Οι Ερινύες ήταν χθόνιες θεές που κατοικούσαν στον Άδη. Καταδίωκαν όσους είχαν διαπράξει ηθικά εγκλήματα και τους τιμωρούσαν με φρικτά βασανιστήρια ή ακόμη και θάνατο. Επίσης τιμωρούσαν όσους είχαν διαπράξει εγκλήματα κατά της φυσικής αρμονίας. Θεωρούνταν η προσωποποίηση των τύψεων και γι’ αυτό είχαν φρικιαστική εμφάνιση....
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.com.cy/arxaiotita/mipos-sas-kinigoun-erinies-pies-itan-thees-pou-timorousan-frikta-vasanistiria-osous-ichan-tipsis-trellenan-prokalousan-sigchisi-mania-akomi-ke-aftoktonies/
Oρέστης Το ποίημα αυτό γράφτηκε το 1914 και είναι ένα σονέτο που διέπεται α πό το πνεύμα του παρνασσισμού, μιας τεχνοτροπίας που επηρέασε την πρώτη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας του Κώστα Βάρναλη. O ποιητής, που ήταν κλασικός φιλόλογος, καθώς και μεταφραστής του αρχαίου δράματος, καταπιάστη κε με τον κόσμο και τα σύμβολα της αρχαιότητας με δημιουργικό και τολμηρό τρό πο.
*ξέχανε: ξέχασε *άμε: πήγαινε *θα παίρνει σε από πίσου: θα σε ακολουθά *γιά: ή |
ΕΡΓΑΣΙΕΣ
ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
|
(Κείμενα) Γ' Γυμνασίου - Απαντήσεις - Λύσεις.
by lisari.gr
KEIMENA Γ’ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
Η ΝΕΑ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΧΟΛΗ (1880-1922)
Κείμενα (σελ. 141) Κώστας Βάρναλης ΟΡΕΣΗ
1. Αφού βρείτε τις ομοιοκαταληξίες του ποιήματος μελετήστε:
α) τη στιχουργική μορφή του σονέτου και
β) την εκφραστική πρωτοτυπία τους.
α) Το σονέτο αποτελείται από δύο 4στιχες και δύο 3στιχες στροφές. Ο στίχος είναι ιαμβικός 11σύλλαβος παροξύτονος.
β) Οι ομοιοκαταληξίες είναι πλούσιες και στα δύο πρώτα 4στιχα η τονιζόμενη προτελευταία συλλαβή έχει τον ήχο -ε-.
2. Ποιο είναι το χρέος του Ορέστη και γιατί το αντιπαραβάλλει ο ποιητής με την ομορφιά και τη νεότητά του;
Το χρέος του Ορέστη είναι η εκδίκηση για τον ατιμωτικό θάνατο του πατέρα του με το φόνο της μητέρας του. Ο ποιητής το αντιπαραβάλλει με την ομορφιά και τη νεότητά του, αφού αυτά θα τον βοηθήσουν να εκπληρώσει το χρέος του με το δικό του τρόπο.
3. Ποια εντύπωση δημιουργεί η χρήση του β’ ενικού προσώπου στο ποίημα;
Το β’ ενικό πρόσωπο δίνει την εντύπωση ότι ο ποιητής μιλάει στον Ορέστη και τον συμβουλεύει να εκτελέ
ο φόνος της μητέρας του και του εραστή της, πράξη εκδίκησης του φόνου του πατέρα
του, θα ξαναφέρει τον θρόνο και την δύναμη στους Ατρείδες και θα ξεπλύνει την
ντροπή.
Σε αυτήν την ιστορική αντίληψη του γένους ο Ορέστης, ο ήρωας του ποιήματος, είναι προαποφασισμένο από τους θεούς να εκδικηθεί τον φόνο του πατέρα του φονεύοντας την μάνα του. Την αποτρόπαια αυτή πράξη, να γίνει δηλαδή μητροκτόνος, ο ήρωας δεν μπορεί να την αποποιηθεί, να αντισταθεί απέναντι στην προκαθορισμένη εντολή. Δεν πρόκειται να ξεφύγει την μοίρα του κι αν ακόμη προσπαθήσει, γιατί σε κάθε αντίδραση τίθενται σε εφαρμογή ισχυρότατες οικογενειακές διαδικασίες και του επιβάλλουν να υποκύψει. Το δίκαιο του γένους είναι τόσο ισχυρό, που το μόνο που του επιτρέπεται είναι να συνταχθεί με το αδιανόητο που η εποχή του εκφράζει και επιβάλλει. Ο ήρωας γνωρίζει ότι στις περιπτώσεις φόνου μέσα στην οικογένεια, ο φονιάς, ο εκτελεστής τελικά λογοδοτεί στους θεούς που του έφτιαξαν την μοίρα και ιδιαίτερα λογοδοτεί στις θεότητες του Άδη Ερινύες, οι οποίες αυτόν τον προορισμό έχουν. Να εκδικούνται το αίμα που χύνεται ανάμεσα στα μέλη του οίκου, μητροκτόνους, πατροκτόνους, αδελφοκτόνους κλπ. Ο Ορέστης γνωρίζει πολύ καλά τί θα ακολουθήσει μετά την πράξη του και πόσα πρόκειται να υποφέρει, ώσπου να πάρει την συγχώρηση. Όμως η μοίρα του είναι προαποφασισμένη και πρέπει να την αντιμετωπίσει. Δεν έχει δρόμο διαφυγής. Η μητέρα του δολοφόνησε τον πατέρα του. διέλυσε τον οίκο των Ατρειδών. Αυτού του φόνου το αίμα το χωρίς εκδίκηση θα τον κυνηγούσε ες αεί. Το ίδιο θα τον κατέτρυχε και η οικογενειακή ντροπή από την υπεξαίρεση, τον σφετερισμό του θρόνου. Έπρεπε να πάρει θέση, επειδή ήταν γόνος βασιλικής οικογένειας, γιος βασιλιά, διάδοχος και ο ίδιος. Αν ήταν ένας απλός θνητός, η μοίρα του θα ήταν απλή, σαν την ζωή του, γιατί κανένας θεός δεν θα ασχολείτο μαζί του. Επειδή όμως η ρίζα του έφτανε στον Τάνταλο, γιο του Δία, δεν ήταν ένας κοινός θνητός, ήταν υπόλογος ενώπιον των θεών, που καθόριζαν την μοίρα του ερήμην του και που αυτός είχε χρέος να αντιμετωπίσει.
