Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2022

Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ Ο τζίτζικας

 



Σχέδιο του Γιώργου Βακαλό

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2710/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_G-Lykeiou_html-empl/index_a_39_



https://www.youtube.com/watch?v=ZI2gkDCfyg8

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρούκ - Ο Τζίτζικας - Official Audio Release



Το Μαγικό των Ανθρώπων «Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ–Ο ουρανός της ποίησης και η ραγισμένη μνήμη»

Κατερίνα 

Αγγελάκη - Ρουκ 


(1939-20/1/2020)


Αγγελάκη - Ρουκ Κατερίνα














Σύντομο βιογραφικό για σχολική χρήση. Κατέβασε σε αρχείο 

«Μέσα μου χιλιάδες τραγούδια στοιβάζονται καλοκαιρινά. Ανοίγω το στόμα

 μου και μες στο πάθος μου προσπαθώ να τους βάλω μια σειρά. Τραγουδώ. 

Άσχημα. Αλλά χάρη στο τραγούδι μου ξεχωρίζω από τις φλούδες των κλάδων

 και από τ' άλλα άφωνα ηχεία της φύσης.»

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ  γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Αθή

να, στη Νότια Γαλλία και στην Ελβετία και ήταν διπλωματούχος της Σχο

λής Μεταφραστών και Διερμηνέων (αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά).

Μόλις στα 17 της χρόνια δημοσίευσε στο περιοδικό Καινούργια εποχή το 

ποίημα της Μοναξιά μετά από παρότρυνση του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποί

ος έστειλε γράμμα στον διευθυντή του περιοδικού γράφοντας: «Παρακαλώ,

 δημοσιεύστε αυτό το ποίημα, το έχει γράψει μία κοπέλα που δεν έχει βγάλει

 ακόμα το γυμνάσιο. Είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ!». Από 

τότε άνοιξε ο δρόμος για την ενασχόληση της με την ποίηση και τη μετάφραση.



Αρχή και τέλος για εκείνη η ποίηση του Καβάφη. Η δική της ποίηση διακρίνε

ται από μια έντονη καταφυγή σε φανταστικές χώρες. Άρθρα και δοκίμιά της 

για την ελληνική ποίηση και τη μετάφραση της ποίησης δημοσιεύτηκαν 

σε περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στο μεταφρα

στικό έργο της συγκαταλέγονται έργα και κείμενα των Σάμουελ Μπέκετ, του 

Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, της  Σύλβια Πλαθ κ.ά.

Εξέδωσε περίπου 20 ποιητικές συλλογές, καθώς και δύο τόμους ποιητι

κών διαλόγων. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε περισσότερες των δέκα γλωσ

σών και ποιήματά της εμπεριέχονται σε λογοτεχνικές ανθολογίες σε όλο τον 

κόσμο. Έχει τιμηθεί με ποικίλα βραβεία στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ένα α

πό αυτά είναι το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ το 2014 βραβεύτηκε 

με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου της.

Πηγές: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, Βικιπαίδεια

 

Επιμέλεια: Κωνσταντίνα Σάιτ

Ανθολογούνται στα σχολικά βιβλία:

Ο τζίτζικας

 

 

Άλλο βιογραφικό

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (1939-2020) γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε

 στην Αθήνα, στη Νότια Γαλλία και στην Ελβετία (Πανεπιστήμιο της Γενεύ

ης). Ήταν διπλωματούχος της Σχολής Μεταφραστών και Διερμηνέων (αγγλι

κά, γαλλικά, ρωσικά). Πρωτοδημοσίευσε ποίηση στην "Καινούργια Εποχή" το 

1956. Άρθρα και δοκίμιά της για την ελληνική ποίηση και τη μετάφραση της ποί

ησης δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και στο εξωτερι

κό. Εξέδωσε περίπου 20 ποιητικές συλλογές, καθώς και δύο τόμους ποιητικών 

διαλόγων. Το 1962 τιμήθηκε με το Α' Βραβείο Ποίησης της πόλης της Γενεύης

 (Prix Hensch). Το 1985 τιμήθηκε με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Έχοντας με

ταφραστεί στα αγγλικά από αρκετά νωρίς ("The Body is the Victory and the De

feat of Dreams", 1975, "The Scattered Papers of Penelope: New and Selected 

Poems", 1977, κ.ά.) έδωσε διαλέξεις και διάβασε ποιήματά της σε Πανεπιστήμια

 των ΗΠΑ και του Καναδά (Harvard, Cornell, Daztmouth, N.Y. State, Princeton, Co

lumbia κ.α.) Το 2000 τιμήθηκε με το βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη 

(Ακαδημία Αθηνών). Η ποίησή της μεταφράστηκε σε περισσότερες από δέκα 

γλώσσες και περιλήφθηκε σε ανθολογίες σε όλο τον κόσμο. Στο μεταφραστικό 

έργο της συγκαταλέγονται έργα και κείμενα των Σάμουελ Μπέκετ, Σωλ Μπέλο

ου, Γιόζεφ Μπρόντσκι, Σέιμους Χίνι, Ζαν-Μαρί Ντρο, Ζακ Λακαριέρ, Μιχαήλ Λέρ

μοντοφ, Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, Πίτερ Μάκριτζ, Ντέρεκ Ούολκοτ, Σύλβια Πλα

θ, Μάικλ Μαρτς, Αλεξάντρ Πούσκιν, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Ντίλαν Τόμας, Έλσα 

Τριολέ, Πίτερ Μπιν, Νίκου Καζαντζάκη κ.ά. Έφυγε από τη ζωή στην Αθήνα στις 

20 Ιανουαρίου 2020, σε ηλικία 81 ετών.

 

Πηγή: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ

Εργογραφία

 

Ποίηση:

Λύκοι και σύννεφα (1963),

Ποιήματα '63-69 (1971),

Μαγδαληνή, το μεγάλο θηλαστικό (1974),

Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης (1977),

Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας (1978),

Ενάντιος έρωτας (1982),

Οι μνηστήρες (1984· για τη συλλογή αυτή της απονεμήθηκε Κρατικό Βραβείο

 Ποίησης το 1985),

Όταν το σώμα (1988· επιλογή ποιημάτων 1963-1988),

Επίλογος αέρας (1990),

Άδεια φύση (1993),

Ωραία έρημος η σάρκα (1996),

Λυπιού (1996),

Ποιήματα 1963-1997 (1997),

Ποιήματα 1978-1985 (1998),

Μεταφράσεις:

Ντύλαν Τόμας Κάτω από το γαλατόδασος (1973).

Αντρέι Βοζνισιένκι, Ποιήματα (1974),

Σύγχρονοι, Αμερικανοί Ποιητές (1983),

Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, Πώς φτιάχνονται τα ποιήματα (1988),

Σέιμους Χήνυ, Τα ποιήματα του βάλτου (1996).

 



 

ΕΚΕΒΙ ΕΚΕΒΙ

Βιβλιοnet Βιβλιοnet

σαν σήμερα σαν σήμερα

ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Ψηφίδες Ψηφίδες

Εκπομπή ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΕΡΤ

ΕΡΤ, Το Μαγικό των Ανθρώπων «Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ–Ο ουρανός της ποίησης

 και η ραγισμένη μνήμη» youtube



Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ Τα λόγια της πόλης. Αίγινα - Κ. Αγγελάκη Ρουκ (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]




Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Σπούδασε Αγγλικά και Φιλολογία. Είναι διπλωματούχος της Σχολής Μεταφραστών και Διερμηνέων. Έργα: Ποίηση: Λύκοι και σύννεφα (1963), Ποιήματα '63-69 (1971), Μαγδαληνή, το μεγάλο θηλαστικό (1974), Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης (1977), Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας (1978), Ενάντιος έρωτας (1982), Οι μνηστήρες (1984· για τη συλλογή αυτή της απονεμήθηκε Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1985), Όταν το σώμα (1988· επιλογή ποιημάτων 1963-1988), Επίλογος αέρας (1990), Άδεια φύση (1993), Ωραία έρημος η σάρκα (1996), Λυπιού (1996), Ποιήματα 1963-1997 (1997), Ποιήματα 1978-1985 (1998), Μεταφράσεις: Ντύλαν Τόμας Κάτω από το γαλατόδασος (1973). Αντρέι Βοζνισιένκι, Ποιήματα (1974), Σύγχρονοι, Αμερικανοί Ποιητές (1983), Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, Πώς φτιάχνονται τα ποιήματα (1988), Σέιμους Χήνυ, Τα ποιήματα του βάλτου (1996).


Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2710/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_G-Lykeiou_html-empl/index_a_39_ 01.html

Ο τζίτζικας

Το Ποιημα Περιλαμβανεται στην ποιητική συλλογή Ενάντιος άνεμος (1982).

Μέσα μου χιλιάδες τραγούδια στοιβάζονται καλοκαιρινά. Ανοίγω το στόμα μου και μες στο πάθος μου προσπαθώ να τους βάλω μια σειρά. Τραγουδώ. Άσχημα. Αλλά χάρη στο τραγούδι μου ξεχωρίζω από τις φλούδες των κλάδων και από τ' άλλα άφωνα ηχεία της φύσης. Η απέριττη περιβολή μου —γκρίζα κι ασβεστένια— μου αποκλείει κάθε παραφορά αισθητισμού* κι έτσι αποκομμένος απ' τα φανταχτερά πανηγύρια του χρόνου, τραγουδάω. Άνοιξη. Πάσχα και βιολέτες δεν γνωρίζω.* Τη μόνη ανάσταση που ξέρω είναι όταν μόλις σηκώνεται κάποιο αεράκι και δροσίζει λίγο τη φοβερή κάψα της ζωής μου. Τότε παύω να ουρλιάζω —ή να τραγουδάω όπως νομίζει ο κόσμος— γιατί το θαύμα μιας δροσιάς μέσα μου βαθιά λέει περισσότερα απ' όλα όσα δημιουργώ για να μην πεθάνω από τη ζέστη.

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής



Αισθητισμός (αισθάνομαι): Η δύναμη του αισθήματος. Με τον όρο όμως σήμερα εννοούμε το αισθητικό ρεύμα που παρουσιάστηκε στην Αγγλία κατά τα μέσα του 19ου αιώνα και εξαπλώθηκε στην Ευρώπη και την Αμερική. Με την πάροδο του χρόνου οι οπαδοί του, φτάνοντας σε υπερβολές, ταύτισαν τον αισθητισμό με την ωραιοπάθεια και την ωραιολαγνεία. Με αυτή την τελευταία σημασία χρησιμοποιείται εδώ ο όρος.

Άνοιξη... γνωρίζω: ας μην ξεχνάμε ότι το τζιτζίκι τραγουδάει το καλοκαίρι.

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Στο ποίημα ο τζίτζικας προσωποποιείται και αυτοπαρουσιάζεται. Ωστόσο στην αυτοπαρουσίασή του εμπλέκονται εντυπώσεις και απόψεις που ανήκουν στην ποιήτρια. Βασιζόμενοι σ' αυτές τις επισημάνσεις να προσεγγίσετε το ποίημα εντοπίζοντας το ενδιαφέρον σας στα εξής: α) στο πώς αυτοπαρουσιάζεται και, γενικά, ποια χαρακτηριστικά αποδίδει στον εαυτό του., β) ως ποιο σημείο στην αυτοπαρουσίασή του εμπλέκεται η ποιήτρια.

Ερμηνεία-απαντήσεις: ΔΕΣ:σελ 237...

https://matheno.gr/wp-content/uploads/2020/04/7843786-%CE%9D%CE%AD%CE%B1%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AC%CE%93-%CE%9B%CF%85%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BF%CF%85.pdf

ΔΕΣ ΚΑΙ:http://www.pi-schools.gr/download/lessons/hellenic/lykeio/neoel_logo/kath_c.pdf

ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ,ΣΕΛ.27

Ο τζίτζικας – Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ

https://lexi-logos.gr/tzitzikas-aggelaki-rouk/





Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ γεννήθηκε στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 1939 και απεβίωσε αρκετά πρόσφατα στις 21 Ιανουαρίου του 2020. Αυτό που δεν ήταν ίσως τόσο γνωστό για αυτή την τόσο ιδιαίτερη ποιήτρια – μεταφράστρια- διερμηνέα είναι πως ήταν πνευματική κόρη του Νίκου Καζαντζάκη, που υπήρξε φίλος της οικογένειάς της. Σε ηλικία 17 ετών η Ρουκ είδε την πρώτη της δημοσίευση στο περιοδικό Καινούργια εποχή με το ποίημα «Μοναξιά» μετά από παρότρυνση του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποίος έστειλε γράμμα στον Γιάννη Γουδέλη, τον διευθυντή της Καινούργιας εποχής γράφοντας:

«Παρακαλώ, δημοσιεύστε αυτό το ποίημα, το έχει γράψει μία κοπέλα που δεν έχει βγάλει ακόμα το γυμνάσιο. Είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ!».

