Γιώργης Παυλόπουλος - Τα Αντικλείδια
Τα αντικλείδια του Γιώργη Παυλόπουλου (Το ποίημα της ημέρας)
Γιώργης Παυλόπουλος (γεν. 1924)
Τά Ἀντικλείδια | |
Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή1. Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς νά βλέπουν τίποτα καί προσπερνοῦνε. Ὅμως μερικοί κάτι βλέπουν, τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι | |
5 | καί μαγεμένοι πηγαίνουνε νά μποῦν. Ἡ πόρτα τότε κλείνει. Χτυπᾶνε μά κανείς δέν τούς ἀνοίγει. Ψάχνουνε γιά τό κλειδί. Κανείς δέν ξέρει ποιός τό ἔχει. Ἀκόμη καί τή ζωή τους κάποτε χαλᾶνε μάταια |
10 | γυρεύοντας τό μυστικό νά τήν ἀνοίξουν. Φτιάχνουν ἀντικλείδια2. Προσπαθοῦν. Ἡ πόρτα δέν ἀνοίγει πιά. Δέν ἄνοιξε ποτέ γιά ὅσους μπόρεσαν νά ἰδοῦν στό βάθος. Ἴσως τά ποιήματα πού γράφτηκαν |
15 | ἀπό τότε πού ὑπάρχει ὁ κόσμος εἶναι μιά ἀτέλειωτη ἀρμαθιά ἀντικλείδια γιά ν' ἀνοίξουμε τήν πόρτα τῆς Ποίησης. |
Μά ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή. | |
(Τά Ἀντικλείδια, 1988) |
|
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής
Σχόλιο
Το ποίημα είναι ένας μύθος για την ποίηση και αφηγείται μία επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες απόπειρα να παραβιασθεί η ανοιχτή της πόρτα. Το πρόσωπο που αφηγείται έχει καθολική εποπτεία στον χώρο που είναι ο κόσμος και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος. Αξίζει να προσεχθεί ότι το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (κύκλος) και γίνεται έτσι το ίδιο φορέας της εμπειρίας που περιγράφει.
Ερωτήσεις
- Τι σημαίνει Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν τίποτα; Μπορεί να ισχύει το αντίστροφο; Να βλέπουμε χωρίς να κοιτάζουμε;
- ...μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν... Τι τους παρακινεί να μπουν; Από τι δηλαδή μαγεύονται; Τι μπορεί να βλέπουν; Εσείς τι βλέπετε;
- Γιατί η πόρτα κλείνει για όσους μπόρεσαν να δουν στο βάθος;
- Στο γνωστό παραμύθι, Ο Αλή-Μπαμπάς και οι Σαράντα Κλέφτες μια λέξη μαγική ανοίγει τη σπηλιά με τους θησαυρούς. Μπορείτε να αναζητήσετε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στο παραμύθι και στον ποιητικό μύθο;
- Ποιος είναι ο ορισμός των ποιημάτων; Ταυτίζονται τα ποιήματα με την ποίηση;
- Γιατί το ποίημα κλείνει όπως άρχισε; Γιατί δεν παραβιάζεται ποτέ η ανοιχτή πόρτα της Ποίησης;
Γιώργης Παυλόπουλος: Ο ποιητής με τα«Αντικλείδια»
Ο Γιώργης Παυλόπουλος είναι ένας από τους πιο σημαντικούς, αν όχι ο σημαντικότερος, μεταπολεμικούς ποιητές. Στα ποιήματά του συναντώνται τόποι γνώριμοι: ιστορία, μνήμη, απώλεια, έρωτας. Με γραφή απλή και άμεση, είναι σαν να ακούει κανείς τον εαυτό του να εξομολογείται. Οι στίχοι του είναι βιώματα δικά του. «Αυτό που γράφω το έχω ζήσει», έχει πει άλλωστε. Αλλά επίσης είναι και βιώματα του αναγνώστη ή ιστορίες που του έχουν αφηγηθεί.
Στα γραφόμενά του συναντώνται οι ζοφερές εικόνες της κατοχής, της εθνικής αντίστασης και του εμφυλίου πολέμου, αλλά και η απογοήτευση για τη δικαίωση της Αριστεράς, που δεν ήρθε ποτέ. Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος είναι δημιουργός ποιητικών σκηνών της ανθρώπινης ζωής. Μιας ζωής που πατά μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, μεταξύ τόπου και χρόνου. Εκτός από τα ποιήματα τον απασχόλησε πολύ και η ποιητική. Τι είναι ποίηση; Τι είναι ποιητής; Ο ίδιος είναι ίσως η απάντηση και στα δυο ερωτήματα.
Γιώργης Παυλόπουλος και η ζωή του
Ο Γιώργης Παυλόπουλος, ποιητής της α’ μεταπολεμικής γενιάς, γεννήθηκε στον Πύργο της Ηλείας, στις 22 Ιουνίου 1924. Εκεί έζησε μόνιμα και πέθανε στις 26 Νοεμβρίου 2008. Τελειώνοντας το σχολείο, έφυγε για την Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει στη Νομική Σχολή. Οι σπουδές του δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ αφού αφοσιώθηκε στην ποίηση. Επέστρεψε στην γενέτειρά του όπου εργάστηκε ως λογιστής και γραμματέας στον ιδιωτικό τομέα.
Όπως ο ίδιος έχει πει έγραφε από νεαρή ηλικία. Τα πρώτα του δημοσιευμένα κείμενα ήταν δύο διηγήματα, το 1940 στην εφημερίδα Πατρίς του Πύργου. Το πρώτο του ποίημα με τίτλο «Ο νεκρός Γ.Π.» δημοσιεύτηκε το 1943, στο περιοδικό «Οδυσσέας», που εξέδιδε με φίλους του. Ο Γιώργης Παυλόπουλος είχε στενούς φιλικούς δεσμούς με τον ποιητή Τάκη Σινόπουλο με τον οποίο και συνεργάστηκε σε μια πειραματική γραφή ποιημάτων που εκδόθηκε σε συλλογή ποιημάτων του Σινόπουλου. Ήταν επίσης φίλος με τους πεζογράφους Νίκο Καχτίτση και Ηλία Παπαδημητρακόπουλο αλλά και με τον Γιώργο Σεφέρη.
Η σκληρότητα και δυσκολία της εποχής στην οποία έζησε αποτυπώνονται στις πρώτες ποιητικές του συλλογές. Αλλά κι ο ίδιος αναφέρεται σε συνεντεύξεις και ομιλίες του, στις συνθήκες της εξαθλίωσης, της πείνας και του θανάτου που ζούσε ο ίδιος κι οι άνθρωποι της γενιάς του.
Γιώργης Παυλόπουλος και ποιητικό έργο
Η πρώτη ποιητική συλλογή του Γιώργη Παυλόπουλου είναι «Το κατώγι», το 1971, ενώ ακολούθησε «Το σακί» το 1980. Στις δυο πρώτες συλλογές παρακολουθούμε τα σημάδια της αγωνίας και της πάλης για ζωή. Η εθνική αντίσταση κι ο εμφύλιος πόλεμος αποτυπώνονται με τρόπο δραματικό αλλά απαλλαγμένο από υπερβολές. Είναι μια αφήγηση που περιγράφει την τραγικότητα και τη σκληρότητα των γεγονότων χωρίς να βαραίνει με υπερβολές κι έντονους συναισθηματισμούς.
Στις δυο αυτές συλλογές του, ο ποιητής εκφράζει το αίσθημα της ματαιότητας της ύπαρξης και των αγώνων. Οι εικόνες είναι ζοφερές και βγαλμένες μέσα από την ιστορική στιγμή. Ο άγριος θάνατος των ανταρτών, η ατίμωση των νεκρών, οι αποκρουστικές και βίαιες σκηνές που αντικρίζουν οι άνθρωποι, οι εκτελέσεις, το αίμα, ο φόβος, ο χαμός. Είναι ξεκάθαρο το πόσο επηρέασαν τον ποιητή η άδικη και σκληρή απώλεια της ζωής αθώων αγωνιστών, ανθρώπων που μάχονταν για επιβίωση, ισότητα κι αδελφοσύνη χωρίς ποτέ να τους αναγνωριστεί.
«Και τι είναι τελικά το Ποίημα; Ίσως είναι το νόμισμα που σφίγγει στα δόντια του ο Ποιητής για να μπει στη βάρκα του Θανάτου. Με αυτό θα πληρώσει για το μέγα θαύμα που αξιώθηκε και που δεν είναι άλλο από την ίδια τη ζωή».
Ο έρωτας κι η ποίηση στα ποιήματά του
Το 1988 έρχονται τα περίφημα «Αντικλείδια». Η στροφή στη θεματολογία είναι φανερή. Ο έρωτας κι η ποίηση είναι οι πρωταγωνιστές. Η αγάπη για την γυναίκα, η ευαισθησία κι ο ερωτισμός σηματοδοτούν τώρα τη ζωή. Με γραφή αφηγηματική κι αισθαντική, ο ποιητής μιλά για τον έρωτα με λιτότητα και ουσία. Τον έρωτα χωρίς τραύματα και δακρύβρεχτες εντάσεις, αλλά τον ισορροπημένο και καθημερινό έρωτα. Η ποίηση κι ο διάλογος μαζί της είναι επίσης το ζήτημα που απορροφά τον ποιητή. Είναι η λύση που μοιάζει να ταιριάζει σε πολλά ερωτήματα και η απάντηση που ζητά ο Γιώργης Παυλόπουλος στις αναζητήσεις του.
Στα Αντικλείδια ο ποιητής μας μιλά για την ανοιχτή πόρτα που είναι η ποίηση. Ο κάθε ένας όμως από μας μπορεί να δει κάτι διαφορετικό πίσω απ’ αυτή την πόρτα. Ανάλογα την ερμηνεία που θα δώσει κανείς στα ποιήματα που είναι αυτά τα αντικλείδια για να εισέλθει στην ποίηση.
Στο ίδιο κλίμα και οι τρεις επόμενες συλλογές του, «Λίγος άμμος» το 1997, «Πού είναι τα πουλιά», το 2004, «Να μην τους ξεχάσω», το 2008. Γυναίκα και ποίηση προσεγγίζονται ερωτικά και με διάθεση να φωτιστούν και να κατακτηθούν σε βάθος και αληθινά. Με γλώσσα κι έκφραση λιτή κι αστόλιστη μιλά απλά για έννοιες σύνθετες όπως η ποίηση, η μνήμη, ο έρωτας, ο θάνατος. Και μοιάζει να έχει αντιστρέψει τον κανόνα του χρόνου ξεκινώντας να γράφει για δραματικά ιστορικά γεγονότα στα πρώτα του χρόνια αλλά να ολοκληρώνει την ποιητική του πορεία μιλώντας για θέματα νεανικά και φρέσκα όπως ο έρωτας.
«Εγώ ποτέ δεν αναλύω. Αφήνω την περαιτέρω έρευνα για τον αναγνώστη. […] Δεν μπορώ να διδάξω την ποίηση. Δεν ξέρω τι είναι η ποίηση, κι αυτό εκφράζω με “Τα αντικλείδια” κλπ. Δεν υπάρχει ορισμός της ποίησης».
Το στίγμα του στην ελληνική λογοτεχνία
Εκτός από τις έξι αυτές συλλογές ο Γιώργης Παυλόπουλος εξέδωσε το 1990 τα «Τριάντα τρία Χαϊκού» αλλά και δοκίμια για την ποίηση. Μετέφρασε ποιήματα των Έζρα Πάουντ, Τόμας Έλιοτ και Σίτγουελ. Επίσης εκδόθηκε η αλληλογραφία του με τον φίλο του λογοτέχνη Νίκο Καχτίτση με τίτλο «Τα γράμματα του Νίκου Καχτίτση στον Γιώργη Παυλόπουλο», το 2002. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ποιητική Τέχνη, Ο Αιώνας μας, Αιολικά Γράμματα, Η Συνέχεια αλλά και με την εφημερίδα Η Καθημερινή. Ποιήματά του μεταφράστηκαν και κυκλοφόρησαν στα αγγλικά και τα γαλλικά, σε πολλές χώρες, αλλά συμπεριλήφθηκαν και στη Νεοελληνική Λογοτεχνία της Γ’ Ενιαίου Λυκείου.
Ακόμη, ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και συμμετείχε με έργα του στην ΙΘ’ Πανελλήνια έκθεση ζωγραφικής. Ήταν τέλος, ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Ο Γιώργης Παυλόπουλος έχει σίγουρα αφήσει το στίγμα του στη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Με εικόνες αφηγηματικές, σχεδόν κινηματογραφικές, με άμεση, καθαρή και πολυσήμαντη γραφή, με συναισθηματική ισορροπία και ποιητική διαύγεια, έχει να πει πολλά και σημαντικά στον σημερινό και μελλοντικό αναγνώστη.
«Η Ποίηση είναι αυτό που ποτέ δεν ειπώθηκε και ούτε πρόκειται ποτέ να ειπωθεί». Γιώργης Παυλόπουλος
Ακολουθεί βίντεο με την απαγγελία του ποιήματος Τα αντικλείδια του Γ. Παυλόπουλου από τον ποιητή Ε. Μύρων
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σ’ αυτό το άρθρο:
- Γιώργης Παυλόπουλος: «Ποιήματα 1943-2008», Χρίστος Παπαγεωργίου. Ανάκτηση από : diastixo.gr (Τελευταία Σύνδεση 24/11/2020)
- Γιώργης Παυλόπουλος, Ανθολόγιο Ποιημάτων (Εισαγωγή-Ανθολόγηση:Στάθης Κουτσούνης). Ανάκτηση από : poiein.gr (Τελευταία Σύνδεση 22/11/2020)
- Γιώργης Παυλόπουλος. Aνάκτηση από: biblionet.gr (Τελευταία Σύνδεση 24/11/2020)
- Γιώργης Παυλόπουλος – ο ποιητής και η ποιητική του. Aνάκτηση από: users.uowm.gr (Τελευταία Σύνδεση 22/11/2020)
Γιώργης Παυλόπουλος: «Τα Αντικλείδια»
Γράφει η Κλεοπάτρα Ζαχαροπούλου
Ο μεταπολεμικός Γιώργης Παυλόπουλος (1924-2008) ευτύχησε να έχει λαμπρή ποιητική πορεία. Η άμεση, λιτή, επικοινωνιακή γλώσσα του κατέκτησε περίοπτη θέση στα ελληνικά γράμματα. Με τον χαμηλόφωνο και έξοχα αφηγηματικό ποιητικό του λόγο, μίλησε για τα ζοφερά μεταπολεμικά χρόνια, για την Κατοχή και την Αντίσταση, για τον Εμφύλιο του αδελφοκτόνου αίματος, για τον Έρωτα και τον θάνατο. Τα θέματά του είναι μικρά πένθη για τους νεκρούς αντάρτες και μεγάλες ελεγείες για το αδικαίωτο όραμα της Αριστεράς. Μας είχε πει ο ίδιος: «Περιμέναμε μια δικαίωση των αγώνων της Αντίστασης στο γενικό σκοτάδι που ερχόταν και το βλέπαμε εκείνα τα χρόνια. Πάντα απειλεί ένα σκοτάδι τον κόσμο. Σήμερα δεν βλέπω από πουθενά φως».
Η ποίησή του διακρίνεται για τη χρήση του καθημερινού λεξιλογίου, την κυριαρχία των κύριων προτάσεων, την αισθαντική/ τρυφερή/ θερμή/ διάχυτα μελαγχολική/ ευανάγνωστη/ διαυγή/ πολυσήμαντη/ βιωματική/ αφηγηματική γραφή, την φιλοσοφική αναζήτηση, την αυτοαναφορικότητα, τον πεζολογικό τόνο, τη συμβολιστική και υπαινικτική γραφή, τη λιτότητα και τη φυσικότητα του λόγου, καθώς και το κουβεντιαστό ύφος.
Τα βιβλία του και τα ποιήματά του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες και ο ίδιος συμμετείχε σε συνέδρια και παρουσιάσεις ποιητών στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ήταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Ο Παυλόπουλος έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: Το κατώγι (1971), Το σακί (1980), Τα αντικλείδια (1988), Τριάντα τρία χαϊκού (1990), Λίγος άμμος (1997), Ποιήματα 1943-1997 (2001),Πού είναι τα πουλιά (2004) και Να μην τους ξεχάσω (2008).
Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα καί προσπερνοῦνε. Ὃμως μερικοί
κάτι βλέπουν, τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι
καί μαγεμένοι πηγαίνουνε να μποῦν.
Ἡ πόρτα τότε κλείνει. Χτυπᾶνε μά κανείς
δέν τούς ἀνοίγει. Ψάχνουνε γιά τό κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιός τό ἒχει. Ἀκόμη
καί τή ζωή τους κάποτε χαλᾶνε μάταια
γυρεύοντας τό μυστικό νά τήν ἀνοίξουν.
Φτιάχνουν ἀντικλείδια. Προσπαθοῦν.
Ἡ πόρτα δέν ἀνοίγει πιά. Δέν ἂνοιξε ποτέ
γιά ὃσους μπόρεσαν νά ἰδοῦν στό βάθος.
Ἲσως τά ποιήματα πού γράφτηκαν
ἀπό τότε πού ὑπάρχει ὁ κόσμος
εἶναι μιά ἀτέλειωτη ἀρμαθιά ἀντικλείδια
γιά ν΄ἀνοίξουμε τήν πόρτα τῆς Ποίησης.
Μά ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή.
