Τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα –1872
Νικηφόρος Λύτρας (1832-1904)
Το έθιμο του Χριστόψωμου
Το Χριστόψωμο αποτελεί ένα από τα παλαιότερα έθιμα των Χριστουγέννων στην Ελλάδα. Η παράδοση μάλιστα, το θέλει να προέρχεται από τη Θράκη. Στη Θράκη λοιπόν την παραμονή των Χριστουγέννων η νοικοκυρά ζύμωνε το Χριστόψωμο με πολύ ευλάβεια και χρησιμοποιούσε μαγιά από ξερό βασιλικό. Στο επάνω μέρος του Χριστόψωμου, απαραιτήτως, ήταν χαραγμένος ο σταυρός και γύρω -γύρω υπήρχαν διακοσμητικά στολίδια από ζυμάρι. Μεταξύ των διακοσμητικών βρίσκονταν τα καρύδια, τα αμύγδαλα και οι σταφίδες, που συμβόλιζαν την καρποφορία. Μάλιστα, κατά το παρελθόν κυρίως, τα στολίδια που κοσμούσαν το Χριστόψωμο, μπορούσαν να υποδηλώνουν είτε την επαγγελματική ενασχόληση της οικογένειας, είτε τις προσωπικές αντιλήψεις των πιστών.
Πηγή: dyosmaraki.blogspot.com
Την ημέρα των Χριστουγέννων η παράδοση επιβάλλει συγκεκριμένο τυπικό για την κοπή και το μοίρασμα του Χριστόψωμου. Έτσι, ο νοικοκύρης του σπιτιού αφού το σταυρώσει, το κόβει με το μαχαίρι και το μοιράζει στους παρευρισκομένους, είτε αυτοί αποτελούν μέλη της οικογένειάς του, είτε είναι απλοί προσκεκλημένοι. Μάλιστα, αυτή η κίνηση θα μπορούσαμε να πούμε πως συμβολίζει τη Θεία Οικονομία, όπου ο Χριστός έδωσε απλόχερα τον άρτο της ζωής στην ανθρωπότητα. Επίσης, υποδηλώνει την ενότητα των μελών της Εκκλησίας και των λαών μεταξύ τους, όπως οι κόκκοι του σιταριού που ενώνονται και αποτελούν το ψωμί. Με τον ίδιο τρόπο όλη η ανθρωπότητα ενώνεται υπό τον Χριστό.
Η παράδοση για το Χριστόψωμο διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Έτσι, ενώ το σχήμα του είναι στρογγυλό, στην Ιθάκη είναι μακρόστενο σχηματίζοντας τη μορφή του νεογέννητου Χριστού. Στη Σπάρτη, από την άλλη πλευρά, έχει το σχήμα του σταυρού. Στην Πετρούσα της Δράμας πάνω στο μεγαλύτερο Χριστόψωμο τοποθετείται ένα μικρότερο, όπου το μεγάλο συμβολίζει τη σπηλιά της γέννησης και το μικρό τον ίδιο το Χριστό. Στην Κρήτη, οι γυναίκες ζυμώνοντας το Χριστόψωμο συνηθίζουν να λένε: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Στις περιοχές της Κορινθίας, τοποθετούν στο Χριστόψωμο φλουρί που συμβολίζει την καλοτυχία σε όποιον το βρει. Στην Κεφαλονιά, όλη η οικογένεια συγκεντρώνεται στο σπίτι του πιο ηλικιωμένου μέλους, το οποίο κόβει και μοιράζει το Χριστόψωμο. Τέλος, στη Στερεά Ελλάδα, μετά τη λειτουργία των Χριστουγέννων ο ιερέας επισκέπτεται ένα -ένα τα σπίτια των πιστών και ευλογεί τα Χριστόψωμά τους.
Να σημειώσουμε πως η κοπή του Χριστόψωμου πραγματοποιείται είτε το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, είτε το μεσημέρι ανήμερα των Χριστουγέννων.
Το «ψωμί του Χριστού» το έφτιαχνε, την παραμονή των Χριστουγέννων, η νοικοκυρά με ιδιαίτερη ευλάβεια και με ειδική μαγιά (από ξερό βασιλικό κ.λ.π.).
Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Γύρω - γύρω διάφορα διακοσμητικά σκαλιστά στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις διάφορες πεποιθήσεις των πιστών.
Την ημέρα του Χριστού, ο νοικοκύρης έπαιρνε το χριστόψωμο, το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Γύρω από το χριστόψωμο υπάρχουν και άλλες παραδόσεις. Αναφέρονται στην ενότητα της Εκκλησίας και των λαών, με συμβολικό πρότυπο την ένωση των κόκκων του σίτου σ΄ ένα ψωμί. Οι λαοί κάποτε θα ενωθούν μ’ ένα ποιμένα, το Χριστό.
Στη Μάνη κάθε οικογένεια στο φούρνο του σπιτιού «ρίχνει» τα χριστόψωμα, για να τα κόψει στο τραπέζι των Χριστουγέννων ο οικοδεσπότης σταυρώνοντάς τα, και ευχόμενος «Χρόνια πολλά και του χρόνου». Τα χριστόψωμα κατασκευάζονται όπως το ψωμί, μόνο που στολίζονται με σταυρούς και ποικίλα στολίδια ανάλογα με την καλαισθησία της νοικοκυράς.
Στη Σπάρτη, σε κάθε σπίτι, δυο τρεις μέρες πριν, ζυμώνουν 1 – 15 καρβέλια ψωμί. Το ένα, που το τρώνε ανήμερα των Χριστουγέννων, είναι το ψωμί του Χριστού και το πλάθουν σε σχήμα σταυρού από ζύμη. Τ’ άλλα χριστόψωμα τα κάνουν με αμύγδαλα και καρύδια.
Οι Σαρακατσάνοι τσοπάνηδες φτιάχνουν δύο χριστόψωμα. Το πρώτο, το καλύτερο και με τα πιο πολλά κεντίδια, είναι για το Χριστό «για να τους φυλάει και να τους ευλογάει». Πάνω του σκαλίζουν ένα μεγάλο σταυρό – φεγγάρι με πέντε λουλούδια.
Το δεύτερο, η τρανή Χριστοκουλούρα ή Ψωμί του Χριστού, είναι για τα πρόβατα. Έτσι τα τιμά ο βοσκός και τα ευλογά ο Χριστός. Στη Χριστοκουλούρα παριστάνεται με ζύμη, όλη η ζωή της στάνης, δηλαδή η μάντρα, τα πρόβατα, οι βοσκοί κ.λ.π.
Στην Κεφαλλονιά όλο το σόι συγκεντρώνεται στο σπίτι του πιο ηλικιωμένου. Στο πάτωμα τοποθετούν τρία δαυλιά «χιαστί» και πάνω τους βάνουν την «κουλούρα».
Όλοι κάνουν ένα κλοιό γύρω ακουμπώντας καθένας με το δεξί του χέρι την κουλούρα. Ύστερα ο νοικοκύρης ψάλλει το «Η γέννησή σου Χριστέ ο Θεός…» και ρίχνει λάδι στα δαυλιά, βάζοντάς τα στη φωτιά. Μετά κόβει την κουλούρα, τη μοιράζει και δειπνούν όλοι μαζί.
Στην Κρήτη το χριστουγεννιάτικο ψωμί το φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή. Η ετοιμασία του είναι ολόκληρη ιεροτελεστία: χρησιμοποιούν ακριβά υλικά, ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα, γαρίφαλα και καθώς ζυμώνουν λένε: "Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει."
Όταν πλάσουν το ζυμάρι, παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα, ενώ με την υπόλοιπη φτιάχνουν ένα σταυρό με λωρίδες και τον τοποθετούν πάνω στο ψωμί. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι και στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια , φύλλα, καρπούς, πουλάκια.
Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, ανταλλάσσοντας πολλές ευχές.
Το Χριστόξυλο (έθιμο της Μακεδονίας)
Στα χωριά της βορείου Ελλάδας, ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια τις παραμονές των γιορτών και διαλέγει το Χριστόξυλο, δηλαδή το πιο όμορφο, γερό και χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά, που θα το πάει σπίτι του, με σκοπό να καίει συνέχεια στο τζάκι από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα. Ο λαός πιστεύει ότι καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ.
Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει καλά το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μη βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού θα ανάψει την καινούρια φωτιά και θα μπει στην πυροστιά το Χριστόξυλο, με ευχή όλων να αντέξει για όλο το δωδεκαήμερο των γιορτών.
Το χριστόξυλο
Σε κάποια μέρη, πίστευαν πως η στάχτη απ΄ το χριστόξυλο, ήταν καλή για τις καλλιέργειες και τη σοδειά, γι αυτό και φρόντιζαν να τη μαζέψουν και να τη ρίξουν στα χωράφια, αλλά μετά τα Φώτα.
