https://www.youtube.com/watch?v=cToO8xg7xds
Συναντήσεις Με Συγγραφείς στο Café του ΙΑΝΟΥ| Τίτος Πατρίκιος | IANOS
Ο Τίτος Πατρίκιος για την Ζωή – τον Έρωτα και την Ποίηση
ΔΕΣ:https://www.slideshare.net/natlogoth/1-46966274
Ιστορίες από τη ζωή του Τίτου Πατρίκιου
Μας υποδέχτηκε στο σπίτι του στο Παγκράτι και μοιράστηκε μαζί μας αναμνήσεις από εννέα δεκαετίες, που «όλες είχαν κάτι όμορφο όταν τις κοιτάς εκ των υστέρων» και που αποτέλεσαν την πρώτη ύλη του ποιητικού του έργου, που συγκεντρώνεται σήμερα σε δύο τόμους από τις εκδόσεις Κίχλη.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και από παιδί απολάμβανε να παίζει με τις λέξεις. Το πρώτο του ποίημα το δημοσίευσε στην Κατοχή, το 1943, στο περιοδικό «Ξεκίνημα της Νιότης». Παράλληλα, βέβαια, συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση με την ΕΠΟΝ και τον ΕΛΑΣ. Στα Δεκεμβριανά παραλίγο να σκοτωθεί. «Μας είχαν αναθέσει εμένα και του Βαγγέλη Γκούφα, που υπήρξε πολύ σπουδαίος συγγραφέας, να πάμε σε ένα κτίριο στην Κουμουνδούρου, όπου βρίσκονταν οχυρωμένοι κάποιοι Άγγλοι, και να τους φωνάξουμε να παραδοθούν. Όταν φτάσαμε, μας πέταξαν φωτοβολίδες και μετά άρχισαν να ρίχνουν με πολυβόλα. Κρυφτήκαμε πίσω από ένα πεζούλι, αλλά εμένα τι με έπιασε, σηκώθηκα όρθιος και άρχισα να φωνάζω. Με τραβάει κάτω ο Γκούφας και μου λέει “τρελάθηκες;”, και την ώρα που έσκυβα περνούν οι σφαίρες από πάνω μου και μία μου χαράζει το κράνος». Είναι η ιστορία που κρύβεται πίσω από εκείνους τους στίχους: «μιλάω για μένα -κι όποιος θέλει το πιστεύει- / που μ’ άγγιξαν οι σφαίρες τρεις φορές».
Εξορίστηκε στη Μακρόνησο και κατόπιν στον Άη Στράτη, περνώντας μια περίοδο άρνησης της ποίησης. «Έχοντας υιοθετήσει τις απόλυτες θεωρίες της εποχής, έλεγα ότι η ποίηση είναι έκφραση του μικροαστικού συναισθηματικού που εμποδίζει την άμεση επαναστατική δράση. Όταν συνάντησα τον Ρίτσο στην εξορία, μου είπε ότι λέω σαχλαμάρες και ότι έπρεπε να καταλάβω ότι η ποίηση είναι το πεπρωμένο μου. Είχε μια αίσθηση για τους ανθρώπους ο Ρίτσος. Επέμεινε ότι δεν θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε αν δεν του πήγαινα τα ποιήματά μου».
Ο εσωτερικός έλεγχος
Μετά την κόλαση της Μακρονήσου, ο Άη Στράτης τού φάνηκε παράδεισος. Με ομάδες θεάτρου και λογοτεχνίας και με ένα κλίμα πνευματικής ανάτασης. «Σύντομα κατάλαβα ότι αυτό συνέβαινε μόνο στη φαντασία μου. Η εσωτερική κομματική οργάνωση έλεγχε τι διάβαζες, τι έγραφες, τι σκεφτόσουν. Η αυστηρότερη κύρωση ήταν η απομόνωση. Δεν ήταν μόνο ότι σε απέφευγαν όλοι, αλλά ότι δεν έπαιρνες ούτε συσσίτιο, σου δίνανε την τροφή ξηρά, όπως ερχόταν από το κράτος. Αν το μενού είχε φασολάδα, σου δίνανε τα φασόλια σκέτα, και ας τα έκανες εσύ ό,τι ήθελες».
Μιλάει πολύ για τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό και τις απόψεις του Αντρέι Ζντάνοφ, που υιοθετήθηκαν από τα Κομμουνιστικά Κόμματα. «Εμένα μου φαίνονταν απαράδεκτα αυτά τα πράγματα, αλλά πίστευα ότι θα ξεπεραστούν. Ότι είναι κακές εφαρμογές του οράματος του σοσιαλισμού. Θυμάμαι μια Κυριακή πρωί στον Άη Στράτη, που είχαμε κατέβει στον οικισμό και είχαμε κάτσει στο καφενείο να ακούσουμε στο ραδιόφωνο μια συμφωνική συναυλία. Γύρω κάθονταν άλλοι εξόριστοι, μεταξύ αυτών και ο Μενέλαος Λουντέμης. Ξαφνικά αναγγέλλει η εκφωνήτρια ότι η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών θα παίξει την “Ιεροτελεστία της Άνοιξης” του Στραβίνσκι. Και τότε μπήζει μια φωνή ο Λουντέμης: “Κλείστε το αμέσως, αυτός είναι φορμαλιστής!”».
Στο τέλος του 1953 έφυγε για την Αθήνα ως «αδειούχος εξόριστος», που σήμαινε ότι θα ζούσε υπό αστυνομική παρακολούθηση. Οριστικά «απολυτήριο» από τον Άη Στράτη πήρε το 1958, έπειτα από παρέμβαση του δικηγορικού συλλόγου, στον οποίο εν τω μεταξύ είχε γίνει μέλος. «Φεύγοντας από τον Άη Στράτη, λοιπόν, μου είπε η καθοδήγηση να παραδώσω τα ποιήματά μου, για να μην πέσουν στα χέρια της χωροφυλακής. Τη χωροφυλακή την περιφρονούσα. Την καθοδήγηση όμως τη φοβόμουνα για τον ηθικό έλεγχο που μου ασκούσε. Ότι μπορεί να έκανα λάθος εγώ. Σε κάθε θρησκεία υπάρχει ο φόβος της αμαρτίας. Και ο φόβος αυτός άργησε πολύ να φύγει. Τέλος πάντων, τους είπα ψέματα, ότι τα ποιήματά μου δεν τα έγραφα, αλλά τα μάθαινα απέξω. Τα έκρυψα κατάλληλα στη βαλίτσα μου και δεν τα βρήκε κανείς». Αυτά ακριβώς τα ποιήματα αποτέλεσαν την πρώτη του ποιητική συλλογή, «Χωματόδρομος», το 1954.
Όταν ο Σαρτρ αποκήρυξε το έργο του
Στην Αθήνα ακολούθησε μια δύσκολη περίοδος. «Οικονομικά και πολιτικά, αλλά κυρίως υπαρξιακά», λέει. «Εδώ, στην πόλη αυτή, πώς συνηθίζεις;» γράφει στο ποίημα «Η επιστροφή ενός εξόριστου». Η ποίησή του (τις περισσότερες φορές) βασίζεται στην εμπειρία: όποιος διαβάσει το έργο του από την αρχή ως το τέλος αποκτά μια καλή εικόνα της πορείας της ζωής του, μαζί με την εξέλιξη της σκέψης και των ιδεών του, αλλά και της ποιητικής του τεχνικής.
Το 1959 έφυγε στη Γαλλία για σπουδές και το 1963 εξέδωσε τη δεύτερη συλλογή του, «Μαθητεία», η οποία στιγματίστηκε ως «ποίηση της ήττας». Τότε ο Βρεττάκος έγραψε μια σημαντική υπερασπιστική κριτική στην «Επιθεώρηση Τέχνης» (ο Πατρίκιος ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του περιοδικού), για τη δημοσίευση της οποίας μάλιστα αγνόησε την «εντολή που ήρθε από ψηλά» και την πέρασε κρυφά στο τυπογραφείο.
Το 1967 έφυγε ξανά. «Το βράδυ του πραξικοπήματος πήγε στο σπίτι μου η αστυνομία, αλλά δεν με βρήκε. Τρεις εβδομάδες αργότερα κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να ζήσω κρυμμένος, κι έτσι αποφάσισα να ρισκάρω. Πήγα στο αεροδρόμιο. Αν είχαν φτάσει οι λίστες με τα ονόματα, θα με έπιαναν εκεί». Πρόλαβε. Οι λίστες έφτασαν λίγες μέρες μετά. Πήγε στη Ρώμη, όπου αφοσιώθηκε στον αντιδικτατορικό αγώνα, οργάνωσε συγκεντρώσεις, έδωσε συνεντεύξεις, πήγε σε ενώσεις συγγραφέων και καλλιτεχνών, έφτασε μέχρι την Ελβετία, εξασφαλίζοντας υπογραφές καταγγελίας του καθεστώτος από τον Ντίρενματ και τον Μαξ Φρις.
Κάποιους μήνες μετά μετακόμισε στο Παρίσι και έζησε από κοντά τον Μάη του ’68. «Το πρωί ήμουν με τους Έλληνες και οργανωνόμασταν κατά της χούντας. Μετά έβρισκα τους Γάλλους. Η κυριότερη ανάμνησή μου από εκείνες τις μέρες ήταν όταν μαζί με δύο Έλληνες φίλους μπήκαμε στην υπό κατάληψη Σορβόνη όπου θα μιλούσε ο Σαρτρ, τον οποίο λάτρευα. Είχε κοντά 6.000 ανθρώπους μέσα στο αμφιθέατρο. Ο ένας πάνω στον άλλο. Εμφανίστηκε κάποια στιγμή ο Σαρτρ και ανέβηκε στην έδρα, αλλά τότε κάποιοι που κάθονταν μπροστά, μεσαίας ηλικίας με γκρίζες γενειάδες και όψη διανοούμενου αμφισβητία, άρχισαν να βρίζουν τον Σαρτρ ως “γλείφτη της μπουρζουαζίας”. Όταν σταμάτησαν, πήρε τον λόγο ο Σαρτρ, και εγώ σκέφτηκα ότι θα τους αποστομώσει. Αλλά εκείνος είπε: “Έχετε δίκιο. Τέτοιος ήμουνα. Αλλά έχω αλλάξει και τώρα είμαι στην υπηρεσία του λαού”. Εκείνη τη στιγμή τον σιχάθηκα. Για να γίνει αρεστός, αποκήρυσσε το έργο του;»
Στο Παρίσι γνώρισε τη μεταπτυχιακή φοιτήτρια Ρένα Σταυρίδη. «Για να μπορέσουμε να παντρευτούμε, ως ξένοι στο Παρίσι, χρειαζόμασταν έγκριση από την αστυνομία και άδεια παραμονής. Εγώ όμως είχα αμελήσει να ανανεώσω τα χαρτιά μου. Μέσω κάποιων επαφών που είχα, κατάφερα και με δέχτηκε στην Κεντρική Αστυνομία του Παρισιού ο διευθυντής της υπηρεσίας αλλοδαπών. Πήγα στο γραφείο του, ήταν ευγενέστατος. “Ξέρετε…” ξεκίνησα να λέω, αλλά με διέκοψε. “Τα ξέρω όλα, κύριε Πατρίκιε”, μου είπε και έβγαλε έναν φάκελο τεράστιο. Άρχισε να μου λέει όλες μου τις κινήσεις, πού είχα πάει, τι είχα κάνει, τα πάντα. “Έχετε μεγάλη πολιτική δραστηριότητα”, κατέληξε, “αλλά δεν είχατε ανάμειξη στα εσωτερικά θέματα της Γαλλίας”. Δεν είχε να μου προσάψει τίποτα. Υπέγραψε την άδεια μπροστά μου, κι έτσι μπόρεσα και παντρεύτηκα».
Το δύσκολο σε ένα ποίημα
Στο εξωτερικό εργάστηκε στην UNESCO και σε άλλους οργανισμούς, και λόγω συμβολαίων δεν γύρισε στην Αθήνα αμέσως μετά το τέλος της δικτατορίας. Όταν τελικά επέστεψε, οι λογοτεχνικοί κύκλοι τον είχαν ξεχάσει. «Αυτός που με βοήθησε ήταν ο Δημήτρης Μαρωνίτης», θυμάται, «που έγραψε μια σειρά άρθρων για τον Αναγνωστάκη, τον Αλεξάνδρου και εμένα, και κάπως έτσι ξαναμπήκα στον χώρο. Ο Ρίτσος, ο Βρεττάκος, ο Μαρωνίτης έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην ποιητική μου πορεία, αλλά τον καθοριστικότερο ρόλο στη διαμόρφωσή μου έπαιξαν τρεις άλλοι άνθρωποι. Ο πατέρας μου, που ήταν μανιακός καπνιστής και πέθανε στα 64 του από έναν κλασικό καρκίνο του πνεύμονα. Η μητέρα μου, που πέθανε από την καρδιά της στα 74 της. Και η σύζυγός μου, που έφυγε κι αυτή νωρίς. Εγώ, περιέργως, εξακολουθώ να ζω».
Σε αντίθεση με τις πρώτες δεκαετίες της ζωής του, που τα γεγονότα τού «επέβαλαν» μια διακοπτόμενη σχέση με την ποίηση, ακολούθως η ποιητική του παραγωγή υπήρξε καταιγιστική. Οι δύο τόμοι που κυκλοφόρησαν πρόσφατα με το σύνολο του έργου του εκτείνονται σε περισσότερες από χίλιες σελίδες – θαυμάσιες εκδόσεις, με τη σφραγίδα της υψηλής αισθητικής της Κίχλης. «Η μεγαλύτερη δυσκολία σε ένα ποίημα είναι το τέλος του. Όλα τα καλά ποιήματα έχουν ένα τέλος, και αυτό συνήθως είναι που μας μένει. Κάποιες φορές μπορεί να περάσουν μήνες ψάχνοντας το σωστό τέλος. Στα συρτάρια μου έχω ένα σωρό ποιήματα που δεν έκρινα καλά. Τα φυλάω όμως για να βλέπω καμιά φορά την πορεία μου», λέει. Σκέφτηκα να του πω, αλλά δεν του το είπα, ότι πάντα μου έκανε εντύπωση η μαεστρία με την οποία κλείνει τα ποιήματά του.
«Γράφω στο χέρι. Ξεκίνησα να μαθαίνω υπολογιστή, αλλά βαρέθηκα. Μου αρέσει όπου είμαι να κρατάω σημειώσεις. Δεν μπορώ κάθε τόσο να βγάζω ένα τάμπλετ… Έχω όμως κινητό. Ένα απλό. Γι’ αυτό και τις προάλλες στο λεωφορείο που μου κλέψανε το πορτοφόλι το κινητό το αγνοήσανε». Ίντερνετ; «Δεν έχω επαφή», λέει, «δεν μαθαίνω τι λέγεται για μένα εκεί πέρα και ντρέπομαι να ζητάω όλη την ώρα από κάποιον να μου δείξει. Είμαι περίεργος όμως να μπω σε αυτόν τον κόσμο. Κάποια στιγμή ίσως το κάνω».
Εκτός από σπουδαίος ποιητής, ο Τίτος Πατρίκιος είναι ένας άνθρωπος με χιούμορ, με γνώσεις, με άποψη. Πριν από λίγα χρόνια είχε εκφραστεί (στον «Πειρασμό της νοσταλγίας» το 2015, σε ένα από τα πεζά του κείμενα) αρνητικά για τα συνθήματα της πλατείας Συντάγματος, που ήθελαν να «καεί η Βουλή». «Ζούμε σε μια κατακτημένη δημοκρατία, με όλα της τα ελαττώματα, και πρέπει να δούμε πώς θα τη βελτιώσουμε», λέει, «να δούμε πώς θα κάνουμε τη Βουλή πιο ουσιαστική και όχι πώς θα την κάψουμε». Μια μέρα, λοιπόν, που είχε βγει έξω, τον αναγνώρισε κάποιος και άρχισε να φωνάζει. «“Να ο φασίστας ο ποιητής”, έλεγε, “ελάτε να τον αποδοκιμάσουμε, ελάτε να τον ξεφτιλίσουμε!”. Σκέφτηκα να αντιδράσω, αλλά είπα από μέσα μου “Τίτο, συγκρατήσου” και συνέχισα να προχωρώ. Με ακολούθησε για δύο τετράγωνα φωνάζοντας. Ευτυχώς κανείς δεν του έδωσε σημασία και δεν ήρθε να αποδοκιμάσει “τον φασίστα τον ποιητή”». ■
Τίτος Πατρίκιος στον ΣΚΑΪ: "Το ψευδώνυμό μου στην Κατοχή ήταν Αργύρης"
Μιλώντας αποκλειστικά στον ΣΚΑΪ, ο Τίτος Πατρίκιος θυμάται τα σχολικά του χρόνια στη διάρκεια της Κατοχής αλλά και την αντιστασιακή του δράση μέσα από την ΕΑΜ νέων με το ψευδώνυμο “Αργύρης"
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ
https://www.culturebook.gr/grafeion-poihsews/poets-stand/2020-02-05-07-56-27.html
Ο τόπος των ποιητών είναι η πατρίδα της γραφής τους. Εσάς πώς επηρέασε τη γραφή σας ο τόπος σας;
Πραγματικά είμαι πολύ συνδεδεμένος με τον τόπο που ζω, ή μάλλον με τους τόπους που έχω ζήσει, γιατί έχω ζήσει σε πολλούς τόπους και όχι σε έναν μόνο.Ο πρώτος τόπος που έζησα, αλλά απ' τον οποίον δεν έχω αναμνήσεις, παρά ελάχιστες, είναι όταν, δύο ετών, με πήρε ο πατέρας μου στην Αμερική. Γύρισα τριάμισι ετών, και μίλαγα αγγλικά. Χρειάστηκε να ξεχάσω τα αγγλικά και να ξαναμάθω τα ελληνικά. Απλά από εκείνον τον τόπο δεν έχω εμπειρίες και αναμνήσεις.
Από 'κεί και πέρα, όμως, ο πρώτος τόπος που με σημάδεψε ήταν η Αθήνα και οι γειτονιές, γιατί αλλάξαμε πολλές γειτονιές. Εκείνη την εποχή υπήρχε η μανία των ανθρώπων να μετακομίζουν. Την 1η Σεπτεμβρίου που τέλειωναν τα συμβόλαια του μισθώματος στο νοίκι, αλλάζανε οι άνθρωποι σπίτι. Κι έβλεπες την Αθήνα γεμάτη κάρα, με τα πράγματα μιας οικογένειας που πήγαινε από το ένα σπίτι στο άλλο. Αυτή η εικόνα του τόπου της Αθήνας με τις συνεχείς μετακομίσεις με έχει σφραγίσει.
Αλλάξαμε πολλά σπίτια. Μέναμε στην περιοχή, στην αρχή, κοντά στην πλατεία Κυριακού, η οποία αργότερα λεγότανε πλατεία Βικτωρίας. Μετά στη Βάθη, αργότερα κοντά στο Μεταξουργείο, αργότερα, όταν μπήκα στο γυμνάσιο, μέναμε στην Πλάκα. Ύστερα έγινε ο πόλεμος και βρήκε ο πατέρας μου ένα σπίτι σε μια πολυκατοικία στη Βάθη πίσω από το Εθνικό Θέατρο. Αυτό το σπίτι είχε καταφύγιο, γιατί νομίζαμε ότι θα βομβαρδιστεί η Αθήνα… Και σ' αυτό το σπίτι, για το οποίο έχω γράψει ένα εκτεταμένο ποίημα, έζησα από το 1940, που έγινε ο πόλεμος, μέχρι τα τέλη του 1959, που έφυγα για το Παρίσι. Το Παρίσι, ως τόπος, πραγματικά μ' έχει σφραγίσει και έχει εκφραστεί στην ίδια μου την ποίηση.
Ένας άλλος τόπος που έχει εκφραστεί στην ποίησή μου είναι η Μακρόνησος και το στρατόπεδο εξορίστων του Αη-Στράτη. Πάντως οι τρεις πόλεις που με σφράγισαν είναι το Παρίσι, η Ρώμη, αλλά κυρίως η Αθήνα∙κι έτσι ένα από τα τελευταία μου ποιήματα λέγεται «Τρεις πόλεις».
Ακόμη και σήμερα αυτοί οι τόποι παίζουν ρόλο, γιατί είτε τους αναλογίζομαι, είτε τους ξαναβλέπω, είτε δε σταματάω να τους περιδιαβάζω. Τα ταξίδια στο εξωτερικό τα έχω περιορίσει αυτό τον καιρό, αλλά πάω συχνά στη Ρώμη και το Παρίσι. Έχουν παίξει σημαντικό, λοιπόν, ρόλο οι τόποι στη γραφή μου και οι άνθρωποι των τόπων. Οι φιλίες που έχω κάνει με Γάλλους και Ιταλούς παραμένουν έως σήμερα.
Θα επαναλάβω κάτι που το λέω συχνά, πάσχω από μία ανίατη ασθένεια αισιοδοξίας. Κάθε τόσο νομίζω ότι κάποιο βήμα θα γίνει. Ένα τελευταίο περιστατικό που ενίσχυσε την αισιοδοξία μου είναι ότι η ομάδα νέων του water polo κέρδισε το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Όταν άκουσα αυτήν την είδηση, ότι δηλαδή οι νέοι νίκησαν την ομάδα νέων των ΗΠΑ, είπα να κάτι καταπληκτικό.
Τρεις πόλεις
γυναίκες σε τρεις πόλεις,
η μουσική χανόταν, 'μέναν γυμνές οι λέξεις.
Τον ήλιο ούτε που μπόρεσα να τραγουδήσω
με τύφλωνε μόλις γυρνούσα να τον δω
κι ας έδινε άλλο χρώμα στην Αθήνα,
άλλο στη Ρώμη, άλλο στο Παρίσι.
Δεν τραγούδησα μουσικές μόνο τις άκουσα
σε πόλεις τρεις και πέντε και δεκαοχτώ,
ούτε χρειάστηκε σ' ένα κατάρτι να δεθώ,
γυναίκες σε τρεις πόλεις προσπάθησαν να τραγουδώ.
Δεν ξέρω μουσική, μονάχα ξέρω να μιλώ
με γυναίκες σε τρεις πόλεις μίλησα
με γλώσσες που ήξερα ή μάθαινα.
Γυναίκες που έριχναν το φως τους
την κάθε πόλη βύθιζαν στην ερημιά
την κάθε πόλη σκοτεινή την έκαναν.
Δεν τραγούδησα μουσικές μόνο τις άκουσα
σε πόλεις τρεις και πέντε και δεκαοχτώ
ούτε χρειάστηκε σε ένα κατάρτι να δεθώ
γυναίκες σε τρεις πόλεις προσπάθησα να τραγουδώ.
Της Κορίνας Γεωργίου
«Δευτέρα, 28 Οκτωβρίου του 1940. Σήμερα το πρωί, την ώρα των Φυσικών, δεν θα είχαν περάσει περισσότερα από 20 λεπτά, ήρθε ο κ. Καρατασάκης και είπε κάτι στον κ. Τουφεξή. Όλοι νομίζαμε πως του είπε κάτι για να μην κάνουμε σχολείο. Πράγματι, ο Τουφεξής μας είπε με διάφορα μπιχλιμπίδια ότι η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο...»
Ο Τίτος Πατρίκιος ήταν μόλις 12 χρόνων, “εσωτερικός” μαθητής ακόμη στην Αναργύρειο και Κοργιαλένειο Σχολή Σπετσών, όταν η Ιταλία κήρυξε στην Ελλάδα τον πόλεμο, έπειτα από το ιστορικό “Όχι” του Μεταξά στο τελεσίγραφο της ιταλικής κυβέρνησης που απεστάλη δια του Ιταλού Πρέσβη στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι. Ο έφηβος ετών 92 έχει κρατήσει το ημερολόγιό του από τότε και μου διαβάζει μερικές σελίδες…
«Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι έγινε. Όλοι φωνάζαμε εναντίον! Όλοι γράφαμε στους πίνακες, στα θρανία, παντού. Ζήτω Η Ελλάς, Κάτω η Ιταλία.
Το βράδυ έγινε ένας ψεύτικος συναγερμός. Τέλος της πρώτης πολεμικής ημέρας για εμένα…»
Μιλώντας αποκλειστικά στον ΣΚΑΪ, ο Τίτος Πατρίκιος θυμάται τα σχολικά του χρόνια στη διάρκεια της Κατοχής αλλά και την αντιστασιακή του δράση μέσα από την ΕΑΜ νέων με το ψευδώνυμο “Αργύρης”.
Play Video
«Το ‘40-‘41 που άρχισε η φοβερή πείνα, και κατά κακή τύχη κι ένα φοεβρό κρύο, χιόνι, πάγος, ο κόσμος πέθαινε στους δρόμους. Κι εμείς το πρωί που πηγαίναμε για το μάθημα - είχα έρθει πλέον στην Αθήνα, στη Βαρβάκειο Σχολή που ήταν δίπλα στην αγορά - έπρεπε να δρασκελίσουμε κάθε μέρα τον χειμώνα εκείνο 1-2 παγωμένα πτώματα.»
Τον ρωτώ τι αποτύπωμα αφήνει στην παιδική ψυχή η εικόνα αυτή των νεκρών.
«Χαράσσεται ανεξίτηλα. Ακόμη και τώρα που κουβεντιάζουμε και αναφέρθηκα σε αυτά, την ίδια στιγμή είναι σαν να τα βλέπω.»
«Θυμάμαι, ήταν το 1942, πλησίαζε η 28η Οκτωβρίου. Σαν τώρα. Έρχεται ένας συμμαθητής μου, 3 χρόνια μεγαλύτερος - ο οποίος αργότερα έγινε διάσημος συγγραφέας, ο Βαγγέλης Γκούφας - και μου προτείνει να μπω στο ΕΑΜ Νέων. Αυτό περίμενα κι εγώ, να έρθει κάποιος να μου ζητήσει κάτι τέτοιο.
Ήταν παραμονή της 28ης Οκτωβρίου και πήγαμε στο πάρκο στο Πεδίον του Άρεως να στεφανώσουμε τα αγάλματα των ηρώων. Γύρω γύρω ήταν Ιταλοί με κάτι τεθωρακισμένα που τα λέγαμε τενεκέδες, αλλά εμείς πήγαμε και τους στεφανώσαμε τους ήρωες. Μετά, συγκέντρωση στο κτήριο του Χημείου. Θυμάμαι, στη γωνία του Χημείου στην οδό Σόλωνος, εγώ φόραγα γυαλιά τότε, είχα μυωπία. Για να τα σώσω τα είχα βάλει στην πίσω τσέπη του παντελονιού μου. Και με πλησιάζει ένας Ιταλός καραμπινιέρος, με αρπάζει και με αρχίζει στις κλωτσιές. Κι έτσι έσπασαν τα γυαλιά μου που τα είχα βάλει στην πίσω τσέπη για να τα σώσω. Είναι το πρώτο ξύλο που έφαγα από Ιταλό...
Μετά φωνάξαμε τα “Ζήτω” στη Σόλωνος κι έπειτα σκορπίσαμε. Αυτή ήταν η πρώτη μου συμμετοχή σε αντιστασιακή εκδήλωση…»
Του θυμίζω το όνομα “Λέλα”. Το κορίτσι που του έσωσε τη ζωή στο παρά 1, ενώ τον είχε στήσει στον τοίχο για να τον εκτελέσει μια ομάδα συνεργατών των Γερμανών, λίγες ημέρες πριν από την απελευθέρωση.
«Το Λέλα ήταν ψευδώνυμο. Όλοι είχαμε ψευδώνυμο τότε. Το δικό μου ήταν “Αργύρης”, μου εξηγεί με βλέμμα σπινθηροβόλο και διάθεση εφήβου, ο Τίτος Πατρίκιος.
«Μάλιστα, τις ημέρες των Δεκεμβριανών, κάποιος άλλος Αργύρης σκοτώθηκε. Κι ακούνε “σκοτώθηκε ο Αργύρης” οι δικοί μου, κι η μάνα μου μόνο που δεν έπαθε καρδιακή προσβολή. Με έκλαιγε για μια ολόκληρη ημέρα. Μέχρι το βράδυ που με είδε και κατάλαβε ότι δεν είμαι εγώ ο Αργύρης που σκοτώθηκε…»
Συγκινημένος ενθυμούμενος τα χρόνια εκείνα μου επισημαίνει ότι συχνά, όταν αναφερόμαστε στην Κατοχή, κρατάμε μόνο την πείνα, τις εκτελέσεις, τα βασανιστήρια, τις τραγωδίες, αλλά ξεχνάμε ότι ταυτοχρόνως υπήρχε μια «καταπληκτική πολιτιστική δραστηριότητα, άνθιση».
«Η Αθήνα ήταν γεμάτη θέατρα. Βιβλιοπωλεία παντού. Βιβλία εκδίδονταν, με το λίγο χαρτί που υπήρχε και παρά τη λογοκρισία. Περιοδικά έβγαιναν. Έτσι, σε περιοδικά που βγήκαν στην Κατοχή δημοσίευσα το πρώτο μου ποίημα, το 1943, ήμουν 15 χρόνων. Στο “Ξεκίνημα της Νιότης” συγκεκριμένα.»
Με μάτια που γυαλίζουν μου λέει, ενώ φτάνουμε στο τέλος της συζήτησής μας: «Ο ναζισμός νικήθηκε στο παρελθόν με θυσία εκατομυρίων ανθρώπων αλλά τον βλέπουμε τώρα και στην Ευρώπη και στον τόπο μας να επανεμφανίζεται. Δεν με τρομάζει αυτό, αλλά με ανησυχεί. Δεν πρέπει να εφησυχάζουμε. Πρέπει να είμαστε πάντα σε εγρήγορση γιατί ο φασισμός δύσκολα εξαφανίζεται».
Όταν τον ρωτώ τι τον φοβίζει σήμερα, έχοντας βιώσει ένα παρελθόν με πολλές δοκιμασίες, μου απαντά πως πιο πολύ τον τρομάζει «η τρέλα που μπορεί να έχουμε ως λαός, παρά ο εχθρός, που είναι είτε ο κορωνοϊος, είτε η τουρκική επεκτατικότητα, είτε οτιδήποτε άλλο.»
Μου κάνουν εντύπωση τα λόγια του λίγο πριν το τέλος της κουβέντας μας: «Με τα μηνύματα ή τις συμβουλές των παλαιοτέρων και των γηραιοτέρων να είστε πολύ προσεκτικοί γιατί πολλές φορές αυτά δεν αποβλέπουν στο δικό σας καλό, αλλά στη δικαίωση τη δική τους…»
Με ξεναγεί στην αξιοζήλευτη βιβλιοθήκη του και τον αποχαιρετώ με την υπόσχεση να τον επισκεφθώ ξανά στο φωτεινό διαμέρισμα του 6ου ορόφου στο Παγκράτι με την θαυμάσια θέα στον Λυκαβηττό…
Πηγή: skai.gr
Πηγή: https://www.skai.gr/news/greece/titos-patrikios-ston-skai-to-pseydonymo-mou-stin-katoxi-itan-argyris
Follow us: @skaigr on Twitter | skaigr on Facebook | @skaigr on Instagram
//webradio.ert.gr/deytero-programma/me-ta-podia-mechri-tin-alithia-titos-patrikios-o-dromos-ke-pali/
https://www.youtube.com/watch?v=D-oKfPaRpMAΟ Τίτος Πατρίκιος για την Ζωή – τον Έρωτα και την Ποίηση
https://www.youtube.com/watch?v=mfS7QTcfRfc
Ο ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΓΙΑ ΤΟ POETICANET
Τίτος Πατρίκιος (Αφήγηση) - Το δύσκολο (Official Audio Release HQ)
Τίτος Πατρίκιος (Αφήγηση) - Ρόδα αειθαλή (Official Audio Release HQ)
Τίτος Πατρίκιος (Αφήγηση) - Άλλο ένα καλοκαίρι (Official Audio Release HQ)
https://www.youtube.com/watch?v=4eoKh_My8sA
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ
Τίτος Πατρίκιος: Όταν μ' αφήνουν φίλοι έξω απ' την πόρτα μου, τους λέω «να μη χανόμαστε»
Ένας απ' τους σημαντικότερους εν ζωή Έλληνες ποιητές μιλάει τόσο για τη μουσική, όσο δεν έχει ξαναμιλήσει. Αφορμή είναι ένα βιβλίο - CD με μελοποιημένα ποιήματα του σε μουσική του Ανδρέα Κατσιγιάννη.