Κώστας Βάρναλης
Κώστας Βάρναλης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 14 Φεβρουαρίου 1884[1] Μπουργκάς[2][3] |
Θάνατος | 16 Δεκεμβρίου 1974[4][5][6][1] Αθήνα |
Τόπος ταφής | Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών |
Κατοικία | Παγκράτι[7] |
Εθνικότητα | Έλληνες |
Ψευδώνυμο | Δήμος Τανάλιας |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά Ελληνικά |
Σπουδές | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | δημοσιογράφος ποιητής[1] μεταφραστής[1] πεζογράφος[1] θεατρικός συγγραφέας κριτικός λογοτεχνίας[1] |
Εργοδότης | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών |
Περίοδος ακμής | 1905 |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Βραβείο Ειρήνης Λένιν (1959) |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα |
Ο Κώστας Βάρναλης (14 Φεβρουαρίου 1884 – 16 Δεκεμβρίου 1974) ήταν Έλληνας λογοτέχνης. Είναι γνωστός κυρίως για τα ποιήματά του, αλλά έγραψε επίσης αφηγηματικά έργα, κριτική και μεταφράσεις. Τιμήθηκε το 1959 με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν.
Πίνακας περιεχομένων
Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεννήθηκε στον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας, το σημερινό Μπουργκάς της Βουλγαρίας το 1884[8], όπου βίωσε το κλίμα του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897. Το επίθετό του, αν όχι καλλιτεχνικό, δηλώνει καταγωγή από τη Βάρνα όπου έμεναν πολλοί Έλληνες — το επίθετο του πατέρα του ήταν Μπουμπούς.[9][10].
Το 1898 τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο και συνέχισε την εκπαίδευσή του στα Ζαρίφεια διδασκαλεία της Φιλιππούπολης, και έπειτα με την υποστήριξη του Μητροπολίτη Αγχιάλου ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει φιλολογία και εκεί πήρε μέρος στη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα ως υποστηρικτής των δημοτικιστών. Το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού Ηγησώ, το οποίο κυκλοφόρησε δέκα τεύχη. Το 1908 πήρε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και άρχισε να εργάζεται στην εκπαίδευση, στην αρχή στο ελληνικό διδασκαλείο του Πύργου (Μπουργκάς), σε ηλικία δεκαοχτώ ετών, και στη συνέχεια στην Ελλάδα (στην Αμαλιάδα) και μεταξύ άλλων στην Ανωτάτη Παιδαγωγική Ακαδημία Αθηνών. Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, ενώ εργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους και ως δημοσιογράφος. Από το 1910 άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση και ως το 1916 ολοκλήρωσε τους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, τον Αίαντα του Σοφοκλή, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου του Γκυστάβ Φλωμπέρ. Μετά το Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, στον οποίο πήρε μέρος, φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Δημήτρη Γληνού.
Καλλιτεχνική αναγνώριση και πολιτική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το 1919 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, φιλολογίας και κοινωνιολογίας. Τότε προσχώρησε στο μαρξισμό και το διαλεκτικό υλισμό, και αναθεώρησε τις προηγούμενες απόψεις του για την ποίηση, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Καρπός αυτής της στροφής στάθηκε το ποίημα «Προσκυνητής». Το καλοκαίρι του 1921 έγραψε στην Αίγινα Το φως που καίει, που εξέδωσε ένα χρόνο αργότερα στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας. Το 1922 δημοσίευσε επίσης τους Μοιραίους στο περιοδικό Νεολαία και τη «Λευτεριά» στο περιοδικό Μούσα. Το 1924 δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Γληνού. Το 1926 παύθηκε από τη θέση του καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, με αφορμή ένα δημοσίευμα της Εστίας, που δημοσίευσε ένα απόσπασμα από Το φως που καίει. Ο Βάρναλης στράφηκε στη δημοσιογραφία και έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της Προόδου. Το 1927 τύπωσε τους Σκλάβους Πολιορκημένους. Το 1929 νυμφεύθηκε την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου. Το 1932 εξέδωσε την Αληθινή απολογία του Σωκράτη. Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα και μετά εξορίστηκε στη Λέσβο και τον Άγιο Ευστράτιο.
