Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, Για ένα παιδί που κοιμάται

 ΔΕΣ :https://theodwrapappa.blogspot.com/2022/03/blog-post_21.html:

Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου :η ζωή ,το εργο της: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ -Γ. Π. - ,



Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2710/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_G-Lykeiou_html-empl/index_a_51_01.html

Για ένα παιδί που κοιμάται  Δ. Χριστοδούλου, «Για ένα παιδί που κοιμάται» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου]

Το Ποιημα Περιλαμβανεται στην ποιητική συλλογή Το κυπαρίσσι των εργατικών (1981). 

Όπως είναι γνωστό, μετά την κατάρρευση των καθεστώτων των Ανατολικών χωρών, πολλοί κάτοικοι κατέφυγαν στην Ελλάδα προς αναζήτηση εργασίας. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και το παιδί του ποιήματος που αναγκάζεται να πηγαίνει όπου υπάρχουν φωτεινοί σηματοδότες (φανάρια) και σταματούν τα αυτοκίνητα.

Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο.

Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο,

Οι μηχανές, αποσταμένες μα άγρυπνες,

Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες

 

Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος  

5

Κοντά στη σκάρα του ατμού,

Με του αδελφού του το παλτό σκεπασμένος

Ξεκουράζεται.

Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια

 

Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο.    

10

Εισπράττει κέρματα ή την εύλογη αγανάκτηση.

Περιμένει το επόμενο φανάρι.

Τίμια κερδίζει έτσι και ψωμί

Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα,

 

Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα. 

15
  

Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του,

Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του

Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο,

Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα

 

Μόλις θυμάται. 

20

Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του,

Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα.

Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας,

Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου

 

Ενός ανίκητου στρατηλάτη,  

25
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη, 
  

Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.

Καμιά φορά πιο εγκάρδια

Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας,

 
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.  30

Τ. Νικηφόρου, «αδέσποτα»

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

  1. Ποια είναι η εθνικότητα του παιδιού;
  2. Τα δύο μέρη της αφήγησης είναι ευδιάκριτα. Σε τι αναφέρεται το πρώτο μέρος και σε τι το δεύτερο;
  3. Ποια εικόνα της σύγχρονης πραγματικότητας δίνει το ποίημα;
Ο τίτλος
Ο τίτλος είναι παραπλανητικός. (θα ταίριαζε ίσως σε ένα νανούρισμα). Το ποίημα όμως είναι εμπνευσμένο από τη σκληρή πραγματικότητα της εποχής μας που  αναγκάζει παιδιά πρόσφυγες και μετανάστες να ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης για να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους.

Στιχουργική
Το ποίημα έχει τα χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης. Ο στίχος είναι ελεύθερος χωρίς μέτρο και ομοιοκαταληξία και θυμίζει πεζό λόγο. Οι στροφές είναι άνισες, οι στίχοι δεν έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών και ο ρυθμός του ποιήματος είναι εσωτερικός.

Γλώσσα-ύφος
Η γλώσσα είναι λιτή και καθημερινή. Η ζωή του παιδιού περιγράφεται με απλότητα και ρεαλισμό. Χρησιμοποιείται ο Ενεστώτας για να δοθεί η καθημερινότητα του παιδιού και ο Παρατατικός για να δοθούν οι αναμνήσεις του παιδιού από την πατρίδα του. Με απανωτές παρομοιώσεις δίνονται οι εντυπώσεις με τις οποίες έφτασε ο μικρός μετανάστης στην Ελλάδα αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Υπάρχουν σχήματα λόγου που ανεβάζουν τον λυρικό τόνο του ποιήματος.
Το ύφος είναι λιτό, ρεαλιστικό και μας προσγειώνει στην πραγματικότητα αλλά και λυρικό σε μερικά σημεία όπου υπάρχει έντονη συναισθηματική φόρτιση.

 Ο αφηγητής
Η ποιήτρια, ως παντογνώστης αφηγητής, αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο το παρόν και κάνει αναδρομές στο παρελθόν του παιδιού.

1η Ενότητα: (Νύχτα................ εκεί μέσα)
Ο καθημερινός αγώνας για επιβίωση


Είναι νύχτα και το παιδί- μετανάστης αναγκάζεται να περάσει τη νύχτα του μέσα σε ένα κλειστό εργοστάσιο ανάμεσα στις μηχανές από τις οποίες κάποιες συνεχίζουν να κάνουν θόρυβο. Ο ύπνος του παιδιού είναι πολύ δύσκολος και η ανθρώπινη απουσία έντονη. Η μοναξιά, η έλλειψη χώρου και θέρμανσης, το παλτό του αδελφού του με το οποίο σκεπάζεται το παιδί  φανερώνουν τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες το παιδί περνάει τη νύχτα.
Το παιδί περνάει τη μέρα του στα φανάρια περιμένοντας να κερδίσει κάποια χρήματα από τους οδηγούς και συχνά έρχεται αντιμέτωπο με την αγανάκτηση τους, τη σκληρότητα , την αδιαφορία  και το θυμό τους. Το παιδί με αυτόν τον τρόπο κερδίζει τίμια αλλά κουραστικά το ψωμί του και το βράδυ μπορεί να ξεκουραστεί στο εργοστάσιο όπου του δίνει το δικαίωμα να κοιμηθεί ο νυχτοφύλακας.

2η ενότητα: (Τα χιονισμένα.......ατμό)
Η ξενιτιά, η ορφάνια και η κοινωνική περιθωριοποίηση.