Έτσι κάπως έγινε για την ποιήτρια η αρχή, ώστε να μπει πολύ δυναμικά στο χώρο των γραμμάτων. Εκτιμούσε ως δημιουργό απέραντα τον Κ.Π. Καβάφη και σπουδαίους κλασσικούς λογοτέχνες που μάλιστα επιμελώς μετέφρασε. Αξίζει να ειπωθεί πως το έργο της έχει μεταφραστεί σε παραπάνω από δέκα γλώσσες και ποιήματα της εμπεριέχονται σε πολλές λογοτεχνικές ανθολογίες και βέβαια έχει βραβευθεί αρκετές φορές για το έργο της αρχής γενομένης το 1962 όπου τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο Ποίησης της πόλης της Γενεύης .


Τζίτζικας

Στο ποίημά της «ο Τζίτζικας» από τη συλλογή «Ενάντιος έρωτας» η ποιήτρια επιχειρεί να εκφράσει την ανάγκη που νιώθει να εκφράζεται και να δημιουργεί. Μια ανάγκη σωματοποιημένη που είναι ευλογία και μαρτύριο μαζί, καθώς σαν το τζιτζίκι «τραγουδά» με τους στίχους της για να μπορέσει να ζήσει, όπως ακριβώς κάνει το τζιτζίκι για να μην πεθάνει από τη φοβερή ζέστη του καλοκαιριού.

Ο τζίτζικας του ποιήματος, δηλαδή η ποιήτρια, γνωρίζει Ανάσταση, μόνο όταν σηκώνεται κάποιο αεράκι και δροσίζει λίγο, δηλαδή όταν τα καταφέρνει να βρει τις σωστές στροφές και τα λόγια που τόσο έντονα στοιβάζονται μέσα της και ζητούν έκφραση, την απόλυτη λύτρωση.

Όπως κι αν είναι το τραγούδι αυτό, γλυκόλαλο ή ουρλιαχτό, είναι πάντως μια τεράστια ανακούφιση που σαν μια γέννα, βγαίνει από τα σπλάχνα της δημιουργού. Και για πολλούς καλλιτέχνες, τεχνίτες του λόγου, των παραστατικών ή πλαστικών τεχνών το αίτημα για έκφραση παραμένει πάγια ανάγκη, επιβιωτική και άκρως σωματοποιημένη. Απολαύστε το ποίημα της Ρουκ!
Αδάμη Δήμητρα

Ο τζίτζικας

Μέσα μου χιλιάδες τραγούδια στοιβάζονται καλοκαιρινά. Ανοίγω το στόμα μου και μες στο πάθος μου προσπαθώ να τους βάλω μια σειρά. Τραγουδώ. Άσχημα. Αλλά χάρη στο τραγούδι μου ξεχωρίζω από τις φλούδες των κλάδων και από τ’ άλλα άφωνα ηχεία της φύσης. Η απέριττη περιβολή μου —γκρίζα κι ασβεστένια— μου αποκλείει κάθε παραφορά αισθητισμού κι έτσι αποκομμένος απ’ τα φανταχτερά πανηγύρια του χρόνου, τραγουδάω. Άνοιξη, Πάσχα και βιολέτες δε γνωρίζω. Τη μόνη ανάσταση που ξέρω είναι όταν μόλις σηκώνεται κάποιο αεράκι και δροσίζει λίγο τη φοβερή κάψα της ζωής μου. Τότε παύω να ουρλιάζω —ή να τραγουδάω όπως νομίζει ο κόσμος— γιατί το θαύμα μιας δροσιάς μέσα μου βαθιά λέει περισσότερα απ’ όλα όσα δημιουργώ για να μην πεθάνω από τη ζέστη.
(Ενάντιος έρωτας, Κέδρος, 1982)

https://matheno.gr/wp-content/uploads/2020/04/7843786-%CE%9D%CE%AD%CE%B1%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AC%CE%93-%CE%9B%CF%85%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BF%CF%85.pdf

ΔΕΣ ΣΕΛ.217...


Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ «Ο τζίτζικας»
Μέσα μου χιλιάδες τραγούδια στοιβάζονται καλοκαιρινά. Ανοίγω το στόμα μου και μες στο 
πάθος μου προσπαθώ να τους βάλω μια σειρά. Τραγουδώ. Άσχημα. Αλλά χάρη στο τραγούδι 
μου ξεχωρίζω από τις φλούδες των κλάδων και από τ’ άλλα άφωνα ηχεία της φύσης. Η απέ
ριττη περιβολή μου -γκρίζα κι ασβεστένια- μου αποκλείει κάθε παραφορά αισθητισμού 
κι έτσι αποκομμένος απ’ τα φανταχτερά πανηγύρια του χρόνου, τραγουδάω. Άνοιξη, Πάσχα 
και βιολέτες δε γνωρίζω. Τη μόνη ανάσταση που ξέρω είναι όταν μόλις σηκώνεται κάποιο 
αεράκι και δροσίζει λίγο τη φοβερή κάψα της ζωής μου. Τότε παύω να ουρλιάζω -ή να τραγου
δάω όπως νομίζει ο κόσμος- γιατί το θαύμα μιας δροσιάς μέσα μου βαθιά λέει περισσότερα 
απ’ όλα όσα δημιουργώ για να μην πεθάνω από τη ζέστη.

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ μέσα από μια ενδιαφέρουσα αλληγορία, μιλά για την ανάγκη
 του ποιητή να εκφράσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του.
Στα πλαίσια αυτής της αλληγορίας η σύντομη καλοκαιρινή πορεία ενός τζίτζικα παρουσιάζει 
ποικίλες αναλογίες με τη ζωή ενός ποιητή.
Τα χιλιάδες τραγούδια που αισθάνεται ο τζίτζικας ότι στοιβάζονται μέσα του, μας παρα
πέμπουν στην πληθώρα των θεμάτων που θέλει να αναφερθεί ο ποιητής, με τα βιώματά, τους 
προβληματισμούς, αλλά και τα συναισθήματά του να ζητούν μερίδιο της προσοχής του.
Κι όπως ο τζίτζικας προσπαθεί με το συνεχές τραγούδι του να τα βάλει σε μια σειρά, έτσι κι 
ο ποιητής επιχειρεί με τους στίχους του να θέσει σε μια σειρά όλα εκείνα που βασανίζουν 
την ψυχή του και θέλουν να ειπωθούν.
Έστω κι αν το τραγούδι του τζίτζικα είναι άσχημο, τουλάχιστον τον διαφοροποιεί από όλα εκεί
να τα «ηχεία» της φύσης που παραμένουν άφωνα. Σκέψη που βρίσκει απόλυτα την εφαρμογή 
της στη δράση κάθε ποιητή. Ακόμη, δηλαδή, κι αν τα ποιήματά του δεν είναι άριστα, 
τουλάχιστον εκφέρει λόγο, καταγγέλλει καταστάσεις και προσπαθεί να μιλήσει για τα μελανά 
σημεία της ζωής, σε αντίθεση με τους ανθρώπους που παρατηρούν άπραγοι τις δυσκολίες και 
τις αδικίες της ζωής.
Η εμφάνιση του τζίτζικα τον αποτρέπει από παρεκκλίσεις αισθησιασμού και κάθε άλλη συμμε
τοχή στο διαρκές γιόρτασμα της φύσης. Στοιχείο που βρίσκει την εφαρμογή του και στη ζωή
 του ποιητή, υπό την έννοια πως κάθε λόγιος άνθρωπος αφοσιώνεται στις μελέτες και 
στους προβληματισμούς του και συχνά απέχει απ’ όλες εκείνες τις δραστηριότητες που συνθέ
τουν τις κοσμικές απολαύσεις του ανθρώπινου βίου.
Η μόνη ευχαρίστηση για τον τζίτζικα είναι η δροσιά που του παρέχει κάποιο στιγμιαίο αεράκι, 
που έρχεται και δροσίζει την κάψα της ζωής του. Μια ανακούφιση που μπορεί να εντοπι
στεί στη δημιουργική ζωή του ποιητή, όταν μια απρόσμενη στιγμή διαύγειας τον οδηγεί στην 
καίρια εκείνη διατύπωση, που δίνει στο έργο του την ιδανική μορφή. Ο ποιητής αισθάνεται 
τότε πως έχει αποφορτίσει την ψυχή του απ’ όλες τις σκέψεις εκείνες που απαιτούσαν να ειπω
θούν και βρίσκει για λίγο την ευκαιρία να σταματήσει την αέναη προσπάθειά του.
«Τότε παύω να ουρλιάζω -ή να τραγουδάω όπως νομίζει ο κόσμος- γιατί το θαύμα μιας 
δροσιάς μέσα μου βαθιά λέει περισσότερα απ’ όλα όσα δημιουργώ για να μην πεθάνω από τη ζέ
στη»
Το πεζό αυτό ποίημα για την ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ κλείνει με μια εξαίρετη διατύπωση 
για την προσωρινή παύση του τραγουδιού του τζίτζικα. Το θαύμα της δροσιάς, που του 
προσφέρει η φύση, είναι πολύ σημαντικότερο από κάθε προσπάθεια που κάνει ο ίδιος για να
 διασφαλίσει την προφύλαξή του από την αφόρητη ζέστη. Ο τζίτζικας τότε σταματά 
το τραγούδι του -που στην πραγματικότητα είναι ένα ουρλιαχτό- και βιώνει τη λυτρωτική αίσθη
ση της δροσιάς.
Στο σημείο αυτό η ποιήτρια εκφράζει με ιδιαίτερη παραστατικότητα την αίσθηση που
 βιώνει ένας ποιητής, όταν κατορθώνει να μετουσιώσει τις εσωτερικές του πληγές σε ποίηση
. Τότε, έστω και για λίγο, η ένταση που αισθάνεται υποχωρεί και μαζί της υποχωρεί και η ανά
γκη του να συνθέτει στίχους. Άλλωστε, ό,τι οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ως ποίηση δεν εί
ναι παρά το ουρλιαχτό του ποιητή, η δίχως όρια ανάγκη του να φέρει στο φως τους πόνους 
της ψυχής του. Η ανάγκη του ποιητή να εξωτερικεύσει όσα τον προβληματίζουν είναι ασίγα
στη και βρίσκει πρόσκαιρη ανακούφιση μόνο τις σπάνιες εκείνες στιγμές που οι λέξεις του 
φτάνουν στο στόχο τους και προσφέρουν δίοδο στον πόνο του δημιουργού.
Η ποίηση τελικά παρουσιάζεται ως η προσπάθεια του ποιητή να εκτονώσει την ταραχή της ψυ
χής του και να εξωτερικεύσει όλα εκείνα τα βιώματα και τα συναισθήματα που με την έντασή 
τους απειλούν να τον συνθλί
ψουν. 