Το παράδοξο με την περίπτωση του ποιητή Τίτου Πατρίκιου είναι
πως δεν συνομιλείς με έναν άνθρωπο που έχει περάσει τα 90, αλ
λά με έναν έφηβο, κανονικά όμως. Το βλέμμα του σπινθηροβόλο,
το χιούμορ του αναλλοίωτο (προφανώς) και ο λόγος του εξαιρετικά συγκροτημένος μα
ζί με ένα κοφτερό μνημονικό.
Ήξερα ότι θα τον έβρισκα σε μια τέτοια άριστη φυσική και πνευματική κατάσταση σε εκείνο το διαμέρισμα του, που βλέπει φάτσα τον Λυκαβηττό από ψηλά. Κι αν ήταν η
δεύτερη φορά που έμπαινα στο σπίτι του - η πρώτη ήταν πριν από δεκάξι χρόνια για μια
σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ - ήξερα ακόμη πως θα κάναμε μία τετ α τετ απολαυστική, όσο και ενδιαφέρουσα κουβέντα.
Παρών ήταν και ο Ανδρέας Κατσιγιάννης, ο συνθέτης που μελοποίησε πρόσφατα τον ποιητικό λόγο του Πατρίκιου σε ένα έργο με γενικό τίτλο «Πολιορκημένος χρόνος» και με τη συμμετοχή της «Εθνικής Ελλάδος» των τραγουδιστών και τραγουδοποιών. Μοιραί
α τη μερίδα του λέοντος στη συνέντευξη κατέλαβε η μουσική, χωρίς να γινόταν ν' απουσιάσουν οι αναφορές στο σημαντικότατο ποιητικό του έργο, στη θητεία του στην Αριστερά, καθώς και σε μια σειρά ευρύτερων φιλοσοφικών του απόψεων και χαρακτηριολογικών του γνωρισμάτων.
Ας ξεκινήσουμε με μία άγνωστη ιστορία που μού'χε πει η Μα
ρίζα Κωχ: Κάποτε
σας συνάντησε στο Χάραμα, επί Τσιτσάνη, όπου σας αφηγήθη
κε πόσο είχε συγκινηθεί με τις γυναίκες που δούλευαν στις τουαλέτες για λίγα κέρματα. Απάνω
οι άλλοι διασκέδαζαν και κάτω, στο υπόγειο, κάποιες γυναίκες
στέκονταν σαν ζητιάνες σχεδόν. Εσείς, λέει, συγκινηθήκατε εξίσου
και γράψατε επί τόπου ένα ποίημα, το οποίο και χαρίσατε στην
Κωχ με σκοπό
να γίνει τραγούδι. Τη θυμάστε, αλήθεια, αυτή την ιστορία;
Την ιστορία που μου λέτε τη θυμάμαι αμυδρά, αλλά καθόλου δε
θυμάμαι το ποίημα
που είχα γράψει. Αν το έχασε και η Κωχ, άντε να το βρεις τώρα!
Ήθελα να πω ότι είχατε μια ξώφαλτση σχέση με τη μελοποίηση
των στίχων
σας, εξαιρουμένου του ολοκληρωμένου τωρινού έργου με τον
συνθέτη Ανδρέα Κατσιγιάννη, αλλά και ενός ποιήματος σας που
μελοποίησε και ο Ορφέας Περίδης.
Το τελευταίο έχει προηγηθεί. Είχα τόσα πράγματα να κάνω και τόσες
υποχρεώσεις γύρω από τα γραπτά που πραγματικά δεν ασχολήθηκα
καθόλου με τη μελοποίηση. Κάθε φορά που γράφτηκε μουσική για
ποιήματα μου, μου ήρθε χωρίς να το περιμένω. Δεν είχα ποτέ ρω
τήσει...
Προφανώς δεν θα σας ενδιέφερε, το είπατε ήδη.
Δεν είχα μπει μέσα σ' αυτό το κλίμα. Άκουγα τις μελοποιήσεις που
γίνονταν στους άλλους ποιητές, όμως ένα πολύ μεγάλο μέρος της
ζωής μου το πέρασα ακούγοντας μουσική, από μικρό παιδί. Οι γονείς
μου ήσαν ηθοποιοί, του μουσικού θεάτρου, κι έτσι πολλές οπερέτες
τις ήξερα απ' έξω. Πήγαινα συνέχεια στο θέατρο, με παίρνανε οι δικοί
μου. Τον «Βαφτιστικό» του Θεόφραστου Σακελλαρίδη τον ήξερα απ'
έξω, ήταν φίλοι με τον πατέρα μου κι είχα γνωρίσει και τον ίδιο. Συχνά με έπαιρνε και μένα μαζί του ο πατέρας μου όποτε τον επισκεπτόταν. Την «Εύθυμη χήρα» ήξερα επίσης απ' έξω! Τη «Νυχτερίδα» του Straus, που δεν παιζόταν πολύ και που είχε παιχτεί από το τότε Βασιλικό Θέατρο! Αργότερα έγινα λάτρης της συμφωνικής μουσικής και κάθε βδομάδα παρακολουθούσα τη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας.
Κι η επαφή σας με το ρεμπέτικο τραγούδι;
Με το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι είχα μια διπλή σχέση. Στο χώρο της Αριστεράς το ρεμπέτικο ήταν καταδικασμένο. Θεωρείτο δημιούργημα της αστικής τάξης προορισμένο για το λούμπεν προλεταριάτο. Πίστευαν ότι βοηθούσε στην εξαθλίωση της εργατικής τάξης, οπότε δεν έπρεπε να το ακούμε! Το άκουγα κρυφά...
Βαμβακάρη, Παπαϊωάννου, Τσιτσάνη...
Ναι. Στην αρχή δεν ήξερα ποιοι είναι, αλλά μετά που τους έμαθα, πήγαινα κι εγώ στο ουζερί του Μάριου στην Ομόνοια. Ήταν φίλος κι αυτός του πατέρα μου κι εγώ ήθελα να κάνω επίδειξη στους συμμαθητές μου ότι «να, πάω κι εγώ στου Μάριου». Μετά το σχολείο, με τα παιδιά πηγαίναμε κρυφά και στα μπουζούκια - κρυφά και από τους γονείς που δεν θέλανε να μπλέξω με τον κόσμο του μπουζουκιού, και από τον ιδεολογικό έλεγχο και αυτοέλεγχο. Πολύ ρεμπέτικο άκουσα αργότερα στη Μακρόνησο απ' τους άλλους φαντάρους. Απ' αυτούς, πριν τους πάνε στην απομόνωση, έμαθα χορούς, ζεϊμπέκικο και χασάπικο. Η συγκεκριμένη μουσική ήταν απαγορευμένη και στον Άη-Στράτη που έκανα κι εκεί εξορία.
Ποιους άλλους συναντήσατε στη Μακρόνησο;
Στη Μακρόνησο δεν είχα συναντήσει κανέναν άλλο γνωστό...Ο Νίκος ο Κούνδουρος, ας πούμε, ήταν λίγα χρόνια μεγαλύτερος μου, οπότε είχε πάει πριν από μένα. Εμένα με στείλανε εκεί όταν παρουσιάστηκα για να κάνω τη θητεία μου το 1951.
Τη μουσική, τέλος πάντων, την έχετε εγγεγραμμένη μέσα σας από την παιδική ηλικία.
Εντελώς! Άλλωστε μικρός μάθαινα πιάνο κι επειδή εμείς δεν είχαμε πιάνο, πήγαινα σε μια θεία μου, αδερφή του πατέρα μου, που ήταν καθηγήτρια μουσικής. Εκείνη μού'κανε μάθημα. Το θυμάμαι καλά, μια μέρα πηγαίνοντας στο σπίτι της - ήμουν 14 ετών - το σκέφτηκα καλά και είπα: «Τι με ενδιαφέρει περισσότερο; Η μουσική ή η ποίηση; Δε μπορώ να τα κάνω και τα δύο». Η ποίηση, λοιπόν! Φτάνω στο σπίτι και της λέω: «Θεία, δεν θα κάνουμε μάθημα και δεν θα ξανάρθω για μάθημα». Στενοχωρήθηκε πολύ αυτή, «μα, έχεις προχωρήσει» μου έλεγε...
Αυτό δείχνει μια γρήγορη αποφασιστικότητα, την οποία αναρωτιέμαι αν την είχατε δια βίου.
Η δυσκολία είναι στις σοβαρές αποφάσεις. Τις εύκολες τις παίρνουμε ανά πάσα στιγμή. Τις δύσκολες, όταν τις πάρω, νομίζω ότι τις τηρώ.
Και το ρίσκο;
Το ρίσκο υπάρχει πάντα και πρέπει να το αντιμετωπίζεις κι αυτό. Σίγουρα οι δύσκολες αποφάσεις περιέχουν και κάποιους κινδύνους.
Το 1954 βγαίνει ο «Χωματόδρομος», η πρώτη σας ποιητική συλλογή και δεν ξέρω τι να πούμε για να είμαστε πρωτότυποι στη συνέντευξη αυτή.
Τά'χω πει και φοβάμαι την επανάληψη, να λέω τα ίδια και τα ίδια, αλλά μια και κουβεντιάζουμε και γνωριζόμαστε από παλιότερα, έχω την άνεση να επαναλαμβάνομαι.
Καλό είναι εσείς συγκεκριμένα να επαναλαμβάνεστε. Εδώ επαναλαμβάνονται κάτι άλλοι που δεν έχουν τίποτα να πουν...Πάμε στη δεύτερη ποιητική συλλογή σας που βγήκε το 1963.
Ναι, σχεδόν μια δεκαετία μετά την πρώτη.
Γιατί τόσος πολύς χρόνος;
Πολλοί λόγοι. Απορροφήθηκα πλήρως από την έκδοση της «Επιθεώρησης Τέχνης» και, όπως θα ξέρετε, η έκδοση ενός περιοδικού είναι απορροφητική, μην πω εξοντωτική δουλειά. Δεύτερος λόγος είναι πως όχι απλώς δεν έβγαλα βιβλίο μέσα σε μία δεκαετία, αλλά δημοσίευσα και πολύ αραιά, διότι είχαμε πάρει την απόφαση τα μέλη της συντακτικής επιτροπής να μη βάζουμε μέσα δικά μας κείμενα. Φοβόμασταν μη μας κατηγορήσει κανείς ότι βγάλαμε το περιοδικό για να προβληθούμε εμείς. Η «Επιθεώρηση Τέχνης» άρχισε να εκδίδεται την Πρωτοχρονιά του '55 και μόνο αφού πέρασαν λίγα χρόνια δημοσίευσα ένα ποίημα μου, ύστερα άλλο ένα κι αυτό ήταν!
Γράφατε παρ' όλα αυτά, ασχέτως των δημοσιεύσεων;
Κάθε μέρα. Ξέκλεβα ελεύθερο χρόνο και έγραφα. Μετά είχα άλλες υποχρεώσεις, γι' αυτό έχω ένα ποίημα εκείνης της εποχής που λέει ότι «οι διάφορες δουλειές ορμάνε πάνω στο χρόνο μου σαν λυσσασμένα σκυλιά και μου τον τρώνε». Έκανα και διάφορες άλλες δουλειές...
Για βιοπορισμό.
Όχι πλήρως, διότι αν και ζούσα με τους γονείς μου, έπρεπε κάτι να προσφέρω κι εγώ. Δούλεψα ως δημοσιογράφος και ως ασκούμενος δικηγόρος, αφού το πτυχίο μου στη Νομική είχε καθυστερήσει λόγω εξορίας. Άσκησα τη δικηγορία, έκανα μαθήματα αγγλικής σε παιδιά, διάφορες δουλειές δηλαδή. Δεν είμαστε μία εύπορη οικογένεια, ούτε κατά διάνοια πλούσια.
https://www.youtube.com/watch?v=cToO8xg7xds
Συναντήσεις Με Συγγραφείς στο Café του ΙΑΝΟΥ| Τίτος Πατρίκιος | IANOS
https://www.youtube.com/watch?v=TXNhQg4jXbEΜονόγραμμα - Τίτος Πατρίκιος
https://www.youtube.com/watch?v=ETri2S_DOq8Ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος μιλάει με τον City Lover
Αποκλειστική συνέντευξη στον Δημήτρη Φύσσα
ΔΕΣ:https://edutv.minedu.gov.gr/index.php/ellined-poiites/
Μια μέση οικογένεια μάλλον με όλα τα δεινά της μετεμφυλια
κής περιόδου.
Έτσι ακριβώς! Όταν άρχισε ο Εμφύλιος, πήγαινε η αστυνομία στα θέατρα κι έλεγε «Τον Πατρίκιο δεν θα τον πάρετε, την Πατρικίου δεν θα την πάρετε», δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά οι γονείς μου. Θα σας πω ένα περιστατικό - το λέω για πρώτη φορά, αφού τό'χω γραμμένο, αλλά δεν τό'χω δημοσιεύσει: Ένας άνθρωπος πολύ συνδεδεμένος με τους δικούς μου ήταν ο ηθοποιός Μίμης Φωτόπουλος. Όταν παντρεύτηκε, κουμπάρος ήταν ο πατέρας μου. Έχω και πολλές φωτογραφίες, ήταν μαζί συνέχεια. Την εποχή του Εμφυλίου, που οι γονείς μου έμειναν χωρίς δουλειά, ο Φωτόπουλος γίνεται διάσημος, κωμικός πρωταγωνιστής. Πήγε η μάνα μου να του ζητήσει δουλειά σ' ένα θερινό θέατρο που έπαιζε και της λέει: «Λέλα, πέρασε η ασφάλεια και είπε να μη σας πάρουμε. Η μόνη δουλειά που μπορώ να σου δώσω είναι καθαρίστριας». Τότε είπε η μάνα μου, που ήταν λίγο αθυρόστομη: «Εγώ καθαρίστρια δεν γίνομαι και σ' έχω χεσμένο».
Καλά ξηγήθηκε.
(γέλια) Έτσι έπιασε δουλειά σ' έναν περιοδεύοντα θίασο, ένα μπουλούκι, γυρίζοντας τις συνοικίες και δίνοντας παραστάσεις. Έτσι επιβιώσαμε τα χρόνια του Εμφυλίου. Εδώ που τα λέμε, πείνα μες την Κατοχή ένιωσα μόνο το σκληρό χειμώνα του '41 προς '42, διότι ο πατέρας μου ήταν πρόεδρος του Σωματείου Ηθοποιών και οργάνωνε τα συσσίτια των ηθοποιών. Μ' αυτό τον τρόπο παίρναμε κι εμείς συσσίτιο και τρώγαμε. Την πείνα την ένιωθα είτε με τους νεκρούς στα κάρα, είτε στη Βαρβάκειο, στο σχολείο που πηγαίναμε και κάθε πρωί βλέπαμε δυο - τρεις νεκρούς, παγωμένους από την τρομερή χειμωνιά. Πείνα, όμως, να πεινάσουμε πραγματικά δηλαδή, νιώσαμε το '47 - '48 - '49. Υπήρξαν βραδιές που δεν είχαμε τι θα φάμε μες τα χρόνια του Εμφυλίου. Τότε εκδηλώθηκε και η φυματίωση μου χωρίς να υπάρχουν φάρμακα. Ξέρετε ποια ήταν η θεραπεία;
Κάτι σαν διακοπές στη φύση.
Ακριβώς. Ανάπαυση και υπερτροφία! Και δεν είχαν να μου δώσουν φαΐ οι δικοί μου...Πολύ δύσκολα τα πράγματα.
Αναπολείτε τους γονείς σας, κύριε Πατρίκιε;
Πολύ, πολύ! Είχαμε μεγάλο σύνδεσμο και οι άνθρωποι που διέπλασαν την προσωπικότητα μου ήταν ο πατέρας μου, η μητέρα μου και πολύ αργότερα η σύζυγος μου, η Ρένα Σταυρίδη - Πατρικίου. Για να ξαναπάμε όμως στο ερώτημα σας απ' την πρώτη στη δεύτερη ποιητική συλλογή, ο «Χωματόδρομος» είχε βγει με λεφτά που μου έδωσε η μητέρα μου. Είχε πάει περιοδεία με το θίασο της Καλής Καλό και με τα λεφτά που πήρε, έτσι βγήκε η πρώτη ποιητική συλλογή μου.
Η οποία έβγαλε τα έξοδα της απ' τις πωλήσεις.
Έτσι έγινε, πράγματι. Μου έχουν πει ότι ένα - δυο κομμάτια της πρωτότυπης έκδοσης βρίσκονται στα παλαιοπωλεία στο Μοναστηράκι, εκεί γύρω, που κοστίζουν πολύ ακριβά κιόλας. Στα τέλη του 1959 πρωτοπήγα στο Παρίσι και γύρισα στα τέλη του '62. Τότε μάζεψα ποιήματα που θα μπορούσαν νά'χουν γεμίσει πέντε συλλογές, φτιάχνοντας ένα μόνο βιβλίο. Η «Μαθητεία» βγήκε το '63 πάλι μέσα σε δύσκολες συνθήκες, αφού έπρεπε να βρεθούν τα χρήματα της έκδοσης.
(σ.σ. εκείνη τη στιγμή μπαίνει στο σπίτι του Τίτου Πατρίκιου ο συνθέτης Ανδρέας Κατσιγιάννης. «Χαίρε» του λέει ο ποιητής και αμέσως μετά σχολιάζει πως μοιάζει με μοτοσικλετιστή. Ο Κατσιγιάννης κάθεται μαζί μας και η κουβέντα συνεχίζεται). Βγήκε, λοιπόν, η «Μαθητεία» κι εγώ έπρεπε να ξαναφύγω για το Παρίσι, αφού δούλευα εκεί. Εδώ είχα έρθει με την έννοια της προσωρινότητας. Βρισκόμουν στο τυπογραφείο κι έκανα διορθώσεις κι άκουσα φωνές - το τυπογραφείο ήταν κοντά στο σταθμό Λαρίσης: «Ήρθε το τραίνο που έφερε τον Λαμπράκη από τη Θεσσαλονίκη»! Παράτησα τις διορθώσεις και έτρεξα, το ίδιο και λίγες μέρες μετά που έγινε η κηδεία του. Είχαμε πάει μερικοί νέοι ποιητές - λογοτέχνες τιμητική φρουρά στο νεκρό Λαμπράκη. Οι παλαιότεροι δεν πηγαίνανε...Αν θυμάμαι καλά έγινε στον Άγιο Ελευθέριο, τη μικρή εκκλησία δίπλα στη Μητρόπολη. Όταν βγήκε η «Μαθητεία» και ξανάφυγα για το Παρίσι, δημιουργήθηκε το πρόβλημα της λεγόμενης «Ποίησης της Ήττας».
Ποταμός είστε, κύριε Πατρίκιε. Δε χρειάζεται να μιλάω καν εγώ.
Θέλω να σας πω ότι ένας λόγος για την καθυστέρηση της «Μαθητείας» δεν ήταν τα πολιτικά, τα κοινωνικά, τα οικογενειακά. Οφειλόταν στο ότι δεν δημοσίευα άμεσα τα ποιήματα μου, διότι είτε κάνανε εσωκομματική κριτική και δεν ήθελα να δημιουργήσω προβλήματα, είτε ήταν εντελώς προσωπικά ποιήματα και για να πω τα πράγματα με το όνομα τους, ήταν εντελώς ερωτικά. Δεν ήθελα να αυτοεκτεθώ και να δημιουργήσω πάλι προβλήματα, ήμουν ήδη παντρεμένος.
Εμένα μ' αρέσει ένας παντρεμένος να γράφει ερωτική ποίηση.
Ναι, αλλά να τη γράφει για τη γυναίκα του (γέλια).
Γιατί όχι και για μια άλλη γυναίκα; Πάλι ποιητής θά'ναι.
Ε, καλά...
Ας μείνουμε στην έλλειψη εσωκομματικής κριτικής. Δείχνει ότι είστε άνθρωπος ήπιος, όχι φασαριόζος.
Εσωκομματική κριτική έκανα, αλλά όχι δημόσια!
Σας βαραίνει σήμερα η φράση «Ποίηση της Ήττας»; Είναι σημαδιακή για τη νεοελληνική γραμματεία.
Τη βρίσκω μεροληπτική, μόνο και μόνο για να προσδώσει έναν ιδεολογικό χαρακτηρισμό. Το κακό είναι ότι πήρε τη σημασία της «Ποίησης της Ηττοπάθειας» , της ποίησης που υμνεί, εξιδανικεύει και επιθυμεί την Ήττα, ότι τελικά είναι η υπεύθυνη της Ήττας. Όπως στην αρχαιότητα, πολλές φορές αποκεφάλιζαν τον αγγελιαφόρο που έφερνε ένα κακό μαντάτο, σαν να ήταν ο ίδιος υπεύθυνος. Έτσι, μερικοί ποιητές βγήκαμε υπεύθυνοι για όλες τις καταστροφές που έγιναν, επειδή εμείς απλώς τις αναφέραμε και δεν τις κρύβαμε.
Το συζητούσατε αυτό με τους ομότεχνούς σας;
Βεβαίως. Τώρα τι να σου πω, για τη «Μαθητεία» είχε έρθει κομματική εντολή στην «Επιθεώρηση Τέχνης» να μη γραφτεί κριτική! Να αποσιωπηθεί...Ο μεν Τάσος Λειβαδίτης έγραψε μια θαυμάσια, εντελώς θετική κριτική στην τότε «Αυγή», ο δε Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε μιαν άλλη κριτική, ένα πραγματικό δοκίμιο που το έδωσε στην «Επιθεώρηση Τέχνης». Η εντολή ήταν να μη δημοσιευθεί, όπως σας είπα, αλλά κατά τον Σεπτέμβρη του '63 ο Κουλουφάκος την πέρασε κρυφά και δημοσιεύθηκε.
Πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε αποκλειστικά με το ποιητικό σας έργο;
Πάντα δυστυχώς ήμουν μοιρασμένος. Με τό'να πόδι ήμουν στην ποίηση και με τ' άλλο στις κομματικές και τις εκδοτικές δουλειές. Πάω έξω και ξαναμοιράζομαι με την Κοινωνιολογία και τη Φιλοσοφία που παρακολουθώ, οπότε όλα αυτά φαινομενικά λειτουργούν εις βάρος της ποίησης. Τελικά, όμως, όλα αυτά ήταν προς όφελος της ποίησης, διότι μπορεί να αφαιρούσα χρόνο, αλλά συσσώρευα βιώματα και εμπειρίες, τα οποία μετά πέρασαν στην ποίηση μου. Στο Παρίσι, ξέρετε, έψαχνα πάντα για δουλειά. Ποτέ δεν είχα χρηματοδότηση, είτε από οικογένεια, είτε από κόμμα, είτε από κάποιον οργανισμό. Ιδίως έξω ή βρίσκεις δουλειά και ζεις ή δεν βρίσκεις και πεθαίνεις, δεν έχει μεσοβέζικες λύσεις.
Δεν έχεις και τους ανθρώπους που μπορούν να σε στηρίξουν κιόλας.
Μια και το είπες αυτό τώρα, να προσθέσω ότι στις δύσκολες στιγμές που βρέθηκα, στήριγμα μου δώσανε οι Γάλλοι φίλοι που έκανα, όχι οι Έλληνες φίλοι.
Εκ των υστέρων το θεωρείτε κάπως αναμενόμενο;
Εκ των υστέρων, σχεδόν ναι! Δεν έχει να κάνει με την ελληνική νοοτροπία. Να σου πω ότι έχουμε συγγενική σχέση με μία Γαλλίδα, που έγινε νονά της μιας κόρης μου κι εμείς την παντρέψαμε. Είμαστε σαράντα χρόνια φίλοι πια. Της έλεγα «Εσείς οι Γάλλοι όταν κάνετε φιλίες, είστε σταθεροί, ενώ εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε. Όπως και οι Ιταλοί, εμείς οι μεσογειακοί είμαστε πιο ευμετάβλητοι». Εκείνη έσκασε στα γέλια: «Μα τι λες τώρα; Κι εμείς οι Γάλλοι μεταξύ μας έτσι είμαστε, αλλά δεν χαλάνε οι φιλίες γιατί δεν υπάρχει ανταγωνισμός. Εσύ έρχεσαι από την Ελλάδα και δεν σε βλέπουμε σαν ανταγωνιστή, ενώ μεταξύ μας είμαστε ανταγωνιστικοί. Το ίδιο κι εσείς μεταξύ σας»...
Την τιμήσατε, κύριε Πατρίκιε, τη φιλία στη ζωή σας;
Ναι κι έχω γράψει πολλά ποιήματα που αναφέρονται στη φιλία.
Τη θεωρείτε υπέρτατη αξία;
Είναι υπέρτατη αξία, αλλά και πολύ εύθραυστη.
Να δώσει μια προδοσία.
Δε χρειάζεται να δώσει προδοσία, που είναι η χειρότερη εκδοχή, απλώς να σπάσει το κρύσταλλο και το κρύσταλλο όσο πιο πολύτιμο είναι, άλλο τόσο εύθραυστο είναι.
Αν σας ζητούσα να μου αναφέρετε τον πιο πολύτιμο φίλο σας;
Μη λέω ονόματα, αλλά υπήρξαν φίλοι πολύ στενοί, φίλοι δηλαδή που θα έδινε ο ένας τη ζωή του για τον άλλον, ήρθε όμως κάποια στιγμή που συγκρουστήκαμε. Τα θετικά, ωστόσο, απ' αυτές τις φιλίες παρέμειναν και δεν τα έχω διαγράψει. Συχνά λέω ότι ένας άνθρωπος, στον οποίο έχω πολύ μεγάλες οφειλές, είναι ο Γιάννης Ρίτσος ο ποιητής. Με βοήθησε πολύ και ουσιαστικά μέσα στο δρόμο μου στην ποίηση.
Να ένας ποιητής που έχει μελοποιηθεί κατά κόρον, από τον Θεοδωράκη και όχι μόνο.
Σωστά! Νομίζω πως σε ένα παλιό τηλεοπτικό αφιέρωμα που μου είχε γίνει στο «Μονόγραμμα» του Σγουράκη, αναφέρω σε ποιους φίλους έχω οφειλές και υποχρεώσεις.
Για να ξεκουράσω λίγο τον κύριο Πατρίκιο, ας έρθω σε σας τώρα, κύριε Κατσιγιάννη. Πως σας ήρθε η έμπνευση να μελοποιήσετε τον συγκεκριμένο ποιητή;
Ανδρέας Κατσιγιάννης: Από τον «Λυσιμελή πόθο», ένα βιβλίο του που μου χάρισε! Είναι μια συλλογή ερωτικών ποιημάτων του Τίτου από τη δεκαετία του '40 μέχρι το 2010 κι αναφέρεται σ' αυτό που είχε ισχυριστεί ο Ιπποκράτης, ότι ο έρωτας είναι ασθένεια, λυσιμελής, λύνονται δηλαδή τα μέλη του ανθρώπου. Θυμάμαι ότι το 2014 που μου χάρισε το βιβλίο, το διάβασα σ' ένα βράδυ σχεδόν ολόκληρο. Με ένα μολυβάκι, καθώς ήμουν ξαπλωμένος, σημείωνα ποιο μπορεί να γίνει τραγούδι.
Άρα μιλάμε για ένα project πενταετίας, που δουλευόταν σιγά - σιγά.
Ανδρέας Κατσιγιάννης: Ακριβώς.
Τίτος Πατρίκιος: Όχι το '14. Τότε που είχα έρθει στη «Σμύρνη». Τόσα χρόνια πέρασαν;
Α.Κ.: Ναι, το '14 ήτανε. Είχε έρθει ο Τίτος στην παράσταση κι εκεί γνωριστήκαμε.
Τ.Π.: Και μ' άρεσε η μουσική πολύ!
Α.Κ.: Γνωριστήκαμε μέσω του κοινού μας φίλου, του ηθοποιού Μιχάλη Μητρούση. Αναπτύχθηκε μια ζεστασιά απ' την πρώτη στιγμή. Του έκανα εγώ δώρο, αν θυμάμαι σωστά, το CD με τη μουσική της παράστασης κι εκείνος είπε: «Την επόμενη φορά θα σου κάνω εγώ δώρο» κι έτσι ήρθε το βιβλίο του στα χέρια μου.
Δεν είναι ωραία τα δώρα όταν προκύπτουν συνεργασίες;
Τ.Π.: Πολύ ωραία! Κι εμένα, ξέρεις, δεν με φοβίζει αυτό το «Να φοβάσαι τους Δαναούς - τους Έλληνες δηλαδή - ακόμη κι όταν προσφέρουν δώρα». Αυτό, βέβαια, το είπε ένας Λατίνος, δεν ειπώθηκε για μας.
Φαντάζομαι τη χαρά σας όταν σας ανακοίνωσε ο Κατσιγιάννης την πρόθεση του να σας μελοποιήσει.
Τ.Π.: Ε, βέβαια!
Α.Κ.: Να σας πω την πρώτη αντίδραση; Είχα φτιάξει ήδη κάποια ποιήματα και τά'χα βάλει ν' ακούσει πρώτος ο Μητρούσης. Τέσσερα ντεμάκια είχα κάνει για πιάνο - φωνή. «Ω, πρέπει να τα δώσεις στον Τίτο» αναφώνησε ο Μιχάλης, πάντα υποστηρικτικός! Τηλεφωνώ του Τίτου, «Έλα, που χάθηκες;» με ρωτάει, «Θέλω να σου φέρω κάτι» του λέω, «μπορώ να σου έρθω μεσημέρι;» Πήγα, είχε φτιάξει και μια ωραία μακαρονάδα, «Τι μου έφερες;» με ρωτάει και βάζουμε το CD σε ένα μικρό CD-player που έχει. Παίζει το CD, ακούμε το πρώτο κομμάτι και κάνει ο Τίτος: «Α, αυτό είναι δικό μου». Συνεχίσαμε, φάγαμε, ήπιαμε καφέ.
Θέλετε να πείτε ότι δεν εστιάσατε αποκλειστικά στις μελοποιήσεις εκείνη την πρώτη φορά, σας ξεπέρασε η καθημερινότητα.
