ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ : Θεωρία -Παραδείγματα
Περίληψη γραπτού Λόγου
- Τι είναι η περίληψη;
Είναι η συνοπτική και περιεκτική απόδοση, σε συνεχή λόγο, ενός κειμένου. Είναι ένα νέο κείμενο, που, χωρίς να προδίδει το αρχικό, περιλαμβάνει τα σημαντικότερα σημεία του, κατάλληλα συνδεδεμένα.
- Η έκταση της περίληψης
Συνήθως είναι το 1/3 του αρχικού κειμένου. Στις εξετάσεις, ο αριθμός των λέξεων καθορίζεται. Δεν πρέπει να υπερβαίνουμε το όριο πάνω από 15-20 λέξεις.
Ι. Η εκτενής περίληψη βασίζεται:
• Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.
• Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.
• Στις σημαντικές λεπτομέρειες της κάθε παραγράφου.
II. Η συνοπτική περίληψη βασίζεται:
-Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.
• Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.
ΙΠ. Η πολύ σύντομη περίληψη βασίζεται:
• Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.
• Στους πλαγιότιτλους των ευρύτερων ενοτήτων.
Πορεία σύνθεσης μιας περίληψης:
1) Διαβάζουμε προσεκτικά το κείμενο που μας δόθηκε και προσπαθούμε να συλλάβουμε το θεματικό/νοηματικό του κέντρο . Στη συνέχεια καταγράφουμε το θεματικό κέντρο που εντοπίσαμε στο πρόχειρό μας ,διότι αυτό μπορεί να αποτελέσει στη συνέχεια ακόμη και τη θεματική περίοδο της περίληψής μας ,αν βέβαια επιλέξουμε την παραγωγική μέθοδο ανάπτυξης. Στην προσπάθεια εντοπισμού του θεματικού κέντρου του κειμένου, θα μας βοηθήσει και ο τίτλος του ,αν υπάρχει.
2) Εργαζόμαστε ανά παράγραφο εντοπίζοντας τα μέρη της (θεματική περίοδος, λεπτομέρειες ,πρόταση- κατακλείδα ) και υπογραμμίζουμε τιςλέξεις -κλειδιά ή τις φράσεις-κλειδιά. Οι λέξεις (ή φράσεις κατά περίπτωση) αυτές αποδίδουν τα βασικά στοιχεία -θέσεις , απόψεις, σκέψεις κ.ά. – του συγγραφέα.
Ένας τρόπος για να καταλάβουμε ότι έχουμε υπογραμμίσει τις σωστές λέξεις -κλειδιά, είναι να τις διαβάσουμε τη μια μετά την άλλη, μετά την υπογράμμισή τους ,απομονωμένες δηλαδή από το υπόλοιπο γλωσσικό περιβάλλον της παραγράφου. Αν αποδίδουν το βασικό νόημα της παραγράφου, τότε οι επιλογές μας είναι σωστές ή τουλάχιστον ικανοποιητικές . Η επιλογή τους επίσης, είναι αυστηρή και θα πρέπει να αποφεύγεται η κατά…βούληση υπογράμμιση . Ανάλογα πάντως με το κείμενο και με οδηγό τη συλλογιστική πορεία του συγγραφέα ,μπορούμε να τις εντοπίσουμε υποβάλλοντας σύντομα ερωτήματα του τύπου : ποιος, πού ,πότε, τί , πώς ,γιατί, με ποιο σκοπό , με ποιο αποτέλεσμα ,με ποια προϋπόθεση κ.ο.κ.
3) Στη συνέχεια , «κρατάμε» σημειώσεις από κάθε παράγραφο ή νοηματική ενότητα χωριστά, χρησιμοποιώντας τις λέξεις -κλειδιά ως οδηγό ή καταγράφουμε τον πλαγιότιτλο της παραγράφου ή της θεματικής ενότητας.
- Για να γίνει αυτό ευκολότερα , χρησιμοποιούμε ως υποκείμενο της σημείωσης τη σημαντικότερη νοηματικά έννοια (την έννοια με τη βαρύνουσα σημασία) που υπογραμμίσαμε και συνήθως –αλλά όχι πάντα-βρίσκεται στη θεματική περίοδο της παραγράφου.
Οι σημειώσεις αυτές θα αποτελέσουν το βασικό υλικό της περίληψής μας ,σε συνδυασμό βέβαια και με το θεματικό κέντρο που ήδη έχουμε εντοπίσει και καταγράψει .
4) Συνθέτουμε και γράφουμε την περίληψη με δικά μας λόγια,χρησιμοποιώντας το θεματικό κέντρο, τις λέξεις -κλειδιά ,τις σημειώσεις που κρατήσαμε από κάθε παράγραφο ή θεματική ενότητα ή τους πλαγιότιτλους που έχουμε καταγράψει . Η σύνδεση αυτών των συστατικών μερών γίνεται με τηχρήση διαρθρωτικών λέξεων ,που στοχεύουν στο δέσιμο μεταξύ τους των μερών της περίληψης.
- Η περίληψη γράφεται στο πλαίσιο μιας εκτενούς παραγράφου και για το λόγο αυτό έχει τη δομή μιας κανονικής παραγράφου. Η θεματική περίοδος αντιστοιχεί στο θεματικό/ νοηματικό κέντρο της περίληψης , οι λεπτομέρειες αντιστοιχούν στις σημειώσεις ή τους πλαγιότιτλους και η πρόταση-κατακλείδα αντιστοιχεί στο συμπέρασμα που ενδεχομένως καταλήγει ο συγγραφέας του κειμένου που δόθηκε για περίληψη.
Ορισμένες συνηθισμένες διαρθρωτικές λέξεις άνάλογα με τη σημασία τους είναι οι ακόλουθες :
α) αίτιο -αποτέλεσμα : επειδή ,διότι, γιατί, με αποτέλεσμα ,επομένως, άρα κ.ά.
β)χρονική σχέση : ύστερα, προηγουμένως, εντωμεταξύ, στη συνέχεια κ.ά.
γ) όρος ,προϋπόθεση : αν, εάν, εκτός κι αν, σε περίπτωση , με την προϋπόθεση ,με τον όρο κ.ά.
δ) αντίθεση :αλλά, όμως, αντίθετα, ωστόσο, εξάλλου, από την άλλη πλευρά, εντούτοις κ.ά.
ε) επεξήγηση : δηλαδή, με άλλα λόγια, για να το πω απλά κ.ά.
στ) έμφαση : είναι αξιοσημείωτο/ αξιοπρόσεκτο ότι …, θα ήθελα να τονίσω το εξής , να επιστήσω την προσοχή κ.ά.
ζ) παράδειγμα : για παράδειγμα ,π.χ., λ.χ. κ.ά.
η) απαρίθμηση επιχειρημάτων : πρώτο, δεύτερο ,τρίτο … καταρχήν ,τελικά, στη συνέχεια κ.ά.
θ) διάρθρωση του κειμένου : το άρθρο/ η μελέτη/ η εισήγηση /η ομιλία /η επιφυλλίδα /το κείμενο … κ.ά.
ι)συμπέρασμα/ ανακεφαλαίωση: συμπεραίνοντας, ανακεφαλαιώνοντας, συμπερασματικά θα λέγαμε , στο τέλος κ.ά.
Γενικές οδηγίες
1) Αποφεύγουμε την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση δίνοντας τα επιχειρήματα και τις σκέψεις του συγγραφέα σε σωστή αναλογία.
2)Δεν προσπαθούμε να μιμηθούμε το ύφος του κειμένου και αποφεύγουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτούσιες τις λέξεις/ φράσεις του κειμένου ,παρά μόνο αν είναι εντελώς απαραίτητο. Σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιούμεεισαγωγικά.
3) Δε σχολιάζουμε τις απόψεις του συγγραφέα ,ούτε επιδοκιμάζουμε ή αποδοκιμάζουμε τις θέσεις του. Παρακολουθούμε και καταγράφουμε τη συλλογιστική του πορεία με -όσο το δυνατό- αντικειμενικό τρόπο.
4)Παραλείπουμε : τις επεξηγήσεις ,όπου είναι δυνατό, τα παραδείγματα , τις καλλολογικές εκφράσεις ,τα σχήματα λόγου .
5) Μετατρέπουμε τις μεταφορές σε κυριολεξίες ή απλά τις παραλείπουμε.
6)Επιλέγουμε από την αρχή τη σύνταξη (ενεργητική ή παθητική) που θα χρησιμοποιήσουμε και τη διατηρούμε ως το τέλος της περίληψης.
7) Χρησιμοποιούμε κατά κανόνα το τρίτο πρόσωπο .
8) Καταγράφουμε τα βασικά σημεία του κειμένου και δεν τα σχολιάζουμεγιατί δεν κάνουμε διασκευή .
9) Σε περίπτωση που η έκταση της περίληψης είναι αρκετά μεγάλη ,μπορούμε να εφαρμόσουμε και τεχνικές πύκνωσης :
ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΥΚΝΩΣΗΣ
α) απαλοιφή ονοματικών ή άλλων προσδιορισμών ( π.χ. η όμορφη πόλη = η πόλη )
β) απόδοση εννοιών της ίδιας οικογένειας μ’ έναν περιεκτικό όρο (π.χ. οι εφημερίδες, τα περιοδικά , η τηλεόραση, το ραδιόφωνο= τα μέσα μαζικής ενημέρωσης)
γ) αντικατάσταση μιας σειρά ενεργειών από μια φράση που συνοψίζει την όλη πράξη (π.χ. ξύπνησε, σηκώθηκε από το κρεβάτι, ντύθηκε, πλύθηκε ,έφαγε γρήγορα το πρωινό του ,πήρε τη τσάντα του κι έφυγε για το σχολείο = ετοιμάστηκε και πήγε στο σχολείο)
δ) αντικατάσταση μιας περιόδου από τη λεκτική πράξη που δηλώνει (π.χ. Η μητέρα του Νίκου είπε στον καθηγητή της τάξης ότι στο γιο της έτυχε μια οικογενειακή υποχρέωση ,κοιμήθηκε αργά και γι’ αυτό δεν ήρθε στο σχολείο τη Τρίτη = Η μητέρα του Νίκου δικαιολόγησε τις απουσίες του γιου της )
ε) η σύμπτυξη στην ίδια περίοδο των νοημάτων δύο ή περισσότερων παραγράφων ,στις οποίες παρατηρείται συνάφεια ως προς το περιεχόμενο ,μέσω δευτερευουσών προτάσεων.
στ) αντικατάσταση δευτερευουσών προτάσεων από μετοχές (π.χ. Συχνά οι πολιτικοί συνδέονται με διαπλεκόμενα συμφέροντα ,γεγονός που τροφοδοτεί αφορμή για ποικίλες αντιδράσεις = προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις)
- Παραγραφοποίηση της περίληψης
* Συνήθως γράφεται σε μια παράγραφο.
* Μπορεί να γραφεί σε περισσότερες, ακολουθώντας τη δομή του κειμένου.
Π.χ. πρώτη ενότητα αίτια, δεύτερη αποτελέσματα κτλ.
Σύνταξη της περίληψης
1. Η πρώτη περίοδος:
• αρχίζει με τη φράση: «ο συγγραφέας/ αρθρογράφος τον κειμένου αναφέρει /ται, παρουσιάζει, προβάλλει, προβληματίζεται, τονίζει, επισημαίνει κτλ…»
• ακολουθεί το θεματικό κέντρο του κειμένου, με το οποίο ολοκληρώνεται η περίοδος.
2. Η δεύτερη περίοδος:
• Αποτελεί την περιληπτική διατύπωση της πρώτης παραγράφου.
« Συνδέεται με την πρώτη περίοδο με τη χρήση μιας διαρθρωτικής λέξης ή φράσης π.χ. αρχικά κτλ.
3. Ακολουθούμε την ίδια διαδικασία για όλες τις επόμενες παραγράφους, με βάση τον πλαγιότιτλο και τις σημειώσεις κάθε παραγράφου.
4. Ο λόγος πρέπει να είναι συνεχής και να διασφαλίζεται η αλληλουχία και η συνοχή των νοημάτων με τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις. Π.χ. Επίσης τονίζει, παράλληλα επισημαίνει, προσθέτει ακόμα, αντίθετα προβάλλει, επιπλέον υποστηρίζει κτλ.
5. Την τελευταία παράγραφο του αρχικού κειμένου τη διαμορφώνουμε σε πρόταση κατακλείδα της περίληψης, αρχίζοντας με την κατάλληλη έκφραση.
Π.χ. Ο συγγραφέας του κειμένου καταλήγοντας, συμπεραίνει… κτλ.
Τι προσέχουμε στην περίληψη / Αποφεύγουμε
1. Την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση.
2. Τη μίμηση του ύφους του συγγραφέα.
3. Την επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία των επιχειρημάτων του.
4. Τη χρήση λέξεων/ φράσεων του κειμένου. Όταν τις χρησιμοποιούμε, τις βάζουμε σε εισαγωγικά.
Επιδιώκουμε:
1. Την αντικειμενική και σωστή απόδοση του περιεχομένου με διάφορες τεχνικές πύκνωσης (γενίκευση, αναδιατύπωση, υπερώνυμα κτλ.).
2. Τη χρήση ουδέτερου πληροφοριακού ύφους.
3. Τη σωστή δομή: ενότητα λόγου, αλληλουχία νοημάτων, συνοχή κειμένου.
4. Την επιλογή της καταλληλότερης σύνταξης, ενεργητικής ή παθητικής.
Ρήματα που χρησιμοποιούμε στην περίληψη
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
1. Αναφορικής όψης:διατυπώνει τη γνώμη, προτείνει, δηλώνει, εισηγείται, ανακοινώνει, αναφέρει, μνημονεύει, παραθέτει αυτολεξεί (ένα άλλο κείμενο), σχολιάζει, ερμηνεύει, συζητά (ένα άλλο κείμενο), παρατηρεί, διαπιστώνει, ορίζει με ακρίβεια, προσδιορίζει, καθορίζει, αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, επεξηγεί, εξηγεί, αιτιολογεί, ονομάζει, αποκαλεί, χαρακτηρίζει, συγκρίνει, αντιθέτει, αντιπαραθέτει, αντιπαραβάλλει, επιχειρηματολογεί (υπέρ ή κατά), υπερασπίζεται, υποστηρίζει, υπεραμύνεται, συνηγορεί, συμφωνεί με, ταυτίζεται με, δικαιολογεί, ανασκευάζει, απορρίπτει, αντικρούει, αντιτείνει, αντιπροτείνει, τεκμηριώνει, στηρίζει (την άποψη του), αποδεικνύει, δείχνει, κρίνει, αξιολογεί, αποτιμά, διαβεβαιώνει, βεβαιώνει, ισχυρίζεται, αποφαίνεται, υποστηρίζει, επιμένει (ότι), προβλέπει, λέει, σημειώνει, τονίζει, επισημαίνει, υπογραμμίζει, πραγματεύεται, εξετάζει, συζητά, ασχολείται (με), αναφέρεται (σε), αναλύει, αναπτύσσει, ορίζει, διαιρεί, ταξινομεί, περιγράφει, απαριθμεί, συμπληρώνει, προσθέτει, αφηγείται, διηγείται, αναρωτιέται, απορεί, ρωτά, υποδεικνύει, προτείνει, αντιπροτείνει, συμβουλεύει, συστήνει, απολογείται, εύχεται, εξεγείρεται, αγανακτεί, εκφράζει την έκπληξη του.
2. Ποσοτικής όψης:προσπερνά βιαστικά, με συντομία, αποσιωπά, παραλείπει, δεν αναφέρει/ αναφέρεται, θίγει πλαγίως, έμμεσα, επιφανειακά, εξετάζει διεξοδικά, αναλυτικά, προσεκτικά, συζητά διεξοδικά, ανοίγει – κλείνει – τερματίζει τη συζήτηση, εξαντλεί το θέμα, συμπεραίνει, προσθέτει, υπογραμμίζει, επισημαίνει.
3.Μεταγλωσσικής όψης: επεξηγεί, συγκεκριμενοποιεί (για άλλο κείμενο), παραφράζει (για άλλο κείμενο).
4. Διορθωτικής όψης:τροποποιεί, αλλάζει (τη διατύπωση), διορθώνει (τον εαυτό του/τους συνομιλητές του), ανασκευάζει τα επιχειρήματα, αναιρεί όσα είπε.
5. Διαλογικής όψης: απευθύνει το λόγο, δίνει το λόγο, ζητά το λόγο, παίρνει, υφαρπάζει το λόγο, διεκδικεί το λόγο, παρεμβαίνει, διακόπτει, απαντά, δευτερολογεί, απευθύνεται.
6. Οργανωτικής όψης: αρχίζει, προλογίζει, συνεχίζει, μεταβαίνει (σε άλλο θέμα), παρεκβαίνει, τελειώνει, καταλήγει, συμπεραίνει, ανακεφαλαιώνει.
(Το λεξιλόγιο είναι από την ιστοσελίδα τον ΚΟΜΒΟΥ)
1ο Παράδειγμα Περίληψης
Το βιβλίο σφυρηλατεί το αίσθημα της ελευθερίας
1. Το βιβλίο, αναμφίβολα αποτελεί αστείρευτη πηγή γνώσης. Είναι ο κινητήριοςμοχλός στη διαδικασία της εκπαίδευσης μέσα στον σχολικό χώρο. Τα βιβλία,καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα αποδελτιωμένων γνώσεων, που έχουν σχέση με κάβε τομέα του επιστητού. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, η αξία του έχει υποβαθμιστεί, τόσον απ’ τον ώριμο άνθρωπο, όσο κι απ’ τον μαθητόκοσμο. Το φαινόμενο που παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες του σχολικού έτους, όπου οι μαθητές κυριολεκτικά «κατακρεουργούν» τα βιβλία τους, μετατρέποντας τα προαύλια των σχολείων σε αλάνες με σκουπιδόχαρτα, πρέπει να μας προβληματίσει όλους. Το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό και φανερώνει πως κάπου στο κοινωνικό-εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχουν «στεγανά», που ωθούν«βάνδαλη» συμπεριφορά. σ’ αυτή τη
2. Εξετάζοντας βαθύτερα την όλη κατάσταση, μπορούμε να εντοπίσουμε μερικές αιτίες, που εξηγούν αυτή τη συμπεριφορά. Ξεκινάει απ’ τη σχολική ηλικία του παιδιού, που πηγαίνει στο σχολείο «επειδή έτσι συμβαίνει μ’ όλα τα παιδιά της ηλικίας του». Δεν το πείθουν οι μεγαλύτεροι, οι υπεύθυνοι για την αγωγή του, ότι έχει και μυαλό που πρέπει να το καλλιεργήσει, για να γίνει σωστός άνθρωπος.’ Ετσι το μικρό παιδί, ο μετέπειτα νεαρός έφηβος, δε συνειδητοποιεί την αξία της μόρφωσης στη διαδικασία της ζωής. Έτσι η εκπαίδευση, που κατακτιέται κατά κύριο λόγο μέσα απ’ το βιβλίο, θεωρείται«αναγκαίο κακό», που σημαίνει καταπίεση και όχι ύψιστη πράξη ελευθερίας.
3. Συχνά ο δάσκαλος θεωρείται απ’ τους μαθητές «κρατούσα κοινωνική» αρχή, και τίθεται πρόβλημα επικοινωνίας ανάμεσα τους. Ο μαθητής ενδόμυχα τον φοβάται και δεν αφήνεται ελεύθερα στην καθοδήγηση του. Επειδή τον θεωρεί καταπιεστή της ελευθερίας του, κρατάει απόσταση απ’ αυτόν, κάποτε γίνεται επιθετικός ή αντιδραστικός στις οποιεσδήποτε παροτρύνσεις που γίνονται απ’ το δάσκαλο. Σ’ αυτή τη φάση δημιουργείται ένα τεράστιο χάσμα, με αποτέλεσμα η νεανική ψυχή να φθείρεται σε μικροσυγκρούσεις και ανταγωνισμούς που έχουν σοβαρό κόστος στη μελλοντική εξέλιξη του νέου.
4. Το πρόβλημα διογκώνεται και απ’ τη νοοτροπία της κοινωνίας μας, ότι τα βιβλία παρέχουν τη γνώση και ότι η γνώση εξασφαλίζει σπουδαία επαγγελματική κατοχύρωση. Αυτή η άποψη, δεν ενθαρρύνει την αγάπη γι’ αυτή καθεαυτή τη γνώση, σαν στοιχείο αναγκαιότατο για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την ολοκλήρωση του χαρακτήρα, αλλά δίνει κίνητρα για τη «χρησιμοθηρία» της μ’ οποιοδήποτε κόστος για τον νεαρό έφηβο. Φυσικό επακόλουθο είναι, η ψυχική καταπίεση και το άγχος να δημιουργούν σύγχυση στην τρυφερή νεανική ψυχή. Οι μαθητές εξαιτίας της ανωριμότητας της ηλικίας,δεν μπορούν να καταλάβουν τις πραγματικές αιτίες που τους απωθούν απ’ τη γνώση και ξεσπούν στα βιβλία, στους ανυπεράσπιστους φίλους μιας ολόκληρης χρονιάς.
5. Γενικότερα, η έλλειψη της αγάπης για γνώση απ’ την πλευρά του μαθητή,οφείλεται στη βαθιά έλλειψη πνευματικότητας της εποχής μας και στηναλλοτρίωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Το πρόβλημα μπορεί να λυθεί μόνο αν γίνει μια ανθρωπιστική στροφή στον τρόπο ζωής του σύγχρονου ανθρώπου.Αν ο μαθητής δηλαδή καταλάβει ότι η μόρφωση είναι αναγκαία για την ανάπτυξη του μυαλού του, όσο η τροφή για το σώμα του, θα αγαπήσει τη γνώση, θα εκτιμήσει την πολύτιμη προσφορά του βιβλίου, οπότε θα το σέβεται και θα πάψει να το καταστρέφει.
