Λογοτεχνία| Πανελλήνιες| Τι είναι οι κειμενικοί δείκτες & πώς τους εντάσσουμε στις απαντήσεις μας
«Οι κειμενικοί δείκτες»
https://blogs.sch.gr › files › 2020/04 › ΚΕΙΜΕΝΙ... DOC
Κατά τη συγγραφή του ερμηνευτικού
σχολίου, οι μαθητές και οι μαθήτριες οφείλουν να τεκμηριώνουν πάντα την
απάντησή τους με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο ή σε συγκεκριμένους
κειμενικούς δείκτες. Οι τελευταίοι εντοπίζονται και αξιοποιούνται επιλεκτικά
και ποτέ εξαντλητικά από τον αναγνώστη-μαθητή, με σκοπό αυτός να υπερβεί
το επίπεδο της απλής κατανόησης του κειμένου, να διεισδύσει όσο καλύτερα
μπορεί στο βαθύτερο και – αρκετά συχνά – υπόρρητο στρώμα του και εντέλει να
συντάξει ένα ευσύνοπτο (εντός καθορισμένου ορίου λέξεων) ερμηνευτικό σχόλιο.
Σε κάθε λογοτεχνικό (και μη) κείμενο
κυριαρχούν, λοιπόν, πολλοί και ποικίλοι (μηχανισμοί) κειμενικοί δείκτες,
οι οποίοι αποτελούν ουσιαστικά τα μορφικά του στοιχεία και
συνιστούν το εξωτερικό του περίβλημα αλλά και τον σκελετό του. Με λίγα
λόγια, είναι οι προσωπικές επιλογές του δημιουργού του
εκάστοτε κειμένου τόσο σε επίπεδο δομής όσο και περιεχομένου αλλά και
(προσωπικής) έκφρασης και οι οποίες έχουν συχνά στενή διασύνδεση με την
παρουσίαση του θέματος, γι’ αυτό και λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνευτική
προσέγγιση ενός κειμένου.
Βέβαια, μολονότι συνυπάρχουν πολλοί
και διαφορετικοί κειμενικοί δείκτες σε κάθε κείμενο ή ποίημα, σε καμία
περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε πως όλοι έχουν την ίδια βαρύτητα και
σημασία, προκειμένου να οδηγήσουν στην ανάδειξη του βασικού, κάθε φορά,
θέματος. Κάποιοι από αυτούς αξιοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο από τον
δημιουργό του κειμένου/ποιήματος (ενεργοί – αξιοποιούμενοι κειμενικοί δείκτες),
αποτελούν σημαντικά όπλα στα χέρια του, προκειμένου να εδράσει πάνω σε αυτούς,
αλλά και να υπερτονίσει τις κυρίαρχες ιδέες που το διέπουν και κατόπιν να
παρουσιάσει εναργέστερα το θέμα, δίνοντάς τους ταυτόχρονα βαρύνουσα και
ιδιαίτερη αξία για την κατανόησή του κεντρικού/βασικού θέματος. Κάποιοι άλλοι
όμως κειμενικοί δείκτες έντεχνα «παραγκωνίζονται» θα λέγαμε και
«παραμελούνται», λειτουργώντας δευτερευόντως, επικουρικά στο όλο
εγχείρημα. Στην προσπάθειά μας, λοιπόν, να εντοπίσουμε και στη συνέχεια να
ανταποκριθούμε στο βασικό ερώτημα του κειμένου/ποιήματος , οι κειμενικοί
δείκτες μάς δείχνουν ξεκάθαρα τον δρόμο. Αποτελούν τους οδηγούς μας. Αυτό που
απλά έχουμε να κάνουμε εμείς ως αναγνώστες/τριες είναι να αναδείξουμε τους
κειμενικούς δείκτες «βαρύνουσας» σημασίας, σε σχέση πάντα με το βασικό
ερώτημα/θέμα που τίθεται. Αυτοί αποτελούν και τον σκελετό, το ιστό
του κειμένου/ποιήματος, αλλά και της απάντησής μας, πλαισιώνοντάς τους πάντα με
πλούσιες αναφορές παραδειγμάτων μέσα απ’ αυτό, προσέχοντας κάθε φορά να
εντάσσονται σε διαφορετικά πεδία των επιλογών του δημιουργού. Άμεση
προτεραιότητά μας είναι η τεκμηριωμένη απάντηση μέσα από τους κειμενικούς
δείκτες.
Βέβαια, αξίζει να επισημάνουμε πως
η αξιοποίηση των κειμενικών δεικτών αφορά κατά κύριο λόγο τα ποιητικά
κείμενα, καθώς εκεί το νόημα είναι στενότερα συνδεδεμένο με τις
προσωπικές εκφραστικές και λεξιλογικές επιλογές του δημιουργού τους.
Ποιοι είναι, λοιπόν, αυτοί οι
κειμενικοί δείκτες που μπήκαν τόσο απρόσμενα στη ζωή μας και έφεραν για πολλές
και πολλούς τα πάνω κάτω;
Όσον αφορά το περιεχόμενο, έχουμε:
lΤίτλος.
lΠρόσωπα/Χαρακτήρες.
lΣυγκρούσεις.
lΣυνειρμοί.
lΑξίες.
lΙδέες, αντιλήψεις.
lΣκοποί.
lΣτάσεις.
lΣυμπεριφορές.
lΚοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες.
lΑνθρώπινες σχέσεις.
lΚοινωνικά προβλήματα.
lΣυναισθηματικό κλίμα.
lΤο συγκείμενο.[1]
lΔιακειμενικότητα. [2]
Όσον αφορά τα μορφικά στοιχεία:
lΟι γλωσσικές/λεξιλογικές επιλογές
(στίξη, γραμματικοί χρόνοι, εγκλίσεις, ρηματικά πρόσωπα, ονοματοποίηση, σχήματα
λόγου, σύνταξη, γλωσσικές ποικιλίες, είδος λεξιλογίου, ευθύς – πλάγιος λόγος,
χρήση προσωπικής – απρόσωπης σύνταξης κτλ)
lΤο λογοτεχνικό γένος (π.χ. ποίηση,
πεζογραφία) και το λογοτεχνικό είδος (π.χ. ιστορικό μυθιστόρημα)[3].
lΟι αφηγηματικές τεχνικές.
lΟι αφηγηματικοί τρόποι.
lΤα εκφραστικά μέσα (π.χ. σχήματα
λόγου).
lΗ δομή.
lΗ πλοκή.
lΤο ύφος/υφολογικά γνωρίσματα.
lΕπιλογή ενός λογοτεχνικού ρεύματος.
lΕικονοποιία.
lΣτίξη.
lΣτιχουργική.
lΘεατρικά στοιχεία.
lΤεχνική γραφής.
lΜέτρο, ομοιοκαταληξία.
lΛέξεις- φράσεις που συνδέουν τα
νοήματα.
lΕπιλογή λεξιλογίου (ιδιοτυπίες,
ιδίωμα, νεολογισμοί, ιδιόλεκτος…).
Η συνδυαστική ερμηνεία των κειμενικών
δεικτών μάς βοηθά να διερευνήσουμε τις ανταποκρίσεις μας στο κείμενο
ΤΑ ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ΑΦΗΓΗΣΗ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ:
Αφήγηση σε πρώτο
πρόσωπο:
Ο αφηγητής μιλά σε α’
ενικό
⟶ Η
αφήγηση αφορά ένα προσωπικό βίωμα του αφηγητή. Ο αφηγητής είναι ο ίδιος ο
λογοτεχνικός χαρακτήρας, πρωταγωνιστής – αφηγητής ο οποίος λέει την ιστορία του σε πρώτο πρόσωπο
(πρωτοπρόσωπη
αφήγηση, εσωτερική
εστίαση, ομοδιηγητικός/αυτοδιηγητικός αφηγητής).
⟶ Παρατηρητής
(θεατής) -αφηγητής: Ο αφηγητής είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας (αυτόπτης
μάρτυρας ή απλώς θεατής των γεγονότων) που συμμετέχει στη δράση λίγο ή πολύ.