Α.Κ.: Ναι, άκουσε το CD κι εγώ περίμενα το feedback, του στυλ «Σ' αρέσει, δεν σ' αρέσει;» Στο μεταξύ, είχα πάρει κάποια ποιήματα, όπως το «Σώμα» πού'ναι πέντε σελίδες και το έσπασα σε αποσπάσματα. Προσπαθούσα να εκμαιεύσω την αντίδραση του μ' ένα διακριτικό τρόπο. Τον ρώτησα τελικά αν τον πειράζει που πείραξα τα ποιήματα του. «Όχι, όχι, μια χαρά είναι, συνέχισε» απάντησε και μου έδωσε κουράγιο.
Τ.Π.: Ήμουν μαζεμένος, γιατί με είχε πιάσει τρακ. Ντρεπόμουν να πω περισσότερα, μη φανεί ότι υπερβάλλω ή τον κολακεύω.
Φοβερό, αν υποτεθεί πως ο Ελύτης ξανάβαζε τους τραγουδιστές στο στούντιο αν δεν ηχούσε σωστά μια λέξη του με τη φωνή τους.
Τ.Π.: Ο Ελύτης μελοποιείτο συνέχεια, έχετε δίκιο. Εγώ πάλι δεν ήθελα να φανεί τώρα ότι προσπαθώ να «γλείψω».
Τα λέτε χαριτωμένα, κύριε Πατρίκιε.
Α.Κ.: Κι εγώ πάλι να τρέμω για την αντίδραση του. Ήμασταν κάπως σαν το «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες»!
Τ.Π.: Μπλέξαμε δυο ντροπαλοί, κατάλαβες; (γέλια) Καλύτερα πάντως από δύο θρασείς!
Έχετε κάνει ήδη ένα κοινό άλμπουμ με τον Κατσιγιάννη. Είναι η προσμονή της έκδοσης ίδια μ' αυτήν μιας ποιητικής συλλογής;
Τ.Π.: Είναι άλλου είδους ευχαρίστηση αλλά σε πολύ βαθύ επίπεδο, βλέπεις δηλαδή ότι ένα δικό σου ποίημα μπορεί ν' αποκτήσει καινούργια ζωή, καινούργια υπόσταση χάρη στη μουσική.
Α.Κ.: Θεωρώ ότι είναι δίσκος του Τίτου, ούτε καν εξ ημισείας, απλά με μια δική μου συμμετοχή.
Τ.Π.: Δεν συμφωνώ.
Ούτε εγώ, υπάρχει ο ποιητής, υπάρχει και ο συνθέτης.
Τ.Π.: Έτσι! Η μουσική είναι αυτοτελής και αυθύπαρκτη!
Α.Κ.: Το πιο ωραίο στιγμιότυπο ήταν όταν καθίσαμε στο πιάνο...
Τ.Π.: Με πρόλαβες, απ' το στόμα μου το πήρες, αυτό ήθελα να πω! Οι αυτοσχεδιασμοί του στο πιάνο, ενόσω εγώ διαβάζω ποίηση, είναι εξίσου ωραίοι με τα τραγούδια του.
Ενορχηστρωτικά πως κινηθήκατε;
Α.Κ.: Έφυγα απ' τις γνώριμες μου φόρμες, τις παραδοσιακές - σμυρναίικες. Τίποτα δεν έβαλα στόχο, έτσι με «πήγαν» τα ποιήματα και προχθές που πήγαμε με τον Τίτο σε μια συναυλία, ακούσαμε live ένα ποίημα που τραγούδησε ο Γιώργος Περρής. Τελικά κατάλαβα ότι η ενορχήστρωση βγάζει μια αίσθηση διαφορετική απ' όσα έχω κάνει, συγκριτικά και με διάφορα άλλα τραγούδια που ακούστηκαν στη συναυλία. Ίσως ρόλο έπαιξε και το ότι εγώ έφτιαξα τις βάσεις, αλλά είχαμε άλλον ενορχηστρωτή, τον Γιώργο Θεοδωρόπουλο.
Σε εσάς, κύριε Πατρίκιε, πως έφτασε το τελικό προϊόν, ο ήχος;
Ο ήχος, ακριβώς γι' αυτό είπα πριν ότι η μουσική έχει αυτονομία. Μου άρεσε πολύ και με κάνει να τον ακούω, ξεπερνώντας τα ίδια τα ποιήματα. Μετά, βέβαια, γυρίζω πάλι στο ποίημα, αλλά η αίσθηση είναι διπλή.
Πιάσατε τον εαυτό σας να σιγοτραγουδάει κάποιο απ' τα τραγούδια του δίσκου;
Παλιότερα μάθαινα μοτίβα και τα σφύριζα. Τώρα που δύσκολα σφυρίζω, δύσκολα μαθαίνω και τραγούδια απ' έξω. Πλέον, όμως, ο στίχος με πάει στη μουσική και το αντίστροφο, η μουσική με πάει στο ποίημα.
Ποιοι ήταν και είναι οι αγαπημένοι σας Έλληνες συνθέτες;
Βεβαίως οι συνθέτες οι μεγαλύτεροι μου, αν και της ίδιας γενιάς. Και ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις είναι σπουδαίοι!
Συνδεθήκατε με φιλία και με τους δύο;
Συναντιόματαν περιστασιακά. Ο Χατζιδάκις λίγο πριν το τέλος του, μου τηλεφώνησε και μου ζήτησε να γράψω ένα κείμενο για τη φιλία και τη γνωριμία μας. Θα έμπαινε σ' ένα βιβλίο που ετοιμαζόταν. Τό'γραψα και δημοσιεύθηκε στο βιβλίο αυτό.
Μιλάτε για τις «Ανοιχτές επιστολές στον Μάνο Χατζιδάκι» που κυκλοφόρησε μετά το θάνατο του συνθέτη.
Ναι, ναι. Βγήκε μετά το θάνατο του, αλλά ο ίδιος μου είχε τηλεφωνήσει, γιατί συγκέντρωνε από πριν τα κείμενα. Μπορεί επίσης να λέω τώρα γνωστά πράγματα, αλλά πολύ μεγάλος μουσικός είναι ο Σκαλκώτας και πολύ μεγάλος για μένα είναι ο Γιάννης Χρήστου, ο οποίος έφυγε άδικα από τη ζωή. Έκανε τομή στη μουσική. Του Xenakis, ας πούμε, ενώ η μουσική του είναι ενδιαφέρουσα και μου δημιουργεί σκέψεις και προβληματισμούς, δεν μπορώ να πω ότι με «γεμίζει».
Σας ενοχλεί η απουσία του συναισθήματος στου Xenakis το έργο;
Ίσως αυτό νά'ναι, αν και τον θεωρώ μια τρομερά σημαντική παρουσία. Τον είχα γνωρίσει. Ήτανε τρία αδέρφια. Όταν πήγαινα στο σχολείο, εκείνος είχε αποφοιτήσει, αλλά συνδέθηκα εκεί με τα άλλα δύο αδέρφια του. Όλοι γι' αυτόν μιλούσαν. Από τότε είχε αφήσει μεγάλες εντυπώσεις.
Να μας πει ο συνθέτης τώρα αν ενδείκνυται η εποχή για δίσκους μελοποιημένης ποίησης.
Α.Κ.: Στο ζοφερό και θολό περιβάλλον, πάντα ότι κινείται σ' ένα καμβά φωτεινής αισθητικής θα βρει χώρο, πιστεύω. Σίγουρα τέτοιοι δίσκοι θεωρούνται κόντρα στην εποχή. Ευτυχώς γίνονται κι άλλες κινήσεις: Ο Κορκολής έκανε έναν πολύ ωραίο Καβάφη, ο Παπαδημητρίου επίσης, επομένως εμείς δεν έχουμε να κάνουμε καλλιτεχνικά με το ρεύμα της εποχής. Η εποχή ας έχει το ρεύμα της κι εμείς ας έχουμε τη δικιά μας πορεία.
Γιατί ένας πολυσυλλεκτικός, απ' την άποψη των τραγουδιστών, δίσκος;
Α.Κ.: Υπάρχει συμβολισμός, έδωσα τα τραγούδια σε γενιές τραγουδιστών, καθώς κάθε ποίημα εκφράζει και μία διαφορετική δεκαετία. Έβαλα από τον πιο μεγάλο, που είναι ο Γιώργος Νταλάρας, μέχρι τον πιο μικρό, τον Απόστολο Μόσιο. Έβαλα ενδιαμέσως να τραγουδήσουν τραγουδοποιοί, ο Φοίβος Δεληβοριάς, ο Μίλτος Πασχαλίδης, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, προερχόμενοι από διαφορετικές σχολές με κοινή αισθητική.
Κύριε Πατρίκιε, ακούστηκε ο χαρακτηρισμός «ζοφερό και θολό τοπίο» για τη μουσική. Με το τοπίο της ποίησης, τι γίνεται;
Όσο πιο ζοφεροί είναι οι καιροί, τόσο καλύτεροι είναι για την ποίηση.
Δεν είναι λίγο κοινότοπη η άποψη αυτή; Ο καλλιτέχνης πρέπει μονίμως νά'ναι δαιμονομάχος;
Ίσως απ' την άποψη της παραγωγής, αφού η ποίηση είναι η πιο ανεξάρτητη τέχνη. Ένα χαρτί κι ένα μολύβι χρειάζεται.
Όπως ο ζωγράφος, ένα τελάρο και τις μπογιές του.
Ήδη έγινε πιο σύνθετη η κατάσταση! Πιο εύκολο είναι να βρεις χαρτί και μολύβι, παρά μπογιές και τελάρα.
Σωστό κι αυτό, ανεβαίνει αυτομάτως το budget, που λεν κι οι φίλοι μας οι Άγγλοι.
Όσο πάμε σε τέχνες που χρειάζονται περισσότερο την τεχνική στήριξη, τόσο έχουμε τέχνες με μεγαλύτερο κοινό που τις υποδέχεται και τις στηρίζει. Ο κινηματογράφος και η τηλεόραση είναι η κορύφωση αυτού, που για να γίνει μία ταινία χρειάζονται δεκάδες εκατομμύρια και η συνεργασία πολλών ανθρώπων, όχι μόνο ένας. Όπως και στη μουσική, αντίθετα, χρειάζονται τρεις παράγοντες: Ο συνθέτης, ο τραγουδιστής και ένα πιάνο. Για να γίνει μία θεατρική παράσταση χρειάζονται πολλοί περισσότεροι. Για να παιχτεί μία όπερα, πόσοι χρειάζονται; Η ποίηση, πάλι, σύμφωνα και με τον φίλο μου τον Κατσιγιάννη, προσφέρει κάτι μοναδικό: Την κατ' οικονομία σκέψη!
Ίσως γι' αυτό κάθε καλλιτέχνης να αγγίζει τη θέωση όταν καταφέρνει να γίνει ποιητής.
Και γι' αυτό μερικοί μόνο στίχοι μπορούν να καλύψουν ολόκληρη την ποίηση!
Πείτε μου μερικούς τέτοιους στίχους.
Για μένα ο μεγαλύτερος στίχος που έχει πλαστεί σε ολόκληρη την ιστορία της ποίησης είναι οι στίχοι του Πινδάρου «Σκιάς όναρ άνθρωπος»: Ο άνθρωπος είναι το όνειρο της σκιάς! Γράφτηκε πριν από 2.500 - 3.000 χρόνια και για μένα τα είπε όλα! Δεν βάζω κανέναν άλλο στίχο πάνω απ' αυτόν! Όλοι οι άλλοι στίχοι που γράφτηκαν, έρχονται μετά.
Με πάτε τώρα σε κάτι που είχατε πει παλιότερα για την Ελλά
δα και που δεν το θυμάμαι ακριβώς. Να μην προσπαθεί η Ελλάδα να μοιάσει στους νέους, κάπως έτσι το είπατε.
Ούτε κι εγώ το θυμάμαι (γέλια). Με τη νεότητα έχω καλή σχέση, αλλά προσπαθώ ν' αποφεύγω να κάνω τον συμβουλάτορα και τον κηδεμόνα. Αν το κάνεις αυτό, θα έρθει μια στιγμή που οι νέοι θα σε ανατρέψουν και θα ησυχάσουν από σένα. Θέλω να τους παρακολουθώ τους νέους και να συνομιλώ μαζί τους, αλλά και να καταλαβαίνω ότι αν αρχίσω να νεάζω κι εγώ, θα γίνω γελοίος. Πρέπει τελικά να προσέχει κανείς ν' αποφεύγει αυτό τον παλιμπαιδισμό.
Και με ποιο τρόπο εσείς θα μπορούσατε να παλιμπαιδίσετε;
Πολύ εύκολα γίνεται, μη σας λέω τρόπους τώρα!
Πείτε μου έναν μόνο, μ' ενδιαφέρει.
Δεν υπάρχει βράδυ, ας πούμε, που να μη βγαίνω έξω. Αν βγαίνεις μαζί μου για ένα μήνα, μετά θα ζητήσεις δεκαπέντε μέρες ξεκούραση.
Η κοινωνικότητα δεν επικυρώνει τη γελοιότητα. Είναι ψυχικό και όχι βιολογικό χάρισμα.
Είναι και βιολογικό! Στο κάτω - κάτω εγώ δεν μπορώ τώρα να τρέξω μαραθώνιο.
Σάμπως μπορούμε εμείς, όσοι καπνίζουμε;
Θεωρώ το μεγαλύτερο κατόρθωμα της ζωής μου που έκοψα το τσιγάρο. Το 1986 ήταν, το θυμάμαι καλά. Με είχε πιάσει μια τρομερή ημικρανία, νόμιζα ότι το κεφάλι μου θ' ανοίξει. Έπαιρνα όλα τα δυνατά παυσίπονα και δεν μου πέρναγε με τίποτα. Έλεγα στη γυναίκα μου, «Θα πηδήξω απ' το μπαλκόνι», τόσο πολύ! Είχα φτάσει στο σημείο να καπνίζω τέσσερα πακέτα ημερησίως! Κοιμόμουν το βράδυ, ξύπναγα, έκανα ένα τσιγάρο και ξανακοιμόμουν.
Μιλάμε για κανονική τοξικομανία.
Απόλυτη! Διάβασα όμως ένα άρθρο στην ιατρική στήλη μιας εφημερίδας, που έλεγε ότι οι παρατεταμένες ημικρανίες έχουν δύο αιτίες: Ή είναι όγκος στον εγκέφαλο ή είναι νικοτινίαση. Είπα θα το κόψω για μία εβδομάδα και αν συνεχιστεί το πρόβλημα, σημαίνει ότι έχω όγκο, άρα θα το ξαναρχίσω και θα πεθάνω πανευτυχής. Ε, λοιπόν, σε πέντε μέρες που το έκοψα, δεν ξαναείχα πονοκέφαλο στη ζωή μου! Όλα τα καλά του κόσμου είδα κόβοντας το τσιγάρο. Πολλαπλασιάστηκαν οι φυσικές και πνευματικές μου δυνάμεις. Ανέβαινα έξι πατώματα τρέχοντας, χωρίς να λαχανιάζω! Ξανάρχισα το ψαροντούφεκο, να φανταστείτε. Είχα όμως δύο κακά αποτελέσματα: Το ένα ήταν ότι πήρα 14 κιλά και τ' άλλο, δε μπορούσα να ξαναμπώ στο λεωφορείο.
Για ποιο λόγο;
Μου επανήλθε η όσφρηση! (έχουμε σκάσει στα γέλια)
Θέλω να μου πείτε τώρα αν η έντονη κοινωνικότητα προκύπτει ως ανάγκη ή ως «πρέπει».
Πρώτον, δεν την επιδιώκω, μπορώ να πω ότι δεν τό'χω ζητήσει ποτέ εγώ. Όταν με ζητάνε, συνήθως λέω ναι, γιατί δε θεωρώ ότι είναι και σωστό να μένει κανείς κλεισμένος στο σπίτι με τον εαυτό του. Όταν γράφεις απευθύνεσαι στον άλλον, άρα είναι σωστό να μιλάς και με τον άλλον! Το ζητούμενο είναι να επικοινωνούμε με τον άλλον χωρίς να γινόμαστε φλύαροι. Να μην χανόμαστε στη σιωπή μας.
Μου δίνετε την εντύπωση ενός ανθρώπου που χαίρει άκρας ψυχικής υγείας. Συμφωνείτε;
Ε, δεν είναι κι εύκολο πράγμα. Ένα πολύ μεγάλο πλήγμα που πέρασα ήταν η απώλεια της γυναίκας μου. Πολύ νέα κιόλας...Ευτυχώς έχω τρεις κόρες, τη μία από τον πρώτο μου γάμο, έχω και τρεις εγγονές, δύο μικρούλες και μία μεγαλύτερη.
Μεσ' στις γυναίκες είστε.
Ναι, τρεις κόρες, τρεις εγγονές. Είχα τη μεγάλη χαρά τώρα που με καλέσανε στο Λονδίνο σε μία εκδήλωση για μένα, να παραστούν και οι τρεις εγγονές μου.
Λογικό είναι να σας πόνεσε η απώλεια της γυναίκας σας. Από μια μελαγχολία, όμως, μέχρι την κατάθλιψη, υπάρχει ένα διάστημα, μικρό έστω.
Η κατάθλιψη είναι ότι χειρότερο μπορεί να υπάρξει, γι' αυτό λέω πως αν κάτι πρέπει να καταπολεμάμε είναι η κατάθλιψη. Ενώ η μοναξιά επίσης είναι απαραίτητη για την εργασία, κυρίως την καλλιτεχνική, πρέπει να λειτουργείς συλλογικά για να λειτουργείς και φυσιολογικά. Και μια και σας λέω τώρα πράγματα, που συνήθως δεν μου τα συζητάνε, πέρασα κι ένα χοντρό πρόβλημα υγείας. Το 2002, κοντεύουν είκοσι χρόνια.
Το 2003 σας είχα γνωρίσει εγώ ως βοηθός σε ένα τηλεοπτικό πορτραίτο σας.
Μάλιστα. Τότε μου παρουσιάστηκε ένας ραγδαίος θανατηφόρος καρκίνος. Τυχαία έκανα μία εξέταση και ο φίλος γιατρός τηλεφώνησε της γυναίκας μου: «Αν δεν είχε έρθει για την εξέταση αυτή ο Τίτος, είχε το πολύ δύο μήνες»...Ήταν ο καρκίνος του Γκράβιτς, θανατηφόρος, που αναπτύσσεται στο νεφρό και σε μένα είχε φτάσει στο μέγεθος πορτοκαλιού. Αν σπάσει δε την ώρα της επέμβασης, πάλι τελειωμένος είσαι και εγώ εν τω μεταξύ νόμιζα πως έμπαινα για αφαίρεση μιας απλής κύστης (γελάει). Εγώ έμπαινα στο χειρουργείο χαμογελαστός και οι κόρες μου με τη γυναίκα μου δεν ήξεραν αν θα γυρίσω ή όχι. Τίποτα δεν μ' ένοιαζε μεσ' στην άγνοια μου.
Ο θάνατος σας απασχολεί σήμερα, όπως κάποτε η Αριστερά και ο έρωτας;
Πώς δεν μ' απασχολεί! Προσπαθώ να είμαι συμφιλιωμένος με την ιδέα γιατί είναι κάτι που οπωσδήποτε θα έρθει. Το μόνο που μπορεί κανείς να κάνει στην προσπάθεια του να το αποτρέψει είναι να παρατείνει κάπως τη ζωή του ή και να γελοιοποιηθεί πλήρως και να εξευτελιστεί. Λοιπόν, είναι κάτι που συμβαίνει, τι να κάνουμε...Και ευτυχώς που συμβαίνει, διότι δε θα χώραγε ο πλανήτης τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων. Τέλος πάντων, όχι ότι είμαι και εντελώς ψύχραιμος, αλλά μη μας πανικοβάλει κιόλας!
Γελάτε πολύ;
Όσο μπορώ. Πολλοί που με ξέρουν, ξέρουν και ότι είμαι ανεκδοτάκιας. Πάντα, όταν με αφήνουν φίλοι έξω απ' την πόρτα μου, θα τους πω «Να μη χανόμαστε». Όμορφη ευχή, που μου βγαίνει αυθόρμητα κάθε φορά.
Με την παγκόσμια άνοδο της ακροδεξιάς να υποθέσω ότι θα κλαίτε, όμως.
Είναι ένα πραγματικά θλιβερό φαινόμενο. Κάποτε νόμιζα ότι ξεμπλέξαμε με το φασισμό, αλλά τελικά δεν ξεμπλέξαμε. Χρειάζεται να είμαστε σε εγρήγορση χωρίς αυτό να μας κάνει να εγκαταλείψουμε τις δημοκρατικές μας αρχές. Και η δημοκρατική αρχή συνοψίζεται στην περίφημη φράση του Βολταίρου: «Απορρίπτω πλήρως αυτά που λες, θα έδινα όμως και τη ζωή μου για νά'χεις το δικαίωμα να τα λες και να τα γράφεις». Βέβαια, αυτό πρέπει να γίνεται αποδεκτό κι από τις δύο πλευρές.
Τι είναι Θεός, κύριε Πατρίκιε;
Δεν με απασχολεί. Καθόλου.
Ήμουν σίγουρος. Κύριοι, σας ευχαριστώ για την ωραία συζήτηση.
Εμείς ευχαριστούμε. Από δω με πήγες, από κει με πήγες, είπα πράγματα που δεν τά'χω ξαναπεί.
* Το βιβλίο - CD «Πολιορκημένος χρόνος» με οχτώ απαγγελίες και εφτά μελοποιημένα ποιήματα του Τίτου Πατρίκιου σε μουσική Ανδρέα Κατσιγιάννη κυκλοφορεί από το «όγδοο». Τραγουδούν οι Γ. Νταλάρας, Λ. Μαχαιρίτσας, Φ. Δεληβοριάς, Μ. Πασχαλίδης, Γ. Κότσιρας, Γ. Περρής, Α. Μόσιος. Η έκδοση περιλαμβάνει σπάνιο φωτογραφικό υλικό από το αρχείο του ποιητή και τη βιοεργογραφία του, γραμμένη από την Ελένη Αντωνιάδου.
Τίτος Πατρίκιος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 21 Μαΐου 1928 Αθήνα |
Εθνικότητα | Έλληνας |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελληνική |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Νέα ελληνική γλώσσα[1] |
Σπουδές | Βαρβάκειος Σχολή |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής |
Οικογένεια | |
Γονείς | Σπύρος Πατρίκιος και Λέλα Πατρικίου |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία (1994) Ιππότης του Τάγματος του Αστέρα της Ιταλικής Αλληλεγγύης (13 Ιανουαρίου 2009)[2] |
Ο Βαπτιστής-Τίτος Πατρίκιος (Tit Patrick) (Αθήνα, 21 Μαΐου 1928) είναι Έλληνας ποιητής, πεζογράφος και μεταφραστής, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς που έχει τιμηθεί με το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 1994.
Βιογραφικό σημείωμα
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 1928 (γιος των ηθοποιών Σπύρου Πατρικίου και Λέλας (Ελένης) Σταματοπούλου (κόρη των ηθοποιών Παναγιώτη και Ευδοξίας Σταματοπούλου). Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο το 1946 και στη συνέχεια από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε για κάποιο διάστημα το επάγγελμα του δικηγόρου. Σύζυγός του ήταν η ιστορικός Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου. Κόρες τους είναι η ιστορικός Αλεξάνδρα Πατρικίου και η διαφημίστρια Δάφνη Πατρικίου.[3]
Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση με την ΕΠΟΝ και στη συνέχεια με τον ΕΛΑΣ. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των Γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και στον Άη Στράτη (1952-1953).
Σπούδασε Κοινωνιολογία στην École Pratique des Hautes Études στο Παρίσι (1959-1964), όπου αργότερα πήρε μέρος στις αντιδικτατορικές εκδηλώσεις εναντίον της χούντας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα.
Εργάστηκε στην έδρα της UNESCO στο Παρίσι και στη Διεθνή Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) στη Ρώμη. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής καθώς και στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.
Τίτος Πατρίκιος
Στις 6 Νοεμβρίου 2000 ορίστηκε πρόεδρος της ΑΕ Πολιτιστική Ολυμπιάδα με κριτήριο, όπως ανακοινώθηκε[4] πως πρόκειται για «όχι έναν αιθεροβάμονα ποιητή, αλλά έναν άνθρωπο με δυνατότητες δράσης». Από τη θέση αυτή παραιτήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2001, διότι, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, «θέλει στο εξής να αφιερωθεί απολύτως και χωρίς περισπάσεις στο ποιητικό και γενικότερα στο λογοτεχνικό του έργο».[5]
Στις 28 Νοεμβρίου 2000 ήταν ένας από τους δώδεκα Έλληνες ποιητές που έλαβαν μέρος στον «Κύκλο Ελληνικής Ποίησης» που διοργάνωσε το Theatre Moliere, Maison de la Poesie στο Παρίσι, όπου το γαλλικό κοινό είχε την ευκαιρία να συναντήσει τους Έλληνες ποιητές και να γνωρίσει το έργο τους, το οποίο παρουσίασαν γνωστοί Γάλλοι συγγραφείς, κριτικοί και μεταφραστές.[6]
Το 2001 ήταν ανάμεσα στους συγγραφείς που επελέγησαν να εκπροσωπήσουν τη σύγχρονή ελληνική λογοτεχνία στην «53η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης», όπου η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα. Η Ομάδα Εργασίας «Φρανκφούρτη 2001» και το Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) αποδέχτηκαν την ομόφωνη εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής σχετικά με τους συγγραφείς[7] που συμμετείχαν στις εκδηλώσεις του προγράμματος «Νέοι Δρόμοι για την Ιθάκη», μεταξύ των οποίων και ο Τίτος Πατρίκιος.[8]
Στις 20 Μαΐου 2002 συμμετείχε μαζί με τους Στρατή Πασχάλη και Στέλιο Ράμφο σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο Ινστιτούτο Γκαίτε με θέμα: «Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ' ένα μικρόψυχο κόσμο;», στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης.[9]
Στις 12 Απριλίου 2006 παρευρέθηκε στα εγκαίνια του Μουσείου Πολιτικών Εξορίστων Άη Στράτη[10], όπου και ο ίδιος είχε εξοριστεί (1952-1953).[11]
Το Μάρτιο του 2007 έδωσε διάλεξη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στα πλαίσια του κύκλου «Η ελληνική ποίηση σήμερα».[12]
Το 2008 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (μαζί με τον Μένη Κουμανταρέα) για το σύνολο του έργου του. «Ποτέ δεν είναι οι μέρες ποιητικές και ακριβώς γι' αυτό χρειάζεται η ποίηση. Και όσο λιγότερο ποιητικές είναι τόσο πιο κόντρα πρέπει να πηγαίνεις», δήλωσε κατά τη βράβευση ο Τίτος Πατρίκιος. Προβληματισμένος για τις ταραγμένες μέρες που βίωσε η Ελλάδα, πρόσθεσε ότι προσπαθεί να κατανοήσει τα γεγονότα «χωρίς έτοιμες ιδέες και χωρίς να θέλει να ταυτιστεί με τους νέους, παριστάνοντας τον δεκαεξάρη».[13]
Στις 6 Ιουλίου 2011 συμμετείχε μαζί με την ποιήτρια Κική Δημουλά σε διάλογο για την Ποίηση στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, διάλογο «εφ' όλης της ύλης, όχι μόνο της ποιητικής, αλλά και εκείνης από την οποία τρέφεται η ποίηση». «Επειδή όλοι μας έχουμε όλα τα στοιχεία της ψυχολογίας και της ψυχοπαθολογίας, αλλά ελπίζω σε τέτοιο βαθμό που χρειάζεται για να μας ενεργοποιούν, έτσι και εγώ είμαι λίγο σαδομαζοχιστής. Γράφω λοιπόν και γιατί το απολαμβάνω και γιατί με βασανίζει», ανέφερε ο Τίτος Πατρίκιος, μιλώντας για το πώς γράφει ποίηση.[14] «Αναφερόμενος στην ποιητική έμπνευση, ο Τίτος Πατρίκιος είπε πως επί χρόνια πίστευε ότι δεν υπάρχει έμπνευση. Ότι όλα είναι μεταφυσικά κατασκευάσματα και ότι αυτό που έχει σημασία και σπουδαιότητα είναι η δουλειά. “Ο Ρίτσος έλεγε ότι αν δεν το γράψεις τουλάχιστον είκοσι φορές ένα ποίημα, δεν μπορείς να καταλήξεις αν τελείωσε ή δεν τελείωσε. Τα τελευταία χρόνια όμως έχω αρχίσει να υποπτεύομαι ότι και η έμπνευση παίζει κάποιο ρόλο, με την έννοια ότι κάποια στιγμή κάτι σου φωτίζεται πιο καθαρά απ' ό,τι το συνηθισμένο. Σαν να πέφτει στα πράγματα μία λάμψη, αλλά αυτή η λάμψη πάει χαμένη, όταν δεν κάθεσαι να την δουλέψεις. Για να είσαι καλός ποιητής, πρέπει να έχεις και μία ακατάπαυστη ροπή προς την επιπολαιότητα”». Το 2016 βραβεύτηκε με το Γαλλικό βραβείο ποίησης, για τη δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων του ¨Στο οδόφραγμα του χρόνου¨
Εργογραφία
Η πρώτη δημοσίευση ποιήματός του έγινε το 1943 στο περιοδικό Ξεκίνημα της Νιότης. Ήταν ιδρυτικό μέλος του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης. Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα ισπανικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Το 1994 τιμήθηκε με το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του.
Η ποιήτρια Κική Δημουλά, ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος και ο πανεπιστημιακός Νάσος Βαγενάς στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
Ποιήματα
- Χωματόδρομος, 1954.
- Μαθητεία, εκδ. Πρίσμα, 1963.
- Προαιρετική Στάση, εκδ. Ερμής, 1975, εκδ. Γνώση, 1981, 1992.
- Ποιήματα, Ι [1948- 1954], Θεμέλιο ,1976
- Θάλασσα Επαγγελίας, εκδ. Θεμέλιο, 1977, 1980, 1985.
- Αντιδικίες, εκδ. Ύψιλον, 1981, 1983.
- Αντικριστοί καθρέφτες, εκδ. Στιγμή, 1988, 1991.
- Παραμορφώσεις, Αθήνα, Διάττων, 1989.
- Μαθητεία ξανά, Αθήνα, Διάττων, 1991.
- Η Ηδονή των παρατάσεων, εκδ. Διάττων, 1992, εκδ. Κέδρος, 1998.
- Ποιήματα Ι, εκδ. Κέδρος, 1998.
- Ποιήματα ΙΙ, εκδ. Κέδρος, 1998.
- Ποιήματα ΙΙΙ, εκδ. Κέδρος, 1998 .
- Η αντίσταση των γεγονότων, εκδ. Κέδρος, 2000.
- Η πύλη των λεόντων, εκδ. Διάττων, 2002.
- Ποιήματα IV, εκδ. Κέδρος, 2007.
- Η νέα χάραξη, εκδ. Κέδρος, 2007.
- Λυσιμελής πόθος, εκδ. Διάττων, 2008.
- Συγκατοίκηση με το παρόν, εκδ. Κέδρος, 2011, σελ. 72, ISBN 978-960-04-4261-8.
- Σε βρίσκει η ποίηση, εκδ. Κίχλη, 2012.
- Δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων, υπό τον τίτλο: Οι λέξεις γυμνές. (le parole nude, Interlinea, 2013).
- Ποιήματα Α΄ (1943-1959), εκδ. Κίχλη, 2017.