6. Όλοι οι άνθρωποι που είναι υπεύθυνοι για την αγωγή του παιδιού, κυριότερα οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς, μπορούν – καιεπιβάλλεται – να επηρεάσουν σημαντικά τη διάθεση του νέου για έρευνα και μελέτη του κόσμου, μέσα απ’ τοπεριεχόμενο του βιβλίου και να δώσουν οι ίδιοικίνητρα για διάβασμα. Πρέπει οι νέοι άνθρωποι να καταλάβουν ότι το βιβλίο βγάζει το άτομο απ’ τα σκοτάδια της αμάθειας, ανοίγει δρόμους στη ζωή σίγουρους και ασφαλείς και σφυρηλατεί το αίσθημα της ελευθερίας. Επίσης είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουν ότι τα βιβλία καταστρέφονται, επειδή θεωρούνται επικίνδυνα, μόνο από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα (Χιτλερική Γερμανία), και ότι συμπεριφέρονται φασιστικά όταν τα καταστρέφουν ενώ ζουνσε μια ελεύθερη χώρα με πλούσια πνευματική κληρονομιά, που οφείλουν να συνεχίσουν με αγάπη, «υπομονή και περηφάνεια». πολύτιμο
Γιάννα Κουτρομάνου , 19 Ιουλίου 1987
Θεματικό/ Νοηματικό Κέντρο : Το παιδί απομακρύνεται από το βιβλίο, παρόλο που σφυρηλατεί την ελευθερία , για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς.
Οι υπογραμμισμένες λέξεις–κλειδιά κάθε παραγράφου , αν διαβαστούν μόνες τους – η μια μετά την άλλη- θα διαφανεί εύκολα ότι αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά των επιμέρους παραγράφων. Αυτό αποτελεί την καλύτερη απόδειξη ότι οι λέξεις -κλειδιά που επιλέχτηκαν είναι οι σωστές , εφόσον καταφέρνουν ν’ αποδώσουν τα κύρια σημεία των παραγράφων ,χωρίς νοηματικά χάσματα.
Πλαγιότιτλοι Παραγράφων :
1 η Παράγραφος : «Η υποβάθμιση της αξίας του βιβλίου».
2 η Παράγραφος : «Τα εκπαιδευτικά αίτια σύνδεσης του βιβλίου με την καταπίεση του μαθητή»
3 η Παράγραφος : «Οι αρνητικές επιδράσεις των συγκρούσεων ανάμεσα στο μαθητή και στο δάσκαλο»
4 η Παράγραφος : «Η καλλιέργεια από την κοινωνία της σχέσης γνώση- επάγγελμα δημιουργεί άγχος κι απέχθεια για το βιβλίο».
5 η Παράγραφος : «Η ανθρωπιστική στροφή οδηγεί στην αγάπη για το βιβλίο»
6 η Παράγραφος : «Οι υπεύθυνοι οφείλουν να πείσουν ότι το βιβλίο είναι πηγή ελευθερίας και διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς»
Σημειώσεις Παραγράφων :
1 η Παράγραφος : Το βιβλίο υποβαθμίζεται για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς.
2 η Παράγραφος : Ιδιαίτερα ο μαθητής δεν πείθεται για την αξία που έχει (το βιβλίο) για τη μόρφωσή του και το θεωρεί μόνο μέσο καταπίεσης .
3 η Παράγραφος : (Ο μαθητής ) Θεωρεί το δάσκαλο καταπιεστή της ελευθερίας του, γίνεται αντιδραστικός και αναλώνεται σε άκαρπους ανταγωνισμούς.
4 η Παράγραφος : Η κοινωνία καλλιεργεί τη χρησιμοθηρική γνώση για την επαγγελματική επιτυχία, αλλά η γνώση αυτή γεννά μόνον άγχος και καταπίεση.
5 η Παράγραφος : Η απουσία της πνευματικότητας και η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου απαξιώνει το βιβλίο και η λύση βρίσκεται στον ανθρωπισμό και στην ανάγκη για γνώση.
6 η Παράγραφος : Όσοι ευθύνονται για την αγωγή των νέων οφείλουν να τους δώσουν κίνητρα, ώστε νικώντας την αμάθεια να κατακτήσουν την ελευθερία και να διατηρήσουν την πολιτισμική τους κληρονομιά.
-Ενώνουμε το Θεματικό Κέντρο με τους Πλαγιότιτλους ή τις Σημειώσειςχρησιμοποιώντας διαρθρωτικές λέξεις. Η ένωση αυτή γίνεται με τρόπο ελεύθερο. Δεν είναι απαραίτητη η χρήση της ακριβούς συντακτικής δομής τους. (Αν το Θεματικό Κέντρο είναι σχεδόν το ίδιο με τις πρώτες σημειώσεις , είτε το διαφοροποιούμε , είτε το παραλείπουμε. Σε κάθε περίπτωση δεν το υποβαθμίζουμε ,γιατί αποτελεί τον πυρήνα του κειμένου).
Περίληψη με πλαγιότιτλους
Η συγγραφέας υποστηρίζει ότι το παιδί απομακρύνεται από το βιβλίο, παρόλο που σφυρηλατεί την ελευθερία , για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς.. Αρχικά αναφέρει πως η εκπαίδευση μέσα από το βιβλίο θεωρείται καταπίεση και όχι πράξη ελευθερίας. Επιπλέον, γεννιούνται αρνητικές επιδράσεις από τις συγκρούσεων ανάμεσα στο μαθητή και στο δάσκαλο. Παρακάτω επισημαίνει ότι η καλλιέργεια από την κοινωνία της σχέσης γνώση- επάγγελμα δημιουργεί άγχος κι απέχθεια για το βιβλίο. Ωστόσο, η ανθρωπιστική στροφή θα σταματήσει την καταστροφή του βιβλίου. Ολοκληρώνει τονίζοντας ότι οι υπεύθυνοι οφείλουν να πείσουν ότι το βιβλίο είναι πηγή ελευθερίας και διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς.
(97 λέξεις)
Περίληψη με σημειώσεις
Η συγγραφέας υποστηρίζει ότι το παιδί απομακρύνεται από το βιβλίο, παρόλο που σφυρηλατεί την ελευθερία , για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς. Αρχικά αναφέρει πως ιδιαίτερα ο μαθητής δεν πείθεται για την αξία που έχει (το βιβλίο) για τη μόρφωσή του και το θεωρεί μόνο μέσο καταπίεσης. Επιπλέον, θεωρεί το δάσκαλο καταπιεστή της ελευθερίας του, γίνεται αντιδραστικός και αναλώνεται σε άκαρπους ανταγωνισμούς. Παρακάτω προσθέτει ότι η κοινωνία καλλιεργεί τη χρησιμοθηρική γνώση για την επαγγελματική επιτυχία, αλλά η γνώση αυτή γεννά μόνον άγχος και καταπίεση. Επίσης, η απουσία της πνευματικότητας και η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου απαξιώνει το βιβλίο και η λύση βρίσκεται στον ανθρωπισμό και στην ανάγκη για γνώση. Τέλος, τονίζει ότι όσοι ευθύνονται για την αγωγή των νέων οφείλουν να τους δώσουν κίνητρα, ώστε νικώντας την αμάθεια να κατακτήσουν την ελευθερία και να διατηρήσουν την πολιτισμική τους κληρονομιά.
(138 λέξεις)
2ο Παράδειγμα Περίληψης
(Κείμενο από το Σχολικό βιβλίο της Β’ Λυκείου, σελ. 253)
ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΝΕΟΛΕΛΛΗΝΕΣ
Ηλικιωμένος άνθρωπος που επί χρόνια πολλά εργάστηκε στη διοικητική υπηρεσία του Κράτους και ανέβηκε όλες τις βαθμίδες της, συνόψισε κάποτε τα διδάγματα της μακράς πείρας του με μια παρατήρηση άξια να μας βάλει σε πολλές σκέψεις.
Το Κράτος, έλεγε, όχι ως αφηρημένη ιδέα, αλλά ως συγκεκριμένο βίωμα, σαν ένα κομμάτι από την ίδια τη ζωή μας, λείπει από τους σημερινούς Έλληνες. Το αισθάνονται σαν ξένο, όχι δικό τους, και δεν το πονούν. Τη χώρα τους την αγαπούν με πάθος. Για μια χούφτα από το χώμα της είναι άξιοι να πεθάνουν με την πιο μεγάλη ευκολία. Άλλο Πατρίδα όμως και άλλο Πολιτεία. Με την Πατρίδα είμαστε στενότατα δεμένοι. Την έχουμε βάλει μέσο, στο αίμα μας, γιατί και με το αίμα μας την έχουμε κρατήσει. Την Πολιτεία όμως, δηλαδή αυτό τον ορισμένο τρόπο με τον οποίο έχει οργανωθεί και διοικείται ο τόπος, αυτήν την απρόσωπη δύναμη που λειτουργεί στο όνομα όλων για να εξασφαλίζει με τα όργανα και τους θεσμούς της τη ζωή και την ελευθερία μας, δεν μπορούμε να τη νιώσουμε σαν κάτι εντελώς δικό μας. Είναι ξένο σώμα. για το αίσθημα μας.
Απόδειξη ότι δεν πονούμε, ούτε αισθανόμαστε ενστιγματικά την ανάγκη να προστατέψουμε ό, τι ανήκει στο Κράτος, το δημόσιο κτήμα. Απέναντι του δείχνουμε αδιαφορία και κάποτε μιαν απίστευτη εχθρότητα και μανία καταστροφής. Από παιδιά στο σχολείο κακοποιούμε βάρβαρα τα θρανία και τους τοίχους του σχολείου -«ανήκει στο δημόσιο, δεν είναι δικό μας». Την ίδια αστοργία δείχνουμε στα δικαστήρια, στα άλλα δημόσια γραφεία, ακόμη και στους πάγκους του πάρκου ή στις δημόσιες κρήνες, σε ό,τι τέλος πάντων είναι κρατική περιουσία. Μόλις αντιληφθούμε ότι κάτι τι ανήκει ή με κάποιο τρόπο βρίσκεται στην κυριότητα αυτής της απρόσωπης δύναμης, αν δεν μπορούμε να το οικειοποιηθούμε, με ευχαρίστηση το φθείρουμε. Με την ίδια ευκολία προσπαθούμε ν «αποφεύγουμε τις υποχρεώσεις μας προς το Κράτος ή να καταστρατηγούμε τους νόμους του. Είναι ο «άλλος», όχι ο εαυτός μας. Και τον ξεγελούμε ή σηκώνουμε το όπλο εναντίον του, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι κατά βάθος τον εαυτό μας απατούμε ή πληγώνουμε.
Και από τις παρατηρήσεις του αυτές ο πολύπειρος άνθρωπος έβγαζε το συμπέρασμα ότι ίσως οι Έλληνες να μην είναι οργανικά ικανοί να ποτιστούν από την ιδέα του Κράτους. Ότι πιθανόν μέσα στην ίδια τη φυσική τους υφή να υπάρχει κάποια τάση αναρχισμού…
Έχει αρκετά διαδοθεί αυτή η αντίληψη και συχνά ακούγεται. Ωστόσο μου φαίνεται πολύ παρακινδυνευμένη και άδικη στην απαισιοδοξία της. Δεν αμφισβητώ τα γεγονότα, όπου στηρίζεται (τα περισσότερα είναι δυστυχώς πραγματικά, είτε μας αρέσουν είτε όχι). Αλλά. την ερμηνεία που δίνεται σ’ αυτό, τα γεγονότα.
Ότι δεν πονούμε, ή ότι δεν πονούμε αρκετά την Πολιτεία σαν κάτι εντελώς δικό μας, είναι βέβαιο. Από αναρχισμό όμως την αντιθέσουμε προς τα αισθήματα και τα συμφέροντα μας ή από άλλους λόγους; Και πώς είναι δυνατόν αυτός ο δήθεν αναρχισμός να θεωρηθεί έμφυτη ιδιότητα ριζωμένη μέσα στη δική μας φυλή; Μπορεί ο Έλληνας να είναι περισσότερο από άλλους λαούς ατομιστής, να μην πειθαρχεί τόσο εύκολα στο συλλογικό σώμα και πνεύμα της ομάδας. Αλλά από το σημείο τούτο ως το σημείο να τον πούμε από τη φύση του αναρχικό, η απόσταση είναι πολύ μεγάλη. Ορθότερη φαίνεται μια άλλη εξήγηση. Ότι αυτή η αδιαφορία ή η λανθάνουσα εχθρότητα προς το Κράτος και τις λειτουργίες του είναι αποτέλεσμα ιστορικών αιτίων και μιας κακοδαιμονίας που ατυχώς διαιωνίζεται. Ας μη λησμονούμε ότι επί μακροχρόνια και κατά διαστήματα δεν υπήρχε γι’ αυτόν εδώ τον πολυβασανισμένο λαό σύμπτωση Πολιτείας και Έθνους. Η κρατική εξουσία στις διάφορες περιόδους της δουλείας δεν ήταν μονάχα ξένη αλλά και εχθρική προς την εθνική μας υπόσταση. Και επομένως γενεές γενεών, για να βεβαιώσουν την εθνική τους ιδιοτυπία, τη χωριστή τους ύπαρξη, ήταν αναγκασμένες να μισούν, να απατούν και να πολεμούν τα όργανα, και τις λειτουργίες που στα μάτια τους εκπροσωπούσαν το Κράτος και σάρκωναν την ιδέα της Πολιτείας. Το κρυφό μίσος με τα ψυχικά επακόλουθα, του είναι πολύ πιο επικίνδυνο από τη φανερή αντίθεση, τον ανοιχτό πόλεμο. Συμπνιγόμενο από το φόβο τρέφεται από την καταπίεση του και αφήνει στα σκοτεινά στρώματα της ψυχής λασπερά κατακάθια που δεν εξαλείφονται. Ακόμη κι όταν λευτερωθεί από το ζυγό, δεν μπορεί εύκολα ένας λαός να αγαπήσει την Πολιτεία με τους περιορισμούς της, έστω και αν είναι τώρα δική του, αφού ως προχτές ακόμη το Κράτος ήταν η θέληση και η βία του δυνάστη του.
Κατά ένα παράδοξο μάλιστα μηχανισμό, που μας τον εξηγεί σήμερα η Ψυχολογία, όταν ένας πολίτης με τέτοιες υποσυνείδητες κακώσεις από αρχόμενος γίνεται άρχων, παίρνει τις διαθέσεις και τους τρόπους που ο ίδιος πρώτα μισούσε. Παίζει δηλαδή το ρόλο του ειδώλου που ως τώρα το φοβόταν και το αντιπαθούσε, γιατί έτσι νομίζει πως μπορεί να λευτερωθεί από τον εφιάλτη του. Ίσως γι’ αυτό το λόγο συμβαίνει, όποιος παίρνει και μια παραμικρή ακόμη εξουσία στην Ελλάδα, να μεταβάλλεται αμέσως σε σατράπη…
Για να εξηγήσουμε όμως το φαινόμενο που εξετάζουμε, πρέπει να αναφέρουμε ακόμη ένα λόγο πολύ σοβαρό. Όταν λευτερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό αυτή η μικρή ελληνική γωνιά, η Πολιτεία μας δεν θεμελιώθηκα ούτι: αναπτύχθηκε οργανικά απάνω σε κάποιες αυτόχθονες μορφές οργάνωσης και διοίκησης, βγαλμένες από τις δικές μας ψυχολογικές και ά/άες ανάγκες και από την ιστορική κίνηση της ζωής του Έθνους, αλλά μας επιβλήθηκε απέξω από ξένους και με ξένους που φυσικά δε νοιάστηκαν να εξετάσουν αν το φόρεμα τούτο ήταν κομμένο στο μέτρα μας, ούτε προσπάθησαν να το ταιριάσουν κάπως απάνω στο δικό μας κορμί. Έτσι εφαρμόστηκαν κι εξακολουθούν να εφαρμόζονται πειραματικά στη χώρα μας διοικητικοί και πολιτικοί θεσμοί που δεν μίλησαν ποτέ βαθιά στην ψυχή του λαού μας. Ούτε ίσως ανταποκρίνονται εντελώς στις πραγματικές του ανάγκες.
Είναι γνωστές οι μελέτες του Κώστα Καραβίδα για την κοινοτική οργάνωση. Μπορεί να μη συμμερίζεται κανείς την αισιοδοξία και την πίστη του ότι και τώρα είναι δυνατόν να γίνει εκείνο που δεν έγινε άλλοτε, στην ώρα του τη φυσιολογική. Ωρισμένως όμως θα αναγνωρίσει ότι θα ήταν πολύ διαφορετική, τελειότερη, η κρατική μας οργάνωση και πολύ στενός, οργανικά συνεκτικός, ο δεσμός του πολίτη με την Πολιτεία στον τόπο μας, αν αυτό το θαυμαστό κύτταρο, η κοινότητα, που δημιουργήθηκε με το αίμα του λαού μας από πανάρχαια χρόνια και λειτούργησε τόσο λαμπρά στους χρόνους της δουλείας, αφηνόταν να αναπτυχθεί φυσιολογικά σε ένα γενικότερο, πλούσια διακλαδωμένο και πυργωτά διαρθρωμένο διοικητικό σύστημα. Το. ξενοφερμένα καθεστώτα σκότωσαν το κύτταρο τούτο και μας επέβαλαν θεσμούς και τύπους, μέσα στους οποίους μάταια ως τώρα προσπαθούμε να βρούμε τον εαυτό μας.
Βάλετε μαζί μ ‘ αυτές τις αιτίες την κακοδιοίκηση που είναι ενδημικό κακό στον τόπο μας, τη διαφθορά της πολιτικής μας ηγεσίας που τα ανομήματά της πλήρωσαν ακόμη και με το αίμα τους οι λίγες φωτεινές μορφές της νεότερης ιστορίας μας, προσθέσετε τέλος και τη βαθύτερη κρίση που περνάει εδώ και κάμποσα χρόνια η έννοια του Κράτους μέσα στις φοβερές αντινομίες της ζωής όλων των σημερινών λαών και θα. εξηγήσετε γιατί οι βασανισμένοι άνθρωποι αυτού του τόπου, του πολυπατημένου από ξένους κάθε λογής, δεν αισθάνονται ακόμη εντελώς δικό τους το Κράτος. Ας μην τους καταλογίζουμε αναρχισμό, αφού η μοίρα τους έγραφε να μην είναι νοικοκυραίοι στο σπίτι τους και να μην αφήνονται ήσυχοι να φτιάχνουν με τη δική τους ζωή και μέ;σ’ από τη δική τους ιστορία τους κοινωνικούς των θεσμούς.
22 Ιουλίου 1948
(Ε.Π. Παπανούτσος, Εφήμερα-Επίκαιρα-Ανεπίκαιρα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1980, α. 160-63)
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ
(Από το Βιβλίο του Καθηγητή «Έκφραση- Έκθεση», τεύχος Β’, ΟΕΔΒ)
Στο κείμενο «Κράτος και Νεοέλληνες», ο συγγραφέας μεταφέρει στην αρχή τη θέση κάποιου δημόσιου υπαλλήλου, ο οποίος υποστηρίζει ότι το κράτος, ως συγκεκριμένο βίωμα, λείπει από τους Νεοέλληνες. Αιτιολογεί τη θέση του (ο δημόσιος υπάλληλος) αναφερόμενος στην αδιαφορία και στην εχθρότητα που δείχνουν οι πολίτες απέναντι στο κράτος και δίνει την προσωπική του ερμηνεία, ότι δηλαδή πιθανόν να υπάρχει μια τάση αναρχισμού στους Έλληνες. Αντίθετα,ο συγγραφέας διατυπώνει την άποψη ότι η ερμηνεία για τον αναρχισμό δεν ευσταθεί. Παραθέτει μια σειρά από αίτια, για να εξηγήσει την εχθρότητα των Νεοελλήνων προς το κράτος: αίτια ψυχολογικά, κοινωνικά, την κακοδιοίκηση που υφίστανται, τους ξενόφερτους διοικητικούς και πολιτιστικούς θεσμούς που δεν ανταποκρίθηκαν στις ανάγκες τους κ.ά. Προσθέτει στον προβληματισμό του και την παγκόσμια κρίση που υφίσταται η έννοια του κράτους. Καταλήγει ότι, εξαιτίας των λόγων που προανέφερε, οι Έλληνες αισθάνονται ξένοι στον τόπο τους, με αποτέλεσμα να εκδηλώνονται αρνητικά, χωρίς οι εκδηλώσεις αυτές να δηλώνουν διάθεση αναρχισμού.
Περίληψη γραπτού Λόγου
- Τι είναι η περίληψη;
Είναι η συνοπτική και περιεκτική απόδοση, σε συνεχή λόγο, ενός κειμένου. Είναι ένα νέο κείμενο, που, χωρίς να προδίδει το αρχικό, περιλαμβάνει τα σημαντικότερα σημεία του, κατάλληλα συνδεδεμένα.
- Η έκταση της περίληψης
Συνήθως είναι το 1/3 του αρχικού κειμένου. Στις εξετάσεις, ο αριθμός των λέξεων καθορίζεται. Δεν πρέπει να υπερβαίνουμε το όριο πάνω από 15-20 λέξεις.
Ι. Η εκτενής περίληψη βασίζεται:
• Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.
• Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.
• Στις σημαντικές λεπτομέρειες της κάθε παραγράφου.
II. Η συνοπτική περίληψη βασίζεται:
-Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.
• Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.
ΙΠ. Η πολύ σύντομη περίληψη βασίζεται:
• Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.
• Στους πλαγιότιτλους των ευρύτερων ενοτήτων.
Πορεία σύνθεσης μιας περίληψης:
1) Διαβάζουμε προσεκτικά το κείμενο που μας δόθηκε και προσπαθούμε να συλλάβουμε το θεματικό/νοηματικό του κέντρο . Στη συνέχεια καταγράφουμε το θεματικό κέντρο που εντοπίσαμε στο πρόχειρό μας ,διότι αυτό μπορεί να αποτελέσει στη συνέχεια ακόμη και τη θεματική περίοδο της περίληψής μας ,αν βέβαια επιλέξουμε την παραγωγική μέθοδο ανάπτυξης. Στην προσπάθεια εντοπισμού του θεματικού κέντρου του κειμένου, θα μας βοηθήσει και ο τίτλος του ,αν υπάρχει.