Χριστόξυλο: Xριστουγεννιάτικο έθιμο από τη Βόρεια Ελλάδα
https://www.maxmag.gr/politismos/christoxylo/
Αν και όχι ελληνική αποκλειστικότητα, ήδη από τα αρχαία χρόνια, η παράδοση της χώρας μας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τις μαγικές ιδιότητες της φωτιάς. Από το άναμμα της «ιερής εστίας» και της νίκη του Ήλιου ενάντια στον Κρόνο (δεν μπορούσαν διαφορετικά να εξηγήσουν το φυσικό φαινόμενο του Ηλιοστασίου) μέχρι και το «Χριστόξυλο» στις μέρες μας, το παγανιστικό έθιμο της «μαγικής» φωτιάς, συντηρείται από τότε.
Συγκεκριμένα, σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, τις παραμονές των γιορτών των Χριστουγέννων, ο νοικοκύρης του σπιτιού ψάχνει στο χωράφι του να βρει το πιο γερό, το πιο όμορφο και το πιο μεγάλο ξύλο. Σκοπός του είναι να το κάψει στο τζάκι του, το δωδεκαήμερο των γιορτών, από την παραμονή των Χριστουγέννων έως τα Φώτα. Η νοικοκυρά, φροντίζει να καθαρίσει το σπίτι και δείχνει ιδιαίτερη επιμέλεια στο καθάρισμα του τζακιού και της καμινάδας. Το τζάκι δεν θα πρέπει να έχει ίχνος στάχτης από τις προηγούμενες φορές, προκειμένου να μην βρουν πατήματα οι καλικάντζαροι και τα άλλα κακά δαιμόνια.
Χριστόξυλο
ΠΗΓΗ: reformrestaurant.co.uk
Την παραμονή των Χριστουγέννων, μαζεύεται όλη η οικογένεια γύρω από το τζάκι, ώστε να ανάψουν την φωτιά. Είτε πριν, είτε μετά το άναμμα της φωτιάς -σειρά έχει ένα ακόμα έθιμο με ξεκάθαρες παγανιστικές ρίζες, αυτό της σπονδής- ραίνουν, συνήθως, σταυρωτά με κόκκινο κρασί είτε το τζάκι, είτε τη φωτιά προκειμένου να έχουν μια καλή σοδειά και γερά ζώα. Σε κάποιες περιοχές, προσθέτουν και ξύλα με αγκάθια ή και φύλλα δάφνης (τα οποία «τσιτσιρίζουν» στη φωτιά), για να έχουν μεγαλύτερη προστασία από τους καλικάντζαρους και τα άλλα κακά πνεύματα. Έπειτα, αφού ανάψει για τα καλά η φωτιά, μετατρέπουν τα γεωργικά τους εργαλεία σε λιβανιστήρια, βάζοντας πάνω σε αυτά καρβουνάκια και θυμιατά, προκειμένου να λιβανίσουν το σπίτι, τον στάβλο, τα ζώα και τους ίδιους, ώστε – και πάλι- να έχουν μια καλή σοδειά και ζώα γερά που θα αποφέρουν κέρδη. Σκοπός πάντα είναι το Χριστόξυλο να παραμένει «αναμμένο» όλο το δωδεκαήμερο των γιορτών.
Χριστόξυλο
ΠΗΓΗ: avaecho.com
Μετά την γιορτή των Θεοφανίων και αφού καεί το Χριστόξυλο, σκορπούν τη στάχτη από το τζάκι στα χωράφια τους, προκειμένου οι «μαγικές» ιδιότητές της να ευλογήσει τη σοδειά. Σε μέρη της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας, παραπλήσιο έθιμο είναι αυτό του «παντρέματος». Με ίδιες ρίζες, συνηθίζουν να καίνε στο τζάκι ένα κούτσουρο από αρσενικού ονόματος δέντρο και ένα από θηλυκό. Το «πάντρεμα» αυτό συμβολίζει το ανδρόγυνο, ενώ σε κάποιες περιοχές υπάρχει και ένα τρίτο ξύλο για τον κουμπάρο.
Λαογραφία και πολιτισμός: Το Χριστόξυλο
https://xen-athinon.gr/xen-athinon/laografia-kai-politismos-to-christoxy/
Το Χριστόξυλο:
Το έθιμο αυτό συναντάται περισσότερο στα χωριά της Βόρειας Ελλάδας. Τις παραμονές των Χριστουγέννων ο πατέρας της οικογένειας ψάχνει στα δάση ή στα χωράφια να βρει ένα μεγάλο και γερό κούτσουρο από πεύκο ή ελιά, που θα μπει στο τζάκι και θα καίει όλο το δωδεκαήμερο των γιορτών.
Το πάντρεμα της φωτιάς
https://www.elniplex.com/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%AC%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B5%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%86%CF%89%CF%84%CE%B9%CE%AC%CF%82/
Ο γάμος ή πάντρεμα της φωτιάς, όπως είναι πιο γνωστό το έθιμο, γίνεται κάθε παραμονή Χριστουγέννων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Πρόκειται ουσιαστικά για παραλλαγή του εθίμου του “Χριστόξυλου”.
Το πάντρεμα αυτό της φωτιάς γίνεται με ένα ξύλο από κάποιο δέντρο θηλυκού ονόματος π.χ καρυδιά το οποίο και συμβολίζει τη νοικοκυρά του σπιτικού και ένα με ξύλο αρσενικού δέντρου (πλάτανος κτλ) το οποίο ασφαλώς συμβολίζει το νοικοκύρη της οικίας. Πολλές φορές τα αρσενικά ξύλα διάλεγαν να είναι αγκαθωτά καθώς κατά τη λαϊκή παράδοση που γέννησε αυτό το έθιμο, τα αγκαθωτά δέντρα τρομάζουν και απομακρύνουν τις κακές δυνάμεις και τα δαιμονικά όντα που βλάπτουν το νοικοκυριό και τα αγαθά όπως είναι οι διάσημοι καλικάντζαροι.
Και παντρεύεται η φωτιά
παίρνει μία καρυδιά
κι έναν άντρα υπερήφανο
με αγκάθια μυτερά.
Κάθε πρωί της 24ης Δεκεμβρίου λοιπόν-λέγε με Παραμονή- οι νοικοκυρές καθάριζαν το τζάκι και την καμινάδα και το βράδυ έβαζαν ξύλα σταυρωμένα μεταξύ τους και άναβαν τη φωτιά. Θεωρούσαν πολύ σημαντικό, κάτι σε στυλ ποδαρικού ή αγιοβασιλιάτικου φλουριού, το πρόσωπο που θα έρθει σε επαφή με αυτή φωτιά. Συνήθως ο βενιαμίν της οικογένειας ανακάτευε τη φωτιά με κάποιο σίδερο ή ξύλο. Κατά το ανακάτεμα, οι αγρότες συνήθως έλεγαν διάφορες όμορφες ευχές ευελπιστώντας να αυξήσουν το βιος και τις σοδειές τους ή έστω να τα διατηρήσουν.
Το έθιμο του παντρέματος της φωτιάς διανθίζεται από τόπο σε τόπο αναπτύσσοντας όμορφες ή και πολύ σπάνιες παραλλαγές. Στα αγροτικά χωριά της Λαμίας καίνε δύο πανομοιότυπα ξύλα λέγοντας ευχές, στη Λάρισα καίνε στη φωτιά του τζακιού κέδρους και κερασιές κ.ο.κ.
Το “τάισμα” της βρύσης:
https://xen-athinon.gr/xen-athinon/laografia-kai-politismos-to-christoxy/
Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, στα χωριά της κεντρικής Ελλάδας, γίνεται το “τάισμα” της βρύσης. Οι κοπέλες το χωριού, λίγες ώρες πριν ξημερώσουν Χριστούγεννα πηγαίνουν στις βρύσες και τις αλείφουν με μέλι, για να είναι γλυκιά η ζωή τους. Επίσης, για να έχουν καλή σοδειά φέρνουν στη βρύση βούτυρο, σιτάρι, όσπρια ή ένα κλαδί ελιάς.
Η κοπέλα που θα φτάσει πρώτη στη βρύση θα είναι και η πιο τυχερή.
Επιστρέφοντας στο σπίτι οι κοπέλες φέρνουν μαζί τους νερό από τη βρύση και ραντίζουν όλο το σπίτι. Όλη η διαδικασία γίνεται σιωπηλά. Το έθιμο αυτό λέγεται και το “αμίλητο νερό”.
Το τάισμα της βρύσης
https://www.topoikaitropoi.gr/ithi-kai-ethima/ta-christougenniatika-ethima-tis-thessalias/
Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό” (άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή).
to taisma tis vrusis ethimo
Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα ήταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.