Στη δεύτερη ενότητα η ποιήτρια κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν. Το παιδί θυμάται τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του, τα χέρια της μητέρας του και το δάσκαλο του που του μάθαινε Ελληνικά. Το παιδί και στην πατρίδα του ζούσε μάλλον σε κατάσταση φτώχειας αλλά οι μνήμες παραπέμπουν σε μια απλή και ευτυχισμένη ζωή. Η αναφορά στην Ελληνική γλώσσα που διδασκόταν το παιδί μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το παιδί πρέπει να ήταν Ελληνικής καταγωγής.
Μετά από την αναδρομή στο παρελθόν η ποιήτρια στρέφει ξανά τη ματιά της στο παρόν και στην πραγματικότητα που συνάντησε το παιδί, όταν έφτασε στην Ελλάδα.
Το παιδί άκουγε στην πατρίδα του για μια λαμπρή και όμορφη Ελλάδα με ένδοξο και σπουδαίο παρελθόν. Τώρα όμως είναι αντιμέτωπος με μια άλλη σκληρή πραγματικότητα: η Ελλάδα για αυτό το παιδί ταυτίζεται με τη ζητιανιά και τα λίγα κέρματα που κερδίζει για να επιβιώσει, με την αδιάφορη και ταπεινωτική συμπεριφορά που εισπράττει από τους οδηγούς, με τη σχάρα του ατμού που τον ζεσταίνει και που είναι η μόνη του παρηγοριά. Η περιορισμένη μη λεκτική επικοινωνία είναι απόδειξη του οικονομικού και κοινωνικού περιθωρίου το οποίο βιώνει.
Το εργοστάσιο είναι το μόνο μέρος στο οποίο αισθάνεται καλοδεχούμενος και στο οποίο δεν έχει να αντιμετωπίσει την κοινωνική απόρριψη και τα προσβλητικά βλέμματα των οδηγών.




http://fdiadromes.blogspot.com/2014/10/blog-post_20.html

Φύλλο εργασίας δεύτερης ομάδας

ΣΕΝΑΡΙΟ

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ:

Τίτλος: «Για ένα παιδί που κοιμάται»
Δημιουργός: Τσίμαρη Γεωργία, ΠΕ02
Διδακτικό αντικείμενο: Νεοελληνική Λογοτεχνία
Ενότητα: Η βιοπάλη – Το αγωνιστικό πνεύμα του ανθρώπου
Τάξη: Β΄ Γυμνασίου



Φύλλο εργασίας
           
2η ομάδα:
Ονοματεπώνυμο
1ο μέλος
2ο μέλος
3ο μέλος


Δραστηριότητες:

1. Ποιες σκέψεις σάς υποβάλλει αρχικά μια πρώτη ανάγνωση του ποιήματος; Ο τίτλος προδιαθέτει τον αναγνώστη για το περιεχόμενό του ή λειτουργεί παραπλανητικά;
2. Η ποιήτρια χρησιμοποιεί σχήματα λόγου, για να μας αισθητοποιήσει  τις συνθήκες ζωής του παιδιού και στο χώρο διαμονής του  και στο χώρο της εργασίας του. Καταγράψτε τις συνθήκες αυτές τονίζοντας ταυτόχρονα τη λειτουργία των σχημάτων λόγου.
3.  Να μεταφέρετε το ποίημα στο φύλλο εργασίας σας και με εισαγωγή σχολίου (αναθεώρηση – δημιουργία σχολίου) να προσδιορίσετε τις ενότητες   και να διατυπώσετε τους πλαγιότιτλους.
4. Πώς εκδηλώνεται στο ποίημα η μητρική τρυφερότητα;



Απαντήσεις

1.Ο τίτλος του ποιήματος «για ένα παιδί που κοιμάται» μας φέρνει όμορφες εικόνες στο μυαλό μας. Φανταζόμαστε ένα παιδί να κοιμάται στο σπίτι απολαμβάνοντας τη στοργή, την αγάπη, την τρυφερότητα της μητέρας του και της οικογένειάς του. Μπορεί ακόμη και να το νανουρίζουν με γλυκά νανουρίσματα. Διαβάζοντας όμως προσεκτικά το ποίημα καταλαβαίνουμε ότι ο τίτλος λειτουργεί παραπλανητικά. Με λίγα λόγια μας ξεγέλασε και μας προετοίμασε ψυχολογικά για ένα ποίημα με χαρούμενο περιεχόμενο. Η ποιήτρια όμως μας μιλάει για ένα μικρό παιδί  οικονομικό μετανάστη όπως αναφέρει η εισαγωγή που ζει μακριά από την πατρίδα του και αναγκάζεται να δουλεύει σκληρά για να ζήσει.



2.Με το ποίημά της η Χριστοδούλου αναφέρεται στην παιδική εργασία. Παρουσιάζει ένα παιδί μόνο και απροστάτευτο να καθαρίζει στα φανάρια τα τζάμια των αυτοκινήτων. Ενώ κανονικά θα έπρεπε να παίζει με τα άλλα παιδιά της ηλικίας του και να πηγαίνει  σχολείο. Αυτό όμως αναγκάζεται να εργάζεται σκληρά για να κερδίσει τα απαραίτητα για τη ζωή. Από τα λιγοστά χρήματα της δουλειάς του ένα μέρος πρέπει να το δώσει για να εξασφαλίσει τον ύπνο του. Πληρώνει το νυχτοφύλακα για να το αφήσει να κοιμάται στο εργοστάσιο. Ο νυχτοφύλακας χωρίς λύπη εκμεταλλεύεται οικονομικά το απροστάτευτο παιδί. Και τα βάσανά του δεν σταματούν εδώ. Το βράδυ κοιμάται στη σκάρα του εργοστασίου για να ζεσταθεί σκεπασμένο με το παλτό του αδελφού του. Η ποιήτρια για να περιγράψει τις δύσκολες συνθήκες ζωής του παιδιού χρησιμοποιεί σχήματα λόγου όπως την παρομοίωση σαν άκακοι γίγαντες. Με την παρομοίωση αυτή μας τονίζει την ανάγκη του παιδιού για στοργή και τρυφερότητα λόγω της ηλικίας του. Επίσης με την παρομοίωση τα ελληνικά ακούγονται σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη η ποιήτρια θέλει να τονίσει πόσο άσχημα και με περιφρόνηση αντιμετωπίζουν το παιδί οι περαστικοί.
Τέλος  χρησιμοποιεί σχήμα ασύνδετο.

3. Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο. 
Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο, 
Οι μηχανές, 
αποσταμένες* μα άγρυπνες, 
Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες 
Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος 
Κοντά στη
 σκάρα του ατμού,* 
Με του αδερφού του το παλτό σκεπασμένος
Ξεκουράζεται. 
Όλη τη μέρα δουλεύει στα 
φανάρια* 
Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο. 
Εισπράττει κέρματα ή την 
εύλογη* αγανάκτηση. Περιμένει το επόμενο φανάρι. 
Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί 
Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα, 
Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα.
[u1] 
Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του, 
Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του 
Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο, 
Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα 
Μόλις θυμάται. 
Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του, 
Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα. 
Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας,
Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου 
Ενός ανίκητου 
στρατηλάτη,* 
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη,
Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.                              
Καμιά φορά πιο εγκάρδια 
Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας, 
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.
[u2] 
Δ. Χ. Χριστοδούλου, Το κυπαρίσσι 
των εργατικών
, Καστανιώτης

4.Η μητέρα  του μικρού παιδιού όταν αυτό ζούσε στην πατρίδα του και έκανε πολύ κρύο για να το προστατεύσει από τις καιρικές συνθήκες το τύλιγε με ένα γυναικείο μαντίλι. Χρησιμοποιεί η ποιήτρια αυτή την υπερβολή για να μας δείξει τη μητρική αγάπη.





 [u1]1η  ενότητα (  Νύχτα….. εκεί μέσα) Πλαγιότιτλος: η ζωή του μικρού παιδιού στην Ελλάδα.


 [u2]2η ενότητα (Τα χιονισμένα………ατμό) Πλαγιότιτλος: Η ανάμνηση της πατρίδας παρηγοριά για την νέα ζωή.







Για ένα παιδί που κοιμάται 
Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου 
 Εργασίες σχολικού βιβλίου.

 1. Περιγράψτε πώς περνάει τη μέρα και τη νύκτα του το παιδί. 

Ο μικρός μετανάστης περνά ολόκληρη τη μέρα του προσπαθώντας να εξασφαλίσει τα απαραίτητα χρήματα που θα του προσφέρουν όχι μόνο φαγητό αλλά και τη νοικιασμένη στέγασή του στο εργοστάσιο όπου βρίσκει κατάλυμα κάθε βράδυ, αφού είναι αναγκασμένος να εξαγοράζει τον νυχτοφύλακα. Περιπλανιέται στους δρόμους της πόλης, στέκεται στα φανάρια και καθαρίζει τα τζάμια των σταματημένων οχημάτων όταν ανάβει το κόκκινο φανάρι και βιάζεται να προλάβει όσα περισσότερα μπορεί. Κάποιοι από τους οδηγούς τον βοηθούν οικονομικά, συγκινημένοι από την τίμια προσπάθειά του να επιβιώσει, ενώ άλλοι αγανακτούν λόγω της επιμονής του να καθαρίσει τα τζάμια τους τη στιγμή που εκείνοι τρέχουν πανικόβλητοι να προλάβουν τις δουλειές τους. Όταν βραδιάσει και αραιώσει πια η κίνηση στις λεωφόρους, έρχεται η ώρα της ξεκούρασης για τον μικρό βιοπαλαιστή. Πηγαίνει στο εργοστάσιο και ξαπλώνοντας ανάμεσα στις μηχανές, θυμάται το παρελθόν του και κάνει έναν απολογισμό της σκληρής καθημερινότητας. Φέρνει στη μνήμη του τα χιονισμένα τοπία της πατρίδας του, τη χαμένη μητρική στοργή και αγάπη, τον φτωχό του δάσκαλό και τη δύσκολη και απάνθρωπη, για ένα παιδί της ηλικίας του, ζωή στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Κλείνει τα μάτια του και με τη ζεστασιά του παλτού που του έχει απομείνει από τον αδελφό του και τους θερμούς ατμούς των μηχανών αποκοιμιέται κάνοντας συγκρίσεις ανάμεσα στις καταστάσεις στην πατρίδα του και στο νέο τόπο που τον φιλοξενεί. 

2. Το ποίημα αναφέρεται σε δύο χρονικά επίπεδα και χωρίζεται σε δύο αφηγηματικά μέρη.

