσιας ζωής της εποχής του. Έχει προσωπικό χαρακτήρα (δηλαδή δε γράφεται για να δημοσιευτεί ή για να διαβαστεί από άλλους), γι’ αυτό και το ύφος του είναι εξομολογητικό, και η γραφή συχνά συνθηματική ή και ελλειπτική· περιέχει σχόλια, παρατηρήσεις, κρίσεις, σκέψεις και, γενικά μια υποκειμενική καταγραφή όλων όσων απασχολούν το άτομο που κρατά το ημερολόγιο, ενώ βασικό χαρακτηριστικό του είναι ο

ακριβής προσδιορισμός του χρόνου από τον συγγραφέα. Διαφέρει από την αυτοβιογραφία, όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει τη ζωή του σε συνεχή αφήγηση και χωρίς κενά, με σκοπό να διαβαστεί από άλλους. Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ είναι το πιο γνωστό κείμενο αυτού του είδους, αν και δεν έχει τόσο την αξία ενός λογοτεχνικού κειμένου, όσο μιας αυθεντικής μαρτυρίας. Η συγγραφέας βρίσκεται στο μεταίχμιο προς την εφηβεία και ίσως γινόταν πολύ καλή συγγραφέας, αν δεν είχε πέσει θύμα της γενοκτονίας των Εβραίων.
Γενικά τα ημερολόγια των δημοσίων προσώπων προξενούν το ενδιαφέρον του κοινού, γι’ αυτό συχνά δημοσιεύονται.

v Αφηγηματική τεχνική: 
Ο συγγραφέας και ο αφηγητής ταυτίζονται.
Η Άννα απευθύνεται σε μια φανταστική φίλη, την Κίτυ, έτσι το κείμενο αποκτά χαρακτηριστικά επιστολογραφίας
Τόνος: εξομολογητικός, επικριτικός, ειρωνικός

v ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Στο απόσπασμα του βιβλίου η συγγραφέας καταγράφει, με αφορμή έναν ασήμαντο καβγά, τις σκέψεις της για τη σχέση με την αδερφή, τη μητέρα και τον πατέρα της. Την προβληματίζει κυρίως η ασυμφωνία με τον χαρακτήρα και τη στάση της μητέρας της, η οποία την εμποδίζει να επικοινωνήσει μαζί της. Οι σκέψεις της γύρω από τον γονεϊκό ρόλο παρουσιάζουν μια ασυνήθιστη ωριμότητα, η διάθεσή της όμως χαρακτηρίζεται από συχνές μεταπτώσεις.
Η σχέση με τον πατέρα της είναι καλύτερη, ωστόσο νιώθει πως δε βρίσκει τη συναισθηματική στήριξη που περίμενε απ’ αυτόν, με αποτέλεσμα να νιώθει αποξενωμένη μέσα στην οικογένειά της, καθώς διαπιστώνει ότι οι δικοί της δεν την καταλαβαίνουν και δεν της δίνουν τη σημασία που της αξίζει.
Αυτή η διαπίστωση την οδηγεί να εξομολογηθεί τις σκέψεις της στο ημερολόγιό της, το οποίο αναλαμβάνει να εκπληρώσει τον ρόλο ενός σιωπηλού συνομιλητή (με το τέχνασμα της φανταστικής φίλης – αποδέκτη των επιστολών της), ο οποίος  ενθαρρύνει και στηρίζει τη μοναξιά της.
Ø Οι σκέψεις της Άννας για τους γονείς: με αφορμή τη στάση των γονιών της, η Άννα διατυπώνει την άποψή της για τους σωστούς γονείς, οι οποίοι:
α) όταν  παρεμβαίνουν στις διενέξεις των παιδιών τους, πρέπει να είναι δίκαιοι, όχι να μεροληπτούν ή να συμμαχούν με το ένα παιδί
β) πρέπει ν’ αγαπούν τα παιδιά τους γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτό που εκείνοι θα ήθελαν να είναι
γ) πρέπει να είναι έτοιμοι ν’ ακούσουν τα παράπονα των παιδιών τους, να τα βοηθούν, να τα στηρίζουν και να συζητούν μαζί τους
δ) να αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους με σταθερό τρόπο, να τα ενθαρρύνουν και να τα στηρίζουν καθώς μεγαλώνουν
ε) να μην καλλιεργούν ανταγωνιστικές σχέσεις ανάμεσα στ’ αδέρφια
Ø   Τα συναισθήματα της ΆνναςΗπροβληματική σχέση της Άννας με τους γονείς της παρουσιάζεται (από την ίδια) με ειλικρίνεια, αλλά η ψυχολογική της διάθεση χαρακτηρίζεται από αστάθεια και μεταπτώσεις. Ενώ πολλές από τις απόψεις και τις κρίσεις της χαρακτηρίζονται από ωριμότητα, από την άλλη πλευρά αρκετά από τα παράπονα της θυμίζουν χαϊδεμένο παιδί που θέλει να είναι το επίκεντρο της προσοχής. Έτσι, οι αντιφάσεις που φανερώνονται στο χαρακτήρα και την ψυχολογία της είναι αρκετές. Είναι ένα κορίτσι που κακίζει τη μητέρα της, που ζηλεύει την αδερφή της, που κάνει παράπονα στον πατέρα και γενικά τα βάζει με όλους, επειδή δεν την καταλαβαίνουν.
Από την άλλη πλευρά, κάποιες απόψεις της για το μητρικό ρόλο και για την ανάγκη να βρει στη μητέρα της ένα ιδανικό πρότυπο δείχνουν συνετή κρίση, δυσανάλογη με την ηλικία της. Την ίδια ωριμότητα φανερώνει και η αυτοκριτική της, καθώς παρουσιάζεται δυσαρεστημένη για την ανεπάρκεια της να ολοκληρώσει ένα έργο. Οι αντιφάσεις αυτές είναι απόλυτα φυσιολογικές στη φάση της μετάβασης από την παιδική στην εφηβική ηλικία, στην οποία βρίσκεται η Άννα. Ψυχολογικές μεταπτώσεις, παράπονα, πείσματα και ζήλιες χαρακτηρίζουν πάντα αυτή την ηλικία[2] σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό
Ø Ο χαρακτήρας της Άννας: . Η Άννα, με τα χαρίσματα και τα ελαττώματα της είναι ένας αντιπροσωπευτικός για την ηλικία της χαρακτήρας. Τη διακρίνει φιλομάθεια, εξυπνάδα, ωριμότητα, ειλικρίνεια. Παράλληλα όμως έχει εγωισμό και ζήλια και γενικά, ως έφηβη, είναι απόλυτη στα συναισθήματα της. Έτσι, το μόνο που πετυχαίνει είναι να νιώθει μοναξιά ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους και κάτω από συνθήκες που δεν της επιτρέπουν τέτοιες «πολυτέλειες».

v Οι εξομολογήσεις των εφήβων σε ημερολόγιο: Οι έφηβοι βιώνουν εσωτερικές συγκρούσεις, αισθάνονται μόνοι, νιώθουν άγχος και κατάθλιψη, αμφισβητούν συχνά τον ρόλο των γονέων τους. Έτσι, ανάλογα με τον χαρακτήρα τους, αντιδρούν με κριτική διάθεση ή επιθετικότητα προς τους γονείς, εναντιώνονται απέναντι στο ενδιαφέρον και την προστατευτικότητά τους και επαναστατούν απέναντι στις ιδέες τους.
Συνήθως συζητούν τις ιδέες τους και αμφισβητούν το κατεστημένο μέσα στις ομάδες ων συνομηλίκων τους. Άλλοτε νιώθουν την ανάγκη να συνομιλήσουν με τον εαυτό τους, οπότε εξομολογούνται τις σκέψεις τους σε ημερολόγιο.


[1] http://www.imdb.com/name/nm0290833/ Σ αυτή την ηλεκτρονική διεύθυνση μπορεί κάποιος να εντοπίσει πληροφορίες για την κινηματογραφική αποτύπωση της ιστορίας της Αννας Φράνκ
[2] Για την αστάθεια του χαρακτήρα της θα πρέπει να λάβουμε υπόψη εκτός από την ηλικία της και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσε (πόλεμος, αντισημιτισμός, απομόνωση σε υπόγειο χώρο) κι έγραψε το ημερολόγιο οι οποίες ενδεχομένως δυσκόλευαν την κρίση της ως προς την αξιολόγηση των μελών της οικογένειάς της και τη σχέση της μαζί τους.

Από το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ


ΜΙΑ ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΗ ΑΦΙΣΑ ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΗ ΑΠΌ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ  ΑΝΝΑΣ ΦΡΑΝΚ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Είναι ένα αυτοβιογραφικό κείμενο, στο οποίο ένα πρόσωπο καταγράφει μέρα προς μέρα τις σκέψεις και τις απόψεις του για πρόσωπα και πράγματα της επικαιρότητας ή για προσωπικά ζητήματα. Όταν ο συντάκτης το προορίζει για τον εαυτό του, έχει ειλικρίνεια και αμεσότητα.
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΑΝΝΑΣ ΦΡΑΝΚ
Το έγραψε στη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου πολέμου  (1942), ενώ ήταν εγκλεισμένη μέσα στο κρησφύγετο.
ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ
Τα παράπονα της Άννας στο ημερολόγιο της, για τη μεροληπτική, όπως νομίζει, στάση των γονιών της υπέρ της αδερφής της και οι γενικότερες σκέψεις της για τους γονείς και τον εαυτό της.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Προτοπρόσωπος αφηγητής. Είναι η Άννα που είναι ο συντάκτης ημερολογίου.
ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ
Η ψυχολογία των εφήβων και οι σχέσεις τους  με την οικογένειά τους.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΦΗΒΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ
α) Ακόμη και σε συνθήκες κινδύνου, ο έφηβος έχει τις προτεραιότητές του. Τον απασχολούν κυρίως προσωπικά ζητήματα, όπως είναι η αγάπη και η αναγνώριση από το οικογενειακό του περιβάλλον. Τα ιδανικά και τα σχέδια ζωής της Άννας  δεν παραμερίζονται από το άγχος της σύλληψης και του θανάτου.
β) Η εξομολόγηση σε ένα ημερολόγιο δείχνει την ανάγκη του εφήβου για επικοινωνία.  Φανερώνει επίσης την ανάγκη του εφήβου να συνομιλήσει με τον εαυτό του σαν εκτόνωση για όσα τον απασχολούν και για τακτοποίηση των σκέψεών του.
γ) Άλλα χαρακτηριστικά της εφηβικής ηλικίας είναι: ο εγωισμός, η ζήλια, η μοναξιά, η αναζήτηση της προσωπικής ανεξαρτησίας και οι απότομες ψυχικές μεταπτώσεις.
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΑΝΝΑΣ
Η Άννα αισθάνεται λύπη και αγανάκτηση, αίσθημα αδικίας, ψυχική αναστάτωση, θυμό και μνησικακία για τη μητέρα της και την αδερφή της, ζήλια για την προτίμηση του πατέρα προς την αδερφή της,  υπερβολική αγάπη για τον πατέρα.
ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΦΗΒΗΣ ΑΝΝΑΣ
Αστάθεια, μεταπτώσεις, αντιφάσεις, παράπονα, ζήλιες, πείσματα, αίσθημα μοναξιάς τα οποία είναι χαρακτηριστικά της εφηβικής ηλικίας.
ΤΟΝΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ
Ο τόνος είναι εξομολογητικός για τον εαυτό της, επικριτικός για τη μητέρα της, ειρωνικός για τη Μαργκότ.
ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΠΟΥ ΔΗΛΩΝΟΥΝ ΜΗ ΑΡΜΟΝΙΚΕΣ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΗΣ
Προς τη μητέρα της: έλλειψη κατανόησης και ανταπόκρισης σε μητρικό ρόλο.
Προς την αδερφή:ανταγωνισμός, ζήλια, αγανάκτηση.
Προς τον πατέρα: μεγάλη αγάπη αλλά  και  πολλά παράπονα.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΑΝΝΑΣ
Είναι φιλομαθής, έξυπνη, ώριμη, ειλικρινής αλλά και ζηλιάρα, εγωίστρια πεισματάρα και απόλυτη στα συναισθήματά της.
ΣΗΜΕΙΑ ΟΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ Η ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ
Η ωριμότητά της φαίνεται στις απόψεις της για τον μητρικό ρόλο, στην αυτοκριτική και στην ανάγκη να αποτελεί η μητέρα ιδανικό πρότυπο.
ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ
Οι γονείς δεν πρέπει να κάνουν διακρίσεις στα παιδιά τους, αλλά αντίθετα πρέπει να είναι δίκαιοι,  και να τα αφήνουν να λύνουν μόνα τους τις διαφορές τους. Πρέπει να τους δείχνουν αγάπη, στοργή και κατανόηση και να τα στηρίζουν στα προβλήματά τους. Οι ίδιοι οι γονείς οφείλουν να αποτελούν θετικά πρότυπα για τα παιδιά τους.
ΓΛΩΣΣΑ
Η γλώσσα της μετάφρασης είναι απλή δημοτική. Ο τρόπος γραφής δηλώνει άνεση και αφηγηματική ικανότητα της αφηγήτριας (συγγραφικό ταλέντο).
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Μεταφορές (ο κλόουν της οικογένειας), παρομοιώσεις (σαν να την είχα αδικήσει), επίθετα κ.α.
ΤΡΑΓΙΚΗ ΕΙΡΩΝΕΙΑ
Αν και η Άννα γράφει ότι κανείς άλλος δε θα διαβάσειτο ημερολόγιό της, στην πράξη έγινε πασίγνωστο πολιτικό ντοκουμέντο για τη θηριωδία του  ναζισμού και τον  παραλογισμό του  πολέμου. Η Άννα, φυσικά, δεν το ήξερε αυτό όταν έγραφε το ημερολόγιό της!
ΑΝΤΟΝ ΤΣΕΧΩΦ
Ένας αριθμός
ΑΝΤΟΝ ΤΣΕΧΩΦ
Ένας αριθμός
         Στο σύντομο αφήγημα του Τσέχωφ «Ένας αριθμός» η δεσποινίς Ιουλία αντιπροσωπεύ
ει τον άβουλο ανθρώπινο τύπο• δεν τολμά να διεκδικήσει τα δικαιώματά της και συχνά πέ
φτει θύμα οικονομικής και κοινωνικής εκμετάλλευσης. O Τσέχωφ σκιαγραφεί με απλό και ευ
τράπελο τρόπο την παθητική ψυχολογία, η οποία χαρακτήριζε σε μεγάλο βαθμό τη γυ
ναικεία συμπεριφορά τα παλαιότερα χρόνια.
Tις προάλλες φώναξα στο γραφείο μου τη δεσποινίδα Ιουλία, τη δασκάλα των παιδιών. Έπρεπε
να της δώσω το μισθό της.
         - Κάθισε να κάνουμε το λογαριασμό, της είπα. Θα 'χεις ανάγκη από χρήματα και συ ντρέπε
σαι να ανοίξεις το στόμα σου... Λοιπόν...  Συμφωνήσαμε για τριάντα ρούβλια* το μήνα...
         - Για σαράντα.
          - Όχι, για τριάντα, το έχω σημειώσει. Εγώ πάντοτε τριάντα ρούβλια δίνω στις δασκάλες...
Λοιπόν, έχεις δύο μήνες εδώ...
         - Δύο μήνες και πέντε μέρες...
         - Δύο μήνες ακριβώς... Το 'χω σημειώσει... Λοιπόν, έχουμε εξήντα ρούβλια. Πρέπει να βγά
λουμε εννιά Κυριακές... δε δουλεύετε τις Κυριακές. Πηγαίνετε περίπατο μετα παιδιά. Έπειτα
έχουμε τρεις γιορτές...
         Η Ιουλία έγινε κατακόκκινη και άρχισε να τσαλακώνει νευρικά την άκρη του φουστανιού
της, μα δεν είπε λέξη.
         - Τρεις γιορτές... μας κάνουν δώδεκα ρούβλια το μήνα... Ο Κόλιας ήταν άρρωστος τέσσερις
 μέρες και δεν του έκανες μάθημα... Μονάχα με τη Βαρβάρα ασχολήθηκες... Τρεις μέ
ρες είχες πονόδοντο και η γυναίκα μου σου είπε να αναπαυτείς μετά το φαγητό... Δώδεκα
και εφτά δεκαεννιά. Αφαιρούμε, μας μένουν... Χμ! σαράντα ένα ρούβλια... Σωστά;
         Το αριστερό μάτι της Ιουλίας έγινε κατακκόκινο και νότισε. Άρχισε να τρέμει το σαγόνι
της. Την έπιασε ένας νευρικός βήχας, έβαλε το μαντίλι στη μύτη της, μα δεν έβγαλε άχνα.
         - Την παραμονή της πρωτοχρονιάς έσπασες ένα φλιτζάνι του τσαγιού με το πιατά
κι του... Βγάζουμε δύο ρούβλια... Το φλιτζάνι κάνει ακριβότερα γιατί είναι οικογενειακό κειμή
λιο, μα δεν πειράζει... Τόσο το χειρότερο! Προχωρούμε! Μια μέρα δεν πρόσεξες τον Κόλια, ανέ
βηκε ο μικρός στο δέντρο και έσκισε το σακάκι του... Βγάζουμε άλλα δέκα ρούβλια... Άλλη μια μέ
ρα που δεν πρόσεχες, έκλεψε μια καμαριέρα τα μποτάκια της Βαρβάρας. Πρέπει να 'χεις τα μά
τια σου τέσσερα, γι' αυτό σε πληρώνουμε... Λοιπόν, βγάζουμε άλλα πέντε ρούβλια. Στις δέ
κα του Γενάρη σε δάνεισα δέκα ρούβλια...
         - Όχι, δεν έγινε τέτοιο πράμα. μουρμούρισε η Ιουλία.
         - Το 'χω σημειώσει!
         - Καλά...
         - Βγάζουμε είκοσι επτά ρούβλια, μας μένουν δεκατέσσερα.
         Τα μάτια της Ιουλίας γέμισαν δάκρυα. Κόμποι ιδρώτα γυάλιζαν πάνω στη μύτη της. Κα
κόμοιρο κορίτσι!
         - Μα εγώ μια φορά μονάχα δανείστηκα χρήματα. Μονάχα τρία ρούβλια, από την
κυρία, μουρμούρισε η Ιουλία και η φωνή της έτρεμε... Αυτά είναι όλα όλα που δανείστηκα.
         - Μπα; Και γω δεν τα είχα σημειώσει αυτά. Λοιπόν, δεκατέσσερα έξω τρία, μας μένουν
έντεκα. Πάρε τα χρήματά σου, αγαπητή μου! Τρία... τρία, τρία... ένα και ένα... Πάρ' τα...
         Και της έδωσα έντεκα ρούβλια. Τα πήρε με τρεμουλιαστά δάχτυλα και τα έβαλε στην τσέπη
της.
         - Ευχαριστώ, ψιθύρισε.
         Πετάχτηκα ορθός και άρχισα να βηματίζω πέρα δώθε στο γραφείο. Με έπιασαν τα δαιμόνια
 μου.
         - Και γιατί με ευχαριστείς;
         - Για τα χρήματα.
         - Μα, διάολε, εγώ σε έκλεψα, σε λήστεψα! Και μου λες κι ευχαριστώ;
         - Οι άλλοι δε μου 'διναν τίποτα!...
         - Δε σου 'διναν τίποτα. Φυσικά! Σου έκανα μια φάρσα για να σου γίνει σκληρό μάθημα.
 Πάρε τα ογδόντα σου ρούβλια! Τα είχα έτοιμα στο φάκελο! Μα γιατί δε φωνάζεις για το δί
κιο σου; Γιατί στέκεσαι έτσι σαν χαζή; Μπορείς να ζήσεις σ' αυτό τον κόσμο αν δεν πατήσεις λί
γο πόδι, αν δε δείξεις τα δόντια σου; Γιατί είσαι άβουλη;
         Μουρμούρισε μερικά ευχαριστώ και βγήκε.
Ά. Τσέχωφ, Διη
γήματα,
μτφρ. Κ. Σιμόπουλος,
Θεμέλιο
img
Άντον Τσέχωφ, «Το στοίχημα» (απόσπασμα)  Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Ερωτήσεις κι αποκρίσεις»  

* ρούβλια: ρωσικό νόμισμα
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΓΑΣΙΕΣ
1Ποιο πρόσωπο αφηγείται το περιστατικό και ποια εντύπωση σχηματίζετε για
το χαρακτήρα και το ήθος του;
2Ο αφηγητής χαρακτηρίζει την Ιουλία «άβουλη». Ποιες ενέργειές της δικαιολο
γούν αυτόν το χαρακτηρισμό;
3Πώς αντιμετωπίζει η Ιουλία τον εργοδότη της και σε ποιο αποτέλεσμα την οδη
γεί η στάση της;
4Φανταστείτε τον εαυτό σας στη θέση της δασκάλας. Πώς θα αντιδρούσατε σε ανάλογη περίσταση; Πώς πιστεύετε ότι θα εξυπηρετούσατε περισσότερο τα συμφέροντά σας;
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
♦ Πολλοί άνθρωποι πέφτουν, εξαιτίας του χαρακτήρα τους ή των κοινωνικών συνθηκών της ζωής τους, θύματα οικονομικής εκμετάλλευσης. Βρείτε ένα ατομι
κό και ένα συλλογικό παράδειγμα (Ιστορία, θρησκευτικά) και αξιολογήστε
τις αντιδράσεις των προσώπων σε σχέση με τα αποτελέσματα των ενεργειών
τους.
♦ Ελέγξτε την ορθότητα των λογαριασμών του αφηγητή αλλά και τη νομιμότητα
των πράξεών του απέναντι στη δασκάλα των παιδιών του.
   ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ  :
ΠΗΓΗ :https://latistor.blogspot.com/2017/10/blog-post.html
Ερωτήσεις

1Ποιο πρόσωπο αφηγείται το περιστατικό και ποια εντύπωση σχηματίζετε για το χαρακτήρα και το ήθος του;

Η αφήγηση του περιστατικού γίνεται από τον εργοδότη της Ιουλίας, ο οποίος την έχει προσλάβει δασκάλα για τα δυο του παιδιά. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει ουσιαστική εμπειρία ζωής κι έχει αντιληφθεί τον πρόδηλα άδικο χαρακτήρα της κοινωνίας. Αντίθετος ο ίδιος στο κυρίαρχο πνεύμα εκμετάλλευσης της εποχής του, επιχειρεί να δώσει ένα χρήσιμο μάθημα στη δασκάλα των παιδιών του, προκειμένου να την παρακινήσει ν’ αντιμετωπίζει με περισσότερο δυναμισμό όποιον προσπαθεί να την αδικήσει.
Η υποχωρητική φύση της δασκάλας κι η αδυναμία της να διεκδικήσει τα δικαιώματά της, του προκαλούν προβληματισμό και ανησυχία, εφόσον είναι σαφές πως, αν συνεχίσει να φέρεται με δειλία, θα βρίσκονται συνεχώς άνθρωποι που θα την εκμεταλλεύονται. Η απόφασή του, λοιπόν, να υιοθετήσει πρόσκαιρα το χαρακτήρα του άδικου ανθρώπου, πηγάζει από το ειλικρινές ενδιαφέρον του για την Ιουλία. Στοιχείο που φανερώνει την καλή ηθική του ποιότητα, μιας και νοιάζεται πραγματικά για τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του και τους φροντίζει με ανυστερόβουλη πατρική αγάπη.
Προτού, βέβαια, αποκαλυφθεί στο κλείσιμο του διηγήματος, η θετική πρόθεσή του να βοηθήσει την Ιουλία, μας δημιουργείται μια τελείως διαφορετική εντύπωση για τον χαρακτήρα του, διότι αντιμετωπίζει τη νεαρή δασκάλα με τον σκληρό τρόπο ενός εκμεταλλευτή. Έτσι, όσο παρακολουθούμε τις άδικες αιτιάσεις του για την περικοπή του μισθού της νεαρής δασκάλας, θεωρούμε πως ο εργοδότης είναι ένας κακής ποιότητας άνθρωπος που δεν διστάζει καθόλου να στερήσει από την κοπέλα τον τόσο αναγκαίο για την επιβίωσή της μισθό, προκειμένου ο ίδιος να εξοικονομήσει λίγα επιπλέον χρήματα. Τον βλέπουμε να εφευρίσκει με χαρακτηριστική ευκολία λόγους για να μειώσει τον μισθό της δασκάλας, μένοντας αδιάφορος απέναντι στην προφανή αγωνία που της προκαλεί η συνειδητοποίηση πως δεν θα λάβει τελικά τα χρήματα που της αναλογούν.
Προσέχουμε, πάντως, πως παρά τη θετική έκβαση της ιστορίας -με την αποκάλυψη από τη μεριά του εργοδότη πως δεν είχε ποτέ την πρόθεση να παρακρατήσει χρήματα απ’ το μισθό της Ιουλίας- η συμπεριφορά του είναι στην πραγματικότητα ενδεικτική για το πώς φέρονται ορισμένοι εργοδότες, όταν θεωρούν πως δεν θα υπάρξει αντίδραση απ’ τη μεριά του υπαλλήλου τους. Η διάθεσή τους να εκμεταλλευτούν τους υπαλλήλους τους, είτε δίνοντάς τους μέρος μόνο του μισθού τους ή κάποτε αφήνοντάς τους τελείως απλήρωτους, συνιστά μια οδυνηρή πραγματικότητα ακόμη και στις μέρες μας.
   
2Ο αφηγητής χαρακτηρίζει την Ιουλία «άβουλη»Ποιες ενέργειές της δικαιολογούν αυτόν το χαρακτηρισμό;

Ο χαρακτηρισμός που αποδίδεται στην Ιουλία από τον αφηγητή δικαιολογείται από τον τρόπο που αντιδρά εκείνη στην πρόδηλα άδικη προσπάθειά του να της περικόψει το μισθό. Παρατηρούμε, δηλαδή, πως κάθε φορά που εκείνος της αναφέρει κι ένα λόγο για τον οποίο μειώνει το ποσό που της οφείλει, εκείνη, αν και προφανώς αγανακτεί και πληγώνεται, δεν διατυπώνει καμία αντίρρηση ή -καλύτερα- δεν αντιδρά με σθεναρό τρόπο. Ειδικότερα, όταν ο εργοδότης τής λέει πως η συμφωνία τους είναι για τριάντα ρούβλια το μήνα, η Ιουλία αν και αρχικά του υπενθυμίζει πως είχαν συμφωνήσει για σαράντα ρούβλια, δεν επιμένει κατόπιν διόλου σε αυτό το πολύ σημαντικό στοιχείο, δεχόμενη αδιαμαρτύρητα τη δική του ένσταση πως είναι κάτι που το έχει σημειώσει και πως πάντα δίνει τον ίδιο μισθό στις δασκάλες. Έπειτα, όταν εκείνος παραγνωρίζει πλήρως τη διευκρίνισή της πως εργάζεται στο σπίτι του δύο μήνες και πέντε μέρες, λέγοντάς της πως πρόκειται για δύο μήνες, απ’ τους οποίους, μάλιστα, θα πρέπει να αφαιρέσει εννιά Κυριακές και τρεις γιορτές, και υπονοώντας άρα πως θα της μειώσει ακόμη περισσότερο το μισθό, η Ιουλία το δέχεται χωρίς να πει λέξη. Αν και είναι προφανές πως όσα ακούει της προκαλούν αγανάκτηση, αφού έχει κοκκινήσει και αρχίζει να τσαλακώνει με νευρικότητα την άκρη του φουστανιού της, επιλέγει, ωστόσο, να μείνει σιωπηλή, φανερώνοντας τόσο την αβουλία του χαρακτήρα της όσο και την ανεπίτρεπτη δειλία της που την καθιστούν αδύναμη να υπερασπιστεί τον εαυτό της.
Ακολούθως -κι ενώ η Ιουλία θα έπρεπε να λάβει μισθό τουλάχιστον 80 ρούβλια-, όταν ακούει τον εργοδότη να της λέει πως αν αφαιρέσει τις γιορτές, τις μέρες που το αγόρι ήταν άρρωστο και δεν του έκανε μάθημα, αλλά και τις μέρες που η ίδια είχε πονόδοντο και δεν εργάστηκε τα απογεύματα, της οφείλει μόλις σαράντα ένα ρούβλια, εκείνη παραμένει και πάλι σιωπηλή, αφήνοντας την αδικία που γίνεται εις βάρος της να περάσει εντελώς ασχολίαστη. Το κάνει, μάλιστα, αυτό, παρά το γεγονός ότι είναι προφανές πως έχει πληγωθεί απ’ τη συμπεριφορά του εργοδότη της, αφού το αριστερό μάτι της έχει γίνει κατακόκκινο κι έχει βουρκώσει, το σαγόνι της έχει αρχίσει να τρέμει -ένδειξη πως είναι έτοιμη να βάλει τα κλάματα- και την έχει πιάσει ένας νευρικός βήχας.  
Έπειτα, δέχεται εξίσου αδιαμαρτύρητα την περαιτέρω μείωση του μισθού της κατά πέντε ρούβλια για κάποιες ζημιές που έγιναν στο σπίτι από δική της απροσεξία, ίσως γιατί η ίδια αναγνωρίζει πως πράγματι έχει ευθύνη γι’ αυτές. Ωστόσο, εμφανίζεται εξίσου απρόθυμη να διαμαρτυρηθεί με σθένος ακόμη κι όταν ο εργοδότης της ισχυρίζεται πως της έχει δανείσει δέκα ρούβλια, ενώ στην πραγματικότητα δεν το έχει κάνει.
Η μόνη ουσιαστική αντίδραση της Ιουλίας έρχεται όταν ο εργοδότης τής λέει πως της αναλογούν μόλις δεκατέσσερα ρούβλια -αντί για ογδόντα-, όταν -κι ενώ τα μάτια της έχουν πια γεμίσει δάκρυα- του επισημαίνει πως η ίδια δεν έχει δανειστεί χρήματα από εκείνον, πέρα από τρία ρούβλια που πήρε από τη σύζυγό του. Δήλωση, βέβαια, που γίνεται χαμηλόφωνα, αφού ακόμη και τότε η κοπέλα δεν βρίσκει το κουράγιο να υψώσει το ανάστημά της και να διαμαρτυρηθεί για την αδικία που της γίνεται.
Κατά ειρωνικό τρόπο κι αυτή η ελάχιστη αντίδραση λειτουργεί εις βάρος της, αφού ο εργοδότης βρίσκει ευκαιρία να της αφαιρέσει άλλα τρία ρούβλια από το μισθό της, επειδή τάχα δεν γνώριζε πως η γυναίκα του της είχε δανείσει χρήματα. Κάτι που περνά πια χωρίς καμία αντίδραση απ’ τη μεριά της Ιουλίας, η οποία παίρνει τα 11 ρούβλια του μισθού της με δάχτυλα που τρέμουν, ευχαριστώντας κιόλας το αφεντικό της για τα ελάχιστα αυτά χρήματα, έστω κι αν τόσο εμφανώς την είχε αδικήσει.   

3Πώς αντιμετωπίζει η Ιουλία τον εργοδότη της και σε ποιο αποτέλεσμα την οδηγεί η στάση της;

Η Ιουλία εμφανίζεται πλήρως υποχωρητική απέναντι στις ψευδείς δηλώσεις του εργοδότη της πως δήθεν έχουν συμφωνήσει έναν χαμηλότερο μισθό ή πως της έχει δανείσει χρήματα, χωρίς να αντιδρά με τον αναγκαίο δυναμισμό προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Ακούει παθητικά τις διάφορες αιτιάσεις του για τις περικοπές του μισθού της κι ενώ αισθάνεται προφανώς αδικημένη, παραμένει σιωπηλή ή προσπαθεί χαμηλόφωνα και άνευρα να εκφράσει κάποιες αντιρρήσεις. Το αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι να δοθεί το ελεύθερο στον εργοδότη της να τής μειώσει δραστικά το μισθό, λίγο προτού της αποκαλύψει, βέβαια, πως η όλη του συμπεριφορά ήταν μια φάρσα για να τη συνετίσει, ώστε στο μέλλον να διεκδικεί πιο αποφασιστικά το δίκιο της.
Αξίζει να προσεχθεί, πάντως, πως το κείμενο του Τσέχωφ, παρά τις αρχικές προθέσεις του συγγραφέα, θίγει ένα θέμα που λαμβάνει οδυνηρές διαστάσεις σε περιόδους οικονομικής κρίσης, εφόσον είναι πολλοί οι εργοδότες εκείνοι που επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τους υπαλλήλους τους, όπως και πολλοί εκείνοι οι υπάλληλοι που προκειμένου να μη χάσουν τη δουλειά τους ανέχονται και υπομένουν ανάλογες συμπεριφορές. Έτσι, αν η Ιουλία παραμένει αδρανής απέναντι στην αδικία που της γίνεται λόγω του αδύναμου του χαρακτήρα της, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στις μέρες μας που αναγκάζονται να δεχτούν παρόμοιες περικοπές στους μισθούς τους, όχι γιατί δεν γνωρίζουν πώς να υπερασπιστούν το δίκιο τους, αλλά γιατί βρίσκονται αντιμέτωποι με την απειλή της απόλυσης και της ανεργίας. Ό,τι για την Ιουλία συνιστά απόρροια μιας προσωπικής της αδυναμίας, στις σύγχρονες κοινωνίες προκύπτει ως εξαναγκασμός υπό την πίεση της υψηλής ανεργίας και της αποθράσυνσης πολλών εργοδοτών, οι οποίοι γνωρίζουν πως εύκολα μπορούν να βρουν νέους υπαλλήλους στη θέση εκείνων που αρνήθηκαν να δεχτούν τις όποιες μισθολογικές περικοπές.     

4Φανταστείτε τον εαυτό σας στη θέση της δασκάλαςΠώς θα αντιδρούσατε σε ανάλογη περίστασηΠώς πιστεύετε ότι θα εξυπηρετούσατε περισσότερο τα συμφέροντά σας;

Η ενστικτώδης διάθεση ενός ανθρώπου, όταν αδικείται, είναι να διεκδικήσει ό,τι δικαιούται με ένταση και δυναμισμό. Μια εύλογη αντίδραση, η οποία, όμως, στο εργασιακό περιβάλλον ενέχει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε πλήρη ρήξη τις σχέσεις του εργαζόμενου με τον εργοδότη του∙ ιδίως αν ο εργαζόμενος παρασυρθεί από την αγανάκτησή του και χάσει την ψυχραιμία του. Είναι, άρα, σημαντικό να γίνει η διεκδίκηση των δεδουλευμένων με τρόπο, σταθερό μεν, αλλά απολύτως ψύχραιμο και ήρεμο, ώστε να μη δημιουργηθεί ένα αρνητικό κλίμα επιθετικότητας.
Υπ’ αυτή την έννοια, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να προασπίσει ο εργαζόμενος τα δικαιώματά του είναι να εκφράσει με ειλικρίνεια τις αντιρρήσεις του στον εργοδότη και να ζητήσει ακέραιο το μισθό του, χωρίς να καταφύγει σε περιττές εντάσεις ή ξεσπάσματα. Αν, ωστόσο, ο εργοδότης δεν υποχωρήσει, παρά την προθυμία του υπαλλήλου να συζητήσουν το θέμα με ψυχραιμία και ωριμότητα, τότε ο εργαζόμενος θα πρέπει να καταφύγει στη δικαιοσύνη, ώστε να γίνει αντιληπτό απ’ τον εργοδότη πως δεν μπορεί να εκμεταλλεύεται τους υπαλλήλους του. 
   
Άντον Τσέχωφ (1860-1904)      
Κορυφαίος Ρώσος θεατρικός συγγραφέας και διηγηματογράφος. Αγαπημένα θέματα του έργου του είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, η μετάβαση από τον παραδοσιακό τρόπο ζωής σε νεότερους κοινωνικούς σχηματισμούς που σηματοδοτούν αλλαγές στα ανθρώπινα συναισθήματα, στις νοοτροπίες και στις αντιλήψεις. Τόσο στα διηγήματα όσο και στα θεατρικά του έργα σκιαγραφεί αυτές τις κοινωνικές καταστάσεις με απλότητα, ειλικρίνεια αλλά και χιούμορ, όπως διαπιστώνουμε και από το διήγημα που ανθολογούμε. Χάρη σε αυτά τα γνωρίσματα του έργου του η γραφή του παραμένει επίκαιρη και δημοφιλής, όπως αποδεικνύουν κυρίως οι επιτυχημένες παραστάσεις των γνωστότερων θεατρικών του έργων: O θείος Βάνιας (1896), Τρεις αδερφές (1900-1001), O βυσσινόκηπος (1903-1904) κ.ά.


Άντον Τσέχωφ (1860-1904)  Άντον Τσέχωφ (βιογραφικό σημείωμα) [πηγή: Βικιπαίδεια]  Στιγμές από την ιστορία του θεάτρου - Τσέχωφ (βίντεο)[πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση]  Οπτικοακουστικό υλικό από παραστάσεις έργων του Τσέχωφ στο Εθνικό Θέατρο [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο Εθνικού Θεάτρου]
Κορυφαίος Ρώσος θεατρικός συγγραφέας και διηγηματογράφος. Αγαπημένα θέματα του έρ
γου του είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, η μετάβαση από τον παραδοσιακό τρόπο ζωής σε νεότε
ρους κοινωνικούς σχηματισμούς που σηματοδοτούν αλλαγές στα ανθρώπινα συναισθήματα, στις
 νοοτροπίες και στις αντιλήψεις. Τόσο στα διηγήματα όσο και στα θεατρικά του έργα σκιαγρα
φεί αυτές τις κοινωνικές καταστάσεις με απλότητα, ειλικρίνεια αλλά και χιούμορ, όπως δια
πιστώνουμε και από το διήγημα που ανθολογούμε. Χάρη σε αυτά τα γνωρίσματα του έργου του
 η γραφή του παραμένει επίκαιρη και δημοφιλής, όπως αποδεικνύουν κυρίως οι επιτυχη
μένες παραστάσεις των γνωστότερων θεατρικών του έργων: O θείος Βάνιας (1896), Τρεις αδερ
φές (1900-1001), O βυσσινόκηπος (1903-1904) κ.ά.


πηγή:http://alexgger.blogspot.com/2015/01/blog-post_9.html
ΕΝΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ,ΑΝΤΟΝ ΤΣΕΧΩΦ

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Στο κείμενο αυτό ο συγγραφέας με απλό και κάπως αστείο τρόπο παρουσιά
ζει το πρόβλημα της οικονομικής εκμετάλλευσης των ανθρώπων από τους 
ισχυρούς, κάτι που ήταν πολύ συνηθισμένο στη Ρωσία της εποχής του Τσέ
χωφ που τα κύρια χαρακτηριστικά ήταν η φτώχεια και η εξαθλίωση. Αυτό 
όμως που προβάλλεται ιδιαίτερα έντονα είναι η παθητική στάση της νεα
ρής δασκάλας , για να τονίσει ότι πολλές φορές οι ίδιοι οι άνθρωποι ευθύ
νονται για το γεγονός ότι πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης.
Ο Τσέχωφ δίνει μήνυμα προς τους ανθρώπους να είναι αγωνιστικοί, δυναμι
κοί και να διεκδικούν τα δικαιώματα τους αλλιώς θα πέσουν θύματα κάποι
ων σκληρών και αδίστακτων ανθρώπων. Οι άνθρωπο δεν πρέπει να είναι 
δουλικοί αλλά να έχουν αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμό και αυτοπεποίθηση

ΜΙΑ ΣΚΗΝΗ-ΜΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ

Ο αφηγητής

Στη σκηνή παρακολουθούμε τους υπολογισμούς που κάνει ο πρωταγωνι
στής, ο οποίος είναι ο απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού,  για να πληρώ
σει τη δασκάλα των παιδιών του. Οι υπολογισμοί κρύβουν το στοιχείο της 
απάτης και ο εργοδότης παρουσιάζεται ως ένας άνθρωπος ψεύτης, απατεώ
νας και εκμεταλλευτής μιας αθώας κοπέλας, ως ένας σκληρός και απάνθρω
πος εργοδότης που προσπαθεί να αφαιρέσει χρήματα από το μισθό της δα
σκάλας. Στο τέλος όμως φαίνεται ο πραγματικός του χαρακτήρας: είναι έ
νας άνθρωπος τίμιος, δίκαιος στις συναλλαγές του αν και θα μπορούσε να 
εξαπατήσει τη νεαρή δασκάλα λόγω της κοινωνικής του θέσης και της οικο
νομικής του δύναμης.
Λυπάται και αγανακτεί με το γεγονός ότι κάποιοι πλούσιοι φέρονται άσχη
μα στους αδύναμους και ανυπεράσπιστους ανθρώπους .Δείχνει τη διάθεση 
να συμβουλεύσει την κοπέλα ώστε να μάθει να διεκδικεί τα δικαιώματα της  και να την προστατεύσει από μελλοντικές αδικίες.
Ο τρόπος με τον οποίο ενεργεί φανερώνει έναν άνθρωπο με υψηλό μορφω
τικό επίπεδο που ξέρει να εκτιμά τον κόπο των άλλων και έναν άνθρωπο 
προοδευτικό και ανοιχτόμυαλο.

Η δασκάλα

Ο Τσέχωφ σκιαγραφεί το χαρακτήρα της δεσποινίδας Ιουλίας ως ένα α
κραί
ο παράδειγμα δειλής και παθητικής συμπεριφοράς. Όλη η εικόνα και η ψυ
χολογία της νεαρής κοπέλας συγγενεύει με τους δραματικούς ήρωες του
 Τσέχωφ που αδυνατούν να πάρουν την τύχη στα χέρια τους και γίνονται 
έρμαια της τύχης τους. Η δεσποινίς Ιουλία είναι δειλή, αντιμετωπίζει τον
 εργοδότης της με φόβο, δεν έχει το θάρρος να διεκδικήσει τα δικαιώματα 
της
 και γίνεται το εύκολο θύμα του καθενός. Είναι  πολύ αδύναμος χαρακτή
ρας, δεν έχει αυτοπεποίθηση, τρέμει, κλαίει, αποδέχεται τα πάντα μοιρολα
τρικά. Δεν ξέρει τι σημαίνει να αγωνίζεσαι, να διεκδικείς τα δικαιώματα
 σου, να υψώνεις το ανάστημα σου, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, έχει
 έλλειψη αυτοσεβασμού,  και αξιοπρέπειας. Δεν έχει εμπιστοσύνη στις ικα
νότητες της και φτάνει στο σημείο να ευχαριστεί κιόλας τον εργοδότης της
 για αυτά τα λίγα που της δίνει. Με την παθητική της στάση προκαλεί την 
εκμετάλλευση της.

Γλώσσα- ύφος
Η γλώσσα είναι απλή, άμεση, παραστατική και το ύφος είναι απλό και λι
τό
(απουσιάζουν τα σχήματα λόγου)  , γρήγορο, ζωντανό και παραστατικό χά
ρη στο διάλογο.

Αφηγηματικοί τρόποι
Το διήγημα στηρίζεται κυρίως στο διάλογο μέσα από τον οποίο διαγράφο
νται οι χαρακτήρες των ηρώων, υπάρχει όμως και η περιγραφή (αντιδρά
σεις και κινήσεις της Ιουλίας).




Παράλληλα κείμενα

Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Η απόφαση»

Χρειάζονται πολλά, τον κόσμο για ν' αλλάξεις:
οργή κι επιμονή. Γνώση κ' αγανάκτηση.
Γρήγορη απόφαση, στόχαση βαθιά
ψυχρή υπομονή, κι ατέλειωτη καρτερία.
Κατανόηση της λεπτομέρειας και κατανόηση του συνόλου.
Μονάχα η πραγματικότητα μπορεί να μας μάθει πώς
την πραγματικότητα ν' αλλάξουμε. 


(από το θεατρικό έργο «Η απόφαση», 1930)
[πηγή: Μπ. Μπρεχτ, Ποιήματα, μτφρ. Μάριος Πλωρίτης, Θεμέλιο, Αθήνα 1978,

 σ. 36]

Νικηφόρος Βρεττάκος, "Στη γυναίκα με το τσακισμένο χέρι" [απόσπασμα], Οδοιπορία

(1972)
Έμπαινες στο σχολειό κι όπως τ' αντίκριζες
μοιραζόταν σε δεκατέσσερα χαμόγελα το πρόσωπό σου.
Θυμόσουν πως η αγκάλη σου ήταν μισή
κι ανεβαίνοντας πάνω στην έδρα σου
άνοιγες τη λύπη σου και τα σκέπαζες,
όπως ο ουρανός σκεπάζει τη γη.


ΑΝΤΟΝ ΤΣΕΧΩΦ,    ΕΝΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ
(σελ. 106)




ΘΕΜΑ: Η δειλή και παθητική συμπεριφορά της εργαζόμενης δασκάλας απέναντι 
στην εκμετάλλευση (φάρσα) του αφεντικού.

ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ: Η παθητική στάση των εργαζομένων απέναντι στην οικονομική και 
κοινωνική εκμετάλλευση.



Ερωτήσεις:

1.     Ποιο πρόσωπο αφηγείται το περιστατικό;

2.    Ποια φάρσα έστησε ο εργοδότης στη νεαρή δασκάλα Ιουλία και ποιες δικαιολογίες 
χρησιμοποίησε για να τη στηρίξει;

3.    Πώς αντιμετώπισε η δασκάλα τον εργοδότη της καθ΄ όλη τη διάρκεια της φάρσας;

4.    Η  στάση της Ιουλίας δικαιολογεί το χαρακτηρισμό «άβουλη» που της δίνει ο εργοδό
της, ναι ή όχι και γιατί;

5.    Τι κάνει ο εργοδότης στο τέλος του διηγήματος;

6.    Να παρουσιάσετε το χαρακτήρα και το ήθος του εργοδότη με βάση α) την αρχική 
του συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της φάρσας και β) τη συμπεριφορά του κατά 
την αποκάλυψη της φάρσας. Να αιτιολογήσετε τους χαρακτηρισμούς σας.

7.    Υποθέστε ότι βρίσκεστε στη θέση της δασκάλας του διηγήματος και πέφτετε θύμα 
οικονομικής

εκμετάλλευσης. Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να αντιδράσετε σε μια τέτοια περίστα
ση; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.                                                                                  



ΕΝΟΤΗΤΕΣ- ΠΛΑΓΙΟΤΙΤΛΟΙ

1η  ΕΝΟΤΗΤΑ: «Τις προάλλες… Ευχαριστώ, ψιθύρισε».  Η φάρσα του εργοδότη
-πατέρα.

2η  ΕΝΟΤΗΤΑ: «Πετάχτηκα… βγήκε». Η αντίδραση του εργοδότη-πατέρα και η
μοι
ρολατρική στάση της δασκάλας


ΤΕΧΝΙΚΗ:
Αφηγητής : …………………………………. γιατί………………………………………………………
……………………………………………………
……
Παντογνώστης αφηγητής ο οποίος γνωρίζει τις σκέψεις της συνομιλήτριάς του.
Εστίαση: ……………………………… γιατί…………………………………………………………
………………………………………………………
…………
Αφήγηση: Στην αρχή και στο τέλος του διηγήματος επιλέγει την πρωτοπρόσωπη
α
φήγηση, ενώ ενδιάμεσα αφηγείται σε γ’ πρόσωπο. Ο τρόπος παρουσίασης των
προ
σώπων έχει χαρακτηριστικά θεατρικής σκηνής, αφού χρησιμοποιείται ο διάλο
γος.
Περιγραφές: ………………………………………………………………………………………………
……………………
………………………………….
Ύφος: ……………………………………………………………………………………………………………………………………………………….













ΓΛΩΣΣΑ: Απλή με σύντομες και περιεκτικές φράσεις. Προσεκτική επιλογή των λέξεων. Ο λόγος του αφηγητή θέτει ένα τόσο σοβαρό και σημαντικό θέμα με λίγα και απλά λόγια.


ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ:

Να αντιστοιχίσετε τα σχήματα λόγου της Στήλης Α΄ με τα στοιχεία της στήλης Β΄
(κάποια στοιχεία της Στήλης Α΄ θα χρησιμοποιηθούν πάνω από μία φορά):
                    ΣΤΗΛΗ Α΄                                                  ΣΤΗΛΗ Β΄
                  Α. εικόνα                               1. «την έπιασε ένας νευρικός βήχας»
                  Β. μεταφορά                        2. «στέκεσαι σαν χαζή»
                  Γ. παρομοίωση                    3. «για να σου γίνει σκληρό μάθημα»
                 Δ. Υπερβολή                          4. «Πετάχτηκα ορθός κι άρχισα να βηματίζω
πέρα δώθε στο γραφείο»
                                                                 5. «Η Ιουλία έγινε κατακόκκινη…»
                                                                 6. «Κόμποι ιδρώτα…»                




                    




ΙΔΕΕΣ – ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ:
ü  Το κοινωνικό πρόβλημα της οικονομικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων από
 τους εργοδότες τους είναι διαχρονικό και παγκόσμιο.
ü  Η φάρσα του αφηγητή-εργοδότη προκαλεί αρχικά θυμό και αγανάκτηση. Δίνει την εντύ
πω
ση συμφεροντολόγου, άδικου, μικρόψυχου, φιλάργυρου. Ο εργοδότης είχε προσχεδιάσει το 
παιχνίδι, φόβισε τη δασκάλα και μετά την αιφνιδίασε με σκοπό να διδάξει ότι δεν πρέπει να
 είναι άβουλη, να διεκδικεί τα δικαιώματά της.΄Ετσι τελικά κερδίζει τη συμπάθεια του αναγνώ
στη,
 αναδεικνύεται μεγαλόψυχος.
ü  Η φοβισμένη συμπεριφορά της δασκάλας είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα άβουλης και
 πα
θητικής συμπεριφοράς. Η Ιουλία όχι μόνον δεν αντιδρά, αλλά και δεν εκδηλώνει καν την 
πρόθεση να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Φανερώνει ότι δεν κατάλαβε το σκοπό της φάρσας αλ
λά 
και ότι ήταν ριζωμένη στη συνείδησή της η άνευ όρων υπακοή στο αφεντικό.
ü  Τελικά τονίζεται η σημασία της αγωνιστικής στάσης του ατόμου, με σκοπό την επικρά
τη
ση της κοινωνικής δικαιοσύνης σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
ü   Στο κείμενο παρουσιάζεται ένας τύπος διδασκαλίας της εποχής- η δασκάλα στο σπίτι




ΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ  Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]
         Το διήγημα προέρχεται από τη συλλογή διηγημάτων Δεν υπάρχουν αμαρτωλοί (1956) και
 αποτυπώνει χαρακτηριστικά το ανθρωπιστικό πνεύμα της πεζογραφίας του Γ. Μαγκλή.
Σουρούπωνε και η μάχη που είχε αρχίσει σύναυγα* κόπασε πια. Λίγη ώρα πριν έπεφτε ακό
μη αραιό λιανοντούφεκο. Κάποιος θερμόαιμος χτυπούσε στο πείσμα του οχτρού.
         Όμως τώρα ήταν πλέρια ησυχία. Ο μεγάλος ήλιος που ολημερίς τσουρουφλούσε φί
λους κι οχτρούς είχε γυρίσει πια να ξεκουραστεί. Σιχάθηκε να βλέπει τους ανθρώπους να σκοτώ
νονται συναμεταξύ τους κι έκλεισε τα μάτια να ξεχάσει.
         Ο νέος στρατιώτης ακούμπησε απάνω στο βράχο το ντουφέκι και το κράνος, άνοιξε τα
χέρια πλατιά να ξεμουδιάσει το απανωκόρμι, ανάσανε βαθιά κάνα δυο φορές και βιαστικός
βάλ
θηκε να κατηφορίζει την πλαγιά, να φτάξει πιο γρήγορα στη ρεματιά που από χτες είχε 
σημάνει* μια φλεβίτσα γάργαρο, πεντακάθαρο νερό. Ήτανε δροσιά κάτω εκεί και το βρεμένο
 χορτάρι μύριζε όμορφα. Ο νέος στρατιώτης έσκυψε πάνω από την ξεχειλισμένη γουρνίτσα* κι
ήπιε άφθονο το κρύο νεράκι. Η φλόγα έσβησε από τα σωθικά του.
         «Αχ, τι δροσιά...», είπε. Έσκυψε πάλι, χούφτιασε το νερό και το 'χυσε στο πρόσωπο κι
 απάνω στο κεφάλι. Δροσίστηκε, καθαρίστηκε, μέρεψε.* Έγινε άλλος άνθρωπος. Σήκωσε ψηλά
το κεφάλι κοίταξε τον ουρανό και μίλησε χαρούμενα.
         - Θε μου, όμορφη 'ναι η ζωή του ανθρώπου. Κάνε με το καλό να τελέψει* γρήγορα ο πόλε
μος,
να γυρίσω πίσω στο σπίτι κοντά στη γριά μανούλα που με καρτερά και κοντά στ' αδέρφια μου.
         Τέλεψε το λόγο, χάιδεψε ακόμα με το χέρι, με το μάτι το δροσερό νεράκι. Σηκώθηκε να
φύγει. Αξάφνου άκουσε πλάι του περπατηξιά, εκεί, από την άλλη μεριά της ανηφόρας, κι έστρι
ψε
απότομα το κεφάλι να δει.
         Ένας άλλος στρατιώτης, οχτρός, κατέβαινε και τούτος ξέγνοιαστος και ξαρμάτωτος,* να
πιει από τη γουρνίτσα, να δροσιστεί και, με τον τρόπο τούτο, να ευχαριστήσει το Θεό, που τον
προστάτεψε και τον φύλαξε και τη μέρα τούτη.
         Μα ο πρώτος στρατιώτης ξέχασε ολότελα τα όσα τώρα δα είπε αγναντεύοντας τον ήσυχο
 ουρανό και μονοστιγμής τράβηξε από τη μέση του το πιστόλι και το πρότεινε στον οχτρό.
         Ο άλλος που ερχότανε διψασμένος από την ολοήμερη κάψα,* κι ένιωθε κιόλας να λαγαρί
ζει μέσα του το τρεχούμενο νεράκι και να του δροσίζει τα πυρωμένα σωθικά, τρομαγμένος τώ
ρα μπρος στο απλωμένο πιστόλι σήκωσε μονομιάς τα χέρια και κάτι είπε στη γλώσσα
του παρακλητικά, με φοβισμένη, συγκινημένη φωνή. Τάχατες ήθελε να πει:
         - «Κοίταξέ με, αδερφέ μου, είμαι ολομόναχος και άοπλος. Δίψασα πολύ και ήρθα να
πιω λίγο νεράκι. Λυπήσου με, είμαι αθώος, χάρισέ μου τη ζωή. Κοίταξε, είμαι νέος πολύ και ξέ
ρεις,
 μια γριά μάνα που δεν έχει στον κόσμο άλλο κανένα, με καρτερά».
         Μα ο νέος στρατιώτης ξέχασε μονομιάς το Θεό. Έχασε τον άνθρωπο, πίεσε τη σκαντάλη
 και η σφαίρα γλίστρησε από την κάνη και χτύπησε κατάστηθα τον οχτρό.
         Ο άνθρωπος κυλίστηκε πάνω στη γης σπαράζοντας και βογκώντας.
         Ο νέος στρατιώτης, νευρικός πολύ, σίμωσε το χτυπημένο και στάθηκε απάνω του κοιτώντας
τον.
         Ο ξένος ήτανε πεσμένος ανάσκελα. Σάλευε σπασμωδικά, κούναγε τα πόδια κι έσφιγγε τα
 δυο
 χέρια του απάνω στο στήθος.
         Τα χλωμά πονεμένα χείλη κινιόντουσαν σιωπηλά. Τα ορθάνοιχτα μάτια κοιτούσαν
γιομάτα απορία και φόβο το νέο στρατιώτη. Και πάνω σε όλο το πρόσωπο: μέτωπο, μάτια, χεί
λη, ήταν περιχυμένα ο ανθρώπινος πόνος και το ξάφνιασμα.
         Του νέου στρατιώτη τού φάνηκε σαν να τόνε ρωτούσε:
         «Γιατί το 'κανες το κακό τούτο, αδερφέ μου άνθρωπε; Γιατί θέλησες να κριματιστείς,* να
πάρεις στο λαιμό σου το αίμα ενός αθώου; Παρακάλαγα το Θεό να μ' έχει καλά και να γυρίσω
 γρή
γορα στο χωριό, ν' αγκαλιάσω τη μανούλα μου και να της φιλήσω τα κουρασμένα ματάκια».
         Κι όσο ο νέος στρατιώτης τον κοίταζε, θάρρευε ότι τα πικραμένα χείλη του πληγωμένου τού
μίλαγαν, του έλεγαν τον πόνο και το παράπονό του.
         «Κι ακόμα, σα να του 'λεγε, μια κοπελίτσα με περίμενε. Είχαμε κάνει όνειρα πολλά μαζί
και καρτέραγε να σταματήσει ο καταραμένος πόλεμος να γυρίσω στο χωριό. Μα τώρα,
αδερφέ μου, να, κοίταξε πώς με κατάντησες».
         Ένα σκληρό χέρι έσφιγγε την καρδιά του νέου στρατιώτη.
         Σιδερένιος κύκλος πέρασε γύρω από το κεφάλι του, του το 'σφιγγε και τον πόναγε. Τα μά
τια καίγανε. Τον έπιασε παράξενο κακό κι άρχισε να τρέχει την ανηφόρα. Γλίστραγε, έπε
φτε, πετιόταν απάνω και ξανά πάλι έτρεχε.
         Μεσοστρατίς του βουνού σταμάτησε. Δεν μπορούσε άλλο. Λαχάνιασε, πιάστηκε η καρ
διά του, κουράστηκαν τα πόδια, λύγισαν τα γόνατα. Έμεινε εκεί ασάλευτος με το κεφάλι σκυμ
μένο να σκέφτεται. Μα να σκεφτεί δεν μπορούσε. Χτύπαγαν τα μηνίγγια, το κεφάλι βούιζε. Α
ξάφνου, χωρίς καλά καλά να ξέρει τι κάνει, βάλθηκε να τρέχει πάλι την πλαγιά κατηφορίζο
ντας. Μέσα στο μυαλό του τώρα καρφώθηκε μια σκέψη: να προφτάξει, να βοηθήσει το χτυπη
μέ
νο.
         - Θε μου, μουρμούρισε, λυπήσου τον, λυπήσου με. Άφησέ τον να ζήσει.
         Έφταξε στη ρεματιά, σίμωσε το χτυπημένο. Τον άγγιξε· ήτανε ζεστός.
         Άπλωσε τα χέρια, τα πέρασε με προσοχή κάτω από το πληγωμένο κορμί, τ' αγκάλιασε ολό
γυ
ρά του, τον έσυρε απάνω του και τον κράτησε έτσι σφιχτά. Χτύπαγε η καρδιά βουτημένη στην
 αγωνία. Τρυφεράδα και πόνος, αγάπη και φροντίδα, όλα τούτα μαζί τόνε συνεπήραν.
         Σιγά, προσεχτικά, τον έφερε ίσαμε τη γουρνίτσα και τον ακούμπησε απάνω στο γρασί
δι· πήρε το νερό, που με λαχτάρα κατέβηκε να πιει, και του 'βρεξε τα μαλλιά, του καθάρισε το
νεα
νικό, ωραίο πρόσωπο, του 'σβησε το λεπτό ματωμένο αυλάκι που 'χε στεγνώσει εκεί στην αριστε
ρή μεριά του στομάτου. Του πήρε το χέρι, το άπλωσε απάνω στην ανοιχτή δική του παλάμη και
το
 απαλοχάιδευε.
         - Αδερφέ μου, του 'λεγε γλυκά, τρυφερά, αδερφέ μου, συχώρα με· και τα δάκρυα τρέχαν
καυ
τά.
         Η νύχτα κατέβηκε ολούθες και απλωμένο σκοτάδι τούς τύλιξε.
         - Καλέ μου, πονεμένε μου αδερφέ, μουρμούρισε ο νέος στρατιώτης συντριμμένος. Συχώ
ρα με, καλέ μου, δεν το 'θελα· δεν είμαι φονιάς, σου τ' ορκίζομαι, δεν είμαι φονιάς. Να, μια
 στιγμή μονάχα ξέχασα πως είμαι άνθρωπος, ξέχασα πως είσαι άνθρωπος, αδερφός μου. Πως
μάνα και σένα σε περιμένει στο φτωχικό της: μάνα και πατέρας κι αδέρφια. Ξέχασα, γιατί αυ
τοί
οι κακούργοι θέλανε να με κάνουν να ξεχάσω.
         Θυμήθηκε τα λόγια που τους μάθαιναν κι έστρεψε πέρα το βλέμμα ανταριασμένο και ά
γριο μες στο σκοτάδι. Ύστερα τόνε συνεπήρε πάλι ο πόνος. Απαλοχάιδευε το χέρι του χτυπημέ
νου και τα δάκρυα ξεχείλιζαν και το μούσκευαν.
         Όμως ο άλλος πια δεν άκουγε· μήδ' ένιωθε. Η ψυχή του είχε πετάξει και το τυραγνισμέ
νο κορμί άρχισε να σκεβρώνει.* Το σκοτάδι πύκνωσε πιότερο και σκέπασε τους δυο ανθρώ
πους: φονιά και θύμα, που στέκονταν πλάι πλάι και που ο ένας απαλοχάιδευε το χέρι του
άλλου
 και του μουρμούριζε λόγια αγάπης και πόνου, σα να 'τανε φίλοι παλιοί, σα να 'τανε αδέρφια.
Λόγια αγάπης που ο άλλος πια δεν άκουγε.
Γ.
 Μα
γκλής, Δεν υπάρχουν αμαρτωλοί,
Δωρικός
img
Αντώνης Σαμαράκης, «Το ποτάμι» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Λυκείου]  Στρατής Μυριβήλης, «Η μυστική παπαρούνα» (από το μυθιστόρημα «Ζωή εν Τάφω») [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Λυκείου]   Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, «Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο» (απόσπασμα)  Γιάννης Ρίτσος, «Γράμματα απ' το μέτωπο» (απόσπασμα)

* σύναυγα: ξημερώματα * είχε σημάνει: είχε εντοπίσει * γουρνίτσα: μικρή πηγή * μέρεψε: ημέρωσε * να τε
λέψει: να τελειώσει* ξαρμάτωτος: χωρίς όπλα * κάψα: ζέστη * να κριματιστείς: να αμαρτήσεις * να σκεβρώνει:
να
 κυρτώνει
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΓΑΣΙΕΣ
1Γιατί ο συγγραφέας δεν αναφέρει τα ονόματα και την εθνικότητα των στρατιω
τών;
2Ποια κοινά γνωρίσματα έχουν οι δύο αντίπαλοι στρατιώτες;
3Περιγράψτε τη μεταβολή της ψυχικής κατάστασης του στρατιώτη από τη στιγμή
που πυροβόλησε τον εχθρό ως τη στιγμή που τον είδε νεκρό.
4Ο ένας στρατιώτης σκοτώνει και ο άλλος σκοτώνεται. Ποιος είναι το τραγικό πρό
σω
πο και γιατί;
5Εντοπίστε τα βασικότερα σημεία του κειμένου μέσα από τα οποία προκύπτει το
αν
θρωπιστικό και αντιπολεμικό του μήνυμα.
Ειρήνη-Πόλεμος [Νεοελληνική Γλώσσα Γ' Γυμνασίου]
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
♦ Χωριστείτε σε δύο ομάδες: η μια να φέρει αφίσες και ζωγραφικούς πίνακες και η
άλ
λη να βρει τραγούδια με αντιπολεμικό περιεχόμενο. Με αυτό το υλικό οργανώ
στε
μια αντιπολεμική εκδήλωση στην τάξη ή στο σχολείο σας.
 Διεθνής Αμνηστία - Ελληνικό Τμήμα

Ορέστης Κανέλλης, Παρουσία


Ορέστης Κανέλλης, Παρουσία

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ :https://latistor.blogspot.com/2018/05/blog-post.html

ΕΡΓΑΣΙΕΣ



1Γιατί ο συγγραφέας δεν αναφέρει τα ονόματα και την εθνικότητα 
των στρατιωτών;



Πρόθεση του συγγραφέα είναι να λάβει η ιστορία του καθολικές διαστάσεις 
και να μην περιοριστεί στην αναμέτρηση μεταξύ συγκεκριμένων εθνών ή μετα
ξύ
 συγκεκριμένων προσώπων. Υπ’ αυτή την έννοια δεν γίνεται αναφορά
 στα ονόματα των προσώπων, προκειμένου να μην εκληφθούν τα γεγο
νότα αυτά ως μεμονωμένο περιστατικό που αφορά μόνο τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Σε μια ανάλογη κατάσταση και αντιμέτωποι μ’ ένα παρόμοιο δίλημμα μπορούν να βρεθούν 
ή έχουν πιθανά ήδη βρεθεί στρατιώτες οποιασδήποτε χώρας έχει γνωρίσει 
ή θα γνωρίσει τα δεινά του πολέμου. Αντιστοίχως, δεν γίνεται αναφορά στην 
εθνικότητα των στρατιωτών, ώστε να μην υπονομευτεί η καθολική διάστα
ση της ιστορίας μέσα από τη συσχέτισή της με την πολεμική αναμέτρηση συ
γκεκριμένων εθνών. Ο πόλεμος συνιστά μια ακραία πράξη βίας, απολύτως κατα
δικαστέα, όποια κι αν είναι η εθνικότητα των εμπλεκομένων.  



2Ποια κοινά γνωρίσματα έχουν οι δύο αντίπαλοι στρατιώτες;

Οι δύο στρατιώτες, αν και ανήκουν σε αντίπαλα στρατόπεδα, βιώνουν με 
τον ίδιο τρόπο τη φρίκη και τη δυσκολία του πολέμου. Είναι νέοι στην ηλικία,
 μακριά από τους δικούς τους ανθρώπους, εγκλωβισμένοι σ’ έναν πόλεμο που 
τους προκαλεί τρόμο και κάθε μέρα που κατορθώνουν να επιβιώσουν ευ
χαριστούν τον Θεό που τους προφύλαξε. Το γεγονός ότι βρίσκονται στον πό
λεμο δεν αποτελεί προσωπική τους επιλογή, αφού κι οι δύο ανυπομονούν να τε
λειώσει, για να μπορέσουν να γυρίσουν στην οικογένειά τους. Η γριά μητέ
ρα που με πόνο περιμένει την επιστροφή του παιδιού της δίνεται ως κοι
νό στοιχείο και για τους δύο στρατιώτες, ενώ για τον έναν από αυτούς αφήνε
ται να εννοηθεί, ως εικασία, πως υπάρχει και μια νεαρή κοπέλα που τον προ
σμένει.
Με παρόμοιο τρόπο οι δύο στρατιώτες βασανισμένοι από τη ζέστη της ημέ
ρας, αφήνουν τα ντουφέκια τους μόλις ηρεμεί η μάχη και σπεύδουν να βρε
θούν στη δροσερή πηγή για να πιούν νερό και να δροσιστούν. Με την ίδια 
σκέψη κατά νου, να νιώσουν τη δροσιά του νερού της πηγής και να ξεφύ
γουν -έστω και για λίγο- από το κλίμα του πολέμου, οι δύο νέοι θα κατευθυν
θούν «ξέγνοιαστοι» προς το ίδιο μέρος. Η συνάντησή τους, ωστόσο, θα απο
βεί μοιραία, καθώς παρά το πλήθος των κοινών τους γνωρισμάτων, οι
 δύο αυτοί νέοι παραμένουν στρατιώτες δύο αντίπαλων στρατευμάτων. 
«Μα ο νέος στρατιώτης ξέχασε μονομιάς το Θεό. Έχασε τον άνθρωπο, 
πίεσε τη σκαντάλη και η σφαίρα γλίστρησε από την κάνη και χτύπησε κατάστη
θα τον οχτρό.»

3Περιγράψτε τη μεταβολή της ψυχικής κατάστασης του στρα
τιώτη από τη στιγμή που πυροβόλησε τον εχθρό ως τη στιγμή που τον
 είδε νεκρό.

Ο στρατιώτης που πατά τη σκανδάλη, ο ίδιος αυτός νέος που μόλις πριν από 
λίγες στιγμές ευχαριστούσε το Θεό και αναγνώριζε την ομορφιά της ζωής, 
οδηγείται σ’ αυτή την πράξη παρακινημένος προφανώς από μια διάθεση αυ
τοπροστασίας. Δίχως να χάσει χρόνο, δίχως να αναλογιστεί πως ίσως ο νεα
ρός που βρίσκεται απέναντί του να είναι άοπλος και, άρα, ακίνδυνος, αφή
νει τα ένστικτά του να τον οδηγήσουν σε μια άθλια πράξη βίας, όπως αυτές
 ακριβώς από τις οποίες βιαζόταν να ξεφύγει: «Κάνε με το καλό να τελέψει 
γρήγορα ο πόλεμος, να γυρίσω πίσω στο σπίτι κοντά στη γριά μανούλα 
που με καρτερά και κοντά στ’ αδέρφια μου.»
Μόλις πυροβολεί τον αντίπαλο στρατιώτη, τον πλησιάζει μ’ έντονη νευρικότη
τα και τον παρακολουθεί από κοντά καθώς εκείνος σπαρταρά στο έδαφος, θα
νάσιμα πληγωμένος. Η εικόνα του νέου ανθρώπου που το σώμα του κλονί
ζεται από τον πόνο και στο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμένο ακόμη το ξάφ
νιασμα από το απροσδόκητο αυτό χτύπημα, δρα καταλυτικά στην ψυχική του 
κατάσταση. Νιώθει σαν να του σφίγγει ένα σκληρό χέρι την καρδιά κι αι
σθάνεται πως ένας σιδερένιος κύκλος έχει περαστεί γύρω από το κεφά
λι του, σφίγγοντάς το και προκαλώντας του ανυπόφορο πόνο. Αρχίζει να νιώ
θει σωματικό και ψυχικό πόνο, θυμώνει με τα όσα βλέπει να έχουν συμβεί και
 άθελά του τρέπεται σε φυγή, μη θέλοντας άλλο να βρίσκεται εκεί.
Ο νεαρός τρέχει για να ξεφύγει από το θέαμα της φριχτής του πράξης, 
μα σύντομα το σώμα του τον προδίδει, σταματά να τρέχει, αδυνατώντας πια 
να πάει παραπέρα, και μένει ακίνητος νιώθοντας το κεφάλι του να βουί
ζει. Κι εντελώς ξαφνικά, όπως προηγουμένως θέλησε να φύγει μακριά από
 τον στρατιώτη που χτύπησε, αρχίζει να τρέχει προς το μέρος του, με την
 ελπίδα πως θα τον προλάβει ζωντανό για να του προσφέρει βοήθεια.
Ο νεαρός που για μια και μόνο στιγμή επέτρεψε στον εαυτό του να λειτουργή
σει ως στρατιώτης και όχι ως άνθρωπος, μετανιώνει για τη φριχτή του πράξη
 και ζητάει τώρα από τον Θεό να λυπηθεί τον νέο που τραυμάτισε και να τον 
κρα
τήσει στη ζωή. Τρέχει κοντά του, αγκαλιάζει το πληγωμένο του σώμα και τον 
κρατά σφιχτά, νιώθοντας μέσα του συναισθήματα αγάπης, τρυφεράδας και
 πόνου για εκείνον, έστω κι αν είναι ο ίδιος που του προκάλεσε αυτό το θανά
σιμο τραύμα. Ο νέος που πριν από λίγο ήταν ο μισητός εχθρός, έχει γίνει πλέον
 ένας αγαπημένος αδερφός.
Ο στρατιώτης μεταφέρει τον τραυματία κοντά στην πηγή, του καθαρίζει το 
ωραίο, νεανικό πρόσωπο, κι αφού παίρνει το χέρι του στο δικό του, αρχίζει να
 του ζητά να τον συγχωρέσει. Κλαίει για ό,τι του έκανε και προσπαθεί να εξηγή
σει το απάνθρωπο της πράξης του: «Ξέχασα, γιατί αυτοί οι κακούργοι θέλανε 
να με κάνουν να ξεχάσω».
Ο στρατιώτης που πριν από λίγες στιγμές πυροβολούσε χωρίς δισταγμό τον ε
χθρό του, δεν υπάρχει πια. Στη θέση του βρίσκεται ένας ψυχικά συντετριμ
μένος νέος, που αναγνωρίζει στο πρόσωπο του άλλου τον εαυτό του, έναν φο
βισμένο νέο που στο σπίτι τον περιμένει η μάνα του, ο πατέρας και τ’ αδέρφια 
του.    

4Ο ένας στρατιώτης σκοτώνει και ο άλλος σκοτώνεται. Ποιος είναι 
το τραγικό πρόσωπο και γιατί;

Παρά το γεγονός πως ο ένας στρατιώτης χάνει τη ζωή του, τραγικό πρόσωπο 
της ιστορίας αναδεικνύεται ο θύτης, εφόσον είναι εκείνος που πρέπει τώρα 
να ζήσει με την επίγνωση του φρικτού του εγκλήματος. Ο στρατιώτης που πε
θαίνει παύει ν’ ακούει και να νιώθει· παύει να βασανίζεται από αυτό που 
του συνέβη, εκείνος, όμως, που επιβιώνει, βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με τις
 οδυνηρές του τύψεις που θα τον συνοδεύουν για το υπόλοιπο της ζω
ής του. Ο νέος αυτός βιώνει συναισθήματα απόλυτης ψυχικής συντριβής, διό
τι ο φόνος που διέπραξε δεν πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο κάποιας μάχης, ό
ταν κυριαρχεί το ένστικτο της επιβίωσης και οι σφαίρες ρίχνονται προς τους α
πρόσωπους εχθρούς. Το δικό του έγκλημα διαπράχθηκε εις βάρος ενός άο
πλου νέου, που έχοντας σηκώσει τα χέρια ψηλά παρακαλούσε για έλεος. Το
 δικό του έγκλημα διαπράχθηκε εις βάρος ενός νέου που τον κοιτούσε 
παρακλητικά και φοβισμένα, ζητώντας του να τον λυπηθεί.
Ο στρατιώτης αυτός θα έχει για πάντα στη σκέψη του το φοβισμένο πρόσωπο 
του άλλου νέου κι ύστερα το τραυματισμένο του σώμα που σπάραζε στο χώ
μα. Θα θυμάται ξανά και ξανά πως παρασυρμένος από «τα λόγια που τους μά
θαιναν» έφτασε στο σημείο να αφαιρέσει τη ζωή ενός νέου συνανθρώπου του, 
στερώντας του την ευκαιρία να επιστρέψει στην αγκαλιά της μητέρας του, 
που θ’ απομείνει πια να τον περιμένει μάταια.    

5Εντοπίστε τα βασικότερα σημεία του κειμένου μέσα από
 τα οποία προκύπτει το ανθρωπιστικό και αντιπολεμικό του μήνυμα.

Το ανθρωπιστικό μήνυμα του κειμένου υπηρετείται συνολικά από την παρου
σιαζόμενη ιστορία, καθώς ο συγγραφέας επιτυγχάνει να παρουσιάσει με τέτοιο
 τρόπο τις ομοιότητες μεταξύ των δύο νεαρών στρατιωτών, ώστε στο τέλος να
 δημιουργείται η αίσθηση πως αυτός που σκοτώνεται δεν είναι κάποιος 
εχθρός, αλλά ένας αδικημένος αδερφός.
Μπορούμε, ωστόσο, να διακρίνουμε εντονότερα το αντιπολεμικό μήνυμα μέσα 
από τα λόγια και τις πράξεις του στρατιώτη-θύτη απ’ τη στιγμή που
 επιστρέφει πλάι στον νέο που τραυμάτισε.
«- Θε μου, μουρμούρισε, λυπήσου τον, λυπήσου με. Άφησέ τον να ζήσει.
         Έφταξε στη ρεματιά, σίμωσε το χτυπημένο. Τον άγγιξε· ήτανε ζεστός.
         Άπλωσε τα χέρια, τα πέρασε με προσοχή κάτω από το πληγωμένο κορμί, 
τ’ αγκάλιασε ολόγυρά του, τον έσυρε απάνω του και τον κράτησε έτσι σφιχτά. 
Χτύπαγε η καρδιά βουτημένη στην αγωνία. Τρυφεράδα και πόνος, αγάπη και 
φροντίδα, όλα τούτα μαζί τόνε συνεπήραν.»
Ο στρατιώτης-θύτης πλησιάζει τον τραυματισμένο και τον αγκαλιάζει με τη 
φροντίδα και την τρυφερότητα που θα αγκάλιαζε όχι έναν εχθρό, αλλά έναν
 δικό του αγαπημένο άνθρωπο. Οι τύψεις που αισθάνεται κι η ένταση της με
τάνοιας που νιώθει αλλάζουν άρδην την ψυχολογική του κατάσταση 
και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει εκείνον που λίγο πριν πυροβόλησε, 
δίχως να διστάσει.
«Σιγά, προσεχτικά, τον έφερε ίσαμε τη γουρνίτσα και τον ακούμπησε απάνω 
στο γρασίδι· πήρε το νερό, που με λαχτάρα κατέβηκε να πιει, και του ‘βρε
ξε τα μαλλιά, του καθάρισε το νεανικό, ωραίο πρόσωπο, του ‘σβησε το 
λεπτό ματωμένο αυλάκι που ‘χε στεγνώσει εκεί στην αριστερή μεριά του στο
μά του. Του πήρε το χέρι, το άπλωσε απάνω στην ανοιχτή δική του παλάμη και
 το απαλοχάιδευε.»
Οι ύστατες φροντίδες που προσφέρει ο στρατιώτης-θύτης στον θανάσιμα τραυ
ματισμένο νέο, είναι γεμάτες έγνοια και αγάπη, κι είναι ανάλογες μ’ αυτές 
που θα προσέφερε όχι σ’ έναν εχθρό, αλλά στον ίδιο του τον αδερφό. 
Ως αδερφό του, άλλωστε, τον προσφωνεί αμέσως μετά, και του ζητά να τον 
συγχωρέσει για το αδιανόητο έγκλημά του.
«Καλέ μου, πονεμένε μου αδερφέ, μουρμούρισε ο νέος στρατιώτης συντριμμέ
νος. Συχώρα με, καλέ μου, δεν το ‘θελα· δεν είμαι φονιάς, σου τ’ ορκίζομαι, δεν
 είμαι φονιάς. Να, μια στιγμή μονάχα ξέχασα πως είμαι άνθρωπος, ξέχασα 
πως είσαι άνθρωπος, αδερφός μου. Πως μάνα και σένα σε περιμένει στο φτω
χικό της: μάνα και πατέρας κι αδέρφια. Ξέχασα, γιατί αυτοί οι κακούργοι θέλα
νε να με κάνουν να ξεχάσω.»
Τα τελευταία αυτά λόγια που ολοκληρώνουν το διήγημα αποτελούν μια 
συγκλονιστική υπόμνηση της βασικότερης ανθρωπιστικής αλήθειας, πως ό
λοι οι άνθρωποι είναι επί της ουσίας αδέρφια μεταξύ τους. Καμία εθνολογική
 διαφορά δεν μπορεί να άρει τη βαθιά σύνδεση μεταξύ των ανθρώπων, αφού 
όλοι, όποιοι κι αν είναι, όπου κι αν βρίσκονται, έχουν μια μητέρα που τους 
νοιάζεται και τους προσμένει με την ίδια αγάπη, σ’ όποια γλώσσα κι αν αυτή 
εκφράζεται, σ’ όποιο τόπο κι αν ακούγεται.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ :ΓΙΑΤΙ 

– ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ

 ΘΕΜΑ: Η τρέλα και ο παραλογισμός του πολέμου, καθώς και η αλλοτρίωση του ανθρώπου κάτω από τέτοιες συνθήκες. 
ΔΟΜΗ 1η Ενότητα: «Σουρούπωνε … να ξεχάσει»: Το τέλος της μέρας και της μάχης 2η Ενότητα: «Ο νέος στρατιώτης … να δει»: Το νερό της πηγής 3η Ενότητα: «Ένας άλλος στρατιώτης … έτρεχε»: Ο νεαρός στρατιώτης σκοτώνει το συνάνθρωπό του 4η Ενότητα: «Μεσοστρατίς… δεν άκουγε»: Η μετάνοια του νεαρού στρατιώτη Οι ψυχικές διακυμάνσεις του νεαρού στρατιώτη 1. επαφή με τη φύση: απλός, ήρεμος, χαρούμενος άνθρωπος 2. εμφάνιση εχθρού: καχύποπτος, σκληρός & αδίστακτος πολεμιστής 3. πυροβολισμός εχθρού: αμηχανία, καθώς αρχικά δε συνειδητοποιεί τι έχει κάνει 4. βλέμμα & πόνος πληγωμένου: ενοχές & πόνος, ταυτίζεται με τον πληγωμένο εχθρό του, νιώθει πανικό κι έτσι τρέπεται σε φυγή 5. στα μισά της διαδρομής σταματά: προσπαθεί να ηρεμήσει & να συγκεντρωθεί, αλλά δεν μπορεί λόγω της έντονης συναισθηματικής κατάστασης που βρίσκεται 6. κατεβαίνει τρέχοντας την πλαγιά: θέλει να προφτάσει να σώσει τον πληγωμένο και παρακαλεί το θεό να τον σώσει. ταραχή, αγωνία, τύψεις, πόνος για το συνάνθρωπό του & οίκτος για τον εαυτό του 7. ο πληγωμένος είναι ακόμα ζεστός: προσωρινή ανακούφιση, εξακολουθεί να τρέμει από αγωνία. 8. φροντίζει τον πληγωμένο: ειλικρινής μετάνοια, πόνος, συντριβή, ανάγκη να λυτρωθεί, εξομολόγηση, ευαίσθητη ψυχή, τρυφερότητα 9. ο νεαρός στρατιώτης συνειδητοποιεί ότι ο πόλεμος ήταν αυτός που τον έκανε απάνθρωπο & τον γέμισε μίσος για το συνάνθρωπό του Η τραγικότητα του νεαρού στρατιώτη - είναι και αυτός θύμα του πολέμου - ο πόλεμος τον έχει κάνει άγριο & απάνθρωπο - αναγκάζεται να σκοτώσει από φόβο μήπως προλάβει και τον σκοτώσει ο άλλος - τυφλωμένος από τη μανία του πολέμου βλέπει παντού εχθρούς - όταν συνειδητοποιεί την πράξη του, αισθάνεται ενοχή, μετανιώνει, ζητάει συγχώρεση από το θύμα του - τονίζει ότι δεν είναι φονιάς, αλλά αναγκάστηκε να γίνει εξαιτίας του πολέμου
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ Προσωποποιήσεις: §16 Ένα σκληρό χέρι έσφιγγε την καρδιά του νέου στρατιώτη, §22 Η νύχτα κατέβηκε ολούθες και απλωμένο σκοτάδι τους τύλιξε Μεταφορές: §3 Η φλόγα έσβησε από τα σωθικά του, §17 Τα μάτια καίγανε Παρομοιώσεις: §24 σα να’ τανε φίλοι παλιοί, σα να’ τανε αδέρφια. Ασύνδετο σχήμα: §3 Ο νέος στρατιώτης ακούμπησε…πεντακάθαρο νερό, § 6 Ένας άλλος στρατιώτης, οχτρός…να ευχαριστήσει το Θεό Επαναλήψεις: §18 λυπήσου τον, λυπήσου με, §21 Αδερφέ μου, του’λεγε… αδερφέ μου…, §22 δεν είμαι φονιάς…δεν είμαι φονιάς, ξέχασα πως είμαι άνθρωπος, ξέχασα πως είσαι άνθρωπος Εικόνες: §12-13 Ο ξένος ήτανε πεσμένος … ο ανθρώπινος πόνος και το ξάφνιασμα, §20-21 Άπλωσε τα χέρια …και το απαλοχάιδευε Αντιθέσεις: §1 & 2 Λίγη ώρα πριν έπεφτε ακόμη αραιό λιανοντούφεκο - Όμως τώρα ήταν πλέρια ησυχία, §8 διψασμένος από την ολοήμερη κάψα - να του δροσίσει τα πυρωμένα σωθικά, §24 φονιά και θύμα, γαλήνη φύσης ≠ πολεμικό μίσος ανθρώπου
ΓΛΩΣΣΑ Απλή, λιτή
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ - αφήγηση: γραμμική (τα γεγονότα παρουσιάζονται σε χρονολογική σειρά) - αφηγητής: παντογνώστης (αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο) - εστίαση: μηδενική Χαρακτηρισμός νεαρού στρατιώτη - απλός άνθρωπος - ευαίσθητος - γεμάτος όνειρα για το μέλλον - ευσεβής / πιστός στο Θεό - θύμα του πολέμου Ψυχογραφία νεαρού στρατιώτη - νοσταλγία για πατρίδα και αγαπημένα πρόσωπα - μίσος για τον πόλεμο - ενοχές
  ΣΚΟΠΟΣ - ΣΤΟΧΟΣ Ο πόλεμος είναι καταστροφικός, έχει μόνο θύματα, είναι ένα τραγικό γεγονός με αρνητικές μόνο συνέπειες. Ο συγγραφέας θέλει ουσιαστικά να στείλει ένα αντιπολεμικό μήνυμα και να κηρύξει την ανάγκη για ειρήνη και συναδέλφωση των 
λαών.



ΓΙΑΤΙ – ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ

ΓΙΑΤΙ – ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ
Το διήγημα ανήκει στη συλλογή διηγημάτων με τίτλο Δεν υπάρχουν Αμαρτωλοί (1956) και εστιάζεται στο αντιπολεμικό μήνυμα που ενδιαφέρει το Μαγκλή. Ο συγγραφέας μελετά εδώ τις ενστικτώδεις αντιδράσεις της αυτοάμυνας σε κατάσταση κινδύνου, μέσα σε συνθήκες πολεμικής σύγκρουσης και αντιμετωπίζει με κατανόηση και γνώση των ανθρώπινων ενστίκτων την επίθεση του στρατιώτη προς τον εχθρό.
Το κείμενο αποτελεί µια ηχηρή διαµαρτυρία του συγγραφέα απέναντι στον παραλογισµό του πολέµου και, ταυτόχρονα, µια φιλειρηνική έκκληση προς όλους τους λαούς,ανεξάρτητα από εθνικότητα, γλώσσα, πολιτισµό.

ΘΕΜΑΤΙΚΑ  ΚΕΝΤΡΑ
Πόλεμος και απάνθρωπη βία
Θύτες και θύματα, νικητές και ηττημένοι
Ειρήνη και ανθρωπισμός εναντίον πολέμου και θηριωδίας


-       Το περιεχόμενο του κειμένου είναι αντιπολεμικό (σ αυτή την κατηγορία ανήκουν τα λογοτεχνικά κείμενα που παρουσιάζουν τον πόλεμο από πλευρά ανθρωπιστική, ρεαλιστικά και χωρίς εξιδανικεύσεις - και φυσικά με απορριπτικό τρόπο, τονίζοντας τα δεινά και τις εφιαλτικές στιγμές του, με στόχο να τονίσουν τη σημασία της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και την αγάπη ως κύρια ανθρωπιστική αξία).

ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ
Μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι στο αφηγηµατικό περιεχόµενο δεν υπάρχουν τοπικοί, χρονικοί ή ονοµατικοί προσδιορισμοί, ώστε να µπορούµε να εντοπίσουμε το πότε, πού και ανάµεσα σε ποιους συµβαίνουν τα διαδραµατιζόµενα. Αυτή είναι προφανώς µια επιλογή του συγγραφέα, ο οποίος επιζητεί να δείξει ότι σε έναν πόλεµο δε µετράει ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο, αλλά το γεγονός ότι οι εµπόλεµοι χάνουν την ανθρωπιά τους και γίνονται εναλλάξ αθώα θύµατα και σκληροί θύτες.

Πάνω ακριβώς σε αυτή την απουσία προσδιορισμών αναπτύσσεται ο λογοτεχνικός µύθος, του οποίου το χαρακτηριστικό γνώρισµα είναι οι συνεχείς ανατροπές. Ο νέος στρατιώτης τη µια στιγµή προκαλεί τη συµπάθεια του αναγνώστη, αφού παρουσιάζεται ως θύµα ενός πολέµου που τον έχει διαφθείρει ηθικά, τον κρατά µακριά από αγαπηµένα πρόσωπα και δεν τον αφήνει νααπολαύσει «την όµορφη ζωή του ανθρώπου»[1], την άλλη στιγµή όµως προκαλεί την απέχθεια του αναγνώστη, αφού γίνεται ο ίδιος σκληρός εκτελεστής ενός συνανθρώπου του. Στη συνέχεια ο εκτελεστής στρατιώτης µετατρέπεται σε τραγικό θύµα, καθώς µετανιώνει φρικτά και συντρίβεται ο ίδιος από την πράξη του. Η τελευταία εικόνα του στρατιώτη-θύτη να κρατά στην αγκαλιά του και να ζητά συγχώρεση από το στρατιώτη-θύµα σφραγίζει δραµατικά την ιστορία και δίνει σαφέστατο αντιπολεµικό µήνυµα.
Ασιοσημείωτο είναι ακόµα ότι ο συγγραφέας βάζει τις ίδιες σκέψεις και τα ίδια λόγια στους δυο στρατιώτες, θέλοντας να δείξει ότι, παρά τις διαφορές τους, όλοι οι άνθρωποι έχουν κοινές ανάγκες, συναισθήµατα, αγωνίες και πόνους. Η επαναλαµβανόµενη προσφώνηση «αδερφέ µου», άλλωστε, δίνει το µήνυµα της συναδέλφωσης και της ανθρώπινης αλληλεγγύης.

 ΘΕΜΑ: Η τρέλα και ο παραλογισμός του πολέμου, καθώς και η αλλοτρίωση του ανθρώπου κάτω από τέτοιες συνθήκες.
ΣΚΟΠΟΣ - ΣΤΟΧΟΣ Ο πόλεμος είναι καταστροφικός, έχει μόνο θύματα, είναι ένα τραγικό γεγονός με αρνητικές μόνο συνέπειες. Ο συγγραφέας θέλει ουσιαστικά να στείλει ένα αντιπολεμικό μήνυμα και να κηρύξει την ανάγκη για ειρήνη και συναδέλφωση των λαών
Τίτλος. Ο τίτλος του κειμένου είναι μια μονολεκτική ερώτηση, η οποία αποδίδει πυκνή δραματική ένταση, απορία, παράπονο και διαμαρτυρία. Φωτίζει την έλλειψη αποδεκτών λογικών επιχειρημάτων για την ύπαρξη και τη διαιώνιση του εγκληματικού φαινομένου που ονομάζεται πόλεμος (δεν υπάρχει λογική απάντηση στο «γιατί συμβαίνει;»). Επιπλέον προβάλλει μια έντονη αίσθηση λύπης, οδύνης και συντριβής για τη σπατάλη της ζωής και την ταπείνωση του ανθρώπου στο πλαίσιο του πολέμου.Είναι μια συναισθηματική κραυγή που απευθύνεται στη συνείδηση και την κρίση των ανθρώπων, καλώντας τους να αντιληφθούν το θανατηφόρο παραλογισμό του πολέμου. 
 ΔΟΜΗ 
1η Ενότητα: «Σουρούπωνε … να ξεχάσει»: Το τέλος της μέρας και της μάχης 
2η Ενότητα: «Ο νέος στρατιώτης … να δει»: Το νερό της πηγής 
3η Ενότητα: «Ένας άλλος στρατιώτης … έτρεχε»: Ο νεαρός στρατιώτης σκοτώνει το συνάνθρωπό του
 4η Ενότητα: «Μεσοστρατίς… δεν άκουγε»: Η μετάνοια του νεαρού στρατιώτη 
Οι ψυχικές διακυμάνσεις του νεαρού στρατιώτη
 1. επαφή με τη φύση: απλός, ήρεμος, χαρούμενος άνθρωπος
 2. εμφάνιση εχθρού: καχύποπτος, σκληρός & αδίστακτος πολεμιστής
 3. πυροβολισμός εχθρού: αμηχανία, καθώς αρχικά δε συνειδητοποιεί τι έχει κάνει 
4. βλέμμα & πόνος πληγωμένου: ενοχές & πόνος, ταυτίζεται με τον πληγωμένο εχθρό του, νιώθει πανικό κι έτσι τρέπεται σε φυγή 
5. στα μισά της διαδρομής σταματά: προσπαθεί να ηρεμήσει & να συγκεντρωθεί, αλλά δεν μπορεί λόγω της έντονης συναισθηματικής κατάστασης που βρίσκεται
 6. κατεβαίνει τρέχοντας την πλαγιά: θέλει να προφτάσει να σώσει τον πληγωμένο και παρακαλεί το θεό να τον σώσει. ταραχή, αγωνία, τύψεις, πόνος για το συνάνθρωπό του & οίκτος για τον εαυτό του 
7. ο πληγωμένος είναι ακόμα ζεστός: προσωρινή ανακούφιση, εξακολουθεί να τρέμει από αγωνία.
 8. φροντίζει τον πληγωμένο: ειλικρινής μετάνοια, πόνος, συντριβή, ανάγκη να λυτρωθεί, εξομολόγηση, ευαίσθητη ψυχή, τρυφερότητα
 9. ο νεαρός στρατιώτης συνειδητοποιεί ότι ο πόλεμος ήταν αυτός που τον έκανε απάνθρωπο & τον γέμισε μίσος για το συνάνθρωπό του Η τραγικότητα του νεαρού στρατιώτη - είναι και αυτός θύμα του πολέμου - ο πόλεμος τον έχει κάνει άγριο & απάνθρωπο - αναγκάζεται να σκοτώσει από φόβο μήπως προλάβει και τον σκοτώσει ο άλλος - τυφλωμένος από τη μανία του πολέμου βλέπει παντού εχθρούς - όταν συνειδητοποιεί την πράξη του, αισθάνεται ενοχή, μετανιώνει, ζητάει συγχώρεση από το θύμα του - τονίζει ότι δεν είναι φονιάς, αλλά αναγκάστηκε να γίνει εξαιτίας του πολέμου ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

Προσωποποιήσεις: §16 Ένα σκληρό χέρι έσφιγγε την καρδιά του νέου στρατιώτη, §22 Η νύχτα κατέβηκε ολούθες και απλωμένο σκοτάδι τους τύλιξε

 Μεταφορές: §3 Η φλόγα έσβησε από τα σωθικά του, §17 Τα μάτια καίγανε 
Παρομοιώσεις: §24 σα να’ τανε φίλοι παλιοί, σα να’ τανε αδέρφια. 
Ασύνδετο σχήμα: §3 Ο νέος στρατιώτης ακούμπησε…πεντακάθαρο νερό, § 6 Ένας άλλος στρατιώτης, οχτρός…να ευχαριστήσει το Θεό 
Επαναλήψεις: §18 λυπήσου τον, λυπήσου με, §21 Αδερφέ μου, του’λεγε… αδερφέ μου…, §22 δεν είμαι φονιάς…δεν είμαι φονιάς, ξέχασα πως είμαι άνθρωπος, ξέχασα πως είσαι άνθρωπος 
Εικόνες: στο κείμενο δεσπόζουν αρκετές εικόνες(περιγραφές της φύσης & δραματικές αναπαραστάσεις του πληγωμένου)  
 ο πρώτος στρατιώτης που νιώθει να ξαναγίνεται άνθρωπος και πλημμυρίζει από χαρούμενη συγκίνηση για τη ζωή, 
 ο άλλος στρατιώτης που τον τρομάζει ο θάνατος και εκλιπαρεί σιωπηλά για τη ζωή του, 
 ο θύτης και το θύμα, δίπλα δίπλα, με την τραγική «κάθαρση» να έχει οδηγήσει στην αγάπη και τη συναδέλφωση,
  η αγωνία του θανάτου και το ανθρώπινο παράπονο στη ματωμένη όψη του πληγωμένου, 
 η φυγή του πρώτου στρατιώτη στο βουνό, η περισυλλογή του και η ξαφνική απόφαση της επιστροφής στην πλαγιά, που υποβάλλουν την αίσθηση της έντονης ψυχολογικής πίεσης,
  η μεταφορά του ετοιμοθάνατου στη γουρνίτσα, με τον τρυφερό σεβασμό και το ευλαβικό δέος που αναλογεί σε ιδιαίτερα αγαπημένα πρόσωπα. 
 Νοερές εικόνες: 
 το αγκάλιασμα της μάνας και το τρυφερό φίλημα στα μάτια, δείγμα ιερού σεβασμού και υπόσχεση αφοσίωσης, 
 ένα ερωτευμένο ζευγάρι που κάνει σχέδια και όνειρα για το μέλλον (μια κοπελίτσα... στο χωριό).
  ο στρατιώτης που πλησιάζει το θύμα του, αλλά, είναι «νευρικός» γεμάτος αβεβαιότητα και ανασφάλεια, καθόλου ήσυχος και ευχαριστημένος με την πράξη του
Αντιθέσεις: §1 & 2 Λίγη ώρα πριν έπεφτε ακόμη αραιό λιανοντούφεκο - Όμως τώρα ήταν πλέρια ησυχία, §8 διψασμένος από την ολοήμερη κάψα - να του δροσίσει τα πυρωμένα σωθικά, §24 φονιά και θύμα, γαλήνη φύσης ≠ πολεμικό μίσος ανθρώπου
Xιαστό (χτύπαγαν τα μηνίγγια, το κεφάλι βούιζε)
 ΓΛΩΣΣΑ 
Απλή, λιτή 
Ιδιωματικές λέξεις (λόγος των απλών ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου-δεκαετία 1950-60)
Σύνθετες ποιητικές λέξεις που προσδίδουν γλαφυρότητα και ποιητικότητα.
Ύφος
Απλό και συγκινητικό, γλαφυρό, λυρικό και ποιητικό στη 2η και στην τελευταία παράγραφο
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ 
- αφήγηση: γραμμική (τα γεγονότα παρουσιάζονται σε χρονολογική σειρά)
 - αφηγητής: παντογνώστης (αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο) - εστίαση: μηδενική Χαρακτηρισμός νεαρού στρατιώτη - απλός άνθρωπος - ευαίσθητος - γεμάτος όνειρα για το μέλλον - ευσεβής / πιστός στο Θεό - θύμα του πολέμου 
Ψυχογραφία νεαρού στρατιώτη - νοσταλγία για πατρίδα και αγαπημένα πρόσωπα - μίσος για τον πόλεμο - ενοχές 
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ: αφήγηση, μονόλογος – σκέψεις, περιγραφή, υποθετικός διάλογος.
Το τραγικό πρόσωπο της ιστορίας. 
Στην αρχαία ελληνική τραγωδία τραγικό είναι το πρόσωπο που κάνει κάποιες ενέργειες, αγνοώντας ότι αυτές θα οδηγήσουν το ίδιο ή και άλλα πρόσωπα σε συμφορές, γιατί έτσι έχουν αποφασίσει οι θεοί και η μοίρα (είναι έρμαιο και θύμα των θεών και της μοίρας). Τελικά αισθάνεται ενοχές για τις πράξεις του, για το αποτέλεσμα των οποίων στην πραγματικότητα δεν είναι υπεύθυνο.