2) Εργαζόμαστε ανά παράγραφο εντοπίζοντας τα μέρη της (θεματική περίοδος, λεπτομέρειες ,πρόταση- κατακλείδα ) και υπογραμμίζουμε τιςλέξεις -κλειδιά ή τις φράσεις-κλειδιά. Οι λέξεις (ή φράσεις κατά περίπτωση) αυτές αποδίδουν τα βασικά στοιχεία -θέσεις , απόψεις, σκέψεις κ.ά. – του συγγραφέα.
Ένας τρόπος για να καταλάβουμε ότι έχουμε υπογραμμίσει τις σωστές λέξεις -κλειδιά, είναι να τις διαβάσουμε τη μια μετά την άλλη, μετά την υπογράμμισή τους ,απομονωμένες δηλαδή από το υπόλοιπο γλωσσικό περιβάλλον της παραγράφου. Αν αποδίδουν το βασικό νόημα της παραγράφου, τότε οι επιλογές μας είναι σωστές ή τουλάχιστον ικανοποιητικές . Η επιλογή τους επίσης, είναι αυστηρή και θα πρέπει να αποφεύγεται η κατά…βούληση υπογράμμιση . Ανάλογα πάντως με το κείμενο και με οδηγό τη συλλογιστική πορεία του συγγραφέα ,μπορούμε να τις εντοπίσουμε υποβάλλοντας σύντομα ερωτήματα του τύπου : ποιος, πού ,πότε, τί , πώς ,γιατί, με ποιο σκοπό , με ποιο αποτέλεσμα ,με ποια προϋπόθεση κ.ο.κ.
3) Στη συνέχεια , «κρατάμε» σημειώσεις από κάθε παράγραφο ή νοηματική ενότητα χωριστά, χρησιμοποιώντας τις λέξεις -κλειδιά ως οδηγό ή καταγράφουμε τον πλαγιότιτλο της παραγράφου ή της θεματικής ενότητας.
- Για να γίνει αυτό ευκολότερα , χρησιμοποιούμε ως υποκείμενο της σημείωσης τη σημαντικότερη νοηματικά έννοια (την έννοια με τη βαρύνουσα σημασία) που υπογραμμίσαμε και συνήθως –αλλά όχι πάντα-βρίσκεται στη θεματική περίοδο της παραγράφου.
Οι σημειώσεις αυτές θα αποτελέσουν το βασικό υλικό της περίληψής μας ,σε συνδυασμό βέβαια και με το θεματικό κέντρο που ήδη έχουμε εντοπίσει και καταγράψει .
4) Συνθέτουμε και γράφουμε την περίληψη με δικά μας λόγια,χρησιμοποιώντας το θεματικό κέντρο, τις λέξεις -κλειδιά ,τις σημειώσεις που κρατήσαμε από κάθε παράγραφο ή θεματική ενότητα ή τους πλαγιότιτλους που έχουμε καταγράψει . Η σύνδεση αυτών των συστατικών μερών γίνεται με τηχρήση διαρθρωτικών λέξεων ,που στοχεύουν στο δέσιμο μεταξύ τους των μερών της περίληψης.
- Η περίληψη γράφεται στο πλαίσιο μιας εκτενούς παραγράφου και για το λόγο αυτό έχει τη δομή μιας κανονικής παραγράφου. Η θεματική περίοδος αντιστοιχεί στο θεματικό/ νοηματικό κέντρο της περίληψης , οι λεπτομέρειες αντιστοιχούν στις σημειώσεις ή τους πλαγιότιτλους και η πρόταση-κατακλείδα αντιστοιχεί στο συμπέρασμα που ενδεχομένως καταλήγει ο συγγραφέας του κειμένου που δόθηκε για περίληψη.
Ορισμένες συνηθισμένες διαρθρωτικές λέξεις άνάλογα με τη σημασία τους είναι οι ακόλουθες :
α) αίτιο -αποτέλεσμα : επειδή ,διότι, γιατί, με αποτέλεσμα ,επομένως, άρα κ.ά.
β)χρονική σχέση : ύστερα, προηγουμένως, εντωμεταξύ, στη συνέχεια κ.ά.
γ) όρος ,προϋπόθεση : αν, εάν, εκτός κι αν, σε περίπτωση , με την προϋπόθεση ,με τον όρο κ.ά.
δ) αντίθεση :αλλά, όμως, αντίθετα, ωστόσο, εξάλλου, από την άλλη πλευρά, εντούτοις κ.ά.
ε) επεξήγηση : δηλαδή, με άλλα λόγια, για να το πω απλά κ.ά.
στ) έμφαση : είναι αξιοσημείωτο/ αξιοπρόσεκτο ότι …, θα ήθελα να τονίσω το εξής , να επιστήσω την προσοχή κ.ά.
ζ) παράδειγμα : για παράδειγμα ,π.χ., λ.χ. κ.ά.
η) απαρίθμηση επιχειρημάτων : πρώτο, δεύτερο ,τρίτο … καταρχήν ,τελικά, στη συνέχεια κ.ά.
θ) διάρθρωση του κειμένου : το άρθρο/ η μελέτη/ η εισήγηση /η ομιλία /η επιφυλλίδα /το κείμενο … κ.ά.
ι)συμπέρασμα/ ανακεφαλαίωση: συμπεραίνοντας, ανακεφαλαιώνοντας, συμπερασματικά θα λέγαμε , στο τέλος κ.ά.
Γενικές οδηγίες
1) Αποφεύγουμε την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση δίνοντας τα επιχειρήματα και τις σκέψεις του συγγραφέα σε σωστή αναλογία.
2)Δεν προσπαθούμε να μιμηθούμε το ύφος του κειμένου και αποφεύγουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτούσιες τις λέξεις/ φράσεις του κειμένου ,παρά μόνο αν είναι εντελώς απαραίτητο. Σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιούμεεισαγωγικά.
3) Δε σχολιάζουμε τις απόψεις του συγγραφέα ,ούτε επιδοκιμάζουμε ή αποδοκιμάζουμε τις θέσεις του. Παρακολουθούμε και καταγράφουμε τη συλλογιστική του πορεία με -όσο το δυνατό- αντικειμενικό τρόπο.
4)Παραλείπουμε : τις επεξηγήσεις ,όπου είναι δυνατό, τα παραδείγματα , τις καλλολογικές εκφράσεις ,τα σχήματα λόγου .
5) Μετατρέπουμε τις μεταφορές σε κυριολεξίες ή απλά τις παραλείπουμε.
6)Επιλέγουμε από την αρχή τη σύνταξη (ενεργητική ή παθητική) που θα χρησιμοποιήσουμε και τη διατηρούμε ως το τέλος της περίληψης.
7) Χρησιμοποιούμε κατά κανόνα το τρίτο πρόσωπο .
8) Καταγράφουμε τα βασικά σημεία του κειμένου και δεν τα σχολιάζουμεγιατί δεν κάνουμε διασκευή .
9) Σε περίπτωση που η έκταση της περίληψης είναι αρκετά μεγάλη ,μπορούμε να εφαρμόσουμε και τεχνικές πύκνωσης :
ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΥΚΝΩΣΗΣ
α) απαλοιφή ονοματικών ή άλλων προσδιορισμών ( π.χ. η όμορφη πόλη = η πόλη )
β) απόδοση εννοιών της ίδιας οικογένειας μ’ έναν περιεκτικό όρο (π.χ. οι εφημερίδες, τα περιοδικά , η τηλεόραση, το ραδιόφωνο= τα μέσα μαζικής ενημέρωσης)
γ) αντικατάσταση μιας σειρά ενεργειών από μια φράση που συνοψίζει την όλη πράξη (π.χ. ξύπνησε, σηκώθηκε από το κρεβάτι, ντύθηκε, πλύθηκε ,έφαγε γρήγορα το πρωινό του ,πήρε τη τσάντα του κι έφυγε για το σχολείο = ετοιμάστηκε και πήγε στο σχολείο)
δ) αντικατάσταση μιας περιόδου από τη λεκτική πράξη που δηλώνει (π.χ. Η μητέρα του Νίκου είπε στον καθηγητή της τάξης ότι στο γιο της έτυχε μια οικογενειακή υποχρέωση ,κοιμήθηκε αργά και γι’ αυτό δεν ήρθε στο σχολείο τη Τρίτη = Η μητέρα του Νίκου δικαιολόγησε τις απουσίες του γιου της )
ε) η σύμπτυξη στην ίδια περίοδο των νοημάτων δύο ή περισσότερων παραγράφων ,στις οποίες παρατηρείται συνάφεια ως προς το περιεχόμενο ,μέσω δευτερευουσών προτάσεων.
στ) αντικατάσταση δευτερευουσών προτάσεων από μετοχές (π.χ. Συχνά οι πολιτικοί συνδέονται με διαπλεκόμενα συμφέροντα ,γεγονός που τροφοδοτεί αφορμή για ποικίλες αντιδράσεις = προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις)
- Παραγραφοποίηση της περίληψης
* Συνήθως γράφεται σε μια παράγραφο.
* Μπορεί να γραφεί σε περισσότερες, ακολουθώντας τη δομή του κειμένου.
Π.χ. πρώτη ενότητα αίτια, δεύτερη αποτελέσματα κτλ.
Σύνταξη της περίληψης
1. Η πρώτη περίοδος:
• αρχίζει με τη φράση: «ο συγγραφέας/ αρθρογράφος τον κειμένου αναφέρει /ται, παρουσιάζει, προβάλλει, προβληματίζεται, τονίζει, επισημαίνει κτλ…»
• ακολουθεί το θεματικό κέντρο του κειμένου, με το οποίο ολοκληρώνεται η περίοδος.
2. Η δεύτερη περίοδος:
• Αποτελεί την περιληπτική διατύπωση της πρώτης παραγράφου.
« Συνδέεται με την πρώτη περίοδο με τη χρήση μιας διαρθρωτικής λέξης ή φράσης π.χ. αρχικά κτλ.
3. Ακολουθούμε την ίδια διαδικασία για όλες τις επόμενες παραγράφους, με βάση τον πλαγιότιτλο και τις σημειώσεις κάθε παραγράφου.
4. Ο λόγος πρέπει να είναι συνεχής και να διασφαλίζεται η αλληλουχία και η συνοχή των νοημάτων με τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις. Π.χ. Επίσης τονίζει, παράλληλα επισημαίνει, προσθέτει ακόμα, αντίθετα προβάλλει, επιπλέον υποστηρίζει κτλ.
5. Την τελευταία παράγραφο του αρχικού κειμένου τη διαμορφώνουμε σε πρόταση κατακλείδα της περίληψης, αρχίζοντας με την κατάλληλη έκφραση.
Π.χ. Ο συγγραφέας του κειμένου καταλήγοντας, συμπεραίνει… κτλ.
Τι προσέχουμε στην περίληψη / Αποφεύγουμε
1. Την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση.
2. Τη μίμηση του ύφους του συγγραφέα.
3. Την επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία των επιχειρημάτων του.
4. Τη χρήση λέξεων/ φράσεων του κειμένου. Όταν τις χρησιμοποιούμε, τις βάζουμε σε εισαγωγικά.
Επιδιώκουμε:
1. Την αντικειμενική και σωστή απόδοση του περιεχομένου με διάφορες τεχνικές πύκνωσης (γενίκευση, αναδιατύπωση, υπερώνυμα κτλ.).
2. Τη χρήση ουδέτερου πληροφοριακού ύφους.
3. Τη σωστή δομή: ενότητα λόγου, αλληλουχία νοημάτων, συνοχή κειμένου.
4. Την επιλογή της καταλληλότερης σύνταξης, ενεργητικής ή παθητικής.
Ρήματα που χρησιμοποιούμε στην περίληψη
Ο συγγραφέας, αρθρογράφος κλπ.:
1. Αναφορικής όψης:διατυπώνει τη γνώμη, προτείνει, δηλώνει, εισηγείται, ανακοινώνει, αναφέρει, μνημονεύει, παραθέτει αυτολεξεί (ένα άλλο κείμενο), σχολιάζει, ερμηνεύει, συζητά (ένα άλλο κείμενο), παρατηρεί, διαπιστώνει, ορίζει με ακρίβεια, προσδιορίζει, καθορίζει, αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, επεξηγεί, εξηγεί, αιτιολογεί, ονομάζει, αποκαλεί, χαρακτηρίζει, συγκρίνει, αντιθέτει, αντιπαραθέτει, αντιπαραβάλλει, επιχειρηματολογεί (υπέρ ή κατά), υπερασπίζεται, υποστηρίζει, υπεραμύνεται, συνηγορεί, συμφωνεί με, ταυτίζεται με, δικαιολογεί, ανασκευάζει, απορρίπτει, αντικρούει, αντιτείνει, αντιπροτείνει, τεκμηριώνει, στηρίζει (την άποψη του), αποδεικνύει, δείχνει, κρίνει, αξιολογεί, αποτιμά, διαβεβαιώνει, βεβαιώνει, ισχυρίζεται, αποφαίνεται, υποστηρίζει, επιμένει (ότι), προβλέπει, λέει, σημειώνει, τονίζει, επισημαίνει, υπογραμμίζει, πραγματεύεται, εξετάζει, συζητά, ασχολείται (με), αναφέρεται (σε), αναλύει, αναπτύσσει, ορίζει, διαιρεί, ταξινομεί, περιγράφει, απαριθμεί, συμπληρώνει, προσθέτει, αφηγείται, διηγείται, αναρωτιέται, απορεί, ρωτά, υποδεικνύει, προτείνει, αντιπροτείνει, συμβουλεύει, συστήνει, απολογείται, εύχεται, εξεγείρεται, αγανακτεί, εκφράζει την έκπληξη του.
2. Ποσοτικής όψης:προσπερνά βιαστικά, με συντομία, αποσιωπά, παραλείπει, δεν αναφέρει/ αναφέρεται, θίγει πλαγίως, έμμεσα, επιφανειακά, εξετάζει διεξοδικά, αναλυτικά, προσεκτικά, συζητά διεξοδικά, ανοίγει – κλείνει – τερματίζει τη συζήτηση, εξαντλεί το θέμα, συμπεραίνει, προσθέτει, υπογραμμίζει, επισημαίνει.
3.Μεταγλωσσικής όψης: επεξηγεί, συγκεκριμενοποιεί (για άλλο κείμενο), παραφράζει (για άλλο κείμενο).
4. Διορθωτικής όψης:τροποποιεί, αλλάζει (τη διατύπωση), διορθώνει (τον εαυτό του/τους συνομιλητές του), ανασκευάζει τα επιχειρήματα, αναιρεί όσα είπε.
5. Διαλογικής όψης: απευθύνει το λόγο, δίνει το λόγο, ζητά το λόγο, παίρνει, υφαρπάζει το λόγο, διεκδικεί το λόγο, παρεμβαίνει, διακόπτει, απαντά, δευτερολογεί, απευθύνεται.
6. Οργανωτικής όψης: αρχίζει, προλογίζει, συνεχίζει, μεταβαίνει (σε άλλο θέμα), παρεκβαίνει, τελειώνει, καταλήγει, συμπεραίνει, ανακεφαλαιώνει.
(Το λεξιλόγιο είναι από την ιστοσελίδα τον ΚΟΜΒΟΥ)
1ο Παράδειγμα Περίληψης
Το βιβλίο σφυρηλατεί το αίσθημα της ελευθερίας
1. Το βιβλίο, αναμφίβολα αποτελεί αστείρευτη πηγή γνώσης. Είναι ο κινητήριοςμοχλός στη διαδικασία της εκπαίδευσης μέσα στον σχολικό χώρο. Τα βιβλία,καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα αποδελτιωμένων γνώσεων, που έχουν σχέση με κάβε τομέα του επιστητού. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, η αξία του έχει υποβαθμιστεί, τόσον απ’ τον ώριμο άνθρωπο, όσο κι απ’ τον μαθητόκοσμο. Το φαινόμενο που παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες του σχολικού έτους, όπου οι μαθητές κυριολεκτικά «κατακρεουργούν» τα βιβλία τους, μετατρέποντας τα προαύλια των σχολείων σε αλάνες με σκουπιδόχαρτα, πρέπει να μας προβληματίσει όλους. Το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό και φανερώνει πως κάπου στο κοινωνικό-εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχουν «στεγανά», που ωθούν«βάνδαλη» συμπεριφορά. σ’ αυτή τη
2. Εξετάζοντας βαθύτερα την όλη κατάσταση, μπορούμε να εντοπίσουμε μερικές αιτίες, που εξηγούν αυτή τη συμπεριφορά. Ξεκινάει απ’ τη σχολική ηλικία του παιδιού, που πηγαίνει στο σχολείο «επειδή έτσι συμβαίνει μ’ όλα τα παιδιά της ηλικίας του». Δεν το πείθουν οι μεγαλύτεροι, οι υπεύθυνοι για την αγωγή του, ότι έχει και μυαλό που πρέπει να το καλλιεργήσει, για να γίνει σωστός άνθρωπος.’ Ετσι το μικρό παιδί, ο μετέπειτα νεαρός έφηβος, δε συνειδητοποιεί την αξία της μόρφωσης στη διαδικασία της ζωής. Έτσι η εκπαίδευση, που κατακτιέται κατά κύριο λόγο μέσα απ’ το βιβλίο, θεωρείται«αναγκαίο κακό», που σημαίνει καταπίεση και όχι ύψιστη πράξη ελευθερίας.
3. Συχνά ο δάσκαλος θεωρείται απ’ τους μαθητές «κρατούσα κοινωνική» αρχή, και τίθεται πρόβλημα επικοινωνίας ανάμεσα τους. Ο μαθητής ενδόμυχα τον φοβάται και δεν αφήνεται ελεύθερα στην καθοδήγηση του. Επειδή τον θεωρεί καταπιεστή της ελευθερίας του, κρατάει απόσταση απ’ αυτόν, κάποτε γίνεται επιθετικός ή αντιδραστικός στις οποιεσδήποτε παροτρύνσεις που γίνονται απ’ το δάσκαλο. Σ’ αυτή τη φάση δημιουργείται ένα τεράστιο χάσμα, με αποτέλεσμα η νεανική ψυχή να φθείρεται σε μικροσυγκρούσεις και ανταγωνισμούς που έχουν σοβαρό κόστος στη μελλοντική εξέλιξη του νέου.
4. Το πρόβλημα διογκώνεται και απ’ τη νοοτροπία της κοινωνίας μας, ότι τα βιβλία παρέχουν τη γνώση και ότι η γνώση εξασφαλίζει σπουδαία επαγγελματική κατοχύρωση. Αυτή η άποψη, δεν ενθαρρύνει την αγάπη γι’ αυτή καθεαυτή τη γνώση, σαν στοιχείο αναγκαιότατο για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την ολοκλήρωση του χαρακτήρα, αλλά δίνει κίνητρα για τη «χρησιμοθηρία» της μ’ οποιοδήποτε κόστος για τον νεαρό έφηβο. Φυσικό επακόλουθο είναι, η ψυχική καταπίεση και το άγχος να δημιουργούν σύγχυση στην τρυφερή νεανική ψυχή. Οι μαθητές εξαιτίας της ανωριμότητας της ηλικίας,δεν μπορούν να καταλάβουν τις πραγματικές αιτίες που τους απωθούν απ’ τη γνώση και ξεσπούν στα βιβλία, στους ανυπεράσπιστους φίλους μιας ολόκληρης χρονιάς.
5. Γενικότερα, η έλλειψη της αγάπης για γνώση απ’ την πλευρά του μαθητή,οφείλεται στη βαθιά έλλειψη πνευματικότητας της εποχής μας και στηναλλοτρίωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Το πρόβλημα μπορεί να λυθεί μόνο αν γίνει μια ανθρωπιστική στροφή στον τρόπο ζωής του σύγχρονου ανθρώπου.Αν ο μαθητής δηλαδή καταλάβει ότι η μόρφωση είναι αναγκαία για την ανάπτυξη του μυαλού του, όσο η τροφή για το σώμα του, θα αγαπήσει τη γνώση, θα εκτιμήσει την πολύτιμη προσφορά του βιβλίου, οπότε θα το σέβεται και θα πάψει να το καταστρέφει.
6. Όλοι οι άνθρωποι που είναι υπεύθυνοι για την αγωγή του παιδιού, κυριότερα οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς, μπορούν – καιεπιβάλλεται – να επηρεάσουν σημαντικά τη διάθεση του νέου για έρευνα και μελέτη του κόσμου, μέσα απ’ τοπεριεχόμενο του βιβλίου και να δώσουν οι ίδιοικίνητρα για διάβασμα. Πρέπει οι νέοι άνθρωποι να καταλάβουν ότι το βιβλίο βγάζει το άτομο απ’ τα σκοτάδια της αμάθειας, ανοίγει δρόμους στη ζωή σίγουρους και ασφαλείς και σφυρηλατεί το αίσθημα της ελευθερίας. Επίσης είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουν ότι τα βιβλία καταστρέφονται, επειδή θεωρούνται επικίνδυνα, μόνο από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα (Χιτλερική Γερμανία), και ότι συμπεριφέρονται φασιστικά όταν τα καταστρέφουν ενώ ζουνσε μια ελεύθερη χώρα με πλούσια πνευματική κληρονομιά, που οφείλουν να συνεχίσουν με αγάπη, «υπομονή και περηφάνεια». πολύτιμο
Γιάννα Κουτρομάνου , 19 Ιουλίου 1987
Θεματικό/ Νοηματικό Κέντρο : Το παιδί απομακρύνεται από το βιβλίο, παρόλο που σφυρηλατεί την ελευθερία , για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς.
Οι υπογραμμισμένες λέξεις–κλειδιά κάθε παραγράφου , αν διαβαστούν μόνες τους – η μια μετά την άλλη- θα διαφανεί εύκολα ότι αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά των επιμέρους παραγράφων. Αυτό αποτελεί την καλύτερη απόδειξη ότι οι λέξεις -κλειδιά που επιλέχτηκαν είναι οι σωστές , εφόσον καταφέρνουν ν’ αποδώσουν τα κύρια σημεία των παραγράφων ,χωρίς νοηματικά χάσματα.