Η συλλογή Τα Αντικλείδια
Η συλλογή δημοσιεύτηκε το 1988 και περιέχει ποιήματα ποιητικής, τα περισσότερα από τα οποία δημιουργούν στον αναγνώστη την αίσθηση του ανικανοποίητου και του φευγαλέου, του προσιτού και του οικείου, που γίνεται μακρινό και δύσβατο. O Mαρωνίτης σημείωνε πως σε κάποια από τα ποιήματα της συλλογής, «μπαίνει κάποιο φως ελπίδας, καθώς εδώ το ποίημα κυνηγά ως το τέλος την ποίηση κι η ποίηση το ποίημα». Με άλλα λόγια, η συλλογή έχει ως θέμα «τον ονειρικό αγώνα του ποιητή με το ποίημα».
Ειδολογική κατηγοριοποίηση
Τα Αντικλείδια αποτελούν μια παραβολή, μια αλληγορία για το μαγικό κόσμο της ποίησης και αφηγούνται τις ανά τους αιώνες «δοκιμές για να ορισθεί το άπιαστο είδωλο της ποίησης και το φάντασμα του ενός ποιήματος».
Εύλογα, λοιπόν, συμπεραίνει κανείς πως ειδολογικά η σύνθεση εντάσσεται στα Ποιήματα ποιητικής. Έτσι, ονομάζονται τα αναστοχαστικά ποιήματα, στα οποία οι ποιητές στρέφουν το βλέμμα τους στην ίδια τους την τέχνη, στα εκφραστικά τους μέσα και στον τρόπο με τον οποίο δομείται ο λόγος τους.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για προγραμματικά ποιήματα, τα οποία συνδυάζουν την καλλιτεχνική πρόθεση με την αισθητική αποτίμηση: ο ποιητής λειτουργεί ταυτόχρονα ως καλλιτέχνης και ως κριτικός.
Ο Γ. Π. Σαββίδης ορίζει τα ποιήματα ποιητικής ως τα ποιήματα που έχουν άμεσα ή έμμεσα ως αντικείμενο την ποιητική πράξη ή γενικότερα την καλλιτεχνική δημιουργία, τις προϋποθέσεις της, τις ατομικές και κοινωνικές συνθήκες και τις συνέπειές της. Έτσι, ο αναγνώστης εισέρχεται στο εκάστοτε ποιητικό εργαστήρι και αφουγκράζεται τον διάλογο που ανοίγουν οι ποιητές με την ίδια την τέχνη τους. Το γεγονός αυτό τοποθετεί στο κέντρο του ενδιαφέροντος τον δημιουργό ως λειτουργό και την τέχνη του ως πράξη ευθύνης.
Ο Παυλόπουλος σε συνέντευξή του δήλωνε πως «η ποιητική δημιουργία είναι μια πράξη ερωτική και συνάμα μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο της ζωής και θανάτου να φτάσεις στην αλήθεια της τέχνης σου. Η στιγμή αυτής της αλήθειας είναι απατηλή και πρόσκαιρη όπως η στιγμή κάθε ευτυχίας. Γρήγορα ξαναρχίζεις, πέφτοντας πάλι στην ίδια κατάσταση. Και η μόνη φιλοδοξία σου είναι, να μην καταλάβει ποτέ κανείς την αγωνία σου όταν έγραφες το έργο σου, να μην φανεί ποτέ μέσα στο έργο το παραμικρό σημάδι αυτής της αγωνίας. Τα πράγματα που αγγίζουν σε βάθος, τη ζωή μας, όπως η Ποίηση, μπορεί να ειπωθούν μονάχα μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες μας. Δεν ορίζονται μέσα από θεωρίες και αφηρημένες έννοιες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας ορισμός για την Ποίηση.
Ωστόσο ας μου επιτραπεί να την φαντάζομαι και να την ονειρεύομαι σαν μια πόρτα ανοιχτή». Όπως χαρακτηριστικά τόνιζε, «ο ποιητής δεν μπορεί να ανατρέψει τα πράγματα του κόσμου.
Οι ποιητές είναι δυστυχισμένα πλάσματα που παλεύουν μέρα νύχτα να εκφράσουν το ανέκφραστο και το πιο δύσκολο. O ποιητής είναι αφοσιωμένος στη ζωή, διότι είναι πλάσμα αγάπης. Δεν μπορεί να γράψει αν δεν αγαπήσει τη Φύση, τους Συνανθρώπους του, τη Ζωή την ίδια.
Τα ποιήματα δεν γράφονται με μίσος. Μπορεί να εκφράσουν το μίσος πολλές φορές, αλλά δεν γράφονται με μίσος αλλά με αγάπη και με πίστη στον άνθρωπο. Οι αποδέκτες της ποίησης μπορούν να συγκινηθούν, να μαγευτούν και να προσεγγίσουν μια Αλήθεια μέσα από έναν ποιητή».
Το ποίημα Τα αντικλείδια αποτελεί ποίημα για την ποίηση, καθώς σε αυτό ο ποιητής θέτει πολλά ερωτήματα που σχετίζονται με το ρόλο, τη θέση, το νόημα και την ουσία της ποιητικής τέχνης. Είναι ένα ποίημα, το οποίο σαφώς αναφέρεται στον ορισμό και το χαρακτήρα της ποίησης, στη θέση της τέχνης αυτής στην υλιστική εποχή μας, στις δυσκολίες που πρέπει να υπερνικήσει κάθε ποιητής, αλλά και στα στοιχεία που μαγεύουν αυτούς που προσεγγίζουν τον κόσμο της ποίησης και καταβάλλουν ατέρμονες προσπάθειες, ώστε να τον κατακτήσουν ολοκληρωτικά.
Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, ο ποιητής φρόντισε να περικλείσει μέσα στο ποίημα τα «αντικλείδια» για να ξεκλειδώσουμε τα σύμβολα και να κατανοήσουμε το μύθο. Σ’ ένα δεύτερο, όμως, επίπεδο, το ποίημα δεν προσφέρεται για εύκολες απαντήσεις στα ερωτήματα για τη φύση της ποίησης, που απασχολούν και τον ίδιο τον ποιητή.
Ο τίτλος
Ο τίτλος παραμένει μυστηριακός μέχρι το επιμύθιο. Αξιοσημείωτη είναι η διάκριση ανάμεσα στα πολλά αντικλείδια και στο ένα δυσεύρετο κλειδί της ποίησης.
Νοηματικές ενότητες
Το ποίημα δομείται στο σχήμα κύκλου και ακολουθεί το αφηγηματικό σχήμα του παραμυθιού: μύθος-επιμύθιο. Έτσι, το ποίημα μπορεί να διακριθεί σε δύο ενότητες:
στ. 1-13: ορισμός της ποίησης
στ. 14-18: ορισμός των ποιημάτων
Γραμματολογικές Συνιστώσες
Διαβάζοντας Τα Αντικλείδια συλλογιζόμαστε τι κρύβει αυτή η πόρτα που μοιάζει ανοιχτή, αλλά δεν αφήνει κανένα να δρασκελίσει; Τι υπάρχει πίσω της, που ασκεί τόση γοητεία; Τι είναι αυτό που οι ποιητές από καταβολής του κόσμου αναζητούν και, σύμφωνα με τον ποιητή, δε θα το βρουν ποτέ; Και τα αντικλείδια; Τι καταφέρνουν; Τι ξεκλειδώνουν αυτά; «Το ποίημα αυτό», δήλωνε σε συνέντευξή του ο Παυλόπουλος, «προσφέρεται για πολλές εκδοχές. Εγώ ποτέ δεν αναλύω.
Αφήνω την περαιτέρω έρευνα για τον αναγνώστη». Ουσιαστικά, πρόκειται για έναν μύθο για την ποίηση και αφηγείται μία επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες απόπειρα να παραβιασθεί η ανοιχτή της πόρτα. Το πρόσωπο που αφηγείται έχει καθολική εποπτεία στον χώρο που είναι ο κόσμος και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος.
Με άλλα λόγια, Τα Αντικλείδια αποτελούν μια αλληγορική αφήγηση συναρτώμενη από εικόνες εναργείς που κινούνται διαλεκτικά μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, με θέμα την ουσία της ποίησης, τους ποιητές και τα ποιήματα.
Ερμηνευτική προσέγγιση
Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα καί προσπερνοῦνε. Ὃμως μερικοί
κάτι βλέπουν, τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι
καί μαγεμένοι πηγαίνουνε να μποῦν.
Ἡ πόρτα τότε κλείνει. Χτυπᾶνε μά κανείς
δέν τούς ἀνοίγει. Ψάχνουνε γιά τό κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιός τό ἒχει. Ἀκόμη
καί τή ζωή τους κάποτε χαλᾶνε μάταια
γυρεύοντας τό μυστικό νά τήν ἀνοίξουν.
Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή:
Στην αρχή του ποιήματος ο ποιητής προβαίνει σε μια απόπειρα απρόοπτου ορισμού της ποίησης, με μια οικεία και καθημερινή εικόνα, που μοιάζει με κατάθεση ενορατικής εμπειρίας.
Η Ποίηση παρουσιάζεται σαν πόρτα ανοιχτή, δηλαδή ως χώρος προσιτός στον καθένα, ως πόρτα μέσα από την οποία βλέπουμε όλοι αυτό που θέλουμε να δούμε. Η πόρτα αυτή συνδέει τον ορατό με τον αόρατο κόσμο, τον υλιστικά ευδαιμονικό και χρησιμοθηρικό με τον πνευματικό, της ομορφιάς, της καρδιάς. Η ανοιχτή πόρτα δηλώνει ότι ο καθένας μπορεί να καταπιαστεί με την ποίηση, αρκεί να δει στη ζωή του «μια μαύρη έναστρη νύχτα για να ξυπνήσει ο κόσμος του αόρατου, της ψυχής, κατά τον Σικελιανό. Πού όμως οδηγεί η πόρτα;
Οι απαντήσεις ποικίλλουν: στο βασίλειο της ποίησης, στα έγκατα της καρδιάς, στον σκοτεινό επέκεινα κόσμο, κ.ά.
Σε συνέντευξή του, ο Παυλόπουλος υποστήριζε: «Η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή ως τη στιγμή που θα κοιτάξεις μέσα και πηγαίνεις να μπεις. Την ίδια ακριβώς στιγμή η πόρτα κλείνει. Έκτοτε, αυτό που είδες και δεν είδες, αυτό που μόλις πρόφτασες να ιδείς και χάθηκε από τα μάτια σου θα σε προκαλεί για κάτι απροσδιόριστο και μαγικό. Θέλεις ν’ ανοίξεις πάλι την πόρτα, θέλεις να ξαναϊδείς, όμως κλειδί δεν υπάρχει. Πηγαίνεις λοιπόν και μαθαίνεις την τέχνη του κλειδαρά. Φτιάχνοντας αντικλείδια, ελπίζεις ότι βρίσκεσαι όλο και πιο κοντά στο μυστικό της πόρτας.
Θα λέγαμε ότι βρίσκεσαι όλο και πιο κοντά στο ποιητικό σου όραμα, πως τα αντικλείδια σου είναι τα ποιήματα που φτιάχνεις, για να αποκαλύψεις κάτι που παραμένει πάντα απατηλό και φευγαλέο. Όπως μέσα στα όνειρα. Έτσι θέλω να πιστεύω για τον εαυτό μου, ότι ανήκω και στην Συντεχνία των κλειδαράδων και στην Εταιρεία των Συγγραφέων.
Εν τούτοις κάποιοι έχουν την ψευδαίσθηση ότι η ποίηση είναι μια πόρτα συνεχώς ανοιχτή, απ’ όπου μπορούν να μπαίνουν και να βγαίνουν άνετα. Μα αυτοί είναι οι μόνοι απ’ τους οποίους δεν κινδυνεύει να εκλείψει η τέχνη των κλειδαράδων».
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν/ τίποτα καί προσπερνοῦνε […]: Η διάκριση που κάνει ο ποιητής ανάμεσα σε αυτούς που κοιτάζουν πρόχειρα, επιπόλαια και επιδερμικά και αυτούς που πραγματικά βλέπουν, έχει να κάνει με την ιδιαίτερη φύση της ποιητικής τέχνης, η οποία απαιτεί από τον αναγνώστη μια αυξημένη ευαισθησία κι ένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για να μπορέσει πραγματικά να εκτιμήσει όσα έχει να του προσφέρει μια τόσο εκλεπτυσμένη μορφή τέχνης.
Η ποίηση δεν είναι προσιτή σε όλους υπό την έννοια ότι δεν είναι πάντοτε εύκολο σ’ έναν αμύητο αναγνώστη να κατανοήσει και να αισθανθεί πλήρως την ομορφιά του ποιητικού λόγου, αλλά και τις πνευματικές ανησυχίες που επιχειρεί να εκφράσει ο ποιητής. Είναι άλλωστε σύνηθες για κάποιους ποιητές να διατυπώνουν κεκαλυμμένα τα μηνύματα του ποιητικού τους λόγου, γεγονός που δυσχεραίνει την κατανόηση του έργου τους και αποθαρρύνει τους αναγνώστες που δεν είναι διατεθειμένοι να αφιερώσουν χρόνο στην πρόσληψη της ποίησης.
Επομένως, εκείνοι που προσπερνούν χωρίς να δουν κάτι είναι οι άνθρωποι που δεν εκτιμούν τη μαγεία της ποιητικής τέχνης, καθώς δεν έχουν τη διάθεση ή την δυνατότητα να ασχοληθούν σε βάθος με μια τέχνη που συχνά αντιστέκεται στην επιφανειακή προσέγγιση και δε χαρίζει εύκολα τα μυστικά της δώρα. Διαφορετικά, οι πολλοί που προσπερνούν είναι η συγκαιρινή εποχή, η υλιστική κοινωνία, που χαρακτηρίζεται από την εγωπάθεια, εσωστροφή, ενδοσκόπηση, κερδοσκοπία, την ευζωία, τον ατομικισμό, ωφελιμισμό και αισθησιασμό. Σύμφωνα με τον Ελύτη, όταν υπερτροφεί ο υλικός πολιτισμός, ο πνευματικός καταδικάζεται.
Στον αντίποδα, οι μερικοί, οι λίγοι που νιώθουν τη δύναμη του ποιητικού λόγου είναι είτε οι αναγνώστες που αγαπούν την τέχνη αυτή είτε οι ίδιοι οι υπηρέτες της ποιητικής τέχνης, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να αφιερώσουν τη ζωή τους σε μια προσπάθεια να κατακτήσουν τα μυστικά της τέχνης τους. Και είναι λίγοι εκείνοι που πραγματικά βλέπουν μέσα από την πόρτα της ποίησης, καθώς πρόκειται για μια τέχνη που απαιτεί πολύ χρόνο και πολλή προσπάθεια για να μπορέσει κάποιος να εξοικειωθεί με τις ιδιαίτερες εκφάνσεις της και να εκτιμήσει πλήρως την αξία της. Και είναι ακόμη λιγότεροι εκείνοι που θα επιλέξουν να την υπηρετήσουν ως δημιουργοί, καθώς είναι μια τέχνη που δύσκολα θα προσφέρει στο δημιουργό της την αίσθηση της επιτυχίας και της δικαίωσης, μιας και ο δρόμος που οδηγεί στην αλήθεια της είναι απαιτητικός και απρόσιτος.
Όμως μερικοί/ κάτι βλέπουν, τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι/ καί μαγεμένοι πηγαίνουνε να μποῦν: Οι μερικοί, οι εκλεχτοί, που αντιδιαστέλλονται στους πολλούς, μαγεύονται από τη φευγαλέα ματιά τους στο μαγικό κόσμο της ποίησης. Οι λίγοι μπορεί να συναρπάζονται από τη μαγεία των λέξεων, από την πρόκληση να αποδώσουν με τα υλικά τους την ουσία της, από το πείραμα της σύνθεσης ποίησης με εικόνες, ιδέες και αξίες. Κατά καιρούς, οι ίδιοι οι δημιουργοί έδωσαν απαντήσεις για το τι βλέπουν στις ματιές τους «από την πόρτα της ποίησης»: μια πράξη εμπιστοσύνης, την ομορφιά και το φως, τη μεταμορφωτική επέμβαση μέσα στην πραγματικότητα, το μυστήριο, την οδό προς το άγνωστο μέρος του εαυτού μας, την υπέρβαση του εαυτού μας, τη μοναξιά και την αλληλεγγύη, το συναίσθημα και τη δράση, τη γνώση του εαυτού μας και του κόσμου, της ανθρωπότητας, τα μυστικά της φύσεις, κ.ά. Οι ματιές ποικίλλουν και ο κάθε δημιουργός βλέπει αυτό που θέλει να δει.
Ἡ πόρτα τότε κλείνει. Χτυπᾶνε μά κανείς/ δέν τούς ἀνοίγει. Ψάχνουνε γιά τό κλειδί: Η τραγικότητα της ενασχόλησης με την ποίηση και η άκαρπη επαναλαμβανόμενη δοκιμασία του ποιητή. Οι επίδοξοι ποιητές αρχίζουν έναν μάταιο, δραματικό, εσωτερικό αγώνα, που προϋποθέτει καταβολή μόχθου, ώστε να βρεθεί το κλειδί της πόρτας. Κατά την Τ. Καραγεωργίου, η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή όσο δεν θέλουμε να την διαβούμε. Όταν, όμως, θελήσουμε, κλείνει. Αναζητούμε την μαγεία της ποίησης και μόλις θελήσουμε να γίνουμε κοινωνοί της, η πόρτα κλείνει. Επομένως, ο ποιητής είναι ένας εξόριστος από τον κόσμο της ποιητικής μαγείας. Η πόρτα που κλείνει πριν διαβεί ο ποιητής το βασίλειο της ποίησης συμβολίζει τις δυσκολίες, τα εμπόδια με τα οποία έρχεται ο ποιητής αντιμέτωπος και τα οποία απελπισμένα προσπαθεί να προσπελάσει.