Το τάισμα της βρύσης
Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων, αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση «για να κλέψουν το άκραντο νερό» (άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ' όλη τη διαδρομή). Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την "ταΐζουν", με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα ήταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, "κλέβουν νερό" και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.
To χριστουγεννιάτικο καράβι
https://www.protothema.gr/greece/article/437556/pos-giortazodai-ta-hristougenna-ana-tin-ellada/
Έθιμο που υποχώρησε με το χρόνο, μπροστά σε αυτό του δέντρου, αλλά κανένας δεν δείχνει να το έχει ξεχάσει. Το ελληνικό παραδοσιακό καραβάκι αποτελεί παράδοση των παλαιών εποχών της χώρας μας, που τα παιδιά με αγάπη, χαρά και δημιουργικό νου κατασκεύαζαν τα παιχνίδια τους. Αποτελούσε, όμως, και ένα είδος τιμής και καλωσορίσματος στους ναυτικούς, που επέστρεφαν από τα ταξίδια τους. Πριν από 50 χρόνια, δηλαδή έως και την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, συναντούσαμε το καραβάκι σε πολλά ελληνικά σπίτια και στα χέρια των παιδιών που έλεγαν τα κάλαντα. Σήμερα, η παράδοση αυτή τείνει να εξαφανιστεί, μιας και έχει αντικατασταθεί από το ξενόφερτο έλατο.
Γιατί σε πολλά μέρη της Ελλάδας στολίζουν καράβι αντί για χριστουγεννιάτικο δέντρο;
Το ελληνικό παραδοσιακό καραβάκι αποτελεί παράδοση των παλαιών εποχών της χώρας μας που τα παιδιά με αγάπη, χαρά και δημιουργικό νου κατασκεύαζαν τα παιχνίδια τους. Αποτελούσε, όμως, και ένα είδος τιμής και καλωσορίσματος στους ναυτικούς, που επέστρεφαν από τα ταξίδια τους. Το καράβι συμβολίζει την καινούργια πλεύση του ανθρώπου στη ζωή, μετά τη γέννηση του Χριστού. Έθιμο που υποχώρησε με το χρόνο, μπροστά σε αυτό του δέντρου, αλλά κανένας δεν δείχνει να το έχει ξεχάσει.
Πριν από 50 χρόνια, δηλαδή έως και την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, συναντούσαμε το καραβάκι σε πολλά ελληνικά σπίτια και στα χέρια των παιδιών που έλεγαν τα κάλαντα. Σήμερα, η παράδοση αυτή τείνει να εξαφανιστεί, μιας και έχει αντικατασταθεί από το ξενόφερτο έλατο. Συνυφασμένο με αποχωρισμούς και δυσάρεστες αναμνήσεις, αλλά και ως τάμα των ναυτικών σε στιγμές κινδύνου στη θάλασσα, το καράβι δεν θα μπορούσε να συμβολίσει οικογενειακές συνεστιάσεις θαλπωρής, με παρόντα όλα τα μέλη, ή να τονώσει το οικογενειακό αίσθημα.Για το λόγο αυτό, το καράβι σπάνια αποτέλεσε στοιχείο διακόσμησης των ελληνικών σπιτιών τα Χριστούγεννα.
Εντούτοις, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, συζητήθηκε έντονα στη χώρα μας το ζήτημα κατάργησης του χριστουγεννιάτικου δέντρου και αντικατάστασής του από το καράβι, δεδομένου ότι αυτό συνδύαζε την παράδοση με την οικολογική συνείδηση. Το ζήτημα βεβαίως δεν ήταν τόσο απλό, καθώς παρουσιάστηκε αδιάσειστη επιχειρηματολογία και από τις δύο πλευρές, με αναφορές σε οικολογικά ζητήματα και προτάσεις από ειδήμονες για χρήση φυτών και δέντρων, πλην του ελάτου.
Σε ορισμένες περιοχές (κυρίως στα νησιά) εξακολουθούν να στολίζουν «καραβάκια», ενώ τα τελευταία χρόνια γίνεται μια αξιέπαινη προσπάθεια ορισμένων Δήμων της χώρας, να επαναφέρουν το έθιμο στην αρχική του μορφή, στολίζοντας στις πλατείες τους καραβάκια αντί για έλατα. Ωστόσο, το χλωρό κλαδί πάντα έμπαινε στο ελληνικό σπίτι τις ημέρες του Δωδεκαημέρου, για να φέρει την ελπίδα για μια καινούρια ανθοφορία, για ένα καλύτερο μέλλον.
Πηγή: http://laikiparadosi.blogspot.gr/
Από τα «Μπαμπαλιούρια» στη «Γουρουνοχαρά»
Τα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας
https://www.newsbeast.gr/greece/arthro/464194/apo-ta-babaliouria-sti-gourounohara
Η Θεσσαλία κινείται σε Χριστουγεννιάτικους ρυθμούς, κρατώντας τα εορταστικά έθιμα και τηρώντας τις παραδόσεις των κατοίκων της.
Τα Μπαμπαλιούρια
Στο Λιβάδι Ελασσόνας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά βγαίνουν στους δρόμους τραγουδώντας τα Αγιοβασιλιάτικα κάλαντα και φωνάζοντας «Σουρβάσο». Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ο επισκέπτης μπορεί να δει στο δρόμο τα «Μπαμπαλιούρια». Τα «Μπαμπαλιούρια» είναι ένα Πρωτοχρονιάτικο έθιμο, που έχει τις ρίζες του στη Διονυσιακή λατρεία και αναβιώνει και στις μέρες μας. Η στολή τους αποτελείται από το "σαλβάρι", ένα μάλλινο άσπρο παντελόνι, το οποίο στερεώνουν στη μέση με μια μάλλινη άσπρη ζώνη. Το πουκάμισο που φορούν από πάνω είναι συνήθως άσπρο με φαρδιά μανίκια σαν εκείνο των τσολιάδων. Στα πόδια φορούν άσπρες καλτσοδέτες και τσαρούχια. Στη μέση φορούν ένα χοντρό μάλλινο ύφασμα, διπλωμένο πολλές φορές, όπου επάνω δένουν τα μεγάλα και βαριά κουδούνια. Στο κεφάλι φορούν ειδική μάσκα, από προβιά ζώου, τη λεγόμενη "φουλίνα". Η μάσκα αυτή είναι άσπρη ή μαύρη και έχει τρία ανοίγματα, δύο στα μάτια και ένα στο στόμα. Στα χέρια κρατούν ένα ξύλινο κυρτό σπαθί που συμπληρώνει τη φορεσιά του κάθε «Μπαμπαλιούρη».
Έτοιμα πλέον τα «Μπαμπαλιούρια» περιμένουν να τελειώσει η Θεία Λειτουργία για να ξεχυθούν στους δρόμους. Μαζί τους είναι πάντα ο "αδελφογύρτης" ο οποίος κρατάει έναν κουμπαρά και μαζεύει τα χρήματα που προσφέρει ο κόσμος. Πριν ακόμη τελειώσει η Πρωτοχρονιάτικη Θεία Λειτουργία οι "Μπαμπαλιούρηδες" έχουν πάρει θέση έξω από τις τρεις ενορίες του χωριού. Βγαίνοντας ο κόσμος από την εκκλησία τους συναντά και αιφνιδιάζεται αφού περνούν το σπαθί στη μέση τους και δεν αφήνουν κανέναν να περάσει αν δεν βάλει χρήματα επάνω σ' αυτό. Μόλις βάλουν τα χρήματα τα παίρνει ο αδελφογύρτης και τους εύχεται Καλή Χρονιά. Μετά τις εκκλησίες τα "Μπαμπαλιούρια" πηγαίνουν στην πλατεία, και με το δυνατό θόρυβο που προκαλούν τα κουδούνια τους, τραβούν την προσοχή των ντόπιων και ξένων επισκεπτών. Φεύγοντας από εκεί, περνούν από τα καφενεία και τις καφετέριες του χωριού, και έπειτα ξεχύνονται στους δρόμους μέχρι αργά το βράδυ. Αυτό το έθιμο έχει σαν σκοπό να διώξει τα κακά πνεύματα, και να είναι ήσυχη και χαρούμενη η καινούρια χρονιά.
Το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς σε όλα τα σπίτια κόβεται η κρεατόπιτα με το χρυσό φλουρί, το άχυρο και το πουρνάρι σε τόσα κομμάτια όσα είναι και τα μέλη της οικογένειας. Όποιος βρει το φλουρί θεωρείται ο τυχερός της καινούριας χρονιάς και λέγεται ότι θα ζήσει πλούσια. Όποιος βρει το άχυρο λένε ότι θα παντρευτεί γεωργό και όποιος βρει το πουρνάρι θα παντρευτεί βοσκό.
Η Γουρουνοχαρά
Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα σε πολλές περιοχές της Ελλάδος και της Θεσσαλίας είναι η γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά.