Υπήρξε κομμουνιστής[11] και στην Κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ).[12]
Το 1956 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν. Είχαν προηγηθεί μεταξύ άλλων εκδόσεις των έργων του Ζωντανοί άνθρωποι, Το Ημερολόγιο της Πηνελόπης, Ποιητικά, Διχτάτορες, Αισθητικά-Κριτικά (δύο τόμοι). Το 1965 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του με τίτλο Ελεύθερος κόσμος και το 1972 το θεατρικό έργο Άτταλος ο Γ΄. Υπήρξε συνεργάτης σε πολλά περιοδικά και εγκυκλοπαίδειες, μεταξύ των οποίων και στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Πέθανε στις 16 Δεκεμβρίου 1974. Το ταφικό μνημείο του ποιητή, στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, φιλοτέχνησε ο καλλιτέχνης Κοσμάς Ξενάκης το 1975.[13]
Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το έργο του είναι γραμμένο στη δημοτική και έχει καλά επιμελημένη μορφή και πλαστικότητα στην έκφραση. Χαρακτηρίζεται από θερμή λυρική φαντασία και σατιρική διάθεση με ενδιαφέρον για τον σύγχρονο άνθρωπο. Η ποίηση του, ιδιαίτερα, χαρακτηρίζεται από έντονο «διονυσιασμό», παιχνιδιάρικη διάθεση και βαθύ μουσικό αίσθημα που συνδυάζεται άριστα με τη σάτιρα, ενώ θεωρείται ένας από τους κυριότερους αριστερούς εργάτες της γλώσσας στην Ελλάδα. Ο Βάρναλης διατήρησε την ποιητική αλλά και την ανθρώπινη εγρήγορσή του μέχρι τα βαθιά του γεράματα.
Ποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ποιητικές συνθέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Ο προσκυνητής (1919)
- Το φως που καίει (Αλεξάνδρεια 1922, με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας). Το 1933 επανατυπώθηκε στην Αθήνα με αναθεωρήσεις.
- Σκλάβοι πολιορκημένοι (1927)
Ποιητικές συλλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Κηρήθρες (1905)
- Ποιητικά (1956)
- Ελεύθερος κόσμος (1965)
- Οργή λαού (1975)
Πεζογραφία και κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Ο λαός των μουνούχων (Φιλ. ψευδ. Δήμος Τανάλιας) (1923)
- Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική (1925)
- Η αληθινή απολογία του Σωκράτη (1931)
- Αληθινοί άνθρωποι (1938)
- Το ημερολόγιο της Πηνελόπης (1947)
- Πεζός λόγος (1957)
- Σολωμικά (1957)
- Αισθητικά Κριτικά Α και Β (1958)
- Ανθρωποι. Ζωντανοί - Αληθινοί (1958)
- Οι δικτάτορες (1956)
- Φιλολογικά Απομνημονεύματα (1980)
Θέατρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Άτταλος ο Τρίτος (1972)
Μεταθανάτιες συλλογές κειμένων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Γράμματα από το Παρίσι, επιμ. Νίκος Σαραντάκος, «Εκδόσεις Αρχείο», Αθήνα 2013, 164 σελ.
- Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ, επιμ. Νίκος Σαραντάκος, «Εκδόσεις Αρχείο», Αθήνα 2014, 306 σελ.
- Αττικά, 400 χρονογραφήματα (1939-1958) για την Αθήνα και την Αττική, επιμ. Νίκος Σαραντάκος, «Εκδόσεις Αρχείο», Αθήνα 2016, 578 σελ.
- Αστυνομικά: 265 χρονογραφήματα (1939-1957) εμπνευσμένα από το αστυνομικό δελτίο, επιμ. Νίκος Σαραντάκος, «Εκδόσεις Αρχείο», Αθήνα 2017, 376 σελ.
Μεταφράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Αριστοφάνης - Βάτραχοι
- Αριστοφάνης - Εκκλησιάζουσες
- Αριστοφάνης - Ιππείς
- Αριστοφάνης - Λυσιστράτη
- Αριστοφάνης - Πλούτος
- Ευριπίδης - Ιππόλυτος
- Ευριπίδης - Τρωαδίτισσες
- Κινέζικα τραγούδια
- Μολιέρος - Μισάνθρωπος
- Ευγένιος Ποτιέ - Η Διεθνής
Διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Τιμητική διάκριση με το Διεθνές Βραβείο Γραμμάτων και Τεχνών «Λένιν» από την ΕΣΣΔ το 1959.
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Άλμα πάνω, στο:1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 The Fine Art Archive. cs
.isabart .org /person /158395. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2021. - ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας, Κρατική Βιβλιοθήκη του Βερολίνου, Βαυαρική Κρατική Βιβλιοθήκη, Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας: Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2015.
- ↑ «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) The Great Russian Encyclopedia. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2015.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) αρχή της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb13169175b. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ Νίκος Δ. Καράμπελας: «Πρεβεζάνικα Χρονικά : Ευρετήριο τευχών 1-50». Πρεβεζάνικα Χρονικά. Ευρετήριο τευχών 1-50. Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις. ISBN-13 978-960-7660-25-1.
- ↑ (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. varnalis-kostas.
- ↑ www
.news247 .gr /afieromata /fotografizontas-tis-geitonies-ton-poiiton .6259634 .html. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2021. - ↑ Κατά τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, της οποίας υπήρξε συνεργάτης.
- ↑ Σαραντάκος, Νίκος (22 Ιουλίου 2012). «Το κουλούρι του Κώστα Μπουμπού». Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2016.
- ↑ Μαΐλης, Μάκης (2011). «Το ιστορικό πλάισιο της πορείας του Κώστα Βάρναλη». Κομμουνιστική Επιθεώρηση. Ανακτήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Ανώνυμος (12 Οκτωβρίου 2008). «Βιογραφικό του Κώστα Βάρναλη». Ριζοσπάστης (Αθήνα). Ανακτήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2015.