Είναι οι κατά Σικελιανό ορθοί φραγμοί που πρέπει να γκρεμιστούν με όπλο την αισιοδοξία. Οι φραγμοί αυτοί μπορεί να είναι η αυθαίρετη, μηχανική, μνημονική, διαιρετική και λογοκρατική ερμηνεία της διανόησης, η νάρκωση και η αδρανοποίηση του πνεύματος λόγω της κυριαρχίας της συμβατικής εκπαίδευσης, η εμπειρική, ωφελιμιστική, χρησιμοθηρική, κερδοσκοπική αποτίμηση της ζωής, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και οι επικρατούσες ιδεολογίες, η αδυναμία εστίασης στην ουσία του πράγματος, κ.ά.
Το κλειδί της ποίησης μπορεί να: (α) είναι η σύλληψη της κοσμικής πραγματικότητας, της αιώνιας, άφθαρτης αλήθειας που διαχέεται σ’ όλη την πλάση. Γι’ αυτό ο ποιητής καλείται να αναπτύξει και να κερδίσει τη ζωή και τη συνείδηση της ζωής ως ενιαία και άρτια αποτίμηση της κοσμικής ψυχής και της ψυχής του. (β) Είναι η εύρεση του μαγικού εκείνου μέρους, όπου χορεύει κανείς άχαρα και τραγουδά λυπητερά. Είναι η εύρεση του αρχέγονου χορού και του τραγουδιού. (γ) Είναι ο άνθρωπος.
Κανείς δεν ξέρει ποιός τό ἒχει. Ἀκόμη/ καί τή ζωή τους κάποτε χαλᾶνε μάταια/ γυρεύοντας τό μυστικό νά τήν ἀνοίξουν: Κατά τον Παυλόπουλο, η Ποίηση είναι πράξη ερωτική και συνάμα πράξη απόγνωσης, μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου. Πέρα από την αισθητική απόλαυση, η ποιητική δημιουργία αναζητά την Αλήθεια. Από τη στιγμή που ο ποιητής γνώρισε έστω και με μια φευγαλέα ματιά το μαγικό κόσμο της ποίησης, η ζωή του έχει πια μόνο ένα σκοπό: την κατανόηση των μυστικών της, του «μυστηρίου» της, όπως ισχυρίζεται και ο Ελύτης. Μάλιστα, όταν αυτός ο σκοπός επιφορτιστεί από την ίδια τη φύση του ποιητή με μια ευθύνη, τότε συχνά του γονατίζει από το μόχθο ή του ματώνει ως τα μύχια, την ψυχή.
Φτιάχνουν ἀντικλείδια. Προσπαθοῦν.
Ἡ πόρτα δέν ἀνοίγει πιά. Δέν ἂνοιξε ποτέ
γιά ὃσους μπόρεσαν νά ἰδοῦν στό βάθος.
Ἲσως τά ποιήματα πού γράφτηκαν
ἀπό τότε πού ὑπάρχει ὁ κόσμος
εἶναι μιά ἀτέλειωτη ἀρμαθιά ἀντικλείδια
γιά ν΄ἀνοίξουμε τήν πόρτα τῆς Ποίησης.
Οι ποιητές που δεν δύνανται να βρουν το κλειδί της ποίησης ή του περάσματος στο βασίλειό της, απογοητευμένοι, αλλά και πείσμονες αρχίζουν την κατασκευή των δικών τους αντικλειδιών (= ποιήματα), δοκιμάζοντάς τα συνεχώς στην πόρτα της Ποίησης, μήπως και κάποιο απ’ αυτά καταφέρει να παραβιάσει τον κόσμο της.
Το κάθε ποίημα, λοιπόν, που γράφεται αποτελεί και ένα φιλόδοξο αντικλείδι, που δοκιμάζεται στην κλειδαριά της ποίησης. Μάταια, όμως, η Πόρτα δεν ανοίγει. Αυτό το αποδεικνύουν τα αμέτρητα ποιήματα που έχουν γραφτεί. Οι δοκιμές για να οριστεί το φευγαλέο της ποίησης είναι ατομικές, μοναχικές απόπειρες λύτρωσης, που είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Κάποιες απ’ αυτές είναι προϊόντα ιδεολογιών ή δεν έχουν τη σωστή βαρύτητα του ρεαλισμού και της μαγείας.
Στους στίχους αυτούς η αντίφαση είναι καθαρά φαινομενική, καθώς επί της ουσίας η πόρτα είναι κλειστή κυρίως για τους ανθρώπους που μπορούν να δουν στο βάθος και μπορούν να αντιληφθούν την αξία της ποιητικής τέχνης, μιας και οι άνθρωποι αυτοί μπορούν παράλληλα να κατανοήσουν τη δυσκολία που υπάρχει στο να δημιουργήσει κανείς ένα αξιόλογο ποιητικό έργο. Όσοι κοιτάζουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και δε βλέπουν τίποτα, δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν τη μαγεία της ποίησης και τη δυσκολία που υπάρχει στο να μπορέσει κάποιος να συνθέσει ένα πραγματικά αξιόλογο ποιητικό έργο. Όσοι κοιτάζουν χωρίς να βλέπουν, δεν πρόκειται καν να συνειδητοποιήσουν ότι στην πραγματικότητα η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή γιατί δεν πρόκειται ποτέ να επιχειρήσουν να την ανοίξουν, δεν πρόκειται δηλαδή ποτέ να επιχειρήσουν να γράψουν ποίηση. Όσοι όμως βλέπουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και κατανοούν την αξία της, το πιθανότερο είναι ότι θα προσπαθήσουν να εισαχθούν βαθύτερα στον κόσμο της ποίησης δημιουργώντας και οι ίδιοι ποιητικό έργο και τότε θα αντιληφθούν ακόμη καλύτερα την αξία της ποίησης καθώς θα διαπιστώσουν ότι η ποιητική δημιουργία δεν είναι εύκολη ούτε και δεδομένη. Για κάποιους μάλιστα ακόμη και το γεγονός ότι θα αφιερώσουν όλη τους τη ζωή στην ποίηση δε θα σταθεί αρκετό να τους επιτρέψει να ανοίξουν την πόρτα της τέχνης αυτής.
Η Ποίηση είναι με κεφαλαίο γράμμα και αποτελεί ιερό, ιδανικό, απρόσιτο στόχο. Η ουσία της παραμένει χιμαιρική.
Μά ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή:
Το ποίημα τελειώνει με σχήμα κύκλου, έτσι όπως άρχισε. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στους στίχους είναι ότι ο ορισμός του τελευταίου στίχου ξεκινά με τη λέξη «μα», που δηλώνει ότι μια νέα προσπάθεια μπορεί να ξεκινήσει. Το σχήμα του κύκλου συμβολίζει την αέναη, την ασταμάτητη προσπάθεια των ποιητών να κατακτήσουν τη βαθύτερη ουσία του κόσμου της ποίησης και το φαύλο κύκλο, στον οποίο βρίσκονται οι ποιητές κάθε φορά που ελπίζουν ότι με κάθε ποιητική τους δημιουργία θα κατανοήσουν την αξία και θα βρουν τρόπο να διεισδύσουν στον ποιητικό κόσμο που προαναφέρθηκε. Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή˙ η πρόσκληση ανανεώνεται˙ η περιπέτεια δεν έχει τέλος. Η πόρτα θα ξανακλείσει, αλλά θα παραμένει ανοιχτή. Αντίφαση λογική, όχι όμως ποιητική, ούτε φιλοσοφική.
Η πόρτα παραμένει ανοιχτή μέχρι κάποιος να προχωρήσει για λίγο το βήμα του στην έκταση της γης και παιδί να αντικρίσει για πρώτη φορά την πρώτη μαύρη έναστρη νύχτα, κατά τον Σικελιανό. Τότε θα στρέψει αναπόφευκτα το βήμα του προς της πόρτα της ποίησης. Αυτή θα κλείσει αφήνοντάς τον μαγεμένο να δοκιμάζει με την αρμαθιά αντικλειδιών… Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι το ίδιο το ποίημα γίνεται ένα ακόμα αντικλείδι για να παραβιαστεί η πόρτα της ποίησης.
Έτσι, το σχήμα κύκλου αιτιολογείται καθώς η ίδια η σύνθεση έγινε φορέας, ενσωματώθηκε στην εμπειρία που περιέγραψε. Ο ποιητής παγιδεύει τον αναγνώστη του σ’ έναν αέναο κύκλο, όπου η αρχή συμπίπτει με το τέλος και το τέλος με την αρχή, θέλοντας να δηλώσει την άρρηκτη σχέση μεταξύ των πραγμάτων, αλλά και τη συνύπαρξη αντιφάσεων σε κάθε κατάσταση της ζωής.
Ο καταληκτικός στίχος ξεχωρίζει τυπογραφικά από το υπόλοιπο σώμα του ποιήματος. Είναι το «επιμύθιον» των παλιών μυθικών-αλληγορικών αφηγήσεων: η Ποίηση είναι μια διαρκής πρόσκληση και πρόκληση, μια ατέρμονη περιπέτεια.
Στοιχεία τεχνικής
Τρόπος ανάπτυξης του θέματος:
Το ποίημα ξεκινά με τον ορισμό της ποίησης ως «πόρτα ανοιχτή».
Η συνέχεια, ωστόσο, αναιρεί τον αρχικό ορισμό, καθώς δεν προσφέρονται στον αναγνώστη εύκολες απαντήσεις στα ερωτήματα που ανακύπτουν σχετικά με τη φύση της ποίησης, όπως για παράδειγμα: αν η ποίηση είναι ανοιχτή τότε πώς κλείνει, αν είναι πόρτα, πού οδηγεί, τι βλέπει κανείς μέσα απ’ αυτή και μαγεύεται, γιατί η πόρτα άπαξ και κλείσει δεν ανοίγει, πού βρίσκεται το κλειδί, πώς φτιάχνονται αντικλείδια χωρίς να υπάρχει κλειδί, κ.ά.
Στοιχεία της αφήγησης:
Η ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου είναι κυρίως αφηγηματική καθώς η συνήθης τάση του ποιητή είναι να περνά το μήνυμά του μέσα από την οπτική γωνία ενός αφηγητή που μας διηγείται την ιστορία του ή μια ιστορία. Τα ποιήματά του, επομένως, αποτελούν σύντομες διηγήσεις, όπου συναντάει κανείς μια υποτυπώδη πλοκή και αρκετά ενδιαφέρουσες ανατροπές. Τις ιστορίες του μάλιστα ο ποιητής της παρουσιάζει συνήθως υπό τη μορφή εικόνων ή κινηματογραφικών πλάνων, φροντίζοντας να μας καθοδηγεί κάθε φορά στη δημιουργία της κατάλληλης εικόνας, ώστε να δούμε το ξεδίπλωμα της ιστορίας όπως ο ίδιος το έχει πλάσει στη σκέψη του.
Είναι ενδιαφέρον παράλληλα το γεγονός ότι ο Παυλόπουλος δεν επιδιώκει να μεταφέρει την ιστορία του με τη χρήση ενός αμιγώς λυρικού λεξιλογίου, απεναντίας προτιμά τις απλές καθημερινές λέξεις, δημιουργώντας έτσι μια αίσθηση οικειότητας στον αναγνώστη. Στα Αντικλείδια συναντάμε στίχους όπως: «κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι», στους οποίους κυριαρχεί η καθημερινή φράση και το ύφος είναι περισσότερο πεζολογικό παρά ποιητικό.
Σημασία, άλλωστε, για τον ποιητή έχει να περάσει το μήνυμά του και όχι να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη με τη λεξιλογική του εμβρίθεια και τη δυνατότητά του να χειρίζεται τον ποιητικό λόγο.
Ο Παυλόπουλος ανήκει στους ποιητές που δε νιώθουν την ανάγκη να μεγαλουργήσουν σε λυρικό επίπεδο, καθώς πιστεύουν ότι εκείνο που έχουν να μοιραστούν με τους αναγνώστες τους, σε επίπεδο περιεχομένου, είναι σαφώς σημαντικότερο. Για το λόγο αυτό η ιστορία του ποιήματος μας δίνεται με λιτό τρόπο, σχεδόν σαν να μας μιλά ο ποιητής και επικεντρώνεται περισσότερο στην ουσία του μεταφερόμενου μηνύματος. Στο συγκεκριμένο ποίημα η ιστορία που μας παρουσιάζεται αναφέρεται στις προσπάθειες που γίνονται διαχρονικά από τους ποιητές να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης για να μπορέσουν να εισέλθουν στον ποιητικό κόσμο που τόση μαγεία έχει να προσφέρει στους μυημένους. Οι προσπάθειες αυτές έχουν ξεκινήσει από τότε που υπάρχει ο κόσμος μα δεν είναι επιτυχείς καθώς η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή.
Η ιστορία αυτή μας δίνεται από έναν αφηγητή που έχει συνολική εποπτεία τόσο του χώρου όσο και του χρόνου των προσπαθειών που έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται για να ανοιχτεί η πόρτα της ποίησης. Η γνώση του αφηγητή σχετικά με την αξία της ποίησης και τις τόσες προσπάθειες που γίνονται από τους ποιητές για να μπορέσουν να κατακτήσουν τα μυστικά της ποιητικής τέχνης, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πρόσωπο που αφηγείται δεν μπορεί παρά να έχει ασχοληθεί σε μεγάλο βαθμό με την ποίηση και πιθανότατα να είναι και ο ίδιος ένας ποιητής.
Ενδεικτικό, ως προς την άμεση σχέση του αφηγητή με την ποιητική δημιουργία, είναι το γεγονός ότι συμπεριλαμβάνει τον εαυτό του σε αυτούς που προσπαθούν να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης: «Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν / από τότε που υπάρχει ο κόσμος / είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια/ για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.»
Ο αφηγητής μιλώντας για τις διαχρονικές προσπάθειες των ποιητών δε λέει για να ανοίξουν την πόρτα της Ποίησης, αλλά επιλέγει να πει για να ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης, εντάσσοντας και τον εαυτό του σε αυτούς που επιχειρούν ή έστω ενδιαφέρονται πάρα πολύ για το άνοιγμα της σημαντικής αυτής πόρτας. Άλλωστε ο τρόπος με τον οποίο μιλά για τις αγωνιώδεις προσπάθειες των ποιητών να δημιουργήσουν το κατάλληλο αντικλείδι, αποκαλύπτει μια εναργέστερη εμπλοκή με την προσπάθεια αυτή και μια ιδιαίτερη γνώση της αφοσίωσης και της αποφασιστικότητας που χαρακτηρίζει όσους υπηρετούν την ποιητική τέχνη.
Ο αφηγητής, λοιπόν, δεν ταυτίζεται με το δημιουργό της σύνθεσης. Είναι ένα αόριστο, ένα πλαστό πρόσωπο, που παρακολουθεί την εξέλιξη της ποίησης από τη γένεση του κόσμου έως τη στιγμή συγγραφής του ποιήματος. Η αφήγηση δεν αφορά ένα συγκεκριμένο συμβάν, αλλά μια επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες απόπειρα να παραβιασθεί η ανοιχτή πόρτα της ποίησης. Η αφηγηματική φωνή δεν εμφανίζεται ως υποκείμενο. Έτσι, η σύνθεση κερδίζει σε εγκυρότητα και αντικειμενικότητα, καθώς το πρόσωπο που αφηγείται διαθέτει μια συνολική εποπτεία στο χωροχρόνο.
Η ποιητική αφήγηση: Το ποίημα περιέχει ποιητική αφήγηση με παντογνώστη αφηγητή, που γνωρίζει τη βαθύτερη ουσία της ποίησης και τις ποιητικές απόπειρες. Αφηγείται έναν αλληγορικό ποιητικό μύθο σε γ΄ ενικό (τριτοπρόσωπη ποιητική αφήγηση). Από την παντογνωσία ξεφεύγει μόνο στο στίχο 17, όπου με το α΄ πρόσωπο καταθέτει τη δική του εμπειρία στην ατέρμονη και δραματική αναζήτηση του μυστικού της ποίησης.
Χωρόχρονο: Ο ποιητικός μύθος τοποθετείται σ’ ένα χώρο μαγικό, μυστηριακό και σε χρόνο προαιώνιο, «από τότε που υπάρχει ο κόσμος».
Η τεχνική της αντίφασης/ αντίθεσης: Η πόρτα της ποίησης είναι ανοιχτή, αλλά κλείνει για τους λίγους και δεν ανοίγει. Οι πολλοί δεν βλέπουν τίποτα, οι λίγοι κάτι. Δεν υπάρχει κλειδί για την πόρτα, αν και υπάρχει μια αρμαθιά αντικλείδια. Ο αγώνας για ξεκλείδωμα είναι μάταιος, αλλά γοητευτικός. Όσοι προσπαθούν με αντικλείδια να ανοίξουν την Πόρτα της Ποίησης γράφοντας ποιήματα, δε θα τα καταφέρουν ποτέ, αφού η πόρτα είναι ανοιχτή.
Στοιχεία παραμυθιού: Πρόκειται για έναν ποιητικό μύθο με μαγικό και μυστηριώδες περιεχόμενο, που κάνει λόγο για το μυστικό κλειδί και τα αντικλείδια. Το ποίημα περιέχει την αναζήτηση ενός άπιαστου και ανεξιχνίαστου θησαυρού και καταλήγει στο επιμύθιο. Ωστόσο, η σύνθεση δεν έχει το αστραφτερό τέλος των παραμυθιών. Η πόρτα δεν ανοίγει ως εκ θαύματος. Ο ποιητικός μύθος προσομοιάζει με κυκλικό παραμύθι, που δύναται να αφηγηθεί κανείς επ’ άπειρον, αφού το τέλος συμπίπτει με την αρχή.