Οι μεταμορφώσεις του σώματος σε ποίηση

0
2697









Δήμος Χλωπτσιούδης: Ιδεολογία και φύλο στην ποίηση της

 Αγγελάκη-Ρουκ


Ο τζίτζικας στην ποίηση (Ποιήματα)










Εισαγωγή - περιοδολόγηση
Η ποιητική της Αγγελάκη-Ρουκ[1] εντάσσεται στον χώρο της τραυματικής μεταπολεμι

κής ποίησης. Ενσωματώνει το προσωπικό βίωμα, όπως αυτό εκφράζεται με το νέο ατο

μικό ποιητικό υποκείμενο (το ποιητικό «εγώ» που ταυτίζεται με τον συγγραφέα 

και δεν εκφράζει κάποιο συλλογικό υποκείμενο), και μια συνειρμική μεταϋπερρεαλι

στική εικονοποιία (ειδικά στην πρώτη περίοδο της ποιητικής της κατάθεσης). Η 

πρώτη της εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα συμπίπτει με τα δυσδιάκριτα όρια 

μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού. Τα πρώτα ποιήματα ακολουθούν το μο

ντερνιστικό πρότυπο των μεγάλων συνθέσεων, προσανατολισμένων στην ατομική 

οπτική. Ο "καθαρός" λόγος και ο λυρισμός συνενώνουν αυτό που αργότερα το μεταμο

ντέρνο θα αντιπαλέψει: τη διάκριση υψηλής και λαϊκής τέχνης. Ο καθημερινός λόγος 

εμποτισμένος με τη θηλυκή οπτική, σε μία κοινωνία πατριαρχική, συνδέει τις υψηλές 

ιδέες με τη λαϊκή τέχνη. Η καλλιέργεια της διάνοιας και τα ερωτήματα που γεννά η 

ποίησή της διαμορφώνουν μια ποιητική ιδεολογία με έντονο φιλοσοφικό υπόβαθρο.
     Μέχρι σήμερα δεν έχει επιχειρηθεί κάποια περιοδολόγηση της ποιητικής της Αγγε

λάκη-Ρουκ με βάση κοινές αναφορές, επιρροές και ύφος στο έργο της, παρά τη σημα

σία που αυτό έχει για την κριτική. Κατά τη γνώμη μας, η ποίησή της διακρίνεται σε τέσ

σερις περιόδους.
     α΄ 1963-1971: περιλαμβάνει τις συλλογές Λύκοι και σύννεφα (1963) και 

Ποιήματα '63-'69 (1971). Διακρίνονται από τις έντονες επιδράσεις του μεταϋπερρεα

λισμού, του εξπρεσιονισμού και των μεγάλων αφηγηματικών συνθέσεων.
     β΄ 1974-1982: περιλαμβάνει τις συλλογές Μαγδαληνή, Το μεγάλο θηλαστικό 

(1974), Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης (1977), Ο θρίαμβος της σταθερής απώ

λειας (1978) και Ενάντιος έρωτας (1982). Η ποιήτρια εισάγει την ευρεία χρήση του 

πρωτοενικού υποκειμένου, ενώ πλέον το σώμα γίνεται ένα σταθερό ποιητικό αντι

κείμενο. Ο έρωτας και η γυναίκα κυριαρχούν ως θεματικοί άξονες. Σταδιακά μειώνεται

 η έκταση των συνθέσεων. Συνεχίζει να συγγράφει ποιητικές συνθέσεις με μικρότε

ρη –κατά κανόνα– έκταση, αυτόνομα ποιήματα, αν και σποραδικά εντοπίζονται πο

λύστιχα ποιήματα μέχρι το τέλος.
     γ΄ 1984-1993: περιλαμβάνει τις συλλογές Οι μνηστήρες (1984), Επίλογος αέρας 

(1990), Άδεια φύση (1993) και Λυπιού (1993). Εγκαταλείπεται το εξπρεσιονιστικό ύ

φος. Η γλώσσα γίνεται πιο προφορική και λιτή μέσα από την οποία αναδεικνύονται φι

λοσοφικές αναζητήσεις. Ο μεταϋπερρεαλισμός συμπλέκεται με την προφορικότητα.

 Το ύφος κινείται σε πιο στοχαστικές ατραπούς για το σώμα και τον έρωτα, αλλάζοντας

 σταδιακά τη θεματική και το ύφος. Διακρίνεται ένας πειραματισμός με τον στίχο μέ

σα από πεζοποιήματα[2] ή ένας πιο ελεύθερος στιχουργικός ρυθμός στην κίνηση των 

νοημάτων[3]. Ενισχύεται η αυτοαναφορικότητα.
     δ΄ 1996-2011: περιλαμβάνει τις συλλογές Ωραία έρημος η σάρκα (1996), Η ύλη 

μόνη (2001), Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος (2003), Στον ουρανό του τίποτα

 με ελάχιστα (2005) και Η ανορεξία της ύπαρξης (2011). Σταδιακά τίθεται το ζήτημα 

του περιορισμένου χρόνου. Το κλίμα γίνεται πιο μελαγχολικό, η θνητότητα και η φθο

ρά εκφράζονται μέσω της ερωτικής αδυναμίας.

Υλικότητα, σώμα και άτομο
 Το ποιητικό σώμα της Αγγελάκη-Ρουκ συντίθεται από τρία στοιχεία: την ύπαρξη ως 

τραύμα, το σώμα και τον χρόνο. Μα ίσως δεν έχει σημασία τόσο το τι περιέχει, αλλά

 τι δεν περιέχει η ποίησή της. Όπως σημειώνει και ο Macherey, η ουσία βρίσκεται 

στα κενά, στα στοιχεία που απουσιάζουν. Και στην ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ 

απουσιάζει διαχρονικά η σύγκρουση. Μόνος αντίπαλος παραμένει, καθ' όλη τη 

διάρκεια της ποιητικής της παρουσίας, ο χρόνος και η ανθρώπινη μοναξιά, ο θάνατος

[4] και το σώμα.
     Η ποίηση της Αγγελάκη – Ρουκ είναι σωματική[5]. Το σώμα είναι διαρκώς παρόν 

ως ερωτικό αντικείμενο[6] ή φθαρμένο, ανήμπορο και ταλαιπωρημένο. Η ποίηση εί

ναι η διέξοδος στο τραύμα της ύπαρξης[7]. Ήδη από τις πρώτες της συλλογές βρί

σκονται στο επίκεντρο οι αγωνίες της ανθρώπινης συνείδησης οι οποίες εκφράζονται 

με στοχαστική διάθεση[8]. Το ίδιο το βίωμα στη στιχουργική της είναι σωματοποιη

μένο. Ο Αλέξης Σταμάτης (1998:116) την κατατάσσει στους σωματικούς 

ποιητές και εκφράζει τον προβληματισμό του για το αν το σώμα στην ποίησή της 

είναι τελικά μια πρόσβαση στην ουσία του κόσμου ή κάποιος ανασχετικός πα

ράγοντας. Η ποιητική της ειλικρίνεια απογυμνώνει την αλήθεια μπροστά στις αγωνί

ες του σώματος. Απέναντι στο αναπόφευκτο προβάλλει τη δύναμη της ποίησης[9]

όχι ως ξόρκι εξόντωσης του θανάτου, αλλά ως εγκαρτέρηση. Ο διάλογος με το σώ

μα ορίζει και την ύπαρξη∙ η μνήμη ορίζει το βίωμα, ο ατομικός χρόνος και η έμφυ

λη ταυτότητα ορίζουν τη συνείδηση.
     Το σώμα, μολονότι φθαρτό και ελλιπές, σφραγίζει την ίδια την ύπαρξη, ένα σημείο

 παραβίασης των συνόρων του χρόνου. Σε όλη την ποιητική της πορεία το σώμα απο

τελεί μια υπενθύμιση της φθαρτότητας και του έρωτα[10], του θανάτου και της 

χαράς. Αποτελεί την υλική διάσταση του έρωτα και του τραύματος. Δεν συγκρο

τεί μόνο ένα περιεκτικό ουσιαστικό, αλλά διασπάται σε μάτια, καρδιά, πέος έντερα, πό

δια, βυζιά, θηλές κ.λπ. Τα όργανα εικονοποιούν το σώμα, συνδεόμενα τόσο με την ε

ρωτική εμπειρία όσο και με την οδύνη της απουσίας του σώματος, της νιότης και τη 

φθορά. Η διάσπαση όμως αυτή σε επιμέρους όργανα διατηρεί και μια συμβολι

κή διάκριση του εγώ και του εμείς μέσα στο κοινωνικό σώμα. Για την Γραμμένου 

(2018:50), το σώμα με τα επιμέρους στοιχεία του αισθητοποιεί την άμυνα απέναντι 

στον χρόνο και το ανέραστο γερασμένο μέλλον. Η ποιήτρια εξοβελίζει τον θάνατο

 και το σώμα λειτουργεί ως ουτοπία του έρωτα και ταυτόχρονα ως ρεαλιστική πραγμά

τωσή του.
     Το γυναικείο σώμα, χωρίς ωραιοποιήσεις μετατρέπεται σε θεματικό κέντρο 

και ταυτόχρονα σε μέσο λογοτεχνικής έκφρασης, σε έναν καμβά. Το υπαρξιακό και το 

σωματικό τραύμα[11] που προκαλεί πόνο[12] ως κεντρικό θέμα συνδέεται άμεσα 

με το φύλο. Η εναγώνια αναζήτηση της κατανόησης της ζωής διαπερνά την έμφυλη 

ταυτότητα. Η στοχαστική όμως διάθεση έρχεται σε πλήρη αντίθεση προς τον εξουσια

στικό λόγο. Σε μία εποχή διχασμού και κομφορμισμού, εκείνη υποδέχεται την 

προσωπική αλήθεια και τη μοναξιά ως μορφές αντίστασης στα κελεύσματα της

 εποχής. Αναδύεται ένα υποκείμενο που διατρανώνει την ελευθερία του[13]. Μα αυ

τή ακριβώς η χειραφέτηση μετατρέπει σε δραματικότητα την αλήθεια του ατομικού βιώ

ματος, που εξακτινώνεται αδιόρατα προς την περιφέρεια της συλλογικής εμπειρίας.
     Η Αγγελάκη-Ρουκ αναδεικνύει ένα νέο ποιητικό υποκείμενο: το εγώ που συχνά 

βρίσκεται απέναντι από το σύνολο, αν όχι μακριά του (ειδικά μετά τη δεύτε

ρη περίοδο). Παρά την οικουμενικότητα της ποιητικής της, ετούτη συντηρεί 

έναν ατομικό χαρακτήρα, διατηρώντας αποστάσεις από το συλλογικό υποκείμενο 

της γενιάς του '30 και της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Διατρανώνει την αυτόνομη 

θέση του ατόμου μέσα στο σύνολο με μία φιλελεύθερη οπτική που αντιστέκεται στον

 κομφορμισμό. Το ατομικό στην ποίησή της δεν αποτελεί κάποια επιφανειακή αφήγηση

 του ιδιωτικού χώρου.
     Ο στοχασμός της διατηρεί μια υλικότητα που ενισχύεται από την απουσία

 οιασδήποτε μεταφυσικής προσέγγισης των πραγμάτων ή κάποιου παρηγορητικού 

λόγου. Σε αντίθεση με την ποιητική παράδοση, η Αγγελάκη-Ρουκ δεν αναζητά κάποια

 παραμυθία στην ποίηση, αλλά μόνο ένα μέσο στοχαστικής έκφρασης. Η αθεΐα, όπως

 ξεδιπλώνεται ποιητικά[14], αντιπαλεύει τα προτάγματα του εξουσιαστικού λόγου. 

Άλλωστε, η ίδια θεωρούσε κληρονομιά του Καζαντζάκη «την πίστη της στην απι

στία στον Θεό», κάτι που αποδεικνύει και η απουσία του θρησκευτικού στοιχεί

ου ή άλλων μεταφυσικών αγωνιών από τη ρητορική της. Μολονότι η ποίησή της είναι

 σωματική, απέχει από το δίπολο σώμα-πνεύμα∙ το σώμα και ο έρωτας διατηρούν 

την υλικότητά τους ως το τέλος. Ο δε έρωτας παρουσιάζεται ως συναίσθημα που

 είναι ταυτόσημο με την ερωτική εμπειρία.