Ποια είναι αυτά και τι περιλαμβάνει το καθένα; Τα αφηγηματικά επίπεδα του ποιήματος ταυτίζονται με τις δύο βασικότερες φάσεις της ζωής του παιδιού: εκείνη του παρελθόντος στην πατρίδα του και την τωρινή στη μεγάλη ελληνική πόλη. Το πρώτο χρονικό επίπεδο, το παρελθόν, συνδέεται με την ανάμνηση των χιονισμένων τοπίων της Ρωσίας, με την αγκαλιά της μητέρας του, που προσπαθούσε να τον προφυλάξει από το κρύο με το μαντίλι της, καθώς και με τη διδασκαλία των πρώτων ελληνικών φράσεων από το φτωχό δάσκαλό του. Το δεύτερο χρονικό επίπεδο, το παρόν, αποτελείται από τα σκληρά βιώματα του παιδιού που ως ανήλικος μετανάστης πια σε μια ξένη χώρα, βιώνει έντονα τη μοναξιά, μακριά από τη μητέρα του και κάθε συγγενικό του πρόσωπο, χωρίς καμία συναισθηματική ασφάλεια. Σε αυτά προστίθεται η οικονομική ανέχεια και η καθημερινή μάχη να συγκεντρώσει χρήματα για να επιβιώσει. Μόνη του συντροφιά, το παλτό του αδερφού του, που τον ζεσταίνει τις κρύες νύχτες και οι μηχανές του εργοστασίου. ksefteri.edu.gr Σελίδα 2 

3. Ποια σχέση φαίνεται να έχει με την ελληνική γλώσσα το παιδί;

 Αιτιολογήστε την απάντησή σας βρίσκοντας και άλλες εκφράσεις του κειμένου που αποτυπώνουν τη συναισθηματική του κατάσταση. Η ποιήτρια συνδέει την πικρία που νιώθει το παιδί για τη σκληρή ζωή που βίωνε στην πατρίδα του και τη σκληρή πραγματικότητα που ζει τώρα, με την αίσθηση που έχει για την ελληνική γλώσσα από τις χρονικές αυτές περιόδους. Φέρνει στο μυαλό του τη μνήμη της πρώτης του επαφής με την ελληνική γλώσσα μέσα από τον φτωχό του δάσκαλο, αλλά και από τα ακούσματά του από τους Έλληνες της διασποράς στα ρωσικά παράλια του Εύξεινου Πόντου («Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα Μόλις θυμάται», «Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα»). Λόγω των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης εκείνων των χρόνων, η ποιήτρια κάνει αναπόφευκτα τη σύγκριση ανάμεσα στο θαυμαστό μεγαλείο της γλώσσας που υμνεί ο Ελύτης ή της κοινής ελληνιστικής που επέβαλε ο Μέγας Αλέξανδρος στα βάθη της Ανατολής με τις πρώτες ελληνικές φράσεις που άκουσε το παιδί και που φανέρωναν τις ταλαιπωρίες των Ελλήνων της διασποράς («Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά... ανίκητου στρατηλάτη»). Η σύγκριση συνεχίζεται και στο παρόν του μικρού ήρωα, αλλά σε αυτή τη φάση γίνεται με τα τωρινά του ακούσματα από τις αγανακτισμένες απαντήσεις των θυμωμένων οδηγών που τον αποπαίρνουν όταν πηγαίνει να καθαρίσει τα τζάμια τους («Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη»). Η οργή και η απομάκρυνσή του γίνεται μέσω της ελληνικής γλώσσας («Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη. Καμιά φορά πιο εγκάρδια»), την οποία παρακολουθεί να μεταχειρίζονται οι κάτοικοι της χώρας που τον φιλοξενεί.

 4. Βρείτε στο κείμενο εικόνες που δείχνουν 
α) τη στερημένη ζωή 
β) τον αγώνα για την επιβίωση που δίνει καθημερινά το παιδί. στ. 8 «Οι μηχανές... σκεπασμένος Ξεκουράζεται».

 Το παιδί τυλίγεται στο παλτό του αδελφού του πάνω στη σχάρα όπου καταλήγουν οι θερμοί ατμοί των μηχανών, ώστε να μπορέσει να ζεσταθεί. στ. 11- 15, 29- 30 «Εισπράττει κέρματα... να κοιμάται εκεί μέσα», «Σαν τούτο δω το βουητό... το θερμό ατμό». Καθαρίζοντας τα τζάμια των οχημάτων στα φανάρια, κερδίζει ελάχιστα χρήματα, για να φάει και να πληρώσει το νυχτοφύλακα του εργοστασίου που τον αφήνει να κοιμάται σε αυτό. Ο μικρός μετανάστης δεν τρέφεται επαρκώς και δεν διαθέτει μια μόνιμη και αξιορπεπή στέγη. στ. 17- 18 «Τα χέρια της μάνας του... για το κρύο». Στερείται ακόμη και τη μητρική αγκαλιά, την αγάπη και τη στοργή που είναι απαραίτητα στη ζωή κάθε ανθρώπου και πολύ περισσότερο στη ζωή ενός μικρού παιδιού. Βιώνει την απόλυτη μοναξιά. στ. 27- 28 «Σαν το φτύσιμο... πιο εγκάρδια». Περιθωριοποιείται και αντιμετωπίζει την καθημερινή σκληρότητα των οδηγών. Τον θεωρούν ύποπτο και ανεπιθύμητο και έτσι παραγκωνίζεται, βιώνοντας, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, τον κοινωννικό αποκλεισμό.