- ↑ Ανώνυμος (20 Μαρτίου 2011). «Αυτόν τον ήλιο μας έδειξε!». Ριζοσπάστης (Αθήνα). Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2016.
- ↑ Βρεττού, Κάτια (24 Δεκεμβρίου 1975). «Γιατί μπετόν στον τάφο του Βάρναλη;». Απογευματινή (Αθήνα). Βλ. επίσης: Χατζημιχάλης, Γιώργος· Καψάλης, Διονύσης, επιμ. (2015). Κοσμάς Ξενάκης, 1925-1984. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. σελ. 55. ISBN 978-960-250-636-3.
Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη, περ. Αιολικά Γράμματα, τεύχ. 25, Γενάρης-Φλεβάρης 1975.
- Αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη, περ. Νέα Εστία, Χριστούγεννα 1975.
- Αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη, περ. Διαβάζω, τεύχ. 88, 22 Αυγούστου 1984.
- Αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη, περ. Θέματα Παιδείας, τχ. 41-42 (2010), σ. 3-353
- Αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη, περ. Η λέξη, τεύχ. 187, Γενάρης-Φλεβάρης 2006.
- Αφιέρωμα στον Κ. Βάρναλη, περ. Ουτοπία, τεύχ. 68, Ιαν.-Φεβρ. 2006.
- Ευάγγελος Ανδρέου, Στοιχεία Ζωής, 1978 (Με τον Κώστα Βάρναλη)
- Δημήτρης Γληνός, «Ο ποιητής Κώστας Βάρναλης», Εκλεκτές σελίδες, τόμ. Β΄, Στοχαστής, Αθήνα 1971.
- Βάσος Βαρίκας, Κώστας Βάρναλης-Κώστας Καρυωτάκης, Πλέθρο, Αθήνα1978.
- Κώστας Βάρναλης, Φιλολογικά απομνημονεύματα, Κέδρος, Αθήνα 1980.
- Καγκελάρης, Ν. (2017),«Σαπφώ Fr. 105(a) LP - Βάρναλης Πῶς ἐθρήνησαν γιὰ τὴ Σαπφὼ τὰ κορίτσια της ὅταν ἀγάπησε τὸν Ἀλκαῖο (στ. 26-9): Μια νέα ανάγνωση της διακειμενικής τους σχέσης», Φιλολογική 138: 43-6. [1]
- Μ. Μ. Παπαϊωάννου, Κώστας Βάρναλης. Μελέτες, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1984.
- Θεανώ Μιχαηλίδου, «Βάρναλης, Κώστας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τόμ.Β΄, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1984.
- Στάθης Μάρας, Κώστας Βάρναλης. Ιδεολογία και ποίηση, Καστανιώτης, Αθήνα 1986.
- Γιάννης Δάλλας, Η δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Κώστα Βάρναλη, Κέδρος, Αθήνα 1988.
- Γιώργος Δ. Μπουμπούς, «Βάρναλης, Κώστας», Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου, 1784-1974, τόμ. Α΄, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2008.
- Ηρακλής Κακαβάνης, Ο άγνωστος Βάρναλης, Εντός, Αθήνα 2012.
- Κώστας Βάρναλης. Φως που πάντα καίει, Πρακτικά Συνεδρίου, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2012.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στα Βικιφθέγματα υπάρχει υλικό σχετικό με το λήμμα: Κώστας Βάρναλης |
- Κώστας Βάρναλης στον Πανδέκτη, του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
- Ποιήματα από το Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού
- «Πώς δεν ήθελα να σπουδάσω» του Κ. Βάρναλη από το Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού
- «Ο Οδηγητής Ποιητής της εργατιάς Κώστας Βάρναλης-Τριάντα ένα χρόνια από το θάνατό του», του Γ. Πετρόπουλου, Ριζοσπάστης 18/12/05
- Δυσεύρετα και άγνωστα κείμενα του Κ. Βάρναλη από τις σελίδες του Νίκου Σαραντάκου
- Κώστας Βάρναλης (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
- Αφιέρωμα στον Κώστα Βάρναλη - 100 χρόνια από τη γέννησή του (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
- Ρεπορτάζ από την κηδεία του Κώστα Βάρναλη (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
Το ποίημα γράφτηκε το 1914. Είναι σονέτο, και ανήκει στην πρώτη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας του Κώστα Βάρναλη, ο οποίος ήταν κλασικός φιλόλογος, καθώς και μεταφραστής του αρχαίου δράματος, και τρομερά γοητευμένος από την αρχαία ελληνική λογοτεχνία.