Ιδεολογία και φύλο
Η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ επαναπροσδιόρισε τους τρόπους ανταπόκρισης των α

ναγνωστών απέναντι στον έμφυλο ρόλο ενός θηλυκού ποιητικού υποκειμένου, στρέ

φοντας την προσοχή στη γυναίκα και, γενικότερα, στη γυναικεία σεξουαλικότητα. Για 

τη φεμινιστική κριτική οι αναπαραστάσεις του φύλου και η σεξουαλικότητα κα

τέχουν κεντρική θέση. Η πατριαρχική αντίληψη συνδέει τη θηλυκότητα με τον θάνα

το και το θηλυκό σώμα ως αντικείμενο. Για τη Bronfen (1992), τέτοια λογοτεχνικά

 έργα και η υποδοχή τους έχουν ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτιστική λειτουργία,

 καθώς, όπως και άλλες παραστάσεις του θανάτου, αποτελούν παραδείγματα της 

πατριαρχικής καταπίεσης απέναντι στο "άλλο" (τη γυναίκα). Η αγγλόφωνη κριτική ε

πέδειξε μεγάλο ενδιαφέρον στην ανασυγκρότηση των τρόπων με τους οποίους προ

βάλλονταν το φύλο στη λογοτεχνία. Οι γυναίκες, για τη φεμινιστική κριτική, συ

γκροτούνται ως κοινωνικές οντότητες από δομές που βασίζονται στην οικονομική

 υποταγή και την ψυχική καταστολή. Οι δομές αυτές τείνουν να λειτουργούν ως δομές

 καταπίεσης εξαιτίας των κοινωνικών και ψυχικών ανισοτήτων του φύλου προάγο

ντας κοινωνικές στερήσεις (Wolfreys, 2001:51).
     Η ταυτότητα του φύλου φέρνει την ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ σε ρήξη με τη σιωπή

 και την ενοχική θέση της γυναίκας που μιλά για τον έρωτα ή το σώμα. Προάγει 

έναν ποιητικό χαρακτήρα χειραφετημένο που εκθέτει το βίωμα μέσα από τη γυναικεία 

ταυτότητα, μακριά από τα πρότυπα των φύλων που κατασκεύασε ο πατριαρχικός εξου

σιαστικός λόγος. Για τον Badiou (1988), το θηλυκό σημαίνον αποτελεί την παρά

σταση αυτού που εκείνος αποκαλεί γενικό σύνολο, το σύνολο δηλαδή που λειτουργεί 

σε οντολογικό επίπεδο. Το θηλυκό είναι επίσης αναπόσπαστο μέρος της συζήτησής 

του για την αγάπη, μία από τις τέσσερις διαδικασίες αλήθειας. Η φθορά και ο θάνα

τος διατηρούν σταθερά μία έμφυλη ταυτότητα στην ποιητική της[15], όπως και ο έρω

τας σε όλο της το έργο[16]. Το γυναικείο σώμα δεν είναι ωραιοποιημένο, αλλά τραυ

ματισμένο, με τη φθορά του χρόνου να είναι αποτυπωμένη πάνω του.
     Πίσω από την ποιητική της "κάμερα" στέκει μια γυναίκα που βλέπει τα πράγμα

τα με τη δική της έμφυλη οπτική. Οι Σπουδές Φύλου έχουν αποδείξει την κεντρικότη

τα της σεξουαλικότητας ως παράγοντα διαμόρφωσης της πορείας του θηλυκού υπο

κειμένου, το οποίο γεννά ιστορικά μια ευρεία γκάμα από έμφυλες υποκειμενικότητες 

και σεξουαλικές διαφορές, σε συνάρτηση με κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγο

ντες (Σηφάκη, 2015:8). Η γυναικεία σεξουαλικότητα μπαίνει στο προσκήνιο με λε

πτότητα[17]. Η γυναίκα της Αγγελάκη-Ρουκ δεν αισθάνεται ενοχή, δεν υποτά

σσεται στον κοινωνικά κατασκευασμένο ρόλο για το φύλο της. Και ακριβώς αυ

τή η πρωτοενική θηλυκή ατομικότητα συγκρούεται με το πατριαρχικό πρότυπο[18].

 Η ποίησή της όμως δεν αποτελεί απλώς μια θεματική αναφορά στο φύλο, αλλά συνδέ

ει τη συνειδητοποίηση της μοναξιάς που επιφέρει η έμφυλη ταυτότητα με την άρθρω

ση αισθητικής ιδεολογίας. Απέναντι στον εξουσιαστικό λόγο της υποταγμένης 

κοινωνικά και σεξουαλικά γυναίκας, εκφράζει μια σαφή αντιπατριαρχική στάση. Η πα

τριαρχική πραγματικότητα είναι αναπόφευκτα παγιδευμένη στον λόγο. Η ποιητική της

 φωνή είναι γυναικεία και προσδίδει στο σώμα γήινη αίσθηση, εκθέτοντας τον έρωτα 

ως σωματοποιημένο βίωμα το οποίο αντιστρατεύεται ο χρόνος[19], η φθορά[20] και ο

 πόνος του τραύματος.
     Η έμφυλη σεξουαλικότητα, ωστόσο, δεν αποτελεί μία θολή εγωκεντρική εκμυστή

ρευση. Αν δούμε στο πλέγμα της ιδεολογίας τις ποιητικές αναπαραστάσεις και την έμ

φυλη σεξουαλική έλξη, τη μνήμη και τη μητρότητα μέσα από την οπτική μιας γυναί

κας[21], τη θλίψη και το σώμα ως τραύμα και φθορά, τότε η φαντασιακή αυτή

 κατάσταση λειτουργεί ως θεμελιώδες ζήτημα φιλοσοφικών συζητήσεων για την ταυτό

τητα (Mulle-Zettelmann & Rubik, 2005:45). Ο σεξισμός και οι ρόλοι των φύλων είναι 

ερωτήματα που εμπλέκουν τις βαθύτερες προσωπικές διαστάσεις της ανθρώπινης ζω

ής. Και ακριβώς σε αυτό το σημείο η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ μέσα από τον 

αντιπατριαρχικό χαρακτήρα αποκτά έναν λόγο ενάντιο στον εξουσιαστικό.
     Η ποίησή της διακρίνεται, στο πλαίσιο της γενιάς της, και ως ποιητική σπου

δή φύλου, επειδή ακριβώς ενσωματώνει τη ματαίωση των οραμάτων αυτής της γενιάς, 

λίγα χρόνια μετά το τέλος του πιο καταστροφικού πολέμου και του Εμφυλίου. Αναζη

τά να υπερφαλαγγίσει την υποκειμενικότητα του προσωπικού βιώματος με θέ

ματα που άπτονται της ιστορικότητας της γυναικείας εμπειρίας του πόνου, απένα

ντι σε μια αρσενική δομή γλώσσας, η οποία εσωτερικοποιείται στις γυναίκες με την

 ιεραρχική διάστασή της, ώστε αυτές να υποταχθούν στην ανδρική –και ταξική– η

γεμονία. Για την Kristeva (1984) το θηλυκό είναι κατασκευασμένο μέσα στη συμβολι

κή τάξη, όπως οποιοδήποτε άλλο φύλο. Περιορισμένο στα περιθώριά του, κρίνεται κα

τώτερο από την αρσενική εξουσία. Η γυναίκα είναι τόσο «εσωτερική» όσο

 και «εξωτερική» στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, τόσο ρομαντικά εξιδανικευμένο

 μέλος της όσο και θύμα αποβολής. Αυτή βρίσκεται ανάμεσα στον άνθρωπο και το 

χάος και, μάλιστα, μερικές φορές αποτελεί την ενσάρκωση του ίδιου του χάους.
     Η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ αποτελεί μια φουκωική υπονόμευση των καθιερωμέ

νων κοινωνικών πρακτικών, αφού διαστέλλει την πατριαρχική αντίληψη για τη γυναί

κα ως ποιητικό υποκείμενο. Απέναντι στις δυαδικές αντιθέσεις των φύλων που πρόβα

λε ο δυτικός πολιτισμός, η δημιουργός έρχεται να θεραπεύσει το –κατά τον Eagle

ton (1996:130)– έως τότε υποταγμένο μισό της ανθρώπινης φυλής που είχε εξοριστεί

 ως ελαττωματικό ον. Το συμβολικό, για την Kristeva, είναι μια σφαίρα κοινών

 πολιτιστικών σημασιών. Λειτουργεί για να εξασφαλίσει ένα συνεκτικό σύστη

μα που δείχνει ότι είναι μονοσήμαντο και ομοιογενές, όπως η κοινωνία ή η ίδια 

η γλώσσα. Άλλωστε, το συμβολικό εμπεριέχεται σε κάθε πράξη του εξουσιαστικού λό

γου και φυσικά και για τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας. Απέναντι στη συμβολική

 εξουσία της πατριαρχικής γλωσσικής αντίληψης, το αίτημα για μια νέα γλώσσα συ

μπλέκεται με το αίτημα για ένα γυναικείο όραμα, που οριοθετείται ανάμεσα 

στην αόριστη μελλοντική απελευθέρωση του γυναικείου υποκειμένου και στην ου

τοπία ενός άλλου κόσμου, βασισμένου στο σχεσιακό γυναικείο υποκείμενο. Όπως η 

Sexton έτσι και η Αγγελάκη-Ρουκ αξιοποιεί τη μετάθεση· όπως το γυναικείο κίνη

μα δομείται ιστορικά, αλλά προβάλλει μια σαφή μελλοντική εικόνα ανατροπής του

 έμφυλου κανόνα, έτσι και το γυναικείο όραμα έχει ισχυρά ερείσματα μνήμης,

 αλλά οραματίζεται μια απελευθέρωση που συνεχώς μετατίθεται στον χρόνο 

και παραμένει μετέωρη. Η απελευθέρωση, που συνεχώς αναβάλλεται, είναι ένα όραμα

 που κυοφορείται (Λιάπη, 2017:39).

Η συμβολιστική μεταϋπερρεαλιστική εικονοποιία της Αγγελάκη-Ρουκ
Η ποιητική της Αγγελάκη-Ρουκ υιοθετεί τις υπαρξιακές αναζητήσεις του μεταϋπερρεα

λισμού, την ερμητικότητα και τη συνειρμική του κίνηση στον στίχο. Η δημιουργός μπο

λιάζει τον στίχο της με το εικονιστικό παράλογο, οδηγώντας σε γλωσσικές ανα

τροπές που κρύβουν την απαισιοδοξία που απαντάται στην μεταπολεμική ποίηση (σε 

αντίθεση με την αισιοδοξία του μεσοπολεμικού υπερρεαλισμού). Η εικόνα για τον 

Goll είναι η λυδία λίθος της καλής λογοτεχνίας, υπογραμμίζοντας τον οργανικό της ρό

λο και αναγάγοντάς την σε αξιολογικό κριτήριο (Γαλανάκης, 2016:15). Πρόκειται

 για έναν ιδιότυπο λυρικό μεταϋπερρεαλισμό που προάγει την αισθητική αγωνία

 του μη νόμιμου, καθώς συνδέεται με τον μετασυμβολισμό και τον εξπρεσιονι

σμό. Ο εξπρεσιονισμός, ως ποιητική μεταπολεμική τάση, κατακερματίζει την πραγμα

τικότητα και αναζητά μια οδό προς την καθαρότητα μέσα από τη φωνή του εγώ (Benn, 

2006:708). Από την άλλη, ο μεταϋπερρεαλισμός της Αγγελάκη-Ρουκ δεν αποτελεί κά

ποια απόπειρα αναβίωσης του υπερρεαλισμού, αλλά ένα γέννημα μιας εποχής 

παραλογισμού (πόλεμος, εμφύλιος, αστικοποίηση), με προγραμματισμένη ελλειπτικό

τητα, το αναπάντεχο, το φανταστικό (Στεριάδης, 1976) και καινοτόμα χρήση της αλληγο

ρικής γλώσσας.
     Η πλούσια εικαστική αντίληψη της Αγγελάκη-Ρουκ μέσα στην ποιητική αφήγηση 

διατηρεί λειτουργικό ρόλο στην ανάδυση του στοχαστικού περιεχομένου και ο 

μεταϋπερρεαλισμός με τον εξπρεσιονισμό συμβάλλουν σημαντικά στη διαμόρφωση 

της εικονοποιίας της. Μέσα από τη συμβολική διάσταση ξεπηδάει η αγωνία του όντος 

στον κοινωνικό χώρο και τον χρόνο[22]. Το άτομο δεν αποτελεί αυθύπαρκτη ύ

παρξη, αλλά μέλος μιας πολιτισμικής κοινότητας, όπως αποκαλύπτουν οι διαρκείς

 νεανικές αναφορές στη μυθολογική και την ιστορική παράδοση[23].
     Ένα πλήθος συμβόλων και εικαστικών μοτίβων διατρέχει την ποίησή της, 

όπου ξεχωρίζουν πάνινα αντικείμενα: κούκλες, σκύλος, καρέκλα και πολυθρόνα[24]

Η ποιήτρια στρεβλώνει την εξωτερική πραγματικότητα, ώστε να εκφραστεί η εσωτερι

κή κατάσταση ή και η ίδια η ουσία της πραγματικότητας, όπως τη βιώνει εσωτερικά 

και την αντιλαμβάνεται το ποιητικό υποκείμενο (Νάτσινα, 2015:356-357). Η φύση κα

τέχει περίοπτη θέση. Στην πλούσια χλωρίδα της ξεχωρίζουν τα κυπαρίσσια που 

με το ύψος τους αγγίζουν συμβολικά τον ουρανό διατηρώντας τον πένθιμο συμβολι

σμό. Η θάλασσα διαρκώς παρούσα, γεμίζει με το χρώμα της ελευθερίας το σκοτεινό 

ποιητικό κάδρο. Τα πουλιά αποτελούν ένα σταθερό σύμβολο που εντοπίζεται ειδικά 

στην πρώτη περίοδο[25]. Το πουλί[26], ο άγγελος και τα σύννεφα[27] συμβολίζουν

 την ελευθερία με τη διαρκή τους κίνηση και ταυτόχρονα μια ζωή εφήμερη μα απαλ

λαγμένη από το τραύμα. Τα έντομα[28], που απαντώνται πολύ συχνά στις πρώ

τες περιόδους, έρχονται σε αντίθεση με τις ανθρώπινες αγωνίες και μέσα στην υλική

 τους διάσταση και το μικρό τους μέγεθος εκφράζουν την ταπεινότητα απέναντι στον

 θάνατο και τον χρόνο, ενώ τα λιγοστά άγρια ζώα[29] τον αγώνα για ζωή. Ιδιαίτε

ρο σύμβολο –στην πρώτη περίοδο– αποτελούν τα μυρμήγκια[30], ενώ δευτερευ

όντως το ποιητικό κάδρο επενδύεται με τζιτζίκια[31], αράχνες[32], σκαθάρια[33], σκου

λήκια[34] και μύγες[35].
     Ο ποιητικός χώρος στην αναγνωστική πρόσληψη είναι διαρκώς νυχτερινός. Το 

νυχτερινό τοπίο όμως δεν τρομάζει[36] την ποιήτρια, καθώς είναι γεμάτο όνειρα[37]

Καταγράφονται μόνο λίγοι εφιάλτες[38]. Η διαρκής κίνηση της θάλασσας, του ανέμου 

και των πουλιών αφήνουν μέσα στο μεταϋπερρεαλιστικό κάδρο μια νότα ελπί

δας. Το λιγοστό φως που προέρχεται από το φεγγάρι[39] και τα άστρα αισθητο

ποιεί την ελπίδα μέσα στο σκοτάδι.