Λέγεται πως, οι οικογένειες αγόραζαν το γουρούνι, από το μήνα Μάιο και το συντηρούσαν με κολοκύθια και πίτυρα, σε νερό, είτε στο ποτάμι. Το γουρούνι ήταν απαραίτητο για ένα αγροτικό σπίτι, καθώς από το γουρούνι έπαιρναν τη λίπα, το κρέας, τα λουκάνικα κι έφτιαχναν τα γουρνοτσάρουχα. Αποτελούσε ντροπή για το σπίτι εκείνο, που δεν είχε γουρούνι, καθώς θεωρούνταν παρακατιανό, φτωχό κι ανοικοκύρευτο.
Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Οικογένειες, συνήθως συγγενικές, καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της.
Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι' αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως «γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά». Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον την ημέρα αυτή, δεν έλεγαν «έλα να σφάξουμε το γουρούνι», αλλά «έλα, έχουμε γουρουνοχαρά». Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα. Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου. Γι' αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν «γρουνοστέφανος ή γουρουνοστέφανος». Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα.
Κατά το έθιμο, νοικοκυρά έδινε μικρή ποσότητα αναμμένης στάχτης και θυμίαμα στο σφαγέα, ο οποίος, αφού θυμιάτιζε τους εργαζόμενους και όλους τους άλλους, για να έχουν την ευλογία του Χριστού και να εξαφανιστούν οι καλικάντζαροι, έριχνε τη στάχτη με το θυμίαμα στο λαιμό του γουρουνιού, για να είναι ευλογημένο και καλό το κρέας του. Ένας άλλος έπαιρνε λίγο αίμα κι επάλειφε τα μικρά παιδιά στο πρόσωπο για να είναι γερά, ανθεκτικά στους ψύλλους, στις αρρώστιες, και να μην επηρεάζονται από τα κακά πνεύματα. Στη συνέχεια, οι άνδρες έγδερναν το γουρούνι, και το δέρμα, αφού το αλάτιζαν, το δίπλωναν στα τέσσερα και το κρατούσαν για να φτιάξουν τα γουρνοτσάρουχα για τις καλοκαιρινές δουλειές τους.
Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το λίπος αυτό, αφού το έλιωναν πρώτα, το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα. Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.
Στη συνέχεια, τεμάχιζαν το κρέας και τοποθετούσαν αλατισμένα τα κομμάτια σε πλιθάρια, που τα είχαν για φαγητό όλο σχεδόν το χειμώνα και τα μαγείρευαν με τραχανά και πλιγούρι. Επίσης έφτιαχναν και λουκάνικα έκοβαν τα πράσα σε μικρά-μικρά τεμάχια και τα είχαν έτοιμα να γεμίσουν τα λουκάνικα. Μετά το φαγητό, οι άνδρες έκοβαν το κρέας πάνω στην τάβλα, με τα ψαλίδια, το οποίο ανακάτευαν με τα τριμμένα πράσα και το έβαζαν σε χάλκινη κατσαρόλα και τα ζέσταιναν, αφού έριχναν συγχρόνως ρίγανη, πιπέρι και αλάτι. Στη συνέχεια περνούσαν τα λουκάνικα σ' ένα ξύλινο δοκάρι και τα κρεμούσαν για να στεγνώσουν.
Έφτανε πλέον το μεσημέρι. Η τάβλα ήταν έτοιμη για το φαγητό, με ντόπιο κρασί. Τσίπουρο έπιναν κατά την ώρα της δουλειάς.
Μετά, οι άνδρες έφευγαν για τα σπίτια τους, αλλά το βράδυ επέστρεφαν στο σπίτι του νοικοκύρη για να φάνε και να γλεντήσουν, να χαρούν και να απολαύσουν τους καρπούς του κόπου τους. Οι γυναίκες είχαν έτοιμα τα φαγητά, όπως πίτες- συνήθως με τυρί- κόκαλα βρασμένα, ψητό στη σχάρα κρέας και άφθονο κρασί από το αμπέλι. Τα μεσάνυκτα κι ύστερα από πολλά τραγούδια και χαρά, όπως κι ευχές προς το νοικοκύρη, έφευγαν για τα σπίτια τους.
Το έθιμο τηρήθηκε μέχρι το 1940. Συνεχίστηκε βέβαια και αργότερα, μέχρι το 1955, αλλά τα μεγάλα γεγονότα, Κατοχή και εμφύλιος πόλεμος, ανέκοψαν τον ενθουσιασμό και ανέτρεψαν μια παραδοσιακή συνήθεια που κράτησε πολλούς αιώνες.
Σήμερα το έθιμο τηρείται και πάλι σε πολλά χωριά της Θεσσαλίας. Στις πόλεις όμως γιορτάζεται στις πλατείες των συνοικιών, με εκδηλώσεις κεφιού και γλεντιού, προσφέροντας άφθονο κρασί και ψημένο χοιρινό κρέας.
Στη Λάρισα γιορτάζεται η γουρουνοχαρά στην πλατεία της συνοικίας Φιλιππούπολης, ανάμεσα από τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά κι αυτό γιατί είναι ένα έθιμο που το έχουν οι κάτοικοι της συνοικίας που έλκουν την καταγωγή τους από την Ανατολική Ρωμυλία, και συγκεκριμένα από την Φιλιππούπολη και το Καβακλί το σημερινό Τοπόλοβγκραντ. Οι γυναίκες της συνοικίας μαγειρεύουν παραδοσιακά φαγητά της Ανατολικής Ρωμυλίας, τα οποία είναι πικάντικα μαγειρεύονται με πολλά καρυκεύματα και μαζί με το ψημένο χοιρινό κρέας και άφθονο κρασί τα προσφέρουν στους επισκέπτες.
Και φέτος η αναβίωση του «Εθίμου της Γουρουνοχαράς» θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012 και ώρα 11:30 π.μ. στην πλατεία της συνοικίας της Φιλιππούπολης, δίνοντας έτσι την δυνατότητα στους παλιούς να θυμηθούν και στους νέους να μάθουν τον τρόπο ζωής των προγόνων τους.
Το χριστουγεννιάτικο έθιμο των Φιλιππουπολιτών, ξεκινά από παραμονή Χριστουγέννων με τα παραδοσιακά κάλαντα και ολοκληρώνεται με την γουρουνοχαρά. Ομάδες παιδιών επισκέπτονται οικογένειες Φιλιππουπολιτών και λένε τα κάλαντα, τα οποία είναι ευχές για τον αφέντη, την κυρά, τα παιδιά, τους νέους, τον κυνηγό, για το αμπέλι, το σπίτι και άλλα. Τα παραδοσιακά κάλαντα τελειώνουν με τη προσευχή, η ομάδα των παιδιών και η οικογένεια λένε μαζί την προσευχή. Η νοικοκυρά προσφέρει κρασί και παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο φαγητό όπως «Καρβαβίτσα» γεμισμένο χοιρινό έντερο με χοιρινό κρέας και συκώτια, καβουρμά χοιρινό που μαγειρεύεται στο λίπος και «αρμιά», ολόκληρο λάχανο στην άλμη, μαγειρεμένο με χοιρινό κρέας.
Πηγή: Thessalianews.gr
Η σφαγή του γουρουνιού στη Θεσσαλία
Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα.
Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποια ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της. Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών, που είχαν ηλικία πολλές φορές 20-25 ετών. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως "γουρουνοχαρά".
Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα. Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου. Γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν "γουρουνοστέφανος". Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα.
Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το λίπος αυτό, αφού το έλιωναν πρώτα, το έβαζαν σε δοχεία λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο. Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά. Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.
Η κοτόσουπα
Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα. Την πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν να φτιάχνουν κότα ή "κούρκο" (γαλοπούλα) γεμιστό με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρεμμύδι, πιπέρι και μαϊντανό, όλα καβουρδισμένα. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Ένα άλλο συνηθισμένο πιάτο είναι το ψητό χοιρινό κρέας. Υπήρχε όμως και η εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι.
Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας, ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και στην Κρήτη. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο που έτρωγαν οι Έλληνες όταν επέστρεφαν από την εκκλησία.
Οι τηγανίδες (Χωριά της Έξω Μάνης)
Σε όλα τα σπίτια, παραμονές Χριστουγέννων θα έπλαθαν και θα έψηναν τις τηγανίδες, τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι κοντά στην φωτογονία, η μητέρα και τα κορίτσια έπλαθαν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι, τις τηγανίδες, και το δίπλωναν τεχνικά στα τέσσερα.
Μετά το έριχναν στο μεγάλο τηγάνι που ήταν γεμάτο καυτό λάδι πάνω στη φωτιά, για να ψηθεί. Η πρώτη τηγανίδα, μεγάλη και στρογγυλή με σταυρό στη μέση ήταν του Χριστού, η δεύτερη παρόμοια του σπιτιού κ.λ.π.