Πλαγιότιτλοι Παραγράφων :
1 η Παράγραφος : «Η υποβάθμιση της αξίας του βιβλίου».
2 η Παράγραφος : «Τα εκπαιδευτικά αίτια σύνδεσης του βιβλίου με την καταπίεση του μαθητή»
3 η Παράγραφος : «Οι αρνητικές επιδράσεις των συγκρούσεων ανάμεσα στο μαθητή και στο δάσκαλο»
4 η Παράγραφος : «Η καλλιέργεια από την κοινωνία της σχέσης γνώση- επάγγελμα δημιουργεί άγχος κι απέχθεια για το βιβλίο».
5 η Παράγραφος : «Η ανθρωπιστική στροφή οδηγεί στην αγάπη για το βιβλίο»
6 η Παράγραφος : «Οι υπεύθυνοι οφείλουν να πείσουν ότι το βιβλίο είναι πηγή ελευθερίας και διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς»
Σημειώσεις Παραγράφων :
1 η Παράγραφος : Το βιβλίο υποβαθμίζεται για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς.
2 η Παράγραφος : Ιδιαίτερα ο μαθητής δεν πείθεται για την αξία που έχει (το βιβλίο) για τη μόρφωσή του και το θεωρεί μόνο μέσο καταπίεσης .
3 η Παράγραφος : (Ο μαθητής ) Θεωρεί το δάσκαλο καταπιεστή της ελευθερίας του, γίνεται αντιδραστικός και αναλώνεται σε άκαρπους ανταγωνισμούς.
4 η Παράγραφος : Η κοινωνία καλλιεργεί τη χρησιμοθηρική γνώση για την επαγγελματική επιτυχία, αλλά η γνώση αυτή γεννά μόνον άγχος και καταπίεση.
5 η Παράγραφος : Η απουσία της πνευματικότητας και η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου απαξιώνει το βιβλίο και η λύση βρίσκεται στον ανθρωπισμό και στην ανάγκη για γνώση.
6 η Παράγραφος : Όσοι ευθύνονται για την αγωγή των νέων οφείλουν να τους δώσουν κίνητρα, ώστε νικώντας την αμάθεια να κατακτήσουν την ελευθερία και να διατηρήσουν την πολιτισμική τους κληρονομιά.
-Ενώνουμε το Θεματικό Κέντρο με τους Πλαγιότιτλους ή τις Σημειώσειςχρησιμοποιώντας διαρθρωτικές λέξεις. Η ένωση αυτή γίνεται με τρόπο ελεύθερο. Δεν είναι απαραίτητη η χρήση της ακριβούς συντακτικής δομής τους. (Αν το Θεματικό Κέντρο είναι σχεδόν το ίδιο με τις πρώτες σημειώσεις , είτε το διαφοροποιούμε , είτε το παραλείπουμε. Σε κάθε περίπτωση δεν το υποβαθμίζουμε ,γιατί αποτελεί τον πυρήνα του κειμένου).
Περίληψη με πλαγιότιτλους
Η συγγραφέας υποστηρίζει ότι το παιδί απομακρύνεται από το βιβλίο, παρόλο που σφυρηλατεί την ελευθερία , για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς.. Αρχικά αναφέρει πως η εκπαίδευση μέσα από το βιβλίο θεωρείται καταπίεση και όχι πράξη ελευθερίας. Επιπλέον, γεννιούνται αρνητικές επιδράσεις από τις συγκρούσεων ανάμεσα στο μαθητή και στο δάσκαλο. Παρακάτω επισημαίνει ότι η καλλιέργεια από την κοινωνία της σχέσης γνώση- επάγγελμα δημιουργεί άγχος κι απέχθεια για το βιβλίο. Ωστόσο, η ανθρωπιστική στροφή θα σταματήσει την καταστροφή του βιβλίου. Ολοκληρώνει τονίζοντας ότι οι υπεύθυνοι οφείλουν να πείσουν ότι το βιβλίο είναι πηγή ελευθερίας και διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς.
(97 λέξεις)
Περίληψη με σημειώσεις
Η συγγραφέας υποστηρίζει ότι το παιδί απομακρύνεται από το βιβλίο, παρόλο που σφυρηλατεί την ελευθερία , για λόγους κοινωνικούς κι εκπαιδευτικούς. Αρχικά αναφέρει πως ιδιαίτερα ο μαθητής δεν πείθεται για την αξία που έχει (το βιβλίο) για τη μόρφωσή του και το θεωρεί μόνο μέσο καταπίεσης. Επιπλέον, θεωρεί το δάσκαλο καταπιεστή της ελευθερίας του, γίνεται αντιδραστικός και αναλώνεται σε άκαρπους ανταγωνισμούς. Παρακάτω προσθέτει ότι η κοινωνία καλλιεργεί τη χρησιμοθηρική γνώση για την επαγγελματική επιτυχία, αλλά η γνώση αυτή γεννά μόνον άγχος και καταπίεση. Επίσης, η απουσία της πνευματικότητας και η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου απαξιώνει το βιβλίο και η λύση βρίσκεται στον ανθρωπισμό και στην ανάγκη για γνώση. Τέλος, τονίζει ότι όσοι ευθύνονται για την αγωγή των νέων οφείλουν να τους δώσουν κίνητρα, ώστε νικώντας την αμάθεια να κατακτήσουν την ελευθερία και να διατηρήσουν την πολιτισμική τους κληρονομιά.
(138 λέξεις)
2ο Παράδειγμα Περίληψης
(Κείμενο από το Σχολικό βιβλίο της Β’ Λυκείου, σελ. 253)
ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΝΕΟΛΕΛΛΗΝΕΣ
Ηλικιωμένος άνθρωπος που επί χρόνια πολλά εργάστηκε στη διοικητική υπηρεσία του Κράτους και ανέβηκε όλες τις βαθμίδες της, συνόψισε κάποτε τα διδάγματα της μακράς πείρας του με μια παρατήρηση άξια να μας βάλει σε πολλές σκέψεις.
Το Κράτος, έλεγε, όχι ως αφηρημένη ιδέα, αλλά ως συγκεκριμένο βίωμα, σαν ένα κομμάτι από την ίδια τη ζωή μας, λείπει από τους σημερινούς Έλληνες. Το αισθάνονται σαν ξένο, όχι δικό τους, και δεν το πονούν. Τη χώρα τους την αγαπούν με πάθος. Για μια χούφτα από το χώμα της είναι άξιοι να πεθάνουν με την πιο μεγάλη ευκολία. Άλλο Πατρίδα όμως και άλλο Πολιτεία. Με την Πατρίδα είμαστε στενότατα δεμένοι. Την έχουμε βάλει μέσο, στο αίμα μας, γιατί και με το αίμα μας την έχουμε κρατήσει. Την Πολιτεία όμως, δηλαδή αυτό τον ορισμένο τρόπο με τον οποίο έχει οργανωθεί και διοικείται ο τόπος, αυτήν την απρόσωπη δύναμη που λειτουργεί στο όνομα όλων για να εξασφαλίζει με τα όργανα και τους θεσμούς της τη ζωή και την ελευθερία μας, δεν μπορούμε να τη νιώσουμε σαν κάτι εντελώς δικό μας. Είναι ξένο σώμα. για το αίσθημα μας.
Απόδειξη ότι δεν πονούμε, ούτε αισθανόμαστε ενστιγματικά την ανάγκη να προστατέψουμε ό, τι ανήκει στο Κράτος, το δημόσιο κτήμα. Απέναντι του δείχνουμε αδιαφορία και κάποτε μιαν απίστευτη εχθρότητα και μανία καταστροφής. Από παιδιά στο σχολείο κακοποιούμε βάρβαρα τα θρανία και τους τοίχους του σχολείου -«ανήκει στο δημόσιο, δεν είναι δικό μας». Την ίδια αστοργία δείχνουμε στα δικαστήρια, στα άλλα δημόσια γραφεία, ακόμη και στους πάγκους του πάρκου ή στις δημόσιες κρήνες, σε ό,τι τέλος πάντων είναι κρατική περιουσία. Μόλις αντιληφθούμε ότι κάτι τι ανήκει ή με κάποιο τρόπο βρίσκεται στην κυριότητα αυτής της απρόσωπης δύναμης, αν δεν μπορούμε να το οικειοποιηθούμε, με ευχαρίστηση το φθείρουμε. Με την ίδια ευκολία προσπαθούμε ν «αποφεύγουμε τις υποχρεώσεις μας προς το Κράτος ή να καταστρατηγούμε τους νόμους του. Είναι ο «άλλος», όχι ο εαυτός μας. Και τον ξεγελούμε ή σηκώνουμε το όπλο εναντίον του, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι κατά βάθος τον εαυτό μας απατούμε ή πληγώνουμε.
Και από τις παρατηρήσεις του αυτές ο πολύπειρος άνθρωπος έβγαζε το συμπέρασμα ότι ίσως οι Έλληνες να μην είναι οργανικά ικανοί να ποτιστούν από την ιδέα του Κράτους. Ότι πιθανόν μέσα στην ίδια τη φυσική τους υφή να υπάρχει κάποια τάση αναρχισμού…
Έχει αρκετά διαδοθεί αυτή η αντίληψη και συχνά ακούγεται. Ωστόσο μου φαίνεται πολύ παρακινδυνευμένη και άδικη στην απαισιοδοξία της. Δεν αμφισβητώ τα γεγονότα, όπου στηρίζεται (τα περισσότερα είναι δυστυχώς πραγματικά, είτε μας αρέσουν είτε όχι). Αλλά. την ερμηνεία που δίνεται σ’ αυτό, τα γεγονότα.
Ότι δεν πονούμε, ή ότι δεν πονούμε αρκετά την Πολιτεία σαν κάτι εντελώς δικό μας, είναι βέβαιο. Από αναρχισμό όμως την αντιθέσουμε προς τα αισθήματα και τα συμφέροντα μας ή από άλλους λόγους; Και πώς είναι δυνατόν αυτός ο δήθεν αναρχισμός να θεωρηθεί έμφυτη ιδιότητα ριζωμένη μέσα στη δική μας φυλή; Μπορεί ο Έλληνας να είναι περισσότερο από άλλους λαούς ατομιστής, να μην πειθαρχεί τόσο εύκολα στο συλλογικό σώμα και πνεύμα της ομάδας. Αλλά από το σημείο τούτο ως το σημείο να τον πούμε από τη φύση του αναρχικό, η απόσταση είναι πολύ μεγάλη. Ορθότερη φαίνεται μια άλλη εξήγηση. Ότι αυτή η αδιαφορία ή η λανθάνουσα εχθρότητα προς το Κράτος και τις λειτουργίες του είναι αποτέλεσμα ιστορικών αιτίων και μιας κακοδαιμονίας που ατυχώς διαιωνίζεται. Ας μη λησμονούμε ότι επί μακροχρόνια και κατά διαστήματα δεν υπήρχε γι’ αυτόν εδώ τον πολυβασανισμένο λαό σύμπτωση Πολιτείας και Έθνους. Η κρατική εξουσία στις διάφορες περιόδους της δουλείας δεν ήταν μονάχα ξένη αλλά και εχθρική προς την εθνική μας υπόσταση. Και επομένως γενεές γενεών, για να βεβαιώσουν την εθνική τους ιδιοτυπία, τη χωριστή τους ύπαρξη, ήταν αναγκασμένες να μισούν, να απατούν και να πολεμούν τα όργανα, και τις λειτουργίες που στα μάτια τους εκπροσωπούσαν το Κράτος και σάρκωναν την ιδέα της Πολιτείας. Το κρυφό μίσος με τα ψυχικά επακόλουθα, του είναι πολύ πιο επικίνδυνο από τη φανερή αντίθεση, τον ανοιχτό πόλεμο. Συμπνιγόμενο από το φόβο τρέφεται από την καταπίεση του και αφήνει στα σκοτεινά στρώματα της ψυχής λασπερά κατακάθια που δεν εξαλείφονται. Ακόμη κι όταν λευτερωθεί από το ζυγό, δεν μπορεί εύκολα ένας λαός να αγαπήσει την Πολιτεία με τους περιορισμούς της, έστω και αν είναι τώρα δική του, αφού ως προχτές ακόμη το Κράτος ήταν η θέληση και η βία του δυνάστη του.
Κατά ένα παράδοξο μάλιστα μηχανισμό, που μας τον εξηγεί σήμερα η Ψυχολογία, όταν ένας πολίτης με τέτοιες υποσυνείδητες κακώσεις από αρχόμενος γίνεται άρχων, παίρνει τις διαθέσεις και τους τρόπους που ο ίδιος πρώτα μισούσε. Παίζει δηλαδή το ρόλο του ειδώλου που ως τώρα το φοβόταν και το αντιπαθούσε, γιατί έτσι νομίζει πως μπορεί να λευτερωθεί από τον εφιάλτη του. Ίσως γι’ αυτό το λόγο συμβαίνει, όποιος παίρνει και μια παραμικρή ακόμη εξουσία στην Ελλάδα, να μεταβάλλεται αμέσως σε σατράπη…
Για να εξηγήσουμε όμως το φαινόμενο που εξετάζουμε, πρέπει να αναφέρουμε ακόμη ένα λόγο πολύ σοβαρό. Όταν λευτερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό αυτή η μικρή ελληνική γωνιά, η Πολιτεία μας δεν θεμελιώθηκα ούτι: αναπτύχθηκε οργανικά απάνω σε κάποιες αυτόχθονες μορφές οργάνωσης και διοίκησης, βγαλμένες από τις δικές μας ψυχολογικές και ά/άες ανάγκες και από την ιστορική κίνηση της ζωής του Έθνους, αλλά μας επιβλήθηκε απέξω από ξένους και με ξένους που φυσικά δε νοιάστηκαν να εξετάσουν αν το φόρεμα τούτο ήταν κομμένο στο μέτρα μας, ούτε προσπάθησαν να το ταιριάσουν κάπως απάνω στο δικό μας κορμί. Έτσι εφαρμόστηκαν κι εξακολουθούν να εφαρμόζονται πειραματικά στη χώρα μας διοικητικοί και πολιτικοί θεσμοί που δεν μίλησαν ποτέ βαθιά στην ψυχή του λαού μας. Ούτε ίσως ανταποκρίνονται εντελώς στις πραγματικές του ανάγκες.
Είναι γνωστές οι μελέτες του Κώστα Καραβίδα για την κοινοτική οργάνωση. Μπορεί να μη συμμερίζεται κανείς την αισιοδοξία και την πίστη του ότι και τώρα είναι δυνατόν να γίνει εκείνο που δεν έγινε άλλοτε, στην ώρα του τη φυσιολογική. Ωρισμένως όμως θα αναγνωρίσει ότι θα ήταν πολύ διαφορετική, τελειότερη, η κρατική μας οργάνωση και πολύ στενός, οργανικά συνεκτικός, ο δεσμός του πολίτη με την Πολιτεία στον τόπο μας, αν αυτό το θαυμαστό κύτταρο, η κοινότητα, που δημιουργήθηκε με το αίμα του λαού μας από πανάρχαια χρόνια και λειτούργησε τόσο λαμπρά στους χρόνους της δουλείας, αφηνόταν να αναπτυχθεί φυσιολογικά σε ένα γενικότερο, πλούσια διακλαδωμένο και πυργωτά διαρθρωμένο διοικητικό σύστημα. Το. ξενοφερμένα καθεστώτα σκότωσαν το κύτταρο τούτο και μας επέβαλαν θεσμούς και τύπους, μέσα στους οποίους μάταια ως τώρα προσπαθούμε να βρούμε τον εαυτό μας.
Βάλετε μαζί μ ‘ αυτές τις αιτίες την κακοδιοίκηση που είναι ενδημικό κακό στον τόπο μας, τη διαφθορά της πολιτικής μας ηγεσίας που τα ανομήματά της πλήρωσαν ακόμη και με το αίμα τους οι λίγες φωτεινές μορφές της νεότερης ιστορίας μας, προσθέσετε τέλος και τη βαθύτερη κρίση που περνάει εδώ και κάμποσα χρόνια η έννοια του Κράτους μέσα στις φοβερές αντινομίες της ζωής όλων των σημερινών λαών και θα. εξηγήσετε γιατί οι βασανισμένοι άνθρωποι αυτού του τόπου, του πολυπατημένου από ξένους κάθε λογής, δεν αισθάνονται ακόμη εντελώς δικό τους το Κράτος. Ας μην τους καταλογίζουμε αναρχισμό, αφού η μοίρα τους έγραφε να μην είναι νοικοκυραίοι στο σπίτι τους και να μην αφήνονται ήσυχοι να φτιάχνουν με τη δική τους ζωή και μέ;σ’ από τη δική τους ιστορία τους κοινωνικούς των θεσμούς.
22 Ιουλίου 1948
(Ε.Π. Παπανούτσος, Εφήμερα-Επίκαιρα-Ανεπίκαιρα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1980, α. 160-63)
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ
(Από το Βιβλίο του Καθηγητή «Έκφραση- Έκθεση», τεύχος Β’, ΟΕΔΒ)
Στο κείμενο «Κράτος και Νεοέλληνες», ο συγγραφέας μεταφέρει στην αρχή τη θέση κάποιου δημόσιου υπαλλήλου, ο οποίος υποστηρίζει ότι το κράτος, ως συγκεκριμένο βίωμα, λείπει από τους Νεοέλληνες. Αιτιολογεί τη θέση του (ο δημόσιος υπάλληλος) αναφερόμενος στην αδιαφορία και στην εχθρότητα που δείχνουν οι πολίτες απέναντι στο κράτος και δίνει την προσωπική του ερμηνεία, ότι δηλαδή πιθανόν να υπάρχει μια τάση αναρχισμού στους Έλληνες. Αντίθετα,ο συγγραφέας διατυπώνει την άποψη ότι η ερμηνεία για τον αναρχισμό δεν ευσταθεί. Παραθέτει μια σειρά από αίτια, για να εξηγήσει την εχθρότητα των Νεοελλήνων προς το κράτος: αίτια ψυχολογικά, κοινωνικά, την κακοδιοίκηση που υφίστανται, τους ξενόφερτους διοικητικούς και πολιτιστικούς θεσμούς που δεν ανταποκρίθηκαν στις ανάγκες τους κ.ά. Προσθέτει στον προβληματισμό του και την παγκόσμια κρίση που υφίσταται η έννοια του κράτους. Καταλήγει ότι, εξαιτίας των λόγων που προανέφερε, οι Έλληνες αισθάνονται ξένοι στον τόπο τους, με αποτέλεσμα να εκδηλώνονται αρνητικά, χωρίς οι εκδηλώσεις αυτές να δηλώνουν διάθεση αναρχισμού.
ΠΗΓΗ:https://www.slideshare.net/zetabokola/ss-53166306
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ ΣΤΟ ΛΥΚΕΙΟ
Δρ Κων/νος Αγγελάκος
Φιλόλογος στο Τμήμα Επιμόρφωσης
του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου
Α΄ Εισαγωγή: Η Περίληψη ως μορφή πύκνωσης του λόγου -Στόχοι της διδασκαλίας
Η περίληψη δεν είναι ξεχωριστό γραμματειακό είδος αλλά ένας τρόπος απόδοσης προϋπάρχοντος κειμένου μέσα από τον οποίο επιδιώκεται:
1) Η κατανόηση ενός κειμένου.
2) Η πληροφόρηση των άλλων με λιτό και σαφή τρόπο για το περιεχόμενο ενός κειμένου.
3) Η πύκνωση του λόγου και η δόμηση ενός πολύ συνεκτικού κειμένου
4) Η διάκριση του αναγκαίου από το περιττό.
Β΄ Η εκφώνηση της εργασίας για γραφή περίληψης
Η περίληψη γράφεται για συγκεκριμένο σκοπό και έχει πάντα αποδέκτη. Γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγεται η τυποποιημένη εκφώνηση “Να γράψετε την περίληψη του κειμένου” και να υιοθετούνται πιο επικοινωνιακές διατυπώσεις όπως: “Σε κυριακάτικη εφημερίδα δημοσιεύτηκε η παραπάνω κριτική βιβλίου . Να ενημερώσετε την τάξη σας για το περιεχόμενό της γράφοντας μία περίληψη 100 λέξεων.”
Γ΄ Το πρώτο βήμα: η μελέτη του κειμένου, καταγραφή των λεπτο- μερειών
Η γραφή της περίληψης συνδέεται άρρηκτα με την ενότητα σημειώσεις. Δε μπορεί να γραφεί μια καλή περίληψη, αν δεν έχει προηγηθεί μία προσεκτική καταγραφή των βασικών ιδεών - θέσεων του κειμένου.
Η μελέτη του κειμένου σύμφωνα με τον Ν. Γρηγοριάδη γίνεται σε
τέσσερις φάσεις:
1η φάση. Προσεκτική ανάγνωση, εντοπισμός άγνωστων λέξεων και άγνωστων στοιχείων, σύλληψη του νοηματικού του κέντρου.
2η φάση. ΄Αλλη ανάγνωση για παρακολούθηση της σειράς των γεγονότων ή των ιδεών.
3η φάση. Εύρεση και γραφή των λεπτομερειών, διαμέσου της εργασίας κατά παράγραφο:
· Εύρεση της θεματικής περιόδου.
· Διάκριση των σημαντικότερων λεπτομερειών της παραγράφου.
· Υπογράμμιση σημαντικών λέξεων - κλειδιών της παραγράφου που δηλώνουν το θέμα της και τις βασικότερες λεπτομέρειες.
· Σύνοψη : καταγραφή του πλαγιότιτλου της παραγράφου
· Μετάβαση από την παράγραφο σε ευρύτερες νοηματικές ενότητες(όταν είναι απαραίτητο).
4η φάση. Τελική ανάγνωση για επιβεβαίωση της κατανόησης του κειμένου και της ορθής γραφής των λεπτομερειών. Διαμόρφωση ενός γενικού διαγράμματος του κειμένου.
.
Δ΄ Δεύτερο βήμα: Επιλογή των στοιχείων που είναι χρήσιμα στην περίληψη. Καταστρώνω το διάγραμμα της περίληψης.