- Ποιήματα Β΄ (1959-2017), εκδ. Κίχλη, 2018.
Πεζά
- Η Συμμορία των δεκατριών, εκδ. Διάττων, 1990, εκδ. Κέδρος, 2000.
- Συνεχές Ωράριο, εκδ. Διάττων, 1993, εκδ. Κέδρος, 2000.
- Στην ίσαλο γραμμή (Αφηγήσεις), εκδ. Κέδρος, 1997, 1999.
- Περιπέτειες σε τρεις σχεδίες (Αφηγήσεις), εκδ. Κέδρος, 2006.
- Ο πειρασμός της νοσταλγίας - Σημειώσεις καθημερινότητας, εκδ. Κίχλη, 2015.
Μεταφράσεις στα ελληνικά
- Γκέοργκ Λούκατς, Μελέτες για τον ευρωπαϊκό ρεαλισμό, εκδ. Εκδοτικόν Ινστιτούτο Αθηνών, 1957.
- Aragon Louis, Μ' ανοιχτά χαρτιά, εκδ. Θεμέλιο, 1965, εκδ. Ηριδανός, 1971.
- 19ος αιώνας, οι κοινωνιολόγοι, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, 1978.
- Stendhal, Αναμνήσεις εγωτισμού, εκδ. Γνώση, 1983.
- Trotignon Pierre, Encyclopédie de la Pléiade. Ιστορία της φιλοσοφίας, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1991.
- Deluy Henri, Πρώτες σουίτες, εκδ. Ερατώ (μετάφραση, επιμέλεια), 1992.
- Esteban Claude, Αϋπνία. Ημερολόγιο. Ζωγραφιστές εικόνες, εκδ. Ερατώ, 1992.
- Balzac Honoré de, Πραγματεία περί των νεωτέρων διεγερτικών, εκδ. Ολκός, 1993.
- Valéry Paul, Ο κύριος Τεστ, εκδ. Ολκός, 1995.
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
- Εξουσία και κοινωνία, εκδ. Καστανιώτη, 2010.
- Επέτειος, εκδ. Μικρή Άρκτος, 2010.
- Η σκόνη του χρόνου, Μίλητος [εισήγηση], 2009.
- 3.000 χρόνια ελληνική ερωτική ποίηση, εκδ. Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 2008.
- Τάσος Λειβαδίτης, εκδ. Κέδρος, 2008
- Σύγχρονη ερωτική ποίηση, εκδ. Καστανιώτη, 2007.
- Lazongas Α4, εκδ. Άγκυρα, 2005.
- Νάνι, τ' άνθι των ανθώ, εκδ. Ίνδικτος, 2005.
- Η λογοτεχνία σήμερα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα [εισήγηση], 2004.
- Το χρονικό του Κέδρου, εκδ. Κέδρος, 2004
- Κοινωνικές επιστήμες και πρωτοπορία στην Ελλάδα 1950-1967, εκδ. Gutenberg, 2003.
- Ποίηση - γλυπτική - πεζογραφία: Κική Δημουλά - Θόδωρος - Θανάσης Βαλτινός, εκδ. Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών [εισήγηση], 2003.
- Πέντε ομιλίες για τον Μανόλη Ανδρόνικο, εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Τεχνοκριτών, 2002.
- Ραδιόφωνο και πολιτισμός, 9.58 FM της ΕΡΤ 3 [εισήγηση], 2001.
- Άνθη της πέτρας, εκδ. Μεταίχμιο, 2000.
- Σταθμοί, εκδ. Θεμέλιο, 1995.
- Αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Κοτζιά, εκδ. Κέδρος, 1994.
- Παύλος Ζάννας, Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, 1993.
- Η επίδραση των ιδεών του μαρξισμού στη λογοτεχνία μας, εκδ. Κένταυρος [εισήγηση], 1984.
Απόψεις-κρίσεις για το έργο του
- Ο Τίτος Πατρίκιος ήταν πρόεδρος της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας του 2004, ενώ από την Κατοχή και τον Εμφύλιο μέχρι σήμερα ασχολείται αδιάκοπα με τα κοινά. Ως προσωπικότητα συνδυάζει πάντα αρμονικά την εγρήγορση του ποιητή με την ενεργό δράση του πολίτη, ενώ παραμένει πάντα δημιουργικός. Από τον «Χωματόδρομο» του 1954 ως την «Αντίσταση των γεγονότων» του 2000 καταδεικνύει το ενδιαφέρον του για τα κοινωνικά – πολιτικά θέματα της Ελλάδας, ενώ υπηρετεί με συνέπεια τα ιδεώδη που σηματοδότησαν τη ζωή και την τέχνη του. Η ποίηση του Τίτου Πατρίκιου αρνείται τις βεβαιότητες. Στοχάζεται, αμφιβάλλει, υποψιάζεται, αναθεωρεί και εξελίσσεται. Ο λόγος του εκφράζεται μέσα από ένα πολύμορφο στοχαστικό τοπίο. Αγαπημένα του θέματα είναι η Ιστορία και η βιογραφία, τα φανερά και κρυφά μονοπάτια τους. Ο σπάνιος πλούτος του έργου του κρύβει εκτός από ασυνήθιστους τόνους, απροσδόκητες ανατροπές.[12]
- Το 2013 του απονεμήθηκε το Διεθνές βραβείο Ποίησης στην Ιταλία (LericiPea) που είναι από τα παλαιότερα και πιο σημαντικά βραβεία στην Ιταλία.
Παραπομπές[
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) αρχή της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb122180765. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ www
.quirinale .it /onorificenze /insigniti /288533. Ανακτήθηκε στις 8 Μαΐου 2021. - ↑ «Τίτος Πατρίκιος: Ένας ιδιοφυής ποιητής και καλλιτέχνης γεννήθηκε μια μέρα σαν σήμερα». Έθνος. 21 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2021.
- ↑ Σύμφωνα με τη δήλωση του Θεόδωρου Πάγκαλου (υπουργού Πολιτισμού)· βλ. http://news.in.gr, 6/11/2000
- ↑ Βλ. Παραιτήθηκε ο Τίτος Πατρίκιος, εφ. Ριζοσπάστης, 1/1/2002
- ↑ Δώδεκα Έλληνες ποιητές στο Παρίσι, http://news.in.gr, 16/11/2000.
- ↑ Ελλάδα: Τιμώμενη χώρα στην έκθεση βιβλίου της Φραγκφούρτης 2001, http://www.greece2001.gr/
- ↑ Τίτος Πατρίκιος - Έκθεση βιβλίου της Φραγκφούρτης 2011, http://www.greece2001.gr/
- ↑ Διεθνές συμπόσιο στη Θεσσαλονίκη για την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, http://news.in.gr, 20/3/2002
- ↑ Μουσείο Δημοκρατίας στον Άη Στράτη, http://www.mouseiodimokratias.gr
- ↑ Η εξορία... στο μουσείο, εφ. Καθημερινή, 13/4/2006.
- ↑ 12,012,1 Διάλεξη του Τίτου Πατρίκιου στο πλαίσιο του Megaron Plus, http://news.in.gr, 19/3/2007
- ↑ Τους Τίτο Πατρίκιο και Μένη Κουμανταρέα βράβευσε η Ακαδημία Αθηνών, http://news.in.gr, 30/12/2008
- ↑ Γεμάτος ο κήπος του Μεγάρου στην ανοιχτή συζήτηση του Τίτου Πατρίκιου με την Κική Δημουλά, http://news.in.gr, 7/7/2011.
Βιβλιογραφία
- [Αφιέρωμα], Διαβάζω, τχ. 500 (Οκτ. 2009), σ. 52 - 172.
- [Αφιέρωμα], Εξώπολις, τχ. 14 (Φθιν. 2000), σ. 33 - 47 .
- Αργυρίου Αλέξανδρος, Η ελληνική ποίηση. Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, εκδ. Σοκόλης, 1982, σελ. 566-568.
- Αργυρίου Αλέξανδρος, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, 1988.
- Κατσίκη - Γκίβαλου, Άντα, Τα ποιητικά "κοιτάσματα" του Τίτου Πατρίκιου, Θέματα Λογοτεχνίας, τχ. 12 (Ιουλ. - Οκτ. 1999), σ. 104 - 111.
- Νούτσος, Παναγιώτης, Πτυχές της ποίησης του Τίτου Πατρίκιου, Λέξη, τχ. 181 (Ιουλ. - Σεπ. 2004), σ. 486 - 491.
- Σαμαρά, Ζωή, Ίσαλος γραφή, Θέματα Λογοτεχνίας, τχ. 12 (Ιουλ. - Οκτ. 1999), σ. 112 - 119.
- Σελίδες για τον Τίτο Πατρίκιο, Εντευκτήριο, τχ. 37/1 (Χειμώνας 1996 - 1997), σ. 7 - 30
- Τσακνιάς, Σπύρος, Η πεζογραφία ενός ποιητή: τα πεζά του Τίτου Πατρίκιου, Εντευκτήριο, τχ. 46 (Άνοιξη 1999), σ. 17 - 22.
- Τσατσάκου - Παπαδοπούλου, Αθανασία, Ο ποιητής στα χρόνια του νερού, Θέματα Λογοτεχνίας, τχ. 18 - 21 (Ιουλ. 2001 - Δεκ. 2002), σ. 188 - 195.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου
- Η σελίδα για τον Τίτο Πατρίκιο στη βάση Biblionet
- Η σελίδα για τον ποιητή στο αφιέρωμα «Ελλάδα: τιμώμενη χώρα στην έκθεση βιβλίου της Φραγκφούρτης»
- Βιογραφικό Σημείωμα στη διεύθυνση www.diapolitismos.gr
- Ποιήματα του ποιητή
- Εφημερίδα Bήμα της Κυριακής (1 Δεκεμβρίου 2013) Αρ. φύλλου 16325
Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ
- Η ιστορία των χρόνων μου: Τίτος Πατρίκιος (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
- Μονόγραμμα: Τίτος Πατρίκιος (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
- Παρασκήνιο: Το πέρασμα του χρόνου: Οι ποιητές Τίτος Πατρίκιος, Γιάννης Δάλλας και Γιάννης Κοντός μπροστά σε παλιές φωτογραφίες (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
- Σίφνος: Τίτος Πατρίκιος (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ 17/10/2020
Τίτος Πατρίκιος, 1928-
Τίτος Πατρίκιος (1928- )
Στο πλαίσιο του Πανηγυριού 2015 η Κολλεγιακή κοινότητα είχε την τιμή να φιλοξενή
σει τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο που για δύο ώρες ταξίδεψε τους ακροατές στα μονο
πάτια της ποίησης και του δικού του ποιητικού λόγου. Ως συνέχεια αυτής της πρώτης συ
νάντησης με τον ποιητή, ο οποίος έχει μεταφραστεί σε πλήθος γλωσσών και έχει κερ
δίσει πολλά και σημαντικά βραβεία, παρουσιάζουμε εδώ ένα σύντομο πορτραίτο του ίδιου
και του έργου του.
Άλλο ένα καλοκαίρι
Για σκέψου να μην πρόφταινακι αυτό το καλοκαίρινα δω το φως ξανά εκτυφλωτικόνα νιώ
σω την αφή του ήλιου στο κορμί μουνα οσμιστώ δροσερές και χαλασμένες μυρωδιέςνα
γευτώ γλυκόξινες και πιπεράτες γεύσειςν' ακούω τα τζιτζίκια ως τα κατάβαθα της νύχτας
να καταλαβαίνω τους δικούς μου που αγαπώνα μην αδημονώ μ' αυτούς που με στηρίζουν
να σκέφτομαι κι εκείνους που θέλησα να ξεχάσωνα βρίσκω φίλους που έρχονται από μα
κριάν' αφήνω κι άλλες ζωές να μπαίνουν στη δική μουνα κολυμπάω σε θάλασσες ζεστές
ν' αντικρίζω φρέσκα σώματα γυμνάν' αναπολήσω έρωτες, να ονειρευτώ καινούργιουςν'
αντιληφθώ τα πράγματα που αλλάζουν.Έτσι καθώς τα πρόφτασα αυτό το καλοκαίριλέω
να ελπίζω για προσεχή Χριστούγενναγια κάποια επόμενη Πρωτοχρονιά -άσε να δούμε
για παραπέρα.
Από την ποιητική συλλογή Αντιδικίες
Οι λέξεις γυμνέςΟι λέξεις γυμνές, δείχνουν τα κόκαλά τουςσε μιαν αλλιώτικη διάταξη.
Ανατομία των καθημερινών πραγμάτωνφθαρμένων από τη φωτιά και τον ιδρώτα.
Δοκιμασία
Και σένα, αν με τα τόσα που περάσαμετίποτα μέσα σου δε σακατεύτηκε,μην πολυκαμαρώ
νεις.Ίσωςδεν είχες τίποτα να διακινδυνεύσεις.
Βιογραφικό σημείωμα
«Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε το 1928 στην Αθήνα, γιος των ηθοποιών Σπύρου και Λέ
λας Πατρικίου. Το 1946 ολοκλήρωσε τα γυμνασιακά του μαθήματα στο Βαρβάκειο
και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε για κάποια χρό
νια ως δικηγόρος. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική
Αντίσταση, στρατευμένος αρχικά στην ΕΠΟΝ και στη συνέχεια στον ΕΛΑΣ. Το
1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των γερμανών και η εκτέλεσή του μαται
ώθηκε την τελευταία στιγμή. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας εξορίστη
κε στη Μακρόνησο (1951-1952) και κατά τη διετία 1952-1953 στον Άη Στράτη, από
όπου επέστρεψε στην Αθήνα με άδεια εξορίστου. Από το 1959 ως το 1964 σπούδασε
κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού και πήρε μέ
ρος σε έρευνες του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας. Επέστρεψε
στην Ελλάδα, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδόπουλου όμως, κατέφυγε
ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώσεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, και
εργάστηκε στην έδρα της Unesco στο Παρίσι και στη Fao στη Ρώμη. Στην Ελλάδα
επέστρεψε το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μετα
φραστής. Το 1982 επέστρεψε στη θέση που κατείχε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών
Ερευνών πριν το 1967. Στην Αθήνα εργάστηκε επίσης στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελε
τών. Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη
δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό "Ξεκίνημα της Νιότης", ενώ το 1954 εκδό
θηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Χωματόδρομος". Ιδρυτικό μέλος του περι
οδικού "Επιθεώρηση Τέχνης" από το 1954 δημοσίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις
στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις.
Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση (κείμενα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφ
σκι, Νερούντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς και άλλων) και την πεζογραφία, ενώ τα
περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά. Έργα του μεταφρά
στηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Το 1994 τιμήθη
κε με ειδικό κρατικό βραβείο για το σύνολο του έργου του. Για περισσότερα βιογραφι
κά στοιχεία του Τίτου Πατρίκιου βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Τίτος Πατρίκιος",
στο "Η ελληνική ποίηση · η πρώτη μεταπολεμική γενιά", Αθήνα: Σοκόλης, 1982, Αλέ
ξανδρος Αργυρίου, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 8, Αθή
να, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Δώρα Μέντη, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Λεξικό νεοελλη
νικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007.»
-από τη Βιβλιονέτ
Βιβλία του ποιητή διαθέσιμα στη βιβλιοθήκη
Ποιήματα, Ι: 1948-1954. Αθήνα: Θεμέλιιο, 1976. (891.861 ΠΑΤ)Αντιδικίες. Αθήνα: Ύψι
λον, 1981. (891.861 ΠΑΤ)Περιπέτειες σε τρεις σχεδίες: αφηγήσεις. Αθήνα: Κέδρος, 2006.
(898 ΠΑΤ)Η νέα χάραξη. Αθήνα: Κέδρος, 2008. (891.861 ΠΑΤ)Λυσιμελής πόθος. Αθήνα:
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2008. (891.861 ΠΑΤ)Σε βρίσκει η ποίηση. Αθήνα: Κίχλη, 2012.
(891.861 ΠΑΤ)Ο πειρασμός της νοσταλγίας: σημειώσεις καθημερινότητας. Αθήνα: Κίχλη,
2015. (891.861 ΠΑΤ)
Περαιτέρω εργογραφία
Συγκατοίκηση με το παρόν. Αθήνα: Κέδρος, 2011.Ποιήματα IV. Αθήνα: Κέδρος, 2007.Η
πύλη των λεόντων. Αθήνα: Διάττων, 2002. Η αντίσταση των γεγονότων. Αθήνα: Κέδρος,
2000.Η συμμορία των δεκατριών. Αθήνα: Κέδρος, 2000.Συνεχές ωράριο. Αθήνα: Κέδρος,
2000.Η ηδονή των παρατάσεων. Αθήνα: Κέδρος, 1998.Ποιήματα, I: 1943-1953. Αθήνα:
Κέδρος, 1998.Ποιήματα, ΙΙ: 1953-1959. Αθήνα: Κέδρος, 1998.Ποιήματα, ΙΙΙ: 1959-1973.
Αθήνα: Κέδρος, 1998.Στην ίσαλο γραμμή. Αθήνα: Κέδρος, 1997.
Ενδιαφέρουσες ιστοσελίδες
https://el-gr.facebook.com/titos.s.patrikios (η ιστοσελίδα του ποιητή στο Facebook)
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=693656 (Συνέντευξη του Τίτου Πατρίκιου)
http://www.philenews.com/el-gr/politismos-anthropoi/389/227719/titos-patrikios-oi-
poiites-lene-psemata-i-poiisi-ochi (Συνέντευξη του Τίτου Πατρίκιου)
http://www.24grammata.com/?p=22303 (Ο Τίτος Πατρίκιος διαβάζει ποιήματά του)
https://www.youtube.com/watch?v=7YxfiTejY0A (Ο Τίτος Πατρίκιος διαβάζει ποιήμα
τά του)
http://www.sarantakos.com/kibwtos/patrikios16.htm (ποιήματα του Τίτου Πατρίκιου)
http://www.sarantakos.com/kibwtos/s-patrikios.html (ποιήματα του Τίτου Πατρίκιου)
http://www.mixanitouxronou.gr/o-piitis-titos-patrikios-sta-16-tou-chronia-stithike-
sto-ektelestiko-apospasma-apo-ellines-sinergates-ton-germanon-ton-esose-mia-kope
la-pou-tolmise-na-ton-filisi/ (Μηχανή του χρόνου)
Συνέντευξη του Τίτου Πατρίκιου στη
Δήμητρα Καραγιάννη
Τίτος Πατρίκιος: «Η ποίηση μπορεί να σε βρει οπουδήποτε. Αρκεί να είσαι σε εγρήγορση.
Να μην ξεχνιέσαι…»
Κύριε Πατρίκιε, ο Μανόλης Αναγνωστάκης στον «Επίλογο» έγραφε: Γιατί, όπως πολύ σωστά
είπε κάποτε κι o φίλος μου o Τίτος, «Κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες.
Κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα». Ισχύει αυτό στην εποχή μας;
Το ποίημα αυτό το έγραψα το 1957, αγανακτισμένος από μερικούς ποιητές, οι οποίοι, ενώ δεν
είχαν καμία συμμετοχή στην αντίσταση, γράφανε ποιήματα γεμάτα φισεκλίκια, χειροβομβίδες και
παλικαριά ψεύτικη. Είχα θυμώσει πολύ με αυτή την κατάσταση. Υπάρχει ένας πολύ καλός φιλόλο
γος και κριτικός, ο Κώστας Παππάς, ο οποίος σε ένα βιβλίο του εντόπισε τους ποιητές και τα ποιή
ματα στα οποία έμμεσα αναφέρεται το δικό μου ποίημα. Η αλήθεια είναι ότι τις μάζες τις κινητοποι
ούνε συνήθως άλλοι παράγοντες σε όλες τις εποχές. Οι στίχοι έρχονται μετά, για να εκφράσουν αυ
τό που ήδη έχει συμβεί.
Πόσο επηρεάζει την ποίηση η εποχή της κρίσης;
Σήμερα εκδίδονται πολλά ποιήματα. Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα
μεγάλο ενδιαφέρον για την ποίηση. Επομένως, η ποίηση λειτουργεί και οι άνθρωποι εκφράζονται
ποιητικά σήμερα. Αυτό κάτι σημαίνει.
Βλέπετε θετικά αυτή την υπερπαραγωγή ποιημάτων στις μέρες μας;
Θετικότατα, θα έλεγα. Γιατί με αυτό τον τρόπο οι άνθρωποι, όχι απλώς εκφράζουν αυτά που συσ
σωρεύονται μέσα τους, αλλά επικοινωνούν με τον άλλο, με τον διπλανό τους. Γι’ αυτό και πάντοτε
λέω: «Μην τα κρατάτε στο συρτάρι τα γραφτά σας. Να τα τυπώνετε για να μπορείτε να επικοινω
νείτε με τους άλλους».
Σε ποιους απευθύνεται η ποίηση;
Σε όλους. Ακόμα και σε εκείνους που την αρνούνται. Η ποίηση που απευθύνεται σε περιορισμένο
αριθμό ανθρώπων, ή σε έναν κλειστό κύκλο συγγενικών ιδεολογιών, είναι εκ γενετής καταδικασμέ
νη. Η ποίηση πρέπει να μιλάει σε όλους και να ενδιαφέρεται για όλους. Όταν γράφεται όμως, δεν
πρέπει να έχει στόχο να αρέσει σε όλους. Είναι άλλο να απευθύνεσαι σε όλους, και άλλο να επιδιώ
κεις να αρέσεις σε όλους.
Υπήρξατε ένας άνθρωπος έντονα πολιτικοποιημένος. Οι προσωπικές πολιτικές σας περιπέτει
ες, πόσο επηρέασαν τη γραφή σας;
Κάθε περιπέτεια, είτε πολιτική, είτε κοινωνική, είτε επαγγελματική, είτε εντελώς προσωπική, είτε
ερωτική, εάν αποτυπωθεί μέσα σου και σε αγγίξει -γιατί ορισμένες περιπέτειες γλιστράνε πάνω στο
πετσί μας και φεύγουνε-, τότε θα βρει τρόπο να εκφραστεί. Αν ο τρόπος έκφρασης κάποιου είναι η
ποίηση, θα εκφραστεί στην ποίηση. Αν είναι η πεζογραφία, στην πεζογραφία. Αν είναι άλλες μορ
φές τέχνης, θα εκφραστεί στις άλλες μορφές τέχνης. Αυτό, όμως, συμβαίνει μόνο με τις περιπέτειες
που γίνονται βίωμα. Πρέπει να μην είναι φευγαλέα η περιπέτεια, αλλά κάτι το οποίο σε χαράζει,
σε σφραγίζει. Σε ένα άρθρο του ο Μαγιακόφσκι, λέει ότι πάντα πρέπει να έχεις ένα σημειωματάριο
και να σημειώνεις αυτά που παρατηρείς. Ο Γιάννης Ρίτσος μου έλεγε: «Να γράφεις πάντα αυτά που
έχεις να πεις. Και να παρατηρείς τα πράγματα». Τώρα τελευταία κυκλοφόρησε στην Αμερική μια
θαυμάσια και εμπεριστατωμένη βιογραφία του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ενός μεγαλοφυούς όχι μόνο
ζωγράφου, αλλά και μηχανικού και εφευρέτη και συγγραφέα, που έχει αφήσει χιλιάδες χειρόγραφα.
Να παρατηρείς, λοιπόν… Να σημειώνεις και να σκέφτεσαι. Να σκέφτεσαι αυτά που παρατηρείς.
Χωρίς στοχασμό δε βγαίνει αποτέλεσμα
Πολιτική και ποίηση. Τι ενώνει και τι χωρίζει αυτά τα δύο;
Θα έλεγα «Πολιτική και πολιτισμός», γιατί και η ποίηση είναι κομμάτι του πολιτισμού. Ο πολιτι
σμός έχει την ανάγκη πάντα της πολιτικής∙ και της πολιτικής εξουσίας. Χρειάζεται τη στήριξή της.
Αλλά ταυτόχρονα, η εξουσία θέλει πάντα να ποδηγετεί τον πολιτισμό και ειδικότερα την ποίηση.
Η πολιτική θέλει να λέει ο πολιτισμός, όχι όσα συλλαμβάνει από τη ζωή, αλλά όσα αρέσουν στην
εξουσία. Υπάρχει πάντα μια σχέση που γίνεται τελικά bras de fer. Είναι όπως όταν δύο πιάνονται
από το χέρι και προσπαθεί ο ένας να κατεβάσει το μπράτσο του άλλου. Για να επανέλθω στο ερώτη
μα, η ποίηση και ο πολιτισμός έχουν ανάγκη την εξουσία, αλλά πιο βαθιά ανάγκη έχουν από το να
μην υποτάσσονται σ’ αυτήν. Και να μην εκτελούν τις εντολές της.
Η Ελλάδα του αύριο. Την βλέπετε με αισιοδοξία ή με απαισιοδοξία;
Λέω πάντα ότι πάσχω από ένα ανίατο νόσημα αισιοδοξίας. Δεν την έχω χάσει την αισιοδοξία μου,
η οποία στηρίζεται στο γεγονός ότι έζησα καταστάσεις πολύ χειρότερες από την σημερινή. Κι όμως
βγήκαμε από εκεί μέσα. Με θυσίες, με απώλειες, με καταστροφές, αλλά βγήκαμε. Έτσι θα βγούμε
και από τη σημερινή. Ένα, όμως, με ανησυχεί πολύ. Ότι τα παιδιά με προσόντα και ικανότητες, εκ
πατρίζονται και τους χάνει ο τόπος. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Έχει, επίσης, μειωθεί ο
πληθυσμός. Πολλοί ξενιτεύονται, και όσοι μένουν εδώ, δεν κάνουνε πια παιδιά. Έτσι, όμως, θα ερη
μώσουμε και θα καταληφθούμε από αγνώστους. Αν θέλουμε να υπάρχει Ελλάδα, πρέπει να δούμε
με σοβαρότητα όσα προβλήματα στέκονται μπροστά μας. Οι φωνασκίες, οι κραυγές και οι καταλή
ψεις δε λύνουν το πρόβλημα.
«Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ᾿ έναν μικρόψυχο καιρό;»
Όσο πιο μικρόψυχος είναι ο καιρός, τόσο περισσότερο χρειάζονται οι ποιητές, γιατί μας δίνουνε
κουράγιο. Μας βοηθάνε να αντιμετωπίσουμε τη μικροψυχία της καθημερινής ζωής. Όλοι οι καιροί
είναι μικρόψυχοι, μερικοί όμως είναι ακόμα πιο μικρόψυχοι. Αλλά οι ποιητές ακριβώς τότε χρειάζο
νται. Στις δυσκολίες. Όταν τα πράγματα είναι εύκολα, δεν πολυχρειάζονται.
Πόσο έχει αλλάξει η οπτική σας για τα πράγματα στο πέρασμα του χρόνου;
Από μια εποχή και πέρα, άρχισα πια να αντιμετωπίζω τα πράγματα με κριτική ματιά, και όχι με τυ
φλή αποδοχή. Έχω περάσει τα πρώτα χρόνια της ζωής μου με απόλυτη παραδοχή κάποιων καταστά
σεων, τις οποίες θεωρούσα απόλυτες αλήθειες. Κάποια στιγμή κατάλαβα ότι απόλυτες αλήθειες
δεν
υπάρχουν στην κοινωνία και στην πολιτική. Απόλυτες αλήθειες μπορεί να υπάρχουν μόνο στις ατο
μικές μας συμπεριφορές. Στην ηθική μας συμπεριφορά. Το να αγαπάμε τα παιδιά μας και τα εγγόνια
μας είναι απόλυτη αλήθεια. Το να μην βλάπτουμε τον άλλο είναι απόλυτη αλήθεια. Οι απόλυτες α
λήθειες όμως στην πολιτική στην κοινωνία και την οικονομία, πολλές φορές αποδεικνύονται παγί
δες. Χρειάστηκε να προχωρήσω στη ζωή, να βιώσω πράγματα, να οξύνω την κριτική μου σκέψη,
για να μπορέσω να δω ποιες αλήθειες στέκονται στα πόδια τους και ποιες εξυπηρετούν απλώς συμ
φέροντα κάποιον ομάδων.
Η γυναίκα στην ποίηση και στη ζωή σας.
Η γυναίκα έπαιξε καθοριστικό ρόλο πρώτα στη ζωή μου και μετά στην ποίησή μου. Εκ των υστέ
ρων βλέποντας τα πράγματα, τρεις άνθρωποι διαμόρφωσαν τη ζωή μου. Ο ένας ήταν άντρας, οι άλ
λοι δύο ήταν γυναίκες. Ο πατέρας μου, η μητέρα μου και η γυναίκα μου, η Ρένα Σταυρίδη, που την
έχασα, δυστυχώς, νωρίς. Δυο γυναίκες έπαιξαν βασικότατο ρόλο στη ζωή μου και στην ποίησή
μου, γι’ αυτό και έχω ποιήματα που, είτε ρητά, είτε έμμεσα, αναφέρονται σε αυτές.
Κύριε Πατρίκιε, πού μας βρίσκει εν τέλει η ποίηση;
Η ποίηση μπορεί να σε βρει οπουδήποτε. Αρκεί να είσαι σε εγρήγορση. Να μην ξεχνιέσαι. Μπορεί
να σε βρει την ώρα που είσαι στο τρένο ή στο λεωφορείο ή στο αεροπλάνο ή στον ύπνο, ή ανάμε
σα στον ύπνο και τον ξύπνιο. Ακόμα και όταν είσαι σε μία διάλεξη. Πρέπει, κυρίως, να είναι ξύπνι
ο το μυαλό σου. Τις τρεις μέρες που πέρασα στο Συμπόσιο λογοτεχνίας στην Κοζάνη, εκτός από την
ευχάριστη συντροφιά των ανθρώπων εκεί και την ανοιχτόκαρδη υποδοχή, ήταν ενεργοποιημένο
και το μυαλό μου. Ήμουν διαρκώς σε σκέψη. Και κρατούσα σημειώσεις.
Τι είναι για εσάς η ποίηση;
Είναι μια απόλαυση, είναι ένα μαρτύριο, είναι ένα ψώνιο, είναι πολλά πράγματα. Μερικές φορές γε
λώ, λέω μέσα μου: «Κοίτα πόσες ώρες, πόσες μέρες, πόσους μήνες μπορώ να αφιερώσω αναζητώ
ντας τη σωστή λέξη, ενώ την ίδια στιγμή θα μπορούσα να κάνω μια δουλειά και να βγάζω χρήματα»
. Η ποίηση έχει αυτό το πρόβλημα. Οι άλλες τέχνες μπορούν ευκολότερα να αποδώσουν οικονομι
κά
-η ζωγραφική, η μουσική, το μυθιστόρημα, το θέατρο, ο κινηματογράφος. Η ποίηση δεν αποδίδει.
Γι’ αυτό και δεν είναι επάγγελμα. Επάγγελμα είναι μια δραστηριότητα που σου δίνει τα προς το
ζην. Η ποίηση δε σου τα δίνει. Οι δύο πολύ μεγάλοι ποιητές που ξεκινάνε τη νεότερή μας ποίηση,
ο Κάλβος και ο Σολωμός, είναι δύο αντιφατικά παραδείγματα. Ο Σολωμός ήταν κόμης, είχε περιου
σία, και αφοσιώθηκε στην ποίηση. Ο Κάλβος, αν δε δούλευε, δεν είχε να φάει. Έτσι συμβαίνει σε
όλες τις εποχές. Ο Σικελιανός δε χρειάστηκε να δουλέψει. Ο Παλαμάς έγινε δημόσιος υπάλληλος.