Τις ψημένες τηγανίδες τις έβαζαν μέσα σε μπουρέκια (στρογγυλά μπακιρένια ταψιά) και σε λεκάνες. Όταν στράγγιζαν καλά τις έβαζαν σε κοφίνια και τις κρεμούσαν ψηλά. Η ποσότητα του ζυμαριού που θα γινόταν τηγανίδες ήταν αρκετή και πάντοτε ανάλογη με τον πληθυσμό της φαμελιάς.
Το έθιμο της ζύμης στην Κρήτη
Σε χωριά της επαρχίας Αμαρίου, στην Κρήτη, τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων βάζανε λίγη κοινή ζύμη σ’ ένα πιάτο και κάποια στιγμή, ενώ ξενυχτούσαν συζητώντας περιμένοντας, η ζύμη ανέβαινε και γινόταν προζύμι. Τότε, κατά την πίστη των ανθρώπων, ήταν η ώρα που γεννάται ο Χριστός (ο Χριστός γεννάται κι ανασταίνεται κάθε χρόνο, γιατί για την Εκκλησία ο χρόνος έχει άλλους συμβολισμούς).
Το έθιμο του αναμμένου πουρναριού στην Ήπειρο
Στην Ήπειρο έχουν μια ωραία συνήθεια που τη βασίζουν σε μια παλιά παράδοση. Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, λέει, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήτανε νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους.
Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού.
Ακόμη και στα Γιάννενα το ίδιο κάνουν. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους, αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται:
«Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!»
Αυτή είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δε θ’ αφήσουν το πατρικό τ’ όνομα να σβήσει.
Το τάϊσμα της βρύσης
Στην Κεντρική Ελλάδα οι κοπέλες, τα μεσάνυχτα ή προς τα χαράματα των Χριστουγέννων (αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς), πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση "για να κλέψουν το άκραντο νερό". Το λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ' όλη τη διαδρομή. Όταν φτάνουν εκεί, την "ταΐζουν", με διάφορες λιχουδιές: βούτυρο, ψωμί, τυρί, σιτάρι ή κλαδί ελιάς και λένε:
"Όπως τρέχει το νερό σ' βρυσούλα μ', έτσ' να τρέχ' και το βιο μ'".
Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, "κλέβουν νερό" και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες, μέχρι να πιουν όλοι από τ' άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.
Κλωνάρια στο τζάκι ή Πάντρεμα της φωτιάς
Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδας "παντρεύουν", τη φωτιά. Παίρνουν δηλαδή ένα ξύλο με θηλυκό όνομα π.χ. κερασιά και ένα με αρσενικό όνομα, συνήθως από αγκαθωτά δέντρα. Τα αγκαθωτά δέντρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα, όπως τους καλικάντζαρους.
Στη Θεσσαλία, επιστρέφοντας από την εκκλησία στο σπίτι, τα κορίτσια βάζουν παραδίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου που τα ξεδιαλέγουν, ενώ τα αγόρια τοποθετούν κλαδιά από αγριοκερασιά. Τα μικρά αυτά κλαδιά δέντρων αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες για την πραγματοποίηση μιας όμορφης ζωής. Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά και παρακολουθούν με ενδιαφέρον ποιο κλωνάρι θα καίει πρώτο, καθώς λένε πως αυτό είναι καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι, αντίστοιχα, και συγκεκριμένα πως θα είναι αυτό που θα παντρευτεί πρώτο.
Ήπειρος: Το έθιμο με τα πουρνάρια για το Νέο Έτος
και παιχνίδια με καρύδια
Πλούσια σε γιορτινές παραδόσεις η Ήπειρος με κυρίαρχο έθιμο το αναμμένο πουρνάρι
και το παιδικό παιχνίδι με τα καρύδια.
Το αναμμένο πουρνάρι: Σύμφωνα με το ηπειρώτικο έθιμο, όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήτανε νύχτα με αποτέλεσμα να κόψουν ένα ξερό πουρνάρι το οποίο αφού πήραν ο καθένας από ένα κλαδί, του έβαλε φωτιά. Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να ευχηθεί, πρέπει να κρατά ένα κλαρί πουρνάρι, ή άλλο δέντρο που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού. Παραλλαγή του εν λόγω εθίμου υπάρχει και στα Ιωάννινα, όπου εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν.
Τα καρύδια:
Πρόκειται για ένα παραδοσιακό ομαδικό παιχνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο τις ημέρες των Εορτών. Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή και στη συνέχεια πάνω σ’ αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι. Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.
Πηγή: epirusnow.gr
"Tα καρύδια"
Παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο
Την ημέρα των Χριστουγέννων, τα παιδιά, κορίτσια και αγόρια , παίζουν "τα καρύδια". Το παιχνίδι είναι ομαδικό και παίζεται ως εξής:
Κάποιο παιδί χαράζει με ένα ξυλάκι στο χώμα μια ευθεία γραμμή.
Πάνω σε αυτή την ευθεία γραμμή κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά.
Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή - σειρά των καρυδιών, σκυφτός, με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, σημαδεύει κάποιο από τη σειρά των καρυδιών.
Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης.
Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να κερδηθούν όλα τα καρύδια...
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ: ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ
https://www.taneatismikrospilias24.com/alpharhochiiotakappaeta-sigmaepsilonlambdaiotadeltaalpha/7481976
Η προετοιμασία για τον εορτασμό των Χριστουγέννων στην Ήπειρο ξεκινούσε από τον Νοέμβριο και συγκεκριμένα από την γιορτή του Αγίου Ανδρέα, όπου οι Ηπειρώτισσες έβραζαν τα παραδοσιακά μπόλια, με καλαμπόκι κι άλλα όσπρια...
Μεταξύ των εθίμων, είναι και τα παρακάτω:
Τα σπάργανα του Χριστού
Ένα από τα πιο σημαντικά Χριστουγεννιάτικα έθιμα της Ηπείρου τα παλιά χρόνια ήταν να φτιάχνουν τηγανίτες στην πλάκα. Πρόκειται για τοπικό γλύκισμα. Οι τηγανίτες ήταν μελωμένες με ζαχαρόνερο, καρύδια και κανέλα. Αυτά κατά την παράδοση ήταν τα σπάργανα του Χριστού στη φάτνη. Πρόκειται για μια στίβα από τηγανίτες ψημμένες στο τζάκι σε πυρωμένη πέτρα. Τις τηγανίτες τις έτρωγαν το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων.
Γιαπράκια
Τα γιαπράκια, κοινώς οι λαχαντολμάδες, ήταν βασικό πιάτο για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι και συμβόλιζε το φάσκιωμα του νεογέννητου Χριστού. Η ονομασία «γιαπράκια» προέρχεται από την τούρκικη λέξη Yaprak που σημαίνει «φύλλο».
Το Χριστόψωμο
Το "Ψωμί του Χριστού" το έφτιαχνε την παραμονή των Χριστουγέννων η νοικοκυρά με ιδιαίτερη ευλάβεια και με ειδική μαγιά από ξερό βασιλικό κ.λ.π. απαραίτητα, χαραγμένος επάνω του και ο σταυρός. Γύρω-γύρω διάφορα διακοσμητικά σκαλιστά στο ζυμάρι ή διάφορα πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις διάφορες πεποιθήσεις των πιστών.
Την ημέρα του Χριστού ο νοικοκύρης έπαιρνε το χριστόψωμο, το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σ΄ όλη την οικογένειά του και σ΄ όλους όσους παρευρίσκονταν εκεί στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Το χριστουγεννιάτικο έθιμο του χριστόψωμου στους Σαρακατσάνους
Οι Σαρακατσάνοι τσοπάνηδες φτιάχνουν δύο χριστόψωμα. Το πρώτο, το καλύτερο και με τα πιο πολλά κεντίδια, είναι για τον Χριστό για να τους »βοηθάει και να τους βλογάει». Πάνω του σκαλίζουν ένα μεγάλο σταυρό- φεγγάρι και πέντε λουλούδια. Το δεύτερο η τρανή χριστοκουλούρα ή ψωμί του Χριστού είναι για τα πρόβατα. Έτσι τα τιμά ο βοσκός και τα βλογά ο Χριστός. Στη χριστοκουλούρα παριστάνεται όλη η ζωή της στάνης, δηλαδή η μάντρα, τα πρόβατα, οι βοσκοί, κ.λ.π.