Οι κύριες προτάσεις και η αισθητική τους λειτουργία: Ο ποιητικός λόγος του Παυλόπουλου στα Αντικλείδια χαρακτηρίζεται από μια συνεχή εναλλαγή αυτοτελών νοημάτων που του προσδίδουν ένα γοργό ρυθμό αφήγησης. Η κυριαρχία των κύριων προτάσεων, επομένως, ενισχύει την προσπάθεια του ποιητή να διατυπώσει με σαφήνεια και απλότητα το μήνυμά του. Ο ποιητής δεν επιθυμεί να αποκρύψει τη σκέψη του ούτε να δυσκολέψει τον αναγνώστη μέσα από δυσνόητες κι ελλειπτικές διατυπώσεις, γι’ αυτό και επιλέγει την εκφραστική καθαρότητα που του προσφέρουν οι κύριες προτάσεις. Άλλωστε, η απλότητα του ποιητικού του λόγου δε σημαίνει παράλληλα και απλότητα στις σκέψεις που διατυπώνει κι αυτό είναι που κάνει τα ποιήματά του τόσο ενδιαφέροντα. Ο Παυλόπουλος δημιουργεί με λιτά εκφραστικά μέσα τα ποιητικά του αινίγματα που καλούν τον αναγνώστη σε μια καίρια πνευματική αναζήτηση απαντήσεων. Οι κύριες προτάσεις με τη νοηματική τους σαφήνεια επιτρέπουν στον αναγνώστη να εισχωρήσει στο αφηγηματικό ξεδίπλωμα του ποιήματος και να εμπλακεί στην αναζήτηση του ποιητή. Δημιουργούν, παράλληλα, μια αίσθηση οικειότητας καθώς ο λόγος του ποιητή ακούγεται απλός και καθημερινός, χωρίς την ποιητικότητα εκείνη που κάποτε δυσχεραίνει την κατανόηση του νοήματος και αποθαρρύνει τους αναγνώστες.
Εκφραστικοί τρόποι: Ο Παυλόπουλος επιλέγει τη διαμόρφωση του ποιητικού του λόγου με τα πλέον σαφή και λιτά εκφραστικά μέσα. Η κυριαρχία των κύριων προτάσεων, η χρήση καθημερινών εκφράσεων και παράλληλα η σχεδόν πλήρης έλλειψη επιθέτων και σχημάτων λόγου προσφέρουν στην ποίηση του Παυλόπουλου μια εκπληκτική σαφήνεια. Ο αναγνώστης έρχεται σ’ επαφή μ’ ένα λόγο πολύ κοντά στην καθημερινή ομιλία που του επιτρέπει την άμεση πρόσληψη του μεταφερόμενου μηνύματος, παρά το γεγονός ότι στην πραγματικότητα η προσέγγιση του ποιητικού νοήματος προσκρούει στην αινιγματική παρουσίαση της ποίησης. Ο Παυλόπουλος συχνά στην ποίησή του αναδεικνύει τις αντιφάσεις που ενυπάρχουν ακόμη και σε έννοιες ή καταστάσεις που φαινομενικά δείχνουν ξεκάθαρες, ενώ παράλληλα αρέσκεται στην παρουσίαση δραματοποιημένων ιστοριών που καταλήγουν σε μια διλημματική ή και αινιγματική προσέγγιση.
Στα Αντικλείδια η πόρτα της ποίησης είναι ανοιχτή μα παράλληλα απροσπέλαστη καθώς στην πραγματικότητα δεν άνοιξε ποτέ. Ο βασικός προβληματισμός του ποιήματος, παρά το γεγονός ότι παρέχεται στον αναγνώστη με σαφή και λιτό τρόπο, παραμένει δυσεπίλυτος, καθώς πράγματι η πόρτα της ποίησης, δηλαδή η γνώση της ποιητικής τέχνης δεν είναι εύκολο να κατακτηθεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ποίηση δεν είναι πάντοτε διαθέσιμη ως μέσο έκφρασης για κάθε πιθανό ενδιαφερόμενο. Η ατμόσφαιρα είναι μυστηριακή και μυθική και με αλληγορίες, εικόνες και μεταφορές οδηγεί σε σκηνοθετικούς χειρισμούς (= θέμα, πρόσωπα, χωρόχρονο, δράση-αντίδραση, πλοκή, σκηνές), μέσω των οποίων υποβάλλονται στον αναγνώστη ερωτήματα.
Σχήμα του κύκλου: Ο ποιητής ξεκινά με την παραδοχή ότι η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, θέλοντας να δηλώσει τη διαρκή παρουσία της στη ζωή μας. Η ποίηση είναι πάντοτε στη διάθεσή μας είτε για να μας συγκινήσει μέσω της δημιουργίας κάποιου άλλου ανθρώπου είτε για να αποτελέσει το δικό μας μέσο έκφρασης. Βέβαια, όπως μας εξηγεί ο ποιητής, λίγοι είναι αυτοί που θα κοιτάξουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και πραγματικά θα δουν τι έχει να τους προσφέρει. Όσοι όμως αντικρίσουν τα θέλγητρα της ποίησης θα συνειδητοποιήσουν ότι η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή και δεν μπορεί να ανοίξει καθώς κανείς δε γνωρίζει που βρίσκεται το κλειδί. Όσοι πραγματικά νιώσουν τη δύναμη και την αξία της ποίησης, συνειδητοποιούν παράλληλα το πόσο δύσκολο είναι να κατακτήσει κανείς την τέχνη αυτή και παρόλο που πολλοί από αυτούς αφιερώνουν ολόκληρη τη ζωή τους στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν το ιδανικό ποίημα που θα αποτελέσει το αντικλείδι που θα τους επιτρέψει να εισέλθουν στον κόσμο της ποίησης, τελικά αντιλαμβάνονται ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Ο αρχικός στίχος του ποιήματος με το κάλεσμα της ανοιχτής πόρτας δίνει την ευκαιρία στους ανθρώπους να δουν τη μαγεία της ποίησης, ενώ το κλείσιμο της πόρτας στη συνέχεια τους ωθεί σε μια διαρκή προσπάθεια ποιητικής δημιουργίας ώστε να ανοίξουν εκ νέου τη μαγική αυτή πόρτα.
Η διαπίστωση ότι κανείς δεν κατόρθωσε να φτιάξει το αντικλείδι που θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα, παρά τις προσπάθειες των ποιητών από την αρχή του κόσμου, οδηγεί σε μια ματαίωση του διαχρονικού αυτού δημιουργικού ταξιδιού και θέτει ένα τέλος που μοιάζει αμετάκλητο. Ο ποιητής όμως επανέρχεται στο τέλος του ποιήματος με το ίδιο κάλεσμα: «Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.», για να δώσει το κέλευσμα μιας νέας αρχής.
Η ποιητική δημιουργία είναι μια αέναη διαδικασία που δεν μπορεί να παύσει ή να ματαιωθεί, καθώς η ποίηση δεν είναι παρά το συνονθύλευμα όλων εκείνων των ποιητικών προσπαθειών που γίνονται ανά τα χρόνια από τους επίδοξους δημιουργούς.
Το σχήμα κύκλου επομένως λειτουργεί ως έναυσμα για την εκκίνηση ή τη συνέχιση της προσπάθειας, μιας και η ποίηση μπορεί να αποτελεί έναν δύσκολο ή σχεδόν απίθανο στόχο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα πρέπει οι ποιητές να εγκαταλείπουν τις προσπάθειές τους. Ο Παυλόπουλος άλλωστε αναφέρει: «Δεν μπορείς να εξηγήσεις πώς γίνεται ένα ποίημα. Ένα ποίημα προετοιμάζεται μέσα σου από τα παιδικά σου ακόμα χρόνια. Ένα άλλο προαισθάνεσαι να σε περιμένει στο στρίψιμο του δρόμου. Και πράγματι σε περιμένει.
Ένα άλλο που δεν θα το γράψεις ποτέ, ξέρεις ότι θα το σκέφτεσαι ως την ώρα του θανάτου σου. Το ποίημα έρχεται και φεύγει, ξαναγυρίζει, ξαναφεύγει, ξαναγυρίζει. Μπορεί να περάσουν χρόνια ή μια ολόκληρη ζωή, παλεύοντας να πιάσεις τον ίσκιο ενός πουλιού». Για τον πραγματικό ποιητή η ενασχόληση με την ποίηση είναι μια διαδικασία χωρίς τέλος, που μπορεί να καταλήξει στη δημιουργία λίγων ή πολλών ποιημάτων, αλλά πάντοτε θα σημαδεύεται από την αδυναμία του ποιητή να φτάσει στην αποτύπωση εκείνου του ποιήματος που τον κατατρέχει για χρόνια και το οποίο θα αποτελούσε την ιδανική αποτύπωση των σκέψεών του. Η πόρτα της ποίησης είναι άλλωστε κλειστή.
Τα γνωρίσματα της ποιητικής γραφής του Παυλόπουλου
Η ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου είναι φτιαγμένη με απλά υλικά, ο ποιητής αυτός δεν επιδίδεται σε λυρικά λεκτικά παιχνίδια, προτιμά να περάσει με τους στίχους του ένα μήνυμα, όσο απλό κι αν είναι αυτό ή να δημιουργήσει ένα μικρό αίνιγμα για τον αναγνώστη. Ο Παυλόπουλος είναι λιτός στη γραφή του καθώς γνωρίζει καλά πως ακόμη και με τις πιο απλές λέξεις μπορούν δημιουργηθούν αξιόλογα ποιήματα, αρκεί το περιεχόμενο του ποιήματος να είναι ικανό να διεγείρει τη φαντασία και τη σκέψη του αναγνώστη. Στα Αντικλείδια ο Παυλόπουλος μας προσφέρει τα πλέον χαρακτηριστικά στοιχεία της γραφής του, λιτότητα στην έκφραση, φυσικότητα του ποιητικού λόγου, κυριαρχία του πεζολογικού τόνου και μια παραστατική απόδοση της σκέψης του που επιτυγχάνεται μέσω του συμβολισμού.
Παράλληλα, ο ποιητής επιδίδεται σε μια αγαπημένη του τακτική η οποία συνίσταται στη δημιουργία ενός αντιφατικού συνδυασμού που παγιδεύει τη σκέψη του αναγνώστη σε μια κυκλική πορεία όπου δεν υπάρχει μια σαφής διέξοδος. Η πόρτα της ποίησης είναι ανοιχτή, αλλά μάταια θα επιχειρήσει κανείς να τη διαβεί καθώς τελικά είναι -και πάντοτε ήταν- κλειστή. Ο ποιητής αρέσκεται στο να προβάλλει τις εύλογες αντιφάσεις της ζωής και τη τέχνης μέσα από τέτοιους παράδοξους συνδυασμούς.
Χαρακτηριστικό ως προς αυτό το στοιχείο είναι και το υπέροχο ποίημά του «Το παιδί και οι ληστές».
Συμπερασματικά Σχόλια
Η ποιητική δημιουργία παρουσιάζεται στο συγκεκριμένο ποίημα ως μια ατέρμονη προσπάθεια να συλλάβει κανείς την «αλήθεια» της Ποίησης. Ο Παυλόπουλος κατανοεί ότι η ενασχόληση με την ποίηση δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στη δημιουργία αξιόλογου ποιητικού έργου και δε διασφαλίζει την κατάκτηση των μυστικών της ποιητικής τέχνης.
Για κάθε ποιητή η αναμέτρηση με την τέχνη του είναι ένας δύσκολος και αδιάκοπος αγώνας που συνήθως απαιτεί την πλήρη αφοσίωσή του, χωρίς ποτέ να είναι εγγυημένο το θετικό αποτέλεσμα. Ακόμη κι αν ένας ποιητής κατορθώσει να καθιερωθεί ως άξιος τεχνίτης του λόγου, αυτό δε σημαίνει ότι μπορεί ποτέ να πάψει η συνεχής προσπάθειά του να οδηγήσει την τέχνη του σε υψηλότερα επίπεδα.
Είναι, άλλωστε, δύσκολο για έναν ποιητή να θεωρήσει ότι έχει πραγματικά κατακτήσει την ποιητική τέχνη, καθώς πάντοτε θα έχει την αίσθηση ότι υπάρχει κάποια διάσταση της ποίησης που του διαφεύγει. Η αλήθεια της ποίησης γίνεται αντιληπτή με διαφορετικό τρόπο από κάθε ποιητή αλλά και από κάθε αναγνώστη, γεγονός που καθιστά τη δημιουργία ουσιαστικής και διαχρονικής ποίησης ακόμη δυσκολότερη.
Οι ποιητές επομένως μπαίνουν σε μια αέναη διαδικασία δοκιμών, ίσως και απογοητεύσεων, προσπαθώντας να αποτυπώσουν με λέξεις ένα όραμα, ένα συναίσθημα, μια ιδέα, που αισθάνονται ότι θα τους χαρίσει την ποιητική δικαίωση που αποζητούν. Ο ίδιος ο Παυλόπουλος πίστευε ότι πάντοτε θα υπάρχει το ιδανικό εκείνο ποίημα που δε θα κατορθώσει ποτέ να το γράψει έστω κι αν προσπαθεί μια ολόκληρη ζωή. Η αγωνία μάλιστα αυτή του ποιητή είναι διατυπωμένη σε διάφορα ποιήματά του.
Στα Αντικλείδια ο Παυλόπουλος ασχολείται με αυτή ακριβώς την ιδέα, ότι οι ποιητές ακόμη κι αν πασχίζουν μια ολόκληρη ζωή, δε θα μπορέσουν ποτέ να κατακτήσουν πραγματικά την αληθινή ουσία της ποίησης. Μπορεί να έχουν ήδη γραφτεί άπειρα ποιήματα, αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά προσπάθειες, ατελείς δοκιμές, των ποιητών να προσεγγίσουν μία τέχνη που παραμένει πάντοτε φευγαλέα και απρόσιτη.
Για να αποδώσει μάλιστα την αγωνία του ο ποιητής συνθέτει μια ευφάνταστη αλληγορία, στην οποία η ποίηση παρουσιάζεται ως μια πόρτα, που είναι ανοιχτή για όσους θέλουν να δουν τη μαγεία της ποίησης, μα κλείνει για όσους πραγματικά νιώσουν τη δύναμη της ποίησης και θελήσουν να μπουν μέσα. Η απουσία του κλειδιού της πόρτας της ποίησης και οι μάταιες προσπάθειες των ποιητών να δημιουργήσουν ένα αντικλείδι, που θα τους επιτρέψει να την ανοίξουν, δίνουν τη συνέχεια της αλληγορίας, η οποία καταλήγει στην απροσδόκητη ανατροπή ότι εν τέλει η πόρτα είναι ανοιχτή.
Η αινιγματική κατάληξη του ποιήματος έρχεται να αναθαρρήσει τους επίδοξους ποιητές, οι οποίοι δε θα πρέπει να απογοητεύονται από την αδυναμία των προκατόχων τους να δημιουργήσουν το μαγικό αντικλείδι, καθώς η πόρτα της ποίησης παραμένει ανοιχτή. Με την αλληγορία αυτή, όπου η αλήθεια της ποίησης παρομοιάζεται με μία πόρτα, ο Παυλόπουλος αισθητοποιεί την εναγώνια και διαχρονική προσπάθεια των ποιητών να κατακτήσουν την ποίηση.
Η προσπάθεια των επίδοξων ποιητών να δημιουργήσουν το αντικλείδι που θα ανοίξει την πόρτα της ποίησης, μπορεί να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή και να μη φτάσει ποτέ στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Παρά την αφοσίωση κάποιων ανθρώπων στην τέχνη της ποιήσεως και παρά το γεγονός ότι έχουν τις καλύτερες των προθέσεων, είναι πιθανό να μην μπορέσουν ποτέ να δημιουργήσουν αξιόλογα ποιήματα. Παρόλο που η ποιητική τέχνη απαιτεί αφοσίωση και συχνά άφθονο χρόνο για να οδηγηθεί σε αξιοθαύμαστα επίπεδα, αυτό δε σημαίνει ότι όποιος είναι διατεθειμένος να αφιερώσει χρόνο από τη ζωή του θα φτάσει την τέχνη του σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Είναι πολλοί οι ποιητές που παρά τις προσπάθειές τους δεν μπόρεσαν ποτέ να γράψουν κάποιο αξιόλογο ποίημα και δεν κατόρθωσαν ποτέ να ξεφύγουν από τη μετριότητα, γεγονός που ωθεί τον Παυλόπουλο να σχολιάσει ότι κάποτε κάποια χαλάνε μάταια τη ζωή τους γυρεύοντας το μυστικό που θα τους επιτρέψει να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης.
Είναι σίγουρα απίστευτη η απογοήτευση ενός ανθρώπου που έχει δαπανήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σ’ ένα σκοπό να μην τον κατακτά ποτέ, αλλά αυτό είναι και το στοιχείο που καθιστά την ποιητική τέχνη -την τέχνη εν γένει- τόσο ιδιαίτερη. Δεν υπάρχει ποτέ καμία εγγύηση και διαβεβαίωση ότι θα επιβραβευτεί κάποιος για τις προσπάθειές του. Είναι ανοικτό το ενδεχόμενο να παραμείνει στο επίπεδο της μετριότητας και να μη γευτεί ποτέ τη χαρά της επίτευξης και της αξιόλογης δημιουργίας.
Στα Αντικλείδια γίνεται σαφής η πρόθεση του ποιητή να προβληματίσει τον αναγνώστη επισημαίνοντας τη διττή φύση της ποίησης, η οποία αν και είναι πάντοτε διαθέσιμη ως μέσο έκφρασης δεν είναι ποτέ προσβάσιμη, υπό την έννοια ότι είναι δύσκολο να κατακτηθεί η τέχνη αυτή. Εύκολα διακρίνει κανείς στην ποίηση του Παυλόπουλου την επίδραση του καβαφικού κόσμου, τόσο στη χρήση των συμβόλων όσο και στην πεζολογική έκφανση του ποιητικού λόγου.