Αν είσαι αναγκασμένος να δουλεύεις, στην ποίηση θα αφιερώσεις το χρόνο που σου περισσεύει.
Και είναι πολύ λίγος. Ή πρέπει να στερηθείς από άλλες απολαύσεις της καθημερινής ζωής. Αλλά
έτσι είναι τα πράγματα. Δεν πρόκειται να ζήσουμε από την ποίηση, αλλά πρόκειται να αισθανθούμε
μεγάλες απολαύσεις, μεγάλες χαρές, αλλά και μεγάλες στενοχώριες, όταν αυτό στο οποίο αφιερώ
σαμε τόσο μόχθο, δεν αποδίδει. Γιατί δε σημαίνει πως ό, τι γράφουμε, είναι και καλό.
Την συ
νέντευξη πήρε η
Από
το
τεύχος 190
του περιοδικού
Παρέμβαση
Τίτος Πατρίκιος: «Όσο αντίξοες κι αν
είναι οι συνθήκες πάντα μπορεί κανείς
να ερωτεύεται. Το δύσκολο
είναι
να αγαπάς»
Ο μεγαλύτερος
εν ζωή Έλλη
νας ποιητής,
στα 93 του
χρόνια πλέον,
διηγείται όλη
του τη ζωή στο
Talk.gr. Από
το πρώτο περι
στατικό που
θυμάται, όταν
ήταν 3 ετών
μέχρι και τη
δημιουρ
γία της τελευ
ταίας του ποιη
τικής συλλο
γής, "Ο δρό
μος και πάλι",
την οποία έ
γραψε μέσα
στην καραντί
να. Έχουν με
σολαβήσει η
Μαρία Κάλλας,
ο Ρίτσος, ο
Λουντέμης, η
Μακρόνησος,
ο Άη Στράτης,
ο Μάης του
’68, ο Σαρτρ
και πολλά άλ
λα.
Όσοι έχετε δια
βάσει ποιήματά
του, έχετε νιώ
σει σίγουρα να
διακατέχεστε α
πό τα πιο έντο
να πάθη και
συναισθήματα.
Ο λόγος για τη
μοναδική έμπνε
υση του Τίτου
Πατρίκιου, ο ο
ποίος ανήκει σε
εκείνους τους
ποιητές που δη
μιουργούν με
κάθε τους στί
χο, μια γλυκιά
προσμονή για ό
σα θα συμβούν.
Κάθε λέξη είναι
πλασμένη με
τέτοιον τρόπο
που σε μετα
φέρει νοερά κά
που μυστικά,
προσφέροντάς
σου μια ανεπα
νάληπτη ανα
γνωστική εμπει
ρία.
Αλήθεια, πώς
θα ήταν ο κό
σμος της ποίη
σης χωρίς τα
ποιήματά του;
Κυρίως, την ε
ποχή που διανύ
ουμε; Η ποίηση
για τον Τίτο Πα
τρίκιο «σου δί
νει δύναμη γιατί
σε βοηθάει να
ξαναδείς τα πρά
γματα» και σί
γουρα η δική
του ποίηση το
καταφέρνει με
επιτυχία. Ο διά
σημος ποιητής
που κάνει «μο
ναδική τη ζωή
τη δική μας και
των άλλων»,
μοιράστηκε μερι
κά σημαντικά
μαθήματα ζωής
σε μια πρωτότυ
πη συνέντευξή
του στο www.
Το επίσημο όνο
μα του γνωστού
ποιητή είναι
Βαπτιστής Τί
τος
Πατρίκιος ενώ
1928 στην Αθήνα, γιος των ηθο
ποιών Σπύρου
και Λέλας Πα
τρικίου. Ανατρέ
χοντας στις παι
δικές του ανα
μνήσεις, η πρώ
τη εικόνα που
θυμάται, ήταν
στην ηλικία των
3,5-4 ετών μέ
σα σε ένα υπε
ρωκεάνιο με το
οποίο επέστρε
φε με την οικο
γένειά του από
την Αμερική. Η
πιο έντονη ανά
μνηση όμως, εί
ναι τα αεροπλά
να που παρατη
ρούσε να δια
σχίζουν τον ου
ρανό. Κάπως
έτσι γεννήθηκε
και το όνειρο
να γίνει αεροπό
ρος αλλά στα
13 του χρόνια
αναγκάστηκε
να βάλει γυαλιά
μυωπίας κι έτσι
αποχωρίστηκε
αυτό που ήθε
λε να γίνει.
Ο Τίτος Πατρίκι
ος θεωρεί πως
έχουμε μια εξι
δανικευμένη ει
κόνα για την
παιδική μας ηλι
κία και ο ίδιος έ
λαβε πολλή αγά
πη από αυτή.
Όπως θυμάται
χαρακτηριστικά,
τις νύχτες δεν
μπορούσε να
κοινηθεί εάν οι
δικοί του δεν γύ
ριζαν από το θέ
ατρο. Ανάμεσα
στις προσωπικό
τητες που επι
σκέπτονταν συ
χνά το σπίτι
τους, ήταν ο
Μάνος Κατρά
κης ενώ ο ίδιος
ξεχώριζε πολύ
τον Γιάννη Ρί
τσο και τον Με
νέλαο Λουντέ
μη που είχε
γνωρίσει στον
Άη Στράτη.
Ο Ρίτσος τον
έμαθε μεταξύ
άλλων, να μην
καταχράζεται
στα ποιήματά
του ουσιαστικά,
όπως: ελευθε
ρία, δικαιοσύνη,
δημοκρατία.
Στη διάρκεια
της γερμανικής
κατοχής πήρε
μέρος στην Ε
θνική Αντίστα
ση, στρατευμέ
νος αρχικά στην
ΕΠΟΝ και στη
συνέχεια στον
ΕΛΑΣ. Το 1944
καταδικάστηκε
σε θάνατο από
συνεργάτες
των γερμανών
και η εκτέλεσή
του ματαιώθη
κε την τελευταί
α στιγμή. Εξορί
στηκε στη Μα
κρόνησο για
δυο χρόνια
(1951-1952)
και τη διετία
1952-1953
στον Αη Στρά
τη, όπου έγρα
ψε την πρώ
τητου ποιητική
συλλογή "Χω
ματόδρομος".
Από το 1959
ως το 1964
σπούδασε κοι
νωνιολογία
στο Παρισι και
πήρε μέρος
σε έρευνες
του Εθνικού
Κέντρου Επι
στημονικής Ερ
ευνας της Γαλ
λίας.
Με την επιβολή
της δικτατορίας
στην Ελλάδα
κατέφυγε ξανά
στο Παρίσι, ό
που πήρε μέ
ρος σε εκδηλώ
σεις ενάντια στο
παράνομο κα
θεστώς, και ερ
γάστηκε στην
έδρα της Une
sco και στη
Fao στη Ρώμη.
Στην Ελλάδα
επέστρεψε το
1975 και εργά
στηκε αρχικα
ως δικηγόρος
και μεταφρα
στής για να βιο
πορίζεται η οικο
γένειά του. Δεν
έπαψε ποτέ να
γράφει και να
εκδίδει ποιητι
για τις οποίες έ
χει βραβευτεί
με πολλά ελλη
νικά και διεθνή
βραβεία ενώ
ποιήματά του έ
χουν μεταφρα
στεί σε ξένες
γλώσσες, όπως
τα γαλλικά και
τα φλαμανδικά.
Την τελευταία
του ποιητική
συλλογή "ο δρό
μος και πάλι"
την έγραψε μέ
σα στην καρα
ντίνα στα 92
του χρόνια.
Περί Έ
ρωτος
Ο έρωτας για
τον Πατρίκιο υ
πήρξε σε από
λυτο βαθμό
στη ζωή του,
όταν γνώρισε
τη δεύτερη γυ
ναίκα του, Ρένα
Σταυρίδη. Η γυ
ναίκα του προ
σωποίησε
εκπληκτικά τον
έρωτα στη ζωή
του, με την ο
ποία απέκτησε
δύο κόρες.
«Όσο
αντίξοες
κι αν εί
ναι οι
συνθή
κες πά
ντα μπο
ρεί κα
νείς να
ερωτεύε
ται, το
δύσκο
λο είναι
να αγα
πάς»
Αρχές του
1959, ο Τίτος
Πατρίκιος έκανε
τον πρώτο του
γάμο και το φθι
νόπωρο του ίδι
ου χρόνου εγκα
ταστάθηκαν στο
Παρίσι. Εκεί
τον περίμενε
μια ακόμη βα
θιά εμπειρία
της ζωής του
που του έμαθε
νέα πράγματα
και τον εξέλιξε
περισσότερο
ως άνθρωπο.
Οι πιο έντονες
στιγμές της ζω
ής του σε συναι
σθηματικό επί
πεδο υπήρξαν,
όπως προανα
φέρθηκε, με τη
Ρένα Σταυρίδη. Ο Πατρίκιος θα γράψει τα ερωτικά του ποιήματα πρώτα από τα στρατόπεδα της
εξορίας, στα
οποία θα βρε
θεί λίγο μετά
τον τερματισμό
του Εμφυλίου,
και κατόπιν
από το Παρίσι
της δεκαετίας
του 1960, όπου
θα πάει για να
συνεχίσει τις
σπουδές του.
Ερωτικά ποιήμα
τα, ωστόσο, ο
Πατρίκιος δεν
θα πάψει να
γράφει και όλες
τις επόμενες
δεκαετίες, αλλά
ζοντας, φυσικά,
με το πέρα
σμα των χρό
νων, το ύφος
και τα εκφραστι
κά του μέσα.
Όπως εξομολο
γείται ο ίδιος:
«Άμα είσαι ερω
τευμένος, κυρί
ως είσαι απορ
ροφημένος α
πό τον έρωτά
σου αλλά κάτι
μπορείς να γρά
ψεις... Καταγρά
φεις τα γεγονό
τα χωρίς να
μπορείς να τα
εποπτεύεις κιό
λας».
Στη ζωή ωστό
σο, δεν χρειάζο
νται τα πάντα εποπτεία!
Ο Τίτος Πατρίκι
ος δεν είναι τυ
χαίο που επιλέ
χθηκε ως ένα
από τα πρώτα
πρόσωπα που
μίλησαν στο
συνδρομητική
πλατφόρμα ε
ναλλακτικής
εκπαίδευσης
που αποτελεί
όραμα της
Τζένης Μπαλα
τσινού και του
Κωνσταντίνου
Καφίρη.
Μια πλατφόρμα που δίνει βήμα σε Έλληνες ομιλητές υψηλού κύρους ανά τον κόσμο που έχουν να μας
διδάξουν κάτι
πολύτιμο και
σπουδαίο για
κάθε πτυχή
της ζωής, μέσα
από τέσσερις
πυλώνες ανά
πτυξης:
Τίτος Πατρίκιος (1928).
Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος των ηθοποιών Σπύρου
και Λέλας Πατρικίου. Το 1946 ολοκλήρωσε τα γυμνασιακά του μαθήματα
στο Βαρβάκειο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθη
νών.
Εργάστηκε για κάποια χρόνια ως δικηγόρος.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντ
ίσταση, στρατευμένος αρχικά στην ΕΠΟΝ και στη συνέχεια στον ΕΛΑΣ.
Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των γερμανών και η
εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή.
Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας εξορίστηκε στη Μακρόνη
σο (1951-1952) και κατά τη διετία 1952-1953 στον Άη Στράτη, από όπου
επέστρεψε στην Αθήνα με άδεια εξορίστου. Από το 1959 ως το 1964
σπούδασε κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του
Παρισιού και πήρε μέρος σε έρευνες του Εθνικού Κέντρου Επιστημονι
κής Έρευνας της Γαλλίας.
Επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδό
πουλου όμως, κατέφυγε ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώ
σεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, και εργάστηκε στην έδρα της U
nesco στο Παρίσι και στη Fao στη Ρώμη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το
1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός με
ταφραστής. Το 1982 επέστρεψε στη θέση που κατείχε στο Εθνικό Κέντρο
Κοινωνικών Ερευνών πριν το 1967. Στην Αθήνα εργάστηκε επίσης στο
Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών. Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των
γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήμα
τός του στο περιοδικό "Ξεκίνημα της Νιότης", ενώ το 1954 εκδόθηκε η
πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Χωματόδρομος".
Ιδρυτικό μέλος του περιοδικού "Επιθεώρηση Τέχνης" από το 1954 δημο
σίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά
του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις. Ασχολήθηκε επίσης
με τη μετάφραση (κείμενα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφσκι, Νερού
ντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς και άλλων) και την πεζογραφία, ενώ
τα περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά.
Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά
και τα ολλανδικά. Το 1994 τιμήθηκε με ειδικό κρατικό βραβείο για το σύ
νολο του έργου του.
Το Φεβρουάριο του 2020 έλαβε τα διάσημα του Αξιωματούχου του Τάγμα
τος Γραμμάτων και Τεχνών από τον πρέσβη της Γαλλίας στην Ελλάδα,
Patrick Maisonnave. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τίτου
Πατρίκιου βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Τίτος Πατρίκιος", στο "Η ελληνική
ποίηση · η πρώτη μεταπολεμική γενιά", Αθήνα: Σοκόλης, 1982, Αλέξαν
δρος Αργυρίου, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό",
τ. 8, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Δώρα Μέντη, "Πατρίκιος Τίτος",
στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.· φωτογραφία: Δημήτρης
Τσουμπλέκας)
Βραβεία:
Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 1994
Βραβείο Ιδρύματος Κώστα & Ελένης Ουράνη Ακαδημίας Αθηνών 2008
Premio Letterario Internazionale "Laudomia Bonanni" 2009
Max Jacob Étranger 2016
Χρυσά λούπινα | [ Λίνα Σόρογκα, Χρυσά λούπινα ] | Περιοδικό "Οδός Πανός" | τχ.180 | Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2018 |
Το λάθος και η αναίρεσή του | [ Αντώνης Σαμαράκης, Το λάθος ] | Περιοδικό "Πόρφυρας" | τχ.165 | Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2017 |
Ο Τίτος Πατρίκιος μιλάει και συζητά με το κοινό | [ Τίτος Πατρίκιος, Ποιήματα, Ι ] | Περιοδικό "Πόρφυρας" | τχ.150 | Ιανουάριος-Μάρτιος 2014 |
Οι τρεις τρόποι που βλέπω την Άλκη Ζέη | [ Άλκη Ζέη, Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα ] | Περιοδικό "Διαβάζω" | τχ.528 | Απρίλιος 2012 |
Γράφοντας μετά το Άουσβιτς | [ Günter Grass, Γράφοντας μετά το Άουσβιτς ] | "Βήμα Ιδεών" | τχ.41 | Οκτώβριος 2010 |
Ο Τίτος Πατρίκιος γεννιέται 21 Μαΐου 1928 στην Αθήνα,
γιος του γνωστού ηθοποιού Σπύρου Πα
τρικίου από τα νησιά Κεφαλονιά και
Κέα και της επίσης ηθοποιού Ελένης
Σταματοπούλου από τη Σίφνο, όπου
ο ποιητής πέρασε πολλά καλοκαίρια ως
παιδί.
Δίγλωσσος γιατί από μικρός ήξερε αγγλι
κά ως μητρική (είχε ζήσει στην Αμερική
σε προσχολική ηλικία), επίσης γλωσσο
μαθής γνώριζε άπταιστα τη γαλλική γλώσ
σα και την ιταλική. Σε νεαρή ηλικία ασπά
ζεται ιδεολογικά τον κομμουνισμό γι’ αυ
τό εντάσσεται στο ΕΑΜ και στρατιωτικά
στον ΕΛΑΣ, έτσι παίρνει μέρος ως ένο
πλος στα Δεκεμβριανά του 1944 και στην
υποχώρηση φτάνει στα χωριά του Σπερ
χειού ποταμού που θα τα περιγράψει αρ
γότερα στα ποιήματά του.
Ως καθαρόαιμος μαρξιστής επιλέγει να γί
νει δικηγόρος γιατί νομικά είχε σπουδά
σει και ο Λένιν, προς τούτο στο Εθνικό
και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο με
ταπολεμικά πήγε στη Νομική Σχολή.
Πα
ράλληλα δεν απομακρύνεται από το δρό
μο της τέχνης, οι γονείς και οι παππούδες
του από την πλευρά της μητέρας του εί
χαν σημαντική πορεία στο θέατρο και
στον κινηματογράφο, κι έτσι σπουδάζει
Υποκριτική στη Δραματική Σχολή του
Σωκράτη Καραντινού στην Αθήνα. Η
πολυετής περιπέτεια με την επάλληλη
κράτηση σε συνθήκη εξόριστου σε Μα
κρόνησο και Άι-Στράτη γεννά το «Χωμα
τόδρομο», την πρώτη ποιητική συλλογή
που δημοσιεύεται το 1954. Ως μέλος του
Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών απολύε
ται από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μό
λις το 1959 κι έπειτα με υποτροφία γίνε
ται δεκτός για ανώτατες σπουδές Κοινω
νιολογίας στην l’Ecole Pratique des Hau
tes Études στο Παρίσι. Επιστρέφοντας ερ
γάζεται στο νεοσύστατο Εθνικό Κέντρο
Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), καθώς
μόλις τότε αρχίζουνε οι κοινωνικές επι
στήμες δειλά να αναπτύσσονται στην Ελ
λάδα, αλλά αναγκάζεται να φύγει ξανά
στο εξωτερικό με το Πραξικόπημα και
επιστρέφει με τη Μεταπολίτευση. Από το
1967 έως το 1975 που ζει στην Ευρώπη
εργάστηκε στην Unesco στη Γαλλία και
στην Ιταλία.
Από το Βραβευμένο Ντοκιμαντέρ του
Νίκου Χρυσικάκη το 2010 «Τίτος Πα
τρίκιος: Ποιητής σε επισφαλή ισορρο
πία», ένα λυρικό ντοκιμαντέρ για την
τέχνη της γραφής
Πρόκειται για μία σπάνια περίπτωση φι
λομάθειας και ευρύτητας πνεύματος
τόσο ως κοινωνιολόγος όσο δικηγόρος
και μεταφραστής. Ιδρυτικό μέλος του α
ριστερού περιοδικού «Επιθεώρηση Τέ
χνης» (1954-1967) που άλλαξε την επίκαι
ρη θεματολογία και επίσης του βραχύβι
ου Κέντρου Μαρξιστικών Μελετών και
Ερευνών (Αθήνα 1964-1967), ο Τίτος
Πατρίκιος εργάστηκε ως κοινωνικός επι
στήμονας στο ΕΚΚΕ και από τη δεκαετία
του 1980 έως το 2012 ως Καθηγητής
στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης
Λογοτεχνίας και Επιστημών. Παντρεύ
τηκε δύο φορές: με την Ακάκια Σακελλα
ρίου και τη Ρένα Σταυρίδη κι έχει δύο κό
ρες και τρεις εγγονές.
Οι εμπειρίες του Εμφυλίου πολέμου δη
μιούργησαν τα υποστρώματα της ποίη
σής του, όπως επίσης η καρμική του ποιη
τική συνάντηση με το Γιάννη Ρίτσο στην
εξορία. Η μεταφραστική δουλειά του εί
ναι η αριστερή παρακαταθήκη σε έργα
ορόσημα διεθνώς. Μεταφράζει Georg
Lukács, όταν κανείς δεν τολμάει να μιλά
ει καν για εκείνον, όπως Maxim Gorky,
Bertold Brecht, Louis Aragon και Roge
r Garaudy. Η κομμουνιστική ιδεολογία
και η σαφής ιστορική γεωπολιτική καθορί
ζει τον διανοούμενο όσο τον ποιητή. Με
τη Μεταπολίτευση, ο Πατρίκιος αναπλη
ρώνει το πολιτικό ιδεολογικό χάσμα στην
ελληνική αρχαιότητα, δεχόμενος ως καλ
λιτέχνης επιρροές από τους Κ. Π. Καβά
φη, τον Κώστα Καρυωτάκη και το
Πολύ σωστά στη Συνεξέταση του 2020
στο κοινό μάθημα σε όλους τους Προ
σανατολισμούς «Νεοελληνική Γλώσσα
και Λογοτεχνία», η επιτροπή των Πανελ
ληνίων Εξετάσεων επέλεξε ένα ποίημα α
πό τον Τίτο Πατρίκιο, «Σε βρίσκει η ποίη
ση» (2012), για να εγκαινιάσει το νέο
θεσμό εισαγωγής στα ΑΕΙ.
Ο ευρωπαίος Τίτος Πατρίκιος, ο ποιητής
και ο στοχαστής, αναμφίβολα, μας αφο
ρά και μας εξελίσσει και στον 21ο αιώνα.
Η ιδιαίτερη σχέση του με το μητρογραμ
μικό νησί των Κυκλάδων αποκαλύπτεται
στο φιλμ του Γιάννη Σμαραγδή, «Σίφ
νος: Τίτος Πατρίκιος», στη σειρά κινη
ματογραφικών δοκιμίων για την ποίηση
στην Ελλάδα «Η Δε Πόλις Ελάλησεν»
από την ΕΡΤ @https://ertatschool.ert.gr/
8312/.
Ο Τίτος Πατρίκιος γεννιέται 21 Μαΐου 1928 στην Αθήνα,
γιος του γνωστού ηθοποιού Σπύρου Πα
τρικίου από τα νησιά Κεφαλονιά και
Κέα και της επίσης ηθοποιού Ελένης
Σταματοπούλου από τη Σίφνο, όπου
ο ποιητής πέρασε πολλά καλοκαίρια ως
παιδί.
Δίγλωσσος γιατί από μικρός ήξερε αγγλι
κά ως μητρική (είχε ζήσει στην Αμερική
σε προσχολική ηλικία), επίσης γλωσσο
μαθής γνώριζε άπταιστα τη γαλλική γλώσ
σα και την ιταλική. Σε νεαρή ηλικία ασπά
ζεται ιδεολογικά τον κομμουνισμό γι’ αυ
τό εντάσσεται στο ΕΑΜ και στρατιωτικά
στον ΕΛΑΣ, έτσι παίρνει μέρος ως ένο
πλος στα Δεκεμβριανά του 1944 και στην
υποχώρηση φτάνει στα χωριά του Σπερ
χειού ποταμού που θα τα περιγράψει αρ
γότερα στα ποιήματά του.
Ως καθαρόαιμος μαρξιστής επιλέγει να γί
νει δικηγόρος γιατί νομικά είχε σπουδά
σει και ο Λένιν, προς τούτο στο Εθνικό
και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο με
ταπολεμικά πήγε στη Νομική Σχολή.
Πα
ράλληλα δεν απομακρύνεται από το δρό
μο της τέχνης, οι γονείς και οι παππούδες
του από την πλευρά της μητέρας του εί
χαν σημαντική πορεία στο θέατρο και
στον κινηματογράφο, κι έτσι σπουδάζει
Υποκριτική στη Δραματική Σχολή του
Σωκράτη Καραντινού στην Αθήνα. Η
πολυετής περιπέτεια με την επάλληλη
κράτηση σε συνθήκη εξόριστου σε Μα
κρόνησο και Άι-Στράτη γεννά το «Χωμα
τόδρομο», την πρώτη ποιητική συλλογή
που δημοσιεύεται το 1954. Ως μέλος του
Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών απολύε
ται από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μό
λις το 1959 κι έπειτα με υποτροφία γίνε
ται δεκτός για ανώτατες σπουδές Κοινω
νιολογίας στην l’Ecole Pratique des Hau
tes Études στο Παρίσι. Επιστρέφοντας ερ
γάζεται στο νεοσύστατο Εθνικό Κέντρο
Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), καθώς
μόλις τότε αρχίζουνε οι κοινωνικές επι
στήμες δειλά να αναπτύσσονται στην Ελ
λάδα, αλλά αναγκάζεται να φύγει ξανά
στο εξωτερικό με το Πραξικόπημα και
επιστρέφει με τη Μεταπολίτευση. Από το
1967 έως το 1975 που ζει στην Ευρώπη
εργάστηκε στην Unesco στη Γαλλία και
στην Ιταλία.
Από το Βραβευμένο Ντοκιμαντέρ του
Νίκου Χρυσικάκη το 2010 «Τίτος Πα
τρίκιος: Ποιητής σε επισφαλή ισορρο
πία», ένα λυρικό ντοκιμαντέρ για την
τέχνη της γραφής
Πρόκειται για μία σπάνια περίπτωση φι
λομάθειας και ευρύτητας πνεύματος
τόσο ως κοινωνιολόγος όσο δικηγόρος
και μεταφραστής. Ιδρυτικό μέλος του α
ριστερού περιοδικού «Επιθεώρηση Τέ
χνης» (1954-1967) που άλλαξε την επίκαι
ρη θεματολογία και επίσης του βραχύβι
ου Κέντρου Μαρξιστικών Μελετών και
Ερευνών (Αθήνα 1964-1967), ο Τίτος
Πατρίκιος εργάστηκε ως κοινωνικός επι
στήμονας στο ΕΚΚΕ και από τη δεκαετία
του 1980 έως το 2012 ως Καθηγητής
στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης
Λογοτεχνίας και Επιστημών. Παντρεύ
τηκε δύο φορές: με την Ακάκια Σακελλα
ρίου και τη Ρένα Σταυρίδη κι έχει δύο κό
ρες και τρεις εγγονές.
Οι εμπειρίες του Εμφυλίου πολέμου δη
μιούργησαν τα υποστρώματα της ποίη
σής του, όπως επίσης η καρμική του ποιη
τική συνάντηση με το Γιάννη Ρίτσο στην
εξορία. Η μεταφραστική δουλειά του εί
ναι η αριστερή παρακαταθήκη σε έργα
ορόσημα διεθνώς. Μεταφράζει Georg
Lukács, όταν κανείς δεν τολμάει να μιλά
ει καν για εκείνον, όπως Maxim Gorky,
Bertold Brecht, Louis Aragon και Roge
r Garaudy. Η κομμουνιστική ιδεολογία
και η σαφής ιστορική γεωπολιτική καθορί
ζει τον διανοούμενο όσο τον ποιητή. Με
τη Μεταπολίτευση, ο Πατρίκιος αναπλη
ρώνει το πολιτικό ιδεολογικό χάσμα στην
ελληνική αρχαιότητα, δεχόμενος ως καλ
λιτέχνης επιρροές από τους Κ. Π. Καβά
φη, τον Κώστα Καρυωτάκη και το
Πολύ σωστά στη Συνεξέταση του 2020
στο κοινό μάθημα σε όλους τους Προ
σανατολισμούς «Νεοελληνική Γλώσσα
και Λογοτεχνία», η επιτροπή των Πανελ
ληνίων Εξετάσεων επέλεξε ένα ποίημα α
πό τον Τίτο Πατρίκιο, «Σε βρίσκει η ποίη
ση» (2012), για να εγκαινιάσει το νέο
θεσμό εισαγωγής στα ΑΕΙ.
Ο ευρωπαίος Τίτος Πατρίκιος, ο ποιητής
και ο στοχαστής, αναμφίβολα, μας αφο
ρά και μας εξελίσσει και στον 21ο αιώνα.
Η ιδιαίτερη σχέση του με το μητρογραμ
μικό νησί των Κυκλάδων αποκαλύπτεται
στο φιλμ του Γιάννη Σμαραγδή, «Σίφ
νος: Τίτος Πατρίκιος», στη σειρά κινη
ματογραφικών δοκιμίων για την ποίηση
στην Ελλάδα «Η Δε Πόλις Ελάλησεν»
από την ΕΡΤ @https://ertatschool.ert.gr/
8312/.
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ | Εταιρεία Συγγρα
ΤΑ ΜΕΛΗ ΜΑΣ
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣΜέλος
Τίτος Πατρίκιος
Τίτος Πατρίκιος:
Ποιήματα, αποφθέγματα, βιογραφικό για τον Τί
το Πατρίκιο (Titos Patrikios)
Ο Βαπτιστής-Τίτος Πατρίκιος είναι Έλληνας
ποιητής, πεζογράφος και μεταφρα
στής, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα στις
21 Μαΐου 1928 (γιος των ηθοποιών
Σπύρου Πατρικίου και Λέλας Σταματοπού
λου). Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο
Γυμνάσιο το 1946 και στη συνέχεια από τη Νο
μική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθη
νών. Άσκησε για κάποιο διάστημα το επάγγελ
μα του δικηγόρου. Σύζυγός του ήταν η
ιστορικός Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου. Κόρες το
υς είναι η ιστορικός Αλεξάνδρα
Πατρικίου και η διαφημίστρια Δάφνη Πατρικί
ου.
Η πρώτη δημοσίευση ποιήματός του έγινε το
1943 στο περιοδικό Ξεκίνημα της
Νιότης.
Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής έλαβε μέ
ρος στην Εθνική Αντίσταση με την
ΕΠΟΝ και στη συνέχεια με τον ΕΛΑΣ. Το 1944
καταδικάστηκε σε θάνατο από συ
νεργάτες των Γερμανών και η εκτέλεσή του μα
ταιώθηκε την τελευταία στιγμή. Εξορί
στηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και στον
Άη Στράτη (1952-1953).
Ήταν ιδρυτικό μέλος του περιοδικού Επιθεώρη
ση Τέχνης (1954-1967)
Σπούδασε Κοινωνιολογία στην École Pratique
des Hautes Études στο Παρίσι
(1959-1964), όπου αργότερα πήρε μέρος στις
αντιδικτατορικές εκδηλώσεις εναντί
ον της χούντας των Συνταγματαρχών στην Ελ
λάδα.
Εργάστηκε στην έδρα της UNESCO στο Παρίσι
και στη Διεθνή Οργάνωση Τροφί
μων και Γεωργίας (FAO) στη Ρώμη. Επέστρε
ψε στην Ελλάδα το 1975 και εργάστη
κε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνι
κός μεταφραστής καθώς και στο
Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.
Το 1994 τιμήθηκε με το Ειδικό Κρατικό Βρα
βείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του
έργου του.
Στις 28 Νοεμβρίου 2000 ήταν ένας από τους
δώδεκα Έλληνες ποιητές που έλα
βαν μέρος στον «Κύκλο Ελληνικής Ποίησης»
που διοργάνωσε το Theatre Moliere
, Maison de la Poesie στο Παρίσι.
Το 2001 ήταν ανάμεσα στους συγγραφείς που
επελέγησαν να εκπροσωπήσουν τη
σύγχρονή ελληνική λογοτεχνία στην «53η Διε
θνή Έκθεση Βιβλίου της Φραν
κφούρτης», όπου η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώ
ρα.
Το 2008 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθη
νών (μαζί με τον Μένη Κουμανταρέα)
για το σύνολο του έργου του.
Το 2013 του απονεμήθηκε το Διεθνές βραβείο
Ποίησης στην Ιταλία (LericiPea)
που είναι από τα παλαιότερα και πιο σημαντικά
βραβεία στην Ιταλία.
Έργα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα
φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολ
λανδικά.
Οι βροχερές ημέρες θέλουν μελαγχολική ποίηση
Τις στάλες βροχής συνοδεύουν
στάλες ποιητικών λέξεων των
Μαρία Πολυδούρη, Τίτου Πατρι
κίου, Κικής Δημουλά,.