Επίλογος
Λίγες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο η Κατερίνα Αγγελά

κη – Ρουκ εγκαταλείπει τα "μεγάλα ιδανικά" (εθνισμός της γενιάς του '30, αρι

στερές ιδέες, κοινωνικός εξπρεσιονισμός) και στρέφεται στο -έμφυλο και γεμάτο τραύ

ματα- άτομο. Το εξετάζει ως αυτόνομη ύπαρξη και μελετά ό,τι αφήνει σε αυ

τό ο χρόνος. Γενικότερα, προβάλλεται η συνείδηση του όντος καθώς αυτό αντιπαρατίθε

ται με τον χρόνο.
     Η ταυτότητα της ποιήτριας είναι το προϊόν των λέξεών της. Αποτελεί το κέντρο της

 αφηγηματικής βαρύτητας, εκφράζοντας πολιτιστικές πεποιθήσεις και ρητορικές ή

 αισθητικές συμβάσεις, οι οποίες ενσωματώνονται σε μια γραφή που συγκρούεται με 

τις ισχύουσες πατριαρχικές θεωρήσεις. Οι ποιητικές θέσεις του «εαυτού» εμπεριέχου

ν και τη διερεύνηση της εμπειρίας. Τέλος, καταγράφεται και το κοινωνικό βίωμα ως 

μέρος της αντίληψης που αφορά την κοινωνική συμπεριφορά και τα πολιτιστικά και

 ηθικά πρότυπα για τους ρόλους του φύλου. Για τον Eagleton (1996:129), η καταπίε

ση των γυναικών είναι μια υλική πραγματικότητα. Όλα τα ζητήματα των έμφυλων δια

κρίσεων συνδέονται με τη σεξουαλική ιδεολογία και τους τρόπους με τους οποίους 

οι άνδρες και οι γυναίκες απεικονίζουν τον εαυτό τους σε μια ανδροκρατούμενη

 κοινωνία, στην οποία οι αντιλήψεις και οι συμπεριφορές της πατριαρχίας έχουν 

εγγραφεί βίαια στο βαθύ ασυνείδητο.
     Το γυναικείο σώμα και η θηλυκή σεξουαλικότητα στην ποίηση της Αγγελάκη-

Ρουκ αποτελούν την αισθητή αποτύπωση της διαδρομής του χρόνου προς το μη

δέν. Η προβολή αυτή της έμφυλης σεξουαλικότητας συγκρούεται ιδεολογικά με 

την πατριαρχία, η οποία περιθωριοποιεί τη γυναίκα. Η κοινωνική δομή που επιβάλλει 

το φύλο και οι σεξουαλικοί κανόνες αντικατοπτρίζονται σε όλες τις πτυχές του πολιτι

σμού (θρησκεία, φιλοσοφία, οικονομία, εκπαίδευση κ.ά.) και βέβαια στη λογοτε

χνία (Dobie, 2002:102). Οι ιδεολογικοί μηχανισμοί, όπως τους όρισε ο Althousher 

(1999), και οι κοινωνικές δομές με την επιβολή της έμφυλης ανισότητας λειτουργούν 

καταπιεστικά, οδηγώντας τελικά στη σωματική και πολιτιστική καταπίεση.
     Η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ αντιτίθεται λοιπόν στον εξουσιαστικό λόγο που θέ

τει τη γυναίκα είτε σε ένα «ρομαντικό» πλαίσιο υποταγής είτε την καταδικάζει αυθαίρε

τα.

*Ο Δήμος Χλωπτσιούδης είναι φιλόλογος, κριτικός ποίησης

και κάτοχος ΜΑ Δημιουργικής Γραφής.

______________________

Βιβλιογραφικές αναφορές

Althusser, L. (1999). Ιδεολογία και ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους. Στο Θέσεις 

(σσ. 69-121). Ξ. Γιαταγάνας (μτφ). Αθήνα: Θεμέλιο.
Badiou, A. (1988). On a Finally Objectless Subject (trans. by Bruce Fink). Topoi 7,

 93-98.
Benn, G. (2006). Εξπρεσιονισμός. Μια ομολογία πίστεως. μτφρ. Κουτσουρέλης, Κ. 

Νέα Εστία1794, Νοέμβριος. σσ. 705-720.
Bronfen, El. (1992). Over Her Dead Body: Death, Femininity and the Aesthetic.

 Manchester: Manchester University Press.
Γαλανάκης, Αθ. (2016). Yvan Goll – Ε. Χ. Γονατάς: Προς μια συγκριτική ποιητική. 

Σύγκριση, τ. 26, σσ. 11-30.
Γραμμένου, Ευ. (2018). Η σωματικότητα και η απώλεια στον «τόπο» της Λυπιού: μια 

περιδιάβαση στην ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ. ανέκδοτη διπλωματική εργασία.

 Πάτρα: ΕΑΠ.
Dobie, A. B. (20123). Theory into Practice. An Introduction to Literary Criticism. Bo

ston: Wadsworth.
Eagleton, T. (19962). Literary theory, an introduction. Minnesota: The University of Mi

nnesota Press.
Kristeva, J. (1984). Revolution in Poetic Language (trans. by Margaret Walker). New 

York: Columbia University Press.
Λιάπη, Μ. (2017). Ο μύθος της γυναικότητας στη γυναικεία μεταϋπερρεαλιστική ποίη

ση. Ανέκδοτη διπλωματική εργασία. ΑΠΘ: Θεσσαλονίκη.
Mulle-Zettelmann, E. & Rubik, M. (2005). Theory into Poetry. New approaches to

 the lyric. Amsterdam-New York: Rodopi B. V. Editions.
Νάτσινα, Α. (2015). Ο εξπρεσιονισμός και οι μεταμορφώσεις του: Η λειτουργία ε

νός υπόγειου ρεύματος στη μεταπολεμική πεζογραφία. Λογοτεχνικές διαδρομές. Ιστορί

α-Θεωρία-Κριτική. Μνήμη Βαγγέλη Αθανασόπουλου, (επιμ. Αγάθος, Θ., Ντουνιά, 

Χρ. Τζούμα, Ά.). Αθήνα: Καστανιώτης, σσ. 355-366.
Σηφάκη, Ε. (2015). Σπουδές φύλου και λογοτεχνία. Αθήνα: ΣΕΑΒ.
Σταμάτης, Α. (1998). Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Σώμα το ενάντιο. Ελί-τροχος, 15 (καλο

καίρι).
Στεριάδης, Β. (1976). Ερωτικός μεταϋπερρεαλισμός, Βερονίκη Δαλακούρα, η 

παρακμή του έρωτα. Η Καθημερινή (11/07/1976) - 

http://digital.lib.auth.gr/record/59787/files/npa-2006-30932.pdf
Wolfreys, J. (2001). Introducing literary theories: A guide and glossary. Edinburgh:

 Edinburgh University Press.
[1] Η μελέτη μας στηρίζεται στη συγκεντρωτική έκδοση «Κατερίνα Αγγελάκη-

Ρουκ, Ποίηση 1963-2011» (20204), Αθήνα: Καστανιώτης.
[2] «Άδεια φύση» μέρες μετά ή πεζό πάντα το επιμύθιο, Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η

 νόηση του ποιητή σπάει, σε ένα ταρατσάκι ο Σολωμός.
[3] «Λυπιού» α', έξοδος.
[4] «Άδεια φύση» σ' ένα ταρατσάκι ο Σολωμός, «Ωραία έρημος η σάρκα» ο φωτο

γράφοςπρομηνύονται κι ευτυχισμένες μέρες, «Η ύλη μόνη» Η ύλη μόνη, «Μεταφράζο

ντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» ιδεοληψίες.
[5] «Λύκοι και σύννεφα» πρώτη μέρα, Λάφικτος, «Ποιήματα '63-'69» στον τόπο 

αυτό ύπνος και ξημερώματα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το με

γάλο θηλαστικόΑκρόπολη-Βοτανικός, το σώμα είναι η Νίκη και η Ήττα των ονείρων,

 Σάντα Κρουζ, απειθαρχία στο μαύρο, «Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης» στη γη

στον τόπο που γεννήθηκα τα χάνει κανείς όλα, το πρόσωπο στον έρωτα, οι μνηστήρες,

 «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα έντερα και τα άλλα, η καρδούλα μου τη νύ

χτα, τα πόδια μου, ιστορίες ματιών, για την ποίηση, η εμπειρία της έμπνευσής

«Ενάντιος έρωτας» η ζέστη, ο τζίτζικας, το πλαστικό πράγμα, Φαίδρος '81, έχω μία

 πέτρα, «Οι μνηστήρες» έρωτας η σκληρή απελπισία, εκεί που είσαι ωραίος, τα κου

τά ποιήματα Ι, ΙΙ, το τρίτο καλοκαίρι ή η καταστροφή, τα ποιήματα αυτά, ο έρωτας 

και ο κόσμος, «Επίλογος αέρας» πρόλογος, το γουρουνάκι, άλλοι τόποι, η Γιαννούσα και

 ό,τι δεν φαίνεται, «Άδεια φύση» 14η μέρα, Χέλντερλιν, επιστροφή του ανέραστου χρό

νου, τα χνουδωτά πράγματα, προς τον Άγιο, «Ωραία έρημος η σάρκα» το σχέδιο,

 η μεταγραφή του εφιάλτη, απαγορευτικό, «Η ύλη μόνη» η τιμωρία.
[6] «Λύκοι και σύννεφα» το ημερολόγιο του Βύτου 1η μέρα, «Ενάντιος έρωτας» τα σπιρ

τόξυλα, το χάζεμα, ιστορίες Αζτέκων, «Οι μνηστήρες» τα κουτά ποιήματα.
[7] «Λύκοι και σύννεφα» Λάφικτος, η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντό

καρδου, «Ωραία έρημος η σάρκα» παγοδρομίες ψυχής, «Η ύλη μόνη» αλλαγές.
[8] «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» εξωστρέφεια προσώπου, εξωστρέ

φεια της φύσης, εξωστρέφειας μύθος, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» θέλω να 

γράψω ένα ποίημα, η άλλη μοναξιά, «Η ανορεξία της ύπαρξης» η ευλογία της έλλει

ψηςη μονοσήμαντη φύση, εποχή αντιπάθειας, κάηκε ολοσχερώς το εγώ, σωσίβιες λε

πτομέρειες, υπενθυμίσεις του έρωτα.
[9] «Άδεια φύση» Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, σ' έ

να ταρατσάκι ο Σολωμός, «Λυπιού» α', «Ωραία έρημος η σάρκα» τα γράμματα, φάνηκε

 και από άλλα ποιήματα, η μεταγραφή του εφιάλτη, «Η ύλη μόνη» μουσείο το παλιό πα

νεπιστήμιο, στη Λυπιού και πάλι, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» δεν έ

χω το Θεό μου, αντίστροφη μέτρηση, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» θέλω

 να γράψω ένα ποίημα, η αιωνιότητα του παρόντος, «Η ανορεξία της ύπαρξης» φό

βος το νέο πάθος, τι δίνει η ποίηση και τι παίρνει, η μονοσήμαντη φύση.
[10] «Ποιήματα '63-'69» στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα, «Μαγδαληνή το μεγά