Ο Παυλόπουλος δημιουργεί, όπως και ο Καβάφης, ποίηση με πεζολογικά εκφραστικά μέσα, καθώς σκοπός του ποιητή δεν είναι η δημιουργία λυρικών εικόνων ή η απόλαυση του λεκτικού πλούτου και των ηχητικά καλαίσθητων συνδυασμών.
Σκοπός του είναι η απόδοση ενός μηνύματος που ο ποιητής θεωρεί σημαντικό για τον αναγνώστη.
Διαβάζοντας τα Αντικλείδια έχουμε την αίσθηση πως ακούμε τον ποιητή να μας απευθύνει το λόγο, να μας εξηγεί τις θέσεις του σχετικά με την ποίηση και να μοιράζεται μαζί μας τους προβληματισμούς του.
Το ποίημα κινείται στα όρια του καθημερινού λόγου, όχι γιατί ο ποιητής δεν μπορεί να στηρίξει μια λυρικότερη έκφραση, αλλά γιατί επιθυμεί κυρίως να ακουστεί η σκέψη του χωρίς να καλύπτεται από περιττούς λεκτικούς ακκισμούς.
Η ποίηση, άλλωστε, σύμφωνα με τον Καβάφη, μπορεί να γεννηθεί ακόμη και μέσα από μια διατύπωση σχεδόν αντιποιητική.
Η απλότητα του Παυλόπουλου δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως απλότητα του μεταδιδόμενου μηνύματος, καθώς οι προβληματισμοί του συχνά προχωρούν πέρα από το προφανές και το εύλογο, δυσκολεύοντας έτσι τις επιφανειακές προσεγγίσεις.
https://www.slideshare.net/kalliopiterpou/ss-32766783
- ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ
- Κυριαρχία του ονείρου
- Αίσθηση του ανικανοποίητου
- Δραματικότητα, αλλά όχι μελοδραματισμός
- Φιλοσοφική διάθεση με εικόνες που κινούνται μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου
- Αλληγορικός, συμβολικός λόγος, υπαινικταικότητα
- Σκηνοθετική δράση
- Λιτότητα, απλότητα, σαφήνεια και φυσικότητα του λόγου
- Χρήση καθημερινού λεξιλογίου
- Πεζολογικός και εξομολογητικός τόνος
- Κουβεντιαστό ύφος
- Βιωματικότητα
- Κυριαρχεί το ρήμα και η κυριολεξία
- ΕΠΙΡΡΟΕΣ
- Ο Γ. Παυλόπουλος δέχτηκε επιρροές από τους:
- Όμηρο Δημοτική ποίηση Μακρυγιάννη Σολωμό Σεφέρη
- Έζρα Πάουντ Έλιοτ Μπόρχες και τα γιαπωνέζικα ποιήματα χαϊκού
- ΤΑ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙΑ (Τα αντικλείδια 1988)
- ΘΕΜΑ:
- Το ποίημα αποτελεί μια αλληγορία που έχει ως θέμα το μαγικό κόσμο της αληθινής Ποίησης, που παραμένει απρόσιτος στους «μυημένους», ένα ασύλληπτο όνειρο .
- Ο ποιητής «παγιδεύει τον αναγνώστη του στην περιπέτεια της επίλυσης ενός γοητευτικού αινίγματος που εν τέλει επιμένει να κρατά ερμητικά κλειστό το μυστικό του».( Τασούλα Καραγεωργίου).
- ΠΡΟΣΩΠΑ
- Ο αφηγητής
- Οι αναγνώστες
- ΔΟΜΗ
- Το ποίημα δομείται στο σχήμα του κύκλου και ακολουθεί το αφηγηματικό σχήμα του παραμυθιού: μύθος- επιμύθιο
- Ο ΤΙΤΛΟΣ:
- Μυστηριακός μέχρι και το επιμύθιο του ποιήματος
- α) στίχοι1-13: ο αφηγητής ορίζει την ποίηση (μύθος)
- β) στίχοι 14-18: ο αφηγητής ορίζει τα ποιήματα (επιμύθιο)
- Ο χώρος:
- μαγικός, μυστηριακός
- Ο χρόνος:
- προαιώνιος «από τότε που υπάρχει ο κόσμος»
- ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ
- Αφήγηση σε γ’ πρόσωπο (παντογνώστης αφηγητής ),
- μηδενική εστίαση
- ΕΚΤΟΣ από το στίχο 17, όπου η αφηγητής γίνεται ομοδιηγητικός (α΄πρόσωπο) και η εστίαση εσωτερική
- Ο χώρος:
- μαγικός, μυστηριακός
- Ο χρόνος: προαιώνιος «από τότε που υπάρχει ο κόσμος»
- Η αφήγηση δεν αφορά ένα συγκεκριμένο συμβάν αλλά μια επαναλαμβανόμενη διαδικασία: Συνεχής κίνηση της ποιητικής αφήγησης από το γνωστό στο άγνωστο, από το ανοικτό στο κλειστό, από το κατανοητό στο ακατανόητο
- Το ποίημα μοιάζει με παραμύθι (βλέπε:Δομή)
- Λέξεις - σύμβολα: αντικλείδια (=ποιήματα), πόρτα(=ποίηση)
- Το ποίημα στηρίζεται στην τεχνική της αντίθεσης/αντίφασης
- Το ποίημα έχει κυκλική δομή
- ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
- Κυριαρχούν τα ρήματα και τα ουσιαστικά
- Η αισθητική λειτουργία του ποιητικού λόγου στηρίζεται στις κύριες προτάσεις, οι οποίες αποτυπώνουν αυτοτελή και ολοκληρωμένα νοήματα Το ποίημα στηρίζεται στην τεχνική των αντιθέσεων
- Το σχήμα του κύκλου
- Μεταφορές:
- αρπάζει (στ.4), μαγεμένοι (στ.5), η ποίηση είναι μια πόρτα ανοικτή κ.λπ.
- Επαναλήψεις:
- ανοικτή, δεν ανοίγει ,δεν άνοιξε, αντικλείδια
- Εικόνες (σκηνοθετικά δοσμένες),
- οπτικοκινητικές :
- η πόρτα της ποίησης και οι άνθρωποι που προσπερνούν, η πόρτα της ποίησης και αυτοί που προσπαθούν να την ανοίξουν κ.ά.
- Ελεύθερος στίχος,
- ανισοσύλλαβος και ανομοιοκατάληκτος –έντονο το πεζολογικό στοιχείο .
- Γλώσσα:
- απλή , καθημερινή και σε μερικά σημεία λαϊκή (κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι)
- Ύφος:
- λιτό ,φυσικό, τόνος ανάλαφρος, πεζολογικός, αλληγορικός
- ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
- Είναι μια πόρτα ανοικτή
- Είναι κάτι άπιαστο, απροσδιόριστο και μυστηριώδες
- Είναι μια διαρκής πάλη να ανακαλύψει ο ποιητής την ουσία της
- Η ουσία της ποίησης μπορεί να προσεγγισθεί με τη δημιουργία ποιημάτων
- Η ποίηση σχετίζεται με την ψυχή και κάθε προσπάθεια εκλογίκευσής της είναι μάταια
- ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ
- ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ:
- Το ποιητικό υποκείμενο εκφράζει:
- Καθολική γνώση του κόσμου, του χώρου και του χρόνου
- Συμμετέχει ενεργά στις αγωνιώδεις προσπάθειες των ανθρώπων να διεισδύσουν στο μαγικό κόσμο της Ποίησης γράφοντας ποίηση
- Νιώθει « εξόριστος από τον κόσμο της ποιητικής μαγείας.
- Ανήκει όμως σ’ αυτόν. Γι’ αυτό και η αγωνιώδης προσπάθεια να διαβεί την κλειστή πόρτα» (Τ. Καραγεωργίου)
- ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ:
- Τα «Αντικλείδια» είναι ποίημα ποιητικής :
- Αναφέρεται στην αιώνια πρόσκληση της Ποίησης προς τους ποιητές να διαβούν την πόρτα της
- Κάθε «αντικλείδι» –κάθε καινούριο ποίημα- συμβάλλει στο κλείσιμο της πόρτας και η προσπάθεια ανανεώνεται συνεχώς επ’ άπειρον .
ΠΗΓΗ:https://slideplayer.gr/slide/1971418/
Το ποίημα δομείται στο σχήμα του κύκλου και ακολουθεί το αφηγηματικό σχήμα του παραμυθιού: μύθος – επιμύθιο.Διακρίνουμε δύο ενότητες:α) Στίχοι 1-13: ο ορισμός της Ποίησης.β) Στίχοι 14-18: ο ορισμός των ποιημάτων.
https://latistor.blogspot.com/2013/02/blog-post_8.h
https://latistor.blogspot.com/2010/04/blog-post_1962.html
Φεύγει νύχτα μ’ ένα παλιό αμάξι
γέρος πια φοράει μαύρα.
Ποιος είναι και που πηγαίνει
κανείς δεν ξέρει.
Μέσα στη σκέψη του υπάρχει το ποίημα
που ποτέ δεν θα γράψει.
Τόσο αόριστο σαν τη ζωή του.
Μέσα στο κούφιο μπαστούνι του
υπάρχει ένα φίδι χρυσό.
Καθώς θα το τυλίγει απόψε στο λαιμό της
σε κάποιο ελεεινό ξενοδοχείο
θα τον κοιτάζει στον καθρέφτη
χλωμός ο άλλος εαυτός του.
Αυτός που χρόνια φτιάχνει το ποίημα
καλπάζοντας τώρα στο πλάι του
και ανάβοντας ολοένα τ’ άλογα που έχουν μεθύσει
απ’ το σκοτάδι και τη λάσπη.
Μετά την εικόνα που μας δίνει ο Παυλόπουλος στα αντικλείδια για την πόρτα της Ποίησης που παραμένει κλειστή ενώ είναι πάντοτε ανοιχτή, έρχεται με «Το ποίημα» να μας δώσει μια εικόνα πολύ εντονότερη για την εμμονή που διακατέχει τους ποιητές.
Αναλυτικότερα:
Ο ποιητής για τον οποίο μας μιλά ο Παυλόπουλος είναι ένας άντρας γεμάτος μυστήριο καθώς κανείς δεν τον γνωρίζει και με τη στάση του δίνει την εντύπωση ότι αυτός ο γέρος ποιητής έχει περάσει πολλά χρόνια αποφεύγοντας τους ανθρώπους. Κανείς δεν τον ξέρει όπως άλλωστε και κανείς δεν ξέρει που πηγαίνει, κι αυτό γιατί εκείνος έχει αφοσιώσει τη ζωή του στην ποίηση αποφεύγοντας τις κοινωνικές συναναστροφές που μόνο εμπόδιο θα μπορούσαν να σταθούν στη δημιουργικότητά του.
Παρά την απομόνωσή του όμως και παρά το γεγονός ότι έχει πια γεράσει το ποίημα που ήθελε πάντοτε να γράψει υπάρχει ακόμη στη σκέψη του αδιαμόρφωτο και παντελώς απρόσιτο, μοιάζοντας κάπως με τη ζωή του που δεν πήρε τελικά μια οριστική μορφή, δεν απέκτησε καθαρές γραμμές και σημεία αναφοράς, εφόσον εκείνος βρισκόταν πάντοτε δέσμιος του απροσέγγιστου ποιήματος.
Ο γέρος ποιητής κατευθύνεται προς κάποιο φτηνό ξενοδοχείο όπου θα συναντήσει μια γυναίκα για να κατευνάσει ίσως τις επιθυμίες του σώματος και κρατώντας μαζί του ένα χρυσό φίδι, ένα κόσμημα για να τη δελεάσει. Κι όμως γνωρίζει ότι ακόμη και τη στιγμή που θα είναι μαζί με τη γυναίκα, ακόμη και την ώρα που θα περνά στο λαιμό της το κόσμημα, ο άλλος εαυτός του θα τον κοιτάζει χλωμός και ταλαιπωρημένος από τον καθρέφτη. Ο άλλος εαυτός του, αυτός που είναι ολόψυχα δοσμένος στην ποίηση και στη συνεχή αναζήτηση του ποιήματος, τον ακολουθεί πάντοτε και του θυμίζει τη βασική αποτυχία του, την αποτυχία του να δημιουργήσει το ποίημα.
Ακόμη και τώρα που εκείνος βρίσκεται μέσα στο αυτοκίνητο και κατευθύνεται προς το ξενοδοχείο, πλάι στα αυτοκίνητο τρέχει ο άλλος του εαυτός, ο δέσμιος της ποίησης, καλπάζοντας με τ’ άλογά του – ερχόμενος προφανώς από παλιότερες εποχές. Καλπάζει δίπλα του πιέζοντας τ’ άλογα να φτάσουν το αυτοκίνητο, αδιαφορώντας για τη λάσπη και το σκοτάδι που τα ταλαιπωρεί. Όπου κι αν πηγαίνει, όσο κι αν προσπαθεί ο εαυτός του που έχει δοθεί – μέχρι σημείου τρέλας – στην ποίηση τον ακολουθεί, θυμίζοντάς του ότι το ποίημα αυτό που χρόνια μέσα του παλεύει, παραμένει ακόμη μη διατυπωμένο, βασανιστικά απροσέγγιστο.
Η ιδέα λοιπόν που διατυπώνει ο Παυλόπουλος στα αντικλείδια ότι υπάρχουν άνθρωποι που έχουν χαλάσει μάταια τη ζωή τους προσπαθώντας να βρουν το μυστικό της ποίησης, λαμβάνει εδώ εφιαλτική υπόσταση στο πρόσωπο του γέρου ποιητή και του σκοτεινού εαυτού του, που βρίσκονται σε μια μακρόχρονη πάλη με το ποίημα.
Τα Αντικλείδια: Κριτήριο Αξιολόγησης Λογοτεχνίας Β Λυκείου (Συνεξέταση)
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Γιώργης Παυλόπουλος
Παρατηρήσεις
ΘΕΜΑ 1ο
Α.1. Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις Σωστές ή Λανθασμένες.
- Πρόκειται για ένα αυτοαναφορικό ποίημα, δηλαδή ένα ποίημα που μιλάει για την ποίηση.
- Στο ποίημα υπάρχουν διάφοροι συμβολισμοί.
- Στο στίχο «το μάτι τους αρπάζει κάτι» υπάρχει παρομοίωση.
- Ο αφηγητής είναι κυρίως ομοδιηγητικός και η εστίαση εσωτερική.
- Επικρατεί η υποτακτική σύνδεση ανάμεσα στις προτάσεις.
Μονάδες 10
Β. Μπορεί τελικά να βρεθεί, σύµφωνα µε το ποίηµα, το κλειδί για την πόρτα της Ποίησης; Αν όχι, τότε τι εκπροσωπούν τα αντικλείδια;
Μονάδες 10
Γ. «Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή». Να αναλύσετε το νόημα του στίχου.
Μονάδες 10
ΘΕΜΑ 2ο
Β.1. Να βρείτε 5 χαρακτηριστικά μέσα στο κείμενο που να πιστοποιούν ότι το ποίημα ανήκει στα μοντέρνα/νεωτερικά.
Μονάδες 15
Β.2 Μερικά από τα γνωρίσματα της ποιητικής του Παυλόπουλου είναι:
- η τεχνική της αντίθεσης-αντίφασης,
- το σχήμα του κύκλου,
- οι διασκελισμοί
- ο πεζολογικός τόνος
- η μυστηριακή ατμόσφαιρα
Αναφέρετε από ένα παράδειγμα για το καθένα και εξηγήστε τη λειτουργικότητά του.
Μονάδες 15
Γ. Το ποίημα αναφέρεται στην Τέχνη της Ποίησης. Σε ένα κείμενο (100-200 λέξεις) φανταστείτε πώς θα ήταν η ζωή των ανθρώπων χωρίς την ευεργετική δύναμη της Τέχνης.
Μονάδες 40
Γιώργης Παυλόπουλος, Τα αντικλείδια
http://users.sch.gr/symfo/sholio/kimena/pavlopulos-antiklidia.htm
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για να ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
υλικό για τη διδασκαλία
(από το "δυσεύρετο" βιβλίο του καθηγητή)
1. Αν ό,τι λέμε ποίηση δεν είναι μόνο και τόσο το άθροισμα των εκατομμυρίων ποιημάτων που γράφτηκαν πάνω στη γη, αλλά προπάντων ο ρυθμός που συνέχει τον μέσα και τον έξω κόσμο (το μοναχικό τραγούδι των Μουσών στο προοίμιο της Θεογονίας του Ησιόδου), τότε η τύχη του ποιήματος εξαρτάται από το κατά πόσον αναπολεί και ανακαλεί αυτόν τον κρυφό ρυθμό, που κάποτε γίνεται και ονειρικός εφιάλτης. Ας πούμε λοιπόν πως το κάθε ποίημα είναι ένα βέλος μοναχικό που σκοπεύει το ρυθμικό κέντρο του κόσμου και φαντάζεται πως είναι και μοναδικό, σημάδι και σύμβολο, εκείνης της κρυμμένης ποίησης. Αν καθ' οδόν πολλαπλασιάζεται, τούτο συμβαίνει γιατί ο ποιητής αισθάνεται πως η βολή κάπως και κάπου αστόχησε, και ξαναδοκιμάζει.
Το παράκανα ίσως με τις μεταφορές και τις παραβολές, προσπαθώντας να πω πως Τα Αντικλείδια του Παυλόπουλου πρέπει πρώτα να ακουστούν μόνα τους: ως δοκιμές για να οριστεί το άπιαστο είδωλο της ποίησης και το φάντασμα του ενός ποιήματος. Κι αυτή, νομίζω, είναι η πρώτη αρετή τους.
Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Τα αντικλείδια της ποίησης», Διαλέξεις, Στιγμή, 1992, σ. 135-151
2. Τόσο στα Αντικλείδια όσο και στον Αίνο άμμο, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με ποιήματα ποιητικής, τα περισσότερα από τα οποία αποπνέουν την αίσθηση του ανικανοποίητου και του φευγαλέου, του χειροπιαστού -σώματος ή πράγματος- που όμως ξαφνικά εξαϋλώνεται και εξαφανίζεται, από κοντινό και οικείο γίνεται μακρινό και απρόσιτο, από φιλικό γίνεται απροσδόκητα άφιλο ή και εχθρικό ακόμη, κάποτε μάλιστα γίνεται επίβουλα εχθρικό, όπως συμβαίνει συνήθως με το εκάστοτε γραφόμενο -τη στιγμή που γράφεται- ποίημα.
Κώστας Παπαγεωργίου, «Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος», Γράμματα και Τέχνες, ό.π.,σ. 29-30.
3. Ας πάρουμε ως πρώτο παράδειγμα το ποίημα του «Τα Αντικλείδια» από την ομώνυμη συλλογή του. Ο Παυλόπουλος γράφει:
Πολλά έχουν γραφεί για αυτό το ποίημα. Αυτό όμως είναι εντελώς φυσικό, γιατί ένα ποίημα που έχει ως θέμα την υφή της ίδιας της ποίησης αναπόφευκτα θα τραβήξει το ενδιαφέρον των κριτικών και θεωρητικών της ποίησης. Αλλά το ποίημα δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις στα ερωτήματα για την φύση της ποίησης που απασχολούν και τον ίδιο τον ποιητή. Οι δυσκολίες γίνονται μεγαλύτερες καθ' όσον προσπαθούμε να διατυπώσουμε τις ιδέες του ποιητή για τη φύση της ποίησης ανεξάρτητα από το ποίημα. Έτσι πολλοί, στην προσπάθεια τους να ερμηνεύσουν τις ιδέες του ποιητή ανεξάρτητα από το ποίημα, έχουν αντιμετωπίσει ερωτήσεις που φαίνονται αναπάντητες. Αν η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, γιατί χρειαζόμαστε αντικλείδια; Αν η ποίηση είναι πόρτα, σε τι είναι πόρτα; Όταν κοιτάμε μέσα, σε τι μέσα κοιτάμε;
Ίσως όμως κάτι μπορεί να καταλάβουμε από το νόημα του ποιήματος χωρίς να απαντήσουμε όλες αυτές τις ερωτήσεις. Η ποίηση, μας λέει ο ποιητής, είναι μια πόρτα ανοιχτή. Μερικοί συναντούν την πόρτα και την προσπερνούν. Δεν κοιτάζουν για τίποτα, αλλά ούτε και βλέπουν τίποτα. Αυτοί όμως που βλέπουν κάτι και που συναρπάζονται από τη μαγεία του, προσπαθούν να μπουν μέσα - προσπαθούν να δουν περισσότερα. Η πόρτα (η ποίηση) τότε κλείνει και δεν υπάρχει κλειδί γι' αυτήν. Αναπόφευκτα μερικοί χάνουν όλη τους τη ζωή ψάχνοντας για το ανύπαρκτο κλειδί που θα τους ανοίξει την πόρτα της ποίησης - θα τους επιτρέψει να εννοήσουν τη φύση της. Δυστυχώς ή ευτυχώς, το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς, είναι αντικλείδια - δηλαδή, ποιήματα. Με άλλα λόγια, η κατανόηση μας του ποιητικού κόσμου, αυτό που προσπαθούμε να αρπάξουμε με το μάτι μας όταν κοιτάμε μέσα, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τα ποιήματα που δημιουργούμε.
Γιώργος Αναγνωστόπουλος, «Γιώργης Παυλόπουλος - Ποιητής ολίγων λέξεων και πολλών ιδεών», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ.-Μάιος 1998, σ. 31 -36.
4. Η ποιητική δημιουργία είναι μια πράξη ερωτική και συνάμα μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου να φτάσεις στην αλήθεια της τέχνης σου. Η στιγμή αυτής της αλήθειας είναι απατηλή και πρόσκαιρη όπως η στιγμή κάθε ευτυχίας. Γρήγορα ξαναρχίζεις, πέφτοντας πάλι στην ίδια κατάσταση. Και η μόνη φιλοδοξία σου είναι, να μην καταλάβει ποτέ κανείς την αγωνία σου όταν έγραφες το έργο σου, να μην φανεί ποτέ μέσα στο έργο το παραμικρό σημάδι αυτής της αγωνίας.
Τα πράγματα που αγγίζουν σε βάθος, τη ζωή μας, όπως η Ποίηση, μπορεί να ειπωθούν μονάχα μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες μας. Δεν ορίζονται μέσα από θεωρίες και αφηρημένες έννοιες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας ορισμός για την Ποίηση. Ωστόσο ας μου επιτραπεί να την φαντάζομαι και να την ονειρεύομαι σαν μια πόρτα ανοιχτή.
«Ο Γιώργης Παυλόπουλος μιλάει για την ποίηση και το έργο του», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ.-Μάιος 1998, σ. 24-26
5. Και τώρα μπορώ να πω ότι θεωρώ τον Γιώργη Παυλόπουλο ένα πολύ σημαντικό ποιητή γιατί πέρα από θαυμάσιους στίχους και εξαίσια ποιήματα έχει ντύσει ένα ολόκληρο ποιητικό έργο, έναν πολυδιάστατο ποιητικό κόσμο. Ο Παυλόπουλος δεν μας αναγκάζει να διαρρήξουμε τις πόρτες αυτού του κόσμου. Ούτε όμως αφήνει πάντα τις πόρτες του ανοιχτές. Μας δίνει τα αντικλείδια, όπως λέει ο ίδιος, για να μπούμε μέσα του, να τον αναγνωρίσουμε, να δούμε ότι οι πόρτες του είναι άπειρες, και να ξαναβγούμε στο δικό μας κόσμο πολύ πιο πλούσιοι από πριν.
Τίτος Πατρίκιος, «Ο Γιώργης Παυλόπουλος και τα αντικλείδια της ποίησης», Γιώρ¬γης Παυλόπουλος Νέο Επίπεδο, Μάρτιος 1995, σ. 3-8
6. Η μετακίνηση του Παυλόπουλου από τη συμβολική διαστρωμάτωση του ποιητικού μύθου, στην παραβολική διαχείριση του, που ήδη αναγνωρίζεται εύκολα στα ποιήματα των «Αντικλειδιών» και στα επόμενα, νομίζω ότι σχετίζεται άμεσα με την ταυτόχρονη μετάβαση του από το ποίημα-γεγονός, έστω και αν αυτό λειτουργεί μέσα σε μια συστοιχία άλλων ομοειδών ποιημάτων, στο ποίημα εκείνο όπου η δοκιμασία του δημιουργού της ποιητικής σύνθεσης αποτελεί την κυρίως υπόθεση του ποιήματος. Κατ' αναλογία, εξασθενίζουν οι ιστορικές συνδηλώσεις απ' όπου άλλα προγενέστερα συνήθως ποιήματα αντλούσαν τη δραματική τους απόγευση και, αντίθετα, δυναμώνουν οι αποστασιοποιητικοί μηχανισμοί, ενεργοποιώντας συνάμα τη φαντασία του ποιητή η οποία και καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο χώρο ως προς τα όρια της συμμετοχής της στη διαμόρφωση του ποιήματος. Είναι αυτό που διαπιστώνει αμέσως ο αναγνώστης, διαβάζοντας «Τα αντικλείδια», με τη μυθική ατμόσφαιρα να εξαρτάται όλο και πιο λίγο από τις προποιητικές εμπειρίες, ενώ οι σκηνοθετικοί χειρισμοί του ποιητή, είναι αυτοί που υποβάλλουν στον αναγνώστη τα ερωτήματα που τον έχουν ήδη δοκιμάσει.
Αλέξης Ζήρας, «Ο καθρέφτης ως σύμβολο του μεταιχμίου. Μια ανασκευή του μύθου στην ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου», Νέο Επίπεδο, ό.π., σ. 3-10.
7. Το ποίημα είναι αφήγηση ενός προσώπου - δεν ενδιαφέρει νομίζω αν ταυτίζεται ή όχι με τον ποιητή· η αφήγηση δεν αφορά ένα συγκεκριμένο συμβάν, αλλά μια επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες διαδικασία απόπειρας να παραβιασθεί η ανοιχτή πόρτα της ποίησης. Το πρόσωπο που αφηγείται δεν εμφανίζεται στο ποίημα ως υποκείμενο ενός άμεσου πρώτου ρηματικού προσώπου- τα όσα λέγει διεκδικούν την εγκυρότητα του αντικειμενικού, αυτού που αορίστως επαναλαμβανόμενο συμβαίνει και που περιγράφεται στο ποίημα από ένα πρόσωπο που διαθέτει μία συνολική εποπτεία στον χώρο - που είναι ο κόσμος -το σύμπαν- και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος.
[...] Αλλά ας επιστρέψουμε στην αναζήτηση του κλειδιού. Το κλειδί είναι ένα - τα αντικλείδια πολλά, όμως, Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ για όσους μπόρεσαν να δουν στο βάθος. Το βάθος είναι απροσπέλαστο; Αυτό σημαίνει ότι η ποίηση δεν μπορεί να κατακτηθεί ως ουσία; Ας θυμηθούμε την πλατωνική αντίληψη για το σπήλαιο· μόλις βγουν οι ψυχές απ' αυτό και αντικρύσουν το φως της ιδέας, τυφλώνονται από την λάμψη του· στιγμιαία μόνο μπορούν να το κοιτάξουν.
Τα ποιήματα είναι αντικλείδια δεν είναι κλειδιά· είναι αντικλείδια· -για ν' ανοίξουμε την πόρτα, που είναι ανοιχτή όσο δεν θέλουμε να την διαβούμε και που κλείνει, όταν θελήσουμε να την περάσουμε-. Αναζητούμε την μαγεία της ποίησης και μόλις θελήσουμε να γίνουμε κοινωνοί της, η πόρτα κλείνει, όπως όταν πας σε μια πηγή να ξεδιψάσεις και εκείνη στερεύει, όπως δηλ. σε ένα εφιάλτη - επομένως ο ποιητής είναι ένας εξόριστος από τον κόσμο της ποιητικής μαγείας. Ανήκει όμως σ' αυτόν γι' αυτό και η αγωνιώδης προσπάθεια να διαβεί την κλειστή της πόρτα. Επομένως η Ποίηση δεν είναι το σύνολο των ποιημάτων που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος· είναι αυτό που ποτέ δεν ειπώθηκε και ούτε πρόκειται ποτέ να ειπωθεί.
Το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (κύκλος). Η Ποίηση είναι μια πόρ¬τα ανοιχτή· η πρόσκληση ανανεώνεται· η περιπέτεια δεν έχει τέλος· η πόρτα θα ξανακλείσει, αλλά θα παραμένει ανοιχτή. Αντίφαση λογική, όχι όμως ποιητική, ούτε φιλοσοφική:
Ξυνόν γαρ αρχή και πέρας επί κύκλου περιφερείας
[Ηράκλειτος]
Τασούλα Καραγεωργίου, «Τα αντικλείδια του Γιώργη Παυλόπουλου μία διδακτική δοκιμή», Γράμματα και Τέχνες, ό.π., σ. 37-39.
Ερμηνευτικό σχόλιο
ΟΔΗΓΙΕΣ
- Ποιο είναι το θέμα του κειμένου;
Το πιο σημαντικό στοιχείο, διαβάζοντας ένα κείμενο, είναι να καταλάβουμε το θέμα του (π.χ. αν αφηγείται ένα περιστατικό ρατσιστικής βίας, το θέμα θα είναι π.χ. η ξενοφοβία ή ο κοινωνικός ρατσισμός κλπ. που οδηγεί στην κοινωνική παθογένεια). Προσοχή, η περίληψη της ιστορίας του κειμένου δεν ταυτίζεται με το θέμα.
- Ποιο είναι το βασικό ερώτημα που θέτει το κείμενο;
Πρόκειται για κείμενα που μας θέτουν μπροστά σε κάποια διλήμματα ή σε κάποια κρίσιμα ερωτήματα (τύπου «γιατί υπάρχει κοινωνική βία;).
Καταγράφουμε το ερώτημα ή τα ερωτήματα που θέτει το κείμενο (π.χ. στην «Ιθάκη», είναι προτιμητέο το ταξίδι ή ο προορισμός; ).
Αν υπάρχουν πάνω από ένα ερωτήματα που τίθενται, αξιολογούμε ποιο είναι το σημαντικότερο/ ποιο παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μας.
- Να τεκμηριώσετε το σχολιασμό σας.
Για να γίνει η τεκμηρίωση της ερμηνείας (νοηματοδότησης) του κειμένου, χρησιμοποιούμε αναφορές στις λεξιλογικές επιλογές του συγγραφέα, στα σχήματα λόγου που αξιοποίησε (π.χ. η «Ιθάκη» αξιοποιεί ιδιαίτερα την αλληγορία) , στις αφηγηματικές τεχνικές (π.χ. είδος αφηγητή) και στους αφηγηματικούς τρόπους (π.χ. διάλογος, εσωτερικός μονόλογος) και στις παραπομπές που ίσως κάνει σε καταστάσεις (π.χ. αναφορά σε αντιλήψεις, αξίες, ιστορικά γεγονότα). Χρησιμοποιούμε δηλαδή τους λεγόμενους, κειμενικούς δείκτες.
Προσοχή: Επειδή η ανάπτυξη θα γίνει με όριο λέξεων, η αναφορά στους κειμενικούς δείκτες να είναι κατά το δυνατόν συγκεκριμένη (δεν παραθέτουμε ολόκληρη την πρόταση, αλλά τη συγκεκριμένη φράση). Επίσης, δεν απαριθμούμε τους κειμενικούς δείκτες (πρώτον, δεύτερον, κλπ.).
- Πιο αναλυτικά, ποια στοιχεία λειτουργούν ως κειμενικοί δείκτες;
Στη μορφή :
ü Λογοτεχνικό γένος/ είδος (πεζογραφία/διήγημα) ü Αφηγηματικές τεχνικές (π.χ. είδος αφηγητή) ü Αφηγηματικοί τρόποι (π.χ. μονόλογος) ü Γλωσσικές επιλογές ü Λεξιλόγιο ü Ύφος ü Εκφρατικά μέσα ü Εικονοποιία ü Στίξη ü Δομή ü Συνδετικές λέξεις/φράσεις ü Στιχουργική | Στο περιεχόμενο:
ü Τίτλος ü Χαρακτήρες ü Αξίες – ιδέες – αντιλήψεις ü Στάσεις – συμπεριφορές ü Ανθρώπινες σχέσεις ü Συναισθηματικό κλίμα ü Κοινωνικοπολιτικές συνθήκες ü Διακειμενικές αναφορές (αναφορές σε άλλα κείμενα, λογοτεχνικά ή μη)
|
- Πρέπει να αναφερθώ σε όλους τους κειμενικούς δείκτες που παρέχει το κείμενο;
Δεν ενδιαφέρει η ποσότητα/ ο αριθμός των κειμενικών δεικτών, αλλά η επιλογή αυτών που βοηθούν στην τεκμηρίωση της άποψής μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι ενδεχόμενο να υπάρχει αναφορά σε κειμενικούς δεικτες που δεν τεκμηριώνουν κάποια άποψη (π.χ. το γεγονός ότι η «Ιθάκη» είναι γραμμένη σε ελεύθερο στίχο δεν τεκμηριώνει το διδακτικό τόνο του ποιήματος. Αντιθέτως, η χρήση της υποτακτικής «να εύχεσαι» το κάνει).
- Πέρα από την αναφορά στους κειμενικούς δείκτες, πώς μπορώ να τεκμηριώσω την ερμηνεία μου;
Αν και συνιστάται η βασική αναφορά να είναι στους κειμενικούς δείκτες, υπάρχουν άλλα δύο στοιχεία που μπορούν να υποστηρίξουν την ερμηνεία ενός κειμένου:
α) Το «συγκείμενο» του συγγραφέα/ του αναγνώστη: Οι πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες της παραγωγής και της ανάγνωσης του έργου. Επειδή το συγκείμενο αλλάζει, το κείμενο αποκτά νέες διαστάσεις ανάλογα με την εποχή.
β) Το «περικείμενο»: Ο τίτλος του συνολικού έργου (π.χ. ποιητικής συλλογής), τα στοιχεία που δίνονται στο εισαγωγικό σημείωμα και οι πληροφορίες σχετικά με τη δημιουργία ή την έκδοση (ημερομηνία, τόπος) του κειμένου. Ιδίως εάν μας δίνονται στοιχεία στο εισαγωγικό σημείωμα σχετικά με τον συγγραφέα, είναι επωφελές να τα χρησιμοποιήσουμε.
Προσοχή: Να μην κάνουμε χρήση των όρων «συγκείμενο», «περικείμενο» στην απάντησή μας.
- Είναι απαραίτητη η λογοτεχνικού – μη λογοτεχνικού κειμένου;
Η συνάφεια λογοτεχνικού – μη λογοτεχνικού κειμένου δεν προβλέπεται από το νέο ΦΕΚ.