⟶ Υπάρχει
αυτοαναφορικότητα.
⟶ Αποδίδεται
ο μονόλογος (και εν μέρει ο εσωτερικός μονόλογος, όταν έχουμε απόδοση των
σκέψεων ή συναισθημάτων σε α’ πρόσωπο).
⟶ Στο
κείμενο ως τεχνική απαντά ο διάλογος, το μέρος της αφήγησης, στο οποίο τα
πρόσωπα συνομιλούν σε ευθύ λόγο και σε α΄ πρόσωπο.
⟶ Το
κείμενο αποκτά εξομολογητικό ή και απολογητικό χαρακτήρα, καθώς δίνει την
αίσθηση της προσωπικής μαρτυρίας του αφηγητή. Προσδίδεται στο κείμενο
προσωπικός τόνος.
⟶ Προσδίδεται
αμεσότητα.
⟶ Προσδίδεται
αληθοφάνεια και πειστικότητα και δημιουργείται στον αναγνώστη η αίσθηση ότι
διαβάζει κάτι αξιόπιστο (το κείμενο κερδίζει σε αξιοπιστία).
⟶ Επιτυγχάνεται
η ταύτιση του αναγνώστη με τον αφηγητή και η ενσυναίσθηση.
Ο αφηγητής μιλά σε α’
πληθυντικό
⟶ Μεταφέρει
μαρτυρία-βιώματα μιας ομάδας.
⟶ ο
αφηγητής/ ήρωας ταυτίζεται με την ομάδα, εντάσσει τον εαυτό του μέσα σε μια
ομάδα ανθρώπων που αισθάνονται όπως ακριβώς κι αυτός [συλλογικότητα,
καθολικότητα]
⟶ Επιτυγχάνεται
η ταύτιση του αναγνώστη με τον αφηγητή και την ομάδα και η ενσυναίσθηση.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο
ή η ταυτότητα αφηγητή και ήρωα δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι η αφήγηση είναι
εστιασμένη στον ήρωα.
Αφήγηση σε δεύτερο
πρόσωπο:
Ο αφηγητής
απευθύνεται στον αναγνώστη σε β’ ενικό
⟶ Ο
αφηγητής απευθύνεται στον εαυτό του [ουσιαστικά πρόκειται για μονόλογο].
Αποτελεί αποστροφή εις εαυτόν. Η χρήση του β΄ προσώπου σε έναν
μονόλογο/εσωτερικό μονόλογο προσδίδει ζωντάνια και παραστατικότητα,
υπογραμμίζει τη μοναχικότητα του μονολογούντος και τη διχοτομία του ανάμεσα
στο εγώ και
το alter-ego.
Όμως, η χρήση του δεύτερου προσώπου σε μερικές περιπτώσεις εσωτερικού μονολόγου
μπορεί να προκαλέσει προβλήματα κατανόησης.
⟶ προσδίδει
στο κείμενο αμεσότητα.
⟶ Δημιουργεί
κλίμα διαλόγου με τον αναγνώστη
⟶ Δημιουργεί
κλίμα οικειότητας.
⟶ Ο
αφηγητής απευθύνεται στον αναγνώστη στοχεύοντας να τον διεγείρει συγκινησιακά
προκαλώντας συναισθήματα, προβληματισμό, αμφιβολία.
⟶ Ο
αφηγητής προσπαθεί να κινητοποιήσει τους αναγνώστες.
⟶ Το
κείμενο αποκτά θεατρικότητα και δραματικότητα.
⟶ Χαρακτηρίζεται
και από έναν διδακτικό τόνο.
Ο αφηγητής μιλά σε β’
πληθυντικό
⟶ Ο
αφηγητής αποστασιοποιείται από αυτά που λέει.
Αφήγηση σε τρίτο
πρόσωπο:
Ο αφηγητής μιλά σε γ’
ενικό/πληθυντικό
⟶ Πρόκειται
για ετεροδιηγητικό αφηγητή: Ο αφηγητής δεν συμμετέχει καθόλου στην ιστορία που διηγείται.
Στην περίπτωση αυτή ο συγγραφέας αναθέτει την αφήγηση σε πρόσωπο ξένο προς την
ιστορία, που αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπη αφήγηση).
⟶ Αποδίδεται
συνήθως με αυτήν η απόλυτη παντογνωσία ή η σχετική γνώση του αφηγητή. Ο
αφηγητής είναι συνήθως παντογνώστης και γνωρίζει τα πάντα, ακόμα και τις μύχιες
σκέψεις των ηρώων. Έχει εποπτεία και δεν εστιάζει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο
έχοντας μπροστά του πάντα τη συνολική εικόνα, την οποία μας παρουσιάζει
(εστίαση μηδενική).
⟶ Κρατάει
ουδέτερη στάση απέναντι στα γεγονότα. Είναι αποστασιοποιημένος, κρατάει μια απόσταση,
συναισθηματική αλλά και πραγματική από τα δρώμενα, καθώς «αφήνει»
τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους παραμένοντας αμέτοχος και μακριά από αυτά.
⟶ Το
ύφος γίνεται ουδέτερο και απρόσωπο.
⟶ Δημιουργεί
την αίσθηση της αντικειμενικότητας
⟶ Ο
πλάγιος λόγος [με τη χρήση κάποιου ρήματος εξάρτησης ] και ο ελεύθερος
πλάγιος λόγος αποδίδονται σε τρίτο πρόσωπο. Στην περίπτωση του ελεύθερου
πλαγίου λόγου το κείμενο αποκτά ζωντάνια και αμεσότητα, και παρέχεται η
δυνατότητα στον αναγνώστη να γνωρίσει καλύτερα τον χαρακτήρα του εκάστοτε ήρωα.
ΥΠΕΝΘΥΜΙΣΗ
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΕΙΔΗ:
lΛογοτεχνική αφήγηση (μυθιστόρημα,
διήγημα, μυθιστορηματική βιογραφία, κτλ.)
lΙστορική αφήγηση (ιστοριογραφία,
απομνημονεύματα, αυτοβιογραφία, κτλ)
lΑφήγηση που καλύπτει καθημερινές
ανάγκες (δημοσιογραφική είδηση, ημερολόγιο, κατάθεση μαρτύρων, υπηρεσιακή
αναφορά, κτλ.)
lΑφήγηση πραγματικών γεγονότων
(ρεαλιστική αφήγηση): ιστοριογραφία, αυτοβιογραφία, ημερολόγιο,
απομνημονεύματα, ημερολόγιο, επιστολή, πρακτικά συνεδριάσεων, κτλ.
lΑφήγηση πλασματικών γεγονότων
(μυθοπλαστική αφήγηση): μυθιστόρημα, διήγημα, νουβέλα.
lΣτην αφήγηση πραγματικών και
πλασματικών γεγονότων ανήκουν: το ιστορικό μυθιστόρημα, η μυθιστορηματική
βιογραφία
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ:
1.Οι ποιητές, ενίοτε χρησιμοποιώντας προσωπεία, μιλούν σε πρώτο ή τρίτο πρόσωπο, κρύβοντας την
ταυτότητά τους.
2.Άλλες φορές πάλι, απευθύνονται σε ένα άλλο πρόσωπο, ένα αόριστο
«εσύ», προσδίδοντας
στο ποίημα δραματικό λυρισμό.
3.Ένα
Αφηγηματικό/Πεζολογικό ποίημα εκφέρεται συνήθως σε τρίτο πρόσωπο.
4.Ένα Λυρικό
ποίημα εκφέρεται
συνήθως σε πρώτο πρόσωπο.
5.Στην ποίηση το β’ ενικό / πληθυντικό ρηματικό πρόσωπο έχει
διδακτικό, συμβουλευτικό, παραινετικό χαρακτήρα.
Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου: Κειμενικοί δείκτες & Ερμηνευτικό σχόλιο
Το κείμενο αναφέρεται στον μάντη Τειρεσία, ο οποίος τυφλώθηκε είτε από τη θεά Αθηνά είτε από τη θεά Ήρα.