ποσταμένες: κουρασμένες
σκάρα του ατμού: τεχνική κατασκευή σε σχήμα σχάρας, απ’ όπου βγαίνουν οι θερμοί ατμοί των μηχανών  
φανάρια: φωτεινοί σηματοδότες
εύλογη: δικαιολογημένη, αναμενόμενη  
στρατηλάτης: ο αρχηγός του στρατού, ίσως έμμεση αναφορά στο Μ. Αλέξανδρο

Η Δήμητρα Χριστοδούλου με την έξοχη στη λιτότητά της ποιητική αυτή σύνθεση μας οδηγεί στο ν’ αντικρίσουμε τη δύσκολη διαβίωση ενός μικρού παιδιού που έχει μεταναστεύσει στη χώρα μας κι είναι αναγκασμένο τώρα να δουλεύει σκληρά κάθε μέρα για να μπορέσει να επιβιώσει. Παρά το γεγονός ότι ο τίτλος του ποιήματος γεννά την προσδοκία εικόνων τρυφερής γαλήνης και οικογενειακής ζεστασιάς, η πραγματικότητα που καταγράφεται είναι εντελώς διαφορετική. Ένα μικρό παιδί που έχει έλθει στην Ελλάδα ως οικονομικός μετανάστης από κάποια χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ, βρίσκει καταφύγιο τις νύχτες σ’ ένα εργοστάσιο, με μόνη συντροφιά τις «άγρυπνες» μηχανές, που παραπέμπουν κι αυτές έμμεσα στον καθημερινό χειρωνακτικό του μόχθο.

«Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο.
Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο,
Οι μηχανές, αποσταμένες μα άγρυπνες,
Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες
Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος
Κοντά στη σκάρα του ατμού,
Με του αδερφού του το παλτό σκεπασμένος
Ξεκουράζεται.»

Κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν πια η κίνηση στη λεωφόρο έχει αραιώσει σημαντικά, σ’ ένα εργοστάσιο που έχει ολοκληρώσει την ημερήσια λειτουργία του, στρυμωγμένος κοντά στη σκάρα του ατμού, ξεκουράζεται ένας μικρός μετανάστης, σκεπασμένος με το παλτό του αδελφού του. Πλάι του βρίσκονται μόνο οι μηχανές του εργοστασίου που, αν και κουρασμένες απ’ τη δουλειά της ημέρας, παραμένουν άγρυπνες και επιβλέπουν σαν αγαθοί γίγαντες τον ύπνο του μικρού παιδιού.
Χωρίς τη συντροφιά της οικογένειάς του, χωρίς καν ένα κανονικό κρεβάτι και τ’ αναγκαία σκεπάσματα, το μικρό αυτό παιδί βρίσκεται αντιμέτωπο με τη μοναξιά και την ανέχεια, αφού δεν υπάρχει κανείς να το φροντίσει και να του διασφαλίσει τα αναγκαία για την επιβίωσή του. Αντί για την παιδική ανεμελιά και τη διαρκή αίσθηση ασφάλειας, γνωρίζει μόνο την αγωνία του καθημερινού βιοπορισμού και τη σκληρότητα των άλλων ανθρώπων. Αντί για τη θαλπωρή του σπιτιού και την παρουσία των αγαπημένων προσώπων της οικογένειάς του, γνωρίζει την πλήρη ερημία και τις παρακινδυνευμένες διανυκτερεύσεις σ’ ένα εργοστάσιο, χάρη στην εξαγορασμένη ανοχή του εκεί νυχτοφύλακα.      

«Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια
Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο.
Εισπράττει κέρματα ή την εύλογη αγανάκτηση. Περιμένει το επόμενο φανάρι.
Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί
Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα,
Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα.»

Η καθημερινότητα του μικρού παιδιού είναι γεμάτη δυσκολίες και σκληρή δουλειά. Όλη τη μέρα στέκεται στην άκρη του δρόμου περιμένοντας τη στιγμή που το κόκκινο φανάρι θα ακινητοποιήσει τα οχήματα και θα του επιτρέψει να καθαρίσει μερικά τζάμια, προσδοκώντας ως αντάλλαγμα ελάχιστα κέρματα. Μια ανταμοιβή που δεν έρχεται πάντοτε, αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που εύλογα αγανακτούν μαζί του, μιας και δεν έχουν καμία διάθεση ή την οικονομική άνεση, ώστε να δίνουν χρήματα σε κάθε τους διαδρομή στο πλήθος των επαιτών που βρίσκονται παντού στην πόλη.
Ο μικρός μετανάστης εισπράττει τα μηδαμινά χρηματικά ποσά ή την αγανάκτηση των ανθρώπων, κι έστω κι αν πληγώνεται απ’ τη συμπεριφορά τους, δεν εγκαταλείπει την προσπάθειά του. Περιμένει υπομονετικά το επόμενο κόκκινο φανάρι για να επιδοθεί ξανά στη μόνη ασχολία που μπορεί να του διασφαλίσει με τρόπο τίμιο την επιβίωσή του. Από τα χρήματα, άλλωστε, που βγάζει μ’ αυτόν τον τρόπο, το μικρό παιδί οφείλει να καλύπτει όχι μόνο τα έξοδα για τη διατροφή του, αλλά και να δίνει στο νυχτοφύλακα κάποιο ποσό για να τον αφήνει να κοιμάται μέσα στο εργοστάσιο.
Με κρύο ή με ζέστη, νιώθοντας καλά ή όχι, δεχόμενος προσβολές και σχόλια αγανάκτησης ή την ψυχρή ευγένεια, ο μικρός μετανάστης είναι αναγκασμένος να αντέχει∙ είναι αναγκασμένος να επιστρέφει κάθε μέρα στην άκρη του δρόμου και να προσπαθεί ξανά και ξανά να εξασφαλίσει τα κέρματα του οίκτου, καθώς δεν έχει άλλο τρόπο να επιβιώσει. Αν μείνει έστω και μια μέρα μακριά απ’ τους δρόμους, θ’ αναγκαστεί να πεινάσει.

«Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του,
Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του
Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο,
Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα
Μόλις θυμάται.»