- Ποια στοιχεία θα αξιολογηθούν στην απάντησή μου;
- Ο βαθμός κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου
- Η τεκμηρίωση με κειμενικούς δείκτες
- Ο βαθμός κατανόησης των συγκεκριμένων επιλογών (ως προς τους κειμενικούς δείκτες) που έκανε ο συγγραφέας (π.χ. γιατί χρησιμοποίησε ρητορικά ερωτήματα; )
- Η συνοχή της τελικής απάντησης – ερμηνευτικού σχολίου
- Η χρήση κατάλληλου λεξιλογίου και η επίπτωση τυχόν εκφραστικών λαθών στη διατύπωση της ερμηνείας
Γιώργης Παυλόπουλος
ΤΡΙΤΟ ΘΕΜΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ & ΣΠΥΡΟΣ ΜΗΤΣΕΛΟΣ. Το ερμηνευτικό σχόλιο Διατυπώσεις ΙΕΠ Εναλλακτικές διατυπώσεις Παράρτημα
ΤΡΙΤΟ ΘΕΜΑ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ & ΣΠΥΡΟΣ ΜΗΤΣΕΛΟΣ
1ΤΟ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ 2
Ο ερμηνευτικός διάλογος στην τάξη
Από τον προφορικό (δια)λογο στο γραπτό ερμηνευτικό σχόλιο
1. Ερμηνευτικός διάλογος
2. Ερμηνεία κειμένου
3. Ερμηνευτικό σχόλιο
Ερμηνευτική ανάγνωση - κριτικός διάλογος πάνω σε κρίσιμα για τον άνθρωπο και τον κόσμο ερωτήματα που αναδύονται από το κείμενο Κατανόηση
Νοηματοδότηση κειμένου
Πολυφωνική προσέγγιση
Πολλαπλότητα εκδοχών Επικαιροποιημένη ερμηνεία
Γραπτή διατύπωση γνώμης του μαθητή ως ανασύνθεση στοιχείων του ερμηνευτικού διαλόγου
Ένα ή δύο ερωτήματα: σχολιασμός - προσωπική τοποθέτηση
Το ερμηνευτικό σχόλιο στις Πανελλαδικές Εξετάσεις
ΦΕΚ 12 Αυγούστου 2019
Οι μαθητές επιδιώκεται:
1 2 «αφενός να αναπτύσσουν κρίσιμα θέματα/ ερωτήματα που πραγματεύεται το λογοτεχνικό κείμενο, αξιοποιώντας συνδυαστικά κειμενικούς δείκτες ή και στοιχεία συγκειμένου, αφετέρου να τοποθετούνται/ανταποκρίνονται στα θέματα/ερωτήματα αυτά, τεκμηριώνοντας τις προσωπικές τους θέσεις».
Το ερμηνευτικό σχόλιο στις Πανελλαδικές Εξετάσεις
Ο μαθητής καλείται, αφού μελετήσει προσεκτικά το κείμενο,
1 να εντοπίσει το ερώτημα ή τα ερωτήματα που θέτει το κείμενο,
να καταγράψει και να αξιολογήσει αυτό που είναι πιο σημαντικό
/ παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
2 να τεκμηριώσει με αναφορές στο κείμενο ή σε συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες τις απαντήσεις που, κατά τη δική του κρίση, δίνονται στο κείμενο.
Το ερμηνευτικό σχόλιο στις Πανελλαδικές Εξετάσεις
Βηματα εργασίας:
παρουσίαση και τεκμηρίωση του βασικού θέματος
1. Σαφής διατύπωση του βασικού ερωτήματος/θέματος του κειμένου.
Ανάπτυξη του θέματος και τεκμηρίωση με τη βοήθεια:
-των κειμενικών δεικτών (γλωσσικά, αφηγηματικά, δομικά στοιχεία)
-του συγκειμένου συγγραφέα/αναγνώστη (πολιτισμικές και κοινωνικές
συνθήκες παραγωγής/ανάγνωσης του έργου)
2. -του περικείμενου (πληροφορίες από το εισαγωγικό σημείωμα:
τίτλος, όνομα συγγραφέα, χρόνος έκδοσης)
Σημείωση: δεν ενδιαφέρει η ποσότητα/ο αριθμός των κειμενικών δεικτών, αλλά η επιλογή αυτών που βοηθούν στην τεκμηρίωση της άποψής μας.
Η επιλεκτική αξιοποίηση των δεικτών
\Κειμενικοί δείκτες
Περιεχομένου
Τίτλος
Χαρακτήρες
Αξίες,
ιδέες, αντιλήψεις
Στάσεις
Συμπεριφορές
Ανθρώπινες σχέσεις
Συναισθηματικό κλίμα
Κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες
-προβλήματα (Συγκείμενο έργου)
Διακειμενικές αναφορές
Μορφής Λογοτεχνικό γένος / είδος
Αφηγηματικές τεχνικές/ αφηγηματικοί τρόποι
Γλωσσικές επιλογές Λεξιλόγιο
- Ύφος
Εκφραστικά μέσα
Εικονοποιία
Στίξη
Δομή
Συνδετικές λέξεις/φράσεις
Στιχουργική
Το συγκείμενο
Συγκείμενο έργου αναγνώστη
Χώρος
- χρόνος Κοινωνικές
-πολιτικές συνθήκες
Ιδέες, αντιλήψεις
Πολιτισμικές συνθήκες, κουλτούρα
Οικονομικές συνθήκες
Δίκαιο: γραπτό -άγραφο
Ανθρώπινες σχέσεις
Θρησκεία,
γλώσσα,
πολιτιστικό κλίμα
Η αξιολόγηση του ερμηνευτικού σχολίου
Αξιολογούνται:
Η κατανόηση και τεκμηρίωση του βασικού θέματος
- ο βαθμός κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου
- η τεκμηρίωση με αναφορές
- παραπομπές στο κείμενο.
Η αξιοποίηση των κειμενικών δεικτών
ο βαθμός κατανόησης των επιλογών του συγγραφέα (κειμενικοί δείκτες
- συγκείμενο)
σχετικά με την οργάνωση και τη δομή με παραδείγματα από το κείμενο.
Η οργάνωση και η γλωσσική έκφραση - η αλληλουχία /συνοχή του
ερμηνευτικού σχολίου - η χρήση κατάλληλου λεξιλογίου και η επίπτωση
τυχόν εκφραστικών λαθών στην ερμηνευτική εκδοχή.
Επιδιώκεται η συνολική αξιολόγηση του σχολίου:
οι νέες ρούμπρικες του ΙΕΠ για το ερμηνευτικό σχόλιο δεν προβλέπουν συγκεκριμένα μόρια για καθένα από τους παραπάνω δείκτες αξιολόγησης.
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΙΕΠ
Ενδεικτικές εκφωνήσεις τρίτου θέματος
- ΙΕΠ
ΤΟ ΘΕΜΑ/ΕΡΩΤΗΜΑ
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΘΗΤΗ
α. Να διατυπώσετε το ερμηνευτικό σας σχόλιο για το ποίημα/αφήγημα κ.λπ. Διατυπώσεις ΙΕΠ Ιαν
β. Να σχολιάσεις εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το κείμενο, που κρίνεις πιο σημαντικό.
Τεκμηρίωσε τη θέση σου.
γ. Ποιο είναι το ερώτημα που, κατά τη γνώμη σας, θέτει το κείμενο mal du
depart του Ν. Καββαδία; Ποια είναι η απάντηση του ποιητικού υποκειμένου σ αυτό; Ποια η δική σας απάντηση;
δ. «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ. Χ.»:
Ποιο είναι το ερώτημα που προκύπτει, κατά τη γνώμη σας, από τους στίχους 15 και 17 του ποιήματος; Αυτό το θέμα τι σημαίνει για εσάς;
ΣΧΟΛΙΟ
α. Γενική διατύπωση, που θεωρεί δεδομένη τη γνώση του μαθητή για το περιεχόμενο του ερμηνευτικού σχολίου.
β. Κυρίαρχη τυπική διατύπωση που απαιτεί σχολιασμό του σημαντικότερου, κατά την κρίση του μαθητή, θέματος.
γ. Διατύπωση με υποερωτήματα που απαιτεί εντοπισμό του βασικού ερωτήματος και σχολιασμό ως προς την απάντηση του ποιητή και του μαθητή.
δ. Διατύπωση με εστίαση στο ερώτημα που τίθεται από τους συγκεκριμένους στίχους και στην ανταπόκριση του μαθητή.
Ενδεικτικές εκφωνήσεις τρίτου θέματος
Σχόλια
- Κειμενικοί δείκτες
- Διατύπωση
ΣΧΟΛΙΟ
1 Κειμενικοί δείκτες
- Στις προηγούμενες εκφωνήσεις του ΙΕΠ (Ιαν. 2020) δεν υπάρχει αναφορά στους κειμενικούς δείκτες.
Ωστόσο, η αξιοποίησή τους θεωρείται σε κάθε περίπτωση αναγκαία για την τεκμηρίωση της γνώμης του μαθητή με παραπομπή σε στοιχεία / χωρία του κειμένου.
- Ο μαθητής πρέπει να επιλέγει εκείνους τους δείκτες και τα χωρία που υπηρετούν την τεκμηρίωση της ερμηνευτικής εκδοχής του και να τους ενσωματώνει οργανικά στην απάντησή του (όχι τυπική αναφορά, απαρίθμηση).
-Η εστίαση της διατύπωσης σε συγκεκριμένο απόσπασμα/στίχους του κειμένου, όπως στη διατύπωση (δ), προσανατολίζει τον μαθητή στο συγκεκριμένο ερώτημα και αποτρέπει πιθανά προβλήματα στην αξιολόγηση, ιδιαίτερα όταν ένα λογοτεχνικό κείμενο θέτει περισσότερα ερωτήματα/θέματα.
ΣΧΟΛΙΟ 2
Διατύπωση 1
Εφαρμογές - παραδείγματα
1. Γιώργης Παυλόπουλος, Αντικλείδια
(1) Διατύπωση ΙΕΠ (β)
β. Να σχολιάσεις εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το ποίημα (του Γιώργη Παυλόπουλου "Αντικλείδια"), που κρίνεις πιο σημαντικό.
Τεκμηρίωσε τη θέση σου.
ΚΕΙΜΕΝΟ
Η αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να αποκαλύψει τα μυστικά και τη βαθύτερη ουσία της ποίησης και να εισέλθει στον μαγικό της κόσμο. (Ποίημα ποιητικής)
Βασικό θέμα
Κειμενικοί δείκτες
Αλληγορία,
εικόνες (Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή), σύμβολα (κλειδί - αντικλείδια), σχήμα κύκλου (Μά ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή), μεταφορές (το μάτι τους αρπάζει κάτι), αντίθεση (πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν τίποτα... όμως μερικοί κάτι βλέπουν), παρομοιώσεις (τά ποιήματα... εἶναι μιά ἀτέλειωτη ἀρμαθιά ἀντικλείδια) 13
Εφαρμογές - παραδείγματα
1. Γιώργης Παυλόπουλος,
Αντικλείδια (2)
Σχολιασμός βασικού θέματος με κειμενικούς δείκτες
Ενδεικτική απάντηση
ΒΑΣΙΚΟ ΘΕΜΑ:
Το ποίημα πραγματεύεται την επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες απόπειρα του ανθρώπου να γνωρίσει τη βαθύτερη ουσία της ποιητικής τέχνης και να κατανοήσει το μυστήριό της.
ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ:
Αυτή η προσπάθεια αποδίδεται με αλληγορική αφήγηση (Ποίηση=πόρτα) και την εικόνα της ανοιχτής πόρτας της Ποίησης («Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή»), η οποία όμως κλείνει κάθε φορά που κάποιοι γοητεύονται («τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι») κοιτάζοντας στο εσωτερικό της και προσπαθούν να μπουν. Αναζητούν, λοιπόν, σε ολόκληρη τη ζωή τους το κλειδί, σύμβολο της αποκάλυψης της ουσίας της ποιητικής τέχνης, αλλά μάταια ("Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει").
Η πόρτα είναι κλειστή. Αρχίζουν έτσι να φτιάχνουν αντικλείδια, αμέτρητα ποιήματα, για να μπορέσουν να περάσουν την πόρτα της και να δουν τα μυστικά της.
Κανείς όμως μέχρι σήμερα δεν την έχει ανοίξει, παρά τις άοκνες προσπάθειες.το ποίημα κλείνει όπως άρχισε (σχήμα κύκλου), με την υπενθύμιση/επανάληψη ότι "η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή".
Μια πόρτα που κινητοποιεί τη δημιουργικότητα και τη φαντασία των ανθρώπων, ώστε να ταξιδέψουν με τη μαγική δύναμη της ποιητικής τέχνης στο όνειρο. (171 λέξεις)
Εφαρμογές - παραδείγματα 2.
Ρέα Βιτάλη, Το παλτό μου μαμά
(1) Διατύπωση ΙΕΠ
(β) Να σχολιάσεις εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το κείμενο, που κρίνεις πιο σημαντικό. (ΙΕΠ β.)
Αν ζούσατε σε αυτή την εποχή, πιστεύετε ότι θα μπορούσατε να διατηρήσετε μια διαφορετική προσωπική στάση ζωής από αυτή που περιγράφεται στο κείμενο;
ΚΕΙΜΕΝΟ
Μια κοινωνία στη δίνη ενός ακραίου καταναλωτισμού στην οποία οι άνθρωποι/τα πρόσωπα έχουν υποταχθεί στα αγαθά και αλλοτριώνονται.
Βασικό θέμα
Κειμενικοί δείκτες
α πρόσωπο
- εσωτερικός μονόλογος: "Ούτε που το κατάλαβα. Ούτε που το καταλάβαμε" - -
Ερωτήσεις: "Πότε ξέσπασε το κακό;":
- Παρομοιώσεις: "Όπως σκάει η υγρασία μια μέρα σ έναν τοίχο..." Μεταφορές: «πούρα που κάπνιζαν συνειδήσεις»
- Βραχυπερίοδος λόγος: "Αργά αργά, μεθοδικά. Φθήνιες. Ξιπασιές. Μια μασκαράτα. Σουσουδισμοί"
Εφαρμογές - παραδείγματα 2. Ρέα Βιτάλη, Το παλτό μου μαμά (2)
Σχέδιο εργασίας
1. Βασικό θέμα/ τεκμηρίωση
- Κοινωνία στη δίνη ενός ακραίου καταναλωτισμού: κλίμα επίπλαστης ευημερίας
- προκλητική χλιδή
- έλλειψη μέτρου στο κυνήγι των αγαθών και στην επίδειξή τους.
- Τα πρόσωπα απουσιάζουν από την αφήγηση ή έχουν δευτερεύοντα ρόλο ως πλαισίωση των προϊόντων, καθώς έχουν μετατραπεί σε «αντικείμενα»
- αγαθά = αντικείμενα πόθου και σύμβολα καταξίωσης.
Αυτή την υποταγή στα αγαθά εκφράζει και η χαρακτηριστική μεταφορά «πούρα που κάπνιζαν συνειδήσεις»
- οι άνθρωποι αλλοτριώνονται, έχουν υποδουλωθεί στα αγαθά τα οποία διαφθείρουν τις συνειδήσεις τους. (Οι κειμενικοί δείκτες της προηγούμενης διαφάνειας πρέπει να ενσωματωθούν στην απάντηση επιλεκτικά και οργανικά).
2. Προσωπική στάση
Από απόσταση είναι εύκολο κανείς να επικρίνει συμπεριφορές.
Δύσκολο όμως να αντισταθεί στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Το κοινωνικό σώμα επηρεάζει τη στάση μας σε βαθμό που συχνά δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε και δε θέλουμε να το παραδεχτούμε. Πιστεύω, λοιπόν, ότι και εγώ θα επηρεαζόμουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Φυσικά, θα μπορούσα να κρατήσω διαφορετική στάση, εάν είχα ήδη βιώσει αυτή την εμπειρία, ή αν στο μέλλον παρουσιαστεί ξανά ένα αντίστοιχο κλίμα καταναλωτικής μανίας και έλλειψης μέτρου.
Εφαρμογές - παραδείγματα 3.
Κ.Π. Καβάφη,
Όσο μπορείς
(1) Διατύπωση ΙΕΠ (γ)
γ. Ποιο είναι το ερώτημα που, κατά τη γνώμη σου, θέτει το κείμενο
Όσο μπορείς του Κ. Καβάφη;
Ποια είναι η απάντηση του ποιητικού υποκειμένου σ αυτό;
Ποια η δική σου απάντηση (ΙΕΠ γ.),
ως νέου που ζει στην εποχή των κοινωνικών δικτύων και των διαδικτυασκών σχέσεων;
ΚΕΙΜΕΝΟ
Ποια στάση πρέπει να τηρεί ο άνθρωπος, προκειμένου να προστατεύσει την αυτονομία της προσωπικότητας και την αξιοπρέπειά του στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής;
Βασικό ερώτημα
Κειμενικοί δείκτες
Αποφατική διατύπωση: "Μην την εξευτελίζεις"- αποτροπή, προειδοποίηση β ρηματικό πρόσωπο: "προσπάθησε" -προτρεπτικό ύφος, παραινετικός τόνος
Επαναλήψεις: "Μην την εξευτελίζεις", "μες στην πολλήν συνάφεια... μες στις πολλές κινήσεις"
Τίτλος: Όσο μπορείς
- δυσκολία να ζήσει κάποιος όπως ο ίδιος θέλει
- προσωπική ευθύνη
Τροπικές μετοχές: «πηαίνοντάς», «γυρίζοντας», «εκθέτοντας»: δηλώνουν τους τρόπους, τις ενέργειες με τις οποίες ο ανθρωπος εξευτελίζει τη ζωή του.
Εφαρμογές - παραδείγματα 3.