Μπουκουβάλα
Σε πολλά μέρη της Ηπείρου συνήθιζαν να φτιάχνουν τη Πρωτοχρονιάτικη πίτα αλμυρή και όχι γλυκιά. Μια από αυτές τις πίτες ήταν η μπουκουβάλα που έφτιαχναν στην Πρέβεζα, την Άρτα και τα Γιάννενα. Το όνομα της προέρχεται από τη βλάχικη λέξη bukuvala που σημαίνει μπουκιές ψωμιού ανακατεμένες στο τηγάνι με ζεστό λάδι, λίπος ή βούτυρο.
Το έθιμο του αναμμένου πουρναριού
Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, πρέπει να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού.
Ακόμη και στα Γιάννενα το ίδιο κάνουν. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους, αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!» Αυτή είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δε θ’ αφήσουν τ’ όνομα το πατρικό να σβήσει.
Τα καρύδια
Τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιχνίδι που παίζουν τα παιδιά. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ’ αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι.
Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.
Το κυνήγι τα Χριστούγεννα (Χωριά Έξω Μάνης)
Κατά τη διάρκεια της σαρακοστής τα περισσότερα παιδιά βγαίνανε κυνήγι. Τα βράδια, όταν το σούρουπο έπεφτε για καλά και το κρύο άρχιζε να τσούζει, παίρνανε το φακό και γυρίζανε στα χαλάσματα και στα σπήλια κοντά στο χωριό.
Στόχος τους οι γουργουγιάννηδες, τα μικρά πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θαμπώνανε με το φακό και τα πιάνανε. Αν ήταν πολύ ψηλά, τα χτυπούσανε με τις σφεντόνες. Η μάνα ή κάποια μεγάλη αδερφή, μετά από πολλή γκρίνια τους, τα καθάριζαν και τα πάστωναν. Τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα, για να τα φάνε τα Χριστούγεννα. Πολλά παιδιά μάζευαν είκοσι και περισσότερα πουλάκια και καμάρωναν για τις ... κυνηγετικές ικανότητες τους και για την σοδειά τους. Και όταν ζύγωναν οι γιορτές, άρχιζαν οι παραδοσιακές ετοιμασίες. Το σπίτι έπρεπε να βάλει τα γιορτινά του και όλο το χωριό να καθαριστεί και να ετοιμαστεί, για να υποδεχτεί τους ξενιτεμένους του που θα έρχονταν να κάνουν γιορτές με τους δικούς τους.
ΠΗΓΗ:http://users.sch.gr/aiasgr/Hthi_kai_ethima/Xristougenniatika_ethima/Hthi_kai_ethima_twn_Xristougennwn.htm
Το ελληνικό Δωδεκαήμερο
Στο λαϊκό εορτολόγιο η περίοδος από την παραμονή των Χριστουγέννων έως τα Θεοφάνια ονομάζεται "Δωδεκαήμερο" ή "Δωδεκάμερο". Τρεις μεγάλες γιορτές γιορτάζονται εκείνες τις μέρες. Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά και τα Φώτα.
Σε όλο αυτό το διάστημα, σε κάθε περιοχή της Ελλάδας, υπήρχαν διάφορα έθιμα που είχαν ως σκοπό τους να προαναγγείλουν τον ερχομό της άνοιξης, για να εξασφαλίζουν για όλους την ευτυχία και να τονώσουν το αίσθημα της θρησκείας και της οικογένειας.
Για να δώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα ότι η φύση θα προχωρήσει από την περίοδο του χειμώνα και το σκοτάδι στο ανοιξιάτικο φως και τη βλάστηση, στόλιζαν κάθε γωνιά του σπιτιού τους με κλαδιά από μυρτιά, μυρσίνη, δάφνη και ελιά.
Στα τζάκια των σπιτιών, νύχτα μέρα, είχαν συνέχεια αναμμένη τη φωτιά, για να μην πλησιάζουν οι Καλικάντζαροι, τα περίεργα ξωτικά, που πίστευαν πως κυκλοφορούσαν και πείραζαν τους ανθρώπους μιας και τα "νερά ήταν αβάπτιστα", ο Χριστός, δηλαδή, δεν είχε βαπτισθεί ακόμη.
Τα παιδιά έλεγαν κάλαντα με ευχές για τους νυκοκυραίους, ενώ οι νοικοκυρές έφτιαχναν γλυκίσματα.
Νυχτερινές ακολουθίες στην εκκλησία και οικογενειακές συγκεντρώσεις ενίσχυαν τους δεσμούς με τη θρησκεία και την οικογένεια.
Σε όλο αυτό το διάστημα, σε κάθε περιοχή της Ελλάδας, υπήρχαν διάφορα έθιμα που είχαν ως σκοπό τους να προαναγγείλουν τον ερχομό της άνοιξης, για να εξασφαλίζουν για όλους την ευτυχία και να τονώσουν το αίσθημα της θρησκείας και της οικογένειας.
Για να δώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα ότι η φύση θα προχωρήσει από την περίοδο του χειμώνα και το σκοτάδι στο ανοιξιάτικο φως και τη βλάστηση, στόλιζαν κάθε γωνιά του σπιτιού τους με κλαδιά από μυρτιά, μυρσίνη, δάφνη και ελιά.
Στα τζάκια των σπιτιών, νύχτα μέρα, είχαν συνέχεια αναμμένη τη φωτιά, για να μην πλησιάζουν οι Καλικάντζαροι, τα περίεργα ξωτικά, που πίστευαν πως κυκλοφορούσαν και πείραζαν τους ανθρώπους μιας και τα "νερά ήταν αβάπτιστα", ο Χριστός, δηλαδή, δεν είχε βαπτισθεί ακόμη.
Τα παιδιά έλεγαν κάλαντα με ευχές για τους νυκοκυραίους, ενώ οι νοικοκυρές έφτιαχναν γλυκίσματα.
Νυχτερινές ακολουθίες στην εκκλησία και οικογενειακές συγκεντρώσεις ενίσχυαν τους δεσμούς με τη θρησκεία και την οικογένεια.
Πηγή: "Το Ελληνικό Δωδεκαήμερο", εκπαιδευτικός φάκελος Μουσείου Μπενάκη
Έθιμα Δωδεκαήμερου
Γενικά, τα έθιμα στις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς προέρχονται από ένα συνδυασμό θρησκευτικών και λαϊκών παραδόσεων που γιορτάζονται κυρίως από τους χριστιανούς της Ευρώπης και της Αμερικής αλλά και από άλλους λαούς μη χριστιανικούς (Κινέζοι, Ιάπωνες κ.ά.).
Στην Ελλάδα συνδυάζονται διεθνή έθιμα, όπως ο Αϊ-Βασίλης και η υποδοχή του νέου έτους, με ελληνικά έθιμα, όπως το πρωτοχρονιάτικο ρόδι και ιστορίες με καλικάντζαρους.
Στην Ελλάδα συνδυάζονται διεθνή έθιμα, όπως ο Αϊ-Βασίλης και η υποδοχή του νέου έτους, με ελληνικά έθιμα, όπως το πρωτοχρονιάτικο ρόδι και ιστορίες με καλικάντζαρους.
Χριστουγεννιάτικα έθιμα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας
Έθιμα από τη Μακεδονία
Το "Χριστόξυλο"
Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας, τις παραμονές των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο και γερό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό είναι το Χριστόξυλο. Η νοικοκυρά έχει ήδη φροντίσει να καθαρίσει το σπίτι και ιδιαίτερα το τζάκι με μεγάλη προσοχή, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζει ακόμη και την καπνοδόχο του σπιτιού, ώστε να μη μπορέσουν να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως αναφέρεται στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο.
Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Κάθε οικογένεια, προσπαθεί να διατηρήσει αυτή τη φωτιά αναμμένη για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα, μέχρι τα Φώτα.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο.
Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Κάθε οικογένεια, προσπαθεί να διατηρήσει αυτή τη φωτιά αναμμένη για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα, μέχρι τα Φώτα.
Οι "Μωμόγεροι"
Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια ζώων -λύκων, τράγων ή άλλων- ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι, εμφανίζονται καθ' όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους: «Αρχή κάλαντα και αρχή του χρόνου, πάντα κάλαντα, πάντα του χρόνου».
Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.
Παραλλαγές του ίδιου εθίμου, συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.
Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.
Παραλλαγές του ίδιου εθίμου, συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.
Έθιμα από την Κεντρική Ελλάδα
Το τάισμα της βρύσης
Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων, στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας, γίνεται το λεγόμενο "τάισμα" της βρύσης. Οι κοπέλες του χωριού, λίγες ώρες πριν ξημερώσει Χριστούγεννα, πηγαίνουν στις βρύσες του χωριού και τις αλείφουν με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Μ' αυτή την κίνηση παίρνουν από τη βρύση το "αμίλητο" νερό.
Για να έχουν καλή σοδειά έφερναν στη βρύση βούτυρο, τυρί, ή ψημένο σιτάρι ή κλαδί ελιάς, ή όσπρια και φρόντιζαν να φτάσουν εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί, όπως έλεγαν, όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο.
Επιστρέφοντας στο σπίτι, οι γυναίκες, έφερναν το καινούργιο νερό, αφού πρώτα είχαν αδειάσει από τα βαρέλια τους το παλιό.
Η διαδικασία αυτή της μετάβασης και της επιστροφής στη βρύση, γίνεται σιωπηλά- για αυτό και ονομάστηκε αμίλητο νερό. Με το 'αμίλητο' νερό οι γυναίκες ραντίζουν τα σπίτια τους, για ευρωστία και καλή τύχη.
Για να έχουν καλή σοδειά έφερναν στη βρύση βούτυρο, τυρί, ή ψημένο σιτάρι ή κλαδί ελιάς, ή όσπρια και φρόντιζαν να φτάσουν εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί, όπως έλεγαν, όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο.
Επιστρέφοντας στο σπίτι, οι γυναίκες, έφερναν το καινούργιο νερό, αφού πρώτα είχαν αδειάσει από τα βαρέλια τους το παλιό.
Η διαδικασία αυτή της μετάβασης και της επιστροφής στη βρύση, γίνεται σιωπηλά- για αυτό και ονομάστηκε αμίλητο νερό. Με το 'αμίλητο' νερό οι γυναίκες ραντίζουν τα σπίτια τους, για ευρωστία και καλή τύχη.
Κλωνάρια στο τζάκι
Στη Θεσσαλία, τα νεαρά κορίτσια και αγόρια, επιστρέφοντας στο σπίτι από την εκκλησία, τοποθετούν δίπλα στο αναμμένο τζάκι μικρά κλαδιά δέντρων, που αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες. Κλαδιά κέδρου για τα κορίτσια και αγριοκερασιάς για τα αγόρια.
Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά, αφού το κλαδί που θα καεί πρώτο αντιπροσωπεύει καλούς οιωνούς για τον κάτοχό του. Συγκεκριμένα, πιστεύεται ότι το άτομο, του οποίου το κλαδί κάηκε πρώτο, θα είναι και το πρώτο που θα παντρευτεί.
Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά, αφού το κλαδί που θα καεί πρώτο αντιπροσωπεύει καλούς οιωνούς για τον κάτοχό του. Συγκεκριμένα, πιστεύεται ότι το άτομο, του οποίου το κλαδί κάηκε πρώτο, θα είναι και το πρώτο που θα παντρευτεί.
Έθιμα από την Κρήτη
Το Χριστόψωμο
Το Χριστόψωμο είναι το ψωμί που φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή, τις παραμονές των Χριστουγέννων. Αποτελούν το ψωμί στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι και το ευλογημένο, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το ζύμωμά του αποτελεί μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούνται ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα ενώ κατά το ζύμωμα οι γυναίκες τραγουδούν: "Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει".
Αρχικά πλάθουν το ζυμάρι και παίρνοντας τη μισή από τη ζύμη φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη μισή φτιάχνουν με λωρίδες έναν σταυρό. Στο κέντρο του σταυρού βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Την υπόλοιπη επιφάνεια τη διακοσμούν με διάφορα σχήματα, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς, ή πουλιά. Η διακόσμηση αυτή τονίζει το σκοπό του χριστόψωμου και εκφράζει τις προσδοκίες των πιστών για καλή σοδειά και παραγωγή των ζώων.
Την ημέρα των Χριστουγέννων, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος, ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σ' όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Πολλοί παρομοιάζουν τη διαδικασία αυτή, με το μυστήριο της Θείας κοινωνίας.
Το έθιμο του Χριστόψωμου διατηρείται σε ελάχιστα μέρη της Ελλάδας και κυρίως στην Κρήτη. Αποτελεί μια συνήθεια βαθιά ριζωμένη και θεωρείται έργο θείο και έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Κατά τόπους, το συναντάμε σε παραλλαγές μορφών ή ονομασιών όπως: "το ψωμί του Χριστού", "Σταυροί", "βλάχες" κ.ά.
Αρχικά πλάθουν το ζυμάρι και παίρνοντας τη μισή από τη ζύμη φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη μισή φτιάχνουν με λωρίδες έναν σταυρό. Στο κέντρο του σταυρού βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Την υπόλοιπη επιφάνεια τη διακοσμούν με διάφορα σχήματα, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς, ή πουλιά. Η διακόσμηση αυτή τονίζει το σκοπό του χριστόψωμου και εκφράζει τις προσδοκίες των πιστών για καλή σοδειά και παραγωγή των ζώων.
Την ημέρα των Χριστουγέννων, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος, ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σ' όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Πολλοί παρομοιάζουν τη διαδικασία αυτή, με το μυστήριο της Θείας κοινωνίας.
Το έθιμο του Χριστόψωμου διατηρείται σε ελάχιστα μέρη της Ελλάδας και κυρίως στην Κρήτη. Αποτελεί μια συνήθεια βαθιά ριζωμένη και θεωρείται έργο θείο και έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Κατά τόπους, το συναντάμε σε παραλλαγές μορφών ή ονομασιών όπως: "το ψωμί του Χριστού", "Σταυροί", "βλάχες" κ.ά.
Έθιμα από την Ήπειρο
Τα καρύδια
Τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο. Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή. Πάνω σ' αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά.
Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι.
Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.
Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός, και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι.
Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.
Πηγή: http://news.pathfinder.gr/culture
Κι άλλα έθιμα...
Το γκι
Αλλιώς, λέγεται και ιξός, ή Άγιο δέντρο. Ο απλός λαός μας το λέει συνήθως Αγκάθι του Χριστού.
Σύμφωνα με ένα μύθο το γκι φύτρωσε για πρώτη φορά όταν ο Χριστός βάδισε στη γη. Τα αγκαθωτά φύλλα και οι κόκκινοι καρποί του συμβολίζουν τα μαρτύρια που πέρασε. Το γκι συνηθίζεται να το κρεμάμε πάνω από την πόρτα. Πάνω στο φύλλωμά του λένε πως έχει την ιδιότητα να συγκεντρώνει τα κακά πνεύματα. |
Οι χριστουγεννιάτικες κάλτσες
Οι κάλτσες κρέμονταν από την καμινάδα με την ελπίδα ότι θα περάσει και από κει ο Άγιος Βασίλης.
Υπήρχε κάποτε ένας ευγενικός και καλόκαρδος κύριος όπου η γυναίκα του είχε πεθάνει από βαριά αρρώστια και τον είχε αφήσει απογοητευμένο με τρεις κόρες να μεγαλώσει. Μετά που έχασε όλα του τα χρήματα σε ανώφελες και κακές επενδύσεις, η οικογένειά του χρειάστηκε να μετακομίσει σε μια χωριάτικη καλύβα, ενώ οι τρεις του κόρες έκαναν μόνες τους το μαγείρεμα, το ράψιμο και το καθάρισμα του σπιτιού.
Όταν ήρθε ο καιρός να παντρευτούν οι κόρες, ο πατέρας έπεσε σε μεγαλύτερη θλίψη εφόσον οι κόρες του δεν θα έβρισκαν να παντρευτούν χωρίς προίκα και χρήματα για να δώσουν στην νέα οικογένεια του συζύγου τους.
Μία νύχτα, μετά που οι κόρες είχαν πλύνει και απλώσει τα ρούχα τους και τις κάλτσες τους στο τζάκι για να στεγνώσουν, έπεσαν για ύπνο.
Ο Άγιος Βασίλης γνώριζε την απόγνωση και την ατυχία του πατέρα και σταμάτησε στο σπίτι του.Κοίταξε μέσα από το παράθυρο και είδε ότι η οικογένεια είχε πέσει για ύπνο. Είδε τις κάλτσες των κοριτσιών που κρέμονταν στο τζάκι. Πήρε από το πουγκί του τρία μικρότερα πουγκιά με χρυσό και τα πέταξε με προσοχή από την καμινάδα έτσι ώστε να πέσουν μέσα στις κάλτσες. Το επόμενο πρωί που ξύπνησαν οι κόρες, βρήκαν για μεγάλη τους έκπληξη τις κάλτσες τους να περιέχουν χρυσάφι. Έτσι ο ευγενής πατέρας τους θα κατάφερνε να δει τις κόρες του να ζουν.
Τα παιδιά όλου του κόσμου συνέχισαν την παράδοση να κρεμούν κάλτσες τα Χριστούγεννα στο τζάκι τους με την ελπίδα να τους τις γεμίσει ο Άγιος Βασίλης.