Σε αυτήν την ιστορική αντίληψη του γένους ο Ορέστης, ο ήρωας του ποιήματος, είναι προαποφασισμένο από τους θεούς να εκδικηθεί τον φόνο του πατέρα του φονεύοντας την μάνα του. Την αποτρόπαια αυτή πράξη, να γίνει δηλαδή μητροκτόνος, ο ήρωας δεν μπορεί να την αποποιηθεί, να αντισταθεί απέναντι στην προκαθορισμένη εντολή. Δεν πρόκειται να ξεφύγει την μοίρα του κι αν ακόμη προσπαθήσει, γιατί σε κάθε αντίδραση τίθενται σε εφαρμογή ισχυρότατες οικογενειακές διαδικασίες και του επιβάλλουν να υποκύψει. Το δίκαιο του γένους είναι τόσο ισχυρό, που το μόνο που του επιτρέπεται είναι να συνταχθεί με το αδιανόητο που η εποχή του εκφράζει και επιβάλλει. Ο ήρωας γνωρίζει ότι στις περιπτώσεις φόνου μέσα στην οικογένεια, ο φονιάς, ο εκτελεστής τελικά λογοδοτεί στους θεούς που του έφτιαξαν την μοίρα και ιδιαίτερα λογοδοτεί στις θεότητες του Άδη Ερινύες, οι οποίες αυτόν τον προορισμό έχουν. Να εκδικούνται το αίμα που χύνεται ανάμεσα στα μέλη του οίκου, μητροκτόνους, πατροκτόνους, αδελφοκτόνους κλπ. Ο Ορέστης γνωρίζει πολύ καλά τί θα ακολουθήσει μετά την πράξη του και πόσα πρόκειται να υποφέρει, ώσπου να πάρει την συγχώρηση. Όμως η μοίρα του είναι προαποφασισμένη και πρέπει να την αντιμετωπίσει. Δεν έχει δρόμο διαφυγής. Η μητέρα του δολοφόνησε τον πατέρα του. διέλυσε τον οίκο των Ατρειδών. Αυτού του φόνου το αίμα το χωρίς εκδίκηση θα τον κυνηγούσε ες αεί. Το ίδιο θα τον κατέτρυχε και η οικογενειακή ντροπή από την υπεξαίρεση, τον σφετερισμό του θρόνου. Έπρεπε να πάρει θέση, επειδή ήταν γόνος βασιλικής οικογένειας, γιος βασιλιά, διάδοχος και ο ίδιος. Αν ήταν ένας απλός θνητός, η μοίρα του θα ήταν απλή, σαν την ζωή του, γιατί κανένας θεός δεν θα ασχολείτο μαζί του. Επειδή όμως η ρίζα του έφτανε στον Τάνταλο, γιο του Δία, δεν ήταν ένας κοινός θνητός, ήταν υπόλογος ενώπιον των θεών, που καθόριζαν την μοίρα του ερήμην του και που αυτός είχε χρέος να αντιμετωπίσει.
Oρέστης
Το ποίημα αυτό γράφτηκε το 1914 και είναι ένα σονέτο που διέπεται από
το πνεύμα του παρνασσισμού, μιας τεχνοτροπίας που επηρέασε την
πρώτη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας του Κώστα Βάρναλη. O
ποιητής, που ήταν κλασικός φιλόλογος, καθώς και μεταφραστής του αρ
χαίου δράματος, καταπιάστηκε με τον κόσμο και τα σύμβολα της αρχαιότη
τας με δημιουργικό και τολμηρό τρόπο.
Σέλινα τα μαλλιά σου μυρωμένα, λύσε τα να φανείς, ως είσαι, ωραίος και διώξε από το νου σου πια το χρέος του μεγάλου χρησμού, μια και κανένα τρόπο δεν έχεις άλλονε! Και μ' ένα χαμόγελον ιδές πώς σ' έφερ' έως στου Άργους την πύλη ο δρόμος σου ο μοιραίος το σπλάχνο ν' αφανίσεις που σ' εγέννα. Κανείς δε σε θυμάτ' εδώ. Κι εσύ όμοια τον εαυτό σου ξέχανέ* τον κι άμε* στης χρυσής πολιτείας τα σταυροδρόμια και το έργο σου σαν να 'ταν άλλος κάμε. Έτσι κι αλλιώς θα παίρνει σε από πίσου* για* το αίμα της μητρός σου για η ντροπή σου. |
Κ. Βάρναλης, Ποιητικά, Κέδρος
Παράλληλα Κείμενα
Γ. Σεφέρης, «Οι σύντροφοι στον Άδη»
Τ. Πατρίκιος, «Ιστορία του λαβύρινθου» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογο
Λεξιλόγιο
*ξέχανε: ξέχασε *άμε: πήγαινε *θα παίρνει σε από πίσου: θα σε ακολου
θά *γιά: ή
ΕΡΓΑΣΙΕΣ
- Αφού βρείτε τις ομοιοκαταληξίες του ποιήματος, μελετήστε:
α) τη στιχουργική μορφή του σονέτου
β) και την εκφραστική πρωτοτυπία τους. - Ποιο είναι το χρέος του Oρέστη και γιατί το αντιπαραβάλλει ο ποιητής
- με την ομορφιά και τη νεότητά του;
- Ποια εντύπωση δημιουργεί η χρήση του β΄ ενικού προσώπου στο ποί
- ημα;
- Αναζητήστε ποιήματα με τη μορφή του σονέτου σε ανθολογίες ή
- ποιητικές συλλογές της βιβλιοθήκης του σχολείου σας.
Είναι απαραίτητο να αναλογιστούμε τη δύσκολη θέση και το βαρύ
χρέος του Ορέστη, σε συνδυασμό με τις τραγικές συνέπειες που εί
χε στη ζωή του η μητροκτονία που διέπραξε. Ο Βάρναλης εκκινεί από
τον αρχαίο μύθο του Ορέστη, ακολουθώντας εν μέρει τη δραματική
εκδοχή του Αισχύλου και του Ευριπίδη για τον αναπροσδιορισμό της
μοίρας του λογοτεχνικού του ήρωα. Σύμφωνα με τα πρότυπα του
παρνασσισμού ενσωματώνει στο ποίημα ποικίλες αρχαιοελληνικές
απηχήσεις, όπως το στεφάνι από σέλινα, και συνθέτει μια λιτή, αρ
χαιοπρεπή εικόνα του λογοτεχνικού ήρωά του, η οποία συνδυάζει
τα ανακρεόντεια (θέματα, διάθεση, γλώσσα) με τα διονυσιακά (ομορ
φιά, ανεμελιά) χαρακτηριστικά, όπως παρατηρεί ο Γιατρομανωλάκης.