Κ.Π. Καβάφη, Όσο μπορείς (2)
Σχέδιο εργασίας
1. Απάντηση ποιητή
Στάση ζωής / προτροπή ποιητή: συνετή διαχείριση της κοινωνικότητας
- μέτρο
-φειδώ προσπάθεια με όσες δυνάμεις διαθέτουμε (Όσο μπορείς - προσπάθησε) να προστατεύσουμε την προσωπική ταυτότητα/ατομικότητα/ελευθερία
Σκοπός:
αποφυγή κινδύνων: ευτελισμός, "ξόδεμα" στις ανούσιες σχέσεις (καθημερινή ανοησία), υποταγή σε κοινωνικές συμβάσεις, έκθεση της προσωπικής ζωής, κομφορμισμός, αλλοτρίωση (ξένη φορτική). (Οι κειμενικοί δείκτες της προηγούμενης διαφάνειας πρέπει να ενσωματωθούν στην απάντηση επιλεκτικά και οργανικά).
2. Απάντηση μαθητή / προσωπική τοποθέτηση
Η ανάγκη αυτή γίνεται πιο επιτακτική στην εποχή των κοινωνικών δικτύων τα οποία ευνοούν: το "ξόδεμα" σε ανούσιες συναναστροφές, την επικοινωνία των νέων με αγνώστους (πλασματικές ταυτότητες) και τις επιφανειακές σχέσεις (διαδικτυακοί "φίλοι"), την έκθεση της προσωπικής ζωής, τον συμβιβασμό με τις κυρίαρχες αντιλήψεις και τη βίωση μιας ζωής ξένης προς τις πραγματικές μας επιθυμίες.
Ενδεικτικές εκφωνήσεις τρίτου θέματος
Η ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΕΙ ΣΤΟ ΘΕΜΑ
Διατύπωση ΙΕΠ Ιαν ε.
«Ένα παιδί μετράει τα άστρα»:
Να παρουσιάσεις τη συναισθηματική κατάσταση του δασκάλου, όπως αυτή εμφανίζεται στο απόσπασμα. Εννοείται ότι η γνώμη σου είναι ανάγκη να στηριχθεί σε δείκτες του κειμένου.
ΣΧΟΛΙΟ ε.
Διαφορετική από τις προηγούμενες μορφή διατύπωσης που κατευθύνει τον μαθητή, δίνοντας ορισμένα στοιχεία για το θέμα που πρέπει να αναπτύξει. Η διατύπωση αυτή προσανατολίζει τον μαθητή σε συγκεκριμένο ζήτημα και βοηθά στην αντικειμενικότερη αξιολόγηση με βάση την τεκμηρίωση.
Αντίθετα, η τυπική διατύπωση ("Ποιο είναι το σημαντικότερο ερώτημα/θέμα του κειμένου") είναι πιο "ανοιχτή" σε ερμηνευτικές εκδοχές και είναι πιθανό να εγείρει διαφωνίες -ιδιαίτερα σε κείμενα που ευνοούν μια πολυφωνική προσέγγιση ή θίγουν περισσότερα θέματα- δυσχεραίνοντας τη διαμόρφωση ενός κοινού πλαισίου/κοινών κριτηρίων που απαιτεί η αντικειμενική αξιολόγηση στις Πανελλαδικές Εξετάσεις.
Εφαρμογές - παραδείγματα
4. Ιωάννα Καρυστιάννη,
Χίλιες ανάσες
Διατύπωση ΙΕΠ
(ε) Να παρουσιάσετε τη συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδας,
(ΙΕΠ ε.) ύστερα από την εμπειρία της ως εθελόντρια στο προσφυγικό πρόβλημα στη Σάμο. (Θα συμμετείχατε εσείς σε μια τέτοια εθελοντική προσπάθεια;)
ΚΕΙΜΕΝΟ
Κειμενικοί δείκτες
Μακροπερίοδος λόγος
-συνεχείς προτάσεις που χωρίζονται με κόμμα (αντί για τελεία) και με αλλαγή υποκειμένων, αίσθημα άγχους, συνεχούς ασθματικής ροής
- που μεταφέρει τη συναισθηματική ένταση Γλώσσα που καταργεί τους κανόνες της σύνταξης και της στίξης
Απόδοση των λόγων της ηρωίδας σε ευθύ λόγο χωρίς εισαγωγικά: Θοδωρή, ένα παιδί...
Εξομολογητικό ύφος, προσωπικά βιώματα και σκέψεις
Εφαρμογές - παραδείγματα
Εφαρμογη 4:
Ιωάννα Καρυστιάννη,
Χίλιες ανάσες
Παρουσίαση συναισθηματικής κατάστασης
Η νεαρή Αμαλία, βιώνοντας ως εθελόντρια το δράμα των προσφύγων, οδηγείται σε μια συναισθηματική έκρηξη, σ ένα απρόσμενο στην αγκαλιά του Θοδωρή ξέσπασμα. Με λόγο αδιάκοπο και πηγαίο, που αποκαλύπτει τη συναισθηματική της ένταση, εξομολογείται όλα αυτά που δεν μπορούσε να εκμυστηρευτεί στη μητέρα της («ορκίσου μου... στη μάνα μου»). Η εμπειρία της στη Σάμο αποδεικνύεται ιδιαίτερα επώδυνη. Οι εικόνες της δυστυχίας και του ανθρώπινου πόνου («ένα πεντάχρονο κοριτσάκι με λέει μαμά, ένας έφηβος δίχως πόδι...») έχουν στοιχειώσει την ψυχή της («για όσους πνίγονται... ένας λάκος και για σημάδι ένας αριθμός»). Έτσι, συγκλονισμένη από τις τραυματικές εμπειρίες και την τραγική μοίρα των προσφύγων καταρρέει και λύνεται σε δάκρυα και γοερούς λυγμούς («Κλαίγοντας γοερά...»).
Προσωπική τοποθέτηση (ενδεικτική) Αν και θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους, δεν ξέρω εάν θα είχα τη δύναμη να ακολουθήσω ακριβώς τον δρόμο τους, να βρεθώ στην πρώτη γραμμή του προβλήματος. Θα μπορούσα ίσως να βοηθήσω με βάση τις δυνατότητες και τις γνώσεις μου. Θα ενδιαφερόμουν, για παράδειγμα, να συμμετέχω σε δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης ή στη συγκέντρωση ιατροφαρμακευτικού υλικού ή ρουχισμού. Πρόκειται ίσως για μικρά βήματα, που δεν έχουν καμιά σχέση με την προσφορά των προσώπων του κειμένου. Έχουν όμως τη σημασία τους. Γιατί από τη μικρή προσφορά του καθενός μας αθροίζεται ένα μεγάλο έργο.
Σχόλια:
Διατύπωση σχολίου
- το ζήτημα της συνάφειας
ΣΧΟΛΙΟ 1
Η διατύπωση του ερμην. σχολίου
Οι πέντε διατυπώσεις του ΙΕΠ είναι προφανώς ενδεικτικές.
Θα ήταν χρήσιμο το ΙΕΠ να δημοσιοποιήσει περισσότερες εναλλακτικές μορφές διατύπωσης του ερμηνευτικού σχολίου.
ΣΧΟΛΙΟ 2
Το ζήτημα της συνάφειας
Η συνάφεια μη λογοτεχνικού - λογοτεχνικού κειμένου δεν προβλέπεται από το νέο ΦΕΚ.
Έτσι, όμως, η έννοια της Ενιαίας Εξέτασης δύο συναφών πεδίων (Ν. Γλώσσα- Λογοτεχνία/ λογοτεχνική γλώσσα) παραβλέπεται και δίνεται η αίσθηση μιας απλής συνεξέτασης ή παράλληλης εξέτασης δύο μαθημάτων σε διαφορετικές θεματικές.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κείμενα
Κείμενο 1
Γιώργης Παυλόπουλος,
Τά Ἀντικλείδια
Εισαγωγικό σημείωμα:
Ο Γιώργης Παυλόπουλος ( ) ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή. Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς νά βλέπουν τίποτα καί προσπερνοῦνε. Ὅμως μερικοί κάτι βλέπουν, τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι 5 καί μαγεμένοι πηγαίνουνε νά μποῦν.
Ἡ πόρτα τότε κλείνει. Χτυπᾶνε μά κανείς δέν τούς ἀνοίγει. Ψάχνουνε γιά τό κλειδί. Κανείς δέν ξέρει ποιός τό ἔχει. Ἀκόμη καί τή ζωή τους κάποτε χαλᾶνε μάταια 10 γυρεύοντας τό μυστικό νά τήν ἀνοίξουν.
Φτιάχνουν ἀντικλείδια. Προσπαθοῦν. Ἡ πόρτα δέν ἀνοίγει πιά.
Δέν ἄνοιξε ποτέ γιά ὅσους μπόρεσαν νά ἰδοῦν στό βάθος.
Ἴσως τά ποιήματα πού γράφτηκαν ἀπό τότε πού ὑπάρχει ὁ κόσμος εἶναι μιά ἀτέλειωτη ἀρμαθιά ἀντικλείδια γιά ν' ἀνοίξουμε τήν πόρτα τῆς Ποίησης.
Μά ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή. Παυλόπουλος Γιώργης, Ποιήματα, , Κίχλη, 2017
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Κείμενο 2
Ρέα Βιτάλη,
Το παλτό μου μαμά
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Η Ρέα Βιτάλη είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Το απόσπασμα προέρχεται από το τελευταίο της μυθιστόρημα, Το παλτό μου, μαμά (2019).
Πότε έγιναν όλα αυτά; Πότε ξέσπασε το κακό; Ούτε που το κατάλαβα. Ούτε που το καταλάβαμε. Υπόγεια, ύπουλα. Όπως σκάει η υγρασία μια μέρα σ έναν τοίχο και η ζημιά δεν αποκαθίσταται με την τσαπατσοδουλειά μπαλώματος. Δεν σήκωνε μπάλωμα η κοινωνία. Ήταν σαν τη μεταξωτή μου ρόμπα. Εγώ, χαμένος. Οι αμοιβές, όπως προείπα, εκτοξεύτηκαν στα ουράνια. Άξιζα τόσο; «Για να με πληρώνουν θα αξίζω», έλεγε ο καθένας με σιωπηρή συνωμοτική αμηχανία μέσα του Σε πρώτο βέβαια στάδιο. Γιατί στο επόμενο, το παιχνίδι έπαιζε αλλιώς «Μήπως αξίζω και περισσότερα; Να δεις ότι μπορεί ν αξίζω πιο πολύ. Μπορεί μέχρι και να αδικώ τον εαυτό μου. Ναι, με αδικούν!» Αυτές ήταν οι διαβαθμίσεις. Αυτό το λαχάνιασμα προς τα πάνω δεν επέτρεπε σε κανέναν να χαρεί για ό,τι ξαφνικά και από το πουθενά αποκτούσε, αλλά έτρεχε για ν αποκτήσει το περισσότερο. Όλοι αξίζαμε περισσότερο. Όλοι απαιτούσαν με θράσος το περισσότερο. Συμπεριφορές άμετρες. Τα πούρα έδιναν κι έπαιρναν. Πούρα, που κάπνιζαν συνειδήσεις ανθρώπων. Αργά αργά, μεθοδικά. Φθήνιες. Ξιπασιές. Μια μασκαράτα. Σουσουδισμοί. Στις σελίδες των περιοδικών συναντούσες γυναίκες να φωτογραφίζονται με ανοιχτές τις ντουλάπες τους για το φιλοθέαμον κοινό «τους». Να μετράνε δημοσίως τσάντες, «Λατρεύω την τσάντες! Πόσες έχω; Πού να τις μετρήσω!» Πουλούσαν την ψυχή τους στον διάβολο για να φωτογραφηθούν τα σπίτια τους και εκείνοι κάπου ανάμεσα ως αντικείμενα των σπιτιών τους. Τόση εξωστρέφεια στην κοινωνία; Τόσο ξεμπρόστιασμα των πάντων. Πόσο είχε αλλάξει ξαφνικά η αρχιτεκτονική της καθημερινότητάς μας; Εμείς μεγαλώσαμε με το «Κλείσε το παράθυρα θα μας ακούσει ο κόσμος», και ξαφνικά κατοικούσαμε ομαδικώς υπαιθρίως. Στους δρόμους του πλούτου Πόσα παπούτσια μπορεί να έχει ανάγκη κάποιος; Πόσα ρολόγια; Χάναμε μέρα τη μέρα ως κοινωνία το αίσθημα της ντροπής. Έλιωναν κάθε λογής προσχήματα. Σε ποιον έδινε η ψυχή μας πια αναφορά; Δάνεια. Υπέρογκα δάνεια για όλα τα αγαθά. Μέχρι «διακοποδάνεια» για εκδρομές. Εγκαινιάστηκε απευθείας αεροπορική γραμμή Αθήνα - Σεϋχέλλες καθ' υπόδειξιν ενός τραγουδιού, μεγάλου σουξέ της εποχής, Πάμε για τρέλες στις Σεϋχέλλες. [ ] Πάρτι, δεξιώσεις, τζακούζι, απαραιτήτως τζακούζι, σπα σε κάθε δρόμο, σε κάθε πόλη και χωριό, υπερπολυτελή ξενοδοχεία, μεγαλειώδη σπίτια, πολυτελή αυτοκίνητα, Καγιέν ως σύμβολο, πανάκριβα εστιατόρια, κρασιά Κτήματα τάδε Πόσα κτήματα! Και μια Μύκονος που δεν έμοιαζε σε τίποτα με το εναλλακτικό νησί της νιότης μας. Μια ξέφρενη χαρά συνεχής. Μια ξέφρενη ευημερία.
Ρέα Βιτάλη, Το παλτό μου, μαμά,
Εκδόσεις Διόπτρα (2019),
Κείμενο 3
Κ.Π. Καβάφης,
Όσο μπορείς
Ο Κ. Καβάφης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους έλληνες ποιητές. Έγραψε ποιήματα φιλοσοφικά/διδακτικά, ιστορικά, και ερωτικά.
Κωνσταντίνος Καβάφης, Ποιήματα , Ίκαρος, 1984
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την, γυρίζοντας συχνά κ εκθέτοντάς την στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινήν ανοησία, ώσπου να γίνει σα μια ξένη φορτική.
Κείμενο 4
Ιωάννα Καρυστιάννη,
Χίλιες ανάσες
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Ιωάννα Καρυστιάνη, [Εθελόντρια στο προσφυγικό],
Χίλιες ανάσες
Η Ιωάννα Καρυστιάνη είναι συγγραφέας, λογοτέχνης και σεναριογράφος. Το κείμενο προέρχεται από το μυθιστόρημα Χίλιες ανάσες (2018).
Το κορίτσι της ξεπαπουτσώθηκε, έβγαλε το καλσόν και σηκώθηκε, θα πήγαινε για ύπνο. Στην εξώπορτα κοντοστάθηκε, γύρισε στη μάνα της, φεύγω για Σάμο, εθελόντρια στο προσφυγικό, ανακοίνωσε και μετά, γλυκά και καθησυχαστικά, πρόσθεσε, μη φοβάσαι, μαμά μου, έμαθα πως εκεί ο ουρανός του δειλινού γυαλίζει σαν μαρμελάδα βερίκοκο. [ ] Θοδωρής και Αμαλία σε πλήρη ανακωχή, χαμόγελα και ανάσα ανακούφισης, γάντι ο συντονισμός και με την χορωδία στο κατάστρωμα. [ ] Όλα κάπως εντάξει λοιπόν. Ώσπου, ξαφνικά το κεφάλι του κοριτσιού βούτηξε απότομα στο στήθος του άντρα, σαν βαρύ γκρέιπ φρουτ που σπάει το κοτσάνι του και σκάει όπου τύχει. Η αγκαλιά του φωλιά, η παλάμη του κομπρέσα στο μέτωπο της και αυτή δεν μπορούσε να συγκρατηθεί άλλο, για πρώτη φορά λυνόταν στα δάκρυα παρουσία τρίτου. Κλαίγοντας γοερά έβγαλε από μέσα της όσα για ευνόητους λόγους δεν μπορούσε να μοιραστεί με τη λαβωμένη μάνα της ούτε φυσικά με τους άμαχους πληθυσμούς στο Κουκούτσι, Θοδωρή, ένα πεντάχρονο κοριτσάκι με λέει μαμά, ένας έφηβος δίχως πόδι ξημεροβραδιάζεται αμίλητος και νηστικός, για όσους πνίγονται δίχως ατομικά έγγραφα πάνω τους, δίχως συγγενείς να τους αναγνωρίσουν, ούτε ιατροδικαστής και διαδικασίες ταυτοποίησης, μένει ένας λάκος και για σημάδι ένας αριθμός, πιστός, άπιστος, άθεος, ό,τι και να 'σαι, Θοδωρή, ορκίσου μου στα κόκκαλα του πατέρα μου, ορκίσου μου πως ποτέ δεν θα τα πεις στη μάνα μου. Καθώς ο Θοδωρής Βογιατζής την άκουγε συγκινημένος, ένιωθε πως το καρδιοχτύπι του που την διαπερνούσε σαν ηλεκτρικό ρεύμα και τα δάχτυλα του που σφούγγιζαν στοργικά τα μάγουλα της, της έδιναν το ελεύθερο να συνεχίσει, αφού έκανε την αρχή, να πει μια και έξω και όσα ζούσε ο υπερφυσικός Μάνος. Είχε ξεγεννήσει ετοιμόγεννη μέσα σε λέμβο. Είχε αναστήσει μισοπνιγμένη γιαγιά από το Χαλέπι, που έσφιγγε στα δόντια το μπρικάκι του σκοτωμένου στην πατρίδα γέρου της. Πέρυσι τον Σεπτέμβριο είχε ανασύρει πνιγμένο κορίτσι που μέσα από τα ρούχα του ταξιδιού φορούσε το νυφικό της.
Ιωάννα Καρυστιάνη, Χίλιες ανάσες,
εκδ. Καστανιώτη (2018), αποσπάσματα.