Για το μικρό αυτό παιδί δεν υπάρχει η πολυτέλεια της νοσταλγίας και της επιστροφής σε μνήμες του παρελθόντος. Η σκληρή πραγματικότητα της τωρινής ζωής του έχει απομακρύνει κάθε ψήγμα της τρυφερότητας και της θαλπωρής των περασμένων χρόνων. Τα αγαπημένα χέρια της μητέρας του που τύλιγαν γύρω του ένα γυναικείο μαντίλι για να τον προφυλάξουν απ’ το κρύο ίσα που τα θυμάται. Έχει κατ’ ανάγκη ξεθωριάσει μέσα του η ανάμνησή τους, διότι ο πόνος που θα του προκαλούταν απ’ τη συνεχή σύγκριση της αγάπης που βίωνε τότε και της εγκατάλειψης που βιώνει τώρα, θα ήταν συντριπτικός. Το παιδί έχει αναγκαστεί να ξεχάσει τη ζεστασιά της μητρικής αγάπης, μιας και πρόκειται για κάτι που δεν υπάρχει πια στη ζωή του.
Αμυδρή παραμένει στη σκέψη του κι η ανάμνηση του δασκάλου του, που ερχόταν να τους κάνει μάθημα παίρνοντας για ανταμοιβή μόνο γάλα, αφού δεν υπήρχαν στη χώρα τους χρήματα για να πληρωθεί κανονικά.  

«Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του,
Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα.
Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας,
Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου
Ενός ανίκητου στρατηλάτη,
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη,

Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.
Καμιά φορά πιο εγκάρδια
Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας,
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.»

Θυμάται κάποια λίγα ελληνικά που άκουγε απ’ το στόμα του δασκάλου εκείνου, τα οποία ακούγονταν τότε τελείως αλλιώτικα από το πώς τ’ ακούει τώρα απ’ το στόμα των ίδιων των Ελλήνων. Δεν αντανακλάται πια στον ήχο τους, όπως τότε, η λάμψη από τα γυαλιστερά βότσαλα μιας όμορφης μεγάλης θάλασσας, κι ούτε αναδύεται απ’ αυτά το ποδοβολητό του αλόγου ενός αήττητου -σχεδόν μυθικού- στρατηλάτη που άφοβος κατέκτησε τον κόσμο. Τώρα μοιάζουν περισσότερο με τον ήχο που κάνουν τα κέρματα στην τσέπη του, με τόσο κόπο μαζεμένα, ή σαν το φτύσιμο και την απαξίωση που τόσο καθαρά διαβάζει στο βλέμμα του κάθε απρόθυμου πελάτη. Κάποτε, βέβαια, ακούγονται και κάπως πιο εγκάρδια, όπως ακούγεται το βουητό της σκάρας πλάι του που ανεβάζει το θερμό ατμό και ζεσταίνει το χώρο του εργοστασίου.
Η αντίθεση ανάμεσα στις εικόνες που σχημάτιζε νοητά ο μικρός μετανάστης για την Ελλάδα, όταν βρισκόταν ακόμη στη χώρα του κι άκουγε από τον δάσκαλό του για την ομορφιά της και για την ένδοξη ιστορία της, και στην πραγματικότητα που βιώνει γύρω του είναι αποθαρρυντική. Η χώρα του καταγάλανου ουρανού, της γαλήνιας θάλασσας και των ηρωικών ανθρώπων, δεν είναι παρά μια ελάχιστη φιλόξενη χώρα που προφανώς δεν έχει να του προσφέρει την καλύτερη ζωή που είχε κάποτε ελπίσει. Μακριά πια απ’ τη ζεστασιά της μητρικής αγκαλιάς έρχεται αντιμέτωπος με την αγανάκτηση εκείνων που τον αντιμετωπίζουν σαν έναν ανεπιθύμητο παρείσακτο, κι είναι αναγκασμένος να επιβιώνει χάρη στη συχνά απρόθυμη «ελεημοσύνη» που του προσφέρεται και στην ανοχή εκείνων που, όχι χωρίς αντάλλαγμα, του επιτρέπουν να βρίσκει μια ζεστή γωνιά για να κοιμηθεί.    


ΔΗΜΗΤΡΑ Χ. 

ΧΡΙ

ΣΤΟ

ΔΟΥΛΟΥ 
Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Βιβλιονέτ]

Για ένα παιδί 

που 

κοιμάται

Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του εικοστού αιώνα, μετά την 

κατάρρευση των καθεστώτων των ανατολικών χωρών, μεγάλο μέρος του 

πληθυσμού τους μετακινήθηκε σε ευρωπαϊκές χώρες, με σκοπό την εξεύρε

ση εργασίας. Από την εποχή αυτή και ως τις μέρες μας ζουν και βιοπα

λεύουν στη χώρα μας χιλιάδες οικονομικοί μετανάστες, όπως το παιδί του 

ποιήματος, που κερδίζει το ψωμί του στα φανάρια της λεωφόρου και κοι

μάται στο μηχανοστάσιο του εργοστασίου. Το ποίημα περιλαμβάνεται στη 

συλλογή Το κυπαρίσσι των εργατικών (1995).

Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο.
Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο,
Οι μηχανές, αποσταμένες* μα άγρυπνες,
Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες
Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος
Κοντά στη σκάρα του ατμού,*
Με του αδερφού του το παλτό σκεπασμένος
Ξεκουράζεται.
Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια*
Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο.
Εισπράττει κέρματα ή την εύλογη* αγανάκτηση. Περιμέ
νει το επόμενο φανάρι.
Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί
Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα,
Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα.

Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του,
Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του
Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο,
Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα
Μόλις θυμάται.
Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του,
Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα.
Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας,
Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου
Ενός ανίκητου στρατηλάτη,*
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη,

Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.
Καμιά φορά πιο εγκάρδια
Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας,
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.