Τότε ήταν που άρχισα να βλέπω. Βαθιά να βλέπω, σε μια δίστομη όραση θητεύοντας. Το πίσω απ’ την εικόνα, το έξω, κι ό,τι οι θεοί είχανε τάξει της σκιάς. Τα δέντρα, απ’ τις ρίζες και κάτω μονάχα, εξόριστος πια όπως ήμουν από την ήπειρο του φαινομένου, του απλώς και αμέσως καλού. Το χρόνο ποτάμι να βλέπω και μονάχος εγώ να μπορώ, ευτυχία απαίσια περιούσιο άλγος, δυο φορές στα ίδια νερά του να μπω, τα μελλούμενα να ’ ναι από πριν παρελθόντα. Σκοτεινόβιος πορεύτηκα και στους άλλους το φως μου εδάνειζα, και συχνά μ’ αποστρέφονταν. Κι ως τον Άδη κατέβηκα, των θεών και του είναι μου. Και τρομάζω ακόμα να πω ποιος πιο άγριος ήταν.
Παντελής Μπουκάλας «Ο μάντης»
Η αιφνίδια στέρηση της όρασής του προκαλεί αρχικώς αρνητικά συναισθήματα στον μάντη Τειρεσία, εφόσον αποκόπτεται ξαφνικά από τον εξωτερικό κόσμο κι έρχεται αντιμέτωπος με μια απρόσμενη κατάσταση. Με τη χρήση α΄ ενικού προσώπου, που προσδίδει βιωματικό χαρακτήρα στο κείμενο, ο Τειρεσίας παρουσιάζει το πώς άρχισε ποια να καθορίζεται η πορεία του από την «ύλη» των ήχων και των οσμών. Η απώλεια της όρασης τον οδηγεί, κατ’ αυτό τον τρόπο, στο να αντιληφθεί την αξία των άλλων αισθήσεων, όπως το αποδίδει με τη χρήση μεταφορικού λόγου: «Να υπάρχω την κυριολεξία του δέρματος». Ο Τειρεσίας, ωστόσο, αισθάνεται βαθιά θλίψη για το γεγονός ότι αδυνατεί πλέον να αντικρίσει την ομορφιά του κόσμου, την οποία καταγράφει με τη χρήση αλλεπάλληλων αντιθέσεων («το κυρτό με το κοίλο», «το θεριό με την έλαφο», «το πυκνό με το ξέφωτο»). Η αδυναμία της θέασης του εξωτερικού κόσμου υποκαθίσταται, όμως, με τη δυνατότητα μιας βαθύτερης «δίστομης όρασης» που επιτρέπει στον μάντη να βλέπει πια ό,τι κρύβεται «πίσω απ’ την εικόνα». Το μέλλον γίνεται για εκείνον από πριν παρελθόν, εφόσον αποκτά το προνόμιο να βλέπει το χρόνο ως ποτάμι. Προνόμιο που του δημιουργεί αμφίσημα συναισθήματα, όπως προκύπτει από τις αντιθέσεις που χρησιμοποιεί «ευτυχία απαίσια», «περιούσιο άλγος». Η δυνατότητά του να βλέπει το μέλλον τον καθιστά, άλλωστε, αντιπαθή στους άλλους, όπως επισημαίνεται με τη χρήση γ΄ πληθυντικού προσώπου (συχνά μ’ αποστρέφονταν). Ενώ η στροφή προς το είναι του, τού αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές του εαυτού του, που του προκαλούν τρόμο.
2. Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το βασικό θέμα του ποιήματος; Τι σημαίνει το θέμα αυτό για εσάς; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας σχετικά με το θέμα του ποιήματος αξιοποιώντας τρεις κειμενικούς δείκτες. (150-200 λέξεις)
που απλώσανε το χέρι τους στη φωτιά,
νηφάλιοι κι ωστόσο περιπαθείς
στην απόφασή τους,
εμείς που σε λόγια αρκεστήκαμε
ζυγιάζοντας το βάρος με τον κίνδυνο,
τα καθημερινά αισθήματα με τις ιδέες;
Με τι πρόσωπο, με τι μάτια θα τους ξαναδούμε;
Εγκάρδια χαμογελώντας πήρανε
το μακρύ δρόμο
μέσα στην πέτρα και στην καταχνιά,
με μια τούφα από ήλιο στο σκισμένο μέτωπο,
μ’ έναν κόμπο φαρμάκι στο ακροχείλι.
Κι ούτε που καταδέχτηκαν να κοιτάξουν βαθιά μας
πόσο μετρούσε η κίνηση της ψυχής,
ποια υπόσχεση κρυβόταν στο αντίο μας.
Συλλογιστήκαμε τη νύχτα, αυτό μονάχα,
τη δικαιοσύνη αγαπήσαμε, αυτό μονάχα,
κι είπαμε η λέξη είναι φωτιά, θα την πούμε τη λέξη,
όμως εκείνοι,
την ίδια τη φωτιά αγκαλιάσανε, δίχως λέξη να πούνε.
Με τι πρόσωπο, με τι μάτια θα τους αντικρίσουμε;
Γιώργος Γεραλής «Με τι πρόσωπο»
Βασικό θέμα του ποιήματος, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί η μεγάλη αντίθεση που προκύπτει ανάμεσα σ’ εκείνους που θυσιάζονται για τις ιδέες τους κι εκείνους που αρκούνται στα λόγια. Το ποιητικό υποκείμενο με τη χρήση επαναλήψεων («Με τι πρόσωπο θ’ αντικρίσουμε», «Με τι πρόσωπο, με τι μάτια θα τους ξαναδούμε;») τονίζει το οφειλόμενο αίσθημα ντροπής των αδρανών ανθρώπων απέναντι σ’ εκείνους που «απλώσανε το χέρι τους στη φωτιά» για τις κοινές τους ιδέες. Η χρήση α΄ πληθυντικού προσώπου (σε λόγια αρκεστήκαμε) αφενός εντάσσει το ποιητικό υποκείμενο σ’ εκείνους που αρκέστηκαν μόνο στη θεωρητική υπεράσπιση των ιδεών, κι αφετέρου υποδηλώνει το πλήθος των ανθρώπων αυτών. Ενώ με τη χρήση των ερωτημάτων (Με τι πρόσωπο, με τι μάτια θα τους αντικρίσουμε;), γίνεται αντιληπτή τόσο η διάθεση αυτοκριτικής του ποιητή, όσο κι ο θαυμασμός που αισθάνεται για την ηρωική στάση των ανθρώπων που δε δίστασαν να οδηγηθούν στην αυτοθυσία. Η διαφορά, άλλωστε, ανάμεσα σ’ εκείνους που θεώρησαν πως και μόνο το να πουν τη λέξη είναι κάτι το δύσκολο, και σ’ εκείνους που «την ίδια τη φωτιά αγκαλιάσανε» είναι εξαιρετικά μεγάλη.
Κειμενικοί Δείκτες σε Λογοτεχνία – Ερμηνευτικό Σχόλιο
Θεωρία - Αναλυτική παρουσίαση
Τι είναι οι κειμενικοί δείκτες;
Είναι όλοι εκείνοι οι εκφραστικοί τρόποι που χρησιμοποιεί ένας πεζογράφος ή ένας ποιητής στο κείμενό του για να δώσει μορφή στο περιεχόμενο.
Στις εκφωνήσεις οι κειμενικοί δείκτες μπορεί να ορίζονται εναλλακτικά ως:
- αναφορές στο κείμενο
- μηχανισμοί του κειμένου
- στοιχεία του κειμένου
- εκφραστικά μέσα
- γλωσσικές/ σημειωτικές επιλογές
αλλά ακόμη και το ρήμα τεκμηριώστε/ να τεκμηριώσετε ή η φράση ερμηνευτικό σχόλιο παραπέμπουν στους κειμενικούς δείκτες.