Η πλοκή του σονέτου ακολουθεί σύμφωνα με τον μελετητή τη χρονι
κή εξέλιξη της αρχαίας τραγωδίας. Αρχίζει από την ώρα που ο Ορέστης
μαθαίνει το οδυνηρό περιεχόμενο του χρησμού, και, παρά το γεγονό
ς ότι η μοίρα του εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό προδιαγεγραμμένη
(«τρόπο δεν έχεις άλλονε»), στις δύο τελευταίες στροφές του σονέ
του η μοιραία πορεία του βίου του φαίνεται ότι θα ανατραπεί από τον
ποιητή. Το δίλημμα που αντιμετωπίζει ο Ορέστης ανάμεσα στο καθορι
σμένο χρέος και τη δυναμική του διάθεση για ζωή θα μπορούσε να
τον φέρει αντιμέτωπο με αναπάντητα υπαρξιακά ερωτήματα, σε
«σταυροδρόμια», την κρίσιμη ώρα της εκλογής. Ο Βάρναλης ωστόσο
δεν επιθυμεί τον υπαρξιακό προβληματισμό του ήρωα, καθώς ο Ορέ
στης είναι αδύνατον να απεμπλακεί από τα τραγικά αδιέξοδα που του
επέβαλε ο μύθος. Ο αφανής στο ποίημα ποιητής απευθύνεται άμεσα
στο λογοτεχνικό του ήρωα, παροτρύνοντάς τον να λάβει τη σωστή
απόφαση για τη ζωή του. Για τον σκοπό αυτόν ο ποιητής δεν
περιορίζεται στον παραινετικό του ρόλο και στις συμβουλές. Αφού
μνημείωσε αρχικά την ομορφιά του Ορέστη, τον καλεί τώρα να χαρεί
τη ζωή με τρόπο που αρμόζει στην ηλικία του, αλλά και στις ηθικές αξί
ες που αντιστοιχούν στην εποχή και στην ποίηση του Βάρναλη, τονίζο
ντας τον άφευκτο χαρακτήρα της μοίρας του: ό,τι κι αν κάνει, θα βρίσκε
ται παγιδευμένος, καθώς η μοίρα του δεν μπορεί να αποσυνδεθεί τό
σο από το δυσφημισμένο όνομα του πατέρα, όσο και από το
αποτρόπαιο έγκλημα της μητροκτονίας και την καταστροφική επενέρ
γεια που αυτό πρόκειται να έχει στη ζωή του.
Ο παρνασσισμός είναι ένα λογοτεχνικό κίνημα που εμφανίζεται
στη Γαλλία γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα, ως αντίδραση προς το
ρομαντισμό, ο οποίος εκείνη την εποχή βρίσκεται ήδη στη φάση
της παρακμής. Το νέο λογοτεχνικό κίνημα θα διατηρήσει τη σημασία
του για τρεις περίπου δεκαετίες (1850-1880) και σιγά σιγά θα εξαπλω
θεί σε μερικές ακόμη χώρες, μεταξύ των οποίων και στη δική μας.
Η ονομασία «παρνασσισμός» οφείλεται σε μια ποιητική ανθολογία
που εκδόθηκε στη Γαλλία με τον τίτλο «Σύγχρονος Παρνασσός», και
περιλάμβανε ποιήματα της δεκαετίας 1866-1876 με συγκεκριμένα
χαρακτηριστικά. Με βάση αυτή την ανθολογία αλλά και τις δημοσιεύ
σεις των αμέσως επόμενων ετών, μπορούμε να πούμε ότι στη Γαλ
λία, τη χώρα της γέννησής του, ο παρνασσισμός εκπροσωπείται από
ποιητές όπως οι Leconte de Lisle, Théophile Gautier, François Cop
pée, Théodore de Banville, Sully Prudhomme, ενώ κάποια παρνασ
σικά στοιχεία μπορούμε να εντοπίσουμε και σε ορισμένους πολύ
σημαντικούς ποιητές του 19ου αιώνα, όπως στο Charles Baudelaire, το
Stéphane Mallarmé, το Lautréamont κ.ά.
Ο παρνασσισμός δίνει μεγάλη σημασία στην ακρίβεια της έκφρα
σης και στη λεπτομέρεια, καθώς προσπαθεί να καλλιεργήσει μιαν α
πρόσωπη και αντικειμενική ποίηση, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό
το επιστημονικό πνεύμα της εποχής. Σε ό,τι αφορά την επεξεργασία
του στίχου, σέβεται τους ρυθμικούς, μετρικούς και στιχουργικούς κα
νόνες, καθώς και την ομοιοκαταληξία, και γενικά ενδιαφέρεται υπερβο
λικά για τη μορφή.