λο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Ακρόπολη-Βοτανικός, Σάντα Κρουζ, ο

 τελευταίος ερωτικός, «Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης» το πρόσωπο στον έρωτα, ο

 χρόνος του ερωτευμένου, στον τόπο που γεννήθηκα τα χάνει κανείς όλα, το πρόσωπο 

στον έρωτα, η ζήλια, είχε η αγάπη μας μία κοσμική εξουσία, «Ο θρίαμβος της σταθερής

 απώλειας» τα έντερα και τα άλλα, η καρδούλα μου τη νύχτα, «Μεταφράζοντας

 σε έρωτα της ζωής το τέλος» Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος, ήταν, επαγ

γελματικά μυστικά, δεν έχω το Θεό μου, κομπάρσος, ιδεοληψίες, στο λιμάνι

«Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» θέλω να γράψω ένα ποίημα, φυτοζωή, «Η ανο

ρεξία της ύπαρξης» φόβος το νέο πάθος, υπαρξιακές ερωταποκρίσεις, πάει και το φεγγά

ρι, η αλλοτρίωση της έλξης.
[11] «Οι μνηστήρες» τα ποιήματα αυτά, «Επίλογος αέρας» Ιούλη, άλλοι τόποι, η ηρωί

δα κοιτάει το χέρι της, μέσα στο σπίτι αυτό πληρώνοντας το χρόνο ζ', «Ά

δεια φύση» ο οίστρος του θανάτου, «Ωραία έρημος η σάρκα» μετά τα λουλούδια

«Η ύλη μόνη» η τιμωρία , χάλασε και το μέσα, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» 

Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα, «Η ανορεξία της ύπαρξης» πρωινό αντίθετο στη 

μέρα, ποιητικό υστερόγραφο.
[12] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα πόδια μου, «Οι μνηστήρες» τα κου

τά ποιήματα Ι, «Επίλογος αέρας» η ουλή, «Άδεια φύση» ο οίστρος του θανάτου, «Ωραία

 έρημος η σάρκα» μετά τα λουλούδια, τα γράμματα, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της

 ζωής το τέλος» ορισμός ο ουρανός, «Η ανορεξία της ύπαρξης» η νομοτέλεια των δακρύ

ων.
[13] «Η ανορεξία της ύπαρξης» λαθρεπιβάτης στο όνειρο.
[14] «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» παρατηρήσεις θνητού, επαγγελ

ματικά μυστικά, έχασα την εμπιστοσύνη μου στη σιωπή, ο χρόνος-οι χρόνοι, Οιδί

ποδας, «Λυπιού», «Η ύλη μόνη» στη Λυπιού και πάλι.
[15] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» η εμπειρία της έμπνευσης, ο σκίουρος,

 ταξίδι νυχτερινό, «Άδεια φύση» ο οίστρος του θανάτου ΙΙ, σ' ένα ταρατσάκι ο Σο

λωμός, «Ωραία έρημος η σάρκα» ο φωτογράφος.
[16] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα έντερα και τα άλλα, η καρδούλα μου

 τη νύχτα, τα πόδια μου, αγγελικά ποιήματα ΙΙΙ, ΙΧ, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη, το ξενο

δοχείο, το γράψιμο, το πέτο του την Καθαρή Δευτέρα, εννοώντας τη νεότητα, «Επίλο

γος αέρας» επίκληση στον Άριελ, «Άδεια φύση» τα χνουδωτά πράγματα, «Ά

δεια φύση» Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, το άλλο φως,

 «Ωραία έρημος η σάρκα» η πεδιάδα, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» η αόρατη.


[17] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» σύντομα και πίκρα Ι, «Ενάντιος έρωτας

» παραβίαση, το χάζεμα, όνειρο αράχνης, «Οι μνηστήρες» ο μαύρος Άγγελος, «Ωραία

 έρημος η σάρκα» η πηγή των δακρύων.
[18] «Ενάντιος έρωτας» στο δάσος, η χιονισμένη, η ζωή μου σαν ένα πλοίο, μεγάλη 

Τετάρτη, Φαίδρος '81, «Οι μνηστήρες» τα κουτά ποιήματα ΙΙΙ, ο έρωτας κι ο κόσμος.
[19] «Άδεια φύση» οι αποκαλύψεις του χειμώνα, «Ωραία έρημος η σάρκα» η πηγή των

 δακρύων, το σχέδιο, μετά τα λουλούδια, ο μύστης, όπως μπορούμε, σαν μία σκιά 

χειμερινή, «Η ύλη μόνη» η ανθισμένη μυγδαλιά, η αλφαβήτα μιας ζωής, μιλώντας σε 

μία φωτογραφία, χάλασε και το μέσα, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος»

 ατμοσφαιρική ποίηση, το κείμενο εκείνο, έχασα την εμπιστοσύνη μου στη σιωπή, «Η α

νορεξία της ύπαρξης» κάτι τρέχει, ένα απλό κρεβάτιπρωινό αντίθετο στη μέρα, η

 νομοτέλεια των δακρύων, ποιητικό υστερόγραφο.
[20] «Η ύλη μόνη» σιγά μην τρέμεις, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» 

παρατηρήσεις θνητού, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» η πανοπλία, γενναίο

 παράπονο, η πέτρα που πίστεψε, «Η ανορεξία της ύπαρξης» απρόσμενη εξέλιξη, αρχίζει 

σαν αστείο τραγούδι.
[21] «Επίλογος αέρας» η διήγηση του εγώ, μέσα στο σπίτι αυτό πληρώνο

ντας το χρόνο α', «Άδεια φύση» ημερολόγιο πολέμου 13η μέρα, «Ωραία έρημος η σάρκα

» αυτό, αέρας σηκώνεται, «Η ύλη μόνη» η τιμωρία.
[22] «Λύκοι και σύννεφα» η ιστορία του λύκου μου, «Ποιήματα '63-'69» τα μήλα της νε

κρής θάλασσας.
[23] «Ποιήματα '63-'69» τα μήλα της νεκρής θάλασσαςΜεγαλέξανδρος

«Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Σάντα 

Κρουζ, επιβίωση, τουρισμός, «Ενάντιος έρωτας» έχω μία πέτρα, ιστορίες Αζτέκων.
[24] «Λύκοι και σύννεφα» εποχή ονείρων, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Σάντα 

Κρουζ, «Οι μνηστήρες» το τρίτο καλοκαίρι, «Ωραία έρημος η σάρκα» η πηγή των δακρύ

ων.
[25] «Λύκοι και σύννεφα» ένατη μέρα, δέκατη μέρα, ΙΙ μέρος, η άρνηση της Ιφιγένειας, 

Λάφικτος, η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, εκπατρισμός, η ιστορία του

 λύκου μου, Ευαγγελισμοί, εποχή ξύλου, «Ποιήματα '63-'69» η τίγρη, τα μήλα της νεκρής

 θάλασσας, ο τροβαδούρος του Μεγαλέξανδρου, ερωτικά του μεταθανάτου V

«Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Πάτμος, 

«Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης» στη γη, το τελευταίο φως, «Άδεια φύση» ημε

ρολόγιο πολέμου 18η μέρα, 20η μέρα, όσο και να λέμε.
[26] «Η ύλη μόνη» προκατακλυσμιαίος οίστρος γ', στη Λυπιού και πάλι α', αλ

λαγές, «Η ανορεξία της ύπαρξης» απρόσμενη εξέλιξη.
[27] «Λύκοι και σύννεφα» δεύτερη μέρα, η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντό

καρδου, «Ποιήματα '63-'69» Μεγαλέξανδρος, μία πριγκίπισσα της Ασίας στον Μεγαλέ

ξανδρο, Βαβυλώνα, ερωτικά του μεταθανάτου ΙΙ, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστι

κό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» ιστορίες

 ματιών, «Άδεια φύση» τα χνουδωτά πράγματα, Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση 

του ποιητή σπάει, επιστροφή του ανέραστου χρόνου.
[28] «Λύκοι και σύννεφα» εποχή νερών, «Ποιήματα '63-'69» μία πριγκίπισσα της 

Ασίας στον Μεγαλέξανδρο, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη.
[29] «Λύκοι και σύννεφα» η ιστορία του λύκου μου, «Ποιήματα '63-'69» η τίγρη, 

στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα, «Άδεια φύση» ο τόπος της καρδιάς.
[30] «Λύκοι και σύννεφα» τελευταίο γυναικείο τραγούδι της Αλιείης, Λάφικτος, «Ποιή

ματα '63-'69» τα μήλα της νεκρής θάλασσας, μία πριγκίπισσα της Ασίας στον Μεγαλέξαν

δρο, στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα IV, τρία της λύπης Ι, ΙΙΙ, σημειώσεις 

για το βιβλίο του πατέρα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» τουρισμός.
[31] «Λύκοι και σύννεφα» ενώπιος ενωπίω, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη, «Επίλογος 

αέ

ρας» Αίγινα Ι.
[32] «Ποιήματα '63-'69» τρία της λύπης Ι, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» 

ιστορίες ματιών, «Ενάντιος έρωτας» όνειρο αράχνης.
[33] «Ποιήματα '63-'69» Διογένης, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» η μάνα μου κι

 ο

 Σατανάς.
[34] «Ποιήματα '63-'69» στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα ΙV, IX.
[35] «Ενάντιος έρωτας» ζέστη, «Οι μνηστήρες» η μελαγχολία εκείνη.
[36] «Η ανορεξία της ύπαρξης» απρόσμενη εξέλιξη.
[37] «Λύκοι και σύννεφα» η ιστορία του λύκου μου, «Ποιήματα '63-'69» τα μήλα της νε

κρής θάλασσας, στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα Ι, VIII, «Μαγδαληνή το μεγάλο

 θηλαστικό» το σώμα είναι η Νίκη και η Ήττα των ονείρων, η μάνα μου κι ο

 Σατανάς, Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα 

πόδια μου, Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας, ταξίδι νυχτερινό, «Ενάντιος έρω

τας» το χάζεμα, «Επίλογος αέρας» η διήγηση του εγώ-πρόλογος, η ουλή, «Άδεια φύ

ση» 20η μέρα, το άλλο φως, πρώτα στο όνειρο αλλάζει το τοπίο, «Ωραία 

έρημος η σάρκα», αέρας σηκώνεται, προμηνύονται παγοδρομίες ψυχής, «Η ύλη μό

νη» Η ύλη μόνη, το άνθος διδάσκει, «Η ανορεξία της ύπαρξης» λαθρεπιβάτης στο όνειρο

.
[38] «Η ανορεξία της ύπαρξης» η θεά Συνήθεια.
[39] «Λύκοι και σύννεφα» ενώπιος ενωπίω, εκπατρισμός, εποχή ξύλου, εποχή νερών

«Ποιήματα '63-'69» η τίγρη, Μεγαλέξανδρος, εγώ εσύ ο επίλογος, ερωτικά του μετα

θανάτου, σημειώσεις για το βιβλίο του πατέρα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό»

 Πάτμος, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» ιστορίες ματιών.

https://apothesis.eap.gr/bitstream/repo/41537/1/%CE%94%CE%93%CE%A165_

501223_%CE%94%CE%B5%CF%81%CE%AD%CE%BA%CE%B1_%CE%91%

CF%81%CF%87%CF%8C%CE%BD%CF%84%CF%89.pdf

Διπλωματική Εργασία «Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ένα οδοιπορικό για την ποίηση μέσα από τα ποιήματα ποιητικής» Αρχόντω Δερέκα Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Ευαγγελία Αραβανή

Ο τζίτζικας στην ποίηση (Ποιήματα)

https://ennepe-moussa.gr/%CF%81%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1/%CE%BF-%CF%84%CE%B6%CE%AF%CF%84%CE%B6%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CF%82-

%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1

Τζίτζικας ή τέττιγας κατά την αρχαία ελληνική. Ο τραγουδιστής του καλοκαιριού που ποτέ δεν κουράζε

ται, που είναι πάντα εκεί για να μας θυμίζει του θέρους τη γιορτή! Το σύμβολο της αιώνιας διασκέδα

σης, της χαλαρότητας και της ανεμελιάς. Για να δούμε πώς τίμησαν το συμπαθέστατο έντομο οι ποιητές

!