- Είδη κειμενικών δεικτών στη λογοτεχνία:
- Σύνδεση προτάσεων (παρατακτική, υποτακτική σύνδεση, ασύνδετο σχήμα)
- Μικροπερίοδος ή Μακροπερίοδος λόγος
- Εγκλίσεις και Ερωτήσεις (εκφράζουν τη στάση του ομιλητή απέναντι στο λογικό νόημα[i])
- Σημεία στίξης
- Ρηματικά πρόσωπα
- Σχήματα λόγου (επαναλήψεις, αντιθέσεις, μεταφορές, προσωποποιήσεις, υπερβολές, κ.ο.κ.)
- Εικόνες
- Αφηγηματικές τεχνικές [αφήγηση, περιγραφή[ii], (εσωτερικός) μονόλογος, (εσωτερικός) διάλογος]
Πώς διδάσκονται και πώς αξιολογούνται οι κειμενικοί δείκτες στη λογοτεχνία;
Οι κειμενικοί δείκτες δε διδάσκονται αυτοτελώς. Ενδιαφέρουν μόνο στον βαθμό που βοηθούν να αποδοθεί νόημα στο κείμενο. Οι αναφορές στο κείμενο ή σε συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες αξιολογούνται στον βαθμό που υποστηρίζουν επιτυχώς την ερμηνευτική προσέγγιση του μαθητή ή της μαθήτριας. (ΝΕΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ10/1/20, Β3. Αξιολόγηση του ερμηνευτικού σχολίου)
- Πώς εντοπίζω τους κατάλληλους κάθε φορά κειμενικούς δείκτες;
Ένα λογοτεχνικό κείμενο, πεζό ή ποιητικό είναι προϊόν σύζευξης περιεχομένου και μορφής. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν κάθε λέξη ή φράση αποτελεί έναν εν δυνάμει κειμενικό δείκτη. Το είδος της ερώτησης καθορίζει την επιλογή και την ενεργοποίηση των κατάλληλων κειμενικών δεικτών. Συνεπώς, εντοπίζω κάθε φορά τις κατάλληλες αναφορές στο κείμενο που θα με οδηγήσουν στη σωστή τεκμηρίωση της απάντησής μου.
Πώς συνδέονται οι κειμενικοί δείκτες με τον ερμηνευτικό διάλογο και το ερμηνευτικό σχόλιο;
Το λογοτεχνικό κείμενο είτε πεζό είτε ποιητικό είναι ένα επικοινωνιακό γεγονός. Δεν είναι ένα «γράμμα χωρίς αποδέκτη», δε γράφεται μόνο για να γραφεί ή για να εκφραστεί συγκινησιακά και αισθητικά ο δημιουργός. Γράφεται για να δημιουργηθεί μια «γέφυρα» επικοινωνίας ανάμεσα στον δημιουργό και τον αναγνώστη.
Πάνω σε αυτή τη βάση διεξάγεται ο ερμηνευτικός διάλογος, ο οποίος προάγει το άκουσμα και τη διασταύρωση διαφορετικών απόψεων για την ερμηνεία του κειμένου. Οι διαφορετικές «φωνές» των μαθητών/ τριών προέρχονται από τη διαφορετική προσληπτική κλίση και τα διαφορετικά βιώματα. Ωστόσο, η ελευθερία του ερμηνευτικού διαλόγου τιθασεύεται από τους κειμενικούς δείκτες.
Το ερμηνευτικό σχόλιο είναι το επιστέγασμα του ερμηνευτικού διαλόγου και αποτελεί ατομική εργασία. Σε αυτό ο μαθητής/ τρια εκφράζει την προσωπική του θέση, εμπλουτισμένη – ίσως – από τη διαδικασία του ερμηνευτικού διαλόγου. Σε κάθε περίπτωση, η υποκειμενικότητα της απάντησής του οριοθετείται από τους κειμενικούς δείκτες του εκάστοτε πεζού ή ποιητικού κειμένου.(ΝΕΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ 10/1/20, Β1. και Β2. Για τη Λογοτεχνία (ως προς το ερμηνευτικό σχόλιο)
[i] Γ. Μπαμπινιώτη, Γλωσσολογία και Λογοτεχνία:Lyons, Η έννοια της τροπικότητας, σελ.226-227
[ii] Ν. Παρίσης, «Η εικόνα ως εκφραστικό μέσο ή ως εκφραστικός τρόπος ανήκει στο είδος της περιγραφής».
Πρακτική Προσέγγιση - Ενδεικτικά Παραδείγματα
Στα παρακάτω κείμενα, ακολουθούν ενδεικτικές ερωτήσεις και απαντήσεις για τους κειμενικούς δείκτες.
Η τρίπλα των ονείρων
[Ο Μίμης Αρούκατος, άσημος και ξεπεσμένος παλιός ποδοσφαιριστής, παρακολουθώντας στην τηλεόραση το παγκόσμιο πρωτάθλημα του 1998, είδε το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα μέσα από την τρίπλα του Μεξικανού ποδοσφαιριστή Μπλάνκο. Το διήγημα του Δ. Μίγγα συνδυάζει τον παλιό, ερασιτεχνικό, με τον σύγχρονο, επαγγελματικό, χαρακτήρα του ποδοσφαίρου και περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Της Σαλονίκης μοναχά…(2003)]
Ο Μίμης Αρούκατος, ο επονομαζόμενος από φίλους και γνωστούς αέρινος, στο τέλος της ζωής του ζύγιζε εκατόν είκοσι κιλά, στα νιάτα του ωστόσο, όταν δεν ξεπερνούσε τα εβδομήντα, υπήρξε ποδοσφαιριστής – αριστερό εξτρέμ – στον Οδυσσέα Κορδελιού. Μέχρι να πεθάνει στα πενήντα από έμφραγμα, περιέγραφε στα καφενεία της συνοικίας μία, δικής του επινόησης, αέρινη τρίπλα όπως τη χαρακτήριζε – εξ ου και το προσωνύμιο. Την είχε στο μυαλό από μικρός, μελέτησε κατά καιρούς όλες τις εκδοχές και την εμπλούτισε με παραλλαγές, όμως σύμφωνα με μαρτυρίες συμπαιχτών του και φιλάθλων του Οδυσσέα ουδέποτε κατάφερε να την υλοποιήσει μες στα γήπεδα.
Έτσι όπως θα τον έκλειναν, λοιπόν, δύο αντίπαλοι κάνοντας τάκλιν, θα έσφιγγε το τόπι ανάμεσα στους αστραγάλους, θα το σήκωνε ψηλά μαζεύοντας τα πόδια και το σώμα – ένα κουβάρι – και θα ξέφευγε περνώντας ανάμεσά τους σαν αέρας.
Πάσχιζε στις προπονήσεις, παιδευόταν χρόνια, προσπάθησε σε επίσημους και φιλικούς αγώνες δίχως αποτέλεσμα. Μπέρδευε τα μπούτια του, έφαγε τα μούτρα του, έχασε τη θέση του στην εντεκάδα, την εκτίμηση των φιλάθλων κι έγινε περίγελος της συνοικίας.
Η ποδοσφαιρική καριέρα του τελείωσε άδοξα και αποσύρθηκε πριν την ώρα του απ’ τα γήπεδα. Κανένας πια δεν ασχολήθηκε μ’ αυτόν κι η τρίπλα του ξεχάστηκε αλλά εκείνος δε λησμόνησε.
Κι όταν ύστερα από χρόνια, στο παγκόσμιο πρωτάθλημα του ΄98, είδε στην τηλεόραση σε κάποιο γήπεδο της Γαλλίας τον Μπλάνκο της εθνικής ομάδας του Μεξικό να σηκώνει με τα πόδια την μπάλα και να φεύγει μαζί της ανάμεσα από δύο αντιπάλους, έμεινε ακίνητος με ένα ποτήρι τσίπουρο στο χέρι. Μετά τη δεύτερη επανάληψη της φάσης – την έδειχναν οι Γάλλοι συνεχώς – πετάχτηκε από την καρέκλα και έκανε τον γύρο του θριάμβου μες στο μπαρ πανηγυρίζοντας με υψωμένες γροθιές, καταπώς συνήθιζε παλιά ύστερα από κάθε τέρμα που σημείωνε. Οι νεαροί θαμώνες κοίταζαν απορημένοι, κάποιοι ανάγωγοι γιουχάρισαν, όμως οι μεγαλύτεροι, κατανοώντας την αιτία του ενθουσιασμού, χειροκροτούσαν. Ξανάπεσε λαχανιασμένος στην καρέκλα του ο Μίμης. Τελικά ένας μικροκαμωμένος Μεξικάνος πραγματοποίησε την τρίπλα των ονείρων του Αρούκατου.