Οι παρνασσικοί ποιητές αντλούν τα θέματα και τις εικόνες τους απ'
τη μυθολογία και την ιστορία και αναζητούν την έμπνευσή τους
στους χαμένους πολιτισμούς της αρχαιότητας, ιδίως στον ελληνικό
και τον ινδικό. Αυτό που τελικά επιδιώκουν είναι η απουσία κάθε συ
ναισθήματος, πάθους ή έντασης· θέλουν κυρίως να εκφράσουν την
ηρεμία, τη γαλήνη, την απάθεια και γι' αυτό το σκοπό υιοθετούν ως
ένα βαθμό την πλαστικότητα και την αρμονία της κλασικής τέχνης. Για
τους παρνασσικούς ποιητές, το ποίημα πρέπει να έχει την ομορφιά
ενός αρχαίου αγάλματος.
Ωστόσο, στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν με τον καλύτερο δυ
νατό τρόπο αυτή την απρόσωπη και αντικειμενική έκφραση, αυτόν τον
απόλυτα ισορροπημένο και ψυχρό ποιητικό τόνο και ύφος, οι παρ
νασσικοί δημιούργησαν μια ποίηση χωρίς αληθινή ζωή ή ανθρώ
πινη παρουσία, μακριά από κάθε συναίσθημα. Αρνούμενοι, δηλαδή,
το ρομαντισμό, έφτασαν τελικά στους αντίποδές του.
Σε ό,τι αφορά τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο παρνασσισμός κάνει την εμφάνισή του με την ποιητική γενιά του 1880, τη λεγόμενη Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Και στη χώρα μας εμφανίζεται στο προσκήνιο ως αντίδραση προς το ρομαντισμό, ενώ έχει όλα τα χαρακτηριστικά του γαλλικού παρνασσισμού, τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο σε σχέση με το ρομαντισμό, είναι ότι ο παρνασσισμός αρνείται την καθαρεύουσα και στρέφεται προς τη δημοτική (οι Έλληνες παρνασσικοί ποιητές ανήκουν στη λεγόμενη γενιά του δημοτικισμού).
Οι Έλληνες ποιητές εμπνεύστηκαν απευθείας από τη γαλλική ποίηση· προσπάθησαν, όμως, να προσαρμόσουν τα θέματα και τις ποιητικές τους ιδέες στα ελληνικά δεδομένα. Παρνασσικά ποιήματα έγραψαν κυρίως οι Κωστής Παλαμάς, Ιωάννης Γρυπάρης, Γεώργιος Δροσίνης, Ν. Καμπάς, Αριστομένης Προβελέγγιος, Λορέντζος Μαβίλης κ.ά., καθώς και οι κάπως μεταγενέστεροι Άγγελος Σικελιανός και Κώστας Βάρναλης.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι με τον παρνασσισμό, η ποίηση, και ιδιαίτερα η ελληνική, επανέρχεται σε μια ισορροπία, μετά το ξέφρενο συναισθηματικό και πολύ συχνά αρρωστημένο ξέσπασμα του ρομαντισμού. Από την άποψη αυτή, ο παρνασσισμός συνιστά ένα είδος νεοκλασικισμού. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εποχή του αλλά δεν είχε μεγάλη διάρκεια ή συνέχεια, ούτε στην Ευρώπη ούτε στη χώρα μας. Εξάλλου, περιορίστηκε στην ποίηση ορισμένων μόνο χωρών και δε γνώρισε τη μεγάλη διάδοση του ρομαντισμού σε πολλές χώρες ή σε πολλές τέχνες. Ειδικά για τη νεοελληνική λογοτεχνία, ιδιαίτερη σημασία έχει η υιοθέτηση της δημοτικής γλώσσας, καθώς και η επεξεργασία του στίχου, στοιχείων που απέρριπταν ή δε φρόντιζαν οι ρομαντικοί.
Σονέτο ή δεκα
τε
τρά
στιχο
Είναι ποίημα σταθερής μορφής και συνήθως λυρικού περιεχομέ
νου. Η ονομασία «σονέτο» προέρχεται από την ιταλική γλώσσα:
sonetto = σύντομος, μικρός ήχος· μικρό, σύντομο τραγούδι, τρα
γουδάκι (στα λατινικά sonus = ήχος). Η ελληνική ονομασία «δεκατε
τράστιχο» είναι περισσότερο εύστοχη: στηρίζεται σ' ένα εξωτερικό
γνώρισμα, που είναι ο σταθερός αριθμός των στίχων. Ο Κωστής
Παλαμάς λ.χ. θέλοντας να αποφύγει την ξενική ονομασία,
τιτλοφόρησε τη συλλογή του με σονέτα «Τα δεκατετράστιχα».
Το σονέτο, στην κλασική καταρχήν μορφή του, παρουσιάζει τα ακό
λουθα εξωτερικά χαρακτηριστικά:
α) είναι ποίημα ολιγόστιχο· αποτελείται από δεκατέσσερις στίχους,
που κατανέμονται σε τέσσερις στροφές
β) οι δυο πρώτες στροφές είναι τετράστιχες, ενώ οι δυο τελευταίες
τρίστιχες· έχουμε δηλαδή το σχήμα: 4 - 4 - 3 - 3
γ) το μέτρο είναι κανονικά ιαμβικό και οι στίχοι ενδεκασύλλαβοι
δ) στις δυο πρώτες τετράστιχες στροφές, η πιο συνηθισμένη μορφή
ομοιοκαταληξίας είναι η σταυρωτή (α β β α)
ε) στις δυο τελευταίες τρίστιχες στροφές, η ομοιοκαταληξία μπο
ρεί να παρουσιάζει ποικίλους συνδυασμούς και τύπους. Πάντως, έ
νας τουλάχιστον στίχος της μιας στροφής πρέπει να ομοιοκαταληκτεί
με έναν της άλλης.