 

Δ. Χ. Χριστοδούλου, Το κυπαρίσσι των εργατικών, Καστανιώτης

 

sleeping Child

Παιδί που κοιμάται, Egon Schiele  

Παράλληλα Κείμενα
 Αντώνης Σαμαράκης, «Το νυχτερινό σχολά» Αντώνης Σαμαράκης, «Το νυχτερινό σχολά»
 Σωτήρης Δημητρίου, «Σαν τα χελιδόνια, λέλε μου» Σωτήρης Δημητρίου, «Σαν τα χελιδόνια, λέλε μου»


Λεξιλόγιο
αποσταμένες: κουρασμένες
σκάρα του ατμού: τεχνική κατασκευή σε σχήμα σχάρας, απ' όπου βγαί

νουν οι θερμοί ατμοί των μηχανών
φανάρια: φωτεινοί σηματοδότες
εύλογη: δικαιολογημένη, αναμενόμενη
στρατηλάτης: ο αρχηγός του στρατού, ίσως έμμεση αναφορά στον Μ. 

Αλέξανδρο

199-200


ΕΡΓΑΣΙΕΣ

  •  Περιγράψτε πώς περνάει τη μέρα και τη νύχτα του το παιδί.
  •  Το ποίημα αναφέρεται σε δύο χρονικά επίπεδα και χωρίζεται σε
  •  δύο αφηγηματικά μέρη. Ποια είναι αυτά και τι περιλαμβάνει το καθένα;
  •  Ποια σχέση φαίνεται να έχει με την ελληνική γλώσσα το παιδί; 
  • Αιτιολογήστε την απάντησή σας βρίσκοντας και άλλες εκφράσεις του κει
  • μένου που αποτυπώνουν τη συναισθηματική του κατάσταση.
     Ξένοι στην ίδια πόλη (βίντεο) [πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση] Ξένοι στην ίδια πόλη (βίντεο) [πηγή: Εκπαιδευτική Τηλεόραση]

  •  Παιχνίδι Αποστολή:Ρουάντα [πηγή: Μη Κυβερνητική Οργάνωση 
  • ActionAid Ελλάς] ActionAid Project - Δικαίωμα στην Εκπαίδευση [πηγή: Μη Κυβερνητική Οργάνωση ActionAid Ελλάς]
  •  Βρείτε στο κείμενο εικόνες που δείχνουν α) τη στερημένη ζωή β) τον
  •  αγώνα για την επιβίωση που δίνει καθημερινά το παιδί.
     Παιδιά στα φανάρια (τηλεοπτικό σποτ) [πηγή: Εθελοντικός οργανι
  • σμός «Το χαμόγελο του παιδιού»] Παιδιά στα φανάρια (τηλεοπτικό σποτ) [πηγή: Εθελοντικός οργανισμός «Το χαμόγελο του παιδιού»]
     Τα βλέμματα των φαναριών (κοινωνικό ντοκιμαντέρ) [πηγή: Ψηφια
  • κό Αρχείο της ΕΡΤ] Τα βλέμματα των φαναριών (κοινωνικό ντοκιμαντέρ) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]


ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ 

ΔΡΑΣΤΗ

ΡΙΟΤΗΤΑ

  •  Βρείτε την εθνικότητα του παιδιού, με βάση τα στοιχεία για τον τό
  • πο και τις συνθήκες ζωής των κατοίκων του που δίνονται στο ποίημα,
  •  και εντοπίστε στο χάρτη τη χώρα από την οποία προέρχεται. 
  • Με τη βοήθεια των καθηγητών της Ιστορίας και της Γεωγραφίας, εξετά
  • στε τη σχέση της χώρας αυτής με τον ελληνισμό.
     Ταξίδι της Φυγής (εκπαιδευτικό παιχνίδι που σου δίνει την ευ
  • καιρία να βιώσεις τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας [πηγή: Ύπατη Αρμοστεί
  • α του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες] Ταξίδι της Φυγής (εκπαιδευτικό παιχνίδι που σου δίνει την ευκαιρία να βιώσεις τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας [πηγή: Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες]
     Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες
     Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες
     Οι πρόσφυγες στον κόσμο [πηγή: εφ. «Η Καθημερινή»] Οι πρόσφυγες στον κόσμο [πηγή: εφ. «Η Καθημερινή»]



ΕΥΡΥΤΕΡΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
1. Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι πολλά παιδιά της ηλικίας σας

 (16%) όχι μόνο δεν απολαμβάνουν τα αγαθά της παιδείας, αλλά είναι ανα

γκασμένα να ζουν κάτω από δύσκολες συνθήκες. Σε ποιες κοινωνικές ομά

δες πιστεύετε ότι εμφανίζονται εντονότερα αυτά τα προβλήματα και γιατί;


2. Οργανώστε μια έρευνα για τις διαστάσεις που έχει σήμερα αυτό το πρό

βλημα στην περιοχή σας, με στόχο να καταγράψετε το ποσοστό των 

παιδιών που βιοπαλεύουν, αλλά και να προτείνετε τρόπους αντιμετώπισης

 του προβλήματος.
3. Διαβάστε συγκριτικά τα διηγήματα του Τ. Καλούτσα («Προβλήματα της

 σύγχρονης ζωής») και του Σ. Δημητρίου, με σκοπό να εξετάσετε πώς 

παρουσιάζεται η δύσκολη ζωή των παιδιών σε κάθε κείμενο.
4. Αξιοποιήστε το υλικό του βιβλίου Ε φίλε. Εξομολογήσεις παιδιών 

που ζουν στην Ελλάδα ως μετανάστες, πρόσφυγες ή παλιννοστούντες,

 Κέδρος 2004, με πολλούς επικοινωνιακούς τρόπους (μαρτυρία, σύγκριση 

κ.ά.) στη διδασκαλία του ποιήματος.


Δήμητρα Χ. 

Χρι

στοδού

λου (1953-) biblonet



Δήμητρα Χριστοδούλου

Διάβασε για τη ζωή και το έργο της εδώ. Κατέβασε σύντομο βιογραφικό

 




ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
Ο καθημερινός αγώνας για επιβίωση
Η ξενιτιά, η ορφάνια και η κοινωνική περιθωριοποίηση του μικρού παιδιού



ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ο τίτλος «Για ένα παιδί που κοιμάται» δε μας προϊδεάζει αρχικά για το

 θέμα του ποιήματος. Ο τίτλος λειτουργεί κάπως παραπλανητικά (θα ταί

ριαζε ίσως σε νανούρισμα ή σε ένα λυρικό ποίημα), ενώ έχει στην πραγ

ματικότητα κυριολεκτική σημασία: όλη η ποιητική περιγραφή μοιάζει να 

παραστέκει, σιωπηλά αλλά στοργικά, τη μοναχική νύχτα και τον ύπνο του

 παιδιού στο μηχανοστάσιο του εργοστασίου. Το μικρό παιδί που όλη τη 

μέρα «δουλεύει στα φανάρια» είναι, δυστυχώς, μια εικόνα της σύγχρο

νης πραγματικότητας. Τα αίτια του δυσάρεστου αυτού φαινομένου είναι 

πολλά και συνδέονται κυρίως με την οικονομική εκμετάλλευση ασθενώ

ν κοινωνικών ομάδων, όπως οι ανήλικοι και οι μετανάστες ή το χαμηλό 

βιοτικό επίπεδο ορισμένων μειονοτήτων, όπως οι τσιγγάνοι. Το παιδί, σύμ

φωνα με τα στοιχεία του ποιή-ματος, ανήκει στην κατηγορία των μετανα

στών και εμφανίζεται εντελώς «ξεριζωμένο» από τον τόπο και τους 


οικείους του, πλήρως απογυμνωμένο από κάθε ανθρώπινη παρουσία και

 συναισθηματική κάλυψη. Η μοναχική μορφή του, ανάμεσα στα χιλιά

δες αυτοκίνητα και την κίνηση της λεωφόρου, στηρίζεται μόνο στο ένστι

κτο της αυτοσυντήρησης και στη βιοπάλη για την εξασφάλιση του επι

ούσιου και των απαιτούμενων χρημάτων για τη νυχτερινή του στέγαση στο

 εργοστάσιο, συντροφιά με τις αναθυμιάσεις του ατμού των μηχανών.

Το ποίημα οργανώνεται σε δύο αφηγηματικούς χρόνους (παρόν-παρελ

θόν), οι οποίοι, αν και διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, έχουν σχεδόν 

κοινές επιπτώσεις στη στερημένη ζωή του παιδιού, η κατάσταση του οπο

ίου φαίνεται ότι διαρκώς χειροτερεύει καθώς η οικογένειά του πιθα

νόν απορφανίζεται. Στο μεγαλύτερο μέρος του το ποίημα αναφέρεται στο

 παρόν του μικρού βιοπαλαιστή, που εκτυλίσσεται καθημερινά σε μια 

λεωφόρο μεγάλης ελληνικής πόλης: καθαρίζει τα τζάμια των αυτοκινήτων

 για να εξασφαλίσει μερικά κέρματα, εισπράττει όμως και την «εύλο

γη αγανάκτηση» των οδηγών. Η υπόμνηση του παρελθόντος δεν παύει 

να υπάρχει στο παρόν, ακόμα και στα ξένα ρούχα που φοράει το παι

δί: ξεκουράζεται σκεπασμένος με το παλτό του αδερφού του ή θυμάται 

το γυναικείο μαντίλι με το οποίο τον προστάτευε η μάνα του, για να

 μην κρυολογήσει. Το παρελθόν του όμως κυρίως συνδέεται με τη μακρι

νή μνήμη (όχι τη νοσταλγία) του τόπου του και τις πρώτες ενθυμή

σεις της ελληνικής γλώσσας, οι οποίες προφανώς οφείλονται στην ελληνι

κή ρίζα του από τα ρωσικά παράλια του Εύξεινου Πόντου. Το άλλοτε 

και το τώρα μοιραία λειτουργούν συγκριτικά και η ποιήτρια επιλέγει

 να τα συνδέσει ειδικότερα με την αίσθηση της ελληνικής γλώσσας: η ελ

ληνική λαλιά της διασποράς, που πρωτοάκουσε το παιδί από τον (στερη

μένο επίσης) δάσκαλό του, απέχει τόσο πολύ από το γλωσσικό ίνδαλμα 

του Οδυσσέα Ελύτη («σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας») και

 την πολιτισμική επιβολή της κοινής ελληνικής, που προώθησε ως τα 

βάθη της Ασίας ο Μέγας Αλέξανδρος. Η παιδική οπτασία της ελληνικής 


γλώσσας και μητρόπολης συντρίβεται καθημερινά μες στη σκληρή 

πραγματικότητα της βιοπάλης, της κοινωνικής αποξένωσης και της περιθω

ριοποίησής του.


Δήμητρα Χριστοδούλου
Βιβλιοnet Βιογραφικό σημείωμα [πηγή: Βιβλιονέτ]
Βικιπαίδεια Βικιπαίδεια
προσωπική σελίδα στο facebook 

Για