Δ. Μίγγας, Της Σαλονίκης μοναχά…,
Μεταίχμιο
Να σχολιάσετε εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το κείμενο, που κρίνετε το πιο σημαντικό. Να τεκμηριώσετε τη θέση σας.
Το πιο σημαντικό θέμα του διηγήματος, κατά τη γνώμη μου, είναι το άδοξο τέλος της καριέρας του ήρωα και η παρακμή στην οποία έχει περιέλθει. Από την αρχή του διηγήματος, η εξωτερική εμφάνιση του Μίμη Αρούκατου παραπέμπει σε έναν άνθρωπο που έχει εγκαταλείψει τον εαυτό του (στο τέλος της ζωής του ζύγιζε εκατόν είκοσι κιλά). Ένα ακόμη στοιχείο δηλωτικό της παρακμής του πρωταγωνιστή είναι η εμμονή. Ο Μίμης περιγράφει στα καφενεία της συνοικίας την «αέρινη τρίπλα» που δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει ποτέ(Μέχρι να πεθάνει, στα πενήντα από έμφραγμα, περιέγραφε στα καφενεία της συνοικίας μία, δικής του επινόησης, αέρινη τρίπλα όπως τη χαρακτήριζε). Η εμμονή του αυτή γίνεται και η αιτία να του αποδοθεί το προσωνύμιο του «αέρινου» από την ομήγυρη των συνοικιακών καφενείων, καθιστώντας τον έτσι τη γραφική «φιγούρα» της γειτονιάς (ο επονομαζόμενος από γνωστούς και φίλους αέρινος, εξ ου και το προσωνύμιο).
Η εμμονή αυτή ανάγεται σε μια φαντασίωση της παιδικής του ηλικίας (την είχε στο μυαλό από μικρός). Στη διάρκεια της ποδοσφαιρικής του καριέρας, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να την υλοποιήσει, χωρίς, ωστόσο, επιτυχία. Το θέαμα ενός ποδοσφαιριστή που επιχειρεί το ακατόρθωτο σύντομα τον γελοιοποιεί μπροστά στα μάτια των φιλάθλων (Πάσχιζε στις προπονήσεις, παιδευόταν χρόνια, προσπάθησε σε επίσημους και φιλικούς αγώνες δίχως αποτέλεσμα. Μπέρδευε τα μπούτια του, έφαγε τα μούτρα του, έχασε τη θέση του στην εντεκάδα, την εκτίμηση των φιλάθλων κι έγινε περίγελος της συνοικίας).Έτσι, υπό το βάρος της γελοιοποίησης, ο Μίμης Αρούκατος εγκαταλείπει πρόωρα και άδοξα την ποδοσφαιρική του καριέρα.
Συλλέγω όλα εκείνα τα στοιχεία που συνιστούν τη διαδρομή του ήρωα από την αρχή ως το άδοξο τέλος του.
Πώς θα χαρακτηρίζατε το ύφος του διηγήματος; Για την τεκμηρίωση της απάντησής σας να αναφερθείτε σε τέσσερις κειμενικούς δείκτες.
Το ύφος του διηγήματος είναι ρεαλιστικό και κωμικοτραγικό. Οι ατελέσφορες προσπάθειες του ήρωα να πραγματοποιήσει την τρίπλα των ονείρων του αποδίδονται από τον συγγραφέα με ρεαλιστικές εικόνες από τις προπονήσεις και τους αγώνες. (Πάσχιζε στις προπονήσεις, παιδευόταν χρόνια, προσπάθησε σε επίσημους και φιλικούς αγώνες δίχως αποτέλεσμα. Μπέρδευε τα μπούτια του, έφαγε τα μούτρα του, έχασε τη θέση του στην εντεκάδα, την εκτίμηση των φιλάθλων κι έγινε περίγελος της συνοικίας), αλλά και από την περιγραφή της αντίδρασής του, όταν βλέπει στην τηλεόραση τον Μεξικανό ποδοσφαιριστή να εκπληρώνει το όνειρό του (Μετά τη δεύτερη επανάληψη της φάσης – την έδειχναν οι Γάλλοι συνεχώς – πετάχτηκε από την καρέκλα και έκανε το γύρο του θριάμβου μες στο μπαρ πανηγυρίζοντας με υψωμένες γροθιές, καταπώς συνήθιζε παλιά ύστερα από κάθε τέρμα που σημείωνε).
Όμως, σε άλλα σημεία του κειμένου διαφαίνεται η τραγικότητα του ήρωα, αφού η εμμονή του αυτή τον οδηγεί σε επαγγελματική και προσωπική παρακμή. Η εικόνα παραμέλησης του εαυτού του (στο τέλος της ζωής του ζύγιζε εκατόν είκοσι κιλά/ έμεινε ακίνητος με ένα ποτήρι τσίπουρο στο χέρι) σε συνδυασμό με την εικόνα της αντίδρασης των θαμώνων (οι νεαροί θαμώνες κοίταζαν απορημένοι, κάποιοι ανάγωγοι γιουχάρισαν, όμως οι μεγαλύτεροι, κατανοώντας την αιτία του ενθουσιασμού, χειροκροτούσαν) προκαλούν τη συμπάθεια και τον οίκτο του αναγνώστη. Αυτή η αίσθηση πικρού χιούμορ διαπνέει ολόκληρο το κείμενο.
Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον[i]
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές –
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σουֺ
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.
Κ. Π. Καβάφης
Να διατυπώσετε το ερμηνευτικό σας σχόλιο για το ποίημα.
Το ποίημα στην ολότητά του περιστρέφεται γύρω από ένα ιδανικό που χάνεται και την αποδοχή αυτής της απώλειας με αξιοπρέπεια. Αυτό μπορεί να είναι ένας στόχος που δεν ευοδώθηκε, ένα όνειρο που δεν πραγματοποιήθηκε, ένας έρωτας που έφθασε σε τέλμα.
Ο ποιητής δημιουργεί ένα σκηνικό προοικονομίας της κατάκτησης της πόλης από τον Οκταβιανό. Μια απρόσμενη ακουστική εικόνα, τα μεσάνυχτα, «σπάει» την απόλυτη σιωπή που επικρατεί στην πόλη (Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες, με φωνές -). Αυτή η εικόνα είναι ο οιωνός γύρω από τον οποίο εκτυλίσσεται το υπόλοιπο ποίημα. Μόλις αυτό το άκουσμα ολοκληρώνεται, ο ποιητής απευθύνεται με φιλική αλλά και αποφασιστική διάθεση στο ποιητικό υποκείμενο, τον Αντώνιον, σε β’ πρόσωπο, με μια σειρά ρημάτων σε Υποτακτική και Προστακτική έγκλιση (μη θρηνήσεις/να μη γελασθείς/ μην πεις/ μην καταδεχθείς/ πλησίασε/ άκουσε/ αποχαιρέτα) με τα οποία τον προτρέπει, τελικά, να αποδεχθεί την αναγκαιότητα του αποχαιρετισμού και της ήττας. Αυτή η αναγκαιότητα επιτείνεται από την επανάληψη των λέξεων (αποχαιρέτα/ Αλεξάνδρεια) και τη σύνταξή τους με λέξεις που δηλώνουν απώλεια (που φεύγει/ που χάνεις). Οι παρομοιώσεις δημιουργούν μια αναλογία ετοιμότητας για αυτό που πρόκειται να συμβεί (σαν έτοιμος/ σα θαρραλέος/ σαν που ταιριάζει σε).
Ο ποιητής μάς βάζει στο μεταίχμιο, στην αβέβαιη αλλά και οριακή στιγμή πριν από το τέλος. Η προτροπή του για αυτή την κρίσιμη στιγμή είναι μια στάση υπεύθυνη, θαρραλέα και αξιοπρεπής.
Να παρουσιάσετε τη συναισθηματική κατάσταση του Αντωνίου, όπως αυτή εμφανίζεται στο συγκεκριμένο ποίημα. Εννοείται ότι η γνώμη σας είναι ανάγκη να στηριχθεί σε δείκτες του κειμένου.
Ο Αντώνιος είναι ένα βουβό ποιητικό υποκείμενο με μια ασαφή συναισθηματική κατάσταση, την οποία προσπαθεί να διαμορφώσει ο ποιητής. Από τον πρώτο κιόλας στίχο ο χρονικός δείκτης «ώρα μεσάνυχτ’» δείχνει την έγνοια του για την τύχη της πόλης του, μια έγνοια που τον κρατά ξάγρυπνο ασφαλώς. Και τότε συμβαίνει κάτι απρόσμενο, μια αίσθηση ακούσματος, ένας αόρατος θίασος διακόπτει την απόλυτη ησυχία της νύχτας.
Ο ποιητής αναλαμβάνει γρήγορα και αποφασιστικά να βγάλει τον Αντώνιον από οποιαδήποτε ανώφελη θρηνωδία (μη ανωφέλετα θρηνήσεις). Ο Αντώνιος βλέπει να έρχεται το αναπότρεπτο τέλος και είναι πολύ πιθανό να «λυγίσει» συναισθηματικά και να αρχίσει να θρηνεί για την τύχη του, τα έργα του, τα σχέδιά του. Αυτό ακριβώς θέλει να αποτρέψει ο ποιητής και προσπαθεί με μια σειρά συμβουλών να ενισχύσει το ηθικό του (μη θρηνήσεις/ αποχαιρέτα/ να μη γελασθείς/ μην πεις/ μην καταδεχθείς). Ενδιάμεσα, με την επανάληψη των παρομοιώσεων «σαν έτοιμος, σα θαρραλέος» και την προσθήκη του «σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι» προσπαθεί να διαφυλάξει το κύρος του μέσα στην κρισιμότητα της στιγμής. Λίγο πριν το οριστικό τέλος, επικαλείται τη δυναμικότητα, τη συγκίνηση και το θάρρος του (πλησίασε σταθερά/ άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους).
Ο ποιητής δεν αφήνει περιθώρια για ταπεινές συναισθηματικές εκδηλώσεις. Στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του Αντωνίου, στο μεταίχμιο της κατάρρευσης όλων των επιτευγμάτων του, υπάρχει μια μάχη που μπορεί και πρέπει να κερδίσει, η μάχη της αξιοπρέπειας.
Η συναισθηματική κατάσταση του ποιητικού υποκειμένου συνάγεται εν προκειμένω από τα λόγια του ποιητή.
[i] Ο τίτλος είναι παρμένος από τον Βίο Αντωνίου, 75, του Πλουτάρχου. Ο Πλούταρχος διηγείται πως το τελευταίο βράδυ πριν από την είσοδο του Οκταβιανού στην Αλεξάνδρεια (Αύγουστος του 30 π.Χ.) κάτω από το παράθυρο του Αντωνίου ακούστηκε ο θόρυβος ενός «αόρατου θιάσου». Δόθηκε η ερμηνεία πως ήταν ο προστάτης του Αντωνίου, ο θεός Διόνυσος που τον εγκατέλειπε.
Την αναλυτική παρουσίαση της θεωρίας προετοίμασε η εκλεκτή συνάδελφος Μαρία Κασιμάτη, η οποία στη συνέχεια παραχώρησε το υλικό στον ιστότοπό μας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους υπόλοιπους συναδέλφους.
Νέα Ελληνικά Λυκείου/Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία: «Οι κειμενικοί δείκτες»
«Οι κειμενικοί δείκτες»
Κατά τη συγγραφή του ερμηνευτικού σχολίου, οι μαθητές και οι μαθήτριες οφείλουν να τεκμηριώνουν πάντα την απάντησή τους με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο ή σε συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες. Οι τελευταίοι εντοπίζονται και αξιοποιούνται επιλεκτικά και ποτέ εξαντλητικά από τον αναγνώστη-μαθητή, με σκοπό αυτός να υπερβεί το επίπεδο της απλής κατανόησης του κειμένου, να διεισδύσει όσο καλύτερα μπορεί στο βαθύτερο και – αρκετά συχνά – υπόρρητο στρώμα του και εντέλει να συντάξει ένα ευσύνοπτο (εντός καθορισμένου ορίου λέξεων) ερμηνευτικό σχόλιο.
Σε κάθε λογοτεχνικό (και μη) κείμενο κυριαρχούν, λοιπόν, πολλοί και ποικίλοι (μηχανισμοί) κειμενικοί δείκτες, οι οποίοι αποτελούν ουσιαστικά τα μορφικά του στοιχεία και συνιστούν το εξωτερικό του περίβλημα αλλά και τον σκελετό του. Με λίγα λόγια, είναι οι προσωπικές επιλογές του δημιουργού του εκάστοτε κειμένου τόσο σε επίπεδο δομής όσο και περιεχομένου αλλά και (προσωπικής) έκφρασης και οι οποίες έχουν συχνά στενή διασύνδεση με την παρουσίαση του θέματος, γι’ αυτό και λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνευτική προσέγγιση ενός κειμένου.
Βέβαια, μολονότι συνυπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί κειμενικοί δείκτες σε κάθε κείμενο ή ποίημα, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε πως όλοι έχουν την ίδια βαρύτητα και σημασία, προκειμένου να οδηγήσουν στην ανάδειξη του βασικού, κάθε φορά, θέματος. Κάποιοι από αυτούς αξιοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο από τον δημιουργό του κειμένου/ποιήματος (ενεργοί – αξιοποιούμενοι κειμενικοί δείκτες), αποτελούν σημαντικά όπλα στα χέρια του, προκειμένου να εδράσει πάνω σε αυτούς, αλλά και να υπερτονίσει τις κυρίαρχες ιδέες που το διέπουν και κατόπιν να παρουσιάσει εναργέστερα το θέμα, δίνοντάς τους ταυτόχρονα βαρύνουσα και ιδιαίτερη αξία για την κατανόησή του κεντρικού/βασικού θέματος. Κάποιοι άλλοι όμως κειμενικοί δείκτες έντεχνα «παραγκωνίζονται» θα λέγαμε και «παραμελούνται», λειτουργώντας δευτερευόντως, επικουρικά στο όλο εγχείρημα. Στην προσπάθειά μας, λοιπόν, να εντοπίσουμε και στη συνέχεια να ανταποκριθούμε στο βασικό ερώτημα του κειμένου/ποιήματος , οι κειμενικοί δείκτες μάς δείχνουν ξεκάθαρα τον δρόμο. Αποτελούν τους οδηγούς μας. Αυτό που απλά έχουμε να κάνουμε εμείς ως αναγνώστες/τριες είναι να αναδείξουμε τους κειμενικούς δείκτες «βαρύνουσας» σημασίας, σε σχέση πάντα με το βασικό ερώτημα/θέμα που τίθεται. Αυτοί αποτελούν και τον σκελετό, το ιστό του κειμένου/ποιήματος, αλλά και της απάντησής μας, πλαισιώνοντάς τους πάντα με πλούσιες αναφορές παραδειγμάτων μέσα απ’ αυτό, προσέχοντας κάθε φορά να εντάσσονται σε διαφορετικά πεδία των επιλογών του δημιουργού. Άμεση προτεραιότητά μας είναι η τεκμηριωμένη απάντηση μέσα από τους κειμενικούς δείκτες.
Βέβαια, αξίζει να επισημάνουμε πως η αξιοποίηση των κειμενικών δεικτών αφορά κατά κύριο λόγο τα ποιητικά κείμενα, καθώς εκεί το νόημα είναι στενότερα συνδεδεμένο με τις προσωπικές εκφραστικές και λεξιλογικές επιλογές του δημιουργού τους.
Ποιοι είναι, λοιπόν, αυτοί οι κειμενικοί δείκτες που μπήκαν τόσο απρόσμενα στη ζωή μας και έφεραν για πολλές και πολλούς τα πάνω κάτω;
Όσον αφορά το περιεχόμενο, έχουμε:
- Τίτλος.
- Πρόσωπα/Χαρακτήρες.
- Συγκρούσεις.
- Συνειρμοί.
- Αξίες.
- Ιδέες, αντιλήψεις.
- Σκοποί.
- Στάσεις.
- Συμπεριφορές.
- Κοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες.
- Ανθρώπινες σχέσεις.
- Κοινωνικά προβλήματα.
- Συναισθηματικό κλίμα.
- Το συγκείμενο.[1]
- Διακειμενικότητα. [2]
Όσον αφορά τα μορφικά στοιχεία:
- Οι γλωσσικές/λεξιλογικές επιλογές (στίξη, γραμματικοί χρόνοι, εγκλίσεις, ρηματικά πρόσωπα, ονοματοποίηση, σχήματα λόγου, σύνταξη, γλωσσικές ποικιλίες, είδος λεξιλογίου, ευθύς – πλάγιος λόγος, χρήση προσωπικής – απρόσωπης σύνταξης κτλ)
- Το λογοτεχνικό γένος (π.χ. ποίηση, πεζογραφία) και το λογοτεχνικό είδος (π.χ. ιστορικό μυθιστόρημα)[3].
- Οι αφηγηματικές τεχνικές.
- Οι αφηγηματικοί τρόποι.
- Τα εκφραστικά μέσα (π.χ. σχήματα λόγου).
- Η δομή.
- Η πλοκή.
- Το ύφος/υφολογικά γνωρίσματα.
- Επιλογή ενός λογοτεχνικού ρεύματος.
- Εικονοποιία.
- Στίξη.
- Στιχουργική.
- Θεατρικά στοιχεία.
- Τεχνική γραφής.
- Μέτρο, ομοιοκαταληξία.
- Λέξεις- φράσεις που συνδέουν τα νοήματα.
- Επιλογή λεξιλογίου (ιδιοτυπίες, ιδίωμα, νεολογισμοί, ιδιόλεκτος…).
Η συνδυαστική ερμηνεία των κειμενικών δεικτών μάς βοηθά να διερευνήσουμε τις ανταποκρίσεις μας στο κείμενο και να το νοηματοδοτήσουμε.
Πηγές:
- Φάκελος Υλικού
- Οδηγίες ΙΕΠ, «Ενδεικτικές ερωτήσεις για την αξιολόγηση του πανελλαδικώς εξεταζόμενου μαθήματος Νέα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία»
- Ρουμπρίκες αξιολόγησης (οδηγίες υπουργείου)
[1] Εννοούμε το συγκεκριμένο και ξεχωριστό πλαίσιο αναφοράς που διακρίνει κάθε λογοτεχνικό έργο. Με άλλα λόγια, όλα εκείνα τα ιστορικά, κοινωνικά και βιογραφικά/ιδεολογικά δεδομένα που οριοθετούν τις ιδιαίτερες συνθήκες της παραγωγής του έργου, τα στοιχεία του πραγματικού κόσμου που αναπαριστώνται στα λογοτεχνικά κείμενα, όπως η χωρο-χρονική τοποθέτηση (δηλαδή το πού και πότε λαμβάνει χώρα το συγκεκριμένο λογοτεχνικό έργο που διαβάζουμε κάθε φορά), οι ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες του (πραγματικού) χρόνου συγγραφής, ο πολιτισμός, η κουλτούρα, η θρησκεία, τα ήθη, οι παραδόσεις, η πολιτεία και το δίκαιό της κ.ά. που συμβάλλουν δημιουργικά στην ερμηνεία τους και στη νοηματοδότησή τους. Όλα αυτά υποδηλώνονται στο κείμενο είτε συνδυαστικά είτε επιλεκτικά. Αποτελούν τα απαραίτητα εκείνα βοηθητικά στοιχεία, προκειμένου να αντιληφθεί ο αναγνώστης/αναγνώστρια πως αυτό που διαβάζει αποτελεί απλώς μια μικρή φέτα ζωής του πραγματικού κόσμου, όπως αυτός διαθλάται στο κείμενο μέσα από τη φιλοσοφική και ιδεολογική ματιά του/της συγγραφέα και από τις γλωσσικές του επιλογές. Με άλλα λόγια, διαβάζει συγκεκριμένους χαρακτήρες σε ένα συγκεκριμένο χρονικό και χωρικό περιβάλλον, όχι απαραίτητα με τρόπο πραγματικό και ρεαλιστικό, αλλά μέσα από το είδος της αναπαράστασης που κάνει ο/η συγγραφέας με τις επιλογές του. Ο αναγνώστης/αναγνώστρια καλείται να λαμβάνει υπόψη όλα αυτά και να προβαίνει σε λεπτές διακρίσεις ανάμεσα στον πραγματικό κόσμο και το συγκείμενο.
[2] Πρόκειται για την «επαφή» του κειμένου με άλλα λογοτεχνικά έργα, με τα οποία συνομιλεί ρητά ή άρρητα.
[3] Το γένος αναφέρεται στις βασικές μορφές της λογοτεχνίας (ποίηση, πεζογραφία, θέατρο), ενώ το είδος στις υποδιαιρέσεις κάθε γένους (π.χ. το ιστορικό μυθιστόρημα είναι είδος στο γένος πεζογραφία). Η διάκριση του γένους ή είδους ορίζεται από κριτήρια:
- δομής (π.χ. το σονέτο, το επιστολικό μυθιστόρημα),
- έκτασης (π.χ. το διήγημα, η νουβέλα),
- σκοπού ή αποτελέσματος (π.χ. κωμωδία, τραγωδία),
- θέματος (π.χ. μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας).
Σε πολλές ταξινομήσεις αναφέρονται και ορισμένες ενδιάμεσες μορφές μεταξύ λογοτεχνίας και γραμματείας: δοκίμιο, βιογραφία, αυτοβιογραφία, απομνημονεύματα κ.λπ.
Οι κειμενικοί δείκτες sos ΘΥΜΑΜΑΙ
- Ο δημιουργός του κειμένου εδράζει στους κειμενικούς δείκτες αναδεικνύοντας τις κύριες ιδέες που το διέπουν και παρουσιάζει εναργέστερα το κεντρικό
- βασικό θέμα συντείνοντας και στην κατανόησή του.
- οφείλουμε κάθε φορά να τείνουμε:
στον εντοπισμό τους
στον σχολιασμό τους βάσει των δομικών συστατικών τους
σε αναφορές παραδειγμάτων με χωρία του κειμένου του δημιουργού
στην παρουσίαση της επικοινωνιακής αποτελεσματικότητάς τους / σκοπός – στόχος – πρόθεση χρήσης τους από τον κειμενογράφο οι κειμενικοί δείκτες αφορούν το περιεχόμενο:
Τίτλος
Πρόσωπα/Χαρακτήρες
Συγκρούσεις
Συνειρμοί
Αξίες
Ιδέες, αντιλήψεις
Σκοποί
Στάσεις -Συμπεριφορές
Κοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες
Ανθρώπινες σχέσεις
Κοινωνικά προβλήματα
Συναισθηματικό κλίμα
Συγκείμενο
Διακειμενικότητα
αφορούν την μορφή:
γλωσσικές/λεξικογραμματικές επιλογές (μακροπερίοδος – μικροπερίοδος λόγος,
είδος λεξιλογίου,
αναφορική – ποιητική γλώσσα,
παρατακτική – υποτακτική σύνδεση, ασύνδετο σχήμα,
ευθύς – πλάγιος λόγος,
προσωπική – απρόσωπη σύνταξη,
ονοματοποίηση,
γραμματικοί χρόνοι,
εγκλίσεις,
ρηματικά πρόσωπα,
σχήματα λόγου, σημεία στίξης)
Το λογοτεχνικό γένος (π.χ. ποίηση, πεζογραφία) και το λογοτεχνικό είδος (π.χ. ιστορικό μυθιστόρημα)
Οι αφηγηματικές τεχνικές - Οι αφηγηματικοί τρόποι
Τα εκφραστικά μέσα (π.χ. σχήματα λόγου)
Η δομή
Η πλοκή
Το ύφος/υφολογικά γνωρίσματα
Επιλογή ενός λογοτεχνικού ρεύματος
Εικονοποιία
Στιχουργική
Θεατρικά στοιχεία
Τεχνική γραφής
Στίξη - Μέτρο, ομοιοκαταληξία
Λέξεις- φράσεις που συνδέουν τα νοήματα, επιλογή λεξιλογίου (ιδιοτυπίες, ιδίωμα, νεολογισμοί, ιδιόλεκτος…).
