Ιστορία της τέχνης
Ως ιστορία της τέχνης είναι γνωστός ο κλάδος των ανθρωπιστικών επιστημών που ασχολείται με την επιστημονική μελέτη και έρευνα των τεχνών, ιδιαίτερα των εικαστικών, στην ιστορική εξέλιξή τους. Από γεωγραφικής και χρονολογικής άποψης, το αντικείμενο της ιστορίας της τέχνης εκτείνεται θεωρητικά σε ολόκληρο τον κόσμο από την απώτερη προϊστορία ως σήμερα, στην ακαδημαϊκή πράξη όμως ο κλάδος έχει δώσει περισσότερο βάρος στην τέχνη της Δύσης από τον Μεσαίωνα και μετά αφήνοντας τη μελέτη άλλων περιοχών και περιόδων στην αρμοδιότητα συγκεκριμένων ειδικεύσεων της αρχαιολογίας, της πολιτισμικής ανθρωπολογίας και της εθνολογίας. Ειδολογικά, η ιστορία της τέχνης ενδιαφέρεται περισσότερο για συγκεκριμένα προϊόντα της ανθρώπινης δημιουργικότητας, που αξιολογούνται ως έργα τέχνης, παρά για καθημερινά ή χρηστικά είδη του υλικού πολιτισμού χωρίς αισθητική αξία. Από μεθοδολογικής άποψης, τέλος, η ιστορία τέχνης προσεγγίζει την τεχνική, την τεχνοτροπία και το περιεχόμενο των έργων τέχνης μελετώντας και σχετικές γραπτές μαρτυρίες για να σκιαγραφήσει την καλλιτεχνική προσωπικότητα των δημιουργών τους και να φωτίσει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες παράχθηκαν, χρησιμοποιήθηκαν και δέχτηκαν ή άσκησαν επιρροή στον ιστορικό περίγυρό τους και σε άλλα έργα τέχνης.
Προϊστορία
Η προϊστορική τέχνη αναπτύχθηκε από πρωτόγονους ανθρώπους από την Εποχή του Λίθου (Ανώτερη Παλαιολιθική, Μεσολιθική και Νεολιθική) έως την Εποχή του Σιδήρου, περιόδους όπου εμφανίστηκαν οι πρώτες εκδηλώσεις από τους Homo sapiens που θα μπορούσαν να θεωρηθούν καλλιτεχνικές. Κατά την παλαιολιθική περίοδο (50.000-10.000 π.Χ.), τα ανθρώπινα όντα συντηρούνταν κυρίως με το κυνήγι και τη συλλογή και ζούσαν σε σπηλιές, σε μερικές από τις οποίες ανέπτυξαν τη λεγόμενη ζωγραφική σπηλαίου. Μετά από μια περίοδο μετάβασης (Μεσολιθική, 10.000-7.000 π.Χ.), στη Νεολιθική (7.000-3.500 π.Χ.) ο άνθρωπος πέρασε σε καθιστικό τρόπο ζωής και αφοσιώθηκε στη γεωργία, με όλο και πιο πολύπλοκες κοινωνίες όπου η θρησκεία αποκτούσε σημασία, και άρχισε η παραγωγή των χειροτεχνιών. Στη λεγόμενη Εποχή του Σιδήρου (1.600-600 π.Χ.), εμφανίστηκαν οι πρώτοι πρωτοϊστορικοί πολιτισμοί.