Υπήρχε κάποτε ένας ευγενικός και καλόκαρδος κύριος όπου η γυναίκα του είχε πεθάνει από βαριά αρρώστια και τον είχε αφήσει απογοητευμένο με τρεις κόρες να μεγαλώσει. Μετά που έχασε όλα του τα χρήματα σε ανώφελες και κακές επενδύσεις, η οικογένειά του χρειάστηκε να μετακομίσει σε μια χωριάτικη καλύβα, ενώ οι τρεις του κόρες έκαναν μόνες τους το μαγείρεμα, το ράψιμο και το καθάρισμα του σπιτιού.
Όταν ήρθε ο καιρός να παντρευτούν οι κόρες, ο πατέρας έπεσε σε μεγαλύτερη θλίψη εφόσον οι κόρες του δεν θα έβρισκαν να παντρευτούν χωρίς προίκα και χρήματα για να δώσουν στην νέα οικογένεια του συζύγου τους.
Μία νύχτα, μετά που οι κόρες είχαν πλύνει και απλώσει τα ρούχα τους και τις κάλτσες τους στο τζάκι για να στεγνώσουν, έπεσαν για ύπνο.
Ο Άγιος Βασίλης γνώριζε την απόγνωση και την ατυχία του πατέρα και σταμάτησε στο σπίτι του.Κοίταξε μέσα από το παράθυρο και είδε ότι η οικογένεια είχε πέσει για ύπνο. Είδε τις κάλτσες των κοριτσιών που κρέμονταν στο τζάκι. Πήρε από το πουγκί του τρία μικρότερα πουγκιά με χρυσό και τα πέταξε με προσοχή από την καμινάδα έτσι ώστε να πέσουν μέσα στις κάλτσες. Το επόμενο πρωί που ξύπνησαν οι κόρες, βρήκαν για μεγάλη τους έκπληξη τις κάλτσες τους να περιέχουν χρυσάφι. Έτσι ο ευγενής πατέρας τους θα κατάφερνε να δει τις κόρες του να ζουν.
Τα παιδιά όλου του κόσμου συνέχισαν την παράδοση να κρεμούν κάλτσες τα Χριστούγεννα στο τζάκι τους με την ελπίδα να τους τις γεμίσει ο Άγιος Βασίλης.
Στη Γαλλία τα παιδιά τις βάζουν δίπλα στο τζάκι, ενώ στην Ολλανδία τις γεμίζουν με άχυρο και καρό
τα για τα ελαφάκια του Άγιου Βασίλη. Στην Ουγγαρία τα παιδιά γυαλίζουν τα παπούτσια τους πριν τα βάλουν δίπλα στο τζάκι ή το παράθυ ρο. Στην Ιταλία τα παιδιά αφήνουν τα παπούτσια τους έξω κατά τα Θεοφάνια, για να τα βρει η καλή μάγισσα. Και τέλος, στο Πουέρτο Ρίκο τα παιδιά βάζουν κάτω από τα κρεβάτια τους πρασινάδα και λουλούδια για τις καμήλες των τριών Μάγων. |
Πηγή
: paidika.gr
: paidika.gr
Ο "δικός μας" Άη-Βασίλης
Μικρασιάτης, μελαχρινός, αδύνατος, γελαστός με μαύρα γένια και καμαρωτά φρύδια. Ντυμένος
σαν βυζαντινός πεζοπόρος, με σκουφί και πέδιλα. Στο χέρι του κρατούσε ένα ραβδί. Αυτή είναι η περιγραφή του Άη-Βασίλη σύμφωνα με την ελληνική παράδοση και όχι καλοανα θρεμμένος, που φοράει γούνα, έχει κάτασπρα γένια, φθάνει με ένα έλκηθρο που το σέρνουν ελάφια και κατεβαίνει από την καμινάδα φέρνοντας δώρα στα μικρά παιδιά. Ο δεύτερο έφτασε στην Ελ λάδα από την Ευρώπη όπου μετονομάστηκε, ίσως και λίγο αυθαίρετα. Από Santa Claus ή Pere Noel με το έλκηθρο έγινε Άγιος Βασίλης. Κι όμως. Ο δικός μας Άγιος Βασίλης "ξεκινούσε σαν μεσαιωνικός πεζοπόρος, αμέσως ύ στερα από τα Χριστούγεννα, με το ραβδί στο χέρι, και περνούσε απ' τους διάφορους τόπους, καλό βολος πάντα και κουβεντιαστής με όσους συναντούσε", γράφει ο καθηγητής Λαογρα φίας Δημήτρης Λουκάτος, στο βιβλίο του "Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών" των εκδόσε ων Φιλιππότη, το οποίο συνέστησε η λαογράφος Πόπη Ζώρα. Και συνεχίζει: "Δεν κρατούσε κοφίνι στην πλάτη του ούτε σακί φορωμένο με δώρα. Εκείνο που έφερνε στους ανθρώπους ήταν περισσότερο συμβολικό: η καλή τύχη ιδιαίτερα και η ιερατική ευλογία του. Το μόνο κάπως συγκε κριμένο ήταν το "μαγικό" ραβδί του, απ' όπου με θαυμαστό τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευ αν κλαδιά και πέρδικες, σύμβολα των αντίστοιχων δώρων, που θα μπορούσε να μοιράσει στους ευνοουμένους του". |
Η περίπτωση αυτού του αγίου είναι περίεργη. Παρά την ανώτερη θέση του
στην Ορθοδοξία, στην αντίληψη του λαού έμεινε σαν ένας ανθρώπινος ά γιος που ζει και περπατά ανάμεσά μας. Σαν ένας επισκέπτης που φέρνει τύ χη. Το περίεργο και αντιφατικό είναι ότι ενώ ζούσε, δεν έπαψε να μιλάει και να γράφει κατά της αστρολογίας, των οιωνών, των δεισιδαιμονιών και της ονειρομαντίας. Όλα δηλαδή όσα γίνονται την ημέρα που τον γιορ τάζουμε. "Όλα όμως είναι συμπτωματικά", συνεχίζει ο μελετητής. "Είναι γεγονός ότι, αν ο Ιεράρχης Βασίλειος δεν πέθαινε την 1η Ιανουαρίου του 379, τότε κάποιος άλλος θα έπαιρνε τη θέση του". |
Την Πρωτοχρονιά τα παιδιά περιμένουν αυτόν τον Άγιο Βασίλη. Οι μεγαλύτεροι περιμένουν
την ώρα που θα κόψουν τη βασιλόπιτα. Ένα έθιμο που έρχεται από τα βάθη των αιώνων. Η πιο ελκυστική και ενδιαφέρουσα παράδοση θυμίζει έντονα την πλοκή ενός μύθου. Τη δημοσίευ σε το 1904 στο περιοδικό "Ξενοφάνης" ο καθηγητής της Μέσης Σχολής Φαίδων Κουκουλές: Ό ταν ο Άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισάρεια, ο τότε Έπαρχος της Καππαδοκίας πή γε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν από τον ποιμενάρχη τους να τους προστατέψει. |
Αυτός τους προέτρεψε να φέρουν όλοι ό,τι πολυτιμότερο αντικείμενο είχαν. Μάζεψαν πολλά δώ
ρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Η εμφάνιση και η πειθώ
του Μ. Βασιλείου καταπράυνε τον Έπαρχο, ο οποίος δε θέλησε να πάρει τελικά τα δώρα. Γύρι
σαν πίσω χαρούμενοι και ο Άγιος Βασίλειος προσπάθησε να τους μοιράσει τα αντικείμενα.
Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος, γιατί πολλοί είχαν προσφέρει πολλά όμοια κοσμήματα
και νομίσματα. Τότε, ο Δεσπότης τούς διέταξε να φτιάξουν το απόγευμα του Σαββάτου πίτες και
να βάλουν μέσα σε κάθε μία από ένα αντικείμενο. Την επομένη τούς τις μοίρασε και σαν από θαύ
μα κάθε ένας βρήκε μέσα στην πίτα που πήρε αυτό που είχε προσφέρει...
ρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Η εμφάνιση και η πειθώ
του Μ. Βασιλείου καταπράυνε τον Έπαρχο, ο οποίος δε θέλησε να πάρει τελικά τα δώρα. Γύρι
σαν πίσω χαρούμενοι και ο Άγιος Βασίλειος προσπάθησε να τους μοιράσει τα αντικείμενα.
Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος, γιατί πολλοί είχαν προσφέρει πολλά όμοια κοσμήματα
και νομίσματα. Τότε, ο Δεσπότης τούς διέταξε να φτιάξουν το απόγευμα του Σαββάτου πίτες και
να βάλουν μέσα σε κάθε μία από ένα αντικείμενο. Την επομένη τούς τις μοίρασε και σαν από θαύ
μα κάθε ένας βρήκε μέσα στην πίτα που πήρε αυτό που είχε προσφέρει...
Σπύρος Δημητρέ
λης
"ΤΑ ΝΕΑ", 31/12/
1994
λης
"ΤΑ ΝΕΑ", 31/12/
1994