Τίτλος Ενδεικτικές ερωτήσεις / δραστηριότητες του ΙΕΠ που αφορούν τον τίτλο
-Ποιες πληροφορίες αντλείτε από τον τίτλο του κειμένου;
Με ποιον τρόπο προϊδεάζει τον αναγνώστη;
Θεωρείτε ότι ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του κειμένου;
Πιστεύετε ότι προσελκύει το ενδιαφέρον του αναγνώστη;
Είναι αποτελεσματικός;
Ποιες είναι οι προσδοκίες βάσει του τίτλου;
Δώστε έναν δικό σας (διαφορετικό) τίτλο.
-Ποιες πληροφορίες παρέχει ο τίτλος σε σχέση με το επικοινωνιακό πλαίσιο;
-Ο τίτλος του κειμένου ανταποκρίνεται στην επικοινωνιακή αποτελεσματικότητα.
-Στόχος του τίτλου ενός κειμένου είναι να αποδώσει με τρόπο πυκνό, σύντομο κι εύστοχο το νόημα του και παράλληλα να προϊδεάσει τον αναγνώστη για ό,τι ακολουθεί, κεντρίζοντας ταυτόχρονα το ενδιαφέρον του.
Πιστεύετε πως ο τίτλος του κειμένου εξυπηρετεί τη συγκεκριμένη λειτουργία;
-Πώς συνδέεται το ρεπορτάζ με τον τίτλο του κειμένου;
-Ποια σημεία του κειμένου ανταποκρίνονται στον τίτλο;
-Πώς συνδέεται ο τίτλος με το κείμενο;
Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με παραπομπές στο κείμενο.
-Πιστεύετε πως ο τίτλος του κειμένου είναι «εύστοχος» αποδίδοντας το συνολικό νόημα του κειμένου ή «άστοχος»;
-Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο κείμενο με αναφορική (ή ποιητική) λειτουργία της γλώσσας, αντικαθιστώντας τον ήδη υπάρχοντα.
Πώς μας προϊδεάζει ο τίτλος για το θέμα [μέσα δημοσίευσης, χρονολογία, θέμα, συντάκτης κειμένου, κειμενικό είδος];
Πώς δημιουργούμε τίτλο βάσει των παρακάτω :
α) Οπτική γωνία : Επιλέγουμε την οπτική γωνία προσέγγισης του θέματος.
β) Λειτουργία γλώσσας: Επιλέγουμε
τη ποιητική, μεταφορική, συνυποδηλωτική, συγκινησιακή λειτουργία της γλώσσας προσδίδοντας υποκειμενισμό και αμεσότητα.
Συχνά, λόγω, κυρίως, της συγκινησιακής λειτουργίας της γλώσσας, ο τίτλος εμπεριέχει σχήματα λόγου, όπως μεταφορές, παρομοιώσεις, σημεία στίξης , όπως θαυμαστικά, αποσιωπητικά κ. α. που στοχεύουν να διεγείρουν το ενδιαφέρον του δέκτη, αλλά και να προσδώσουν στον τίτλο έμφαση.
Η αναφορική, κυριολεκτική, δηλωτική λειτουργία επιλέγεται, για να προσεγγίζουμε το θέμα αντικειμενικά, με σαφήνεια και επίσημο ύφος.
γ) Συντακτικά στοιχεία:
Ως προς τη σύνταξη, ο λόγος μπορεί να είναι ελλειπτικός, αφού παραλείπονται όσα εννοούνται εύκολα, όπως το υποκείμενο του ρήματος.
δ) Ύφος:
Ως προς το ύφος, αυτό ποικίλλει, ανάλογα με το περιεχόμενο του κειμένου (άμεσο, οικείο, τυπικό, σοβαρό, απλό, δραματικό, χιουμοριστικό, ειρωνικό, σαρκαστικό, προτρεπτικό, παραινετικό, χιουμοριστικό.)
ε) Γραμματικά στοιχεία :
Ως προς τη γραμματική, από τον τίτλο παραλείπονται συχνά:
τα ρήματα, τα άρθρα, οι σύνδεσμοι, οι προθέσεις, και λέξεις που εύκολα μπορούν να εννοηθούν.
Αν στον τίτλο υπάρχει ρήμα, αυτό βρίσκεται στην ενεργητική φωνή, σε χρόνο ενεστώτα ή ιστορικό ενεστώτα ή αόριστο και στο γ' πρόσωπο.
στ) Χρήση σημείων στίξης :
Συχνή είναι και η χρήση διάφορων σημείων στίξης, γιατί και η στίξη αποτελεί σχόλιο.
Με τη χρήση π.χ. του ερωτηματικού εκφράζεται απορία, αμφισβήτηση, ειρωνεία... ενώ με τα εισαγωγικά αποδίδεται διαφορετικό περιεχόμενο στις λέξεις.
Έτσι, συχνά, ένας πομπώδης τίτλος, πρωτότυπος, χιουμοριστικός, δραματικός... διεγείρει συναισθηματικά τον δέκτη.
Πώς σχολιάζουμε τον τίτλο ενός κειμένου
Σχολιάζοντας τον τίτλο ενός κειμένου, προσέχουμε τα ακόλουθα στοιχεία:
Την απουσία ρήματος και λεκτικών στοιχείων, όταν ευκόλως εννοούνται. Ο ονοματικός λόγος προσδίδει επισημότητα, καθιστά πιο άμεση τη μετάδοση του μηνύματος.
Τους χρόνους των ρημάτων και τις εγκλίσεις τους.
Η οριστική δηλώνει βεβαιότητα , το πραγματικό.
Η υποτακτική δηλώνει προσδοκία ή επιθυμία.
Τα ρηματικά πρόσωπα που χρησιμοποιούνται, όπως α' και β' πρόσωπο για οικειότητα,
αμεσότητα και ζωντάνια και γ' πρόσωπο για αντικειμενικότητα.
Την αναφορική ή ποιητική χρήση της γλώσσας.
Τη στίξη και τη λειτουργία της στο σχολιασμό του μηνύματος.
Τις λέξεις που χρησιμοποιούνται (λαϊκές, λόγιες) και
τα σχήματα λόγου, τη χρήση παροιμιών, λογοπαίγνιων.
Το ύφος (απλό, οικείο, επίσημο, αυστηρό, ειρωνικό, γλαφυρό).
Τη χρήση ενεργητικής ή παθητικής φωνής.
Τη σειρά των λεκτικών συνόλων:
Προτάσσεται όποιο λεκτικό σύνολο (ονοματικό ή ρηματικό) περιέχει τον όρο στον οποίο θέλει να δώσει έμφαση ο συγγραφέας.
Σημείωση:
Συνυπολογίζουμε ότι όλες οι παραπάνω παράμετροι εξετάζονται ως προς την επίτευξη του επικοινωνιακού αποτελέσματος, του στόχου του συγγραφέα, την πρόθεση, το σκοπό του.