Με την ευρύτερη έννοια του ορισμού της τραγικότητας, στο διήγημα τραγικόπρόσωπο είναι ο νέος στρατιώτης, αυτός που σκότωσε τον άλλο, γιατί είναι και αυτός θύμα, όχι της μοίρας και των θεών, αλλά ενός πολέμου που τον έχει αλλοτριώσει, τον έχει εξαγριώσει και εξαχρειώσει, τον έχει κάνει να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του (όπως λέει κι ο Γιάννης Ρίτσος "Μας έπνιξαν το φως και τη χαρά,
στεγνώσαν την ψυχή μας και το σώμα, μα κάτι μέσα μας κυλά βουερά και ξέσπασμα δε βρήκε κάπου ακόμα") και να αγωνίζεται μόνο για την επιβίωσή του. Σ' αυτή την προ
σπάθεια του αναγκάζεται να σκοτώσει, γιατί τρέμει μήπως προλάβει και τον σκοτώσει ο άλλος. Και αυτό το κάνει εν ψυχρώ, γιατί εκείνη τη στιγμή είναι τόσο τυφλωμένος, ώστε δε βλέπει απέναντι του έναν άνθρωπο-αδερφό, παρά βλέπει παντού εχθρούς. Έτσι, ενώ στην αρχή έδωσε την εντύπωση ανθρώπου με ευαισθησία, που εκτιμάει τη ζωή και τις χαρές της, μόλις ένιωσε κάποια απειλή, ξέχασε πως είναι άνθρωπος και πως έχει απέναντί του τον αδερφό του και έγινε ο αδίσταχτος πολεμιστής, που τον έχουν μάθει να σκοτώνει.
Ωστόσο, όταν συνειδητοποιεί την ανηθικότητα της πράξης του, αισθάνεται ενοχή, μετανιώνει και προσπαθεί γεμάτος συντριβή να εξιλεωθεί, ζητώντας συγχώρεση από το θύμα του και τονίζοντας ότι δεν το ήθελε, δεν είναι φονιάς καιότι υπεύθυνοι για το κακό που έγινε είναι αυτοί οι κακούργοι(όσοι προξενούν τους πολέμους), που ήθελαν να τον κάνουν να ξεχάσει ότι είναι άνθρωπος.
Ερμηνεία ιδιαίτερων σημείων.
 «Θε μου, όμορφη ‘ναι η ζωή του ανθρώπου»: η αυθόρμητη αναφώνηση του στρατιώτη αντιδιαστέλλει την απλή φυσική ομορφιά προς το αποκρουστικό πρόσωπο του πολέμου, που αποτελεί ένα αφύσικο προϊόν του πολιτισμού. Ο άνθρωπος αισθάνεται πληρότητα με απλές ικανοποιήσεις, που η παράλογη βία του πολέμου τις καταργεί και τον κάνει δυστυχισμένο. 
«με τον τρόπο τούτο»: ξεδιψώντας από την πηγή, είναι σαν να επιστρέφει στα φυσικά στοιχεία της Δημιουργίας και έτσι να εκδηλώνει τον πηγαίο σεβασμό του για το Δημιουργό. Φεύγοντας από το πεδίο μάχης ξαναβρίσκει την καθαρή ανθρωπιά του, κι έτσι τιμά το δώρο της ζωής. 
«...ξέχασε μονομιάς το Θεό. Έχασε τον άνθρωπο»: εδώ η εικόνα και η ιδέα του Θεού χάνουν τον αφηρημένο θρησκευτικό χαρακτήρα τους και αποκτούν νόημα μέσω της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η πίστη στο Θεό σημαίνει αγάπη και σεβασμός για τον άνθρωπο και τη ζωή. Δεν αρμόζει στο Θεό της αγάπης και της συγχώρεσης οι «πιστοί» να μισούν συνανθρώπους με διαφορετικό θρήσκευμα, χρώμα δέρματος και άλλη εθνική καταγωγή.
 «ο καταραμένος πόλεμος»: ο απλός, καθημερινός άνθρωπος βιώνει τον πόλεμο ως ανεξήγητο δεινό που αφανίζει τη ζωή. Ακόμα κι όταν πείθεται να τον αποδεχτεί, γνωρίζει ότι είναι ένα ολέθριο γεγονός που βρίσκεται σε δυσαρμονία με την τάξη της ζωής. Πιθανόν, να τον δικαιολογεί, αλλά σίγουρα τον βλέπει ως κάτι ξένο προς την ανθρώπινη φύση.
«αδελφέ...»: η προσφώνηση κωδικοποιεί την ιδέα της συναδέλφωσης και την αξία της αλληλεγγύης. Δηλώνει την άρνηση της διχόνοιας και το πνεύμα της συμφιλίωσης. «Ξέχασα, γιατί... μες στο σκοτάδι»: ο μεταμελημένος στρατιώτης αισθάνεται θύμα επιτήδειων φιλοπόλεμων κηρυγμάτων που τον παραπλάνησαν. Έτσι, ανάγει την αιτία του πολέμου όχι στη μοίρα ή στην ανθρώπινη επιθετική φύση, αλλά σε μια οργανωμένη και μεθοδική ιδεολογική προπαγάνδα που ποτίζει με μίσος τις ψυχές και διαιρεί τους ανθρώπους. 
Οι «κακούργοι» που ευθύνονται για αυτό δεν κατονομάζονται ούτε καν προσδιορίζονται. Η δραστηριότητά τους όμως, που τυφλώνει τους ανθρώπους, λογικά μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι έχει ως κίνητρο κάποια ωφέλεια
[1] Μπορείτε να επισηµάνετε τις όµορφες εικόνες της φύσης στην αρχή του διηγήµατος, όταν ο νέος στρατιώτης ξαναγίνεται άνθρωπος που απολαµβάνει τη ζωή.
[2]Για να προσεγγίσουμε όμως σφαιρικά το φαινόμενο, πρέπει να επισημάνουμε ότι σε περίπτωση αμυντικού πολέμου (μια εισβολής από ξένο στρατό για παράδειγμα  )  υπάρχει η ηθική βάση (δηλ. η υπεράσπιση της ζωής και της τιμής των ατόμων και των οικογενειών τους) για αντίδραση και αντίσταση.

Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου
 1. Γιατί ο συγγραφέας δεν αναφέρει τα ονόματα και την εθνικότητα των στρατιωτών; 
Τα ονόματα και η εθνικότητα των στρατιωτών δεν παίζουν κανένα ρόλο στο μήνυμα που θέλει να περάσει ο συγγραφέας στο κοινό. Δεν έχει σημασία η συγκεκριμένη ιστορία ως μεμονωμένο περιστατικό, αλλά τα γεγονότα ανεξαρτήτως ιστορικού γεγονότος, πολέμου και αντιπάλων στρατοπέδων. Γι’ αυτό δεν αναφέρονται οι ταυτότητες των συγκεκριμένων πολεμιστών, των στρατευμάτων στα οποία ανήκουν ή των χωρών απ’ όπου προέρχονται. Αναφέρεται μόνο η νεαρή ηλικία τους και η σκληρή πραγματικότητα που είναι αναγκασμένοι να υπηρετήσουν σκοτώνοντας πρώτα απ’ όλα την ίδια τους την ανθρωπιά. 
2. Ποια κοινά γνωρίσματα έχουν οι δύο αντίπαλοι στρατιώτες; 
Οι δυο αντίπαλοι στρατιώτες είναι ταλαιπωρημένοι σωματικά και ψυχικά, ευγνώμονες στο Θεό που γλίτωσαν το θάνατο άλλη μια μέρα και διψασμένοι για φρέσκο νερό και μια μικρή ανάπαυλα. Έχουν αηδιάσει από τη βαρβαρότητα που ζουν και που τους στερεί και τους καταστρέφει τον εαυτό τους. Νιώθουν και οι δύο τρόμο για το τι πρόκειται να τους συμβεί και παρακαλούν το Θεό να τους προστατεύσει μέχρι το τέλος του πολέμου. Τέλος αναζητούν έστω λίγες στιγμές ηρεμίας μέσα στην κόλαση του πολέμου.
 3. Περιγράψτε τη μεταβολή της ψυχικής κατάστασης του στρατιώτη από τη στιγμή που πυροβόλησε τον εχθρό ως τη στιγμή που τον είδε νεκρό. 
Ο πρώτος στρατιώτης, βρίσκοντας τη γούρνα με το νερό, ξεκλέβει λίγα λεπτά ανάπαυσης και αναπόλησης της ειρηνικής ζωής χαζεύοντας το περιβάλλον και αναλογιζόμενος τη ζεστασιά της οικογένειάς του. Ευχαριστεί το Θεό που τον γλίτωσε και αυτή τη μέρα και τον παρακαλεί να τον διατηρήσει ζωντανό μέχρι να τελειώσει αυτή η λαίλαπα. Μόλις, όμως, αντικρίζει τον αντίπαλο, τρέπεται πάλι σε άγριο θηρίο και σημαδεύει, από τρόμο, τον εχθρό ανοίγοντας πυρά εναντίον του. Βέβαια λίγο αργότερα αισθάνεται ένοχος, έχοντας πολλές τύψεις αφού έχει τραυματίσει έναν άλλον στρατιώτη. Τρέχει χωρίς καμιά προφύλαξη να τον βοηθήσει και να τον κρατήσει στη ζωή. Ζητά απεγνωσμένα συγχώρεση από εκείνον και από το Θεό και προσεύχεται να σωθεί ο εχθρός του, που τον αποκαλεί πια «αδελφό». Είχε συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε κάνει. Κλαίει και περιποιείται τον στρατιώτη, προσπαθεί να μετανοήσει γι’ αυτό που έκανε. Βέβαια, το τραγικό αποτέλεσμα δεν άργησε να έρθει.
 4. Ο ένας στρατιώτης σκοτώνει και ο άλλος σκοτώνεται. Ποιος είναι το τραγικό πρόσωπο και γιατί;
Τραγικά πρόσωπα είναι και οι δύο στρατιώτες. Ο πρώτος είναι θύμα της αγριότητας αφού συμμετέχει στον πόλεμο, ενώ παρακαλά το Θεό να του χαρίσει τη ζωή, ταυτόχρονα όμως χωρίς να το έχει προσχεδιάσει, στερεί το ίδιο ακριβώς όνειρο από ένα συνάνθρωπό του, από θύμα γίνεται μέσα σε λεπτά θύτης του ίδιου του του εαυτού. Ο δεύτερος στρατιώτης, από την άλλη, αποτελεί το δραματικό πρόσωπο, αφού, τρέχοντας άοπλος να γευτεί το δροσερό νερό της καθαρής πηγής, έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο.
 5. Εντοπίστε τα βασικότερα σημεία του κειμένου μέσα από τα οποία προκύπτει το ανθρωπιστικό και αντιπολεμικό του μήνυμα. 
Ολόκληρο το διήγημα θεωρείται αντιπολεμικό. Τα σημεία που συγκινούν, όμως, περισσότερο τον αναγνώστη είναι εκείνα που περιγράφουν τις αντιδράσεις του πρώτου στρατιώτη τη στιγμή που αντιλαμβάνεται το έγκλημα που διέπραξε και όταν προσπαθεί με λόγια και πράξεις να πάρει πίσω το κακό που άθελα του έκανε στον αντίπαλο «αδελφό» του αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό. Συγκεκριμένα τα χωρία «Ένα σκληρό χέρι ... και ξανά πάλι έτρεχε», «-Θεέ μου ... να ζήσει», «- Καλέ μου ... να με κάνουν να ξεχάσω», «Το σκοτάδι πύκνωσε ... πια δεν άκουγε» συνοψίζουν τα  αποτελέσματα της βίας.


Γιατί, Γιάννης Μαγκλής



ΓΙΑΤΙ; ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ

ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
  • Πόλεμος και απάνθρωπη βία
  • Θύτες και θύματα, νικητές και ηττημένοι
  • Ειρήνη και ανθρωπισμός εναντίον πολέμου και θηριωδίας
Θέμα του κειμένου είναι ο παραλογισμός του πολέμου και η αλλοτρίωση που προκαλεί αυτός στον άνθρωπο.

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΕΙΔΟΣ: ΔΙΗΓΗΜΑ
 Πεζό λογοτεχνικό αφηγηματικό έργο με μικρή (σχετικά με το μυθιστόρημα) έκταση και με ολοκληρωμένη υπόθεση, η οποία είναι πλαστή ή εμπνευσμένη από την πραγματικότητα. Στο διήγημα υπάρχει ενότητα υπόθεσης, τόπου και χρόνου: η υπόθεση τοποθετείται σε συγκεκριμένο τόπο και περιορισμένα χρονικά πλαίσια, ενώ περιστρέφεται γύρω από έ ν α κύριο γεγονός, στο οποίο πρωταγωνιστεί έ ν α κεντρικό πρόσωπο, ο ήρωας του διηγήματος. Ενδέχεται όμως να υπάρχουν και δευτερεύοντα γεγονότα ή πρόσωπα, που έχουν στόχο να φωτίσουν τον πρωταγωνιστή.

ΣΧΟΛΙΑ
1.Το περιεχόμενο του κειμένου είναι αντιπολεμικό.
 (σ αυτή την κατηγορία ανήκουν τα λογοτεχνικά κείμενα που παρουσιάζουν τον πόλεμο από πλευρά ανθρωπιστική, ρεαλιστικά και χωρίς εξιδανικεύσεις - και φυσικά με απορριπτικό τρόπο, τονίζοντας τα δεινά και τις εφιαλτικές στιγμές του, με στόχο να τονίσουν τη σημασία της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και την αγάπη ως κύρια ανθρωπιστική αξία).

2.Στο αφηγηµατικό περιεχόµενο δεν υπάρχουν τοπικοί, χρονικοί ή ονοµατικοί προσδιορισμοί, ώστε να µπορούµε να εντοπίσουμε το πότε, πού και ανάµεσα σε ποιους συµβαίνουν τα διαδραµατιζόµενα. Αυτή είναι προφανώς µια επιλογή του συγγραφέα,ο οποίος:
  • επιζητεί να δείξει ότι σε έναν πόλεµο δε µετράει ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο,
  • οι εµπόλεµοι χάνουν την ανθρωπιά τους και γίνονται εναλλάξ αθώα θύµατα και σκληροί θύτες.
  • καθιστά έτσι πιο έντονο το αντιπολεμικό μήνυμα
3.Τραγικό πρόσωπο:τραγικό πρόσωπο είναι ο νέος στρατιώτης, αυτός που σκότωσε τον άλλο, γιατί είναι και αυτός θύμα, όχι της μοίρας και των «θεών», αλλά ενός πολέμου που τον έχει αλλοτριώσει, τον έχει εξαγριώσει και εξαχρειώσει, τον έχει κάνει να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του


4.Το χαρακτηριστικό γνώρισµα είναι οι συνεχείς ανατροπές.
  • Ο νέος στρατιώτης τη µια στιγµή προκαλεί τη συµπάθεια του αναγνώστη, αφού παρουσιάζεται ως θύµα ενός πολέµου που τον έχει διαφθείρει ηθικά, τον κρατά µακριά από αγαπηµένα πρόσωπα και δεν τον αφήνει να απολαύσει «την όµορφη ζωή του ανθρώπου»,
  • την άλλη στιγµή όµως προκαλεί την απέχθεια του αναγνώστη, αφού γίνεται ο ίδιος σκληρός εκτελεστής ενός συνανθρώπου του.
  • Στη συνέχεια ο εκτελεστής στρατιώτης µετατρέπεται σε τραγικό θύµα, καθώς µετανιώνει φρικτά και συντρίβεται ο ίδιος από την πράξη του.
  • Η τελευταία εικόνα του στρατιώτη-θύτη να κρατά στην αγκαλιά του και να ζητά συγχώρεση από το στρατιώτη-θύµα σφραγίζει δραµατικά την ιστορία και δίνει σαφέστατο αντιπολεµικό µήνυµα.
  • Η ψυχή του αναγνώστη συμπάσχει και καθαίρεται στο τέλος μέσω «του ελέου και του φόβου».

Διαφορές-ομοιότητες των ηρώων
ο συγγραφέας βάζει τις ίδιες σκέψεις και τα ίδια λόγια στους δυο στρατιώτες, θέλοντας να δείξει ότι,
  • παρά τις διαφορές τους(εθνικές, φυλετικές),
  • όλοι οι άνθρωποι έχουν κοινές ανάγκες(δίψα, κούραση), συναισθήµατα (λύπη,χαρά,ανακούφιση), αγωνίες (επιθυμία για ζωή, επιστροφή) και πόνους.

Μήνυμα
Η επαναλαµβανόµενη προσφώνηση «αδερφέ µου» δίνει το µήνυµα της συναδέλφωσης και της ανθρώπινης αλληλεγγύης.

Γλώσσα
  • Ιδιωματικές λέξεις (λόγος των απλών ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου-δεκαετία 1950-60)
  • Σύνθετες ποιητικές λέξεις που προσδίδουν γλαφυρότητα και ποιητικότητα.

Ύφος
Απλό και συγκινητικό, γλαφυρό, λυρικό και ποιητικό στη 2η και στην τελευταία παράγραφο

Εκφραστικά μέσα
  • Μεταφορές
  • Προσωποποιήσεις
  • Εικόνες (περιγραφές της φύσης & δραματικές αναπαραστάσεις του πληγωμένου)
  • Ασύνδετα σχήματα (με cressendo = κορύφωση)
  • Xιαστό (χτύπαγαν τα μηνίγγια, το κεφάλι βούιζε)

Αφηγηματικοί τρόποι
  • Αφήγηση γ΄πρόσωπη κυρίαρχη με
  • Περιγραφές (αντίθεση πολέμου-ειρήνης) και
  • Διαλόγους ενδιάμεσα (ιδιότυπος ο διάλογος του β΄στρατιώτη:τα λόγια που βάζει ο αφηγητής σ' αυτόν και εκφράζει τη συνείδησή του)
  • Εσωτερικό μονόλογο

Αφηγηματικές τεχνικές
Εστίαση μηδενική (αφηγητής>πρόσωπα)
Αφηγητής παντογνώστης-ετεροδιηγητικός (αφηγείται ιστορία στην οποία δε μετέχει).





και λίγα λόγια για τον συγγραφέα...










ΓΙΑΤΙ, Γ. ΜΑΓΚΛΗΣ



Γ. Μαγκλήs – Η ζωή και το έργο του


Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών
Μαγκλής Γιάννης
 
Τόπος Γέννησης:Κάλυμνος
Έτος Γέννησης:1909
Λογοτεχνικές Κατηγορίες:Πεζογραφία
Θέατρο - Σενάριο
Μετάφραση
Βιογραφικό Σημείωμα
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ (1909)


Ο Γιάννης Μαγκλής γεννήθηκε στην Κάλυμνο. Ο πατέρας του, άλλοτε κτηματίας στη Μικρασία, ήταν υποδιευθυντής ελληνοαγγλικής εταιρείας εμπορίας σφουγγαριών. Στη γενέτειρά του ο Γιάννης Μαγκλής τέλειωσε το Γυμνάσιο και εργάστηκε σε νεανική ηλικία στα σφουγγαράδικα. Από το 1926 και για δυόμισι χρόνια εργάστηκε σε αποθήκη επεξεργασίας σφουγγαριών, όπου διακρίθηκε και στάλθηκε από την εργοδότρια εταιρεία εσωτερικός σε λύκειο της Χάβρης της Γαλλίας για να συμπληρώσει τις γνώσεις του. Μετά την ολοκλήρωση των εκεί σπουδών του προάχθηκε σε υποδιευθυντή του παρισινού υποκαταστήματος. Κατά τα χρόνια της παραμονής του στη γαλλική πρωτεύουσα στράφηκε με ενδιαφέρον στη μελέτη Ιστορίας, Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας. Το 1933 πήρε μετάθεση στη γενέτειρά του και λόγω των σκληρών συνθηκών εργασίας προσβλήθηκε από φυματίωση, ασθένεια που εγκαινίασε τις μακρόχρονες περιπέτειες της υγείας του. Το 1937, κατά τη διάρκεια νέας μετάθεσής του στην Αίγινα γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος στάθηκε πνευματικός οδηγός και συμπαραστάτης του. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής εντάχθηκε στο Ε.Α.Μ. ως υπεύθυνος αρχικά στην περιφέρεια της Αίγινας και στη συνέχεια στην Κηφισιά ως διαφωτιστής. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου έφυγε για το βουνό και μετά την ανακωχή επέστρεψε στην Κάλυμνο, ξαναρχίζοντας να δουλεύει στα σφουγγαράδικα. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1940 από την Αίγινα, με τη δημοσίευση της συλλογής διηγημάτων Οι κολασμένοι της θάλασσας, για την οποία τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό του περιοδικού Νεοελληνική Λογοτεχνία. Συνέχισε να γράφει με παραίνεση του Καζαντζάκη, ο οποίος του υπέδειξε και να μεταφράσει στα ελληνικά το γαλλόφωνο έργο του Τόντα Ράμπα. Μετεμφυλιακά ασχολήθηκε επίσης με το θέατρο, γράφοντας έργα και συγκροτώντας ερασιτεχνικούς θιάσους στην Κάλυμνο και τη Ρόδο. Την ίδια περίοδο (1948 και μετά) η υγεία του παρουσίασε νέα κάμψη, η οποία τον ταλαιπώρησε για εννιά τουλάχιστον χρόνια και οδήγησε σε δύο επώδυνες χειρουργικές επεμβάσεις στο εξωτερικό. Από τότε ζει χωρίς ιδιαίτερες μετακινήσεις και εξακολουθεί να γράφει. Τιμήθηκε με το πρώτο κρατικό βραβείο μυθιστορήματος (1958 για το έργο του Τ’ αδέλφια μου οι άνθρωποι και το 1974 για τους Σημαδεμένους), το δεύτερο κρατικό βραβείο μυθιστορήματος (1956 για το Δεν υπάρχουν αμαρτωλοί), το χρυσό μετάλλιο σε δυό ευρωπαϊκούς διαγωνισμούς θαλασσινού πεζογραφήματος (1988 για τους Κολασμένους της θάλασσας και 1989 για τους Κοντραμπατζήδες του Αιγαίου), το Χρυσό Μετάλλιο του Δήμου Καλύμνου (1982) και το Βραβείο της Ακαδημίας Κλασσικής Ποίησης της Γαλλίας (1983). Ο Γιάννης Μαγκλής είναι ένας από τους πολυγραφότερους και πιο δημοφιλείς έλληνες συγγραφείς της μεταπολεμικής περιόδου. Το έργο του εντάσσεται στην παράδοση της ελληνικής ρεαλιστικής ηθογραφίας, ενώ επιρροές δέχτηκε επίσης από το έργο και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του Νίκου Καζαντζάκη. Τη γραφή του χαρακτηρίζουν το απλό ύφος, η αμεσότητα στην έκφραση των συναισθημάτων, η αξιοσημείωτη αφηγηματική δεινότητα και η διαρκής φροντίδα για τη δημιουργία ηρώων που αποτελούν ολοκληρωμένες προσωπικότητες, καθώς επίσης ο έμμεσος διδακτισμός και το αγωνιστικό πνεύμα.
1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Γιάννη Μαγκλή βλ. Γιαλουράκης Μανώλης, «Μαγκλής Γιάννης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Ζήρας Αλεξ., «Μαγκλής Γιάννης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Γκότοβος Θανάσης Ν., «Μαγκλής Γιάννης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Ε΄, σ.280-297. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία


• Αλεξίου Έλλη, Κριτική για το Τ’ αδέρφια μου οι άνθρωποι, Δημοκρατική Αλλαγή, 26/7/1965.
• Αναπλιώτης Γ., Κριτική για το Κοντραμπατζήδες του Αιγαίου, Σημαία (Καλαμάτα), 16/12/1962.
• Βαρίκας Βάσος, «Νέα πεζογραφήματα. Γιάννη Μαγκλή: Το ανθρώπινο πάθος (διηγήματα) – Θάλειας Καλλιγιάνη: Η Καπετάνισσα της Ρίζας», Συγγραφείς και κείμεναΑ΄ · 1961-1965, σ.43-44. Αθήνα, Ερμής, 1975 (πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα Το Βήμα, 23/7/1961).
• Γιαλουράκης Μαν., Κριτική για το Τ’ αδέρφια μου οι άνθρωποι, Ταχυδρόμος (Αλεξάνδρεια), 24/5/1959.
• Γιαλουράκης Μαν., Κριτική για το Τα παιδιά του ήλιου και της θάλασσας, Ταχυδρόμος (Αλεξάνδρεια), 15/3/1964.
• Γιαλουράκης Μανώλης, «Μαγκλής Γιάννης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
• Γκότοβος Θανάσης Ν., «Μαγκλής Γιάννης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Ε΄, σ.280-297. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.
• Ζήρας Αλεξ., «Μαγκλής Γιάννης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986.
• Καζαντζάκης Νίκος, Κριτική για το Οι κολασμένοι της θάλασσας, Νεοελληνικά Γράμματα, 1/10/1940.
• Καραντώνης Αντρέας, «Γιάννης Μαγκλής», Πεζογράφοι και πεζογραφήματα της γενιάς του ’30, σ.327-338. Αθήνα, Παπαδήμας, 1977.
• Κούρτοβικ Δημοσθένης, «Γιάννης Μαγκλής», Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς· Ένας κριτικός οδηγός, σ.138-139. Αθήνα, Πατάκης, 1995.
• Ραυτόπουλος Δημήτρης, «Γιάννη Μαγκλή: Τ’ αδέρφια μου οι άνθρωποι», Επιθεώρηση ΤέχνηςΙΑ΄, ετ.ΣΤ΄, 3-4/1960, αρ.63-64, σ.243-245.
• Σαχίνης Απόστολος, Πεζογράφοι του καιρού μας, σ.197-202. Αθήνα, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1967.
• Σταμέλος Δ., Κριτική για το Κριματισμένοι και ακριμάτιστοι, Ελευθεροτυπία, 21/12/1978.
• Χατζίνης Γιάννης, Προτιμήσεις - Ελληνικά κείμενα, σ.137-145. Αθήνα, Φέξης, 1963.
• Χατζίνης Γιάννης, «Γιάννη Μαγκλή: Ο αγέρας χτύπαγε την πόρτα μας», Νέα Εστία80, ετ.Μ’, 1η/7/1966, αρ.936, σ.978-979.
• Χιονίδης Χάρρυ, Γιάννης Μαγκλής· Μεταφράστρια στα ελληνικά Ιφιάνασα Χατζηδημητρίου. Twayne Publishers – Δωρικός, χ.χ.
• χ.σ., Κριτική για τους Κολασμένους της θάλασσας, Η Αθηναϊκή, 4/2/1976.
Αφιερώματα περιοδικών
• Τομές52, ετ.Ε΄, 9/1979.
Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Πεζογραφία
• Οι κολασμένοι της θάλασσας · Διηγήματα. Αθήνα, Ζαχαράκης, 1940.
• Οι βάρβαροι. Αθήνα, 1944.
• Πορεία στο βούρκο. Αθήνα, 1948.
• Κοντραμπατζήδες του Αιγαίου · Μυθιστόρημα. Αθήνα, Βιβλιοδετική, 1953.
• Δεν υπάρχουν αμαρτωλοί. Αθήνα, 1956.
• Τ’ αδέρφια μου οι άνθρωποι. Αθήνα, Δίφρος,1953.
• Το ανθρώπινο πάθος. Αθήνα, 1961.
• Ο ήλιος δε βασίλεψε ακόμα. Αθήνα, Φέξης, 1962.
• Τα παιδιά του ήλιου και της θάλασσας. Αθήνα, Δωρικός, 1963.
• Ο αγέρας χτύπαγε την πόρτα μας· Διηγήματα. Αθήνα, Alvin Redman Hellas, 1966.
• Ο άρχοντας. Αθήνα, Δωρικός, 1971.
• Ο κύριος κόμης. Αθήνα, 1974.
• Οι σημαδεμένοι. Αθήνα, Κολλάρος, 1973.
• Ερωτικά. Αθήνα, Κολλάρος, 1973.
• Ματωμένη πορεία. Αθήνα, 1976.
• Κριματισμένοι και ακριμάτιστοι. Αθήνα, 1978.
• Στην κολόνα της Αφροδίτης. Αθήνα, Δωρικός, 1978.
• Τα παιδιά του άρχοντα · Μυθιστόρημα. Αθήνα, Δωρικός, 1979.
• Σταυραδέρφια· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Δωρικός, 1981.
• Το στοίχημα· Νουβέλες. Αθήνα, Δωρικός, 1982.
• Το τραγούδι της ζωής και του θανάτου· Νουβέλες. Αθήνα, Δωρικός, 1983.
• Η ανάσα της γης μου. Αθήνα, Δωρικός, 1986.
• Ταξιδιώτες της ζωής. Αθήνα, 1989.
ΙΙ.Θέατρο.
• Σαμουήλ. Αθήνα, 1948.
• ΘεατρικάΑ΄. Αθήνα, 1976.
• ΘεατρικάΒ΄. Αθήνα, 1986.
ΙΙΙ.Μεταφράσεις
• Καζαντζάκη Νίκου, Τόντα Ράμπα. Αθήνα, Δίφρος, 1956.
• Ζαν Πωλ Σαρτρ, Τα γρανάζια.
• Παναΐτ Ιστράτι, Ο μπαρμπα Αγγελής, Κυρα-Κυραλίνα, Κωνσταντής.
• Ιβάν Τουργκένιεφ, Πρώτη αγάπη· Αντσάρ. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1979.




Δημήτρης Περδικίδης, Τρίπτυχο








Κ .Π. ΚΑΒΑΦΗΣ  Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου]
Θερμοπύλες Θερμοπύλες (ανάγνωση) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]
         Ο Καβάφης έγραψε το 1903 το ποίημα «Θερμοπύλες», το 
ύφος και το περιεχόμενο του οποίου θυμίζει αρχαίο επίγραμμα. Το
 ποίημα αναφέρεται ρητά στη μάχη των Θερμοπυλών, αλλά δίνει 
και άλλες συμβολικές προεκτάσεις στη θυσία των Σπαρτιατών.
 Παράλληλα με τη συναίσθηση του χρέους προς την πατρίδα ο 
ποιητής εξαίρει την προσωπική στάση των πολεμιστών και τονίζει 
τη σημασία της οφειλόμενης τιμής σε αυτούς που, παρά τις δυσκο
λίες, αγωνίζονται για να διαφυλάξουν τις αξίες και την ελευθερία
 τους.
Tιμή σ' εκείνους όπου στη ζωή των
όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες·
δίκαιοι κι ίσοι σ' όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κι ευσπλαχνία·
γενναίοι* οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ' εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.
Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κι οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.
Κ.Π. Καβάφης, Ποιήματα,
τόμ. 1, Ίκαρος
img
Κ.Π. Καβάφης, «Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες»  Ανδρέας Κάλβος, «Εις τον ιερόν λόχον» (απόσπασμα)  Διονύσιος Σολωμός, «Ύμνος εις την Ελευθερίαν»

* γενναίοι: γενναιόδωροι
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνι
κής
 Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΓΑΣΙΕΣ
1Βρείτε τις μετοχές του ποιήματος και εξηγήστε το συ
ντακτικό και σημασιολογικό τους ρόλο.
2Πώς ορίζει ο Καβάφης το ήθος των ανθρώπων που ε
ξαίρει στο ποίημά του;
3Με ποιον τρόπο και για ποιο λόγο ο Νεοέλληνας ποιη
τής αποδίδει τιμή στους αρχαίους υπερασπιστές των
Θερμοπυλών;
4Τι συμβολίζουν οι Θερμοπύλες, οι Μήδοι και ο Εφιάλ
της;
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟ
ΤΗΤΑ
♦ Αναφερθείτε σε ένα άλλο περιστατικό της ελληνικής
ή της παγκόσμιας ιστορίας και εξηγήστε τους λόγους
 για τους οποίους αξίζει να τιμηθούν οι άνθρωποι που
 έλαβαν μέρος σε αυτό.
 Η οριστική απομάκρυνση της περσικής επίθεσης [Αρχαία Ιστορία Α' Γυμνασίου]  Ηρόδοτος, Η μάχη των Θερμοπυλών [Ηροδότου Ιστορίες, Αρχαία Ελληνικά Α' Γυμνασίου]  Ελληνικός Πολιτισμός - Χάρτες [πηγή: Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο]  Σπάρτη - Θερμοπύλες (βίντεο)[πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση] 



Δημήτρης Περδικίδης, Τρίπτυχο







ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 
ΠΗΓΗ :http://fliphtml5.com/xpqa/fnng/basic

 Απαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου (σελ. 193)
 1. Βρείτε τις μετοχές του ποιήματος και εξηγήστε το συντακτικό και σημασιολογικό τους ρό
λο.
  Οι μετοχές που χρησιμοποιούνται από τον ποιητή («μη κινούντες», «συντρέχοντες», «ομιλού
ντες», «τους ψευδομένους») βρίσκονται όλες σε ενεστώτα χρόνο για να δηλώσουν ενέργειες
που γίνονται εξακολουθητικά. Οι κάτοχοι των ιδιοτήτων που ορίζονται από τις μετοχές, λοιπόν, εί
ναι σταθεροί στις εκδηλώσεις του ήθους που τους διακρίνει. Έτσι, οι ‘Σπαρτιάτες’ όλων των
εποχών δε γυρίζουν την πλάτη στο χρέος τους από φόβο μήπως κακοπάθουν («μη κινούντες»),
 αλλά μένουν πιστοί στα ιδανικά τους και θυσιάζονται γι’ αυτά. Είναι γενναιόδωροι, όταν έ
χουν την οικονομική δυνατότητα, και συνδράμουν όποιον έχει ανάγκη ακόμη και από το υστέρη
μά τους («συντρέχοντες»). Ασπάζονται, ομολογούν και υπηρετούν πάντα την αλήθεια
(«ομιλούντες») δείχνοντας μεγαλοψυχία απέναντι σε εκείνους που παραποιούν την πραγματικότη
τα προς δικό τους όφελος («τους ψευδομένους»). 
  Όλες οι μετοχές, εκτός από «τους ψευδομένους», είναι επιρρηματικές και δηλώνουν τον τρό
πο με το οποίο εκφράζουν τα τιμώμενα πρόσωπα του ποιήματος, οι διαχρονικοί και αιώνιοι
ήρωες, το άμεμπτο ήθος τους και το ψυχικό μεγαλείο που τους χαρακτηρίζει· ήθος και μεγαλεί
ο που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την ανηθικότητα κάποιων ατόμων που βρίσκονται στο δρό
μο τους και προσπαθούν να τους εμποδίσουν, ανθρώ-πων που η μόνιμη επιλογή τους –κάτι
που φανερώνει και η επιθετική μετοχή «τους ψευδομένους»– είναι η επίτευξη της προσωπικής
τους ευημερίας με κάθε δυνατό μέσο. 

2. Πώς ορίζει ο Καβάφης το ήθος των ανθρώπων που εξαίρει στο ποίημά του
  Οι μαχητές του ποιήματος παρουσιάζονται από το δημιουργό του να διακατέχονται από πί
στη και αφοσίωση σε υψηλές ηθικές αξίες και ανυπέρβλητα ιδανικά, όπως στο καθήκον, στη
δικαιοσύνη, στην ισότητα, στη μεγαλοδωρία, στην τιμιότητα, στην ειλικρίνεια και στη γενναιοψυ
χία («από το χρέος μη κινούντες», «δίκαιοι κι ίσοι σ’ όλες των τες πράξεις», «γενναίοι οσάκις
είναι πλούσιοι», «πάλ’ εις μικρόν γενναίοι, πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε», «την αλήθεια ομι
λούντες, πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους»).
   Δεν παραλείπει, όμως, να αναφερθεί και στην ευάλωτη και ευαίσθητη ανθρώπινη πλευρά τους·
 εκείνη που θλίβεται και συντρέχει τον πόνο των άλλων, που πάσχει οικονομικά, που διαισθάνεται
τον κίδυνο της μάχης και τη βέβαιη φυσική τους απώλεια, τη θυσία τους στο βωμό της γενναιό
τητας και του καθήκοντος, ( «... με λύπη κιόλας κι ευσπλαχνία», «... όταν προβλέπουν ... πως ο
 Εφιάλτης θα φανεί ... κι οι Μήδοι ... θα διαβούνε»). Γι’ αυτό ακριβώς, επειδή έχουν πλήρη επ
ίγνωση της θυσίας τους, ο ποιητής συνθέτει αυτό το αρχαιοπρεπές επίγραμμα, για να υπερτονίσει
 τη δόξα και την τιμή που τους αρμόζει διαχρονικά.


3. Με ποιον τρόπο και για ποιο λόγο ο Νεοέλληνας ποιητής αποδίδει τιμή στους αρχαίους
 υπερασπιστές των Θερμοπυλών; 
  Ο ποιητής αισθάνεται υπέρτατο θαυμασμό και δέος, θα έλεγε κανείς, απέναντι στους ανθρώ
πους που είχαν υψηλή συναίσθηση του ηθικού τους χρέους, αφού επέλεξαν να υπηρετήσουν
 την αρετή σε όλες της τις εκφάνσεις. Το γεγονός επίσης ότι δεν προβάλλονται ως θεϊκές προσωπ
ικότητες, απρόσβλητες από ανθρώπινα συναισθήματα (όπως αυτό του φόβου και της αγωνίας,
της θλίψης και της ευσπλαχνίας) τους κάνει περισσότερο άξιους για αιώνια τιμή, γιατί αυτόβουλα
 επιλέγουν να (αυτο)θυσιαστούν για την ευημερία των υπολοίπων συνανθρώπων τους, για
 το κοινό καλό της πατρίδας και για να λάμψει η ελευθερία και η δικαιοσύνη, που πάντα στήριζαν
 με το λιτό και ορθό τρόπο ζωής τους. Με αυτή την παρουσίαση των ηρώων, ο ποιητής απο
σκοπεί στην προβολή του ήθους τους ως αιώνιο παράδειγμα προς μίμηση από κάθε άνθρωπο
γιατί καθένας οφείλει να ασπάζεται την αρετή και να τη διαφυλλάττει με κάθε αγώνα και παρά τα
όποια φυσικά ή πρόσθετα εμπόδια. 

4. Τι συμβολίζουν οι Θερμοπύλες, οι Μήδοι και ο Εφιάλτης; 

  Οι Θερμοπύλες, μέσω του συμβολικού παραλληλισμού που κάνει ο ποιητής, ταυτίζονται με τη
 θυσία των ενάρετων για τη διαφύλαξη των υψηλών ιδανικών της ελευθερίας, της δικαιοσύνης
και της φιλοπατρίας. Οι Μήδοι αντικατοπτρίζουν τους εξωτερικούς παράγοντες που θέτουν σε με
γάλο κίνδυνο τις ηθικές αξίες ενός ανθρώπου ή ενός κράτους και ο Εφιάλτης τους πειρα
σμούς που προκύπτουν από την ιδιοτέλεια που χαρακτηρίζει κάποιους ανθρώπους, ώστε να
 τυφλώνονται και να ακολουθούν τα μονοπάτια του προσωπικού συμφέροντος αδιαφορώντας
 για
 το κοινό καλό.


ΣΧΟΛΙΑ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ  Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ
ΕΝΟΤΗΤΕΣ:
1η, στ.1-10: Απόδοση τιμής σε αυτούς που υπερασπίζοντυαι τα ιδανικά τους όπως οι ήρωες των Θερμοπυλών.
2η, στ. 11-14: Απόδοση περισσότερης τιμής σε αυτούς που συνεχίζουν να υπερασπίζονται τα ιδανικά τους ακόμη
 κι όταν ξέρουν πως θα προδοθούν και θα ηττηθούν.
ΘΕΜΑ: η απόδοση τιμής στους ανθρώπους  που μένουν πιστοί στις αξίες και στα ιδανικά τους και κρατούν ανυ
ποχώρητη στάση  ακόμη κι όταν προβλέπουν την ήττα.
ΕΙΔΟΣ  ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ: επίγραμμα
ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ: συμβολικός
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ: Το ποίημα ανήκει στην κατηγορία των φιλοσοφικών -διδακτικών ποιημάτων  με εγκω
μιαστικό περιεχόμενο. Η αφορμή του είναι, βέβαια, ένα ιστορικό γεγονός, η μάχη των Θερμοπυλών.
ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ: ασυμβίβαστη πίστη στο χρέος και στον ηθικό κώδικα που θέτει ο άνθρωπος στη ζωή του.
ΒΑΣΙΚΗ ΑΝΑΛΟΓΙΑ: Δύο διαφορετικές σε τόπο και χρόνο καταστάσεις (οι ήρωες των Θερμοπυλών –οι ήρωες της
 καθημερινής ζωής). Συγκεκριμένα:
Στους δύο πρώτους στίχους παραλληλίζονται οι Σπαρτιάτες υπερασπιστές Θερμοπυλών με  εκείνους που στη ζωή
 τους  όρισαν  και φυλάγουν Θερμοπύλες. Έτσι παραλληλίζονται οι  ηθικές αξίες του ιστορικού παραδείγματος με 
τις ηθικές αξίες   της σύγχρονης εποχής .
Στους στίχους  3-10 υπερισχύει ο β΄ όρος της αναλογίας (άτομα σύγχρονης εποχής).
Στους στ 11-14 οι όροι της αναλογίας συγχωνεύονται, ο Εφιάλτης και οι Μήδοι  είναι διαχρονικοί.
ΠΟΙΗΤΗΣ-ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Ο ποιητής δίνει το λόγο σε ομιλητή που εκφέρει μονόλογο σε τρίτο πρόσωπο. Ο ομιλητής
 μιλάει με προοπτική του σήμερα, δηλ. οι Θερμοπύλες αποτελούν διαχρονικό σύμβολο.
 ΤΟ ΧΡΕΟΣ:  οι ηθικές αξίες, όπως δικαιοσύνη, ευσπλαχνία, γενναιότητα, φιλαλήθεια τις οποίες εκείνοι έχουν τάξει
 ως καθήκον να υπερασπίζονται. Άρα οι Θερμοπύλες  επεκτείνονται στη σφαίρα της καθημερινής ζωής και πρά
ξης.
ΔΡΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ:
Όρισαν: αποφάσισαν συνειδητά και εφάρμοσαν στη ζωή τους ηθικές αρχές μένοντας πιστοί στην απόφαση και
 στο χρέος.
Οι ηθικές αξίες που υπερασπίζονται : κατανόηση, δικαιοσύνη με συμπόνια για τον παραβάτη, γενναιότητα ως γεν
ναιοδωρία και μεγαλοψυχία, αγάπη της  αλήθειας με συγχώρεση  προς τον ανειλικρινή, χωρίς πνεύμα αμείλικτο, 
με μετριοπάθεια και ανθρωπισμό.
Μεγαλύτερη τιμή σε όσους προβλέπουν την ήττα, έχουν  δηλαδή την  αρετή της σοφίας  κι όμως επιμένουν να υ
περασπίζονται  τα ιδανικά τους, παρά την επερχόμενη κατάρρευση  των ηθικών αρχών
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ:
α) Θερμοπύλες: ανυποχώρητος αγώνας και αυτοθυσία για υπεράσπιση ιδανικών.
β) Εφιάλτης:  προδοσία  από εσωτερικές αδυναμίες ή εξωτερικές δυνάμεις.
γ) Μήδοι: νίκη δυνάμεων που αντιπαλεύουν  το χρέος των υπερασπιστών, τελική επικράτηση βαρβαρότητας.
ΓΛΩΣΣΑ:
 Μεικτή , δηλαδή  δημοτική και λόγια και ιδιωματισμοί της  Πόλης ( όλες των τες πράξεις).
Ο λόγος είναι εξαιρετικά λιτός , με ελάχιστα επίθετα (όσα υπάρχουν έχουν πάντα ιδιαίτερη σημασία, δεν είναι ποτέ
 συμβατικά, κοσμητικά επίθετα).
Xρησιμοποιούνται πολλές μετοχές.
Η γλώσσα, είναι σχεδόν πεζολογική, μακριά από τις ποιητικές συμβάσεις της εποχής.
ΣΤΙΧΟΥΡΓΙΚΗ: ιαμβικός ρυθμός,  αλλά τόσο επεξεργασμένος που συχνά είναι δύσκολο να διακριθεί. Σχεδόν ολο
κληρωτική απουσία ομοιοκαταληξίας.
ΣΤΙΞΗ: Δίνεται ιδιαίτερη σημασία στα σημεία στίξης. Παίζουν ρόλο για το νόημα (π.χ. ειρωνεία) ή λειτουργούν ως
 οδηγίες απαγγελίας (π.χ. χαμήλωμα του τόνου της φωνής στις παρενθέσεις).
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ: μεταφορές,  επαναλήψεις
 ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ
 ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ: Στην αρχή σήμαινε καθετί που ήταν χαραγμένο, σαν μια επιγραφή. Ύστερα η λέξη πήρε τη σημα
σία ορισμένου ποιητικού είδους. Αποτελεί σύντομο ποίημα που ξεχωρίζει για την απλότητα, την εξυπνάδα ή το 
στοχασμό που περιέχει. Τα επιγράμματα ήταν αναθηματικά και επιτύμβια, γραμμένα σ’ ελεγειακό, συνήθως, μέτρο 
και με την πιο μεγάλη συντομία εξέφραζαν την αιτία της ανάθεσης ή την ιστορία του νεκρού. Το χάραζαν πάνω σε
 τάφους, σε ναούς, σε αναθηματικές στήλες κ.α.
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ: εικόνες που συμβολίζουν ψυχικές καταστάσεις


ΠΗΓΗ : http://latistor.blogspot.com/2010/11/blog-post_01.html#ixzz57kuIUYtR


Ο Καβάφης αξιοποιώντας το ιστορικό γεγονός της μάχης των Θερμοπυλών, (της μά
χης ανάμεσα στους Έλληνες και τον πολυάριθμο στρατό του Ξέρξη Α΄, τον Αύγουστο
 του 480 π.Χ., κατά την οποία οι Σπαρτιάτες έδειξαν υπέρτατη γενναιότητα με τη θυ
σία τους), συνθέτει ένα ποίημα για να επαινέσει όσους θέτουν στη ζωή τους
«Θερμοπύλες», όσους θέτουν δηλαδή κάποιον σημαντικό για εκείνους σκοπό και
τον υπερασπίζονται μέχρι τέλους.

Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.

Ο ποιητής θεωρεί πως θα πρέπει να τιμούμε τους ανθρώπους που έχουν καθορίσει
στη ζωή τους κάποιες σημαντικές αρχές, κάποιους πολύτιμους σκοπούς και
φροντίζουν να τους υπερασπιστούν με κάθε τρόπο. Ο Καβάφης, βέβαια, δεν κα
θορίζει τι ακριβώς συμβολίζουν οι Θερμοπύλες των ηρώων της καθημερινότητας,
αφήνοντας έτσι στον αναγνώστη την ελευθερία να ορίσει ο ίδιος ποιος σκοπός
μπορεί να είναι τόσο ιερός και σημαντικός, ώστε να ληφθεί ως Θερμοπύλες που α
ξίζει να φυλαχτούν. Μπορούμε, πάντως, να δούμε σ’ αυτό το συμβολισμού τους αν
θρώ
πους εκείνους που ζουν με ηθικές αρχές και δεν αφήνοντα στα κελεύσματα
 της ευκολίας και της ανηθικότητας. Άνθρωποι που παρά τις ανάγκες τους παρα
μένουν ηθικοί και προτιμούν να στερηθούν βασικά αγαθά ή και πολυτέλειες,
παρά να διαπράξουν κάποιο αδίκημα. Άνθρωποι που σ’ έναν κόσμο ολοένα
και πιο ευεπηρέαστο απέναντι στην ευκολία που υπόσχεται η διαφθορά, παραμέ
νουν αμετακίνητοι στις αρχές τους και ακολουθούν το δυσκολότερο, αλλά
ηθικότερο δρόμο της τιμιότητας.
Οι Θερμοπύλες, πάντως, παραμένουν ένα σύμβολο ανοιχτό σε ερμηνείες και μπο
ρούν να εκπροσωπούν οτιδήποτε αξίζει για κάθε άνθρωπο να αγωνιστεί για την υ
περάσπισή του.

Ποτέ από το χρέος μη κινούντες•
δίκαιοι κ’ ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία•

Οι άνθρωποι που φυλάνε τις Θερμοπύλες που οι ίδιοι έχουν ορίσει για τον εαυτό
τους, είναι κατά τον ποιητή, αμετακίνητοι από την αρχική τους απόφαση και δεν πα
ρεκκλίνουν ποτέ από το σκοπό τους. Είναι, παράλληλα, ακριβοδίκαιοι στις πράξεις τ
ους, χωρίς όμως να αφήνουν την αυστηρότητα των αρχών τους να επηρεάζει τη
βασική αρετή των ηθικών ανθρώπων, δηλαδή την ευσπλαχνία και τη συμπό
νια για τους άλλους ανθρώπους. Ο ποιητής εδώ κάνει μια βασική διάκριση, κα
θώς πέρα από τους φιλεύσπλαχνους και αφοσιωμένους υπερασπιστές των «Θερμο
πυλών», υπάρχουν και εκείνοι που υπερασπίζονται τους σκοπούς και τις αρχές
τους με φανατισμό και μνησικακία για τους άλλους ανθρώπους. Ο Καβά
φης επομένως θεωρεί αξιέπαινους μόνο εκείνους που δεν γίνονται απάνθρωποι
 στο όνομα των αρχών και των πεποιθήσεών τους.
Η διάκριση αυτή του ποιητή είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς ο ποιητής δεν έχει
 καμία πρόθεση να επαινέσει εκείνους που τυφλώνονται από το πάθος τους για
οτιδήποτε θεωρούν σημαντικό και χάνουν την ανθρωπιά τους, στην προσπάθειά
τους
 να υπερασπιστούν τις απόψεις τους. Ο ποιητής εγκρίνει, θαυμάζει κι επαινεί εκεί
νους που παλεύουν για τα πιστεύω τους με αγάπη για το συνάνθρωπο και όχι με μί
σος.

γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε•

Ο ποιητής θεωρεί πως για τους πλούσιους ανθρώπους, για εκείνους δηλαδή που δεν
 έχουν να ανησυχούν για το πώς θα καλύψουν τις καθημερινές τους ανάγκες, είναι
 σα
φώς ευκολότερο να παλεύουν για κάποιο σκοπό. Αντίθετα, για τους φτωχούς αν
θρώπους που υπάρχει πάντοτε η ανησυχία για την καθημερινή τους διαβίωση εί
ναι δυσκολότερο να ξεφύγουν από τις επιτακτικές ανάγκες της πραγματικότητας
και να αφοσιωθούν στην προάσπιση ενός πολύτιμου μεν, αλλά μη πρακτικού σκο
πού. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και οι φτωχοί άνθρωποι, προσπαθούν στο μέτρο που
μπορούν να σταθούν προασπιστές των αρχών τους.
Οι στίχοι αυτοί του Καβάφη μας παραπέμπουν στον Επιτάφιο του Περικλή,
 όπου ο ηγέτης της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, θέλοντας να τιμήσει τους νεκρούς του
πολέμου, τονίζει πως τόσο οι πλούσιοι όσο και οι φτωχοί πολίτες της Αθήνας, έδει
ξαν γενναιότητα και θυσίασαν τη ζωή τους.

πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.

Οι άνθρωποι αυτοί που θέλει να τιμήσει ο ποιητής, παρά το γεγονός ότι είναι
αφοσιωμένοι στην υπεράσπιση των αρχών τους και παραμένουν πάντοτε ειλικρι
νείς, δεν μισούν, δεν μνησικακούν απέναντι στους ανθρώπους που καταφεύγουν σ
το ψέμα. Οι ηρωικοί άνθρωποι που επαινεί ο ποιητής έχουν τη δυνατότητα να
κατανοήσουν πως ο αγώνας που οι ίδιοι δίνουν είναι δύσκολος και δεν είναι
εφικτός για όλους. Κατανοούν, δηλαδή, πως πολλοί άνθρωποι γύρω τους δεν έχουν
την ηθική και ψυχική δύναμη να δώσουν ένα ανάλογο αγώνα, γι’ αυτό και αποδέ
χονται εκείνους που κάνουν λάθη, ψεύδονται και αμαρτάνουν.
Το ηθικό μεγαλείο ενός ανθρώπου, άλλωστε, γίνεται εμφανές όχι μόνο από το πόσο
αυστηρός μπορεί να είναι απέναντι στον εαυτό του, αλλά κι από την κατανόη
ση που δείχνει στις αδυναμίες και τα ελαττώματα των συνανθρώπων του.

Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.

Ο ποιητής δανειζόμενος εκ νέου στοιχεία από τη Μάχη του Μαραθώνα, τονίζει πως
 ακόμη μεγαλύτερη τιμή αξίζει στους ανθρώπους αυτούς όταν ξέρουν πως ο σκο
πός για τον οποίο παλεύουν είναι καταδικασμένος. Όταν γνωρίζουν, δηλαδή, ότι
παρά τις δικές τους προσπάθειες και θυσίες, στο τέλος θα ηττηθούν και θα επικρατή
σει η ανηθικότητα ή οποιαδήποτε άλλη αρνητική έκφανση της ανθρώπινης δράσης.
Όπως συνέβη δηλαδή με τους Σπαρτιάτες που προδόθηκαν από τον Εφιάλτη, έτσι
 και οι γενναίοι αυτοί άνθρωποι που υπερασπίζονται τις δικές τους Θερμοπύλες,
 γνωρίζουν συχνά, το προβλέπουν, πως ο αγώνας τους δεν θα ευτυχήσει, εντο
ύτοις παραμένουν ακλόνητοι στις πεποιθήσεις τους και παλεύουν για ό,τι θεω
ρούν σημαντικό μέχρι τέλους.

ΠΗΓΗ :http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL105/229/1694,
5436/
ΕΝΤΙΤΑ ΜΟΡΡΙΣ
Τα λουλούδια της Χιροσίμα
         Η υπόθεση του μυθιστορήματος Τα λουλούδια της Χιροσίμα εκτυλίσσεται 
15 χρόνια μετά την 6η Αυγούστου 1945, ημέρα της ατομικής έκρηξης στη Χιροσίμα. O Σαμ, ένας νεαρός Αμερικανός, μπαίνει οικότροφος σε ένα σπίτι Γιαπωνέζων. Η νεαρή οικοδέσποινά του Γιούκα προσπαθεί να του κρύψει τα φρικτά της εγκαύματα, το σωματικό και ψυχικό μαρτύριο της οικογένειάς της που υποφέρει από τις συνέπειες της ραδιενέργειας. O Σαμ, μέσα από τη συναναστροφή του με τη Γιούκα, ανακαλύπτει σταδιακά το οικογενειακό τους δράμα, νιώθει αλληλέγγυος με τα θύματα και συμμερίζεται τις αξίες και το στόχο της ζωής της: να συντηρεί τη μνήμη του ολοκαυτώματος και να αγωνίζεται για την ειρήνη, ενάντια στην ανθρώπινη βαρβαρότητα.
Νάτα που γεννήθηκαν και τα μικρά σκιουράκια! Βγάζουν τη μύτη τους από την τρύπα του δέντρου, ακριβώς ίδια με τον ευτυχισμένο πατέρα τους. Η Οχάτσου κι εγώ τους φέραμε ένα σακουλάκι φουντούκια. Τώρα δε θα χρειαστεί να πάνε στον μπακάλη! Θα μπορούν να μένουν ολημέρα καθισμένα στην άκρη του παραθυριού του νοσοκομείου, θυμίζοντας στο Φούμιο και τους συντρόφους του πως υπάρχει ακόμη ευτυχία πάνω στη γη. Δεν είναι παράξενο το ότι οι άνθρωποι και οι σκίουροι έχουν στο βάθος τις ίδιες επιθυμίες, την αγάπη, την υγεία και την ειρήνη; Πώς γίνεται όμως στις μέρες μας τα ουσιαστικά αυτά αγαθά να μπορούν να τα χαίρονται πιο εύκολα οι σκίουροι παρά οι άνθρωποι;
         - Δεν έγινε όμορφος ο σκίουρός μας;, με ρωτάει χωμένος στο κρεβάτι του ο Μαντόκα, το αγόρι που δεν έχει βλέφαρα.
         Και το είπε αυτό με τρεμουλιαστή φωνή. Φαίνεται αδύνατος σαν ένα φύλλο χαρτιού. Είμαι σίγουρη πως οι έξι αυτοί νέοι άνθρωποι, δε ζυγίζουν όλοι μαζί περισσότερο απ' όσο τρεις φυσιολογικοί άντρες. Ωστόσο κάτω από την πίεση των επαναστατημένων αδένων τους, τα σώματα σε ορισμένα σημεία, φουσκώνουν μ' έναν τρόπο τερατώδη. Με δυσκολία τολμώ να κοιτάξω το Φούμιο. Σε μια βδομάδα και λιγότερο, τα χέρια του αδυνάτισαν τρομερά, ενώ το κεφάλι του έγινε διπλάσιο σε όγκο. Με τα πρησμένα και σχισμένα του χείλη, με τα κατεστραμμένα του μάτια, το πρόσωπο του άντρα μου έγινε σαν μια τρομαχτική μάσκα. Όλο του το πρόσωπο μοιάζει σα να φωνάζει: «πονάω», «πονάω»!
         - Κοιμηθήκατε καλύτερα χτες τη νύχτα, Φούμιο;, ρωτάει η Οχάτσου.
         Έχουμε έρθει κι οι δυο κι ο Σαμ-σαν μαζί και στεκόμαστε στα πόδια του κρεβατιού του. Νομίζω πως ο Φούμιο θέλει να μας έχει έτσι κοντά του. Τι παράξενο που γίνεται το βλέμμα του, ακούγοντας την ερώτηση της Οχάτσου! Σα να 'βλεπε μακρύτερα απ' όλους και να 'ξερε περισσότερα. Τι μπορεί να ξέρει λοιπόν; Ακόμη κι αν μπορούσε να μας το πει, ίσως εμείς δε θα μπορούσαμε να το καταλάβουμε. Η θεία Ματσούι έλεγε πως, για να καταλάβεις τι σημαίνει πόνος, πρέπει να τον δοκιμάσεις ο ίδιος.
         Ο  Σαμ-σαν δεν μπορεί να ξεκολλήσει τα μάτια του από τον άντρα μου. Εδώ και μια βδομάδα που έρχεται και βλέπει το Φούμιο στο νοσοκομείο, παρακολουθεί τις καταστρεπτικές εξελίξεις της αρρώστιας. Και κάθε φορά στέκεται ακίνητος μπρος στο κρεβάτι, με τα μάτια καρφωμένα πάνω σ' αυτό το αδιαπέραστο πρόσωπο. Ίσως τον μπερδεύει αυτή η ήρεμη καρτερία του άντρα μου. Με τον ταπεινό του τρόπο ο Φούμιο προσέγγισε μιαν υψηλή ανωτερότητα. Ανυψώθηκε ως την κορυφή εκείνη όπου δεν υπάρχει θέση για μικρότητα και ευτέλεια.
         - Γιούκα, μπορώ να πω μερικές λέξεις στο Φούμιο;, μου ψιθυρίζει ο Σαμ-σαν. Θέλετε;
         Ο Σαμ-σαν πλησιάζει στο κρεβάτι. Το πρόσωπό του δείχνει ένταση. Περνάει το χέρι του νευρικά στα μαλλιά του.
         - Ακούστε, Φούμιο, δεν ξέρω πολύ καλά πώς να σας το πω, θα ήθελα όμως να σας ευχαριστήσω για όλα όσα μού μάθατε. Χάρη σε σας κατάλαβα τι σημαίνει Χιροσίμα και δεν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που να το ξέρουν αυτό. Αυτό όμως που είδα θα το πω. Αυτό είναι το μόνο που μπορώ να κάνω: να το διαλαλήσω ολόγυρά μου.
         Μεταφράζω προσεχτικά. Όταν τελειώνω, ο Φούμιο σηκώνει αργά τα μάτια και ζητάει το βλέμμα του Σαμ-σαν. Οι δυο άντρες κοιτάζουν ο ένας τον άλλο για ένα δευτερόλεπτο. Καημένε μου μικρέ σύζυγε, ποια ξαφνική δύναμη λάμπει στο βλέμμα σου; Να που χαμογελάει, ναι, χαμογελάει. Το πρόσωπο του Σαμ-σαν γίνεται πορφυρό. Για πολλή ώρα συνεχίζουν να κοιτάζονται και τότε μου φαίνεται πως ο κόσμος ολόκληρος μένει ακίνητος και κάνει σιωπή, για ν' αποδώσει φόρο τιμής σ' αυτούς τους δυο άντρες. Περνάει ένα λεπτό της ώρας φορτωμένο αιωνιότητα, σφραγίζοντας το χρόνο με το ανεξίτηλο αποτύπωμά του.
         - Νομίζω, Γιούκα, πως ο Φούμιο κοιμήθηκε, ψιθυρίζει η Οχάτσου στ' αυτί μου.
         Χαιρετάμε τους άλλους συντρόφους του Φούμιο κι αφήνουμε σιωπηλοί το δωμάτιο, βγαίνοντας έξω στις μύτες των ποδιών. Πέφτουμε όμως πάνω στο γιατρό Ντομότο που έρχεται κατά πάνω μας με πολύ γρήγορα βήματα. Τον συνοδεύει ένας ψηλός δυτικός με μαλλιά τρελού και μαύρη γενειάδα.
         - Α, πολύ άσχημα, φωνάζει διακρίνοντας τον Σαμ-σαν. Μήπως μιλάτε γαλλικά;
         - Όχι, ο Σαμ-σαν δεν ξέρει γαλλικά. Κουνάει αρνητικά το κεφάλι με ύφος αφηρημένο. Οι σκέψεις του είναι ακόμη κοντά στο Φούμιο.
         - Α, πολύ άσχημα. Εσείς όλοι ερχόμαστε πιει το τσάι στο γραφείο μου, λέει ο γιατρός Ντομότο με τα φριχτά αγγλικά του.
         Προπορεύεται και μπαίνουμε στο γραφείο του, ο Γάλλος με τη θαμνώδη γενειάδα, ο Σαμ-σαν, η Οχάτσου κι εγώ.
         - Ο γιατρός Μπονάρ είναι μια παγκόσμια αυθεντία στα θέματα της γενετικής και των μεταλλαγών, μου εξηγεί ο γιατρός Ντομότο. Δυστυχώς ξέχασα όλα τα γαλλικά μου σχεδόν. Κι όμως πριν από είκοσι πέντε χρόνια τα είχα καλά μάθει στο Παρίσι. Ο γιατρός Μπονάρ ήρθε στην Ιαπωνία, για να γνωρίσει τους πιο ονομαστούς γιατρούς της χώρας μας, τον καθηγητή Τομάκι, το γιατρό Φουζιμότο, καθώς και το γιατρό Κικόνσι. Θέλετε όλοι τσάι; Ναι; Πολύ καλά.
         Μας σερβίρει το τσάι μια μικρή στραβοπόδα χωρική, που χαμογελάει πίσω απ' το χέρι της βλέποντας τη γενειάδα του Γάλλου. Ο γιατρός Μπονάρ όμως, ούτε το καταλαβαίνει. Είναι βυθισμένος σε στοιχεία και φωτογραφίες, που, απλώνοντάς τα πάνω στο τραπέζι, του παρουσιάζει ο γιατρός Ντομότο. Κοιτάζοντας με τρόπο πάνω από τον ώμο του, διακρίνω μια παράξενη φωτογραφία: ένα ψάρι. Τι τρομερό ψάρι που είναι όμως!
         - Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον πείραμα του καθηγητή Τομάκι, μας εξηγεί ο γιατρός Ντομότο. Ένα ψάρι τέρας με δυο κεφάλια και τέσσερα μάτια.
         Μου ζήτησε να εξηγήσω ότι αυτό το ψάρι, εκτεθειμένο στο εργαστήριο κάτω από αχτίνες κοβαλτίου, έγινε ραδιενεργό και δεν άργησε να παρουσιάσει σημεία δυσμορφίας.
         - Ναι, ναι, λέει ο γιατρός Ντομότο, μην αφήνοντάς μου χρόνο να το μεταφράσω. Κ' η αλήθεια είναι πως όσο υποβάλλεται σε περισσότερες αχτίνες κοβαλτίου, τόσο η δυσμορφία εμφανίζεται μεγαλύτερη. Ύστερα από μια εβδομάδα το ψάρι βγάζει δυο κεφάλια, τέσσερα μάτια. Το ίδιο πράγμα μπορεί να συμβεί και στα ανθρώπινα βρέφη ή ακόμη και στα βρέφη που θα γεννήσουν τα βρέφη αυτά, αν η μητέρα έχει υποστεί ραδιενεργό επίδραση. Οι μεταλλαγές μπορούν, αφήνοντας ανέπαφη μια γενιά, να εμφανιστούν στην επόμενη. Τα πρόσωπα που έχουν υποστεί ραδιενεργό επίδραση δεν μπορούν να 'ναι σίγουρα ότι τα τρισέγγονά τους δε θα γεννηθούν σαν αυτά τα φοβερά ψάρια.
Η πυρηνική έκρηξη στη Χιροσίμα (6.8.1945)
Η πυρηνική έκρηξη στη Χιροσίμα (6.8.1945)
         Πλησιάζουμε το τραπέζι με καρφωμένα τα μάτια πάνω στο ψάρι του γιατρού Τομάκι. Ο Γάλλος κοιτάζει για πολλή ώρα μέσα από ένα φακό που κρατάει στο χέρι και που τον δίνει έπειτα στην Οχάτσου μ' ένα χαμόγελο (ακόμη κι ο γενάτος αυτός γιατρός φαίνεται να 'χει αγγιχτεί από την ομορφιά της). Η μικρή μου αδερφή όμως κουνάει το κεφάλι αρνητικά και κάνει κατά πίσω ανάστατη. Είναι κάτασπρη. Ρίχνει ένα καινούριο τρομαγμένο βλέμμα στο ψάρι και γυρίζει αμέσως αλλού τα μάτια, σα να γυρεύει διέξοδο. Καταλαβαίνω πως είναι καλύτερα να την αποτραβήξω από το θέαμα αυτό. Αλλάζω ένα γρήγορο βλέμμα με το γιατρό Ντομότο. Κανείς δεν ξέρει καλύτερα απ' αυτόν τα τσακισμένα νεύρα και την έλλειψη ψυχραιμίας και ελέγχου όλων αυτών των θυμάτων της ατομικής βόμβας.
         - Ευχαριστώ για την επίσκεψή σας, Νακαμούρα-σαν, μου λέει γρήγορα, σπρώχνοντάς με προς την πόρτα για να συντομέψει τους χαιρετισμούς. Ελπίζω να σας ξαναδώ σύντομα.
         Βρισκόμαστε και οι δυο στο δρόμο, συνοδευόμενες από τον Σαμ-σαν. Η Οχάτσου, στο φως της μέρας, φαίνεται πιο άσπρη ακόμα, απ' ό,τι στο σκοτεινό δωμάτιο του γιατρού. Σφίγγει τα χέρια πάνω στο στήθος, κάνοντας αυτήν τη συγκινητική κίνηση που είναι μόνο δική της.
         - Πρέπει να βιαστώ, μου λέει. Σε δέκα λεπτά χρειάζεται να 'μαι στη δουλειά μου.
         Η ώρα είναι μόλις μία και δουλειά πιάνει συνήθως στις δύο. Θα ήθελα πολύ να περπατήσει λίγο μαζί μας, αλλ' αυτή δεν ακούει τίποτα. Το σκάζει τρέχοντας. Θεέ μου! Για μια στιγμή με πιάνει πανικός και για ένα δευτερόλεπτο δοκιμάζω να τρέξω πίσω της. Σε τέτοιες ώρες κατάπτωσης, κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι έχει στο κεφάλι της η Οχάτσου.
         - Γιούκα, πάψτε ν' ανησυχείτε για την Οχάτσου. Έτσι κι αλλιώς έχετε αρκετές φροντίδες, λέει ο Σαμ-σαν, σφίγγοντάς μου φιλικά το χέρι. Αυτό το παιδί είναι ερωτευμένο, αυτό είν' όλο.
         Προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως έχει δίκιο, ξέρω όμως πως στο βάθος οι φόβοι μου είναι δικαιολογημένοι. Η Οχάτσου δεν μπορεί να 'ναι ευτυχισμένη ύστερα απ' αυτό που έμαθε. Ωστόσο δε θέλω να το συζητήσω με τον Αμερικάνο.
         Κατεβαίνουμε αργά προς την όχθη κι ακολουθούμε την καινούρια γέφυρα. Ακριβώς κάτω από μας, στην όχθη, ένας ανθρωπάκος ψαρεύει. Ρίχνει το δίχτυ του αδιάκοπα στο νερό, το τραβάει έξω, το ξαναρίχνει πάλι.
         Κάθε φορά το νερό τινάζεται και ξαναπέφτει σε λεπτές σταγονίτσες και οι ομόκεντροι κύκλοι πλαταίνουν γύρω από το δίχτυ του. Κοντά στην όχθη διακρίνω ένα μπουκέτο λουλούδια που μένει σκαλωμένο ανάμεσα σε δυό πέτρες. Ελπίζω πως ο Σαμ-σαν δε θα το διακρίνει και δοκιμάζω να βιάσω το βήμα μου.
         - Κοιτάξτε, λέει, βλέπω ένα μπουκέτο λουλούδια όπως και την άλλη φορά. Είναι απίστευτο, αλλά θα 'λεγε κανείς πως το 'βαλαν εκεί επίτηδες.
         Αγαπημένη μαμά, θα χρειαστεί να του το εξηγήσω. Ανατριχιάζω στη σκέψη πως θ' αναφέρω το πολυαγαπημένο σου όνομα μπροστά σ' έναν ξένο, το ξέρεις, όμως ο Σαμ-σαν έγινε τώρα δικός μας. Έχει το δικαίωμα να ξέρει. Χάρη σ' αυτόν, θα μάθουνε κι άλλοι τι έγινε εδώ. Αγαπημένη μαμά, συγχώρεσέ με αν διηγηθώ σ' αυτό τον Αμερικάνο τις τελευταίες σου ώρες, το τι υπέφερες σ' αυτό το ποτάμι. Συγχώρεσέ με, μαμά.
         - Έχετε δίκιο, Σαμ-σαν. Αυτό το μπουκέτο το ακούμπησε εκεί η Οχάτσου, λέω με χαμηλή φωνή στο Σαμ-σαν, που κοιτάζει πάντα εκεί.
         - Η Οχάτσου;, ρωτάει απορημένος.
         - Ναι, λέω, βάζει εδώ κάθε πρωί ένα καινούριο μπουκέτο, όπως πάει για τη δουλειά της.
         Κι αρχίζω να ιστορώ στο Σαμ-σαν ό,τι θα ήταν αδύνατο να του πω μερικές μέρες πριν. Όλα αυτά τα χρόνια δε μίλησα σε κανέναν, ούτε μια φορά, γι' αυτό το πράγμα. Και τώρα εξηγώ στο Σαμ-σαν, πως, σ' αυτό ακριβώς το μέρος, η μητέρα μας ρίχτηκε, σαν ένας ζωντανός πυρσός, στο ποτάμι, μετά την έκρηξη της βόμβας.
         - Άλλες είκοσι χιλιάδες άνθρωποι ξεκουράζονται στο βάθος αυτού του ποταμιού. Όπως η μαμά, όρμησαν κι αυτοί τυλιγμένοι από τις φλόγες μέσα στα νερά. Οι άνθρωποι έρχονται σήμερα κι αφήνουν λουλούδια στην επιφάνεια του ποταμιού. Είναι ο μόνος τάφος που μπορούν να στολίσουν με λουλούδια.
         Ο Σαμ-σαν μού σφίγγει τα χέρια. Δε λέει λέξη. Το 'ξερα πως δε θα μπορούσε να πει λέξη. Τώρα καταλαβαίνει γιατί, κείνη την πρώτη μέρα που πέρασε απ' το σπίτι, η Οχάτσου τού άρπαξε ξαφνικά απ' τα χέρια το λουλούδι που της πήρε απ' το μπουκέτο της.
         - Σαμ-σαν, θέλω να σας διηγηθώ τις τελευταίες στιγμές της μαμάς. Θέλω να σας τις ιστορίσω γιατί είναι η μοίρα που μέλλεται ίσως σε πολλούς από μας κι ίσως ακόμη και στην ανθρωπότητα ολόκληρη.
         Προσπαθώ να του περιγράψω τη σκηνή αυτή που τη θυμάμαι τόσο καλά: την πόλη της Χιροσίμα στις φλόγες. Του μιλώ γι' αυτή την τρομαγμένη φυγή μέσα από τους δρόμους τη μέρα εκείνη, μαζί με τη θεία Ματσούι και τη μαμά, που είχε στην πλάτη της τη μικρή Οχάτσου, μόλις τριών χρονών τότε. Είμαστε σχεδόν γυμνές, τα ρούχα μας τα είχε αρπάξει ο άνεμος της έκρηξης. Μπάλες φωτιάς αυλάκωναν τον αέρα, τίναζαν φλόγινους πίδακες, που έκαναν ν' ανάβουν όλα όσα άγγιζαν, τα δέντρα, τα σπίτια και τους ανθρώπους που τρέχανε προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι δρόμοι είχαν θερμανθεί, η άσφαλτος έβραζε, πολλοί σκύλοι ψήθηκαν ζωντανοί, γιατί δεν μπόρεσαν να ξεκολλήσουν από κάτω τα πόδια τους. Θυμάμαι τα τρομαχτικά ουρλιαχτά των φτωχών αυτών ζώων. Κ' η μαμά πρέπει να φώναζε κι αυτή πριν πηδήσει, αναμμένη, στο ποτάμι.
         - Γιούκα, σωπάστε. Είναι πάνω από τις δυνάμεις σας.
         Πρέπει να βρω τη δύναμη να μιλήσω. Πρέπει να τα ξέρει όλα, μια και τώρα βρίσκεται εδώ μ' αυτούς που επιζήσανε. Ένα κλαδί δέντρου έπεσε πάνω μου, αφήνοντάς με λιπόθυμη και σώζοντάς με ίσως από το θάνατο. Έτσι, το τέλος της μαμάς το έμαθα από τη διήγηση της θείας μου. Αυτή την ίδια διήγηση επαναλαμβάνω λοιπόν στο Σαμ-σαν.
         - Η θεία Ματσούι λέει πως ποτέ δε θα μπορέσει να ξεχάσει τα ουρλιαχτά φρίκης, ούτε την ανυπόφορη μυρωδιά της σάρκας που καιγόταν. Αυτή περιμάζεψε την Οχάτσου από την όχθη, όπου την πέταξε η μαμά πριν πηδήσει στο νερό. Μέσα στο πλήθος των απελπισμένων, η μαμά έστρεψε για τελευταία φορά το ωραίο της πρόσωπο προς τη μικρή της κόρη. Φώναξε για τελευταία φορά το όνομα της Οχάτσου και βυθίστηκε, βγάζοντας μια κραυγή απελπισίας. Ήταν ακριβώς στο μέρος που βλέπετε αυτά τα λουλούδια, τα λουλούδια της Οχάτσου.
         Δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο. Δεν μπορώ. Ω μαμά, το μαυρισμένο σου πρόσωπο με κοιτάζει πάντα, μες από το γκρίζο νερό. Υπάρχει ένα φωτοστέφανο γύρω στο κεφάλι σου, από τα φλόγινά σου μαλλιά. Ορκίζομαι, μαμά, στο καρβουνιασμένο σου πρόσωπο, και στα λαμπαδιασμένα σου μαλλιά, ορκίζομαι ν' αφιερώσω την υπόλοιπή μου ζωή, να εμποδίσω να επαναληφθούν τέτοιες φρικαλεότητες. Α μαμά, μου χαμογελάς; Αυτό περίμενες από την κόρη σου; Την υπόσχεσή της ότι θ' αφιερωθεί σ' αυτή την προσπάθεια; Αυτό, λοιπόν, έγινε. Σου το υπόσχομαι. Το πρόσωπό σου με την επιθανάτια αγωνία του χάθηκε τώρα μέσα στα κυματάκια του ποταμού και το μόνο που μένει πια, είναι το μπουκέτο της Οχάτσου, τα άνθη της Χιροσίμα. Κοιμάσαι εν ειρήνη, αγαπημένη μαμά; Κοιμάσαι πραγματικά εν ειρήνη;
Ε. Μόρρις, Τα λουλούδια της Χιροσίμα,
μτφρ. Νικηφόρος Βρεττάκος, Θεμέλιο
img
Νικηφόρος Βρεττάκος, «Στον Ρόμπερτ Οπενχάιμερ»
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής  Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής 

ΕΡΓΑΣΙΕΣ
1Ποιες συνέπειες από την τρομαχτική έκρηξη ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα καταγράφονται στο απόσπασμα;
2Πώς αντιμετωπίζει τα ανθρώπινα θύματα ο Αμερικανός Σαμ και ποια στάση διαμορφώνει απέναντι στην κατάσταση που επικρατεί στη Χιροσίμα;
3Τι συμβολίζουν τα λουλούδια της Οχάτσου για τους νεκρούς και για τους επιζώντες της Χιροσίμα;
4Ποιοι αφηγηματικοί τρόποι διακρίνονται στο απόσπασμα; Ποιος χρησιμοποιείται περισσότερο και γιατί;
5Πώς κλείνει η Γιούκα την περιγραφή της φρικιαστικής σκηνής στο τέλος του αποσπάσματος; Ποια συναισθήματα προδίδουν οι απανωτές ερωτηματικές προτάσεις της;
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
♦ Η ιστορία που η Γιούκα εξιστορεί στο Σαμ είναι πραγματική. Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα, με έμφαση στις οδυνηρές, μακροχρόνιες συνέπειές της, και συζητήστε στην τάξη με τον καθηγητή της Χημείας γιατί η πυρηνική ενέργεια έχει τόσο καταστροφικά αποτελέσματα.
60 χρόνια Χιροσίμα [πηγή: Ελληνική Υπηρεσία του BBC]  Βάση δεδομένων με ψηφιακό υλικό (φωτογραφίες, βίντεο, μαρτυρίες) από το βομβαρδισμό της Χιροσίμα [πηγή: Hirosima Peace Memorial Museum]  Εικονική περιήγηση σε κτήριο βομβαρδισμένο από την ατομική βόμβα στη Χιροσίμα [πηγή: Hirosima Peace Memorial Museum]  Πυρηνική ενέργεια. Μια μόνιμη απειλή για τον πλανήτη [πηγή: Περιβαλλοντική Οργάνωση «Greenpeace» Ελλάδας]
   ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ :http://fliphtml5.com/xpqa/esmn/basic
Εντίτα Μόρρις (1902-1988)
Σουηδή μυθιστοριογράφος, σύζυγος του Αμερικανού ειρηνιστή συγγραφέα Ίρα Μόρρις. Το μυθιστόρημά της Τα λουλούδια της Χιροσίμα (1965) αναφέρεται στο δράμα αυτών που επέζησαν ως φορείς των καταστροφικών συνεπειών της ραδιενέργειας. Μεταφράστηκε σε είκοσι γλώσσες και ευαισθητοποίησε χιλιάδες αναγνώστες για τη φρικαλεότητα του ατομικού πολέμου. Αποδόθηκε στα ελληνικά από τον ποιητή Νικηφόρο Βρεττάκο, μεγάλο μέρος της ποίησης του οποίου εκφράζει αντίστοιχο κοινωνικό προβληματισμό για τον ανθρωπισμό και την ειρήνη.


ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΧΙΡΟΣΙΜΑ 
Εντίτα 
Μόρρις
ΠΗΓΗ :
Αφηγητής: ομοδιηγητικός (εσωτερική εστίαση = από την οπτική γωνία της αφηγήτριας - ηρωίδας).
Αφηγηματικές τεχνικές:  περιγραφή, αφήγηση, διάλογος, εσωτερικός μονόλογος
Εκφραστικά μέσα: μεταφορές, προσωποποιήσεις, παρομοιώσεις, εικόνες
Γλώσσα: απλή, καθημερινή
Ύφος: ζωντανό, απλό, συγκινητικό
4 θεματικές ενότητες:
1. Νάτα που γεννήθηκαν και τα μικρά σκιουράκια... ψιθυρίζει η Οχάτσου στο αυτί μου.
2. Χαιρετάμε τους άλλους... να σας ξαναδώ σύντομα…
3. Βρισκόμαστε και οι δυο... με τον Αμερικάνο.
4.  Κατεβαίνουμε αργά προς την όχθη... Κοιμάσαι πραγματικά εν ειρήνη.
Γραμμική αφήγηση με μια αναδρομή στο παρελθόν (για την αφήγηση του θανάτου της μητέρας) και μια πρόληψη, δηλαδή αναφορά στο μέλλον (στο σημείο που απευθύνεται νοερά στη νεκρή μητέρα της).
Θέματα:
1. Η ατομική βόμβα της Χιροσίμα (6 Αυγούστου 1945) και οι καταστροφικές της συνέπειες: Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Αμερική ζητά την παράδοση της Ιαπωνίας άνευ όρων. Οι Ιάπωνες δεν παραδίδονται. Οι Αμερικανοί ρίχνουν την πρώτη ατομική βόμβα ουρανίου (Little Boy) στη Χισροσίμα. Οι Ιάπωνες δεν παραδίδονται. Οι Αμερικανοί ρίχνουν τη δεύτερη ατομική βόμβα πλουτωνίου (Fat Man) στο Ναγκασάκι (9 Αυγούστου 1945). Ολόκληρος ο κόσμος συγκλονίζεται από το μέγεθος της καταστροφής. Οι Ιάπωνες συνθηκολογούν.
 2. Η καταγγελία της φρίκης του πολέμου και των συνεπειών του μέσα από τον πόνο των επιζώντων.
3. Η αγωνιστική διάθεση των επιζώντων για διατήρηση της ιστορικής μνήμης, ώστε να μην επαναληφθούν τέτοια γεγονότα.
4. Η ηθική υποχρέωση κάθε ανθρώπου να προασπίζει την ειρήνη, τη μόνη εγγύηση για να μην επαναληφθεί αυτή η καταστροφή. Απαραίτητη προϋπόθεση γι΄ αυτό είναι η άμεση πληροφόρηση του κόσμου, που ακόμα και μετά από ένα τόσο συγκλονιστικό γεγονός δεν κινητοποιείται αποτελεσματικά. Όλα αυτά δομούνται πάνω στους αντιθετικούς άξονες: πόλεμος ≠ ειρήνη, λήθη ≠ ιστορική μνήμη, άγνοια ≠ γνώση.
Χαρακτήρες:
Σαμ-σαν: Είναι Αμερικανός που επισκέπτεται τη Χιροσίμα δεκαπέντε χρόνια μετά την ατομική επίθεση. Συγκεντρώνει εικόνες και προσωπικές μαρτυρίες των ανθρώπων που επέζησαν της καταστροφής, παρατηρεί τις τρομακτικές συνέπειες της έκρηξης στην καθημερινότητά τους. Η φρίκη ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα. Αναγνωρίζει το μεγαλείο του άρρωστου Φούμιο, του εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για όσα του έμαθε και του υπόσχεται να διακηρύξει με κάθε τρόπο την αλήθεια των θυμάτων της Χιροσίμα. Δεν είναι τυχαίο που ο Σαμ είναι Αμερικανός, ο οποίος γνωρίζει τι προκάλεσε η κυβέρνηση του έθνους του στον Ιαπωνικό λαό, που στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν από τη μεριά των αντιπάλων. Στο πρόσωπό του βλέπουμε το ανθρώπινο πρόσωπο της Αμερικής που συμμετέχει στην οδύνη των θυμάτων της Χιροσίμα.  
Φούμιο: Είναι ένα από τα αναρίθμητα θύματα της έκρηξης, παραμορφωμένος από την επίδραση της ραδιενέργειας. Δείχνει αξιοθαύμαστη καρτερία και υπομονή μπροστά στον θάνατο που πλησιάζει. Διακρίνεται από ψυχική ανωτερότητα. Στο πρόσωπο του Σαμ-σαν αναγνωρίζει έναν φίλο και του ανταποδίδει τα αισθήματα φιλίας και εκτίμησης.
Οχάτσου: Είναι πολύ όμορφη αλλά και πολύ ευαίσθητη. Βασανίζεται και υποφέρει από τις αναμνήσεις εκείνης της μέρας, που είδε τη μητέρα της να πεθαίνει μπροστά στα μάτια της και προσπαθεί να κρύψει τον πόνο της και τον φόβο της με τη σιωπή της. Βιώνει τις ψυχολογικές συνέπειες της έκρηξης. Νιώθει έντονη ταραχή κάθε φορά που βλέπει τις συνέπειες της ραδιενέργειας (μεταλλάξεις). Εξακολουθεί να νιώθει αγάπη και αφοσίωση στη μητέρα της και να της προσφέρει κάθε μέρα λευκά λουλούδια στο σημείο του ποταμού που εκείνη πέθανε.
Γιούκα: Είναι αυτή που μεταφράζει στον Σαμ-σαν τις τραγικές ιστορίες και μαρτυρίες των επιζώντων. Υποφέρει σιωπηλά για τον άρρωστο άντρα της και τον θαυμάζει πολύ για την καρτερία του. Προσπαθεί να είναι δυνατή για να συμπαρασταθεί στον Φούμιο και στην ψυχικά πληγωμένη αδερφή της, την Οχάτσου. Με σιωπηλό πόνο για το χαμό των αγαπημένων της προσώπων και ήρεμη αποφασιστικότητα προσπαθεί να τον απαλύνει και κυρίως να αγωνιστεί για την ειρήνη κάνοντας γνωστό στον κόσμο το αποτρόπαιο έγκλημα που συντελέστηκε στη Χιροσίμα.  Αμφιβάλλει, όμως, αν αυτό αρκεί για να δικαιώσει τη μνήμη των χιλιάδων ανθρώπων που χάθηκαν ή να παρηγορήσει τις πληγωμένες ψυχές των επιζώντων. Οι απανωτές ερωτηματικές προτάσεις της προδίδουν αυτή την αμφιβολία, αλλά και τον πόνο της, το σπαραγμό της…

Τα λουλούδια συμβολίζουν τη διατήρηση της μνήμης του φριχτού θανάτου των νεκρών της έκρηξης και την υπόσχεση πως όσοι επέζησαν θα αγωνιστούν για την ειρήνη. Συμβολίζουν δηλαδή την ιστορική μνήμη, που πρέπει να μείνει άγρυπνη γιατί μόνο όταν οι άνθρωποι θυμούνται το φρικτό γεγονός, θα μπορέσουν να εμποδίσουν αποτελεσματικά ένα νέο ολοκαύτωμα.

Η αφήγηση της Γιούκα: αν και η Γιούκα δεν επιθυμεί να μιλήσει για το θέμα αυτό στον αμερικανό, ξεπερνά την αμηχανία της και του αφηγείται την περιπέτεια της οικογένειάς της και τις τελευταίες στιγμές της μητέρας της. Η αφήγηση έχει σπαρακτικό τόνο και στο μεγαλύτερο μέρος της είναι αυτοαναφορική, δηλαδή δεν την ενδιαφέρουν καθόλου οι αντιδράσεις του συνομιλητή της, αλλά αυτό που την απασχολεί είναι η νοερή ανάκληση της μνήμης της μητέρας της, η ευθεία αναφορά προς την οποία δίνει τον τόνο στην  αφήγηση και επισφραγίζεται με τον όρκο της, εγείροντας, ωστόσο, εναγώνια ερωτηματικά …

Ερωτήσεις:
1.            Ερωτήσεις του βιβλίου, 1 – 5 και Διαθεματική δραστηριότητα, σελ. 229.
2.            Ποια πρόσωπα εμφανίζονται στο απόσπασμα, ποια ιδιότητα και ποιος ρόλος αντιστοιχεί στο καθένα;
3.            Καταγράψτε τις αντιδράσεις της Οχάτσου. Πώς δικαιολογείται η ψυχική της αναστάτωση;
4.            Πώς αντιμετώπισε η οικογένεια της Γιούκα τη δοκιμασία; Ποιοι κατάφεραν να επιζήσουν και πώς αντιμετωπίζουν τα δραματικά γεγονότα της καταστροφής;
5.            Επισκεφτείτε το site του σχολείου. Ακολουθείστε την πορεία: Εκπαιδευτικό υλικό ® Β΄ Γυμνασίου ® Φιλολογικά ® Λογοτεχνία. Αναζητείστε το φωτογραφικό και κινηματογραφικό υλικό που θα βρείτε για το απόσπασμα αυτό και επεξεργαστείτε το. Μπορείτε να δημιουργήσετε μια προβολή παρουσίασης (Power Point) ή μια αφίσα για το γεγονός αυτό ή την επιτακτική ανάγκη της επικράτησης ειρήνης, χρησιμοποιώντας το υλικό αυτό, αλλά και οποιοδήποτε άλλο σχετικό μπορείτε να βρείτε.



TΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΧΙΡΟΣΙΜΑ ΤΗΣ ΕΝΤΙΤΑ ΜΟΡΡΙΣ (ΣΧΟΛΙΑ)

ΕΝΤΙΤΑ ΜΟΡΡΙΣ
Η Εντίτα Μόρρις γεννήθηκε το  1902 και μεγάλωσε στη Στοκχόλμη. Παντρεύτηκε το δημοσιογράφο Ίρα Βίκτορ Μόρρις. Έγινε γνωστή για το βιβλίο της «Τα λουλούδια της Χιροσίμα», το οποίο εμπνεύστηκε από τις εμπειρίες του γιου της Ιβάν, που επισκέφτηκε τη Χιροσίμα αμέσως μετά την έκρηξη της ατομικής βόμβας ως αξιωματικός  του αμερικανικού ναυτικού. Το βιβλίο, που δημοσιεύτηκε το 1959, είχε μεγάλη απήχηση στο κοινό και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Η Μόρρις με τον οικονομικά εύπορο σύζυγό της ίδρυσαν στη Χιροσίμα ένα νοσοκομείο. Μετά τον θάνατό της, το 1988, καθιερώθηκε το βραβείο του ιδρύματος Εντίτα και Ίρα Μόρρις για την ειρήνη και τον πολιτισμό, γνωστό ως βραβείο της Χιροσίμα.
ΒΑΣΙΚΟ  ΘΕΜΑ
Οι οδυνηρές ψυχοσωματικές συνέπειες που είχε για τους ανθρώπους η έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα.
ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΝΤΑ ΘΕΜΑΤΑ
Η καρτερική αντιμετώπιση του πόνου από μία οικογένεια επιζώντων του πυρηνικού ολέθρου και η αποκάλυψη στον οικότροφό τους Σαμ του μυστικού των λουλουδιών της Χιροσίμα.
ΒΑΣΙΚΗ ΙΔΕΑ
Η καταγγελία της φρίκης του  πολέμου και των συνεπειών του για τον άνθρωπο. Επίσης, ο αγώνας των επιζώντων για διατήρηση της ιστορικής μνήμης, ώστε να μην επαναληφθούν τέτοια γεγονότα.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ
Το απόσπασμα αναφέρεται στις συνέπειες της ατομικής βόμβας που έριξαν οι Αμερικανοί στη Χιροσίμα στις 6 Αυγούστου του 1945, στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΟΜΒΑ.
Οι άνθρωποι αρρωσταίνουν και πεθαίνουν με φριχτούς πόνους, ενώ όλοι όσοι έζησαν το κακό δεν μπορούν να ξεπεράσουν τα ψυχικά τραύματα και τις φρικτές αναμνήσεις.
Η ΨΥΧΙΚΗ ΑΝΑΣΤΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΧΑΤΣΟΥ
Η Οχάτσου έπαθε σοκ από την εικόνα του ψαριού. Δεν ανησυχεί μόνο για το δικό της μέλλον, αλλά και για την τύχη των παιδιών της. Δεν μπορεί να ξεπεράσει τα ψυχικά της τραύματα.
Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ
Τα λουλούδια συμβολίζουν:
α)την τρυφερή αφοσίωση στους νεκρούς και τη διατήρηση της σχέσης μαζί τους,
β) την ανάγκη για συντήρηση της μνήμης για τα φρικτά γεγονότα,
γ) την ανάγκη επικοινωνίας με τα νεκρά θύματα.
ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΓΙΟΥΚΑ ΣΤΗ ΝΕΚΡΗ ΜΗΤΕΡΑ ΚΑΙ Η ΑΠΟΡΙΑ: «κοιμάσαι εν ειρήνη;»
Η Γιούκα υπόσχεται στη μητέρα της σε έναν νοερό διάλογο, να αφιερώσει τη ζωή της στον αγώνα για την ειρήνη. Οι απανωτές ερωτήσεις της Γιούκα προς τη μητέρα της δηλώνουν την προσπάθειά της να συνομιλήσει μαζί της δημιουργώντας την εντύπωση ότι έσπασε το φράγμα του χρόνου και του τόπου. Παράλληλα δημιουργείται προβληματισμός: είναι αρκετή η συντήρηση της μνήμης και η δική της αφοσίωση στον αγώνα για την ειρήνη, για να δικαιωθούν οι νεκροί και να βρουν παρηγοριά οι ζωντανοί;
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Αφήγηση, σκέψεις , περιγραφές (ρεαλιστικές και σκληρότατες οπτικές, ηχητικές, κινητικές και οσφρητικές εικόνες), πραγματικός διάλογος και νοερός διάλογος (σε δύο σημεία: όταν ζητά άδεια από τη μητέρα της για να μιλήσει στον Σαμ και όταν την ρωτάει αν κοιμάται εν ειρήνη)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Είναι η Γιούκα (αφηγητής πρωτοπρόσωπος, ομοδιηγητικός). Τα γεγονότα τα παρακολουθούμε από τη δική της οπτική γωνία.
Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Γενικά υπάρχει γραμμική εξέλιξη των γεγονότων. Ωστόσο υπάρχει μία αναδρομή στο παρελθόν (η αφήγηση του θανάτου της μητέρας της) και μία πρόληψη, δηλαδή αναφορά στο μέλλον (όταν θπόσχεται να αφιερώσει τη ζωή της για να μην ξαναγίνουν τέτοιες φρικαλεότητες).
ΤΟΠΟΣ
Τα γεγονότα εξελίσσονται στη Χιροσίμα 15 χρόνια μετά την έκρηξη (1960). Ο συγκεκριμένος χώρος είναι ο θάλαμος του νοσοκομείου, το γραφείο του γιατρού και ο δρόμος.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ  Ο ΨΥΧΙΚΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΣΜΟΣ
ΓΙΟΥΚΑ
Φορτωμένη ψυχικά τραύματα και φρικτές αναμνήσεις του πυρηνικού ολέθρου. Συμπαραστέκεται με ψυχραιμία στον άρρωστο άνδρα της και προσπαθεί να στηρίξει ψυχολογικά τη μικρή της αδερφή.
ΣΑΜ
Ζει από κοντά το δράμα των Γιαπωνέζων που τον φιλοξενούν, προβληματίζεται, ευαισθητοποιείται και συμμερίζεται την απόφαση της Γιούκα να μην ξεχάσει την τραγωδία της Χιροσίμα και να μην πάψει να αγωνίζεται για την ειρήνη.
ΦΟΥΜΙΟ
Ένα από τα θύματα της πυρηνικής καταστροφής που 15 χρόνια μετά αργοπεθαίνει στο νοσοκομείο. Αντιμετωπίζει καρτερικά την αρρώστια. Διακρίνεται για την αξιοπρέπεια και την ψυχική του δύναμη.  Αντλεί δύναμη από τα λόγια του Σαμ.
ΟΧΑΤΣΟΥ
Δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τραύματα που άφησε το πυρηνικό ολοκαύτωμα στην ψυχή της. Η ευαισθησία της φαίνεται στην καθημερινή προσφορά λουλουδιών στον υγρό τάφο της μητέρας της. Τρομοκρατείται όταν μαθαίνει τις συνέπειες της ραδιενέργειας.
ΓΙΑΤΡΟΙ ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ
Μελετούν τις επιδράσεις της ραδιενέργειας στο γενετικό σύστημα των ζωντανών οργανισμών, ώστε να υπολογίσουν τις μελλοντικές συνέπειες για τους κατοίκους της Χιροσίμα. Διακρίνονται για την ψυχραιμία που χαρακτηρίζει το επάγγελμά τους.
ΓΛΩΣΣΑ
Πρόκειται για μια πολύ καλή μετάφραση στη δημοτική.
ΥΦΟΣ
Ζωηρό, συγκινητικό, σπαρακτικό.
ΕΚΦΡΑΣΙΚΑ ΜΕΣΑ
Ρεαλιστικές εικόνες οπτικές, ηχητικές και ασφρητικές (η σκηνή του θανάτου της μάνας), μεταφορές (επαναστατημένων αδένων), παρομοιώσεις (σαν ένα φύλλο χαρτιού) κ.α.
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ
Κυριαρχούν η  φρίκη του πολέμου και ο πόνος των επιζώντων. Η φωνή της Γιούκα και του Σαμ υποχρεώνουν τον αναγνώστη να επιστρατεύσει και τη δική του φωνή στον αγώνα  για την ειρήνη και την ευτυχία.
ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΙΡΟΣΙΜΑ
ΠΑΤΗΣΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΕ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΟΜΒΑ ΚΤΗΡΙΟ

Εντίτα Μόρρις, «Τα λουλούδια της Χιροσίμα» Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄Γυμνασίου σελ. 223


Συντάκτης: Αρετή Κάρκου | Κάτω από: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β' Γυμνασίου
Εντίτα Μόρρις, «Τα λουλούδια της Χιροσίμα»

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

Β΄Γυμνασίου σελ. 223

Η υπόθεση του βιβλίου:
 Ένας Αμερικανός ανυποψίαστος για το συνεχιζόμενο μαρτύριο των θυμάτων της Βόμβας, μπαίνει οικότροφος σ’ ένα γιαπωνέζικο σπίτι. Η νεαρή οικοδέσποινα προσπαθεί με κάθε τρόπο να του κρύψει τα φριχτά της εγκαύματα και να του κρύψει πως και όλα τα άλλα μέλη της οικογένειας έχουν μέσα τους το θάνατο. Ο Αμερικανός μας, ανακαλύπτει σιγά-σιγά το δράμα που παίζεται γύρω του και συνειδητοποιεί το μερίδιο της ευθύνης  που του αναλογεί. Η νεαρή Γιούκα-σαν με την αφήγησή της, όπου εναλλάσσονται στιγμές τρόμου με στιγμές αγάπης κι ανθρωπιάς δεν κατηγορεί κανένα. Ωστόσο το βιβλίο είναι τελικά το πιο αδυσώπητο κατηγορητήριο για τη βαρβαρότητα του ατομικού Πολέμου.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:
Ή Έντίτα Μόρρις γεννήθηκε στη Σουηδία. Είναι παντρεμένη με τον Αμερικανό συγγραφέα και ανθρωπιστή ‘Ιρα Μόρρις. ‘Έχει ταξιδέψει πολύ, σ’ όλες τις ηπείρους. Το βιβλίο πού την έκανε διάσημη,
«Τα λουλούδια της Χιροσίμα», έχει μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες.
Η ανάλυση του μαθήματος από την Αλεξάνδρα Γερακίνη παρακάτω:
Στη σελίδα  www.netschoolbook.gr θα βρείτε πλούσιο υλικό για τη Χιροσίμα.
Επιλογή βίντεο από τη Γεωργία Βόλτση
Το παρακάτω βίντεο απόσπασμα από την ταινία της Μαργκερίτ Ντυράς «Χιροσίμα, αγάπη μου»

Lyrics:
Enola gay, you should have stayed at home yesterday
Aha words can’t describe the feeling and the way you lied
These games you play, they’re gonna end it more than tears someday
Aha enola gay, it shouldn’t ever have to end this way
It’s 8:15, and that’s the time that it’s always been
We got your message on the radio, conditions normal and you’re coming home
Enola gay, is mother proud of little boy today
Aha this kiss you give, it’s never ever gonna fade away
Enola gay, it shouldn’t ever have to end this way
Aha enola gay, it shouldn’t fade in our dreams away
It’s 8:15, and that’s the time that it’s always been
We got your message on the radio, conditions normal and you’re coming home
Enola gay, is mother proud of little boy today
Aha this kiss you give, it’s never ever gonna fade away
(Το βιβλίο αυτό ίσως είναι τελικά ένα αδυσώπητο κατηγορητήριο στη βαρβαρότητα του πολέμου)