Η καταγραφή των σημειώσεων δε σημαίνει ότι όλο αυτό το υλικό θα χρησιμοποιηθεί στην περίληψη. Γι΄ αυτό χρειάζεται προσοχή στηδιάκριση των αναγκαίων στοιχείων από τα περιττά. Αυτό προϋποθέτει την οργάνωση των σημειώσεων - πλαγιότιτλων σ΄ ένα σχεδιάγραμμα με τη γνωστή δομή μιας παραγράφου:
α. Θεματική πρόταση: Αναφέρεται το θέμα του κειμένου και η κεντρική του ιδέα ( η οποία είναι δική σας και όχι μια τυχαία επιλογή σημείων του κειμένου).
β. Λεπτομέρειες: Καταγραφή των σημαντικότερων πλαγιότιτλων ακολουθώντας πιστά το κείμενο που συνοψίζετε.
γ. Κατακλείδα: Τελικό συμπέρασμα - Κατάληξη - Διέξοδος - Πρόταση ( η οποία μπορεί να παραλείπεται ).
Τα προηγούμενα δε σημαίνουν ότι η περίληψη θα είναι μία μόνο παράγραφος. Αυτό εξαρτάται από το είδος και το μέγεθος του κειμένου καθώς και την ποσότητα της περίληψης. Πάντως στα πλαίσια των εξετάσεων του Ενιαίου Λυκείου συνήθως το κείμενο της περίληψης είναι μία παράγραφος των 10-12 γραμμών.
Ε΄ Γράφω την περίληψη
1. Ακολουθώ προσεκτικά το διάγραμμα της περίληψης.
2. Θυμάμαι ότι η περίληψη δεν είναι το ίδιο το κείμενο αλλά πιο
σύντομο ( το 1/3 ; ) και αποτελεί δική μου εργασία, η οποία δεν
πρέπει να προδίδει το πνεύμα του συγγραφέα.
3. Ξεκινάω την περίληψη είτε με αναφορά στο συγγραφέα ή στο κείμενο είτε κατευθείαν με τις ιδέες του κειμένου. Επειδή ,όμως, η περίληψη εντάσσεται σε επικοινωνιακό πλαίσιο είναι προτιμότερη η εισαγωγή: “Το κείμενο είναι κριτική στο βιβλίο του Τ. Σαρτόρι……..” ή Ο συγγραφέας ή ο δημοσιογράφος ασκεί κριτική……..”
4. Ακολουθώ ορισμένες τεχνικές πύκνωσης.:
· Απαλοιφή ονοματικών ή άλλων προσδιορισμών.
· Αντικατάσταση υπωνύμων από το υπερώνυμό τους.
· Αντικατάσταση μιας περιόδου από τη λεκτική πράξη.
· Αντικατάσταση μιας σειράς ενεργειών από μια φράση που επιγράφει την όλη πράξη.
5. Δεν προσπαθώ να μιμηθώ το ύφος του συγγραφέα αλλά υιοθετώ ένα διαφορετικό ύφος με καθαρά Πληροφοριακό Χαρακτήρα.
6. Χρησιμοποιώ την ενεργητική φωνή όταν τονίζεται ο συγγραφέας και την παθητική όταν δίνεται έμφαση στο κείμενο-στο αποτέλεσμα της ενέργειας του υποκειμένου.
7. Χρησιμοποιώ με φειδώ λέξεις ή φράσεις από το κείμενο, δίνοντάς τες σε εισαγωγικά.
8. Απέχω από κάθε είδους κριτική ή σχολιασμό ή αξιολόγηση του αρχικού κειμένου.
9.Αξιοποιώ ένα κατάλληλο λεξιλόγιο για το συγκεκριμένο είδος κειμένου όπως: αναφέρομαι, προτείνω, τονίζω, υποστηρίζω, προσθέτω, αναλύω, υπογραμμίζω, επισημαίνω ,απευθύνομαι ,θίγω το θέμα , συμπεραίνω ,υπαινίσσομαι κ. τ. λ.
10.Προσέχω τη διάρθρωση του κειμένου μου επιλέγοντας τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις.
ΣΤ΄ Το τελευταίο και το πιο δύσκολο βήμα: αξιολογώ την περίληψη
Πρώτα- πρώτα αντιμετωπίζουμε την περίληψη ως ολοκληρωμένη μορφή κειμένου ,ως μια πλήρη παραγωγή λόγου-έκθεση . Κατά συνέπεια εφαρμόζουμε στην αξιολόγησή της τα κριτήρια αξιολόγησης ενός γραπτού κειμένου προσαρμοσμένα στις απαιτήσεις του συγκεκριμένου κειμένου. Ειδικότερα ακολουθώντας την αναλυτική μέθοδο διόρθωσης αξιολογούμε:
Α. Το Περιεχόμενο ( 0- 12 μονάδες ) .
Στα θετικά στοιχεία θα εντάξουμε κυρίως την κατανόηση της κεντρικής ιδέας του κειμένου, την καταγραφή των βασικών ιδεών του και την αποφυγή στείρας μεταφοράς τμημάτων του κειμένου στην περίληψη.
Στα μειονεκτήματα θα ανήκουν η παρέκκλιση από το νοηματικό κέντρο του κειμένου , η παρουσίαση δευτερευόντων σημείων σε βάρος των κύριων , η άσκοπη φλυαρία που οδηγεί σε μακροσκελές κείμενο κ.τ.λ.
Β. Την Έκφραση ( 0 – 8 μονάδες)
Συνεξετάζονται σε αυτήν τη φάση η ορθογραφία, η στίξη, η σύνταξη και η υφολογία της περίληψης. Δεν επισημαίνονται μόνο οι ορθογραφικές , συντακτικές ή άλλες γλωσσικές αδυναμίες ή δυνατότητες αλλά δίνεται βάρος στη χρήση του κατάλληλου ύφους για τη συγκεκριμένη μορφή κειμένου.
Γ. Δομή ( 0 – 5 μονάδες)
Αξιολογείται θετικά μία περίληψη με ομαλή ροή και συνοχή. Ένα κείμενο που χρησιμοποιεί με επιτυχία τις διαρθρωτικές λέξεις ή φράσεις ,αποφεύγει τον μακροπερίοδο λόγο, δεν ακολουθεί τυποποιημένους τρόπους σύνδεσης προτάσεων ή παραγράφων κ.τ.λ.
Δ. Γενική θεώρηση
Ο παραπάνω αναλυτικός τρόπος αξιολόγησης της περίληψης θα είναι μια μηχανιστική διαδικασία “τεμαχισμού του κειμένου” αν δεν επακολουθήσει μια γενική θεώρηση του γραπτού η οποία δεν θα είναι μια προσπάθεια άθροισης των επιμέρους βαθμών αλλά μια συνεκτίμηση της συνολικής παρουσίας της περίληψης αυτής από την πρωτοτυπία στην συγκρότηση και το ύφος του κειμένου έως την εικόνα του γραπτού ( καθαρογραμμένο κείμενο , ευανάγνωστη γραφή) που την έχουμε ξεχάσει εδώ και αρκετό καιρό.
Ζ΄ Από τη θεωρία στην πράξη: ένα παράδειγμα με την τεχνική των πλαγιότιτλων
1. Δίνεται το δοκίμιο του Θ. Λιανού '' η διαφήμιση και ο ρόλος της '' με πλαγιότιτλους.
Πλαγιότιτλοι παραγράφων στο άρθρο του Θ. Λιανού : << Η διαφήμιση και ο ρόλος της >>.
1. Διαφήμιση είναι η γνωστοποίηση στο κοινό των ιδιοτήτων ενός προϊόντος. Σήμερα, όμως, επιτελεί και άλλες λειτουργίες.
2. Η διάδοση της διαφήμισης σήμερα συνδέεται με τα μονοπώλια τα οποία επιδιώκουν την αύξηση των κερδών τους. Βέβαια τα έξοδα των διαφημίσεων τα πληρώνει το κοινωνικό σύνολο.
3. Μια πρώτη λειτουργία της διαφήμισης είναι η προβολή προτύπων κατανάλωσης και ζωής, που είναι υποταγμένα στην εξασφάλιση του κέρδους.
4. Παράλληλα προωθεί η διαφήμιση μια σειρά αντιλήψεων για τη ζωή και τις σχέσεις όπου τα προϊόντα δημιουργούν ψευδαισθήσεις και λειτουργούν ως υποκατάστατα σημαντικών στοιχείων της προσωπικότητάς μας.
5. Μια δεύτερη, πιο έμμεση και πιο επικίνδυνη, λειτουργία της διαφήμισης είναι ο εθισμός των μελών στο να αποδέχονται πολιτικά και ιδεολογικά μηνύματα, γεγονός που τις καθιστά υποχείρια όσων ελέγχουν τα Μ.Μ.Ε.
6. Υπάρχουν και άλλες λειτουργίες της διαφήμισης με δευτερεύουσα σημασία όπως η διόγκωση των ατομικών αναγκών σε βάρος των κοινωνικών
7. Εύλογη απορία : Τι πρέπει να κάνουμε ; Να απαλλαγούμε από τον παράγοντα που τη δημιουργεί ,το κεφάλαιο.
2. Παρουσιάζεται ένα παράδειγμα περίληψης.
Περίληψη Κειμένου: '' Η διαφήμιση και ο ρόλος της ''
Σύμφωνα με το συγγραφέα, η διαφήμιση αποτελεί ''τη γνωστοποίησητων ιδιοτήτων διαφόρων προϊόντων''. Ωστόσο, αν και πρωτοεμφανίστηκε ως μέσο εξυπηρέτησης οικονομικών κι επιχειρησιακών συμφερόντων, σήμερα το φαινόμενο έχει πάρει κι άλλες διαστάσεις. Αρχικά η διαφήμιση μονοπωλείται από κατόχους μιας καπιταλιστικής νοοτροπίας οι οποίοι επιδιώκουν την αύξηση των δικών τους κερδών είς βάρος άλλων ατόμων ή και ομάδων ( κατά βάση κοινωνικών ) οι οποίες επιβαρύνονται απ΄ τα κέρδη της επιχείρησης. Παράλληλα, μέσα απ΄ τη διαφήμιση ο πολίτης δέχεται μια ανεπαίσθητη ιδεολογική αλλοίωση επιδρώντας επάνω του αξίες και πρότυπα που προβάλλονται, δίχως αυτά όμως να συμβαδίζουν με το ορθό, το λογικό, το ηθικό, το δίκαιο. Άμεσο αποτέλεσμα της πλασματικής αυτής προβολής είναι η δημιουργία '' ψευδαισθήσεων '' και η ανικανότητα του πολίτη να ξεφύγει απ΄ την ουτοπιστική ή έστω αναληθή πραγματικότητα της ζωής και τη συνεχή διαστρέβλωση της προσωπικότητάς του. Επιπρόσθετα, μέσω της διαφήμισης υποβάλλεται ακούσια στον πολίτη - καταναλωτή μια πολιτική και ιδεολογική προπαγάνδα απ΄ την οποία είναι δύσκολο να ξεφύγει. Επομένως χειραγωγείται απ΄ τους κυρίαρχους των μέσων μαζικής ενημέρωσης και ξεκινώντας απ΄ την απλή αποδοχή των διαφημιστικών μηνυμάτων το φαινόμενο επεκτείνεται και στους άλλους τομείς της ιδιοσυγκρασίας ενός ατόμου, με αποτέλεσμα τη σχετική '' πλύση εγκεφάλου ''. Εκτός αυτών όμως των λειτουργιών υπάρχουν κι άλλες με δευτερεύουσα σημασία. Ωστόσο το φαινόμενο με τις πολλαπλές αρνητικές τουεκφάνσεις συνεχίζει να υφίσταται και ο μόνος τρόπος περιορισμού ή κατάργησής του είναι η κατάργηση του καπιταλισμού κι επομένως του κεφαλαίου, πράγμα αδύνατο για την εποχή μας.
3. Συζητείται και αξιολογείται η περίληψη αυτή.
Βιβλιογραφία
1.Αγγελάκος Κ. “Λόγος πυκνός και κρουστός” Νέα Παιδεία τευχ.90
2.Αδαλόγλου Κ. “Ο Λόγος και οι σημειώσεις –Περίληψη” Φιλόλογος τευχ.53
3.Γρηγοριάδης Ν. “Το δημιουργικό γράψιμο ,η τέχνη και η τεχνική του- Η παράγραφος” Κώδικας.
4.Mατσαγγούρας Η. “ Η σχολική τάξη” Αθήνα 1998
5. Τσολάκης Χ. κ.α. “Έκθεση – Έκφραση Β΄Λυκείου”
6. Τσολάκης Χ. κ.α. “Έκθεση – Έκφραση Β΄Λυκείου” Βιβλίο του καθηγητή.
7.Αξιολόγηση των μαθητών της Β΄Λυκείου στη Νεοελληνική Γλώσσα(Έκθεση –Έκφραση), Κ.Ε.Ε. 1998
8.HIDI,S.& ANDERSON V. “Producing Written Summaries”Review of Educational Research,vol.56/4,1986.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Βασίλης Πρασσάς, Θεωρία και Πράξη, Έκφραση-΄Εκθεση Γ΄ Λυκείου, Εκδόσεις Κοκοτσάκης
Πρόκειται για την αφαιρετική διαδικασία συνοπτικής απόδοσης ενός κειμένου, προκειμένου να επιτευχθεί:
Ø Η κατανόησή του
Ø Η πληροφόρηση των άλλων με λιτό και σαφή τρόπο για το περιεχόμενό του
Ø Η διάκριση του αναγκαίου από το περιττό, τόσο στο περιεχόμενο όσο και στη γλώσσα του κειμένου
Ø Η δόμηση ενός νέου κειμένου με συνοχή και συνεκτικότητα
Α. Είδη περίληψης
1. Σε σχέση με το αρχικό κείμενο
α) Περίληψη που παρουσιάζει το αρχικό κείμενο ενημερώνοντας για το περιεχόμενό του
- Σκοπός είναι η πληροφόρηση του δέκτη.
- Αυτός που γράφει την περίληψη δεν ταυτίζεται με το συγγραφέα τού κειμένου.
- Προτάσσεται μια εισαγωγική περίοδος στην οποία γίνεται αναφορά στο κείμενο και στο συγγραφέα, παρουσιάζεται το θέμα και η θέση του συγγραφέα, έστω και αν αυτή δε βρίσκεται στην αρχή του κειμένου και στη συνέχεια διαρθρώνονται, βάσει της λογικής διάταξης του κειμένου, οι σημαντικές λεπτομέρειες-ιδέες γύρω από το νοηματικό κέντρο, χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες διαρθρωτικές λέξεις.
- Καλό είναι να χρησιμοποιούνται ποικίλες εισαγωγικές φράσεις που, όχι μόνο παρουσιάζουν τις απόψεις του συγγραφέα, αλλά φανερώνουν κατανόηση του περιεχομένου και της συλλογιστικής του κειμένου, χωρίς βέβαια να σχολιάζουν. Τέτοιες φράσεις είναι: Ο συγγραφέας αναφέρεται / αναφέρει / θίγει το θέμα / παρουσιάζει / περιγράφει / αναλύει / υποστηρίζει / διατυπώνει την άποψη / εξηγεί / διευκρινίζει /προσθέτει / επισημαίνει / τονίζει / δηλώνει / προτείνει / συνοψίζει / συμπεραίνει / καταλήγει κ.λπ.
- Το ύφος είναι καθαρά πληροφοριακό και ουδέτερο.
β) Περίληψη που υποκαθιστά το αρχικό κείμενο
- Ο συντάκτης της περίληψης ταυτίζεται με το συγγραφέα.
- Δεν προτάσσει καμιά αναφορά ούτε στο συγγραφέα ούτε στο κείμενο.
- Διατηρεί την οπτική γωνία και το ύφος του κειμένου.
2. Ως προς την έκταση
α) Συνοπτική περίληψη: βασίζεται κυρίως στους πλαγιότιτλους των παραγράφων.
β) Εκτενής περίληψη: εκτός από τους πλαγιότιτλους των παραγράφων, εμπεριέχει και άλλες βασικές λεπτομέρειες αυτών.
Β. Στάδια προεργασίας για τη συγγραφή της περίληψης:
Ø Διαβάζουμε ολόκληρο το κείμενο για να το κατανοήσουμε.
Ø Εντοπίζουμε το θέμα και τη θέση του συγγραφέα (σύλληψη του νοηματικού κέντρου).
Ø Εντοπίζουμε τις βασικές έννοιες, γύρω από τις οποίες συνυφαίνεται το νοηματικό κέντρο.
Ø Διακρίνουμε τη δομή του, φτιάχνοντας ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα του κειμένου με προσοχή στις ενότητες που το απαρτίζουν.
Ø Διαβάζουμε ξεχωριστά μία-μία τις παραγράφους και υπογραμμίζουμε σε καθεμιά τα βασικά τους σημεία.
Ø Γράφουμε δίπλα τον πλαγιότιτλό τους.
Ø Εντοπίζουμε τον τρόπο σύνδεσης μεταξύ των παραγράφων και σημειώνουμε τη διαρθρωτική λέξη-φράση που αποδίδει αυτή τη σύνδεση, έτσι ώστε στην περίληψή μας να μην αλλοιωθεί η αλληλουχία και η συλλογιστική του κειμένου.
Ø Οργανώνουμε το σχεδιάγραμμα της περίληψης και συνθέτουμε το κείμενο.
Γ. Συγγραφή περίληψης (βασικές αρχές-θετικά στοιχεία):
Ø Ακολουθούμε μια γραμμική πορεία παρουσιάζοντας αρχικά το θέμα και τη θέση του συγγραφέα και στη συνέχεια τα θεματικά στοιχεία κάθε παραγράφου με τη σειρά, όπως είναι δομημένα στο κείμενο.
Ø Παρουσιάζουμε καθαρά το θέμα του κειμένου και η θέση του συγγραφέα.
Ø Επιλέγουμε και παραθέτουμε τις σημαντικές ιδέες-πληροφορίες του κειμένου, αποφεύγοντας τόσο τα περιττά στοιχεία-επουσιώδεις λεπτομέρειες όσο και την υπερβολική αφαίρεση.
Ø Αν σε επάλληλες παραγράφους παρουσιάζονται-επαναλαμβάνονται όμοια στοιχεία, τότε τα συμπτύσσουμε.
Ø Σε κάθε παράγραφο ή ανασυντάσσουμε τη θεματική περίοδο, μετασχηματίζοντάς την γραμματικοσυντακτικά, π.χ. μετατρέπουμε το ρήμα σε ουσιαστικό, το ουσιαστικό σε ρήμα, ή γράφουμε τον πλαγιότιτλο που δώσαμε.
Ø Αντικαθιστούμε, όπου μπορούμε, βασικές λέξεις με συνώνυμες ήδευτερεύουσες προτάσεις με μετοχές.
Ø Εφαρμόζουμε τις τεχνικές πύκνωσης:
o Αντικατάσταση μιας σειράς υπωνύμων από το υπερώνυμό τους.
Π.χ. τα υπώνυμα «τηλέφωνο, ραδιόφωνο, τύπος» μπορούν να πυκνωθούν με το υπερώνυμό τους «Μέσα Ενημέρωσης».
o Αντικατάσταση μιας περιόδου από τη λεκτική πράξη που δηλώνει.
Π.χ. η περίοδος «Ο Γιώργος είπε στο δάσκαλό του πως χθες το απόγευμα οι γονείς του είχαν καλέσει φίλους τους στο σπίτι, οι οποίοι συζητούσαν μέχρι αργά το βράδυ και όταν έφυγαν ένιωθε φοβερό πονοκέφαλο και παρά το γεγονός ότι προσπάθησε να διαβάσει τα μαθήματά του αποκοιμήθηκε» μπορεί να πυκνωθεί με τη φράση «Ο Γιώργος δικαιολογήθηκε στο δάσκαλό του για το ότι δε διάβασε.».
o Αντικατάσταση μιας σειράς ενεργειών από μια φράση που περιγράφει όλη την πράξη.
Π.χ. η περίοδος «Το πρωί ξύπνησα στις επτά, πλύθηκα, πήρα το πρωινό μου, ντύθηκα, έβαλα τα βιβλία μου στη τσάντα και ξεκίνησα για το σχολείο» μπορεί να πυκνωθεί με τη φράση «Ετοιμάστηκα για το σχολείο.».
o Απαλοιφή ονοματικών προσδιορισμών.
Π.χ. η φράση «Πήγα στο αγαπημένο πανέμορφο μικρό χωριό μου» μπορεί να πυκνωθεί με τη φράση «Πήγα στο χωριό μου.».
Ø Διατηρούμε το νόημα των συνδετικών λέξεων και αποδίδουμε επακριβώς τη δομή και τη συλλογιστική του κειμένου.
Ø Μετατρέπουμε τα ερωτήματα σε πλάγιο λόγο, π.χ. «Ο συγγραφέας διερωτάται εάν…».
Ø Εάν υπάρχουν ερευνητικά στοιχεία, παρουσιάζουμε μόνο τα πορίσματα-συμπεράσματα, ενώ, αν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία, τα αποδίδουμε περιγραφικά, π.χ. «ένα μεγάλο ποσοστό των νέων…».
Ø Εάν ο συγγραφέας χρησιμοποιεί λόγια άλλων, τότε, αν αυτά είναι σημαντικά στοιχεία, γράφουμε με συντομία το περιεχόμενό τους, π.χ. «Επικαλείται απόψεις ειδικών, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι…».
Ø Εάν ο συγγραφέας παραθέτει παραδείγματα, τότε αναφέρουμε τη χρήση παραδειγμάτων, όχι όμως την αυτούσια παράθεσή τους, π.χ. «Ο συγγραφέας παραθέτοντας συγκεκριμένα παραδείγματα υποστηρίζει ότι…». Εκτός εάν πάνω σε κάποιο παράδειγμα δομείται ολόκληρο το κείμενο ή μια ενότητα, οπότε είναι αναγκαία η αναφορά του.