Τιμητική εκδήλωση στο Λονδίνο για τα 90 χρόνια του Τίτου Πατρίκιου
Ο Τίτος Πατρίκιος, μετά από πολλά χρόνια απουσίας από το Λονδίνο, θα επιστρέψει στις 10 Μαρτίου για να συναντήσει, όπως ο ίδιος λέει, φίλους Έλληνες και Βρετανούς, που θα βρεθούν στην εκδήλωση για να τον ακούσουν, αλλά και αναγνώστες, που θα έχουν την ευκαιρία να συνομιλήσουν μαζί του.
Η εκδήλωση διοργανώνεται από τον Ελληνικό Κύκλο Βιβλιόφιλων Λονδίνου (www.ekivil.org) σε συνεργασία με το Γραφείο Ποιήσεως και τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού, του γραφείου Τύπου της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο και της Εταιρείας Συγγραφέων.
«Το σημαντικό είναι να μην κλειστούμε στον εαυτό μας και στη μοναξιά μας» απαντά ο Τίτος Πατρίκιος, με αφορμή την εκδήλωση για τη ζωή και το έργο του και συμπληρώνει ότι τέτοιου είδους προσκλήσεις είναι πάντα ευχάριστες.
Στην εκδήλωση θα παρουσιαστεί επιλογή ποιημάτων του, που θα απαγγελθούν στα ελληνικά και στα αγγλικά. Ο ίδιος θεωρεί ιδιαίτερα χρήσιμες για την ίδια την ποίηση και για τους αναγνώστες τις δημόσιες αναγνώσεις, που ανθίζουν εδώ και χρόνια στο εξωτερικό, και τελευταία και στην Ελλάδα.
«Οι δημόσιες αναγνώσεις και οι συναντήσεις για την ποίηση πιστεύω είναι κάτι το εξαιρετικά χρήσιμο. Έβλεπα σε άλλες χώρες ότι γίνονταν συχνά δημόσιες αναγνώσεις ποιημάτων, ποιητικά φεστιβάλ και συζητήσεις ανάμεσα σε ποιητές. Τελευταία γίνονται και στην Ελλάδα, μάλιστα και σε περιφερειακές πόλεις», σχολιάζει ο κ. Πατρίκιος.
Το ίδιο χρήσιμες θεωρεί τις μεταφράσεις των έργων συγγραφέων και ποιητών. Αν και έργα του ίδιου έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορούν ιδιαίτερα σε Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Μεξικό, Σερβία και Αλβανία, στη Μ. Βρετανία έχουν κυκλοφορήσει διάσπαρτα ποιήματά του, κυρίως σε εκδόσεις περιοδικών και ανθολόγιων.
«Η μετάφραση είναι ο βασικός άξονας για την επικοινωνία των ανθρώπων. Χωρίς αυτή δε μπορούμε να γνωρίσουμε τους άλλους πολιτισμούς. Χωρίς αυτή θα ξέραμε στην Ελλάδα τον Σαίξπηρ; Θα γνώριζαν στην Αγγλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία την Ιλιάδα, τον Όμηρο και τους αρχαίους τραγικούς; Χρειάζεται όχι μόνο για τους κλασικούς, αλλά και για τους σύγχρονους. Είναι ο βασικός τρόπος επικοινωνίας», δήλωσε.
Οι καθηγητές του Kings College του Λονδίνου, Roderick Beaton, (επίτιμος καθηγητής Νεότερης Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας) και David Ricks, (καθηγητής Νεότερης Ελληνικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας), θα χαιρετίσουν την εκδήλωση προς τιμήν του, μαζί με τον προεδρεύοντα του Γραφείου Ποιήσεως, Αντώνη Δ. Σκιαθά.
Απαγγελίες ποιημάτων θα κάνουν ο πρώην πρέσβης της Βρετανίας στην Ελλάδα και συγγραφέας, Τζον Κίτμερ, η ηθοποιός και λέκτορας Νεοελληνικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Reading, Δήμητρα Τζανιδάκη-Kreps, και ο συγγραφέας, Κωνσταντίνος Αλσινός. Θα προβληθεί ντοκιμαντέρ για τα 90 χρόνια του Τίτου Πατρίκιου, ενώ θα ακολουθήσει συνέντευξή του με το κοινό. O Ιταλός συνθέτης Antimo Magnotta θα συμμετέχει στην εκδήλωση με μουσικές του συνθέσεις. Την παρουσίαση θα κάνει η σκηνοθέτης Αναστασία Ρεβή, ενώ θα συμμετέχουν μαθητές του σχολείου Αγίας Σοφίας.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο Hellenic Centre (16-18 Paddington St, Marylebone), την Κυριακή 10 Μαρτίου (18.00 - 20.00).
To CD-Βιβλίο με την μελοποιημένη ποίηση του Τίτου Πατρίκιου «Πολιορκημένος Χρόνος» μόλις κυκλοφόρησε από το Ogdoo Music Group.
Μπορείτε να το προμηθευτείτε από όλα τα καταστήματα δίσκων, κεντρικά βιβλιοπωλεία και online
VIDEO
Ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος αφηγείται τη ζωή του
Το όνομά μου είναι Βαπτιστής, η μητέρα μου το άλλαξε από αντίδραση και το έκανε «Τίτος». Εξαιτίας του έχω τραβήξει πολλά – το bullying είναι κάτι διαχρονικό, δεν είναι φαινόμενο της σημερινής εποχής. Πολλοί πίστευαν ότι είμαι Κρητικός –υπάρχει ο Άγιος Τίτος στο Ηράκλειο–, άλλοι ότι με έλεγαν Τίτο λόγω του ηγέτη της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας και έρχονταν να μου πουν «καλά, έχεις το όνομα αυτού του προδότη;».
- Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο πατέρας μου ήθελε να βρει ένα σπίτι με καταφύγιο, επειδή υπήρχαν φόβοι ότι θα βομβαρδιζόταν η Αθήνα. Έτσι, μείναμε για 25 συναπτά έτη στην οδό Μάρνη 48. Στη συλλογή μου Συγκατοίκηση με το Παρόν, στο ποίημα «Το Σπίτι» έχω γράψει όλα όσα πέρασα σε αυτό («όταν το αδειάσαμε, με τη μητέρα μου να κλαίει, πατούσα τα τριάντα πέντε, μια ηλικία που γι' άλλους σταθεροποιούνται τα προσωρινά, γι' άλλους ένα-ένα τα σταθερά ανατρέπονται»). Σε αυτό το σπίτι με βρήκε ο πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος.
- Όταν με ρωτούσαν τι θα γίνω όταν μεγαλώσω, μου άρεσε να λέω ότι θα γίνω αεροπόρος, αλλά η παιδική μου ηλικία περιείχε έντονα το στοιχείο του θεάτρου. Οι γονείς μου ήταν ηθοποιοί, με αποτέλεσμα να μεγαλώσω μέσα σε παρασκήνια, καμαρίνια και συναναστρεφόμενος με μεγάλες κυρίες του ελληνικού θεάτρου. Στο σπίτι μας δεν θυμάμαι ποτέ τα μεσημέρια να τρώμε μόνοι μας, συνεχώς δεχόμασταν επισκέψεις. Ήταν μια εποχή με μεγάλες διακυμάνσεις, αγωνία και διαρκείς μεταπτώσεις. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που ξόδευε αφειδώς. Ζήσαμε μέρες που ο θίασος δεν πήγαινε καλά, χρωστούσαμε το νοίκι και όλες αυτές οι ανασφάλειες με έκαναν να στραφώ στην επιλογή της δικηγορίας. Όπως κάποια άλλα παιδιά έπαιζαν με κύβους ή άλλα παιχνίδια, εμένα μου άρεσε να παίζω με τις λέξεις. Σιγά-σιγά, αυτές οι συναρμολογήσεις λέξεων έγιναν ποιήματα και το 1943 δημοσιεύεται το πρώτο μου ποίημα, το οποίο και θυμάμαι ακόμα απέξω. Ο τίτλος του ήταν «Αν βρεις»: «Αν ψάξεις, θα βρεις. Τίποτα κρυμμένο δεν μένει, σπάσε σκληρά τους δεσμούς που σφιχτά είναι δεμένοι. Και αν βρεις μηδέν, με τον χρόνο ρουτίνα θα γίνει, να χάσεις πρέπει, αν θες μια θύμηση παντοτινή να μείνει». Αν και εκείνες οι εποχές περιείχαν αρκετές κακουχίες, θεωρώ ότι στις δύσκολες εποχές γράφει κανείς και όχι στις εύκολες.
Αν και ανήκω στους αναλφάβητους του Διαδικτύου, αναπολώ έναν Ιταλό που ήξερε πολύ από τον χώρο του Ίντερνετ και έλεγε ότι οι τρεις λέξεις με τις περισσότερες αναζητήσεις στο Google είναι πρώτα το «sex», μετά η λέξη «money» και στη συνέχεια –κανείς δεν θα το περίμενε ποτέ– η λέξη «poetry». Ίσως, τελικά, η ποίηση να είναι η τέχνη που περισσότερο γράφεται, παρά διαβάζεται. Η ποίηση σε βρίσκει, αρκεί, όταν σε συναντήσει, να μην την αρνηθείς
- Οι μεγαλύτερες επιρροές μου προέρχονταν από ήρωες των βιβλίων που διάβαζα όταν ήμουν παιδί: ο Αχιλλέας, ο Οδυσσέας, ο Ιάσονας, που αργότερα έμαθα ότι δεν ήταν και τόσο καλό παιδί, ο Δον Κιχώτης και οι περιπέτειές του. Στην Κατοχή, μια τρομερά δύσκολη εποχή, υπήρχε έντονη θεατρική δραστηριότητα. Έβγαιναν περιοδικά, δίνονταν διαλέξεις, ο κόσμος διάβαζε και η Αθήνα ήταν γεμάτη θέατρα. Όλα αυτά μέσα σε ένα κλίμα καταπίεσης, σκλαβιάς, αντίδρασης και ελπίδας για μια καλύτερη ζωή.
- Η τύχη έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Στην Κατοχή έφτασα πολύ κοντά στον θάνατο. Μια μέρα είχα ραντεβού με μια κοπέλα από την ΕΠΟΝ για να μου φέρει αφίσες. Κάποιος με είδε και με κατέδωσε στους συνεργάτες των Γερμανών, με συλλαμβάνουν και με στήνουν στον τοίχο για να με σκοτώσουν. Την ώρα που είναι έτοιμοι να με πυροβολήσουν, ακούω τον έναν να λέει στους άλλους: «Ρε, μήπως δεν είναι αυτός που μας είπαν, αυτός είναι καλοντυμένος». Φορούσα εκείνη την ημέρα ένα σακάκι και τότε συνειδητοποίησα πως το καλό ντύσιμο μπορεί καμιά φορά να σε προστατέψει. Αφού με έψαξαν και δεν βρήκαν τίποτα, με ρώτησαν τι ήθελα εκεί. Τους απάντησα ότι περίμενα μια κοπέλα για να πάμε βόλτα στην Ακρόπολη. Μου λέει τότε ο ένας από αυτούς με αυστηρό ύφος: «Σου δίνω δέκα λεπτά, αν δεν έρθει η κοπέλα, τελείωσες». Τότε βλέπω την κοπέλα να πλησιάζει πάνω σε ένα ποδήλατο, με το ταγάρι όπου είχε τις αφίσες να κρέμεται, και, ευτυχώς, αντί να φοβηθεί και να φύγει, όταν τους είδε, άφησε το ποδήλατο και ήρθε τρέχοντας κατά πάνω μου. Με αγκάλιασε, με φίλησε και αυτός τότε μου είπε: «Άντε, τη γλίτωσες, μη σε πετύχω ξανά, γιατί την επόμενη φορά δεν θα είσαι τυχερός». Είναι επικίνδυνο να κάνουν σήμερα παραλληλισμούς με την Κατοχή και να λένε ότι και σήμερα έχουμε ένα είδος κατοχής. Θυμάμαι μια δημοσιογράφο να μου δηλώνει: «Μα, δεν βλέπετε ότι έχουμε Κατοχή;» Της απάντησα ότι Κατοχή με παχυσαρκία δεν υπάρχει.
- Χαίρομαι όταν μου λένε ότι στο Διαδίκτυο υπάρχουν άνθρωποι που γνωστοποιούν τα ποιήματά μου για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση για έναν ποιητή. Πριν από μερικά χρόνια κατάλαβα ότι παρόλο που η ποίηση είναι αυτοβιογραφική και αφορά προσωπικά βιώματα, γίνεται χρήσιμη και ολοκληρώνεται μόνο όταν δίνει τη δύναμη στον αναγνώστη να φτιάξει εκείνος τη δική του αλήθεια και να ανακαλύψει τον εαυτό του. Αν και ανήκω στους αναλφάβητους του Διαδικτύου, αναπολώ έναν Ιταλό που ήξερε πολύ από τον χώρο του Ίντερνετ και έλεγε ότι οι τρεις λέξεις με τις περισσότερες αναζητήσεις στο Google είναι πρώτα το «sex», μετά η λέξη «money» και στη συνέχεια –κανείς δεν θα το περίμενε ποτέ– η λέξη «poetry». Ίσως, τελικά, η ποίηση να είναι η τέχνη που περισσότερο γράφεται, παρά διαβάζεται. Η ποίηση σε βρίσκει, αρκεί, όταν σε συναντήσει, να μην την αρνηθείς. Σήμερα οι ποιητές χρειάζονται, γιατί πολλές φορές η επιπολαιότητά μας κάνει πιο ευχάριστη τη ζωή. Στην ποίηση, άμα είσαι πολύ σοβαρός, γίνεσαι ανιαρός. Είναι πολλά τα πράγματα που μας βρίσκουν στη ζωή, χωρίς καν να το αντιληφθούμε. Είναι κάτι που συμβαίνει και στον έρωτα. Περνά από μπροστά μας αρκετές φορές, τον χάνουμε και μετά χτυπάμε το κεφάλι μας γιατί δεν προλάβαμε. Για τον έρωτα έχω γράψει ένα ποίημα που λέγεται «Το δύσκολο»: «Όπως και αν έρθουν τα πράγματα, όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες, πάντα μπορεί κανείς να ερωτεύεται. Το δύσκολο είναι ν' αγαπάς».
Στην Αθήνα με γοητεύουν πολλά πράγματα. Εκείνοι που ενοχλούν πολλά σε αυτήν είναι οι άνθρωποι που δεν γεννήθηκαν εδώ και ήρθαν να εγκατασταθούν στην πορεία της ζωής τους στην Αθήνα. Μου αρέσει πολύ να περπατάω στην Αθήνα και να κυκλοφορώ στους δρόμους της. Αυτό που δεν μου αρέσει είναι ο βανδαλισμός και η καταστροφή. Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
- Είναι πολλά αυτά που με εκνευρίζουν, αλλά αμέσως σκέφτομαι «μήπως δεν είναι το δικό μου μοντέλο αισθητικής αυτό που είναι το σωστό;». Υπήρξα επί πολλά χρόνια ακραίος και έτσι χρειάστηκε να ωριμάσω ή να καταλαγιάσω για να καταλάβω τη σπουδαιότητα του μέτρου. Πέρασαν πολλά έτη, βέβαια, γιατί πάντα θεωρούσα ότι το μέτρο έχει να κάνει με τη μετριότητα και την ασημαντότητα. Το μέτρο είναι η κατάκτηση μιας ισορροπίας. Ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους του σουρεαλισμού, ο Μαρσέλ Ντισάν, δημιουργούσε για πολλά χρόνια ένα έργο τέχνης που ήταν φτιαγμένο ανάμεσα σε δύο κρύσταλλα. Το έργο αυτό αγοράστηκε από ένα μεγάλο μουσείο και κάποια στιγμή τον κάλεσαν για να του πουν ότι μπήκε ένας διαταραγμένος άνδρας και με ένα σφυρί ράγισε το κρύσταλλο και ότι έπρεπε να πάει να το αλλάξει. Πάει ο Ντισάν στο μουσείο, το βλέπει με το ράγισμα και λέει «το έργο τώρα τελείωσε». Παρά το παράδοξο της ιστορίας, αντιλαμβανόμαστε ότι για κάθε έργο χρειάζεται ένα τέλος. Είναι ένα κριτήριο που ισχύει και όταν διαβάζεις ένα ποίημα για να κρίνεις αν είναι καλό ή κακό. Ένα ποίημα τελειώνει όταν δεν μπορείς να προσθέσεις ούτε μια λέξη. Η μεγαλύτερη δυσκολία όταν γράφει κανείς –και όχι μόνο ποιήματα– είναι το πώς τελειώνεις. Η αρχή είναι πάντα εύκολη, μπορεί να είναι ένα κίνητρο, μια παρόρμηση, ένα αίσθημα. Δεν μιλάμε για την έμπνευση, διότι η έμπνευση είναι η ξαφνική λάμψη που μέχρι τότε κοίταζες κάτι χωρίς να το βλέπεις. Το δύσκολο είναι το τέλος. Η «λύσις», που έλεγε και ο Αριστοτέλης. Για όλα!
- Αυτήν τη στιγμή παρακολουθούμε να γκρεμίζονται όλες οι βεβαιότητες με τις οποίες εμείς μεγαλώσαμε. Όλες οι βεβαιότητες είναι υπό κρίση και αναθεώρηση. Έχω υπάρξει για πολλά χρόνια μέλος κόμματος. Τώρα, δεν ανήκω πουθενά. Το μόνο που πιστεύω είναι ότι είμαι ένας επιζών. Ξέρετε, όταν λέμε είμαι «της Αριστεράς», αυτή η γενική είναι κτητική και δηλώνει ότι ανήκεις κάπου. Όπως όταν λέμε ότι είμαι του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού. Μία από τις μεγάλες εκπλήξεις που συνάντησα στη ζωή μου ήταν στο Παρίσι, τέλη της δεκαετίας του '50, όταν διάβασα στην εφημερίδα, ύστερα από μια εκλογική αναμέτρηση, ότι το τάδε κόμμα πήρε Α ποσοστό, το άλλο Β και οι λοιπές αριστερές δυνάμεις έλαβαν τόσο. Για πρώτη φορά είδα τη λέξη «Αριστερά» στον πληθυντικό και έπαθα σοκ. Αναλογιζόμουν πώς είναι δυνατόν να είναι πολλές οι αριστερές, αφού γνωρίζουμε ότι είναι μία; Επομένως, συνειδητοποίησα ότι οι αριστερές είναι πολλές. Οι μύθοι και οι βεβαιότητες έχουν τη δύναμη να ανανεώνονται. Το ζήτημα δεν είναι πώς αυτοπροσδιορίζεται κάποιος στην πολιτική αλλά το τι έχει κάνει και πώς κρίνεται με βάση το έργο του. Η κομματική ένταξη είναι πολύ περιοριστική στην πνευματική δράση. Ένας διανοούμενος δεν μπορεί να βρίσκεται σε κλίμακες ηγεσίας, διότι έχει την ελευθερία της γνώμης του και την αναπλάθει συνεχώς. Μέσα σε κομματικά πλαίσια αναγκάζεται να ακολουθεί τις απόψεις της πλειοψηφίας
Σήμερα οι ποιητές χρειάζονται, γιατί πολλές φορές η επιπολαιότητά μας κάνει πιο ευχάριστη τη ζωή. Στην ποίηση, άμα είσαι πολύ σοβαρός, γίνεσαι ανιαρός.
- Στην Αθήνα με γοητεύουν πολλά πράγματα. Εκείνοι που ενοχλούν πολλά σε αυτήν είναι οι άνθρωποι που δεν γεννήθηκαν εδώ και ήρθαν να εγκατασταθούν στην πορεία της ζωής τους στην Αθήνα. Μου αρέσει πολύ να περπατάω στην Αθήνα και να κυκλοφορώ στους δρόμους της. Αυτό που δεν μου αρέσει είναι ο βανδαλισμός και η καταστροφή. Σίγουρα, η αιτία βρίσκεται στη δυσφορία της καθημερινής ζωής, η οποία εκφράζεται πάνω σε αντικείμενα, αλλά σε όλες τις εποχές υπήρχαν άνθρωποι που δεν ήταν ενταγμένοι στο κοινωνικό σύνολο. Δείτε τους ισλαμιστές τι έκαναν στην Παλμύρα. Ήταν μια εικόνα που δεν μπορούσαν να δεχθούν, με αποτέλεσμα να επιδιώκουν την καταστροφή. Όταν δεν μπορείς να διαιωνίσεις την ύπαρξή σου με τη δημιουργία, μπορείς να το πετύχεις με την καταστροφή. Ο Ηρόστρατος ήταν Έλληνας, ο οποίος, για να μείνει στην Ιστορία, κατέστρεψε τον ναό της Εφέσου. Δυστυχώς, η καταστροφή είναι ένας τρόπος να εξασφαλίσεις την παρουσία σου στο παρόν, αλλά και στο μέλλον
- Πριν από αρκετά χρόνια, ένας φίλος μού είπε: «Δεν σε υποφέρω πια, είσαι φλύαρος». Σοκαρίστηκα και πήγα σε έναν άλλο φίλο μου, που τον εκτιμούσα πολύ, και τον ρώτησα: «Πες μου, είμαι φλύαρος;». Μου απάντησε: «Η αλήθεια είναι ότι μιλάς πολύ, φλύαρος όμως δεν είναι αυτός που μιλάει πολύ, αλλά εκείνος που δεν ακούει τον άλλο». Σημασία, λοιπόν, έχει να ξέρεις να ακούς και να ζεις όπως επιθυμείς, δημιουργικά και διαπλαστικά, αρκεί να μην το κάνεις εις βάρος κάποιου άλλου.
- Δεν υπάρχει κοινωνία που να έχει καταργήσει το «εγώ», το ίδιο ισχύει και για την ελληνική. Αν ανατρέξουμε στη μαοϊκή εποχή της Κίνας, είχε καταργηθεί το «εγώ» της κοινωνίας, αλλά επικρατούσε το «εγώ» του ηγέτη. Το ουσιαστικό είναι να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει «εγώ» χωρίς το «εμείς», γιατί αλλιώς το «εγώ» είναι μοναχικό και τα μοναχικά άτομα πεθαίνουν μόνα τους, χωρίς να τα λογαριάζει κανείς. Το ίδιο ισχύει και για το «εμείς», που μπορεί να υπάρξει μόνο αν ακολουθείται από το «εγώ», διότι το «εμείς» δεν μπορεί να είναι ένας πολτός μέσα στον οποίο εξανεμίζονται τα «εγώ». Την ευτυχία την αντιλαμβανόμαστε εκ των υστέρων. Όταν τη ζούμε, δεν το καταλαβαίνουμε, αλλά σημασία έχει να μην καθυστερήσουμε πολύ να την αγγίξουμε. Για τον θάνατο μου αρέσει κάτι που έχει πει ο Γούντι Άλεν: «Βεβαίως και φοβάμαι τον θάνατο, γι' αυτό προτιμώ όταν έρθει να μην είμαι εκεί». Παρ' όλο που η κουλτούρα μου είναι η χριστιανική, δεν πιστεύω στον Θεό ή σε υπέρτερες δυνάμεις, γι' αυτό και δηλώνω αγνωστικιστής. Αγνοώ. Τις μεγαλύτερες ικανοποιήσεις που παίρνω στη ζωή μου είναι όταν έρχονται και μου λένε πως ένας στίχος ή ένα ποίημά μου βοήθησε έναν άνθρωπο να ξεπεράσει μια πικρή ιστορία του. Η ζωή με έχει μάθει ότι αξίζει τελικά να τη ζεις και όχι να την καταστρέφεις. Ο Καζαντζάκης έχει πει: «Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος». Εμένα μου αρέσει να το αντιστρέφω: «Πάντα φοβάμαι για κάτι, πάντα ελπίζω σε κάτι και προσπαθώ πάντα να γίνω ελεύθερος».
ΚΛΙΚ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
00:0003:46 Ιnfo:
Το τελευταίο βιβλίο του Τίτου Πατρίκιου Ο πειρασμός της νοσταλγίας - Σημειώσεις καθημερινότητας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της LIFO τον Μάιο του 2016.
Το όνομά μου είναι Βαπτιστής, η μητέρα μου το άλλαξε από αντίδραση και το έκανε «Τίτος». Εξαιτίας του έχω τραβήξει πολλά – το bullying είναι κάτι διαχρονικό, δεν είναι φαινόμενο της σημερινής εποχής. Πολλοί πίστευαν ότι είμαι Κρητικός –υπάρχει ο Άγιος Τίτος στο Ηράκλειο–, άλλοι ότι με έλεγαν Τίτο λόγω του ηγέτη της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας και έρχονταν να μου πουν «καλά, έχεις το όνομα αυτού του προδότη;».
- Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο πατέρας μου ήθελε να βρει ένα σπίτι με καταφύγιο, επειδή υπήρχαν φόβοι ότι θα βομβαρδιζόταν η Αθήνα. Έτσι, μείναμε για 25 συναπτά έτη στην οδό Μάρνη 48. Στη συλλογή μου Συγκατοίκηση με το Παρόν, στο ποίημα «Το Σπίτι» έχω γράψει όλα όσα πέρασα σε αυτό («όταν το αδειάσαμε, με τη μητέρα μου να κλαίει, πατούσα τα τριάντα πέντε, μια ηλικία που γι' άλλους σταθεροποιούνται τα προσωρινά, γι' άλλους ένα-ένα τα σταθερά ανατρέπονται»). Σε αυτό το σπίτι με βρήκε ο πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος.
- Όταν με ρωτούσαν τι θα γίνω όταν μεγαλώσω, μου άρεσε να λέω ότι θα γίνω αεροπόρος, αλλά η παιδική μου ηλικία περιείχε έντονα το στοιχείο του θεάτρου. Οι γονείς μου ήταν ηθοποιοί, με αποτέλεσμα να μεγαλώσω μέσα σε παρασκήνια, καμαρίνια και συναναστρεφόμενος με μεγάλες κυρίες του ελληνικού θεάτρου. Στο σπίτι μας δεν θυμάμαι ποτέ τα μεσημέρια να τρώμε μόνοι μας, συνεχώς δεχόμασταν επισκέψεις. Ήταν μια εποχή με μεγάλες διακυμάνσεις, αγωνία και διαρκείς μεταπτώσεις. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που ξόδευε αφειδώς. Ζήσαμε μέρες που ο θίασος δεν πήγαινε καλά, χρωστούσαμε το νοίκι και όλες αυτές οι ανασφάλειες με έκαναν να στραφώ στην επιλογή της δικηγορίας. Όπως κάποια άλλα παιδιά έπαιζαν με κύβους ή άλλα παιχνίδια, εμένα μου άρεσε να παίζω με τις λέξεις. Σιγά-σιγά, αυτές οι συναρμολογήσεις λέξεων έγιναν ποιήματα και το 1943 δημοσιεύεται το πρώτο μου ποίημα, το οποίο και θυμάμαι ακόμα απέξω. Ο τίτλος του ήταν «Αν βρεις»: «Αν ψάξεις, θα βρεις. Τίποτα κρυμμένο δεν μένει, σπάσε σκληρά τους δεσμούς που σφιχτά είναι δεμένοι. Και αν βρεις μηδέν, με τον χρόνο ρουτίνα θα γίνει, να χάσεις πρέπει, αν θες μια θύμηση παντοτινή να μείνει». Αν και εκείνες οι εποχές περιείχαν αρκετές κακουχίες, θεωρώ ότι στις δύσκολες εποχές γράφει κανείς και όχι στις εύκολες.
Αν και ανήκω στους αναλφάβητους του Διαδικτύου, αναπολώ έναν Ιταλό που ήξερε πολύ από τον χώρο του Ίντερνετ και έλεγε ότι οι τρεις λέξεις με τις περισσότερες αναζητήσεις στο Google είναι πρώτα το «sex», μετά η λέξη «money» και στη συνέχεια –κανείς δεν θα το περίμενε ποτέ– η λέξη «poetry». Ίσως, τελικά, η ποίηση να είναι η τέχνη που περισσότερο γράφεται, παρά διαβάζεται. Η ποίηση σε βρίσκει, αρκεί, όταν σε συναντήσει, να μην την αρνηθείς
- Οι μεγαλύτερες επιρροές μου προέρχονταν από ήρωες των βιβλίων που διάβαζα όταν ήμουν παιδί: ο Αχιλλέας, ο Οδυσσέας, ο Ιάσονας, που αργότερα έμαθα ότι δεν ήταν και τόσο καλό παιδί, ο Δον Κιχώτης και οι περιπέτειές του. Στην Κατοχή, μια τρομερά δύσκολη εποχή, υπήρχε έντονη θεατρική δραστηριότητα. Έβγαιναν περιοδικά, δίνονταν διαλέξεις, ο κόσμος διάβαζε και η Αθήνα ήταν γεμάτη θέατρα. Όλα αυτά μέσα σε ένα κλίμα καταπίεσης, σκλαβιάς, αντίδρασης και ελπίδας για μια καλύτερη ζωή.
- Η τύχη έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Στην Κατοχή έφτασα πολύ κοντά στον θάνατο. Μια μέρα είχα ραντεβού με μια κοπέλα από την ΕΠΟΝ για να μου φέρει αφίσες. Κάποιος με είδε και με κατέδωσε στους συνεργάτες των Γερμανών, με συλλαμβάνουν και με στήνουν στον τοίχο για να με σκοτώσουν. Την ώρα που είναι έτοιμοι να με πυροβολήσουν, ακούω τον έναν να λέει στους άλλους: «Ρε, μήπως δεν είναι αυτός που μας είπαν, αυτός είναι καλοντυμένος». Φορούσα εκείνη την ημέρα ένα σακάκι και τότε συνειδητοποίησα πως το καλό ντύσιμο μπορεί καμιά φορά να σε προστατέψει. Αφού με έψαξαν και δεν βρήκαν τίποτα, με ρώτησαν τι ήθελα εκεί. Τους απάντησα ότι περίμενα μια κοπέλα για να πάμε βόλτα στην Ακρόπολη. Μου λέει τότε ο ένας από αυτούς με αυστηρό ύφος: «Σου δίνω δέκα λεπτά, αν δεν έρθει η κοπέλα, τελείωσες». Τότε βλέπω την κοπέλα να πλησιάζει πάνω σε ένα ποδήλατο, με το ταγάρι όπου είχε τις αφίσες να κρέμεται, και, ευτυχώς, αντί να φοβηθεί και να φύγει, όταν τους είδε, άφησε το ποδήλατο και ήρθε τρέχοντας κατά πάνω μου. Με αγκάλιασε, με φίλησε και αυτός τότε μου είπε: «Άντε, τη γλίτωσες, μη σε πετύχω ξανά, γιατί την επόμενη φορά δεν θα είσαι τυχερός». Είναι επικίνδυνο να κάνουν σήμερα παραλληλισμούς με την Κατοχή και να λένε ότι και σήμερα έχουμε ένα είδος κατοχής. Θυμάμαι μια δημοσιογράφο να μου δηλώνει: «Μα, δεν βλέπετε ότι έχουμε Κατοχή;» Της απάντησα ότι Κατοχή με παχυσαρκία δεν υπάρχει.