Εις τέττιγα-ΑΝΑΚΡΕΟΝΤΑΣ (Μετάφραση)

Σε μακαρίζουμε, τζίτζικα, που πίνεις λίγη δροσιά και μετά τραγουδάς σαν βασιλιάς στα κλαριά των

 δέντρων. Γιατί δικά σου είναι όλα όσα βλέπεις στους αγρούς και όσα φέρνουν οι εποχές. Αγαπη

τός στους γεωργούς, πολύτιμος στους ανθρώπους, είσαι προφήτης του καλοκαιριού γλυκύς. Οι Μού

σες σε αγαπούν και ο ίδιος ο Φοίβος που σου έδωσε το μελωδικό τραγούδι. Τα γηρατειά δεν σε 

καταβάλουν, σοφέ, γέννημα της γης, λάτρη του τραγουδιού, ελεύθερε από πόνους, εσύ που έχεις

 σάρκα χωρίς αίμα, είσαι σχεδόν όμοιος με τους θεούς.

Πηγή: Βιβλίο ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ, ΚΟΤΤΟ, Μετάφραση: Τέτη Σώλου, Έκδοση του Ταμεί

ου Παγκόσμιας Κυθηραϊκής Κληρονομιάς ,2014

Τα τζιτζίκια- ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Η Παναγιά το πέλαγο
κρατούσε στην ποδιά της.
Την Σίκινο, την Αμοργό
και τ' άλλα τα παιδιά της.

Από την άκρη του καιρού
και πίσω απ' τους χειμώνες
Άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες.

Κι εγώ μέσα στους αχινούς
στις γούβες στ' αρμυρίκια
σαν τους παλιούς θαλασσινούς
ρωτούσα τα τζιτζίκια:

-Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι
γεια σας κι η ώρα η καλή.
Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;
Κι όλ' αποκρίνονται μαζί.

Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει.....

Πηγή: Τα ρω του έρωτα

Σώμα του καλοκαιριού-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ (Απόσπασμα)

Τα τζιτζίκια ζεσταίνονται στ’ αυτιά του
Τα μυρμήγκια δουλεύουνε στο στήθος του
Σαύρες γλιστρούν στη χλόη της μασχάλης
Κι από τα φύκια των ποδιών του αλαφροπερνά ένα κύμα
Σταλμένο απ’ τη μικρή σειρήνα που τραγούδησε:
Ω σώμα του καλοκαιριού, γυμνό, καμένο
Φαγωμένο από το λάδι κι από το αλάτι
Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς
Μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς
Άχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό εφηβαίο
Γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες
Σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας!

Πηγή: Ήλιος ο πρώτος

Τζιτζίκια στήσαν το χορό-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Τζιτζίκια στήσαν το χορό
στο ντάλα μεσημέρι
και στέκουν γύρω τα παιδιά
και παίζουν παλαμάκια.

Mια πεταλούδα διάφανη,
πορτοκαλιά και μαύρη,
στου γέρου κόσμου στάθηκε
τα φρύδια επάνω, αντήλιο,
κι έπαιζε και κρυφόγνεφε
της πίκρας μαντιλάκι.

Πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού, Kέδρος

Ο τζίτζικας-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ

ΘΥΜΟΥΜΑΙ κάποια απομεσήμερα,
που θέλοντας να σου μιλήσω,
συνοδιά μου είχα κ'ενός τζίτζικα
τη λύρα να κρατά το ίσο.

Το φως χορταίνει μεγαλόματος
στο πεύκο ολόρθα καθισμένος .
παίζει, κι ας μην ακούει τη λύρα του:
του αυτιού τη χάρη στερημένος.

Τέσσερα χρόνια στα τρισκότεινα,
τον ήλιο βλέπει στα στερνά του,
καθώς ο κύκνος το τραγούδι του,
τη λύρα παίζει του θανάτου.

Μα δίχως πίκρα και παράπονο
για την τρισάδική του μοίρα,
τον ύμνο τον καλοκαιριάτικο
λέει η λιγόημερή του λύρα.

Το καλοκαίρι τώρα πέρασε,
γλήγορα ο κρύος χειμώνας φτάνει
κι απόμεινα μονάχος έφυγες-
κι ο τζίτζικας έχει πεθάνει.

Πηγή: Φευγάτα χελιδόνια

Φωνασκία του αίματος-ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ

Αυτός ο αγέρωχος μήνας Αύγουστος…
Φρικώδης του μεγάλου θέρους αναφώνηση
ο τέττιγας που γίνεται ελέφαντας κοινοτοπίας
προβοσκίδα η υπνώττουσα σκιά μες στο χορτάρι
τις νύχτες τρέχουν οι κομήτες που δεν είδαμε
διάττοντες πότε – πότε χαλαλίζουν το φως από πλήξη
κανένα σχίσμα δεν υπήρξε τρομερότερο -:
είν’ ο άνθρωπος και η φύση.
Ας αυτοσχεδιάζουμε ας πίνουμε καφέδες κάνοντας: Α!…

Πηγή: Νίκος Καρούζος, Τα ποιήματα, τόμος Β’, Ίκαρος

Τζίτζικας και γρύλος-ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ

Είπε μια νύχτα ο τζίτζικας του γρύλου:
Δεν πας και συ, καημένε να ησυχάσεις,
που όλοι κοιμώνται, κι είσαι συ μονάχος,
οπού περνάς τη νύχτα τραγουδώντας.
Άσωτε, ασώτου τέκνο, που ασωτεύεις
έναν πολύτιμο καιρό, που ημπόρειες
ναν τον οικονομάς για να κοιμάσαι!

Ναι, λέει ο γρύλος, ίσα κουβεντιάζεις΄
λες την αλήθεια΄ και θαυμάζω μόνο
πως, τζίτζικας εσύ, μιλείς για γνώση,
για οικονομία καιρού και για ησυχία.
Δεν είσαι συ, που ολημερίς, στον ίσκιο
ενός πράσινου δένδρου, τριζονίζεις
τραγούδια βαρετά και δίχως τέλος;
Που κουφαίνεις τους κάμπους και αλαλιάζεις
τους εργάτες ,που κάνουν τη δουλειά τους;
και σπατάλησες πάντα τον καιρό σου
τραγουδώντας αμέριμνα όλη μέρα;
Πώς ήρθες τώρα απάνου απ' το κλαρί σου
να διδάξεις εμάς σιωπή, ησυχία,
οικονομία καιρού, φρόνηση, γνώση;
Ω! τζίτζικά μου! και συμπάθησέ με,
συμπάθησέ με, στο λέω πάλε, μα...
Θέλεις να’χεις δικαίωμα να ορμηνεύεις;
Κάνε συ πρώτος όσα συμβουλεύεις.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Τζίτζικας και μύρμηγκας -ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Έχω πολλά παράπονα, μυρμήγκι μου, μαζί σου.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Πολύ λυπούμαι, τζίτζικα, κι αμέσως εξηγήσου.
Ποτέ δεν έκανα κακό και βλάβη σε κανένα΄
κι έπειτα τίποτε κοινό δεν έχω εγώ με σένα. Λοιπόν;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Με κακολόγησες και με το παραπάνω,
κι έτσι και την υπόληψη και την τιμή μου χάνω
και γίνηκα παράδειγμα μωρίας στους ανθρώπους.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Στ' ορκίζομαι στο ψίχουλο, που κουβαλώ με κόπους,
πως δε σε νιώθω τι μου λες.

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Αμέσως θα με νιώσεις,
αν θέλεις λίγη προσοχή στα λόγια μου να δώσεις.
Και πρώτα-πρώτα γνώριζε, πως πριν στα δέντρ’ ανέβω,
εκατοικούσα μες στη γη κι εγώ.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Δεν σε πιστεύω.
Τότε που βρήκες τα φτερά;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Μεγάλωσαν αγάλι,
όταν στο πρόσωπο της γης επρόβαλα και πάλι,
γιατί προτού χωθώ στη γη, ήμουν ψηλά στο χώμα
μικρός, μικρός σαν τον κοριό και πιο μικρός ακόμα΄
κι άνοιξα τρύπα και βαθιά μέσα στην γην εμπήκα
κι έκανα το σπιτάκι μου κι εκεί τροφήν εβρήκα.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Και δεν ανέβαινες ποτέ κι απάνω από την τρύπα;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Ποτέ μου, δεν ανέβαινα, γιατί, καθώς σου είπα,
δεν μου’ λειπ’ η τροφή.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Λοιπόν;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Στης γης τα καταχθόνια
σιγά σιγά μεγάλωνα κι έμεινα δέκα χρόνια.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Ποπό! Δεν εβαρέθηκες;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Και τι ήθελες να κάνω;
Έτσι το πρόσταξ’ ο θεός. Κι ήρθα στη γην επάνω
εφέτος, μόλις άρχισε ζεστό το καλοκαίρι
και τα φτερά μου στέγνωσεν ο ήλιος και τ’ αγέρι
και στη στιγμούλα πέταξα στου δέντρου τα κλαδιά!
Κι άρχισα το τραγούδι μου με πρόσχαρη καρδιά.
Οι γεωργοί που σκάβουνε κι εκείνοι που θερίζουν,
μ’ έχουν χρυσή τους συντροφιά και χάρη μου γνωρίζουν.
Εσύ μονάχα βρέθηκες να με κατηγορήσεις.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Εγώ δεν είπα τίποτα και να με συγχωρήσεις.
Ούτε και ξέρω τι μου λες, μα το σπυρί το στάρι!

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Ο κόσμος, το’ χει τούμπανο και συ κρυφό καμάρι!
Εσύ δεν μ’ είπες άεργο, δεν μ’ είπες ακαμάτη
κι άμυαλο κι ασυλλόγιστο;

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Για πρόσεχε κομμάτι!
Δεν είμ' εγώ κακόγλωσσος κι αυτό δεν είν' αλήθεια.

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Ναι, τα ’πες και τα κήρυξες κι έπλασες παραμύθια
πως το χειμώνα κάποτε, με χιόνια και με πάγο,
επείνασα κι ο δυστυχής δεν είχα τι να φάγω,
και σαν ζητιάνος ταπεινός, ήρθα, καθώς εκείνος,
με κλάματα στο σπίτι σου ζητώντας λεημοσύνη.
Κι όταν εσύ με ρώτησες: -Σαν ήταν καλοκαίρι,
τι έκανες, παρακαλώ;Σου είπα: -Ποιος δεν ξέρει,
πως τραγουδούσα ολημερίς, χωρίς καμιά φροντίδα;
Και τότε μ’ αποκρίθηκες: «Ε, τώρα χοροπήδα!
Πως ήρθα το χειμώνα εγώ τροφή να σου ζητήσω,
αφού χειμώνα μήτε ζω μήτε μπορώ να ζήσω;
Κι έπειτα, τι είν’ αυτή η τροφή, που θα ζητούσα τάχα,
ενώ ο καημένος τρέφομαι με τη δροσιά μονάχα;

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Αυτό το ψέμα, τζίτζικα, ο κόσμος το ’χει βγάλει.
Το ξέρω πως δε μοιάζομε, αλλ’ όμως ξέρω πάλι,
πως ο Θεός που έπλασεν εσέ, όπως κι εμένα,
ξεχωριστό προορισμό έδωσε στον καθένα.
Κι είμαστε χρήσιμοι κι οι δυο, φίλτατε τζίτζικά μου,
εσύ με το τραγούδι σου κι εγώ με τη δουλειά μου.
Λοιπόν, ας λησμονήσωμε τα ψέματα του κόσμου
κι αγκάλιασέ με γρήγορα κι ένα φιλάκι δως μου!…

Πηγή: Μεγάλη σχολική ποιητική ανθολογία Σταύρου Ζήγου,Εκδόσεις Μητρέλη,Πάτραι

Ο τζίτζικας-ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Πού είσαι τάχα εδώ κοντά μου,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου,
πού είσαι τάχα σκαλωμένος
και λαλείς ευτυχισμένος;

Τι χαρούμενος που θα ’σαι!
Μες στην πράσινη μουριά μου
τραγουδείς κι αποκοιμάσαι,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου!

Τραγουδείς το μεσημέρι,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου,
τραγουδείς το καλοκαίρι
που στον κήπο σ’ έχει φέρει.

Τραγουδείς πολύ κοντά μου.
Στον κορμό, στον κλάδο να ’σαι;
Δε σε πιάνω, μη φοβάσαι,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου!

Πηγή: «Χελιδόνια»/Παιδικά τραγούδια, Βιβλιοθήκη Εκπαιδευτικού Ομίλου, Αθήνα 1920,

 «Ανθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού», ΟΕΔΒ, Αθήνα 1990

Εξόν τα τζιτζίκια-ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ

Ούτε γι’ αυτό που σε γοήτευε,
το κανελί της φρυγμένης γης,
και πρόσφατα που στέγνωνε με τα τζιτζίκια
λήγοντας του αυγούστου, ούτε γι’ αυτό ρωτάς
κι ούτε για τίποτα.
Ποιός ν’ απαντήσει άλλωστε από την αίσθηση
ερήμωσε κ’ η όχθη ετούτη.
Κι ίσως γι’ αυτό να είσαι το χαλίκι
που βρήκε η λύπη μου σαν ήταν φεγγαρόφωτο
σε μονοπάτια
και μόνο της αράχνης η καρδιά ακούγονταν
βαθιά στο χώμα.
Ύστερα εσχίστη κι άνοιξε.
Το γέλιο του ένα μανιτάρι
πέρα ως την άκρη τ’ ουρανού.
Ο τρόμος κάτω βιαστικός έπνιγε τα έμβια
εις διαταγήν Ηρώδη Αντύπα.
Εξόν τα τζιτζίκια που αντιστέκονταν
Πέφτοντας στην πύλη του αυγούστου.

(1968)
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Ο τζίτζικας-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

Μέσα μου χιλιάδες τραγούδια στοιβάζονται καλοκαιρινά. Ανοίγω το στόμα μου και μες στο πάθος μου

 προσπαθώ να τους βάλω μια σειρά. Τραγουδώ. Άσχημα. Αλλά χάρη στο τραγούδι μου ξεχωρίζω α

πό τις φλούδες των κλάδων και από τ' άλλα άφωνα ηχεία της φύσης. Η απέριττη περιβολή μου 

—γκρίζα κι ασβεστένια— μου αποκλείει κάθε παραφορά αισθητισμού κι έτσι αποκομμένος απ' 

τα φανταχτερά πανηγύρια του χρόνου, τραγουδάω. Άνοιξη. Πάσχα και βιολέτες δεν γνωρίζω. Τη 

μόνη ανάσταση που ξέρω είναι όταν μόλις σηκώνεται κάποιο αεράκι και δροσίζει λίγο τη φοβερή κά

ψα της ζωής μου. Τότε παύω να ουρλιάζω —ή να τραγουδάω όπως νομίζει ο κόσμος— γιατί το

 θαύμα μιας δροσιάς μέσα μου βαθιά λέει περισσότερα απ' όλα όσα δημιουργώ για να μην πεθάνω

 από τη ζέστη.

Πηγή: Ενάντιος άνεμος ,1982

Το ποίημα της ημι-αφής-ΑΝΤΩΝΗΣ ΡΟΥΣΟΧΑΤΖΑΚΗΣ

Τα τζιτζίκια ξυπνούν
με τον ήλιο.
Τα σαλιγκάρια
με τη βροχή.
Κι εγώ,
από μεριά σε μεριά ανασταίνομαι
με τη σκιά του φιλιού σου
πάνω απ' τα χείλη μου.

Πηγή: Εμπειρίες ταλέντου,21 ποιήματα 1986 - 1992,Κέδρος,1997

Το πρώτο τζιτζίκι-ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΤΣΟΣ

Κι εσύ μικρό μικρό και ταπεινό τζιτζίκι
Που τόσα χρόνια πολεμάς κάτω απ’ το χώμα
Ανέβα και τραγούδησε ξανά στην αγριλιά
Ν’ αναστηθούν τα ευλογημένα μεσημέρια
Μες στου καλοκαιριού την άφθονη αγκαλιά.

Πηγή: http://paleochori-lesvos.blogspot.com

Ο μικρούλης-ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΚΑΡΟΓΛΟΥ

Ήθελα να σου μοιάζω μικρούλη τζίτζικα
Να γεννιέμαι από την ζέστη
Να γράφω για το καλοκαίρι
Και να ζω μέχρι το φως να ’ναι ακόμη γαλάζιο
Όμως μόνο για θανάτους γράφω
Τη σιωπή ικετεύω να μου χαμογελάσει
Και τα τραγούδια μου λυπητερά
Εκλιπαρούν για λίγη αγάπη
Μικρούλη τραγουδιστή
Οι μέρες σου λίγες μα το
Καλοκαίρι μεγάλο
Και σε προστατεύει
Από την απονιά της λήθης

Πηγή: Η Μόνα Λίζα και άλλα ποιήματα

Ο τζίτζικας-ΜΑΡΙΑΝΘΗ ΠΛΕΙΩΝΗ

Χρυσή κλωστή ο ουρανός
κεντάει σ' ένα κοχύλι,
χάντρες βαρκούλες με πανιά,
το κόκκινο απ' το δείλι.
Κι όπως σμίγουν τα χρώματα
στης θάλασσας τα χείλη,
γλυκά τρυγάει ο τζίτζικας
τσαμπί από σταφύλι.
Μεθάει, χορεύει κι αρχινά
στα πεύκα τραγουδάκι,
στου Αιγαίου τα βράχια αρμενιστής,
στο Ιόνιο ναυτάκι.

Πηγή: Mε τα φτερά της ελπίδας

Το τζιτζίκι-ΡΙΜΠΕΪΡΟ ΚΟΥΤΟ

Τη μέρα που ο Ριμπέιρο,τζιτζίκι μου,θα φύγει
έλα στο παραθύρι του μπροστά να τραγουδήσεις,
ξεφώνισε,ξεσήκωσε τον κόσμο-μην αργήσεις-
για τη ζωή που’ναι χαρά μεγάλη κ’είναι λίγη.

Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι

Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

"Γυρνώντας απ’ τη θάλασσα με τη μάνα μου / καθόμαστε να ξαποστάσουμε κάτω απ’ την ίδια πάντα ελιά». 

Στη φωτογραφία αριστερά –από το αρχείο της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ – η ποιήτρια, σε παιδική ηλικία, με 

τη μητέρα της Ελένη Αγγελάκη στην Αίγινα. Δεξιά: Φωτογραφία εποχής της περιοχής Αγία Μαρίνα στην Αίγι

να (Φωτογραφία: Οδός Αιγίνης). «Όλες οι χαρές / τελείωναν στη θάλασσα κι εκεί αρχίζαν άλλες», γράφει σε

 κάποιο άλλο σημείο του ποιήματος. Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, «Αίγινα I» Γυρνώντας απ’ τη θάλασσα με τη 

μάνα μου καθόμαστε να ξαποστάσουμε κάτω απ’ την ίδια πάντα ελιά. Μου διηγόταν τότε την ιστορία του

 μέρμηγκα και του τζίτζικα, πρώτα μαθήματα εγκράτειας, σωφροσύνης, μα πάνω απ’ το κεφάλι μας ξεφώνιζε

 ο ποιητής με πάθος στο λιοπύρι. Ε, μάνα, για ποιο χειμώνα μου μιλάς, τι δυστυχίες, τι πάγους και ποια πεί

να; Τούτο είναι το θαύμα εδώ, αρχίζει με την κάψα τελειώνει μόλις στα σκούρα μπει η μέρα· τα σπόρια ζώνο

νται από παντού, τα βρίσκει το μερμήγκι, ενώ ο γκρίζος ασυλλόγιστος βουβαίνεται, παγώνει. Αχ, μάνα μου

 κακότυχη, που γέννησες μιά τζίτζικα, δεν ξέρει να μαζώνει! Μόλις ξημέρωνε το ’σκαγα απ’ το κρεβάτι τη νυ

χτικιά μου έσερνα σε χόρτα, ποτιστάδες, ο κήπος μου φαινότανε απέραντη εξουσία κι οι κότες πρόσωπα ση

μαντικά, προσηλωμένα να τσιμπάνε… Δεν ήξερα ώρες μες στο θέρος· αιωνιότητα το χωράφι, το μαγκάνι γύ

ριζε στον άπειρο χρόνο, βουτούσα στα σανά, χωνόμουνα, κυλιόμουνα ανάμεσα στα πόδια του αλόγου· όλες

 οι χαρές τελείωναν στη θάλασσα κι εκεί αρχίζαν άλλες. Είχα από τότε φτιάξει δυο εαυτούς· ο ένας γαλήνιος

 κούρνιαζε, αγάπαγε τα γύρω του καλά διατεθειμένος, τον άλλο τον ερέθιζε ο γλυκός κίνδυνος που κρύβει ά

γνωστο σώμα. Ονόμαζα γαλήνη το χειμώνα, την τρέλα καλοκαίρι και μεταμορφωνόμουνα σε άγγελο χειμερι

νό, σε σατανά της ζέστης. Η μάνα μου ετρόμαζε μ’ αυτές τις δύο μου φύσεις, θα φταίνε, έλεγε, οι δυό κόσμοι,

 η πολυκατοικία και το νησί, μα όπου να ’ναι χειμωνιάζει, πού θα πάει κι αυτή… θα μαζευτεί. (Από τη συλλο

γή «Επίλογος αέρας», 1990 –συγκεντρωτικός τόμος «Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, Ποιήματα 1986-1996», εκδ.

 Καστανιώτη, 1999).


Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/oi-poiites-







Κατερίνα 



Αγγελάκη-«Γυρνώντας απ’ τη θάλασσα με τη μάνα μου / καθόμαστε να ξαποστάσουμε κάτω απ’ την ίδια πάντα ελιά». Στη φωτογραφία αριστε
ρά –από το αρχείο της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ – η ποιήτρια, σε παιδική ηλικία, με τη μητέρα της Ελένη Αγγελά
κη στην Αίγινα. Δεξιά: Φωτογραφία εποχής της περιοχής Αγία Μαρίνα στην Αίγινα (Φωτογραφία: Οδός Αιγίνης).
 «Όλες οι χαρές / τελείωναν στη θάλασσα κι εκεί αρχίζαν άλλες», γράφει σε κάποιο άλλο σημείο του ποιήματος.

«Αίγινα I» 
Γυρνώντας απ’ τη θάλασσα με τη μάνα μου
καθόμαστε να ξαποστάσουμε κάτω απ’ την ίδια πάντα ελιά. 
Μου διηγόταν τότε την ιστορία του μέρμηγκα και του τζίτζικα,
 πρώτα μαθήματα εγκράτειας, σωφροσύνης, 
μα πάνω απ’ το κεφάλι μας ξεφώνιζε
 ο ποιητής με πάθος στο λιοπύρι. 
Ε, μάνα, για ποιο χειμώνα μου μιλάς,
 τι δυστυχίες, τι πάγους και ποια πείνα;
 Τούτο είναι το θαύμα εδώ, αρχίζει με την κάψα
 τελειώνει μόλις στα σκούρα μπει η μέρα·
τα σπόρια ζώνονται από παντού, τα βρίσκει το μερμήγκι,
 ενώ ο γκρίζος ασυλλόγιστος βουβαίνεται, παγώνει.
 Αχ, μάνα μου κακότυχη, που γέννησες μιά τζίτζικα,
 δεν ξέρει να μαζώνει! 
Μόλις ξημέρωνε το ’σκαγα απ’ το κρεβάτι
 τη νυχτικιά μου έσερνα σε χόρτα, ποτιστάδες, 
ο κήπος μου φαινότανε απέραντη εξουσία
 κι οι κότες πρόσωπα σημαντικά, προσηλωμένα να τσιμπάνε…
 Δεν ήξερα ώρες μες στο θέρος· 
αιωνιότητα το χωράφι, το μαγκάνι γύριζε στον άπειρο χρόνο,
 βουτούσα στα σανά, χωνόμουνα, κυλιόμουνα 
ανάμεσα στα πόδια του αλόγου· όλες οι χαρές
 τελείωναν στη θάλασσα κι εκεί αρχίζαν άλλες.
 Είχα από τότε φτιάξει δυο εαυτούς· ο ένας γαλήνιος
κούρνιαζε, αγάπαγε τα γύρω του καλά διατεθειμένος,
 τον άλλο τον ερέθιζε ο γλυκός κίνδυνος που κρύβει άγνωστο σώμα. 
Ονόμαζα γαλήνη το χειμώνα, την τρέλα καλοκαίρι
 και μεταμορφωνόμουνα σε άγγελο χειμερινό, σε σατανά της ζέστης. 
Η μάνα μου ετρόμαζε μ’ αυτές τις δύο μου φύσεις,
 θα φταίνε, έλεγε, οι δυό κόσμοι, η πολυκατοικία και το νησί, 
μα όπου να ’ναι χειμωνιάζει,
 πού θα πάει κι αυτή… θα μαζευτεί. 
(Από τη συλλογή «Επίλογος αέρας», 1990 
–συγκεντρωτικός τόμος «Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ,
 Ποιήματα 1986-1996», εκδ. Καστανιώτη, 1999).

Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/oi-poiites