Ø Χρησιμοποιούμε ένα καθαρά ουδέτερο και πληροφοριακό ύφος. Δεν πρέπει να υιοθετούμε ούτε το ύφος του συγγραφέα ούτε το δικό μας προσωπικό ύφος. Αν το ύφος του συγγραφέα είναι ειρωνικό, τότε στην περίληψη επισημαίνουμε ότι: «Ο συγγραφέας με ειρωνικό ύφος αναφέρεται…». Εάν βέβαια η περίληψή υποκαθιστά το αρχικό κείμενο, τότε υιοθετούμε το ύφος του συγγραφέα.
Ø Τηρούμε μια ουδέτερη και αποστασιοποιημένη στάση απέναντι στις απόψεις του κειμένου και ως εκ τούτου χρησιμοποιούμε το γ΄ πρόσωπο.Στην περίληψη υιοθετούμε την οπτική γωνία του συγγραφέα, αποδίδουμε πιστά το ιδεολογικό περιεχόμενο του κειμένου και δεν εκφράζουμε προσωπικές απόψεις επί του θέματος, δεν προβαίνουμε σε άμεσα ή έμμεσα σχόλια, ούτε σε άστοχες προεκτάσεις.
Ø Ελέγχουμε συνολικά τη γραμματική, σύνταξη, συνοχή, ροή και το περιεχόμενο του παραχθέντος κειμένου.
Ø Προσέχουμε να κινηθούμε στο πλαίσιο της έκτασης που ορίζεται, βάσει του ζητούμενου αριθμού λέξεων.
Στην περίληψη λοιπόν καλό είναι να αποφεύγουμε (αρνητικά στοιχεία):
Ø Προσωπικά σχόλια και προεκτάσεις
Ø Αυτούσια παράθεση φράσεων του κειμένου ή σχολίων άλλων ή παραδειγμάτων ή στατιστικών-ερευνητικών στοιχείων
Ø Στείρα αναπαραγωγή του κειμένου
Ø Επουσιώδεις λεπτομέρειες
Ø Απαριθμήσεις
Ø Επεξηγήσεις
Ø Αφηγήσεις
Ø Μεταφορές και παρομοιώσεις
Ø Ερωτήσεις
Ø Άτακτη παράθεση των ιδεών-πληροφοριών του κειμένου, χωρίς συνοχή και αλληλουχία
Ø Υπέρβαση ορίου λέξεων
Δ. Αξιολόγηση
Για να αξιολογήσουμε ένα κείμενο περίληψης είναι σκόπιμο να εξετάσουμε:
1. Το περιεχόμενο (0-12 Μον.)
Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
- Η σύλληψη του νοηματικού κέντρου του κειμένου.
- Η επιλογή των σημαντικών ιδεών-πληροφοριών του κειμένου.
- Η πληρότητα κατανόησης του κειμένου.
Αδυναμίες στο περιεχόμενο θεωρούνται:
- Αδυναμία κατανόησης ή απόκλιση από το νοηματικό κέντρο του κειμένου.
- Επιλογή δευτερευουσών ιδεών-πληροφοριών σε βάρος των κύριων-σημαντικών.
- Η ατελής (μερική) κατανόηση του κειμένου.
2. Τη γλώσσα και το ύφος (0-8 Μον.)
Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
- Η χρήση του κατάλληλου ύφους για τη συγκεκριμένη μορφή κειμένου (πληροφοριακό ύφος).
- Η ικανότητα πύκνωσης του κειμένου μέσα από διάφορες τεχνικές (γενίκευση, αναδιατύπωση κτλ.).
- Η ορθή χρήση της γλώσσας στο επίπεδο της ορθογραφίας, της στίξης, της σύνταξης και του λεξιλογίου.
Αδυναμίες στη γλώσσα και το ύφος θεωρούνται:
- Η αξιολόγηση με την άσκηση άμεσης ή έμμεσης κριτικής-σχολιασμού στις ιδέες-πληροφορίες του κειμένου.
- Η αυτούσια-στείρα μεταφορά λέξεων και φράσεων του αρχικού κειμένου στη περίληψη.
- Οι αποκλίσεις από τους κανόνες της Νεοελληνικής Γραμματικής και του Συντακτικού της νέας ελληνικής στην ορθογραφία, στη στίξη, στη σύνταξη και το λεξιλόγιο (επαναλήψεις, ασάφειες, έλλειψη ακριβολογίας κτλ.).
3. Τη δομή (0-5 Μον.)
Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
- Η ικανότητα παρακολούθησης ή αναδιοργάνωσης της δομής του αρχικού κειμένου και η παρουσίαση με λογική ακολουθία των βασικών ιδεών.
- Η σύνταξη ενός κειμένου με ομαλή ροή και συνοχή.
- Η επιτυχής χρήση των διαρθρωτικών λέξεων ή φράσεων.
Αδυναμίες στη δομή θεωρούνται:
- Η τυποποιημένη μεταφορά της πορείας του αρχικού κειμένου που οδηγεί σε μακροσκελή περίληψη.
- Η άτακτη παράθεση των ιδεών-πληροφοριών του κειμένου.
- Η έλλειψη συνοχής και αλληλουχίας μεταξύ των μερών-προτάσεων της περίληψης.
Βέβαια, στη συνολική θεώρηση-αξιολόγηση της περίληψης συνεκτιμούνται τα παραπάνω κριτήρια, καθώς επίσης και η πρωτοτυπία και η εικόνα του γραπτού.
Ε. Συμπληρωματικές διευκρινίσεις:
1. Η έκταση της περίληψης εξαρτάται από το είδος, το μέγεθος και τη δομή του δοθέντος κειμένου. Γι’ αυτό και συνήθως καθορίζεται η έκταση με συγκεκριμένο αριθμό λέξεων. Η δυνατότητα παρέκκλισης κυμαίνεται γύρω στο 10%, π.χ. για μια περίληψη 100-120 λέξεων γύρω στις 15 λέξεις.
2. Η περίληψη συχνά γράφεται για συγκεκριμένο σκοπό και έχει αποδέκτη,οπότε πρέπει να ενταχθεί στο ανάλογο επικοινωνιακό πλαίσιο.
Παράδειγμα 1. Αν το επικοινωνιακό της πλαίσιο είναι η συνοπτική παρουσίαση ενός κειμένου μέσα στην τάξη, τότε ο μαθητής οφείλει να την εντάξει στο ανάλογο πλαίσιο προσχεδιασμένου προφορικού λόγου (βλ. επικοινωνιακό πλαίσιο του λόγου, 4.22), με την κατάλληλη προσφώνηση («Αγαπητοί συμμαθητές,») και αποφώνηση («Ευχαριστώ για την προσοχή σας»).
Ενδεικτική πρόταση:
Αγαπητοί συμμαθητές,
Θα ήθελα να παρουσιάσω συνοπτικά το περιεχόμενο ενός κειμένου[1], το οποίο αναφέρεται στο…(θέμα) Ο συγγραφέας αρχικά…
Ευχαριστώ για την προσοχή σας
Παράδειγμα 2. Αν το επικοινωνιακό της πλαίσιο είναι η συνοπτική παρουσίαση ενός άρθρου στη σχολική τους εφημερίδα (συνοπτική αναδημοσίευση), τότε ως τίτλος μπορεί να μπει «Ένα άρθρο για…», στη συνέχεια να δοθεί η ταυτότητα του άρθρου και να παρουσιαστεί το περιεχόμενό του.
Ενδεικτική πρόταση:
Ένα άρθρο για τη σχολική βία
Σε άρθρο του στην εφημερίδα…, με τίτλο «Φαινόμενα έξαρσης της σχολικής βίας», ο …(αρθρογράφος) ισχυρίζεται ότι…
3. Η περίληψη μπορεί να γραφεί και με ενεργητική και με παθητική σύνταξη.
Ø Με την ενεργητική σύνταξη δίνουμε έμφαση στο πρόσωπο που δρα και το ύφος γίνεται άμεσο, προσωπικό και ζωντανό.
Ø Με την παθητική σύνταξη δίνουμε έμφαση στο αποτέλεσμα τής ενέργειας και το ύφος γίνεται πιο απρόσωπο και τυπικό.
4. Η περίληψη έχει πληροφοριακό χαρακτήρα, οπότε η εισαγωγή της είναι προτιμότερο να γίνεται με αναφορά στο συγγραφέα ή στο κείμενο. Μια εισαγωγή κατευθείαν από τις ιδέες-πληροφορίες του κειμένου είναι και αυτή αποδεκτή υπό την έννοια ότι ο γράφων ταυτίζεται με το συγγραφέα του κειμένου, ο οποίος επιχειρεί να πυκνώσει το κείμενό του.
[1] Αν το κείμενο έχει ταυτότητα, π.χ. τίτλο, συγγραφέας, πηγή, τότε:
«Αγαπητοί συμμαθητές,
Θα ήθελα να παρουσιάσω συνοπτικά το περιεχόμενο ενός άρθρου του…, με τίτλο…, που δημοσιεύτηκε στην…»
ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ
Να αφηγηθείτε μέσα στην τάξη σας συνοπτικά (120 περίπου λέξεις) το περιεχόμενο του παρακάτω άρθρου
Με αφορμή τους παραολυμπιακούς αγώνες, άτομο με αναπηρία ή με ειδικές ανάγκες όπως συνήθως λέγεται, η αφεντιά μου, θα προσπαθήσω να διατυπώσω κάποιες σκέψεις για την θέση μας στην σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα.
Καταρχήν θα σας διηγηθώ μια μικρή προσωπική ιστορία: Πριν 7 και κάτι χρόνια η επιτροπή του νόμου 1648/86 που τοποθετεί άτομα με ειδικές ανάγκες σε θέσεις εργασίας μου βρήκε μια θέση εργασίας σε μια κρατικοσυνεταιριστική επιχείρηση ενώ βρισκόμουνα για 8 ολόκληρα χρόνια άνεργος.
Βέβαια με τον συγκεκριμενο νόμο διορίστηκαν άπειροι«ανάπηροι μαϊμούδες»ενώ πραγματικοί ανάπηροι παραμένουν άνεργοι, ζώντας συχνά από το υστέρημα των γονιών τους και από τα άθλια επιδόματα της πρόνοιας. Με την τοποθέτηση μου στην συγκεκριμένη εργασία βρέθηκα αντιμέτωπος με την άρνηση της εταιρίας να αποδεχτεί την τοποθέτηση μου, ένα γεγονός βέβαια που συνηθίζεται από όλες τις επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Αλλα αυτό που με σόκαρε δεν είναι τα καμώματα των εργοδοτών, αλλα η ρατσιστική συμπεριφορά των συναδέλφων που διαμαρτύρονταν για τις προσλήψεις μας. Οι διάφορες δικαιολογίες που πρόβαλαν οι συνδικαλιστές και οι εργαζόμενοι ήταν ολοκληρωτικά ενταγμένες μέσα στο κλίμα
της ανθρωποφάγας πραγματικότητας «η εταιρία δεν βγαίνει... εσείς δεν μπορείτε να προσφέρεται...». Ενας δηλαδή κυνικός ρατσιστικός συντεχνιακός λόγος "αφού βολεύτηκα εγώ οι άλλοι ας πάνε να πνίγουνε"
Παρόμοιες και πιο θλιβερές ακόμη ιστορίες ρατσιστικής συμπεριφοράς, απόρροια της συνολικής αλλοτριωμένης πραγματικότητας, έχουν όλα τα άτομα με ψυχικές, σωματικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, να διηγηθούν. Ακόμη και το συναίσθημα του οίκτου δεν είναι αντίθετο του κοινωνικού ρατσισμού, απεναντίας συμπληρώνει τις εκφράσεις ανωτερότητας αυτών που θεωρούνται «ολοκληρωμένοι» άνθρωποι, τρομάρα τους!!! Φυσικά το μόνο που σε τελευταία αναλυση προσπαθούνε να διαχειρισθούνε είναι ο φόβος του διαφορετικού, μέσα σε μια άκρως
ανταγωνιστική κοινωνία.
Είναι αλήθεια πως οι ρατσιστικές συμπεριφορές απέναντι στα άτομα με σωματική αναπηρία είναι συγκεκαλυμμένες και υποδόριες αλλα δεν συμβαίνει το ιδιο με τα άτομα με ψυχικά νοσήματα. Εκεί ο ρατσισμός είναι απροκάλυπτος, πόσες αλήθεια κινητοποιήσεις «πολιτών», έγιναν το τελευταίο διάστημα ενάντια στο πρόγραμμα αποασυλοποίησης. Δυστυχώς ειναι εκατοντάδες σε όλη την
Ελλάδα.
Οι ίδιοι άνθρωποι που ενθουσιάζονται με τις πραγματικά σπουδαίες επιδόσεις των αθλητών στους παραολυμπιακούς αγώνες, που εκδηλώνουν την «φιλανθρωπία» τους εξω από την εκκλησία στο πάσχοντα, που μπορεί και να διαδηλώνουν όταν οι κακοί αμερικανοί σκοτώνουν στο Ιράκ, οι ίδιοι
άνθρωποι διαμαρτύρονται εάν στην γειτονία τους πάει να δημιουργηθεί μια ανοικτή κοινότητα ψυχικά ασθενών, τρέμοντας αυτόν που δεν χωράει στις νόρμες της συντηρητικής κοινωνίας.
Αλλα και στο επίπεδο της επίσημης πολιτείας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα, φυσικά το νομοθετικό πλαίσιο εχει βελτιωθεί αισθητά σε σύγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλα η συνολική παρέμβαση των κρατικών δομών είναι αναντιστοιχες με τις αυξημένες ανάγκες των ατόμων
με αναπηρία και των οικογενειών τους. Η πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι από δύσκολη έως αδύνατη. Το ιδιο και η μετακίνηση στις μεγαλουπόλεις, η πρόσβαση στα δημόσια και ιδιωτικά κτήρια. Στο όψιμο ενδιαφέρον που έδειξαν οι υπεύθυνοι λόγω παραολυμπιακών καλώντας τις
επιχειρήσεις να γίνουν προσβασιμες στα άτομα με αναπηρία, σύμφωνα με τις εφημερίδες, ανταποκρίθηκε μόλις το 1% από αυτές. Το ιδιο και συχνά μεγαλύτερες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε στην διασκέδαση ή στις διακοπές. Είναι ολοφάνερο ότι αυτός ο κόσμος δεν
φτιάχτηκε για μας. Αυτός ο κόσμος απαγορεύει το διαφορετικό που ομορφαίνει τον ανθρώπινο πολιτισμό μας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ / argird.blogspot.com
Ο ρατσισμός είναι ένα από τα χειρότερα και πιο απάνθρωπα φαινόμενα του σύγχρονου κόσμου. Είναι ένα φαινόμενο του άδικου συστήματος που κυβερνά τον κόσμο και καταστρέφει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.
Ο σύγχρονος ρατσισμός, που αντιμετωπίζουμε σήμερα, είναι πιο πολύπλοκος από τον απλό και καθαρό ρατσισμό του παρελθόντος. Ο σύγχρονος ρατσισμός δεν μπορεί να εκφραστεί ανοιχτά, χωρίς προσωπείο, όμως παρ' όλα αυτά οι ρατσιστικές ενέργειες ούτε μειώθηκαν ούτε εξαφανίστηκαν.
Πιστεύω ότι ο ρατσισμός είναι πιο έμπειρος και έξυπνος από παλιότερα και μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε διάφορους τρόπους και μορφές για να δράσει στην κοινωνία, να κατευθύνει τις σκέψεις και τις γνώμες των ανθρώπων και να οδηγήσει σε ρατσιστικές ενέργειες ενάντια στα θύματά του.
Ο ρατσισμός είναι ο φιλοσοφικός εγκέφαλος του φασισμού. Στις ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν ακόμα μερικές ρατσιστικές οργανώσεις που ανοιχτά προσπαθούν να διατηρήσουν την καθαρότητα του ιερού αίματος της Ευρώπης και κάνουν ανοιχτή προπαγάνδα ενάντια στους ξένους. Ομως, πιστεύω ότι αυτό το είδος ρατσιστικών οργανώσεων δεν είναι η πραγματική βάση του ρατσισμού, ακριβώς επειδή διατηρούν την παραδοσιακή φόρμα του ρατσισμού που δεν είναι πλατιά αποδεκτή από το λαό και επομένως δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πολλά πράγματα.
Οι κυβερνήσεις και οι άρχουσες τάξεις των χωρών αυτών παράγουν και αναπαράγουν την παλιά σκέψη, όχι απλά και άμεσα, αλλά με έναν πιο έμμεσο και ραφινάτο τρόπο. Αυτός ο τρόπος αναπαραγωγής της σκέψης είναι χρήσιμος στο βαθμό που τους βοηθά να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους για τους ξένους. Βέβαια δεν λένε "πας μη Ελλην βάρβαρος" ή "είμαστε ο περιούσιος λαός". Αλλά διατηρούν την κυριαρχία τους πάνω στις φτωχές χώρες μέσω διεθνών συμφωνιών και νομιμοποιημένων επεμβάσεων. Ο ρατσισμός είναι ένα χρήσιμο εργαλείο νομιμοποίησης αυτών των ενεργειών ανάμεσα στους πληθυσμούς των αναπτυγμένων κρατών.
Ο ρατσισμός είναι ενστικτώδης στους ανθρώπους. Ετσι δεν χρειάζεται να υπάρξει κάποιο ιδιαίτερο πρόγραμμα ρατσιστικών πράξεων. Είναι αρκετό να οξύνει κανείς αυτή την αίσθηση ή να τροφοδοτήσει αυτή την άποψη και ο καθένας μπορεί να προβεί σε ρατσιστικές πράξεις.
Η βασική εφαρμογή του ρατσισμού γίνεται με άπειρες μορφές σε μικρή κλίμακα. Τα θύματα αυτών των μικρής κλίμακας ρατσιστικών ενεργειών είναι οι κακόμοιροι πρόσφυγες και οι μετανάστες που έρχονται κυρίως από μη ευρωπαϊκές χώρες, άνθρωποι που προσπαθούν να ξεφύγουν από το θάνατο και να βρουν ένα καταφύγιο.
Η βασική μέθοδος προώθησης του ρατσισμού δεν είναι η εξύμνηση των ευρωπαϊκών εθνών, γιατί αυτή η μέθοδος είναι παλιά και άχρηστη. Αντίθετα, πιο ταιριαστή είναι η αρνητική προπαγάνδα σχετικά με τους ξένους ή τις χώρες καταγωγής τους.
Ολες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν μερίδιο στην καταστροφή χωρών όπως η Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, που έχει σαν αποτέλεσμα καραβάνια προσφύγων. Αυτοί οι πρόσφυγες, όταν έρχονται εδώ, αντιμετωπίζονται σαν εγκληματίες, μιας και δεν είναι πλέον εξειδικευμένοι εργάτες για τη βιομηχανία αλλά οι πιο φτωχοί άνθρωποι, που έχουν χάσει τα προς το ζην.
Ο καλύτερος τρόπος είναι να δημιουργήσουν μια ρατσιστική ατμόσφαιρα, να ψηφίσουν ένα σκληρό νόμο ενάντιά τους, να αγνοούν τα αιτήματά τους και να τους επιτίθενται λίγο λίγο μέρα με τη μέρα, από το δρόμο μέχρι τα στρατόπεδα. Εως ότου οι ίδιοι οι πρόσφυγες πιστέψουν ότι είναι οι πιο άχρηστοι, πιο απομονωμένοι, πιο ανάξιοι και αδύναμοι άνθρωποι, άνθρωποι που δεν αξίζει να τους έχει κανείς την παραμικρή εμπιστοσύνη.
Πηγή: Σημειωματάριο Ιδεών του Θανάση Γιαλκέτση στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (5/7/09)
Να γράψετε ένα κείμενο 100-120 λέξεων με το οποίο θα ενημερώνετε συνοπτικά τους συμμαθητές σας για το περιεχόμενο του παρακάτω κειμένου
Οι Ελληνες δεν είναι ρατσιστές. Τουλάχιστον αυτό πρεσβεύουν. Την εναντίωση στον ρατσισμό απαιτεί αυτό που αποκαλούμε ευαρέστως «πολιτικώς ορθό». Το «πολιτικώς ορθό», όμως, απαιτεί να πάμε και πιο πέρα, δηλώνοντας το απόλυτο ασυμβίβαστο ανάμεσα στις ιδιότητες του Ελληνα και του ρατσιστή.
Δεν συμμερίζομαι αυτήν την εθνικά αυτάρεσκη πεποίθηση. Είναι, όμως, αλήθεια ότι δεν είναι πηγαία ρατσιστής ο Ελληνας, όπως είναι πολλοί άλλοι. Βέβαια, πολλοί δείκτες της κοινής γνώμης δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι πολύ πίσω σε θέματα ανεκτικότητας του ξένου - εκείνου που έχει διαφορετική προέλευση ή πίστη και ανήκει σε διαφορετική παράδοση από εμάς.
Ο μετανάστης, ειδικότερα, αντιμετωπίζεται με δυσπιστία ή και με εχθρότητα. Πολλοί συμπατριώτες μας θεωρούν ότι απειλείται η προσωπική ή η επαγγελματική τους ασφάλεια. Η εισροή ενός και πλέον εκατομμυρίου μεταναστών από γειτονικές χώρες μετά το 1990 δεν μπόρεσε να γίνει με απόλυτη τάξη και η απορρόφησή τους δεν γίνεται χωρίς προβλήματα. Τα προβλήματα, όμως, που δημιουργούνται δεν συγκρίνονται με αυτά που αντιμετωπίζουν άλλες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως η Γαλλία και η Βρετανία, ή η Γερμανία, μεταξύ άλλων.
Επομένως μπορεί να υποστηριχθεί, βάσιμα, ότι η ελληνική κοινωνία δεν έδωσε μέχρι στιγμής δείγματα έκδηλου και μαζικού ρατσισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν ή ότι δεν θα υπάρξουν κρούσματα συλλογικής, ξενόφοβης συμπεριφοράς. Εκδηλώσεις ξενοφοβίας σημειώθηκαν συχνά στην Αθήνα καθώς και στην επαρχία, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα: καταλήψεις σχολείων σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συστέγαση με παιδιά «ξένων», απομάκρυνση μεταναστών από συγκεκριμένη τοποθεσία κατόπιν «λαϊκής απαίτησης», επεισόδια και διαμαρτυρίες με αφορμή τη σημαιοφορία σε σχολικές παρελάσεις. Σημειώθηκε ακόμη και φόνος αλβανού μετανάστη μετά τη νίκη της αλβανικής επί της ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας.