Παλαιολιθική περίοδος
Οι πρώτες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις προέρχονται από τους Homo neanderthalensis (Νεάτερνταλ), πριν από περίπου 65.000 χρόνια.[1] Τα περισσότερα ευρήματα, ωστόσο, είναι από την Ανώτερη Παλαιολιθική περίπου το 40.000 π.Χ. και ανήκουν στους Homo sapiens,[2] τα οποία έφτασαν στο απόγειό τους κατά τη διάρκεια της μαγδαλένιας περιόδου (± 15.000–8.000 π.Χ.).[3] Τα πρώτα ίχνη ανθρωπογενών αντικειμένων εμφανίζονται στη νότια Αφρική, τη δυτική Μεσόγειο, την κεντρική και την ανατολική Ευρώπη (Αδριατική θάλασσα), τη Σιβηρία (λίμνη Βαϊκάλη), την Ινδία και την Αυστραλία. Αυτά τα πρώτα απομεινάρια είναι γενικά επεξεργασμένα σκεύη από πέτρα (πυριτόλιθο, οψιανό) ή κόκαλο ή ξύλο. Για τη ζωγραφική είχε χρησιμοποιηθεί κόκκινο οξείδιο του σιδήρου, μαύρο οξείδιο του μαγγανίου και ώχρα από πηλό.[4] Το κύριο εκφραστικό μέσο ήταν η ζωγραφική σε βράχο, που αναπτύχθηκε κυρίως στην περιοχή της Γαλλοκανταβριανής: είναι πίνακες μαγευτικής-θρησκευτικής φύσεως, σε σπηλιές, ρεαλιστικής προσέγγισης, με αναπαράσταση ζώων, στις σπηλιές Αλταμίρα, Τίτο Μπουστίγιο, Τρουά Φρερ, Σωβέ και Λασκώ. Στη γλυπτική, ξεχωρίζει η λεγόμενη Αφροδίτη, γυναικεία αναπαράσταση που σίγουρα χρησίμευε ως λατρευτικό μέσο της γονιμότητας, αναδεικνύοντας την Αφροδίτη του Βίλλεντορφ. Άλλα αντιπροσωπευτικά έργα αυτής της εποχής είναι ο λεγόμενος άνθρωπος του Μπρνο, το μαμούθ του Φόγκελχερντ και η κυρία του Μπρασανπουί.[5][6]
Κατά τη διάρκεια των προϊστορικών χρόνων προέκυψαν οι πρώτες στοιχειώδεις μορφές μουσικής και χορού: διάφορα φυσικά φαινόμενα και η διαμόρφωση της ίδιας της ανθρώπινης φωνής έκαναν τον πρωτόγονο άνθρωπο να δει ότι υπήρχαν ήχοι αρμονικοί και μελωδικοί και ότι επηρέαζαν τα συναισθήματα, την ψυχική κατάσταση των ατόμων. Ταυτόχρονα, ο χορός, η ρυθμική κίνηση, ήταν μια μορφή σωματικής επικοινωνίας που χρησίμευε για την έκφραση συναισθημάτων ή την τελετουργία σημαντικών γεγονότων (γεννήσεις, θάνατοι, γάμοι). Αρχικά, η μουσική και ο χορός είχαν ένα τελετουργικό στοιχείο, και χρησιμοποιούνταν σε τελετές γονιμότητας, κυνηγιού ή πολέμου ή τελετές θρησκευτικής φύσεως. Σύντομα ο άνθρωπος έμαθε να χρησιμοποιεί υποτυπώδη αντικείμενα (κόκαλα, καλάμια, κορμούς, κελύφη) για να παράγει ήχους, ενώ η ίδια η αναπνοή και ο καρδιακός παλμός χρησίμευαν για να δώσουν έναν πρώτο ρυθμό στον χορό.[7]
Νεολιθική περίοδος