Το γνωστό π.χ. σονέτο του Λορέντζου Μαβίλη «Λήθη» (βλ. Κείμε
να Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Β΄ Λυκείου, σ. 60) παρουσιάζει την α
κόλουθη μορφή ομοιοκαταληξίας:
στροφή 1η
α
β
β
α
(=σταυρωτή)
στροφή 2η
α
β
β
α
(=σταυρωτή)
στροφή 3η
γ
δ
γ
στροφή 4η
δ
ε
ε
Το σονέτο, ως λυρικό ποίημα, θέτει στον ποιητή πολλούς και ποικίλους περιορισμούς: θεματικούς, έκτασης, μετρικούς, αριθμού συλλαβών κατά στίχο, ομοιοκαταληξίας. Εξαιτίας αυτών των περιορισμών, που επιβάλλουν στον ποιητή μιαν αυστηρή και υποχρεωτική πειθαρχία σε εξωτερικούς κανόνες, το σονέτο θεωρείται δύσκολο ποιητικό είδος. Ο καλύτερος σονετογράφος μας θεωρείται ο Λ. Μαβίλης, που έγραψε τα αρτιότερα και τα πιο καλοδουλεμένα λυρικά σονέτα. Άλλοι ποιητές που έγραψαν επίσης σονέτα είναι ο Ιάκωβος Πολυλάς, ο Ανδρέας Μαρτζώκης, ο Γεράσιμος Μαρκοράς, ο Ιωάννης Γρυπάρης, ο Κωστής Παλαμάς κ. ά.
Κώστας Βάρναλης
στη Βικιπαίδεια
στις Ψηφίδες, Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
στις Ψηφίδες, Ανεμόσκαλα, Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες
Νεοέλληνες Ποιητές
Αναγνώσεις ποιημάτων, στο Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού
στο ΕΚΕΒΙ
στον Πολιτιστικό Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσας
μελοποιημένα ποιήματα στο stixoi.info
Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου, απαγγελία Κ. Βάρναλη, στο youtube
Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου, μουσική Λουκά Θάνου, τραγούδι Νίκου Ξυ
λούρη, στο youtube
ΤΑΙΝΙΕΣ
εκπομπή Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
εκπομπή ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
εκπομπή ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ – 100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝ
Κωνσταντίνος Παρθένης:
στην Εθνική Πινακοθήκη
στο Τελόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ.
στη ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΛΑΡΙΣΑΣ ΜΟΥΣΕΙΟ Γ.Ι. ΚΑΤΣΙΓΡΑ
στο paleta art , ,στο artnet στο ΝΙΚΙΑΣ στο Google Art & Culture στο wiki art
Το ποίημα γράφτηκε το 1914. Είναι σονέτο, και ανήκει στην πρώτη περίοδο της ποιη
τικής δημιουργίας του Κώστα Βάρναλη, ο οποίος ήταν κλασικός φιλόλογος, καθώς και
μεταφραστής του αρχαίου δράματος, και τρομερά γοητευμένος από την αρχαία ελλη
νική λογοτεχνία.
Ο Ορέστης, Έλληνας και γόνος βασιλικής οικογενείας, είναι ωραίος λόγω καταγωγής
και κοινωνικής θέσης. Το μόνο που χρειάζεται, λέει ο ποιητής, είναι να λύσει τα μαλ
λιά του, για να φανεί η ομορφιά του. Για τα ωραία του ξανθά μαλλιά, τα γεμάτα βο
στρύχους (μπούκλες), αποκαλείται εϋπλόκαμος από τον αρχαίο ποιητή. Ο σύγχρονος
ποιητής του προτείνει να τα λύσει στον άνεμο, για να φαίνονται οι μπούκλες του, και
να καμαρώνει για την ομορφιά του. Αυτό πρέπει να σκέπτεται. Την ευγενική του κα
ταγωγή και την ομορφιά του που την οφείλει σε αυτήν. Τάνταλος ο γεννήτωρ του οίκο
υ του, γιος του Δία και της Πλουτώς, της πλούσιας, συνέτρωγε με τους θεούς. Πέλο
ψ ο γιος του Ταντάλου και ιδρυτής του γένους του. Ατρεύς ο γιος του Πέλοπα και ι
δρυτής του οίκου του, Αγαμέμνων ο γιος του Ατρέα και πατέρας του, αρχιστράτηγος
με υπηκόους όλους τους άλλους βασιλείς των Μυκηναϊκών κρατών της Ελλάδας και
των νήσων. Τέσσερις γενιές βασιλιάδες. Αλλά από την στιγμή που η Κλυταιμήστρα
σκότωσε τον πατέρα του, ο θρόνος περιήλθε στην γενιά του Αιγίσθου. Αυτόν τον θρό
νο έπρεπε ο νεαρός Αγαμεμνονίδης να τον ανακτήσει πάλι, να συνεχίσει την πορεία
του ο οίκος των Ατρειδών στην ιστορία. Είχε χρέος προς τους προγόνους αλλά και
τους απογόνους του. Και αυτό θα το πετύχαινε αν σκότωνε τον Αίγισθο, τον σφετερι
στή του θρόνου του, αλλά κυρίως την μητέρα του, που έγινε το όχημα για να περάσει
ο οίκος του Ατρειδών στον Αίγισθο. Έτσι η επανάκτηση του θρόνου των Ατρειδών γί
νεται οικογενειακή υπόθεση, στην οποία δεν χωρεί άλλος τρόπος διεκδίκησης. Μόνον