Αυτά τα επεισόδια, όμως, είναι περιορισμένης κλίμακας. Η κοινή γνώμη στην Ελλάδα δεν είναι ρατσιστική. Δεν απαντάται πηγαία ξενοφοβία, ορμέμφυτο μίσος κατά του ξένου στην Ελλάδα. Ούτε είχαμε ποτέ φυλετικές ταραχές ή «μίνι πογκρόμ», όπως συμβαίνει σε ορισμένες πόλεις της Αγγλίας, όπου το ξυλοκόπημα Πακιστανών παίρνει τη μορφή συλλογικής διασκέδασης νεαρών ατόμων το σαββατόβραδο.
Το πρόβλημα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην Ελλάδα, ωστόσο, είναι υπαρκτό, έστω και αν δεν εστιάζεται στη γενική στάση των μελών της ελληνικής κοινωνίας. Και το πρόβλημα αυτό συνίσταται στην αγνόηση ή κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των ξένων. Αυτό αφορά κατά κύριο λόγο τη συμπεριφορά των εκπροσώπων αρχών. Στην Ελλάδα η εξουσία δεν λαμβάνει υπόψη της τα φρένα που αποτελούν τα δικαιώματα του πολίτη, παρά μόνο αν ο τελευταίος διαθέτει αντιστηρίγματα. Ακόμη και η ελάχιστη δύναμη που έχει ο πολίτης ως ψηφοφόρος ή ως μέλος μιας ομάδας πίεσης είναι υπολογίσιμη για κάθε όργανο κρατικής εξουσίας. Το αντίθετο ισχύει για τον ξένο μετανάστη, ο οποίος είναι εντελώς εστερημένος τέτοιων αντιστηριγμάτων. Το γεγονός ότι και ο ξένος έχει δικαιώματα, έχει μόνο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για κάθε φορέα κάποιας αρχής, είτε αυτή είναι δημοτική είτε σχολική είτε αστυνομική.
Κάθε ξένος, που είναι νόμιμα εγκατεστημένος εδώ, έχει σχεδόν πάντα να διηγηθεί δικές του εμπειρίες άδικης συμπεριφοράς εκ μέρους οργάνων της κρατικής εξουσίας. Οι ίδιοι αυτοί ξένοι αναγνωρίζουν παράλληλα το γενικότερο κλίμα εγκαρδιότητας και αλληλεγγύης που έχουν βρει στην Ελλάδα ανάμεσα σε κοινούς συνανθρώπους τους. Η παραβίαση των δικαιωμάτων τους από την εξουσία, που ενίοτε συνοδεύεται με χυδαίες ύβρεις, δεν αποτελεί, επομένως, δείγμα πηγαίου ρατσισμού, αλλά μάλλον θρασυδειλίας έναντι ανθρώπων που στερούνται της δυνατότητας να βρουν το δίκιο τους. Τα ίδια αυτά όργανα εξουσίας θα είχαν συμπεριφερθεί κατά πανομοιότυπο τρόπο σε έναν γηγενή Ελληνα, αν είχαν την αντίστοιχη βεβαιότητα ότι δεν έχει ούτε πολιτικό να τον στηρίξει ούτε άλλον τρόπο να κινήσει τον νόμο υπέρ αυτού.
Κατά συνέπεια, ο ανθρωπιστικός αγώνας κάθε υπεύθυνου πολίτη κατά της ξενοφοβίας και του ρατσισμού είναι συνυφασμένος με τον αγώνα εναντίον κάθε αυθαιρεσίας της πολιτικής εξουσίας, είτε έναντι ημεδαπών είτε έναντι αλλοδαπών. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι οι τελευταίοι είναι τα πιο συχνά θύματά της, επειδή είναι εντελώς άοπλοι απέναντί της.
(Ο κ. Δημήτρης Δημητράκος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.)
Με αφορμή τους παραολυμπιακούς αγώνες, άτομο με αναπηρία ή με ειδικές ανάγκες όπως συνήθως λέγεται, η αφεντιά μου, θα προσπαθήσω να διατυπώσω κάποιες σκέψεις για την θέση μας στην σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα.
Καταρχήν θα σας διηγηθώ μια μικρή προσωπική ιστορία: Πριν 7 και κάτι χρόνια η επιτροπή του νόμου 1648/86 που τοποθετεί άτομα με ειδικές ανάγκες σε θέσεις εργασίας μου βρήκε μια θέση εργασίας σε μια κρατικοσυνεταιριστική επιχείρηση ενώ βρισκόμουνα για 8 ολόκληρα χρόνια άνεργος.
Βέβαια με τον συγκεκριμενο νόμο διορίστηκαν άπειροι«ανάπηροι μαϊμούδες»ενώ πραγματικοί ανάπηροι παραμένουν άνεργοι, ζώντας συχνά από το υστέρημα των γονιών τους και από τα άθλια επιδόματα της πρόνοιας. Με την τοποθέτηση μου στην συγκεκριμένη εργασία βρέθηκα αντιμέτωπος με την άρνηση της εταιρίας να αποδεχτεί την τοποθέτηση μου, ένα γεγονός βέβαια που συνηθίζεται από όλες τις επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Αλλα αυτό που με σόκαρε δεν είναι τα καμώματα των εργοδοτών, αλλα η ρατσιστική συμπεριφορά των συναδέλφων που διαμαρτύρονταν για τις προσλήψεις μας. Οι διάφορες δικαιολογίες που πρόβαλαν οι συνδικαλιστές και οι εργαζόμενοι ήταν ολοκληρωτικά ενταγμένες μέσα στο κλίμα
της ανθρωποφάγας πραγματικότητας «η εταιρία δεν βγαίνει... εσείς δεν μπορείτε να προσφέρεται...». Ενας δηλαδή κυνικός ρατσιστικός συντεχνιακός λόγος "αφού βολεύτηκα εγώ οι άλλοι ας πάνε να πνίγουνε"
Παρόμοιες και πιο θλιβερές ακόμη ιστορίες ρατσιστικής συμπεριφοράς, απόρροια της συνολικής αλλοτριωμένης πραγματικότητας, έχουν όλα τα άτομα με ψυχικές, σωματικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, να διηγηθούν. Ακόμη και το συναίσθημα του οίκτου δεν είναι αντίθετο του κοινωνικού ρατσισμού, απεναντίας συμπληρώνει τις εκφράσεις ανωτερότητας αυτών που θεωρούνται «ολοκληρωμένοι» άνθρωποι, τρομάρα τους!!! Φυσικά το μόνο που σε τελευταία αναλυση προσπαθούνε να διαχειρισθούνε είναι ο φόβος του διαφορετικού, μέσα σε μια άκρως
ανταγωνιστική κοινωνία.
Είναι αλήθεια πως οι ρατσιστικές συμπεριφορές απέναντι στα άτομα με σωματική αναπηρία είναι συγκεκαλυμμένες και υποδόριες αλλα δεν συμβαίνει το ιδιο με τα άτομα με ψυχικά νοσήματα. Εκεί ο ρατσισμός είναι απροκάλυπτος, πόσες αλήθεια κινητοποιήσεις «πολιτών», έγιναν το τελευταίο διάστημα ενάντια στο πρόγραμμα αποασυλοποίησης. Δυστυχώς ειναι εκατοντάδες σε όλη την
Ελλάδα.
Οι ίδιοι άνθρωποι που ενθουσιάζονται με τις πραγματικά σπουδαίες επιδόσεις των αθλητών στους παραολυμπιακούς αγώνες, που εκδηλώνουν την «φιλανθρωπία» τους εξω από την εκκλησία στο πάσχοντα, που μπορεί και να διαδηλώνουν όταν οι κακοί αμερικανοί σκοτώνουν στο Ιράκ, οι ίδιοι
άνθρωποι διαμαρτύρονται εάν στην γειτονία τους πάει να δημιουργηθεί μια ανοικτή κοινότητα ψυχικά ασθενών, τρέμοντας αυτόν που δεν χωράει στις νόρμες της συντηρητικής κοινωνίας.
Αλλα και στο επίπεδο της επίσημης πολιτείας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα, φυσικά το νομοθετικό πλαίσιο εχει βελτιωθεί αισθητά σε σύγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλα η συνολική παρέμβαση των κρατικών δομών είναι αναντιστοιχες με τις αυξημένες ανάγκες των ατόμων
με αναπηρία και των οικογενειών τους. Η πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι από δύσκολη έως αδύνατη. Το ιδιο και η μετακίνηση στις μεγαλουπόλεις, η πρόσβαση στα δημόσια και ιδιωτικά κτήρια. Στο όψιμο ενδιαφέρον που έδειξαν οι υπεύθυνοι λόγω παραολυμπιακών καλώντας τις
επιχειρήσεις να γίνουν προσβασιμες στα άτομα με αναπηρία, σύμφωνα με τις εφημερίδες, ανταποκρίθηκε μόλις το 1% από αυτές. Το ιδιο και συχνά μεγαλύτερες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε στην διασκέδαση ή στις διακοπές. Είναι ολοφάνερο ότι αυτός ο κόσμος δεν
φτιάχτηκε για μας. Αυτός ο κόσμος απαγορεύει το διαφορετικό που ομορφαίνει τον ανθρώπινο πολιτισμό μας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ / argird.blogspot.com
Κοινωνικός ρατσισμός και αναπηρία
Να γράψετε την περίληψη του κειμένου σε 90-100 λέξεις
Το πολιτισμικό επίπεδο μιας κοινωνίας αναδεικνύεται σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο που αντιμετωπίζονται όσα μέλη της διαφέρουν ή μειονεκτούν. Το κρίσιμο ζήτημα είναι εάν επιδιώκεται, πραγματικά και όχι προσχηματικά, να διασφαλιστούν η ένταξη και η συμμετοχή στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή των συμπολιτών μας που μειονεκτούν.
Δεν απαιτείται, ωστόσο, ενδελεχής έρευνα για να διαπιστωθεί ότι περίπου το 9% των κατοίκων της επικράτειας, που χαρακτηρίζονται ως άτομα με αναπηρία, παραμένει σε ένα ιδιότυπο καθεστώς κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και -χυδαίου συχνά- κοινωνικού ρατσισμού.
Ποιος μπορεί να ισχυριστεί, για παράδειγμα, ότι ένας τυφλός ή ένας κινητικά ανάπηρος έχει πράγματι τη δυνατότητα να κυκλοφορήσει σήμερα στην Αθήνα χωρίς να αντιμετωπίσει ανυπέρβλητες δυσκολίες, είτε λόγω αρχιτεκτονικών ή κατασκευαστικών ατελειών είτε εξαιτίας της σώρευσης στα πεζοδρόμια ποικίλων εμποδίων; Ποια είναι τα αποτελέσματα αυτών των συνθηκών ως προς τη δυνατότητα των ατόμων με αναπηρία να εργαστούν, να εκπαιδευτούν, να αναπτύξουν κοινωνικές σχέσεις ή να ψυχαγωγηθούν; Τι συνεπάγεται για την προσωπικότητα και τη στάση των συγκεκριμένων συμπολιτών μας απέναντι στην αναπηρία τους το γεγονός ότι η πολιτεία και το κοινωνικό περιβάλλον αδιαφορούν για τον σεβασμό στοιχειωδών δικαιωμάτων τους; Είναι προφανές ότι οδηγούνται βαθμιαία προς τη λεγόμενη «μη ενταγμένη στάση», δηλαδή την αίσθηση απόρριψης και μειονεκτικότητας, την περιθωριοποίηση ή την γκετοποίηση, ως αποτέλεσμα ποικίλων προκαταλήψεων.
Οι συμπολίτες μας με αναπηρία δεν παύουν να αποτελούν φορείς προσωπικής ελευθερίας, αξιοπρέπειας και δημιουργικότητας. Το κράτος είναι, κατά το Σύνταγμα, υποχρεωμένο να μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη εις βάρος τους και να λαμβάνει θετικά μέτρα για την προώθηση της πραγματικής ισότητας. Η αποτελεσματικότητα των σχετικών δημόσιων πολιτικών αποτελεί κριτήριο αξιολόγησης της επάρκειας της δημόσιας διοίκησης και της πολιτικής τάξης, που συνήθως θυμάται την αναπηρική κοινότητα είτε «επετειακά», την 3η Δεκεμβρίου, είτε προεκλογικά.
Τα άτομα με αναπηρία έχουν μεν ειδικές ανάγκες, όμως διαθέτουν ασφαλώς και ειδικές ικανότητες, τις οποίες αναπτύσσουν, με αξιοθαύμαστο τρόπο, ως μηχανισμούς αναπλήρωσης έναντι των πεδίων όπου υστερούν. Τα άτομα με αναπηρία δεν είναι ούτε κοινωνικοί παραβάτες, ούτε απόβλητοι, αλλά άνθρωποι που αποκλίνουν από έναν ιδεατό τύπο «μέσου ανθρώπου», ο οποίος στην πραγματικότητα δεν υφίσταται.
Τα άτομα με αναπηρία μάς διδάσκουν τη σημασία και την αξία της διαφορετικότητας σε κάποιες από τις πιο σκληρές εκφάνσεις της. Ο αποκλεισμός τους από την κοινωνική ζωή είναι ένδειξη πολιτισμικής υπανάπτυξης. Η ελλιπής εφαρμογή των δικαιωμάτων τους στην πράξη αποδεικνύει τα κενά του θεσμικού πλαισίου και του διοικητικού συστήματος, αλλά και τις επικίνδυνες ρωγμές στη λειτουργία της πολιτείας ως κοινωνικού κράτους δικαίου. Σε τελική ανάλυση, τεράστια σημασία για την κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρία έχει η αποκατάσταση του κοινωνικού τους κύρους και η αναγνώριση του ρόλου τους στην οργανωμένη κοινωνική συμβίωση
Από τον Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
http://www.ethnos.gr 18-11-2008
Το πολιτισμικό επίπεδο μιας κοινωνίας αναδεικνύεται σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο που αντιμετωπίζονται όσα μέλη της διαφέρουν ή μειονεκτούν. Το κρίσιμο ζήτημα είναι εάν επιδιώκεται, πραγματικά και όχι προσχηματικά, να διασφαλιστούν η ένταξη και η συμμετοχή στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή των συμπολιτών μας που μειονεκτούν.
Δεν απαιτείται, ωστόσο, ενδελεχής έρευνα για να διαπιστωθεί ότι περίπου το 9% των κατοίκων της επικράτειας, που χαρακτηρίζονται ως άτομα με αναπηρία, παραμένει σε ένα ιδιότυπο καθεστώς κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και -χυδαίου συχνά- κοινωνικού ρατσισμού.
Ποιος μπορεί να ισχυριστεί, για παράδειγμα, ότι ένας τυφλός ή ένας κινητικά ανάπηρος έχει πράγματι τη δυνατότητα να κυκλοφορήσει σήμερα στην Αθήνα χωρίς να αντιμετωπίσει ανυπέρβλητες δυσκολίες, είτε λόγω αρχιτεκτονικών ή κατασκευαστικών ατελειών είτε εξαιτίας της σώρευσης στα πεζοδρόμια ποικίλων εμποδίων; Ποια είναι τα αποτελέσματα αυτών των συνθηκών ως προς τη δυνατότητα των ατόμων με αναπηρία να εργαστούν, να εκπαιδευτούν, να αναπτύξουν κοινωνικές σχέσεις ή να ψυχαγωγηθούν; Τι συνεπάγεται για την προσωπικότητα και τη στάση των συγκεκριμένων συμπολιτών μας απέναντι στην αναπηρία τους το γεγονός ότι η πολιτεία και το κοινωνικό περιβάλλον αδιαφορούν για τον σεβασμό στοιχειωδών δικαιωμάτων τους; Είναι προφανές ότι οδηγούνται βαθμιαία προς τη λεγόμενη «μη ενταγμένη στάση», δηλαδή την αίσθηση απόρριψης και μειονεκτικότητας, την περιθωριοποίηση ή την γκετοποίηση, ως αποτέλεσμα ποικίλων προκαταλήψεων.
Οι συμπολίτες μας με αναπηρία δεν παύουν να αποτελούν φορείς προσωπικής ελευθερίας, αξιοπρέπειας και δημιουργικότητας. Το κράτος είναι, κατά το Σύνταγμα, υποχρεωμένο να μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη εις βάρος τους και να λαμβάνει θετικά μέτρα για την προώθηση της πραγματικής ισότητας. Η αποτελεσματικότητα των σχετικών δημόσιων πολιτικών αποτελεί κριτήριο αξιολόγησης της επάρκειας της δημόσιας διοίκησης και της πολιτικής τάξης, που συνήθως θυμάται την αναπηρική κοινότητα είτε «επετειακά», την 3η Δεκεμβρίου, είτε προεκλογικά.
Τα άτομα με αναπηρία έχουν μεν ειδικές ανάγκες, όμως διαθέτουν ασφαλώς και ειδικές ικανότητες, τις οποίες αναπτύσσουν, με αξιοθαύμαστο τρόπο, ως μηχανισμούς αναπλήρωσης έναντι των πεδίων όπου υστερούν. Τα άτομα με αναπηρία δεν είναι ούτε κοινωνικοί παραβάτες, ούτε απόβλητοι, αλλά άνθρωποι που αποκλίνουν από έναν ιδεατό τύπο «μέσου ανθρώπου», ο οποίος στην πραγματικότητα δεν υφίσταται.
Τα άτομα με αναπηρία μάς διδάσκουν τη σημασία και την αξία της διαφορετικότητας σε κάποιες από τις πιο σκληρές εκφάνσεις της. Ο αποκλεισμός τους από την κοινωνική ζωή είναι ένδειξη πολιτισμικής υπανάπτυξης. Η ελλιπής εφαρμογή των δικαιωμάτων τους στην πράξη αποδεικνύει τα κενά του θεσμικού πλαισίου και του διοικητικού συστήματος, αλλά και τις επικίνδυνες ρωγμές στη λειτουργία της πολιτείας ως κοινωνικού κράτους δικαίου. Σε τελική ανάλυση, τεράστια σημασία για την κοινωνική ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρία έχει η αποκατάσταση του κοινωνικού τους κύρους και η αναγνώριση του ρόλου τους στην οργανωμένη κοινωνική συμβίωση
Από τον Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
http://www.ethnos.gr 18-11-2008
Σύγχρονη μορφή ρατσισμού: Ξενοφοβία.
Σε ένα κείμενο που πρόκειται να το δημοσιεύσετε-αναρτήσετε στην ιστοσελίδα του σχολείου σας να παρουσιάσετε συνοπτικά (110 περίπου λέξεις) το περιεχόμενο του παρακάτω άρθρου
Ο ρατσισμός είναι ένα από τα χειρότερα και πιο απάνθρωπα φαινόμενα του σύγχρονου κόσμου. Είναι ένα φαινόμενο του άδικου συστήματος που κυβερνά τον κόσμο και καταστρέφει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.
Ο σύγχρονος ρατσισμός, που αντιμετωπίζουμε σήμερα, είναι πιο πολύπλοκος από τον απλό και καθαρό ρατσισμό του παρελθόντος. Ο σύγχρονος ρατσισμός δεν μπορεί να εκφραστεί ανοιχτά, χωρίς προσωπείο, όμως παρ' όλα αυτά οι ρατσιστικές ενέργειες ούτε μειώθηκαν ούτε εξαφανίστηκαν.
Πιστεύω ότι ο ρατσισμός είναι πιο έμπειρος και έξυπνος από παλιότερα και μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε διάφορους τρόπους και μορφές για να δράσει στην κοινωνία, να κατευθύνει τις σκέψεις και τις γνώμες των ανθρώπων και να οδηγήσει σε ρατσιστικές ενέργειες ενάντια στα θύματά του.
Ο ρατσισμός είναι ο φιλοσοφικός εγκέφαλος του φασισμού. Στις ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν ακόμα μερικές ρατσιστικές οργανώσεις που ανοιχτά προσπαθούν να διατηρήσουν την καθαρότητα του ιερού αίματος της Ευρώπης και κάνουν ανοιχτή προπαγάνδα ενάντια στους ξένους. Ομως, πιστεύω ότι αυτό το είδος ρατσιστικών οργανώσεων δεν είναι η πραγματική βάση του ρατσισμού, ακριβώς επειδή διατηρούν την παραδοσιακή φόρμα του ρατσισμού που δεν είναι πλατιά αποδεκτή από το λαό και επομένως δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πολλά πράγματα.
Οι κυβερνήσεις και οι άρχουσες τάξεις των χωρών αυτών παράγουν και αναπαράγουν την παλιά σκέψη, όχι απλά και άμεσα, αλλά με έναν πιο έμμεσο και ραφινάτο τρόπο. Αυτός ο τρόπος αναπαραγωγής της σκέψης είναι χρήσιμος στο βαθμό που τους βοηθά να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους για τους ξένους. Βέβαια δεν λένε "πας μη Ελλην βάρβαρος" ή "είμαστε ο περιούσιος λαός". Αλλά διατηρούν την κυριαρχία τους πάνω στις φτωχές χώρες μέσω διεθνών συμφωνιών και νομιμοποιημένων επεμβάσεων. Ο ρατσισμός είναι ένα χρήσιμο εργαλείο νομιμοποίησης αυτών των ενεργειών ανάμεσα στους πληθυσμούς των αναπτυγμένων κρατών.
Ο ρατσισμός είναι ενστικτώδης στους ανθρώπους. Ετσι δεν χρειάζεται να υπάρξει κάποιο ιδιαίτερο πρόγραμμα ρατσιστικών πράξεων. Είναι αρκετό να οξύνει κανείς αυτή την αίσθηση ή να τροφοδοτήσει αυτή την άποψη και ο καθένας μπορεί να προβεί σε ρατσιστικές πράξεις.
Η βασική εφαρμογή του ρατσισμού γίνεται με άπειρες μορφές σε μικρή κλίμακα. Τα θύματα αυτών των μικρής κλίμακας ρατσιστικών ενεργειών είναι οι κακόμοιροι πρόσφυγες και οι μετανάστες που έρχονται κυρίως από μη ευρωπαϊκές χώρες, άνθρωποι που προσπαθούν να ξεφύγουν από το θάνατο και να βρουν ένα καταφύγιο.