Αυτή η περίοδος - ξεκίνησε περίπου το 8.000 π.Χ. στην Εγγύς Ανατολή - εμπερικλείει μια βαθιά μεταμόρφωση για τον αρχαίο άνθρωπο, ο οποίος υιοθέτησε την καθιστική ζωή και αφιερώθηκε στη γεωργία και στην κτηνοτροφία, ενώ αναδύθηκαν νέες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης και αναπτύχθηκε η θρησκεία. Στη λεβαντική ζωγραφική - χρονολογημένη μεταξύ της Μεσολιθικής και της Νεολιθικής - η ανθρώπινη μορφή αποδόθηκε, πολύ σχηματοποιημένη, με αξιοσημείωτο παράδειγμα το Ρόκα δε λος Μόρος στο Ελ Κογκούλ της Ισπανίας. Αυτός ο τύπος ζωγραφικής εμφανίστηκε επίσης στη Βόρεια Αφρική (Άτλας, Σαχάρα) και στην περιοχή της σημερινής Ζιμπάμπουε. Η νεολιθική ζωγραφική ήταν παλιότερα σχηματική, μειωμένη σε βασικές γραμμές (ο άντρας σε σχήμα σταυρού, η γυναίκα σε τριγωνικό σχήμα). Αξιοσημείωτες είναι επίσης οι ζωγραφιές σπηλαίων του ποταμού Πιντούρας στην Αργεντινή, ειδικά το Σπήλαιο των χεριών. Στη φορητή τέχνη, παρήχθη η λεγόμενη καρυδική κεραμική, διακοσμημένη με εντυπώσεις από κοχύλια και εμφανίστηκε η κλωστοϋφαντουργία. Κατασκευάστηκαν νέα υλικά όπως κεχριμπάρι, κρύσταλλος, χαλαζίας, ίασπις κ.λπ. Εκείνη την εποχή εμφανίστηκαν τα πρώτα κατάλοιπα οικισμών με πολεοδομικά σχέδια, όπως αποτυπώνονται στα ερείπια που βρέθηκαν στο Τελ ας-Σουλτάν (Ιεριχώ), Γιάρμο (Ιράκ) και Τσαταλχογιούκ (Τουρκία).[9]
Εποχή του Σιδήρου
Η τελευταία προϊστορική φάση είναι η λεγόμενη Εποχή του Σιδήρου, αφού η χρήση στοιχείων όπως ο χαλκός, το κρατέρωμα και ο σίδηρος προκάλεσαν έναν μεγάλο υλικό μετασχηματισμό για αυτές τις αρχαίες κοινωνίες. Στη λεγόμενη Χαλκολιθική (3.500-1.500 π. Χ) προέκυψε ο μεγαλιθισμός, ο οποίος εμπεριείχε ταφικά μνημεία σε πέτρα, όπως το ντολμέν και το μενίρ, ή το αγγλικό κρόμλεχ, ή το υπέροχο μνημείο του Στόουνχεντζ. Στην Ισπανία, δημιουργήθηκε ο πολιτισμός Λος Μιγιάρες (ισπ. Los Millares, μτφ. Οι Χιλιάδες), που χαρακτηρίζεται από κεραμική σε σχήμα καμπάνας και ανθρώπινες αναπαραστάσεις σχηματικών μορφών με μεγάλα μάτια. Στη Μάλτα ξεχώρισε η ομάδα των ναών της Μουντάντρα, της Ταρξιέν και της Γκαντάτζια. Στις Βαλεαρίδες Νήσους αναπτύχθηκε μια αξιοσημείωτη μεγαλιθική κουλτούρα, με διαφορετικούς τύπους μνημείων: η ναβέτα, ένας τάφος σε σχήμα περικομμένης πυραμίδας, με επιμήκη ταφικό θάλαμο, η ταούλα (καταλ. τραπέζι), δύο μεγάλες πέτρες τοποθετημένες η μία κάθετα και η άλλη οριζόντια στην κορυφή, και το ταλαγιότ (καταλ. μικρή σκοπιά), πύργος με θάλαμο καλυμμένο με ψεύτικο τρούλο.[10]
Στην Εποχή του Σιδήρου ξεχώρισαν οι πολιτισμοί Χάλστατ (Αυστρία) και Λα Τεν (Ελβετία). Ο πολιτισμός Χάλστατ αναπτύχθηκε μεταξύ του όγδοου με πέμπτου αιώνα π.Χ. Χαρακτηρίζεται από νεκροπόλεις με τάφους τύμβους, με ξύλινο ταφικό θάλαμο σε σχήμα σπιτιού, συχνά συνοδευόμενο από τετράτροχο κάρο. Η κεραμική είναι πολύχρωμη, με γεωμετρικές διακοσμήσεις και εφαρμογές μεταλλικών διακοσμητικών. Ο πολιτισμός Λα Τεν αναπτύχθηκε μεταξύ του πέμπτου και πρώτου αιώνα π.Χ. και συνδέεται με τον κελτικό πολιτισμό. Ξεχώρισε για τα σιδερένια αντικείμενά του (σπαθιά, δόρατα, ασπίδες, fibulae), με διάφορα στάδια εξέλιξης (Λα Τεν I, II και III), και στο τέλος αυτής της εποχής δέχθηκε ελληνικές, ετρουσκικές και σκυθικές επιρροές.[9]
Προϊστορική τέχνη
Με τον όρο προϊστορική εννοούμε την τέχνη που αναπτύχθηκε κατά τους προϊστορικούς χρόνους. Είναι φυσικό, λοιπόν να αναπτύσσεται μια ασταθής εικόνα για το τι θεωρείται προϊστορικό, εφόσον η προϊστορική εποχή δεν είναι απόλυτα καθοριστέα και διαφέρει χρονολογικά από ήπειρο σε ήπειρο, ενίοτε από περιοχή σε περιοχή, εφόσον ως θεμέλιος λίθος του εννοιολογικού πλαισίου που καθορίζει μια αρχαιολογική περίοδο είναι το εργαλείο μέσα από τις ποικίλες μεταμορφώσεις του.
Προϊστορικός νατουραλισμός
Ωστόσο, φαίνεται πως το καλλιτεχνικό ένστικτο, όπως και το θρησκευτικό, καλλιεργήθηκαν πολύ νωρίς στο ανθρώπινο είδος. Συνδέοντας την μαγεία με τον νατουραλισμό, ο Άρνολντ Χάουζερ (Arnold Hauser) θεωρεί ότι ο παλαιολιθικός νατουραλισμός πέρα από το γεγονός ότι υποδεικνύει την άμεση και ζωτική σχέση του ανθρώπου με τη φύση, επιβεβαιώνει την εικόνα ως μέρος του τεχνητού μηχανισμού της συμπαθητικής μαγείας που παγιδεύει το θήραμα για χάρη του κυνηγού. Τούτη η μαγική σχέση -άσχετη με οποιοδήποτε άλλο είδος μαγείας γνωρίζουμε σήμερα- θα επιβιώσει και στην ιστορική εποχή μέσα από μύθους και θρύλους για τη σχέση των καλλιτεχνών και των δημιουργημάτων τους, (βλ. Πυγμαλίων)
Η τέχνη, λοιπόν, στην προϊστορία βρίσκεται στην υπηρεσία της ζωής και ως τέτοια είναι γεμάτη με τη φρεσκάδα και τη δύναμη που έχει η ίδια η ζωή. Για να μπορέσουμε να την παρακολουθήσουμε όμως χρειάζεται να επιλέξουμε έναν χρονολογικό οδηγό, που στην προκειμένη περίπτωση θα μας καθοδηγήσει σε μια γενική εικόνα της καλλιτεχνικής ανάπτυξης -έτσι τουλάχιστον όπως τη γνωρίζουμε σήμερα μέσω των αρχαιολογικών ανακαλύψεων.
Χρονολογικός οδηγός
Σε γενικές γραμμές η περιοδολόγηση της τέχνης για την Προϊστορία ακολουθεί τον εξής γενικά αποδεκτό κανόνα:
- 30.000 - 10.000 Π.Κ.Ε.: Παλαιολιθική περίοδος. (Βραχογραφίες, ζωγραφική των σπηλαίων και ειδώλια).
- 10.000 - 8000 Π.Κ.Ε.: Μεσολιθική περίοδος. (Κυνηγετική και καλλιεργητική θεματική. Χρήση ζωικού λίπους και γαιωδών υλικών).
- 8000 - 3000 Π.Κ.Ε.: Νεολιθική περίοδος. Απλά αρχιτεκτονικά οικοδομήματα και κτίσματα. Εισαγωγή του κεραμεικού διάκοσμου.
Βιβλιογραφία
- Arnold Hauser, Κοινωνική ιστορία της τέχνης, τομ. 1, Κάλβος, Αθήνα 1985.