- Χαίρομαι όταν μου λένε ότι στο Διαδίκτυο υπάρχουν άνθρωποι που γνωστοποιούν τα ποιήματά μου για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση για έναν ποιητή. Πριν από μερικά χρόνια κατάλαβα ότι παρόλο που η ποίηση είναι αυτοβιογραφική και αφορά προσωπικά βιώματα, γίνεται χρήσιμη και ολοκληρώνεται μόνο όταν δίνει τη δύναμη στον αναγνώστη να φτιάξει εκείνος τη δική του αλήθεια και να ανακαλύψει τον εαυτό του. Αν και ανήκω στους αναλφάβητους του Διαδικτύου, αναπολώ έναν Ιταλό που ήξερε πολύ από τον χώρο του Ίντερνετ και έλεγε ότι οι τρεις λέξεις με τις περισσότερες αναζητήσεις στο Google είναι πρώτα το «sex», μετά η λέξη «money» και στη συνέχεια –κανείς δεν θα το περίμενε ποτέ– η λέξη «poetry». Ίσως, τελικά, η ποίηση να είναι η τέχνη που περισσότερο γράφεται, παρά διαβάζεται. Η ποίηση σε βρίσκει, αρκεί, όταν σε συναντήσει, να μην την αρνηθείς. Σήμερα οι ποιητές χρειάζονται, γιατί πολλές φορές η επιπολαιότητά μας κάνει πιο ευχάριστη τη ζωή. Στην ποίηση, άμα είσαι πολύ σοβαρός, γίνεσαι ανιαρός. Είναι πολλά τα πράγματα που μας βρίσκουν στη ζωή, χωρίς καν να το αντιληφθούμε. Είναι κάτι που συμβαίνει και στον έρωτα. Περνά από μπροστά μας αρκετές φορές, τον χάνουμε και μετά χτυπάμε το κεφάλι μας γιατί δεν προλάβαμε. Για τον έρωτα έχω γράψει ένα ποίημα που λέγεται «Το δύσκολο»: «Όπως και αν έρθουν τα πράγματα, όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες, πάντα μπορεί κανείς να ερωτεύεται. Το δύσκολο είναι ν' αγαπάς».
- Είναι πολλά αυτά που με εκνευρίζουν, αλλά αμέσως σκέφτομαι «μήπως δεν είναι το δικό μου μοντέλο αισθητικής αυτό που είναι το σωστό;». Υπήρξα επί πολλά χρόνια ακραίος και έτσι χρειάστηκε να ωριμάσω ή να καταλαγιάσω για να καταλάβω τη σπουδαιότητα του μέτρου. Πέρασαν πολλά έτη, βέβαια, γιατί πάντα θεωρούσα ότι το μέτρο έχει να κάνει με τη μετριότητα και την ασημαντότητα. Το μέτρο είναι η κατάκτηση μιας ισορροπίας. Ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους του σουρεαλισμού, ο Μαρσέλ Ντισάν, δημιουργούσε για πολλά χρόνια ένα έργο τέχνης που ήταν φτιαγμένο ανάμεσα σε δύο κρύσταλλα. Το έργο αυτό αγοράστηκε από ένα μεγάλο μουσείο και κάποια στιγμή τον κάλεσαν για να του πουν ότι μπήκε ένας διαταραγμένος άνδρας και με ένα σφυρί ράγισε το κρύσταλλο και ότι έπρεπε να πάει να το αλλάξει. Πάει ο Ντισάν στο μουσείο, το βλέπει με το ράγισμα και λέει «το έργο τώρα τελείωσε». Παρά το παράδοξο της ιστορίας, αντιλαμβανόμαστε ότι για κάθε έργο χρειάζεται ένα τέλος. Είναι ένα κριτήριο που ισχύει και όταν διαβάζεις ένα ποίημα για να κρίνεις αν είναι καλό ή κακό. Ένα ποίημα τελειώνει όταν δεν μπορείς να προσθέσεις ούτε μια λέξη. Η μεγαλύτερη δυσκολία όταν γράφει κανείς –και όχι μόνο ποιήματα– είναι το πώς τελειώνεις. Η αρχή είναι πάντα εύκολη, μπορεί να είναι ένα κίνητρο, μια παρόρμηση, ένα αίσθημα. Δεν μιλάμε για την έμπνευση, διότι η έμπνευση είναι η ξαφνική λάμψη που μέχρι τότε κοίταζες κάτι χωρίς να το βλέπεις. Το δύσκολο είναι το τέλος. Η «λύσις», που έλεγε και ο Αριστοτέλης. Για όλα!
- Αυτήν τη στιγμή παρακολουθούμε να γκρεμίζονται όλες οι βεβαιότητες με τις οποίες εμείς μεγαλώσαμε. Όλες οι βεβαιότητες είναι υπό κρίση και αναθεώρηση. Έχω υπάρξει για πολλά χρόνια μέλος κόμματος. Τώρα, δεν ανήκω πουθενά. Το μόνο που πιστεύω είναι ότι είμαι ένας επιζών. Ξέρετε, όταν λέμε είμαι «της Αριστεράς», αυτή η γενική είναι κτητική και δηλώνει ότι ανήκεις κάπου. Όπως όταν λέμε ότι είμαι του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού. Μία από τις μεγάλες εκπλήξεις που συνάντησα στη ζωή μου ήταν στο Παρίσι, τέλη της δεκαετίας του '50, όταν διάβασα στην εφημερίδα, ύστερα από μια εκλογική αναμέτρηση, ότι το τάδε κόμμα πήρε Α ποσοστό, το άλλο Β και οι λοιπές αριστερές δυνάμεις έλαβαν τόσο. Για πρώτη φορά είδα τη λέξη «Αριστερά» στον πληθυντικό και έπαθα σοκ. Αναλογιζόμουν πώς είναι δυνατόν να είναι πολλές οι αριστερές, αφού γνωρίζουμε ότι είναι μία; Επομένως, συνειδητοποίησα ότι οι αριστερές είναι πολλές. Οι μύθοι και οι βεβαιότητες έχουν τη δύναμη να ανανεώνονται. Το ζήτημα δεν είναι πώς αυτοπροσδιορίζεται κάποιος στην πολιτική αλλά το τι έχει κάνει και πώς κρίνεται με βάση το έργο του. Η κομματική ένταξη είναι πολύ περιοριστική στην πνευματική δράση. Ένας διανοούμενος δεν μπορεί να βρίσκεται σε κλίμακες ηγεσίας, διότι έχει την ελευθερία της γνώμης του και την αναπλάθει συνεχώς. Μέσα σε κομματικά πλαίσια αναγκάζεται να ακολουθεί τις απόψεις της πλειοψηφίας
Σήμερα οι ποιητές χρειάζονται, γιατί πολλές φορές η επιπολαιότητά μας κάνει πιο ευχάριστη τη ζωή. Στην ποίηση, άμα είσαι πολύ σοβαρός, γίνεσαι ανιαρός.
- Στην Αθήνα με γοητεύουν πολλά πράγματα. Εκείνοι που ενοχλούν πολλά σε αυτήν είναι οι άνθρωποι που δεν γεννήθηκαν εδώ και ήρθαν να εγκατασταθούν στην πορεία της ζωής τους στην Αθήνα. Μου αρέσει πολύ να περπατάω στην Αθήνα και να κυκλοφορώ στους δρόμους της. Αυτό που δεν μου αρέσει είναι ο βανδαλισμός και η καταστροφή. Σίγουρα, η αιτία βρίσκεται στη δυσφορία της καθημερινής ζωής, η οποία εκφράζεται πάνω σε αντικείμενα, αλλά σε όλες τις εποχές υπήρχαν άνθρωποι που δεν ήταν ενταγμένοι στο κοινωνικό σύνολο. Δείτε τους ισλαμιστές τι έκαναν στην Παλμύρα. Ήταν μια εικόνα που δεν μπορούσαν να δεχθούν, με αποτέλεσμα να επιδιώκουν την καταστροφή. Όταν δεν μπορείς να διαιωνίσεις την ύπαρξή σου με τη δημιουργία, μπορείς να το πετύχεις με την καταστροφή. Ο Ηρόστρατος ήταν Έλληνας, ο οποίος, για να μείνει στην Ιστορία, κατέστρεψε τον ναό της Εφέσου. Δυστυχώς, η καταστροφή είναι ένας τρόπος να εξασφαλίσεις την παρουσία σου στο παρόν, αλλά και στο μέλλον
- Πριν από αρκετά χρόνια, ένας φίλος μού είπε: «Δεν σε υποφέρω πια, είσαι φλύαρος». Σοκαρίστηκα και πήγα σε έναν άλλο φίλο μου, που τον εκτιμούσα πολύ, και τον ρώτησα: «Πες μου, είμαι φλύαρος;». Μου απάντησε: «Η αλήθεια είναι ότι μιλάς πολύ, φλύαρος όμως δεν είναι αυτός που μιλάει πολύ, αλλά εκείνος που δεν ακούει τον άλλο». Σημασία, λοιπόν, έχει να ξέρεις να ακούς και να ζεις όπως επιθυμείς, δημιουργικά και διαπλαστικά, αρκεί να μην το κάνεις εις βάρος κάποιου άλλου.
- Δεν υπάρχει κοινωνία που να έχει καταργήσει το «εγώ», το ίδιο ισχύει και για την ελληνική. Αν ανατρέξουμε στη μαοϊκή εποχή της Κίνας, είχε καταργηθεί το «εγώ» της κοινωνίας, αλλά επικρατούσε το «εγώ» του ηγέτη. Το ουσιαστικό είναι να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει «εγώ» χωρίς το «εμείς», γιατί αλλιώς το «εγώ» είναι μοναχικό και τα μοναχικά άτομα πεθαίνουν μόνα τους, χωρίς να τα λογαριάζει κανείς. Το ίδιο ισχύει και για το «εμείς», που μπορεί να υπάρξει μόνο αν ακολουθείται από το «εγώ», διότι το «εμείς» δεν μπορεί να είναι ένας πολτός μέσα στον οποίο εξανεμίζονται τα «εγώ». Την ευτυχία την αντιλαμβανόμαστε εκ των υστέρων. Όταν τη ζούμε, δεν το καταλαβαίνουμε, αλλά σημασία έχει να μην καθυστερήσουμε πολύ να την αγγίξουμε. Για τον θάνατο μου αρέσει κάτι που έχει πει ο Γούντι Άλεν: «Βεβαίως και φοβάμαι τον θάνατο, γι' αυτό προτιμώ όταν έρθει να μην είμαι εκεί». Παρ' όλο που η κουλτούρα μου είναι η χριστιανική, δεν πιστεύω στον Θεό ή σε υπέρτερες δυνάμεις, γι' αυτό και δηλώνω αγνωστικιστής. Αγνοώ. Τις μεγαλύτερες ικανοποιήσεις που παίρνω στη ζωή μου είναι όταν έρχονται και μου λένε πως ένας στίχος ή ένα ποίημά μου βοήθησε έναν άνθρωπο να ξεπεράσει μια πικρή ιστορία του. Η ζωή με έχει μάθει ότι αξίζει τελικά να τη ζεις και όχι να την καταστρέφεις. Ο Καζαντζάκης έχει πει: «Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος». Εμένα μου αρέσει να το αντιστρέφω: «Πάντα φοβάμαι για κάτι, πάντα ελπίζω σε κάτι και προσπαθώ πάντα να γίνω ελεύθερος».
ΚΛΙΚ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
Ιnfo:
Το τελευταίο βιβλίο του Τίτου Πατρίκιου Ο πειρασμός της νοσταλγίας - Σημειώσεις καθημερινότητας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της LIFO τον Μάιο του 2016.
ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ: ΕΝΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ· ΜΙΑ ΠΟΙΗΣΗ ΠΑΝΤΑΧΟΥ ΠΑΡΟΥΣΑ
https://dromospoihshs.gr/2021/05/20/afieroma_titos_patrikios_2021/Στις 21 Μαΐου του 1928 γεννιέται στην Αθήνα ένας από τους σημαντικότερους ποιητές που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα. Ο λόγος φυσικά για τον Τίτο Πατρίκιο, έναν ποιητή που πλούτισε τη λογοτεχνική παραγωγή αυτού του τόπου με το πλούσιο και πολυσχιδές του έργο, το οποίο και συνεχίζει ακάματα μέχρι σήμερα.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΕΣ
Οι γονείς του ήταν οι πολύ γνωστοί ηθοποιοί του θεάτρου, ο Σπύρος Πατρίκιος και η Λέλα Σταματοπούλου – Πατρικίου. Παιδί ακόμη, ο Πατρίκιος γοητεύτηκε από το όραμα μιας καλύτερης και δικαιότερης κοινωνίας και υπερασπίσθηκε αυτό το όραμα με την κριτική του σκέψη και με την ενεργό συμμετοχή του. Στη διάρκεια της Κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος της ΕΠΟΝ, του EΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Το 1943 δημοσιεύεται στο περιοδικό «Ξεκίνημα της Νιότης» το ποίημά του, με τίτλο «Αν βρεις». Είναι η πρώτη του εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα σε ηλικία μόλις 15 ετών. Το 1946 ολοκλήρωσε τα γυμνασιακά του μαθήματα στο Βαρβάκειο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1951, τελειόφοιτος της Νομικής, «έφτασε νύχτα με συνοδεία στη Μακρόνησο, από κει τον ξανάστειλαν με χειροπέδες στην εξορία» στον Αϊ-Στράτη (1952-1953), από όπου επέστρεψε ως «αδειούχος εξόριστος» και εργάστηκε ως δικηγόρος. Όμως ο Δικηγορικός Σύλλογος έκανε έφεση εις βάρος του, διότι «δεν μπορεί κάποιος να ασκεί τη δικηγορία στις άδειές του από την εξορία». Το 1954 κυκλοφόρησε σε προσωπική έκδοση ο Χωματόδρομος, τον οποίο έγραψε εξ ολοκλήρου στον Αϊ-Στράτη, και εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από την κριτική της εποχής. Το 1959 φεύγει για το Παρίσι, όχι για να αυτοεξοριστεί, αφού κανείς δεν εξορίζεται από μόνος του, αλλά για να «λευτερωθεί μονάχος. Να αυτοαπελευθερωθεί», όπως εύστοχα επισημαίνει.
Στο Παρίσι σπούδασε Κοινωνιολογία και Φιλοσοφία. Επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά μετά την επιβολή της δικτατορίας κατέφυγε ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώσεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, δράση για την οποία η χούντα των συνταγματαρχών είχε ζητήσει να του αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα. Από το 1967 έως το 1975 κινείται ανάμεσα στο Παρίσι και στη Ρώμη. Στην ποίησή του αυτή την περίοδο είναι έντονο το στοιχείο του νόστου (Ξένοι παντού, γυρνάμε / από χώρα σε χώρα, από πόλη σε πόλη. / Το λίγο φως απ’ την πατρίδα / που απόμεινε στην κόχη του ματιού / όλο και ξεθωριάζει / κάτω από ξένους ουρανούς.)
Σε μια συνέντευξή του, τον Ιανουάριο του 2013 αναφέρει: «Τέλη του ’75 στο Παρίσι, και η γυναίκα μου κι εγώ είχαμε εξαιρετικές επαγγελματικές προτάσεις από την Ουνέσκο, από το πανεπιστήμιο. Είπαμε όχι σε όλες. Θέλαμε, το παιδί που περιμέναμε, να γεννηθεί στην Ελλάδα. Ήμασταν κι οι δυο… υπερβαλλόντως αισιόδοξοι για τις αλλαγές που θα ’φερνε η μεταπολίτευση. Και βρεθήκαμε άνεργοι, να ξεκινάμε από την αρχή… Παρ’ όλο που έζησα χρόνια στο εξωτερικό, και τότε και τώρα είμαι κατά της αποδημίας. Αυτός είναι ο τόπος μας. Αυτός μας έλαχε. Με πονάει η καρδιά μου βλέποντας τόσα παιδιά να εκπατρίζονται».
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ
Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής. Η ποίησή του έχει ως αφετηρία την ελληνική Αντίσταση, την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τη μετεμφυλιακή περίοδο στην Ελλάδα. Συνοδοιπόροι του είναι οι ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Οι επιρροές του, απαντώνται στα πρόσωπα των Παλαμά, Καβάφη, Σικελιανού, Βάρναλη, Καρυωτάκη, Βρεττάκου, Σεφέρη. Αρχικά επιδίδεται στην πολύστιχη και πολυμερή σύνθεση κατά τα πρότυπα του Ουίτμαν, του Μαγιακόφσκι, του Νερούντα και του Ρίτσου. Παράλληλα καλλιεργεί και το αυτόνομο ολιγόστιχο ποίημα -κάποτε το επιγραμματικό- επηρεασμένος από το παράδειγμα του Πάουντ, ενώ στην όψιμη φάση διακρίνονται επιρροές από τον Μπρεχτ.
Χαρακτηριστικά της ποίησής του είναι η ρεαλιστική στάση, η πικρή ειρωνεία, ο στοχαστικός σχολιασμός, που πηγάζει από την αποδοχή της πραγματικότητας, η κίνηση μεταξύ συναισθήματος και στοχασμού, ατομικής περιοχής και συλλογικού πεδίου, ο συγκερασμός καθημερινότητας και ιστορίας και η αυτοαναφορικότητα. Ο Τίτος Πατρίκιος δεν είναι μόνο ποιητής, μολονότι αυτό ήταν το κεντρικό «στοίχημα της ζωής του», όπως το όρισε κάποτε ο ίδιος. Κεντρικό, αλλά όχι μοναδικό, καθώς υπηρέτησε τα γράμματα ποικιλότροπα: ιδρυτικό μέλος και από
τους βασικούς συντελεστές του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης, πεζογράφος και μεταφραστής. Μετέφρασε έργα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφσκι, Νερούντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς. Είναι άνθρωπος με πλούσιο βιωματικό υλικό και ευρύτατη παιδεία, που εμφαίνεται στην ποίησή του.
Ο ίδιος δεν αυτοπροσδιορίζεται ως στρατευμένος ποιητής, σχολιάζοντας ότι η στράτευση προϋποθέτει την πειθαρχία και την απόλυτη υποταγή, ενώ ο ποιητής είναι ένας ελεύθερος άνθρωπος, που δεν υπόκειται σε κανενός είδους δέσμευση. Είναι κατ’ εξοχήν πολιτικός ποιητής, αν και θεωρείται από τους πιο ερωτικούς. Αναμφισβήτητα η ποίηση του Τίτου Πατρίκιου είναι ποίηση της πολιτικής του εμπειρίας. Ο χαρακτηρισμός «ποιητής της ήττας» δεν είναι πράγματι ενδεικτικός για εκείνον και την ποίησή του, καθώς η μάχη του για οράματα και ιδανικά μοιάζει ανυποχώρητη. Το αίσθημα της εξορίας κυριαρχεί σε όλη την ποίησή του, είτε ως εξορία πραγματική, ως κόλαση και καθαρτήριο μαζί, είτε στη συνέχεια ως αυτοεξορία, που γεννά το αίσθημα της αποκοπής μαζί με την οδυνηρή αναζήτηση της συνέχειας και της ενότητας. Ο Πατρίκιος προσπαθεί να καταπολεμήσει το αίσθημα αυτό της αποκοπής με την ανάμνηση των άλλων, δηλαδή των συντρόφων. Κεντρικός άξονας της ποιητικής ανθρωπογνωσίας του είναι και η αναζήτηση της αλήθειας. Μια αναζήτηση που ταυτίζεται με τον προορισμό της ποίησής του.
Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΤΙΤΟΥ ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ ΣΗΜΕΡΑ
Στο ερώτημα αν η ποίηση χρειάζεται στις μέρες μας, ο Πατρίκιος απαντά: «Ποτέ δεν είναι οι μέρες ποιητικές και ακριβώς γι’ αυτό χρειάζεται η ποίηση. Και όσο λιγότερο ποιητικές είναι, τόσο πιο κόντρα πρέπει να πηγαίνεις». Γι’ αυτό «μας βρίσκει η ποίηση». Για να ανατρέψει αντιανθρώπινες αντιλήψεις και πρακτικές. Για να αντιστρέψει την αρνητική πραγματικότητα. Για να μην ενδώσουμε στην ευτέλεια και στη χαμέρπεια που μας περιβάλλουν. Μόνο που πρέπει να διανύσουμε κι εμείς το δρόμο που μας αναλογεί. Να συναντήσουμε την ποίηση, έτσι ώστε να ανακαλύπτουμε τη μαγεία και την αλήθεια που κρύβουν μέσα τους οι στίχοι. Γιατί η επικοινωνία είναι αμφίδρομη. Γιατί ποίηση χωρίς αναγνώστες δεν ταξιδεύει.
Η ποίηση του Πατρίκιου, ουσιαστικά προσγειωμένη και κρυμμένη σε όλες τις πτυχώσεις του φαινομένου που ονομάζεται ζωή, επιδιώκει την ανατροπή του αναμενόμενου και τη μεταφορά στον κόσμο του ονείρου. Είναι μια ποίηση, ωστόσο, που δεν ονειροβατεί· δίνει την εντύπωση ότι έχει συναίσθηση της βασικής της αποστολής που δεν είναι άλλη από τον εναγκαλισμό με τον κάθε αναγνώστη σε ένα ονειρικό ποιητικό παραμύθι. Ο Πατρίκιος χαρίζει στο αναγνωστικό του κοινό μια ποίηση «απογυμνώνει και απογυμνώνεται» με ευθύτητα και τόλμη, όπως επεσήμανε και ο Μαρωνίτης για την ποιητική σύνθεσή του Πατρίκιου Σε βρίσκει η ποίηση (2012). Δίνει την αίσθηση ότι αφομοιώνει στην ποίησή του τα όσα συμβαίνουν γύρω του, αλλά και την δική του συμμετοχή και παρατήρηση. Είναι μια ποίηση συμπεριληπτική που αφουγκράζεται τα μύχια της ανθρώπινης ψυχής και αυτήν ακριβώς αποδίδει στα ποιήματά του. Ίσως για αυτό να αγαπήθηκε και τόσο πολύ από τους αναγνώστες.
Κλείνουμε το αφιέρωμά μας με το ποίημα που ο ίδιος ο Τίτος Πατρίκιος επέλεξε τον Απρίλιο του 2020 ως καταλληλότερο για την κρίση της πανδημίας που βιώνουμε σήμερα. Ο ίδιος δήλωσε: «Επειδή εξακολουθώ να έχω ισχυρούς δεσμούς με τους φίλους μου στη γειτονική Ιταλία και χαίρομαι που είναι όλοι καλά, με ενημέρωσαν ότι αυτές τις μέρες ένας διάσημος ηθοποιός της χώρας διάβασε στο Ιnstagram ένα δικό μου ποίημα. Πράγματι, είναι ένα ποίημα που ταιριάζει σ’ αυτή την κατάσταση. Το είχα γράψει σε μια περίοδο της ζωής μου που είχα γλιτώσει από μια δύσκολη εγχείρηση. Τότε είχα βρεθεί στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου, μεταξύ ζωής και ανυπαρξίας. Οι γιατροί είχαν πει ότι δεν ήταν σίγουρο πως θα επιζούσα. Ωστόσο, τον Γενάρη του 2002 βγήκα ζωντανός απ’ αυτήν τη δοκιμασία και το καλοκαίρι του ίδιου έτους έγραψα το ποίημα». Ας απολαύσουμε λοιπόν το ποίημα «Άλλο ένα καλοκαίρι»· μια υπενθύμιση ότι «η ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε», όπως έλεγε και ο Καρυωτάκης, ακόμα και σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς!
«Άλλο ένα καλοκαίρι» (Τίτος Πατρίκιος)
Για σκέψου να μην πρόφταινα
κι αυτό το καλοκαίρι
να δω το φως ξανά εκτυφλωτικό
να νιώσω την αφή του ήλιου στο κορμί μου
να οσμιστώ δροσερές και χαλασμένες μυρωδιές
να γευτώ γλυκόξινες και πιπεράτες γεύσεις
ν’ ακούω τα τζιτζίκια ως τα κατάβαθα της νύχτας
να καταλαβαίνω τούς δικούς μου που αγαπώ
να μην αδημονώ μ’ αυτούς που με στηρίζουν
να σκέφτομαι κι εκείνους που θέλησα να ξεχάσω
να βρίσκω φίλους που έρχονται από μακριά
ν’ αφήνω κι άλλες ζωές να μπαίνουν στη δική μου
να κολυμπάω σε θάλασσες ζεστές
ν’ αντικρίζω φρέσκα σώματα γυμνά
ν’ αναπολήσω έρωτες, να ονειρευτώ καινούργιους
ν’ αντιληφθώ τα πράγματα που αλλάζουν.
Έτσι καθώς τα πρόφτασα αυτό το καλοκαίρι
λέω να ελπίζω για προσεχή Χριστούγεννα
για κάποια επόμενη Πρωτοχρονιά
– άσε να δούμε και για παραπέρα.
ΠΗΓΕΣ: Πατρίκιος – ομιλία, Τίτος Πατρίκιος: «Το σημαντικό είναι να μην κλειστούμε στον εαυτό μας και στη μοναξιά μας» | LiFO
Οι αθέατες όψεις της ποίησης του Τίτου Πατρίκιου ( του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)
του Γιάννη Ν.Μπασκόζου
Αν όπως λέει ο ποιητής «η ποίηση ψάχνει γι’ απαντήσεις/σ’ ερωτήματα που ακόμα δεν έχουνε τεθεί» ο κριτικός ψάχνει απαντήσεις που έχουν διατυπωθεί αλλά δεν φαίνονται άμεσα στο ποίημα.
Φίλοι για κάποια χρόνια με τον Τίτο νόμιζα ότι τον ξέρω καλά- εννοώ ποιητικά. Όμως έρχεται αυτό το βιβλίο της Ελένης Αντωνιάδου Κείμενα για τον Τίτο Πατρίκιο (Βακχικόν) και μου φανερώνει πτυχές αθέατες. Συνήθως η ποίησή του κατατάσσεται σε μια γνωστή περιοδολόγηση- τα ποιήματα της επανάστασης- της διάψευσης – της υπαρξιακής αναζήτησης και εσχάτως τα ερωτικά.
Με το βιβλίο της Ελένης Αντωνιάδου βυθιζόμαστε βαθύτερα στην κουζίνα, όπως λέμε, του ποιητή. Ανοιγόμαστε σε άλλα μονοπάτια, ανακαλύπτουμε άλλες επιρροές, μας ανοίγει τον αθηναιοκεντρισμό του, την υλικότητα της ποίησης του, τον κυπριακό εαυτό του, ξαναρίχνει μια ματιά στον ερωτικό ποιητή για να καταλήξει στον στοχαστικό ποιητή.
Αναφέρω ορισμένα παραδείγματα που μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση. Για παράδειγμα: Ο Τίτος Πατρίκιος πολλές φορές αναφέρει σε συνεντεύξεις του τις οφειλές του στον Ρίτσο, στον Μαγιακόβσκι, στον Νερούντα . Η Ελένη Αντωνιάδου στη μελέτη της επικεντρώνει στην υποδόρια σχέση του με τον Σεφέρη. Εκκινώντας από την παρατήρηση του Δημ. Μαρωνίτη ότι η “Επιμονή μιας Πόλης” του Τίτου δικαιούται να καταγραφεί στα γράμματά μας ως ποίημα δίδυμο του σεφερικού “Βασιλιά της Ασίνη» η Ελένη Αντωνιάδου διατυπώνει ότι η ιδέα και των δύο ποιημάτων είναι η φθορά και ο χρόνος, όπως προσλαμβάνονται μέσα από την εμπειρία μιας επίσκεψης σε έναν τόπο με ιστορικό φορτίο. Υπάρχουν και στα δύο ποιήματα ένα εξωτερικό κι ένα εσωτερικό τοπίο, ένα ποιητικό υποκείμενο που παρατηρεί και σχολιάζει, διαρκώς μετασχηματιζόμενο, και ένα δεύτερο πρόσωπο, μια γυναίκα, που μοιράζεται αυτήν την ποιητική περιπέτεια.
Η συγγραφέας διαβάζοντας το ποίημα του Πατρίκιου Cava dei Tirreni σε παραλληλία με τον «Τελευταίο σταθμό» του Σεφέρη διαπιστώνει ότι η παραγωγή της ποίησης είναι δυνατή ακόμα και μέσα από δρόμους αντιθετικούς, φτάνει να υπάρχει η κατοικία της μνήμης και να μπορεί κάποιος να αναγνωρίζει τo παλίμψηστο της ιστορίας. Και δεν αναφέρει την κατοικία της μνήμης τυχαία, αλλά γιατί πιστεύει ακριβώς ότι ο Τίτος Πατρίκιος, μετά από πολλά χρόνια, όταν θα γράψει το ποίημα που έχει ακριβώς αυτόν τον τίτλο «Κατοικία της μνήμης», στη συλλογή «Η αντίσταση των γεγονότων», μιλά ακριβώς γι’ αυτό «το δάσος των σκοτωμένων φίλων», μιλά για «όσα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν», για τα οποία μιλά και ο Σεφέρης με τον δικό του τρόπο στον «Τελευταίο Σταθμό», αν και γραμμένο στο τυρηννικό χωριό «Cava dei Tirreni» στις 5 Όκτωβρίου του 1944. Μια κοπιαστική αλλά ουσιαστική παράλληλη ανάγνωση αυτών των δύο σημαντικών για τη Γραμματεία μας ποιημάτων.
Μια άλλη οπτική στον αθέατο κόσμο των ποιημάτων του Τίτου που δίνει η συγγραφέας είναι τα υλικά πράγματα. Γράφει: «σκέφτηκα πολλές φορές πόσο πολλές πληροφορίες και με πόσο εναργή τρόπο μπορεί να μας δώσει η ποίησή του για μια ολόκληρη εποχή που συνδέεται με τα σημαντικότερα ιστορικά γεγονότα της σύγχρονης Ελλάδας, όχι μόνο ως προς τον δημόσιο αλλά και τον ιδιωτικό μας βίο. Με δεδομένο πάντοτε ότι ο υλικός κόσμος άλλοτε αποτελεί το αναγκαίο περιβάλλον του ποιητικού γεγονότος και άλλοτε αποτελεί την προβολή των ανθρώπινων συναισθημάτων». Χωρίζει μάλιστα τον τρόπο εικονοποίησης του κόσμου των απτών πραγμάτων στην ποίηση του Πατρίκιου σε δύο μεγάλες ομάδες ποιημάτων. Η πρώτη περιλαμβάνει τα ποιήματα που γράφτηκαν ως τη Μεταπολίτευση και η δεύτερη ξεκινά από την οριστική εγκατάσταση του στην Αθήνα ως σήμερα. Από την καταγραφή των υλικών πραγμάτων είτε είναι μια ταράτσα με μαλτεζόπλακες είτε οι πατάτες, το τσιγάρο, ο καφές. Ακόμα είναι τα κτίρια: σπίτια, μουσεία, εστιατόρια, μαγειρεία, νοσοκομεία, κέντρα διασκέδασης. Μεταφορικά μέσα: κάρα, σούστες, βάρκες, πλοία, αεροπλάνα, τραμ, λεωφορεία, τρένα κάθε λογής. Είδη ένδυσης: τεζαριστά φορέματα, περισκελίδες, σλιπ, καπέλα, παπούτσια κάθε λογής. Έπιπλα: καναπέδες, τραπέζια, πολυθρόνες, κρεβάτια, γραφεία. Φαγητά, ποτά και γλυκά αναφέρονται στην Αθήνα ως μνήμη, ως παρόν αλλά και ως κιβωτός του ιδιωτικού βίου και των προσωπικών αναστοχασμών. Την εξέλιξη αυτής της υλικότητας του Τίτου θα την βρούμε στις πόλεις της Ευρώπης «ως διεύρυνση της ποιητικής του γεωγραφίας αυτήν τη φορά και τέλος, στην Ελλάδα ως ευρύτερος γενέθλιος αλλά και μυθολογικός τόπος». Τα υλικά πράγματα αποκτούν μια άλλη σημαντική γίνονται φορείς στοχασμού. Είναι σαν ο ποιητής να περνάει από την ρεαλιστική απεικόνιση ενός Κουρμπέ στην μετα-ιμπρεσιονιστική αναζήτηση του Σεζάν.