Η βασική μέθοδος προώθησης του ρατσισμού δεν είναι η εξύμνηση των ευρωπαϊκών εθνών, γιατί αυτή η μέθοδος είναι παλιά και άχρηστη. Αντίθετα, πιο ταιριαστή είναι η αρνητική προπαγάνδα σχετικά με τους ξένους ή τις χώρες καταγωγής τους.
Ολες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν μερίδιο στην καταστροφή χωρών όπως η Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, που έχει σαν αποτέλεσμα καραβάνια προσφύγων. Αυτοί οι πρόσφυγες, όταν έρχονται εδώ, αντιμετωπίζονται σαν εγκληματίες, μιας και δεν είναι πλέον εξειδικευμένοι εργάτες για τη βιομηχανία αλλά οι πιο φτωχοί άνθρωποι, που έχουν χάσει τα προς το ζην.
Ο καλύτερος τρόπος είναι να δημιουργήσουν μια ρατσιστική ατμόσφαιρα, να ψηφίσουν ένα σκληρό νόμο ενάντιά τους, να αγνοούν τα αιτήματά τους και να τους επιτίθενται λίγο λίγο μέρα με τη μέρα, από το δρόμο μέχρι τα στρατόπεδα. Εως ότου οι ίδιοι οι πρόσφυγες πιστέψουν ότι είναι οι πιο άχρηστοι, πιο απομονωμένοι, πιο ανάξιοι και αδύναμοι άνθρωποι, άνθρωποι που δεν αξίζει να τους έχει κανείς την παραμικρή εμπιστοσύνη.
Πηγή: Σημειωματάριο Ιδεών του Θανάση Γιαλκέτση στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (5/7/09)
Ο αγώνας κατά της ξενοφοβίας είναι συνυφασμένος με τον αγώνα εναντίον κάθε αυθαιρεσίας της εξουσίας
Να γράψετε ένα κείμενο 100-120 λέξεων με το οποίο θα ενημερώνετε συνοπτικά τους συμμαθητές σας για το περιεχόμενο του παρακάτω κειμένου
Οι Ελληνες δεν είναι ρατσιστές. Τουλάχιστον αυτό πρεσβεύουν. Την εναντίωση στον ρατσισμό απαιτεί αυτό που αποκαλούμε ευαρέστως «πολιτικώς ορθό». Το «πολιτικώς ορθό», όμως, απαιτεί να πάμε και πιο πέρα, δηλώνοντας το απόλυτο ασυμβίβαστο ανάμεσα στις ιδιότητες του Ελληνα και του ρατσιστή.
Δεν συμμερίζομαι αυτήν την εθνικά αυτάρεσκη πεποίθηση. Είναι, όμως, αλήθεια ότι δεν είναι πηγαία ρατσιστής ο Ελληνας, όπως είναι πολλοί άλλοι. Βέβαια, πολλοί δείκτες της κοινής γνώμης δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι πολύ πίσω σε θέματα ανεκτικότητας του ξένου - εκείνου που έχει διαφορετική προέλευση ή πίστη και ανήκει σε διαφορετική παράδοση από εμάς.
Ο μετανάστης, ειδικότερα, αντιμετωπίζεται με δυσπιστία ή και με εχθρότητα. Πολλοί συμπατριώτες μας θεωρούν ότι απειλείται η προσωπική ή η επαγγελματική τους ασφάλεια. Η εισροή ενός και πλέον εκατομμυρίου μεταναστών από γειτονικές χώρες μετά το 1990 δεν μπόρεσε να γίνει με απόλυτη τάξη και η απορρόφησή τους δεν γίνεται χωρίς προβλήματα. Τα προβλήματα, όμως, που δημιουργούνται δεν συγκρίνονται με αυτά που αντιμετωπίζουν άλλες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως η Γαλλία και η Βρετανία, ή η Γερμανία, μεταξύ άλλων.
Επομένως μπορεί να υποστηριχθεί, βάσιμα, ότι η ελληνική κοινωνία δεν έδωσε μέχρι στιγμής δείγματα έκδηλου και μαζικού ρατσισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν ή ότι δεν θα υπάρξουν κρούσματα συλλογικής, ξενόφοβης συμπεριφοράς. Εκδηλώσεις ξενοφοβίας σημειώθηκαν συχνά στην Αθήνα καθώς και στην επαρχία, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα: καταλήψεις σχολείων σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συστέγαση με παιδιά «ξένων», απομάκρυνση μεταναστών από συγκεκριμένη τοποθεσία κατόπιν «λαϊκής απαίτησης», επεισόδια και διαμαρτυρίες με αφορμή τη σημαιοφορία σε σχολικές παρελάσεις. Σημειώθηκε ακόμη και φόνος αλβανού μετανάστη μετά τη νίκη της αλβανικής επί της ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας.
Αυτά τα επεισόδια, όμως, είναι περιορισμένης κλίμακας. Η κοινή γνώμη στην Ελλάδα δεν είναι ρατσιστική. Δεν απαντάται πηγαία ξενοφοβία, ορμέμφυτο μίσος κατά του ξένου στην Ελλάδα. Ούτε είχαμε ποτέ φυλετικές ταραχές ή «μίνι πογκρόμ», όπως συμβαίνει σε ορισμένες πόλεις της Αγγλίας, όπου το ξυλοκόπημα Πακιστανών παίρνει τη μορφή συλλογικής διασκέδασης νεαρών ατόμων το σαββατόβραδο.
Το πρόβλημα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην Ελλάδα, ωστόσο, είναι υπαρκτό, έστω και αν δεν εστιάζεται στη γενική στάση των μελών της ελληνικής κοινωνίας. Και το πρόβλημα αυτό συνίσταται στην αγνόηση ή κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των ξένων. Αυτό αφορά κατά κύριο λόγο τη συμπεριφορά των εκπροσώπων αρχών. Στην Ελλάδα η εξουσία δεν λαμβάνει υπόψη της τα φρένα που αποτελούν τα δικαιώματα του πολίτη, παρά μόνο αν ο τελευταίος διαθέτει αντιστηρίγματα. Ακόμη και η ελάχιστη δύναμη που έχει ο πολίτης ως ψηφοφόρος ή ως μέλος μιας ομάδας πίεσης είναι υπολογίσιμη για κάθε όργανο κρατικής εξουσίας. Το αντίθετο ισχύει για τον ξένο μετανάστη, ο οποίος είναι εντελώς εστερημένος τέτοιων αντιστηριγμάτων. Το γεγονός ότι και ο ξένος έχει δικαιώματα, έχει μόνο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για κάθε φορέα κάποιας αρχής, είτε αυτή είναι δημοτική είτε σχολική είτε αστυνομική.
Κάθε ξένος, που είναι νόμιμα εγκατεστημένος εδώ, έχει σχεδόν πάντα να διηγηθεί δικές του εμπειρίες άδικης συμπεριφοράς εκ μέρους οργάνων της κρατικής εξουσίας. Οι ίδιοι αυτοί ξένοι αναγνωρίζουν παράλληλα το γενικότερο κλίμα εγκαρδιότητας και αλληλεγγύης που έχουν βρει στην Ελλάδα ανάμεσα σε κοινούς συνανθρώπους τους. Η παραβίαση των δικαιωμάτων τους από την εξουσία, που ενίοτε συνοδεύεται με χυδαίες ύβρεις, δεν αποτελεί, επομένως, δείγμα πηγαίου ρατσισμού, αλλά μάλλον θρασυδειλίας έναντι ανθρώπων που στερούνται της δυνατότητας να βρουν το δίκιο τους. Τα ίδια αυτά όργανα εξουσίας θα είχαν συμπεριφερθεί κατά πανομοιότυπο τρόπο σε έναν γηγενή Ελληνα, αν είχαν την αντίστοιχη βεβαιότητα ότι δεν έχει ούτε πολιτικό να τον στηρίξει ούτε άλλον τρόπο να κινήσει τον νόμο υπέρ αυτού.
Κατά συνέπεια, ο ανθρωπιστικός αγώνας κάθε υπεύθυνου πολίτη κατά της ξενοφοβίας και του ρατσισμού είναι συνυφασμένος με τον αγώνα εναντίον κάθε αυθαιρεσίας της πολιτικής εξουσίας, είτε έναντι ημεδαπών είτε έναντι αλλοδαπών. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι οι τελευταίοι είναι τα πιο συχνά θύματά της, επειδή είναι εντελώς άοπλοι απέναντί της.
(Ο κ. Δημήτρης Δημητράκος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.)
Πώς γεννιέται η ξενοφοβία
Να γράψετε την περίληψη του παρακάτω κειμένου σε 120 περίπου λέξεις
Ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία αισθανόμαστε συχνά ότι απειλούμαστε. Η παγκοσμιοποίηση.., οι φυσικές καταστροφές, η οικονομική κρίση, οι δυσκολίες της καθημερινής ζωής μάς δημιουργούν την αίσθηση ότι δεν τα καταφέρνουμε πλέον να αντιμετώπισουμε. απειλές που είναι συχνά απρόβλεπτες. Αισθανόμαστε ανυπεράσπιστοι και ανίκανοι να δράσουμε, και συνεπώς φοβόμαστε. Είναι ένας ακαθόριστος φόβος τον οποίο μεταφέρουμε κυρίως στους ξένους».
Ο Αλέν Τουρέν μιλάει στον Φάμπιο Γκαμπάρο, ανταποκριτή της ιταλικής «La Repubblica» στο Παρίσι.
Ο γάλλος κοινωνιολόγος εξηγεί το φαινόμενο της ξενοφοβίας ως αντίδραση που αποκαλύπτει τις αντιφάσεις μιας όλο και πιο κατακερματισμένης και ανασφαλούς κοινωνίας: «Μέσα από την ξενοφοβία εκδηλώνεται ο φόβος για όποιον είναι διαφορετικός από μας όχι μόνο στη φυσική του μορφή, αλλά και στην κουλτούρα, τη θρησκεία ή τους τρόπους ζωής.
Τα χαρακτηριστικά του άλλου, ωστόσο, είναι μόνον ένα πρόσχημα, για να μπορούμε να προβάλλουμε πάνω του τις δικές μας αγωνίες. Απορρίπτοντας τον άλλον για το ένα ή το ένα άλλο χαρακτηριστικό του, η ξενοφοβία θέτει σε κίνηση μια δυναμική η οποία φτάνει ακόμα και να αρνείται την ανθρωπιά του άλλου, χαρακτηρίζοντάς τον μη ανθρώπινο, επειδή είναι διαφορετικός από μας. Η απανθρωποποίηση.. του άλλου είναι μια από τις χειρότερες συνέπειες της ξενοφοβίας. Για τον ξενόφοβο γίνεται αδύνατο να ζήσει μαζί με τους άλλους, απέναντι στους οποίους λειτουργεί ένα αληθινό ταμπού. Οι άλλοι γίνονται αντιληπτοί ως ακάθαρτοι. Η παρουσία τους απειλεί την καθαρότητα μιας εξιδανικευμένης.. κοινότητας, η οποία επομένως πρέπει και να προστατευτεί.
Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται ο απόλυτος ξένος, που γίνεται παγκόσμια απειλή απέναντι στην οποία πρέπει να αμυνθούμε. Ωθούμενος ώς τις ακραίες συνέπειές του, ένας τέτοιος συλλογισμός παράγει τον ρατσισμό, δηλαδή την πιο ακραία μορφή της ξενοφοβίας. Φυσικά, όποιος είναι ξενόφοβος κινείται πάντοτε σε ένα γενικό επίπεδο, στιγματίζοντας μιαν ολόκληρη κοινότητα, έστω και αν σε προσωπικό επίπεδο θα έχει έναν άραβα, σενεγαλέζο ή ρουμάνο φίλο, για να τον επιδεικνύει απορρίποντας κάθε κατηγορία για ξενοφοβία εναντίον του ιδίου.
Η αύξηση της ξενοφοβίας είναι μια ανησυχητική ένδειξη για την κοινωνία μας. Βέβαια, αν εξετάσουμε το ζήτημα σε μιαν ιστορική προοπτική, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η ιστορία του κόσμου κυριαρχήθηκε συχνά από την απόρριψη των άλλων, των "βαρβάρων", των διαφορετικών.
Στο παρελθόν υπήρξαν πολύ χειρότερες καταστάσεις από τις σημερινές, όπως, για παράδειγμα, εκείνες που γεννήθηκαν από τη μεταχείριση των δούλων και από την αποικιοκρατία. Σήμερα ωστόσο, έπειτα από μια μακρά περίοδο κατά την οποία η ξενοφοβία φαινόταν βαθμιαία να υποχωρεί, μου φαίνεται ότι επιστρέφει και μας γυρίζει πίσω στη βαρβαρότητα.
Για να κατανοήσουμε τις αιτίες αυτής της εξέλιξης, πρέπει να πάρουμε υπόψη μας ότι ζούμε σε μια κοινωνία πιο ανοιχτή και πιο κινητική, στην οποία οι επαφές ανάμεσα σε διαφορετικούς πληθυσμούς είναι πιο εύκολες και αυξάνονται διαρκώς. Είναι μια κατάσταση που παράγει αντιφατικές συνέπειες. Πλάι στο άνοιγμα και στη διαθεσιμότητα εκδηλώνεται και η επίταση της ανησυχίας, που τροφοδοτεί την απόρριψη των άλλων. Οταν όμως αντιμετωπίζεται.. εχθρικά και απορρίπτεται μια ολόκληρη κοινότητα, καταλήγει να αναδιπλώνεται στον εαυτό της και να βυθίζεται στη μνησικακία. Η πτώση στον κοινοτισμό και η ξενοφοβία διαπλέκονται στενά.
Η ξενοφοβία, βέβαια, γεννιέται και από μια κρίση ταυτότητας, αλλά δεν ενισχύουμε την ταυτότητά μας καταπολεμώντας όποιον είναι διαφορετικός. Αντίθετα, η επίγνωση της ταυτότητάς μας μεγαλώνει μέσα από το διάλογο με τον άλλον που διαφέρει από μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι αλήθεια ότι η ξενοφοβία γεννιέται όταν μια ταυτότητα αισθάνεται ότι κινδυνεύει από απειλές που δεν είναι άμεσα αναγνωρίσιμες. Η παγκοσμιοποίηση, εκτός του ότι θέτει υπό αμφισβήτηση την ταυτότητά μας, απειλεί και την ικανότητά μας για δράση. Ολο και πιο συχνά αισθανόμαστε ανήμποροι και ανίσχυροι. Σε ορισμένες καταστάσεις, όπως έχει υπογραμμίσει ο κοινωνιολόγος Αλέν Ερενμπέργκ, βρισκόμαστε μπροστά σε μια αληθινή κατάρρευση του εγώ. Τότε γίνεται εύκολο να φορτώσουμε την ευθύνη γι' αυτή την κατάσταση σε κάποιον άλλον, ο οποίος είναι αναγνωρίσιμος από το ένα ή το άλλο ειδικό του γνώρισμα. Η αόριστη και ασύλληπτη απειλή μπορεί έτσι να εντοπιστεί και επομένως μπορεί να αποκρουστεί πιο εύκολα. Είναι η δυναμική του αποδιοπομπαίου τράγου.
Πηγή: Σημειωματάριο Ιδεών του Θανάση Γιαλκέτση στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (5/7/09)
Ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία αισθανόμαστε συχνά ότι απειλούμαστε. Η παγκοσμιοποίηση.., οι φυσικές καταστροφές, η οικονομική κρίση, οι δυσκολίες της καθημερινής ζωής μάς δημιουργούν την αίσθηση ότι δεν τα καταφέρνουμε πλέον να αντιμετώπισουμε. απειλές που είναι συχνά απρόβλεπτες. Αισθανόμαστε ανυπεράσπιστοι και ανίκανοι να δράσουμε, και συνεπώς φοβόμαστε. Είναι ένας ακαθόριστος φόβος τον οποίο μεταφέρουμε κυρίως στους ξένους».
Ο Αλέν Τουρέν μιλάει στον Φάμπιο Γκαμπάρο, ανταποκριτή της ιταλικής «La Repubblica» στο Παρίσι.
Ο γάλλος κοινωνιολόγος εξηγεί το φαινόμενο της ξενοφοβίας ως αντίδραση που αποκαλύπτει τις αντιφάσεις μιας όλο και πιο κατακερματισμένης και ανασφαλούς κοινωνίας: «Μέσα από την ξενοφοβία εκδηλώνεται ο φόβος για όποιον είναι διαφορετικός από μας όχι μόνο στη φυσική του μορφή, αλλά και στην κουλτούρα, τη θρησκεία ή τους τρόπους ζωής.
Τα χαρακτηριστικά του άλλου, ωστόσο, είναι μόνον ένα πρόσχημα, για να μπορούμε να προβάλλουμε πάνω του τις δικές μας αγωνίες. Απορρίπτοντας τον άλλον για το ένα ή το ένα άλλο χαρακτηριστικό του, η ξενοφοβία θέτει σε κίνηση μια δυναμική η οποία φτάνει ακόμα και να αρνείται την ανθρωπιά του άλλου, χαρακτηρίζοντάς τον μη ανθρώπινο, επειδή είναι διαφορετικός από μας. Η απανθρωποποίηση.. του άλλου είναι μια από τις χειρότερες συνέπειες της ξενοφοβίας. Για τον ξενόφοβο γίνεται αδύνατο να ζήσει μαζί με τους άλλους, απέναντι στους οποίους λειτουργεί ένα αληθινό ταμπού. Οι άλλοι γίνονται αντιληπτοί ως ακάθαρτοι. Η παρουσία τους απειλεί την καθαρότητα μιας εξιδανικευμένης.. κοινότητας, η οποία επομένως πρέπει και να προστατευτεί.
Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται ο απόλυτος ξένος, που γίνεται παγκόσμια απειλή απέναντι στην οποία πρέπει να αμυνθούμε. Ωθούμενος ώς τις ακραίες συνέπειές του, ένας τέτοιος συλλογισμός παράγει τον ρατσισμό, δηλαδή την πιο ακραία μορφή της ξενοφοβίας. Φυσικά, όποιος είναι ξενόφοβος κινείται πάντοτε σε ένα γενικό επίπεδο, στιγματίζοντας μιαν ολόκληρη κοινότητα, έστω και αν σε προσωπικό επίπεδο θα έχει έναν άραβα, σενεγαλέζο ή ρουμάνο φίλο, για να τον επιδεικνύει απορρίποντας κάθε κατηγορία για ξενοφοβία εναντίον του ιδίου.
Η αύξηση της ξενοφοβίας είναι μια ανησυχητική ένδειξη για την κοινωνία μας. Βέβαια, αν εξετάσουμε το ζήτημα σε μιαν ιστορική προοπτική, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η ιστορία του κόσμου κυριαρχήθηκε συχνά από την απόρριψη των άλλων, των "βαρβάρων", των διαφορετικών.
Στο παρελθόν υπήρξαν πολύ χειρότερες καταστάσεις από τις σημερινές, όπως, για παράδειγμα, εκείνες που γεννήθηκαν από τη μεταχείριση των δούλων και από την αποικιοκρατία. Σήμερα ωστόσο, έπειτα από μια μακρά περίοδο κατά την οποία η ξενοφοβία φαινόταν βαθμιαία να υποχωρεί, μου φαίνεται ότι επιστρέφει και μας γυρίζει πίσω στη βαρβαρότητα.
Για να κατανοήσουμε τις αιτίες αυτής της εξέλιξης, πρέπει να πάρουμε υπόψη μας ότι ζούμε σε μια κοινωνία πιο ανοιχτή και πιο κινητική, στην οποία οι επαφές ανάμεσα σε διαφορετικούς πληθυσμούς είναι πιο εύκολες και αυξάνονται διαρκώς. Είναι μια κατάσταση που παράγει αντιφατικές συνέπειες. Πλάι στο άνοιγμα και στη διαθεσιμότητα εκδηλώνεται και η επίταση της ανησυχίας, που τροφοδοτεί την απόρριψη των άλλων. Οταν όμως αντιμετωπίζεται.. εχθρικά και απορρίπτεται μια ολόκληρη κοινότητα, καταλήγει να αναδιπλώνεται στον εαυτό της και να βυθίζεται στη μνησικακία. Η πτώση στον κοινοτισμό και η ξενοφοβία διαπλέκονται στενά.
Η ξενοφοβία, βέβαια, γεννιέται και από μια κρίση ταυτότητας, αλλά δεν ενισχύουμε την ταυτότητά μας καταπολεμώντας όποιον είναι διαφορετικός. Αντίθετα, η επίγνωση της ταυτότητάς μας μεγαλώνει μέσα από το διάλογο με τον άλλον που διαφέρει από μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι αλήθεια ότι η ξενοφοβία γεννιέται όταν μια ταυτότητα αισθάνεται ότι κινδυνεύει από απειλές που δεν είναι άμεσα αναγνωρίσιμες. Η παγκοσμιοποίηση, εκτός του ότι θέτει υπό αμφισβήτηση την ταυτότητά μας, απειλεί και την ικανότητά μας για δράση. Ολο και πιο συχνά αισθανόμαστε ανήμποροι και ανίσχυροι. Σε ορισμένες καταστάσεις, όπως έχει υπογραμμίσει ο κοινωνιολόγος Αλέν Ερενμπέργκ, βρισκόμαστε μπροστά σε μια αληθινή κατάρρευση του εγώ. Τότε γίνεται εύκολο να φορτώσουμε την ευθύνη γι' αυτή την κατάσταση σε κάποιον άλλον, ο οποίος είναι αναγνωρίσιμος από το ένα ή το άλλο ειδικό του γνώρισμα. Η αόριστη και ασύλληπτη απειλή μπορεί έτσι να εντοπιστεί και επομένως μπορεί να αποκρουστεί πιο εύκολα. Είναι η δυναμική του αποδιοπομπαίου τράγου.
Πηγή: Σημειωματάριο Ιδεών του Θανάση Γιαλκέτση στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (5/7/09)