Μια άλλη συνεισφορά της Ελένης Αντωνιάδου είναι η αναζήτηση του χώρου στην ποίηση του Τίτου. Τα ποιήματα του, όπως λέει, « κατοικούν σε πόλεις. Διαβιούν σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, κυκλοφορούν σε δρόμους, σε σταθμούς τρένων ή λεωφορείων, παίρνουν αεροπλάνα, καταλύουν σε δωμάτια ξενοδοχείων. Παιδί της πόλης είναι εξάλλου ο ίδιος και είναι αρκούντως εντυπωσιακό το γεγονός ότι ξεκινά την ποιητική του πορεία από έναν μακρύ «χωματόδρομο» και ένα υπαίθριο ποιητικό τοπίο που περιλαμβάνει τόσες σκηνές φύσης και αγροτικής ζωής για να καταλήξει στις μεγάλες πλατείες των ευρωπαϊκών πόλεων. Από μια άποψη ο Τίτος μας θυμίζει τα τοπόσημα του Μένη Κουμανταρέα : Η οδός Δερβενίων, η οδός Μάρνη, η οδός Καποδιστρίου, η Αρμοδίου και Αθηνάς, η Μενάνδρου, ο σταθμός Λαρίσης, η Όμόνοια, το Μοναστηράκι, του Ψυρρή, το Θησείο, το καπνοκοπτήριο, το θέατρο «Ερμής», το καφενείο «Στέμμα» στην Όμόνοια, άλλα κτήρια που δεν υπάρχουν πια και μαζί με αυτά ένας πολύχρωμος κόσμος ανθρώπων που κατοικούν στα ποιήματα του και όπως σωστά λέει η συγγραφέας « αναπλάθουν τον κοινωνικό ιστό και τη ζωή αυτής της πόλης που μας περιβάλλει και μας περιέχει και που η ανάσα της φθάνει στ’ αυτιά μας αυτή την ώρα που μιλάμε εδώ, σ’ αυτή την αίθουσα».
Η Ελένη Αντωνιάδου επεκτείνει τους προβληματισμούς του και στις τελευταίες συλλογές του Τίτου, τις μεγάλες συνθέσεις, στις οποίες επιστρέφει ο Πατρίκιος μετά από πολλά χρόνια, όχι κλείνοντας τον κύκλο, αλλά επιμένοντας στην αενάως ανοιχτή σπείρα. Μιλώντας μαζί του μου είχε πει ότι διαβάζοντας τους σύγχρονους αγγλοσάξονες ποιητές διαπίστωσε πώς η ποίηση γίνεται πιο αφηγηματική, πιο αυτοβιογραφική. Και αισθάνθηκε δικαιωμένος καθώς κι αυτός από την πλευρά του έμοιαζε ασυνείδητα να διαπερνάται από το ίδιο ρεύμα. Πρόκειται για τα ποιήματα «Έχουν την ώρα τους τα λόγια», «Το σπίτι», «Υμνώ το σώμα», «Σε βρίσκει η ποίηση», καθώς και κάποια άλλα ακόμα. Η Ε.Αντωνιάδου παρατηρεί ότι σε αυτά τα ποιήματα, το κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι η έκταση κατά έναν περίεργο τρόπο είναι ευθέως ανάλογη προς τη συμπύκνωση. Σ’ αυτά τα εξομολογητικά εν πολλοίς ποιήματα, «η βασική διαφορά με τις νεανικές του συνθέσεις είναι ότι ο ποιητής δεν μιλά πια ως «εμείς» για να εκφράσει το συλλογικό, αλλά ως ένα εγώ που εκφράζει το προσωπικό, το οποίο όμως η ποιητική διαδικασία αρκεί πλέον για να το μετατρέψει σε συλλογικό».
O Τίτος Πατρίκιος είναι πια ο στοχαστής ποιητής. Έμεινε πιστός σε μια ποιητική ηθική αυτή που είχε διακρίνει ο φίλος του Δημήτρης Μαρωνίτης γράφοντας για την πρώτη μεταπολεμική γενιά που επικεντρωνόταν στην τριάδα Αλεξάνδρου, Αναγνωστάκης, Πατρίκιος. Τα τελευταία χρόνια (τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και δημόσιο) εκφράζεται πολιτικά με την πλατιά έννοια του όρου. Ο ίδιος έχει διαπιστώσει «Δεν χάθηκαν τα γεγονότα απλώς σκεπάστηκαν όπως οι σιδηροτροχιές των τραμ που θάφτηκαν στην άσφαλτο. Τώρα τα επαναφέρουν όχι όπως ήταν ακριβώς αλλά όπως επιτάσσουν οι καινούργιες γραμμές τροχιοδρόμων» . Πολλά από τα τελευταία του ποιήματα όπως και στο «Ο πειρασμός της νοσταλγίας» είναι η σκέψη /παρέμβαση/ κριτική του ποιητή στο σήμερα. Μπορεί να ακούγεται σκληρό όταν μιλάει για την Πατρίδα αλλά ποιος θα διαφωνούσε:
«Μ’ αρέσει που θα τελειώσω τη ζωή μου στην πατρίδα
κι ας είναι μια πατρίδα αλλιώτικη από εκείνη που ονειρεύτηκα
είναι όμως πατρίδα αληθινή
γι’ αυτό και κάθε μέρα όπως όλοι οι γεννήτορες
γίνεται πιο ξένη.
info: Ελένη Αντωνιάδου, Κείμενα για τον Τίτο Πατρίκιο, Εκδόσεις Βακχικόν
HTTP://4LYK-LAMIAS.FTH.SCH.GR/AUTOSCH/JOOMLA15/IMAGES/PATRIKIOS/PATRIKIOS_1.PDF
ΑΡΙΣΤΟΤΈΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΉΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΉ ΣΧΟΛΉ
ΠΡΩΤΕΎΟΥΣΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΉ ΕΡΓΑΣΊΑ ΣΤΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΌ ΤΜΉΜΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΉΣ ΦΙΛΟΛΟΓΊΑΣ
ΜΑΡΊΑ ΛΆΜΠΡΟΥ
Η ΠΟΊΗΣΗ ΤΟΥ ΤΊΤΟΥ ΠΑΤΡΊΚΙΟΥ ΤΗΝ ΤΡΙΑΚΟΝΤΑΕΤΊΑ 1943 – 1973
ΕΠΌΠΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΉΣ: Κ. Χ.Λ. ΚΑΡΆΟΓΛΟΥ
HTTP://IKEE.LIB.AUTH.GR/RECORD/114245/FILES/LAMBROU.PDF
3.4.2. ΜΑΘΗΤΕΊΑ
53 3.5. ΤΡΊΤΗ ΠΕΡΊΟΔΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΉΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΊΑΣ (1959 – 1973)
57 3.4.3. ΜΑΘΗΤΕΊΑ ΞΑΝΆ 57 3.4.
4. ΘΆΛΑΣΣΑ ΕΠΑΓΓΕΛΊΑΣ 58 3.4
.5. ΠΑΡΑΜΟΡΦΏΣΕΙΣ 60 3.4.
6. ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΉ ΣΤΆΣΗ 62
ΕΠΙΛΟΓΟΣ 63
ΕΠΙΛΟΓΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 65
ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ
Τίτλοι:
Χρυσά λούπινα | [ Λίνα Σόρογκα, Χρυσά λούπινα ] | Περιοδικό "Οδός Πανός" | τχ.180 | Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2018 |
Το λάθος και η αναίρεσή του | [ Αντώνης Σαμαράκης, Το λάθος ] | Περιοδικό "Πόρφυρας" | τχ.165 | Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2017 |
Ο Τίτος Πατρίκιος μιλάει και συζητά με το κοινό | [ Τίτος Πατρίκιος, Ποιήματα, Ι ] | Περιοδικό "Πόρφυρας" | τχ.150 | Ιανουάριος-Μάρτιος 2014 |
Οι τρεις τρόποι που βλέπω την Άλκη Ζέη | [ Άλκη Ζέη, Η αρραβωνιαστικιά του Α χιλλέα ] | Περιοδικό "Διαβάζω" | τχ.528 | Απρίλιος 2012 |
Γράφοντας μετά το Άουσβιτς | [ Günter Grass, Γράφοντας μετά το Άουσβιτς ] | "Βήμα Ιδεών" | τχ.41 | Οκτώβριος 2010 |
Το πρόσωπο και το έργο: Τίτος Πατρίκιος
https://www.blod.gr/lectures/to-prosopo-kai-to-ergo-titos-patrikios/
Τίτος Πατρίκιος: Όταν ο πόθος σου… κόβει τα πόδια
"Λυσιμελής πόθος" δηλαδή ο πόθος που σου κόβει τα πόδια... και τα χέρια. Με αυτό τον τίτλο,
το βιβλίο του λυρικού ποιητή Τίτου Πατρίκιου κυκλοφορεί και πάλι στα βιβλιοπωλεία από τις εκ
δόσεις Κίχλη.
Τελευταία έκδοση του βιβλίου ήταν το 2007 (από τις εκδόσεις Καστανιώτη και Διάττων),
ωστόσο
τα αντίτυπα του είχα εξαντληθεί εδώ και χρόνια.
Ο κ. Πατρίκιος έχει εντάξει στον τωρινό τόμο και κάποια ποιήματα που απουσίαζαν από τον
προηγούμενο, καλύπτοντας συνολικά ένα χρονικό φάσμα το οποίο ξεκινάει από το 1948 και
φτάνει μέχρι το 2001.
Πενήντα και πλέον χρόνια ποιητικής δραστηριότητας, μια αυτοανθολόγηση μισού αιώνα, η οποί
α περιέχει μόνο ερωτικούς στίχους, μένοντας μακριά από τα πάθη της πολιτικής και της Ιστορί
ας, που έχουν κατά τα άλλα προσδιορίσει ένα μεγάλο μέρος του έργου του Πατρίκιου.
Βεβαίως, η πολιτική και η Ιστορία δεν απουσιάζουν ούτε και τώρα από τον λόγο του ποιητή: κι
νούνται, παρόλα αυτά, στο βάθος της σκηνής, αναλαμβάνοντας περισσότερο έναν ρόλο μουσι
κής υπόκρουσης. Ενταγμένος από την πρώτη του νιότη στην Αριστερά (με την ηγεσία της οποί
ας θα διαφωνήσει αργότερα ποικιλοτρόπως), ο Πατρίκιος θα γράψει τα ερωτικά του ποιήματα
πρώτα από τα στρατόπεδα της εξορίας, στα οποία θα βρεθεί λίγο μετά τον τερματισμό του Εμ
φυλίου, και κατόπιν από το Παρίσι της δεκαετίας του 1960, όπου θα πάει για να συνεχίσει τις
σπουδές του. Ερωτικά ποιήματα, ωστόσο, ο Πατρίκιος δεν θα πάψει να γράφει και όλες τις επό
μενες δεκαετίες, αλλάζοντας, φυσικά, με την παρέλευση των χρόνων, το ύφος και την εκφραστι
κή του. Έτσι, από τους ρεμβαστικούς τόνους οι οποίοι θα επικρατήσουν κατά τη διάρκεια της νε
ανικής του ηλικίας, με ένα ανάμεικτο αίσθημα απογοήτευσης και πλησμονής να κρύβεται πίσω
από την κάθε του σχεδόν λέξη, ο ποιητής θα περάσει, ωριμάζοντας, σ’ ένα ρεαλιστικό και ταυτο
χρόνως στοχαστικό τοπίο, πλημμυρισμένο, όμως, από μυρωδιές και χρώματα: μυρωδιές και
χρώματα που θα εξακολουθήσουν να δίνουν στον έρωτα μια μοναδική δύναμη ζωής και ανάτα
σης.
Γιατί, εντούτοις, ο έρωτας είναι λυσιμελής; Γιατί μας αφήνει να χάνουμε τον ύπνο μας και να λυ
νόμαστε από αγωνία στη σκέψη και μόνο του προσώπου το οποίο έχει κάνει κατάληψη στον
νου και την καρδιά μας; Μα, επειδή ο έρωτας είναι ένα παιχνίδι για το οποίο δεν παρέχεται η
πα
ραμικρή εγγύηση. Και ως προς αυτό, ας μην ξεχνάμε πως συχνά η τύχη του δεν εξαρτάται μό
νον από τον άλλο και την πιθανή μεταστροφή του, αλλά και από τον εαυτό μας, που δεν απο
κλείεται να αποδειχθεί εξίσου περιστασιακός και άστατος. Η μοναξιά κατοικεί κάποτε στον σκλη
ρό πυρήνα της ψυχής μας, επηρεάζοντας και τη σωματική μας ανταπόκριση:
"Τρομερή και θαυμάσια /
αυτοτέλεια του σώματος. /
Όσο βαθιά κι αν διεισδύσει /
ποτέ με το άλλο σώμα δεν συγχέεται /
ποτέ δεν γίνεται σάρκα μία".
Από την άλλη πλευρά, ο έρωτας παραμένει το αναντικατάστατο όνειρο της ύπαρξής μας. Ένα
καράβι με το οποίο θα διαπλεύσουμε τους ωκεανούς της υδρογείου, τα φτερά με τα οποία θα
πετάξουμε πάνω από τη γη, βλέποντας τα αισθήματά μας να κατακλύζονται από ένα πνεύμα
υψηλής ευεργεσίας:
"Στα μάτια σου κατεβαίνουν κοπάδια τ’ άστρα να ξεδιψάσουν /
στα μαλλιά σου επουλώνεται ο άνεμος /
ο λαιμός σου είναι από μέταλλο φεγγαριού /
τα στήθια σου δυο μαχαίρια που καρφώνουν τη σιωπή /
το στόμα σου ανυπόταχτη τροχιά του ήλιου /
τα δόντια σου μέρες μικρού καλοκαιριού /
ύστερα από τα πρωτοβρόχια. /
Μες στο βαθύ πηγάδι της φωνής σου /
ψάχνουμε για το μυστικό σου".
Να, λοιπόν, που ο έρωτας είναι ικανός να μας κόψει την ανάσα όχι μόνο με τις διαψεύσεις και
τις πικρίες του, αλλά και με τις χαρές ή τις λατρείες του. Όσο για την ποίηση, δεν μπορεί παρά
να πλέξει ξανά και ξανά το εγκώμιο του θριάμβου του ή να θρηνήσει ακούραστα την απώλειά
του, ξέροντας πως η ίδια δεν είναι σε θέση ούτε να διαιωνίσει τον θρίαμβο ούτε να σώσει από
την απώλεια.
https://www.youtube.com/watch?v=7YxfiTejY0A
Ο Τίτος Πατρίκιος διαβάζει ποιήματά του (2008)
Ο Τίτος Πατρίκιος απαγγέλει: "Σε βρίσκει η ποίηση"
https://atexnos.gr/%cf%84%ce%af%cf%84%ce%bf%cf%82-
%cf%80%ce%b1%cf%84%cf%81%ce%af%ce%ba%ce%b9%ce%bf%cf%82-
%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%82-
%ce%b5%ce%ba%cf%84%ce%b5%ce%bb%ce%ad%cf%83%ce%b1%ce%bd%
ce%b5/
Τίτος Πατρίκιος (Αφήγηση) - Η πύλη των Λεόντων (Official Audio Release HQ)
Τίτος Πατρίκιος ~ Μονόλογος (Rachmaninoff
Suite for two pianos Op 5 No 1 III Tears)
Τίτος Πατρίκιος - ΠΟΙΗΜΑΤΑ Α’, Β´ 1943-2017 | IANOS
O Τίτος Πατρίκιος διαβάζει ποιήματά του (2007)
Τίτος Πατρίκιος - Ψυχρός άνεμος
Η μεγαλύτερη δυσκολία σε ένα ποίημα είναι το τέλος του. Όλα τα καλά ποιήματα έχουν ένα τέλος, και αυτό συνήθως είναι που μας μένει. Κάποιες φορές μπορεί να περάσουν μήνες ψάχνοντας το σωστό τέλος. Στα συρτάρια μου έχω ένα σωρό ποιήματα που δεν έκρινα καλά. Τα φυλάω όμως για να βλέπω καμιά φορά την πορεία μου».
Γεννήθηκε στην Αθήνα και λίγο πριν αρχίσει να παίζει με τις λέξεις, ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου. Το πρώτο του ποίημα το δημοσίευσε στην Κατοχή, το 1943, στο περιοδικό «Ξεκίνημα της Νιότης». Παράλληλα, βέβαια, συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση με την ΕΠΟΝ και τον ΕΛΑΣ. Στα Δεκεμβριανά παραλίγο να σκοτωθεί. Μάλιστα, το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των Γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή.
«Μας είχαν αναθέσει εμένα και του Βαγγέλη Γκούφα, που υπήρξε πολύ σπουδαίος συγγραφέας, να πάμε σε ένα κτίριο στην Κουμουνδούρου, όπου βρίσκονταν οχυρωμένοι κάποιοι Άγγλοι, και να τους φωνάξουμε να παραδοθούν. Όταν φτάσαμε, μας πέταξαν φωτοβολίδες και μετά άρχισαν να ρίχνουν με πολυβόλα. Κρυφτήκαμε πίσω από ένα πεζούλι, αλλά εμένα τι με έπιασε, σηκώθηκα όρθιος και άρχισα να φωνάζω. Με τραβάει κάτω ο Γκούφας και μου λέει “τρελάθηκες;”, και την ώρα που έσκυβα περνούν οι σφαίρες από πάνω μου και μία μου χαράζει το κράνος». Είναι η ιστορία που κρύβεται πίσω από εκείνους τους στίχους: «μιλάω για μένα -κι όποιος θέλει το πιστεύει- / που μ’ άγγιξαν οι σφαίρες τρεις φορές».
Η κατάκτηση του Έβερεστ
Σαν επιτέλους βγήκαν σ’ ένα ξάγναντο
Αντίκρισαν σχεδόν μπροστά τους
να ορθώνονται τα Ιμαλάια.
Ξεχνώντας κόπους και στενοχώριες
για λίγο έμειναν θαμπωμένοικι ύστερα ορκίστηκαν:
«Θα τα νικήσουμε».
(Πρώτα Ποιήματα, 1943)
Εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και στον Άη Στράτη (1952-1953), περνώντας μια περίοδο που δε μπορούσε να γράψει ποίηση. Μετά την κόλαση της Μακρονήσου, ο Άη Στράτης του φάνηκε παράδεισος. Με ομάδες θεάτρου και λογοτεχνίας και με ένα κλίμα πνευματικής ανάτασης. Στο τέλος του 1953 έφυγε για την Αθήνα ως «αδειούχος εξόριστος», που σήμαινε ότι θα ζούσε υπό αστυνομική παρακολούθηση. Οριστικά «απολυτήριο» από τον Άη Στράτη πήρε το 1958, έπειτα από παρέμβαση του δικηγορικού συλλόγου, στον οποίο εν τω μεταξύ είχε γίνει μέλος.
«Όταν συνάντησα τον Ρίτσο στην εξορία, μου είπε ότι λέω σαχλαμάρες και ότι έπρεπε να καταλάβω ότι η ποίηση είναι το πεπρωμένο μου. Είχε μια αίσθηση για τους ανθρώπους ο Ρίτσος. Επέμεινε ότι δεν θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε αν δεν του πήγαινα τα ποιήματά μου».
Φεύγοντας από τον Άη Στράτη, του ζητήθηκε να παραδώσει όσα ποιήματα είχε γράψει. Λέγοντας ψέματα πως τα ποιήματά του δεν τα έγραφε, αλλά τα αποστήθιζε, τα έκρυψε μέσα στη βαλίτσα του, σώζοντας τα ποιήματα που έμελλε να γίνουν η πρώτη ποιητική συλλογή του «Χωματόδρομος» το 1954. Η συλλογή αυτή έχει ως χαρακτηριστεί ορόσημο για την ελληνική μεταπολεμική ποίηση.
Αγόρι μου εσένα δε σου μοιάζει πια η φωτογραφία ετούτη.
Εσύ ήσουν ένα ελάφι που ήξερε όλες τις μυστικές φλέβες του νερού
όλα τα καλύβια των ξυλοκόπων στα ξέφωτα του δάσους.
(Δυο δάκρυα στην άκρη των ματιών της
όπως οι άγκυρες στα όκια του πλοίου.)
(Χωματόδρομος, 1952-1954)
Η ποίησή του, τις περισσότερες φορές, βασίζεται στην εμπειρία: όποιος διαβάσει το έργο του από την αρχή ως το τέλος αποκτά μια καλή εικόνα της πορείας της ζωής του, μαζί με την εξέλιξη της σκέψης και των ιδεών του, αλλά και της ποιητικής του τεχνικής.
Το 1959 έφυγε στη Γαλλία για σπουδές και το 1963 εξέδωσε τη δεύτερη συλλογή του με τίτλο «Μαθητεία», η οποία στιγματίστηκε ως «ποίηση της ήττας». Τότε ο Βρεττάκος έγραψε μια σημαντική υπερασπιστική κριτική στην «Επιθεώρηση Τέχνης» (ο Πατρίκιος ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του περιοδικού), για τη δημοσίευση της οποίας μάλιστα αγνόησε την «εντολή που ήρθε από ψηλά» και την πέρασε κρυφά στο τυπογραφείο.
Το 1967 έφυγε ξανά. Όταν επιχείρησαν να τον συλλάβουν στο σπίτι του τη μέρα του πραξικοπήματος, δεν τον βρήκαν και κατάφερε να διαφύγει στη Ρώμη. Πήγε στη Ρώμη, όπου αφοσιώθηκε στον αντιδικτατορικό αγώνα, οργάνωνε συγκεντρώσεις, έδινε συνεντεύξεις και συμμετείχε σε ενώσεις συγγραφέων και καλλιτεχνών. Έφτασε μέχρι την Ελβετία, εξασφαλίζοντας υπογραφές καταγγελίας του καθεστώτος από τον Ντίρενματ και τον Μαξ Φρις. Κάποιους μήνες μετά μετακόμισε στο Παρίσι και έζησε από κοντά τον Μάη του ’68.
Βίλλα του Αδριανού
Στην αρχή θυμόμουν καθαρά το πρόσωπό σου.
Τα στάχυα των μαλλιών, τα φωτεινά σου μάτια…
Ήταν σα μια φωτογραφία
πάνω από το κρεβάτι ενός φαντάρου.
Και με τις μέρες το χαρτί ξεθώριαζε,
ξεφτάγανε οι γύψοι, απόμεινε στον τοίχο
ένα τετράγωνο άσπρο
έπειτα γκρεμίστηκε κι ο τοίχος
χάθηκαν τα σπίτια που δεν θα ξαναζήσουμε ποτέ.
Μονάχα ο χώρος μας απόμεινε
όπως αυθαίρετα τον είχαμε ορίσει –
ένα σημείο αναφοράς
ετεροειδών πραγμάτων.
(Θάλασσα Επαγγελίας, 1959-1963)
Στο εξωτερικό εργάστηκε στην UNESCO και σε άλλους οργανισμούς, και λόγω συμβολαίων δεν γύρισε στην Αθήνα αμέσως μετά το τέλος της δικτατορίας. Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας συνολικά για το έργο του.
Στις 28 Νοεμβρίου 2000 ήταν ένας από τους δώδεκα Έλληνες ποιητές που έλαβαν μέρος στον «Κύκλο Ελληνικής Ποίησης» που διοργάνωσε το Theatre Moliere, Maison de la Poesie στο Παρίσι, όπου το γαλλικό κοινό είχε την ευκαιρία να συναντήσει τους Έλληνες ποιητές και να γνωρίσει το έργο τους, το οποίο παρουσίασαν γνωστοί Γάλλοι συγγραφείς, κριτικοί και μεταφραστές. Το 2001 ήταν ανάμεσα στους συγγραφείς που επελέγησαν να εκπροσωπήσουν τη σύγχρονή ελληνική λογοτεχνία στην «53η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης», όπου η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα.
«Ο Ρίτσος, ο Βρεττάκος, ο Μαρωνίτης έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην ποιητική μου πορεία, αλλά τον καθοριστικότερο ρόλο στη διαμόρφωσή μου έπαιξαν τρεις άλλοι άνθρωποι. Ο πατέρας μου, που ήταν μανιακός καπνιστής και πέθανε στα 64 του από έναν κλασικό καρκίνο του πνεύμονα. Η μητέρα μου, που πέθανε από την καρδιά της στα 74 της. Και η σύζυγός μου, που έφυγε κι αυτή νωρίς. Εγώ, περιέργως, εξακολουθώ να ζω».
Ο ποιητής παραμένει παρών σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, γράφοντας, σχολιάζοντας την επικαιρότητα και δίνοντας συνεντεύξεις μέχρι και σήμερα. Κυκλοφορούν δυο μεγάλες όλων των ποιημάτων από τις Εκδόσεις Κίχλη (Ποιήματα Α 1943-1959 και Ποιήματα Β 1959-2017).
Προσγειώσεις
Σε λίγο θα προσγειωνόμουν
κι ετοιμάστηκα για κάθε ενδεχόμενο
αφού τα περισσότερα ατυχήματα
γίνονται στις προσγειώσεις
άλλωστε η προσγείωση η δική μου
είχε ήδη αναγγελθεί
στο τελευταίο μου ποίημα
Είχα πια βαρεθεί να περιίπταμαι
να εποπτεύω από ψηλά τα όσα συμβαίνουν
ήθελα τώρα το χώμα με τα χέρια μου να πιάσω
ακόμα και πάνω του να συρθώ, να ψάξω
να το γνωρίσω για τα καλά από την αρχή.
Προσγειώθηκα χωρίς κανένα πρόβλημα
μα μόλις πάτησα στο έδαφος
άλλαξα γνώμη, άλλαξαν και τα σχέδια
χρειάστηκαν κάποια τρεχάματα
γι ανεφοδιασμό με τρόφιμα
για να γεμίσουν καύσιμα οι δεξαμενές
και πάλι απογειώθηκα.
Είπα μου φτάνει
όσο ζυμώθηκα ως τώρα με το χώμα
όσο κατάφερα από κοντά τον κόσμο να γνωρίσω
καλύτερα είναι να περιίπταμαι
να εποπτεύω από τους ουρανούς τα πάντα
σχολιαστικά, χωρίς και πολλές ευθύνες
Το αεροπλάνο πήρε μεγάλο ύψος
αλλά καθώς έβλεπα γι άλλη μια φορά
τους ανθρώπους να μικραίνουν και να χάνονται
τους τόπους να μισοσβήνουν
τελικά να εξαφανίζονται
τρόμαξα κάποια στιγμή που δεν είχα
τίποτα από τη γη ν΄αγγίξω
κανέναν να πούμε δύο κουβέντες
να τον δεχτώ, να με δεχτεί, να τον απαρνηθώ
να μ΄αποδιώξει εκείνος.
Ώσπου επιθύμησα ξανά
συνωστισμούς και ρήξεις και συναρμογές
σωμάτων, αισθημάτων, ιδεών
νοστάλγησα ακόμα και το χιλιοπατημένο χώμα.
Ελπίζω τα καύσιμα να κρατήσουν
ως το επόμενο αεροδρόμιο
κι η νέα προσγείωση να είναι ομαλή.
Ο Τίτος Πατρίκιος έχει διακριθεί πολλάκις. Επί παραδείγματι, το 1994 βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο για το σύνολο του έργου του, ακολούθως το 2008 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (μαζί με τον Μένη Κουμανταρέα) επίσης για το σύνολο του έργου του, ενώ το 2013 έλαβε το Διεθνές βραβείο Ποίησης στην Ιταλία (LericiPea), ένα από τα παλαιότερα και πιο σημαντικά βραβεία στην Ιταλία. Το 2016 βραβεύτηκε με το γαλλικό βραβείο ποίησης Max Jacob Étranger για τη δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων του με τίτλο Sur la barricade du temps («Στο οδόφραγμα του χρόνου»). Τον Φεβρουάριο του 2020 έλαβε τα διάσημα του Αξιωματούχου του Τάγματος Γραμμάτων και Τεχνών από τον πρέσβη της Γαλλίας στην Ελλάδα, Patrick Maisonnave.
Την εποχή του κορωναϊού, ο ποιητής μας εφιστά την προσοχή. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος πέρα από τον ιό και η μεγαλύτερη δυσκολία από το να μην μπορεί να αγκαλιάσει τις κόρες και τις εγγονές του, αλλά να τις χαιρετάει από την πόρτα, είναι «Να μην κλειστούμε στον εαυτό μας και στη μοναξιά μας».
Τίτος Πατρίκιος
Τίτος Πατρίκιος:
Ποιήματα, αποφθέγματα, βιογραφικό για τον Τίτο Πατρίκιο (Titos Patrikios)
Ο Βαπτιστής-Τίτος Πατρίκιος είναι Έλληνας ποιητής, πεζογράφος και μεταφραστής, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς.
Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 1928 (γιος των ηθοποιών Σπύρου Πατρικίου και Λέλας Σταματοπούλου). Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο το 1946 και στη συνέχεια από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε για κάποιο διάστημα το επάγγελμα του δικηγόρου. Σύζυγός του ήταν η ιστορικός Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου. Κόρες τους είναι η ιστορικός Αλεξάνδρα Πατρικίου και η διαφημίστρια Δάφνη Πατρικίου.
Η πρώτη δημοσίευση ποιήματός του έγινε το 1943 στο περιοδικό Ξεκίνημα της Νιότης.
Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση με την ΕΠΟΝ και στη συνέχεια με τον ΕΛΑΣ. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των Γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και στον Άη Στράτη (1952-1953).
Ήταν ιδρυτικό μέλος του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης (1954-1967)
Σπούδασε Κοινωνιολογία στην École Pratique des Hautes Études στο Παρίσι (1959-1964), όπου αργότερα πήρε μέρος στις αντιδικτατορικές εκδηλώσεις εναντίον της χούντας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα.
Εργάστηκε στην έδρα της UNESCO στο Παρίσι και στη Διεθνή Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) στη Ρώμη. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής καθώς και στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.
Το 1994 τιμήθηκε με το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του.
Στις 28 Νοεμβρίου 2000 ήταν ένας από τους δώδεκα Έλληνες ποιητές που έλαβαν μέρος στον «Κύκλο Ελληνικής Ποίησης» που διοργάνωσε το Theatre Moliere, Maison de la Poesie στο Παρίσι.
Το 2001 ήταν ανάμεσα στους συγγραφείς που επελέγησαν να εκπροσωπήσουν τη σύγχρονή ελληνική λογοτεχνία στην «53η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης», όπου η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα.
Το 2008 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (μαζί με τον Μένη Κουμανταρέα) για το σύνολο του έργου του.
Το 2013 του απονεμήθηκε το Διεθνές βραβείο Ποίησης στην Ιταλία (LericiPea) που είναι από τα παλαιότερα και πιο σημαντικά βραβεία στην Ιταλία.
Έργα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά.